καὶ καυλοὺς παχεῖς , γονατώδεις , περιελιττομένους τοῖς παρακειμένοις δένδρεσιν ἑλικοειδῶς : ἄνθη λευκά , εὐώδη : καρπὸς δ '
κέρας ἐσωτέρω γίνεσθαι , τὸ δὲ ἀριστερὸν ἐξωτέρω . Καὶ ἑλικοειδῶς κινουμένων ἀμφοτέρων , κατὰ μικρὸν συστέλλειν τὸ κυνήγιν καὶ
7136361 μηλολονθην
. πρὸς τὴν ἑταῖραν ὁ γέρων : παρὰ ⌈ τὴν μηλολόνθην [ τὸ μηλολόνθιον Γ ] χρυσίζοντα ⌈ ἔχουσαν [
ἰστέον δέ , ὅτι . . . ὡς κἀνταῦθα . μηλολόνθην : οὕτω γράφουσιν οἱ ἀκριβέστεροι : τινὲς δὲ κτλ
6959994 ὀρθοφυης
τε εἶναι καὶ λεπτοφυλλοτέρα καὶ τὸ μέγεθος ἐλάττων καὶ ἧττον ὀρθοφυής : ἔτι δὲ τὸν κῶνον ἐλάττω φέρειν καὶ πεφρικότα
: ἄκανθα δ ' ἐστὶ δενδρώδης , θαμνοειδής , οὐκ ὀρθοφυής , ἄνθος ἔχουσα λευκόν , καρπὸν δ ' ὥσπερ
6831275 ὑπεκειντο
εἰς αὐτὴν πυλών . Ἐξ ἀριστερῶν δὲ καὶ δεξιῶν θυρίδες ὑπέκειντο , εὐάειαν παρέχουσαι . Συνῆπτο δὲ τούτοις ὁ μέγιστος
δέ τις καὶ βαλανωτὴ φιάλη , ἧς τῷ πυθμένι χρυσοῖ ὑπέκειντο ἀστράγαλοι . Σῆμος δ ' ἐν Δήλῳ ἀνακεῖσθαί φησι
6750286 ὡριζοντο
ἀντιπεπονθὸς εἶναι ἁπλῶς δίκαιον , ὥσπερ οἱ Πυθαγόρειοι ἔφασαν : ὡρίζοντο γὰρ ἁπλῶς τὸ δίκαιον τὸ ἀντιπεπονθὸς ἄλλωι . .
ἡ δὲ τὸ ὑποκείμενον συμπληροῦσα τῶν ἀριθμῶν , ἣν καὶ ὡρίζοντο ποσοῦ τὸ ἐλάχιστον , γενέσει μὲν πρώτη οὐσίᾳ δὲ
6721665 ἐϲχαραν
πυρηνομήλην διεκβαλόντεϲ δι ' αὐτῶν ἑτέραν ἐν τῷ μέϲῳ ποιήϲομεν ἐϲχάραν καίον - τεϲ , ἄχριϲ οὗ τὸ καυτήριον ἐντύχῃ
μόνην παρέχουϲι μείζονα κατ ' αὐτὸ τὸ ϲτόμα τῆϲ γαϲτρὸϲ ἐϲχάραν . ἕτεροι δὲ οὐδὲ ϲιδήρῳ καίουϲιν , ἀλλὰ ταῖϲ
6659619 κρυσταλλοειδη
τῆς γῆς κατ ' ἀνάκλασιν γιγνομένην εἰς τὸν ἥλιον τὸν κρυσταλλοειδῆ , συμπεριελκομένην δὲ τῆι κινήσει τοῦ πυρίνου . ὡς
διαστάσεις , καὶ κατὰ παρατρίψεις νεφῶν καὶ κατάξεις πῆξιν εἰληφότων κρυσταλλοειδῆ : καὶ τὸ ὅλον καὶ τοῦτο τὸ μέρος πλεοναχῶς
6641195 κυκλοτερει
μετωπιαίαν περιείλησιν ἐπιτελέσαι , καὶ τότε τῇ κατ ' ἰνίον κυκλοτερεῖ περιειλήσει ἐπεμβαλεῖν τὸ τοῦ τελαμωνιδίου πέρας , ἢ κάτωθεν
: τῷ σάκει , τῷ κύκλῳ λέγω , ἤτοι τῷ κυκλοτερεῖ . θ σάκει ] ἀσπίδι . σάκει ] σκουταρίῳ
6632357 θρανιται
παρεῖχον : τοῦτο γάρ εἰσιν αἱ ἐπιφοραί . οἱ δὲ θρανῖται , μακροτέραις κώπαις ἐρέττοντες πλείονα κόπον ἔχουσι τῶν ἄλλων
καὶ στρατηγίς . οἱ δὲ ἐρέται ζύγιοι , θαλάμιοι , θρανῖται . οἱ δ ' ἐπὶ τοῦ καταστρώματος μάχιμοι .
6624573 ἑνιαιως
ἰδιότητα τοῦ τρία : οὕτω καὶ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τοῦ ἑνιαίως ἑαυτῆς ὄντος , ὃ καὶ αὐτὸ ἀθρούστερον ἓν τρία
. Τῇ μὲν γὰρ μιᾷ οὐσίᾳ τῆς ψυχῆς , ἥτις ἑνιαίως ἔχει καὶ τὴν αὐτοκινησίαν καὶ τὴν ἀθανασίαν , ἀνάλογον
6614368 ὑποκιρρον
. φαίνεσθαι δὲ συμβέβηκεν πρὸς αὐτὸν τὸν Φωσφόρον ὥσπερ τόξον ὑπόκιρρον τὸ σχῆμα τόδε φέρον . Λέγεται δ ' ἀντιδίσκωσις
, ἐκ τριῶν μάλιστα συγκείμενα μερῶν , ἐν οἷς σπέρμα ὑπόκιρρον , τρίγωνον , πικρὸν ἱκανῶς πρὸς γεῦσιν , οὗ
6591884 πυρῳ
ἐρέαις . Ἐν δὲ τῇ Μουσικανοῦ καὶ σῖτον αὐτοφυῆ λέγει πυρῷ παραπλήσιον καὶ ἄμπελον , ὥστ ' οἰνοφορεῖν τῶν ἄλλων
καὶ τοῦ σίτου : παρόμοιον δὲ τῇ ὅλῃ μορφῇ τῷ πυρῷ πλὴν πλατυφυλλότερον . ὡσαύτως δὲ τούτοις καὶ τὰ ἄλλα
6587701 πρηστηρος
κατά τι μέρος ἐκφαίνουσαν διὰ στομίου τὸ πῦρ ὥσπερ διὰ πρηστῆρος αὐλοῦ . καὶ τοῦτ ' εἶναι τὸν ἥλιον .
: ταῖς ἀπὸ τῆς ἄρκτου πνοαῖς : Λυκόφρων : ἀπαρκτίαις πρηστῆρος αἴθωνος πνοαῖς . . . . ἀπάργματα : αἱ
6586884 σειραν
πόλις οὕτω καλουμένη . εἴρηται παρὰ τὸ βοῦς καὶ τὴν σειράν , ἵν ' ᾖ ὁ ἰσχυρός , ὁ δυνάμενος
ῥάβδον πάνυ σφόδρα ἐρρωμένης , ἀπ ' ἄκρας αὐτῆς ἐξάπτει σειράν , καὶ περιπείρει τῷ ἀγκίστρῳ λυκόστομον ὄντα ἡμιτάριχον ,
6578438 φορυτῳ
ψιαθῶδές τι πλέγμα ἐν ᾧ τοὺς στάχυας ἐμβάλλουσιν . ἢ φορυτῷ τῇ ἐκ φρυγάνων στρωμνῇ . τὴν ἔπαλξιν ] τὸ
Οὐδ ' αἶγες πρίνοιο περισπεύδουσαι ἀκάνθαις εὔδιοι , οὐδὲ σύες φορυτῷ ἔπι μαργαίνουσαι . Καὶ λύκος ὁππότε μακρὰ μονόλυκος ὠρύηται
6574542 περιβαλουμεν
ϲημείωϲιν : ἔπειτα τὸ μέϲον ἀνατείναντεϲ ἀγκίϲτρῳ λίνον ἢ νεῦρον περιβαλοῦμεν περὶ τὴν ἐγχάραξιν ἀγκύλην κατὰ τῆϲ ἐφάψεωϲ τάττοντεϲ .
τῆς σαρκὸς ὑπεροχὰς ἀποξύσομεν . μετὰ δὲ τοῦτο μολύβδου σωλῆνα περιβαλοῦμεν τῇ βαλάνῳ πάσῃ , κατειλήσαντες αὐτὴν ἐσκελετευμένῃ παπύρῳ :
6573619 συνημμενην
, διάληψιν δὲ ἔχουσαν : κατὰ δὲ ταύτην [ τὴν συνημμένην τῇ φανταστικῇ ἐπιβολῇ , διάληψιν δὲ ἔχουσαν ] ,
οἶκος ἐστὶ τοῦ Διὸς , ταύτην νόει Ἐκ πραγματεῖων πραγμάτων συνημμένην : Εἰ δ ' οἶκος ἐστὶ τοῦ Κρόνου ,
6571472 συστροφῃ
ἐν τῷ Ὑδροχόῳ ὕδατος ὁ ἑπόμενος τῶν ἐν τῇ τετάρτῃ συστροφῇ , τοῦ δὲ Ἵππου ὁ βορειότερος τῶν ἐν τῷ
Μερόην ἀνήκοντες Αἰθίοπες , οὐδ ' οὗτοι πολλοὶ οὔτε ἐν συστροφῇ , ἅτε ποταμίαν μακρὰν καὶ στενὴν καὶ σκολιὰν οἰκοῦντες
6567960 διαλλασσειν
εὐτόνων γεγενημένων . λοιπὸν τὰ περὶ τὸ πλινθίον τῇ ὄψει διαλλάσσειν . νόησον οὖν τῶν ἀρχαίων ὁρᾶν τι πλινθίον ,
δέ φησι τὰ ὑπογάστρια αὐτῶν λιπαρὰ ὑπάρχοντα τῇ εὐστομίᾳ πολὺ διαλλάσσειν τῶν ἄλλων μέρων , τὰ δὲ κλειδία εὐστομώτερα εἶναι
6557096 πανθηρ
κλίνεται τὸ ἁπλοῦν θήρ θηρός , οὕτω καὶ τὸ σύνθετον πάνθηρ πάνθηρος . Καν . λδʹ . Ὁ Νέστωρ λήγει
. κεφ . ιδʹ . περὶ πάνθηρος . ὅτι ὁ πάνθηρ ὡς ἐκ πολλῶν τῶν θηρίων τῆς μητρὸς συλλαβούσης τίκτεται
6555167 προσφυσιν
δὲ εἰς τὰ σκέλη τείνου - σαι σχίζονται κατὰ τὴν πρόσφυσιν , καὶ διὰ παντὸς τοῦ μηροῦ τείνουσιν . ἡ
ὑπὸ ] τοῦ ἡλίου πρὸς ἀέρα ὑδατοειδῆ , ἢ κατὰ πρόσφυσιν ἰδίαν τοῦ τε φωτὸς καὶ τοῦ ἀέρος , ἣ
6514642 βουληθειμεν
τι λέγειν αὐτούς , ἀρχομένους ποθὲν ἄνωθεν , ὡς εἰ βουληθεῖμεν ὁτουοῦν εἴδους τὴν φύσιν ἰδεῖν , οἷον τὴν τοῦ
ἑαυτοῖς περὶ αὐτῶν ; Ἔμοιγε . Τί δ ' εἰ βουληθεῖμεν εἰδέναι , μὴ μόνον ποῖοι ἄνθρωποί εἰσιν , ἀλλ
6513806 Νειλωι
τὰς ῥύσεις ποιούμενοι , τὴν ἀνάβασιν οὐκ ἔχουσιν ἀνάλογον τῶι Νείλωι : τοὐναντίον γὰρ ἐν μὲν τῶι χειμῶνι πληρούμενοι ,
ὁ Διὸς ὦ πόσι με παῖς Μαίας τ ' ἐπέλασεν Νείλωι . θαυμαστά : τοῦ πέμψαντος ; ὦ δεινοὶ λόγοι
6505179 ὑποκυρτον
τῷ σχήματι . 〛 σκαφοειδῆ 〚 δὲ 〛 εἶναι , ὑπόκυρτον . Ἀλκμαίων πλατὺν εἶναι τὸν ἥλιον . Οἱ Πυθαγόρειοι
τὸ ἐκ θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον . , σκαφοειδῆ , ὑπόκυρτον . , κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς στροφήν , ὥστε
6487616 αἱμορραγουν
τῆσδε τῆς διαιρέσεως καὶ συνελκύσαντες αὐτῷ τὰ ἀγγεῖα ἀποβροχίσομεν τὸ αἱμορραγοῦν . εἰ δὲ μὴ ἐξ ἀγγείου φέροιτο μεγάλου ,
ϲικύαν πρόϲβαλλε , εἰ μὲν τὸ δεξιὸν μέροϲ εἴη τὸ αἱμορραγοῦν , τῷ ἥπατι : εἰ δὲ τὸ εὐώνυμον ,
6483996 τηξαντες
διαφυὰς ἔχει γεώδεις , ἐν αἷς τὸν πόρον κατεργαζόμενοι καὶ τήξαντες καθαίρουσιν . ἀποτυποῦντες δ ' εἰς ἀστραγάλων ῥυθμοὺς κομίζουσιν
διαφυὰς ἔχει γεώδεις , ἐν αἷς τὸν πόρον κατεργαζόμενοι καὶ τήξαντες καθαίρουσιν . ἀποτυποῦντες δ ' εἰς ἀστραγάλων ῥυθμοὺς κομίζουσιν
6480206 Ἐλλεβορον
κοιλίην σκληρύνει : μίξις τὰ κατὰ τὴν γαστέρα σκληρύνει . Ἐλλέβορον πιόντα θᾶσσον καθαίρειν ἢν θέλῃς , λούειν ἢ φαγεῖν
σκληροτέρα ἀπὸ τῆς ψύξεως γίνεται ἡ κόπρος . κγʹ . Ἐλλέβορον πιόντα θᾶσσον καθαίρειν ἢν ἐθέλῃς , λούειν ἢ φαγέειν
6473173 ἰσαριθμον
οἰκείου κλίματος χρόνοις ἀναφορικοῖς , κατὰ δὲ τὴν τοῦ μεσουρανήματος ἰσάριθμον τοῖς χρόνοις τῶν μεσουρανημάτων , κατὰ δὲ τὰς ἀπὸ
οἱ ὀδόντες , ἀνεστήκασι δὲ αἱ κεφαλαί , ζητοῦσι δὲ ἰσάριθμον θήραν . μαντεύομαι οὖν ἐγὼ καὶ Ὅμηρον βούλεσθαι λέγειν
6459392 ἐπιχρισθεισα
ἄκρον καὶ εὐστομαχίαν παρέχει . ἡ δὲ χολὴ σὺν κεδρίᾳ ἐπιχρισθεῖσα , τὰς προεκταλείσας τῶν βλεφάρων τρίχας οὐκ ἐᾷ ἀναφυῆναι
ἡ δὲ κεφαλὴ ταριχευθεῖσα καὶ καυθεῖσα καὶ σὺν μέλιτι λείᾳ ἐπιχρισθεῖσα , συκάμινα αἴρει καὶ ἐξωχάδας καὶ ὅσα περὶ τὴν
6458535 νηξιν
μέγιστοι μέν εἰσιν ἰδεῖν τὴν φύσιν , νωθεῖς δὲ τὴν νῆξιν , καὶ εἱλοῦνται περὶ τοῖς φωλεοῖς , ἔνθεν τοι
θάλασσαν ἐμπίπτων ἀεὶ τοῖς κύμασι καὶ λεαίνων αὐτὰ ἐς τὴν νῆξιν . φεῦ τῶν στέρνων , ὡς λάχνη μὲν αὐτοῖς
6456426 μονορριζον
τῆς δυνάμεως χρονιώτερον ἐχρῆν εἶναι . Τὸ γὰρ σήσαμον ἐπεὶ μονόρριζον καὶ βαθύρριζον ἄνω πᾶσαν ἀφίησι τὴν δύναμιν : ἀλλ
οὐχ ὥσπερ ὁ φέως καὶ ἱππόφεως ἀνάκανθα τοῖς φύλλοις : μονόρριζον δὲ καὶ ἐπίγειον καὶ χαμαίκαυλον : βλαστάνει δὲ καὶ
6451153 ἀσθενουντος
ἐφ ' ὧν ῥῶσαι τὸ ἧπαρ βουλόμεθα : συμβαίνει γὰρ ἀσθενοῦντος καὶ τοῦ μορίου τούτου ἢ φλεγμαίνοντος τὴν διάθεσιν ταύτην
πλειόνων κήδεσθαι τῆς περὶ ταῦτα προνοίας ἀπάγοι . ταῦτα ἔγραφον ἀσθενοῦντος Κλεο - βούλου , νοσεῖ δὲ ἀθυμῶν , ὅτι
6450285 ὑποβεβηκεν
θάλατταν , ὡς ὁρᾷς , φρίκη κατέχει καὶ τὸν οὐρανὸν ὑποβέβηκεν ἀχλὺς καὶ πάντα πανταχόθεν συννέφελα , καὶ οἱ ἄνεμοι
τῶν ἐναιωρημάτων εἴληφε λόγον : ὅσα δ ' εἴθ ' ὑποβέβηκεν ἢ ὑπερῆρται , ἐναιωρήματα μὲν ἂν καὶ ταῦτα κληθείη
6445997 ποϲοτητα
εἰϲ ὄγκον ἐπαίρει . αἱ δὲ τρεῖϲ διαφοραὶ τῶν κατὰ ποϲότητα τρίψεων ταῖϲ τριϲὶ διαφοραῖϲ ταῖϲ κατὰ ποιότητα ἐπιπλεκόμεναι ϲυζυγίαϲ
. ἀφελεῖν δέ τι χρὴ καὶ τῶν τροφῶν καὶ κατὰ ποϲότητα καὶ κατὰ ποιότητα ϲύμμετρα προϲφέρειν . ποιότητα δὲ λέγω
6441724 Σογδοι
ἦρχε Σισάμνης ὁ Ὑδάρνεος . Πάρθοι δὲ καὶ Χοράσμιοι καὶ Σόγδοι τε καὶ Γανδάριοι καὶ Δαδίκαι τὴν αὐτὴν σκευὴν ἔχοντες
χωρίον περὶ τὴν Βακτριανήν , ἧς οἱ οἰκήτορες Σόγδιοι καὶ Σόγδοι . Σόδομα , μητρόπολις ἦν τῶν δέκα πόλεων τῶν
6436235 ἐκπεφυκεν
καὶ μή σε λειμὼν ἀναβάλῃ τοῦτο , καὶ γὰρ ἐνταῦθα ἐκπέφυκεν , ὁποία τῆς γῆς ἀνέσχε . λέγει δὲ ἡ
δὲ λοιπὸν σῶμα ὑπὸ τῷ διαφράγματι . τῆς δὲ κοιλίας ἐκπέφυκεν ἔντερον κατὰ τὰ δεξιὰ μᾶλλον νενευκός , τῇ ῥάχει
6436038 παπυρῳ
χαλκῷ γραφείῳ εἴ τι ἂν βούλει μὴ βαθέως , εἶτα παπύρῳ ἐνειλήσας φύτευσον . ὅπερ γὰρ ἂν ἐπιγράψῃς ἐν τῇ
ἐξελόντες , ἐμβάλλομεν εἰς τὸ κλῆμα τῆς ἀντιδότου , εἶτα παπύρῳ περιελίξαντες τὸ σχισθὲν μέρος φυτεύομεν . Οἱ δὲ ἐπιμελέστερον
6433008 αἰρομενην
δ ' Ἱπποκράτης ὀγκυλωμένην λέγει κοιλίαν τὴν ταχέως εἰς ὄγκον αἰρομένην . | ὀξυρεγμίην : τὴν τοῖς ἀπεπτοῦσι παρακολουθοῦσαν ἐποξίζουσαν
προπορεύεσθαι , ἐξέρχεσθαι . προνέμεσθαι : ἐξελθεῖν . Ἀειρομένην : αἰρομένην , φερομένην , κουφιζομένην , κινουμένην . Σπερχομένην :
6428948 βδελλαν
τὸ ϲτόμα καὶ δάκνεϲθαι , ὅπερ καὶ ϲημεῖόν ἐϲτι τοῦ βδέλλαν καταπεπόϲθαι : ἐνίοτε δὲ καὶ αἷμα πτύουϲιν ἀνθηρὸν ἀναχρεμπτόμενοι
γίνεται δέ ποτε δι ' ὑπερῴαϲ αἵματοϲ κένωϲιϲ καὶ διὰ βδέλλαν καταποθεῖϲάν τε καὶ προϲπεφυκυῖάν τινι τῶν τῇδε μορίων :
6416226 Ἰχθυοφαγοι
τε καλουμένῳ Θηριῴδει καὶ τῷ τῶν Σινῶν , ὃν περιοικοῦσιν Ἰχθυοφάγοι Αἰθίοπες , κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην : μετὰ τὸ πρὸς
Ἰχθυοφάγων τῆς χώρης ὀλίγῳ πλεῦνες στάδιοι μύριοι . οὗτοι οἱ Ἰχθυοφάγοι σιτέονται , κατ ' ὅ τι περ καὶ κληίζονται
6415096 Πλειαδι
κατὰ βάθους γε τὰς ῥίζας ἔχον . βλαστάνει δὲ ἅμα Πλειάδι καὶ τοῖς πρώτοις ἀρότοις καὶ ἀφίησι τότε τὸ φύλλον
Κλεόνικε : δύσιν δ ' ὑπὸ Πλειάδος αὐτήν ποντοπορῶν αὐτῇ Πλειάδι συγκατέδυς . Βουκολικαὶ Μοῖσαι σποράδες ποκά , νῦν δ
6414618 τοργος
τοὺς Διοσκούρους . τὸ δὲ ὑγρόφοιτος γράφεται καὶ ὑψίφοιτος . τόργος κυρίως ὁ γύψ , νῦν δὲ τὸν κύκνον λέγει
ἐπικαμπὲς χεῖλος τῶν ὀρνέων * ὡς καὶ Καλλίμαχος ῥάμφει καθνώδει τόργος ἔκοπτε νέκυν * . ἐν δὲ τοῖς ῥάμφεσι καὶ
6407130 ἁρματειῳ
τετυγμένα σημαίνοιεν . Ἀναξίμανδρος κύκλον εἶναι ὀκτωκαιεικοσαπλασίονα τῆς γῆς , ἁρματείῳ τροχῷ παραπλήσιον , ἔχοντα κοίλην περιφέρειαν , πλήρη πυρός
ὁ Στωικός . . οἱ δέ φασιν ἁρματιαίῳ [ . ἁρματείῳ ] τροχῷ παραπλήσιον . καὶ μέντοι καὶ τὸν ἥλιον
6396500 ἐπιμαρτυρηθῃ
ἐπιβολῇ , διάληψιν δὲ ἔχουσαν ] , ἐὰν μὲν μὴ ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ψεῦδος γίνεται : ἐὰν δὲ
ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ψεῦδος γίνεται : ἐὰν δὲ ἐπιμαρτυρηθῇ ἢ μὴ ἀντιμαρτυρηθῇ , τὸ ἀληθές . καὶ ταύτην
6394263 πανιον
. Ἔσται δὲ μείζονα πάνυ τὰ πράσα , ἐὰν εἰς πανίον λινοῦν παλαιὸν τοῦ σπέρματος τοῖς τρισὶ δακτύλοις συλλαβὼν ἐνδήσῃς
ῥίζαν σὺν ὄξει λειώσας χρῖε συχνῶς , ἢ καῦσον λινοῦν πανίον ἐπάνω σιδήρου καὶ ἄλειφε , ἢ φύλλα καρύας χλωρὰ
6393444 ἐρσην
δὲ ἐπεὰν θορνύωνται κατὰ ζεύγεα καὶ ἐν αὐτῇ ᾖ ὁ ἔρσην τῇ ἐκποιήσι , ἀπιεμένου αὐτοῦ τὴν γονὴν ἡ θήλεα
: ὁ κακοποιός , ἤγουν ὁ μόρον ἄγων καὶ λιχμώμενος ἔρσην : ἀντὶ τοῦ ζητῶν ἢ λείχων τὴν δρόσον τῶν
6389136 σφιγγομενος
. Ἔστι δ ' ὥσπερ χερρονήσου μεγάλης ἰσθμὸς οὗτος , σφιγγόμενος θαλάτταις δυσὶ τῇ τε τοῦ Ἰσσικοῦ κόλπου μέχρι τῆς
ἐπιστάντος ῥᾳδίως ἄπεισιν , ὡς ἂν οὐκέτι βίᾳ κρατούμενος οὐδὲ σφιγγόμενος . ἐκ τούτων ἐνίοτε οἱ θεοί τινας καὶ παρέδρους
6380471 καταφερη
οὐ σμικρὸν ὀφθαλμοῖς τὸ βλάβος . κεφαλὴν ἔχει μικρὰν ἐλαφρὰν καταφερῆ , εἰς στενὸν καταλήγουσαν , ὦτα ὑψηλά , τράχηλον
αὐξηθέντας ἐπὶ πήχεις καὶ δώδεκα , ἔπειτα τὴν λοιπὴν αὔξησιν καταφερῆ λαμβάνειν ὡς ἂν κατακαμπτομένους , ἕως ἂν ἅψωνται τῆς
6380115 σηπηται
ἡμέραις τρισὶ πρότερον , ὅπως προαπορρυῇ τὸ δάκρυον καὶ μὴ σήπηται μηδ ' εὐρωτιᾷ : ῥόα δὲ καὶ συκῆ καὶ
, τὸ σωμάτιον , τέμνηται , καίηται , διαπυίσκηται , σήπηται , ὅμως τὸ ὑπολαμβάνον περὶ τούτων μόριον ἡσυχαζέτω :
6369408 ἀναγεσθωσαν
περιτιθέσθω τῷ πήχει πλησίον τοῦ καρποῦ , οὗ αἱ ἀρχαὶ ἀναγέσθωσαν καὶ ἀποδεδέσθωσαν ἑνὶ κλιμακίῳ πρὸς κράτημα , ἵνα μείνῃ
περιειλημένη τῷ περινέῳ προστιθέσθω : αἱ δὲ τοῦ κάλου ἀρχαὶ ἀναγέσθωσαν ὑπὲρ κεφαλῆς . ἐπὶ μὲν οὖν τῆς ἔξω καὶ
6355797 πυρραν
πορφυρέᾳ βαφῇ , ἤτοι τῇ διὰ τοῦ αἵματος , τὴν πυρρὰν γενειάδα τὴν ζαπληθῆ καὶ ἄγαν πολλὴν καὶ δασύτριχον .
μᾶλλον ᾠκείωται , διὰ τοῦτο μελαίνης ἵππου φησίν . . πυρρὰν ] ξανθήν . ζαπληθῆ ] πολλήν . δάσκιον ]
6347552 τομηϲ
γὰρ αἱμορραγίη ἐφ ' ἥπατι . ἢν ὦν ἐϲ ἀνάγκην τομῆϲ κατίῃϲ κοτέ , καυτῆρα ἔμπυρον διαφανέα πυρῶϲαι , καὶ
ὅλον μαϲτὸν ἐκτεμόντεϲ ἔκαυϲαν : ὁ δὲ Γαληνὸϲ τὴν διὰ τομῆϲ μόνον παραλαμβάνει χειρουργίαν γράφων ὧδε : Εἴ γε μὴν
6346050 διεσπασμενως
ἰαμβικὸν ἀκατάληκτον . 〛 Εὐριπίδης ὁμοίως τὰ Αἰσχύλου χορικὰ μέλη διεσπασμένως λέγει ἐξ ἄλλων καὶ ἄλλων δραμάτων . 〚 τοῦτο
καὶ οἱ ἐτησίαι οὐ κάρτα ἔπνευσαν , καὶ οἱ πνεύσαντες διεσπασμένως . Τοῦ θέρεος καῦσοι ἐπεδήμησαν πολλοί : ἦσαν δὲ
6343080 πυρινα
τούτων κριθέων ἄχυρα ἑψεῖν . Ἢ ἀρωμάτων ὕδατι συναφεψεῖν πίτυρα πύρινα . Ἢ ἀσταφίδος ἀποβρέγματι πίτυρα πυρῶν ἑψεῖν , ἢ
' ἅπαντα φθαρτὰ πλὴν τῶν στοιχείων . , Ἐ . πύρινα [ . εἶναι τὰ ἄστρα ] ἐκ τοῦ πυρώδους
6340985 πενταπηχυ
δεκάπηχυ πρὸς τὸ δεκάπηχυ , ἀλλά φησιν ἔχειν ὡς τὸ πεντάπηχυ πρὸς δεκάπηχυ : ὥστε ὁ μέν φησι τὸ ἴσον
ἄλλως , ῥητὸν ἂν εἴη τὸ τοιοῦτον διάστημα πεντάπουν ἢ πεντάπηχυ , εἰ τύχοι : εἰ δὲ ὑπερβαίνει ἢ ἐλλείπει
6339564 τρημασιν
ἄκρα αὐτοῦ στρογγύλα ποιήσαντες ἐναρμόζουσιν εἴς τινα διαπήγματα ἐν στρογγύλοις τρήμασιν , ὥστε εὐκόπως αὐτὸν στρέφεσθαι , ὑπὲρ δὲ τὸν
τροπουμένων ] τὰς κώπας ἁρμοζόντων ἵνα ἴδωσιν εἰ συντρέχουσι τοῖς τρήμασιν . Γ νιγλάρων : ὁ νίγλαρος κροῦμά ἐστι καὶ
6339063 ἐπιπασσομεν
, αἴροντες ἀπὸ τοῦ πυρός , καὶ ὅταν διαλυθῇ , ἐπιπάσσομεν τὴν ἶριν καὶ ἐπιχέομεν ἐν τῇ θυείᾳ τῇ σμύρνῃ
ἐπιβάλλομεν τὴν χαλβάνην μεμαλαγμένην , καὶ αἴροντες ἀπὸ τοῦ πυρὸς ἐπιπάσσομεν τὸ εὐφόρβιον , καὶ ἑνώσαντες χρώμεθα . Αὕτη σκευάζεται
6338541 κατασκευαζομενῳ
ἀλλήλους καταφεύγουσιν . Τέταρτον τὸ ἄπορον : ἄπορον ἐναντίαν τῷ κατασκευαζομένῳ τὴν κατασκευὴν δέχεται : ὅταν γὰρ συμβουλεύσῃς , δεῖν
ἐχρῶντο δ ' οἱ ἀρχαῖοι καὶ πόματί τινι ἐξ ἀρωμάτων κατασκευαζομένῳ , ὃ ἐκάλουν τρίμμα . Θεόφραστος δὲ ἐν τῇ
6334350 Κυκλαμινος
ἡ σὰρξ αὐτοῦ , καθάπερ τὸ λέμμα τῆς στυπτικῆς . Κυκλάμινος ποικίλη τὴν δύναμίν ἐστιν : καὶ γὰρ καὶ ῥύπτει
ἔλαιον ἐκ τῆς αὐτῆς ἐστιν ἰδέας : ἀβρότονον κεκαυμένον . Κυκλάμινος , ἀνεμῶναι πᾶσαι , σκόροδον , κρόμμυον , τῶν
6334256 ὁμοιουμενοι
πανούργοις συμφέρουσι : καὶ γὰρ αὐτοὶ μεταβάλλοντες τὰ χρώματα καὶ ὁμοιούμενοι τοῖς τόποις , ἐν οἷς ἂν γένωνται , λανθάνουσι
ἀπεργασόμεθα καὶ οὕτως τῇ ἀπαραλλάκτῳ εἰκόνι τοῦ πατρὸς ὡς ἐνὸν ὁμοιούμενοι καὶ τὴν πρὸς αὐτὸν τὸν πατέρα ὁμοίωσιν ἕξομεν ,
6327648 ἱστορικωτερον
συμμέτρως καὶ οἰκείως ἔχει : πλὴν ἐνιαχοῦ δικανικώτερον μᾶλλον ἢ ἱστορικώτερον μεστοῖ καὶ περιβάλλει τὸν λόγον . νεωτερίζει δ '
πατρίῳ ἔθει καὶ νῦν αὐτοὺς χρῆσθαι . ὁ δὲ Δίδυμος ἱστορικώτερον λέγει καί φησι διὰ τὸ τὸν Θήρωνα ἄνωθεν Ἀργεῖον
6324791 ἀμμος
: γράφω γραμμός τρίβω τριμμός θλίβω θλιμμός . τὸ δὲ ἄμμος καὶ ψάμμος θηλυκά . ἔτι καὶ τὸ μνάμμος βαρύνεται
“ χώσατο δ ' Ἕκτωρ . ” ψάμαθος ἡ παραθαλάσσιος ἄμμος . ψεδνή ἀραιά , μαδαρά , οἷον ἀπεψιλωμένη .
6319365 πραϲιῳ
καὶ καϲτόριον τῷ ϲικυωνίῳ παραμικτέον : ἐπὶ ποδαγρικῶν τε καταιονοῦμεν πραϲίῳ ἐν ὕδατι ἢ οἴνῳ ἡψημένῳ . Περὶ ἐγκαθιϲμάτων .
ληφθεὶϲ αἷμα δι ' οὔρων ἄγει . Ὅρμινον παραπλήϲιόν ἐϲτι πραϲίῳ τὴν ἰδέαν θερμόν τε καὶ μετρίωϲ ξηρὸν καὶ ῥυπτικόν
6319188 ἑνωθεις
ἰχώρ , αἷμα γὰρ οἷον οὗτος διαφθαρέν , πάντως ἂν ἑνωθεὶς τῷ ὀρρώδει χυμῷ τότε αὐτοῦ χρῶμα ἀλλοιώσει μεταβαλὼν πρὸς
εἴ τις τοῖς ἁπαλοῖς τῆς κεφαλῆς τὰ ὀστᾶ ἐμφράσσει . ἑνωθεὶς δὲ χυλὸς τοῦ πηγάνου μετὰ χυλοῦ μαράθρου καὶ μέλιτος
6319123 πινναν
, ἀλλ ' ὑπὸ τῶν οἰκείων προνοούμενον θέλοντες σημῆναι , πίνναν καὶ καρκίνον μικρὸν ζωγραφοῦσιν : οὗτος γὰρ ὁ καρκίνος
πιννοτήρην , οἱ δὲ αὐτὸν τὸν καρκίνον ὡς ἐπιτηροῦντα τὴν πίνναν . φασὶ γάρ , ὅτι ἡ μὲν πίννα πρὸς
6314608 ὀσφραινηται
τῆς γῆς ἀποφέρειν πόρρω ἀπὸ τῆς ποδοστράβης : ἐὰν γὰρ ὀσφραίνηται νεωστὶ κεκινημένης , δυσωπεῖται : ταχὺ δὲ ποιεῖ τοῦτο
ἐκεῖνα δὲ προσακήκοα ἐκπλῆξαι ἱκανά . βοῦς ἐὰν βοᾷ καὶ ὀσφραίνηται , ὕειν ἀνάγκη . ἄδην δὲ βόες καὶ πέρα
6313684 ἰσοτονος
ἐντεθῇ εἰς τὴν μασχάλην , βρόχος ὁ καρχήσιος ἢ ἄλλος ἰσότονος περιτιθέσθω τῷ βραχίονι , καὶ αἱ τοῦ βρόχου ἀρχαὶ
[ καὶ ] πάλιν τοῦ πάσχοντος ὑπτίου ἐσχηματισμένου , βρόχος ἰσότονος περιτιθέσθω τῷ βραχίονι , οὗ αἱ ἀρχαὶ ἀναγέσθωσαν ὑπὲρ
6312120 φραττειν
, καὶ τὰ δρέπανα , ἵνα ᾖ τῆς ὕλης τέμνοντα φράττειν τὰ δεόμενα . Τὰ δὲ γένη τῶν κυνῶν διττά
καὶ σοφιστῶν θύρας καὶ σοφίᾳ πάσῃ τὴν οἰκίαν τὴν σεαυτοῦ φράττειν , ἐπεὶ δὲ ἔξωρος τούτων τυγχάνεις ὤν , τὸ
6307875 περιετιθεσαν
τῇ ἑορτῇ τοῦ Διονύσου φαλλοὺς δερματίνους ἐσχηματισμένους εἰς αἰδοῖα ἀνδρὸς περιετίθεσαν οἱ Ἕλληνες ἑαυτοῖς εἰς τιμὴν τοῦ θεοῦ . καί
: ἦν δὲ φαλλὸς δέρμα ἐσχηματισμένον εἰς αἰδοῖον , ὃ περιετίθεσαν οἱ Ἕλληνες ἑαυτοῖς εἰς τιμὴν τοῦ Διονύ - σου
6306432 κνησαι
. ἄκνηστις : ἡ ῥάχις : παρὰ τὸ μὴ δύνασθαι κνῆσαι αὐτήν τινα τῇ ἰδίᾳ χειρί . . . .
γινόμενον ἀλλήλων ἀγαπησμὸν οἷος ἦν . „ ἀδαξῆσαι : τὸ κνῆσαι , οὐκ ἐν τῷ ο ὀδαξῆσαι . ἀδώνια :
6305607 διμερη
, αὐξανομένου δὲ διΐστασθαι τὰ σπέρματαπάντα γάρ πως καὶ ταῦτα διμερῆ , τὰ δὲ δὴ χεδροπὰ φανερῶς πάντα δίθυρα καὶ
ὑπολαμβάνουσι περὶ τὸ ἄλογον μέρος γίγνεσθαι τῆς ψυχῆς , ἐπειδὴ διμερῆ πρὸς τὴν παροῦσαν θεωρίαν ὑπέθεντο τὴν ψυχήν , τὸ
6304325 κυβικων
ἔσται ʂ α : ὁ δὲ πολλαπλασιαζόμενος ἀριθμὸς ἔστω ἀριθμοστῶν κυβικῶν ὁσωνδήποτε : ἔστω δὴ ʂא η . ἐπὶ μὲν
αὐτῶν προσλαβὼν ἑκάτερον ποιῇ κύβον . Τάσσω τὸν αον ἐκ κυβικῶν ʂ : ἔστω δὴ η : τὸν βον ΔΥ
6300458 σκωρια
οὐκ ἄγαν βαρύς : εὐεργεῖ δὲ εἰς ὅσα καὶ ἡ σκωρία τοῦ σιδήρου . Λίθος νάξιος καὶ τὸ τῆς ναξίας
φ . Σής : ὁ σκώληξ . Σκώρ : ἡ σκωρία : οἱ δέ , τὸ κόπρον . Κρῖ :
6298352 ἐγκοιλα
προσήνεμα καὶ μετέωρα οὐκ ἐρυσιβᾷ ἢ ἧττον , ἀλλὰ τὰ ἔγκοιλα καὶ ἄπνοα : γίνεται δὲ ἡ ἐρυσίβη πανσελήνοις μάλιστα
πετρώδη , πέτρινα , ἄλιθα , ὀρεινά , βαθέα , ἔγκοιλα , τελματώδη , ὕφαμμα , ψαμμώδη , ἀπόκροτα ,
6295801 ὑαλῳ
κατὰ τὰς ἀρθρίτιδας : ἔστι δὲ παχὺς οὗτος ὅμοιός που ὑάλῳ κεχυμένῃ τῷ πάχει , χρονίζων δ ' ἐν τοῖς
πόρου : ὅθεν αἱ διεσπαρμέναι ἶνες ποιοῦσι τὸν ἀμφιβληστροειδῆ ὁμοίως ὑάλῳ κεχυμένον κατά τε χρῶμα καὶ σύστασιν . χρεία δὲ
6292319 συνοδευουσαν
οὖσαν ἐν τοῖς τροπικοῖς ἢ ἐν τοῖς ἐκλειπτικοῖς συνδέσμοις ἢ συνοδεύουσαν τῷ Ἡλίῳ . καὶ ἔτι ἐκεῖνο τὸ μέλος οὐ
Στωικοὶ ἔτι δὲ καὶ οἱ μαθηματικοὶ τὰς μὲν μηνιαίας * συνοδεύουσαν αὐτὴν τῷ ἡλίῳ καὶ περιλαμπομένην ποιεῖσθαι , τὰς δὲ
6290427 κεστρου
ἀγαρικοῦ , σκορδίου βοτάνης , παλιούρου σπέρματος , σαρξιφάγου , κέστρου , κυκλαμίνου ῥίζης ξηρᾶς , ἄγνου σπέρματος πεφρυγμένου ἀνὰ
Κελτικῆς ῥιζῶν ⋖ ζ , θλάσπεως σπέρματος ὀξυβάφου πλῆθος , κέστρου ῥιζῶν ⋖ ε ἢ Ϛ , δαφνοειδοῦς γ φύλλα
6288320 παραβαλλει
πολὺν πιὼν Εὐβοικὸν οἶνον . Ἀρχίλοχος τὸν Νάξιον τῷ νέκταρι παραβάλλει : ὃς καί πού φησιν : ἐν δορὶ μέν
οὖν ἐστι συμφυὴς ἡ τόλμα , ἔς τε τοὺς αἰγιαλοὺς παραβάλλει καὶ εὐθὺ τῶν κρημνῶν ἔρχεται , καὶ τὰς ῥοώδεις
6286411 ῥαιστηρα
, πυρὸς βέλος , ἄστεος ἄτην , δαλὸν ἐϋδμήτων μεγάρων ῥαιστῆρα φέροντες : ὣς τότε θαρσαλέως ἁλιεὺς στρατὸς ἐγκονέουσιν ἄφρακτον
ῥᾳδίως δονεῖσθαι . ῥαθάμιγγες σταγόνες . ῥαιστῆρα σφῦραν : “ ῥαιστῆρα κρατερήν . ” ῥάπτειν μεταφορικῶς μηχανᾶσθαι καὶ κατασκευάζειν .
6283392 τριπτη
φῦσαν δὲ οὐκ ἐμποιέει οὐδὲ ἐρυγγάνεται . Ἡ δὲ προφυρηθεῖσα τριπτὴ τρέφει μὲν ἧσσον , διαχωρέει δὲ , καὶ ἐμποιέει
θερμασίῃ , ἡ τοιαύτη μᾶζα διαπρήσσεται . Ἡ δὲ ξηρὴ τριπτὴ ξηραίνει μὲν οὐχ ὁμοίως διὰ τὸ πεπιλῆσθαι ἰσχυρῶς ,
6282483 ῥοιαν
δὲ τὸν καρπὸν τῶν μήλων λέγει , καθὰ καὶ Μίλων ῥοιὰν ἔχων ἠγωνίζετο . τὸ λυσσᾶν ἴδιον τῶν κυνῶν :
. λεʹ . ῥοιὰν πολὺν καρπὸν φέρειν . λϚʹ . ῥοιὰν ἀπὸ δένδρου λαβόντα εἰπεῖν , πόσους κόκκους ἔχει .
6278798 κωλυσουσιν
τι καὶ ὁρᾶν , τεταγμένοι τε εἰς ἑκατὸν δῆλον ὅτι κωλύσουσιν ἀλλήλους μάχεσθαι πλὴν πάνυ ὀλίγων . εἰ δὲ ὠθοῦντες
οὕτω οὐδὲ τοὺς καιροὺς , διότι βοηθήμασιν ἢ προσφοραῖς χρῆσθαι κωλύσουσιν ἡμᾶς πολλάκις , σκοποὺς φήσομεν εἶναι . κακῶς οὖν
6278074 κολοκυνθιδι
χολὴν παραπληϲίωϲ ἐλλεβόρῳ καὶ φυϲῶν ἐϲτι καταρρηκτικόν . Ἀγαρικὸν παραπληϲίαν κολοκυνθίδι τὴν δύναμιν ἔχει , βραδέωϲ μὲν ἐνεργοῦν , οὐ
δὲ χολώδης ᾖ , τῆς σκαμμωνίης τῷ ὀπῷ , ἢ κολοκυνθίδι τῇ ἀγρίῃ , κόψας , ἐπιχέας δύο κοτύλας ὕδατος
6273213 τρυπανον
ἐπεφύκει . τὸ φύσει γὰρ ἑκάστῳ , ὡς ἔοικε , τρύπανον πεφυκὸς εἰς τὸν σίδηρον δεῖ ἐπίστασθαι τιθέναι . Πάνυ
τοῦ κατὰ φύσιν , ἔπειτα ἠρέμα τῇ ἀρίδι στρεφέσθω τὸ τρύπανον , ἕως οὗ ἐγκοπέντος τοῦ ὀστέου στηριχθῇ ἡ ἀκμή
6273001 ἐϲωτατω
χρὴ δὲ ἐμφυϲᾶν , ἀλλὰ πτερῷ ἢ δακτύλῳ προϲτιθέναι ἕωϲ ἐϲωτάτω τῆϲ ῥινόϲ . πλεονάζοντοϲ δὲ πταρμοῦ ἐκ φαρμάκου παύειν
λάβῃ ἀνελόμενοϲ χρῶ , ἐλλύχνιον βάπτων καὶ ἐντιθεὶϲ ταῖϲ ῥιϲὶν ἐϲωτάτω . Ξηρίον πρὸϲ ὀζαίναϲ . ἐρείκηϲ καρποῦ ϲμύρνηϲ νίτρου
6270903 κυνηγοι
ὁραθέν . ἄκτιον : τὸν κυνηγόν : ἐπακτῆρες γὰρ οἱ κυνηγοί , ὥς φησιν Ὀππιανός : πολλαὶ γὰρ ἐπακτήρων ἀλεωραί
εἰς τὰ πρὸς δυσμὰς μέρη πολὺ διεστηκότες Αἰθίοπες ὑπάρχουσιν Ἐλεφαντομάχοι κυνηγοί . νεμόμενοι γὰρ δρυμώδεις καὶ πυκνοὺς τοῖς δένδρεσι τόπους
6267334 συμπαθησας
ὃς αὐτὸν πλήξας κατὰ τὸν ἀστράγαλον ἀπέκτεινε . Ζεὺς δὲ συμπαθήσας κατηστέρισεν αὐτόν . Φαέθων ὁ τοῦ Ἡλίου παῖς ,
δὲ . . ἐπινεύοντος πρόσωπον , διὰ γὰρ ἁπλότητα πολλὴν συμπαθήσας πρὸς τὰ λεγόμενα . . τα τῶν εὐνούχων εἶπεν
6258812 σιδηριτιν
? ψόγους , ὡς οὐδέν [ ] εἰμι ⋮ τὴν σιδηρῖτιν ? [ τέχνην , γύννις δ ' ἄναλκις ,
στίξω σε βελόναισιν τρισίν . ὄνος ἀκροᾷ σάλπιγγος ἀγκυρίσας ἔρρηξεν σιδηρῖτιν τέχνην σκευοφοριώτην νὴ τὸν Ποσειδῶ , κοὐδέποτέ γ '
6252456 διαθειν
δὲ ἢ διὰ τὸ ἀνάπαλιν τετάχθαι ἢ τὸ τὴν φωνὴν διαθεῖν μὲν τὰς βραχείας , ἀναπαύεσθαι δὲ καταντῶσαν ἐπὶ τὴν
Ἀρβήλοις μάχην Δαρεῖον καθῃρηκώς : ἔδει δὲ πανταχόσε τῆς ἀρχῆς διαθεῖν τοὺς γραμματοφόρους τὰ ἐπιτάγματα τοῦ Ἀλεξάνδρου κομίζοντας . ἐκ
6244498 κολλαται
ὑφαίνεται , ἤως συμπλέκεται , ἀφωμοίωται , ἢ ὑποκρύπτεται , κολλᾶται . ἡ δή : μύραινα . ἄγχι : γράφεται
ᾗ ἐπιτίθεται ἡ ματέρια , καὶ ἐν τῷ ζυμοῦσθαι οὐ κολλᾶται τῇ καρδόπῳ . ἐπειδὰν δὲ βληθῇ εἰς τὸν φοῦρνον
6242817 ἐρεγμος
πυξίδα , ὀξυκράτου ἐπιχυθέντος καὶ οὐχ ὕδατος , ὅ τε ἐρεγμὸς ἕψεται , καὶ ἡ σκαμμωνία ἱκανῶς ἑψήσεως ἔχει .
μὲν γὰρ τὰ πηδάλια οἷς δὲ οἱ δικασταὶ πεισθήσονται . ἐρεγμὸς δὲ καὶ κύαμος στάσεώς εἰσι σημαντικοί , ὃς μὲν
6234788 στερεοι
αὐτῷ , καὶ οἱ γραμμικοὶ καὶ οἱ ἐπίπεδοι καὶ οἱ στερεοί : τὸ μὲν γὰρ ἓν στιγμή , τὰ δὲ
. ἀντὶ τοῦ : μὴ παρείσαγε ἡμῖν θηλυδριώδη λόγον : στερεοί : νικητήριον : ἢ μὴ γενοίμαν : εἰς τῶν
6232064 φλυκταιναν
ἔλασσον ἔμπυον τοῦ φύματος γίνεσθαι , ἐπὶ δὲ τοῦ δέρματος φλύκταιναν ἀνίστασθαι ὁμοίαν τοῖς πυρικαύτοις . προστίθησι δ ' ὅτι
Ξενοφῶν . φασὶ δ ' ἀνωτάτω μὲν ἐπικεῖσθαι τῷ ἕλκει φλύκταιναν μέλαιναν ὡς τὸ πολύ , ἧς ἐκραγείσης τὸ ὑποκάτω
6231706 φανταστικῃ
ἢ ἀντιμαρτυρουμένου κατά τινα κίνησιν ἐν ἡμῖν αὐτοῖς συνημμένην τῇ φανταστικῇ ἐπιβολῇ , διάληψιν δὲ ἔχουσαν , καθ ' ἣν
καὶ ἄλλην τινὰ κίνησιν ἐν ἡμῖν αὐτοῖς συνημμένην μὲν τῇ φανταστικῇ ἐπιβολῇ , διάληψιν δὲ ἔχουσαν : κατὰ δὲ ταύτην
6231176 μετοικιζεται
ὡς ἐκ Τίρυνθος ἔφευγεν Εὐρυσθέα , παρὰ Κήυκα φίλον ὄντα μετοικίζεται βασιλεύοντα Τραχῖνος . ἐπεὶ δὲ ἀπελθόντος ἐξ ἀνθρώπων Ἡρακλέους
τὸ βούκερων ἄγαλμα τὸ Αἰγύπτιον , ἀφεῖσα τὴν Μέμφιν δεῦρο μετοικίζεται κινήσασα μὲν ὀνείρασι Σέλευκον τὸν ἀπὸ τοῦ Σελεύκου τέταρτον
6227959 ἀπηχησιν
Ἑλληνικῶς ἐλάλουν , ἀλλ ' οὖν γε τὴν πάτριον ἔσῳζον ἀπήχησιν τῆς φωνῆς : ὡς Σοφοκλῆς Ἑλένης ἀπαιτήσει [ .
τῇ σκηνῇ βροντεῖον καλούμενον , οὗ ὁ κτύπος εἰς βροντῆς ἀπήχησιν ἐσχηματίζετο : ἦν δὲ ἀμφορεὺς ἢ λέβης χαλκοῦς ψηφίδας
6221623 ἁμμου
Ἐχινάσι νήσοις . ἐκδέχονται δὲ ταύτην τὴν παράλιον ἀέριοι θῖνες ἅμμου κατά τε τὸ μῆκος καὶ τὸ πλάτος , μέλανες
καὶ φαγεδαίνας καὶ τὰ ἕλκη τὰ σαπρὰ μετὰ γάλακτος καὶ ἅμμου καταπλασσομένη . ἡ δὲ ῥίζα αὐτῆς ὀπτὴ ἐσθιομένη ἔφηλιν
6220179 συμπλεκονται
μάλιστα συνεωράκασιν οὗτοι , καὶ τῶν ἄλλων μὴ εἰδότων οἷς συμπλέκονται , αὐτοὶ ἀνδρεῖοι δοκοῦσιν . ἐκ γὰρ τῆς ἐμπειρίας
εἰς ἐκεῖνον τὸ πᾶν ἔγκλημα . Μαρκελλίνου . Ἔστιν ὅτε συμπλέκονται ἀλλήλαις αἱ ἀντιθετικαί : καὶ εὑρίσκεται ἐν ἀντεγκλήμασι καὶ
6215343 σμινυοιο
σειρὴν [ μάσσον ' , ἐπεὶ σκυτάλης μὲν ] ὅσον σμινύοιο τέτυκται [ στειλειὸν πάχετος , τῆς ] δ '
* πάσσον ' : παχεῖαν παχυτέραν * ὅσον : ὀλίγον σμινύοιο : σιδήριόν τι κατὰ μὲν τὸ ἕτερον δικέλλης ὀδόντι
6212985 Συριακος
πνεῖν εἰ μὴ πρὸς ὀλίγον : ὁ δὲ Μηδιακὸς καὶ Συριακὸς τῇ δυνάμει εἰσὶν ἀσθενέστεροι καὶ βρωμωδεστέραν ἔχουσι τὴν ὀσμήν
Ἐπέχει δὲ κοιλίαν ῥέουσαν καὶ σίδια ῥοιᾶς , καὶ ῥοῦς Συριακὸς ὁμοῦ κοπέντα , καὶ διὰ στόματος δοθέντα . Λουτέον
6212805 στρογγυλωτερα
καὶ παρὰ λίμναις , ἔχον φύλλα παραπλήσια τῷ προειρημένῳ , στρογγυλώτερα δέ , καρπὸν στρογγύλον , ἀποκρεμάμενον ὡς ἀκροχορδόνας .
: φέρειν δὲ σῦκα ἐρυθρὰ ἡλίκα ἐλαία τὸ μέγεθος , στρογγυλώτερα δέ , εἶναι δὲ τὴν γεῦσιν μεσπιλώδη . περὶ

Back