τί γὰρ ἂν γραῒ καινά τις λέγοι ; οὐ τοὐμὸν ὀδυνήσει σε γῆρας . ἀλλὰ τί ; ἥγχουσα μᾶλλον καὶ | ||
, ἅμα δὲ καὶ τὸ μῆκος τοῦ κώλου συναποτεῖνον αὐτοὺς ὀδυνήσει σφοδρῶς , καὶ κατὰ τοῦτο μεγάλων μὲν ὄντων τῶν |
γὰρ οἴσεις πᾶν τὸ πρᾶγμ ' : ἂν δ ' ἐκλέγῃ ἀεὶ τὸ λυποῦν , μηδὲν ἀντιπαρατιθεὶς τῶν προσδοκωμένων , | ||
γὰρ οἴσεις πᾶν τὸ πρᾶγμ ' : ἂν δ ' ἐκλέγῃ ἀεὶ τὸ λυποῦν , μηδὲν ἀντιπαρατιθείς τῶν προσδοκωμένων , |
ἐντείνειν βρόχοις ; ἢ μὴ ξίφος λαβοῦς ' ἀμυνάθοιτό σε ἔδεισας ; ἕρπε δεῦρ ' ὑπ ' ἀγκάλας , βρέφος | ||
ἂν σβέσῃ τις , εἰς ἴσον ἐρχόμεθα τοῖς βαρβάροις . ἔδεισας οὖν μὴ λαβόμενος εὐπορίας φύγω τὴν τέχνην , καὶ |
. παρῆκται δὲ ἀπὸ τῶν τὰ σχοινία ἢ τὰ ἄρμενα χαλώντων ναυτῶν . Ῥαδαμάνθυος κρίσις : ἡ δικαιοτάτη . Ῥόδον | ||
εἰ δ ' ἐν πολυημέρῳ νοσήματι τοῦτο συμβαίη , τῶν χαλώντων δεῖ πλέον τι ἐπιμιγνύναι : κἂν γὰρ προτρέψῃ τὴν |
καὶ τὸ διώκω , δίσω , δέδικα : ὁ μέσος δέδια : δεδιὼς ἡ μετοχὴ , καὶ δειδιὼς κατ ' | ||
' ἐλευθεροστομεῖς . ἐμὰς δὲ φρένας ἠρέθισε διάτορος φόβος : δέδια δ ' ἀμφὶ σαῖς τύχαις , πᾷ ποτε τῶνδε |
, καὶ ἐν πάσῃ θλίψει ἐπιχειρεῖ κατ ' αὐτοῦ , εἴπως θανατώσει αὐτόν . Τὸ γὰρ μῖσος ἐνεργεῖ τῷ φθόνῳ | ||
δι ' ἐκείνων ἀσθενῆ ποιεῖν αὐτὸν ζητήσομεν ; ἂν οὖν εἴπως ' ἡμῖν ὅτι ὑμεῖς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , |
, δὸς διὰ τέλους τὴν χάριν , μή με περιίδῃς ἀποσπώμενον ἀτυχοῦντος θείου καὶ πενομένων ἀδελφῶν καὶ μητρὸς ὑπὸ γήρως | ||
τηροῦν μὲν αὐτῶν τὴν οἰκείαν διανομὴν καὶ τάξιν καὶ οὐκ ἀποσπώμενον ταύτης , τὸ αὐτὸ δ ' ὅμως ἐν ὅλοις |
τῶν γραμμάτων ἐφεστῶτας σφίσιν εὐλαβούμενοι , τὸ σφέτερον ἀσφαλὲς ἕκαστοι προύργου τιθέμενοι , τὰ τείχη καθῄρουν μετὰ σπουδῆς . ἐν | ||
τοῖς φιλοσοφοῦσι τὸ περὶ τὴν σοφιστικὴν πραγματεύεσθαι , ὅτι μηδὲ προύργου τοῖς θεωροῦσι τὸ ἀληθὲς ἡ τοῦ ψεύδους εὕρεσις καὶ |
καὶ τῶν σεμνῶν τούτων ἐρωτημάτων : ἐπίασιν Μῆδοι , πῶς φυλάξομαι ; κἂν ὁ θεὸς μὴ συμβουλεύῃ , τὰς τριήρεις | ||
οὐκ ἀποσχήσομαι , οὐ παύσομαι , οὐκ ὀκνήσω , οὐ φυλάξομαι , οὐ παραιτήσομαι , οὐκ ἀναδύσομαι , οὐκ ἀποστήσομαι |
εὐθεῖα „ μέχρι ἀνατολικοῦ πλευροῦ συνελογίσθη μικρῷ πλει - ” όνων ἢ ἐνακισχιλίων , δῆλον ὅτι ἡ Βαβυλὼν οὐ πολλῷ | ||
[ ] ! ! ε [ ] ν [ ] όνων [ ] ! ! [ ] [ ] ! |
εἶπεν ὁ σοφὸς Αἰσχύλος . Πῶς δίς ; Σκόπει τὸ ῥῆμ ' : ἐγὼ δέ σοι φράσω . Ἥκω γὰρ | ||
ἀμφοτέρων προσέκειτο μανία τῶν λόγων . διὸ τῆς μανίας τὸ ῥῆμ ' ἐπεκτείνας δοκεῖ καλέσαι τις αὐτὴν τῶν ἐραστῶν Μανίαν |
πύνδαξ : πυθμήν . πυός : τὸ πρωτόρρυτον γάλα καὶ νοστιμώτατον . πυριάτη : θηλυκῶς τὸ πυρίεφθον : οὐχὶ πυρίατος | ||
ὕπνου κατ ' ἔκλυσιν ; πῖαρ : τὸ λιπαρώτατον καὶ νοστιμώτατον . καὶ πιερὸν τὸ λιπαρόν . | πίλοισι : |
γὰρ ἐμπίνεται τοῖσι νεφροῖσι τὸ ὑγρὸν τὸ ἐπιῤῥέον , ἀλλὰ διαῤῥέει ἐπὶ κύστιν κάτω , ὥστε ὅ τι ἂν ἀποκερδάνωσιν | ||
, ἐπὶ τῆς θαλάσσης , ἐξαπλοῖ , ἄνω ἀνατείνει . διαῤῥέει : διατρέχει , ἐξαπλοῦται , ὑψοῦται . Μέσος δὲ |
τὸν ἥττω ” . ἐμβαλεῖν ] ἐνθεῖναι , ῥίψαι , ὠθῆσαι . βάραθρον ] ἀπώλειαν . . ἥττω ] ἐλάττονα | ||
ἀντίθεσιν : πρὸς μόνην γὰρ ἂν ἐκείνην ἤρκεσαν † ἀφορμὴ ὠθῆσαι † τῷ διαστήματι . φυλάξας δὲ αὐτὰς τῷ παρόντι |
μὲν ἢν βούλῃ , ξύλον στρογγύλον , λεῖον , κατορύξας βαθέως , μέρος τι αὐτοῦ ὑπερέχον τοῦ ξύλου μεσηγὺ τῶν | ||
τίς ὁ ἐπίλογος οὗτος τῆς ἐξηγήσεως . ” ὁ δὲ βαθέως μάλα καὶ σωφρόνως ἀνενεγκών “ ἀλλὰ πρᾶγμα ποιήσεις ” |
δαιτυμὼν διὰ πάσης τῆς ἡμέρας . . κελαινόβρωτον ] τὸ μελαινόμενον ὑπὸ τῆς βρώσεως . διὰ τὸ αἷμα δὲ τοῦτο | ||
. ἐνίοις γὰρ αἷμα ἀναφέρεται ἐμούμενον , ἢ καθαρὸν ἢ μελαινόμενον ἤδη , καὶ ἢ ἐπὶ προηγησαμένοις πτώμασιν , ἢ |
ἔργῳ δηλώσῃς τὴν νόσον : εἰ τὸ μηδὲν ἄξιον φόβου φοβῇ , πάντα ἂν φοβηθεῖσαν γνῶθι σαυτήν : φοβοῦμαι μὴ | ||
' ὥς ς ' ἀπαλλάξω φόβου : μὴ κατὰ τοῦτο φοβῇ . καὶ γὰρ ἦλθον ἵνα σε ἀπαλλάξω φόβου . |
δὲ μή , ἵν ' ἀλεξιφάρμακα ἔχων ἴῃς καὶ μηδὲν πάθῃς δεινόν . Εὖ μοι δοκεῖς λέγειν , ὦ Σώκρατες | ||
ἀπόλλυσι . σὺ δὲ μήτε ἐργάσῃ περαιτέρω μηδὲν μήτε αὐτὸς πάθῃς . ἐνθυμοῦ δὲ ὅτι πᾶσι πράγμασιν ὥσπερ ὅρους ἡ |
ἐπανάϲταϲιν οὐ ταχέωϲ ἐμποιοῦϲι . διὰ γὰρ τὴν ἄμε - τρον θερμότητα ὥϲπερ ῥῆξίν τινα ὑπομένει ἡ ἐπιφάνεια τοῦ ἄνθρακοϲ | ||
? [ ] στεον ? [ ] βεβώς [ ] τρον . . . . . . ι ? [ |
κάρχαρον κεχαραγμένον ἐκ τῶν ὀδόντων , ὀξυόδοντα , διακεχαραγμένον . κάρχαρον ἕρκος : τοὺς ὀδόντας λέγει , τραχύτατον , κεχαραγμένον | ||
ἀλλά τι ὑπάρχει . γένυες : σιαγόνες , στόματα . κάρχαρον : κάρχαρος ἐπὶ κυνὸς , χαυλιόδους ἐπὶ συὸς , |
ἀθετεῖται ὅτι παρὰ τὸ σύνηθες αὐτῷ χέρνιβον τὸ ἀγγεῖον τὸ ὑποδεχόμενον τὸ ὕδωρ , ὡς ἡμεῖς : τοῦτο δὲ αὐτὸς | ||
φευγόντων οὐδένα , ἢ ἐν τοῖς αὐτοῖς κελεύουσιν ἐνέχεσθαι τὸν ὑποδεχόμενον τοὺς φεύγοντας . ἀποπλεύσομαι οὖν πάλιν ὡς τὸν στρατηγὸν |
μεταγόντων τὴν ὕλην βοηθημάτων , οἷον φλεβοτομίας , καθάρσεως , κλυσμοῦ , ἐμέτου , τῶν τε τοπικῶν τῶν τε μειζόνων | ||
μέλιτος διὰ μητρεγχύτου ἔγχεε , διδόναι δὲ πίνειν πρὸ τοῦ κλυσμοῦ καρδαμώμου βραχύ τι μεθ ' ἁλῶν καὶ ὀξυμέλιτος , |
Ἡράκλεις ; οὐ σπογγιᾷ τίς μου παρελθὼν τὸ πρόσωπον ἐκκαθαρίσει μεμολυσμένον μαγγανείαις πολλαῖς ; ἢ οὐκ οἴδατε καὶ τὸν καλὸν | ||
φοβερὸν ὄναρ , ὅτι νυκτὸς εἶδεν αἵματι τὸν οἶκον αὐτῆς μεμολυσμένον . πιληθεῖσα : ἀναπαγεῖσα ἡ γῆ . αἰνυμένη : |
ϲπλάγχνα : εὖτε ἀλλήλοιϲι ἄμφω ἐϲ τὸ κακὸν ξυντιμωρέει , ἀϲινὲϲ δὲ οὐδέν , ἐξ οὗπερ καὶ ϲμικρὴ τῇ φύϲει | ||
ξυλλογῆϲ , ἄπιϲτοϲ ἡ τῶν ἐντέρων ῥαγή : οὐ γὰρ ἀϲινὲϲ οὐδὲ ἀνώλεθρον τρωθὲν ἔντερον . Περὶ διαβήτεω . Θῶμα |
τὴν κεφαλὴν αὑτῆς ἐπιβαλοῦσα τὸ ὀστοῦν ἐκ τοῦ λαιμοῦ αὐτοῦ ἐκβάλοι . Ἡ δ ' ἐκβαλοῦσα , δολιχόδειρος οὖσα , | ||
δὲ δημόσιον ἀναιροῦντος , συνιδὼν , ὅτι ἐὰν τὴν ὕβριν ἐκβάλοι καὶ τὸ δημόσιον συνοιχήσεται , μὴ γὰρ προϋφεστῶτος τοῦ |
χεῖρας ἐπεκρότησεν ἀλλήλαις , ἐπεὶ πόνος μάταιος ἐξανηλώθη . κἀκεῖνος ἐστέναξε τὸ στόμα βρύχων , πάλιν δὲ κερδὼ καθικέτευε φωνήσας | ||
, δι ' ὅσων ἦλθε , καὶ οὐδεὶς ὅστις οὐκ ἐστέναξε : τὸ δὲ καὶ λῦσαί τι τῶν λυπούντων ὑμῶν |
Οἴμοι τάλας . Ὕδωρ ὕδωρ , ὦ γείτονες , πρὶν ἀντιλαβέσθαι τὴν τράμιν μου τῆς φλογός . Θάρρει . Τί | ||
' ἐάν πέρ τινος θεραπείας εἰς χρείαν καταστῇς καὶ κάμνοντος ἀντιλαβέσθαι θελήσειας , αὐτόν ποτε πλήξαντος ἑρπετοῦ , τῆς ταριχευθείσης |
οὕτω τὸ αἱρετὸν συμπεραίνεσθαι καὶ οὕτω πρὸς αὐτὸ τὴν ὄρεξιν ἐπεκτείνεσθαι . οὐδεμιᾶς ἄρα ἡ αἴσθησις κυρία πράξεως , ἀλλὰ | ||
τέλους τῆς παρούσης τοῦ ἀνθρώπου ζωῆς τὴν τοιαύτην ἐνέργειαν ἀνένδοτον ἐπεκτείνεσθαι . ὡς γὰρ χελιδὼν ἄγγελος ἔαρος οὖσα οὐκ ἀρκεῖ |
ἄλλως παρὰ φύσιν , βίον χρὴ παρὰ βίον ἡδίω καὶ λυπηρότερον ὧδε σκοπεῖν . ἡδονὴν βουλόμεθα ἡμῖν εἶναι , λύπην | ||
τὸ γαμεῖν ἔχει τινὰ λυπηρά , πόσῳ τὸ μὴ γαμεῖν λυπηρότερον , τὸ εἶναι ἄοικον , ἀνέστιον , ἄπαιδα , |
ὡς εἰώθασιν πλήρεις ὄντες καὶ ἐμβριθεῖς . τὸ γὰρ πλῆρες βαρῦνον τὸν στάχυν νεύειν ποιεῖ , ὁ δὲ ἀσθηνὴς ὀρθὸς | ||
κακῇ ἀλάλυγγι βαρῦνον ] κακωτικῶς συνεκλυποῦν λυγγί ἀλάλυγγι ] λυγμῷ βαρῦνον ] λυποῦν , ὀδυνῶν φῶτ ' ] τὸν ἄνθρωπον |
ἔχον ὅθεν διαφορηθῆναι , πολυπλασιάζεται , πολυπλασιαζόμενον δὲ στενοχωρεῖται , στενοχωρούμενον δὲ τῇ ῥύμῃ ποιεῖ τρῆμα ἐν τῷ σφαιρίῳ : | ||
ἐπὶ πλέον γὰρ ἐν τοῖς τοιούτοις ἀναζεῖ , ἅτε μὴ στενοχωρούμενον , πλεονάζον δὲ αὐτὸ ἑαυτῷ ἐπανίσταται , καὶ οὐ |
δῆτ ' ἐμός γ ' ὤν , ὦ τέκνον , δράσηις τάδε . ὁρᾶις ἄβουλος ὡς κεκερτομημένη τοῖς κερτομοῦσι γοργὸν | ||
' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους , μή μοί τι δράσηις παῖδ ' ἀνήκεστον κακόν . συμβάλλεται δὲ πολλὰ τοῦδε |
ῥύου με κἀκφύλασσε : μηδέ μου κάρα τὸ δυσπρόσοπτον εἰσορῶν ἀτιμάσῃς . Ἥκω γὰρ ἱερὸς εὐσεβής τε καὶ φέρων ὄνησιν | ||
] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς . τρυγοδαίμονες ] τραγικοί , οἱ κωμικοὶ ποιηταί , |
γὰρ μὴ καθαρὰ σώματα ὁκόσῳ ἂν μᾶλλον τρέφῃς , μᾶλλον βλάψεις , ὥστε ἐκ τῶν εἰρημένων εὔδηλον ὡς οὗτος ἄριστός | ||
ἔλαιον δ ' εἰ κατ ' ἀχρὰς ἐμβάλλοις , οὐ βλάψεις τὴν ἕψησιν . οὐ μὴν ἄλλο τι χρὴ μιγνύειν |
σαφηνίσαι ] ? καὶ κηρύξαι [ ἐκέλευσεν ] ? . κατε [ ! ! ! ! ! ! ! ! | ||
οἰκεῖα ἐγκλήματα . ἐπεὶ δὲ ἡ Νάβιδος ἐν Σπάρτῃ τυραννὶς κατε - λέλυτο , ἐς πλείστην ὠμότητα ἀνδρὸς ἀφικομένου , |
, ὡς βαίνω βαίνετε : τὸ γὰρ περισπώμενον χραισμεῖτε . ἀμήρυτον : γράφεται καὶ ἀμήρυον , τουτέστιν ἀτέλεστον καὶ διηνεκῶς | ||
. ἐκ τοῦ μειδιῶ ἢ μείδω . . . . ἀμήρυτον : τὸ ἀτέλεστον : ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀπὸ τῶν |
. ἔπειγε : λειφθεὶς δεινὰ πείσομαι μάχης . σύ τοι βραδύνεις , οὐκ ἐγώ , δοκῶν τι δρᾶν . οὔκουν | ||
, φησὶν ἡ Ἰὼ πρὸς αὐτόν : διὰ τί οὖν βραδύνεις καὶ ἀργεῖς μὴ γεγωνίσκειν καὶ βοᾶν καὶ λέγειν ἐμοὶ |
ἂν ποθεινοῦ ὄντος μήτε σχῆμα μήτε μορφὴν ἔχοις λαβεῖν , ποθεινότατον καὶ ἐρασμιώτατον ἂν εἴη , καὶ ὁ ἔρως ἂν | ||
τὸν τοῦ μηνῦσαι πόθον . ἑκάστῳ γὰρ τὸ ἴδιον ἔργον ποθεινότατον : ἴδιον δὲ λόγου τὸ λέγειν , πρὸς ὃ |
καὶ χείρω τῶν ὑπαρχόντων πάθη τελέουσι . Κἂν μὲν οὖν ἐμφαίνοιτό τι τῶν ἀγαθῶν ὑποστάσεων , μέτριον ἂν οὕτω εἴη | ||
εἰ μὲν γὰρ ἡ τὴν ὀδύνην ἐπιφέρουσα καὶ δῆξιν χολὴ ἐμφαίνοιτό σοι προσπεπλασμένη περὶ τοὺς χιτῶνας αὐτῶν τῶν ἐντέρων , |
ξυνιστάμενον ] γινόμενον . Γ εὐθέως ] παρευθύς . Γ κέκραγα ] βοῶ . Γ ξυνιστάμενον ] ὃ κατὰ τῆς | ||
λέληθεν οὐδὲν ἐν τῇ πόλει ξυνιστάμενον , ἀλλ ' εὐθέως κέκραγα . Ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . |
ἡ γὰρ πο συλλαβὴ βραχεῖα . τὸ θʹ τροχαϊκὸν Εὐριπίδειον διαλυθέν . τὸ ιʹ ἐπιωνικὸν ὅμοιον τῷ γʹ . τὸ | ||
ἡ γὰρ πο συλλαβὴ βραχεῖα . τὸ θʹ τροχαϊκὸν Εὐριπίδειον διαλυθέν . τὸ ιʹ ἐπιωνικὸν ὅμοιον τῷ γʹ . τὸ |
αὕτη δέ ἐστιν [ ἡ ] διὰ τοῦ θερμανθῆναι καὶ ὑγρανθῆναι τὸ σῶμα . ξηραίνουσι γὰρ οἱ κόποι . Λοιπόν | ||
ὑπὲρ ἁπάντων ἑξῆς . τὸ μὲν οὖν ὑπὸ ξηρότητος σκληρυνθὲν ὑγρανθῆναι δεῖται , τὸ δ ' ὑπὸ πήξεως θερμανθῆναι , |
σε τούτοις τὸ ἐξ αὐτῶν ἔτνος ἄμεινον , μᾶλλόν τε ῥυπτὸν καὶ τὸ πλέον τοῦ πνεύματος ἐν τῇ ἑψήσει διαφοροῦν | ||
σε τούτοις τὸ ἐξ αὐτῶν ἔτνος ἄμεινον , μᾶλλόν τε ῥυπτὸν καὶ τὸ πλέον τοῦ πνεύματος ἐν τῇ ἑψήσει διαφοροῦν |
κατὰ τὸν πληϲίον αὐτοῦ τόπον , εἰ μηδὲν τῶν ἀναγκαίων παρακέοιτο , καὶ γυμνωθὲν τὸ βέλοϲ βαϲτάζονταϲ ἀϲκύλτωϲ ἐξέλκειν . | ||
πρὸ τοῦ κ κείμενον δασύνεται , ὅτε μὴ ἐν κλίσει παρακέοιτο ἔξωθεν προσερχόμενον . τοῦ μὲν οὖν προτέρου Ἑκάτη , |
δὲ καὶ παρὰ τὸ Σαπφικὸν , συστεῖλαν τὴν παρατέλευτον , πλεονάσαν μιᾷ συλλαβῇ . τὸ δʹ ὅμοιον τῷ βʹ . | ||
. τὸ εʹ προσοδιακόν . τὸ Ϛʹ Πινδαρικὸν ἐκ Σαπφικοῦ πλεονάσαν χοριάμβῳ καὶ συστεῖλαν τὴν παρατέλευτον . τὸ ζʹ Εὐριπίδειον |
γὰρ καὶ τῶν σαρκίων τούτων ἕκαστον οὐκ ἔσται ἐκ πλειόνων σαρκίων , εἴγε ἐπ ' ἄπειρον τῶν ὁμοιομερειῶν ἡ διαίρεσις | ||
σαρκία ἐστὶ καὶ πνευμάτιον καὶ τὸ ἡγεμονικόν . τῶν μὲν σαρκίων καταφρόνησον : λύθρος καὶ ὀστάρια καὶ κροκύφαντος , ἐκ |
τὸ οὖς ἐπὶ τῷ κρυστάλλῳ , κἂν μὲν αἴσθηται μὴ ὑπηχοῦν κάτωθεν τὸ ῥεῦμα μηδὲ ὑποψοφοῦν ἡσυχῇ εἰς βάθος , | ||
παραβάλλει τὸ οὖς τῷ κρυστάλλῳ : κἂν μὲν αἴσθηται μὴ ὑπηχοῦν κάτωθεν τὸ ῥεῦμα μηδὲ ὑποψοφοῦν ἡσυχῆ ἐς βάθος , |
ἐμπίπτω περιιὼν καὶ σαγηνεύομαι πρὸς αὐτῶν . Εἶτα πῶς ἐπειδὰν καταλίπῃς αὐτοὺς ῥᾳδίως φεύγεις , οὐκ εἰδὼς τὴν ὁδόν ; | ||
” φησίν , “ ὦ τέκνον , μή με ἐνταῦθα καταλίπῃς ἔρημον , ἀλλ ' ἐμβαλοῦ τριήρει φορτίον κοῦφον : |
, καὶ αὐτὴ τῶν ἀψύχων ἐπιμελεῖται ἄλλοτε ἐν ἄλλοις εἴδεσιν ἐγγιγνομένη . Ἀπὸ δὴ τῶν αὐτῶν αἰτίων τοῖς μὲν κρείττοσιν | ||
ἂν ἐνῇ , οὐ καὶ ἐν ἐλευθέροις τε καὶ δούλοις ἐγγιγνομένη μισεῖν ποιήσει ἀλλήλους καὶ στασιάζειν καὶ ἀδυνάτους εἶναι κοινῇ |
] βαρύοργον . αἰνεῖς ] ἀποδέχηι καὶ συμπράττεις αὐτῶι . ἀτηρᾶς ] ἀντὶ μιᾶς . ἀκορέστου ] αἰνεῖς . διαὶ | ||
δὲ Προμηθεὺς ἀποκριθεὶς λέγει , ναὶ τὸ δυσχείμερον πέλαγος τῆς ἀτηρᾶς καὶ βλαβερᾶς δύης καὶ κακοπαθείας εἴποιμι ἂν , ἤτοι |
ἵνα ἀποθάνῃ : λελέπτυνται : ἆρά γε ἰσχύουσα φαγεῖν οὐ τρώγει διὰ τὸ θέλειν ἀποθανεῖν , ἢ κἂν βούληται , | ||
' ἄκρης ἐς θάλασσαν σπεύδοντες κοὐκ ὡς κύων λαίθαργος ὕστερον τρώγει . ὀλίγα φρονέουσιν οἱ χάλιν πεπωκότες . δύ ' |
στέφανος τοῖς Ὀλυμπιονίκαις . εἰ δέ τις ἔνδον νέμει πλοῦτον κρυφαῖον : εἰ δέ τις τῶν ἀνθρώπων ἔνδον ἀποταμιευσάμενος ἄδοξον | ||
φιλήτῃ βαρύς οἴκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα μή μοι κρυφαῖον μηδὲν ἐξείπῃς ἔπος : κλῇθρον γὰρ οὐδὲν ὧδ ' |
' ἑκατέρῳ λαμπρὰ καὶ δέος , καὶ προθυμίας οὐδετέροις τι ἐνέλιπεν , σφοδροῦ καὶ ὀξέος ὄντος πόνου τε καὶ παρακελεύσεως | ||
ἐπὶ τοὺς ὁριζομένους καὶ ἀνελέγκτους λόγους μεταβαίνει . ὅσα γὰρ ἐνέλιπεν ἐν τῷ ιϚʹ καὶ ιζʹ θεωρήματι , τοσοῦτον προστίθησιν |
. πατὴρ δέ ς ' οὐχ ὧδ ' ὡς σὺ δειμαίνεις , τέκνον , προδοὺς ἐάσει δωμάτων τῶνδ ' ἐκπεσεῖν | ||
οἷόν τε ] πῶς οἷόν τε τοῦτο ] τὸ παρακούειν δειμαίνεις ] φοβῇ πλέον ] τῆς συγγενείας νηλὴς ] ἀπηνής |
τὸ λευκὸν ἢ τὸ μουσικόν , πολλῷ μᾶλλον οὐ δυνατὸν συνεισφέρειν τὸ πάνυ ἀντικείμενον τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀναιρετικὸν αὐτοῦ , | ||
αὐτὸ τὸ συναναιρεῖν καὶ μὴ συναναιρεῖσθαι καὶ συνεισφέρεσθαι καὶ μὴ συνεισφέρειν : ἰδοὺ γὰρ τὸ ζῷον φύσει πρότερον τοῦ ἀνθρώπου |
] ἀντὶ τοῦ προκρινῶ . . ἐρημωθεὶς ] ἀντὶ τοῦ μονωθείς . . ἀλεξήσασθαι ] ἀμύνασθαι . . ἡμιόλιος ] | ||
ἐγώ σε ἀνταμυνοῦμαι . ” Ἐν μιᾷ οὖν τῶν ἡμερῶν μονωθείς , ἐκδυσάμενος καὶ τὰς χεῖρας ἑαυτοῦ κροτῶν καὶ τινάσσων |
μὴ δύνασθαι καρτερεῖν τὸν πάσχοντα , μὴ ὡς πολλοὶ τοῖς ναρκωτικοῖς σκευαζομένοις θαρρήσῃς κολλουρίοις : πολλοὶ γὰρ καὶ αὐτὸ τολμήσαντες | ||
δι ' ὑπερβολὴν πονῶν κινδυνεύει ὁ ἄνθρωπος , ἄμεινον τοῖς ναρκωτικοῖς χρῆσθαι : ἄλλως γὰρ οὐκ ἂν χρήσαιο αὐτοῖς . |
φλεγμονῆς ἀκατάσχετον : κἂν εἰς γῆρας ἔλθῃ , κατὰ βραχὺ νεκρούμενον καὶ ἀποσβεννύμενον : ἐνδιαίτημα τῇ ψυχῇ ἀχρειότερον , δυσάρεστον | ||
διασπασασῶν καὶ νεκρωσασῶν τὸ αἷμα , εἰς ὑπόμελαν δὲ εἴωθε νεκρούμενον τὸ αἷμα μεταχωρεῖν , ὀψέ ποτε τῇ ἀποκριτικῇ δυνάμει |
ἄπιστα καὶ θαμβητὰ Φηραίοις κλύειν . ὁ μὲν κρανείᾳ κοῖλον οὐτάσας στύπος φηγοῦ κελαινῆς διπτύχων ἕνα φθερεῖ , λέοντα ταύρῳ | ||
κατθανεῖν , ἑκὰς δ ' ἀφεστὼς πολεμίους ἀμύνεται τυφλοῖς ὁρῶντας οὐτάσας τοξεύμασιν τὸ σῶμά τ ' οὐ δίδωσι τοῖς ἐναντίοις |
φησὶ , τὴν τῶν τέκνων καὶ τὸν φόνον μὴ προπετῶς δράσῃς , ἀλλὰ πρότερον μεθ ' ἡμῶν ἢ ἄλλων τινῶν | ||
τι δάκῃς : ἐὰν γὰρ καὶ δηκτικόν τι καὶ λυπηρὸν δράσῃς , ὡς καὶ ὁ λόγος ὁ τρώσας ἰάσεται . |
τὴν ἁλουργίδα . ὥστε τοῦτ ' ἂν εἴη τὸ γνώρισμα ἐπιδεικτέον , ἐπεὶ τά γε ἀνθρώπινα ἐφ ' ὑμῶν καὶ | ||
καθ ' ὃν πεφύκασιν εἰς γνῶσιν ἡμῖν ἔρχεσθαι . καὶ ἐπιδεικτέον σπουδήν , ὅπως παραδοθῶσι καλῶς , ἤγουν κατὰ τὸν |
ἀνθρωπίνων , κατὰ δὲ τὸ προορατικὸν τῆς κυβερνητικῆς τέχνης τὸ εὔστοχον τῆς μαντικῆς . Εἰ δέ σου ἀντετίθει τύχη τῷ | ||
τὸ πᾶν διελέσθαι ὡς δεῖ . Οὔτε τὸ θεῖον πάντων εὔστοχον , οὔτε τὸ ἀνθρώπινον πάντων ἄστοχον . Καὶ περὶ |
καταψύχειν λέγουσιν , ὅταν τὸ καῦμα λήγῃ καὶ εἰς ψύχος τρέπηται . Πλάτων ἐν Φαίδρῳ : ” ἐπειδὰν ἀποψύχῃ , | ||
ὑδεριῶϲι ἡ ὁδὸϲ ἐπιγίγνεται , ἢν ἐϲ ἀγαθὸν ἡ νοῦϲοϲ τρέπηται : ἀγαθὸν δὲ ἡ λύϲιϲ τῆϲ αἰτίηϲ καὶ μὴ |
χυμὸν κενοῦνταϲ , πρὶν ἐν τῷ πεπονθότι μορίῳ ϲτηριχθῆναι . κενώϲομεν δὲ πρῶτον μέν , εἰ μή τι κωλύοι , | ||
πάλιν ὀλίγον τοῦ ὑγροῦ πρὸϲ τὴν δύναμιν διὰ τοῦ καλαμίϲκου κενώϲομεν καὶ οὕτωϲ ἑξῆϲ , ἄχριϲ ἐλάχιϲτον περιλειφθῇ , πανταχοῦ |
ὄντων πέλας ἐφθέγξατ ' , ἀλλ ' ἔβαλλον ἐκ χειρῶν πέτροις . πυκνῆι δὲ νιφάδι πάντοθεν σποδούμενος προύτεινε τεύχη κἀφυλάσσετ | ||
πέλας ὤιμωξέ θ ' : ἡμεῖς δ ' οὐκ ἀνίεμεν πέτροις βάλλοντες , ἄλλος ἄλλοθεν προσκείμενοι . οὗ δὴ τὸ |
: τὸ ἀναπείθειν . τὸ ἐκ δεσμῶν λύειν . τὸ γυμνοῦν . τὸ ἐκδέρειν . καὶ τὸ παρορμᾶν . „ | ||
εἰσιν αἱ διαλλαγαί . λώπη : περίβλημα . λωπίζειν : γυμνοῦν . μά : ἀντὶ τοῦ οὐ μά . τοῦτο |
παρὰ τούτων ζητοῦντα δίκην . ἄλλους μὲν γὰρ εἶναι τοὺς ἀφῃρημένους τὴν γῆν , ἄλλον δὲ τὸν πολεμούμενον . καὶ | ||
εἰς τὰς πατρίδας , καὶ τοὺς ἀδίκως τὰς ἀλλοτρίας πόλεις ἀφῃρημένους ἐξέβαλον ἐκ τῶν πόλεων : τούτων δ ' ἦσαν |
δέχεται καὶ δὴ νύκτωρ ἄνευ τῶν δορυφόρων ἧκε πρὸς τὴν Ἐρυξὼ καὶ εἴς τι δωμάτιον εἰσελθὼν περιπίπτει Πολυάρχῳ τῷ πρεσβυτάτῳ | ||
ἀδελφοῖς αὐτὸν ἠξίου διαλέγεσθαι . τῶν δὲ ἐπίτηδες ἀναβαλλομένων ἔπεμψεν Ἐρυξὼ θεράπαιναν ἀπαγγέλλουσαν , νῦν μὲν ἀντιλέγειν τοὺς ἀδελφοὺς , |
τούτων τῶν οὐσιῶν , οἷον ἀνθρώπου καὶ εἴ τι ἀνθρώπου τελειωτικόν , σοφίας φέρε καὶ ἀρετῆς : αἰτίαι γὰρ οὖσαι | ||
ἑαυτοῦ παντοποιὸν ἐνέργημα , ὅπερ οὔτε παρακτικὸν κλητέον , οὔτε τελειωτικόν , οὔτε ἄλλο τῶν τοιούτων οὐδέν : ἐν διορισμῷ |
βολβοῖς . * * * * ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν | ||
' οὐχ ἧψον ὁμοῦ βολβοῖς . ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν |
τὸ συνεχὲς καὶ τοῦ κτύπου τὸ ἀνέκλειπτον ὥσπερ τι ἄλλο ἐκπληκτικὸν φαίνεται . μεταξὺ δὲ δὴ τοῦ τε δεξιοῦ κέρως | ||
, εἰδότες τὸ δεινὸν [ δὲ ] καὶ τὸ θαυμαστὸν ἐκπληκτικὸν ὄν : δεῖν δὲ τἀναντία καὶ λέγειν καὶ παραδείγματα |
ῥάκιον καὶ ῥάκος : ἄμφω λέγουσιν . σαίρειν : οὐ σαροῦν : μᾶλλον δὲ κορεῖν λέγουσιν : καὶ ἀκόρητον , | ||
Πενέσταις καὶ παρὰ Κρησὶ Κλαρώταις . καλλύνειν : κοσμεῖν καὶ σαροῦν . κάμπιος δρόμος : δρόμοι τινὲς ἦσαν κάμπιοι οὐκ |
γαίης : πολλὴ γὰρ βλεφάροισι καὶ ἐν φρεσὶ τέρψις ἰδέσθαι παλλόμενον καὶ ἑλισσόμενον πεπεδημένον ἰχθύν . Ἀλλά μοι ἱλήκοις μὲν | ||
ἀχειροποίητα μορφώματα , καὶ πᾶν τὸ ἐξ οὐρανοῦ εἰς γῆν παλλόμενον . . . . Τ , : Τῇ Νυκτέως |
ὁ Ξάνθος : ” οὐ τοῦτο λέγω , ἀλλὰ ποῦ ἐγεννήθης ; “ ὁ Αἴσωπος : ” ἐν τῇ κοιλίᾳ | ||
ὁρᾷς , οἶά με ἐζημίωσας ; εἰ γὰρ σὺ μὴ ἐγεννήθης , ἐγὼ ἂν τὸν πάππον μου ἐκληρονόμησα . Σχολαστικὸς |
ζηλοτυπούσης δίδομαι : σὺ δὲ ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ μείνας οἰκτρῶς ἀποθνῄσκεις , οὐκ ἔχων οὐδὲ ὅστις σου τὸ σῶμα κοσμήσει | ||
εἴθικας : ἢ ἔξω ὑπάγεις καὶ τοῦτο ἤθελες : ἢ ἀποθνῄσκεις καὶ ἀπελειτούργησας . παρὰ δὲ ταῦτα οὐδέν . οὐκοῦν |
οὐ μικρὸν παρεῖχε τοῖς ἀνθρώποις , ὁπότε ἴδοι τινὰ μάτην ἐπαιρόμενον καὶ διὰ πρᾶγμα οὐδενὸς ἄξιον ἔξω τοῦ φρονεῖν , | ||
τῆς γαστρός νειαίρης ] τῆς κάτω τῆς κοιλίης ἀειρόμενον ] ἐπαιρόμενον , τὸ φάρμακον στόμα δὲ γαστρός : ὁ στόμαχος |
, καὶ γαλακτοποιῶν τὰ σπαρέντα : τὸ Ἔαρ δὲ , φύον ταῦτα , καὶ αὖξον , καὶ περιπνέον εὐκράτῳ ἀέρι | ||
χέρσου . φυσίζωον : τὸ φύον τὴν ζωὴν , τὸ φύον τὸ ζῇν , ἤως τὸ φύον , τὸ ἀναβλαστάνον |
Λύκος καὶ ὄϊν ποιμαίνει . Κεραμέως πλοῦτος : ἐπὶ τῶν σαθρῶν καὶ ἀβεβαίων καὶ εὐθραύστων . Κεραμεὺς ἄνθρωπος : ἐπὶ | ||
παλαιότητος εἰς νέαν κατάστασιν εἰδοποιῶ , καὶ ἐπισκευαστὴς ὁ τῶν σαθρῶν οἰκοδόμος . ʃ ἐκ σαθρότητος νέας ποιήσαντες . εἰρηναῖον |
. κλίνη καὶ αὐτὴ λίθου . ἐπ ' αὐτῆς κεῖται νοσοῦν τὸ ἐκείνου φάσμα χειρουργίᾳ φιλοτέχνῳ : παρέστηκε δὲ ὁ | ||
σώματος , ἢ τὸ ζῷον οὐκ ἂν ὑγιαίνοι τῷ κρείττονι νοσοῦν . κδʹ . Ἑλλανοδίκαις καὶ Ἠλείοις . Ἀξιοῦτέ με |
πεδίων οὐ προσάπτονται , ἀλλὰ παρελαύνουσιν εἰς τὰ νοτιώτερα τῆς Σουσίδος : αὕτη δὲ νηνεμίαις κατέχεται , καὶ μάλιστα τότε | ||
τὸν Ζάγρον τόπων διὰ τῆς Μασσαβατικῆς , ἐκ δὲ τῆς Σουσίδος διὰ τῆς Γαβιανῆς , τρίτη δ ' ἐστὶν ἡ |
αἰαῖ : καὶ νῦν ὀδύνα μ ' ὀδύνα βαίνει : μέθετέ με τάλανα , καί μοι θάνατος παιὰν ἔλθοι . | ||
, ὃν δ ' ἔχω δραμεῖν οὐκ οἶδα . † μέθετέ με φροντίδες : † μηδέν μοι χὔμιν ἔστω . |
τὸ κάταντες φερόμενον , ἄχρις ἂν ἐπὶ τὸν τῆς κύστεως ἐξίκηται τράχηλον , ᾧ συνεχὲς ὑπάρχει τὸ αἰδοῖον . ἄντικρυς | ||
' ἄφροσι πόλλ ' ἀγορεύειν . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ἐπὶ τῶν φανερῶς μὲν |
εἶναι , τῶν δὲ διὰ τὸ καίπερ θήλειαν οὖσαν ἥκιστα θηλύτητος καὶ ἐκλύσεως μετέχειν τὴν Ἀθηνᾶν : [ ἄλλοι δὲ | ||
ἀπογεύονται νύκτας ἐπὶ τούτοις διηγούμεναι καὶ τοὺς ἑτερόχρωτας ὕπνους καὶ θηλύτητος εὐνὴν γέμουσαν , ἀφ ' ἧς ἀναστὰς ἕκαστος εὐθὺ |
ὅτι συμφέρει ταχὺ παρεῖναι . Ἐκ τούτου δὲ ἑώρα μὲν ἐξωπλισμένους ἤδη πάντας καὶ τοὺς Μήδους καὶ τοὺς Ὑρκανίους καὶ | ||
εἶχε , τούς θ ' ἵππους ἐπεσκευασμένους καὶ τοὺς ἀμβάτας ἐξωπλισμένους ἔχων . ἐπειδὴ δὲ καταφρονητικῶς οἱ Ὀλύνθιοι καὶ εἰς |
ὁ δὲ ὄχλος κατεβόα καὶ τὴν φωνὴν τοῦ κινδυνεύοντος ἐκώλυεν ἐξακούεσθαι : τὸ γὰρ πλῆθος τῶν δημοτικῶν , ἀπωσμένον τῆς | ||
καὶ καχλάζει ἐπὶ μέγα , ὡς καὶ πόρρω ἔτι ὄντων ἐξακούεσθαι τὸν κτύπον τοῦ κύματος . καὶ ἦν μὲν προεξηγγελμένα |
κυμβαλίζοντες , ἢ τὰς χεῖρας εὐρύθμως κροτοῦντες , συνάγουσι . Μόνον δὲ τοῦτο τὸ ζῶον ἐπιζητεῖ ἡγεμόνα τὸν ἐπιμελησόμενον τῶν | ||
δέ τινος , τίς αὐτῷ ὅρος εὐδαιμονίας εἶναι δοκεῖ , Μόνον εὐδαίμονα , ἔφη , τὸν ἐλεύθερον : ἐκείνου δὲ |
ἢ τὶ διδάσκεσθαι . εἰ γὰρ τὸ οὔ τι ὂν διδάσκοιτο , ἔσται ᾗ διδάσκεται τί , καὶ διὰ τοῦτο | ||
εἰς κατασκευὴν τούτου λαμβανόμενον , εἰ μὴ δι ' ἀποδείξεως διδάσκοιτο . νὴ Δί ' , ἀλλ ' εἴπερ , |
εὐθύναι . Ὅτι ἐκ τοῦ τῆς Ἀρτέμιδος στεφάνου πέταλον χρυσοῦν ἐκπεσὸν ἀνείλετο παιδίον , οὐ μὴν ἔλαθεν . οἱ οὖν | ||
. Ὁκόσοισι μὲν οὖν ἂν ἤδη ἠνδρωμένοισι τοῦτο τὸ ἄρθρον ἐκπεσὸν μὴ ἐμπέσῃ , οὗτοι , ὁκόταν αὐτοῖσιν ἡ ὀδύνη |
κολλῶδες ξυνίῃ τῷ ψυχρῷ ἄνευ τοῦ λιπαροῦ , οὐκ ἐθέλει ἐκκαίεσθαι , ἀλλὰ τῷ χρόνῳ θερμαινόμενον πήγνυται . Ὁ δὲ | ||
τὸ λίαν ζέειν ζέλος καὶ ζῆλος : ὁ φλεγμαίνειν καὶ ἐκκαίεσθαι ποιῶν τὴν ψυχήν , ἢ ὁ λῶν ἤτοι θέλων |
. . . . . Ἔκλαγξε βροντὰν ] Ἀντὶ τοῦ ἐβρόντησε βροντήν . Ἡ δὲ φράσις ὡς τὸ μάχομαι μάχην | ||
ὁ Ζεύς , ἤτοι ἡ πρόνοια , ὀξὺ ἐνόησε καὶ ἐβρόντησε μέγα . πνεύματος γὰρ ὑπὸ τὸ νέφος εἰσερχομένου καὶ |
ἀνῄρηκας , ἵνα μή με ἀναλάβῃ , μηδὲ τῆς οὐσίας σχῇς κοινωνόν : καὶ τὰ τοιαῦτα : ὁ δὲ ἐπὶ | ||
, ἀλλὰ δέδοικας μὴ οὐ σχῇς μάγειρον , μὴ οὐ σχῇς ἄλλον ὀψωνητήν , ἄλλον τὸν ὑποδήσοντα , ἄλλον τὸν |
τε ἅμα καὶ λεπτυντικὴν καὶ διαφορητικὴν ἔχει δύναμιν . Ὀξυλάπαθον διαφοροῦν ἔχει τι καὶ ἀποκρουστικόν : τὸ δὲ σπέρμα σαφῶς | ||
τῇ καλαμίνθῃ : ἀγαθὸν γὰρ καὶ τοῦτο μὴ μόνον γενναίως διαφοροῦν τοὺς λεπτοὺς χυμούς , ἀλλὰ καὶ λεπτῦνον ἰσχυρῶς καὶ |
προστρόπαιον ] ἱκετεύοντα . σημείωσαι . ἀργῆτι ] λευκῶι . Θαυμαστὸς λόχος : εἰώθασιν οἱ ποιηταί , ὅταν τι ἀσαφὲς | ||
ὑπὲρ τοῦ ὠτὸς ἄνω πρὸς κορυφὴν τὸ τρῶμα ἦν . Θαυμαστὸς ὁ λόγος , ἀλλ ' οὐκ ἔχει προστεθειμένον τὸ |
ἀκριβῶς οἶδα ὅτι πλέον ἂν εὕροι ἢ ἑκατονταπλασίονα τούτου . Κᾆτα οὕτως ἐγνωκὼς σὺ μὲν οὐχ ἡγῇ προσδεῖσθαι χρημάτων , | ||
μὴ φλυαρήσεις ἔχων , ἀλλ ' ἀντιβὰς ἐλᾷς προθύμως . Κᾆτα πῶς δυνήσομαι ἄπειρος , ἀθαλάττευτος , ἀσαλαμίνιος ὢν εἶτ |
ὀξέως κινδυνεῦσαι τῆς πατρίδος διὰ μάχης μιᾶς . ὡς δὲ περιπέμψας ὁ Κίννας περὶ τὸ ἄστυ κήρυκας ἐδίδου τοῖς ἐς | ||
οὖν καὶ ἀνδρῶν ἀγροίκων πλῆθος ἀθροίσας καὶ ἐς τὸν δῆμον περιπέμψας χρήματα τῶν τε δημάρχων Μᾶρκον Καίλιον πριάμενος ἐς τὴν |
κενοῦντας διὰ κλυστῆρος ἀνετικοῦ τὴν κοιλίαν : ποτὸν δὲ καὶ διάκλυσμα ὕδωρ θερμὸν ἔστω καὶ ῥόφημα πτισάνης χυλοῦ . Σφοδροτέρας | ||
αὐτῶν : μετὰ τὸ πιεῖν τὸ φάρμακον δώσομεν ψυχρὸν ὕδωρ διάκλυσμα , ἔπειτα ἀποσφραίνοντές τινι τῶν εὐωδῶν , εἰ μὲν |
ἤδη τις λέγεται γενέσθαι δοῦλος . Ἀλλὰ μὴν ἑνὶ λόγῳ συλλαβόντα χρὴ ἀποφήνασθαι ὡς ὅτῳ μὲν ἔξεστιν ὃ βούλεται πράττειν | ||
, καθιέναι μὲν ὁμοίως τὴν χεῖρα θερμὴν καὶ λελιπασμένην , συλλαβόντα δὲ τὸ χορίον ἕλκειν μὴ ἀπ ' εὐθείας διὰ |
σμινύης καὶ ἐρρωμένως τῇ γῇ ἐμβάλλειν , ἀνακύψαντα δὲ „ λυπῶ σε ” , φάναι ” ὦ Δημήτριε , τὸν | ||
. Ἡνία , ὁ χαλινὸς , ἀπὸ τοῦ ἀνιῶ τὸ λυπῶ , κημὸς ἀπὸ τοῦ κάμνω , φιμὸς ἀπὸ τοῦ |
κοῦφα δὲ εἰς τὸ μὴ ἐκ τοῦ προσόντος αὐτοῖς βάρους φορτικὴν τὴν ἐπί - δεσιν γίγνεσθαι . μὴ ἐχέτω δὲ | ||
εἶναι ὄντα πῇ δὲ οὐκ ὄντα . ὁ τοίνυν Ἀριστοτέλης φορτικὴν ἀποκαλεῖ τὴν ἀπορίαν αὐτοῦ . ὅσον γὰρ ἐπὶ τούτῳ |
μὲν δὴ τὸν τρόπον τοῦτον ἀδεὴς ὤν : ἐὰν μέντοι φοβηθῇ τι τῶν ἁδροτέρων , βυθίσας τὴν κόγχην ἐπλήρωσε , | ||
τὸ γὰρ εἱμαρμένον ἥξει , κἂν Ἀρισταίνετος μᾶλλον ἢ δεῖ φοβηθῇ . πολλῷ δὲ κρεῖττόν ἐστι μὴ δεδοικότα παθεῖν τὸ |
] συμπίπτων , συγκρούων . . κελαινὸς ] μέλας . ὑποβρέμει ] ὑπηχεῖ . . γᾶς ] γῆς . ἁγνορρύτων | ||
θάλασσα , καὶ ὁ μέλας τόπος τῆς γῆς τοῦ Ἅιδου ὑποβρέμει . αἱ πηγαί τε τῶν καθαρῶν ὑδάτων στένουσιν ἄλγος |