τοῦ πλευροῦ ἐς τὸν ὦμον καὶ ἐς τὴν χεῖρα τὴν ἀριστερήν : ἡ δὲ ἡπατῖτις ἐς τὰ δεξιὰ ὡσαύτως :
δεξιῇ εἰς τὴν δεξιήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ εἰς τὴν ἀριστερήν . δεῖ δὲ εἰς τὸ κοῖλον τῆς μασχάλης ἐνθεῖναι
8311889 ἀριστερῃ
, τῇ μὲν δεξιῇ χειρὶ ἔχων αἰχμήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ τόξα , καὶ τὴν ἄλλην σκευὴν ὡσαύτως : καὶ
δεξιῇ μὲν ἔχων τὸν Ἕλλης τάφον τῆς Ἀθάμαντος , ἐν ἀριστερῇ δὲ Καρδίην πόλιν , διὰ μέσης δὲ πορευόμενος πόλιος
8077065 δεξιην
Τρίτῃ πόνος τραχήλου , κεφαλῆς , κατὰ κληῗδα , χεῖρα δεξιήν : διὰ ταχέων δὲ γλῶσσα ἠφώνει : δεξιὴν χεῖρα
τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθεῖν , τῇ μὲν δεξιῇ εἰς τὴν δεξιήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ εἰς τὴν ἀριστερήν . δεῖ
7812195 Πειρηνην
, ὥς φησι Κλέαρχος . τῇ τε γὰρ περὶ τὴν Πειρήνην χαλκῇ βοὶ βοῦς ἐπανέβη , καὶ γεγραμμένῃ κυνὶ καὶ
τῶν θεατῶν ἐπιφωνούντων μετὰ κρότου . ὅτι τῇ περὶ τὴν Πειρήνην χαλκῇ βοὶ βοῦς ἐπανέστη ἀπατηθεὶς τῇ ὁμοιώσει . ἤδη
7780812 ἀντωθειν
ἐς ἰθὺ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθεῖν , τὸ δὲ ἐναντίον ἀντωθεῖν . ἴησις δὲ ἢ σταιτὶ ἢ ὀθονίοισι . μὴ
ἄνω . φασὶ δὲ καὶ τὴν πεύκην καὶ τὴν ἐλάτην ἀντωθεῖν . τὸ δὲ τῆς Εὐβοϊκῆς καρύας , γίνεται γὰρ
7509349 ἐκβαλλομενην
δὲ ἀνατολῶν Ἰνδικῆς μέρει παρὰ τὸν Ἰνδὸν ποταμὸν κατὰ τὴν ἐκβαλλομένην γραμμὴν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Ἀραχωσίᾳ ὁρίου μέχρι τοῦ
- μάτων οὐ τοῦτο βουλομένων , εἶτα καὶ τῆς οἰκείας ἐκβαλλομένην βουλοίμην ἂν διὰ σοῦ μὴ τὸ δεύτερον παθεῖν .
7475504 Νικοπολιν
πάντα καθαρεύειν τῆς νόσου . καταλαβὼν δὲ τά τε περὶ Νικόπολιν καὶ Βυδήνην χωρία ὑγιεινά τε ὄντα καὶ κράσεως εὐκαίρου
τὰς πόλεις εἰς μίαν συνῴκισε τὴν ὑπ ' αὐτοῦ κληθεῖσαν Νικόπολιν ἐν τῷ κόλπῳ τούτῳ , ἐκάλεσε δ ' ἐπώνυμον
7373148 σπαρτην
αὐτῆς τὸ οἰκοδομούμενον . τίς δὲ ἡ αἰτία τοῦ τὴν σπάρτην ἐξηρτημένην ἑαυτῆς τὴν μόλιβδον ἔχουσαν τῇ οἰκοδομικῇ συμβάλλεσθαι πρὸς
: ἤγουν τὴν ἀγαπῶσαν φίλει . Τὸν λίθον πρὸς τὴν σπάρτην κατὰ τὴν Δωρικὴν παροιμίαν ἄγοντες . Τὸν πόκον περικείρεσθαι
7347020 εἰσπορευεσθαι
; [ Ἔφη οὔ . ] Οὐ γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς
ἂν ἐξελασθῇ πόλεως δίκη καὶ νόμος , εἰς ταύτην στάσις εἰσπορεύεσθαι φιλεῖ καὶ πόλεμος . καὶ ὅσοι μὲν οὐκ ἦλθον
7338610 Κολχιδι
Αἰήτου ἐνταῦθα κατοικησάντων καὶ κτισάντων τὴν πόλιν , ἥτις τῇ Κολχίδι φωνῇ Πόλαι καλεῖται σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος τοὺς φυγάδας ,
οὐδὲ κάτ ' εἰς Κόρινθον οὐ Μαγνησίαν ναῖεν ἀλόχου δὲ Κολχίδι συνάστεος θράνου † Λεχαίου τ ' ἄνασσε συνορμάδας φοινίκεον
7273618 Παρθιᾳ
ταῖς τε κατὰ Μηδίαν πολλάκις γενομέναις συμβολαῖς τῇ τε ἐν Παρθίᾳ μάχῃ , πολλῶν μὲν πεσόντων παμπλείστων δὲ τετρωμένων .
τοῦ Παραχοάθρου ὄρους : ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν Ὑρκανίᾳ καὶ τῇ Παρθίᾳ παρὰ τὴν ἐπιζευγνύουσαν τὰ εἰρημένα πέρατα μεσημβρινὴν γραμμὴν ,
7205462 θεραπαινιδα
εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ ' ἔχειν , πέμψασα τὴν θεραπαινίδα τὸ μισθάριον ἔχουσαν ἐκέλευ ' ἀποφέρειν θοἰμάτιον . ὁ
Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς . ἄδικον δὲ ποιοῦμεν εἰ τὴν μὲν θεραπαινίδα τετιμήκαμεν , οὐκ ἀποδώσομεν δὲ τὴν χάριν τῇ Ἀφροδίτῃ
7192261 Γοργονα
αὐτῷ , τὴν ἐξ αὐτοῦ προφέροντες καὶ προσείοντες ὡς εἰπεῖν Γοργόνα , καὶ τοῦτον κατεσίγασαν , τὴν ἄλλως πρόλαλον ὄντα
χάσματι , ὁ Περσεὺς δὲ τῇ λαιᾷ μὲν προδείκνυσι τὴν Γοργόνα , τῇ δεξιᾷ δὲ καθικνεῖται τῷ ξίφει : καὶ
7189664 ὑπερκειμενην
ὑπερφυεῖς δέκα ἢ δώδεκα , ὕψος ὀργυιᾶς ἔχοντας : κεφαλὴν ὑπερκειμένην ὥσπερ ἐλαίαν , δασυτέραν δ ' ὡς πλατάνου σφαιρία
ἀρκτέον . τὰ μὲν δὴ πρῶτα μέρη τὰ περὶ Σούνιον ὑπερκειμένην ἔχει τὴν Ἀττικὴν σὺν τῇ Μεγαρικῇ μέχρι τοῦ Κρισαίου
7159010 διαγνωϲιν
τὸ ϲῶμα φλεψὶ μελαγχολικὸν αἷμα περιέχεϲθαι , τὴν βεβαιοτάτην ἐπάγειν διάγνωϲιν ἐκ τοῦ τεμεῖν τὴν κατ ' ἀγκῶνα φλέβα :
ὡϲ ἀπηλλαγμένου τοῦ κινδύνου τοῦ πάϲχοντοϲ . χρῶ δὲ εἰϲ διάγνωϲιν τῷ αὐτῷ ἐξ ἀρχῆϲ . εἰ γὰρ ἡ φαγοῦϲα
7123470 Πεσσινουντα
παιδὸς ἔρως ἔσχεν Ἄγδιστιν . αὐξηθέντα δὲ Ἄττην ἀποστέλλουσιν ἐς Πεσσινοῦντα οἱ προσήκοντες συνοικήσοντα τοῦ βασιλέως θυγατρί : ὑμέναιος δὲ
, Τεκτόσαγες δὲ τὰ πρὸς τῇ μεγάλῃ Φρυγίᾳ τῇ κατὰ Πεσσινοῦντα καὶ Ὀρκαόρκους : τούτων δ ' ἦν φρούριον Ἄγκυρα
7121889 ἀκολουθουσαν
εὑρεῖν τῇ πᾶς ἄνθρωπος δίκαιός ἐστιν ἢ ζῷόν ἐστιν τὴν ἀκολουθοῦσαν : οὐκοῦν ἐπεὶ αὕτη ὡρισμένον τε ἔχει τὸν ὑποκείμενον
τῶν βάσεων . ὡσαύτως καὶ τῇ τῶν βάσεων ἰσότητι δείκνυσιν ἀκολουθοῦσαν τὴν τῶν ἐν ταῖς κορυφαῖς γωνιῶν ἰσότητα καὶ τῇ
7118265 Ἐρυθρᾳ
καὶ πόλις . . . . γʹ νῆσος πρὸς τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ . ὁ πολίτης Ἰκάριος „ πόντου Ἰκαρίοιο ”
Δικτύῳ Ὀρφεὺς λέγει [ ὅτι ἡ Νίσα τόπος ἐστὶν ἐν Ἐρυθρᾷ κείμενος ] . ἰχθυόκεντρον : τρίαινα , ᾗ ἐπὶ
7107585 Χρυσαν
δὲ νῦν τὸ χωρίον τελέως : εἰς δὲ τὴν νῦν Χρῦσαν τὴν κατὰ Ἁμαξιτὸν μεθίδρυται τὸ ἱερόν , τῶν Κιλίκων
συμμαχίας ἀφαιρούμενοι τοὺς Τρῶας . ἐξ ὧν μίαν ἑλόντες , Χρῦσαν , γέρας ἔδοσαν Ἀγαμέμνονι Χρυσηίδα , Χρύσου ἱερέως Ἀπόλλωνος
7083769 βαδγ
καὶ τῆς ἐπὶ τὸ βεζη καὶ ἔτι τῆς ἐπὶ τὸ βαδγ , ἀλλὰ κατ ' ἐπιστροφὴν μίαν τὴν ἐπὶ τὸ
ἀποκαταστήσεται τῇ τε εἰς τὸ βεζη καὶ τῇ εἰς τὸ βαδγ , καὶ δύο ἐπιστροφαῖς ἐπικαταστήσεται , τῇ τε εἰς
7041867 Κυθνον
Ἀμοργίας : τήν τε Δόνουσαν καὶ τὴν Νάξον καὶ τὴν Κύθνον ἔχε δεξιάν . Ἐὰν δὲ θέλῃς διὰ νήσων πλέειν
δὲ Κέω τὴν ἐγγυτάτω τῇ Ἑλένῃ , καὶ μετὰ ταύτην Κύθνον καὶ Σέριφον καὶ Μῆ - λον καὶ Σίφνον καὶ
7005301 Ὑρκανιᾳ
διὰ τὸ εὐάερον : θέρους δὲ ἐν Ἐκβατάνοις καὶ τῇ Ὑρκανίᾳ διὰ τὴν ἐπικράτειαν τῆς παλαιᾶς δόξης . ὥσπερ δὲ
πάμπολύ τι ἀπέχειν τῆς ἀοικήτου . ἐν μέν γε τῇ Ὑρκανίᾳ τὴν ἄμπελον μετρητὴν οἴνου φέρειν φασί , τὴν δὲ
7004931 Νισιβις
Αἰσχύλος ἐν τῇ Αἴτνῃ παραδιδόασιν [ . . . : Νίσιβις , πόλις ἐν τῇ Περαίᾳ τῇ πρὸς τῷ Τίγρητι
Πανδίονος καὶ Μεγαρέα τὸν Ὀγχήστιον [ ἀπέκτεινεν ] ” . Νίσιβις , πόλις ἐν τῇ Περαίᾳ τῇ πρὸς τῷ Τίγρητι
6994735 δεξιῃ
Ἀρμενίου ὄρεος διὰ Κιλίκων , μετὰ δὲ Ματιηνοὺς μὲν ἐν δεξιῇ ἔχει ῥέων , ἐκ δὲ τοῦ ἑτέρου Φρύγας ,
δάκρυα . μαθὼν δὲ ταῦτα ἐποίεε : χειρὶ μὲν τῇ δεξιῇ εἶχε τοῦ νεηνίσκου τὴν καρδίην , ἐκάλεε δὲ τοὺς
6990788 Πετραιᾳ
δὲ ὁ πίναξ , ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν Ἰουδαίᾳ καὶ Ἀραβίᾳ Πετραίᾳ καὶ Ἀραβικῷ κόλπῳ , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῇ ἐντὸς
δὲ ὁ μυχὸς γειτνιῶν τυγχάνει τῇ τε Αἰγύπτῳ καὶ τῇ Πετραίᾳ καλουμένῃ Ἀραβίᾳ , ἥτις τῇ λεγομένῃ Ἰουδαίᾳ συνάπτει ,
6986045 Ἀραβιῃ
δὴ λέγεται , ῥηθῆναι . Ποταμός ἐστι μέγας ἐν τῇ Ἀραβίῃ τῷ οὔνομα Κόρυς , ἐκδιδοῖ δὲ οὗτος ἐς τὴν
τόδε μὲν οὐκ ὄπωπεν , ὄπωπεν δὲ φοινικοβατέοντας ἢ ἐν Ἀραβίῃ ἢ ἐν Αἰγύπτῳ ἢ ἄλλοθί κου , οἶδε τὸ
6975480 μηρινθῳ
ἐν ξυλόχοισιν ὀρέστεροι ἀγρευτῆρες εἷλον ἀναλκείην ἐλάφων εὐαγρέϊ τέχνῃ , μηρίνθῳ στέψαντες ἅπαν δρίος : ἀμφὶ δὲ κούφων ὀρνίθων δήσαντο
ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν πόδα τῷ ἐμαυτοῦ προσαρτήσω ” .
6963261 ταπεινουμενη
Ἐρυθράν , καὶ ἐν τῇ αὐτῇ διέμεινεν ἐπιφανείᾳ , μὴ ταπεινουμένη : καὶ γὰρ κατ ' αὐτὸν Ἐρατοσθένη τὴν ἐκτὸς
κακῶς μοι ἔχῃ ἡ ψυχὴ καὶ χείρων ἑαυτῆς ᾖ , ταπεινουμένη , ὀρεγομένη , συνδουμένη , πτυρομένη ; καὶ τί
6953856 ὠμοπλατῃ
κατὰ τὴν τοῦ αὐτοῦ θέναρος ἀντέρεισιν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ ὠμοπλάτῃ τόπου εἰς τὸ κατὰ φύσιν μετα - γομένης ,
, δύο μικροὺς νεφελωδεῖς πλησίον ἑστηκότας , ἐν δὲ τῇ ὠμοπλάτῃ της ἕναν λαμπρὸν καὶ μέγαν , ἐπὶ τῆς ῥάχης
6948499 ξυμβολην
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ ὡς πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον Ἰάπυγα
6945717 ὑποτομην
καὶ τὸ τρίτον ὡσαύτως , μετὰ δὲ ταῦτα διὰ τὴν ὑποτομὴν ἐκπίπτειν τὸ δένδρον ὑπὸ τῶν πνευμάτων σαπέν : τότε
δὲ φεύγουϲι τὴν ἀποδοράν , δι ' ὃ μετὰ τὴν ὑποτομὴν βλεφαροκατόχῳ μυδίῳ , τουτέϲτι πρὸϲ τὴν περιφέρειαν τοῦ βλεφάρου
6935295 Καλπη
. τετάρτη πόλις Καρίας . οἱ πολῖται πασῶν Καλλιπολῖται . Κάλπη , πόλις Βιθυνῶν . Θεόπομπος ὀγδόῳ Ἑλληνικῶν . ἔστι
ζʹ δʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Καρτηΐα ζʹ ∠ ʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Κάλπη ὄρος καὶ στήλη τῆς ἐντὸς θαλάσσης ζ ∠ ʹʹ
6933331 ῥωγμην
ἢ ἧσσον , αὐτό τε ἐν ᾧπερ καὶ ῥήγνυσι τὴν ῥωγμὴν , καὶ τὰ περιέχοντα ὀστέα τὴν ῥωγμήν : εἷς
μέλαιναν ἐπιξέειν κατὰ βάθος : καὶ ἢν μὲν ἐπιξύων τὴν ῥωγμὴν ἐξέλῃς καὶ ἀφανέα ποιήσῃς , φλάσις μὲν γεγένηται τοῦ
6925537 φαρμακοιϲι
: ἀπορίη : γνώμην παράφοροι : ϲπαϲμοί . ἐπὶ δὲ φαρμάκοιϲι δηλητηρίοιϲι , [ καὶ ] κανθαρίϲι ἢ βουπρήϲτει ,
ἢν δὲ ἐϲ πῦον τρέπηται , ὁκοίοιϲι χρὴ ἐπιπλάϲμαϲι ἠδὲ φαρμάκοιϲι χρέεϲθαι , ἐπὶ πολλοῖϲι μὲν καὶ πρόϲθεν ὑποκέεται .
6925411 Λιβυκῃ
. ὁρίζεται δ ' ἐκ μὲν τοῦ δεξιοῦ πλευροῦ τῇ Λιβυκῇ παραλίᾳ μέχρι Καρχηδόνος , ἐκ δὲ θατέρου τῇ τε
. . τῆς Μηδείας . ἐν ᾗ ἐν ᾗτινι γῇ Λιβυκῇ Γουνέα , Πρόθοον καὶ Εὐρύπυλον ὁ βορρᾶς πνέων ἐκβράσσει
6918000 περικεφαλαιαν
, ποτὲ ἔθου πεφιλημένην . . . χρυσοπήληξ ] χρυσῆν περικεφαλαίαν ἔχων . ἔπιδε ] ἤτοι εὐμενῶς βλέψον . .
κυνέην : νέφος τι καὶ ἀορασία : ἢ περιφραστικῶς τὴν περικεφαλαίαν : ἐν γὰρ αὐτῇ τὸ πρόσωπον ἔκρυψεν ἡ Ἀθηνᾶ
6915072 ἀειφυλλον
πάρυδρον . ] φυλλοβόλον δὲ καὶ οὐχ ὥσπερ ἡ ῥάμνος ἀείφυλλον . Ἔτι δὲ καὶ τοῦ βάτου πλείω γένη ,
: φύλλον δὲ ἔχειν ὅμοιον πηγάνῳ , πλὴν ἔκλευκον , ἀείφυλλον δὲ εἶναι : καρπὸν δὲ παρόμοιον τῇ τερμίνθῳ καὶ
6906010 πτερυγοτομῳ
αἰγίλωψ ῥέπει καὶ πρὸϲ τὴν ἐπιφάνειαν μηδὲ ὅλωϲ , τηνικαῦτα πτερυγοτόμῳ ἢ φλεβοτόμῳ τὸ μεταξὺ τοῦ κανθοῦ ϲῶμα πρὸϲ τὸ
. εἰ δέ γε ϲαρκὸϲ ἐπίφυϲιϲ εἴη , καὶ ταύτην πτερυγοτόμῳ ἢ τῷ πολυπικῷ ϲπαθίῳ περιέλωμεν : εἶτα ϲτρεπτὸν ἐκ
6901272 κουν
Λιβύην κατέτρεχον , οἳ δ ' Ὀκίλην πόλιν ἐπολιόρ - κουν . Μούμμιος δ ' , ἑπόμενος ἐνακισχιλίοις πεζοῖς καὶ
ν ἀφελη μον [ [ ] [ [ ] δρόμημα κουν [ ! ! ] ? Ἀρκαδ ? ? ?
6898323 μιτρῃ
ἀλύων . τόρρ ' ἥγ ' ἐξανελοῦσα , θυώδεϊ κάτθετο μίτρῃ ἥ τέ οἱ ἀμβροσίοισι περὶ στήθεσσιν ἔερτο . ἐκ
διπλῆ . . . νείατον ἐς κενεῶνα , ὅθι ζωννύσκετο μίτρῃ : ἡ διπλῆ , ὅτι κατὰ τὰ κοῖλα μέρη
6887779 ἐμβαλλοντος
περιέχοντος τὴν γῆν ὠκεανοῦ , προσηγορεῦσθαι δ ' ἀπό τινος ἐμβάλλοντος εἰς αὐτὴν ποταμοῦ Τρίτωνος : κεῖσθαι δὲ τὴν λίμνην
' ἐστὶ καθ ' ὑπερβολήν , ποταμοῦ μείζονος εἰς αὐτὸν ἐμβάλλοντος , καὶ κατὰ μέσον ἔχει νῆσον εὔυδρον καὶ δυναμένην
6877029 λαφυραγωγιαν
τῷ ἀγῶνι εὐδαιμονίαν καὶ τοῦ κλέους βεβαίωσιν . ἤτοι τὴν λαφυραγωγίαν . ἀκρόθινα ] ἀπαρχάς : ἀντὶ μιᾶς συλλαβῆς .
τε τὸν στρατὸν καὶ πᾶσαν τὴν λεῖαν , ἤγουν τὴν λαφυραγωγίαν , ἐσταθμᾶτο , ἀντὶ τοῦ κατεμέτρει χάριν τοῦ πατρὸς
6875745 πορφυρεᾳ
' , ἑλικ [ ! ! ! ! ] δὲ πορφυρέᾳ σὺν κρόκᾳτιν [ ! ! ] ? ? ?
τῆς μελαίνης ἵππου τῆς τρισμυρίας θανὼν ἔτεγγε καὶ ἔβρεχεν ἐν πορφυρέᾳ βαφῇ , ἤτοι τῇ διὰ τοῦ αἵματος , τὴν
6875508 σβεσιν
δὲ κατάντης ἀπὸ κεφαλῆς , συνίζοντος μὲν πυρὸς κατὰ τὴν σβέσιν εἰς ἀέρα , συνίζοντος δ ' ὁπότε συνθλίβοιτο εἰς
. ὅτι δ ' ἡ ἀρχὴ φθειρομένη κυριωτάτη πρὸς τὴν σβέσιν , κἀκεῖθεν φανερόν . τὴν γὰρ πίτταν καιομένην τὸ
6874398 παραλιῳ
† Κία πρὸς τῇ Ἐφέσῳ : ἀπὸ τοῦ ἐν τῷ παραλίῳ αὐτῆς πρῶτον αὐτομάτως ἅλας πηχθῆναι . ἢ πόλις Θεσσαλίας
ὃ καλεῖται Θρᾴκιος Βόσπορος , καὶ τῇ ἐφεξῆς τοῦ Πόντου παραλίῳ μέχρι τοῦ πρὸς τὴν κάτω Μυσίαν ὁρίου , ὃ
6872874 Κερυνειαν
: δειλίαν γε μὴν ἐφυγάδευσεν ἐκ τοῦ βίου , τὴν Κερυνείαν ἔλαφον . Καί τις ἀπρεπῶς ὀνομαζόμενος ἆθλος ἐκμεμόχθηται διακαθήραντος
: δειλίαν γε μὴν ἐφυγάδευσεν ἐκ τοῦ βίου , τὴν Κερυνείαν ἔλαφον . Καί τις ἀπρεπῶς ὀνομαζόμενος ἆθλος ἐκμεμόχθηται διακαθήραντος
6863627 Ἀλβανιαν
τῆς Κασπίας θαλάττης , καὶ τήν τε Ἰβηρίαν καὶ τὴν Ἀλβανίαν ἐπελθεῖν καὶ πολλὰ τῆς Ἀρμενίας καὶ τῆς Μηδίας ,
, ὃς παρ ' ὅλην τήν τε Ἰβηρίαν καὶ τὴν Ἀλβανίαν ῥεῖ , διορίζων τὴν Ἀρμενίαν ἀπ ' αὐτῶν ,
6852984 γηθυλλιδος
ἐπιθυλλίδας λέγεσθαι . Πολέμων δ ' ὁ περιηγητὴς κιττῆσαί φησι γηθυλλίδος τὴν Λητὼ κύουσαν τὸν Ἀπόλλωνα , ὅθεν τιμῆς τοιαύτης
ὁ περιηγητὴς ἐν τῷ περὶ Σαμοθρᾴκης καὶ κιττῆσαί φησι τῆς γηθυλλίδος τὴν Λητώ , γράφων οὕτως : διατέτακται παρὰ Δελφοῖς
6848373 ϲικυῃ
ἐϲ εὖροϲ κέχυται . ἔϲτω δὲ καὶ ἡ ὑπὸ τῇ ϲικύῃ φλὸξ πολλή , ὡϲ μὴ μοῦνον ἑλκύϲαι , ἀλλὰ
, ἢ ἐρυϲίπελαϲ ἐμφανέωϲ . καὶ ἰητρὸϲ δὲ ἀγαθὸϲ ἢ ϲικύῃ ἐϲ τὸν θώρηκα τὸ κακὸν ἀνήγαγε , ἢ ϲίνηπι
6845188 ΗΦ
χρόνῳ ὁ ἥλιος τήν τε ΥΖ περιφέρειαν διαπορεύεται καὶ τὴν ΗΦ : ἴση ἄρα ἐστὶν καὶ ἡ πρὸ τῆς Ζ
μείζων τῆς ἀπὸ τοῦ Χ ἐπὶ τὸ Ψ , ἡ ΗΦ ἄρα περιφέρεια τῆς ΧΨ περιφερείας μείζων ἐστὶν ἢ ὁμοία
6835852 Ὑποκειται
Ἐκ παιγνίων λάμβανε διδασκαλίαν λόγον στορεστὴν τυγχάνειν παθημάτων . ] Ὑπόκειται Πολύφημος ὁ Κύκλωψ ἐρῶν τῆς Γαλατείας καὶ παρηγορῶν τὸν
. Μνασέας Κόλχους φησὶ κληθῆναι ἀπὸ Κόλχου τοῦ Φάσιδος . Ὑπόκειται Σιμαίθα Δέλφιδος Μυνδίου τινὸς ἐρῶσα , ὃν παιδικοῖς προσλιπαροῦντα
6824000 κοντον
, κονταρίῳ , δόρατι καὶ ἀκοντίῳ : αἰγανέαν νῦν τὸν κοντὸν εἶπεν : τῇ αἰγανέῃ τῇ δολιχήρεϊ : αἰγανέα κυρίως
θέμωσε δὲ χέρσον ἱκέσθαι . αὐτὰρ ἐγὼ χείρεσσι λαβὼν περιμήκεα κοντὸν ὦσα παρέξ : ἑτάροισι δ ' ἐποτρύνας ἐκέλευσα [
6820283 ΒΓΚ
ἐὰν δὲ κατὰ τὸ Κ , ἀφελεῖν ὁμοίως ἀπὸ τῆς ΒΓΚ τὴν ΚΝ : ἐὰν δὲ κατὰ τὸ Υ ,
, καὶ ἡ ἡμίσεια τῆς ἡμισείας μείζων ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΒΓΚ τῆς ὑπὸ ΒΕΖ . ἔστι δὲ καὶ ἐλάσσων :
6815219 Καμπανιαν
τῆς στρατιᾶς ἐπανελθὼν ἀφρούρητον αὑτὸν λάβοι , χρήματα φέρων εἰς Καμπανίαν ᾔει , πείσων τὰς πόλεις οἱ στρατεύεσθαι , τὰς
δὲ συνεχῆ ταύτῃ πρότερον Αὔσονες ᾤκουν , οἵπερ καὶ τὴν Καμπανίαν εἶχον , μετὰ δὲ τούτους Ὄσκοι : καὶ τούτοις
6813455 σφιγγομενος
. Ἔστι δ ' ὥσπερ χερρονήσου μεγάλης ἰσθμὸς οὗτος , σφιγγόμενος θαλάτταις δυσὶ τῇ τε τοῦ Ἰσσικοῦ κόλπου μέχρι τῆς
ἐπιστάντος ῥᾳδίως ἄπεισιν , ὡς ἂν οὐκέτι βίᾳ κρατούμενος οὐδὲ σφιγγόμενος . ἐκ τούτων ἐνίοτε οἱ θεοί τινας καὶ παρέδρους
6810039 συνιζοντος
, συνίζοντος μὲν πυρὸς κατὰ τὴν σβέσιν εἰς ἀέρα , συνίζοντος δ ' ὁπότε συνθλίβοιτο εἰς ὕδωρ ἀέρος , ὕδατος
μεγάλας λίμνας διανέμεσθαι , πρὸς τὰ κοιλότερα ἀεὶ τοῦ ὕδατος συνίζοντος , αὖθις δ ' ἐπιρρέοντος καὶ τοὺς μεθορίους ἰσθμοὺς
6802566 ἑδρην
στυπτηρίην , εἶτα καταλείψας ὑποκάειν νύκτα καὶ ἡμέρην . Τὴν ἕδρην ἐμβάλλει : ἀσταφίδι λείῃ , τετριμμένῃ , ξηρῇ ,
ἐπὴν ἐμβάλλῃς , ποίησον ὥσπερ τὰς βαλάνους τὰς πρὸς τὴν ἕδρην προστιθεμένας , μακρὰς δὲ ποίει καὶ λεπτὰς ταύτας :
6793598 ἀνακαθαιρεται
οὔρῳ ἐκκρίνεται τὸ πύον καὶ οἱ χυμοί , καὶ οὕτως ἀνακαθαίρεται . Δεύτερόν ἐστι κεφάλαιον ἐν ᾧ περὶ κρισίμων ἡμερῶν
κατ ' ἔκρουν ἐστί , τουτέστι διὰ πτυέλων διαφορεῖται καὶ ἀνακαθαίρεται καὶ οὕτως παύεται , ἢ τῷ χρόνῳ εἰς ἐμπύημα
6791445 συζυγης
δέδοται τῷ μεγέθει . δῆλον δ ' ὅτι καὶ ἡ συζυγὴς αὐτῇ : δέδοται γὰρ ὁ τῆς ΕΖ πλαγίας πρὸς
οὖσα καὶ τὸν τῆς ὕλης λόγον ἀναδεδεγμένη , καὶ ἐπεὶ συζυγὴς οὖσα τῇ μονάδι δι ' ἐκείνην ἐκωλύθη τῆς εἰρημένης
6788759 ἐκτασει
τῇ ἑαυτῶν ἐκτάσει μεγεθύνονται . Καὶ διατί μὴ τῇ αὐτῇ ἐκτάσει ἀρκεῖται τὸ α , ὡς Μήδεια Μηδία ; †
ἐπαύξησις ἀκολουθεῖ , οἷον ἵσταθι καὶ κατὰ ἀποκοπὴν ἵστα καὶ ἐκτάσει ἵστη : „ μέγεθος δ ' ὃς ἵστη „
6787404 Ἀσσυριᾳ
κατὰ τὴν ἐπιζευγνυμένην γραμμὴν , ἀπὸ τοῦ εἰρημένου πρὸς τῇ Ἀσσυρίᾳ καὶ τῇ Μηδίᾳ πέρατος μέχρι τῶν εἰς τὸν Περσικὸν
. . οε ∠ ʹ λη ∠ ʹ καὶ τῇ Ἀσσυρίᾳ παρὰ τὴν διὰ τοῦ Νιφάτου ὄρους γραμμὴν ἕως ἐπ
6784794 κατατασει
ἀντιμεταγέτω βίᾳ τὸν τράχηλον . προστιθέσθω δ ' ἅμα τῇ κατατάσει καὶ τῇ ὑπεραιωρήσει : ἀνίεται γὰρ τὰ περικείμενα τῷ
τὴν δὲ μόχλευσιν πλάτος ἔχοντι μοχλῷ μοχλεύειν χρὴ ἅμα τῇ κατατάσει , ἐκ τοῦ ἔξω μέρεος ἐς τὸ ἔσω ἀναγκάζοντα
6783025 ἰγνυαν
περί τε δακτύλους : συνίσταται δὲ καὶ περὶ βουβῶνα καὶ ἰγνύαν καὶ περὶ τὴν τοῦ ποδὸς πρὸς κνήμην συναφήν .
ἀνήνεγκας : τοῦ τε Καρός , ὑφ ' οὗ τὴν ἰγνύαν πληγεὶς ὁ Κῦρος ἔπεσε , καὶ αὐτοῦ δωρεὰν αἰτοῦντος
6779204 ἀγκιϲτρῳ
ὡϲ εἴρηται , τὰ χείλη τῆϲ διαιρέϲεωϲ . ἔπειτα ἔξωθεν ἀγκίϲτρῳ ἀνατείνοντεϲ τὴν οὐλήν , βελόνην διπλοῦν λίνον ἔχουϲαν διαπείρομεν
δύο διαιρέϲεων δέρματοϲ μυρϲινοειδοῦϲ τυγχάνοντοϲ τὴν πρὸϲ τῇ δεξιᾷ ἡμῶν ἀγκίϲτρῳ πείραντεϲ γωνίαν ὅλον τοῦτο τὸ δερμάτιον ἀποδείρωμεν , εἶτα
6762968 ζευς
ἁμιλλῶνται ταῖς κώπαις , τὸν πλοῦν ποιούμεναι : Μὴ μάτευε ζεὺς γενέσθαι . ἀκαταλλήλως ἐπέζευξε τὸν λόγον : ἀπὸ τοῦ
: Ὤπασε δέ . παρέσχε δὲ πρὸς τοῖς εἰρημένοις ὁ ζεὺς αὐτῇ γενναίων ἀνδρῶν καὶ πολεμικῶν πλῆθος , ὥστε δι
6760481 αἰακου
νοῦς : ὦ ἀκμή , ἄγγελε τῶν ἀφροδισίων : Ἱκέτας αἰακοῦ . τοῦτό φησι παρόσον αὐχμοῦ ποτε γεγονότος ἐν τῇ
αὐχμοῦ ποτε γεγονότος ἐν τῇ ἑλλάδι δι ' αὐτοῦ τοῦ αἰακοῦ εὐφράνθησαν , εὐξαμένου καὶ λύσαντος τὸν αὐχμόν : Ἐχθρὰ
6759086 ὀρθοφυης
τε εἶναι καὶ λεπτοφυλλοτέρα καὶ τὸ μέγεθος ἐλάττων καὶ ἧττον ὀρθοφυής : ἔτι δὲ τὸν κῶνον ἐλάττω φέρειν καὶ πεφρικότα
: ἄκανθα δ ' ἐστὶ δενδρώδης , θαμνοειδής , οὐκ ὀρθοφυής , ἄνθος ἔχουσα λευκόν , καρπὸν δ ' ὥσπερ
6754343 ΣΧ
μέγιστοι κύκλοι γεγράφθωσαν οἱ ΟΤ , ΠΥ , ΡΦ , ΣΧ . ἐπεὶ οὖν αἱ ΖΟ , ΟΗ , ΗΠ
ΧΦ τῇ ΚΒ . καὶ ἐπεὶ ἑκατέρα τῶν ΟΦ , ΣΧ ὀρθή ἐστι πρὸς τὸ τοῦ ΒΓΔΕ κύκλου ἐπίπεδον ,
6752824 σφρηγιδα
ὡς δὲ ἀπὸ τῆς νήσου ἑκὰς ἐγένετο , περιελόμενος τὴν σφρηγῖδα πάντων ὁρώντων τῶν συμπλόων ῥίπτει ἐς τὸ πέλαγος .
οἱ φρουρέειν ἔδωκεν : ὡς δὲ ἤνεικεν , λύσας τὴν σφρηγῖδα ὁ Κομβάβος τά τε ἐνεόντα ἐπέδειξεν καὶ ἑωυτὸν ὁκοῖα
6749815 ἐσοδον
καὶ ὁ νόμος οὕτω εἶχε , τοῖσι ἐπαναστᾶσι τῷ μάγῳ ἔσοδον εἶναι παρὰ βασιλέα ἄνευ ἀγγέλου , ἢν μὴ γυναικὶ
τοῦ ἱροῦ πάντῃ σταδίου ἐστί . Κατὰ μὲν δὴ τὴν ἔσοδον ἐστρωμένη ἐστὶ ὁδὸς λίθου ἐπὶ σταδίους τρεῖς μάλιστά κῃ
6741882 ὀξειην
στῇ , μύζει καὶ ἔμετον ἄγει , ἅμα καὶ λάπην ὀξείην ὑπόσαπρον , καὶ ὁκόταν ἀπεμέσῃ , οὐκ ἔχει ἑωυτόν
ἴσοι πεφύκασι , κἂν φθόνῳ ἀλαζονεύωνται . Ὄνος παλιούρων ἤσθιεν ὀξείην χαίτην . Τὸν δ ' εἶδεν ἀλώπηξ , κερτομοῦσα
6740378 ΖΔΒ
αὐτὸν τῷ τῆς ΑΓ πρὸς τὴν ΓΒ ἐστὶν τὸ ὑπὸ ΖΔΒ , τὸ δὲ λόγον ἔχον πρὸς τὸ ἀπὸ ΓΒ
ΔΑΓ : ὅτι λοιπὸν τὸ ὑπὸ ΑΔΓ μετὰ τοῦ ὑπὸ ΖΔΒ ἴσον ἐστὶν τῷ τε ὑπὸ ΑΓ ΔΒ καὶ τῷ
6732765 ΚΛΜΝ
διὰ τῶν ΒΓ , ΔΕ . κύκλος ἄρα ἐστὶ τὸ ΚΛΜΝ ἐπίπεδον . καὶ ἐπεὶ τὰ Δ , Ε ,
μεῖζόν ἐστι τὸ ΗΒ τοῦ Γ , συνεστάτω ἴσον τὸ ΚΛΜΝ , ὅμοιον δὲ τῷ Δ , ἵνα ᾖ τὸ
6728639 νηματ
τοῦτο τῶν ἄκρως ἐστὶ δεδημευμένων . τῇ γάρ τοι νεῖ νήματ ' : ὡς ἐργαστικωτέρας οὔσης τῆς δωδεκάτης τῷ νήματι
τῷ νήματι τῆς ἀράχνης χρῆται . τῇ γάρ τοι νεῖ νήματ ' : ἐν ᾗ νήθει τὰ νήματα αὑτοῦ ὁ
6720849 προσδιωρισμενην
: οὔτε γὰρ ἐπὶ τῶν προσδιωρισμένων , ὥστε πᾶσαν τὴν προσδιωρισμένην πρότασιν κατηγορηθῆναί τινος ὥσπερ τὴν ἀπροσδιόριστον , ἐπεὶ μὴ
αὐταῖς κυριωτέρου : ἑκατέρα γὰρ ἐκείνων τῶν ἀντιφάσεων ἔχει καθόλου προσδιωρισμένην πρότασιν , ἡ μὲν τὴν πᾶς ἡ δὲ τὴν
6712951 Κιρκῃ
παρίστησι , καὶ Εὐρυτίωνα τὸν Κένταυρον : τούς τε παρὰ Κίρκῃ λέοντας ποιεῖ καὶ λύκους , ταῖς ἡδοναῖς ἐπακολουθήσαντας .
ὤμνυέ με τὸν δέλφακα . καὶ Ἀναξίλας δ ' ἐν Κίρκῃ καὶ ἀρσενικῶς εἴρηκε τὸν δέλφακα καὶ ἐπὶ τοῦ τελείου
6708516 Παμφυλιᾳ
. . . . . ξα λζ ∠ ʹγ καὶ Παμφυλίᾳ κατὰ τὴν ἀπὸ τοῦ εἰρημένου πέρατος γραμμὴν , ἕως
. Ἐγένετο μετὰ ταῦτα καὶ ἐπ ' Εὐρυμέδοντι ποταμῷ ἐν Παμφυλίᾳ πεζομαχία καὶ ναυμαχία Ἀθηναίων καὶ τῶν ξυμμάχων πρὸς Μήδους
6708047 ἀνατρησιν
προσκειμένης , τὰ οὕτως ἔχοντα καταλείπω , χρώμενος μετὰ τὴν ἀνάτρησιν τῇ καταλλήλῳ θεραπείᾳ . τῆς δὲ ῥωγμῆς πλησίον ῥαφῆς
' ὅλον τὸ πάχος τοῦ ὀστέου φθαρῇ , ἐπὶ τὴν ἀνάτρησιν ὁρμῆσαι δεήσει . ἐπὶ δὲ τῆς κυκλικῆς τερηδόνος ,
6706007 Ἀρια
παρὰ τὸν Τάναϊν ποταμὸν Σογδιανὴ καὶ Βακτριανὴ καὶ τούτων ἐχομένη Ἀρία καὶ Παρθυαία καὶ Ὑρκανία , δι ' ἧς συμβαίνει
τετάρτῃ Φιλιππικῶν . τὸ ἐθνικὸν Ἀρήσιος ὡς Μενδήσιος Φαγρήσιος . Ἀρία , θηλυκῶς καὶ οὐδετέρως , Περσικὴ χώρα ὡς Ἑλλάνικος
6705882 περονῃ
Περὶ ἀστραγάλου . ἀστράγαλος δὲ οὐ κατάγνυται διὰ τὸ περιέχεσθαι περόνῃ καὶ κυβοειδεῖ , διὰ δὲ τὴν αὐτὴν αἰτίαν οὔτε
αἱ δύο μία . Ὁμοίως καὶ ἡ τρίτη περονᾶται μιᾷ περόνῃ καὶ ὑπὸ τοῦ διαξύλου ἐπαίρεται καὶ ὀρθοῦται καὶ τὴν
6702780 μαιαν
θεός . περικεφαλαίαν εἶχεν ὥστε δοκεῖν κύειν . ὡς τὴν μαῖαν : Ἀντὶ τοῦ ὡς πρός . ἄρρεν παιδίον :
βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος αὑτῷ μαῖαν ἡδίστην νέμει , ὅπου τίς ὄρνις οὐχὶ κλαγγάνει ;
6701950 Δαναῃ
, ὅπως τοῦ Περσέως ὑπὸ γοργόνων ἀναιρεθέντος αὐτὸς ἀδεῶς τῇ Δανάῃ συγγίνοιτο . ταῦτα δὲ λῆρος : Πολυδέκτης γὰρ γʹ
τὸ τεχθέν . ὧν δέ γ ' ἐστάλην , μύθους Δανάῃ τούσδ ' εὐπροσηγόρους ἄγων ἐκ Διός , ἀφίξομαι τάχιστα
6701665 ἑπτακαιδεκατην
κατενόει : διὰ ταχέων δὲ πάλιν παρέκρουσεν . Περὶ δὲ ἑπτακαιδεκάτην ἐοῦσα , ἦν ἄφωνος : εἰκοστῇ ἀπέθανεν . Ἐπικράτεος
, τὴν ἑξκαιδεκαταίαν τε Ὠρίων ἐπανίσχει καὶ ὑετὸς παρέπεται τὴν ἑπτακαιδεκάτην : τὴν μετ ' αὐτὴν τὸν Ἥλιον δέχεται ὁ
6699295 εἰσαγουσαν
τε καὶ μεῖζον τὸ τὴν ἐσθῆτα τὴν εἰς τὸ συνέδριον εἰσάγουσαν λαβόντα κοινωνῆσαι τῆς ἐν αὐτῷ τελετῆς . σὸν οὖν
ἀφαιρεῖται πᾶσαν τὴν πολυτέλειαν ἐπὶ τῇ προφάσει τῆς εὐσεβείας ἡδυπάθειαν εἰσάγουσαν . καλῶς οὖν τοῦ Λάκωνος εἰπόντος , ὃς ἐρωτηθεὶς
6697664 ΨΧ
: ὁ δὲ χρόνος , ἐν ᾧ τὸ Ψ τὴν ΨΧ διαπορεύεται , ὁ χρόνος ἐστίν , ἐν ᾧ τὸ
ὁ ἥλιος τὴν ΨΧ περιφέρειαν διαπορεύεται , καὶ ἔστιν τῆς ΨΧ ἡμίσεια ἡ Ψ͵Β , ἐν ἄρα τῷ ἡμίσει τῆς
6697045 Θεωριαν
' ἐπιπίοις βληχωνίαν . Ἀλλ ' ὡς τάχιστα τήνδε τὴν Θεωρίαν ἀπάγαγε τῇ βουλῇ λαβών , ἧσπέρ ποτ ' ἦν
ἐτέλεσσε καὶ ψυχὴν θνητήν , κἀμὲ νόθον † τελέσαι . Θεωρίαν ἀπάξειν . θεωρίαν ἀπάξειν ἀντὶ τοῦ θυσίαν ἀπενεγκεῖν .
6697017 ποϲοτητα
εἰϲ ὄγκον ἐπαίρει . αἱ δὲ τρεῖϲ διαφοραὶ τῶν κατὰ ποϲότητα τρίψεων ταῖϲ τριϲὶ διαφοραῖϲ ταῖϲ κατὰ ποιότητα ἐπιπλεκόμεναι ϲυζυγίαϲ
. ἀφελεῖν δέ τι χρὴ καὶ τῶν τροφῶν καὶ κατὰ ποϲότητα καὶ κατὰ ποιότητα ϲύμμετρα προϲφέρειν . ποιότητα δὲ λέγω
6692895 φλυκταιναν
ἔλασσον ἔμπυον τοῦ φύματος γίνεσθαι , ἐπὶ δὲ τοῦ δέρματος φλύκταιναν ἀνίστασθαι ὁμοίαν τοῖς πυρικαύτοις . προστίθησι δ ' ὅτι
Ξενοφῶν . φασὶ δ ' ἀνωτάτω μὲν ἐπικεῖσθαι τῷ ἕλκει φλύκταιναν μέλαιναν ὡς τὸ πολύ , ἧς ἐκραγείσης τὸ ὑποκάτω
6687122 Φιλιστῳ
, ὁποῖός ἐστι παρὰ Ἡροδότῳ τοῦ αὐλητοῦ , καὶ παρὰ Φιλίστῳ τοῦ ἵππου : ἐν ἑκατέρῳ ἐν τῇ πρώτῃ καὶ
δὲ ὁποῖός ἐστι παρὰ Ἡροδότῳ τοῦ αὐλητοῦ , καὶ παρὰ Φιλίστῳ τοῦ ἵππου καὶ τῶν ἐν ἑκατέρῳ ἐν τῇ πρώτῃ
6683003 ἐντυχουσα
. συντυχοῦς ' ] κατὰ τύχην φανεῖσα καὶ συναντήσασα , ἐντυχοῦσα , ἐπιτυχοῦσα . ἐπέστειλε ] ἐμήνυσε . , παρήγγειλε
τῆς λαιμαργίας ἀφειδῶς ἔχει , καὶ μέντοι καὶ ἀνθρώπου σώματι ἐντυχοῦσα οὐκ ἀπέχεται , ἀλλ ' ἐσθίει . ταύτῃ τοι
6679919 πνιγι
διαίτηϲ . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐνδείῃ μοῦνον , ἀλλὰ καὶ πνιγί : ἢν δ ' ὑπὸ πλήθεοϲ γίγνηται ϲυγκοπὴ καὶ
τὴν πρώτην συναίσθησιν , ἢ καὶ ἤδη κατειλημμένης τῇ ὑστερικῇ πνιγί , διαδέσμοις τὰ ἄκρα χρὴ καταλαμβάνειν καὶ τρίβειν ἰγνύας
6678142 ἐξεστηκε
οὔτε λογισμόν , ἤτοι οὔτε τὸν λόγον , ἀλλ ' ἐξέστηκε τῆς φύσεως . οὐ τοῦτό φησιν , ὅτι ἔξω
διάκειται ἡ δύναμις καὶ τὸ ἔμφυτον θερμὸν τῆς οἰκείας κράσεως ἐξέστηκε , τότε πέττεται μέν , ἀλλὰ τὸ χείριστον καὶ
6677836 ὀρθωσιν
ἐῶ δὲ κἀκεῖνο λέγειν , ὅτι ὁ μὲν Λυσίας κατὰ ὄρθωσιν ἀνηπλωμένως τὰς διηγήσεις , ὁ δὲ Δημοσθένης πλαγιάζων μετ
νηπίοις ἡ συμφορὴ αὕτη γίνεται , οἱ πλεῖστοι καταμβλακεύουσι τὴν ὄρθωσιν τοῦ σώματος , ἀλλὰ εἰλέονται ἐπὶ τὸ ὑγιὲς σκέλος
6677826 ΟΚ
ΔΟ τοῦ ὑπὸ τῶν ΘΟΚ , ἀνάλογον ἡ Λ πρὸς ΟΚ ἐλάσσονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΘΟ πρὸς ΟΔ .
περιφέρεια πρὸς τὴν ΞΟΠ . Καταληφθήσεται δὲ καὶ ἡ μὲν ΟΚ τοῦ μεσημβρινοῦ διάστασις , τουτέστιν ἡ ἀπὸ τοῦ διὰ
6676754 αὐτοδυαδα
εἰ δὲ τοῦτο φεύγοιεν , πάλιν ὁμολογήσουσι μόριον εἶναι τὴν αὐτοδυάδα τῆς αὐτοτετράδος , καὶ κατὰ πρόσθεσιν ἔσται ὁ ἀριθμὸς
τὴν πρώτην ᾠκειωμένα . φησὶ δὲ οὗτος , ὅτι ποιοῦντες αὐτοδυάδα ἐν τοῖς εἴδεσι καὶ αὐτομονάδα , πρῶτον μὲν ἐπειδὴ
6668668 πρυμνην
πράσσειν . Καιρὸς καὶ πλοῦς ὅδ ' ἐπείγει γὰρ κατὰ πρύμνην . Φέρε νυν στείχων χώραν καλέσω . χαῖρ '
εὔκραιοι . εὐκραίροις : διὰ τὰς ἐξοχὰς τῶν περὶ τὴν πρύμνην ἀφλάστων , ἢ διὰ τὴν κεραίαν ὀϊστοῦ . Ῥιπῇ
6665912 Καρμανιᾳ
πίναξ ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν Ἀρείᾳ , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῇ Καρμανίᾳ τε καὶ τῷ Περσικῷ κόλπῳ , ἀπὸ δὲ δύσεως
ὁρμηθείς . φέρονται δὲ δι ' αὐλῶνος παμφόρου συνάπτοντος τῇ Καρμανίᾳ καὶ τοῖς ἑωθινοῖς μέρεσι τῆς χώρας , καθάπερ καὶ
6665323 ἐσωφρονησε
τῇ Ναυσικάᾳ , καὶ εἴ τις ἄλλη ἐν μεγέθει πραγμάτων ἐσωφρόνησε πρὸς τὴν τύχην . Ἑξῆς δὲ μετὰ ταύτην ἡ
φανέντι . ταύτην Ἀπόλλων τὴν πρόφασιν ἔχων ἐγκαλεῖν Ἀγαμέμνονικατόπιν γὰρ ἐσωφρόνησε τοῦ λοιμοῦκαὶ τὴν εἰς αὑτόν τε καὶ τὸν ἱερέα
6663911 ΚΟ
ἢ ὁμοία : ἐν πλείονι ἄρα χρόνῳ τὸ Κ τὴν ΚΟ περιφέρειαν διελθὸν ἐπὶ τὸ Ο παραγίγνεται , ἤπερ τὸ
, ΚΛ , καὶ ἐπεζεύχθωσαν αἱ ΚΜ , ΚΞ , ΚΟ . ἐπεὶ οὖν ἀπὸ μετεωροτέρου τοῦ Κ ἐπὶ τὸ
6662453 Ἐρημῳ
' αὐτῶν ἐπιζευγνυμένην μεσημβρινὴν γραμμὴν , ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ Ἐρήμῳ πέρατος μέχρι τοῦ Ἰνδικοῦ πελάγους κατὰ θέσιν ἐπέχουσαν μοίρας
Περσίδι καὶ Σουσιανῇ καὶ Βαβυλωνίᾳ , ἀπὸ δὲ δύσεως Ἀραβίᾳ Ἐρήμῳ , εἶτα πάλιν ἀπὸ μεσημβρίας τῇ Εὐδαίμονι . Ἀπὸ
6661150 γαμηθεισῃ
συγκατῴκισέ τινι ὄνομα Σαμιάδῃ . οὗτος μὲν οὖν συμβιώσας τῇ γαμηθείσῃ χρόνον ἐνιαύσιον ἀπεδήμησε μακρὰν ἀποδη - μίαν . τὴν
ὅτι οὐκ ἂν αὐτῇ διαλεχθείην διεσπεκλωμένῃ 〚 ἤγουν ἐξηραμμένῃ , γαμηθείσῃ , ἐν τῇ συνουσίᾳ κατατετριμμένῃ , ἢ ἀχρήστῳ πρὸς

Back