. ἔχει δὲ ὁ σπόγγος πινοφύλακα μεθ ' ἑαυτοῦ ὅμοιον ἀράχνῃ , ὃς αὐτῷ σημαίνει τὰ ἰχθύδια θηρεύειν τὰ εἰσιόντα
οὖν ὑφαντικὸν τὸ ἄλογον καὶ ἐν ἡμῖν ὡς ἐν τῷ ἀράχνῃ . διδασκῆσαι : τὸ διδασκῆσαι γὰρ ἀπὸ τοῦ διδασκῶ
6119440 πολυεδρον
ἡ ΗΘΚ σφαῖρα πρὸς τὸ ἐν τῇ ΔΕΖ σφαίρᾳ στερεὸν πολύεδρον . μείζων δὲ ἡ ΑΒΓ σφαῖρα τοῦ ἐν αὐτῇ
περὶ τὸ αὐτὸ κέντρον οὐσῶν εἰς τὴν μείζονα σφαῖραν στερεὸν πολύεδρον ἢ καὶ ἀρτιόπλευρον ἐγγράψαι μὴ ψαῦον τῆς ἐλάσσονος σφαίρας
6070918 Ἀραβιῃ
δὴ λέγεται , ῥηθῆναι . Ποταμός ἐστι μέγας ἐν τῇ Ἀραβίῃ τῷ οὔνομα Κόρυς , ἐκδιδοῖ δὲ οὗτος ἐς τὴν
τόδε μὲν οὐκ ὄπωπεν , ὄπωπεν δὲ φοινικοβατέοντας ἢ ἐν Ἀραβίῃ ἢ ἐν Αἰγύπτῳ ἢ ἄλλοθί κου , οἶδε τὸ
5996814 βραδυτατος
καλούς . Ἐνταῦθα δ ' ἐτυράννευεν Ὑψιπύλης πατὴρ Θόας , βραδύτατος ὢν ἐν ἀνθρώποις δραμεῖν . Τοὺς ἄνδρας ἀπεχρήσαντο τοὺς
, καὶ τραχείᾳ χρῆσθαι . . . . βάρδιστος : βραδύτατος : παρὰ τὸ βάρος βαρύς γίνεται βαρδύς πλεονασμῷ τοῦ
5985885 διαστασει
ʹ γʹ νο νγ Ϛʹ δʹ τῶν ἐν τῇ ἑξῆς διαστάσει γ ὁ ἑπόμενος . . . . . .
κζʹ , ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου τὸ κατὰ Ἀριστόξενον ἐν διαστάσει μοιρῶν κδʹ καὶ γʹ καὶ γʹ , ἐπὶ δὲ
5916985 περιοχῃ
. Τὸν δὲ ἵππον τὸν πρὸς ὀχείαν χρὴ εἶναι τῇ περιοχῇ τοῦ σώματος μέγαν , εὐπαγῆ πᾶσι τοῖς μέρεσι .
διὰ τὸ προειλῆφθαι οὕτως ἔχειν , ἐπειδὰν ὅμοιόν τι τῇ περιοχῇ μέλλον ἀποβήσεσθαι ἡ ψυχὴ θέλῃ προαγορεῦσαι , τὴν ἱστορίαν
5912278 ἀνωφερης
ῥεῖθρον εἰς ὑγρὸν τραπέν . φύσις κατωφερὴς γὰρ οὐ δυνήσεται ἀνωφερὴς ἐλαφρὰ καὶ μετάρσιος ὅλως γενέσθαι , πρῶτον εἰ μὴ
μηδὲν ἀναβιβάζουσαι πρὸς μόνην τάσιν ἐπενοήθησαν . ἀγκῶνας ἀναβιβάζει ἡ ἀνωφερὴς χελώνη τοῦ Ἀνδρέου ὀργάνου , ἀγκῶνας δὲ καὶ σπάθην
5866132 ἀποτελουν
τῆς φορᾶς κατὰ τὴν παράτριψιν ἐγείρει καὶ ζωπυρεῖ , τοσαύτην ἀποτελοῦν διὰ τὸ τῆς ἐνεργείας ἀδιάλειπτον ἐν τῷ σώματι πύρωσιν
: ὡς καὶ τοῦτο τοῖς ὑλικοῖς ἑνούμενον στερεοῖς καὶ μέσην ἀποτελοῦν τὴν κρᾶσιν μετὰ τὴν ἴωσιν , αὖθις ἐκλειούμενον ,
5855718 ὑλῃ
αὐτῷ τὸ παράδειγμα ἴσχων τῶν τεχνιτῶν τὴν τούτου μορφὴν τῇ ὕλῃ περιτίθησιν . Ὁρίζονται δὲ τὴν ἰδέαν παράδειγμα τῶν κατὰ
δὲ τὸ τέμενος τῆς Δήμητρος ἐκκόψαντα τῇ [ μὲν ] ὕλῃ καταχρῆσθαι πρὸς βασιλείων κατασκευήν : δι ' ἣν αἰτίαν
5849081 ἀπογεννᾳ
λοιπῶν ὀστρακοδέρμων . λεπτὸν δὲ καὶ ταῦτα καὶ ὑδατῶδες αἷμα ἀπογεννᾷ , ἄλλως δὲ καὶ δύσπεπτα καὶ οὐ ῥᾳδίως ὑπερχόμενα
ὁ γὰρ θʹ τῶν Μουσῶν ἀριθμὸς ἐφ ' ἑαυτὸν πολλαπλασιαζόμενος ἀπογεννᾷ τὸν παʹ ἀριθμόν : ὅτι δ ' αἱ Μοῦσαι
5823176 σταθμην
οἱ δὲ Περὶ φύσεως , Διόδοτος δὲ ἀκριβὲς οἰάκισμα πρὸς στάθμην βίου , ἄλλοι Γνώμον ' ἠθῶν , τρόπου κόσμον
εἶπεν , ὅπερ ἐκεῖνοι ὑπολαμβάνουσιν ὡς ὁμολογούμενον οὗτος εἰπών . στάθμην δὲ λέγουσι τὸ ἄνω τῆς πλάστιγγος , ἀπὸ τούτου
5790523 προσεμφερης
, ὧν ἐστι κηρύλος , τροχίλος καὶ ὁ τῇ κρεκὶ προσεμφερὴς ἑλώριος . οὗτοι γὰρ ἐν ταῖς εὐδίαις παρὰ τὸ
ἡ κόμη , καὶ διὰ πλῆθος πολιῶν τριχῶν ἀφριζούσῃ θαλάσσῃ προσεμφερὴς καὶ ὑπαργυρίζουσα . ἤκμαζε δὲ οὕτω τὰ εἰς λόγους
5730814 κοιλαινομενον
λευκὸν ἑκατέρωθεν τῆς ἴριδος φλεγμάνῃ , κατὰ δὲ τὴν ἴριν κοιλαινόμενον , ὅμοιον τοῖς σχήμασι τῇ καλουμένη χήμῃ . κοιλώματα
σφηνοπώγων ἀκμάζει , καὶ ὄγκον ὑψηλὸν ἔχει καὶ πλατύν , κοιλαινόμενον ἐν τῇ περιφορᾷ : ξανθός , τραχύς , ἐρυθρός
5720367 γονῃ
, λεῖοί τε γίνονται ὅλοι , ὅτι ἡ ὁδὸς τῇ γονῇ οὐκ ἐπιγενομένη οὐκ ἀραιοῖ τὴν ἐπιδερμίδα ἐπὶ τῷ ξύμπαντι
ποιέει , τὸ δὲ θερμὸν παύει . Διὰ τοῦτο καὶ γονῇ ἀπὸ τοῦ θερμοῦ ἡδοναὶ καὶ προκλήσιες , ἀπὸ δὲ
5693244 ἐπιβολῃ
τῶν ὄντων . Ἆρ ' οὖν τῇ ἐπινοίᾳ καὶ τῇ ἐπιβολῇ ἢ καὶ τῇ ὑποστάσει ; Σκεπτέον δὲ ὧδε :
τῶν δ ' ὀδόντων ἤδη παρακυψάντων χρῆσθαι τρυφερῶν ἐρίων καθαρῶν ἐπιβολῇ τραχήλου καὶ κεφαλῆς καὶ σιαγόνων ἐμβροχῇ τε τῶν αὐτῶν
5692477 φλεβι
καὶ ὑδατῶδες περίττωμα . παράκεινται δ ' ἑκατέρωθεν τῇ κοίλῃ φλεβί , τῇ μικρῷ πρόσθεν εἰρημένῃ τῇ μεγίστῃ , μικρὸν
ἥπατος καὶ ἐπὶ τὰ κυρτὰ διαδοθέντος ἐπὶ τῇ κοίλῃ καλουμένῃ φλεβί , ἵν ' ὅπως δηλονότι καὶ τὸ αἷμα διαπορθμευεσθείη
5692466 ῥινι
καὶ ὕποπτον ἐν πᾶσιν ἄνδρα σημαίνει . ὁπόσοι δὲ ἐν ῥινὶ φθέγγονται , ψευδεῖς , κακοήθεις , βάσκανοι , πήμασιν
ἀντίληψιν τῆς φωνῆς ἀπεργάζεσθαι . ἀλλὰ καὶ αἱ ὀδμαὶ τῇ ῥινὶ καὶ οἱ χυμοὶ αὖ τῇ γλώττῃ προσπίπτουσιν , καὶ
5689635 χως
. Ἔστι καὶ ἰδία παραγωγὴ [ περὶ ] τῶν εἰς χως ληγόντων , ἃ μάλιστα παρὰ τὴν τῶν ἀριθμὸν δηλούντων
δηλούντων πάλιν ἐπιρρημάτων ἀντιπαράθεσιν ἀποτελεῖται , τοῦ τελοῦς εἰς τὸ χως τρεπομένου . ἅπερ οὐκέτι ἀναμένει τόνον ἀλλότριον , ἰδίᾳ
5674980 ὀξειᾳ
ἔσται τῷ σοῦ , οὐκ ἄλλης : τὸ δὲ ἐν ὀξείᾳ τάσει , ἐν μέντοι τῇ ἀναγνώσει ἐγκλιθέν , ἴσον
ἐννοούμενοι Κακῶν : καὶ πάλιν παρὰ τὸ περῶ γίνεται ἐν ὀξείᾳ τάσει πορός ὁ διαπερῶν καὶ ἐν βαρείᾳ τάσει πόρος
5657481 ἠρεμων
: ἄνεμος , ἄνεμος τὶς ὢν καταμετάθεσιν στοιχείου ὡσανεὶ οὐκ ἠρεμῶν οὔτε ἐν αὐτῷ μένων : ἀεί : αὐλὸς ,
διαφέρει γάρ τις ἑαυτοῦ ἐν διαφόρῳ χρόνῳ : ὁ γὰρ ἠρεμῶν διαφέρει τοῦ μὴ ἠρεμοῦντος . δύναται δὲ καὶ ἑαυτοῦ
5633891 ὑποπυρρον
σαρκώδη δὲ καὶ τὰ ἐοικότα θριξὶ τῶν νεφρῶν . τὸ ὑπόπυρρον ἢ ἄγαν πυρρὸν ἐν μὲν τῇ ἀρχῇ φαινόμενον πλεονεξίαν
τοίνυν ἄριστον τῷ κατὰ πάντα συμμέτρῳ ἀνθρώπῳ , ὑπόξανθον ἢ ὑπόπυρρον , καὶ τῇ συστάσει σύμμετρον , ἀναλόγως ἔχον καὶ
5564056 ζωοτητα
γὰρ ἄνθρωπον ζῷόν φαμεν , τὴν δὲ λογικότητα οὔ φαμεν ζωότητα . ἔστι δ ' οὕτως πρὸς ταῦτα ἀπολογήσασθαι :
ἀπὸ τοῦ γένους παρονομάζεται , οἷον τὸ λογικὸν οὐ λέγομεν ζωότητα : εἰ δὲ παρωνύμως ταῦτα λέγεται , ὁμολογουμένως οὐκ
5543621 ἀνωμαλιᾳ
ἅμα ἐθεώρησεν ὁ Ἀντίοχος , γέγονεν ἡ ἀρτηρία αὐτοῦ ἐν ἀνωμαλίᾳ : ὁ γὰρ Ἐρασίστρατος ἔμεινε σφυγμολογῶν αὐτὸν ἀπ '
, διὰ τῆς ἰδίας εἰκόνος τὸν τῶν ἀνθρώπων βίον ἐν ἀνωμαλίᾳ δεικνυμένη . Ἡ δὲ μέθοδος τοῦ πολεύοντος καὶ διέποντος
5540224 ὑγρασια
καλλιπόταμον ὕδωρ τῆς Δίρκης τὰς εὐκάρπους χώρας ἐπιβαίνει : ἡ ὑγρασία : γᾶς : βοτανοτρόφους : εὐκάρπους χώρας : ἔνθα
: γλίσχρα γάρ ἐστι καὶ λιπώδης καὶ ἀπὸ τοῦ σώματος ὑγρασία ἀπορρεῖ , ἥτις τὸ πῦρ σβεννύει . ἄλλως :
5528620 γεννησει
, ὅπου πέφυκεν εἶναι . Προιέναι δὲ εἰ μέλλοι , γεννήσει ἑαυτῇ τόπον , ὥστε καὶ σῶμα . Τῆς δὴ
πάντως ὡς πικρίας καὶ πόνων μετεσχηκὼς , τῆς παιδεύσεως ἀειθαλῆ γεννήσει ποιήματα : ταῦτα τοίνυν ὁ Ἡσίοδος ἢ ὄψει ὀνείρων
5509242 ἀορτη
θερμὴ ἡ γαστὴρ , ἐκπεπύρωται ὁ στόμαχος : μεταλαμβάνουσα ἡ ἀορτὴ μεταδίδωσι τῇ καρδίᾳ τῆς χολῆς , καὶ ἐντεῦθεν ὀξύθυμοί
τὸ ζωτικὸν πνεῦμα : ἐξ αὐτῆς καὶ ἡ μεγάλη [ ἀορτὴ ] ἀρτηρία καὶ πρῶτος στέλεχος τῶν ἄλλων ἀρτηριῶν .
5488874 χαιτῃ
. τοὐναντίον εἶπε : βούλεται γὰρ λέγειν τοὺς στεφάνους τῇ χαίτῃ ἁρμόζων . ὁ δ ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος
ἄνδρα ποιήσας πάντῃ φοβερὸν καὶ κομιδῇ ἄγριον , σοβαρὸν τῇ χαίτῃ , λάσιον τὰ πολλὰ οὐ κατὰ τὸν ἵππον αὐτοῦ
5475405 μεταλαμβανοντος
οὔτ ' ἀνῃρημένου παντάπασι τοῦ νόμου τοῦ τε πάντων κρατοῦντος μεταλαμβάνοντος ὡς καλοῦ , ἅμα δὲ αὐτοῖς ἀθάνατος ἡ προσηγορία
τήν τε πρώτην καὶ τὴν μέσην καὶ τὴν τρίτην χώραν μεταλαμβάνοντος κατὰ τὸ τετράχορδον . ἐν δὲ Πυθαγορικῇ τῇ ὀκταχόρδῳ
5435431 γραμμῃ
Ἰστέον , ὡς τὰ μεγέθη τριχῶς : ἢ γὰρ ἐν γραμμῇ ἢ ἐν ἐπιφανείᾳ ἢ ἐν σώματι . ἐν γοῦν
δὲ τῷ τρίτῳ τῶν γεωγραφικῶν καθιστάμενος τὸν τῆς οἰκουμένης πίνακα γραμμῇ τινι διαιρεῖ δίχα ἀπὸ δύσεως ἐπ ' ἀνατολὴν παραλλήλῳ
5433053 ὑποπιπτει
ὁ καθόλου τόδε τι σημανεῖ , εἴγε τῇ αἰσθήσει μὴ ὑποπίπτει ἀσώματος ὢν καὶ πλῆθος μᾶλλον πεποιωμένον † δηλοῦν †
συμμέτρων ὑγρῶν ἀποκριθέντων τῷ δακτύλῳ τῆς μαίας συνεχὴς ὑμὴν ἀκμὴν ὑποπίπτει , διαιρεθέντος δὲ τούτου πολλῶν ὑγρῶν ἀποκριθέντων ἀκολουθεῖ καὶ
5428589 οὐλῃ
' οὐ διαδείκνυται . λεύκωμα δὲ ταὐτὸν μὲν τῇ καλουμένῃ οὐλῇ ἐστι , διαφέρει δὲ τῷ ἐξ ἑλκώσεως μεγάλην οὐλὴν
κεφαλικὸν καλούμενον καὶ τὰ διὰ κιϲϲήρεωϲ ϲαρκωτικά : τῇ γὰρ οὐλῇ παχυτέρᾳ πυκνωθέντοϲ τοῦ δέρματοϲ καὶ τὰ τῶν ἀγγείων ϲτόματα
5420988 Ὁμολιον
ὄρει Ὁμολωΐδες , καὶ Ζεὺς Ὁμολώϊος τιμᾶται ἐν Βοιωτίᾳ . Ὁμόλιον , πόλις Μακεδονίας καὶ Μαγνησίας . Στράβων ἑβδόμῃ .
ἡ Κραννὼν πόλις , ὥς φησι Στράβων . Κραννών . Ὁμόλιον πόλις Μακεδονίας καὶ Μαγνησίας . Στράβων ἑβδόμῃ . .
5417680 ἰονθος
τὰ χωρὶς διακοπῆς . Ὄγκος σκληρὸς καὶ μικρός ἐστι καλούμενος ἴονθος ἐν τῷ κατὰ πρόσωπον δέρματι συνιστάμενος . τῶν μαλαττόντων
μικρὸς καὶ σκληρὸς ἐν τῷ κατὰ τὸ πρόσωπον δέρματι καλούμενος ἴονθος γίνεται . διαφέρει δὲ τῶν συκωδῶν ὄγκων ἐπὶ τοῦ
5390919 διακρισει
λεπτῶν συγκρίσει γίνονται , τὰ δὲ λεπτὰ ἐκ τῶν παχέων διακρίσει . τοῦτο δὲ πάνυ διαφέρει πρὸς τὸ πρότερον καὶ
καὶ ἄφθαρτα , φαίνεσθαι δὲ γινόμενα καὶ ἀπολλύμενα συγκρίσει καὶ διακρίσει μόνον , πάντων μὲν ἐν πᾶσιν ἐνόντων , ἑκάστου
5389796 ἀναλλοιωτον
αὐτὸ ἴσχει πάθος καὶ τὴν κρίσιν τὴν ἐπ ' αὐτῷ ἀναλλοίωτον . Τούτων οὕτω διωρισμένων ἀνάγκη , εἴπερ ἐκλείποι τις
. Ἐδόκει δ ' αὐτῷ τὸ πᾶν ἄπειρον εἶναι καὶ ἀναλλοίωτον καὶ ἀκίνητον καὶ ἓν ὅμοιον ἑαυτῷ καὶ πλῆρες :
5382672 ἁρμονιᾳ
ἰατρικήν , Ὁμοπολῶν διὰ τὴν μαγικήν : τὰ πάντα γὰρ ἁρμονίᾳ πολεῖ . οὗτος δὲ ἐπιστατεῖ τῇ ἁρμονίᾳ . Ἄρτεμις
ἐπακτικὴν ἀκρόασιν πράσσουσι τῇ τῶν λόγων συνθήκῃ ἢ καὶ μέτρου ἁρμονίᾳ θέλγοντες τοὺς ἀκούοντας μυθώδεις καὶ ἐπιπλάστους ἐπιφερόμενοι σκοτεινολογίας .
5371987 ἰσοτητι
ἡ φίλησις γίνηται : καὶ τὸ δίκαιον δὲ ἐν τῇ ἰσότητι σώζεται . ἀλλ ' οὐχ ὁμοίως ἔχει τὸ ἴσον
πάθεσιν εἴκουσι . παυσάσθωσαν οἷοί εἰσι , καὶ ἀγαπήσουσι πάντας ἰσότητι ἀρετῆς . τί δὲ οἴεσθε , ὦ ἄνθρωποι ,
5370253 μελῳδουσα
τε διαιρεθῆναι εἰς ἴσα . ὅταν μὲν οὖν ἡ φωνὴ μελῳδοῦσα ἐν τῷ λεγομένῳ τόπῳ αὐτῆς ἀπό τινος βαρυτέρου φθόγγου
τόπος ἔστι καὶ κατὰ τόπον κίνησις , καθ ' ἣν μελῳδοῦσα ὀξυτέρα καὶ βαρυτέρα γίγνεται . πᾶσα μὲν οὖν φωνὴ
5349522 ταυτοτητι
γὰρ καθόλου ἀκίνητα καὶ ἀίδια : [ καὶ ] ἐν ταυτότητι γὰρ ἀεὶ ὑπάρχουσιν . ἄλλως τε δὴ καὶ σύ
μόνον , οὐχ ἑαυτῇ , ἀλλ ' ἑτερότητι ἕτερον καὶ ταυτότητι ταὐτόν . Οὐδὲ δὴ ἡ στέρησις ποιότης οὐδὲ ποιόν
5345091 ἐμποδιζουσα
ἀποτελοῦσα . διὸ καὶ τὸν στόμαχον , ἀεικίνητον ὄντα , ἐμποδίζουσα κλείει , τὴν δὲ κοιλίαν πνευμάτων ἐμπίπλησι καὶ τὸ
ἀλλὰ σύνεστιν ἀεὶ τῇ νοήσει ἡ φαντασία ἢ συνεργοῦσα ἢ ἐμποδίζουσα , συνεργοῦσα μὲν ὡς ἐπὶ τῶν μαθημάτων , ἐμποδίζει
5340276 τριαδι
δὲ οὕτως ὥστε ἵστασθαι μέχρι τοῦ γένους . οἷον τῇ τριάδι ὑπάρχει μὲν [ ἀριθμὸς καὶ ] τὸ ὄν ,
ἀριθμός ἐστιν , οἱ δὲ δεύτεροι κοινῇ μὲν διαφορᾷ χρώμενοι τριάδι , τάξει δὲ οἱ ἐπιμόριοι ἀφ ' ἡμιολίου ἀρχόμενοι
5332775 ῥοιᾳ
. , : Γεννᾶται δ ' ἐν αὐτῷ δένδρον , ῥοιᾷ παραπλήσιον , καρπὸν δ ' ἄφθονον τρέφει μήλων ,
καὶ ἐνίκησεν . ἔστι δέ τι καὶ φυτὸν σίδη ὅμοιον ῥοιᾷ ἐν τῇ περὶ Ὀρχομενὸν λίμνῃ ἐν αὐτῷ τῷ ὕδατι
5323917 κοιλιᾳ
ὧν τὰ μὲν κύει τὰ δ ' ἔχει ἐν τῇ κοιλίᾳ , καθάπερ Ἀριστοτέλης ὁ φιλόσοφος λέγει ἐν τῇ περὶ
. ἑτέρως . πέψις ἐστὶ κατεργασία τροφῆς κατὰ μεταβολὴν ἐν κοιλίᾳ καὶ ἐν ἐντέροις . ἢ οὕτως . πέψις ἐστὶν
5306541 διπλοην
ἀγγεῖον μετεωρίϲαντεϲ ὑποβαλοῦμεν βελόνην διπλοῦν ἔχουϲαν λίνον κόψομέν τε τὴν διπλόην καὶ διελόντεϲ φλεβοτόμῳ κατὰ μέϲου τὴν φλέβα κενώϲομεν ,
. καὶ ταύτην οὖν ἔστιν εὑρεῖν ἐπὶ τῆς ψυχῆς τὴν διπλόην : ὁ μὲν γὰρ ὕπνος οἷον ἕξις τις τῆς
5303683 γευϲει
ὁ πρόϲφατοϲ λευκὸϲ πλήρηϲ διόλου πυκνὸϲ ξηρὸϲ ἀτερηδόνιϲτοϲ ἄβρωμοϲ τῇ γεύϲει δηκτικὸϲ πυρώδηϲ . δολοῦϲι δὲ αὐτὸν ἔνιοι ῥίζαν ἑλενίου
ξηραὶ καὶ λευκαὶ καὶ τεταμέναι καὶ ἄβρωτοι πυρώδειϲ ἐν τῇ γεύϲει καὶ ἀρωματίζουϲαι . ὁ δὲ ὀπὸϲ τοῦ πάνακοϲ ἄχρηϲτόϲ
5300149 ἀκροτητι
ἐνεργείᾳ , ὥς φησιν ἐκεῖνος : ἐν δέ γε τῇ ἀκρότητι τῶν ὄντων καταπίνεται ὑπὸ τῆς ὑπάρξεως ἡ δύναμις καὶ
μέρη ἐν τῇ μέσῃ , τὰ δὲ στοιχεῖα ἐν τῇ ἀκρότητι , ἐν ᾗ οὐδὲν ἴδιον οὐδενὸς διακέκριται ὡς ἀληθῶς
5296238 ἀρτηριᾳ
δὲ πρὸς ὄρεξιν καὶ κατάποσιν . παρατέταται δὲ τῇ τραχείᾳ ἀρτηρίᾳ καὶ διατείνει μέχρι διαφράγματος . κοινὴ δὲ πρὸς πέψιν
, ὥσπερ ἡ βήξ : ἀλλὰ τούτῳ τύπτει τὸν ἐν ἀρτηρίᾳ πρὸς αὐτήν : σημεῖον δὲ τούτου : οὐδεὶς γὰρ
5294884 καταψυχρον
σφόδρα καὶ οἱονεὶ πεφρυγμένον τὸ σπέρμα προΐεσθαι ἢ παρὰ τὸ κατάψυχρον ἢ παρὰ τὸ λεπτὸν καὶ ὑδατῶδες καὶ ἄτονον καὶ
ἀνθρωπόμορφον , πάρυγρον , μονογενές : ἐστὶ δὲ ἄφωνον , κατάψυχρον , ἐλεύθερον , ἀνωφερές , θηλυνόμενον , ἀμετάβλητον ,
5288635 ὀρεκτικῳ
εἰς τέσσαρα , ἐπιστημονικὸν λογικὸν ὀρεκτικὸν θρεπτικόν , ἐν τῷ ὀρεκτικῷ περιλαμβάνων καὶ τὸ αἰσθητικόν , διότι πάσῃ ὀρέξει ἀλόγῳ
ἑαυτὸ τὴν εἰκόνα ἀφομοιοῖ , καὶ τὸ ὀρεκτὸν πρόκειται τῷ ὀρεκτικῷ καὶ ἀντίκειται , ὅτι τούτῳ ἀποστάντι ὄρεξιν αὐτὸ ἐνέπνευσε
5279235 θεωρειται
ἐστι τῆς πραγματείας ταύτης . τὰ δ ' ἀνώτερον ὅσα θεωρεῖται χρωμένης ἤδη τῆς ποιητικῆς τοῖς τε συστήμασι καὶ τοῖς
γε δι ' ὑπογραφῆς δηλοῦται , ἐπειδὴ σημαίνει τι . θεωρεῖται οὖν ὡς καθ ' ἕκαστα , ἢ οὐ θεωρεῖται
5264121 προσθιον
? ' : εὔκερως δὲ ? βοῦς ? [ ] πρόσθιον γόνυ ? : [ ] όνου μητρὸς τέκνα [
καμπτόντων εἰς τὰ πρόσω παραρθρῆσαι : κωλύει γὰρ κἀνταῦθα τὸ πρόσθιον κορωνὸν τοῦ πήχεως ἐν τῇ προσθίᾳ βαθμίδι τοῦ βραχίονος
5256219 γινομενῃ
δύναται τὸ ὑπὸ ΒΑΚ ἴσος ἐστὶν τῇ ὑπὸ τῆς ΓΔ γινομένῃ ἐπιφανείᾳ . ὁμοίως δὲ καὶ ὁ κύκλος οὗ ἡ
μετενσωματουμένῃ καὶ τῇ ἐκ σώματος ἀερίνου ἢ πυρίνου εἰς γήινον γινομένῃ , ἣν δὴ μετενσωμάτωσιν οὐ λέγουσιν εἶναι , ὅτι
5256081 ὀλλυων
, μελαίνει δέ . ψολόεις , ὁ ἐν τῇ ψαύσει ὀλλύων . ἑλικίας ὁ συστροφὰς καὶ ἕλικας ποιῶν , διὰ
τὰ πρὶν βρύοντα γῆς ὕπερθεν αὔεται , ὁ δ ' ὀλλύων φλογμοῖσιν αὐδᾶται Λέων . Ἐγγὺς δὲ τούτου Παρθένου κεῖται
5252249 λευκαινονται
διάκεινται . καῦσιν δ ' ἔχουσι τὴν αὐτὴν ἀλκυονίῳ . λευκαίνονται δ ' οἱ ἁπαλώτατοι αὐτῶν ἐν τοῖς καύμασι βρεχόμενοι
ὑποκειμένην αὐτῷ κυανῆν χρόαν : μάλιϲτα δ ' αἱ ὑπερέχουϲαι λευκαίνονται , αἱ δὲ ἰϲόπεδοι ἧϲϲόν εἰϲι λευκαί , αἱ
5251005 ἐλαιᾳ
ὀχέων τοῦ Ψαύμιδος : τίς ; ὁ ὕμνος : ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς παραγίνεται τῇ ἑαυτοῦ πατρίδι Καμαρίνῃ στέφανον καὶ δόξαν
ὥσπερ τῆς εὐδαιμονίας αὐτῷ κατ - ορωρυγμένης ἐκεῖ σὺν τῇ ἐλαίᾳ τῇ παλαιᾷ , κἂν ἐκπέσῃ , μὴ ἀνεχόμενον καθ
5241244 δημιουργιᾳ
καὶ τὴν διανοητικὴν γνῶσιν αὐτῷ τῇ τε κατὰ τὴν φύσιν δημιουργίᾳ συνᾴδουσαν καὶ πρὸς θεὸν καὶ τὰ θεῖα δυνατὴν ἀναφέρεσθαι
καὶ ὡς ἐγγόνῳ προγόνου , ἁπλῶς τε εἰπεῖν , ὡς δημιουργίᾳ δημιουργοῦ , ἐναργεστέρα πίστις . Παντάπασι μὲν οὖν ,
5231475 ὁμοιουται
κεφαλὴν καὶ τὴν οὐρὰν κατακόρως μέλαιναν . * ὁμώσεται : ὁμοιοῦται ὁμοιωθήσεται * παυροτέρη : μικροτέρα * θοώτερος : ταχύτερος
ἂν κρεῖττον ἢ τῷ πρώτῳ ἴσον , ἀλλὰ μένον τρίτον ὁμοιοῦται τῷ πρώτῳ γένει ὑποτεταγμένον τῷ μέσῳ . ἡ γὰρ
5226535 διαϲταϲει
, καὶ μετὰ τὴν χειρουργίαν ἐλλυχνιωτῷ μοτῷ τὸν πόρον ἐν διαϲτάϲει φυλάξαντεϲ μετὰ τὴν τρίτην τῷ Μούϲα τροχίϲκῳ καὶ τοῖϲ
τοῦ ϲωλῆνοϲ περίθεϲιν κωλυθήϲεται ϲυμφῦναι πάλιν ἐπαχθεῖϲα ἡ πόϲθη ἐν διαϲτάϲει φυλαϲϲομένη ὑπό τε τοῦ μολίβου καὶ τῆϲ κατειλημένηϲ παπύρου
5225843 στροφῃ
ὁμωνύμως καὶ ταῦτα λεγόμενα τοῖς ἑαυτῶν πρακτικοῖς , τῇ τε στροφῇ καὶ ἀντιστρόφῳ καὶ ἐπῳδῷ ἤτοι ἐξόδῳ καὶ ἐξελεύσει καὶ
καὶ ὁ ἐμπρόσθιος ἄξων : τῇ δὲ τῶν τριῶν ἀξόνων στροφῇ εἰσάγονται αἱ ἔκθετοι τῶν κάλων ἀρχαί , αἷς ἀποδέδενται
5224507 συστροφῃ
ἐν τῷ Ὑδροχόῳ ὕδατος ὁ ἑπόμενος τῶν ἐν τῇ τετάρτῃ συστροφῇ , τοῦ δὲ Ἵππου ὁ βορειότερος τῶν ἐν τῷ
Μερόην ἀνήκοντες Αἰθίοπες , οὐδ ' οὗτοι πολλοὶ οὔτε ἐν συστροφῇ , ἅτε ποταμίαν μακρὰν καὶ στενὴν καὶ σκολιὰν οἰκοῦντες
5221314 ῥιζῃ
καταλαμβάνειν καὶ τὸ λειμόδωρον τὸ βού - κερας εὐθὺς τῇ ῥίζῃ παραφυόμενον καὶ ἄλλα δ ' ἄλλων . Καὶ ὅσα
μετ ' ἐλαίου ἐπίχριε προξυρήϲαϲ . Προαποϲμηξάμενοϲ τὴν κεφαλὴν ϲπονδυλίου ῥίζῃ χριέϲθω τὰϲ τρίχαϲ μετὰ ἀκράτου . Ἄλλο . ξυρήϲαϲ
5216564 ἐπιστροφῃ
τε εἶναι ἀφωρισμένον αὐταῖς τὸ μέρος ἐν τῷδε καὶ τῇ ἐπιστροφῇ τοῦ προσδεομένου φροντίσεως , τῆς μὲν οὖν ἐοικυίας τῇ
ἄρκτων Σκυθίᾳ κατὰ παράλληλον γραμμὴν τῇ ἀπὸ τοῦ Ἰαξάρτου ποταμοῦ ἐπιστροφῇ μέχρι πέρατος , οὗ ἡ θέσις ἐπέχει μοίρας .
5216477 πολυεδρῳ
δὴ εἰς ἑτέραν σφαῖραν τῷ ἐν τῇ ΒΓΔ σφαίρᾳ στερεῷ πολυέδρῳ ὅμοιον στερεὸν πολύεδρον ἐγγράψωμεν , ἔσται ἑκάστη τῶν πυραμίδων
Α σφαίρας ἐπιφάνεια μείζων ἐστὶν τῆς ἐπιφανείας τῆς ἐγγεγραμμένης τῷ πολυέδρῳ σφαίρας : καὶ ἡ ἐκ τοῦ κέντρου ἄρα τῆς
5213579 ἐπιθυμητικην
: γηΐνη . εἰναλίην : τὴν θαλασσίην . ἐρατεινήν : ἐπιθυμητικήν . Ἄεθλος : πόνος ἐστίν . τέτυκται : ὑπάρχουσιν
καὶ τὴν ὀρεκτικήν , ἄλλον τρόπον οὖσαν ἐκεῖ θυμοειδῆ καὶ ἐπιθυμητικήν , ταύτην μὲν ἀπαθοῦσαν ἐπὶ τῇ θείᾳ ῥᾳστώνῃ καὶ
5209156 ἡρμοσμενον
αἰτιατικῇ συντακτέον αὐτὸ πτώσει εἴτε δοτικῇ , εὑρίσκω κατὰ δοτικὴν ἡρμοσμένον , Ἀριστοφάνου μὲν οὕτω λέγοντος ἐν τοῖς Ἱππεῦσιν :
ὀνόματα δ ' ἀπ ' αὐτῆς ἁρμόζον , ἁρμόζειν , ἡρμοσμένον , εὐάρμοστον , ἐναρμόνιον , καὶ τὸ ἐναντίον ἀνάρμοστον
5207890 ἐκκοπῃ
ἄνω διάπηγμα λέγω , τετράγωνον ἔχει ἐκκοπήν , ἐν ᾗ ἐκκοπῇ διπλοῦς τρόχιλος τέτακται περὶ περόνῃ κινούμενος . ἔχει δὲ
ὑπὸ νύμφης μὴ τεμεῖν αὐτήν : συγγεγεννημένη γὰρ οὖσα ἐὰν ἐκκοπῇ , αἰτίαν αὑτῇ ἔσεσθαι θανάτου . ἀπιθήσαντος δὲ αὐτοῦ
5207887 πτωσει
ὑπὲρ μίαν συλλαβήν , μακρὸν ἔχει τὸ ι ἐν ἑκάστῃ πτώσει καὶ προσθέσει τοῦ ος κλίνεται : καὶ ἁπλᾶ μὲν
τὸ τῆς πτώσεως κατηγορούμενον ᾖ τὸ δεόμενον ἑτέρᾳ συνταχθῆναι πλαγίᾳ πτώσει πρὸς τὸ ποιῆσαι ἀπόφανσιν , ἔλαττον ἢ παρασύμβαμα λέγεται
5202524 ῥαχει
γὰρ δριμύ , ἀϲῶδεϲ : ὀδύνη κατ ' ὀϲφὺν ἐπὶ ῥάχει βαρεῖα : διάταϲιϲ τῶν μερέων , μᾶλλον δὲ τῶν
παραστάτην ὠνόμαζεν . ὁ δὲ στόμαχος πρόσκειται μὲν ἔνδοθεν τῇ ῥάχει , κατατείνει δ ' εἰς πνεύμονα , ὀνομάζεται δὲ
5201222 καθαιρετω
. ψυχήν . . : . . . ἀφοσιούτω . καθαιρέτω , ὡς νῦν , ἢ ἀπαρχὰς προσαγέτω , ἢ
, ἃ καὶ κορήματα κλητέον . παῖς ἐκκορείτω παρακορείτω , καθαιρέτω , καλλυνέτω , σαιρέτω , κορήθρῳ ἢ καλλύντρῳ :
5196169 ἐγγραφῳ
τί χρὴ πολεμεῖν ἢ βοηθεῖν . ἐν μὲν οὖν τῇ ἐγγράφῳ πραγματικῇ τὸ νόμιμον ἐμπίπτει , ἕπεται δὲ αὐτῷ καὶ
καὶ περὶ ῥητὸν ἔχει τὴν ζήτησιν : ὥσπερ ἐν τῇ ἐγγράφῳ , καὶ περὶ πρᾶγμα , ὥσπερ ἐν τῇ ἀγράφῳ
5190629 ἡμιφωνον
ἀντίτυπον καὶ οὐκ εὐεπές , τοῦ μὲν συνδέσμου λήγοντος εἰς ἡμίφωνον στοιχεῖον τὸ ν , τοῦ δὲ προσηγορικοῦ τὴν ἀρχὴν
νευρῶδες , διπρόσωπον , χερσαῖον , τετράπουν , ἀσθενόφθαλμον , ἡμίφωνον : διπρόσωπον δὲ ἐκλήθη διὰ τὸ ἔχειν ἐκ τῶν
5188927 ὑπατῃ
τετραχόρδων συγκείμενον καὶ αὐτῶν ἑνὶ κοινῷ χρωμένων φθόγγῳ τῇ ἀρχαίᾳ ὑπάτῃ . ὥστε ἀπὸ ὑπάτης ὑπατῶν ἐπὶ νήτην ὑπερβολαίων τέσσαρα
δὲ πυρὴν ἑκατόμπεδον ἔνθα καὶ ἔνθα , ἐν δὲ πυρῇ ὑπάτῃ νεκρὸν θέσαν ἀχνύμενοι κῆρ . πολλὰ δὲ ἴφια μῆλα
5184984 μυι
συμβαίνει οὖν τὸ τηνικαῦτα ὁ μὲν σπασμὸς ἐν τῷ ἄνω μυί , λέγω δὴ τὸν ἀνοίγοντα , συνίστασθαι , ἡ
, μαστοὺς ἓξ πρὸς τοῖς σκέλεσιν : ἀνατμηθεῖσα δὲ ὁμοία μυί . Αἰλιανοῦ . Ὅτι τὰ ὑποζύγια τὴν μυγαλῆν οὐ
5182973 ψαυσει
ἔλαττον μήτε ἀκούειν μήτε ὀδμᾶσθαι μήτε γεύεσθαι μήτε ἐν τῇ ψαύσει αἰσθάνεσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ λεπτότερον . . .
λόγον : χώρει : τίς ὑμῶν ἅψεται ; κλαίων ἄρα ψαύσει . θεῶν γὰρ οὕνεχ ' ἱππικοῦ τ ' ὄχλου
5169951 σταθμῃ
ταύτης ἀντίγραφός ἐστι νῦν Ἀθήνησι πρὸς αὐτὴν ἐκείνην ἀκριβεῖ τῇ στάθμῃ μετενηνεγμένη . τὸ ἀρχέτυπον δὲ αὐτὸ Σύλλας ὁ Ῥωμαίων
. κανόνι γὰρ οἶμαι καὶ τόρνῳ χρῆται καὶ διαβήτῃ καὶ στάθμῃ καί τινι προσαγωγίῳ κεκομψευμένῳ . Καὶ πάνυ γε ,
5168455 ἰοβολον
διπλόην τινὰ δυσόρατον διὰ λεπτότητα , δι ' ἧς τὸν ἰοβόλον ἰχῶρα προίησιν , ὃς σιάλοις ἀνθρώπου ῥαινόμενος ἀσθενὴς καὶ
σκορπιούρου ῥίζιον , καὶ κατακλείσας φόρει : ἀποστρέφει γὰρ παντοῖον ἰοβόλον ζῷον ἑρπετὸν τε καὶ τετράπουν , καὶ πάντας ἐχθροὺς
5167709 λεπτομερειᾳ
συμβαίνειν : ὅταν γὰρ περιληφθὲν νέφει παχεῖ βιασάμενον ἐκπέσῃ τῇ λεπτομερείᾳ καὶ κουφότητι , τότε ἡ μὲν ῥῆξις τὸν ψόφον
πλὴν ὅσα πικροτέρα γε ἐκείνης ἐστίν . Χαμαίμηλον ὅσον ἐπὶ λεπτομερείᾳ ῥόδῳ παραπλήσιον , ὅσον δ ' ἐπὶ θερμότητι ,
5166729 κερασαμενος
ξύλων ὕλην ἐργάζηται λαβών , ὁ δὲ ζωγράφος τὰ οἰκεῖα κερασάμενος χρώματα ἐπὶ τοῦ πίνακος διαγράφῃ τοὺς τύπους ὧν ἂν
περιμάχητον ἔργον ἐπιδείκνυνται . τὴν δὲ φύσιν ἀπένειμε τοῖς φυτοῖς κερασάμενος αὐτὴν ἐκ πλείστων δυνάμεων , θρεπτικῆς τε καὶ μεταβλητικῆς
5166405 ἐξαλμα
καὶ ἔδειξε θανατηφόρον κλιμακτῆρα . ἐτῶν ιζ καὶ μηνῶν Ϛ ἔξαλμα πεποίηται ἀπὸ τοῦ Σκορπίου ἐπὶ τὸν Τοξότην καὶ ἔδειξεν
ἀπὸ Κρονίας νήσου οὕτω καλουμένη . Πολὺ γάρ ἐστι τὸ ἔξαλμα τῆς ἑτέρας σφαίρας , καὶ ἐν χειμῶνι μεταξὺ τῆς
5164986 δεκαδι
ὁ ἀνὴρ ὡς μοναδικῇ προσελθὼν τῇ παρὰ τῶν πρεσβυτέρων ἀνυμνηθείσῃ δεκάδι : ὥσπερ οὖν καὶ τὰ ἑξῆς αὐτῷ κατὰ τὴν
τοῦ δὶς τέσσαρα , γεννᾷ δ ' οὐδένα τῶν ἐν δεκάδι : ὁ δ ' αὖ τέσσαρα τὴν ἀμφοῖν καὶ
5164342 συνειληπται
οὖσα . Εἱμαρμένη δέ ἐστι καθ ' ἣν μέμαρπται καὶ συνείληπται πάντα ἐν τάξει καὶ στοίχῳ μὴ ἔχοντι πέρας τὰ
καὶ τοῦτο ὃ λέγεις τῆς μαντείας γένος πολυειδὲς ὂν μιᾷ συνείληπται δυνάμει , ἣν ἄν τις φωτὸς ἀγωγὴν ἐπονομάσειεν .
5161968 σποδῳ
δοκέω λασιώτερος ἦμεν , ἐντὶ δρυὸς ξύλα μοι καὶ ὑπὸ σποδῷ ἀκάματον πῦρ : καιόμενος δ ' ὑπὸ τεῦς καὶ
: καὶ ἢ ἐν ἰπνοῖς καὶ κριβάνοις , ἢ ἐν σποδῷ . ὧν τοὺς μὲν ἰπνίτας ἢ κριβανίτας φασί ,
5155430 ὁρτῃ
μυεῖται : καὶ τὴν φωνὴν τῆς ἀκούεις ἐν ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι . Πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον : Σίγα τε
δ ' ἂν ἔχων τὸν χρυσὸν τὸν ἱρὸν ἐν τῇ ὁρτῇ ὑπαίθριος κατακοιμηθῇ , οὗτος λέγεται ὑπὸ Σκυθέων οὐ διενιαυτίζειν
5149071 χροιᾳ
κθʹ ἕως λʹ ὄνυχες . Ἀποτελεῖ δὲ εὐκράτους μὲν τῇ χροιᾷ καὶ εὐστομάχους , εὐοφθάλμους δὲ καὶ εὐειδεῖς , ταχεῖς
μηδὲ πάνυ ἐζυμωμένος , καὶ ὁ πινόμενος οἶνος κιρρὸς τῇ χροιᾷ καὶ λεπτὸς τῇ συστάσει , εὐώδης τε καὶ πάνυ
5148275 περιγραφεται
οὐδὲ γὰρ πάντῃ ἀμοιροῦσιν ὑγρότητος τὰ ἀναπνευστικὰ μόρια , ἀλλὰ περιγράφεται λεπτὸν πάντως ὑγρὸν καὶ ἐν τῷ θώρακι καὶ ἐν
. Τὸ δὲ τῶν δαιμόνων μερισμοῦ τε ἔτι ἐπὶ βραχύτερον περιγράφεται , καὶ λόγῳ ῥητὸν ὑπάρχει , καὶ τῆς ὄψεως
5144911 τορνου
ῥέοντα γράφουσι πέριξ τὴν γῆν , ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ τόρνου , καὶ τὴν Ἀσίην τῆι Εὐρώπηι ποιεύντων ἴσην .
λευκός , εὔρυθμος ἱκανῶς , ἔχων γραμμὰς παραλλήλους ὡς ἀπὸ τόρνου : ἀνιέμενος δ ' ἐστὶν ἄποιος ἐν τῇ γεύσει
5142290 Ἀπολλωνιᾳ
' Ἀκράγαντι καὶ μὰν Ξενοκράτει ἑτοῖμος ὕμνων θησαυρὸς ἐν πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ : τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος , ἐπακτὸς
ἐν τῇ Ἐρυθρᾷ γεννώμενος , ἕτερος δ ' ἐν τῇ Ἀπολλωνίᾳ τῆς Μαυρουσιάδος εὑρίσκεται . ἔστι δὲ κροκόδειλος χερσαῖος ἰδιογενής
5136263 ἑδραιον
αὐτός , πρὸς γὰρ τῷ κεκριμένῳ τοῦ λόγου καὶ τὸ ἑδραῖον τοῦ ἤθους ἐντετύπωτο τοῖς γράμμασι , ῥητόρων δὲ ἄριστα
πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν , ὥς φησι
5131895 σχεσει
ἑαυτοῦ ; ἢ τῷ μὲν ὑποκειμένῳ μία , τῇ δὲ σχέσει διττή . Καθόσον μὲν γὰρ ἑαυτὸ περιέγραψεν , ὡς
: ἐφιστάνειν τῇ θείᾳ διοικήσει , τῇ αὑτῶν πρὸς τἆλλα σχέσει : ἐπιβλέπειν , πῶς πρότερον εἴχομεν πρὸς τὰ συμβαίνοντα
5130771 συνθεσει
τροπικοῖς καὶ ἀμφιβόλοις καὶ γλωσσηματικοῖς ὀνόμασί τις χρῷτο καὶ τῇ συνθέσει μὴ ἁπλῇ καὶ κατὰ φύσιν , ἀλλὰ δι '
παρὰ τὸ καίνω , ἐν συγκοπῇ κνῶ , καὶ ἐν συνθέσει δάκνω : τὸ σφόδρα καίνω . δύναται καὶ παρὰ
5129821 προσπεφυκος
εἶναι δὲ τοῦτο νευρῶδες μέχρι εἰς μέσην τὴν πλεκτάνην ἅπαν προσπεφυκός . ἐν δὲ πέμπτῳ μορίων φησὶν Ἀριστοτέλης : πολύπους
. ὥστ ' ἀνάγκη τὸ σῶμα μεταξὺ εἶναι τοῦ ἁπτικοῦ προσπεφυκός , δι ' οὗ πλείους οὖσαι αἱ τῆς ἁφῆς
5127891 ὁμοχρουν
καλῶϲ πέφυκεν ὁ Κλέων ἀφουλοῦν πρὸϲ τῷ καὶ τὴν οὐλὴν ὁμόχρουν ἐργάζεϲθαι . Πρόπτωϲίϲ ἐϲτι προπέτεια τοῦ ῥαγοειδοῦϲ χιτῶνοϲ ἐκ
διαιρεθῇ μηνοειδὴς , ἢ στρογγύλη τὸ σχῆμα , κοιλότερον , ὁμόχρουν ἢ ὑπόλευκον . ὑπόσφαγμα δὲ λέγουσιν , ὅταν ὑπὸ
5127820 καλυκι
καὶ μεγαλοστάχυες οἱ δὲ μικροστάχυες . καὶ οἱ μὲν ἐν κάλυκι πολὺν χρόνον οἱ δ ' ὀλίγον ἐνόντες , ὥσπερ
' οὐ πρότερον φανερὸς γίνεται πρὶν ἂν προαυξηθεὶς ἐν τῇ κάλυκι γένηται , τότε δὲ ἡ κύησις φανερὰ διὰ τὸν
5126529 προφορᾳ
τὸ δὲ πάθος παριστάνει . ὅταν γοῦν ἁπλῶς τὰ τῇ προφορᾷ ταὐτὰ καὶ τῷ πράγματι θήσομεν , ἀπατώμεθα : χαλεπὸν
τὸ τοῦ νόμου ῥητὸν , ἀλλ ' ἓν μὲν τῇ προφορᾷ , διττὸν δὲ τῇ ἐννοίᾳ : ἄλλο γὰρ ἡ
5120497 Συμμαχιᾳ
παιδιὰν γινόμενόν ἐστιν , ἣν Πλάτων ὁ κωμικὸς ἐν τῇ Συμμαχίᾳ σαφῶς συνίστησι διὰ τούτων : εἴξασιν γὰρ τοῖς παιδαρίοις
καὶ Σώφρων . Πλάτων δ ' ἢ Κάνθαρος ἐν τῇ Συμμαχίᾳ σὺν τῷ σ : βατίς τε καὶ σμύραινα πρόσεστιν
5112584 μελαινει
καὶ ἐκεῖνο τὸ ἀπορούμενον , διὰ τί ὁ μὲν ἥλιος μελαίνει τὴν σάρκα , τὸ δὲ πῦρ οὔ . συμβαίνει
: θεῖον ἐπὶ τέλει : ἡ δ ' ἕψησις αὐτοῦ μελαίνει τὰς ἐμπλάστρους . Γῆ πᾶσα καὶ λίθοι ἐμβάλλονται ἐπὶ
5104327 διασταν
' οὐκ ἐν τῷ προεληλυθέναι , τὸ δὲ προεληλυθὸς καὶ διαστὰν ἤδη καὶ ἀφειμένον ἀπὸ τοῦ πρώτου ὡς τρίτον ,
ἤ τις ἐκ θεῶν πομπός , ἢ τὸ νερτέρων εὔνουν διαστὰν γῆς ἀλάμπετον βάθρον . Ἀνὴρ γὰρ οὐ στενακτὸς οὐδὲ
5103429 ἀρχουσῃ
οὐ σῴζεται μὴ μετὰ τοῦ δραστηρίου τεταγμένον , οὐδὲ ἐν ἀρχούσῃ πόλει ξυμφέρει , ἀλλ ' ἐν ὑπηκόῳ , ἀσφαλῶς
καὶ εἰς τὴν Σπάρτην οὗτος ἀνὴρ δυναστεύουσαν τότε , ἐν ἀρχούσῃ τῇ πόλει καὶ δύναμιν γενναίαν περιβεβλημένῃ εὔελπις ὢν εὐδόκιμον
5100876 κλιμακι
ἐν τοῖς καθ ' ἕκαστα θεωροῦντες , ὁδῷ τινι ἢ κλίμακι τῷ μαθηματικῷ χρώμενοι : οἱ δὲ κατὰ Ἀριστοτέλην βουλόμενοι
ἀναβαθμοί , ἔνθα διελθεῖν ἁμάξαις ἄβατον : κλῖμαξ γὰρ ἐπὶ κλίμακι δίδωσιν ἀεὶ τὸ μεῖζον ὡς ἐξ ἐλάττονος ἄγουσα καὶ
5096994 βλαστη
ῥινὶ τρίχες μύσταξ καὶ ὑπορρίνιον , καὶ προπωγώνιον ἡ πρώτη βλάστη : αἱ δὲ πρὸς τῷ κάτω χείλει πάππος ,
: γράφεται καλχαίνεται βλάστη δ ' ὡς ἔχιος : ἡ βλάστη δὲ τὸ στέλεχος : ἔχις δὲ εἶδος βοτάνης .
5090437 τμηθεισαν
ἀπλανῆ σφαῖραν ἄτμητον φυλαχθῆναι , τὴν δ ' ἐντὸς ἑξαχῆ τμηθεῖσαν ἑπτὰ κύκλους τῶν λεγομένων πλανήτων ἀποτελέσαι : ὃ γάρ
ὄρει τρεφόμενον , καὶ ὄψει λαιμότομον , ἤγουν τὸν λαιμὸν τμηθεῖσαν , ἀπὸ τῶν ἐνταῦθα πεμπομένην πρὸς τὸ σκότος τῆς

Back