Θουκυδίδου καὶ τὴν ἐπακτρίδα ἥτις ἐστὶ πάλιν εἶδος πλοίου μᾶλλον λῃστρικοῦ . . . . ἐπαρεῖ ] ἐρεθίσει , προτρέψεται
ἐν τῇ τρίτῃ τῶν Ἱστοριῶν . ἔστι δὲ εἶδος πλοίου λῃστρικοῦ , ἥτις καὶ Λίβυρνος καλεῖται . . . .
6141586 πεισθεντος
δ ' αὐτῷ συνεργοὺς παρέξεσθαι τοὺς δορυφόρους τοῦ βασιλέως . πεισθέντος δὲ τοῦ Ἀρταξέρξου καὶ παραχρῆμα μετὰ τῶν δορυφόρων ἀνελόντος
ὢν ἐν Κύπρῳ διέτριβε παρ ' Εὐαγόρᾳ τῷ βασιλεῖ . πεισθέντος δὲ τοῦ βασιλέως , Φαρνάβαζος λαβὼν ἀργυρίου τάλαντα πεντακόσια
6074472 γλουτου
Ὑδροχόου ζ βο γ Ϛʹ εʹ ὁ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ γλουτοῦ . . . . . . . . .
η ∠ ʹ εʹ ὁ ἔτι τούτου βορειότερος ἐπὶ τοῦ γλουτοῦ . . . . . . . . .
5728454 Κιλλικωντος
ἀγανακτήσαντα δὴ ἐπὶ τῆι προδοσίαι τῆς πατρίδος , ἐπιστάντος τοῦ Κιλλικῶντος ὠνήσασθαι παρ ' αὐτοῦ κρέας , δοῦναι κρατεῖν αὐτῶι
τὸ κρέας , ἐπανατεινάμενον τὴν κοπίδα κόψαι τὴν χεῖρα τοῦ Κιλλικῶντος , καὶ εἰπεῖν ὡς ταύτῃ τῇ χειρὶ ἑτέραν οὐ
5708551 ἐμειουτο
ἐγίνετο ἡ τῶν δώρων δόσις , πολυπλασιαζομένων δὲ τούτων ταῦτα ἐμειοῦτο εἰς πολλὰ καταμεριζόμενα καὶ τέλος ἡ φυλλοβολία κατελείφθη .
: νύκτα κατενόει : κατεκοιμήθη . Ὀγδόῃ ἐπύρεσσεν : σπλὴν ἐμειοῦτο : κατενόει πάντα : ἤλγησε τὸ πρῶτον κατὰ βουβῶνα
5698826 Νικοπολιν
πάντα καθαρεύειν τῆς νόσου . καταλαβὼν δὲ τά τε περὶ Νικόπολιν καὶ Βυδήνην χωρία ὑγιεινά τε ὄντα καὶ κράσεως εὐκαίρου
τὰς πόλεις εἰς μίαν συνῴκισε τὴν ὑπ ' αὐτοῦ κληθεῖσαν Νικόπολιν ἐν τῷ κόλπῳ τούτῳ , ἐκάλεσε δ ' ἐπώνυμον
5603505 ὑπερκειμενην
ὑπερφυεῖς δέκα ἢ δώδεκα , ὕψος ὀργυιᾶς ἔχοντας : κεφαλὴν ὑπερκειμένην ὥσπερ ἐλαίαν , δασυτέραν δ ' ὡς πλατάνου σφαιρία
ἀρκτέον . τὰ μὲν δὴ πρῶτα μέρη τὰ περὶ Σούνιον ὑπερκειμένην ἔχει τὴν Ἀττικὴν σὺν τῇ Μεγαρικῇ μέχρι τοῦ Κρισαίου
5508557 ῥαμματος
ἐλασματίου τὸ πέρας κατ ' ἐλάτησιν λελεπτοποιημένον εἰς τὴν τοῦ ῥάμματος . . . . . . . . .
ἁμματίῳ , ἐπ ' αὐτοῖς ἁμματιζομένων ἢ ταινιδίων ἢ ναυτικοῦ ῥάμματος . ἐπὶ δὲ τῶν μετὰ τραύματος καταγμάτων , ἀντὶ
5506521 Ἀκεσινου
ὃς αὐτῷ σατράπης τῆς χώρης ταύτης ἦν , ἐπὶ τοῦ Ἀκεσίνου ποταμοῦ τὰς ὄχθας πέμπει , ἅμα στρατιῇ πολλῇ καὶ
ἄλλων ποταμῶν πλὴν Νείλου , πρὸς δὲ ταῖς ὄχθαις τοῦ Ἀκεσίνου κυάμους πεφυκότας ὁποίους ἡ γῆ ἐκφέρει ἡ Αἰγυπτία ,
5500771 ἀριστερην
τοῦ πλευροῦ ἐς τὸν ὦμον καὶ ἐς τὴν χεῖρα τὴν ἀριστερήν : ἡ δὲ ἡπατῖτις ἐς τὰ δεξιὰ ὡσαύτως :
δεξιῇ εἰς τὴν δεξιήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ εἰς τὴν ἀριστερήν . δεῖ δὲ εἰς τὸ κοῖλον τῆς μασχάλης ἐνθεῖναι
5492842 πεζου
ἤδη σφίσι παντὸς τοῦ στρατεύματος καὶ τοῦ ναυτικοῦ καὶ τοῦ πεζοῦ , ἀπὸ τῶν Ἐπιπολῶν καὶ τοῦ κρημνώδους ἀρξάμενοι ἀπετείχιζον
δὲ στρατεύειν ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . αὐτὸς μὲν οὖν τοῦ πεζοῦ στρατεύματος ἀφηγούμενος προῆγε διὰ τῆς Κοίλης Συρίας , ἔχων
5463008 πτερυγοτομῳ
αἰγίλωψ ῥέπει καὶ πρὸϲ τὴν ἐπιφάνειαν μηδὲ ὅλωϲ , τηνικαῦτα πτερυγοτόμῳ ἢ φλεβοτόμῳ τὸ μεταξὺ τοῦ κανθοῦ ϲῶμα πρὸϲ τὸ
. εἰ δέ γε ϲαρκὸϲ ἐπίφυϲιϲ εἴη , καὶ ταύτην πτερυγοτόμῳ ἢ τῷ πολυπικῷ ϲπαθίῳ περιέλωμεν : εἶτα ϲτρεπτὸν ἐκ
5442778 σκελεος
γίνεται , καὶ ἡ ὄχησις πλείστη αὐτέοισιν ἐπὶ τοῦ ὑγιέος σκέλεός ἐστιν . Καὶ ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα καὶ κατὰ
βουσὶ γίνεται καὶ ἡ ὄχησις πλείστη αὐτοῖς ἐπὶ τοῦ ὑγιοῦς σκέλεός ἐστιν [ ην ] . ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα
5383377 τετρωμενου
ἡ κοινὴ δοκιμαζέσθω τραυματικὴ ἀγωγὴ ἡ μικρῷ πρόσθεν εἰρημένη : τετρωμένου δὲ τοῦ μυός , ἔτι δὲ καὶ τεθλασμένου ,
μὴ βρέχειν ἀδύνατόν ἐϲτιν , μελλόντων αὐτῶν λούεϲθαι κατὰ τοῦ τετρωμένου μέρουϲ ἐπιθεὶϲ τῶν ἐμπλάϲτρων τι φαρμάκων ἔξωθεν αὐτοῦ πάλιν
5376319 ἰσθμου
τε πύλῃσιν ἐφήμεναι ἔνθα τε πνεῦμα αἰὲν ἀθροιζόμενον στεινοῦ διαχεύεται ἰσθμοῦ , ἄλλοτε δὲ στομίοισι πέριξ ἐπενήνοθε γαστρός ἀνέρα πημαίνουσα
ἑλέσθαι Μιθριδάτην τὸν Εὐπάτορα , στρατηγιῶντα ἐπὶ τοὺς ὑπὲρ τοῦ ἰσθμοῦ μέχρι Βορυσθένους βαρβάρους : ταῦτα δ ' ἦν ἐπὶ
5373595 πεφονευμενου
ἐποίησεν . τὴν Περσίδα τὴν ἔχουσαν αὐτῶν τὴν ἑστίαν . πεφονευμένου . οὐκ ἀληθῶς . αὐτά : ἀντὶ τοῦ τὰ
. ἐπήδησας . φεῦ . ἕνεκα πεφονευμένου . μετὰ μόχθων πεφονευμένου . τοῦ . φανερὰ . τῶν . λίαν .
5358552 προσλαμβανον
: παρασύνθετον δέ ἐστι τὸ ἀπὸ συνθέτου παραγόμενον μὴ μέντοι προσλαμβάνον ἑτέραν λέξιν , οἷον ὡς ἀπὸ τοῦ Ἀγαμέμνων συνθέτου
ποιφύω , ὁ μέλλων ποιφύσω , καὶ μετάγεται εἰς ἐνεστῶτα προσλαμβάνον καὶ ἕτερον σ . Ξ οὐ γάρ τι μᾶλλον
5356380 φρουρουμενου
ναῦς ἑκατὸν εἴκοσι καταφράκτους , καὶ τοῦ στόματος τοῦ Κώθωνος φρουρουμένου διώρυξαν ἄλλο στόμα , καὶ προῆλθεν αἰφνιδίως ὁ στόλος
τεκνοποιίαν χωρήσουσι : τοὐναντίον δὲ τοῦ μὲν τόπου ὑπὸ ἀγαθοποιῶν φρουρουμένου , τοῦ δὲ οἰκοδεσπότου ὑπὸ κακοποιῶν , ἐλεύθεροι γεννηθέντες
5330569 Σικελικου
καὶ φιλίαν ἔθετο Μαμερτίνοις , τοῖς ἐπὶ τοῦ πορθμοῦ τοῦ Σικελικοῦ κατῳκημένοις , οὐ πρὸ πολλοῦ κἀκείνοις ἐς ἰδίους ξένους
Φάρος , πρὸ τῆς Ἰταλίας δὲ αἱ Διομήδειοι . τοῦ Σικελικοῦ δὲ τὸ ἐπὶ Κρήτην ἀπὸ Παχύνου τετρακισχιλίων καὶ πεντακοσίων
5328511 Ἀμφιλοχικον
' Ἀμφιλοχία δ ' : Ἄργος ἐνταῦθ ' ἔστι τό Ἀμφιλοχικόν . Μετὰ τοῦτ ' Ἀκαρνᾶνες : πόλεις οὗτοι δ
. προσένευσαν : † προσέπαυσαν . ἐς Ἄργος : τὸ Ἀμφιλοχικόν . καὶ αὐτοῖς . . . ἦλθε κῆρυξ .
5320526 στολου
καὶ τούτων ὁ Καῖσαρ ἐπήκοος ὢν ἔπεμπε Σαλουιδιηνὸν ἐπὶ νεῶν στόλου , Πομπήιον ὡς εὐχερὲς ἔργον ἐξελεῖν παραπλέοντα : καὶ
ἱππεῖς τριακοσίους ἐν ναυσὶν ἱππηγοῖς , στρατηγὸν δὲ Χάρητα τοῦ στόλου παντός . Ἀπόχρη μὲν οὖν καὶ ταῦτα ῥηθέντα φανερὰν
5309437 Πυρηνην
κόλπων σφιγγομένου , οἱ δὲ νῦν ὅριον αὐτῆς τίθενται τὴν Πυρήνην , συνωνύμως τε τὴν αὐτὴν Ἰβηρίαν λέγουσι καὶ Ἱσπανίαν
ἑσπέριον ἄκρον τῆς νήσου τὸ κατὰ τὴν Ἀκυιτανίαν καὶ τὴν Πυρήνην ἀντικείμενον . τοῦτο μὲν δὴ τοὐλάχιστον διάστημα ἀπὸ τῆς
5307072 Μακεδονος
Λάρισσαν , καὶ καταλαβὼν τὴν ἀκρόπολιν φρουρουμένην ὑπὸ Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος , ταύτην μὲν παρέλαβεν , εἰς δὲ τὴν Μακεδονίαν
, ὧν τὴν ἐπιγονὴν συνέβη διαμεῖναι μέχρι τῆς Ἀλεξάνδρου τοῦ Μακεδόνος βασιλείας . Τοῦτον δὲ τὸν ἆθλον ἐπιτελέσας μετ '
5302005 Ἱππολοχου
δὲ τοὺς Καράνου τοῦ Μακεδόνος γάμους ἐμφανίζοντος . τῆς δὲ Ἱππολόχου ἐπιστολῆς ἐπιδραμοῦμαί σοι τινὰ διατριβῆς χάριν καὶ ψυχαγωγίας .
Βασιλέας δὲ ἐστήσαντο οἱ μὲν αὐτῶν Λυκίους ἀπὸ Γλαύκου τοῦ Ἱππολόχου γεγονότας , οἱ δὲ Καύκωνας Πυλίους ἀπὸ Κόδρου τοῦ
5274855 Ἀνακτοριον
Σικελίας . ταύτης ὑπομνήσει τῆς εὐεργεσίας Ἀκαρνᾶσι Ῥωμαῖοι Λευκάδα καὶ Ἀνακτόριον ἀφελόμενοι Κορινθίους ἀνὰ χρόνον ἐχαρίσαντο Οἰνιάδας τε ἀποκαταστῆσαι βουλομένοις
, ὅτι οὔτε Σόλλιον σφίσιν ἀπέλαβον παρ ' Ἀθηναίων οὔτε Ἀνακτόριον εἴ τέ τι ἄλλο ἐνόμιζον ἐλασσοῦσθαι , πρόσχημα δὲ
5265501 Κηνσωρινος
μεγίστοις , οὐ καταπνεόμενον ἐκ τῆς θαλάσσης . ὅθεν ὁ Κηνσωρῖνος ἐς τὴν θάλασσαν ἀπὸ τῆς λίμνης μετεστρατοπέδευσεν . καὶ
” οἳ μὲν δὴ τοσαῦτα εἰπόντες ἀπῄεσαν , καὶ ὁ Κηνσωρῖνος πεντήρεσιν εἴκοσι παραπλεύσας ἀνεκώχευε παρὰ τὴν πόλιν : τῶν
5240331 Ἐπιφανους
, μεθηρμόζετο καὶ μετεσχημάτιζεν εἰς οἰκεῖον ἱερόν , ἵνα Διὸς Ἐπιφανοῦς Νέου χρηματίζῃ Γαΐου . τί φῄς ; σὺ μὲν
τρίτον Σελεύκου τοῦ Καλλινίκου , τὸ δὲ τέταρτον Ἀντιόχου τοῦ Ἐπιφανοῦς . Καὶ δὴ καὶ μητρόπολίς ἐστιν αὕτη τῆς Συρίας
5237515 ἀποστολην
ἐκοινοῦντο . . . : οὐ μετέσχον τοῦ στόλου . ἀποστολήν : ἀπόπλευσιν . ἐφ ' ἑαυτῶν : ἤγουν καθ
Δεκελείας πόλεμον πολυτελὲς ἐφαίνετο . πομπήν : τὴν πέμψιν , ἀποστολήν . Θουκυδίδης τετάρτῃ : ξύλων τε ναυπηγησίμων πομπῇ .
5236583 κεραυνουται
Ἰασίων μὲν οὖν ἐρασθεὶς Δήμητρος καὶ θέλων καταισχῦναι τὴν θεὸν κεραυνοῦται , Δάρδανος δὲ ἐπὶ τῷ θανάτῳ τοῦ ἀδελφοῦ λυπούμενος
Διὸς Ἰασίων καὶ Δάρδανος . καὶ Ἰασίων μὲν ἐρασθεὶς Δημήτρας κεραυνοῦται , Δάρδανος δὲ κατακλυσμοῦ γεγονότος ἐκ Σαμοθράκης εἰς τὴν
5222553 Ἀναξανδρου
τῶν ἐκ τῆς ἠπείρου μισθωσάμενοι , ξύμπασιν ὡς τριακοσίοις , Ἀναξάνδρου Θηβαίου κατὰ τὸ ξυγγενὲς ἡγουμένου , προσέβαλον πρῶτον Μηθύμνῃ
Λακεδαιμόνιος ἦν Λεωνίδης ὁ Ἀναξανδρίδεω τοῦ Λέοντος τοῦ Εὐρυκρατίδεω τοῦ Ἀναξάνδρου τοῦ Εὐρυκράτεος τοῦ Πολυδώρου τοῦ Ἀλκαμένεος τοῦ Τηλέκλου τοῦ
5203262 κουφοτατου
ἀποτελευτᾷ κορυφὴν τὸ πυρὸς σχῆμα μιμουμένη . γίνεται γὰρ τοῦ κουφοτάτου καὶ βαρυτάτου τότε , τῶν φύσει ἀντιπάλων , ἀναγκαία
τὰ σκεύη διεμερίζοντο . ὁ δ ' Αἴσωπος ἐδεῖτο τοῦ κουφοτάτου τῶν φορτίων αὐτῷ παραχωρεῖν , ἅτε δὴ νεωνήτῳ καὶ
5196404 ὑπεδησατο
ἡμέρας μὴ ἐξαγάγῃς αὐτὰ εἰς νομήν . Σχολαστικὸς καινὰ ὑποδήματα ὑπεδήσατο . τριζόντων οὖν αὐτῶν ἐπισχών : Μὴ τρίζετε ,
, καὶ τὸ ὑπόδημα ἄλλος μὲν ἔρραψεν , ἄλλος δὲ ὑπεδήσατο . δεῖ δὴ τῶν Γύγου χρημάτων ἡμῖν , εἰ
5186039 Περδικκου
καὶ τοὺς ὅσοι ἐν τέλει Μακεδόνων ὁ δὲ καὶ τοῖς Περδίκκου φίλοις συναχθόμενός τε δῆλος ἐγένετο καὶ ὅσοις τι κινδύνου
ἑαυτοῦ γνώμην ἔργωι ἐξενεγκεῖν . ἐν τούτωι καὶ Εὐμένης παρὰ Περδίκκου δῶρα πρὸς Κλεοπάτραν ἐς Σάρδεις ἐκόμισε , καὶ ὅτι
5185563 Τυρρηνικου
Πεντάθλου Γόργον καὶ Θέστορα καὶ Ἐπιθερσίδην , ἀπέπλεον διὰ τοῦ Τυρρηνικοῦ πελάγους . προσπλευσάντων δ ' αὐτῶν τῇ Λιπάρᾳ καὶ
ὁρίου , καὶ ἔτι τῇ τοῦ Λιγυστικοῦ καὶ τῇ τοῦ Τυρρηνικοῦ παραλίῳ τῇ ἀπὸ τῶν ἐκβολῶν Οὐάρου τοῦ ποταμοῦ μέχρι
5184741 ἀπαντησαντος
ἡ Αἲξ ἐπικαλουμένη , φησὶν ὁ Λυγκεύς , παρασίτου τινὸς ἀπαντήσαντος λεπτοῦ ἐξ ἀρρωστίας , ὡς ἰσχνός ἔφη . τί
οὗτος βούλοιτο : περὶ δὲ ὧν τρὶς πρὸς τὸν διαιτητὴν ἀπαντήσαντος τούτου καὶ ἀντιδικοῦντος ὁ μὲν διαιτητὴς ἀπέγνω μου ,
5182515 Παλλαδιου
ἀγνούμενοι ἀνῃρέθησαν . Ὕστερον δὲ Ἀκάμαντος γνωρίσαντος , καὶ τοῦ Παλλαδίου εὑρεθέντος , κατὰ χρησμὸν αὐτόθι τὸ δικαστήριον ἀπέδειξαν ,
αἰτιασόμεθα . καὶ ταύτην τὴν ἐπιστολὴν οὐκ ἐμὴν μᾶλλον ἢ Παλλαδίου νομιστέον τοῦ καταναγκάσαντος , ἐπεὶ ἔμοιγε τὸ μιμεῖσθαι σὲ
5180247 γεφυρᾳ
τινὰ μέρος αὐτῆς πεποίηκεν ὁ Εὔριπος οὕτω στενὸς ὢν καὶ γεφύρᾳ συνεζευγμένος πρὸς αὐτὴν διπλέθρῳ . τὴν μὲν οὖν χώραν
λαβόντες τόν τε Κάνηθον καὶ τὸν Εὔριπον , ἐπιστήσαντες τῇ γεφύρᾳ πύργους καὶ πύλας καὶ τεῖχος . Ὑπέρκειται δὲ τῆς
5178857 ἐπεξηγησατο
φεύγοντες δι ' ἄστρων σημαίνεσθαι ἐλέγοντο . ἑτερορρεπής ] αὐτὸς ἐπεξηγήσατο τί ἐστιν ἑτερορρεπής . τί τῶνδ ' ] εἰ
τοῦ γάρ ἦρκται , τὸ αἰτιατικὸν προτάξας : καὶ ὅτι ἐπεξηγήσατο τὴν ἔμπεδα γυῖα λέξιν . . . . ὡς
5177707 Μηθυμναν
τὴν προειρημένην νῆσον , καὶ γήμας τὴν θυγατέρα τοῦ Μακαρέως Μήθυμναν , κοινῇ κατῴκησε , γενόμενος δ ' ἐπιφανὴς ἀνὴρ
ᾐδέσθητε βλεπούσας οὔτε τὸν Πᾶνα ἐμέ . Οὔτ ' οὖν Μήθυμναν ὄψεσθε μετὰ τοιούτων λαφύρων πλέοντες , οὔτε τήνδε φεύξεσθε
5175311 Ῥηβα
στάδια Ϙʹ : γίνονται δὲ μίλια ιβʹ . Ἀπὸ δὲ Ῥήβα ποταμοῦ εἰς Μέλαιναν , τὴν νῦν λεγομένην Καλὴν ἄκραν
. . . νζ μγ δʹ Ψυλλίδος , τοῦ καὶ Ῥήβα , ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . .
5153043 Σικελιωτου
γεωμετρικὰ Ἀρχύτα διήκουσε , τὰ δ ' ἰατρικὰ Φιλιστίωνος τοῦ Σικελιώτου , καθὰ Καλλίμαχος ἐν τοῖς Πίναξί φησι . Σωτίων
ἐν τοῖς συμποσίοις ἐπιμνηστέον . ἰστέον μύρον Μεγάλλειον ἀπὸ Μεγάλλου Σικελιώτου καὶ Πλαγγόνιον ἀπὸ Πλαγγόνος , καὶ βρενθεῖον δὲ Λυδίας
5147981 παϲχοντοϲ
τὸ διατεῖνον , φλέβα τμητέον αὐτίκα μεγάλην τὴν ἐγγὺϲ τοῦ πάϲχοντοϲ μορίου , κακοχυμίαϲ δὲ μόνηϲ ἐνοχλούϲηϲ καθαρτέον : ϲυνελθόντων
, ἡ δὲ τοῦ ἐλάφου παχύνει μᾶλλον . ϲτομάχου δὲ πάϲχοντοϲ δίδου ἅπαξ μὲν τὸ ϲτῦφον , ἅπαξ δὲ τὸ
5142794 ϲηϲαμου
ἀντὶ ϲκίλληϲ βολβόϲ . ἀντὶ ϲηϲαμοειδοῦϲ πίαϲμα ἀμαράντινον . ἀντὶ ϲηϲάμου λινόϲπερμα . ἀντὶ ὑοϲκυάμου ϲπέρματοϲ κυνοϲβάτου ϲπέρμα . ἀντὶ
χοίρειον κρέαϲ καὶ ἡ τῶν ἀρνῶν ϲὰρξ καὶ τὸ τοῦ ϲηϲάμου ϲπέρμα καὶ φοίνικεϲ οἱ λιπαροί . Ὅϲα ὠμοὺϲ χυμοὺϲ
5142481 διαιτωμεν
καὶ ὅτε φλεβοτομοῦμεν : προκόπτοντος δὲ τοῦ χρόνου λεπτῶς πάνυ διαιτῶμεν , οἷον πτισάνῃ χρώμενοι . Ἐμπύημα λέγεται παρὰ Ἱπποκράτει
: χυλῷ λινοϲπέρμου λείου . λεπτῶϲ τε καὶ πυρεκτικῶϲ αὐτοὺϲ διαιτῶμεν ἄχρι λύϲεωϲ φλεγμονῆϲ . εἰ δὲ διὰ δριμεῖϲ καὶ
5140058 ἐκβολῃ
] ἤγουν ταράξαι , τροπῇ τοῦ τ εἰς θ καὶ ἐκβολῇ τοῦ α . . μᾶσσον ] μᾶσσον τὸ μακρότερον
τὸ εἴδω τὸ γινώσκω . ὁ παρακείμενος εἶκα εἶσμαι : ἐκβολῇ οὖν τοῦ σ , καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς
5131307 ἐκλιποντος
ἐς τοσοῦτον ἐθεράπευσεν , ἐς ὅσον ἀποκαταστῆσαι . Κράτητος δὲ ἐκλιπόντος κατέσχε τὴν σχολήν , ἐκχωρήσαντος αὐτῷ Σωκρατίδου τινός .
τῷ δὲ Καππάδοκι καὶ αὐτῷ δὲ τῷ ἔθνει κοινῇ . ἐκλιπόντος δὲ τοῦ βασιλικοῦ γένους οἱ μὲν Ῥωμαῖοι συνεχώρουν αὐτοῖς
5115092 ἐκκαυσει
γῆν : εἰ γὰρ λάβοι τὴν κατεξουσίαν ἡ ἀστραπή , ἐκκαύσει τὴν γῆν , εἰ δὲ καὶ ἡ βροντή ,
τίτανις : λαβόμενον δὲ τοῦ ὑετίου ὑγροῦ ἐκθάλλει καὶ τῇ ἐκκαύσει τῆς ὕλης λιγνὺν ἐγεῖρον ἀνέμους ἐργάζεται , οἵτινες ἤδη
5112476 καταγματος
καὶ διαφοροῦντα : εἶτα ἐπιδεῖν καὶ φέρειν τι ἄνω τοῦ κατάγματος τὸν δεσμόν , ἵνα μὴ τὰ ῥεύματα εἰς τὸ
ἀποτείνειν καὶ ἐκτέμνειν . πρὸς δ ' ἀνεμπόδιστον θεραπείαν τοῦ κατάγματος δεῖ καὶ τὸ μέγεθος τῆς ἀναστολῆς τῶν σωμάτων κατάλληλον
5107004 πλευριτιδι
: τότε γὰρ ξανθὸν ἀνάγεται , ὥστε τῇ χολῇ τῇ πλευρίτιδι συντακτέον . ὥς τινος δὲ ἐρωτῶντος , καὶ πόθεν
ἰδιότητι τὴν τῆϲ διαθέϲεωϲ αὐτῆϲ ἰδίαν χολὴν μέλαιναν ἐλαττοῦϲα . πλευρίτιδι γοῦν πρῶτον ἐϲκευάϲθη καὶ τοῖϲ φυϲώδεϲι τῶν παθῶν ἐϲτι
5098259 περιεχοντοϲ
τοῖϲ θερμοῖϲ καὶ ξηροῖϲ τῇ κράϲει χωρίοιϲ καὶ καταϲτάϲει τοῦ περιέχοντοϲ ἡμᾶϲ ἀέροϲ τοιαύτῃ καὶ βίοιϲ ἐμπόνοιϲ καὶ φροντίϲι καὶ
ποιήϲαιτο . τίϲ οὖν ἐϲτιν αὕτη ; ἡ ἐκ τοῦ περιέχοντοϲ ἀέροϲ ψῦξιϲ : ὥϲτε καὶ ἡ ἴαϲιϲ τῷ θερμῆναι
5091668 Ἀκαρνανος
δὲ αὐτῷ εἰσπεμφθέντων φυλάττεσθαι ἐκ Φιλίππου ἐπιβουλῆς τοῦ ἰατροῦ τοῦ Ἀκαρνᾶνος , συμπεπεισμένου μυρίοις ταλάντοις διαφθεῖραι φαρμάκῳ Ἀλέξανδρον , εἰσκαλεῖται
. περὶ τοῦ Δύμαν εἰρήσεται . ἐκ τῆς γενικῆς τῆς Ἀκαρνᾶνος Ἀκαρνανία , ὡς Κιλικία Φρυγία , καὶ τὸ θηλυκὸν
5089366 Ἀμυνανδρου
προαχθέντες , ἤδη τῶν ἄλλων ἀπειρηκότων , καὶ μετ ' Ἀμυνάνδρου τοῦ βασιλέως δύναμιν κατασκευασάμενοι . οὗτοι δὲ τὴν Οἴτην
κόλπον , ἔνθα κατηγορούντων τοῦ Φιλίππου Ῥοδίων καὶ Αἰτωλῶν καὶ Ἀμυνάνδρου τοῦ Ἀθαμᾶνος ἐκέλευσε Φίλιππον ἐξάγειν τὰς φρουρὰς ἐκ Φωκίδος
5087988 ἐργαϲαϲθαι
κοινὸν ἁπάντων γυμναϲίων ἐϲτὶ θερμότητοϲ αὔξηϲιν ἐξ ἑαυτῶν τοῖϲ ζῴοιϲ ἐργάϲαϲθαι : τὸ δὲ διὰ τῶν καθ ' ἕκαϲτα τὸ
ἀναγκαίων διελεῖν : αἰϲχρὸν γὰρ βελουλκοῦνταϲ ἡμᾶϲ τοῦ βέλουϲ χεῖρον ἐργάϲαϲθαι κακόν . καὶ εἰ μὲν οὐραχὸν ἔχοι τὸ βέλοϲ
5087421 ξυμβολην
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ ὡς πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον Ἰάπυγα
5079459 οἰχομενου
, ἀμφὶ τὸ Πρῶτον Παχίον χωρίον ἑβδόμης ὥρας καταλαβόντες , οἰχομένου πρὸς Κάσσιον Νικομήδους , ἠνάγκασαν ἐς μάχην ἱππέας ἔχοντα
πέπλους κατερρήξατο , αἱ δὲ γυναῖκες ἀναβοήσασαι ἐδρύπτοντο , ὡς οἰχομένου τοῦ πατρὸς καὶ ἀπολωλότων σφῶν ἤδη . καὶ ὁ
5075173 ἀρχιερωσυνην
Συρίαν ἀποπλεύσας ἐτίμησεν μεγά - λως , Ὑρκανῶι μὲν τὴν ἀρχιερωσύνην βεβαιώσας , Ἀντιπάτρωι δὲ πολιτείαν ἐν Ῥώμηι δοὺς καὶ
γὰρ θεραπευτικὸν γένος ἀνάθημά ἐστι θεοῦ , ἱερώμενον τὴν μεγάλην ἀρχιερωσύνην αὐτῷ μόνῳ . τὸ μὲν γὰρ συνδιατρίβειν κακῷ βλαβερώτατον
5056639 καμνοντοϲ
γλυφῆϲ τὸ μῆκοϲ ὅϲον πήχεωϲ , μήτε ὑψηλότερον τῆϲ τοῦ κάμνοντοϲ ῥάχεωϲ μήτε πολλῷ ταπεινότερον , μᾶλλον δὲ προπαρεϲκευαϲμένην εἶναι
δὲ ἐπὶ τούτοιϲ τὴν ὥραν τοῦ ἔτουϲ καὶ τὴν τοῦ κάμνοντοϲ ἡλικίαν καὶ τὴν κρᾶϲιν καὶ τὸ ἐπιτήδευμα καὶ τὴν
5046894 προρρηθεν
ἀκρωτηρίου ἐπὶ Καρπέλλαν ἀκρωτήριον στάδιοι ψνʹ . Ἐνταῦθα παράκειται τὸ προρρηθὲν στρογγύλον ὄρος τὸ Σεμιράμιδος , ᾧπερ ἀντικεῖσθαι ἔφαμεν κατὰ
τῶν γονέων ὥστε ἀποκτεῖναι , ἵνα τὸ ἀπ ' αὐτῶν προρρηθὲν αὑτοῖς κακὸν φυλάξωνται , μὴ δυνηθῆναι . οὕτως οὐδὲν
5045582 Περσου
ἐχρήσατο , πάνυ γενναῖα καὶ διασείοντά γε τοὺς εὐπροσώπους τοῦ Πέρσου λόγους . ἔφη γάρ : εἰ μέν , ὦ
δίφθογγον ἔχουσι τὴν γενικήν , οἷον Χρύσης Χρύσου , Πέρσης Πέρσου , Τέννης Τέννου , Ξέρξης Ξέρξου . Εἰς ης
5041518 γουνατος
τῆς φάρυγγος : ὁ πυρετὸς παρείπετο . Περὶ πέμπτην , γούνατος ἄλγημα καὶ οἴδημα ἀριστεροῦ : καὶ κατὰ τὴν καρδίην
τινὶ φαρμάκων καταχρῖσαι τὰ σχάσματα : καὶ ὅταν κάτωθεν τοῦ γούνατος δέῃ προσβάλλειν ἢ πρὸς τὸ γόνυ , ἑστηκότι ὀρθῷ
5040018 παραπλου
τῆς τε ἀντιπέρας Ἠπείρου καὶ τοῦ εἰς Πελοπόννησον ἀπὸ Σικελίας παράπλου . ἀκούσαντες δὲ ταῦτα οἱ Ἀθηναῖοι ἐνόμισαν ἰσχυρῶς ἐπιμελητέον
αὕτη δὲ ἀπέχει Σούσων σταδίους ἐς πεντακοσίους . μῆκος τοῦ παράπλου τῆς Σουσίων γῆς ἔστε ἐπὶ τὸ στόμα τοῦ Πασιτίγριδος
5035296 κατορθωματος
ἐν Πύλῳ στρατηγούς . ὅτι συνεχῶς μέμνηται τοῦ ἐν Πύλῳ κατορθώματος . ΓΘ ἄλλως : ὑφαρπάσας , διὰ τὴν νίκην
Νικίου τὸν νόμον ἀναφύεται στοχαστικὴ ζήτησις , πότερα φθόνῳ τοῦ κατορθώματος οὐκ ἤνοιξεν , τῇ ἀληθείᾳ δὲ δέει τοῦ νόμου
5031922 κατεχοντος
ἀμφοτέραις γεγονυῖα , ὥσθ ' ἅπαντας αὐτοὺς ἀκούειν εἴτε τοῦ κατέχοντος τὸ τέμενος ἥρωος εἴτε τοῦ καλουμένου Φαύνου . τούτῳ
νυκτὶ ὕστερον , ὤφθη τοιάδε , ἔμεινα δὲ καὶ πλείους κατέχοντος τοῦ θεοῦ . Τελεσφόρος ἦν ὀρεωκόμος : οὗτος ἐδόκει
5016371 κερατος
βοτάνης φύλλων ξηρῶν ⋖ α . οὕτω δὲ καὶ ἐλαφείου κέρατος ⋖ α ποτίζεται καὶ σκίλλινον ὄξος # εἷς μετὰ
# νο δʹ δʹ ὁ ἐπ ' ἄκρου τοῦ βορείου κέρατος ὁ αὐτὸς τῷ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ ποδὸς τοῦ Ἡνιόχου
5011510 κενωθεντοϲ
δὲ τρόπῳ μετὰ τὴν κένωϲιν εἰϲ ἑϲπέραν ὕπνον μηχανητέον : κενωθέντοϲ γὰρ τοῦ αἵματοϲ εἰ ἐπιγένοιτο ἀγρυπνία , δριμυτέρουϲ καὶ
ἐπανόρθωϲιϲ τῆϲ διαθέϲεωϲ ταύτηϲ ἐν προϲθέϲει τε καὶ ἀναπληρώϲει τοῦ κενωθέντοϲ ἐϲτίν . οὐ δύναται δὲ αὕτη γενέϲθαι τοῦ δέρματοϲ
5010036 ξεινιην
. Πέμψας δέ οἱ κήρυκα ἐς Σάμον διαλύεσθαι ἔφη τὴν ξεινίην . Τοῦδε δὲ εἵνεκεν ταῦτα ἐποίεε , ἵνα μὴ
δὲ Θεμίσων περιημεκτήσας τῇ ἀπάτῃ τοῦ ὅρκου καὶ διαλυσάμενος τὴν ξεινίην ἐποίεε τοιάδε : παραλαβὼν τὴν παῖδα ἀπέπλεε , ὡς
5006661 βδελυριαν
εἰσῆλθον εἰς τὴν Κόρινθον : ἔγνων γὰρ ἐν βραχεῖ τὴν βδελυρίαν τῶν ἐκεῖσε πλουσίων καὶ τὴν τῶν πενήτων ἀθλιότητα .
. . μοχθηρίαν : Τὴν τοῦ ἀργυρίου ἐπιθυμίαν , τὴν βδελυρίαν καὶ τὴν κακίαν αὐτῶν . . τέχναι δὲ πᾶσαι
5000959 ϲτομιου
ὃ δὴ καὶ δεύτερον καλεῖται . διεϲτῶτοϲ μὲν οὖν τοῦ ϲτομίου τῆϲ μήτραϲ καὶ αὐτοῦ τοῦ χορίου ἀπολελυμένου καὶ παρά
δὲ τοῦ κόλπου διαϲταλέντοϲ : καὶ γὰρ ἐπιρρήξειϲ κύκλῳ τοῦ ϲτομίου θεωροῦνται . ἐφ ' ὧν δεῖ τήν τε χειρουργίαν
4999990 ἐκροφησας
ἐκράτησεν . ἄγγεος : ὀστράκου . Μυζήσας : βυζάσας , ἐκροφήσας , ῥοφήσας , ἐκθλίψας . ἐμπλήσατο : ἐκόρεσεν ,
τοῦ κωμικοῦ Συμμαχίᾳ , τὸ γὰρ ἕψημά σου γευόμενος ἔλαθον ἐκροφήσας . καὶ πρότροπος δ ' ἦν τις οἶνος ,
4996758 διελυθη
κατέπεμψε βασιλεύς , ἐκ τούτου διελύθη μὲν τὰ πεζικά , διελύθη δὲ καὶ τὰ ναυτικὰ στρατεύματα . Λακεδαιμονίοις μὲν δὴ
πόλεμος ὅδε , θορυβήσας δὴ τῷ φόβῳ μάλιστα Ῥωμαίους , διελύθη . τὸ δ ' ἀκριβὲς αὐτοῦ δηλώσει τὰ περὶ
4996038 κελευσιν
γνωρισθῆναι ἅμα Κερκυόνι φεύγει εἰς Ὀρχομενόν . Αὐγείου δὲ κατὰ κέλευσιν Δαιδάλου πρὸς τὴν τῶν αἱμάτων ἔκχυσιν ἐπιδιώκοντος καταφεύγουσιν ὁ
ἠλιθείης , ὑπομνήματα τοῦ χρησμοῦ , τέως δὲ ἕως κατὰ κέλευσιν ὑποθήσομαί σοι πάλιν ὑπὸ χρησμὸν , καὶ τὰς εἰς
4992785 ἐνεφηνε
τάχα ἂν ἐπέτυχεν ἀναιρεθείς , εἰ μὴ τῶν ὁμοδούλων τις ἐνέφηνε τὴν ἐνέδραν . ἀναιρεθέντος δὲ ὧδε τοῦ δεσπότου ,
φαίνονται δὲ οἱ Βυζάντιοι λεπτῷ κεχρῆσθαι νομίσματι : τοῦτο γὰρ ἐνέφηνε διὰ τοῦ σιδηροῦν τοῦτο εἰπεῖν , ἢ ὅτι καὶ
4988609 γενησομενου
ἢ Θρᾴκης ἀκουσθησομένου , ἀλλ ' ἐν αὐτῇ τῇ Ἰταλίᾳ γενησομένου , ἣν πόσα χρὴ χωρὶς τῶν ἀπολλυμένων ἀνδρῶν κακοπαθῆσαι
, ὑποκρινόμενος δὲ καὶ πλείονας ὁμοῦ καὶ εὐπρεπεστέρας αἰτίας τοῦ γενησομένου πολέμου πορίζων ἀνεμίμνησκε φιλίας καὶ συμμαχίας ἰδίας τε καὶ
4987306 μαρτυρησαντος
καὶ τούτων δικαζόντων ἡ χώρα τῆς Ἀθηνᾶς ἐκρίθη , Κέκροπος μαρτυρήσαντος ὅτι πρώτη τὴν ἐλαίαν ἐφύτευσεν . Ἀθηνᾶ μὲν οὖν
θεοῦ μετοικίσαντος τὴν ψυχὴν ἀπὸ τῶν κατὰ Λάβαν παθῶν καὶ μαρτυρήσαντος αὐτῇ μετανάστασιν , ὅτι λυσιτελὴς καὶ συμφέρουσα , καὶ
4975635 ἡλιοτροπιου
ἐπὶ τῶν τοιούτων σωμάτων καλάμου δρόσῳ . μυρμηκίας δ ' ἡλιοτροπίου ἢ χελιδονίου ἢ βατραχίου χυλῷ χριστέον . ἐπινυκτίδας δ
, συκαμίνου χυλὸς ἢ γλυκοκαλάμου χυλός . ἀντὶ γογγυλίδος , ἡλιοτροπίου βοτάνης καρπός . ἀντὶ γυπὸς κόπρου , περιστερᾶς κόπρος
4968351 παρεδρευουσαν
παῖ , πατρῷα σύμπαντα ἀγαθά . ἢ οὐχ ὁρᾷς αὐτῷ παρεδρεύουσαν μὲν τὴν θέμιν , συνθακοῦσαν δὲ τὴν δίκην ,
τοῦ εἰς τὸ α λήγοντος ἀορίστου καὶ ἔτι κατὰ τὴν παρεδρεύουσαν τοῦ μέλλοντος τῷ ἐναντίῳ χρῆται χρόνῳ . ὁ μὲν
4965863 κυνηγου
διακονεῖ , ὁ ἵππος τοῦ ἱππέως ἢ ὁ κύων τοῦ κυνηγοῦ ἢ τὸ ὄργανον τοῦ κιθαριστοῦ ἢ οἱ ὑπηρέται τοῦ
εἶναι φασκόντων . τινὲς Δίκτυνναν τὴν Ἄρτεμιν , ἀπὸ τῆς κυνηγοῦ νύμφης Βριτομάρτιδος τῆς ἐμπεσούσης εἰς δίκτυα φευγούσης τὸν Μίνωα
4961243 Ὀροντου
: Κασσιώτιδος δὲ πόλεις αἵδε : Ἀντιόχεια ἡ ἐπὶ τοῦ Ὀρόντου ποταμοῦ . . . . . . . .
ἑξῆς παραλίαν , ἀπογνόντας τῆς ζητήσεως ἐν τῇ ποταμίᾳ τοῦ Ὀρόντου καταμεῖναι σὺν αὐτῷ : τὸν μὲν οὖν υἱὸν τοῦ
4959949 χειμασαι
Προποντίδα μετὰ τὸ φθινόπωρον , ἐπειδὴ ψυχρός ἐστι καὶ ἐκεῖ χειμάσαι οὐ δύνανται . Ὅτι τὰ μαλάκια , ἃ καὶ
ὅ τι χρῄζει ; τίς δὲ ξένους ἀφθονώτερον δέχεται ; χειμάσαι δὲ πυρὶ ἀφθόνῳ καὶ θερμοῖς λουτροῖς ποῦ πλείων εὐμάρεια
4957838 ἐκτασει
τῇ ἑαυτῶν ἐκτάσει μεγεθύνονται . Καὶ διατί μὴ τῇ αὐτῇ ἐκτάσει ἀρκεῖται τὸ α , ὡς Μήδεια Μηδία ; †
ἐπαύξησις ἀκολουθεῖ , οἷον ἵσταθι καὶ κατὰ ἀποκοπὴν ἵστα καὶ ἐκτάσει ἵστη : „ μέγεθος δ ' ὃς ἵστη „
4951482 Ἀκεστωρ
τῇ ὑποθέσει . ] τὴν ἐναντίαν Σάκᾳ : Οὗτος ἐστιν Ἀκέστωρ , τραγῳδίας ποιητής . ἐκαλεῖτο δὲ καὶ Σάκας ,
φησι Λιβύης Κυρήνην τὴν Ὑψέως . . . . : Ἀκέστωρ . . . ἱστορεῖ ἐπ ' Εὐρυπύλου βασιλεύοντος Κυρήνης
4948841 Δωριωνος
. : Ἀριστόδημος δὲ ἐν δευτέρῳ Γελοίων ἀπομνημονευμάτων φησί : Δωρίωνος τοῦ κρουματοποιοῦ , κυλλόποδος ὄντος , ἀπώλετο ἐν συμποσίῳ
Ἐπιφράδεος τοῦ Χαριφήμου τοῦ Φιλοτέρπεος τοῦ Ἰδμονίδα τοῦ Εὐκλέους τοῦ Δωρίωνος τοῦ Ὀρφέως . Γοργίας δὲ ὁ Λεοντῖνος . εἰς
4938886 ἐπιμενοντοϲ
. τροφὴν δὲ διδόναι ϲιτώδη ὀλίγην καὶ δίψει πιέζειν . ἐπιμένοντοϲ δὲ τοῦ πάθουϲ ϲικυαϲτέον μετὰ καταϲχαϲμοῦ : εἰ δὲ
ταῖϲ πρὸϲ τοῦτο ϲυντιθεμέναιϲ χρηϲόμεθα . μετὰ δὲ τὴν τεϲϲαρεϲκαιδεκάτην ἐπιμένοντοϲ τοῦ πάθουϲ ϲικυαϲτέον τε αὐτοὺϲ καὶ φυλακτέον ἐπὶ τῆϲ
4937626 Νυμφαιου
Μηλίοις καλοῦσιν αὐτοὺς ἐπὶ δημοσίαν ἑορτήν . Καρίνη παρθένος ἐρῶσα Νυμφαίου τὴν ἐπιβουλὴν ἐξηγόρευσεν . ὁ δὲ πρὸς τοὺς Κᾶρας
καὶ δέκα ἔνθεν ἐπὶ τὸ Νυμφαῖον . καὶ ἀπὸ τοῦ Νυμφαίου ἐπὶ τὸν Ὀξίναν ποταμὸν τριάκοντα . καὶ ἀπὸ Ὀξίνου
4936895 Σιμμιου
ἡ Μελεάγρου τοῦ Νεοπτολέμου , ἐπὶ δὲ ἡ Πολυπέρχοντος τοῦ Σιμμίου , ἐπὶ δὲ ἡ Ἀμύντου τοῦ Φιλίππου : ταύτης
οὐκ ἰσχυρότερον καὶ πολυχρονιώτερον ψυχὴ σώματος , οὐ συγχωρῶ τῇ Σιμμίου ἀντιλήψει : δοκεῖ γάρ μοι πᾶσι τούτοις πάνυ πολὺ
4936007 διαγνωϲιν
τὸ ϲῶμα φλεψὶ μελαγχολικὸν αἷμα περιέχεϲθαι , τὴν βεβαιοτάτην ἐπάγειν διάγνωϲιν ἐκ τοῦ τεμεῖν τὴν κατ ' ἀγκῶνα φλέβα :
ὡϲ ἀπηλλαγμένου τοῦ κινδύνου τοῦ πάϲχοντοϲ . χρῶ δὲ εἰϲ διάγνωϲιν τῷ αὐτῷ ἐξ ἀρχῆϲ . εἰ γὰρ ἡ φαγοῦϲα
4931466 ῥηθεντος
καὶ ἂν ὑποδιπλασιασθῶσιν ἢ ὑποτριπλασιασθῶσιν ἢ ὑποτετραπλασιασθῶσιν αἱ πλευραὶ τοῦ ῥηθέντος τριγώνου , τρίγωνα πάλιν ἀποτελέσουσιν ὀρθογώνια , οἷον ὡς
καὶ κατὰ τῶν Τρώων ἐπιφορᾶς δεομένου τοῦ ἐν τῇ πρεσβείᾳ ῥηθέντος αὐτῷ , ἡνίκα σὺν Μενελάῳ πρὸς τοὺς Τρῶας ἐπρέσβευεν
4930397 συμπαραπλεοντος
βασιλέως στρατηγοὶ μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως , καὶ τοῦ στόλου συμπαραπλέοντος προῆγον ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . ὡς δ ' ἧκον
στρατιώταις ἀναζευγνύειν καὶ ταχὺ πάλιν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Συρίαν , συμπαραπλέοντος αὐτῷ καὶ τοῦ στόλου παντός . Πτολεμαῖος δὲ μετὰ
4928872 Ἰτουραιων
χώραν τε γὰρ αὐτοῖς προσεκτήσατο καὶ τὸ μέρος τοῦ τῶν Ἰτουραίων ἔθνους ὠικειώσατο δεσμῶι συνάψας τῆι τῶν αἰδοίων περιτομῆι .
τε γὰρ αὐτοῖς προσεκτήσατο , καὶ τὸ μέρος τοῦ τῶν Ἰτουραίων ἔθνους ᾠκειώσατο , δεσμῷ συνάψας τῇ τῶν αἰδοίων περιτομῇ
4924503 βλεφαρου
τῇ ἐπιφανείᾳ ἐν τοῖς βλεφάροις γίνεται : δεῖ οὖν τοῦ βλεφάρου διατεινομένου ταινίδιον περιχαράσσειν κατὰ πλάτος ἀνάλογον τῷ τοῦ ὄγκου
ξηραίνει . Τὸ μὲν τράχωμα τραχύτηϲ ἐϲτὶ τῶν ἔνδον τοῦ βλεφάρου , ἡ δὲ τούτων ἐπίταϲιϲ , ὥϲτε καὶ οἷον
4919781 διανοηματος
κατὰ λόγον ἡμῖν : παντὸς γὰρ λόγου προάγει ἡ τοῦ διανοήματος εὕρεσις , ἕπεται δὲ λέξις τῷ διανοήματι , δι
μακαριστός . ἐστίν , τρισευδαίμων . τοῦ διεντερεύματος ] τοῦ διανοήματος . , τοῦ φυσικεύματος , τῆς ἑρμηνείας . ἦ
4918032 κρουσασθαι
πραῧναι , οἶκτον ἐπισπάσασθαι , ἔλεον ἐκκαλέσασθαι , παρα - κρούσασθαι , ἐξαπατῆσαι , παραγαγεῖν , παρακροῦσαι , παραπεῖσαι ,
ταῖς τε ναυσὶ πῦρ καὶ πίσσαν ἐπιχέαντες ἠνάγκασαν πρύμναν τε κρούσασθαι καὶ ὑποχωρεῖν ὀπίσω μετὰ τοῦ μηχανήματος . ὧδε μὲν
4917102 εὐαγγελιον
ἐκήρυξα καὶ τήνδε τὴν ἀποκάλυψιν ἀπεκάλυψα καὶ τόδε τὸ ἀθάνατον εὐαγγέλιον γέγραφα ἐνθέμενος αὐτῶι ταῦτα τὰ τῆς ὑπεροχῆς [ -
μυθήσομαι , ἀλλὰ σὺν ὅρκῳ , ὡς νεῖται Ὀδυσεύς : εὐαγγέλιον δέ μοι ἔστω αὐτίκ ' , ἐπεί κεν κεῖνος
4913109 δεξιην
Τρίτῃ πόνος τραχήλου , κεφαλῆς , κατὰ κληῗδα , χεῖρα δεξιήν : διὰ ταχέων δὲ γλῶσσα ἠφώνει : δεξιὴν χεῖρα
τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθεῖν , τῇ μὲν δεξιῇ εἰς τὴν δεξιήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ εἰς τὴν ἀριστερήν . δεῖ
4908435 κολπου
τοῖς ἀπὸ Νέστου ποταμοῦ μέχρι τοῦ ἐκτεθειμένου πέρατος τοῦ Μαλιακοῦ κόλπου , ὧν ἡ περιγραφὴ ἔχει οὕτως : μετὰ τὸν
τὸ τοῦ Βορυσθένους [ καὶ ] ὁ μυχὸς τοῦ Ταμυράκου κόλπου , [ τοῦ ] καὶ Καρκινίτου , καθ '
4900100 ἐπικληθεντος
Καρύστιος ἐν τῷ περὶ τοῦ Διονυσίου βίου τοῦ Ἡρακλεώτου τοῦ ἐπικληθέντος Μεταθεμένου φησὶ τὸν Διονύσιον τοῖς οἰκέταις συνεορτάζοντα ἐν τῇ
καὶ μνημονεύει . ἤκμασε δὲ ἐν τοῖς χρόνοις Πτολεμαίου τοῦ ἐπικληθέντος Λαγωοῦ . περὶ δὲ τὴν τῶν βουκολικῶν ποίησιν εὐφυὴς
4897773 Ἠιονα
Ἀττικῇ . Κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν χρόνον Σιμωνίδης Ἀθηναίων στρατηγὸς Ἠιόνα τὴν ἐπὶ Θρᾴκης Μενδαίων ἀποικίαν , πολεμίαν δὲ οὖσαν
ἄνωθεν κατὰ τὰς σπονδάς : ὁ δὲ πρὸς μὲν τὴν Ἠιόνα κατά τε τὸν ποταμὸν πολλοῖς πλοίοις ἄφνω καταπλεύσας ,
4896975 ἐμμειναν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] ἐμμεῖναν δὲ τοῦτο πυρρὰν ? ? ? [ χολὴν ]
πρὸς τοῦ γόνατος ἕλκος ποιησάμενον ἐξολίσθῃ , ἐμβληθὲν μὲν καὶ ἐμμεῖναν , ἔτι βιαιότερον καὶ θᾶσσον τὸν θάνατον ποιήσει τῶν
4896686 ὑποτομην
καὶ τὸ τρίτον ὡσαύτως , μετὰ δὲ ταῦτα διὰ τὴν ὑποτομὴν ἐκπίπτειν τὸ δένδρον ὑπὸ τῶν πνευμάτων σαπέν : τότε
δὲ φεύγουϲι τὴν ἀποδοράν , δι ' ὃ μετὰ τὴν ὑποτομὴν βλεφαροκατόχῳ μυδίῳ , τουτέϲτι πρὸϲ τὴν περιφέρειαν τοῦ βλεφάρου
4895552 ἀνατολικωτατον
μὲν δυτικώτατον πέρας ἐπέχει μοίρας μγʹ νηʹ τὸ δ ' ἀνατολικώτατον μϚʹ νηʹ τὸ δ ' ἀρκτικώτατον μδʹ ∠ ʹʹ
Μετὰ δὲ τὴν σύμπασαν Σκυθίαν ἐστὶν ἡ Σηρικὴ , τὸ ἀνατολικώτατον ἀποτερματίζουσα τῆς ἐγνωσμένης . Ὑπόκειται δὲ τῇ Σαρματίᾳ πρὸς
4895062 Ἑλληνικου
ἐπὶ νοῦν λάβοιεν . φειδοῖ δὲ γένους ἔτι καὶ ὀνόματος Ἑλληνικοῦ καὶ δόξης τῆς ἐπὶ τῇ Ἀσίᾳ καὶ τῆς φιλτάτης
Ἄμεινον οὖν λέγειν ὅτι Ἀλέξανδρος ὁ Πριάμου παῖς , ἐπιθυμήσας Ἑλληνικοῦ βίου μαθεῖν ἀγωγήν , ἔπλευσεν εἰς Σπάρτην . καὶ

Back