Μίθαικον λέγων : Θεαρίων ὁ ἀρτοκόπος καὶ Μίθαικος ὁ τὴν ὀψοποιίαν συγγεγραφὼς τὴν Σικελικὴν καὶ Σάραμβος ὁ κάπηλος : οὗτοι | ||
. ἐπειδὴ δὲ καὶ Μιθαίκῳ προσεικάζεις ἡμᾶς τῷ τὴν Σικελικὴν ὀψοποιίαν συγγεγραφότι , εἰκὸς μέν σέ γ ' ἄμεινον ἡμῶν |
ἀρτοκόπος καὶ Μίθαικος ὁ τὴν ὀψοποιίαν συγγεγραφὼς τὴν Σικελικὴν καὶ Σάραμβος ὁ κάπηλος : οὗτοι θαυμάσιοι γεγόνασι σωμάτων θεραπευταί , | ||
πού σοι Μίθαικος ὁ τὴν Σικελικὴν ὀψοποιίαν συγγεγραφὼς , ἢ Σάραμβος ὁ κάπηλοςνῦν γὰρ ἀνεμνήσθην τοὔνομα ταῦτα συγγράψασθαι δοκεῖ ; |
, ὡς τὸ σεῦτλον σευτλίον , μαλάχη μαλάχιον , [ ἀρτοκόπος ἀρτοκόπιον ξίφος ] . τὰ μονόπτωτα δὲ ὀνόματα καὶ | ||
παρατρέφεσθαι συντρέφεσθαι ἀποτρέφεσθαι ὑποτρέφεσθαι . ἀπὸ δ ' ἄρτου ἀρτοποιός ἀρτοκόπος , κανοῦν ἀρτοφόρον , ἀρτοσιτεῖν . ἄρτοι ζυμῆτες ζυμῖται |
οὐ Κρητικήν , οὐδὲ Δωρικήν , οὐδὲ Πελοποννησίαν , οὐδὲ Σικελικήν , οὐδὲ , μὰ Δί ' , Ἀττικήν : | ||
Συρακούσης καὶ Ξιφωνίας μεταξύ . Ἄλλως : Θρινακίην ἀντὶ τοῦ Σικελικήν . Τρινακρία γὰρ ἡ Σικελία διὰ τὸ τρεῖς ἄκρας |
θεραπευταὶ ἔλεγές μοι πάνυ σπουδάζων , Θεαρίων ὁ ἀρτοκόπος καὶ Μίθαικος ὁ τὴν ὀψοποιίαν συγγεγραφὼς τὴν Σικελικὴν καὶ Σάραμβος ὁ | ||
αι διφθόγγου γράφονται : οἷον , Φάλαικος : Πάταικος : Μίθαικος ὄνομα κύριον : μόνον τὸ ἀλώπεκος σεσημείωται διὰ τοῦ |
τοῦ τοιούτου . πλὴν ἀλλὰ μὴ ἄκριτόν γε , ὦ θαυμάσιοι , μηδὲ πρὸ δίκης ἀποκτείνητέ με . ὑμέτερον γοῦν | ||
ἐπὶ τοῦ προσφωνουμένου ἔπαινον , λέγων ὅτι τά τε ἄλλα θαυμάσιοι οἱ βασιλεῖς καὶ ἐν ταῖς τῶν ἀρχόντων αἱρέσεσιν : |
θαλάσσης μικροὶ μέν εἰσι τὸ μέγεθος , μεγίστων δὲ παθημάτων θεραπευταί . καυθέντες γὰρ καὶ ποθέντες δυσεντερικοὺς ὠφελοῦσι τοὺς μήπω | ||
τὰ γυμναστικὰ ἐμοῦ ἐρωτῶντος οἵτινες ἀγαθοὶ γεγόνασιν ἢ εἰσὶν σωμάτων θεραπευταί , ἔλεγές μοι πάνυ σπουδάζων , Θεαρίων ὁ ἀρτοκόπος |
καὶ πρὸς τὸ ἐκτὸς διαπλούμενον . Περὶ δέ γε φθίνουσαν ὀπώραν τέθηλε μὲν γεωργῇ πάγκαρπον τὸ δωμάτιον , ὑπερβλύζει δὲ | ||
καὶ Λυσίας ἐν τῷ Πρὸς Ξενοφῶντα : συγκομίσας δ ' ὀπώραν καὶ ἀποδόμενος τὸν ἀγρόν . συηνία καὶ ὑηνία : |
πολλὰ χαίρειν βούλομαι . } Κἀγὼ τάδ ' αὐτὰ βούλομαι Φιλιστίων προσεννέπειν , Μένανδρε , τὴν ἴσην χάριν . } | ||
δεῖται δὲ σοῦ καὶ Σπεύσιππος : ὑπέσχετο δέ μοι καὶ Φιλιστίων , εἰ σὺ ἀφείης αὐτόν , ἥξειν προθύμως Ἀθήναζε |
φορέσαι , πρώτην δὲ καὶ ἀναξυρίδας καὶ τὴν τῶν εὐνούχων ὑπουργίαν εὑρεῖν καὶ διὰ βίβλων τὰς ἀποκρίσεις ποιεῖσθαι . πολλὰ | ||
σὺν τοῖς αὐτοῦ παραδοὺς ἄρχουσί τε καὶ στρατιώταις εἴς τε ὑπουργίαν καὶ φυλακὴν ἐκέλευσε σχολῇ καὶ βάδην ἰέναι καθ ' |
κτανέτην ἰσονόμους τ ' Ἀθήνας ἐποιησάτην . Ἀδμήτου λόγον ὦ ἑταῖρε μαθὼν τοὺς ἀγαθοὺς φίλει , τῶν δειλῶν δ ' | ||
κυκλεῖς ἄνω καὶ κάτω ; καλῶς γε ποιῶν , ὦ ἑταῖρε , τὸ σὸν δὴ τοῦτο , καὶ τἀληθῆ λέγων |
ἔφη , καὶ : νήπιοι , οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος ἤσθιον , ἀντὶ τοῦ κατήσθιον . Τὴν ἄρσιν τοῦ ι | ||
πιέσματι σύρει τριήρους ἐμβολὰς μιμουμένη , δείπνου πρόδρομον ἄριστον . ἤσθιον δὲ καὶ ταγηνιστὰς σηπίας . Νικόστρατος ἢ Φιλέταιρος ἐν |
πολὺ χρῆμ ' εἰς ἡδονὴν ἠταλλαβεῖν . οὐ γάρ τινες παροψίδες εἴς ' , ἀντιβολῶ σε ; ἁλιευόμενός ποτ ' | ||
τυρὸς οὐδ ' ἐλαῶν γένη οὐδὲ παρέχουσαι κνῖσαν ἡμῖν πλείονα παροψίδες καὶ λῆρος , ἀλλὰ παρετέθη ὑπερηφάνως ὄζουσα τῶν Ὡρῶν |
παρέρχεται λαμπρῶς , ἐνδόξως . Τοι : καί σοι . ἔραμαι : ἐπιθυμῶ . ἀεῖσαι : τραγῳδῆσαι . Καλλιόπη : | ||
ὁ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τοῦ ἄγαμαι , δύναμαι , ἔραμαι . . Ἔστιν ἃ καὶ διάθεσιν σημαίνει ἐνεργητικήν , |
. τὸ δὲ δρᾶμα τῶν πάνυ δυνατῶς πεποιημένων . τὴν κωμῳδίαν καθῆκε κατὰ Σωκράτους ὡς τοιαῦτα νομίζοντος καὶ Νεφέλας καὶ | ||
αὐτοὺς διὰ τῆς κωμῳδίας ἐβούλετο , οὔκουν ἀνεῖλε παντάπασι τὴν κωμῳδίαν : ὑπομνήματα δὲ τοῖς μετὰ ταῦτα γενησομένοις ἢ τοῖς |
ὀρχουμένου παιδὸς καὶ κιθαρίζοντος καὶ τῆς κυβιστώσης ἀπρεπῶς τὸ μύρον ἀπείπατο ; οὐδεὶς ἂν αὐτοῦ ἀγελαστὶ ἠνέσχετο . Κριτόβουλος δὲ | ||
ἐγκρατὴς ἐγένετο . Ὅτι Θετταλὸς ὁ Πεισιστράτου υἱὸς σοφὸς ὑπάρχων ἀπείπατο τὴν τυραννίδα , καὶ τὴν ἰσότητα ζηλώσας μεγάλης ἀποδοχῆς |
ὅταν δὲ βασιλεὺς πότον ποιῆται , ποιεῖται δὲ πολλάκις , συμπόται αὐτῷ εἰσιν ὡς μάλιστα δώδεκα . καὶ ὅταν δειπνήσωσιν | ||
οἱ δὲ συγκληθέντες δαιτυμόνες δαιταλεῖς , ἐπίκλητοι σύγκλητοι κλητοί , συμπόται , σύνδειπνοι . ἄκλητοι , οὓς ἀνεπαγγέλτους Κρατῖνος καλεῖ |
νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥ τις ἀϊόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . | ||
ὕμνων νεωτέρων αἴνει : Ὅμηρος : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . ἄλλως |
ξυνεβάλλετο τὸ ἐξ Ἀρκαδίας εἶναι τὸν σφαττόμενον ; οὐδὲ γὰρ σοφώτατοι τῶν Ἑλλήνων Ἀρκάδες , ἵν ' ἑτέρου τι ἀνθρώπου | ||
Θάλλος καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Πολυίστωρ , ἔτι δὲ καὶ οἱ σοφώτατοι Φίλων τε καὶ Ἰώσηπος οἱ τὰ κατὰ Ἰουδαίους ἱστορήσαντες |
ἢ εἰσὶν σωμάτων θεραπευταί , ἔλεγές μοι πάνυ σπουδάζων , Θεαρίων ὁ ἀρτοκόπος καὶ Μίθαικος ὁ τὴν ὀψοποιίαν συγγεγραφὼς τὴν | ||
μορφὴν κριβάνοις ἠλλαγμένους , μίμημα χειρὸς Ἀττικῆς , οὓς δημόταις Θεαρίων ἔδειξεν . ἐν χύτρᾳ δέ μοι ὅπως ὕδωρ ἕψοντα |
λύπην μεταβληθῆναι εἰς ὄρνιν : καὶ ἡ μὲν Πρόκνη εἰς ἀηδόνα μετεβλήθη ὡς καὶ ἡ Φιλομήλα εἰς χελιδόνα : πρὸς | ||
εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ κίτταν , οὐκ ἀηδόνα , οὐ τρυγόνα , οὐ τέττιγα . ἤσθιον δι |
δ ' ἔγωγε πάντ ' ἂν ὑπομεῖναι δοκῶ ἢ τοῦτο τίτθην ἐν συνοικίαι τινὶ [ βούλομαι ] [ λάβοις ] | ||
ἐὰν δὲ κινήσηι μόνον τὴν Μυρτίλην ταύτην τις , ἣν τίτθην καλεῖ , πέρας ποεῖ λαλιᾶς . τὸ Δωδωναῖον ἄν |
Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ ' ἔπαθες . Τῶνδε δι ' ἀνθρώπων | ||
ἐρώμενον ποιῆσαι . ἐπιθυμῶ δέ σοι , ἔφη , ὦ Καλλία , καὶ μυθολογῆσαι ὡς οὐ μόνον ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ |
ἀνθρώπουϲ ὁμοιότητα . τὰ δὲ βόεα κρέα τροφὴν μὲν αὐτὰ δίδωϲιν οὔτε ὀλίγην οὔτ ' εὐδιαφόρητον , αἷμα μέντοι παχύτερον | ||
οὐκ ἐν ἀκμῇ , ἀλλ ' ἐν ἀνέϲει τοῦ πυρετοῦ δίδωϲιν Ἱπποκράτηϲ τὴν τροφήν . τί γάρ φηϲιν ; “ |
] ναί , φησι , πάππα , βούλομαι [ ] ἤκους ⌊ ' : ἃ ⌋ δ ? ' ἤκουσα | ||
Κασσάνδραν βίαι . κοὐ δείν ' Ἀχαιῶν ἔπαθεν οὐδ ' ἤκους ' ὕπο . καὶ μὴν ἔπερσάν γ ' Ἴλιον |
ἅς , ὁπότ ' ἐν Λήμνῳ , κενεαυχέες ἠγοράασθε , ἔσθοντες κρέα πολλὰ βοῶν ὀρθοκραιράων , πίνοντες κρητῆρας ἐυστεφέας οἴνοιο | ||
κηφήνεσσι κοθούροις ἵκελος ὁρμήν , οἵτε μελισσάων κάματον τρύχουσιν ἀεργοὶ ἔσθοντες . ὡσανεὶ ἔφη τὸν γόνον τῶν μελισσῶν . τὸν |
αὐλοῦντας μίμησαι , τράνωσόν σου τὴν τέχνην . ὡς δὲ παρέδυ μιμητὴς δῆθεν τῶν αὐλημάτων , κλείει τὸν ταῦρον Φάλαρις | ||
τὴν ἀπαιδευσίαν διακαθαίρουσα οὐ χθές τε καὶ πρῴην ὡς φασὶ παρέδυ οὐδὲ οἱ πρότεροι τοῦ θειοτάτου τῶν ἐν ἡμῖνφημὶ δὴ |
τῶν ὑπηρετῶν οὐδ ' ἡ λίαν πενία . ταῦτα ὁ ληρῶν ἐγὼ παρὰ τῶν ἐξεπισταμένων ἀκούσας καὶ μέμνημαι καὶ δεινὰ | ||
ἀθλίων καὶ δυστυχούντων κτήματα . ταῦτα δὲ οὐκ ἄλλως ἔγωγε ληρῶν εἶπον , ἀλλ ' ὅτι τῶν τοιούτων , ὑπὲρ |
μαθηταί : νῦν δ ' ἂν νοῦν ἔχητε , ἔσεσθε συμμαθηταί „ . Ὁ αὐτὸς Διονυσίου λυπουμένου , ὅτι θνητός | ||
εἶεν ἂν συμφοιτηταί , ὡς Πλάτων ἔφη , συνερασταί , συμμαθηταί , σύννομοι , σύντροφοι , ἑταῖροι . καὶ τὰ |
δὲ τοῦ ἐνεστῶτος μόνων τῶν Ἑλλήνων τὸ λεγόμενον καλῶ . κατεσκέδασε τὴν ἀμίδα Ἀττικοί , κατέχεεν Ἕλληνες . καρυκεία Ἀττικοί | ||
οὐδὲ λέγεσθαι πρέπουσαν ἀκαθαρσίαν κατὰ τῆς ἱερᾶς ἐσθῆτος τοῦ πρεσβευτοῦ κατεσκέδασε . Γέλωτος δὲ καταρραγέντος ἐξ ὅλου τοῦ θεάτρου καὶ |
παιδίας καὶ νηπιότητος χάριν , ἔτι δ ' αὖ τοῖς διδάσκουσιν καὶ ὁτιοῦν καὶ μαθήμασιν ὡς ἐλεύθερον : ὡς δ | ||
τὰς ἀρχάς . Εὐθέως τοίνυν ὡς πρῶτόν τι καὶ στοιχειωδέστατον διδάσκουσιν ἡμᾶς ὅτι σῶμα μέν ἐστι τὸ τὰς τρεῖς ἔχον |
ἐναντίας καὶ ἀντετάξω . Γ θύννεια θερμὰ ] θύννων ἰχθύων τεμάχη . κασαλβάσω : κασαλβάδες ἑταῖραί εἰσιν , αἱ ἀεὶ | ||
ἄνδρες πάλαι ὀψοφάγοι τοιοῦτοί τινες οἷοι καταβροχθίζειν ἐν ἀγορᾷ τὰ τεμάχη , ὁρῶντες ἐξέθνῃσκον ἐπὶ τῷ πράγματι ἔφερόν τε δεινῶς |
τοῖς λόγοις ποίησον αὐτοὺς , εἰ κατὰ τὸν ἀληθῆ λόγον ἐκφεύγομεν τὸ ὄνειδος τῶν Βοιωτῶν καὶ τὴν παροιμίαν τὴν λεγομένην | ||
, τὸ στοχάζεσθαι καὶ προσομιλεῖν τὰς φύσεις τηροῦντα , οὐκ ἐκφεύγομεν τὰς αἰτίας , πάντες ἐροῦσιν οἱ ῥήτορες . εἰ |
υἱοῖς ἀναλίσκουσι τὰ μὴ νενομισμένα : ἀρνῶν ἠδ ' ἐρίφων ἐπιδήμιοι ἁρπακτῆρες . Φιλόχορος δὲ ἱστορεῖ καὶ κεκωλῦσθαι Ἀθήνησιν ἀπέκτου | ||
τ ' ὀρχησταί τε χοροιτυπίῃσιν ἄριστοι ἀρνῶν ἠδ ' ἐρίφων ἐπιδήμιοι ἁρπακτῆρες . οὐκ ἂν δή μοι ἄμαξαν ἐφοπλίσσαιτε τάχιστα |
' αὐτῶν εὐφραίνεται , οὐδὲ τοῦτο οὕτως ἔχει , ὦ Σιμωνίδη , ἀλλ ' ὥσπερ οἱ ἀθληταὶ οὐχ ὅταν ἰδιωτῶν | ||
ἐγώ , εἰ οὖν τις αὐτὸν ἤρετο : “ Ὦ Σιμωνίδη , ἡ τίσιν οὖν τί ἀποδιδοῦσα ὀφειλόμενον καὶ προσῆκον |
' ἐνῆν τἀκεῖ γὰρ ἐν ταύτῃ καλά , ἰχθῦς , ἔριφοι , διέτρεχε τούτων σκορπίος , ὑπέφαινεν ᾠῶν ἡμίτομα τοὺς | ||
δὲ ἐχομένη ἡλικία , χίμαροι , τὰ δὲ νεώτατα , ἔριφοι : ὁ δὲ Ποιητὴς ἐν Ὀδυσσείᾳ τὰ μὲν τέλεια |
ἑκὼν ψευδόμενος ἐπὶ συμφέροντι , ὥσπερ ἐπὶ τῶν ψευσαμένων τὸ Φοινίκιον ψεῦσμα καὶ εἰπόντων ὅτι αὐτόχθονες ὑπάρχουσιν οἱ πολῖται , | ||
, ᾧ συνάπτει τὸ Αἰγύπτιον , μεθ ' ὃ τὸ Φοινίκιον , εἶτ ' ἤδη ἐπὶ τὰς ἄρκτους παρεγκλίνει τὴν |
προσομιλεῖν τοῖς ἀνθρώποις . καλῶ δὲ αὐτοῦ ἐγὼ τὸ κεφάλαιον κολακείαν . ταύτης μοι δοκεῖ τῆς ἐπιτηδεύσεως πολλὰ μὲν καὶ | ||
ἢ ὁ ὀψοποιὸς , λιμῷ ἂν ἀποθανεῖν τὸν ἰατρόν . κολακείαν μὲν οὖν αὐτὸ καλῶ καὶ αἰσχρόν φημι εἶναι τὸ |
μέλους καὶ πάντα τρόπον λωβησάμενοι τὴν ἀρχαίαν μουσικήντίς γὰρ αὐτῶν ᾠδὴν τέλειον ἢ γενναῖον ῥυθμὸν οἷός τε εἰπεῖν ; ἀλλὰ | ||
ἐκ μὲν ἀνθρώπων εἰς ὄρνιθας , ἐκ δὲ ᾠδῆς εἰς ᾠδὴν ἄλλην μετέβαλον ; . . . [ [ Ἔπειτα |
κατὰ τὴν γένεσιν . , ἐκ πολλοῦ γεγεννημένε . ⌈ παλαιγενὲς : [ παλαιογενὲς : ] οὐκ ἐπὶ σεμνῆς προσηγορίας | ||
καὶ ἀθανάτοισι μεγίσστοις ? [ ] Ἀρσινόα Πτολεμαῒ [ ] παλαιγενὲς οὔνομα [ ! ! ! ! ! ] ! |
. καὶ Ἡσίοδος : νῦν δ ' αἶνον βασιλεῦσιν ἐρῶ φρονέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἵρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον | ||
ὑπερευθὴς ἐντρέφεται , μῆτιν δὲ πανείκελον ἐντύνονται . Τοίοις μὲν φρονέουσι νοήμασιν : ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὄλλυνται πυκινῇσιν ἐπιφροσύναις ἁλιήων |
ὧν προεγράψαμεν , ὀνόματι Ὠσηέ : ” Τίς σοφὸς καὶ συνήσει ταῦτα , συνετὸς καὶ γνώσεται ; ὅτι εὐθεῖαι αἱ | ||
σε ἀκριβῶς ἐπίστασθαι ᾧ τρόπῳ εἰρήκασιν . ταῦτα δὲ πάντα συνήσει πᾶς ὁ ζητῶν τὴν σοφίαν τοῦ θεοῦ καὶ εὐαρεστῶν |
Δεῦρο δὴ πάλιν , ἦν δ ' ἐγώ , ὦ ἄριστε . ἐπιστήμην πότερον δύναμίν τινα φῂς εἶναι αὐτήν , | ||
. Καὶ μὲν δὴ ταύτην γε τὴν ἀπόκρισιν , ὦ ἄριστε , οὐ μόνον οὐκ ἀποδέξεται , ἀλλὰ πάνυ με |
. πάντα ὅϲα κακόχυμα μέν ἐϲτιν , ὑγρὰ δὲ καὶ ὀλιϲθηρὰ καὶ ὑπιέναι ῥᾳδίωϲ δυνάμενα ἐϲθίεϲθαι πρότερα χρὴ τῶν ἄλλων | ||
ὡϲ ῥυμφάνειν μᾶλλον ἢ μαϲᾶϲθαι . κἢν ϲτερεὰ ἔῃ , ὀλιϲθηρὰ ἔϲεϲθαι γιγνέϲθω : ὠὰ μὴ κάρτα ξυνεϲτῶτα , μηδ |
] μικράν ὠδῖνα ] ᾠά , ἐν οἷς ἐγκυμονοῦνται οἱ ὀρτάλιχοι , τὰ τῶν ἀλεκτορίδων ἔκγονα ὠδῖνα ] κύησιν , | ||
λεύκιππος ἀνατρέχοι ἐς Διὸς Ἀώς , οὔθ ' ὁπόκ ' ὀρτάλιχοι μινυροὶ ποτὶ κοῖτον ὁρῷεν , σεισαμένας πτερὰ ματρὸς ἐπ |
γυναῖκα τὴν ὄψιν καλήν , Φοινικίδης δὲ Ταυρέᾳ δι ' ἔγχελυν . Τροφαλίδας τε λινοσάρκους , μανθάνεις ; τυρὸν λέγω | ||
γυναῖκα τὴν ὄψιν καλήν , Φοινικίδης δὲ Ταυρέᾳ δι ' ἔγχελυν . τροφαλίδας τε λινοσάρκους , μανθάνεις ; τυρὸν λέγω |
ἐν ᾗ παριόντες ἑκάστῳ τῶν θεῶν οἷον τιμὴν ἐπετέλουν τὴν ῥαψῳδίαν . ταῦτ ' εἶπεν ὁ Κλέαρχος . εἰ δ | ||
Ἰσχυρῶς Ὅμηρον ἐθαύμαζεν Ἀλκιβιάδης , καί ποτε διδασκαλείῳ παίδων προσελθὼν ῥαψῳδίαν Ἰλιάδος ᾔτει . τοῦ δὲ διδασκάλου μηδὲν ἔχειν Ὁμήρου |
ἐνταῦθα τὸ ἠσθένει ψιλὸν ἦν ὄνομα . διὰ τοῦτο αὐτῷ παρετέθη καὶ ἰσοδυναμοῦν , ἵνα ἐκφύγῃ τὴν εὐτέλειαν , ἐπειδὴ | ||
οὐχ ἡδύ ; ἐμοὶ μὲν μετὰ τὸ πλουτεῖν δεύτερον . παρετέθη τρίπους πλακοῦντα χρηστόν , ὦ πολυτίμητοι θεοί , ἔχων |
διὰ τοῦτο πείσθητέ μοι , καὶ τοὺς ἵππους , ἐπειδὰν ἀργυρίων δέησθε καὶ πόρος ἄλλοθεν μὴ ᾖ , ἀπόδοσθε , | ||
καὶ γάρ σε μαθητείης πόθος ἔσχεν , πολλῶν δ ' ἀργυρίων ὀλίγην ἠλλάξαο βίβλον , ἔνθεν ἀπαρχόμενος τιμαιογραφεῖν ἐδιδάχθης . |
. ζωμὸς μέλας ἐγένετο πρώτῳ Λαμπρίᾳ . ἀλλᾶντας Ἀφθόνητος , Εὔθυνος φακῆν , ἀπὸ συμβολῶν συνάγουσιν ἀρίστων πόρους . οὗτοι | ||
Εὐρυμέδων , Ἀρκέας , Κλειναγόρας , Ἄρχιππος , Ζώπυρος , Εὔθυνος , Δικαίαρχος , φιλωνίδης , Φροντίδας , Λῦσις , |
δὲ ὁ Ἀριστόξενος τὴν μὲν ἱλαρῳδίαν σεμνὴν οὖσαν παρὰ τὴν τραγῳδίαν εἶναι , τὴν δὲ μαγῳδίαν παρὰ τὴν κωμῳδίαν . | ||
ἐν ἀγρῷ φυλάσσων σταφυλάς , καί οἱ Διόνυσον ἐπιστάντα κελεῦσαι τραγῳδίαν ποιεῖν : ὡς δὲ ἦν ἡμέρα πείθεσθαι γὰρ ἐθέλεινῥᾷστα |
αὐτῷ μνηστευομένων τὴν θυγατέρα δώσειν ἔφη τῷ τὰς Ἰφίκλου βόας κομίσαντι αὐτῷ . αὗται δὲ ἦσαν ἐν Φυλάκῃ , καὶ | ||
ῥοπὴ καὶ τὸ ὅλον : ὥσπερ οὖν ἀγωνιζόμενός ἐστι τῷ κομίσαντι τὴν ἀντίθεσιν . τίς οὖν ἡ πρόφασις ; εἴωθεν |
, ὡς αὐτοὶ σοφοί . Χαἱ Προκλέους ἵπποι χλωρὰν ψαλάκανθαν ἔδουσιν . Ἐγὼ κεχόρτασμαι μέν , ἄνδρες , οὐ κακῶς | ||
μαστῷ , λευκότερ ' αἰθερίας χιόνος . θεοὶ εἴπερ ἔδουσιν ἔδουσιν ἄλφιτα , ἐκεῖθεν ἰὼν Ἑρμῆς αὐτοῖς ἀγοράζει . ἔστι |
χρῶ ἢ ϲτυπτηρίᾳ ὑγρᾷ μετ ' ἐλαίου . ὠφελοῦνται δὲ πίνοντεϲ ϲκορόδου λείου ⋖ β μετὰ ὀριγάνου λείου ⋖ α | ||
δὲ οἱ δηχθέντιϲ εὐθέωϲ αὐτὴν τὴν μυγαλῆν ἐν οἴνῳ τετριμμένην πίνοντεϲ ἢ πράϲιον ἢ εὔζωμον ἢ κνῆκον ἥμερον ἢ ϲιϲύμβριον |
ὁ τόπος , ἐν ᾧ Ἀθηνᾶ καὶ Ποσειδῶν ἐκρίθησαν . Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις : Ἔνθα Διὸς μεγάλου θῶκοι πεσσοί τε καλοῦνται | ||
ὁ Συρακόσιος ἔν τινι τῶν δραμάτων ἐπ ' ὀλίγον καὶ Κρατῖνος ὁ τῆς ἀρχαίας κωμῳδίας ποιητὴς ἐν Εὐνείδαις , καὶ |
τε Σαρωνικὴ συρομένη ἐστὶ πρὸς ἀνατολάς . Καὶ ταύτην τὴν Κορινθίαν Σαρωνίδα καλοῦσιν , ὡς μὲν Εὐφορίων φησὶν , ἐπειδὴ | ||
τῶν ζωγρηθέντων πάντων , καὶ ὅτι λαβόντες δύο τριήρεις , Κορινθίαν καὶ Ἀνδρίαν , τοὺς ἄνδρας ἐξ αὐτῶν πάντας κατακρημνίσειαν |
ἐγένετο Παλαμήδης : ὡς τεχνικὸν οὖν τὸν Ζήνωνα παρέβαλε τῷ Παλαμήδῃ . Ὃ λέγει οὖν τοῦτο ἔστιν : ὡς ἔοικε | ||
, καὶ τὴν θήκην κολεόν . καὶ Εὐριπίδης μὲν ἐν Παλαμήδῃ λέγει κώπην χρυσόκολλον , Μένανδρος δὲ ἐν Ἁλιεῦσι καὶ |
πινόμενα λέγει ὁ ποιητής : τοῖσι δὲ τεῦχε κυκεῶ ἐυπλόκαμος Ἑκαμήδη . . . ἣ σφῶιν πρῶτον μὲν ἐπιπροίηλε τράπεζαν | ||
ὁ ποιητὴς ἐν τῷ : τοῖσι δὲ τεῦχε κυκεῶ ἐυπλόκαμος Ἑκαμήδη καὶ τὰ ἑξῆς . τὸ δέ : ἄλλος μὲν |
εἰ γάλα λαγοῦ εἶχον μὰ τὴν γῆν καὶ ταὧς , κατήσθιον . Καὶ τί δεῖ λέγειν ἔθ ' ἡμᾶς τοὺς | ||
εἰ τῷ ξένῳν [ ] ἐντύχοιεν ἀπάγοντες εἰς τὰ οἰκεῖα κατήσθιον . Ζεὺς δὲ μισήσας αὐτοὺς ἀπέστειλεν Ἑρμῆν , ὅπως |
αὖ ἐν μεγάλῳ κινδύνῳ ἡγοῦντο εἶναι , καὶ πολλὴν ἔφασαν σιωπήν τε καὶ ταπεινότητα ἐν τῷ στρατεύματι εἶναι αὐτῶν . | ||
δι ' ὀξύτητα καὶ συντονίαν , κάμνει δὲ καὶ διὰ σιωπήν , οἷον ἐπιλανθανομένη τῶν ἰδίων ἔργων , χρήσιμος ἐπὶ |
κοιμώμενος οὐδεὶς οὐδενὸς ἄξιος : “ εἶναί τε ἥδιον τῶν ἀκουσμάτων τὴν ἀλήθειαν : οἱ δὲ τὸ λέγειν τἀληθῆ . | ||
οὔτε ὄψις τῶν ἡδίστων θεαμάτων οὔτε ἀκοὴ τῶν τερπνῶν ἀποστήσεται ἀκουσμάτων , οὔτε λόγος ἡδὺς τῆς ὁρμῆς ἀνακοπήσεται , μέχρις |
σταφυλῇσι δαμάσσῃ , οἳ δ ' ἄρ ' ἀποπνείουσι πάρος γεύσασθαι ὀπώρης : ὣς τοὺς αἶψ ' ἐδάμασσε πρὶν ἔντεα | ||
ἁλμυρῶν σφόδρα , μήτε τῶν ὅσα ἐξαλλάσσει τὴν γεῦσιν βεβρωκότα γεύσασθαι , ἀλλ ' ὡς μάλιστα ὀλιγοσιτήσαντα καὶ εὔπεπτον ὄντα |
ἀρούρας : πόαν μὲν γὰρ ἐσθίειν τῶν ἀγελαίων τε καὶ σπερμολόγων δίκην , χαίρειν δὲ καὶ τῷ φοίνικι τῷ δρυπεπεῖ | ||
ποιητής , ἦν δ ' ὀψοφάγος , σκωπτόμενος ὑπό τινων σπερμολόγων εἰς ἀδηφαγίαν , ἐρομένων τε ἐκείνων τί ἂν ἥδιστα |
θεῖ ταχὺ καὶ ἐπὶ πλεῖστον , εἰ δὲ Θετταλὸς ἢ Σικελὸς ἢ Καππαδόκης , ἐν δευτέρῳ πεύσεται , ὅταν τὴν | ||
. βρώματα διὰ μέλιτος καὶ γάλακτος γινόμενα . ἀμορβίτης . Σικελὸς πλακοῦς . σησαμίδες . ἐκ μέλιτος καὶ σησάμων πεφρυγμένων |
Φοινικίδης δὲ Ταυρέας θ ' ὁ φίλτατος , ἄνδρες πάλαι ὀψοφάγοι τοιοῦτοί τινες , οἷοι καταβροχθίζειν ἐν ἀγορᾷ τὰ τεμάχη | ||
Φοινικίδης δὲ Ταυρέας θ ' ὁ φίλτατος , ἄνδρες πάλαι ὀψοφάγοι τοιοῦτοί τινες , οἷοι καταβροχθίζειν ἐν ἀγορᾷ τὰ τεμάχη |
δι ' αὐτὴν ὑπὸ Ἑλλήνων . Δήλιοι δὲ καὶ ὕμνον μέμνηνται τῆς γυναικὸς ἐς Ἀπόλλωνα . καλεῖ δὲ οὐχ Ἡροφίλην | ||
εἰρημένων θαυμαστὸν καὶ τοῦτο , τὸ μηδέποτε ἀφ ' οὗ μέμνηνται οἱ ἄνθρωποι τὴν σελήνην ἐντὸς πεντεκαίδεκα ἡμερῶν πεπληρῶσθαι , |
τοῖσι Ἴωσι πείθεσθαι κελεύων τοῖσι Σκύθῃσι , ὅτε οἱ Σκύθαι προσεδέοντο λύσαντας τὴν σχεδίην ἀποπλέειν ἐς τὴν ἑωυτῶν . Δαρεῖος | ||
ἐπειρησόμενος τὸ χρηστήριον εἰ ποιοῖ τά περ αὐτοῦ οἱ Δόλογκοι προσεδέοντο . Κελευούσης δὲ καὶ τῆς Πυθίης , οὕτω δὴ |
καὶ τὰ ἄλλα ὅσα ἄνω προείρηται : καὶ ὠμὰ δὲ κρέα ἐπεχείρησε φαγεῖν , ἀλλ ' οὐ διῴκησεν . κατέλαβέ | ||
. φησί που Εὔβουλος : παρέσται σοι θύννου τέμαχος , κρέα δελφακίων χορδαί τ ' ἐρίφων ἧπαρ τε κάπρου κριοῦ |
ἔπειτα φοινίξαντα γογγύλον μόρον . καὶ Νίκανδρος δὲ ἐν Γεωργικοῖς ἐμφανίζει καὶ ὅτι πρότερον τῶν ἄλλων ἀκροδρύων φαίνεται μορέην τε | ||
εὑρεῖν ἔστιν οὐχὶ ῥᾴδιον . Ἀλκαῖος δὲ ὡς πολλῶν ὄντων ἐμφανίζει . εὕρηται δὲ τὸν λαγών ὀξυτόνως μετὰ τοῦ ν |
πρὸς τοὺς τρίποδας τοὺς ἐν Διονύσου τουτουσὶ , πάντως δὲ χαίρετε αὐτοὺς προσορῶντες . ἆρ ' οὖν ποτ ' ἂν | ||
οὕτω τελευτῆσαι . Καὶ ἔστιν ἡμῶν εἰς αὐτὸν οὕτω : χαίρετε , καὶ μέμνησθε τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος |
βασιλεῦς ' ἐρέω , νοέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἵρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον . ἀπὸ δὲ φυτῶν : ὡς | ||
καὶ κορυδαλλὸς οὑν τάφοις παίζων , χὠ νηπίων ἔφεδρος ὀρνέων ἵρηξ , τά τ ' ἄλλ ' ὁμοίως . καὶ |
, χαίροντες κατ ' ἔτος , σῆι τε πανηγυρίηι εἶτα ἐδωρήσω περιτελλομένου ἐνιαυτοῦ αὐτοῖς μηνὶ Παχὼν πᾶσιν ἐς εὐφροσύνην . | ||
: παραινεῖ εἰς ἄχρηστα μὴ ἀναλίσκειν . Μῆλα Ἑσπερίδων μοι ἐδωρήσω : ἐπὶ τῶν πολυτελῆ χαριζόντων : Λέγουσιν ὅτι γυναῖκές |
τινὰ τουτέων κτείνει . τοιάδε μέντοι ἐϲτί , ἣν καλέομεν ϲταφυλήν τε καὶ κιονίδα . ἄμφω γὰρ ξὺν φλεγμαϲίῃ καὶ | ||
κοιλίαϲ τοῦ ϲταφυλοκαύϲτου πληρώϲαντεϲ τοῦ καυϲτικοῦ φαρμάκου , καθάπερ τὴν ϲταφυλήν , οὕτω καὶ τὰϲ αἱμορροΐδαϲ ἔκαιον . Τὸ ἐν |
τὴν ὅπλισιν τὴν ἀρχαίαν ὡς εὑρόντων ἐκείνων ἔτι καὶ νῦν Μαντινικὴν ἀποκαλοῦσι . πρὸς δὲ τούτοις καὶ ὁπλομαχίας μαθήσεις ἐν | ||
τὰς Πελωρίδας κόγχας , τὰς ἐκ Λιπάρας μαινίδας , τὴν Μαντινικὴν γογγυλίδα , τὰς ἐκ Θηβῶν βουνιάδας καὶ τὰ παρ |
τοσοῦτον αὐτῷ τῆς ἐκπλήξεως ἐμπέπτωκεν . ἀμαθής γε ὁ Ζέφυρος νεμεσήσας αὐτῷ καὶ τὸν δίσκον ἐς τὸ μειράκιον παρείς , | ||
παραυτίκα καθωμολογήσατο . ἐπεὶ μέντοι ἐγκρατὴς τῆς πόλεως ἐγένετο , νεμεσήσας ἐπὶ τῷ δρασθέντι προὐτρέψατο τοὺς στρατιώτας καταλεῦσαι τὴν κόρην |
. σχολάζουσιν . γνώμην ] ἐνθυμήματα , ⌈ γνῶσιν . διάλεξιν ] ⌈ εὐπορείαν [ εὐπορίαν / ] εἰς τὸ | ||
μοι εἰπέ κτλ . τὸν Θεόδωρον νῦν παρακαλεῖ πρὸς τὴν διάλεξιν , ἵνα δι ' αὐτοῦ οἱ ἀληθεῖς ἔλεγχοι κατὰ |
ϲάρκα , καὶ μᾶλλον ὑπάγει τὴν γαϲτέρα καὶ χωρὶϲ ἑψήϲεωϲ ἐϲθίουϲιν αὐτά τινεϲ . τὰ δὲ ϲμικρὰ χημία καὶ πορφύραι | ||
ὑγρὰ δὲ μετριωτέρα : δι ' ὃ καὶ ὠμὴν αὐτὴν ἐϲθίουϲιν . Καρδάμωμον δριμὺ μὲν καὶ αὐτό , τοῦ δὲ |
τοῦ Ἀντικράτους καλοῦσιν , ὡς μαχαίρᾳ πατάξαντος . Οὕτω γὰρ ἐθαύμασαν καὶ ὑπερηγάπησαν αὐτὸν φόβῳ τοῦ Ἐπαμινώνδου ζῶντος , ὥστε | ||
εἶτα μῦν ἀποτεκεῖν . ἔτι δὲ μᾶλλον αὐτοῦ τὴν ἀτοπίαν ἐθαύμασαν , ὅτε ξενίων προσκομισθέντων καὶ προσαχθέντων ἄλευρα μὲν καὶ |
, τὴν ἀπόκρισιν τοῦ θεοῦ . ταῦτα ἀκούσαντες τράπεζαν παραθέντες πολυτελῶν ὁμοῦ καὶ ποικίλων γέμουσαν ὄψων ἠξιοῦμεν αὐτῶν τὴν χώραν | ||
εἰ μὲν εὔμορφος εἴη καὶ χαρίεσσα καὶ σκευὴν ἔχουσα ἱματίων πολυτελῶν καὶ μαλακῶν καὶ ὅρμων χρυσέων καὶ ἑαυτὴν παρέχουσα , |
ἅπαντες ἀγοράσωσι κατὰ τρόπον . Ἀριστοφάνης : εἰτ ' οὐ σοφοὶ δῆτ ' εἰσὶν οἱ Σκύθαι σφόδρα , οἳ γενομένοισιν | ||
ἃ εἶπον , ἀληθῆ λίαν νόμιζε , καὶ γὰρ οἱ σοφοὶ ἐν τοῖς προοιμίοις τῶν λόγων αὑτῶν ἔλεγον ψευδῆ : |
' ἦν ἄρτι κοὐκ ἀωρί ” . λέγουσι δὲ καὶ ἀωρίαν καὶ τὴν ὥραν . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσιν : „ ἀλλ | ||
διατρίβοιεν . σχοινίον ] τὸ κοκκίνῳ βεβαμμένον . ἀλλ ' ἀωρίαν ἥκοντες : ἀντὶ τοῦ ἀωρίᾳ καὶ μεθ ' ἡμέραν |
, καὶ τὴν μὲν ἀληθινὴν προσεῖπες ῥητορικὴν , τὴν δὲ κολακικὴν , πῶς ῥητορικῆς καθάπαξ ὡς κολακείας κατηγορεῖς , καὶ | ||
τοὺς ἐν ἑκάστῃ τῶν τεχνῶν τοῦ δέοντος ἁμαρτάνοντας . Ὅτι κολακικὴν οὐ χρὴ καλεῖν τὴν ῥητορικὴν οὐδὲ κόλακας τοὺς ῥήτορας |
δυσαρεστέονται γὰρ ὑπ ' ἀκρασίης ἅπασι , καὶ μανίην τὴν σοφίην νομίζουσιν . Ἤπου γὰρ ὑπονοέω σαφέως λωβᾶσθαί σου τὰ | ||
οὐδ ' ὁπόσοι σκληρὸν βίον ἐστήσαντο ἀνθρώπων , σκοτίην μαιόμενοι σοφίην , οὓς αὐτὴ περὶ πυκνὰ λόγοις ἐσφίγξατο μῆτις , |
ἐν κασαλβίοισι . ἀντὶ τοῦ ἐν πορνείοις . ΓΘ τὴν ἀπόπτυστον δρόσον : τὴν τῶν αἰδοίων φησί , τουτέστι τὸ | ||
αὑτοῦ γλῶτταν αἰσχραῖς ἡδοναῖς λυμαίνεται , ἐν κασαυρείοισι λείχων τὴν ἀπόπτυστον δρόσον , καὶ μολύνων τὴν ὑπήνην καὶ κυκῶν τὰς |
κατηγορῶν ὡς πεπορνευκυίας τὴν λεκανίδα καὶ τοὺς ὀλίσβους καὶ τὴν ψίαθον καὶ πολλήν τινα τοιαύτην δυσφημίαν ἑταιρῶν κατήρασεν τοῦ δικαστηρίου | ||
λέγω ] παρατρέχω πεινήσεις ] μὴ φορμὸν ] ψιαθίον . ψίαθον τάπητος ] ἐπευκίου σιτεῖσθαι ] ἐσθίειν πτόρθους ] γωλία |
φρεσὶ θάρσος Ἀθήνη θῆχ ' , ἵνα μιν περὶ πατρὸς ἀποιχομένοιο ἔροιτο , [ ἠδ ' ἵνα μιν κλέος ἐσθλὸν | ||
ἠδὲ πρόκας ἠδὲ λαγωούς : δὴ τότε κεῖτ ' ἀπόθεστος ἀποιχομένοιο ἄνακτος ἐν πολλῇ κόπρῳ , ἥ οἱ προπάροιθε θυράων |
Ποῦ γὰρ ἡ Ἄρτεμις οὐκ ἐχόρευσεν ; Ἐξ ἄμμου σχοινίον πλέκειν . Στρογγύλα λέγε , ἵνα καὶ κυλίεται . Τὸν | ||
τῷ Γηρυτάδῃ φησὶν Ἀριστοφάνης πλεκτῷ κανισκίῳ . καὶ γυργάθους δὲ πλέκειν ἔλεγον : ὁ δὲ γύργαθος ὠνόμασται ἐν τοῖς Ἀριστοφάνους |
τινας ὑπουργοῦντας τῷ ἱερῷ . πρώτην δὲ Φημονόην γενέσθαι φασὶ Πυθίαν , κεκλῆσθαι δὲ καὶ τὴν προφῆτιν οὕτω καὶ τὴν | ||
ἓξ καὶ τεσσαράκοντα : δι ' ἃς ἡγοῦμαι καὶ τὴν Πυθίαν αὐτοὺς κεκληκέναι χοινικομέτρας . . . , : περὶ |
' ἑαυτῶν πλανώμενοί φησιν : εἰ δὲ μεθύω καὶ χιόνα πίνω καὶ μύρον ἐπίσταμ ' ὅτι κράτιστον Αἴγυπτος ποιεῖ . | ||
Ι ἐκτεταμένῳ βαρύνεται , εἰ μὴ προκατάρχοιτο ὄνομα : κρίνω πίνω κλίνω σίνω . τὸ δὲ ῥινῶ παρὰ τὴν ῥίνην |
ἐδίδαξεν σιτουργίαν . τὸ ἑξῆς : κάλλιον τὰ δράγματα † ἐδειν † ἵνα καί τις ὑπερβασίας ἀλέηται . Δώτιον : | ||
ἐδίδαξεν σιτουργίαν . τὸ ἑξῆς : κάλλιον τὰ δράγματα † ἐδειν † ἵνα καί τις ὑπερβασίας ἀλέηται . Δώτιον : |
καὶ πλούτῳ θαυμαζόμενον , πρὸς τοῦτον κατέφυγεν . ὁ δὲ Λυσιθείδης ἐτύγχανε φίλος ὢν Ξέρξου τοῦ βασιλέως καὶ κατὰ τὴν | ||
παρὰ τῷ Λυσιθείδῃ , καὶ οἴονται ὑμᾶς πείσειν ὡς ὁ Λυσιθείδης , οἰκεῖος μὲν ὢν τῷ Καλλίππῳ διαιτῶν δὲ τὴν |
ἐσσυμένοισιν : οἶδα γὰρ ὡς λαοῖσι κεκμηκόσιν οὔτ ' ἀγορητὴς ἁνδάνει οὔτ ' ἄρ ' ἀοιδὸς ὃν ἀθάνατοι φιλέουσι Πιερίδες | ||
πιστὰ τιθεῖν ἐθέλων . ἐν γάρ τοι πόλει ὧδε κακοψόγωι ἁνδάνει οὐδέν : † ωσδετοσωσαιεὶ † πολλοὶ ἀνολβότεροι . Νῦν |
; ἀλλ ' ἔξεστι πλάττειν τοῖς ποιηταῖς ἃ βούλονται . Κλυμένοιο : παράδειγμα τοῦ δεῖν τῇ πείρᾳ τὸ ἀληθὲς ἐξετάζειν | ||
ἐνοχλουμένοις , ἰατρικόν , ἀλλ ' οὐ μαντικόν . Ἐργῖνε Κλυμένοιο πάϊ Πρεσβωνιάδαο , ὄψ ' ἦλθες γενεὴν διζήμενος : |
. καὶ νῦν δὲ τὴν τῆς Ἀθηνᾶς ἱέρειαν οὐ θύειν ἀμνὴν οὐδὲ τυροῦ γεύεσθαι . καὶ κατὰ χρόνον δέ τινα | ||
〛 καὶ νῦν δὲ τὴν τῆς Ἀθηνᾶς ἱέρειαν οὐ θύειν ἀμνὴν οὐδὲ τυροῦ γεύεσθαι . καὶ κατὰ χρόνον δέ τινα |
. Ἐν δὲ ταῖς ἀνὰ μέσον χώραις πίνακες τῶν Σικυωνικῶν ζωγράφων , ἐναλλὰξ δ ' ἐπίλεκτοι εἰκασίαι παντοῖαι , καὶ | ||
ἀμαθῶς τις συνελέξατο : σοφία γὰρ ἐν αὐτοῖς ἐδηλοῦτο πλειόνων ζωγράφων . ἐγὼ μὲν ἀπ ' ἐμαυτοῦ ᾤμην δεῖν ἐπαινεῖν |
καὶ σὺ κακοῖσι δόλοισι κεκασμένε κερδαλεόφρον τίπτε καταπτώσσοντες ἀφέστατε , μίμνετε δ ' ἄλλους ; σφῶϊν μέν τ ' ἐπέοικε | ||
: οἱ δ ' ἄλλοι Τενέδοιο πρὸς ἱερὸν ἄστυ μολόντες μίμνετε , εἰς ὅ κεν ἄμμε ποτὶ πτόλιν εἰρύσσωσι δήιοι |
ὧν καὶ ὠνόμαστο . ἀποπροσωπίζεσθαι δὲ τὸ καθαίρειν τὸ πρόσωπον Φερεκράτης εἶπεν : οὐδ ' ἀποπροσωπίζεσθε κυάμοις . τοῦ δὲ | ||
δ ' ἂν εἴη τῶν τὸν οἶνον πιπρασκόντων . καὶ Φερεκράτης μὲν εἴρηκε μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην , |
ἄγουσα : μοχθηρὰ μὲν γὰρ ἡγεῖσθαι κελεύει τὰ ἐπὶ θαλάττῃ συβόσια διὰ τὸ σκόροδον τὸ θαλάττιον , οὗ μεστοὶ μὲν | ||
ὁ συνεστραμμένος ἀναφορεύς , ἐξ οὗ ἤρτηται ἡ πήρα . συβόσια τὰ συφόρβια : “ τόσσα συῶν συβόσια . ” |
ἔσπευδε ξενίας διδόναι ἢ πάντως τινὰ χάριν εἰς αὐτὴν ἔχειν ἀποκειμένην . Καὶ οἱ μὲν ἦσαν ἐν τούτοις : ὁ | ||
. . ΚΑΙ ΚΕΡΑΜΕΥΣ ΚΕΡΑΜΕΙ ΚΟΤΕΕΙ . Ἤγουν ἀγανάκτησιν ἔχει ἀποκειμένην , βλάβης καιρὸν παρατηροῦσαν , καὶ τέκτονι τέκτων κοτέει |
φιλοσοφίας . γενέσθαι τε αὐτῷ θυγατέρα Κλεοβουλίνην , αἰνιγμάτων ἑξαμέτρων ποιήτριαν , ἧς μέμνηται καὶ Κρατῖνος ἐν τῷ ὁμωνύμῳ δράματι | ||
. τά γε μὴν τελευταῖα ἀπεσφάγη μοιχεύων ἁλούς . Τὴν ποιήτριαν Σαπφώ , τὴν Σκαμανδρωνύμου θυγατέρα , ταύτην καὶ Πλάτων |
ποιῶν τολμᾷς τἀμὰ μέλη ψέγειν , ἀνὰ τὸ δωδεκαμήχανον Κυρήνης μελοποιῶν ; Τὰ μὲν μέλη σου ταῦτα : βούλομαι δ | ||
ἐπειδὰν κιθαρίζειν μάθωσιν , ἄλλων αὖ ποιητῶν ἀγαθῶν ποιήματα διδάσκουσι μελοποιῶν , εἰς τὰ κιθαρίσματα ἐντείνοντες , καὶ τοὺς ῥυθμούς |