, ἵνα εἰδῆτε ὅτι μεγάλων ἀδικημάτων οὐκ ἔχων καταφυγὴν ὁ Φορμίων , πρόφασιν λαβὼν λόγῳ τὴν πρόκλησιν , ἔργῳ αὐτὸς
ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται . Μέγα , ὦ Φορμίων , γλωττόκομον , οὐκ ὀφθαλμιῶ . Ὀλίγαις ἐραστὴς γέγον
7833169 Ἐπαινετον
δὲ καὶ στόλον τὸν συλληψόμενον τοῦ πολέμου , ναύαρχον ἐπιστήσας Ἐπαινετόν . ὁ δὲ Ἄγις ἐνεργῶς διαπολεμήσας τοῖς ἀφεστηκόσιν ἐκυρίευσε
δὲ καὶ στόλον τὸν συλληψόμενον τοῦ πολέμου , ναύαρχον ἐπιστήσας Ἐπαινετόν . ὁ δὲ Ἄγις ἐνεργῶς διαπολεμήσας τοῖς ἀφεστηκόσιν ἐκυρίευσε
7750567 Κονων
μὲν οὖν τριήρων δέκα μόνον διεξέπεσον , ὧν μίαν ἔχων Κόνων ὁ στρατηγὸς τὴν μὲν εἰς Ἀθήνας ἐπάνοδον ἀπέγνω φοβηθεὶς
Κορίνθιοι . ἦν δὲ ὁ καταστήσας τοὺς ξένους ἐν Κορίνθῳ Κόνων ὁ Ἀθηναίων στρατηγὸς καθελὼν Λακεδαιμονίους , ὅπως φυλάττῃ τὴν
7603997 συνεθετο
, καὶ ἔκλαυσε : καὶ ἀναστήσας αὐτὴν ἐνουθέτησα : καὶ συνέθετο τοῦ μὴ ποιῆσαι ἔτι τὴν ἀσέβειαν ταύτην . Ὅτι
τῆς βασιλείας ἐπιβουλὴν κατὰ τῶν Αἰγύπτου υἱῶν ταύτην ἐσκέψατο . συνέθετο γὰρ τῷ Αἰγύπτῳ συνάψαι πρὸς γάμον τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας
7571714 ἀπηγαγεν
ποτε τριῶν ἑταιρῶν οὐσῶν μίαν ἐκλέξασθαι κελεύσαντος , τὰς τρεῖς ἀπήγαγεν εἰπών , “ οὐδὲ τῷ Πάριδι συνήνεγκε μίαν προκρῖναι
περιοῦσι Ῥηγίνων , τοὺς δὲ φρουροὺς ἅπαντα καταλιπεῖν αὐτόθι κελεύσας ἀπήγαγεν οὐδὲν ἐπιφερομένους ἔξω τῶν ὅπλων : ἐξ ὧν τοὺς
7560732 Τιμοθεος
αὐτὸν Ἑλλήνων μεγάλων γενομένων καὶ μεγάλα κατεργασαμένων , ὧν καὶ Τιμόθεος ἦν καὶ Ἀγησίλαος καὶ Πελοπίδας καὶ ὁ μάλιστα ζηλωθεὶς
τ ' ἰδὼν ὡς ὑστερίζων παρῆν ἁμ ' ἡμέρᾳ . Τιμόθεος εἰς ἑπτάκλινον ἐστίν , ὡς ἔφραζέ μοι , ἐὰν
7496294 Στεφανον
αὐτοὺς τοὺς οἰκειοτάτους Νεαίρας ταυτησὶ καταμεμαρτυρηκότας ὡς ἔστιν ξένη , Στέφανόν τε τουτονὶ τὸν ἔχοντα ταύτην νυνὶ καὶ συνοικοῦντ '
] * Ἀντὶ τοῦ , τὸ ἔθνος τῶν Ὑπερβορέων . Στέφανόν τ ' ἀρετᾶς ] Ἤγουν βραβεῖον . Στέφανόν τ
7496096 Ἀριστοδημος
αὐτὰς εἶναι καὶ ἑπτὰ τοὺς ἄρρενας : ἄλλως : ὁ Ἀριστόδημος [ . ] οὐδαμοῦ φησιν ἐν ταῖς Θήβαις τῶν
Μεγαλοπολιτῶν βοηθείας δημηγορικὸν αὐτὸς ἀπήγγειλε . μετὰ δὲ Θούδημον ἔστιν Ἀριστόδημος ἄρχων , ἐφ ' οὗ τῶν κατὰ Φιλίππου δημηγοριῶν
7461722 μισθωσαμενος
Ἀρκάς : ὁ δὲ Σιλανὸς ὁ Ἀμπρακιώτης ἤδη ἀπεδεδράκει πλοῖον μισθωσάμενος ἐξ Ἡρακλείας . θυομένοις δὲ ἐπὶ τῇ ἀφόδῳ οὐκ
μάγισσαν . , γόησσαν . πριάμενος ] ἀγοράσας . ἢ μισθωσάμενος , ἐὰν ἀγοράσῃς . αἱ ἐκ Θετταλίας γυναῖκες λίαν
7447989 Ἀστυλος
οἶνος Λέσβιος , ποθῆναι κάλλιστος οἶνος . Ὁ μὲν δὴ Ἄστυλος ἐπῄνει ταῦτα καὶ περὶ θήραν εἶχε λαγῶν , οἷα
γνωρίσματα φιλοῦντος καὶ ὑπὸ περιττῆς ἡδονῆς δακρύον - τος ὁ Ἄστυλος συνεὶς ὡς ἀδελφός ἐστι , ῥίψας θοἰμάτιον ἔθει κατὰ
7442225 Σευθης
Παιρισάδης . . . . . . . . α Σεύθης . . . . . . . . .
οὐκοῦν δῆλον τοῦτό γέ ἐστιν , εἴπερ ἐμοὶ ἐτέλει τι Σεύθης , οὐχ οὕτως ἐτέλει δήπου ὡς ὧν τε ἐμοὶ
7385902 Λικινιος
πραγμάτων , Κωνσταντῖνος καὶ Μαξέντιος , ἐξ αὐγούστων γεγενημένοι , Λικίνιος καὶ Μαξιμιανὸς , ἐξ ἰδιωτῶν πρὸς τὴν ἀρχὴν κεκλημένοι
καὶ Λεύκιος Φούριος , ἔτι δὲ Γάιος [ Λεύκιος ] Λικίνιος καὶ Πόπλιος Κοίλιος . ἐπὶ δὲ τούτων Θηβαῖοι μεγάλῃ
7377056 Διοδοτος
διδάξαι πειράσομαι . Ἀδελφοὶ ἦσαν , ὦ ἄνδρες δικασταί , Διόδοτος καὶ Διογείτων ὁμοπάτριοι καὶ ὁμομήτριοι , καὶ τὴν μὲν
αὐτῷ οἱ μὲν Μούσας , οἱ δὲ Περὶ φύσεως , Διόδοτος δὲ ἀκριβὲς οἰάκισμα πρὸς στάθμην βίου , ἄλλοι Γνώμον
7362888 Κοτυν
δίκην δοῦναι ὅτι οὐκ ἀπεδεδώκει τοὺς ὁμήρους καὶ διότι πρὸς Κότυν ἐχθρὸν ὄνθ ' ὑμῖν ηὐτομόλησεν ἔχων τὰς τριακοντόρους ,
γὰρ αὐτοῖς ἐλευθερίας εἶναι . Ἡρακλείδης δὲ καὶ Πύθων οἱ Κότυν ἀποκτείναντες τὸν Θρᾷκα νεανία μὲν ἤστην ἄμφω , τὰς
7362249 Χαρης
, [ καὶ ] Διὸς ἅμα καὶ βασιλέως ἐγκέφαλος . Χάρης δ ' ὁ Μιτυληναῖος ἐν τῇ πέμπτῃ τῶν περὶ
. καὶ γάρ φασιν , ὅτε ἔπεμψε τὴν λείαν ὁ Χάρης , Βοηδρόμια ἦν . τὸ δὲ βοΐδια ὑποκοριστικόν ἐστιν
7326412 Δημοχαρης
, καὶ προῦχεν ἐν αὐτῇ τὰ Πομπηίου παρὰ πολύ : Δημοχάρης δὲ βαρυθυμῶν ἐπὶ τῷ θανάτῳ Μενεκράτους ὡς ἐπὶ ἥττῃ
τῶν Μενεκράτους νεῶν καὶ ἐκφυγούσας εἰς τὸ πέλαγος ἐδίωκε , Δημοχάρης δ ' , ὁ τοῦ Μενεκράτους συνεξελεύθερός τε καὶ
7314660 ὑπατευων
Λουπερκάλια ἐπὶ θρόνου χρυσέου , πρὸ τῶν ἐμβόλων , Ἀντώνιος ὑπατεύων σὺν αὐτῷ Καίσαρι καὶ διαθέων τότε γυμνὸς ἀληλιμμένος ,
σιωπώντων : οἳ καὶ πάντα , ὅσα διῴκησεν ὁ Σύλλας ὑπατεύων τε καὶ ἀνθυπατεύων , βέβαια καὶ ἀνεύθυνα ἐψηφίζοντο εἶναι
7313595 Ἀριστοφων
Ἀναγυράσιον , Πολύκριτον Ἀπημάντου Κοθωκίδην . πρυτανεία φυλῆς Ἱπποθωντίδος , Ἀριστοφῶν Κολλυτεὺς πρόεδρος εἶπεν . ] Ὥσπερ τοίνυν ἐγὼ ταῦτα
ὃς τὸν ξένον πρὸς τὸν ἄρχοντα ἀπήγαγεν , ᾧ παρήδρευεν Ἀριστοφῶν ὁ Ἀζηνιεύς , ἐπαιτιασάμενος τέτταρας δραχμὰς αὑτὸν ὑπὲρ τῆς
7290701 προὐκαλειτο
λέγε . ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον Καὶ τοῦτο , εἴπερ προὐκαλεῖτο , ὀρθῶς ἂν ἐμαρτύρουν . εἰ μή φησιν ἀντίγραφα
γένος ἡμῶν . εἶτα τὴν ὠφέλειαν εἰπὼν ὅτι εἰς ἡμερότητα προὐκαλεῖτο καὶ ἐσωφρόνιζε , τοῖς μὲν χρηστηριάζων καὶ τὰ μὲν
7284445 Νικοστρατος
Εὐριπίδῃ . οὐ Μενεκράτης μὲν ἔφασκεν εἶναι Ζεὺς θεός ; Νικόστρατος δ ' ἁργεῖος ἕτερος Ἡρακλῆς ; ἔνθ ' ὄνων
τῷ σκίμποδι κατακεῖσθαι σκύμνον , ἐφ ' ᾧ ἐκάθευδεν ὁ Νικόστρατος . Νικοστράτῳ μὲν δή , ὡς ηὐξήθη , καὶ
7284407 Πολυευκτος
τῇ πήρᾳ , καθά φησιν Ὀλυμπιόδωρος ὁ Ἀθηναίων προστατήσας καὶ Πολύευκτος ὁ ῥήτωρ καὶ Λυσανίας ὁ Αἰσχρίωνος . ἐπιστείλας δέ
δραχμῶν ὡς δικαίως καὶ προσοφειλομένων ἀπετίμησέ μοι τὴν οἰκίαν ὁ Πολύευκτος , αὐτὸς οὗτός μοι μαρτυρεῖ καὶ ἡ τούτου γυνὴ
7278028 Διοτιμος
ὡς ἂν μὴ ἀπολίποιντο τὰς κρείσσω τριήρεις ἔχοντες . Ὅτι Διότιμος καταπλεύσας νυκτὸς ἐς χωρίον τῆς πολεμίας ἀφ ' ἑκάστης
οὓς οὐδ ' ὑμᾶς ἀγνοήσειν οἴομαι , ἐὰν ἀκούσητε , Διότιμος Διοτίμου Ἰκαριεύς , Ἀρχεβιάδης Δημοτέλους Ἁλαιεύς , Χαιρήτιος Χαιριμένους
7276092 Ἀριστομαχος
Λάσιος , Χάλκων , Τρικόρωνος , Ἀλκάθους ὁ Παρθάωνος , Ἀριστόμαχος , Κρόκαλος : ὧν ταῖς κεφαλαῖς ἔμελλε ναὸν ἀνεγερεῖν
τῷ πολέμῳ τ ' ἐνεχείρουν αὐτοὶ καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς
7271457 Προξενος
οἱ μετ ' αὐτῶν Χάονες καὶ Ἠπειρῶται . Καὶ ὁ Πρόξενος δὲ καταλέγων αὐτούς φησι : Χάονες , Θεσπρωτοί ,
. ἦν δὲ ὅτε ἐτελεύτα ἀμφὶ τὰ πεντήκοντα ἔτη . Πρόξενος δὲ ὁ Βοιώτιος εὐθὺς μὲν μειράκιον ὢν ἐπεθύμει γενέσθαι
7247227 Ἀνταγορας
χρόνον χρηστὸς κληθῆναι ἢ δεσπότης ἐπ ' ὀλίγον „ . Ἀνταγόρας ὁ ποιητὴς ἀκρόασιν παρέχων ἐν Θήβαις καὶ μηδεμιᾶς τυγχάνων
μηδὲ νῦν , ὅτε οὐκ ἔστι , λυπηθῇς „ . Ἀνταγόρας ὁ Ῥόδιος ἐποποιὸς ἐν Θήβαις ἀναγινώσκων τὸ τῆς Θηβαΐδος
7231260 Δαρδανευς
καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ Ὀρχομένιος ἔλεγον
Φιλήσιος ὁ Ἀχαιὸς καὶ Ξανθικλῆς ὁ Ἀχαιὸς καὶ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς ἐπέμενον ἐπὶ τῇ στρατιᾷ , καὶ εἰς κώμας τῶν
7224033 ἐξεδωκεν
τοιαύτης ταραχῆς οὔσης φθάσας Θεόδοτος πυλίδα νύκτωρ ἀνοίξας εἰσαγαγὼν Σέλευκον ἐξέδωκεν αὐτῷ τοὺς θησαυρούς . Σέλευκος Δημητρίου στρατοπεδεύοντος ὑπὸ τοῖς
δεομένοις . πόσων , οἴεσθε , θυγατέρας πρὸς γάμον ὡραίας ἐξέδωκεν οἴκοθεν προῖκα προσθεῖσα ; πόσους ἔθρεψε νέους ἐν ὀρφανίᾳ
7217662 Πασιων
οὖν ὑμῖν ἀναγνώσεται τὰς συνθήκας , καθ ' ἃς ἐμίσθωσε Πασίων τὴν τράπεζαν τούτῳ καὶ τὸ ἀσπιδοπηγεῖον . καί μοι
ὑμῶν , λαβέ μοι ταυτασὶ τὰς μαρτυρίας , ὡς ἐγένετο Πασίων Ἀρχεστράτου . Εἶτα τὸν σῴσαντα μὲν ἐξ ἀρχῆς τὰ
7216242 Ἀνδροκλης
Ἰοκάστος , Ξοῦθος , Φαρακλός , Χρύσιππος , Φερήμων καὶ Ἀνδροκλῆς : ταῖς δὲ παρ - θένοις Ἴφθη , Αἰόλη
. λέγε τὴν συγγραφήν , εἶτα τὰς μαρτυρίας . Ἐδάνεισαν Ἀνδροκλῆς Σφήττιος καὶ Ναυσικράτης Καρύστιος Ἀρτέμωνι καὶ Ἀπολλοδώρῳ Φασηλίταις ἀργυρίου
7210740 ὡμολογει
κυκῶν , πρός γε τοὺς ἑαυτοῦ ἑταίρους δι ' ἀποῤῥήτων ὡμολόγει τε καὶ ἠλήθευε καὶ ἀπεφαίνετο ἃ κἂν ἄλλος τῶν
χρήματ ' ἐν ταῖς Συρακούσαις ἐδανείζεθ ' οὗτος κἀκεῖνος . ὡμολόγει δ ' ἐκεῖνος μὲν πρὸς τοὺς τούτῳ δανείζοντας ,
7202074 κατεκοψεν
δὲ Φάυλλος ὁ ἀδελφὸς Ὀνομάρχου στρατηγήσας οὐκ ὀλίγα τῶν ἀναθημάτων κατέκοψεν εἰς τὰς τῶν ξένων μισθοφοράς . τὰς γὰρ ἀνατεθείσας
Φάυλλος διαδεξάμενος τὴν ἀρχὴν πολλὰ τῶν ἀργυρῶν καὶ χρυσῶν ἀναθημάτων κατέκοψεν . κϚʹ . Ὡς τὰς μισθοφορίας ἀναβιβάσας ἤθροισε μισθοφόρων
7186636 Παραλος
ναυσὶν ἀπέπλευσε παρ ' Εὐαγόραν εἰς Κύπρον , ἡ δὲ Πάραλος εἰς τὰς Ἀθήνας ἀπαγγελοῦσα τὰ γεγονότα . Λύσανδρος δὲ
: ἱερὸν Παράλου τινὸς ἥρωος , ἀφ ' οὗ καὶ Πάραλος ἦν ἱερὰ ναῦς : ἦν δ ' οὗτος Ποσειδῶνος
7179260 Φερας
Πειθόλαος μετὰ τὴν Ὀνομάρχου τελευτὴν ἔρημοι συμμάχων ὄντες τὰς μὲν Φερὰς παρέδοσαν τῷ Φιλίππῳ , αὐτοὶ δ ' ὑπόσπονδοι γενόμενοι
καὶ Ἰωλκός . καὶ Ὅμηρος [ Β ] οἳ δὲ Φερὰς ἐνέμοντο παραὶ Βοιβηίδα λίμνην , Βοίβην καὶ Γλαφύρας καὶ
7176801 Κλωδιος
τάδε πράξας ἀνήγετο ταῖς τε ἰδίαις καὶ ταῖς τριάκοντα , Κλώδιος δὲ ἐκ Βρούτου πεμφθεὶς ἐς Ῥόδον ἐπὶ νεῶν τρισκαίδεκα
μάλιστα Καίσαρος ἐχθροί , Καννούτιός τε καὶ Γάιος Φλάυιος καὶ Κλώδιος ὁ Βιθυνικὸς καὶ ἕτεροι . τοῦτο μὲν δὴ τέλος
7158318 ἐζημιωσεν
ὡς ἔθος , θύσαντες ἔφαγον . καὶ δὴ ὁ Ἀρχέλαος ἐζημίωσεν αὐτοὺς ταλάντῳ . ἐπεὶ οὖν οὐκ εἶχον , Εὐριπίδου
ὁ ἔφορος ἤτοι ἀπέλυσεν ἢ κατεδίκασεν . ὁ δὲ νικήσας ἐζημίωσεν ἐλαφρῶς ἤτοι κάμμασιν ἢ καμματίσιν . ἐστὶ δὲ τὰ
7156221 Δαμαγητος
εἰς ἑαυτὸν ἐπικλίνων . μετὰ δὲ τοῦτον ἵσταται καὶ ὁ Δαμάγητος ὁ πρεσβύτερος τῶν παίδων αὐτοῦ , ὃς ἦν καὶ
Λακεδαιμονίων μὲν οἵδε , Πλειστοάναξ , Ἆγις , Πλειστόλας , Δαμάγητος , Χίονις , Μεταγένης , Ἄκανθος , Δάιθος ,
7154198 Πολεμαρχος
ὅταν παρακαταθέσθαι δεῖ ἀργύριον καὶ σῶν εἶναι , ὥς φησι Πολέμαρχος , καὶ τούτου ἔλεγχος . εἴτε πυκτικῇ . περὶ
τέμνων . Καταγινέων . καταλύων . Ἄρθμια . φίλια . Πολέμαρχος . ἄρχων πρὸς ὃν κατηγγυῶντο τοὺς ξένους . Ἄφλαστον
7153131 Κλειταρχον
Πορθμοῦ καὶ τρεῖς κατέστησε τυράννους , Ἵππαρχον , Αὐτομέδοντα , Κλείταρχον : καὶ μετὰ ταῦτ ' ἐξελήλακεν ἐκ τῆς χώρας
Φιλιστίδην τύραννον , εἶτα κόμμα πάλιν ἐν δ ' Ἐρετρίᾳ Κλείταρχον ἢ κῶλον ἐπῳδῷ ἴσον . καὶ διόλου τὸ πνεῦμα
7153128 Καικιλιος
ἐπισκεψώμεθα , τοσοῦτον προειπόντες , ὅτι τῶν πέντε μορίων ὁ Καικίλιος ἔστιν ἃ παρέλιπεν , ὡς καὶ τὸ πάθος ἀμέλει
τῶν ὑπερβατῶν ἐκπίπτῃ . Καὶ τὸ τῆς ἀφαιρέσεως σχῆμα ὁ Καικίλιος εἰσάγει : λέξεως γὰρ ἀφαίρεσιν τοῦτό φησι καὶ λέγει
7146024 Αἰγιλιευς
. Αἰγιλία δῆμός ἐστι φυλῆς Ἀντιοχίδος , ἔνθεν ὁ δημότης Αἰγιλιεύς . Αἰδέσασθαι : ἀντὶ τοῦ μεταπεισθῆναι Λυσίας ἐν τῷ
. Αἰγιλιά , δῆμος τῆς Ἀντιοχίδος φυλῆς . ὁ δημότης Αἰγιλιεύς . τὰ τοπικὰ Αἰγιλιᾶθεν Αἰγιλιάνδε Αἰγιλιοῖ . ἔστι καὶ
7127956 Φορμιωνα
οὔτε ξυνεβοήθουν ἐφύλασσόν τε τὰ αὑτῶν ἕκαστοι , παρά τε Φορμίωνα ἔπεμπον κελεύοντες ἀμύνειν : ὁ δὲ ἀδύνατος ἔφη εἶναι
μηδεπώποτε παραγενέσθαι μηδὲ αἰσθέσθαι ὅτι Ἀπολλόδωρος ἀφῆκε τῶν ἐγκλημάτων ἁπάντων Φορμίωνα . Ὅμοιός γ ' ὁ Δεινίας , ὦ ἄνδρες
7125732 Πολυπερχων
. ὁ δὲ Νικάνωρ ἀκούων ὅτι μέλλουσιν οἱ βασιλεῖς καὶ Πολυπέρχων κατάγειν εἰς Μακεδονίαν τὴν Ὀλυμπιάδα καὶ τοῦ τε παιδίου
ἑαυτοῦ πόλιν ἔκτισεν ἐπὶ τῆς Παλλήνης . κʹ . Ὡς Πολυπέρχων ἀπογνοὺς τὰ πρὸς τοὺς βασιλεῖς ἔφυγεν εἰς τὴν Αἰτωλίαν
7108217 Λυσανδρος
παράδεισον ἐπιδεικνύναι αὐτὸν ἔφη . ἐπεὶ δὲ ἐθαύμαζεν αὐτὸν ὁ Λύσανδρος ὡς καλὰ μὲν τὰ δένδρα εἴη , δι '
ἔχοι , ὅμως δ ' ἔδωκε . λαβὼν δὲ ὁ Λύσανδρος τἀργύριον , ἐπὶ τὰς τριήρεις τριηράρχους ἐπέστησε καὶ τοῖς
7102092 ἐπανελθων
θανάτῳ ζημιοῦσθαι : βιασάμενός τις Ἀθήνησι κατέβαλε τὰς χιλίας : ἐπανελθὼν εἰς Λακεδαίμονα κρίνεται κατὰ τὸν ἐκεῖ νόμον : καὶ
περὶ Λιβύην Καίσαρος πολέμῳ τέλος ἐγίγνετο , αὐτὸς δ ' ἐπανελθὼν ἐς Ῥώμην ἐθριάμβευε τέσσαρας ὁμοῦ θριάμβους , ἐπί τε
7101805 Ἀλκιμαχος
. περὶ μεθόδου δεινότητος . . . ἕτερος δέ ἐστιν Ἀλκίμαχος Μακεδών , οὗ μνημονεύει Ὑπ . ἐν τῷ κατὰ
αὑτοὺς παραδόντων τοῖς ὁμόροις Θρᾳξίν : ὄγδοον ἐκπεμφθεὶς ὑπὸ Τιμοθέου Ἀλκίμαχος ἀπέτυχεν , αὐτοῦ παραδόντος αὑτὸν Θρᾳξίν , ἐπὶ Τιμοκράτους
7101783 ἀπηγγειλεν
Μενοίτης δὲ ἐκεῖ τὰς Ἅιδου βόας βόσκων Γηρυόνῃ τὸ γεγονὸς ἀπήγγειλεν . ὁ δὲ καταλαβὼν Ἡρακλέα παρὰ ποταμὸν Ἀνθεμοῦντα τὰς
“ Θεαγένης δὲ ἔναγχος , ὥς μοί τις τῶν ἑταίρων ἀπήγγειλεν , καὶ Σίβυλλαν ἔφη προειρηκέναι περὶ τούτων : καὶ
7101557 διαβληθεις
καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί , καὶ Διόγνητος διαβληθεὶς μὲν ὑπὸ τῶν συκοφαντῶν φεύγων ᾤχετο , μετ '
χρόνῳ κριτέον τὴν εὔνοιαν . Ὁ βίος καθάπερ νόμισμα , διαβληθεὶς ἐν ἀρχαῖς ἀδόκιμος εἰς ἅπαντα γίνεται τὸν χρόνον .
7098580 Ἀμφιας
ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον , ὃ παρεῖχεν Ἀμφίας ὁ Κηφισοφῶντος κηδεστής , Ἀπολλόδωρον δ ' οὐκ ἐθέλειν
Σικυωνίων δὲ Δημότιμος Ναυκράτους , Μενεκράτης Ἀμφιδώρου , Ἐπιδαυρίων δὲ Ἀμφίας , Ἀθηναίων δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικίας ὁ Νικηράτου ,
7093003 Ξανθιππος
θεῖναι κλῆσιν τῷ υἱῷ , Ξάνθιππον ἢ Χάριππον . ὁ Ξάνθιππος πατὴρ ἦν ἐκείνου τοῦ Περικλέους , ὃς ἦν τοῦ
Μιλτιάδης ἐπὶ τοῖς περὶ Πάρον ἑάλωκε , καὶ ὁ μὲν Ξάνθιππος αὐτῷ τιμᾶται φυγῆς , ὁ δὲ ἀνθυποτιμᾶται θανάτου .
7086525 Σωσιστρατος
Ξένων , Φιλόδαμος , Εὐέτης , Εὔδικος , Σθενωνίδας , Σωσίστρατος , Εὐθύνους , Ζάλευκος , Τιμάρης Ποσειδωνιᾶται Ἀθάμας ,
ἐξ ἀρχῆς Σωσίας ἐκαλεῖτο , ἐγένετο δὲ ἐν τοῖς στρατιώταις Σωσίστρατος , ἐπειδὴ δὲ εἰς τοὺς δημότας ἐνεγράφη , Σωσίδημος
7076275 Μεγακλης
μάλιστα πάντων Ἀθηναίων . Καὶ γὰρ ὁ τῆς μητρὸς πατὴρ Μεγακλῆς καὶ ὁ πάππος Ἀλκιβιάδης δὶς ἐξωστρακίσθησαν ἀμφότεροι , ὥστ
φίλων . Ἀγαθοκλῆς συνήγαγε τοὺς φίλους . ἐπὶ τούτων ὁ Μεγακλῆς διεξελθὼν τὰ δίκαια τῆς πατρίδος τελευταῖον ἔφη εἰ δὲ
7069115 Γναιος
δὲ Ῥωμαίων ἐν Ἰβηρίᾳ , Πούπλιός τε Κορνήλιος Σκιπίων καὶ Γναῖος Κορνήλιος Σκιπίων , ἀλλήλοιν ἀδελφώ , λαμπρὰ ἔργα ἀποδεικνυμένω
ἔστε ἐπανέλθοιεν ἐς Ῥώμην . ἐπὶ δὲ τῷ Μετέλλῳ καὶ Γναῖος Πομπήιος , ὁ μετ ' οὐ πολὺ Μέγας παρονομασθείς
7066929 Πολυκρατης
! ! ! ! ἦν Πολυκράτης ἔφηβος , ὁ δὲ Πολυκράτης οὗτος οὐ βασιλεὺς ] Σάμου μόνον , ἀλλὰ καὶ
γείτονος : οὐ γὰρ πάσης ʃ τῆς περὶ τὴν Ἰωνίαν Πολυκράτης : ἡ ἱστορία ἐν γʹ Ἡροδότου Ῥήνειαν : μία
7064505 Ἀριστοκρατης
οὐ παρὰ πάντας τοὺς νόμους φανερῶς γέγραφεν τὸ ψήφισμ ' Ἀριστοκράτης , οὐκ οἶμαι λέγειν αὐτὸν ἕξειν : ἤδη δέ
' Ἄνδρον ἀφεστηκυῖαν τῶν Ἀθηναίων , καὶ μετ ' αὐτοῦ Ἀριστοκράτης καὶ Ἀδείμαντος ὁ Λευκολοφίδου συνεπέμφθησαν ᾑρημένοι κατὰ γῆν στρατηγοί
7053875 Τιμασιων
τὸν βωμὸν καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ
ἔτι . ὡς δὲ ξυνῄεσαν αἱ νῆες , μεταβὰς ὁ Τιμασίων καὶ πρὸς τὸν ἑαυτοῦ κυβερνήτην εἰπών τι ὑπὲρ τοῦ
7052820 ἐξωρισεν
ποτὲ Γαλατείᾳ τινὶ παλλακίδι Διονυσίου προσέβαλε , καὶ μαθὼν Διονύσιος ἐξώρισεν αὐτὸν εἰς λατομίαν . φεύγων δ ' ἐκεῖθεν εἰς
ᾧ καὶ Ῥωμαίων ἦρξεν Ταρκύνιος Σούπερβος τοὔνομα , ὃς πρῶτος ἐξώρισεν Ῥωμαίους τινὰς καὶ παῖδας διέφθειρεν καὶ σπάδοντας ἐγχωρίους ἐποίησεν
7045234 Ἀχαρνευς
κοινὴ , μάλιστα δὲ χαλκεῦσιν , ὥς φησιν Ἀπολλώνιος ὁ Ἀχαρνεύς . Φανόδημος δὲ οὐκ Ἀθηνᾷ φησιν ἄγεσθαι τὴν ἑορτὴν
δὲ καὶ τούτων [ αὐτῶν ] τὰ ἀναγκαιότατα : Λυσιμαχίδης Ἀχαρνεύς : ἐπὶ τούτου τὰ μὲν ἔργα τὰ περὶ τοὺς
7044715 Κλεομενης
Μαντινείᾳ χρησάμενος τῷ τέλει . μετὰ δὲ οὐ πολὺν χρόνον Κλεομένης ὁ Λεωνίδου Μεγαλόπολιν κατέλαβεν ἐν σπονδαῖς . Μεγαλοπολιτῶν δὲ
δὲ Κλεομένεος κομίσαντος ἐς Σπάρτην ἐξέμαθον . Ἐκτήσατο δὲ ὁ Κλεομένης ἐκ τῆς Ἀθηναίων ἀκροπόλιος τοὺς χρησμούς , τοὺς ἔκτηντο
7044262 Θιβρων
ἔχει δρακοντομίμοις ὀργάνων τορεύμασιν , οἵαν ποτ ' ἔσχε καὶ Θίβρων ὁ Ταντάλου μαλακὸν ταλάντοις ἐκταλαντωθεὶς ἀνήρ . Θεόπομπος δ
ἀποδεδομένων , τῶν δὲ λοιπῶν χρημάτων οὐ διδομένων ὁ μὲν Θίβρων ἐγκαλέσας τοῖς ἀφεστηκόσι συνέλαβε τῶν Κυρηναίων τοὺς παρόντας ἐν
7043770 Ἀδαιος
ἐπιεικῶς , ὦτα ἔχον μέχρι τοῦ πυθμένος καθήκοντα . : Ἀδαῖος δ ' ἐν τοῖς Περὶ διαθέσεως , τὸ αὐτὸ
γενομένης μάχης πρὸς τοὺς Φιλίππου ξένους : ὧν ἡγεῖτο μὲν Ἀδαῖος , Ἀλεκτρυὼν ἐπικαλούμενος , περὶ οὗ καὶ ὁ Ἡρακλείδης
7039354 Ἀναφλυστιος
μαλακίαν καὶ τὸ κόπτεσθαι κακεμφάτως . Σεβῖνον , ὅστις ἐστὶν Ἀναφλύστιος : Ὀνοματοποιεῖ τοῦτο , ὡς πρὸς τὴν μαλακίαν Κλεισθένους
βουλῆς Νέαρχος Σωσινόμου , Πολυκράτης Ἐπίφρονος , καὶ κῆρυξ Εὔνομος Ἀναφλύστιος ἐκ τοῦ δήμου . ] Λέγε δὴ καὶ τὰς
7036118 Προξενου
Ἀθηναίων θησαυρὸν καὶ ἐπέγραψε τό τε αὑτοῦ ὄνομα καὶ τὸ Προξένου , ὃς σὺν Κλεάρχῳ ἀπέθανεν : ξένος γὰρ ἦν
. βασανίσας : ἀντὶ τοῦ δοκιμάσας Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Προξένου . πολὺ δ ' ἐστὶ τοὔνομα ἐπὶ τούτου τοῦ
7033830 Μειδιας
Ἶβις Λυκούργῳ , Χαιρεφῶντι Νυκτερίς , Συρακοσίῳ δὲ Κίττα : Μειδίας δέ τοι Ὄρτυξ ἐκαλεῖτο : καὶ γὰρ ᾔκειν ὄρτυγι
τινες εἶναι δι ' εὐπορίαν προσειληφότες , καὶ πάλιν μισεῖ Μειδίας ἴσως ἐμέ . Καὶ αἱ διαστάσεις σεμνότητα ἔχουσιν ,
7030504 αἰτησας
καὶ ἀξιοῖ πεῖσαι μὴ δοθῆναι αὐτοῖς λέγων ὅτι καὶ Πεισίστρατος αἰτήσας καὶ λαβὼν ἐτυράννησεν . αὕτη δὲ ἡ πίστις οὐκ
δὲ γενομένου ἐλθὼν εἰς τὸ μέσον ὁ Αἴσωπος καὶ σιγὴν αἰτήσας ἔφη “ ἄνδρες εὐσεβεῖς , ἐπεὶ ὁ ἀετὸς τῶν
7030314 Λαμψακον
κληθῆναι αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐν Φωκαίδι Ἀβαρνίδος ὑπὸ Φωκαέων τὴν Λάμψακον κτιζόντων . . Σίγη : πόλις Τρωάδος , ὡς
τῇ πόλει μεγαλοπρεπῶς , καὶ τὴν πόλιν ἀπ ' αὐτῆς Λάμψακον προσηγόρευσαν . Ἐπεὶ δὲ ὁ Μάνδρων , προδοσίας ὑποψίαν
6997577 Σεξτος
τὴν ἡγεμονίαν τοῦ μὲν ἀριστεροῦ κέρως οἱ Ταρκυνίου παῖδες , Σέξτος καὶ Τῖτος , Ῥωμαίων τ ' αὐτῶν τοὺς φυγάδας
εἴ τις ἀρχὴ γένοιτο . ἐν τούτῳ δὴ τῷ καιρῷ Σέξτος ὁ πρεσβύτατος τῶν Ταρκυνίου παίδων ἀποσταλεὶς ὑπὸ τοῦ πατρὸς
6995247 Παυσανιας
ἡγεῖτο δὲ τῶν μὲν Ἀθηναίων Ἀριστείδης , τῶν δὲ συμπάντων Παυσανίας , ἐπίτροπος ὢν τοῦ Λεωνίδου παιδός . Μαρδόνιος δὲ
ἀντὶ τοῦ ὁμοίαν ποιησάμενος ʃ ὁ Ἀργίλιος ἐκεῖνος : ὁ Παυσανίας ʃ ὁ Παυσανίας ἐπὰν πάλιν ζητήσῃ τὰς ἐπιστολὰς ἵνα
6992346 Νεαιραν
Στρατόλαν καὶ Ἀριστόκλειαν καὶ Μετάνειραν καὶ Φίλαν καὶ Ἰσθμιάδα καὶ Νέαιραν ταυτηνί . ἣν μὲν οὖν ἕκαστος αὐτῶν ἐκτήσατο καὶ
Παναθήναια τὰ μεγάλα , καὶ μετ ' αὐτοῦ Νικαρέτην καὶ Νέαιραν τὴν νυνὶ ἀγωνιζομένην : καὶ κατάγεσθαι αὐτοὺς παρὰ Κτησίππῳ
6991022 Ἀντιγονος
ταῦτα ποιῆσαι καὶ παθεῖν ὑπὸ τοῦ πατρός : ὧν καὶ Ἀντίγονός ἐστι . . . . Ἀβάντις : Δοκεῖ δ
φιλόσοφος καὶ φιλόκηπος ἦν σφόδρα καὶ ἰδιοπράγμων , ὡς καὶ Ἀντίγονός φησι . λόγος γοῦν εἰπεῖν Ἱερώνυμον τὸν περιπατητικὸν ἐπ
6983539 Σουλπικιον
ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλιάρχους τρεῖς , Μάρκον Μάνιον , Κόιντον Σουλπίκιον Πραιτέξτατον , Σερούλιον Κορνήλιον Κόσσον . ἐπὶ δὲ τούτων
+ + + + + + + + + Κορνηλιανὸν Σουλπίκιον φιλεῖν ἠρξάμην ἡσθεὶς / τῷ τε τρόπῳ τἀνδρὸς καὶ
6979998 δισχιλιας
κατεφρόνησεν ὥστ ' εὐθὺς ἐπὶ ταῖς ἐν τοῖς δήμοις διαψηφίσεσι δισχιλίας δραχμὰς ἔλαβε . Φήσας γὰρ Φιλωτάδην τὸν Κυδαθηναιᾶ ,
ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς δὲ ποταμίας κατεσκεύασε διαιρετὰς δισχιλίας , αἷς παρεσκευάσατο καμήλους τὰς πεζῇ παρακομιζούσας τὰ σκάφη
6975801 ἐκπλευσας
Θρασύβουλον τὸν Στειριέα σὺν τετταράκοντα ναυσίν . ὁ δ ' ἐκπλεύσας τῆς μὲν εἰς Ῥόδον βοηθείας ἐπέσχε , νομίζων οὔτ
κατεπηγγείλατο ἐντὸς εἴκοσιν ἡμερῶν παραστήσειν τοὺς πολιορκουμένους . καὶ οὕτως ἐκπλεύσας καὶ τοὺς Λακεδαιμονίους λαβών , ἔδοξεν αὐτοῖς κατορθοῦν τὸ
6942469 ἑκατοστηι
αὐτῶν ἐν τῆι προτέραι | μάχηι ἀπέλαβον . ὀλυμπιάδι | ἑκατοστῆι ἑκκαιδεκάτηι | ἐνίκα στάδιον [ Δημοσθένης ] | Λάκων
[ ἐκ ] τοῦ δήμου ἡιρέθησαν . ὀλυμπιάδι ὀγδόηι καὶ ἑκατοστῆι | ἐνίκα στάδιον Πολυκλῆς | [ ] Κυρηναῖος ,
6931931 ἐτυραννησεν
Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . ὄνομα κύριον . οὗτος ἐτυράννησεν . Θεογείτων : Δημοσθένης ἐν τῷ αὐτῷ . ἔνιοι
ἀπέκτεινεν αὐτοὺς καὶ ἀφῆκεν τὸν κατεχόμενον , μετὰ ταῦτα ἐκεῖνος ἐτυράννησεν ἀφεθείς : καταλυθείσης τῆς τυραννίδος κρίνεται συνειδότος ὁ στρατηγός
6929333 Κηφισοφων
σταθμὸν αὐτός , τὰ παιδί ' , ἡ γυνή , Κηφισοφῶν , ἐμβὰς καθήσθω , ξυλλαβὼν τὰ βιβλία : ἐγὼ
τοῦτον δὲ ἄξιον νόμιζε δηλοῦν αὐτῷ ἅπερ οἶσθα , ὦ Κηφισοφῶν , καὶ οὕτω πεπαύσεται ἀγνοῶν τὰς αἰτίας καὶ ἅμα
6926705 Ταρκυνιος
χρῶνται Ῥωμαῖοι . τούτου δ ' υἱὸς ἦν ὁ δεύτερος Ταρκύνιος ὁ Σούπερβος , ὅσπερ καὶ τελευταῖος βασιλεύσας ἐξέπεσε .
τῇ πόλει λεγομένων τε καὶ πραττομένων κατὰ τῆς τυραννίδος αἴσθηται Ταρκύνιος , πρὶν ἢ τὰ παρ ' ἡμῶν εὐτρεπῆ γενέσθαι
6926466 Λυσιμαχος
τὴν σκαιότητα καὶ ἀπόνοιαν τὸν κεραυνὸν ἔφερεν . Ὁ τοίνυν Λυσίμαχος διὰ τὴν παιδοκτονίαν μῖσός τε δίκαιον παρὰ τῶν ὑπηκόων
: ἡ δὲ ἐδεῖτο τυχεῖν ὧν ἐπόθει . Καὶ ὁ Λυσίμαχος σεμνύνων τὸ δῶρον , κατ ' ἀρχὰς μὲν οὐ
6923985 Χαρητα
χώραν . τῶν οὖν στρατιωτῶν ἢ χορηγῆσαι αὑτοῖς ἀναγκαζόντων τὸν Χάρητα ἢ ἀπελεύσεσθαι πρὸς τὸν διδόντα , διεβίβασεν ἀναγκασθεὶς τὸν
καὶ παιδευσάτω ἀπὸ τοῦ νῦν χρόνου ἓξ ἔτη . καὶ Χάρητα ἀφίημι ἐλεύθερον : καὶ θρεψάτω Λύκων αὐτόν . καὶ
6920979 Τεισιᾳ
, ὡς οὐκ ἐγίγνετο . μαρτυροῦσι παρεῖναι πρὸς τῷ διαιτητῇ Τεισίᾳ , ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον ,
' ἐξ αὐτῆς δεικνύω . Μαρτυροῦσι παρεῖναι πρὸς τῷ διαιτητῇ Τεισίᾳ , ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον , εἰ μή φησιν
6919622 Φιλοκρατης
τὰ τοιαῦθ ' ὑπόλοιπον ἂν ἦν σκοπεῖν . εἰ δὲ Φιλοκράτης μὴ μόνον ὡμολόγει παρ ' ὑμῖν ἐν τῷ δήμῳ
καὶ ἐξ ἐνέδρας ἐπὶ τὸ κακουργῆσαι . . . . Φιλοκράτης ] πάλιν τὸ αὐτὸ ἔγκλημα : τοῦ γὰρ Φιλοκράτει
6915650 Μεσσηνιος
ἐνεστῶτος πρώτου τῆς ἑβδόμης ὀλυμπιάδος , ἣν ἐνίκα στάδιον Δαϊκλῆς Μεσσήνιος , ἄρχοντος Ἀθήνησι Χάροπος ἔτος τῆς δεκαετίας πρῶτον .
: καὶ γὰρ ὁ ἡγεμὼν αὐτοῖς τῶν ὁδῶν Χρόμων ὁ Μεσσήνιος ἐτύγχανε τεθνηκώς . οἱ δὲ Αἰτωλοὶ ἐσακοντίζοντες πολλοὺς μὲν
6915614 Στρατοκλης
ἀλλὰ περιεῖδεν ἑτέρους δόντας τοῦτο τὸ ἀργύριον , ὥσπερ καὶ Στρατοκλῆς εἶπεν , ὑπὲρ τοῦ πάλιν ἀπελθεῖν οἴκαδε τοὺς ἐξεληλυθότας
, πάντων τούτων συγγεγραφότων περὶ τῶν Ἀθήνησιν ἑταιρίδων . : Στρατοκλῆς δ ' ὁ ῥήτωρ ἐρωμένην εἶχε τὴν ἐπικληθεῖσαν Λήμην
6912237 Εὐαινετος
Ἀπολλώνιος Ἀντίγονος Βόηθος Γεμῖνος Διόδοτος Δίδυμος Διόδωρος Εὔδωρος Ἐρατοσθένης Ἕρμιππος Εὐαίνετος Μηνόδοτος Ζηνόδωρος Ἡγησιάναξ Θεόδωρος Θαλῆς Ἵππαρχος Κράτης Ζηνόδοτος Πύρρος
. Ἀλέξανδρος Αἰτωλός . Ἀλέξανδρος Ἐφέσιος . Δίδυμος πονηρός . Εὐαίνετος ἕτερος . Ἕρμιππος Περιπατητικός . Καλλίμαχος Κυρηναῖος . Κλεόστρατος
6911392 ἀπεπεμψεν
, ὅτι τριακονταέτης γενόμενος ἀπολέσει τὴν Τροίαν . καὶ τοῦτον ἀπέπεμψεν εἰς τὸ Πάριον λεγόμενον . παρελθόντος δὲ τοῦ τριακοστοῦ
διπλάσια ἀπηρίθμησεν . ὁ δὲ Κῦρος ὅσα εἶπε λαβὼν τἆλλα ἀπέπεμψεν : ἤρετο δὲ πότερος ἔσται ὁ τὸ στράτευμα ἄγων
6910542 Σωσθενης
εἰς τὰς ἀλλοτρίας μὴ ἐνυβρίζῃ γυναῖκας . ” Καὶ ὁ Σωσθένης σπουδάσας εἶπε : “ Παίζεις ; ” “ Ποῖ
τινι τῶν Θερσάνδρου χωρίων . ὅπως δὲ τὴν ἐλευθέραν ὁ Σωσθένης εἶχε δούλην ἢ τίς ἡ κοινωνία τοῖς λῃσταῖς πρὸς
6894036 Φιλωτᾳ
θύσας τῷ Ἀπόλλωνι Δημήτριον μὲν ἕνα τῶν σωματοφυλάκων ὑποπτεύσας μετασχεῖν Φιλώτᾳ τῆς ἐπιβουλῆς ξυνέλαβε : σωματοφύλακα δὲ ἀντὶ Δημητρίου ἀπέδειξε
ἀπέπεμψεν ἐς τὰς πόλεις τὰς ἐπὶ θαλάσσῃ , Λυσανίᾳ καὶ Φιλώτᾳ παραδοὺς διατίθεσθαι : αὐτὸς δὲ τὸ ἄκρον ὑπερβαλὼν προῄει
6892242 Φιλαν
. ἦν δὲ υἱὸς Δημητρίου τοῦ Πολιορκητοῦ καὶ γυναῖκα εἶχε Φίλαν τὴν Σελεύκου καὶ Στρατονίκης θυγατέρα . ἦν δὲ φιλόλο
Ἀρισταγόραν , ἐν Ἐλευσῖνι δ ' ἐν τοῖς ἰδίοις κτήμασι Φίλαν τὴν Θηβαίαν , εἴκοσι μνῶν λυτρωσάμενος . ἐποιεῖτό τε
6891876 ἐγραψατο
καὶ ἐσπείσατο , τὸν παῖδα ὡραῖον ὄντα ἐκεῖ καταλιπών : ἐγράψατο αὐτὸν προαγωγείας ὁ Δημοσθένης ἐπανελθόντα , ἔλυσε τὴν εἰρήνην
ὁ θέμενος , ἀπέτεισε τιμὴν τῶν φιαλῶν τῷ Τιμοσθένει , ἐγράψατο δὲ ὁ πατὴρ αὑτῷ τοῦτον ὀφείλοντα πρὸς τὸ ἄλλο
6886161 Μυτιληναιων
ἐκπέμπουσιν . οἱ δὲ Ἀθηναῖοι πολὺ ἐπιρρωσθέντες διὰ τὴν τῶν Μυτιληναίων ἡσυχίαν ξυμμάχους τε προσεκάλουν , οἳ πολὺ θᾶσσον παρῆσαν
κόπτῃ . ἐγὼ δὴ τοῦτο πρῶτον ἐρῶ . ἐμοὶ δοκεῖ Μυτιληναίων ὁ δῆμος ἠδικῆσθαι , καὶ δίκην ὑμῖν ὑπὲρ αὐτοῦ
6883899 ἑταιριδων
ὡς προβατοκάπηλος διεβάλλετο . Κύννα δὲ καὶ Σαλάβακχα τῶν θαυμαζομένων ἑταιρίδων . ΓΘ Λυσικλέα ] οὗτος ὡς προβατοκάπηλος διεβάλλετο .
προβατοκάπηλος διεβάλλετο . Κύνναν καὶ Σαλάβακχαν ] αὗται τῶν θαυμαζομένων ἑταιρίδων . μηδὲν δράσας : μηδὲν σπουδαῖον διαπραξάμενος . Γ
6882750 Κικερων
ἑπτακαίδεκα , τοὺς μάλιστα δυνατούς , ἐν οἷς ἦν καὶ Κικέρων , ἔδοξε προανελεῖν ἐπιπέμψαντας ἄφνω . καὶ τῶνδε μὲν
. οὕτω μὲν φιλονίκως τε καὶ ψευδῶς τὰς ἐντολὰς ὁ Κικέρων συνέγραφεν , οὐδεμιᾶς ἔχθρας τοσῆσδε ὑπούσης , ἀλλ '
6878773 Ἀγαθοκλης
Ταυρομενιτῶν , ἔτι δὲ Κεντοριπίνων ἀπέσφαξεν . νγʹ . Ὡς Ἀγαθοκλῆς Δεινοκράτη καὶ τοὺς φυγάδας περὶ Γαλαρίαν ἐνίκησεν . νδʹ
ὑπεραίρων τῷ μεγέθει καὶ τῇ κατασκευῇ , ὃν κατεσκεύασε μὲν Ἀγαθοκλῆς ὁ δυνάστης , διὰ δὲ τὸ βάρος τῶν ἔργων
6871315 Κατων
καὶ Ἴσιδος . πρὶν δὲ ὑπὸ Περσῶν ἀφανισθῆναι φησὶ † Κάτων , ὅτι τρισμυρίας τρισχιλίας κώμας εἶχε καὶ τριάκοντα ,
τούτοις τοῖς ἔργοις ἑκάτερος τῶν ὑπάτων ἐθριάμβευσεν . Ἐντεῦθεν Πόρκιος Κάτων καὶ Κύντος Μάρκιος Ῥὴξ δέχονται τὴν ἀρχὴν ἑξακοσιοστοῦ καὶ
6870264 Ἐλατειαν
πάντ ' εἶναι στρατιωτικὰ Δημοσθένους γράψαντος . Φιλίππου δὲ καταλαβόντος Ἐλάτειαν καὶ Κυτίνιον καὶ πρέσβεις πέμψαντος εἰς Θήβας * Θετταλῶν
Θηβαίους αὐτὸν ὑπόπτως ἔχειν , καὶ λογοποιοῦσιν περιιόντες τινὲς ὡς Ἐλάτειαν τειχιεῖ . ὁ δὲ ταῦτα μὲν μέλλει καὶ μελλήσει
6868136 ἠγγυατο
ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα μὲν γὰρ ἤγουν ὡμολόγει δώσειν , ἠγγυᾶτο δὲ ὁ λαμβάνων . ἡμέρα ἠοῦς διαφέρει . ἡμέρα
ἐγώ , ἔφης σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ
6865720 Θριασιος
καὶ ἐκβάντες ἠριστοποιούμεθα , προσέρχεταί μοι τῶν ναυτῶν Καλλικλῆς Ἐπιτρέφους Θριάσιος , λέγων ὅτι βούλοιτό μοι διαλεχθῆναι ἐμόν τι πρᾶγμα
θῆκεν χαμαί . Κράτης πατρὸς μὲν ἦν Ἀντιγένους Ἀθηναῖος , Θριάσιος δὲ τῶν δήμων , ἀκροατὴς ἅμα καὶ ἐρώμενος Πολέμωνος
6865559 Κοιντιος
φιλελευθέρῳ τῆς γνώμης ἐκάθισε . μετὰ δὲ τοῦτον ἀναστὰς Λεύκιος Κοίντιος ὁ καλούμενος Κικιννᾶ - τος καὶ Τίτος Κοίντιος Καπετωλῖνος
ἐπειδὴ τὸν ἄνδρα τόνδε ὀνομασθέντα ἤκουσαν παραλαμβάνουσι τὴν ὑπατείαν Τῖτος Κοίντιος Καπιτωλῖνος καὶ Ἄππιος Κλαύδιος Σαβῖνος , οὔτε τὰς φύσεις
6862095 Λαμαχος
” . μισολάμαχος ] μισοπόλεμος . φιλοπόλεμος γὰρ ἦν ὁ Λάμαχος στρατηγὸς ὤν . † ἀκολαμάχου † : ἀλλοτρία τῶν
ἀπὸ Παιήωνος , ἰατροῦ παλαιοῦ . ἕκαστον δὲ ὧν ὁ Λάμαχος λέγει τρέπει οὗτος εἰς παιδιάν . Παιώνια ] ἑορτὴ
6861963 Κλαυδιος
. . : Ἄκη , πόλις Φοινίκης . . . Κλαύδιος δὲ Ἴουλος ἐν πρώτῃ Φοινικικῶν φησὶν ὅτι ἐκλήθη ἀπὸ
μὲν ἦρχεν Ἀναξικράτης , ἐν Ῥώμῃ δὲ ὕπατοι κατέστησαν Ἄππιος Κλαύδιος καὶ Λεύκιος Οὐολόμνιος . ἐπὶ δὲ τούτων Δημήτριος μὲν
6856949 καταλειφθεις
στρατιάν . Κάσσιος δ ' ὁ ἕτερος τῶν ὑπάτων ὁ καταλειφθεὶς ἐν τῇ Ῥώμῃ τὸν νεὼν τῆς τε Δήμητρος καὶ
δ ' εἰς Ῥώμην περὶ τούτων ἀγγελίας Κόιντος Φάβιος ὁ καταλειφθεὶς ἐπὶ τῆς πόλεως ἔπαρχος ἀπὸ τῆς σὺν αὐτῷ στρατιᾶς
6856189 Κλεων
. τίμημα τάλαντα πεντήκοντα . κλήτορες Κηφισοφῶν Κηφισοφῶντος Ῥαμνούσιος , Κλέων Κλέωνος Κοθωκίδης . ] Ἃ μὲν διώκει τοῦ ψηφίσματος
εἰρήνην ὁ μέν : ὁ Βρασίδας ὁ δέ : ὁ Κλέων πλεῖστα : ἐν πλείστοις πράγμασι ἀπαθής : εὐτυχής .

Back