ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῆι προδοσίαι τῆς πατρίδος , ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ ' αὐτοῦ κρέας , δοῦναι κρατεῖν αὐτῶι
τὸ κρέας , ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κόψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος , καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ
7444479 κοπιδα
κομίζουσινἐσχαρίδας , ἰπνολεβήτιον , θερμαντῆρα , χυτρόγαυλον , ἡθμόν , κοπίδα , μαχαίρας , δορίδας , αἷς ἔδερον ἢ ἐφ
, προφάσει τοῦ πλεονάζον ἀποκόψαι τὸ κρέας , ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κόψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτηι
7411408 πεισθεντος
δ ' αὐτῷ συνεργοὺς παρέξεσθαι τοὺς δορυφόρους τοῦ βασιλέως . πεισθέντος δὲ τοῦ Ἀρταξέρξου καὶ παραχρῆμα μετὰ τῶν δορυφόρων ἀνελόντος
ὢν ἐν Κύπρῳ διέτριβε παρ ' Εὐαγόρᾳ τῷ βασιλεῖ . πεισθέντος δὲ τοῦ βασιλέως , Φαρνάβαζος λαβὼν ἀργυρίου τάλαντα πεντακόσια
5902384 δρασαντος
τῶν μελλόντων καὶ τῶν οἰχομένων . ἀλλὰ πῶς τοῦ μὲν δράσαντος τὸ ἔργον μένει , τοῦ δὲ παθόντος τὸ πάθος
' ἀνδρὸς γενναίου καὶ πολλὰ μὲν εἰδότος , πολλὰ δὲ δράσαντος . Ἀλλ ' ἡ μὲν οὕτως , ὁ δὲ
5869635 περιστυλου
εἴκοσι πηχῶν , παρ ' οὓς εἰσόδους τρεῖς ἐκ τοῦ περιστύλου κατεσκευάσθαι , καθ ' ἃς οἶκον ὑπάρχειν ὑπόστυλον ,
εἴκοσι πηχῶν , παρ ' οὓς εἰσόδους τρεῖς ἐκ τοῦ περιστύλου κατεσκευάσθαι , καθ ' ἃς οἶκον ὑπάρχειν ὑπόστυλον ,
5867154 βλεποντος
ἀναιρεθείς . ὁ λογισμὸς οὗτος ἀνθρώπου τὸ μέγα δικαστήριον οὐ βλέποντος : ἄνθρωποι μὲν γὰρ πέρας τιμωριῶν εἶναι νομίζουσι τὸν
ὅ ἐστι τοῦ σκιρτητικοῦ λαγωοῦ . τοῦ ἐν τῷ κοιμᾶσθαι βλέποντος , καθάπερ καὶ ὁ λέων καὶ ὁ ὄφις σκίνακος
5834089 ἱματιου
κατὰ τῆς ὄψεως οὕτως ὡς καὶ τὸν τύπον διὰ τοῦ ἱματίου θεωρεῖσθαι . ἔπειτα : ἀντὶ τοῦ δή : ἡ
. τὸ δὲ πρᾶγμα παγγέλοιον ἦν , κυνίδιον ἐκ τοῦ ἱματίου προκῦπτον μικρὸν ὑπὸ τὸν πώγωνα καὶ κατουρῆσαν πολλάκις ,
5735199 προδωσεις
χθονὸς ταὐτὸν πατρῶιον αἷμα σοὶ κεκτήμεθα . τί δρᾶις ; προδώσεις ταῦτα κἀκβαλεῖς χθονὸς γραῦς οὐ τυχούσας οὐδὲν ὧν αὐτὰς
Κιλλικῶντος , καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ προδώσεις πόλιν . Μέμνηται δὲ Καλλίμαχος : Μὴ σύ γε
5728454 λῃστρικου
Θουκυδίδου καὶ τὴν ἐπακτρίδα ἥτις ἐστὶ πάλιν εἶδος πλοίου μᾶλλον λῃστρικοῦ . . . . ἐπαρεῖ ] ἐρεθίσει , προτρέψεται
ἐν τῇ τρίτῃ τῶν Ἱστοριῶν . ἔστι δὲ εἶδος πλοίου λῃστρικοῦ , ἥτις καὶ Λίβυρνος καλεῖται . . . .
5709154 τετρωμενου
ἡ κοινὴ δοκιμαζέσθω τραυματικὴ ἀγωγὴ ἡ μικρῷ πρόσθεν εἰρημένη : τετρωμένου δὲ τοῦ μυός , ἔτι δὲ καὶ τεθλασμένου ,
μὴ βρέχειν ἀδύνατόν ἐϲτιν , μελλόντων αὐτῶν λούεϲθαι κατὰ τοῦ τετρωμένου μέρουϲ ἐπιθεὶϲ τῶν ἐμπλάϲτρων τι φαρμάκων ἔξωθεν αὐτοῦ πάλιν
5659698 καμνοντοϲ
γλυφῆϲ τὸ μῆκοϲ ὅϲον πήχεωϲ , μήτε ὑψηλότερον τῆϲ τοῦ κάμνοντοϲ ῥάχεωϲ μήτε πολλῷ ταπεινότερον , μᾶλλον δὲ προπαρεϲκευαϲμένην εἶναι
δὲ ἐπὶ τούτοιϲ τὴν ὥραν τοῦ ἔτουϲ καὶ τὴν τοῦ κάμνοντοϲ ἡλικίαν καὶ τὴν κρᾶϲιν καὶ τὸ ἐπιτήδευμα καὶ τὴν
5625107 λαβοντος
γεγυμνωκότος τήνδε τὴν χώραν ὅπλων , Ἰουλιανοῦ δὲ τἀκείνου μὲν λαβόντος , ἔτι δὲ τῶν τῇδε ἀπόντος ἤδη μηδένα Πέρσην
καὶ ἐνενήκοντα [ ] ταλάντων ὡς παρὰ [ Πτολεμαίου ] λαβόντος . εἰς [ τὴν ] πόλιν ταύτην δ '
5584260 νεανισκου
τοῦτο παρέσχεν αὐτῇ τὸ ἔργον εὑρεσιλογεῖν προφάσεις σκεπτομένῃ κατὰ τοῦ νεανίσκου , αἷς αὐτὸν ἀμυνεῖται : παραγενομένῳ γὰρ ἐξ ἀγορᾶς
κακοῦ τινος τραγῳδοποιοῦ ἀκρόασιν ποιούμενος [ καὶ ] λέγοντός τινος νεανίσκου ὅτι ἐξελεύσεται ” οὐκ ἐμοῦγε ” ἔφη „ πρότερος
5584013 Παλλαδιου
ἀγνούμενοι ἀνῃρέθησαν . Ὕστερον δὲ Ἀκάμαντος γνωρίσαντος , καὶ τοῦ Παλλαδίου εὑρεθέντος , κατὰ χρησμὸν αὐτόθι τὸ δικαστήριον ἀπέδειξαν ,
αἰτιασόμεθα . καὶ ταύτην τὴν ἐπιστολὴν οὐκ ἐμὴν μᾶλλον ἢ Παλλαδίου νομιστέον τοῦ καταναγκάσαντος , ἐπεὶ ἔμοιγε τὸ μιμεῖσθαι σὲ
5577707 ῥαμματος
ἐλασματίου τὸ πέρας κατ ' ἐλάτησιν λελεπτοποιημένον εἰς τὴν τοῦ ῥάμματος . . . . . . . . .
ἁμματίῳ , ἐπ ' αὐτοῖς ἁμματιζομένων ἢ ταινιδίων ἢ ναυτικοῦ ῥάμματος . ἐπὶ δὲ τῶν μετὰ τραύματος καταγμάτων , ἀντὶ
5575516 ἀνταγωνιστου
Εὐρυδάμας ὁ Κυρηναῖος πυγμὴν ἐνίκησεν , ἐκκρουσθεὶς μὲν ὑπὸ τοῦ ἀνταγωνιστοῦ τοὺς ὀδόντας , καταπιὼν δὲ αὐτούς , ἵνα μὴ
ἅρματι , ἐνδόξως μὲν αὐτὸς ἀγωνισάμενος , τὸ δὲ τοῦ ἀνταγωνιστοῦ κλέος καθελών ; ἄλλως : ποταίνιον ἀντὶ τοῦ πρόσφατον
5575390 πρεσβευτου
καὶ τῶν Ἑλλήνων ἁπάντων διέρχεται . ἡ γὰρ ἀτιμία τοῦ πρεσβευτοῦ πάντων ὑπάρχει τῶν ἐκπεμψάντων . καὶ διὰ ταύτης ὁ
' ἐπιδέχεται καὶ ἄλλον τρόπον πραχθῆναι , ὡς ἐπὶ τοῦ πρεσβευτοῦ : ἐδύνατο γὰρ καὶ ἄλλοθεν εὐπορῆσαι χρημάτων καὶ δανείσασθαι
5574071 γλουτου
Ὑδροχόου ζ βο γ Ϛʹ εʹ ὁ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ γλουτοῦ . . . . . . . . .
η ∠ ʹ εʹ ὁ ἔτι τούτου βορειότερος ἐπὶ τοῦ γλουτοῦ . . . . . . . . .
5519718 ἀποκοψαι
ἐθέλει δίκην αὐτοῖς ἐπιβάλῃ . καὶ ὁ μὲν Ἑρμῆς ἐβούλευσεν ἀποκόψαι τοὺς πόδας αὐτῶν καὶ τὰς χεῖρας : Ἄρης δ
κατὰ τῆς ᾐόνος ὑπνωμένον , Ταναγραῖον δὲ ἄνδρα πελέκει παίσαντα ἀποκόψαι τὸν αὐχένα αὐτοῦ : καὶ διὰ τοῦτο οὐκ ἔπεστιν
5519337 Φιλωτου
πρὸς αὐτὸν ἀλλοτριότητος : πρὸς δὲ τούτοις τῆς Παρμενίωνος καὶ Φιλώτου σφαγῆς φρίκην ἐμποιούσης τοῖς φίλοις διὰ τοῦ ἰδίου υἱοῦ
τὴν φήμην τῆς περὶ τὸν Φιλώταν τιμωρίας τὸν πατέρα τοῦ Φιλώτου Παρμενίωνα ἐδολοφόνησε , τεταγμένον μὲν τῆς Μηδείας ἄρχοντα ,
5503273 συντριβεντος
ἐς τὴν πόλιν . ἑνὸς δὲ τῶν φερόντων τὸ σκέλος συντρίβεντος τῷ ἑτέρῳ τὴν χεῖρα ἐπιθεὶς ᾔει . παρὰ δὲ
ἐς τὴν πόλιν . ἑνὸς δὲ τῶν φερόντων τὸ σκέλος συντρίβεντος τῷ ἑτέρῳ τὴν χεῖρα ἐπιθεὶς ᾔει . παρὰ δὲ
5502388 βαλανεως
. . . . βασιλίς : ἡ τοῦ βασιλέως , βαλανέως : ἀπὸ τοῦ βασιλεύς βασιλῆος Ἰωνικῶς γίνεται , βασιλίς
τοῦ βασιλέως γυνή , ὡς καὶ βαλανίς , ἡ τοῦ βαλανέως . ῥητορική . λέγει δὲ Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ Περὶ
5500306 καταλειφθεντος
ἐπισφαλές ἐστιν . νέος ἄσωτος καταφαγὼν τὰ πατρῷα ἱματίου μόνον καταλειφθέντος αὐτῷ εἶδε χελιδόνα παρὰ καιρὸν ὀφθεῖσαν καὶ θέρος εἶναι
οὐδενὸς ἔτι λέγουσιν ὀφθῆναι , πολλὴν ζήτησιν αὐτῶν ποιουμένου τοῦ καταλειφθέντος τῆς πόλεως ἡγεμόνος . ὡς δὲ τῇ κατόπιν ἡμέρᾳ
5463088 ἱερειου
, μετὰ τὴν εὐχὴν μέλλοντα τοῦ παρεσκευασμένου πρὸς τὴν θυσίαν ἱερείου κατάρχεσθαι , τῶν Ἀχαιῶν ἰδεῖν τινα πρόσωθεν ἐρχόμενον ,
τε μηρία ἐκτεμόντες καίουσι καὶ δὴ καὶ ἀναλίσκουσιν αὐτόθι τοῦ ἱερείου τὰ κρέα . ταῦτα μὲν οὕτω ποιεῖν νομίζουσι ,
5461742 κακκαβην
ἀλλ ' οὐ καθώς . Κάκκαβον μὴ λέγε , ἀλλὰ κακκάβην διὰ τοῦ η , ὡς Ἀριστοφάνης ἐν Δαιδάλῳ .
ἀλλ ' οὐ καθώς . Κάκκαβον : διὰ τοῦ η κακκάβην λέγε , τὸ γὰρ διὰ τοῦ ο ἀμαθές :
5438464 κατεχοντος
ἀμφοτέραις γεγονυῖα , ὥσθ ' ἅπαντας αὐτοὺς ἀκούειν εἴτε τοῦ κατέχοντος τὸ τέμενος ἥρωος εἴτε τοῦ καλουμένου Φαύνου . τούτῳ
νυκτὶ ὕστερον , ὤφθη τοιάδε , ἔμεινα δὲ καὶ πλείους κατέχοντος τοῦ θεοῦ . Τελεσφόρος ἦν ὀρεωκόμος : οὗτος ἐδόκει
5429196 ἀγνοουντος
. τὸ δὲ κρεῖσσον ἦν καὶ μάγων πανουργούντων καὶ βασιλέως ἀγνοοῦντος αὐτό . τοιγάρτοι τὸ δαιμόνιον τὰ αἰσιώτερα τῷ στρατῷ
στρώμασι . τοῦ δ ' Αἰσώπου τὰ ὐπ ' αὐτῶν ἀγνοοῦντος σκαιωρηθέντα , ἐξελθὼν ἐπορεύετο εἰς Φωκίδα . οἱ Δελφοὶ
5423054 ἁλοντος
μὴ τιθέναι . ὅτι τοίνυν οὐδ ' εἰ φανερῶς ἔμελλεν ἁλόντος τούτου μηδεὶς εἰσοίσειν μηδ ' ἐθελήσειν εἰσπράττειν , οὐδ
ὑποθῆξαι , ἵνα ἐκπέσῃ φεύγων καὶ τοῖς δικτύοις καταληφθῇ . ἁλόντος δὲ τοῦ θηρός , ὃ δὲ ἐπινίκιόν τινα οἱονεὶ
5422152 Γοργου
με αὐλοῦσαν εὑρὼν παρὰ τῇ Κροκάλῃ ὑπὸ τοῦ ἀντεραστοῦ αὐτοῦ Γόργου μεμισθωμένην καὶ τούς τε αὐλούς μου συνέτριψε καὶ τὴν
στόμα . Ἐνθαῦτα τριήκοντα νέας αἱρέουσι τῶν βαρβάρων καὶ τὸν Γόργου τοῦ Σαλαμινίων βασιλέος ἀδελφεὸν Φιλάονα τὸν Χέρσιος , λόγιμον
5413607 πεφονευμενου
ἐποίησεν . τὴν Περσίδα τὴν ἔχουσαν αὐτῶν τὴν ἑστίαν . πεφονευμένου . οὐκ ἀληθῶς . αὐτά : ἀντὶ τοῦ τὰ
. ἐπήδησας . φεῦ . ἕνεκα πεφονευμένου . μετὰ μόχθων πεφονευμένου . τοῦ . φανερὰ . τῶν . λίαν .
5413048 ξενου
δὲ τοὔμπαλιν , σύ μοι γενοῦ τιμωρὸς ἀνδρός , ἀνοσιωτάτου ξένου , ὃς οὔτε τοὺς γῆς νέρθεν οὔτε τοὺς ἄνω
καὶ μεστοὶ λάπης . Μένανδρος δ ' ἐν Τροφωνίῳ : ξένου τὸ δεῖπνόν ἐστιν ὑποδοχή . τίνος ; ποδαποῦ ;
5393175 ὁρισαντος
Ἀπορήσειε δ ' ἄν τις , πῶς τοῦ τεχνικοῦ μὴ ὁρίσαντος τὴν λήγουσαν τῆς γενικῆς ἀλλὰ διὰ τοῦ ντ φαμένου
ἐν τοῖς τῶν ἀξόνων ἐξηγητικοῖς ἀπὸ κύρβεως τοῦ τὰς οὐσίας ὁρίσαντος , ὡς φησὶ Φανίης ὁ Ἐρέσιος , ἢ ἀπὸ
5385488 δικαστου
ὦ ἄνδρες , οὐδὲ δίκαιόν μοι δοκεῖ εἶναι δεῖσθαι τοῦ δικαστοῦ οὐδὲ δεόμενον ἀποφεύγειν , ἀλλὰ διδάσκειν καὶ πείθειν .
τοῦ ἀδικήσαντος , καὶ ὃ πέπονθεν ὁ ἀδικήσας παρὰ τοῦ δικαστοῦ , συμβαίνει ἀναλογίαν εἶναι ἀριθμητικήν . ᾧ γὰρ ὑπερέσχεν
5375290 Δωριωνος
. : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ
Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς
5361064 βοωντος
ἐπὶ δὴ τούτοις πολλάκις ἤκουσαν οἱ θεοὶ τὸ ὦ θεοὶ βοῶντος . Τὴν Τύχην δὲ αὖθις ἐπῃνέσαμεν Καρτέριόν τε καὶ
εἶναί ποτε , καὶ ταῦτα τοῦ Ἀριστοτέλους ἐν τοῖς ἑξῆς βοῶντος ὡς ταῖς μερικαῖς τὴν αὐτὴν ἔχουσι δύναμιν , τῶν
5350670 κρατουντος
τυράννου γυνή , τῶν δὲ δορυφόρων οἱ μὲν δέει τοῦ κρατοῦντος φεύγοντες ᾤχοντο , οἱ δὲ περιειστήκεσαν ἐρριμμένον τὸν νεανίσκον
. οὔτε δὲ ἄμεινον οὔτε συμφορώτερον ἄλλο τῆς παρὰ τοῦ κρατοῦντος εὐνοίας , ἣν εἴ τις εὔλογον ἐπιδείκνυσι , μεῖζον
5334209 νοσουντος
τῆς ἑαυτοῦ πατρίδος ἐς τὰ Κελτικὰ ἔθνη ξὺν ἑτέρῳ , νοσοῦντος δὲ θατέρου καὶ λεγομένου τοῦ βασιλέως διαγράφειν πολλὰς τῶν
τὰ ἀρρωστήματα συμβαίνειν ἔφη καὶ Δημοσθένης . οὕτω καὶ κυβερνήτου νοσοῦντος , ὅλον συμπάσχει τὸ σκάφος : καὶ χορὸς ἀβάκχευτος
5329622 κλυσματος
νίτρου ἀφρὸς , ὠὰ ἑπτά : κοτύλαι δὲ ὀκτὼ τοῦ κλύσματος , τουτέων αἱ τρεῖς πτισάνης χυλοῦ : κλυζέτω δὲ
καὶ ἐποχὴ καὶ προθυμία τεινεσμώδης καὶ οὐκ εὐμαρὴς ἡ τοῦ κλύσματος παράθεσις , κἂν ἐνθῇ τις τὸν δάκτυλον εἰς τὴν
5309274 ἑλκυσαι
ἀγόμενον ὑπὸ τεττάρων τῷ ὀπισθίῳ σκέλει δραξάμενον ἡμιόνου βιάσασθαι καὶ ἑλκύσαι πρὸς ἑαυτόν . κερκοπιθήκους δὲ μείζους τῶν μεγίστων κυνῶν
τεττάρων , τῷ ὀπισθίῳ σκέλει δραξάμενον ἡμιόνου , βιάσασθαι καὶ ἑλκύσαι πρὸς ἑαυτόν . Κερκοπιθήκους δὲ μείζους τῶν μεγίστων κυνῶν
5309168 δημιου
ἐν τῷ αὐτῷ γράφει : φιλοσκώπτης τις μέλλων ὑπὸ τοῦ δημίου σφάττεσθαι ἔτι ἕν τι ἔφη θέλειν ὥσπερ τὸ κύκνειον
ἐπὶ τοῖς μεγίστοις τῶν ἀδικημάτων ἑαλωκότας ῥίπτουσιν αὐτοῖς , καὶ δημίου δέονται ἥκιστα . Δέλεαρ δὲ καθιᾶσιν οἱ σοφοὶ τὰ
5304834 παραπλου
τῆς τε ἀντιπέρας Ἠπείρου καὶ τοῦ εἰς Πελοπόννησον ἀπὸ Σικελίας παράπλου . ἀκούσαντες δὲ ταῦτα οἱ Ἀθηναῖοι ἐνόμισαν ἰσχυρῶς ἐπιμελητέον
αὕτη δὲ ἀπέχει Σούσων σταδίους ἐς πεντακοσίους . μῆκος τοῦ παράπλου τῆς Σουσίων γῆς ἔστε ἐπὶ τὸ στόμα τοῦ Πασιτίγριδος
5293752 σιναρου
κατατείναντα προσδῆσαι , ὅκου ἂν ἁρμόσῃ , ἐκ δὲ τοῦ σιναροῦ ἐς κεράμιον ὕδωρ ἐγχέαντα ἐκκρεμάσαι ἢ ἐς σφυρίδα λίθους
ἐν τῇ ὁδοιπορίῃ οὐ δύναται τὸ σῶμα ὀχέεσθαι ἐπὶ τοῦ σιναροῦ σκέλεος , εἰ μὴ προσκατερεί - δεται τὸ σιναρὸν
5291831 προςθεις
Ταῦτα συμβουλεύσας ἐκράτησε , πάντων τῶν αὑτοῦ τὰ τοῦ δήμου προςθείς . Οὗ δὴ καὶ τοῦτο γενναιότατον τῶν ἔργων :
Ταῦτα συμβουλεύσας ἐκράτησε , πάντων τῶν αὑτοῦ τὰ τοῦ δήμου προςθείς . Οὗ δὴ καὶ τοῦτο γενναιότατον τῶν ἔργων :
5286707 ξυναλλασσοντος
. ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος . ξυναλλάσσοντος ] ἑνοῦντος . ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος καὶ τοῦ ἑνοῦντος . ξυναλλάσσοντος ]
] ἀποδέχομαι . δεινὸς ] δεξιός . . φεῦ τοῦ ξυναλλάσσοντος ] τοῦ συνάγοντος . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν τὰς συναλλαγὰς
5280848 περιχανων
χαλκοῦ εὐσύνοπτός οἱ οὐκ ἔστι , καὶ διὰ ταῦτά τοι περιχανὼν καὶ λάβρως σπῶν τοῦ προειρημένου σιτίου καταπίνει τὸν δόλον
γένος , συμπαίζουσαν τῷ βασιλεῖ , νομίσας πολεμίαν , ἐσπάσατο περιχανὼν τὸν δεξιὸν τὸν ὦμον καὶ ταύτης σάρκας καὶ ὀστᾶ
5274210 λοιπου
νῦν γένοιτο , φησί , τὸ σωθῆναι : τοῦ δὲ λοιποῦ αὐτῇ μελήσει . Νῦν ἄμμες , πρόσθ ' ἄλλοι
τῶν αὐτοῦ πραγμάτων ὅλως ἀπογνοὺς καὶ μηδεμίαν ἔχων ἐλπίδα τοῦ λοιποῦ τῆς ἀρχῆς ἔγνω θανατῶν δράσας τι τοὺς ἐχθροὺς κακῶς
5272587 προσταττοντος
κελεύσαντος αὐτὸν σὺν βίᾳ , βασάνους δὲ ἐπιφέρειν τῇ Τιμύχᾳ προστάττοντος : ἐνόμιζε γὰρ , ἅτε γυναῖκά τε οὖσαν καὶ
σὺν βίᾳ , βασάνους δὲ ἐπι - φέρειν τῇ Τιμύχᾳ προστάττοντος , ἡ γενναία συμβρύξασα ἐπὶ τῆς γλώσσης τοὺς ὀδόντας
5270813 σωρευσας
δὲ τὰ ἐκτεθλιμμένα τῶν σικύων εἰς παρακειμένην λεκάνην βάλε : σωρεύσας δ ' ἐπὶ τοῦ κοσκίνου τὰ κατατετμημένα ὕδατί τε
. μετὰ δὲ ταῦτα οὗτος μὲν πολλοὺς τῶν πολεμίων νεκροὺς σωρεύσας αὐτὸς ἡμιθανὴς ἐκ τῆς νεὼς ὑπὸ τῶν ἰδίων ἀπηνέχθη
5261506 ξιφους
καὶ οὐ φρόνιμον . ὁ δὲ ὀργισθεὶς ἀνεῖλεν αὐτὴν μετὰ ξίφους . ἧς ἐκπνεούσης . μετὰ θάνατον Πενθεσιλείας ἠράσθη αὐτῆς
, ἐθεράπευσέ τινα τρωθέντα τὴν δεξιὰν χεῖρα , χωρήσαντος τοῦ ξίφους μεταξὺ τῶν δύο ὀστῶν τοῦ τε πήχεως καὶ τῆς
5258871 Ἡγησιλεω
ἐν τῆι πέμπτηι καὶ εἰκοστῆι , Κηφισοδώρου μὲν ἱππαρχοῦντος , Ἡγησίλεω δὲ στρατηγοῦντος . ἐν ταύτηι τῆι μάχηι καὶ Ἐπαμεινώνδας
. Στρατηγὸς δὲ καὶ ναύαρχος ἦν Λευτυχίδης ὁ Μενάρεος τοῦ Ἡγησίλεω τοῦ Ἱπποκρατίδεω τοῦ Λευτυχίδεω τοῦ Ἀναξίλεω τοῦ Ἀρχιδήμου τοῦ
5248185 ἐπιμηκεϲ
. ἔϲτι δὲ τῇ χρόᾳ τεφρώδηϲ | , ϲτόμα ἔχει ἐπίμηκεϲ , λεπτῇ καὶ κολοβῇ οὐρᾷ κέχρηται : ὀδόνταϲ δὲ
τὴν κατάταϲιν οὕτωϲ εἰργάϲατο : Δεῖ , φηϲίν , ξύλον ἐπίμηκεϲ οἷον ϲτειλειὸν ἐκ τῶν ἄκρων ϲχοίνῳ δήϲαντα κρεμάϲαι πλάγιον
5247500 εἰσελθοντος
: ἕνα βούλεσθαι ἀριθμὸν εὑρεῖν , ᾧ ἕως τοῦ τελευταίου εἰσελθόντος ἐξ ἴσου πάντες ἕξουσιν ἤτοι μῆλα ἢ στεφάνους .
δὲ θᾶττον ἐπληρώθη τὸ θέατρον ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν . εἰσελθόντος δὲ μόνου Χαιρέου πᾶσαι καὶ πάντες ἐπεβόησαν ” Καλλιρόην
5239042 Μελανωπου
πατέρα , καὶ Δῖον τὸν Ἡσιόδου γενέσθαι Ἀπελλίδος , τοῦ Μελανωποῦ , τοῦ Ἐπιφραδέος , τοῦ Χαριφήμου , τοῦ Φιλοτερπέος
πατέρα , καὶ Δῖον τὸν Ἡσιόδου γενέσθαι Ἀπελλίδος , τοῦ Μελανωποῦ , τοῦ Ἐπιφραδέος , τοῦ Χαριφήμου , τοῦ Φιλοτερπέος
5231414 τολμηματος
ὄντι . ταῦτα ἐνθυμούμενος ἐς Κελτοὺς ἠπείγετο . τοῦ δὲ τολμήματος ἂν αὐτῷ λαμπροτάτου γενομένου ὁ στρατὸς ὤκνει δι '
δωρεᾶς : κείμενον γὰρ καὶ ὥσπερ νεκρὸν ἀπὸ τοῦ ἡμετέρου τολμήματος τὸν τύραννον ἔτρωσε καὶ πρὸς τὴν σφαγὴν ἕτοιμον γενόμενον
5231280 φεροντος
καὶ ἡμέρας τοῦ ἀπὸ ἡλίου ἐπὶ σελήνην καὶ τὰ ἴσα φέροντος ἀπὸ τοῦ ὡροσκόπου κατὰ τὰ ἑπόμενα τῶν ζῳδίων ,
ἐλέγξας ἀκριβῶς ἀποφαίνεται τούτους αὐτόχθονας εἶναι . Πολλὰς δὲ αὐτοῦ φέροντος ἀποδείξεις τῆς τούτων ἀρχαιότητος , οὐκ ἀναγκαῖον ἡγούμεθα περὶ
5225844 κωλυοντος
ὑψηλοὺς γίνεσθαι . εἰσαγαγόντος τινὸς αὐτὸν εἰς οἶκον πολυτελῆ καὶ κωλύοντος πτύσαι , ἐπειδὴ ἐχρέμψατο , εἰς τὴν ὄψιν αὐτοῦ
. ἦν γὰρ ἔφεσις ἁμαρτημάτων καὶ πολλὴ τοῦ ἀδικεῖν μηδενὸς κωλύοντος φορά , ἀλλὰ προσαναρρηγνυμένων ἀδεῶς ἁπάντων εἰς χορηγίας ἀφθόνους
5220886 σκιμποδος
πάσχεις ; τί κάμνεις ; ἀπόλλυμαι δείλαιος . ἐκ τοῦ σκίμποδος δάκνουσί μ ' ἐξέρποντες οἱ Κορίνθιοι , καὶ τὰς
πάντα [ πάντα ταῦτα ] ] τὸ καθίζειν ἐπὶ τοῦ σκίμποδος καὶ στεφανοῦν . τοὺς τελουμένους ] ⌈ τοὺς /
5208897 ἐκπλαγεντος
ἔδειξε τὴν ἀρχὴν , καὶ δὴ καὶ τότε εὐθύς . ἐκπλαγέντος γὰρ τοῦ Εὐρυβιάδου πρὸς τὸ πλῆθος τῶν τριήρων τῶν
, μέλλοντος ἐπιδείξεσθαι σαυτοῦ λόγους , καὶ οὐδ ' ὁπωστιοῦν ἐκπλαγέντος , νῦν οἰηθείην σε θορυβήσεσθαι ἕνεκα ἡμῶν ὀλίγων ἀνθρώπων
5204460 ὠτιου
τῷ στόματι τοῦ υἱοῦ αὐτῆς ἐπιθείσης τοῖς ὀδοῦσιν αὐτοῦ τοῦ ὠτίου αὐτῆς γενναίως δραξάμενος ἀπέκοψεν αὐτό . τῆς δὲ βοησάσης
εἰς μέσον τὴν μὲν ἐκ ῥινός τινος τὴν δὲ ἐξ ὠτίου τὴν δὲ ἐκ κεφαλῆς ἀνῃρεῖτο , καὶ πάλιν ἀνελόμενος
5201093 ἀδικουντος
προβολαὶ αὐτοῦ ἔστωσαν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τῇ ἐν Διονύσου ὡς ἀδικοῦντος , καθὰ περὶ τῶν ἄλλων τῶν ἀδικούντων γέγραπται .
. ὁ γὰρ νομοθέτης ἐν τοῖς ἀδικήμασιν οὐκέτι τὴν τοῦ ἀδικοῦντος ἀναλογίαν καὶ τοῦ ἀδικουμένου ἣν ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους ἐξετάζων
5200543 Κλεοδαιου
ἐς δὲ Σικυῶνα ἦλθεν ὁ Φάνης , ὅτε Ἀριστόμαχος ὁ Κλεοδαίου τῆς γενομένης μαντείας ἁμαρτὼν δι ' αὐτὸ καὶ καθόδου
Πρυτάνιος τοῦ Εὐρυφῶντος τοῦ Προκλέος τοῦ Ἀριστοδήμου τοῦ Ἀριστομάχου τοῦ Κλεοδαίου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέος , ἐὼν τῆς ἑτέρης οἰκίης
5196320 προειρημενου
ἐκπνοὴν ἔχει καὶ ὑφ ' οὗ περιφέρεται εἶναι 〚 τοῦ προειρημένου μεγέθους . 〛 ἴσον 〚 δὲ 〛 τῇ γῇ
ἱπποφορβοὶ εὖ καὶ καλῶς , καὶ ἐάν ποτε δεηθῶσι τοῦ προειρημένου σαρκίου εἰς ἐπιβουλήν τινος , ὡς ἐξάψαι οἱ ἔρωτα
5191810 ἀποδειρας
ἀνακαύσας οὔτε καταρξάμενος οὔτ ' ἐπισπείσας . Ἀποπνίξας δὲ καὶ ἀποδείρας τρέπεται πρὸς ἕψησιν . Τῆς δὲ γῆς τῆς Σκυθικῆς
τι , φόβον ὁμοῦ καὶ κατάπληξιν : εἰ γὰρ ὑαίνης ἀποδείρας δέρας ὑποδήματα δὲ αὐτοῦ τοῖς ποσὶ τεκτήναις , οὔποτ
5190888 προβαλλομενου
ὁμώνυμον ἑαυτῷ : λύσιν γὰρ φέρει τοῦτο τῆς προβολῆς : προβαλλομένου γὰρ τοῦ κατηγόρου καὶ λέγοντος ὅτι ἐπανέτεινας τὴν χεῖρα
δρομεῦσι καὶ ἀθληταῖς λέγειν ἁρμόσει ἑκάστου τὴν ἐκ τῆς ἰδίας προβαλλομένου τέχνης πληγήν : μὴ γὰρ οἷόν τε εἶναι ταύτης
5188276 πυκτου
: καὶ ἐγὼ τὸ μὲν πρῶτον , ὡσπερεὶ ὑπὸ ἀγαθοῦ πύκτου πληγείς , ἐσκοτώθην τε καὶ ἰλιγγίασα εἰπόντος αὐτοῦ ταῦτα
καὶ πὺξ παίειν . εἴποις δ ' ἂν ἐπὶ τοῦ πύκτου χεῖρες ὡπλισμέναι , χεῖρες ὁπλίτιδες : καὶ τὰ ὅπλα
5186911 παιδιου
εἶδος συκῆς μέλανα καρπὸν ποιούσης . ἐξεθρεψάμην : ὡς ἐπὶ παιδίου εἶπεν Γ ἢ ἀνθρώπου τὸ Γ “ ἐξεθρεψάμην ”
καταμήνια , καὶ τὰς μήτρας μᾶλλον στομοῦσθαι , οἷα τοῦ παιδίου χωρήσαντος διὰ σφέων καὶ βίην καὶ πόνον παρασχόντος :
5175727 κλασαντες
λοξὴ κατὰ μαστοὺς ἐπ ' ὀμφαλὸν , ἀπ ' ὀμφαλοῦ κλάσαντες ἄγομεν ἐπὶ μαστὸν ἀντικείμενον λοξὴν ἐπ ' ἀκρώμιον ὡς
μεσοφρύου , βρέγματος , κορυφῆς ἐπὶ ἰνίον , ἀπὸ ἰνίου κλάσαντες ἐπὶ λοβὸν ὠτὸς ἀντικείμενον : ἐπὶ ἰνίον διακρατοῦντες τὸ
5174172 θεραποντος
χρηστὸν , πένητα δὲ ἄλλως : ὃς μετά τινος αὐτῷ θεράποντος ἐλθὼν εἰς Ἀπόλλω ἐρωτᾷ περὶ τοῦ ἰδίου παιδὸς ,
Καὶ πρόκατε δὴ κατ ' ὁδὸν πυνθάνομαι τὸν πάντα λόγον θεράποντος ὃς ἐμὲ προπέμπων ἔξω πόλιος ἐνεχείρισε τὸ βρέφος ,
5173648 ἱππεως
θρίαμβον , συνδέτην ἔχων ἁλύσει μακρᾷ Βαστάρνην πεντάπηχυν πεζὸς ὑπὸ ἱππέως ἕλκεται . τῶν δ ' ἄλλων Ῥωμαίων οἳ μὲν
, προσέβαλον αὐτοῖς πανταχόθεν . ὑπὲρ ὧν ἐπιγνοὺς ὁ Πύρρος ἱππέως τινὸς ἀπαγγείλαντος , ὃς ἀρξαμένου πολιορκεῖσθαι τοῦ χάρακος διεξελάσας
5173466 πεζου
ἤδη σφίσι παντὸς τοῦ στρατεύματος καὶ τοῦ ναυτικοῦ καὶ τοῦ πεζοῦ , ἀπὸ τῶν Ἐπιπολῶν καὶ τοῦ κρημνώδους ἀρξάμενοι ἀπετείχιζον
δὲ στρατεύειν ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . αὐτὸς μὲν οὖν τοῦ πεζοῦ στρατεύματος ἀφηγούμενος προῆγε διὰ τῆς Κοίλης Συρίας , ἔχων
5162710 Μηνυκιου
ὂν ἐν ἔθει Ῥωμαίοις ἰδιώτην ἐκκλησίαν συνάγειν πολλὰ μὲν τοῦ Μηνυκίου κατηγόρει πρὸς τὸν δῆμον , ὡς ὄνομα φέροντος ἀρχῆς
σε καὶ τηλικοῦτον ἄνδρα παιδευσαμένῃ πατρίδι . Τοιαῦτα διεξελθόντος τοῦ Μηνυκίου μικρὸν ἐπισχὼν ὁ Μάρκιος εἶπε : Σοὶ μέν ,
5153565 κτειναντος
ὅτι πολὺ διαφέρει : ἃ γὰρ ἂν ἐπισυνέβη σωφρονοῦντός σου κτείναντος , ταῦτα οὐ γέγονε νῦν μαινομένου ἀποκτείναντος : οἷον
μηδὲν ἀπὸ τῆς τέχνης ἀντιπράξαντι τετυραννοκτονηκέναι δοκεῖν , καὶ μὴ κτείναντος πᾶν τὸ δοθὲν ἑτοίμως ὡς ἐπὶ σωτηρίᾳ μου λαβόντος
5152437 μνηματος
Πελοπόννησον ἐπὶ Ὀρέστου βασιλεύοντος . οὐ πόρρω δὲ τοῦ Ὕλλου μνήματος Ἴσιδος ναὸς καὶ παρ ' αὐτὸν Ἀπόλλωνός ἐστι καὶ
τε Οἰνομάου γῆς χῶμα περιῳκοδομημένον λίθοις ἐστὶ καὶ ὑπὲρ τοῦ μνήματος ἐρείπια οἰκοδομημάτων , ἔνθα τῷ Οἰνομάῳ τὰς ἵππους αὐλίζεσθαι
5150441 προστυχοντος
τε γὰρ φύσει ποιητικὴ ἡ σύμπασα αἰνιγματώδης καὶ οὐ τοῦ προστυχόντος ἀνδρὸς γνωρίσαι : ἔτι τε πρὸς τῷ φύσει τοιαύτη
εὐχῆς ἄξιον : οὐ γὰρ ἂν εἰκῇ οὐδὲ ἐκ τοῦ προστυχόντος κατηξιώθη ᾠδῆς , καὶ ἔμεινεν ᾀδόμενον . Εἰ δὲ
5141122 μενου
, Πάμφυλοι : κατεστραμμένων δὴ τούτων [ καὶ προσεπικτω - μένου Κροίσου Λυδοῖσι ] , ἀπικνέονται ἐς Σάρδις ἀκμαζούσας πλούτῳ
περιπατεῖν . ἄλλο . κενταυρίου λεπτοῦ γεγηρακότος , κοπτο - μένου ἐν ὅλμῳ δίδου κοχλιαρίου τὸ πλῆθος ἀπυρέτοις . ἄλλο
5139215 φαλακρου
ἢ τὴν φυτείαν τῆς ἐλαίας , τοῦ δὲ καταγῆναι τοῦ φαλακροῦ τὸ κρανίον τὸν ἀετὸν ῥίψαντα τὴν χελώνην , ὅπως
αὐτῷ ὑποκειμένῳ συμβεβηκότα ἀλλήλων κατηγορῆται , οἷον τοῦ Σωκράτους ὄντος φαλακροῦ καὶ φιλοσόφου λέγωμεν ὅτι ὁ φαλακρὸς φιλόσοφός ἐστιν .
5138262 βροχῳ
' ὥσπερ † ἀναστρέψαι τε τὴν ποδοστράβην καὶ ἐνσχεθῆναι στερεῷ βρόχῳ κατὰ τέχνην ἐπ ' αὐτὸ τοῦτο πεποιημένῳ . ἐντίθεται
σφαγῆς ἐστιν : καὶ μεῖζον τοῦ βρόχῳ ἀποθανεῖν τινα . βρόχῳ δὲ οὐρανίῳ ἀντὶ τοῦ μετεώρῳ : οὐκ εὖ :
5132725 κινδυνευμα
εὐτολμοτάτοις φανήσεσθαι ἔμελλε . Τοῖς δὲ σωφρονεστάτοις οὐκ ἀσφαλὲς τὸ κινδύνευμα εἶναι ἐφαίνετο , ἀνδράσιν ἀγαθοῖς τὰ πολέμιά τε καὶ
πλῆθος εἰς τὸν Δᾶμιν ἀπέβλεπε , συνεὶς δὲ ἐγὼ τὸ κινδύνευμα τὴν νύκτα ἐκέλευσα περιχυθεῖσαν διαλῦσαι τὴν συνουσίαν . ἀπῆλθον
5127734 δεομενου
σε ἐρωτᾷ Σωκράτης . Ἀλλ ' ἀποκρινοῦμαι , σοῦ γε δεομένου . ἀλλ ' ἐρώτα ὅτι βούλει . Καὶ μὴν
λοβὸν ὠτὸς τοῦ πλησίον , ἔπειτα κατὰ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ δεομένου σκέπης : ἀπὸ δὲ τούτου ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ
5126568 λαβουσαν
τοῦ ὄντος ἵστασθαι οὐκ ἐᾷ τὰ πράγματα , οὐδὲ τέλος λαβοῦσαν τὴν φορὰν τοῦ φέρεσθαι στῆναί τε καὶ παύσασθαι ,
κατὰ τὰς τριόδους πεφηνυίας . διὸ προστάσσει ὡς τάχος χάλκωμα λαβοῦσαν ἠχεῖν , ὅτι οὐκ ἔλαθεν αὐτὴν φανεῖσα . ἱδρύοντο
5118554 ἀποληφθεν
, οὐ μόνον τὰ γ ἅμα , ἀλλὰ καὶ ἕκαστον ἀποληφθὲν τῶν λοιπῶν , ὧν τὸ μέν ἐστιν εὐθείας τεμνούσης
δ ' ἄφνω τὴν γέφυραν καταβαλόντος , ἀνδρῶν τε πλῆθος ἀποληφθὲν ἐν τῇ περαίᾳ διέφθειραν οἱ περὶ τὸν Πετρήιον ,
5118176 ἁλιεως
καὶ κάτωθεν παραληγομένας Ἀττικοὶ μετὰ τοῦ ω συναιροῦσιν , οἷον ἁλιέως καθαρὸν ἀμφοτέρωθεν ἁλιῶς , Ἐρετριέως Ἐρετριῶς : οἱ δὲ
ἀτρακτυλίδος χλωρά , ἐπὶ δὲ τῶν ἀναίμων κόλπων ἡ τοῦ ἁλιέως ἡ διὰ τοῦ ὄξους σκευαζομένη , καὶ ἡ Ἀθηνᾶ
5115648 κεραμου
. ὁ Ζεὺς δ ' ὕων οἴνῳ καπνίᾳ κατὰ τοῦ κεράμου βαλανεύσει , ἀπὸ τῶν δὲ τεγῶν ὀχετοὶ βοτρύων μετὰ
. ὁ Ζεὺς δ ' ὕων οἴνῳ καπνίᾳ κατὰ τοῦ κεράμου βαλανεύσει , ἀπὸ τῶν δὲ τεγῶν ὀχετοὶ βοτρύων μετὰ
5113218 σφαξαι
οὐ ξυναρπάσας στρατόν , σὲ κἄμ ' ἀποκτείναντας Ἀργείους κόρην σφάξαι κελεύσει ; κἂν πρὸς Ἄργος ἐκφύγω , ἐλθόντες αὐτοῖς
. θῦσε δὲ ἐθυμίασεν : οὐδέποτε γὰρ θῦσαι ἐπὶ τοῦ σφάξαι ἱερεῖόν φησι . . Ι . . . .
5103492 ῥακους
λαβόντας αὐτὸν ζῶντα περιάψαι περὶ τὸν τράχηλον , ἔσωθεν πυρροῦ ῥάκους ἀσφαλισαμένους . λέγουσι δ ' αὐτὸ τοῦτο ποιεῖν περιαπτόμενον
ὄξει κατάσβεσον καὶ ἐπιχέας πλεῖον ὄξος δεῦσον καὶ διήθησον διὰ ῥάκους , καὶ μίξας ὕδατι ὀλίγῳ δὸς πιεῖν ὅσον κοχλιάρια
5101090 ὑπατου
ὁ θεὸς τῷ τροφεῖ μου ἐν τῷ Σαλβίου τοῦ νῦν ὑπάτου σχήματιὅστις δὲ ὁ Σάλβιος οὔπω τότε γε ᾔδειμεν :
καὶ πλεονεκτοῦσι τῶν μὲν ἑτέρωθι λυθέντων ἐκ δουλείας τῇ τοῦ ὑπάτου σεμνότητι , τῶν δ ' αὖ παρ ' ὑπάτοις
5098433 Ξανθου
μέλονται : πρὸς δ ' ἅλα κεκλιμένοι Λύκιοι χθόνα ναιετάουσι Ξάνθου ἐπὶ προχοῇσιν , ἐϋρρείτου ποταμοῖο : ἔνθα βαθυκρήμνοιο φαείνεται
ἀνδρὸς νεωνήτου θυμόν , ἱπποπόρνη . “ ἡ γυνὴ τοῦ Ξάνθου εἶπεν ” πόθεν μοι τοῦτο τὸ κακόν ; “
5098140 νικηφορου
ἐξενέγκωμεν , φίλαι , στέψω τ ' ἀδελφοῦ κρᾶτα τοῦ νικηφόρου . σὺ μέν νυν ἀγάλματ ' ἄειρε κρατί :
αὐτὸν συγγενῆ Λακεδαιμονίων καὶ Κυρηναίων , οὕτω δὲ καὶ τοῦ νικηφόρου . Αἰγεῖδαι ἐμοὶ πατέρες : θέλει δεῖξαι τὸν Ἀρκεσίλαον
5094859 Ἀσσυριου
Ξάνθος δὲ ὁ Λυδὸς δέκα καὶ δέκα ἐκ Φιλόττου τοῦ Ἀσσυρίου . . . . : ὠικείωτο γὰρ ἐκ παλαιοῦ
Λυδὸς [ . ] δέκα καὶ δέκα ἐκ Φιλόττου τοῦ Ἀσσυρίου , ὃς ᾤκει ἐν Σιπύλῳ , ὃς ἀνῃρέθη ἐν
5092515 οἰκετου
παραδοῦσα καὶ τὴν κεφαλὴν στέψασα τῷ διαδήματι , τῷ δὲ οἰκέτου σχῆμα περιέθηκεν : τὸν δέ τινα καλὸν εἶναι ἐκόσμησεν
οἷον ἐπὶ τῆς κατὰ θέλησιν εἰδήσεως , ὡς εἴ τινος οἰκέτου πεπραχότος τι ἄτοπον ἐξετάζομεν , εἰ μετὰ γνώμης τοῦ
5091148 γραφικου
τοῖϲ ὀϲτράκοιϲ κεκαυμένουϲ χάρτου κεκαυμένου δαφνίδων βολβῶν λιβάνου εὐφορβίου μέλανοϲ γραφικοῦ κροκομάγματοϲ κηκίδων ῥαφάνου φύλλων ὠοῦ τὸ πυρρὸν μαλάχηϲ χυλῷ
. . . . . δραχ . αʹ ʹʹ μέλανος γραφικοῦ . . δραχ . δʹ σμύρνης τρωγλίτιδος . δραχ
5089723 δεδωκοτος
ἰχθυόρρουν ποταμὸν Ὑπερίδην περάσον , ὃς μισθωτὸς ἄρδει πεδία τοῦ δεδωκότος . ἦν δὲ πρὸς τῷ ὀψοφάγῳ καὶ κυβευτής .
ὁ Δημοσθένης προτρέπει φανερῶς ἐπὶ τὸν πόλεμον ὡς τοῦ Φιλίππου δεδωκότος τὸ σύνθημα . ἔοικε δὲ προτροπῇ τινι ἐπὶ στρατοπέδου
5086985 γραμματος
ἐκείνῳ δῆλον ὅτι τὸ μηδαμῇ γιγνώσκειν αὑτὸν λεγόμενον ὑπὸ τοῦ γράμματος ἂν εἴη . Τί μήν ; Ὦ Πρώταρχε ,
προσηγορίας , ἢ κενὸν ἔργον ἢ κατὰ στέρησιν τοῦ πρώτου γράμματος λεγόμενος θάνατος ἀντὶ τοῦ ἀθάνατος . ὁ γὰρ θάνατος
5085589 ἀφεντος
τινὸς τῇ θυγατρὶ τοῦ βασιλέως μοῖραν οὐ μικρὰν τῶν πατρῴων ἀφέντος . οἵ γε μὴν εἰς αὐτὸν ὑβρικότες , ἦσαν
τοὔνομα τοῦ τὸ ἀκόντιον [ καιρίως ] ἐπ ' αὐτὸν ἀφέντος , [ τῶν ] [ συνεστρατευκότων ] αὐτῶι σχεδὸν
5077259 κτισματος
προὔτειναν : ὁ δ ' υἱὸς αὐτοῦ μέρος τι τοῦ κτίσματος ἀναλαβὼν Φοιβίαν ἐκάλεσεν . ἐπὶ Πύρρου δ ' ἡ
, πέμψας ἀποικίαν ὁ Σεβαστὸς Καῖσαρ πολὺ μέρος τοῦ παλαιοῦ κτίσματος ἀνέλαβε . πεντάπολις γὰρ ἦν τὸ παλαιὸν ὀγδοήκοντα καὶ
5076976 ἀντιλεγοντος
φυγαῖς ἐζημιῶσθαι , τοὺς δὲ τῶν τυράννων φίλους θανάτῳ . ἀντιλέγοντος δὲ καὶ πρὸς τὴν ἐπιείκειαν τῆς κολάσεως τοῦ ἀνδρὸς
ἰσημερίαν ἀράντων τῶν χρηστῶν ναυτῶν ἐκ Πατρῶν ἄκοντος ἐμοῦ καὶ ἀντιλέγοντος ἐξ ἀρχῆς οὐδ ' ἂν λέγων εἴποις , ἐν
5074744 Ἀριστομαχου
τούτου κατίασιν ἐς Πελοπόννησον Ἡρακλεῖδαι , Τήμενος μὲν καὶ Κρεσφόντης Ἀριστομάχου , τοῦ τρίτου δὲ Ἀριστοδήμου προτεθνεῶτος εἵποντο οἱ παῖδες
. ἀκούω γοῦν Εὐρυσθένην καὶ Προκλέα [ κατὰ ] τοὺς Ἀριστομάχου τοῦ Κλεάνδου τοῦ Ὕλλου τοῦ Ἡρακλέους παῖδας βουλομένους ἄγεσθαι
5066506 εἰδοτος
διώκων , ὅτι νομίζει ἀγαθὰ εἶναι , βελτίων ἐστὶ τοῦ εἰδότος ὅτι φαῦλα καὶ διώκοντος : ὁ μὲν γὰρ ἠπατημένος
μὲν γὰρ μετ ' ἐπιστήμης ἐστί , τί τέ ἐστιν εἰδότος τοῦ πολιτικοῦ ἑκάστη τῶν ἀρετῶν καὶ ποίου μορίου τῆς
5065182 συγγεγραμμενον
. ἐθάρρησε πρῶτος ὧν ἴσμεν Ἑλλήνων λόγον ἐξενεγκεῖν περὶ φύσεως συγγεγραμμένον . . Διόδωρος δ ' ὁ Ἐφέσιος περὶ Ἀναξιμάνδρου
κατὰ νόμον ἔγγραφον , ὑπὸ πολλῶν καὶ δεδοξασμένων ἰατρῶν ἀρχαίων συγγεγραμμένον . κἂν τοῖς ἐκ τῆς ἱερᾶς βίβλου νόμοις ἀναγινωσκομένοις
5059001 ἐξελκειν
τὸ ἦτρον ἐμφανὴς γένηται , κἀκεῖνον διελεῖν τρυφερὸν ὂν καὶ ἐξέλκειν τὰ ἔντερα καὶ τὰ λοιπὰ σπλάγχνα . Εἰ δὲ
προπέσοιεν , ἀμφοτέρας ἀποκόπτειν εἶτα τὸ κεφάλιον συνθλᾶν καὶ οὕτως ἐξέλκειν . Τῶν δὲ ἐπὶ πόδας φερομένων ἡ μὲν παρέγκλισις
5055497 μαινομενου
πλησίον ὥσπερ ὁ κλέπτης , ἀλλὰ τέλος ἔχει τὴν τοῦ μαινομένου σωτηρίαν . πᾶσα δὲ πρᾶξις ἀπὸ τοῦ τέλους τὸ
δόξω εἶναι , ἐπειδὴ τὸ τὴν ἀλήθειαν λέγειν οὐκ ἔστι μαινομένου . τοσοῦτον οὖν , φησὶν , ἔξω γενήσομαι μανίας

Back