οὔτε τὴν ἀρρωστίαν ἐφ ' ᾗ τότ ' ἐξωμόσαθ ' ὑπολογισάμενος , οὔθ ' ὅτι πρεσβευτὴς ἄλλος ᾕρητ ' ἀνθ
πᾶσι δοκοῦντα συμφέρειν , οὐδένα κίνδυνον ὀκνήσας ἴδιον οὐδ ' ὑπολογισάμενος , σὺ δ ' οὔθ ' ἕτερ ' εἶπες
5604008 ὀκνησας
πρὸς ὄψιν πολε - μίου δράκοντος ὁράματι προσείκασεν , οὐκ ὀκνήσας οὐδ ' ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν παραδείγματα λαβεῖν ὡς δ
ἔδωκα ἐμαυτὸν εἰς τὰ πᾶσι δοκοῦντα συμφέρειν , οὐδένα κίνδυνον ὀκνήσας ἴδιον οὐδ ' ὑπολογισάμενος : σὺ δὲ οὐδ '
5502058 πλυνων
τὸ δὲ λοιπὸν ἄτονον . εἶτα πάλιν τὸ περιλειπόμενον ὁμοίως πλύνων ἀναιροῦ , ἄχρι μηδεμίαν γλισχρότητα ἀποκρίνῃ : τὸ δὲ
ταρίχους Ποντικούς : Ἀριστοφάνης : οὐκ αἰσχυνοῦμαι τὸν τάριχον τουτονὶ πλύνων εἰπεῖν ἅπασιν ὅσα σύνοιδ ' αὐτῷ κακά . Σοφοκλῆς
5323933 σπευσας
προδιδοῦσι τὴν πόλιν , καταπλεύσας , προαισθόμενος ὡς ἐπιβουλεύοιτο , σπεύσας ἐπὶ τὴν ναῦν προανέβη . οἱ μὲν ἐπιβουλεύοντες ἐγγὺς
ὑφ ' ὧν πιέζομαι ἐπὶ τούτου καθήμενος . ἀνύσας ] σπεύσας . κατάθου ] αὐτὸν ἐνταῦθα . πρόσεχε τὸν νοῦν
5276790 ἐμπορον
ὃ δὲ οὐκ ἐπέστειλε μέν , Ἀρίστωνα δ ' , ἔμπορον Τύριον , ἐπὶ προφάσει τῆς ἐμπορίας ἔπεμπε πρὸς τοὺς
τῇ πόλει πίνων ὕδωρ : τὸν γὰρ γεωργὸν καὶ τὸν ἔμπορον κακοῖς . ἐγὼ δὲ τὰς προσόδους μεθύων καλὰς ποιῶ
5251397 διεβην
ἐγὼ δὲ τῶν Ἑλλήνων ἡγεμὼν κατασταθεὶς καὶ τιμωρήσασθαι βουλόμενος Πέρσας διέβην ἐς τὴν Ἀσίαν , ὑπαρξάντων ὑμῶν . καὶ γὰρ
παθῶν Ἰακώβ φησιν : „ ἐν γὰρ τῇ ῥάβδῳ μου διέβην τὸν Ἰορδάνην τοῦτον „ : Ἰορδάνης | δὲ κατάβασις
5206354 ἐχαριζετο
οὐδὲ χρυσόν , ἀλλὰ πόλεις τε ἤδη καὶ πολλὴν γῆν ἐχαρίζετο : ἀφελὼν γὰρ τῆς ἑαυτοῦ βασιλείας Μυοῦντα καὶ Λάμψακόν
λυποῦσα δὴ τοιαῦτα τὴν σωτηρίαν ἐπόριζε καὶ ἀποστεροῦσα τόπου τινὸς ἐχαρίζετο γῆρας , ἐπεὶ καὶ τὸ εἰς τὴν μεγίστην με
5196109 ἰασομαι
γὰρ ἔστι παρώνυμον διὰ τὴν ἴασιν ἀλλὰ ῥηματικὸν παρὰ τὸ ἰάσομαι μέλλων . Τὸ Ἀγάθων Ἀγάθωνος φυλάττον τὸ ω καὶ
: ” ἐγὼ ἀποκτενῶ καὶ ζῆν ποιήσω : πατάξω κἀγὼ ἰάσομαι ” . ἀλλὰ γὰρ οὐδὲ ἐπιπόλαιον ἔσχεν ἡ δοκησίσοφος
5177495 ἐπιδεικνυσαι
οὔτε ἔλαττον , σὺ δὲ εἰς ἡμᾶς πολλὰ διὰ παντὸς ἐπιδείκνυσαι τοῦ χρόνου . καί σοι τοῦ καὶ νῦν ἡμᾶς
χρηστὸς καὶ φιλάνθρωπος προσποιῇ , ἐν δὲ τοῖς ἔργοις ἀπανθρωπίαν ἐπιδείκνυσαι καὶ δεινὴν σκαιότητα , πλείω ὧν ἔδωκας ἀναπράττων καὶ
5157832 ἀπωλεσα
φρένα καὶ κατὰ θυμόν : ἣ πρὶν μὲν πόσιν ἐσθλὸν ἀπώλεσα θυμολέοντα , παντοίῃς ' ἀρετῇσι κεκασμένον ἐν Δαναοῖσιν ,
“ Οἴμοι δειλαία τῶν κακῶν : καὶ γὰρ τὸν ἄνδρα ἀπώλεσα διὰ σέ , οὔτε γὰρ ἂν ἔχοιμί σε τοῦ
5152135 τετιμημενον
γνώριμοι . ναυτιλίῃσι : πομπαῖς τῶν πλοίων . τετιμημένε : τετιμημένον . σοι : διά σου , ἀπό σου .
: ἐὰν δὲ ἁλῷ , ἐὰν μὲν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον ὑπὸ τῶν εὐθύνων , ὥσπερ ἀνάγκη , ἁπλῶς θνῃσκέτω
5027385 εἰσηνεγκα
εἰς ἐμὲ τὴν αἰτίαν ἔχειν , ὃς οὐκ ἐπὶ τούτοις εἰσήνεγκα τὸν νόμον . καὶ ὅλως ἐπὶ πάντων ἁρμόσει τῶν
, καὶ τετρακόσια τάλαντα μετὰ τὸν θρίαμβον εἰς τὸ ταμιεῖον εἰσήνεγκα . ἔπειτ ' ἐκείνων τῶν δορικτήτων ἐξόν μοι λαβεῖν
4958711 συλλεγοντα
Ἀσρούβαν δὲ τὸν Ἀμίλχαρος περὶ τὸν βόρειον ὠκεανὸν στρατιὰν ἔτι συλλέγοντα ὁ ἀδελφὸς Ἀννίβας ἐκάλει κατὰ σπουδὴν ἐς τὴν Ἰταλίαν
λοφιδίου ἐκεῖ περιφθειρόμενον ἀχράδας , ἦ πολὺν κύφων ' ἑαυτῶι συλλέγοντα . ὡς ὀργίλως . τί , ὦ μακάριε ;
4906588 ἀποτρεχε
πρὸ μικροῦ λέγοντες : Ἰδοῦ Ῥεβέκκα ἐνώπιόν σου : λαβὼν ἀπότρεχε . Διὰ τί [ δὲ ὁ παῖς ] ,
εἰς τὰ Πιττάλου : εἰς ἰατροῦ , ⌈ φησίν , ἀπότρεχε θεραπευθησόμενος τὰς πληγάς : ἰατρὸς γὰρ ὁ Πίτταλος .
4905356 ἀποχρησαι
ἔργον καὶ πρὸς τοσοῦτον ἧκε προθυμίας ἕκαστος , ὥστ ' ἀποχρῆσαι νύκτα μίαν πρὸς τηλικαύτην μεταβολήν . καὶ οὔπω μὲν
αὐτὴν ἐς τοσόνδε ἀναχυθῆναι πέλαγος ; πῶς δ ' ἂν ἀποχρῆσαι ποταμῷ βυθίζοντι Αἴγυπτον ; κομιζόμενοι δὲ διὰ τοῦ Ἰνδοῦ
4898965 φθορον
, κόγχων δὲ τὸν σέσιλον . ἄπαγ ' ἐς τὸν φθόρον . διψῶντι γάρ τοι πάντα προσφέρων σοφὰ οὐκ ἂν
νόσον ὑψοῦ διᾴττει . Κέρδων γαμεῖ . βάλλ ' ἐς φθόρον . δέκα τοὐβολοῦ Δᾶτον ἀγαθῶν βαρὺ τὸ σκάφιον ἡμεῖς
4880617 ἀποβαπτοντα
καθεύδειν δὲ μέλλοντα καὶ τὰ πολλὰ τῶν ὄψων εἰς τοῦτο ἀποβάπτοντα ἐσθίειν : ἄμεινον δὲ μεμῖχθαι τῷ ὄξει σκίλλης καὶ
ὁ Ζήνων ἔλεγεν , ὅτι δεῖ τὸν φιλόσοφον εἰς νοῦν ἀποβάπτοντα προφέρεσθαι τὴν λέξιν . . ̈ . . ἔφασκε
4865713 μεριζομενος
τὴν φυλακήν , λάθοι δ ' ἂν δοὺς ἐν πλείοσι μεριζόμενος ὃ μὴ ἂν ἄλλως ἔχων . δείξει γάρ τις
, ὅτι οὐδὲν ἐπίρρημα σχηματίζεται . κεδαιόμενος : διακοπτόμενος , μεριζόμενος . ἀτλήτους μελεδῶνας : ἀνυποστάτους μερίμνας ἔχω , ἀνυπομονήτους
4855188 παρεχω
πλήρεις δὲ αἱ κρῆναι ὕδατος ; οὐκ εὐνάς σοι τοσαύτας παρέχω ὁπόση γῆ ; καὶ στρωμνὰς φύλλα ; ἢ εὐφραίνεσθαι
τοῖν ποδοῖν ἦν ὁ πόνος . ὁρᾷς , ὅσας σοι παρέχω πρὸς ἡδονὴν ἀφορμάς . οὐ μὴν ἐκεῖνό γέ σε
4849852 ἡξοντα
ἀκατάλλακτον ἔχειν , ἀλλ ' οὕτω τὴν ἔχθραν ἀναλαμβάνειν ὡς ἥξοντα πάλιν εἰς σύλλυσιν καὶ φιλίαν : τὸν δὲ παρὰ
πλευσούμενον διὰ τοῦ Ἰσθμοῦ ὁρῶ οὔτε ἐς τέρμα τῆς ὀρυχῆς ἥξοντα , δοκεῖ δέ μοι καὶ φόβου μεστὸς ἀναχωρῆσαι τῆς
4836804 τολμησαντα
κύριοι , τὸν ὑπατεύσαντα τῷ πρόσθεν ἐνιαυτῷ Σπόριον Κάσσιον καὶ τολμήσαντα τοὺς περὶ τῆς διανομῆς εἰσηγήσασθαι νόμους εἰσήγγειλαν εἰς τὸν
ταῦτα καὶ ὕστερον αὐτὸ ἀνῃρήκεις , ἐκρίνομέν σε ὡς παρανόμως τολμήσαντα , οὕτως ἐπειδὴ τότε , ὅτε καὶ οἱ νόμοι
4836594 ἡδομαι
μοι φακούς , μὰ τὸν Δί ' : οὐ γὰρ ἥδομαι . ἢν γὰρ τράγῃ τις , τοῦ στόματος ὄζει
ἐν Ναυπλίῳ νυμφικὸν Ἐλύμνιον . Γ # ἥδομαί γ ' ἥδομαι : κορωνίς . εἰσελθόντων τῶν ὑποκριτῶν ὁ χορὸς μόνος
4835973 εὐτυχεστατον
, μήτηρ ἑώρα τῆς κόρης ἐφ ' ἅρματος . Τοῦτον εὐτυχέστατον λέγω , ὅστις θεωρήσας ἀλύπως , Παρμένων , τὰ
Μετὰ ταύτην δ ' ἔστιν ἡμερῶν δυοῖν τελέσαντι πλοῦν ἐμπόριον εὐτυχέστατον ἡ λεγομένη Ταρτησσὸς , ἐπιφανὴς πόλις , ποταμόρρυτον κασσίτερον
4828151 ὀνειδισαντα
, οἵτινες καλὸν ἡμῖν ἄλειμμα διαβάλλουσιν . ” πρὸς Πλάτωνα ὀνειδίσαντα τὴν πολυτέλειαν , “ Ἆρα , ” ἔφη ,
ἄριστον , οὐ τὸ μὴ χρῆσθαι . ” πρὸς τὸν ὀνειδίσαντα αὐτῷ πολυτελῆ ὀψωνίαν , “ σὺ δ ' οὐκ
4820196 ἐσταλην
αὐτήν : λαμβάνομαι τὸ στόμα , κλείω κατέχω : γράφεται ἐστάλην : οὐ καταλείψω τὸ τέμενος τῆς θεοῦ , εἰ
ὑψόροφα μέλαθρα καὶ γεραιὰ δέμνι ' ἀμφὶ βάκτροις ἔρεισμα θέμενος ἐστάλην ἰηλέμων γέρων ἀοιδὸς ὥστε πολιὸς ὄρνις , ἔπεα μόνον
4813890 παλιγκαπηλος
. . σκοτεινῷ . τὸ γὰρ πάλιν ἐπίτασιν δηλοῖ ὡς παλιγκάπηλος καὶ παλίμπρακτος . παλιντράπελον : ἀντίστροφον . ἐναντίον ,
ἀρχή τις Ἀθήνησιν ἐπιμελουμένη τοῦ καθαίρεσθαι τὴν κόπρον . Καὶ παλιγκάπηλος καὶ μεταβολεύς . Παλιγκαπηλεύειν : τὸ πραγματεύεσθαι . Μεταβολεύς
4803920 παρασχοντα
τὸν δεῖνα [ τῶν ἡγεμόνων ] εἶναι τὸν ποιήσαντα καὶ παρασχόντα , μὴ τῶν ἡμετέρων τινὰ πολιτῶν . ἔτι δὲ
ἀήττητον δὲ διαγεγονότα καθάπαξ , μεγίστας δὲ εἰς εὐπορίαν ἀφορμὰς παρασχόντα τῇ πόλει , τοῦτον τοίνυν τῶν μεγίστων ἀξιόχρεων ὄντα
4803763 ἀφησω
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ
4795808 ἀπερχομαι
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ]
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ
4774277 διδαξειν
τοῖς ἀξίοις καὶ δυναμένοις χρῆσθαι προκέχυται , ἐκεῖνο δὲ ἐπαγγελλομένης διδάξειν : οὐδὲν δὲ τῶν ἐξ ἐπαγγέλματος οἰκεῖον ἀρετῇ .
ἄνοιά ἐστι βουλομένους αὐλητήν τινα ποιῆσαι παρὰ μὲν τοὺς ὑπισχνουμένους διδάξειν τὴν τέχνην καὶ μισθὸν πραττομένους μὴ ἐθέλειν πέμπειν ,
4762781 Εὐθυμον
αὐτοῖς . Λοκρῶν δὲ τῶν Ἐπιζεφυρίων ἑλόντων τὴν πόλιν , Εὔθυμον μυθεύουσι τὸν πύκτην καταβάντα ἐπ ' αὐτὸν κρατῆσαι τῇ
Ἀμυμώνῃ φησὶ γενέσθαι , ἄλλων λεγόντων πρὸς τῇ Λέρνῃ . Εὔθυμον ] τὰ κατὰ Εὔθυμον τὸν πύκτην , οὗ καὶ
4762166 Ἡκει
ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον ἰδεῖν . Ἥκει δὴ πάλιν ὁ Περικλῆς ἑτέραν ἡμῖν παράθεσιν προξενῶν .
ἐν τῇ γενέσει καὶ φύσει κατὰ τὴν οἰκείαν βούλησιν . Ἥκει δὴ οὖν εἰς ταὐτὸ τῷ τῆς δημιουργίας καὶ προνοίας
4760324 ἐνικησα
θέσεως τῶν ὀνομάτων τὰ πράγματα σημαίνουσα , οἷον πὺξ μὲν ἐνίκησα Κλυτομήδεα Φαίνοπος υἱόν : Ἀγκαῖον δὲ πάλην Πλευρώνιον ,
πῶς τὸ ἀνθηρὸν τοῦτο εἰς μέρη κατερρωγὸς ἱμάτιον φορῶ ; ἐνίκησα κυβεύων , ὡς μήποτ ' ὤφελον . τί γὰρ
4759766 πεμπωμεν
“ Δῶρα μέν , ὡς αὐτῇ περ ἐφανδάνει Ὑψιπυλείῃ , πέμπωμεν ξείνοισιν , ἐπεὶ καὶ ἄρειον ὀπάσσαι : ὔμμι γε
μαθήματος ὃ ἡμεῖς ἀξιοῦμεν μανθάνειν παρ ' αὐτῶν ὃν ἂν πέμπωμεν . οὐ πολλή σοι δοκεῖ ἀλογία εἶναι ; Ναὶ
4753262 καταπτυστον
ἔξωθεν καὶ ἀκροωμένους , ἐπεὶ πρός γε τοῦτον αὐτὸν τὸν κατάπτυστον βραχὺς καὶ σαφὴς ἐξήρκει μοι λόγος : εἰ μὲν
Λήμνιον ] λείπει ἔργον . λόγωι ] ἐν διηγήματι . κατάπτυστον ] μισητόν . ἤικασεν δέ τις ] εἰκονίσειέ τις
4741030 πονηρε
τις αὐτῷ ταῦτα συγγράφοντι παραστὰς εἴποι : Τί , ὧ πονηρὲ , ἐνοχλεῖς σεαυτῷ ταῦτα συγγράφων καὶ ἃ μὴ οἶσθα
καταρᾶται , καὶ τῶν κακῶν ὁ κίνδυνός σε κοσμεῖ , πονηρὲ καὶ καλέ . ὀκνῶ , δέσποτα , λέγειν ,
4726111 γελγη
τῷ γρυμαιοπώλῃ με περιμένειν : καίτοι προηγόρευτο αὐτῷ ἐπὶ τὰ γέλγη ἀπαντᾶν . Ἀλλ ' εἰς καιρὸν οὑτοσὶ αὐτὸς ἐμπολήσας
τὸν λιβανωτόν , κεὐθὺ τῶν ἀρωμάτων , καὶ περὶ τὰ γέλγη . εἴη δ ' ἂν καὶ μαγειρεῖα τῶν πόλεως
4716751 ἠφανισα
, ἐν ὅσῳ δ ' ἐκεῖνος , τοῦτ ' ἐγώ ἠφάνισα : βούλομαι δ ' ἐγώ , βέλτιστε σύ ,
, ἐν ὅσῳ δ ' ἐκεῖνος , τοῦτ ' ἐγὼ ἠφάνισα . βούλομαι δ ' ἐγὼ , βέλτιστε , συγκαμεῖν
4698692 Ὑπεριδην
ἡμῖν πλουτιεῖ . καὶ ἀλλαχοῦ : τόν τε ἰχθυόρρουν ποταμὸν Ὑπερίδην περάσον , ὃς μισθωτὸς ἄρδει πεδία τοῦ δεδωκότος .
μακράν , δίκην τῶν δειλινῶν πνευμάτων , καὶ τὸν ἄπιστον Ὑπερίδην , τὸν δημοκόλακα , τὸν οὐδὲν αἰσχρὸν νομίσαντα κολακείᾳ
4693713 ἐφροντισεν
γεγένηται . Ὁ δὲ νομοθέτης οὐχ ὅπως τὸ πρᾶγμα γεγένηται ἐφρόντισεν , ἀλλ ' ἐὰν ὁπωσοῦν μίσθωσις γένηται , κατέγνωκε
. . τῆς ῥινὸς οὐκ ἐπελάβετο δηλ . οὐδ ' ἐφρόντισεν : Οὐκ ᾔσθετο . . ἤγουν οὐ μόνον οὐδὲν
4687778 ἀρκεσειν
ἵνα ἄρτου χορτάσῃ . τοῦ δὲ λογισαμένου ἕνα ἄρτον τούτῳ ἀρκέσειν καὶ λαβόντος τὰ δηνάρια ἤρξατο τρώγειν . ὁ δὲ
καὶ Δομίτιον . οὐκ ἐς πολὺ δ ' αὐτοῖς ἔμελλον ἀρκέσειν Μακεδονία τε καὶ Θεσσαλία , μόναι σφίσιν ἐν τῷ
4687607 φρουρουντα
, ἀλλ ' αὐτὸν δρέψασθαι τὰ μῆλα , κτείναντα τὸν φρουροῦντα ὄφιν . κομίσας δὲ τὰ μῆλα Εὐρυσθεῖ ἔδωκεν .
Τὰ συμβάντα περὶ Κάσανδρον κατὰ τὴν Ἀττικὴν καὶ Νικάνορα τὸν φρουροῦντα τὴν Μουνυχίαν . λεʹ . Φωκίωνος τοῦ χρηστοῦ προσαγορευθέντος
4684790 παρεκαλεσα
ἐπειδὴ πάλιν εἰσιόντων ἡμῶν παρ ' αὐτὸν περὶ ταῖν ὁδοῖν παρεκάλεσα αὐτὸν ἐπιδεῖξαι ἡμῖν , καὶ ὃς μάλ ' ἑτοίμως
ἀλλὰ τῶν πραγμάτων ἀφελκόντων εἰς λήθην ἔδωκα διπλῆν ἀνάμνησιν ὧν παρεκάλεσα , καὶ τὸν ἐπιδιδόντα καὶ τὸ διδόμενον . Ἡ
4684507 ἀφηκα
εἴπω . . ἐς ταυτὸν ] ἐκεῖσε ὅθεν τοὺς λόγους ἀφῆκα . . ἐστιν πόλις Κάνωβος ] ἀναχρονισμός . ἔστι
Ἀθήνησι κυβευτῶν οἱ ἐξωλέστατοι . τέλος δ ' οὖν λιποθυμήσας ἀφῆκα τοῖς ἐναγέσι λαμβάνειν . οἱ δὲ καὶ τὸ προκόλπιον
4682171 Χρυσανθιον
ἄνδρα πείθειν μηδαμῶς ἀπαγορεῦσαι τὴν ἔξοδον : καὶ τὴν πρὸς Χρυσάνθιον αἰτήσας ἐπιστολήν , εἶτα εἰσβαλὼν ἐκείνην καὶ σφραγῖδα ἀμφοτέραις
, τῷ παρόντι τῶν ἑταίρων Προκοπίῳ πολλὰ ἐπισκήψας μόνον θαυμάζειν Χρυσάνθιον . καὶ ὁ Προ - κόπιος παραγενόμενος εἰς τὰς
4679172 λυπησαι
' ἐλ - πίδα συμβάσης , δύναται πλέον τὸν πεπονθότα λυπῆσαι . εἶχον δ ' ἂν καὶ ἄλλην , οἶμαι
ἐπανέτεινε τὰς χεῖρας : ἢ ἀπὸ τῆς αἰτίας , ἦπου λυπῆσαι βουλόμενος ταῦτα ποιεῖ ὑβριστής ἐστιν : ἢ ἀπὸ τοῦ
4677529 παμπληθει
ῥᾳδίως τούτους ἐτρέψατο . Ἐπεὶ δὲ τοὺς λοιποὺς ἑώρα συνθέοντας παμπληθεί , πάντας ἀναλαβὼν ὑπέστρεψε πρὸς τὴν φάλαγγα : ἐπιθεμένων
πορείας ἀποδειχθείσης αὐτοῖς καὶ τῆς τοῦ Ἀράξιδος διαβάσεως , ξυνέθεον παμπληθεί , πλὴν τῶν ὅσοι πόθῳ τῆς ἑαυτῶν πατρίδος ἀντεποιοῦντο
4674049 Νικομηδη
εἰς τὴν Θρᾴκην , ἀνεῖλε δὲ καὶ Προυσίαν ἐπισυστήσας αὐτῷ Νικομήδη τὸν υἱόν , κατέλιπε δὲ τὴν ἀρχὴν τῷ ἐπιτροπευθέντι
πάντες αὐτῷ προσέφευγον ὡς δαιμονιωτέραν ἰσχὺν ἔχοντι . Καῖσαρ ὡς Νικομήδη πλέων περὶ Μαλέαν ὑπὸ λῃστῶν ἥλω Κιλίκων . οἱ
4669061 ὑπαρξαντα
Θρᾳξὶ παρὰ τοῦ σωθέντος , καὶ τὰ φρούρια τὰ πρότερον ὑπάρξαντα Θρᾳκῶν ἀπολήψεσθαι χωρὶς κινδύνων . συγκαταθεμένου δὲ τοῦ πλήθους
Πέτην τὸν πατέρα Μενεσθέως τοῦ στρατεύσαντος εἰς Τροίαν φανερῶς Αἰγύπτιον ὑπάρξαντα τυχεῖν ὕστερον Ἀθήνησι πολιτείας τε καὶ βασιλείας . *
4654433 ἐλπιϲ
, παχέα , ἐπίδοϲιν ἔχοντα πολλὴν ἰλυώδεα , καταρραγῇ , ἐλπὶϲ ἐκρεῦϲαι τὸν ὕδερον : ἢν δὲ λεπτὰ καὶ ἀνυπόϲτατα
εἰ δὲ χρονίζοι ἡ ὀδύνη τῆϲ ἀνακαθάρϲεωϲ ὑγρᾶϲ γιγνομένηϲ ἐμπυούμενον ἐλπὶϲ τὸν ἄνθρωπον γίγνεϲθαι . ϲίνηπι δὲ ϲυμμίϲγειν χρὴ τοῖϲ
4654238 εὐδαιμονιῃ
- δίδοσαν , τῶν δὲ ἀνδρῶν ἐδέοντο . Αἰγινῆται δὲ εὐδαιμονίῃ τε μεγάλῃ ἐπαρθέντες καὶ ἔχθρης παλαιῆς ἀναμνησθέντες ἐχούσης ἐς
γῇ κρύπτουσι , ἐπιλέγοντες ὅσων κακῶν ἐξαπαλλαχθείς ἐστι ἐν πάσῃ εὐδαιμονίῃ . Οἱ δὲ κατύπερθε Κρηστωναίων ποιεῦσι τοιάδε . Ἔχει
4644998 ἐξεκομισε
τε τῶν Περσῶν Ξέρξην τὸν Δαρείου , χωρὶς ἢ ὅσα ἐξεκόμισε τοῦ Ἀθηναίων ἄστεως , τοῦτο μὲν ἐκ Βραυρῶνος καὶ
Λάμψακον ἐσφυγόντας , ἔτι τοῦ Λουκούλλου περικαθημένου , ναῦς ἐπιπέμψας ἐξεκόμισε σὺν αὐτοῖς Λαμψακηνοῖς : μυρίους δ ' ἐπιλέκτους ἐπὶ
4632214 προσαιτων
, πολλῶν δεόμενος σκευαρίων , νῦν δὴ γενοῦ γλίσχρος , προσαιτῶν , λιπαρῶν . Εὐριπίδη , δός μοι σπυρίδιον διακεκαυμένον
τῶν ἐφημέρων ἀπορῶν , πτωχός , πτωχεύων , ἀγείρων , προσαιτῶν , μισθωτός , μισθαρνῶν , πελάτης , θής ,
4618687 γεγενησαι
ὑπισχνούμενος οὐκ ἐνεπίμπλασο : ἐπεὶ δὲ κατέπραξας ἃ ἐβούλου καὶ γεγένησαι ὅσον ἐγὼ ἐδυνάμην μέγιστος , νῦν οὕτω με ἄτιμον
. Ἀσπάζομαι . Τί φησιν ; Ἀρχαία φίλη , πολιὰ γεγένησαι ταχύ γε , νὴ τὸν οὐρανόν . Τάλαιν '
4610209 τολμησει
, οἷον καὶ τοιαῦτα συνειδὼς βεβιωμένα ἑαυτῷ ὁ ἀκάθαρτος οὑτοσὶ τολμήσει βλέπειν εἰς ὑμᾶς καὶ τὸν βεβιωμένον αὑτῷ βίον αὐτίκα
ἢ δεινότερον πρᾶγμα τούτου ἐν τῇ πόλει γένοιτο , εἰ τολμήσει ὁ μὲν ἄρχων ἐν ταῖς τῶν ἐπικλήρων δίκαις ἀντιβολεῖν
4610054 αἰσθησομαι
: ” ἐὰν μὴ λοιδορούμενος προσποιῶμαι , οὐδ ' ἐπαινούμενος αἰσθήσομαι . “ Ὅτι δὲ γεγόνασι Ζήνωνες ὀκτὼ ἐν τῷ
φάναι : ἐὰν μὴ λοιδορούμενος προσποιῶμαι , οὐδ ' ἐπαινούμενος αἰσθήσομαι . ὅτι δὲ γεγόνασι Ζήνωνες ὀκτώ , ἐν τῶι
4598238 παρεθεμην
ἐς ὑπόμνησιν τῆς Ἀννίβου καὶ Σκιπίωνος μεγαλονοίας καὶ Φλαμινίνου σμικρότητος παρεθέμην : ὁ δ ' Ἀντίοχος ἐκ Πισιδῶν ἐς τὴν
ἀντιφατικῶς ἀντικειμένας , ἡ πλάνη γέγονε . ταῦτα δὲ καθόλου παρεθέμην πρὸς ἔνδειξιν τοῦ δεῖν ἀκριβῶς τὰς ἀντιθέσεις καὶ ἀντιφάσεις
4592401 λαλεις
σιγὴν ἔχω ; γύναι , τί μοι τραχεῖα κοὐκ εἰθισμένως λαλεῖς ; ἄπολις ἄοικος , πατρίδος ἐστερημένος , πτωχὸς πλανήτης
. Οὐκὶ μὴ λαλῆσι σύ . Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν
4590377 καυκιον
ἐπάνω καυκίου τίποτας : ἔναι γὰρ κολλημένος εἰς τὸ ἐπάνω καυκίον : καὶ ξύσε τον ὅλον , καὶ ἔπαρέ τον
: ξύλινον ἔκπωμα κεκοσμημένον γομφίσι πολλαῖς . κισσύβιον : ποιμενικὸν καυκίον ξύλινον , τὸ οἱονεὶ χυσίπιον . κισσύβιον : ἢ
4586044 παριδων
διὰ τὸν φόβον εἰδὼς εὐτρεπεῖς ὑμᾶς ἡσυχίαν ἔχῃ , ἢ παριδὼν ταῦτ ' ἀφύλακτος ληφθῇ , μηδενὸς ὄντος ἐμποδὼν πλεῖν
ἵνα μὴ πολλοῖς ἀπεχθάνωμαι , τὴν δ ' ἑτέραν ἔγημε παριδὼν τοὺς τῆς πόλεως νόμους Δημοσθένης ὁ Παιανιεύς , ἐξ
4584958 ἡγησομαι
πάντα καὶ τὴν ψυχὴν ἐμαυτῆς εἰς τὴν σὴν ἀρέσκειαν ὀλίγον ἡγήσομαι δεδαπανῆσθαι . ἀλλ ' εὖ οἶδα γὰρ ὅτι οὐ
Καδμείους λαθών ; ὁδοὺς ἐρήμους ἴμεν : ἐγὼ δ ' ἡγήσομαι . πᾶν κρεῖσσον ὥστε μὴ ' γγελᾶν βάκχας ἐμοί
4584518 οἰμωζων
. ἄλλος φιλόθηρος . δὸς ἱππάριον καλὸν ἢ κυνάριον : οἰμώζων καὶ στένων πωλήσει ἀντ ' αὐτοῦ ὃ θέλεις .
κύνες ἀκούσαντες τὸν λύκον ἐδίωκον . ὁ δὲ φεύγων καὶ οἰμώζων ἔλεγεν : „ οὐκ ἔδει με τὸν ταλαίπωρον αὐλητὴν
4584507 πεποιηκοτα
θέλεις , τὸν δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν τούτῳ τρόπον εὖ πεποιηκότα τὴν πόλιν οὐ τῶν ὁμοίων ἀξιώσεις τοῖς εὐεργέταις ;
ἓν ἄγομεν , ὥσπερ ἐκ τύχης συνελθόντα καὶ ἕν τι πεποιηκότα : καίτοι πολλῷ εὐλογώτερον ὑφ ' ἕν . Ἤ
4580287 μαρσιπιον
' ἔξωθεν μὲν δι ' ἁλῶν πεφωγμένων ἢ κέγχρων εἰς μαρσίπιον . αὐτὸν δὲ τὸν ὀδόντα πυριάσεις ὀριγάνου ξηροῦ κλωνίον
φορτίον ἐπέδωκε τῷ Αἰσώπῳ . ὁ δὲ Ξάνθος ἀνοίξας τὸ μαρσίπιον ἐπεδίδου τὸ κέρμα τῶν λαχάνων . ὁ δὲ κηπουρὸς
4572631 ἐρξας
, εἴπερ ὧδ ' ἔχει . Ὡς τοῦτό γ ' ἔρξας δύο φέρῃ δωρήματα . Ποίω ; μαθὼν γὰρ οὐκ
ἀπὸ δυσμῶν . πᾶσα ] εἰ ληφθείησαν αἱ Ἀθῆναι . ἔρξας πολλά : τῆς ἐν Μαραθῶνι πεζομαχίας μέμνηται . ἀργύρου
4570338 ἠργασω
ἐστεφανωσάμην ; ἄπιθ ' ἐκποδών : τοιαῦτ ' ἂν ἡμᾶς ἠργάσω κἀκεῖ . τί δ ' ; οὐ πίνουσι κἀν
' Εὐριπίδηι : τί σιγᾶς ; μῶν φόνον τιν ' ἠργάσω ; ἐπεὶ οὖν Ὀρέστης μέλλει διαλέγεσθαι δοκῶν ἔτι ἐναγὴς
4565575 ὀργιζομενος
ἐπέλθῃ , ἐπιπεσεῖ , ἀναβράσει . κελεύων : κεντῶν , ὀργιζόμενος . Βουτύπος : ὁ οἶστρος , τὸ κέντρον τοῦ
, τὸ δὲ Αἰσχίνου πως βλάπτει . σωφρονεῖ δὲ καὶ ὀργιζόμενος ὁ ῥήτωρ : κρύπτει γὰρ ἐν προοιμίοις τὴν προσηγορίαν
4562223 γεγον
[ ] τὸν νόθον νο ! [ ] ν πᾶν γεγον [ ] σμίλην θεμ [ ὀλολυγμὸν ] κα !
? ? ? ? ? ? παρηγορη [ ] γάλλος γεγον [ ! ! ! ! ! ! ! !
4562059 Ἀριστοδικον
ποιέειν ; Τοὺς ἱκέτας μεὸ ἐκ τοῦ νηοῦ κεραΐζεις ; Ἀριστόδικον δὲ οὐκ ἀπορήσαντα πρὸς ταῦτα εἰπεῖν : Ὦναξ ,
λέγεται φωνὴν ἐκ τοῦ ἀδύτου γενέσθαι φέρουσαν μὲν πρὸς τὸν Ἀριστόδικον , λέγουσαν δὲ τάδε : Ἀνοσιώτατε ἀνθρώπων , τί
4556754 Λυγγευς
: Ἀντίδοτος : θερμοὺς ἐσχαρίτας ἀνειλίττοντα βάπτειν εἰς γλυκύν . Λυγγεὺς δ ' ὁ Σάμιός φησι περὶ τοῦ Ἀθήνησιν ἢ
δὲ ψεῦδος : τὸ δ ' ἀληθὲς ἔχει ὧδε . Λυγγεὺς πρῶτος ἤρξατο μεταλλεύειν χαλκὸν καὶ ἄργυρον καὶ τὰ λοιπά
4551641 παρεμενε
. ταῦτ ' οὖν ἀκούων ὁ Γλαύκων ἐμεγαλύνετο καὶ ἡδέως παρέμενε . μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Σωκράτης , Οὐκοῦν ,
δ ' ἔχων Μασσανάσσου πλείονα προκαλεῖσθαι τὸν Μασσανάσσην ἐνόμιζε καὶ παρέμενε , πυνθανόμενος ἅμα καὶ Ῥωμαίων ἐπιέναι πρέσβεις ἐς διαλύσεις
4550952 ἐλαβες
εὐνάξομεν , ἀλλ ' ἀοιδᾶν ῥόθια δεκομένα κατερεῖς , πόθεν ἔλαβες ναυπρύτανιν δαίμονα καὶ τὰν θεμίξενον ἀρετάν [ . ὁ
πατρικὸν κλῆρον ἀπὸ τότε αὖθίς με ἠδίκησας καὶ ἐπλεονέκτησας καὶ ἔλαβες ἐξ ἐμοῦ , ἀφ ' ὧν καὶ τοὺς κριτὰς
4542910 διανοηθεις
αὐτὰς ἀπετίθεντο : ὁ δ ' Ἀγαθοκλῆς ἀκόλουθα τοῖς προπεπραγμένοις διανοηθεὶς καὶ διδάξας τὸ πλῆθος ὡς οὐδεμίαν συμφέρει καταφυγὴν ἀπολιπεῖν
τίς ὁ δημιουργὸς κατ ' οὐσίαν ἢ ποιότητα καὶ τί διανοηθεὶς ἐποίει καὶ τί νῦν πράττει καὶ τίς αὐτῷ διαγωγὴ
4539964 σκιμποδα
ὅτι σκιμπάζειν ἐλέγετο παρὰ τοῖς παλαιοῖς τὸ χωλαίνειν . . σκίμποδα ] τὸ ὑποπόδιον . ἰδοὺ ] ἀρτίως : ἐπίρρημα
, ᾧ ἐνεκάθευδον οἱ περὶ τὸν Ἀπολλώνιον , καὶ τὸν σκίμποδα ἐπιψηλαφήσας προσεῖπέ τε τὸν ἄνδρα , καὶ ἤρετο αὐτόν
4535097 διαλυσαντα
' ἐν τῷ Βοσπόρῳ πραθέντων τοὺς τὰ ἑτερόπλοα δανείσαντας μόλις διαλύσαντα , ἔτι δ ' οὔτ ' εὐποροῦντα οὔθ '
: εἰ δὲ μὴ , λουσάμενον πολλῷ καὶ θερμῷ , διαλύσαντα τὸ σῶμα ὡς μάλιστα , χρησάμενον τοῖσι σιτίοισι πρῶτον
4534699 ὑπισχνουμενον
δὲ μετὰ τὴν κατάλυσιν τῶν Περσῶν ἐπιστολὴν καταπέμψαι φιλάνθρωπον , ὑπισχνούμενον πόλιν τε ποιῆσαι μεγάλην καὶ ἱερὸν ἐπισημότατον καὶ ἀγῶνα
καὶ πονηρὸν ἀποπνεῖ . τί καὶ Ἀντιφῶντα τὸν Μενεκράτους μνᾶν ὑπισχνούμενον οὐδὲ τοῦτον ἐδέξω ; οὐ καλὸς ἦν καὶ ἀστικὸς
4531129 Ἱππομαχον
Θέμεν ] Λαμβάνει . Δαιμονίαις ] Θείαις . Ἵππαιχμον ] Ἱππόμαχον , πολεμικόν . Κεκόσμηται ] Ἡτοίμασται . Τρόπῳ ]
δοκεῖν Νίκη . Κάλλωνα δὲ τὸν Ἁρμοδίου καὶ τὸν Μοσχίωνος Ἱππόμαχον , γένος τε Ἠλείους καὶ πυγμῇ κρατήσαντας ἐν παισί
4525277 χρησομαι
! ] [ Πάρνε ] , πρός [ σε ] χρήσομαι [ ] πάσῃ [ ! ! ! ! !
, ὠγαθέ , τί δὴ γανοῦσθαι τοῦτο ; καὶ τί χρήσομαι ; ἥνπερ μεθειλ [ ! ! τὴν ] τέχνην
4524977 περιοψεται
: ἐκβάλλω , ὁ μέλλων ἐκβαλῶ , καὶ ἐξελῶ . περιόψεται ] καταφρονήσει . . ἄνιππον ] χωρὶς ἵππου .
σχολὴν καὶ δικαστὴς σώφρων κινοῦντα πρὸς πάθος [ οὐ ] περιόψεται τὸν λέγοντα . τὸ δὲ πῶς μὲν τοῦτο πῶς
4524681 Μενδαιον
μόνον Πρωταγόραν ἐθεράπευε καὶ περιεῖπεν , ἀλλὰ καὶ Ἀντίμοιρον τὸν Μενδαῖον καὶ τοὺς ἄλλους μαθητὰς Πρωταγόρου , καὶ ἐκκενώσας τὸ
. . . πέπωκ ' ἐγώ , μὰ Δία τὸν Μενδαῖον . ὅτι τὸ ἀναπίπτειν κυρίως ἐπὶ ψυχῆς ἐστιν ,
4524419 ἐχορηγει
ἐκεῖνος , ἐπειδή οἱ ὁ πάππος εἰς Μήδους ἀφικομένῳ δαῖτα ἐχορήγει βασιλικήν , τότε γὰρ οὐ μετρίως ἐτρύφα τὸ Μηδικόν
κατετίθετο , ἀλλ ' ἰδίᾳ ἐθησαύριζεν : οὔτε τοῖς στρατιώταις ἐχορήγει τὰς μισθοφορίας , οὔτε τοῖς ἡγεμόσι μετεδίδου τούτων ,
4524006 διοριζομαι
πόλεμον . [ ἐγὼ δὴ τοῦτο πρῶτον ἁπάντων λέγω καὶ διορίζομαι : εἰ ἐφ ' ἡμῖν ἐστι τὸ βουλεύεσθαι περὶ
ὑπερπέπεισμαι , πεπίστευκα , διεγγυῶμαι , διαβεβαιοῦμαι , διισχυρίζομαι , διορίζομαι , διατείνομαι , διηκριβωσάμην , ἐπιστωσάμην , ἀκριβολογοῦμαι :
4523724 ἐπεμβαλλε
, εἰ δὲ ἐπιτεῖναι βουλη - θείηϲ μᾶλλον , ἅλαϲ ἐπέμβαλλε τῷ ἀφεψήματι : πρόϲεχε δὲ ἀκριβῶϲ , μὴ διὰ
. τήξας τὸν κηρὸν μετὰ τῆς ῥητίνης ἐπ ' ἀνθράκων ἐπέμβαλλε τὸ ἔλαιον καὶ ἀνακίνει τῇ σπάθῃ : μιχθέντων δὲ
4522475 εἰσιων
τὰς θύρας ἐδυνάμην καὶ κοιμίζειν τοὺς φύλακας καὶ ἀθέατος εἶναι εἰσιών . εἰ δέ τι ἐν Ἰνδοῖς ἢ Ὑπερβορέοις θέαμα
διεπέρασεν , καὶ τὴν λίμνην καὶ τὸν Πυριφλεγέθοντα ἤδη ἑώρακας εἰσιών . Οἶδα ταῦτα καὶ σέ , ὅτι πυλωρεῖς ,
4521790 ἀμητα
: ἄμητες , ἄμυλοι . Μένανδρος ἐν Ὑποβολιμαίῳ : τὸν ἄμητα , Χαίριππ ' , οὐκ ἐᾷς πέττειν τινά .
* . Ἄμης : ποιός τις πλακοῦς : Ἀριστοφάνης : ἄμητα προσαπέπεμψεν ἡμῖν τουτονί . ἀπὸ τοῦ ἐξαμᾶσθαι αὐτὸν σπουδαίως
4516090 ἀναλωσαντες
ἐσκόμιζε τέκνα , δυσκόμιστ ' ἄχη : ἡμεῖς δ ' ἀναλώσαντες αἰσχύναις δόμον Θησεῖ πανώλεις ἑψόμεσθ ' ἐφολκίδες . ὅστις
ἐς πόλεις καὶ χωρία εὐδαίμονα , ὅπου τάχιστα τὸν μισθὸν ἀναλώσαντες σπουδάζοιέν τι πράττειν διὰ τὴν τοῦ ἀργυρίου ἔνδειαν .
4514579 ἀπορουμενος
λέγειν ἀναγκαζόμενος , χροιάν τε ἤλλαξε καὶ τὰ χείλη διέδακνεν ἀπορούμενος , καὶ πρὸς τοὺς ἑταίρους ὑπέβλεπεν καὶ παρεφθέγγετο τί
οὐδ ' ἡντιναοῦν : ἀλλὰ πενόμενος ἐγὼ καὶ τῶν ἀναγκαίων ἀπορούμενος καὶ ὑπὸ τῶν διδασκάλων ἐλεούμενος ἐπαιδευόμην , καί μοι
4511079 ἀφιγμαι
ὦ Λύκει ' Ἄπολλον , ἄγχιστος γὰρ εἶ , ἱκέτις ἀφῖγμαι τοῖσδε σὺν κατεύγμασιν , ὅπως λύσιν τιν ' ἡμὶν
τε συντέμνειν λόγους . Ἐγὼ δὲ καινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος ἱκέτης ἀφῖγμαι πρὸς σέ . Τοῦ χρείαν ἔχων ; Μέλλουσί μ
4509654 δανειστην
τοῦ Καρκίνου παῖδας ὁ ποιητὴς ἕνα τούτων εἶναι λέγει τὸν δανειστήν . οὗτος ὁ Καρκῖνος ἔσχε τρεῖς υἱούς : Ξενοκλῆν
ἀντὶ ἐνεργητικοῦ , ζητοῦντος . , καὶ λέγοντος πρὸς τὸν δανειστήν . ὦ δαιμόνιε ] λέγοντος πρὸς τὸν δανειστήν .
4508738 ὠλεσα
, καί με κελεύει δυσκλέα Ἄργος ἱκέσθαι , ἐπεὶ πολὺν ὤλεσα λαόν , πάλιν ἀντιλαβὴν διδοὺς ἐν τῷ δυσκλέα :
γάρ ; Ἐγὼ φράσω : καὶ γὰρ ἄνους ἐφόνευσα καὶ ὤλεσα : νόμῳ δὲ καθαρός , ἄϊδρις ἐς τόδ '
4508610 δεδωκα
καὶ λόγιόν ἐστι τοιοῦτον ἀναγεγραμμένον ἐν Δευτερονομίῳ : ” ἰδοὺ δέδωκα πρὸ προσώπου σου τὴν ζωὴν καὶ τὸν θάνατον ,
ὅτι οὐκ ἐζημίωσα : τὸ δέον γὰρ καὶ τὸ ἀνάλογον δέδωκα . τινὲς μὲν οὖν καὶ τῶν εὖ ποιησάντων καὶ
4508296 ἠνωχλησεν
- ] [ οὐδὲ ματαίως ] ἑαυτὸν [ ] [ ἠνώχλησεν ] : ΕΥΦ ! [ ! ] ! !
δεινὸς γενόμενος , ἐπειδή τις αὐτὸν μῶμος ἐκ φιλοψόγου γλώττης ἠνώχλησεν , εἰς πολλὰς ἰδέας μερίσας τοὺς λόγους , ἵνα
4507314 ἐχρωμην
σοι παρακλήσεως δέοι . Οἷον ἔχων ἐν χεροῖν ἀγαθὸν οὐκ ἐχρώμην . Εὐκαρπίωνα γὰρ τὸν καλὸν πολλαὶ μὲν πολλάκις δεῦρ
παροῦσι : ἀλλ ' ὁμοίως καὶ μὴ παροῦσιν αὐτοῖς φίλοις ἐχρώμην καὶ ἐγγὺς ὤν : ὁ ὅμοιος : γράφεται καὶ
4502897 Διογενη
φιλόσοφος καὶ τὴν λυσιωιδὸν ἐπαινῶν οὐκ ἐπαύσατο . τοῦτον τὸν Διογένη ὁ μεταλαβὼν τὴν βασιλείαν Ἀντίοχος οὐκ ἐνέγκας αὐτοῦ τὴν
καὶ συναγαγὼν φιλοσόφων καὶ ἐπισήμων ἀνδρῶν συμπόσιον ἐκάλεσε καὶ τὸν Διογένη : καὶ παραγενόμενον ἠξίου κατακλίνεσθαι ἔχοντα τὸν στέφανον καὶ
4498090 σαπωνα
ταύρου κροκίδα βρέξας ἐντίθει εἰς τὸν δακτύλιον . ἄλλο . σαπῶνα Γαλλικὸν εἰς ἔριον ἐνδύσας ὑπόθου ἢ μάλιστα στυπτηρίαν ὑγράν
' ὅλως , μηδὲ σμήγματα . † τῶν αὐτῶν δὲ σαπῶνα ἕως τῶν καʹ τοῦ μηνός . καὶ ἀφροδισιάζειν ἀπέχειν
4496287 ἐκταραξις
δεῖ σε γινώσκειν , ὅτι πολλάκις ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ ἐκτάραξις τῆς γαστρὸς οὐχ ὡς προκαταρκτικὰ αἴτια ὑπάρχοντα νεκρῶδες ποιοῦσι
. χρὴ οὖν γινώσκειν , ὅτι χολέρα ἐστὶν ἡ ἄμετρος ἐκτάραξις ἡ διὰ γαστρὸς καὶ ἐμέτων γινομένη ἐπ ' ἀνατροπῇ
4493385 ἐμφηνας
ἀπέρρηξεν αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς
ἀπέρρηξεν αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς
4493338 μεταβαινετω
περὶ ἐλάφων , ἤδη δὲ ἐπὶ τὸν βούβαλον ὁ λόγος μεταβαινέτω . Μέγεθος οὗτος εὐρυκέρωτος μείων , δόρκου μείζων καὶ
ἐφ ' ὧν τοὺς ἤδη γεγονότας λίθους διαφορῆσαι , εὐθὺς μεταβαινέτω πάλιν ἐπὶ τὰ μέσως θερμαίνοντα καὶ διαχεῖν μετρίως καὶ
4488968 ἐπικαθημενος
χρήματα . Τραπεζίτης , ἀργυρογνώμων , ἀργυραμοιβός , δοκιμαστής , ἐπικαθήμενος τραπέζῃ : τράπεζα πολυάργυρος , τραπέζης ἀφορμαί . τὴν
Περσικὴν γραφὴν τῶν Περσικῶν τινος βασιλέων . νεανίσκος ἐστὶν ὡραῖος ἐπικαθήμενος θρόνῳ βασιλικῷ , τιάραν ἔχων ἐξ ὑακίνθου τε καὶ
4487280 πορθμεα
ποιήσει πάμπαν . ἐκείνωι μὲν οὖν ἥρμοττεν ὀργιζομένωι πρὸς τὸν πορθμέα τοιοῦτον εἰπεῖν μῦθον , τοῖς δὲ τὴν ἀλήθειαν ζητοῦσιν
ἐπιθυμῶν εὗρεν ὅπως μήτε ἐπιορκήσει καὶ μετασχήσει τῶν λόγων , πορθμέα τινὰ τῶν καθ ' ἡμέραν λεγομένων δωρεαῖς μεγάλαις κτησάμενος
4480484 αἰδημονα
μὴ ποιῆσαι ἃ δεῖ : ἀπολέσεις τὸν πιστόν , τὸν αἰδήμονα , τὸν κόσμιον . τούτων ἄλλας βλάβας μείζονας μὴ
πιστότερόν σου : τοῦτόν μοι φύλασσε τοιοῦτον οἷος πέφυκεν , αἰδήμονα , πιστόν , ὑψηλόν , ἀκατάπληκτον , ἀπαθῆ ,

Back