μέγιστα : κατὰ δὲ τὴν ἀρτηρίαν ἔνδοθεν μὲν τοὺς χόνδρους ὑπαλείφει καὶ αὐτὴν ἀνασπᾷ μετὰ τοῦ λάρυγγος εἰς τὴν φάρυγγα
καὶ φερόμενον εἰς μέσον τῆς μήτρας τὸ κύτος ἅμα μὲν ὑπαλείφει τὰς ὁδούς , ἅμα δ ' ἐξικνεῖται πρὸς τὸ
6315036 φωνειται
στοιχείων τὰ λεγόμενα φωνήεντα , ἃ καὶ καθ ' αὑτὰ φωνεῖται καὶ σὺν ἑτέροις ὁλόκληρον ἀποτελεῖ φωνήν . πολλὰς γὰρ
δὲ μεταξὺ τούτων καὶ κοινὰ ἀμφοῖν β γ δ : φωνεῖται δὲ αὐτῶν τρία μὲν ἀπὸ τῶν χειλέων ἄκρων ,
5989669 τετρηται
, περιαιρετέον αὐτήν . Ἐκ γενετῆς ἐνίοις ἡ βάλανος οὐ τέτρηται κατὰ φύσιν , ἀλλ ' ὑπὸ τῷ κυνὶ καλουμένῳ
οὐδέν : ὅταν δὲ γένηταί τινι αὐτῶν παιδίον , οὐ τέτρηται τὴν πυγὴν οὐδὲ ἀποπατεῖ , ἀλλὰ τὰ μὲν ἰσχία
5884200 γονῃ
, λεῖοί τε γίνονται ὅλοι , ὅτι ἡ ὁδὸς τῇ γονῇ οὐκ ἐπιγενομένη οὐκ ἀραιοῖ τὴν ἐπιδερμίδα ἐπὶ τῷ ξύμπαντι
ποιέει , τὸ δὲ θερμὸν παύει . Διὰ τοῦτο καὶ γονῇ ἀπὸ τοῦ θερμοῦ ἡδοναὶ καὶ προκλήσιες , ἀπὸ δὲ
5833936 προσπελαζουσα
ῥοιζηδὰ πίνοντος , τοῦτο γὰρ λείπει , ἡ φιλαίματος βδέλλα προσπελάζουσα ἐπὶ τὰ χείλη αὐτοῦ τῆς βρώμης ἕνεκα τῇ ῥύμῃ
, ἔρσις καὶ ἔνερσις . ἐγχρίπτουσα : προστρίβουσα : καὶ προσπελάζουσα : οἱονεὶ , τοῦ χρωτὸς ἀπτομένη : ἢ παρὰ
5823061 ἐκλαμβανεσθω
καὶ ἔτι μεῖζον . τῇ δὲ πρώτῃ ἐνεργείᾳ μὴ ὅλον ἐκλαμβανέσθω τὸ πύον : ἡ γὰρ ἀθρόα ἔκκρισις τετήρηται τὸν
: τὰ δὲ τοῦ ὀστέου ψήγματα ἐρίῳ περὶ μηλωτρίδα εἰλημένῳ ἐκλαμβανέσθω . ὁ δ ' Ἀρχίβιος ἀναστείλας τὰ τραύματα τὴν
5769450 ῥηξει
ἀστραπῆς καθυστέρησεν : ἅμα γὰρ τὸ πλῆξαν πνεῦμα τῇ τε ῥήξει τὸν ἦχον καὶ τῇ πυρώσει τὴν λάμψιν ἐποίησεν ,
πρέμνον ἢ στύπος δρυὸς ὅπως τις ὑλοκουρὸς ἐργάτης ὀρεύς , ῥήξει πλατὺν τένοντα καὶ μετάφρενον , καὶ πᾶν λακίζους '
5764728 χως
. Ἔστι καὶ ἰδία παραγωγὴ [ περὶ ] τῶν εἰς χως ληγόντων , ἃ μάλιστα παρὰ τὴν τῶν ἀριθμὸν δηλούντων
δηλούντων πάλιν ἐπιρρημάτων ἀντιπαράθεσιν ἀποτελεῖται , τοῦ τελοῦς εἰς τὸ χως τρεπομένου . ἅπερ οὐκέτι ἀναμένει τόνον ἀλλότριον , ἰδίᾳ
5667789 ῥυμῃ
κακῶν τοιούτων εἰς τὴν ἕξιν τοῦ σώματος ἐνεχθῆναί τι τῇ ῥύμῃ τῆς ἐν τοῖς γυμνασίοις θερμότητος ἀναρπασθέν . Εἰ μὲν
. ἀτρεμοῦντι προσετύχομεν τῷ κήτει , κινούμενον δὲ νυνὶ σφοδροτάτῃ ῥύμῃ πολὺν ἐγείρει ῥοθίου κτύπον ἐν γαλήνῃ καὶ ταῦτα ,
5667633 φλεβι
καὶ ὑδατῶδες περίττωμα . παράκεινται δ ' ἑκατέρωθεν τῇ κοίλῃ φλεβί , τῇ μικρῷ πρόσθεν εἰρημένῃ τῇ μεγίστῃ , μικρὸν
ἥπατος καὶ ἐπὶ τὰ κυρτὰ διαδοθέντος ἐπὶ τῇ κοίλῃ καλουμένῃ φλεβί , ἵν ' ὅπως δηλονότι καὶ τὸ αἷμα διαπορθμευεσθείη
5658982 μηνιγγι
ὑπὸ τῇ σαρκὶ , καὶ τὸ κατώτατον τὸ πρὸς τῇ μήνιγγι , ᾗ ἡ ὁμοχροίη τοῦ ὀστέου ἡ κάτω :
αἱμορραγίας δὲ μὴ γενομένης , ἠρέμα δεῖ τὸ ἐπικείμενον τῇ μήνιγγι αἷμα ἐρίῳ περὶ μηλωτρίδα ὀξυκράτῳ βεβρεγμένῳ ἀποκαθαίρειν καὶ τότε
5628731 εὐρυχωριᾳ
κοτυληδόνας καὶ πλεκτάνας καὶ κεραίας λεγομένας εἶναί φησιν ἐν τῇ εὐρυχωρίᾳ τῆς ὑστέρας , αἵτινες μαστοειδεῖς ἐκφύσεις ὑπάρχουσι πλατεῖαι μὲν
αὐτὴν εἶναι γεννητικήν . κεῖται δὲ ἐν τῇ τῶν ἰσχίων εὐρυχωρίᾳ [ ἐντὸς τοῦ | περιτοναίου ] μεταξὺ κύστεως καὶ
5609184 πρηστηρ
θαλάσσης δὲ τὸ μὲν ἥμισυ γῆ , τὸ δὲ ἥμισυ πρηστήρ . δυνάμει γὰρ λέγει ὅτι τὸ πῦρ ὑπὸ τοῦ
ὕλης , ἣν ἑκάτερος αὐτῶν ἐφέλκεται , θερμοτέραν μὲν ὁ πρηστήρ , παχυτέραν δὲ ὁ τυφών . . , :
5516698 κορυφῃ
οὐ χρή . ἔπειτα τὰϲ κόμαϲ ξυρῷ ἀφαιρέοντα ϲικύην τῇ κορυφῇ προϲβάλλειν προτέρην : τὴν δὲ ἑτέρην [ τὴν ]
, περιφανέστατα δὲ τῆς Αἰνειάδος Ἀφροδίτης ὁ βωμὸς ἐπὶ τῇ κορυφῇ τοῦ Ἐλύμου ἱδρυμένος καὶ ἱερὸν Αἰνείου ἱδρυμένον ἐν Αἰγέστῃ
5514461 στοιχειακον
: φλογωπόν : Δύο εἰσὶν ὀνόματα τῷ πυρί , τὸ στοιχειακὸν καὶ τὸ διακονικόν . καὶ στοιχειακὸν μὲν πῦρ ,
. φλογωπὸν ] δύο εἰσὶν ὀνόματα τῷ πυρὶ , τὸ στοιχειακὸν καὶ τὸ διακονικόν . καὶ στοιχειακὸν μὲν πῦρ αὐτὸ
5476481 διισταται
, [ ὁ ] κόσμος . . καὶ ὁ κυκεὼν διίσταται μὴ κινούμενος . . . τυφλὸν δὲ τὸν Πλοῦτον
δὲ μὴ , καθάπερ Ἡράκλειτός φησι , καὶ ὁ κυκεὼν διίσταται μὴ κινούμενος . Εἴη δ ' ἂν καὶ τῇ
5445123 τρωθεισης
τῆς κεφαλῆς , ἐκ μὲν τῶν δεξιῶν μερῶν τῆς μήνιγγος τρωθείσης , τὰ ἀριστερὰ παραλύεται : εἰ δὲ ἐκ τῶν
κατὰ τοὺς ἀρτηριώδεις τόπους καὶ ἐν ἑτέροις δὲ τόποις ἀρτηρίας τρωθείσης , ὡς ἐπὶ τῶν ἀφυῶς τεμνόντων ἰατρῶν τὴν ἐν
5422047 ῥαχει
γὰρ δριμύ , ἀϲῶδεϲ : ὀδύνη κατ ' ὀϲφὺν ἐπὶ ῥάχει βαρεῖα : διάταϲιϲ τῶν μερέων , μᾶλλον δὲ τῶν
παραστάτην ὠνόμαζεν . ὁ δὲ στόμαχος πρόσκειται μὲν ἔνδοθεν τῇ ῥάχει , κατατείνει δ ' εἰς πνεύμονα , ὀνομάζεται δὲ
5419086 συστροφῃ
ἐν τῷ Ὑδροχόῳ ὕδατος ὁ ἑπόμενος τῶν ἐν τῇ τετάρτῃ συστροφῇ , τοῦ δὲ Ἵππου ὁ βορειότερος τῶν ἐν τῷ
Μερόην ἀνήκοντες Αἰθίοπες , οὐδ ' οὗτοι πολλοὶ οὔτε ἐν συστροφῇ , ἅτε ποταμίαν μακρὰν καὶ στενὴν καὶ σκολιὰν οἰκοῦντες
5416569 ἐγυμναζοντο
ἢ ἅμα τινὶ γεγενημένος . Γυμνάσια , οἱ τόποι ὅπου ἐγυμνάζοντο : ἐπὶ γυμνοὶ ἠγωνίζοντο : ὥστε ἐπὶ τῶν ἀλητῶν
, ὑφ ' αἷς περιλαμβάνοντες τόπον εὐμεγέθη ἐν ταῖς καταστρατοπεδείαις ἐγυμνάζοντο : ἠκολούθει δὲ αὐτοῖς καὶ ὑποζύγια πολλὰ τὰ τὴν
5402477 ἐντυγχανομεν
τὴν πορείαν ὑπερτιθέμενοι τὰ κυρτώματα καὶ ταῖς λαγόσι τῶν ὀρῶν ἐντυγχάνομεν καὶ τοῖς πρόποσι . Καὶ ἐν αὐτοῖς δὲ τοῖς
ᾗ ἕστηκε περίεισιν ἐν κύκλῳ τὴν οἰκίαν , καὶ πάντες ἐντυγχάνομεν αὐτῷ ἐνίοτε καὶ ᾄδοντι , καὶ οὐκ ἔστιν ὅντινα
5381692 ἀρτηρια
, γεννᾶται παρὰ τὸν τοῦ κύειν καιρὸν ἕτερον ἀγγεῖον , ἀρτηρία μὲν ἐπὶ τῷ τῆς ἀρτηρίας στόματι , φλὲψ δ
καὶ ἀνιᾶται , καὶ μεταλαμβάνει τῆς δήξεως ἡ ἀορτὴ καλουμένη ἀρτηρία , καὶ συστέλλεται τὸ ἔμφυτον θερμὸν καὶ συννεύει ὡς
5373960 ὑοειδες
. ἐγένοντο δὲ εἰς διάστασιν τοῦ φαρυγγέτρου . καὶ λέγεται ὑοειδὲς ὀστοῦν , καθ ' ὃ χόνδρῳ συνδεῖται αὐτῶν τὰ
καὶ στενοῦντες αὐτήν , ἐπειδὰν ταθῶσιν , ἀντισπῶντες τό τε ὑοειδὲς ὀστοῦν καὶ τὸν λάρυγγα . ἄρχονται δ ' αὐτῶν
5373822 ἀναβολεως
δεῖ . μετεωριζέσθω δὴ πρῶτον τοῖς ἀναβολεῦσιν ἢ μετ ' ἀναβολέως καὶ τῷ κυαθίσκῳ τῆς τραυματικῆς μηλωτρίδος : ὅταν δ
τῶν πώρων , λιθώδη μὲν ὄντα καὶ ἀπόλυτα τῶν σωμάτων ἀναβολέως ἢ λιθούλκου καμπῇ κομιζέσθω , καὶ τὸ βάθος αἱμασσέσθω
5359620 ἐπιπεπλεγμενα
τὰ στεγνὰ , στέλλειν δὲ τὰ ῥοώδη . ὅταν δὲ ἐπιπεπλεγμένα ᾖ , πρὸς τὸ κατεπεῖγον ἵστασθαι . κοινότητας δὲ
ἀδίκημα περὶ ἀνθρώπους . Καὶ τὸ τὰ ὀνόματα παράλληλα καὶ ἐπιπεπλεγμένα ἀλλήλοις τιθέναι μηδεμιᾶς ἐργασίας τυγχάνοντα τῆς ἀφελείας ἐστίν ,
5352898 τρημα
. Τριφάσιοι . τρίφωνοι , τριπλάσιοι . Τόρνιον . τὸ τρῆμα καὶ τὸ ἐνιέμενον εἰς αὐτό . Τέμπεα . τὰ
βάθει , ἀλλὰ πρὸς τὸ κάτω [ εἶναι ] νενευκὸς τρῆμα καλοῦσι οἱ τούτων ἐργάται ὑπαμβές . πλὴν ταῦτα μὲν
5339973 ὑψουμενον
Ἄγγελος ἄλλος ἔην γαιηόχος ἐγγὺς ὁδεύων , γαίης κέντρον ἔχων ὑψούμενον ἠέρι μέσσωι συμφυέων ἀνέμων ταναῶι φυσήτορι ῥοίζωι . αὐτὰρ
, καὶ ἰκμαλέης στατὸν ἅλμης τεμνομένου ῥοθίοιο διασχίζων κενεῶνα ἀκροκελαινιόων ὑψούμενον ἔδρακε φέγγος , ταῦρον ὁμοῦ καὶ κῆτος ἔχων ἡγήτορας
5335191 συνηνωται
: κατὰ γὰρ ταύτην ἡ σελήνη τῷ ἡλίῳ συνέρχεται καὶ συνήνωται . καὶ ἐπεὶ ἴδιον τῆς ἀληθείας τὸ μονοειδὲς ἐναντίως
ἐπειδήπερ οὐκ ἰσοχρόνῳ καὶ μονοειδεῖ κατὰ πᾶσαν ὥραν τῇ φύσει συνήνωται , διάφοροι δ ' αὐτὸν αἱ παρ ' ἕκαστα
5309274 ἐμφυεται
' ὁμοίως τούτοις οὐδέν : ἀλλά τοι κἀκείνων ὅσα μυσὶν ἐμφύεται , σαφῶς τῶν ἄλλων γίνεται σκληρότερα . τὰ μὲν
: ἡ δὲ φιλοτιμία οὔτ ' ἐν τοῖς ἀλόγοις ζῴοις ἐμφύεται οὔτ ' ἐν ἅπασιν ἀνθρώποις : οἷς δ '
5284820 συνδειται
Ἄνθρωπος γοῦν καὶ ζῷον καὶ λογικὸν καὶ πολλὰ μέρη καὶ συνδεῖται ἑνὶ τὰ πολλὰ ταῦτα : ἄλλο ἄρα ἄνθρωπος καὶ
διαρθρώσεως ἔργον ἐκτείνειν τε καὶ κάμπτειν ὅλην τὴν χεῖρα . συνδεῖται δὲ καθ ' ἑκάτερον τῶν περάτων ὁ πῆχυς τῇ
5269954 νευσει
τὸ πρότερον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Ἐπεὶ δὲ νεύσει τῆς Εἱμαρμένης ἀπηρτίσθησαν αἱ τέχναι : τὴν γὰρ Εἱμαρμένην
' ὁρίζει τᾷ ποτὶ τὸ μέσον καὶ ἀπὸ τῶ μέσω νεύσει . κάτω δὲ καὶ μέσον ταὐτόν φαντι : τὸ
5260467 ζωνῃ
ἐκ μὲν τῆς πρὸς μεσημβρίαν πλευρᾶς συνάπτει τῇ καταλεγομένῃ νῦν ζώνῃ ἀραιᾷ σφόδρα οὔσῃ κατὰ τὴν συναφήν , ἄρχεται δὲ
τῆς Αἰθιοπίας φεύγειν , αἰσθομένης δὲ τῆς μητρὸς καὶ τῇ ζώνῃ τὸν τράχηλον αὐτοῦ σφιγγούσης , ταύτῃ μηδὲ καθ '
5245237 ἐμπιπτον
ζήτησιν : ἢ γὰρ ἓν , φησὶν , εὑρίσκεται ῥητὸν ἐμπίπτον , ἢ πλείω : πλείω δέ φαμεν , εἰ
τυράννου , ἢ ὅ τι ἂν ᾖ τὸ προκείμενον καὶ ἐμπίπτον : συμπλέκεται δὲ , φησὶν , ἡ κοινὴ ποιότης
5241915 ἐρσην
δὲ ἐπεὰν θορνύωνται κατὰ ζεύγεα καὶ ἐν αὐτῇ ᾖ ὁ ἔρσην τῇ ἐκποιήσι , ἀπιεμένου αὐτοῦ τὴν γονὴν ἡ θήλεα
: ὁ κακοποιός , ἤγουν ὁ μόρον ἄγων καὶ λιχμώμενος ἔρσην : ἀντὶ τοῦ ζητῶν ἢ λείχων τὴν δρόσον τῶν
5237736 ἐκτεινεται
κατὰ τὸν μέγαν δάκτυλον . ὑπὸ τούτων τῶν τριῶν καρπὸς ἐκτείνεται , κατὰ μὲν τὸν μικρὸν δάκτυλον ἐγκλινομένης ὡς ἐπὶ
καὶ τὸν πῆχυν καὶ τὸ ἐχόμενον τῶν ἡνιῶν , καὶ ἐκτείνεται δὲ καὶ συγκάμπτεται : πρὸς δὲ τούτοις καὶ τὸ
5231825 παχυτητι
καὶ τὴν ὑγίειαν ἐπανέρχεσθαι ἀφαιρέσει καὶ προσθέσει καὶ λεπτότητι καὶ παχύτητι τῶν χυμῶν καὶ ἁπλῶς τῇ εὐκρασίᾳ καὶ συμμετρίᾳ αὐτῶν
ἢ πλεονασμῷ τὴν νόσον κεκτημένων ἢ λεπτότητι ἢ δριμύτητι ἢ παχύτητι καὶ γλισχρότητι ἀνιωμένων , ἢ φλεγμονῆς στενοχωρούσης , ἢ
5230682 γεννησει
, ὅπου πέφυκεν εἶναι . Προιέναι δὲ εἰ μέλλοι , γεννήσει ἑαυτῇ τόπον , ὥστε καὶ σῶμα . Τῆς δὴ
πάντως ὡς πικρίας καὶ πόνων μετεσχηκὼς , τῆς παιδεύσεως ἀειθαλῆ γεννήσει ποιήματα : ταῦτα τοίνυν ὁ Ἡσίοδος ἢ ὄψει ὀνείρων
5205077 παρατριψει
ὅσα ὁμοιότροπα ἀέρος ἐπακολουθεῖ καταψύξει , καὶ πάλιν προσαράξει καὶ παρατρίψει νεφῶν , ἀστραπαί τε καὶ βρονταί : ὧν οὐδὲν
πλεῖστον χρόνον ἐπακολουθεῖν τῇ παραφορᾷ τῶν ὑπαγωγέων ἐπισυρόντων ἅμα τῇ παρατρίψει τῆς χορδῆς τοὺς τοιούτους ἤχους , διὰ τὸ μὴ
5204105 ψολοεις
διὰ τὴν πάνυ λεπτότητα οὐ φλέγει , μελαίνει δέ : ψολόεις , ὁ ἐν τῇ ψαύσει ὀλλύων : ἑλικίας ,
εὖρος τέτρυται μύουρος ἀπὸ φλογέοιο καρήνου , ἄλλοτε μὲν χροιῇ ψολόεις , ὁτὲ δ ' ἔμπαλιν αἰθός . δειρὴν δ
5193818 νηχονται
: συνάγονται δ ' ἀγέλαι δελφίνων , καὶ ἔμπροσθεν μὲν νήχονται οἱ νέοι , ὀπίσω δ ' οἱ παλαιοὶ ,
οἱ ἰχθῦς : μάλιστα δὲ ἀνὰ τὸ ῥεῦμα τὸ Ἀχελῴου νήχονται τοῦ ἐκδιδόντος κατὰ νήσους τὰς Ἐχινάδας . διάφοροι δὲ
5186546 λεπτυνθεντος
, οὕτω μαθεῖν ἐστιν , ὡς ἐνίοτε μὲν ὠμοῦ χυμοῦ λεπτυνθέντος πάνυ πέφυκε σύμβολον : γνοίης δ ' ἂν ἐντεῦθεν
καὶ πυρόεις καλούμενος ὃς καταφερομένου τοῦ πνεύματος καὶ ἐκπυρωθέντος καὶ λεπτυνθέντος γίνεται σκηπτὸς ὁ * καὶ * καταιβάτης , ὃς
5183589 ὑποπιπτει
ὁ καθόλου τόδε τι σημανεῖ , εἴγε τῇ αἰσθήσει μὴ ὑποπίπτει ἀσώματος ὢν καὶ πλῆθος μᾶλλον πεποιωμένον † δηλοῦν †
συμμέτρων ὑγρῶν ἀποκριθέντων τῷ δακτύλῳ τῆς μαίας συνεχὴς ὑμὴν ἀκμὴν ὑποπίπτει , διαιρεθέντος δὲ τούτου πολλῶν ὑγρῶν ἀποκριθέντων ἀκολουθεῖ καὶ
5153028 λαμπηδονι
τὴν κόμην ἄνετον , τὴν δὲ χρόαν εἶχεν ἀνθηρὰν τῇ λαμπηδόνι τοῦ σώματος τὰ ἄνθη δηλῶν . ἦν δὲ Διονύσῳ
ἔστιλβεν ὑπὲρ τὸν ἥλιον , ὥστε με θαυμάζειν ἐπὶ τῇ λαμπηδόνι τῆς πύλης . κύκλῳ δὲ τῆς πύλης εἱστήκεισαν παρθένοι
5147938 θανατικου
τὰ φῶτα τούτων , ἔτι τε καὶ τὸν κύριον τοῦ θανατικοῦ τόπου ἀστέρα σχηματοθεσίᾳ . τυχὼν γὰρ ὁ κλῆρος τῆς
, ἀναμφίλεκτος ἔσται ἡ ἀναίρεσις : ἡ δὲ διάκρισις τοῦ θανατικοῦ κύκλου καταληφθήσεται ἔκ τε τῆς ἡλιακῆς καὶ σεληνιακῆς μοίρας
5147555 δασυτητι
τριῶν γραμμάτων ἀφώνων ὁμοίῳ σχήματι λεγομένων , ψιλότητι δὲ καὶ δασύτητι διαφερόντων . τρία δὲ ἄλλα λέγεται τῆς γλώττης ἄκρῳ
δεσμὸν αὐτοῦ : ὁμοίῳ δὲ σχήματι ταῦτα λεγόμενα ψιλότητι καὶ δασύτητι διαφέρουσιν , ὥςπερ καὶ τὰ ῥηθησόμενα . τρία δὲ
5140039 κατατασει
ἀντιμεταγέτω βίᾳ τὸν τράχηλον . προστιθέσθω δ ' ἅμα τῇ κατατάσει καὶ τῇ ὑπεραιωρήσει : ἀνίεται γὰρ τὰ περικείμενα τῷ
τὴν δὲ μόχλευσιν πλάτος ἔχοντι μοχλῷ μοχλεύειν χρὴ ἅμα τῇ κατατάσει , ἐκ τοῦ ἔξω μέρεος ἐς τὸ ἔσω ἀναγκάζοντα
5137591 ἀρτηριᾳ
δὲ πρὸς ὄρεξιν καὶ κατάποσιν . παρατέταται δὲ τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ καὶ διατείνει μέχρι διαφράγματος . κοινὴ δὲ πρὸς πέψιν
, ὥσπερ ἡ βήξ : ἀλλὰ τούτῳ τύπτει τὸν ἐν ἀρτηρίᾳ πρὸς αὐτήν : σημεῖον δὲ τούτου : οὐδεὶς γὰρ
5136463 ἀνηκων
δὲ τῶν καθ ' ἡμᾶς οὐδεὶς ἐπίκαιρος εἰς ἐπιστολικὸν τρόπον ἀνήκων τύπος . ἐπονομάζεται δ ' ἕκαστος αὐτῶν ἀφ '
οὐκ ἔστιν ἁλώσιμον : φοῖνιξ δὲ ὑπὲρ τοῦ λύχνου χαλκοῦς ἀνήκων ἐς τὸν ὄροφον ἀνασπᾷ τὴν ἀτμίδα . ὁ δὲ
5132400 χορειᾳ
σύμμετρον ἀπενείματο παιδιᾶς ῥυθμοῦ τε καὶ ἁρμονίας χάριν , εὐδαίμονι χορείᾳ Μουσῶν δεδομένη . Ταῦτα μὲν οὖν δὴ ταύτῃ γιγνέσθω
νοῦ περιόδοις , οἱ δὲ τῇ φυσικῇ περὶ τὸν νοῦν χορείᾳ , οἱ δὲ ταῖς ἐγκυκλίοις περιφοραῖς τὸν χρόνον ὡρίσαντο
5127482 ἑλικι
τε νάπαι βρέμονται : κύκλῳ δὲ περί σε κισσὸς εὐπέταλος ἕλικι θάλλει . Ἐνταῦτα νῦν οἰμῶξι πρὸς τὴν αἰτρίαν .
καὶ ὡς ἡ τοῦ ἡμισφαιρίου ἐπιφάνεια πρὸς τοὺς ἐγγραφομένους τῇ ἕλικι τομέας , οὕτως ὁ ΑΖΓ τομεὺς πρὸς τοὺς ἐγγραφομένους
5119023 καταβαινοντος
τῆς καθ ' ἡμᾶς οἰκήσεως τοῦ ἡλίου , καὶ βορρὰν καταβαίνοντος , αὐχμηρά πως καὶ διατεθερμασμένα ἔτι λείπεται ἡμῶν τὰ
' ἀκριβοῦς αἰθρίας , δι ' ἀνεφέλου τοῦ ἀέρος , καταβαίνοντος ἐκ γῆς τοῦ πνεύματος , κατιόντος τοῦ ἀνέμου ,
5118727 ἀνατολῃ
ἐπίπνοιαι καὶ ἀντικόψεις . Αἱ δ ' ἐπ ' Ὠρίωνος ἀνατολῇ καὶ δύσει τῶν πνευμάτων ἀκρισίαι συμβαίνουσιν ὅτι ἐν μεταβολαῖς
ἡ δὲ Σελήνη τυχοῦσα μετὰ Κρόνου ἐν τῇ τοῦ Κυνὸς ἀνατολῇ σημαίνει ᾗ προσοικείωται χώρᾳ τὸ ζῴδιον ἐφ ' οὗ
5113758 τροπεως
νῆα . ὑποτρόπιος : ὑποκάτωθεν , ὢν , ὑποκάτω τῆς τρόπεως , τῆς . . . . αὶ τὰ συνεργῆ
ἐπιίστωρ πίαρ ἑλέσθαι . ” ἱστοπέδη ξύλον ὀρθὸν ἀπὸ τῆς τρόπεως , ᾧ προσδέδεται ὁ ἱστός . ἱστοδόκη τὸ διὰ
5108039 ὀξυτητι
Καὶ πάθος τοῦτο Ἑλληνικὸν μεγέθει τε τῆς ἁλούσης πόλεως καὶ ὀξύτητι τοῦ ἔργου , οὐχ ἥκιστα δὲ τῷ παραλόγῳ ἔς
, διὰ τοῦτο , τῷ καὶ τούτῳ , ἤως τῇ ὀξύτητι τῶν ὀδόντων , ὅπερ . θράσος : ἀναίδειαν .
5106961 ἀναπνοῃ
τοῖς χείλεσι τῷ ἀκροτάτῳ , τὸ δὲ μέθυ ἀνατρέχει τῇ ἀναπνοῇ ἤως τῇ ἀναῤῥοφήσει τοῦ ἀνδρός . πλείου : πεπληρωμένου
καὶ ῥινὸς , ἐγκέφαλος δὲ , ἐπειδὴ καὶ οὗτος ἐδείχθη ἀναπνοῇ χρώμενος , διὰ μυκτήρων μόνον . κἀντεῦθεν ἡ προσθήκη
5106624 ὠδινουσῃ
ὑψηλῆς τινος ἀκρωρείας ἐκαθέζετο ἀστεροσκοπῶν , ἕτερος δὲ παρήδρευε τῇ ὠδινούσῃ μέχρις ἀποτέξαιτο , ἀποτεκούσης δὲ εὐθὺς δίσκῳ διεσήμαινε τῷ
δὲ περιτίθησι καὶ ὡσανεὶ τεῖχος ἡ φρόνησις τῇ Εὐιλὰτ τῇ ὠδινούσῃ ἀφροσύνῃ πρὸς πολιορκίαν αὐτῆς καὶ καθαίρεσιν : ἀφροσύνῃ δὲ
5099488 συναρμοζεται
ὅλων αἰτίων ἡ ἀπὸ τούτων ἀναγομένη πως ἱεροπρεπῶς ἀναθυμίασις , συναρμόζεται αὕτη τοῖς κρείττοσι καὶ ὅλοις αἰτίοις ἀλλ ' οὐχὶ
Ἀττικοί . σκυτίνην : πεπιλημένην καὶ πεπυκνωμένην . συναρθμοῦται : συναρμόζεται καὶ συνενοῦται . ἀρθμὸς γὰρ λέγεται ἡ εὔνοια καὶ
5097837 στροφῃ
ὁμωνύμως καὶ ταῦτα λεγόμενα τοῖς ἑαυτῶν πρακτικοῖς , τῇ τε στροφῇ καὶ ἀντιστρόφῳ καὶ ἐπῳδῷ ἤτοι ἐξόδῳ καὶ ἐξελεύσει καὶ
καὶ ὁ ἐμπρόσθιος ἄξων : τῇ δὲ τῶν τριῶν ἀξόνων στροφῇ εἰσάγονται αἱ ἔκθετοι τῶν κάλων ἀρχαί , αἷς ἀποδέδενται
5089148 σκληρᾳ
, ψυχὴν δὲ Τέλητος ὑπέστης ; κἀγχειριδίου δ ' ἀκόνῃ σκληρᾷ παραθηγομένης βρύχεις κοπίδος , δηχθεὶς αἴθωνι Κλέωνι . χλανίδες
ἐριβρόμου δὲ νεφέλης τὸν ὄμβρον φησὶ καὶ στρατὸν ἀμείλιχον , σκληρᾷ μεταφορᾷ χρησάμενος διθυραμβωδῶς , παρόσον πολλῶν νεφελῶν εἰς ταὐτὸ
5086867 ἀκιδι
θέλῃ ἀφίστασθαι , σικύην προσβαλὼν ἀφαιρέειν τοῦ αἵματος , κατακεντῶν ἀκίδι τριγώνῳ ἐς τὰ γούνατα , ἢν ἐν τοῖσι γούνασιν
ἁλιεὺς ἢ τρώσῃ τὸν παῖδα αὐτῆς τῇ τριαίνῃ ἢ τῇ ἀκίδι βάλῃ * * ἡ μὲν ἀκὶς τὰ ἄνω τέτρηται
5085958 ἑλικοειδως
καὶ καυλοὺς παχεῖς , γονατώδεις , περιελιττομένους τοῖς παρακειμένοις δένδρεσιν ἑλικοειδῶς : ἄνθη λευκά , εὐώδη : καρπὸς δ '
κέρας ἐσωτέρω γίνεσθαι , τὸ δὲ ἀριστερὸν ἐξωτέρω . Καὶ ἑλικοειδῶς κινουμένων ἀμφοτέρων , κατὰ μικρὸν συστέλλειν τὸ κυνήγιν καὶ
5085319 προσπεφυκεν
, εἰς πνεύμονα ἀνανεύων , τῇ γλώττῃ καὶ τῷ στομάχῳ προσπέφυκεν , ἐρρίζωται δ ' ἐν μέσῳ τῷ πνεύμονι ,
ἐδείξαμεν , καὶ οὐκ ἐξ ἐκείνων , οἷς τὸ σπέρμα προσπέφυκεν . Ἡρόφιλος δὲ ποτὲ μὲν καί τισιν τῶν γυναικῶν
5079156 ἐπικειται
ἀριστεροῦ δὲ τὸ ἐναντίον : τοῦ δὲ κάτωθεν , ὅπερ ἐπίκειται τῇ ἀρχῇ τοῦ ἀπευθυσμένου , σκυβάλων δυσοδία καὶ ἐποχὴ
: Ἐν μέντοι , φησί , τοῖς ἀκριβεστέροις ἀντιγράφοις ὀξεῖα ἐπίκειται τῇ πρώτῃ συλλαβῇ κατὰ τὸ λόχμη , λόγχη ,
5077804 ἀντικειμενη
τι ἢ ἀπ ' ἄλλου τὸ αὐτό , οὐχ ἡ ἀντικειμένη , ἀλλ ' ἔσται ἐκείνης ἑτέρα , τοῦτο δέ
φερόμενον : ἡ γὰρ ὅλη φορὰ οὐθὲν ἧττον ἑκατέρα ἑκατέρᾳ ἀντικειμένη ἐπ ' ἄπειρον νοεῖται . Καὶ μὴν καὶ ἰσοταχεῖς
5076015 θεωροιτο
ἐστι σῶμα συναφὲς αὐτὸ ἑαυτῷ , εἴ τις ἐπὶ πλειόνων θεωροῖτο , ἀλλ ' ᾗ τὸ αὐτὸ εἶδός ἐστιν .
οὕτω καὶ τὸ ἓν περὶ αἰσθητὸν μὲν ἂν κατὰ μετοχὴν θεωροῖτο , νοητὸν μέντοι καὶ νοητῶς ἡ διάνοια αὐτὸ λαμβάνει
5075834 ἐπιβολῃ
τῶν ὄντων . Ἆρ ' οὖν τῇ ἐπινοίᾳ καὶ τῇ ἐπιβολῇ ἢ καὶ τῇ ὑποστάσει ; Σκεπτέον δὲ ὧδε :
τῶν δ ' ὀδόντων ἤδη παρακυψάντων χρῆσθαι τρυφερῶν ἐρίων καθαρῶν ἐπιβολῇ τραχήλου καὶ κεφαλῆς καὶ σιαγόνων ἐμβροχῇ τε τῶν αὐτῶν
5068831 οἰσοφαγος
καταλεαίνει διαφόροις ὀδοῦσι καὶ παραπέμπει τῷ οἰσοφάγῳ . ὁ δὲ οἰσοφάγος μέσος κεῖται τοῦ τε λάρυγγος καὶ τῶν σπονδύλων ,
εἶτα ἡ ἐπιλεγομένη ἐπιγλωττίς : προσπέφυκε δὲ ταύτῃ ὁ λεγόμενος οἰσοφάγος . εἰλήφει δ ' οὗτος τὴν ὁμωνυμίαν ἀπὸ τοῦ
5053387 ὠθειται
οὖν , ὅτι τὸ ἓν μέρος τῆς παρατάξεως λεπτὸν ὂν ὠθεῖται ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν , τὰ ἄλλα μέρη βαθυνόμενα τί
τὴν προειρημένην ἀποδείκνυσι φερώνυμον . ὁ γοῦν ἰὸς ἐπὶ πᾶν ὠθεῖται τὸ σῶμα τάχει ἀμάχῳ , καὶ μέντοι καὶ ἡ
5050386 συνηρμοσε
ἑτοῖμα μένειν σάλπιγγος ἀκουήν . νῶτα δ ' ὁμοῦ λαγόνεσσι συνήρμοσε καὶ ῥάχιν ὑγρήν , ἰσχία δὲ γλουτοῖσιν ὀλισθηροῖσι συνῆψε
κάμεν , αὐτὰρ ἔπειτα νηδύα , τῇ δ ' ἐφύπερθε συνήρμοσε νῶτα καὶ ἰξὺν ἐξόπιθεν , δειρὴν δὲ πάρος ,
5048540 νητῃ
ἐπὶ μὲν τὸ βαρὺ προσλαμβανομένῳ , ἐπὶ δὲ τὸ ὀξὺ νήτῃ ὑπερβολαίων . Ὅτι οὐκ ἐπειδὴ προῆλθόν τινες εἰς τὸ
τοῦ δωρίου μέχρι τοῦ συμφωνοῦντος φθόγγου * * * τῇ νήτῃ τῶν ὑπερβολαίων . οὕτως οὖν καὶ τὰς ᾠδὰς ἢ
5047950 πρυμνα
Σφαιρικὰ βορρόθεν συνανατέλλει ὁ ἀριστερὸς βραχίων τοῦ Ἀρκτοφύλακος , νοτόθεν πρύμνα Ἀργοῦς καὶ τοῦ Κυνὸς τὸ λοιπὸν καὶ τῆς Ὕδρας
' ἐκεῖσε θεῖ : δεῖ τοῦτον „ . πρύμνη καὶ πρύμνα , ἀμφότερα . πτέρνα καὶ πτέρνη , ἀμφότερα .
5040769 ὁμοιωσει
τελειοῦσθαι τὰ δεύτερα ἢ τῇ πρὸς τὰ ἐπέκεινα μιμήσει καὶ ὁμοιώσει . ταὐτὸν δὴ καὶ νῦν ἐν τῷ περὶ τῶν
ἀλλ ' οὐδὲ τῶν φύσει ἡρώων , ἀλλ ' ἄνθρωπος ὁμοιώσει θεοῦ κοσμηθεὶς καὶ πρὸς τοὺς ἀφ ' ἑαυτοῦ θείαν
5039371 σβεσει
Διογένης ἔμπτωσιν πυρὸς εἰς νέφος ὑγρόν , βροντὴν μὲν τῇ σβέσει ποιοῦν , τῇ δὲ λαμπηδόνι τὴν ἀστραπήν . συναιτιᾶται
. ἔμπτωσιν πυρὸς εἰς νέφος ὑγρόν , βροντὴν μὲν τῆι σβέσει ποιοῦν , τῆι δὲ λαμπηδόνι τὴν ἀστραπήν : συναιτιᾶται
5037413 αἰσθητικῃ
χωρὶς τοῦ ἀπὸ τῆς ἐναργείας πάθους ὑφίσταται . ἐπεὶ γὰρ αἰσθητικῇ δυνάμει διαφέρει τὸ ζῷον τῶν ἀψύχων , πάντως διὰ
φέρουσι , ὧν ἕκαστον ὥσπερ καὶ ἐγρηγορότων ἡμῶν προσβάλλει τῇ αἰσθητικῇ ἀρχῇ , τῇ καρδίᾳ , καὶ ὁτὲ μὲν ἡ
5036271 συμπιπτει
, ὅτι καὶ ὡς ἐπὶ τὰ Ζ , Β ἐκβαλλομένη συμπίπτει . ἡ ΓΔ ἄρα ἐκβαλλομένη ἐφ ' ἑκάτερα συμπεσεῖται
' ἐκ παθημάτων τὸ στόμα τῆς κοιλίας στενόν ἐστι , συμπίπτει μὲν τὰ ὅμοια , λυομένων δὲ τῶν παθῶν ἀνὰ
5020700 πιεσῃ
ἀνδράχλη : καὶ αὕτη δὲ ἐάν τις τὴν σάρκα σφόδρα πιέσῃ καὶ τὸν μέλλοντα βλαστὸν διακόψῃ : πλὴν εἰ ἄρα
ἃ τῷ στραγγουριῶντι δίδοται φάρμακα . Ὁκόταν δὲ ἡ ὀδύνη πιέσῃ , λούειν πολλῷ καὶ θερμῷ , καὶ χλιάσματα προστιθέναι
5014879 κεραιᾳ
ἐναρμοζόμενον αὐτῷ πτέρνα , τὸ δὲ τελευταῖον τὸ πρὸς τῇ κεραίᾳ ἠλακάτη καὶ θωράκιον καὶ καρχήσιον , τὸ δὲ ὑπὲρ
ἐνήχοντο . πλησίον δὲ καὶ τὸν Κλεινίαν ἑωρῶμεν περινηχόμενον τῇ κεραίᾳ καὶ ταύτην ἠκούσαμεν αὐτοῦ τὴν βοήν : “ Ἔχου
5009227 πτησει
ἐξαπτομένων ἐξ αὐτοῦ παντοδαπῶν πτερῶν καὶ ὀρνέων ἀνακουφίζειν δυναμένων τῇ πτήσει τὸ ἅλμα , ὑποδέχεσθαι δὲ κάτω μικραῖς ἁλιάσι κύκλῳ
ἐπῄνουν καὶ μετ ' εὐφημίας καθ ' οὓς γενοίμην τῇ πτήσει παρέπεμπον . Δείξασα δέ μοι τὰ τοσαῦτα κἀμὲ τοῖς
5006657 ἀγκιστρον
μοι ἐθελήσῃ πρὸς ὀλίγον χρῆσαι τὴν ὁρμιὰν ἐκείνην καὶ τὸ ἄγκιστρον , ὅπερ ὁ ἁλιεὺς ἀνέθηκεν ὁ ἐκ Πειραιῶς .
δὲ πρῶτον ἐκ τῶν κατωτέρω μερῶν . εἰ μὲν οὖν ἄγκιστρον ὑποβεβλῆσθαι τύχοι , λαβόντες ἕτερον ἄγκιστρον καὶ κατὰ τοῦ
5004265 κλησει
μέλον ὡς τὴν κυνῶν ἐζηλωκότας ζωὴν καὶ τῇ τούτων ἐγκαλλωπίζεσθαι κλήσει . οὕκουν ἐπανορθῶν τὸν ἀνθρώπινον βίον εἵλετο βασιλεύειν ,
πόλιν ἐπιμελουμένην καὶ πάντα συνυφαίνουσαν ὀρθότατα , τοῦ κοινοῦ τῇ κλήσει περιλαβόντες τὴν δύναμιν αὐτῆς , προσαγορεύοιμεν δικαιότατ ' ἄν
4999680 ἁμματιζεται
δι ' ἀλλήλων ἀνάγεται καὶ κατὰ τὸν τῆς κορυφῆς τόπον ἁμματίζεται πρὸς ἄλληλα . ἐπὶ τέλει δὲ πρὸς συνοχὴν ὅλης
ἄγεται καὶ ἐπὶ τὸν ὑγιῆ μασθὸν πρὸς τὴν κολοβωτέραν ἀρχὴν ἁμματίζεται . τῶν δὲ σκελῶν δύο τὰ ἐμπρόσθια ἀνάγεται καὶ
4987407 ἐξηρτηται
νοῦς , καθὸ ἐφάπτεται καὶ ᾗ ἐφάπτεται αὐτοῦ καὶ ᾗ ἐξήρτηται , ἅτε παρ ' ἐκείνου ἔχων τὸ νοῦς εἶναι
τοῦτό ἐσμεν ἡμεῖς , οὔτε καθαροὶ τούτου ἡμεῖς , ἀλλὰ ἐξήρτηται καὶ ἐκκρέμαται ἡμῶν , ἡμεῖς δὲ κατὰ τὸ κύριον
4987040 ἀχανες
νωθρόν . οἷον ὅταν εἰς ἐρημίαν ἢ πέλαγος μέγα καὶ ἀχανὲς βλέπωμεν . Ἀριστοφάνης Πολυείδῳ . Ἑρμῆς ἀμύητος : ἐπὶ
. . . τὸ α μετὰ τοῦ χ ἀχανές : ἀχανὲς πέλαγος : παρὰ τὸ χαίνω χανῶ χανής καὶ ἀχανής
4986384 ἐμφερεστατον
× – ˘ – × ] ν ? ⋮ βίοτον ἐμφερέστατον ? [ × – ˘ – × ⋮ ]
, ἡ ὁμωνυμοῦσα κόγχη , πυρὸς δὲ τὸ κόκκινον : ἐμφερέστατον γὰρ φλογί . πάλιν γε μὴν Αἴγυπτον ἀφηνιάσασαν ,
4986226 ἐκφυεται
. Ὅκου φάρυγξ νοσέει , ἢ φύματα ἐν τῷ σώματι ἐκφύεται , τὰς ἐκκρίσιας σκέπτεσθαι : ἢν γὰρ χολώδεες ἔωσι
ὀστῶν , ζήτει καὶ τὰ τῶν νεύρων , ἆρα πόθεν ἐκφύεται , ἆρα ἐξ ἐγκεφάλου ἢ ἐκ τοῦ νωτιαίου ,
4971476 κοιλοτητι
Ὁ ϲταθμὸϲ βάρει μετρούμενοϲ κρίνεται , τὸ δὲ μέτρον ἀγγείου κοιλότητι : τὸ δὲ ἀγγεῖον ἢ ξηροῦ ποϲοῦ μέτρον ἐϲτὶν
, δελφῖνες λεγόμενοι διὰ τὸ ἐν τῇ δελφύϊ ἢ τῇ κοιλότητι τῆς γῆς αὐτοὺς σύρεσθαι , συνεκόμισαν αὐτῷ τὴν τοιαύτην
4970043 περατουται
Τὰ εἰς ης λήγοντα , ὧν ἡ γενικὴ εἰς ου περατοῦται , εἰς εω διαλύουσι : Πέρσης Πέρσεω , Ξέρξης
ἐξ ἐναντίων εἰς ἐναντία , ὁρίζεται ὑπὸ τῶν ἐναντίων καὶ περατοῦται , καὶ οὐκ ἔστι συνεχὴς οὐδ ' , εἰ
4966346 νευρᾳ
' ἐρεῖ τις : καὶ τί μᾶλλον τὰ δεξιὰ ἔοικε νευρᾷ πλὴν τῆς Καράμβιδος ἢ τὰ ἀριστερὰ τοῖς κέρασι πλὴν
, ἐοικυῖα Σκυθικῷ τόξῳ . Τὰ μὲν γὰρ δεξιὰ τῇ νευρᾷ παρομοιοῦσι , πάντοθεν γάρ ἐστιν ἰθυτενῆ πλὴν τῆς ἀνεχούσης
4963590 πλησιαιτατα
πλέον τῶν πεντακοσίων σταδίων : ἀπέχει δὲ ἡ μετὰ ταῦτα πλησιαίτατα Θῆβαι πολὺ πλέον τῶν ἑξακοσίων . ἢν οὖν πορεύωνται
ἐς τοσοῦτο μέτεστιν ἀληθείας , Κυανεῶν δὲ τῶν πρὸς Λυκίᾳ πλησιαίτατα χρηστήριον Ἀπόλλωνός ἐστι Θυρξέως : παρέχεται δὲ ὕδωρ τὸ
4962827 σηραγγος
πῆχυς ἢ κνήμη , πεπονθὸς ὑποπίπτοι , τρήσαντες τρυπάνῃ μέχρι σήραγγος , οὕτως τοῖς ἐκκοπεῦσιν ἀναβαλοῦμεν τὰ μέσα τῶν περιτρήσεων
τὸ μὲν ἐλαφρὸν καὶ χαῦνον ἐμπλεκόμενον τοῖς ἀραιώμασιν ἀπὸ τῆς σήραγγος ἀναφέρει καὶ ἐκρίπτει , τὸ δὲ ἐμβριθὲς καὶ στίλβον
4961823 λεοντῃ
τρόφιμον τοῦ Ἡρακλέους εἶναι ἔφασαν καὶ βρέφος ὄντα ἐνειληθῆναι τῇ λεοντῇ τοῦ ἥρωος , ὅτε ἀνασχὼν αὐτὸν τῷ Διὶ ἀνάλωτον
κύων τευτλία οὐκ ἐσθίει . “ πρὸς τὸν ἐπὶ τῇ λεοντῇ θρυπτόμενον , ” παῦσαι , “ ἔφη , ”
4961722 ναρκῃ
ἐχέτω δὲ καὶ σκύλακος ἑφθά : ἰχθύϊ δὲ γαλεῷ καὶ νάρκῃ χρεέσθω ὀπτοῖσιν : οἶνον δὲ τὸν αὐτὸν πινέτω .
ὁ δὲ φιλόσοφος Πλάτων ἐν Μένωνί φησι : τῇ θαλαττίᾳ νάρκῃ : καὶ γὰρ αὕτη τὸν πλησιάζοντα ναρκᾶν ποιεῖ .
4959716 συμπαθειᾳ
ἐπιστρέφοντα καὶ προσερχόμενον θαρρούντως τῇ σῇ ἀφάτῳ χρηστότητι καὶ ἀμετρήτῳ συμπαθείᾳ καὶ ὑπεραγάθῳ βασιλείᾳ , δέξαι με τὸν ἀνάξιον δοῦλόν
ἀλλήλοις τὰ μόρια , ἑνώσει δὲ ἄκρᾳ καὶ σχέσει καὶ συμπαθείᾳ . διαβαίνει γάρ τι καὶ ἐκ τοῦ λόγου πρὸς
4958408 γηινον
ὅτι ἡ τοῦ θεοῦ σοφία ἁγία τέ ἐστιν οὐδὲν ἐπιφερομένη γήινον καὶ κρίσις τῶν ὅλων , ᾗ πᾶσαι αἱ ἐναντιότητες
Διὰ τί γὰρ τὰ μὲν πύρινα δύναται , τὸ δὲ γήινον οὔ ; Σῶμα γὰρ ἑκάτερον καὶ οὐκ ἶνες οὐδὲ
4954413 κυκλοτερει
μετωπιαίαν περιείλησιν ἐπιτελέσαι , καὶ τότε τῇ κατ ' ἰνίον κυκλοτερεῖ περιειλήσει ἐπεμβαλεῖν τὸ τοῦ τελαμωνιδίου πέρας , ἢ κάτωθεν
: τῷ σάκει , τῷ κύκλῳ λέγω , ἤτοι τῷ κυκλοτερεῖ . θ σάκει ] ἀσπίδι . σάκει ] σκουταρίῳ
4954370 φλιᾳ
τὰς ἀρχὰς ὡς πρὸς τὰ ἀντικείμενα μέρη πρὸς τῇ καταλλήλῳ φλιᾷ . πάλιν τε ὁμοίως τῷ βραχίονι καρχήσιος βρόχος περιτιθέσθω
περιτιθέσθω . τούτου αἱ ἀρχαὶ ἀγέσθωσαν κάτω καὶ ἀποδιδόσθωσαν τῇ φλιᾷ πρὸς κράτημα : αἱ δὲ τῶν κάλων ἀρχαὶ τῷ
4950333 ἀραχνῃ
. ἔχει δὲ ὁ σπόγγος πινοφύλακα μεθ ' ἑαυτοῦ ὅμοιον ἀράχνῃ , ὃς αὐτῷ σημαίνει τὰ ἰχθύδια θηρεύειν τὰ εἰσιόντα
οὖν ὑφαντικὸν τὸ ἄλογον καὶ ἐν ἡμῖν ὡς ἐν τῷ ἀράχνῃ . διδασκῆσαι : τὸ διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ
4948779 οὐρᾳ
καὶ βορειοτέρῳ ποδί , ἔσχατος δὲ ὁ ἐν ἄκρᾳ τῇ οὐρᾷ . Μεσουρανεῖ δὲ τῶν ἄλλων πρῶτος μὲν ὁ ἐν
; οὐ γὰρ πρὸ μοίρας ἡ τύχη βιάζεται . ἔσαινεν οὐρᾷ μ ' ὦτα κυλλαίνων κάτω γλώσσης ἀπαυστὶ στάζε μυξώδης
4942333 προσθιον
? ' : εὔκερως δὲ ? βοῦς ? [ ] πρόσθιον γόνυ ? : [ ] όνου μητρὸς τέκνα [
καμπτόντων εἰς τὰ πρόσω παραρθρῆσαι : κωλύει γὰρ κἀνταῦθα τὸ πρόσθιον κορωνὸν τοῦ πήχεως ἐν τῇ προσθίᾳ βαθμίδι τοῦ βραχίονος
4939076 τεταμενον
μετὰ μέλιτος χρῶ . [ δʹ . Ποιοῦν λευκὸν καὶ τεταμένον τὸ πρόσωπον . ] Σικύου ἀγρίου τὰς ῥίζας τεμὼν
ἤδη τοῦτο πέρας τοῦ νοητοῦ καὶ τρόπον τινὰ τὸ ἔξω τεταμένον . Διὸ πρώτη ἐνέργειά ἐστιν ἡ τοῦ νοητοῦ νοῦ
4938455 διακεκαυμενῃ
τὸν ἰσημερινὸν οἰκήσεως : αὕτη δέ ἐστιν ἐν μέσῃ τῇ διακεκαυμένῃ ζώνῃ . Καί φησιν οἰκεῖσθαι τοὺς τόπους καὶ εὐκρατοτέραν
τε καὶ φωτισμῶν τοῦ ἀέρος . Ἐν μὲν γὰρ τῇ διακεκαυμένῃ ἴσαι διὰ παντὸς αἱ νύκτες ταῖς ἡμέραις , ἐν

Back