ὁ Προμηθεὺς ἐπεβουλεύσατο τῷ Διί , διὰ τί οἱ ἄνθρωποι ὀδυνηρῶς ζῆν κατεκρίθησαν ; καί φαμεν ὡς ἔχοντες τὸ πῦρ
δὲ πλούσιοι δουλεύουσιν ἁλισκόμενοι . χωλὸς ὄναγρος ὑπὸ σκόλοπος ἐγκεντρισμένος ὀδυνηρῶς ἔφερε τὸν πόδα ἀλγῶν καὶ διαβῆναι τὸν ποταμὸν μὴ
5716597 φανερωσον
. , ὕβρεος . ἐπίδειξαι ] παράστησον , δήλωσον , φανέρωσον , δεῖξον . προτέρους ] παλαιοὺς . ἀνθρώπους ,
ἀπαλλαγὴν φράσω . . πάντ ' ἐκκάλυψον ] ἐκκάλυψον καὶ φανέρωσον καὶ εἰπὲ ἡμῖν πᾶσαν αἰτίαν , καὶ τὸν τρόπον
5413931 φυραθειϲα
Πομφόλυξ ἀρίϲτη ἐϲτὶν ἡ Κυπρία , ἐν δὲ τῷ ὄξει φυραθεῖϲα ἀποφορὰν ἔχει χαλκοῦ , χρόαν δὲ ὥϲπερ ποϲῶϲ ἰώδη
ἐκϲαρκώϲειϲ τὰϲ ἐπὶ τῶν διδύμων τέφρα κληματίνη νίτρῳ καὶ ὕδατι φυραθεῖϲα ἰᾶται καταπλαϲϲομένη . κνηϲμοῦ δὲ περὶ ὄϲχεον ὄντοϲ νίτρον
5391398 ἀπολυθεντα
ἐξοχὰς ὀξείας ἔχοντα καταπηδῶν ἐρείσηται . τὰ μὲν οὖν πάντοθεν ἀπολυθέντα καὶ τελέως ἐκστάντα τῆς ἑαυτῶν χώρας , εἴτε κάτω
ἐγώ τινα μετὰ σφοδρὰν περιωδυνίαν λιποθυμήσαντα καὶ ἱδρώσαντα ἐπιπολὺ , ἀπολυθέντα δὲ μετὰ τὸ ἀναστῆναι ἁπάντων τῶν δυσχερῶν . Θεραπεύειν
5350705 μελεοπονος
δὲ ἀνελὼν τὸν ἕτερον ἀπέθανες . . Ἐτέοκλες . . μελεόπονος ] ἤγουν μέλεα πονήσας πρὸς τὸν ἀδελφόν . μελεοπαθὴς
Πολυνείκην . ἔκτανες ] ἐφόνευσας . ἔθανες ] ἀπέθανες . μελεόπονος ] ἄθλιον πόνον ἀγαγών . μελεόπονος ] ἀθλιόπονος .
5347904 παυσιν
τῆς τῶν ὀδόντων . μεθιᾶσιν : ἐνδίδουσιν , ἐνδιδόασι , παῦσιν ποιοῦσιν . μεθιέντες : ἐνδιδόντες . ὁμῶς : ὁμοίως
. οὗτος γὰρ πάντα γεννᾷ καὶ πάντ ' ἀναλίσκει . παῦσιν καὶ ἀφανισμόν . τούτων . τύχη . ἀγαθῶν .
5317603 ἐμπυρων
θώραξ αἰδοῖα πόδες . πέντε δὲ καὶ ζώων γένη , ἐμπύρων ἐναερίων ἐγγείων ἐνύδρων ἀμφιβίων . ὅτι καὶ ἀνεικίαν προσηγόρευον
ἐκεῖνος κατεστήσατο , Ποτιτίων μὲν ἡγουμένων τῆς ἱερουργίας καὶ τῶν ἐμπύρων ἀπαρχομένων , Πιναρίων δὲ σπλάγχνων τε μετουσίας εἰργομένων καὶ
5302341 εὐελπιστιας
ἄνανδροι δειλίαν , οἱ δ ' ἀκατάπληκτοι θάρσος μετ ' εὐελπιστίας . ἀλλ ' οὗτοι μὲν πέμπτη μοῖρα τῶν ἀποδεδειλιακότων
? [ ] καθ [ - ] ' ὅλμ βίον εὐελπιστίας [ - ] [ ] τὰς διὰ τῶν [
5221770 ἠλγει
ὑποφαίνει [ καὶ ] κνισμὸν ὀνομάζων . ἢ λυπουμένη : ἤλγει μὲν γὰρ ὡς μήτηρ , στέργουσα τὸ τέκνον :
. ἐν ἀκμῇ δὲ ὢν τῆς τότε ὀδύνης καὶ ὧν ἤλγει , οὐκ ᾔδει τὴν ὁδὸν τὴν πορεύουσαν ἐς αὐτοῦ
5196027 κεφαλαλγουντων
χρῶνται δὲ αὐτῷ οἱ κατ ' ἀγρὸν ἐπὶ τῶν χρονίωϲ κεφαλαλγούντων ἕψοντεϲ ὕδατι καὶ καταιονοῦντεϲ τὴν κεφαλήν : ὁμοίωϲ δὲ
τῆϲ ἐν πυρετοῖϲ κεφαλαλγίαϲ Φιλουμένου . ἐπὶ τῶν ἐν πυρετοῖϲ κεφαλαλγούντων τὸ μὲν πολὺ φῶϲ παραιτητέον : πλήττει γὰρ τὴν
5195231 Ἁβροκομῃ
λαβοῦσα καὶ κατασημηναμένη δίδωσι θεραπαίνῃ τινὶ ἑαυτῆς βαρβάρῳ , εἰποῦσα Ἁβροκόμῃ κομίζειν : ὁ δὲ ἔλαβε καὶ ἀνέγνω καὶ πᾶσι
διακόνους : ὑμεῖς δὲ ἀεὶ βλέποιτε ταὐτά , καὶ μήτε Ἁβροκόμῃ ἄλλην δείξητε καλήν , μήτε ἐμοὶ δόξῃ τις ἄλλος
5192702 ἀνυσας
, Ὀππιανὲ θρυλούμενε κλυτῆς εἵνεκ ' ἀοιδῆς , ἀλλ ' ἀνύσας θηησάμην σέο καλλιέπειαν . Σοὶ τοὺς περὶ κυνηγεσίων ἀνατίθημι
” καὶ „ ὡς εἰδεῖεν οἱ θεοί . „ καὶ ἀνύσας ἱκανῶς , καὶ ἀφθόνως τοῦ πνεύματος ἐνδόντας : καὶ
5153059 ἐκκαλυψον
] ἐλεύσεται , ἵνα αὐτῷ ἀπαλλαγὴν φράσω † πάντ ' ἐκκάλυψον : αἱ συστηματικαὶ αὗται περίοδοι στίχων εἰσὶν ἰαμβικῶν τριμέτρων
πόλεμον , καὶ δὴ καὶ ἀνάρθμιον αἷμα . πάντ ' ἐκκάλυψον : Καὶ φανέρωσον : καὶ εἰπὲ ἡμῖν πᾶσαν αἰτίαν
5133477 ὀλλυμενον
/ εἶδον Ἕκτορος παῖδα [ Ἀστυάνακτα ] ? / Τρωίλον ὀλλύμενον / μορφὴν τὴν Ἑκάβης στυγοῦσαν ἐν θαλάμοις κλιθεῖσαν /
οἰκτρῶς : ἐλεεινῶς , ἀθλίως . ὄλισθον : πλάνον . ὀλλύμενον : ἀπολλύμενον . οἶος ἐξ οἴου : μόνος ἐκ
5127216 ἡσυχον
θερμότητι καὶ τῆς πιμελῆς συντηξάσης . Ἐπί γε μὴν τῶν ἥσυχον καὶ ἀγύμναστον μετιόντων βίον τά τε οὖρα τοῦ συμμέτρου
παρασκευήν . οἱ μὲν γὰρ δὴ διαφερόντως ὄντες κόσμιοι τὸν ἥσυχον ἀεὶ βίον ἕτοιμοι ζῆν , αὐτοὶ καθ ' αὑτοὺς
5121108 ἐξελευσῃ
πρὸς Ἁβραὰμ τὸν δοῦλόν μου , καὶ εἰπὲ αὐτῷ ὅπως ἐξελεύσῃ τοῦ βίου , ὅτι ἰδοὺ ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τῆς
, ἂν σχῇς , ἕξεις : ἂν μὴ σχῇς , ἐξελεύσῃ : ἤνοικται ἡ θύρα . τί πενθεῖς ; ποῦ
5115580 λαλειϲ
[ ὁρῶ ; τί βούλει , τηθία ; τί μοι λαλεῖϲ ; πατὴρ ἐμόϲ ; ποῦ ; παιδίον , Κράτεια
τί ] φήιϲ ; πέπονθαϲ ἀγάθ ' ; ὑπὲρ ταύτηϲ λαλεῖϲ [ ; ! ] ν ? ἔλεγ ' ἐμοὶ
5097397 φανειης
ποιήσεις . ἢ ὅτι ἐν τοῖς ναοῖς διατρίβων , εἰ φανείης ἡμῖν ἐξαίφνης ἐπικαλεσαμένοις , ἐνταῦθα δείξεις τὰς ὁδοὺς ἄνευ
ποιεῖν ἠρξάμην . ἐγὼ γὰρ ἐκεῖνος ὁ προσθέων , ὁπότε φανείης , καὶ ὡς ἥδιστα ὑπέχων τὰ ὦτα τῷ ῥεύματι
5075605 ἠλευθερωθη
. ἑταίρα ἔδοξεν εἰς τὸ τῆς Ἀρτέμιδος ἱερὸν εἰσεληλυθέναι καὶ ἠλευθερώθη καὶ κατέλυσε τὴν ἑταιρείαν : οὐδὲ γὰρ εἰς τὸ
Ἔδοξέ τις τρία αἰδοῖα ἔχειν . ἔτυχε δοῦλος ὢν καὶ ἠλευθερώθη καὶ τρία ἀντὶ ἑνὸς ὀνόματος ἐκτήσατο , τὰ δύο
5070071 πανδακρυτον
πῶς ποτ ' ἀμφιπλήκτων ῥοθίων μόνος κλύων , πῶς ἄρα πανδάκρυτον οὕτω βιοτὰν κατέσχεν : ἵν ' αὐτὸς ἦν πρόσουρος
. ὦ θεομανές τε καὶ θεῶν μέγα στύγος , ὦ πανδάκρυτον ἁμὸν Οἰδίπου γένος : ὤμοι , πατρὸς δὴ νῦν
5065350 παμπολυν
πάντα εἶναι , καὶ οὐκέτι ἐν κόσμῳ οὐδενὶ ἀναγκάζεσθαι πίνειν πάμπολυν οἶνον . τὸν μὲν οὖν Ἐρυξίμαχον καὶ τὸν Φαῖδρον
, Ῥωμαῖοι δὲ ὡς φίλοις ξένια πολλὰ ἔπεμψαν καὶ οἶνον πάμπολυν . οἱ βάρβαροι , φύσει δὲ τὸ Κελτικὸν ὑπέροινον
5058105 προϲπλεκων
ὀϲτράκου λεάναϲ παράπτου καθ ' ἑαυτὸ ἢ μόλυβδον κεκαυμένον ἴϲον προϲπλέκων . Χειρουργία ἐκτροπίων Ἀντύλου . τὰϲ δὲ μείζουϲ ὑπερϲαρκώϲειϲ
τῶν κυδωνίων μήλων ϲυνήθωϲ ϲκευαζομένῳ πεπτικῷ φαρμάκῳ ὅϲον ἑνὶ κοχλιαρίῳ προϲπλέκων ϲκαμμωνίαϲ Γρʹ β τὴν ξανθὴν χολὴν κενώϲειϲ ἀλύπωϲ .
5052790 τμηθωσιν
τριγώνου πλευράς : καὶ ἐὰν αἱ τοῦ τριγώνου πλευραὶ ἀνάλογον τμηθῶσιν , ἡ ἐπὶ τὰς τομὰς ἐπιζευγνυμένη εὐθεῖα παρὰ τὴν
οὕτως ἡ ΛΔ πρὸς τὴν ΔΗ . ἐὰν τριγώνου ἀνάλογον τμηθῶσιν αἱ πλευραί , ἡ ἐπὶ τὰς τομὰς ἐπιζευγνυμένη εὐθεῖα
5045276 διατιθεμενῳ
τοῖς πράγμασι προσεφέρετο καὶ τῶν τοιούτων βραχὺν ἐποιεῖτο λόγον . διατιθεμένῳ δὲ ταῦθ ' οὕτως τῷ βασιλεῖ καὶ τὰ κατὰ
τοῦ ἰατροῦ , ἀλλ ' ἔν γε τῷ πάσχοντι καὶ διατιθεμένῳ τὰς τῶν ποιούντων ἐνυπάρχειν ἐνεργείας ἔφθημεν ἐν τοῖς Περὶ
5043515 ἀνεπεσεν
οὐκ ἔχεις γάρ . ” Εἰσβαλὼν δὲ πάλιν ὁ Ξάνθος ἀνέπεσεν . τοῦ δὲ πότου διιππεύοντος καὶ ἤδη τοῦ Ξάνθου
ἁγνῷ βάθρῳ βεβῶσαν : ἰδοῦσα δὲ ἔδεισέ τε καὶ σεφθεῖσα ἀνέπεσεν ὑπτία , καὶ ἅμα ἠναγκάσθη εἰς τοὐπίσω ἑλκύσαι τὰς
5034131 Ἡραι
ἃ δρᾶν οὐ βούλομαι . εἰ δὲ δή μ ' Ἥραι θ ' ὑπουργεῖν σοί τ ' ἀναγκαίως ἔχει ,
τοῦτο Νηρέως πάρα ἔχουσα σώιζειν , Μενέλεως , πειράσομαι . Ἥραι δ ' , ἐπείπερ βούλεταί ς ' εὐεργετεῖν ,
5021482 ἐμπα
μιν ἐρύξει οὐδ ' ὀλίγον μίμνοι κεν ἐπὶ χρόνον , ἔμπα δὲ λύει . Τοξευτὴρ ἐπὶ μακρὸν ἐν ἄλγεσιν ἀνέρα
καὶ ἔμπης . † ) τὸ ἔμπης , ὃ καὶ ἔμπα λέγεται , ἐν τούτῳ τῷ τόπῳ ὅμως σημαίνει ,
5019359 ἐκρεμω
χρύσεον ἄρρηκτον ; σὺ δ ' ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσιν ἐκρέμω : ἠλάστεον δὲ θεοὶ κατὰ μακρὸν Ὄλυμπον , λῦσαι
σε πληγῇσιν ἱμάσσω . ἦ οὐ μέμνῃ ὅτε τ ' ἐκρέμω ὑψόθεν , ἐκ δὲ ποδοῖιν ἄκμονας ἧκα δύω ,
5016339 Ναυπλιας
ἔπλησεν ἐμέ τε καὶ ναύτας ἐμοὺς πολλῶν . ἐπεὶ δὲ Ναυπλίας ψαύω χθονός [ ἤδη δάμαρτος ἐνθάδ ' ἐξορμωμένης ]
τῶν φυγόντων ἐπ ' αὐτούς : καὶ οἱ ἐκ τῆς Ναυπλίας ἐκεῖσε ἀνεχώρησαν . , : μεταξὺ δὲ Τροιζῆνος καὶ
5015283 ὀνθον
καθῆκεν . ὁ δὲ Ζεὺς ἀναστὰς ἐφ ' ᾧ τὴν ὄνθον ἀποτινάξασθαι καὶ τὰ ὠὰ διέρριψεν ἐκλαθόμενος : ἃ καὶ
προσέπλεξε κολακεύων τὴν ἑταῖραν . ἀπὸ τοῦ κατασκευάζειν δὲ τὴν ὄνθον εἰς εἶδος μήλου ὀνομάζεται ἡ μηλολόνθη . πρὸς τὴν
5007688 λαβοιμι
' ἴσως ἐπιδώσουσιν αὐτοὶ δέει , μὴ παρ ' ὑμῶν λάβοιμι . ” τοιάδε εἰπὼν ἐθεᾶτο γυμνάσια τῶν δύο τελῶν
πρόσθ ' ἔχεις πέπλους ; φεῦ : τίν ' ἂν λάβοιμι τῶν ἐμῶν ἀρχὴν κακῶν ; ἅπασι γὰρ πρώτοισι χρήσασθαι
5006334 ἡσται
Σώπατρος λέγων φησί : δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . καὶ
ἐντὸς ὀξάλμην ἔχων . δισσαῖς γὰρ ἐν μέσαισιν ἰχθύων φοραῖς ἧσται , τὸν Αἴτνης ἐς μέσον λεύσσων σκοπόν . βαυκαλὶς
4998914 τευχουσα
αἰθὴρ ] ἀήρ . . ῥιπὴ ] ὁρμή . . τεύχουσα ] κατασκευάζουσα . . ὦ μητρὸς ἐμῆς σέβας ]
ἀνῆκε σκορπίον , ἐκ κέντροιο τεθηγμένον , ἦμος ἐπέχρα Βοιωτῷ τεύχουσα κακὸν μόρον Ὠαρίωνι , ἀχράντων ὅτε χερσὶ θεῆς ἐδράξατο
4990855 ἐπιπολασαν
ἀτροφωτάτη , ἑτοίμως δ ' αὐτὸ ἀποκρίνῃ ἡ ἄνω , ἐπιπολάσαν τε καὶ ἀδιάσπαστον ὃ γίνεται ὑπὸ τῶν πνευμάτων .
, ὅτι μὲν ἀρχαῖόν τι φῦλον κατὰ τὴν Ἑλλάδα πᾶσαν ἐπιπολάσαν καὶ μάλιστα παρὰ τοῖς Αἰολεῦσι τοῖς κατὰ Θετταλίαν ,
4985809 Κιρκῃ
παρίστησι , καὶ Εὐρυτίωνα τὸν Κένταυρον : τούς τε παρὰ Κίρκῃ λέοντας ποιεῖ καὶ λύκους , ταῖς ἡδοναῖς ἐπακολουθήσαντας .
ὤμνυέ με τὸν δέλφακα . καὶ Ἀναξίλας δ ' ἐν Κίρκῃ καὶ ἀρσενικῶς εἴρηκε τὸν δέλφακα καὶ ἐπὶ τοῦ τελείου
4977242 ὑπεροχον
Ὅμηρον Ἄτλανθ ' ] εἶδον , ἀπὸ κοινοῦ ὑπείροχον ] ὑπέροχον , μέγα κραταιὸν ] ἰσχυρὸν λέγω οὐράνιον ] τὴν
' ἄμικτον ἱπποβάμονα στρατὸν θηρῶν , ὑβριστήν , ἄνομον , ὑπέροχον βίαν , Ἐρυμάνθιόν τε θῆρα , τόν θ '
4954168 ἐπιμειναντες
καὶ νεωκόρους ἐπιμελεῖσθαι καὶ τημελεῖν , ἕως ἂν τὸν μέτριον ἐπιμείναντες χρόνον , ἰδόντες τε καὶ ἀκούσαντες ὧν χάριν ἀφίκοντο
ὀλιγοστά . τημελεῖν . ἐπιμελεῖσθαι . ἕως ἂν τὸν μέτριον ἐπιμείναντες χρόνον . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : ὅπως ἂν
4949850 ἀληλεμενον
Λακεδαιμόνιοι προειπόντες ἐς τὴν νῆσον ἐσάγειν σῖτόν τε τὸν βουλόμενον ἀληλεμένον καὶ οἶνον καὶ τυρὸν καὶ εἴ τι ἄλλο βρῶμα
ἂν ἅπαξ τις ἀποθάνῃ . Ἤδη πότ ' ἤκουσας βίον ἀληλεμένον ; ναί . τοῦτ ' ἐκεῖν ' ἔστιν σαφῶς
4945800 διαβροχος
δὲ φαῦλος αὐλὸς καὶ ἄγλωττος καὶ ἄφθογγος , ἀραιός , διάβροχος , ἔξαυλος : καὶ ἐξηυλημέναι γλῶτται αἱ παλαιαί .
ἡμεῖς ἐπεφροντίκειμεν αὐτοῦ , κατ ' ὀλίγονοὐ γὰρ τέλεον ἦν διάβροχος τῇ Μέθῃἀνένηφε πρὸς τοὺς λόγους καὶ ἀφῃρεῖτο τοὺς στεφάνους
4943200 ἐκλαυσεν
συλλαβὴ λύει τὴν αἰτίαν , ἵνα ᾖ : τῆνον ἂν ἔκλαυσεν , εἰ ἐν Σικελίᾳ λέων ἦν . πολλαί οἱ
καὶ αὐτὸς σφόδρα : καὶ Μιχαὴλ ἰδὼν αὐτοὺς κλαίοντας , ἔκλαυσεν καὶ αὐτός : καὶ ἔπεσαν τὰ δάκρυα Μιχαὴλ ἐπὶ
4935827 Ἱερεμιαν
σύμβουλος τοῦ φωτὸς , μὴ μεριμνήσῃς τὸ πῶς ἀποστείλῃς πρὸς Ἱερεμίαν : ἔρχεται γὰρ πρός σε ὤρᾳ τοῦ φωτὸς αὔριον
ἀπὸ τοῦ βασιλέως τῶν Χαλδαίων , ἐλάλησεν ὁ θεὸς πρὸς Ἱερεμίαν λέγων : Ἱερεμία , ὁ ἐκλεκτός μου , ἀνάστα
4932731 νισεται
πέλει βίος ἀνθρώποισι : τοὔνεκ ' ἄρ ' ἀσφαλέως οὐ νίσεται , ἀλλὰ πόδεσσι πυκνὰ ποτιπταίει : τρέπεται δέ οἱ
, γαμβρὸν Ποσειδάωνα πείσαις , ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κˈλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν : ἔνθα νιν εὔφρονες ἶλαι σὺν καλάμοιο
4931648 δυσσεβεστατον
ἄτην [ : ἁρπάσας δ ' ἠικασμένην νεφέλην γυναικὶ [ δυσσεβέστατον λόγον ἔσπειρεν ἐς τοὺς Θεσσαλούς [ , ὡς δὴ
ἢ οὐ δύναται ; ἀλλὰ τὸ μὲν λέγειν οὐ δύναται δυσσεβέστατον : δύναται ἄρα . εἰ δὲ δύναται μέν ,
4928832 ἐζωγραφημενην
ἀπηνῶς σιτουμένην τοὺς ἄνδρας . θΞ προσμεμηχανημένην ] μετὰ μηχανῆς ἐζωγραφημένην . προσμεμηχανημένην ] μετὰ μηχανῆς κεκαρφωμένην . προσμεμηχανημένην ]
μηχανῆς κατεσκευασμένην καὶ προσηλωμένην . . μετὰ μηχανῆς προσκεκαρφωμένην καὶ ἐζωγραφημένην . . λαμπρὸν ἔκκρουστον δέμας ] πρὸς τὸ λαμπρὸν
4926140 Χθες
εἶναι δοκεῖ . ἀλλὰ θεραπείᾳ τοὺς πόνους αὐτῷ συγκαλύψωμεν . Χθὲς παιδαγωγὸς ἦν ὁ σήμερον ὑπὸ παιδὸς ἀγόμενος , καὶ
χρώμενοι τῷ τολμήματι ἰσόρροπον τῇ πράξει τὴν τιμωρίαν ἐκτίσουσιν . Χθὲς Καρίωνος περὶ τὸ φρέαρ ἀσχολουμένου εἰσέφρησα εἰς τοὐπτάνιον :
4924338 εὑροιϲ
τὴν τροφὴν ἀναλαμβάνουϲι : τούτου δὲ μεῖζον ἀγαθὸν οὐδὲν ἂν εὕροιϲ αὐτοῖϲ . φυλακτέον δὲ τὴν ἐν τῷ ψυχρῷ πολλὴν
καὶ ϲεϲέλιοϲ πάϲαϲ ἰδέαϲ . καὶ τί γὰρ οὐκ ἂν εὕροιϲ ἐν τοιϲίδε τῶν δυνατωτάτων ; λόγοϲ ὅτι καὶ γυπὸϲ
4918553 τριετη
τριῶν παρελθόντων παρέλαβε τὴν τῶν Λατίνων βασιλείαν , καὶ κατασχὼν τριετῆ χρόνον ἐξ ἀνθρώπων ἠφανίσθη καὶ τιμῶν ἔτυχεν ἀθανάτων .
ηʹ καὶ διὰ τῶν ἴσων ἐπισφίγγειν πάλιν ; ὅταν δὲ τριετῆ γένηται τὰ στελέχη , ὀρύξαι παρὰ τὴν ῥίζαν τοῦ
4912929 λυπηθησῃ
αὐτῷ ἃ μέλλει ποιῆσαι . ἀχθέσῃ : ἀντὶ τοῦ ” λυπηθήσῃ ποτέ “ , ἐὰν μάθω δηλονότι . τοῦτο λέγει
θέλξαι τὴν σὴν ψυχὴν , δέδοικα δὲ καὶ ἀληθεῦσαι : λυπηθήσῃ γάρ . . δείομαι μὲν ] ὀκνῶ τὸ σὸν
4903326 Θεοδωρε
διερευνωμένῳ ; Ἀλλ ' οὔ τι σοῦ γε , ὦ Θεόδωρε , ἄμεινον . μὴ οὖν οἴου ἐμὲ μὲν τῷ
ἐρώτα οὖν καὶ ἀκούσῃ . Ἀλλά μοι δοκῶ , ὦ Θεόδωρε , περί γε ὧν κελεύει Θεαίτητος οὐ πείσεσθαι αὐτῷ
4900245 ἀναθησεις
νύμφην , ἐπειδὰν καιρὸς ᾖ , μετέωρον ἐπὶ τὸ ζεῦγος ἀναθήσεις φέρων . ἔργον δουλικόν ἔωθας κοκκυμηλέαν , κοκκύμηλον χορτάζεσθαι
, ἐὰν ὁ καιρὸς ᾖ , μετέωρον ἐπὶ τὸ ζεῦγος ἀναθήσεις φέρων . ΑΡΑΡΟΤΟϹ ] Ἄδωνιϲ ] Παρθενὶϲ ] ἢ
4895940 Ἐρυξω
δέχεται καὶ δὴ νύκτωρ ἄνευ τῶν δορυφόρων ἧκε πρὸς τὴν Ἐρυξὼ καὶ εἴς τι δωμάτιον εἰσελθὼν περιπίπτει Πολυάρχῳ τῷ πρεσβυτάτῳ
ἀδελφοῖς αὐτὸν ἠξίου διαλέγεσθαι . τῶν δὲ ἐπίτηδες ἀναβαλλομένων ἔπεμψεν Ἐρυξὼ θεράπαιναν ἀπαγγέλλουσαν , νῦν μὲν ἀντιλέγειν τοὺς ἀδελφοὺς ,
4889117 καμνονταϲ
' ἀνθράκων ταγηνίϲαϲ , δοίηϲ φαγεῖν , οὐ ϲμικρὰ τοὺϲ κάμνονταϲ ὠφελήϲειϲ . ἐπιτήδεια δέ ἐϲτιν εἰϲ ταῦτα ὀμφάκιον καὶ
δεῖ τὴν τραχύτητα τῆϲ γλώττηϲ ποιοῦνταϲ διακρατεῖν λινοϲπέρμου ἀφέψημα τοὺϲ κάμνονταϲ ἐν τῷ ϲτόματι . βέλτιον δὲ ἐνεργεῖ μυξίον τῷ
4885486 κατεβαινε
ὣς φάθ ' : ὃ δ ' ἐξ εὐνᾶς ἀλόχῳ κατέβαινε πιθήσας : δαιδάλεον δ ' ὥρμασε μετὰ ξίφος ,
μὲν οὖν δήμιος ἐπέσχε τὴν ὁρμήν : Χαιρέας δὲ λυπούμενος κατέβαινε τοῦ σταυροῦ : χαίρων γὰρ ἀπηλλάσσετο βίου πονηροῦ καὶ
4882453 ἐκλιπουσα
ἄκλαυτον , ἄταφον , οἰωνοῖς βοράν . σὺ δ ' ἐκλιποῦσα τριπτύχους θρήνους νεκρῶν κόμιζε σαυτήν , Ἀντιγόνη , δόμων
γὰρ εἰσάγεται διὰ τῶν χρησμῶν ” τὰ γυναικεῖα πάντ ' ἐκλιποῦσα ” , ἡνίκα τὸ αὐτομαθὲς γένος ὠδίνειν καὶ ἀποτίκτειν
4878112 εὐθανατως
, ῥεμβόμενος ἐχθροὺς ηὗρ ' , ἐπεβουλεύθη ποθέν , οὐκ εὐθανάτως ἀπῆλθεν ἐλθὼν εἰς χρόνον . παύσασθε νοῦν λέγοντες :
δουλοπρεπέστατα δυσβράκανον δυσθαλής δωδεκέται ἐθέλεχθρον ἐλλοπίδας ἐναύεσθαι ἐπιλησμονή ἐρρῶσθαι εὐζωρότερον εὐθανάτως εὐπινής ἐφετίνδα ἡμίλουτοι θεόθυτα θηλάστριαν ἰωνόκυσος καλαμώμενον κύαθος λαυροστάται
4875311 μανικως
ἤως θάνατον , ἢ τῶν σφοδρῶν ὁρμώντων ἔνθεν κἀκεῖθεν , μανικῶς ὁρμωμένων . σκέπας : ἀποκοπὴν , ἐκφυγὴν , σκέπασμα
παράνομα , πρῶτον ἀνοήτως ἀπευχομένη γεγενῆσθαι τὰ γενόμενα , εἶτα μανικῶς κακοῖς ἰᾶσθαι τὰ κακὰ πειρωμένη τὴν τῆς ἀβουλίας ἀρχὴν
4872247 Καμπην
γηγενὲς ὑπάρχον θηρίον καὶ πολλοὺς ἀναλίσκον τῶν ἐγχωρίων τὴν ὀνομαζομένην Κάμπην ἀνελεῖν καὶ μεγάλης τυχεῖν δόξης ἐπ ' ἀνδρείαι παρὰ
ὑπάρχον θηρίον καὶ πολλοὺς ἀναλίσκον τῶν ἐγχωρίων , τὴν ὀνομαζομένην Κάμπην , ἀνελεῖν καὶ μεγάλης τυχεῖν δόξης ἐπ ' ἀνδρείᾳ
4871976 μαστιγουνται
- σει . Τίνα τρόπον ; Ὅρα πῶς : Λακεδαιμόνιοι μαστιγοῦνται μαθόντες ὅτι εὔλογόν ἐστιν . Τὸ δ ' ἀπάγξασθαι
, καὶ ἐν Διονύσου τῇ ἑορτῇ κατὰ μάντευμα ἐκ Δελφῶν μαστιγοῦνται γυναῖκες , καθὰ καὶ οἱ Σπαρτιατῶν ἔφηβοι παρὰ τῇ
4870820 Ἀνθια
τὸν Ἀνθίας γάμον . Ἐν δὲ τῷ χρόνῳ ὃν ἡ Ἀνθία ληφθεῖσα ἐκ τοῦ λῃστηρίου ἦλθεν εἰς τὴν Ταρσὸν πρεσβύτης
ἑκατέρους ἡ περὶ ἀλλήλων ἦλθε δόξα : καὶ ἥ τε Ἀνθία τὸν Ἁβροκόμην ἐπεθύμει ἰδεῖν , καὶ ὁ τέως ἀνέραστος
4868785 δαπανησῃ
ποίμνιον αὐτὸ πατήσῃ νεμόμενον ἢ ἑρπετὸν φαρμάξῃ συρόμενον ἢ χρόνος δαπανήσῃ ἐπικείμενον , βλεπόμενον , ἐπαινούμενον . Τοῦτο Ἀφροδίτη κάλλους
ὑπὸ φλέγματος γινομένην , ἐχρησάμην ἀνατάσει τουτέστιν ἀσιτίᾳ , ἵνα δαπανήσῃ τὸ φλέγμα . ἀλλὰ τοῦτο ἐκβάλωμεν : οὐκ ἂν
4867048 ἀπηγορευσε
ἤγαγε τὰ κακὰ , οὐδ ' ἀπεῖπεν , οὐδ ' ἀπηγόρευσε τοῦ ποιῆσαι τὰ δεινά . . δύσορνις ] κακόμαντις
νόμῳ τούτῳ : νῦν δὲ μὴ προςγράψας ἑνὶ λόγῳ πᾶσαν ἀπηγόρευσε κατηγορίαν εἰςάγεσθαι . καὶ ὅτι εἰκότως : εἰδὼς γὰρ
4864838 πενθει
καὶ πολυάνδρων στρατιὰν ὀλέσας ἄστυ τὸ Σούσων ἠδ ' Ἀγβατάνων πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας
μὲν γὰρ ἠθοποίησε τὸ σχῆμα τῆς γυναικός , ἱσταμένης ἐπὶ πένθει καὶ δακρυούσης , ἔπειτα τὸν Ἀβραδάτην παρακείμενον διηγήσατο ,
4862403 ναυτιλος
τοῦ ι γράφονται : Ζωΐλος : Καδμίλος : Τρωΐλος : ναυτίλος : βανδίλος : πενθίλος : ὀργίλος : Μυρτίλος :
, ταῦτα δ ' ἀμφότερα πολέμια πολύποδι . ὁ δὲ ναυτίλος καλούμενος , φησὶν Ἀριστοτέλης , πολύπους μὲν οὔκ ἐστιν
4859438 συμπεσον
ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις καὶ τὸ λοιπὸν πλῆθος τῶν ἱππέων συμπεσὸν εἰς μάχην πολὺν ἐποίει φόνον . διὸ καὶ τῶν
ἐλέφαντι τὸ μὲν κέρας πρός τινα τῶν πετρῶν θήγει , συμπεσὸν δ ' εἰς μάχην τῷ προειρημένῳ θηρίῳ καὶ ὑποδῦνον
4858382 ἀφωνιᾳ
χρόαν κύπτων εἰς γῆν καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος ἦν τῆς αἰσχύνης αὐτῷ τὴν
τε ἡμεῖς καὶ οὐ κατενεχθέντες τῷ μεγέθει τῶν κακῶν ἐν ἀφωνίᾳ κείμεθα . νῦν δ ' οὐχ ὁρῶ τὸ ποιοῦν
4851556 τλητε
εἴ κε σιδηρείη πέλοι Ἀργώ . ὦ μέλεοι , μὴ τλῆτε παρὲξ ἐμὰ θέσφατα βῆναι , εἰ καί με τρὶς
ἐλάττοσι μάλιστα παραμύθιον καὶ πρός γε φύσεως ἀκολουθία . “ τλῆτε , γάρ φησιν , ὦ τέκνα ? , τλῆτε
4851438 λαμπαδος
ποῖός σοί τις δοκεῖ εἶναι ; ” Φανὸς ἐπὶ τῆς λαμπάδος , ἀλλὰ μὴ ἐπὶ τοῦ κερατίνου λέγε : τοῦτο
Ἀνδροκλέης πολεμαρχεῖ τίς δέ ς ' ἐτύφλωσεν ; τίς ἀφείλετο λαμπάδος αὐγάς ; Ἐπειοῦ δειλότερος κεράμιον οἰνηρόν κυρηβάσασθαι Κἀγὼ γὰρ
4848524 πυθηι
' αἰτίαν φυγὼν λαμβάνω μικράν , ἐὰν σὺ τὸ γεγονὸς πύθηι σαφῶς . ἀλλ ' ἀποκτενεῖς πρὶν εἰπεῖν . ἔστι
ὡς σεαυτὴν εἴσαγε , ἵνα καὶ τὰ λοιπὰ πάντα μου πύθηι σαφῶς . ὑπομαίνεθ ' οὗτος , νὴ τὸν Ἀπόλλω
4847053 τελευτησω
ὁ βίος ταχέως ἐπιλείψῃ , ἀντὶ τοῦ , ἐὰν μὴ τελευτήσω , ἀλλὰ ζῶ , σὺν τῷ ταχεῖ τεθρίππῳ παραγεγονὼς
φρονεῖν οὐδ ' εὐφραίνεσθαι ἐκπεπταμένως . νῦν δ ' ἢν τελευτήσω , καταλείπω μὲν ὑμᾶς , ὦ παῖδες , ζῶντας
4845406 τελευτησειεν
οὕτως ἂν κάλλιστά τις ἀρχόμενος ὡς τὸ εἰκὸς καὶ κάλλιστα τελευτήσειεν ; Πολύ γε , ἔφη . Βούλει οὖν ,
ἀγαθὴν , πρὶν δὲ λαβεῖν ἀπ ' αὐτῆς τοὺς καρποὺς τελευτήσειεν , ὣς δὲ κἀκείνῳ μοι δοκεῖ συμβῆναι . προῆλθε
4844683 Λεωτυχιδου
ἕκτον πήχεις ξϚʹ δίμοιρον , ὅ ἐστι τὸ πλέθρον . Λεωτυχίδου . ὁ κατὰ Μήδου στρατηγήσας . Ἀρχιδάμου . ἐφ
καὶ ὁ μὲν αὐτόθι τὴν Ἀθηνᾶν τὴν Ἀλέαν ἱκέτευε , Λεωτυχίδου δὲ ὁ μὲν παῖς Ζευξίδαμος ζῶντος ἔτι Λεωτυχίδου καὶ
4844213 τρυχομενος
Ἰδαῖα μίμνων λειμώνι ' ἔπαυλα μηνῶν ἀνήριθμος αἰὲν εὐνῶμαι χρόνῳ τρυχόμενος , κακὰν ἐλπίδ ' ἔχων ἔτι μέ ποτ '
κινεῖσθαι δὲ λέγεται , οὐκ εὐμαρῶς ἀναφέρει τοῖς παρὰ φύσιν τρυχόμενος . ὥστε ἐπίπονον αὐτῷ καὶ τὸ μεμῖχθαι τῷ σώματι
4840653 ἀγαγοι
ἀπὸ παιδεύσιος τῆς ἐπεπαίδευτο , ἐποίεέ τε τοιοῦτο . Εὖτε ἀγάγοι τὴν στρατιὴν τὴν Σκυθέων ἐς τὸ Βορυσθενεϊτέων ἄστυ ,
τοὺς ἐναντίους νικῆσαι προσδοκῶ . καὶ τάχα ἂν εἰς ὑπόμνησιν ἀγάγοι , ὁποίας ὁ Ἱέρων ἐν τοῖς πολέμοις τῇ πολεμικῇ
4833210 ἀπηνως
ὠμόσιτον ] τὴν ἀπηνῆ . ὠμόσιτον ] τὴν ὠμῶς καὶ ἀπηνῶς σιτουμένην τοὺς ἄνδρας . θΞ προσμεμηχανημένην ] μετὰ μηχανῆς
μ ' ὑπὸ γῆν : Εἴθε , φησίν , οὕτως ἀπηνῶς ὑπολαβών με ὁ Ζεὺς τοιούτοις ἀλύτοις δεσμοῖς ἔπεμψεν ἂν
4832227 νεκραν
λέγων , ὦ πασῶν δυστυχεστάτη κόρη , πότε ἀνευρήσω κἂν νεκράν ; Αἰγιαλεῖ μὲν γὰρ τοῦ βίου μεγάλη παραμυθία τὸ
σφοδροῦ γενομένου ἐπειδὴ εἶδε τὴν χελιδόνα φερομένην ὑπὸ τῶν ὑδάτων νεκράν , ἔφη : ” ὦ αὕτη , σὺ κἀμὲ
4831309 συσχεθεισα
ἐγένοντο , οἱ δὲ σφόδρα ἐμπιστευθέντες προδόται . ἔλαφος δίψει συσχεθεῖσα παρεγένετο ἐπί τινα πηγὴν τοῦ πιεῖν . πιοῦσα δὲ
οἳ τὴν ἀλήθειαν οὐκ εἰδότες ἀπατᾶν νομίζουσιν . ἔλαφος δίψῃ συσχεθεῖσα παρεγένετο ἐπί τινα πηγήν . πιοῦσα δὲ ὡς ἐθεάσατο
4830537 μυρετο
Ἡ δ ' ἐλεὸν γναμπτοῖσι πεπαρμένη ἀμφ ' ὀνύχεσσι , μύρετο : τὴν δ ' ὅγ ' ἐπικρατέως πρὸς μῦθον
δ ' ἐλεόν , γναμπτοῖσι πεπαρμένη ἀμφ ' ὀνύχεσσι , μύρετο : τὴν ὅ γ ' ἐπικρατέως πρὸς μῦθον ἔειπεν
4827888 δυνησει
παγὲν ἔνδον ἤδη καὶ θρομβωθὲν αἷμα διαλῦσαι καὶ ἀποσμῆξαι ῥᾳδίως δυνήσει . [ ] . Μὴ διαλάθῃ δέ σε μηδὲ
πίνειν δίδου τῷ πεφαρμαγμένῳ : ἀνώλεθρον γὰρ τοῦτον διαφυλάξαι πως δυνήσει , κἂν ᾖ πρὸς αὐταῖς , ὡς εἰπεῖν ,
4827215 παθουσα
τοὺς τύπους , οὐκ ἄν ποτε προεῖτο , τί μὴ παθοῦσα . καὶ νῦν μὲν ἐξεταζομένη ἐκ τοῦ προχείρου δίδωσιν
ἀπηλευθερωμένης καὶ προῖκα ἐς γάμον ἐπιλαβούσης , ἡ τοσάδε εὖ παθοῦσα προύδωκε ζηλοτυπίᾳ τῆς μεθ ' ἑαυτὴν τῷ Φουλβίῳ γεγαμημένης
4820115 ἠρυθριων
ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ εἰπεῖν ἠναγκάζοντο : ἐπόθουν
γραμμάτων , ἐδείκνυ τὰ ὁρώμενα ὡς δρώμενα . πάνυ δὲ ἠρυθρίων ἐφ ' οἷς μοι τὸν γάμον ὠνείδιζεν , ὥσπερ
4819987 νεοσιγαλον
μέλος . τουτέστιν ὅπως διοδεύσω διὰ τοῦ Δωρίου μέλους . νεοσίγαλον τρόπον : νεοποίκιλτον ἐπινοήσαντι ὑπόθεσιν , τὸ γράψαι εἰς
που ἡ Μοῦσα ἐπῆλθέ μοι τὸ εἰς θεοξένια γράψαι . νεοσίγαλον : νεοποίκιλον . σιγαλῶσαι γὰρ τὸ ἐπιθεῖναι ἐπὶ πᾶσι
4819035 προσδιατριβων
τίν ' , οἱ δ ' Ἕλληνες ἑλληνίζομεν . τί προσδιατρίβων συλλαβαῖς καὶ γράμμασιν τὴν εὐτραπελίαν εἰς ἀηδίαν ἄγεις ;
τιν ' : οἱ δ ' Ἕλληνες ἑλληνίζομεν . Τί προσδιατρίβων συλλαβαῖς καὶ γράμμασιν τὴν εὐτραπελίαν εἰς ἀηδίαν ἄγεις ;
4814743 καταφαγῃ
οὖν φησι : τῶν Φαρσαλίων ἥκει τις ἵνα τὰς τραπέζας καταφάγῃ ; οὐδεὶς πάρεστι . εὖ γε δρῶντες . ἆρά
. Τῶν Φαρσαλίων ἥκει τις , ἵνα καὶ τὰς τραπέζας καταφάγῃ ; οὐδεὶς πάρεστιν . εὖ γε δρῶντες : ἆρά
4810387 ἐναργεα
, γόνον ὑπάτων μὲν πατέρων μελπόμενοι γυναικῶν τε Καδμεϊᾶν . ἐναργέα τ ' ἔμ ' ὥτε μάντιν οὐ λανθάνει .
: διὸ παρ ' αὐτοῖς ἡ θεὸς τιμᾶται . βωμὸν ἐναργέα : ἤτοι τῇ κατασκευῇ πολυτελῆ τυγχάνοντα : ἢ τὸν
4804526 μιμνων
Προπεσών : πεσών . μίμνων : περιμίμνων , περιμένων , μίμνων τὸν ἀγρεύοντα μόρον , καλεῖ κατ ' Ἀττικούς .
ἔνδοθεν ὦκα μέλας καταλείβεται ἰχώρ , ὅς τε γυναικοφόνος νεάτῃ μίμνων ἐνὶ γαστρὶ κέκληται . τότε δ ' αὖτις ὑπὸ
4801627 σπαιροντα
σώματος ἀποσοβήσοι . τὸ δὲ ἀλαλκεῖν τὸ ἐκβάλλειν δηλοῖ . σπαίροντα διὰ φλογός : ἁλλόμενον καὶ σαλευόμενον ἐπὶ τοῦ πυρός
βλαστάνουσι φυτευόμενοι καὶ τὰ διαιρεθέντα τῶν ἐντόμων ἐπί τινα χρόνον σπαίροντα ὡς ἐν ἑκάστοις τινὸς παραμεινάσης κινήσεως καὶ αἰσθήσεως .
4799591 φρικῃ
: ἄλλως : ἀντὶ τοῦ : τρομερὰν φρένα ἔχω τῇ φρίκῃ . τρομερὰν ἔχω τὴν φρένα : τρόμου γεννητικήν :
πελιδνός . ἤδη δὲ καὶ ἀπὸ κεφαλῆς ἄκρας ἄχρι ποδῶν φρίκῃ κατέσχητο , τρόμος τε καὶ σεισμὸς πάντα αὐτοῦ τὰ
4795282 λοχωντες
. Κἄπειθ ' ἵνα μὴ πρὸς τοῖσι βωμοῖς πανταχοῦ ἀεὶ λοχῶντες βωμολόχοι καλώμεθα , ἐποίησεν ὁ Ζεὺς καπνοδόκην μεγάλην πάνυ
. κἄπειθ ' ἵνα μὴ πρὸς τοῖσι βωμοῖς πανταχοῦ ἀεὶ λοχῶντες βωμολόχοι καλώμεθα , ἐποίησεν ὁ Ζεὺς καπνοδόκην μεγάλην πάνυ
4795012 παρεξιων
δὲ οὐκ ἐχόντων . ὁ δὲ ἐχώρει τὴν τῶν ἐνσπόνδων παρεξιών , ὅπως μὴ δι ' αὐτῶν ἐπὶ τοὺς πολεμίους
πρὸς ἑσπέρην , Αἶνόν τε πόλιν Αἰολίδα καὶ Στεντορίδα λίμνην παρεξιών , ἐς ὃ ἀπίκετο ἐς Δορίσκον . Ὁ δὲ
4791005 διεδρα
πολεμίων αἰσθάνεσθαι : μετὰ δὲ οὐ πολὺ καὶ ἐς ἅπαντας διέδρα ἡ ἄγνοια . ἀναλαβόντες οὖν τὰ ὅπλα καὶ διαστάντες
τρυφῆς τὸν πόνον οὐκ ἐνεγκὼν ἐς τὴν ἁμαξιτὸν αὐταῖς χοινικίσι διέδρα καὶ παροδεύουσι λοχαγοῖς ἑαυτὸν ἐμήνυσέ τε καὶ ἀνῃρέθη .
4790210 ἀπελαβον
πονηρὸς ὤν τε χρηστὸς εἶναί φησί τις , ἐγκωμιάζων τοῦτον ἀπέλαβον χάριν . γλαύκου βεβρωκὼς τέμαχος ἑφθὸν τήμερον αὔριον ἕωλον
διεφθάρησαν , τὰ δὲ πολιτεύματα τὴν ἐκ τῆς αὐτονομίας παρρησίαν ἀπέλαβον καὶ συνεμάχουν τοῖς περὶ τὸν Πολυπέρχοντα . μόνων δὲ
4788985 μετηλλαξεν
Ἀγαμέμνονα , ἀλλ ' ἡ ἀνάγκη τὸ νενομισμένον τῇ Ἑκάβῃ μετήλλαξεν : καὶ ἄλλως : ἐναντίως εἶπεν . ἔδει γάρ
ἀρχήν , εἶτα μῆνας οὐ πλείω τριῶν καὶ δέκα βιώσας μετήλλαξεν τὸν βίον . κατὰ δὲ τὸν χρόνον τοῦτον ἕνα
4787415 ἀπαιτουμενος
τοὺς πολεμίους ἐξιχνεύουσαι τοὺς πλείστους αὐτῶν ἐθήρευον . Φίλιππος Ἀμφίπολιν ἀπαιτούμενος ὑπὸ Ἀθηναίων , ὁμοῦ δὲ καὶ Ἰλλυριοῖς πολεμῶν οὐκ
] οὐχὶ παραχρῆμα βασανίσας ἀπέκτεινεν . Δατάμης ὑπὸ τῶν στρατιωτῶν ἀπαιτούμενος μισθὸν μηνῶν πλειόνων , ἐς ἐκκλησίαν συναγαγὼν αὐτοὺς ἔφη
4783752 δυσαμμορος
τόφρα πάσαιτο , ἤδη καὶ δεσμοὺς ἀνελύετο φωριαμοῖο ἐξελέειν μεμαυῖα δυσάμμορος : ἀλλά οἱ ἄφνω δεῖμ ' ὀλοὸν στυγεροῖο κατὰ
εἴκελος αἰψηροῖσι πετήσεαι οἰωνοῖσιν . ὤμοι ἐγὼ μέγα δή τι δυσάμμορος , ἥ ῥά τε δῶμα πατρὸς ἀποπρολιποῦσα καὶ ἑσπομένη
4782885 δονεισθαι
διδασκαλίαν καθέστηκεν , οὐδ ' ἂν ἡμεῖς ἐᾶσαι μέν σε δονεῖσθαι ὑφ ' οἱωνδήτινων τροφάσεων , ἕκαστον τῶν πρῴην ἐν
. ῥαδινόν λεπτόν , οἱονεὶ ῥαδονόν , παρὰ τὸ ῥᾳδίως δονεῖσθαι . ῥαθάμιγγες σταγόνες . ῥαιστῆρα σφῦραν : “ ῥαιστῆρα
4779996 τραπησεται
: ἀθλιώτατε . ] ἤγουν ἀποθανόντος ἐμοῦ . τρέψεται ] τραπήσεται . φεῦ : ἐν μνείᾳ γενόμενος ὁ Στρεψιάδης τῆς
ἡ νόσος περὶ τὰς ʹ μοίρας καὶ ἐπισημασίας γενομένης , τραπήσεται ἐπὶ τὸ ὑγιαίνειν . ἐὰν δὲ καὶ σύνδεσμον λύσῃ
4779481 ἐταραξεν
ταραχή , πνεῦμα . . διεκορκορύγησεν ] ποιὰ λέξις , ἐτάραξεν , διετάραξεν . , ἠχῆσαι ἐποίησεν . διεκορκορύγησεν ]
καὶ πρὸς τὸ μέλλον οἰωνίσματι καὶ φαύλῳ συμβόλῳ χρωμένους πάντας ἐτάραξεν : οὔτε γὰρ ὄμβρου προϋπάρξαντος οὔτε νεφῶν ἀθροισθέντων ,
4779043 ἠπειγμενως
δὴ τὸ τάχος καθάπερ ἀτίθασοι λύκοι θήρας ἐπιτυχόντες , οὕτως ἠπειγμένως καὶ ἀνηλεῶς τοὺς ἀθλίους κατέτεμον . ἔτι δὲ τῷ
σχολαῖος περίπατος καὶ σπουδαῖος καὶ ἠρεμαῖος , καὶ σπουδή . ἠπειγμένως βαδίζων , καὶ σχολῇ περιπατεῖ καὶ ἠρέμα , καὶ
4776912 Πολυν
ἂν εἴης αὐτὸς ἀναπληρῶσαι τὸ τὴν ἐμὴν προθυμίαν ἐκφυγόν . Πολὺν τρέμοντες διηγάγομεν χρόνον δεδιότες μή σε ὁ καιρὸς καὶ
Καλλίου , καὶ ὅτι μοιχεύων χρήματα ἐδίδου . γενναῖος : Πολὺν ἔχων ὄλβον . . κατωφαγᾶς : Ὅτε βαρύνεται ,
4776727 ἐπιλαβοι
πάσης ῥάχεως : βέλτιον δέ , εἰ καὶ τῆς κεφαλῆς ἐπιλάβοι τὸ κατάπλασμα . ἐπὶ δὲ πλευριτικῶν καὶ περιπνευμονικῶν ἐν
, ἑτέραν περιμεῖναι χἀτέραν τρικυμίαν : ναυαγίου δ ' ἂν ἐπιλάβοι ' : ἐγὼ δ ' ἅπαξ ἁψάμενός εἰμι καὶ
4771525 ἐκρινομην
καὶ καταλαβὼν ἐρήμην τὴν πόλιν τετίμηκα τὸν πολέμιον : οὐκ ἐκρινόμην ἂν τότε παρ ' ὑμῖν δικαιότερον . οὐκ εἰςηγγελόμην
πρότερον δίκην ὀφείλων δοῦναι , οὔτε τῶν ἐφ ' οἷς ἐκρινόμην ἐξελεγχθέντων : οὔτε γὰρ ἔγωγε τῶν Ἁρπάλου φίλων φανήσομαι

Back