. ἀπορουμένῳ δ ' αὐτῷ μνᾶς μὲν δέκα ὁ Παρμένων ὡμολόγησεν δώσειν , τριάκοντα δὲ μνᾶς ἐδεῖτό μου οὗτος συνευπορῆσαι
ἐτίμησαν , οὐ μὰ Δί ' οὐχ ὅτι τὸν Μιλύαν ὡμολόγησεν εἶναι ἐλεύθερον , ἀλλ ' ὅτι πεντεκαίδεκα ταλάντων οὐσίας
8058408 ὡμολογει
κυκῶν , πρός γε τοὺς ἑαυτοῦ ἑταίρους δι ' ἀποῤῥήτων ὡμολόγει τε καὶ ἠλήθευε καὶ ἀπεφαίνετο ἃ κἂν ἄλλος τῶν
χρήματ ' ἐν ταῖς Συρακούσαις ἐδανείζεθ ' οὗτος κἀκεῖνος . ὡμολόγει δ ' ἐκεῖνος μὲν πρὸς τοὺς τούτῳ δανείζοντας ,
7394486 προὐκαλειτο
λέγε . ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον Καὶ τοῦτο , εἴπερ προὐκαλεῖτο , ὀρθῶς ἂν ἐμαρτύρουν . εἰ μή φησιν ἀντίγραφα
γένος ἡμῶν . εἶτα τὴν ὠφέλειαν εἰπὼν ὅτι εἰς ἡμερότητα προὐκαλεῖτο καὶ ἐσωφρόνιζε , τοῖς μὲν χρηστηριάζων καὶ τὰ μὲν
7359084 ἀποθνησκων
κίνδυνον σημαίνει , λαμβάνων δέ τι καὶ θάνατον . δανειστὴς ἀποθνήσκων λύπης καὶ φροντίδος ἀπαλλάσσει . ἔτι δὲ καὶ δανειστὴς
ἐκείνωι . οὗτος δὲ ] / ἀπέδωκεν τὴν [ βασιλείαν ἀποθνήσκων Ἀττάλωι ] / τῶι τοῦ Εὐμένους [ / ἄρξαντ
7344690 ὡμολογησε
παρὰ τοὺς ὅρκους ἀποκτείναντα κατεστρατήγησεν . ὁ μὲν τύραννος [ ὡμολόγησε Τιμολέοντι παραδώσειν ἑαυτὸν ἐφ ' ᾧ τε ] κριθῆναι
ἐγγυητὰς παρ ' αὐτοῦ ἐλάβομεν , οὐ πιστεύοντες αὐτῷ ἃ ὡμολόγησε ποιήσειν . Πλὴν γὰρ δυοῖν οἰκιδίοιν ἔξω τείχους καὶ
7312199 ὑπεκρινατο
νοσῶν τις ἔδοξε Πείσωνά τινα καλούμενον ὁρᾶν . τοῦτό τις ὑπεκρίνατο πολλὴν ἀσφάλειαν καὶ σωτηρίαν καὶ προσέτι ἔφη ἐνενήκοντα καὶ
Ῥωμαίου θεράπων Ἴβηρ , ὑπονοήσας τι περὶ τῶν συνθεμένων , ὑπεκρίνατο συνειδέναι , ἕως τὸ πᾶν ἔμαθεν καὶ ἐμήνυσε τῷ
7156122 Μειδιας
Ἶβις Λυκούργῳ , Χαιρεφῶντι Νυκτερίς , Συρακοσίῳ δὲ Κίττα : Μειδίας δέ τοι Ὄρτυξ ἐκαλεῖτο : καὶ γὰρ ᾔκειν ὄρτυγι
τινες εἶναι δι ' εὐπορίαν προσειληφότες , καὶ πάλιν μισεῖ Μειδίας ἴσως ἐμέ . Καὶ αἱ διαστάσεις σεμνότητα ἔχουσιν ,
7136360 αἰτησας
καὶ ἀξιοῖ πεῖσαι μὴ δοθῆναι αὐτοῖς λέγων ὅτι καὶ Πεισίστρατος αἰτήσας καὶ λαβὼν ἐτυράννησεν . αὕτη δὲ ἡ πίστις οὐκ
δὲ γενομένου ἐλθὼν εἰς τὸ μέσον ὁ Αἴσωπος καὶ σιγὴν αἰτήσας ἔφη “ ἄνδρες εὐσεβεῖς , ἐπεὶ ὁ ἀετὸς τῶν
7100708 Διογειτων
μετὰ ταῦτα τοῦ πρεσβυτέρου τοῖν μειρακίοιν , καλέσας αὐτοὺς εἶπε Διογείτων , ὅτι καταλίποι αὐτοῖς ὁ πατὴρ εἴκοσι μνᾶς ἀργυρίου
, Διογείτονα Ἀχαρνέα . Σάτυρος Ἀλωπεκῆθεν , Σαυρίας Λαμπτρεύς , Διογείτων Ἀχαρνεὺς μαρτυροῦσι διαλλάξαι διαιτηταὶ γενόμενοι περὶ Νεαίρας τῆς νυνὶ
7076681 ὑποσχομενος
μέλη διαιροῦσιν . Ὅτι Πτολεμαῖος ὁ βασιλεὺς πολλὰ τοῖς ἐλεφαντοφάγοις ὑποσχόμενος οὐκ ἔπεισεν ἀποσχέσθαι τῆς βρώσεως αὐτῶν . Ὅτι τούτους
τῆς προδοσίας . Δατάμης δὲ παρακαλέσας τοὺς μισθοφόρους καὶ δωρεὰς ὑποσχόμενος , ἀνέζευξε πρὸς τοὺς ἀφεστηκότας . καταλαβὼν δ '
7068588 Θερσανδρος
οὕτως θερμὸν εὑρήσεις τὸ πῦρ . ” Ταῦτα ἀκούσας ὁ Θέρσανδρος παντοδαπὸς ἦν : ἤχθετο , ὠργίζετο , ἐβουλεύετο .
Πολυνείκη καὶ Ἐτερόκλη δι ' ἀλληλοφονίας : ὑπελείφθη δὲ ὁ Θέρσανδρος ζώπυρον τοῦ Πολυνείκους , τιμώμενον ἐν μάχαις τοῦ καὶ
7054787 ἐπειθετο
ἐνῆμμαι . ἐπείθετο ] καταπειθὴς ἐγίνετο . , κατεπείθετο . ἐπείθετο ] ἡ γυνή , ἐμοὶ παραινοῦντι τοιάδε . ἵππερόν
ἐν τῷ ἐγκρατεῖ τὸ ἐπιθυμητικὸν πρὸς ἀπόλαυσιν τῶν ἡδέων ἐρεθιζόμενον ἐπείθετο ἂν τῷ λόγῳ τῆς τοῦ ἡδέος ἀπείργοντι ἀπολαύσεως .
7046012 Ξανθιππος
θεῖναι κλῆσιν τῷ υἱῷ , Ξάνθιππον ἢ Χάριππον . ὁ Ξάνθιππος πατὴρ ἦν ἐκείνου τοῦ Περικλέους , ὃς ἦν τοῦ
Μιλτιάδης ἐπὶ τοῖς περὶ Πάρον ἑάλωκε , καὶ ὁ μὲν Ξάνθιππος αὐτῷ τιμᾶται φυγῆς , ὁ δὲ ἀνθυποτιμᾶται θανάτου .
7040688 ὀμοσας
τὸν δὲ Εὐρυσθέα ἐασάσης διὰ τὸ βασιλεῦσαι . Καὶ γὰρ ὀμόσας ὑπῆρχεν ὁ Ζεὺς τοῖς θεοῖς τάδε : ὁ τικτόμενος
ἐμοῦ ὅρκον εἰς τὸν ἐχῖνον , ἠξίου οὗτος καὶ αὐτὸς ὀμόσας ἀπηλλάχθαι . ἐγὼ δ ' εἰ μὲν μὴ περιφανῶς
6991401 ὑποπτευσας
τὴν χύτραν ἔρριψε καὶ συνήψει . ὁ δὲ Ξάνθος , ὑποπτεύσας μή πως ὁ Αἴσωπος τὸν λείποντα πόδα μὴ εὑρὼν
τὴν Λυσιακὴν οὐδὲ τὴν εὐστομίαν ἔχουσιν ἐκείνης τῆς λέξεως , ὑποπτεύσας τε καὶ βασανίσας εὗρον οὐκ ὄντας Λυσίου . ὧν
6979034 ἐλοιδορει
οὐδέν , τοῖς δὲ μηροῖς σου προσκεφαλᾴδιον . Εὐτράπελόν τις ἐλοιδόρει , ὅτι Σοῦ τὴν γυναῖκα δωρεὰν ἔσχον . ὁ
περὶ μουσικὴν διατετριφώς , ὁ δ ' ἕτερος , ὃν ἐλοιδόρει , περὶ γυμναστικήν . καί μοι ἔδοξε χρῆναι τὸν
6974618 ὑποκρινομενος
. Εἴρων : ὁ τὴν ἀλήθειαν ἐν τῷ ψεύδει λέγειν ὑποκρινόμενος . Ἐὰν δὲ προαιρῆται ἐκκλητευθῆναι μᾶλλον . Ἐκκλητευθῆναι :
κατάβαλε λοιπὸν , ὦ Μίκων , παίζειν ταυτηνὶ τὴν κρίσιν ὑποκρινόμενος : ἔξεστι , λέγεις , μετὰ Μαραθῶνα καὶ τρόπαιον
6971056 προσκαλεσαμενος
τὸν Ἀλέξανδρον ἀξιούντων ἀμῦναι ταῖς ἰδίαις συμφοραῖς ὁ μὲν βασιλεὺς προσκαλεσάμενος τοὺς προεστηκότας καὶ τῆς αὑτοῦ μεγαλοψυχίας ἀξίως τιμήσας ἐπηγγείλατο
πτεροῖς γράμματα ἔχοντα . ἐκπλαγεὶς δὲ ἐγὼ τῷ πράγματι , προσκαλεσάμενος Σθένελόν τε καὶ Διομήδη ἐδείκνυον αὐτοῖς τὰ ἐνόντα .
6968667 κατηγορησε
δὲ συναγαγὼν τῶν τε στρατιωτῶν καὶ τῶν παρεπιδημούντων κοινὴν ἐκκλησίαν κατηγόρησε Κασάνδρου , προφερόμενος τήν τε Ὀλυμπιάδος ἀναίρεσιν καὶ τὰ
εἰρημένων , ἵνα γένηται οὕτως ὁ νοῦς , πολλὰ μὲν κατηγόρησε καὶ μέγιστα κακά , τούτων δὲ δίκην λαβεῖν διὰ
6943064 ἡμαρτεν
σου . οὐ φροντίζω , φησὶ , κἂν λέγῃς ὅτι ἥμαρτεν . 〚 οὐ δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον
αἰτίαν ἐπήνεγκεν ἐρωτικὴν ἢ τούτῳ : ὁ δὲ ἀνὴρ γενόμενος ἥμαρτεν ἃ ἐν παισὶν ἔφευγεν . ὁ μὲν οὖν κατήγορός
6936797 ἠμυνατο
ἀργῷ πᾶς φαληριῶν λύθρῳ στόρθυγξ , δεδουπὼς τὸν κτανόντ ' ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον ὀρχηστοῦ σφυρόν . τρίτος δὲ τοῦ
' αὐτὸν μοῦνον ἀνθρώπων δόλῳ ἔκτεινεν : εἰ γὰρ ἐμφανῶς ἠμύνατο , Ζεύς τἂν συνέγνω ξὺν δίκῃ χειρουμένῳ : ὕβριν
6921146 προδους
. Καί τοι τί φημι καὶ τί δρᾶν βουλεύομαι ; προδοὺς ἀπιέναι τὸν ἀγαπητὸν δεσπότην , τὸν τροφέα , τὸν
οὐ προσηκόντων πλουτούντων . Προδότης γάρ τις τῶν Κιλίκων Μίλητον προδοὺς , ηὐπόρησεν . Ὅμοιον , Ἀπὸ νεκρῶν φορολογεῖν .
6906845 Περιανδρος
ῥητόρων ἀκούουσαν πολιτείαν ἀρίστην εἶναι . Τελευταῖος δὲ πάλιν ὁ Περίανδρος ἐπικρίνων ἔφη , δοκεῖν αὐτῷ πάντας ἐπαινεῖν δημοκρατίαν τὴν
. Λέγε θαρρῶν , ὡς ἔμοιγε οὔτε Κύψελός τις οὔτε Περίανδρος ἐν τοῖς ὠσὶν κάθηται . Σκόπει δὴ μεταξύ ,
6889203 πιστευθεις
κομμεάτα τῷ στρατιώτῃ γινέσθω . Εἴ τις πόλιν ἢ κάστρον πιστευθεὶς εἰς παραφυλακὴν τοῦτο προδώσει ἢ χωρὶς ἀνάγκης εἰς ζωὴν
τῆς τέχνης αὐτοῦ τὸν τρόπον μᾶλλον , ὅτι με θνήσκοντα πιστευθεὶς οὐχ ὡς τύραννον ἀνῄρηκεν , ἀλλ ' ὡς νοσοῦντα
6885914 ᾐτησε
, θέσει , ποιότητι καὶ γνώμῃ . οἷον ἀριστεύσας τις ᾔτησε πολίτου φόνον καὶ ἔλαβεν , εὕρηται προαπεκτονὼς αὐτὸν καὶ
Ἰωνιτῶν πόλει τοῦ λεγομένου Δράκοντος , νυνὶ δὲ Ὀρόντου , ᾔτησε τοὺς Ἰωνίτας εὔξασθαι : καὶ ἐν τῷ εὔχεσθαι αὐτοὺς
6883400 ἐπεισθη
δαιτὸς μὲν ἐίσης οὐκ ἐπιδευεῖς . ἐκ τούτων δ ' ἐπείσθη Ζηνόδοτος δαῖτα ἐίσην τὴν ἀγαθὴν λέγεσθαι . ἐπεὶ γὰρ
δὲ πλῆθος ἓν μόνον τοῦτο ἁμαρτεῖν ἔλεγον , ὅτι πονηροῖς ἐπείσθη δημαγωγοῖς ἴδια κέρδη παρεσκευασμένοις . ταύτης δὲ τῆς ἀπάτης
6865123 ἠγγυατο
ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα μὲν γὰρ ἤγουν ὡμολόγει δώσειν , ἠγγυᾶτο δὲ ὁ λαμβάνων . ἡμέρα ἠοῦς διαφέρει . ἡμέρα
ἐγώ , ἔφης σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ
6848579 ἐγραψατο
καὶ ἐσπείσατο , τὸν παῖδα ὡραῖον ὄντα ἐκεῖ καταλιπών : ἐγράψατο αὐτὸν προαγωγείας ὁ Δημοσθένης ἐπανελθόντα , ἔλυσε τὴν εἰρήνην
ὁ θέμενος , ἀπέτεισε τιμὴν τῶν φιαλῶν τῷ Τιμοσθένει , ἐγράψατο δὲ ὁ πατὴρ αὑτῷ τοῦτον ὀφείλοντα πρὸς τὸ ἄλλο
6846684 ἠξιωσε
αὐτοὺς ὁ τεχνικὸς καὶ μὴ ἄλλο τι τῶν ὀνομάτων καλεῖσθαι ἠξίωσε ; καὶ διατί μυρίων ὄντων ἀρσενικῶν ὀνομάτων αὐτὸς περὶ
Τροφωνίου φέρεις , παίδων ὅπως νῶιν σπέρμα συγκραθήσεται ; οὐκ ἠξίωσε τοῦ θεοῦ προλαμβάνειν μαντεύμαθ ' : ἓν δ '
6841666 ὀργιζομενος
ἐπέλθῃ , ἐπιπεσεῖ , ἀναβράσει . κελεύων : κεντῶν , ὀργιζόμενος . Βουτύπος : ὁ οἶστρος , τὸ κέντρον τοῦ
, τὸ δὲ Αἰσχίνου πως βλάπτει . σωφρονεῖ δὲ καὶ ὀργιζόμενος ὁ ῥήτωρ : κρύπτει γὰρ ἐν προοιμίοις τὴν προσηγορίαν
6830829 Κλεωνυμος
Δείνων τε ὁ πολέμαρχος καὶ Σφοδρίας τῶν περὶ δαμοσίαν καὶ Κλεώνυμος ὁ υἱὸς αὐτοῦ , καὶ οἱ † μὲν ἵπποι
τῆς φύσεως τὸ δῶρον . Ἀριστόδημος δὲ ὁ τρέσας καὶ Κλεώνυμος ὁ ῥίψας τὴν ἀσπίδα καὶ ὁ δειλὸς Πείσανδρος οὔτε
6830279 ψευσαμενος
Πάντα ἄρα ἀφελὼν καὶ οὐδὲν περὶ αὐτοῦ εἰπὼν οὐδέ τι ψευσάμενος , ὡς ἔστι παρ ' αὐτῷ , εἴασε τὸ
ψεύσομαι . οὐ ψεύδεϊ τέγξω : οὐκ εἰς ὑπερβολὴν τραπήσομαι ψευσάμενος . ἤτοι οὐ κρύψω τὸν λόγον τῷ ψεύδει :
6826641 Τεισιᾳ
, ὡς οὐκ ἐγίγνετο . μαρτυροῦσι παρεῖναι πρὸς τῷ διαιτητῇ Τεισίᾳ , ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον ,
' ἐξ αὐτῆς δεικνύω . Μαρτυροῦσι παρεῖναι πρὸς τῷ διαιτητῇ Τεισίᾳ , ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον , εἰ μή φησιν
6825175 ἐγκαλων
ἐνθυμούμεθα , κατ ' ἔμφασιν αὐτὰ σημαίνων , ὡς ἵνα ἐγκαλῶν τινι πολυπραγμοσύνην καὶ ἐργολάβειαν εἴπω , ὁ δεῖνα ὁ
: Μετὰ τιμωρίας λάβοι . . προσκαλούμενος : Ἀντὶ τοῦ ἐγκαλῶν , εἰς δικαστήριον ἕλκων , . 〚 καὶ πῶς
6813311 ἠγγυα
Σπουδία , ψευδῆ μοι μαρτυρεῖν , τοὺς παραγενομένους ὅτ ' ἠγγύα μοι , τοὺς εἰδότας ἔλαττόν με κομισάμενον , τοὺς
σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ λαμβάνων . ἐγγυῶ
6805773 ἐτυραννησεν
Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . ὄνομα κύριον . οὗτος ἐτυράννησεν . Θεογείτων : Δημοσθένης ἐν τῷ αὐτῷ . ἔνιοι
ἀπέκτεινεν αὐτοὺς καὶ ἀφῆκεν τὸν κατεχόμενον , μετὰ ταῦτα ἐκεῖνος ἐτυράννησεν ἀφεθείς : καταλυθείσης τῆς τυραννίδος κρίνεται συνειδότος ὁ στρατηγός
6803498 ἐπιβουλευων
τὰς τοῦ Παρμένοντος , καὶ ὅτ ' ἐξώρμιζε τὴν ναῦν ἐπιβουλεύων ἀποδρᾶναι καὶ ἀποστερῆσαι τὸ ἐπὶ τὴν τράπεζαν χρέως ,
κατὰ συνδρομὴν διαιροῦντες δίχα : ἐρεῖ τοίνυν , εἰ μὲν ἐπιβουλεύων τῇ πόλει καὶ κακὸν ἐργάσασθαι βουλόμενός τι τὸ τεῖχος
6802798 πεισας
ᾤκησαν , οὕτως ὡς ἕκαστος ὥρμητο . Κλέων δὲ Ἀθηναίους πείσας ἐς τὰ ἐπὶ Θρᾴκης χωρία ἐξέπλευσε μετὰ τὴν ἐκεχειρίαν
ἦν ἄν . ἢ γὰρ ἐπείσθη τις ἂν , ἢ πείσας ἀπήλλακτο . νῦν δ ' ἑτέρους διακόνους ὑποβαλλόμενοι τῆς
6794386 ἐτολμησε
δὲ ὁ μὲν πολλά τε καὶ ἐχθρὰ ἐς τὴν πατρίδα ἐτόλμησε καὶ Πύρρον τὸν Αἰακίδου σφίσιν ἐπηγάγετο ἐς τὴν χώραν
, ὥσπερ αὐτοῦ παρόντος . οὔκουν ὅπως μνησθῆναι ἄν τις ἐτόλμησε πρός τινα περὶ Κύρου φλαῦρόν τι , ἀλλ '
6762482 ᾐτησατο
πολιορκίαν Πνυταγόραν ἀποστέλλων ἄλλας τε δωρεὰς ἔδωκε καὶ χωρίον ὃ ᾐτήσατο . πρότερον δὲ τοῦτο Πασίκυπρος [ ὁ ] βασιλεύων
ὅτι τῶν δημάρχων παρόντων οὐ παρ ' ἐκείνων ὁ δημαγωγὸς ᾐτήσατο τὴν χάριν , ἐπιτρέπουσιν αὐτῷ λέγειν . σιωπῆς δὲ
6759229 προειλετο
ἐγκώμιον . ἐπαινεῖ μὲν γὰρ αὐτὸν , καθὸ καλὴν ὑπόθεσιν προείλετο γράφων περὶ Ἑλένης , ψέξας δὲ διὰ πολλῶν ἐν
δόρυ , οὐκ ἂν ὁ Κροίσου παῖς ἀνῃρέθη : ἀλλὰ προείλετο μὲν ὅτε ἀφῆκε τὸ δόρυ , προείλετο δὲ οὐ
6753755 Φορμιων
, ἵνα εἰδῆτε ὅτι μεγάλων ἀδικημάτων οὐκ ἔχων καταφυγὴν ὁ Φορμίων , πρόφασιν λαβὼν λόγῳ τὴν πρόκλησιν , ἔργῳ αὐτὸς
ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται . Μέγα , ὦ Φορμίων , γλωττόκομον , οὐκ ὀφθαλμιῶ . Ὀλίγαις ἐραστὴς γέγον
6753594 Κλεινιαν
Ἑλλήνων ἐχθροὺς Πέρσας . καὶ τὸν ἀδελφὸν δὲ τοῦ Ἀλκιβιάδου Κλεινίαν μαινόμενόν τε ἀποφαίνει καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ ἠλιθίους Μειδίαν
δὲ καὶ ἡλίῳ τὴν μεγίστην χάριν οἶδα , ὅτι μοι Κλεινίαν ἀναφαίνουσιν . ” Κύρῳ δὲ φίλος ἐγένετο τοῦτον τὸν
6749026 Νικοδημον
διὰ τοῦ αὐτόν , τὸν Ἀρίσταρχον , ἀναπεῖσαι φονεῦσαι τὸν Νικόδημον καὶ διὰ τοῦτο φεύγειν . . . . ἀντὶ
γοῦν τινος ἐρασθεὶς μειρακίου καὶ δι ' αὐτὸν παροινήσας εἰς Νικόδημον ἐξέκοψεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς . παραδέδοται δὲ καὶ περὶ
6739365 Ἀκουσας
ἐνθάδε ἐόντος , ποίεε ταῦτα καὶ ποίεε κατὰ τάχος . Ἀκούσας ταῦτα ὁ Κῦρος ἐφρόντιζε ὅτεῳ τρόπῳ σοφωτάτῳ Πέρσας ἀναπείσει
τῶν Χαλδαίων , τοῦ αἰχμαλωτεῦσαι τὸν λαὸν εἰς Βαβυλῶνα . Ἀκούσας δὲ ταῦτα Βαροὺχ , διέρρηξε καὶ αὐτὸς τὰ ἱμάτια
6735387 ἐπηγγειλατο
νὴ Δία , φήσειεν ἄν τις , ἀλλὰ Δᾶτις οὐδὲν ἐπηγγείλατο τῷ δεσπότῃ . καλῶς λέγεται δ ' οὖν αὐτῷ
ἀρνουμένη γὰρ οὐκ ᾤετο πίστιν ἕξειν : ὅθεν οἶμαι καὶ ἐπηγγείλατο . ἡ μὲν δὴ Μελίτη ῥᾴων ἐγεγό - νει
6724729 βουλευσαμενος
καὶ ἁμαρτητικῶς αὐτοῖς χρήσεται , οὕτω καὶ ὁ περὶ τἀγαθοῦ βουλευσάμενος ἢ καθόλου ἁμαρτήσεται ἢ καθ ' ἕκαστον . καὶ
ὑπὲρ τοῦ δικαίου συνείληφε λογισμόν : ἢ οὕτως : πολλὰ βουλευσάμενος , ὦ δικασταὶ , τήμερον περὶ ταυτησὶ τῆς γραφῆς
6722740 ἐμηνυσε
. καὶ οἱ μὲν ἐσέφερον , θεράπων δὲ τὸν δεσπότην ἐμήνυσε χρυσίον κρύψαι καὶ πεμφθέντι λοχαγῷ τὸ χρυσίον ἔδειξεν .
θεσμοθετῶν δικαστηρίῳ τοὺς μεμυημένους , ἀκούσαντας τὰς μηνύσεις ἃς ἕκαστος ἐμήνυσε , διαδικάσαι . Καὶ ἐψηφίσαντο πρώτῳ μὲν Ἀνδρομάχῳ ,
6717339 Καλλιας
, ὃς ἐφεξῆς τῇ εἰκόνι ἐστὶ τοῦ Σάρδου , Ἀθηναῖος Καλλίας Λυσιμαχίδου πατρὸς ἀναθεῖναί φησιν ἰδίᾳ περιποιησάμενος ἀπὸ τοῦ πρὸς
τῷ πυρὶ τὸν χρυσὸν οἱ βάναυσοι , ἀνωτέρω εἶπον . Καλλίας ἐν τῷ δεκάτῳ τῶν περὶ τὸν Συρακόσιον Ἀγαθοκλέα λόγων
6715576 μεταπεμψαμενος
ὁ Φιλάδελφος βασιλεύς . Λαμβάνοντος γὰρ αὐτοῦ σύνταξιν βασιλικὴν , μεταπεμψάμενος τοὺς ταμίας , ἐκέλευσεν , ἐὰν παραγένηται ὁ Σωσίβιος
ναυμαχίᾳ , οὔσης μοι παρακαταθήκης παρ ' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ
6713621 ὠκνει
αὐτοῦ τὰ ἐμοὶ δοκοῦντα . ὅτι δὲ τὸ ψεῦδος οὐκ ὤκνει πάντων μάλιστα οὐδὲ αἰσχρὸν ἐνόμιζε , τοῦτο λέγω :
' ἂν οὕτως ἐγένετο , εἴπερ ἐγίγνετο , κάλλιστα , ὤκνει ὡς δὴ μανθάνων καὶ ἀκούων τῶν περὶ φιλοσοφίαν λόγων
6711373 ἠθελησε
πλεῖστα ἐκέρδαινεν . ὅθεν αὐτὴν οὖσαν δυνατωτάτην ὁ Νίγρος προκαταλαβεῖν ἠθέλησε , καὶ μάλιστα ἐλπίζων δύνασθαι κωλύειν τὴν ἀπὸ τῆς
' ἦν μυωνία . ἐς ὑπερβολὴν δὲ λαγνιστάτην αὐτὴν εἰπεῖν ἠθέλησε μυωνίαν ὅλην ὀνομάσας . καὶ Φιλήμων μῦς λευκὸς ὅταν
6708630 ἐπραττε
διὰ τὸ προξενεῖν ὑμῶν . ἔλεγε μὲν οὖν τοιαῦτα , ἔπραττε δ ' ἴσως ὅπως διάφοροι καὶ οὗτοι ἀλλήλοις ὄντες
ἐπειδὴ μείων ὁ ἕτερος , ἀλλ ' ἀφ ' ὧν ἔπραττε , καὶ ἐποιοῦντο αὐτὸν ξύμβολον τοῦ πολέμου ἀγαθὸν ἐκ
6702613 Ἐπιχαρης
τὸ τρίτον εἶναι μέρος τοὺς ηʹ ὀβολοὺς τοῦ τετραδράχμου . Ἐπιχάρης : Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . ὄνομα κύριον
Κλεινόμαχος ἐρῶν εἶπε τὰ μὲν ἄλλα κατὰ τὰ αὐτὰ καθάπερ Ἐπιχάρης , Τιμόμαχον δὲ καλλίω εἶναι . Καὶ Αἰσχίνης δὲ
6698875 ἐπεμψεν
. ὃν ἐλθόντα ὁ Κροῖσος εἰς θαῦμα θέλων κινῆσαι , ἔπεμψεν εἰς τοὺς θησαυροὺς αὐτοῦ , δεικνὺς αὐτῷ ὡς πολύχρυσος
ἠπείλει . Ἀντίγονος δείσας περὶ τοῖς ὁμη - ρεύουσι πρεσβευτὴν ἔπεμψεν , ὅσα αἰτοῦσι δώσειν ὑπισχνούμενος , εἰ πέμψειαν τοὺς
6698742 συνεγνω
. “ ταῦτα τῶν μάγων εἰπόντων ὁ βασιλεὺς ἥσθη καὶ συνέγνω . τοιάδε μὲν ἐπυθόμην περὶ Σελευκείας : ὁ δὲ
τινὸς λαβομένη δεινοῦ , οὐ συνεῖδε τὴν φύσιν , οὐ συνέγνω τῷ σφάλματι , ἀλλ ' εὐθὺς ἦλθεν ἐπὶ τὸν
6698158 Ἀμφιας
ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον , ὃ παρεῖχεν Ἀμφίας ὁ Κηφισοφῶντος κηδεστής , Ἀπολλόδωρον δ ' οὐκ ἐθέλειν
Σικυωνίων δὲ Δημότιμος Ναυκράτους , Μενεκράτης Ἀμφιδώρου , Ἐπιδαυρίων δὲ Ἀμφίας , Ἀθηναίων δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικίας ὁ Νικηράτου ,
6692455 ὑπισχνειτο
τὴν δὲ Θεσπικήν . ἐπλούτει δὲ σφόδρα ἡ Φρύνη καὶ ὑπισχνεῖτο τειχιεῖν τὰς Θήβας , ἐὰν ἐπιγράψωσιν Θηβαῖοι ὅτι Ἀλέξανδρος
Ἀριοβαρζάνης δὲ ὁ υἱὸς , συμπαθῶς διακείμενος πρὸς Ἀλέξανδρον , ὑπισχνεῖτο τὸν πατέρα προδώσειν . Ἀγανακτήσας δὲ ὁ πατὴρ ἐτραχηλοκόπησεν
6691784 τελευτων
ζῶν μὲν ἐπηγγέλλετο τὴν οὐσίαν ἱερὰν τῇ Ἀφροδίτῃ καταλεῖψαι , τελευτῶν δὲ τὰ ὄντα προὔθηκεν εἰς ἁρπαγήν . Ἀρχὴ Σκυρία
ἀρετῆς ὑγιῶς ἔχει . Πλάτων Φαίδωνι [ . , ] τελευτῶν δὴ θαμὰ προσκρούων μισεῖ τε καὶ πάντας ἡγεῖται οὐδενὸς
6685051 διαβληθεις
καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ Διόγνητος διαβληθεὶς μὲν ὑπὸ τῶν συκοφαντῶν φεύγων ᾤχετο , μετ '
χρόνῳ κριτέον τὴν εὔνοιαν . Ὁ βίος καθάπερ νόμισμα , διαβληθεὶς ἐν ἀρχαῖς ἀδόκιμος εἰς ἅπαντα γίνεται τὸν χρόνον .
6685042 ἐπεθυμησε
Ὡς δὲ τῷ Κύρῳ καὶ τοῦτο τὸ ἔθνος κατέργαστο , ἐπεθύμησε Μασσαγέτας ὑπ ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι . Τὸ δὲ ἔθνος
τῶν τε ἄλλων Ἑλλήνων καὶ αὐτῶν Λακεδαιμονίων , παρθένου Βυζαντίας ἐπεθύμησε : καὶ αὐτίκα νυκτὸς ἀρχομένης τὴν Κλεονίκηντοῦτο γὰρ ὄνομα
6678894 ὑπεσχετο
εὔχοντο μιγήμεναι Ἀργείοισιν αἴσῃ ἐν ἀργαλέῃ : ὃ δ ' ὑπέσχετο πάντα τελέσσειν . Αὐτὰρ ἐπεὶ δόρπησαν , ἔβαν ποτὶ
τοὺς Παφλαγόνας καὶ τῶν Ἑλλήνων ὁπόσους πείσειεν . ἐπεὶ δὲ ὑπέσχετο αὐτῷ , ἐθύετο : καὶ ἅμα δείλῃ καλλιερησάμενος κατέλυσε
6678576 εἰσαγαγων
, καὶ τοῖς δυνάμει τὸ εἶναι καὶ τὴν οὐσίαν ἔχουσιν εἰσαγαγὼν τὴν ἐνέργειαν ἀπολώλεκας αὐτῶν τῆς ὑποστάσεως τὴν αἰτίαν ,
καὶ ἀποχωρῶν οὐ μὴ δείσῃς τὸν πολέμιον . ἄλλος παῖδα εἰσαγαγὼν οὕτως ἐδωρήσατο προπίνων καὶ ἄλλος ἱμάτια τῇ γυναικί ,
6678428 Μεγακλης
μάλιστα πάντων Ἀθηναίων . Καὶ γὰρ ὁ τῆς μητρὸς πατὴρ Μεγακλῆς καὶ ὁ πάππος Ἀλκιβιάδης δὶς ἐξωστρακίσθησαν ἀμφότεροι , ὥστ
φίλων . Ἀγαθοκλῆς συνήγαγε τοὺς φίλους . ἐπὶ τούτων ὁ Μεγακλῆς διεξελθὼν τὰ δίκαια τῆς πατρίδος τελευταῖον ἔφη εἰ δὲ
6675178 ἐπιζητων
τοῦ ζητεῖν ἐν αὐτῶ τί : τὸ γὰρ μεταλλῶ , ἐπιζητῶν ἔστι . μῦς , παρὰ τὸ μῦσος ὅ ἐστι
εἰς ἔσχατον προελθόντων : ὡς γὰρ ὁ Παρμενίδης τὸ ἓν ἐπιζητῶν ἐπὶ πάντα προῆλθε τὰ ὁπωσοῦν τοῦ ἑνὸς ἐξηρτημένα ,
6662130 ἐπιγραψαμενος
ποτηρίων ] ἑλκύσας , λόγῳ γοῦν ἀντελάβετο τῆς ἀρετῆς , ἐπιγραψάμενος τοῖς ἐν Λίνδῳ πᾶσιν αὑτοῦ ἔργοις : ἁβροδίαιτος ἀνὴρ
. οὐ γὰρ ἂν ξένην καὶ ξένον τοὺς ἐμαυτοῦ γονέας ἐπιγραψάμενος μετέχειν ἠξίουν τῆς πόλεως : ἀλλ ' εἴ τι
6654473 Θηρων
καὶ ἀμφιλαφοῦς ἑστιάσεως ἐμπιπλάμενος . καὶ ὁ μὲν τοῦ Μενάνδρου Θήρων μέγα φρονεῖ , ὅτι ῥινῶν ἀνθρώπους φάτνην αὐτοὺς ἐκείνους
ἀλλ ' οὐ δημοτικῶς οὐδ ' ἴσως ἄρχειν . Ὅτι Θήρων ὁ Ἀκραγαντῖνος γένει καὶ πλούτῳ καὶ τῇ πρὸς τὸ
6649634 ἀπηντηκε
ἐφαίνου μετέχων , οὕτω σοι καὶ ὁ τέταρτος λοιπὸς ἐνταῦθα ἀπήντηκε . σαφῶς γὰρ οὑτωσὶ τῷ Περικλεῖ ταυτὸν ἔπαθες ἐπὶ
. . Ζ , . ὅτι πρὸς τὸ δεύτερον πρότερον ἀπήντηκε . . . . , γ . ο .
6648735 ἐπεισε
Περικλῆς , δεινότητι λόγου πολὺ διαφέρων ἁπάντων τῶν πολιτῶν , ἔπεισε τοὺς Ἀθηναίους μὴ ἀναιρεῖν τὸ ψήφισμα , λέγων ἀρχὴν
' ὑμᾶς πλανωμένῳ . “ τοσαῦτα ὁ Σόραιχος εἰπὼν μόλις ἔπεισε τὸν Ῥοδάνην μένειν , μάλιστα μὲν ὑπὲρ τῆς Σινωνίδος
6645171 ὠμοσεν
ὅρκων πίστιν προῆλθον . Ὁ μὲν δὴ Δάφνις τὸν Πᾶνα ὤμοσεν ἐλθὼν ἐπὶ τὴν πίτυν μὴ ζήσεσθαι μόνος ἄνευ Χλόης
, ἔτι δ ' οὐχὶ τοὺς ἄνδρας ἀπαθανατίσας ὁ ποιητὴς ὤμοσεν , ἵνα τῆς ἐκείνων ἀρετῆς τοῖς ἀκούουσιν ἐντέκῃ λόγον
6643737 ἀπηγγειλε
εἴδωλον τοῦ θεοῦ χαλεπαίνειν τε καὶ ἀγανακτεῖν , ὅτι οὐκ ἀπήγγειλε πρὸς τὴν βουλὴν τὰ κελευσθέντα , καὶ ἀπειλεῖν ,
πρεσβυτάτην φάσκουσαν εἶναι τῶν Κρόνου παίδων , ὡς αὐτὸς Ὅμηρος ἀπήγγειλε ποιήσας , καί με πρεσβυτάτην τέκετο Κρόνος ἀγκυλομήτης ,
6640671 Ἀρχελαον
ἀρχαίων Ἀναξαγόραν , καίτοι ἔν τισιν ἀντειρηκὼς αὐτῶι , καὶ Ἀρχέλαον τὸν Σωκράτους διδάσκαλον . . . Γ . [
καὶ Θεόπομπος ἐν τῶι α τῶν Φιλιππικῶν λέγει : τὸν Ἀρχέλαον καλοῦσι καὶ Ἀργαῖον καὶ Παυσανίαν . . . .
6640394 αὐτομολος
τε ἦν . Ζώπυρος Δαρείου σατράπης ἀκρωτηριάσας τὸ πρόσωπον ἧκεν αὐτόμολος ὡς ταῦτα δὴ ὑπὸ Δαρείου παθών . Βαβυλώνιοι πιστεύουσι
ἐν Πλαταιῇσι κατέστρωντο οἱ βάρβαροι , ἐνθαῦτά σφι ἐπῆλθε γυνὴ αὐτόμολος : ἣ ἐπειδὴ ἔμαθε ἀπολωλότας τοὺς Πέρσας καὶ νικῶντας
6637928 κοινωνησας
ἄνδρα φίλον ἐν νυκτὶ ἐκπεσόντα ἐς πέλαγος οὕτως ἠγριωμένον ἢ κοινωνήσας τοῦ θανάτου ; καί μοι ἐπ ' ὀφθαλμῶν λαβὲ
ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας κοινωνήσας στρατείας οὐκ ἄνευ γνώμης βασιλέως , καὶ ἦν εὐδαίμων
6637061 Ἐπαινετον
δὲ καὶ στόλον τὸν συλληψόμενον τοῦ πολέμου , ναύαρχον ἐπιστήσας Ἐπαινετόν . ὁ δὲ Ἄγις ἐνεργῶς διαπολεμήσας τοῖς ἀφεστηκόσιν ἐκυρίευσε
δὲ καὶ στόλον τὸν συλληψόμενον τοῦ πολέμου , ναύαρχον ἐπιστήσας Ἐπαινετόν . ὁ δὲ Ἄγις ἐνεργῶς διαπολεμήσας τοῖς ἀφεστηκόσιν ἐκυρίευσε
6636196 ἐδιδασκε
συνηδόμενοι τῶν γεγονότων Περσεῖ . ὁ δὲ Μάρκιος τοὺς πρέσβεις ἐδίδασκε Ῥοδίους πεῖσαι πέμψαντας ἐς Ῥώμην διαλῦσαι τὸν πόλεμον Ῥωμαίοις
ἐπιγραφὴν διασώζοντες : Ἀντιοχὶς ἐνίκα , Ἀριστείδης ἐχορήγει , Ἀρχέστρατος ἐδίδασκε . . . . , . . , .
6628616 παρωξυνε
εὔκλεια : τὸ γὰρ ἀοίδιμον τὸν ἀριστέα γενέσθαι κατὰ πόλιν παρώξυνε πρὸς τὸν φόνον τὴν μητρυιάν . Σοφίσασθαι μὲν οὖν
τῷ βασιλεῖ διεπολέμουν πρὸς Φίλιππον . μάλιστα δ ' αὐτοὺς παρώξυνε προστῆναι τῆς Ἑλλάδος Δημοσθένης ὁ ῥήτωρ , δεινότατος ὢν
6628230 ἁμαρτων
πληγῇ ταύτῃ δευτέρᾳ πληγεὶς ἀπεχώρουν Ἀθηνῶν τε ὁμοῦ καὶ ἐλπίδος ἁμαρτών . ἦν δέ τις αὐτόθι Διονύσιος , ἀνὴρ Σικελιώτης
* ἀλειφθέντας ὑπὸ Μελησίου . εὐτυχίᾳ θεικῇ . ἀνδρείας . ἁμαρτών , ἀλλὰ καὶ ἀνδρεῖος ὤν . . Δέον εἰπεῖν
6617959 ἀπηγαγεν
ποτε τριῶν ἑταιρῶν οὐσῶν μίαν ἐκλέξασθαι κελεύσαντος , τὰς τρεῖς ἀπήγαγεν εἰπών , “ οὐδὲ τῷ Πάριδι συνήνεγκε μίαν προκρῖναι
περιοῦσι Ῥηγίνων , τοὺς δὲ φρουροὺς ἅπαντα καταλιπεῖν αὐτόθι κελεύσας ἀπήγαγεν οὐδὲν ἐπιφερομένους ἔξω τῶν ὅπλων : ἐξ ὧν τοὺς
6617910 γραψαμενος
, ἥτις ἐστὶν ἀξίωσις , καὶ ἐκ βάσεως . . γραψάμενος ] ἢ κατηγορίαν ἀποθέσθαι . . [ Τὸ γὰρ
Σωκράτους . γραφὴν ] κατηγορίαν . διωκάθω ] κατηγορήσω . γραψάμενος ] αὐτούς . παρεπιγραφὴ ὥσπερ εἰπόντος αὐτῷ τοῦ Ἑρμοῦ
6611578 Μεσσηνιος
ἐνεστῶτος πρώτου τῆς ἑβδόμης ὀλυμπιάδος , ἣν ἐνίκα στάδιον Δαϊκλῆς Μεσσήνιος , ἄρχοντος Ἀθήνησι Χάροπος ἔτος τῆς δεκαετίας πρῶτον .
: καὶ γὰρ ὁ ἡγεμὼν αὐτοῖς τῶν ὁδῶν Χρόμων ὁ Μεσσήνιος ἐτύγχανε τεθνηκώς . οἱ δὲ Αἰτωλοὶ ἐσακοντίζοντες πολλοὺς μὲν
6609849 ἀπεπεμψεν
, ὅτι τριακονταέτης γενόμενος ἀπολέσει τὴν Τροίαν . καὶ τοῦτον ἀπέπεμψεν εἰς τὸ Πάριον λεγόμενον . παρελθόντος δὲ τοῦ τριακοστοῦ
διπλάσια ἀπηρίθμησεν . ὁ δὲ Κῦρος ὅσα εἶπε λαβὼν τἆλλα ἀπέπεμψεν : ἤρετο δὲ πότερος ἔσται ὁ τὸ στράτευμα ἄγων
6598586 ἐφησεν
ὄντες ; ” Ὁ αὐτὸς τοὺς πλουσίους καὶ ἀπαιδεύτους παραπλησίους ἔφησεν εἶναι τοῖς κριοῖς τοῖς ἐπιπόκοις , πλὴν ὅτι ἐκείνους
Κολλατῖνος ἐπὶ τῷ μηδενὸς ὧν ἠξίου τυγχάνειν , Τοιγαροῦν , ἔφησεν , ἐπεὶ σκαιὸς εἶ καὶ πικρὸς ἐγὼ τὰ μειράκια
6594686 Καλλιᾳ
ὅσα εἰς αὐτὰ τὰ αἰσθητὰ κατατέτακται : ἔστι γὰρ ἐν Καλλίᾳ καὶ ἄνθρωπος καὶ ζῷον , ἃ πῶς ἂν εἶεν
δ ' ἂν καὶ παρὰ Ξενοφῶντι ἐν τῷ συμποσίῳ Σωκράτη Καλλίᾳ μαρτυροῦντα , ὡς πολὺ κρείττων ἐστὶν ὁ τῆς ψυχῆς
6585805 ὠμοσε
οἷον , ἐν συμποσίῳ πλούσιος ὤμοσε τυραννήσειν : πένης ἐχθρὸς ὤμοσε τυραννοκτονήσειν : εὑρέθη ὁ πένης μετὰ τὸ δεῖπνον νεκρὸς
τὰς μάχας . Καῖσαρ πυθόμενος ἐν Γαλατίᾳ κατακοπῆναι φάλαγγας στρατιωτῶν ὤμοσε μὴ πρότερον [ ἂν ] ἀποκείρασθαι , πρὶν ἐπεξελθὼν
6578758 ἀπελογειτο
: ἀναχθεὶς δὲ ἐς τὴν Ἰθώμην καὶ ἐς ἐκκλησίαν καταστὰς ἀπελογεῖτο ὡς οὐ προδιδοὺς τὴν πατρίδα ἀποχωρήσαι , πειθόμενος δὲ
οὐκ ἠθέλησεν οὐδὲ πιστεῦσαι . κἀκεῖνος μὲν ᾧ ἐνεκάλει , ἀπελογεῖτο : ἄλλος δέ τις τῶν παρόντων ἠρώτησε τὸν ἐγκαλοῦντα
6575379 ἠγανακτει
πλησιάζουσιν ; ἀπαιτῶν γὰρ παρά τινος τῶν μαθητῶν τὸν μισθὸν ἠγανάκτει , λέγων ὑπερήμερον εἶναι καὶ ἐκπρόθεσμον τοῦ ὀφλήματος ,
οὐκ ἠξίου τὰ δοθέντα μισθὸν εὐαγγελίων ἔχειν , ἀλλ ' ἠγανάκτει μαρτυρόμενος καὶ βοῶν , ὅτι Κῦρον οὐδεὶς ἕτερος ἀλλ
6573189 Πυλαδην
ἁρπάσας χεροῖν , ῥίψας ἀπ ' ὤμων εὐπρεπῆ πορπάματα , Πυλάδην μὲν εἵλετ ' ἐν πόνοις ὑπηρέτην , δμῶας δ
ἡμέραις τῶν Διονυσίων ἔμπροσθεν τοὺς πιστοτάτους μοι τῶν θεραπόντων , Πυλάδην καὶ Φιλόκαλον , ἐξέπεμψα ὡς σέ : μέλλω γὰρ
6572713 ἀγανακτησας
ποτε ἔργῳ ἐπιγραφείην ἀδίκῳ , παρὼν ὁ Χαρικλῆς καὶ ἰδίᾳ ἀγανακτήσας ἦπου οὐδέν , ὦ Σώκρατες , ἔφη ἡγῇ κακὸν
Ἱπποκόωντος εἴκοσι τὸν ἀριθμὸν ὄντες ἀπέκτειναν : ἐφ ' οἷς ἀγανακτήσας Ἡρακλῆς ἐστράτευσεν ἐπ ' αὐτούς : μεγάλῃ δὲ μάχῃ
6568399 προσεκαλεσατο
ἐλθὼν ἔθανεν : ἢ ὅτι καὶ ἄκοντα αὐτὸν ὁ Ἐτεοκλῆς προσεκαλέσατο εἰς τὴν μάχην . . οὐκ ἐγίνωσκεἰδίας πόλεως :
τῶν τουτουὶ Μακαρτάτου , υἱὸς ὢν Εὐβουλίδου ὁ παῖς οὑτοσὶ προσεκαλέσατο Μακάρτατον τοῦ κλήρου τοῦ Ἁγνίου εἰς διαδικασίαν , καὶ
6567860 ἐγγυητην
τε ἄλλα γενναίου καὶ ῥητορικοῦ . τί οὖν ἄν τις ἐγγυητὴν καταστήσειε δῶρον οὕτω μέγα τούτῳ δούς , παρ '
καὶ ταῦτα λάθρᾳ τῆς μητρός , καὶ καθάπερ τινὰ ἐπίκληρον ἐγγυητὴν ἀγαγόμενος ἔχω ; σὺ δὲ φρυάττῃ , παιδισκάριον εὐτελές
6566592 Λευκιππην
ἐμοὶ δὲ ἡμέραι τὸ βραχὺ τοῦτο πολλαί . οὕτω μηκέτι Λευκίππην ἀπολέσειας , οὕτω μηκέτι μηδὲ ψευδῶς ἀποθάνοι . μὴ
μὲν οὖν ἐπὶ τὸ θηρίον τοὺς ὀφθαλμοὺς εἴχομεν , ἐπὶ Λευκίππην δὲ ὁ στρατηγός : καὶ εὐθὺς ἑαλώκει . βουλόμενος
6566201 ἠθελησεν
ἂν ἢ φίλος ἢ ξένος εἰς ταὐτό ποτ ' ἐλθεῖν ἠθέλησεν ἐμοί ; τίς δ ' ἂν εἴασε πόλις που
ἡ Μέδουσα ἐκαρατομήθη : φασὶ δὲ ὅτι καὶ περὶ κάλλους ἠθέλησεν ἡ Γοργὼ αὐτῇ συγκριθῆναι . Περσεὺς δὲ μετὰ Δανάης
6555717 ἐκομιζε
ἐν . Τῷ : ᾧτινι . ἄνωγεν : προσέταξεν . ἐκόμιζε : ἐλάμβανεν . Ἀναινόμενος : βαρούμενος . Πότμος :
, νεωστὶ διεληλυθὼς τὸ Ἄργος , καθ ' ἣν ὁδὸν ἐκόμιζε τὸν κάπρον ζῶντα ἐκ τοῦ Ἐρυμανθίου ὄρους , ὅπου
6551570 συνδραμων
τὸν δικαστήν . γʹ Συνδραμῇ δὲ τῇ ἀλύτῳ ἀντιθέσει καὶ συνδραμὼν ἀντικατηγορήσεις τοῦ ἀντιδίκου ὡς Δημοσθένης ἐν τῷ Κατ '
γὰρ οὐ δυνάμενος ὅτι οὐκ ἔστι προβούλευμα , συνέδραμε καὶ συνδραμὼν τῆς γνώμης τοῦ γράψαντος κατηγόρησεν . ιγʹ Μὴ τιθεὶς
6550357 ὑπερημερον
ἔννοιαν τοῦ ἐρᾶν ὥσπερ ἀνηβηκότας . μὴ δὴ νόμιζε σαυτὸν ὑπερήμερον τῆς τούτων ἀκροάσεως : ἡ γὰρ ξυνουσία τῶν τοιῶνδε
ὁ πλούσιος : ἐνταῦθα γὰρ τὸ καταλεῦσαι τὸν δῆμον τὸν ὑπερήμερον ἐκ τύχης συμβὰν καὶ ἔξωθεν ὂν τοῦ ζητήματος σύστασιν
6549770 ἀνεγινωσκε
δὲ Τιρίβαζος πρὸς μὲν τὴν κατὰ τὸν Εὐαγόραν διαβολὴν [ ἀνεγίνωσκε ] τὴν ὑπ ' Ὀρόντου γεγενημένην . . .
τῶν ποδῶν βασιλεῖ τὰ τὸν ἔλεγχον ἔχοντα γράμματα καὶ κελεύοντος ἀνεγίνωσκε καὶ τοῖς μανεῖσιν οὐδαμόθεν ἦν σωθῆναι , γονάτων τε
6547704 ἠβουληθη
ἀλληγορίαν , δι ' ἧς τὸν εἰς τὴν Ἄρτεμιν ὕμνον ἠβουλήθη παραστῆσαι , τῶν ἄλλων ποιητῶν σποράδην τοῖς τρόποις χρησαμένων
τῶν πονηρῶν τέχναι οὐ λανθάνουσι . λέων ταύρῳ παμμεγέθει ἐπιβουλεύων ἠβουλήθη αὐτοῦ περιγενέσθαι . καὶ δὴ προσκαλεσάμενος ὁ λέων τὸν
6544146 ἐπιτροπος
τῷ δόξαντι τιμήματι τῷ δικαστηρίῳ διπλῇ . ἐὰν δ ' ἐπίτροπος ἀμελεῖν ἢ κακουργεῖν δοκῇ τοῖς οἰκείοις ἢ καὶ τῶν
βουλομένῳ γράφεσθαι . Ὁ ἡταιρηκὼς τοῦ βήματος εἰργέσθω . Ὁ ἐπίτροπος τῇ τῶν ὀρφανῶν μητρὶ μὴ συνοικείτω . Εἰς ὃν
6539947 ἀπεκτεινε
ἀδίκημα : εὐνοῦχόν τις εὑρὼν ἐπὶ τῇ γυναικὶ ὡς μοιχὸν ἀπέκτεινε καὶ κρίνεται φόνου : τοῦτο ὁριστικὴν ἔχει τὴν ζήτησιν
ἐνεγκὼν αὐτῷ γέροντος κεφαλὴν ἐγένετο δορυφόρος : καὶ μετὰ τοῦτο ἀπέκτεινε τὸν τύραννον καὶ κρίνεται πατροκτονίας : ἐνταῦθα γὰρ ἡ
6539673 ἐπεχειρησεν
. τῶν δ ' οὐχ ὅπως τις πρὸς ἀλκὴν τραπέσθαι ἐπεχείρησεν , ἀλλ ' οὐδὲ μαθεῖν ἐν οἷς ἦσαν κακοῖς
ἐν Θήβαις . Πελοποννησίων δὲ καὶ Ἀθηναίων πολεμησάντων Ξενίας Ἠλεῖος ἐπεχείρησεν Ἦλιν Λακεδαιμονίοις καὶ Ἄγιδι προδοῦναι , οἵ τε Λυσάνδρου

Back