Πολυφόντην καὶ τὴν πατρῴαν βασιλείαν ἀπέλαβεν . Ἐπεὶ δὲ τὸ Ἰνάχειον διερχόμενοι γένος τοὺς ἀπὸ Βήλου μέχρι τῶν Ἡρακλειδῶν δεδηλώκαμεν
πρὸς Ἥρας τήνδε τὴν νεάνιδα . σύ τ ' , Ἰνάχειον σπέρμα , τοὺς ἐμοὺς λόγους θυμῷ βάλ ' ,
5350328 παι
ζῶν , πολλὰ δ ' εἰς Ἅιδου μολών , Φιλάμμονος παῖ , τῆς ἐμῆς ἥψω φρενός : ὕβρις γάρ ,
ἢ ἁπλῶς ὄνομα κύριόν τινος λέγει . . ἢ Στίλβωνος παῖ . διασύρει δὲ τοῦτον , ὡς παῖδα ἔχοντα .
5018993 ὀλοφυρομαι
καὶ τοὺς τῶνδε νῦν τοκέας , ὅσοι πάρεστε , οὐκ ὀλοφύρομαι μᾶλλον ἢ παραμυθήσομαι . ποιεῖ δὲ τοῦτο ἀναγκαίως ,
κατηφῶ καὶ ἄχθομαι καὶ οὐ μᾶλλον αὐτοὺς ἢ τοὺς ζῶντας ὀλοφύρομαι : τοῖς μὲν γὰρ ἀκολουθίᾳ φύσεως τὸ ἀναγκαῖον ἀποβῆναι
5018588 παρθενιων
, ἧς πάρα Κύπριδι ταῦτα μύροις ἔτι πάντα μυδῶντα κεῖνται παρθενίων ὑγρὰ λάφυρα πόθων , σάνδαλα καὶ μαλακαί , μαστῶν
ὅτε ζυγίους ζεύξασα θεὰ σατίνας τὰν ἁρπασθεῖσαν κυκλίων χορῶν ἔξω παρθενίων † μετὰ κουρᾶν δ ' † ˘˘˘ – ἀελλόποδες
4972475 γενεθλον
ὑμᾶς . διδαχθεὶς ἂν τόδ ' εἰδείην πλέον , ὅπως γένεθλον σπέρμα τ ' Ἀργεῖον τὸ σόν . κλῃδοῦχον Ἥρας
τὸν προμάτορος Ἰοῦς ποτ ' ἔκγονον Ἔπαφον , ὦ Διὸς γένεθλον , † ἐκάλες ' ἐκάλεσα βαρβάρωι βοᾶι , ἰώ
4971592 κερδαινοντα
τὰς Καδμηίδας εἰ μή σε Λητὼ καλλίπαις ἐγείνατο ἔα με κερδαίνοντα κεκλῆσθαι κακόν : κρεῖσσον γὰρ ἢ σέβοντα τοὺς θεῶν
γνωμῶν αἳ μέν εἰσιν ἄδοξοι ὡς ἥδε : ἔα με κερδαίνοντα κεκλῆσθαι κακόν , αἳ δὲ ἔνδοξοι ὡς : εἷς
4965874 Φοιβου
ὀνείρασι καὶ τὸ ὁρῶ δὲ φεύγοντ ' αἰετὸν πρὸς ἐσχάραν Φοίβου . ὅμως δ ' ἐπειδὴ ἡ ὑμετέρα , τοῦ
ἄλλοι δ ' ἄλλο μέλαθρον ἀνίαχον : εἰ δέ με Φοίβου χρὴ λέξαι πινυτὰν ἀμφαδὰ μαντοσύναν , πάτρα τοι τελέθει
4952652 τεκνον
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας .
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν
4906768 Πολυδευκες
Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους ὦ Ἀριστόφανες , ὁ Πολυδεύκης τοῦ Πολυδεύκους ὦ Πολύδευκες , ὁ εὐσεβής τοῦ εὐσεβέος καὶ εὐσεβοῦς ὦ εὐσεβές
ἐόντα , καὶ Κάστορος βίαν , σέ τε , ἄναξ Πολύδευκες , υἱοὶ θεῶν , τὸ μὲν παρ ' ἆμαρ
4904153 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
4894222 τεᾳ
υἱός : τόνδε δ ' ἔπειτα πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρως , ἀλλ ' ἄγε τῶνδέ τοι
βασιλεύς ἐσσί : μεγαλᾶν πολίων ἔχει συγγενής ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενί : μάκαρ δὲ καὶ νῦν ,
4880009 ἀμον
ἐν ἐκθέσει δὲ στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ἕξ . τὸν ἀμόν νυν ἀντίπαλον ] ἀντισπαστικὰ κῶλα εʹ . τὰ δʹ
Μὴ τάσσε : χώρει δ ' ἔνθαπερ κατέκτανες πατέρα τὸν ἀμόν , ὡς ἂν ἐν ταὐτῷ θάνῃς . Ἦ πᾶς
4877195 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
4877018 προσφθεγγεσθαι
λέγω πολύδακρυν : τουτέστιν , ὥσπερ τοὺς ἐξ ἀποδημίας ἰόντας προσφθέγγεσθαι δίκαιον , οὕτω καὶ ἐγὼ πρός σε πέμψω λόγους
τοῦ καταφρονητικοῦ τῶν δευτέρων : εἶτα μετὰ τὸ ἐρασθῆναι μηδὲν προσφθέγγεσθαι ἕως οὗ καιρὸν ἔχῃ τοῦ συνιέναι φιλοσόφων λόγων ,
4858784 καλλιπυργον
λόγον ἔχει στροφῆςἔχει γὰρ καὶ ἀντιστροφήν , τὸ “ ὦ καλλίπυργον σοφίαν ” , τὰ κῶλά εἰσι ιʹ , ὧν
/ [ καταπλήσει ] ] πληρώσει . . . ὦ καλλίπυργον : κομμάτιον πρὸ τῆς διπλῆς καὶ εἰσθέσεως κώλων ιʹ
4850340 χθονιους
πήμονα θνητῶν , Δαίμονας οὐρανίους καὶ ἠερίους καὶ ἐνύδρους καὶ χθονίους καὶ ὑποχθονίους ἠδ ' ἐμπυριφοίτους , καὶ Σεμέλην Βάκχου
οἱ μετὰ τοῦ Διὸς ὄντες οὐρανίωνες , κἂν ἀντιφάσκῃ ἑαυτῷ χθονίους τούτους καλῶν : ἀλληγορικῶς δὲ , πολλαὶ δυνάμεις καὶ
4832671 Οἰδιπου
. ὁ δὲ νοῦς : ἣν μάχην φέρων τοῖς παισὶν Οἰδίπου ὁ Ἄρης ταχέως πορευθήσεται . ἄμεινον δὲ τὸ εἴσεται
, ὅστις ἡμᾶς τῆς ἀπορίας ἀπαλλάξει . ἀλλὰ γὰρ οὐδὲν Οἰδίπου δεῖ τοῖς παροῦσιν οὐδέ γε Τειρεσίου . ἀλλ '
4826490 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
4777713 ἐυμμελιω
ὅταν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐυμμελίω Πριάμοιο . ” Πολυβίου δ ' αὐτὸν ἐρομένου σὺν
ἵππου δουρατέοιο μάλ ' ἀτρέμας ἔνθα καὶ ἔνθα πλευρὰ διεξώιξεν ἐυμμελίω ὑπ ' Ἐπειοῦ : βαιὸν δ ' ἐξανέδυ σανίδων
4757703 σεο
κακὰ φρονέων ἀλάλησαι ἀνθρώποις ἠδ ' ἐσθλά : τὸ καὶ σέο σῶμα δίφυιον . Ἦν δὲ καὶ δεινὸς ὀνοματοποιῆσαι .
δ ' ἵξεαι πολιὸν ἔαρ οὐδὲ πρὸς ἄλλους αὐγάσεαι : σέο δ ' ἄλλος ἀνὴρ κεχρημένος ἔσται . Εἰ δέ
4755889 σεθεν
' ἐλεύθερον . εἰ δ ' οὐ παρούσης ταὐτὰ τεύξομαι σέθεν , μενέτω κατ ' οἴκους : σεμνὰ γὰρ σεμνύνεται
τεύξουσι θεοὶ πόντονδε βαλόντι νῆσον , ἵν ' ὁπλότεροι παίδων σέθεν ἐννάσσονται παῖδες , ἐπεὶ Τρίτων ξεινήιον ἐγγυάλιξεν τήνδε τοι
4746790 φιλε
ἄλλων ὧν λέγεις πέρι μυθολογοῦντα . Ἔστι γάρ , ὦ φίλε Φαῖδρε , οὕτω : πολὺ δ ' οἶμαι καλλίων
γὰρ ἀποκαλύψας ἐγὼ λέγω . Ἐκ τῆς Πολιτείας „ Ὦ φίλε Ὅμηρε , εἴπερ μὴ τρίτος ἀπὸ τῆς ἀληθείας εἶ
4745494 ἀμπλακιης
πέτρᾳ προσηλῶσθαι τοῦτό φησι . . χειμαζόμενον ] πάσχοντα . ἀμπλακίης ] τίνος ἀμπλακίας ἤγουν πταίσματος κολάσεως ὀλέκῃ καὶ φθείρῃ
, κακόπτερε Μοῦσα θανόντων , φωνῆς ἡμετέρης , σῆς τέλος ἀμπλακίης : ἄνθρωπον κατέλεξας , ὃς , ἡνίκα γαῖαν ἐφέρπει
4686440 μαρτυρονται
δέ ; πᾶσαν ἡμέραν [ ] ἠσπάζετο [ ] . μαρτύρονται , κύριε , τὴν σὴν τύχην , [ εἶ
ἑσπέραν κόλπος Ἰόνιος , κοινοῖς θεάτροις πρός με τὴν χάριν μαρτύρονται . . . ] ] . Πέμψωμεν αὐτὸν τὸν
4684707 θυγατερ
' ἄκροις ἕστακ ' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν
ὦ θεοδˈμάτα , λιπαροπˈλοκάμου παίδεσσι Λατοῦς ἱμεροέστατον ἔρνος , πόντου θύγατερ , χθονὸς εὐρείας ἀκίνητον τέρας , ἅν τε βροτοί
4679041 Ἀπολλον
ἐνταῦθα . δᾶ ] γῆ . Ἄπολλον ] ὦ . Ἄπολλον ] ὦ . σύστημα . ἀνωτότυξας ] διὰ τοῦ
ὀνομάτων τὸ κύριον παριστῶσα : λέξις μὲν Φοῖβε ἀντὶ τοῦ Ἄπολλον , καὶ Ἐννοσίγαιε ἀντὶ τοῦ Πόσειδον , καὶ ὄφρα
4664356 Ἀιδην
: θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται * ζαμενές : λίαν ἰσχυρῶς
ὑλικοῖς στοιχείοις . τούτων δὲ τὴν μὲν διὰ τοῦ ἀέρος Ἄιδην ἀειδῆ προσαγορεύει , τὴν δὲ διὰ τοῦ ὑγροῦ Ποσειδῶνα
4662108 ἱεροιο
ἠδὲ λέοντι , οὕς κεν ἴδῃς προθύροισι τεοῦ δόμου ἐξ ἱεροῖο ἁμοῦ στείχοντας , μηδὲ φρεσὶ σῇσι πλανηθῇς . Καὶ
Σμύρνην ἁλιγείτονα ποντοτίνακτον ἥν τε δι ' ἀγλαὸν εἶσιν ὕδωρ ἱεροῖο Μέλητος : ἔνθεν ἀπορνύμεναι κοῦραι Διός , ἀγλαὰ τέκνα
4655477 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ
4654593 εἰσοροωντι
ἰδέειν : πάντῃ δέ μοι ὄσσε Τρωϊκὸν ἂμ πεδίον παπταίνετον εἰσορόωντι : ἦε τὸν ἡνίοχον φύγον ἡνία , οὐδὲ δυνάσθη
ῥῖνας δέ οἱ ἤδη δριμὺ μένος προὔτυψε φίλον πατέρ ' εἰσορόωντι . κύσσε δέ μιν περιφὺς ἐπιάλμενος ἠδὲ προσηύδα :
4651402 εὐπατερειαν
. τοῖσι δὲ φορμίζων εὐθήμονι μέλπεν ἀοιδῇ Οἰάγροιο πάις Νηοσσόον εὐπατέρειαν Ἄρτεμιν , ἣ κείνας σκοπιὰς ἁλὸς ἀμφιέπεσκεν ῥυομένη καὶ
ἐπιπλὼς εὐρέα πόντον , τὴν ὁδὸν ἣν Ἑλένην περ ἀνήγαγεν εὐπατέρειαν . [ Ἐπιμέμνηται δὲ καὶ ἐν Ὀδυσσείῃ ἐν τοῖσδε
4627821 πεπνυσθαι
φρένες ἔμπεδοί εἰσι τῷ καὶ τεθνειῶτι νόον πόρε Περσεφόνεια οἴῳ πέπνυσθαι : τοὶ δὲ σκιαὶ ἀΐσσουσιν . ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΙΖΟΝΑ
φρένες ἔμπεδοί εἰσι τῷ καὶ τεθνειῶτι νόον πόρε Περσεφόνεια οἴῳ πέπνυσθαι : τοὶ δὲ σκιαὶ ἀΐσσουσιν . ΕΙΣ ΤΟΝ ΜΕΙΖΟΝΑ
4612191 μητερ
δ ' Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός , ἀλλ ' οὐ βαρβάρους μῆτερ , Ἑλλήνων : τὸ μὲν γὰρ δοῦλον , οἱ
σκωλήκων ; συνάρμοσον δέ μου βλέφαρα τῇ σῇ χερί , μῆτερ . ἂν δὲ μὴ συναρμόσῃ σου , ἀλλὰ βλέπων
4604970 ἐμης
ἕως ἔτι κάρτος ἀέξεται , οὔ τιν ' ἐάσω ἐχθρὸν ἐμῆς κεφαλῆς , ἀλλ ' Ἄιδι πάντας ἰάψω , οὕνεκ
καὶ ξύλλογοι γυναικοπληθεῖς : οὐ γὰρ ἐξανέξομαι λεύσσων δάμαρτος τῆς ἐμῆς ὁμήλικας . ἐρεῖ δέ μ ' ὅστις ἐχθρὸς ὢν
4603324 ἡμετερης
δ ' , ἐπεὶ ἤδη σήματ ' ἀριφραδέα κατέλεξας εὐνῆς ἡμετέρης , τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει , ἀλλ '
; οὐχ ὁράᾳς ὅσος ὄμβρος [ ἐμὴν ἐβιήσατο ] λόχμην ἡμετέρης ἔντοσθεν ἀποστάζων ? [ πλοκαμῖδος ] ; ἔνθεν ἔχεις
4577183 παρετυμολογει
* * * νύκτα μὲν ἀέσαμεν . καὶ Ὅμηρος οὕτως παρετυμολογεῖ : αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο
νῆα ἅλις χρυσοῦ καὶ χαλκοῦ νηησάσθω : ἡ διπλῆ ὅτι παρετυμολογεῖ τὴν ναῦν ἀπὸ τοῦ νῆσαι , ὅ ἐστι σωρεῦσαι
4556099 τωνδ
: τἀκεῖθεν γὰρ εὖ πεπραγμέν ' ἐστίν , εἴ τι τῶνδ ' ἐστὶν καλῶς . ἔα : τίν ' ἄνδρα
καὶ ὁ Διιτρέφης δραξάμενος ἔφη : Ζεῦ μὴ λάθοι σε τῶνδ ' ὃς αἴτιος φακῶν . καὶ ἄλλος ἑξῆς ἀνεβόησε
4543476 Τυ
αὖ ὁ Ἀμφιάραος ὑπήντησεν αὐτῷ : πάλαι γὰρ ἐτεθνήκει . Τὺ δ ' ἑκατηβόλε ] * Σύ , φησίν ,
τούτου ζητήσας . Γε μὰν ] Ἀλλ ' ὅμως . Τὺ δ ' ὁπόταν τις ἀμείλιχον ] * Ἐάν τις
4521116 Ζευ
ἄτιμος εἴργασται πόνων . τοιοῦτον ] κοινή . + ὦ Ζεῦ βασιλεῦ : ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν ἐκ κώλων ρλϚʹ
τῶν γλυκειῶν ἀγγελιῶν μαθόντες . ἵππον : ἀλλ ' ὦ Ζεῦ ὃς τὴν Αἴτναν ἔχεις τὴν παγίδα τὴν ἀνεμόεσσαν ,
4519772 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
4517871 παραιφαμενος
δὲ πατὴρ ὣς ἤπιος αἰεί , ἀλλὰ σὺ τὸν ἐπέεσσι παραιφάμενος κατέρυκες σῇ τ ' ἀγανοφροσύνῃ καὶ σοῖς ἀγανοῖς ἐπέεσσι
γάρ μευ ξεῖνος πατρώιος εὔχεαι εἶναι , οὐδέ με δωτίνῃσι παραιφάμενος πολέμοιο νόσφιν ἀποστρέψεις ὡς Τυδέος ὄβριμον υἷα : ἀλλὰ
4516374 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
4501896 φρενος
γένος ἡ γυναικεία φρήν : ἄλλως : χρῆμα τῆς θηλείας φρενὸς τὸ φθονεῖν : ταῖς ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀνδρὸς γεγαμημέναις
. . βαθεῖαν ἄλοκα ] βαθεῖαν ἔχων τὴν ἄλοκα τῆς φρενὸς , ἐξ ἧς φρενὸς φύεται τὰ ἀγαθὰ βουλεύματα .
4483235 Θεμιστα
Δωριεῖς , ὅθεν καὶ παρὰ τῷ ποιητῇ Υ Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευε , κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ς : καὶ τὸ
, οἷον Ο Θέμιστι δὲ καλλιπαρῄῳ καὶ Υ Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευε , καὶ πάλιν χάρις χάριδος χάριτος καὶ πλεονασμῷ
4474324 Ἐρωτος
τίμιον . . . τεκμήριον δὲ τούτου : γονῆς γὰρ Ἔρωτος οὔτ ' εἰσὶν οὔτε λέγονται ὑπ ' οὐδενὸς οὔτε
. δορυφοροῦσαι . δικαίων δοξῶν αἱ κακαὶ φαντασίαι . ὑπὸ Ἔρωτος . κακοῦ ἔρωτος . ὀλιγάκις . ὅτε εἴδωλα κακὰ
4473533 δικαιοτης
τοῦ νάματος τοῦ θεοσδότου . τοσοῦτόν ἐστιν ἀγαθὸν τοῖς ὑπηκόοις δικαιότης τοῦ ἡγεμόνος , ὥσπερ αὖ πάλιν τοῦ μὴ ἀρεστοῦ
ἀπ ' αὐτῶν ὀνόματα δίκαιος δικαίως , δικαιοσύνη δικαιοπραγία , δικαιότης δικαιοδότης . τὸ δὲ δίκαιον καὶ θεμιτόν , τὸν
4466075 γονοι
Ἡρακλέους πρὸς τοὺς Ἡρακλείδας , εἴ γε λέγονται οἱ φύσαντες γόνοι καὶ πρόγονοι : οὐ γάρ πώ τις ἑὸν γόνον
ὀδὰξ δάψουσι πρηνιχθέντες οὐδ ' ἄτερ πόνων πύργους διαρραίσουσι Λαυρήτης γόνοι . Οἱ δ ' αὖ Τέριναν , ἔνθα μυδαίνει
4463256 χαιρε
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ '
4460937 φιλεοντες
δεδόνητο , πολὺν δ ' ἐπελάμβανε χῶρον . σχέτλιοι οἱ φιλέοντες , ἀλώμενος ὅσς ' ἐμόγησεν οὔρεα καὶ δρυμούς ,
χόλον ἁζόμενοι , ἐξ ἀρχῆς τὰ δίκαια μετ ' ἀστοῖσιν φιλέοντες , μή τιν ' ὑπερβασίην ἀντιτίνειν πατέρων . ταῦτ
4458800 Προμηθευ
. . . ἐπιβαίνοντας . ἀντιστροφὴ κώλων ιβʹ † λεύσσω Προμηθεῦ : ἡ ἀντιστροφὴ αὕτη . τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς
οὐκ ἀκούσαις καὶ μὴ βουλομέναις ἡμῖν τοῦτο εἶπας , ὦ Προμηθεῦ , δηλονότι τὸ , ἔλθετε καὶ ἀκούσατε , ἵνα
4449686 ὀλβιων
δ ' ἔχοντες ὄλβιοι . φιλοῦσι γάρ τοι τῶν μὲν ὀλβίων βροτοὶ σοφοὺς τίθεσθαι τοὺς λόγους , ὅταν δέ τις
ποιηταῖς παρέχειν πολλῶν ἐπαίνων χορηγίαν ἕνεκεν τῶν πραττομένων αὐτοῖς ἔργων ὀλβίων . καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμαντωθείς : καὶ
4446084 τουδ
ἀσύλητον γένος . οἶκον πρὸς ἄλλον νύν τιν ' ἀντὶ τοῦδ ' ἴθι . οὔκ , ἀλλ ' ἔσω πάρειμι
πρὸς ἧπαρ ὦσαι δίστομον ξίφος τόδε τύμβου ' πὶ νώτοις τοῦδ ' , ἵν ' αἵματος ῥοαὶ τάφου καταστάζωσι :
4444227 Ὁμηρ
Ὁμήρου ὑπερτεροῦντος φθονῶν ὁ Ἡσίοδος ἄρχεται πάλιν : υἱὲ Μέλητος Ὅμηρ ' εἴ περ τιμῶσί σε Μοῦσαι , ὡς λόγος
Ὁμήρου ὑπερτεροῦντος φθονῶν ὁ Ἡσίοδος ἄρχεται πάλιν : υἱὲ Μέλητος Ὅμηρ ' εἴ περ τιμῶσί σε Μοῦσαι , ὡς λόγος
4443405 διους
? ? ? ? ? ! [ [ ] ! διους λαθρέμπορος ? ? εἰς ὑμενηίους ? ? ? ?
? ? ? ? ? ! [ [ ] ! διους λαθρέμπορος ? ? εἰς ὑμενηίους ? ? ? ?
4442941 σον
ἀποκλῖναι ; Τὸν σόν τοι παράδειγμ ' ἔχων , τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα ,
λυπεῖν τὸν Δία . στέλλου κομίζου : Πορεύου εἰς τὸν σὸν οἶκον , καὶ φύλαττε τὸν παρόντα νοῦν , ἤγουν
4441417 υἱε
Ἀγαμέμνων , καί σφεας φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ὦ υἱὲ Πετεῶο διοτρεφέος βασιλῆος , καὶ σὺ κακοῖσι δόλοισι κεκασμένε
μέλεσσιν . ” ἀκόρητον ἀπλήρωτον : “ ἀμφὶ σὲ Πηλέως υἱὲ μάχης ἀκόρητον Ἀχαιοί . ” ἀκέονται οἷον ἡσυχίαν ἔχουσιν
4441245 Κρηθηος
, ἣ φάτο Σαλμωνῆος ἀμύμονος ἔκγονος εἶναι , φῆ δὲ Κρηθῆος γυνὴ ἔμμεναι Αἰολίδαο : ἣ ποταμοῦ ἠράσσατ ' Ἐνιπῆος
, ἣ φάτο Σαλμωνῆος ἀμύμονος ἔκγονος εἶναι : φῆ δὲ Κρηθῆος γυνὴ ἔμμεναι Αἰολίδαο : εἶτα τὸ ἑξῆς : τοὺς
4433267 Παλλας
” ὣς ἔφατ ' εὐχόμενος , τοῦ δ ' ἔκλυε Παλλὰς Ἀθήνη : αὐτῷ δ ' οὔ πω φαίνετ '
ἡμῖν ξυμφέρειν . καὶ ξυμφέροι γ ' , ὦ πότνια Παλλὰς καὶ θεοί . ἀλλ ' εἶμι : σὺ δ
4433073 χαιρ
τὸ δεῖπνον ἐς λόγους ἤδη παροινίους τρεπόμενοι , ὡς τό χαῖρ ' , Ἀχιλεῦ , δαιτὸς μὲν ἐΐσης οὐκ ἐπιδευεῖς
Ἀττικὴ ἐξαιρέτως εἰς τὸν τῆς ἐλαίας καρπόν . Γ χαῖρε χαῖρ ' : διπλῆ καὶ τοῦ χοροῦ κῶλα γʹ τροχαϊκά
4430332 ναιετε
γένους ἐπίσκοποι , ἐπακούσατέ μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος
κεχρημένον ἠδὲ δόμοιο , οἳ πόλιν αἰπεινὴν Κύμην ἐριώπιδα κούρην ναίετε , Σαρδήνης πόδα νείατον ὑψικόμοιο : ἀμβρόσιον πίνοντες ὕδωρ
4416911 κοσμοιο
πόσι , σεμνὲ Προμηθεῦ , ὃς ναίεις κατὰ πάντα μέρη κόσμοιο , γενάρχα , ἀγκυλομῆτα , φέριστε : κλύων ἱκετηρίδα
φύσις αἰθερόπλαγκτος ὀρθὰ τεκμαιρομένοισι διώρισεν ἀνδράσιν ἄστρα , οἷς πλαγκτὴ κόσμοιο βροτοκλώστειρα χορείη δόγματος ἐξ ἱεροῖο σαφῆ πρὸς ἔλεγχον ἰοῦσα
4415267 δαερ
κυρίως Αἰολικόν . Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ συστείλαντα τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ κλητικῇ
λιμήν , ὦ ἀστήρ , πλὴν τοῦ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ . Δυϊκά . Τὼ Ἀλκμᾶνε , τοῖν Ἀλκμάνοιν ,
4398087 Καδμου
νίκη : Ἐτεοκλῆς καὶ Πολυνείκης υἱοὶ Οἰδίποδος , τινὲς δὲ Κάδμου , οὗ τὴν βασιλείαν διεδέξαντο , συνέθεντο πρὸς ἀλλήλους
ὑδάτων ὑπάρχοντα , ὅτι Σέριφον ἀνεῖλε καὶ Δηιολέοντα φίλους τοῦ Κάδμου ὕδωρ πρὸς τὴν θυσίαν ἀποκομίζοντας ἀνασπάσας τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ
4396268 ἐνθαδ
: καὶ Ὅμηρος : τοῦ δ ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθαδ ' Ὀδυσσεύς . λυκάβας ὁ χρόνος διὰ τοὺς δώδεκα
: καὶ Ὅμηρος : τοῦ δ ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθαδ ' Ὀδυσσεύς . λυκάβας ὁ χρόνος διὰ τοὺς δώδεκα
4393576 μητερος
σῶσαί με : τὸ τὸν πατέρα σου σῶσαί σε : μητέρος δὲ μηδ ' ἴδοιμι μνῆμα : κατὰ κοινοῦ τοῦτο
' ἐν ζῴῳ εἴη ὅπῃ καὶ πρόσθεν ὅτ ' ἔκπεσε μητέρος ἀνήρ ἠὲ τρίγωνος ἐὼν ἢ καὶ τετράγωνος ἐκείνῳ ἠὲ
4384982 Ἀσκρης
καὶ τοῖς ὑπ ' Εὐδόξου πολὺ χείρω λέγοντος περὶ τῆς Ἄσκρης . πῶς γὰρ ἄν τις πολυστάφυλον τὴν τοιαύτην ὑπὸ
δὲ καὶ ἡμεῖς πεποιήμεθα παρ ' αὐτοῦ Καλλίππου διδαχθέντες . Ἄσκρης μὲν δὴ πύργος εἷς ἐπ ' ἐμοῦ καὶ ἄλλο
4380440 σαν
πόλις ὠνόμασται . διὸ καὶ Ὠκεανοῦ θυγατέρα αὐτὴν λέγει . σὰν πόλιν : τὴν ἀπὸ σοῦ προσαγορευομένην καὶ χρηματίζουσαν ,
, πάντ ' ἀνάσσων , μὴ λάθοι σὲ τάν τε σὰν ἀθάνατον αἰὲν ἀρχάν . Φθίνοντα γὰρ τοῦ παλαιοῦ Λαΐου
4379274 τυνη
αἰτία . ταῦτα δέ φησι παραθαρσύνων αὐτούς . Αἰσονίδη , τύνη δέ : ἐπειδή , φησίν , ἅπαξ ἐφύγομεν τὰς
περ κεῖσθαι , ἐπεὶ δὴ πρῶτα θεῶν ἰότητι δαμάσθη : τύνη δ ' Ἡφαίστοιο πάρα κλυτὰ τεύχεα δέξο καλὰ μάλ
4376973 ἀοιδης
προσμαρτυρεῖν λέγοντα ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς , καὶ ἔτι αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν ,
Μοῦσαι ἀριστεύουσι ? ? ? [ καὶ ] εἰ βασίλειαν ἀοιδῆς ? [ ] οὐ τέκε Καλλιόπην χαλκάσπιδα ? [
4375864 Παλλαδος
γάρ σε φυγεῖν Κέκροπος πόλις : ἀλλὰ σὺ μέν που Παλλάδος ἄστυ φύγες , Πλουτέα δ ' οὐκ ἔφυγες .
κελαινὸν εἰς ἕδρανα λάϊνα δάπεδά τε , φονέα πατρίδι , Παλλάδος θέσαν θεᾶς . ἐπὶ δὲ πόνωι καὶ χαρᾶι νύχιον
4372692 ἀμφαδα
. παρ ' αἶσαν : παρὰ τὸ προσῆκον ποιοῦσα . ἀμφαδά : ἀκουστά , φανερά . κατελώφεεν : ἐκ τῶν
. παρ ' αἶσαν : παρὰ τὸ προσῆκον ποιοῦσα . ἀμφαδά : ἀκουστά , φανερά . κατελώφεεν : ἐκ τῶν
4372026 Ὀλυμπου
μόλε , χρυσῶπα τινάσσων , ἄνα , θύρσον κατ ' Ὀλύμπου , φονίου δ ' ἀνδρὸς ὕβριν κατάσχες . πόθι
αἰωρήμασιν πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις , φερομέναν δίναισι , βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν ' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατέρι Ταντάλωι
4370410 Τηλεφου
' ἐκεῖνον τὸν χρόνον τοὺς Μυσοὺς ἐληΐζοντο μετὰ τὴν τοῦ Τηλέφου ἀποδημίαν . ἐγὼ δὲ οὕτως εὗρον . οἱ Ἕλληνες
ἀπ ' αὐτῆς ἀναχώρησις καὶ τὸ ἐς τοὺς σὺν Ἀγαμέμνονι Τηλέφου τόλμημα , ὅτε Ἕλληνες ἁμαρτόντες Ἰλίου τὸ πεδίον ἐλεηλάτουν
4370125 ναιειν
τὸ τιμωρῶ : ἢ καὶ ἀπὸ τοῦ ἐν τῇ ἔρᾳ ναίειν . . : τρίμορφοι ] Τρισώνυμοι . : τούτων
τὰ σώματα αὐτῶν πεπτωκότα . τοῦτο γάρ ἐστι τὸ χθόνα ναίειν διαπήλας ἀντὶ τοῦ τάφου μοῖραν ἀπομοιράσας αὐτοῖς καὶ ἀφορίσας
4369443 τοὐμον
τέχνης τῆς ἐφ ' ἅπασι , τούτων δὲ πόρρω ἴσως τοὐμόν . οὐ γὰρ ἂν παρέντες αὐτὰ ἐκεῖνα ἐπῄνουν μόνον
σοὶ γὰρ ἔξεστιν εἰς τὴν πατρίδα ἐπανελθεῖν : κῆδος δὲ τοὐμόν : τὸ διὰ τοῦ γάμου : μὴ γαμηθείσης γὰρ
4366873 Ἑλληνος
. . ; , περὶ μον . λέξ . . Ἕλληνος δ ' ἐγένοντο φιλοπτολέμου βασιλῆος Δῶρός τε Ξοῦθός τε
δ ' ] ὁ Ξέρξης . ξυνεὶς ] γνούς . Ἕλληνος ] τοῦ μηνύσαντος τὰ τοιαῦτα . φθόνον ] τὴν
4365199 μελιγηρυν
ἔκιχεν κιθάρην πολυδαίδαλον ἐντύνοντα , ὄφρα κέ σοι μέλπων προχέω μελίγηρυν ἀοιδήν , κηλήσω δέ τε θῆρας ἰδ ' ἑρπετὰ
λέγειν τὰ εἰρημένα . Καὶ μάρτυρας ἐπάγεται τῷ λόγῳ τὸν μελίγηρυν Ἄδραστον καὶ Περικλέα τὸν Ξανθίππου . Ὡς γὰρ ἐπὶ
4364374 πεμψω
προσθεῖναι χωρὶς τῶν ἀπὸ τοῦ ἥσω μέλλοντος τοῦ σημαίνοντος τὸ πέμψω , ἐξ οὗ τὸ ἀφήσω : τοῦτο δὲ εἴρηται
Ἀθηναίων κόρους ἥξω : παρ ' ὅπλοις θ ' ἥμενος πέμψω λόγους Κρέοντι νεκρῶν σώματ ' ἐξαιτούμενος . ἀλλ '
4363750 ἀνασσα
ἐστί μοι βουλεύματα . εὖ τόδ ' ἴσθι , γῆς ἄνασσα τῆσδε , μή σε δὶς φράσειν μήτ ' ἔπος
τῆμόσδε τάμοιο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρι φάοι ταυρῶπις ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ
4362191 ἐμεθεν
† φονία χάριτας † ἵν ' ἐπὶ δάκρυσι παρ ' ἐμέθεν ὑπὸ μέλαθρα νύχια παιᾶνα νέκυσιν ὀλομένοις λάβηι . κυανοειδὲς
ἔκ προθέσεως , ὡς τὸ Ἴδηθεν μεδέων , ὡς ἡ ἐμέθεν ἀντωνυμία , ὡς τὸ Αἴας δ ' ἐγγύθεν ἦλθε
4361901 Εἰληθυια
εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι . Ἀριστοφάνης Λυσιστράτῃ ὦ πότνι ' Εἰλήθυια , ἐπίσχες τοῦ τόκου ἕως ἂν εἰς ὅσιον ἀπέλθω
γῆρας ἔτειρε μέλη . Ἀμφαρέτας κρήδεμνα καὶ ὑδατόεσσα καλύπτρα , Εἰλήθυια , τεᾶς κεῖται ὑπὲρ κεφαλᾶς , ὥς σε μετ
4361252 Μουσης
οὐδεὶς Ἀμφίων οὐδὲ Ὀρφεύς : ὁ μὲν γὰρ υἱὸς ἦν Μούσης , οἱ δὲ ἐκ τῆς Ἀμουσίας αὐτῆς γεγόνασι :
αὐτῷ ἐπιγεγράφθαι : ὧδε Λίνον Θηβαῖον ἐδέξατο γαῖα θανόντα , Μούσης Οὐρανίης υἱὸν ἐϋστεφάνου . καὶ ὧδε μὲν ἀφ '
4360669 γαρυων
λέγων . περί . ὃς ἐκ Κορίνθου ἦν . συνετώτατον γαρύων . μηχαναῖς : * βουλαῖς . θεῶν γὰρ τὸ
μεθέπων δίδυμον ἄχθος ἄγγελος ἔβαν , πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο , τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς , Ἀλκίμιδα
4359172 φιλη
οὖν τοῦ τιμιωτέρου οὕτω καλείσθωσαν , ὡς τὸ Τεῦκρε , φίλη κεφαλή . Ἐπειδὴ ἔγνωμεν τὰ σημαινόμενα τῶν διαφορῶν ,
δωροδοκῆσαι λέγεται . πόλις δὲ Λέσβου τῆς νήσου Μιτυλήνη , φίλη μὲν Ἀθηναίοις καὶ σύμμαχος , ὕστερον δὲ νεωτερίσασαν καὶ
4355338 Ἡλιε
: τῆς μέσης δασυνομένης τὸ προσηγορικόν . Σοφοκλῆς Τηρεῖ : Ἥλιε , φιλίπποις Θρῃξὶ πρέσβιστον σέλας . Φίλιππος δὲ ψιλῶς
αὐτῷ ὅτι Ἀσία λέγεται . Καὶ εὐθέως ἔκραξεν : Ὦ Ἥλιε , ἀπώλεσας Ἰουλιανόν . Καὶ ἐκχυθεὶς τὸ αἷμα παρέδωκε
4353061 γεινατο
φησί „ καὶ κούρην Ἀράβοιο , τὸν ” Ἑρμάων ἀκάκητα γείνατο καὶ Θρονίη , κούρη Βήλοιο „ ἄνακτος . ”
Ἀστερόπη δίη τε Κελαινὼ Μαῖά τε καὶ Μερόπη , τὰς γείνατο φαίδιμος Ἄτλας . Κυλλήνης ἐν ὄρεσσι θεῶν κήρυκ '
4352177 Ἀσκληπιαδαι
ἀλλὰ τῇ καθ ' αὑτοὺς δυνάμει τὴν λαμπρότητα ἐκτήσαντο . Ἀσκληπιάδαι δὲ ἐκ Μαχάονος ἀρξάμενοι καὶ Ποδαλειρίου κοινὴ πᾶσιν ἀσφάλεια
τέταρτος ἀπὸ Νέβρου τοῦ Κρισαίους συγκαθελόντος , ἡμεῖς δ ' Ἀσκληπιάδαι κατ ' ἀνδρογένειαν : ὥστε καὶ τοῦτο τὸ καλὸν
4349946 φερεις
κομίσας τὴν ἔγχελυν δός μοι αὐτὴν προσειπεῖν . Γ εἰ φέρεις ] εἰ ὄντως φέρεις . Γ ἀκούσας τὰ περὶ
. Ἔπειτ ' ἀνέκραγον πάντες : Ὦ μιαρώτατε , σπονδὰς φέρεις τῶν ἀμπέλων τετμημένων ; Κἀς τοὺς τρίβωνας ξυνελέγοντο τῶν
4345662 θυγατρων
θυγατέρα . δύναται δὲ καὶ οὕτως ἀκούεσθαι : τῶν Αἰήτου θυγατρῶν τὴν οὖσαν παρθένον . δολόεσσα : ἀντὶ τοῦ φρονίμη
Ἀντηνορίδαο δάμαρτι , τὴν Ἀντηνορίδης εἶχε κρείων Ἑλικάων Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν εἶδος ἀρίστην . τὴν δ ' εὗρ ' ἐν
4343285 Ζηνος
Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ αὐτοῦ Αἰακοῦ . ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνός : Τελαμὼν καὶ Πηλεύς : Κρόνου μὲν γὰρ Χείρων
Κρῆτες , Ἴδας τέκνα Φοινικογενοῦς τέκνον Εὐρώπης καὶ τοῦ μεγάλου Ζηνός , ἀνάσσων Κρήτης ἑκατομπτολιέθρου : ἥκω ζαθέους ναοὺς προλιπών
4326125 Ἀιδοσδε
μέλας δ ' ἐπερείεδετο ? [ εὐρὼς ] ὀφθαλμοῖς : Ἄιδόσδε [ δ ' ἀπήλυθε ] θυμὸς ἀναιδής . καὶ
τοῦ γάρ αἰτιώδους εἰσέβαλεν ἀρχαϊκῶς . . ψυχαὶ δ ' Ἄιδόσδε κατῆλθον : ἡ διπλῆ , ὅτι συμφώνως τῷ κατὰ
4325196 τεκες
[ Ε ] : σοὶ πάντες μαχόμεσθα : σὺ γὰρ τέκες ἄφρονα κούρην : ἀντὶ τοῦ ἀμίαντον σῶφρον : †
μερίμνας . Ἀργεία κυάνοφρυ , σὺ λαοφόνον Διομήδεα μισγομένα Τυδῆι τέκες , Καλυδωνίῳ ἀνδρί , ἀλλὰ Θέτις βαθύκολπος ἀκοντιστὰν Ἀχιλῆα
4324020 ὀρινῃς
ἡμετεράων . τὼ νῦν μή μοι μᾶλλον ἐν ἄλγεσι θυμὸν ὀρίνῃς , μή σε γέρον οὐδ ' αὐτὸν ἐνὶ κλισίῃσιν
λυθεὶς ὑπὸ δείματος ἔξω ἐκ χειρῶν οὖδάσδε βαλὼν χόλον αἰνὸν ὀρίνῃς ἀθανάτων . Τόλμα δὲ θεοπροπίην ἐρεείνειν : πάντα γὰρ
4323247 Ἐπιδαυριας
ἔστι δὲ λιμὴν ἐρῆμος καὶ ἔσχατος πρὸς τὰ μεθόρια τῆς Ἐπιδαυρίας . καὶ μίαν μὲν ναῦν ἀπολλύασι μετέωρον οἱ Πελοποννήσιοι
ἐπονομάζουσιν . Αἰγινῆται δὲ οἰκοῦσιν ἔχοντες τὴν νῆσον ἀπαντικρὺ τῆς Ἐπιδαυρίας . ἀνθρώπους δ ' οὐκ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς λέγουσιν
4318551 Ἰτωνιδος
Θόαντι τὴν Ὑψιπύλην γεγενημένην τὴν βασιλείαν τοῦ πατρὸς εἰληφέναι . Ἰτωνίδος : ἐν Θεσσαλίᾳ θεὰ Ἰτωνὶς τιμᾶται καὶ ἐν Κορωνείᾳ
νίκῃ τοὺς τῶν Γαλατῶν θυρεοὺς ἀνέθηκεν εἰς τὸ ἱερὸν τῆς Ἰτωνίδος Ἀθηνᾶς καὶ τῶν ἄλλων λαφύρων τὰ πολυτελέστατα , τὴν
4314801 ἐυσθενεος
πάντα δ ' ἔνερθεν ἅ περ θέμις ἐκρύψαντο αἰδόμενοι Πηλῆος ἐυσθενέος παράκοιτιν ἄλλάς τ ' εἰναλίας Νηρηίδας , ὅσσαι ἅμ
ἔρεξα καὶ ἔτλην εἵνεκα λαῶν . Ὣς εἰπὼν πάις ἐσθλὸς ἐυσθενέος Τελαμῶνος Ἑκτόρεον ξίφος ὦσε δι ' αὐχένος : ἐκ
4314012 ἠς
τ ' ἄνδρες δραῖσιν ἀτάσθαλοι [ [ ] ν κεν ἦς ὄνεκτον [ ! ] ! δη [ [ ]
μετοχὴ ἀνείς ἀνέντος , τὸ ὑποτακτικὸν ἐὰν ἀνῶ , ἐὰν ἦς , τὸ τρίτον ἐὰν ἀνῇ καὶ πλεονασμῷ τοῦ η
4312404 κλῃζεται
δυσφθαρτότερα τῷ πιμελῆς ἀπηλλάχθαι . τάδε μὲν κυρίως καὶ συνήθως κλῄζεται ταρίχη , καίτοι συχνῶν καὶ πολυτελῶν ἰχθύων κατὰ τὰς
Σοφοκλῆς δ ' ἐν Μυσοῖς „ Ἀσία μὲν ἡ σύμπασα κλῄζεται ” , ξένε , πόλις δὲ Μυσῶν Μυσία προσήγορος
4311106 ἱπποδαμον
δεινοῖς ὀφθαλμοῖσιν ἔσω κοΐλης δρυὸς ἄμφω , Κάστορά θ ' ἱππόδαμον καὶ ἀεθλοφόρον Πολυδεύκεα : νύξε δ ' ἄρ '
δ ' οὐ δύναμαι ἰδέειν κοσμήτορε λαῶν Κάστορά θ ' ἱππόδαμον καὶ πὺξ ἀγαθὸν Πολυδεύκεα αὐτοκασιγνήτω , τώ μοι μία
4310716 Δωρου
ἱστορεῖ Ἄνδρων , Κρητὸς ἐν τῇ νήσῳ βασιλεύοντος Τέκταφον τὸν Δώρου τοῦ Ἕλληνος , ὁρμήσαντα ἐκ τῆς ἐν Θετταλίᾳ τότε
Αἰολεῖς ἀπὸ τῶν Αἰόλου παίδων , ὡς Δωριεῖς ἀπὸ τῶν Δώρου : ἀφ ' ὧν ἡ Αἰολικὴ ἀποικία . οἳ
4290235 Ἑλικωνος
καὶ ἡλίκην σφῦραν . καὶ ταῦτα ᾄδοντι αὐτῷ ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος τὰ ὦτα ὑπεῖχον οἱ Ἕλληνες καὶ ἐκηλοῦντο καὶ ᾤοντο
Μούσας ἐκ Πιερίας καλεῖ , ἐν δὲ τῇ Θεογονίᾳ ἐξ Ἑλικῶνος . Διπλᾶς ἐγὼ τὰς Πιερίας καὶ τοὺς Ἑλικῶνας γινώσκω

Back