αὖ ὁ Ἀμφιάραος ὑπήντησεν αὐτῷ : πάλαι γὰρ ἐτεθνήκει . Τὺ δ ' ἑκατηβόλε ] * Σύ , φησίν , | ||
τούτου ζητήσας . Γε μὰν ] Ἀλλ ' ὅμως . Τὺ δ ' ὁπόταν τις ἀμείλιχον ] * Ἐάν τις |
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας . | ||
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν |
ἐάμ ποτ ' οἶνον ἔτι τ ? [ ἀλλ ' ὀμνύω ϲοι τοῦτο [ οὐκ οἶϲθα πρὸϲ ὕδωρ ? ? | ||
: καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι , ὅτι |
δ ' ἐμέ : ἀνύειν ἐκπληροῦν : παρελθὼν τοὺς Δελφοὺς φεῦγε : ποῖ με χρὴ πάτερ μολεῖν : ἐκ τῶν | ||
, αὐτὸς σημανεῖ : σὺ δ ' ἐκλιπὼν γῆν τήνδε φεῦγε , πρίν σε παῖδα Πρωτέως ἰδεῖν , ὃς ἄρχει |
ὡς τὸ εἰκὸς ἰδὼν ἡμᾶς ἐκ γειτόνων πρόσεισι δεξιωσόμενος . Χαίρετε , ὦ Ἑρμῆ καὶ Δίκη . Καὶ σύ γε | ||
ἄρχοντας καθημένους καὶ πεφροντικότας ὑπὲρ τοῦ τέλους τῆς μάχης , Χαίρετε , νικῶμεν , καὶ τοῦτο εἰπὼν συναποθανεῖν τῇ ἀγγελίᾳ |
δοῦναι χάριν ἐμοί . ἀλλὰ δός , ἑταίρων φίλτατε , χαίρεις γὰρ ἀκούων τοῦτο μᾶλλον ἢ τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα | ||
ἄνδρα τύραννον . Ἀλλ ' εὐπαράγωγος εἶ , θωπευόμενός τε χαίρεις κἀξαπατώμενος , πρὸς τόν τε λέγοντ ' ἀεὶ κέχηνας |
' ἄκροις ἕστακ ' Ἄρεος στεφάνοισιν . ἡγοῦ πάροιθε , θύγατερ : ὡς τυφλῶι ποδὶ ὀφθαλμὸς εἶ σύ , ναυβάταισιν | ||
ὦ θεοδˈμάτα , λιπαροπˈλοκάμου παίδεσσι Λατοῦς ἱμεροέστατον ἔρνος , πόντου θύγατερ , χθονὸς εὐρείας ἀκίνητον τέρας , ἅν τε βροτοί |
Παλλάδα περσέπολιν κλήιζω πολεμαδόκον ἁγνάν παῖδα Διὸς μεγάλου δαμάσιππον Παλλάδα περσέπολιν δεινὰν θεὸν ἐγρεκύδοιμον αἵ τε ποταναῖς ὁμώνυμοι πελειάσιν αἰθέρι | ||
' ἐδίδασκεν τὼ μηρὼ μὴ ξυνέχοντας , ἢ “ Παλλάδα περσέπολιν δεινάν ” ἢ “ τηλέπορόν τι βόαμα ” , |
δ ' Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός , ἀλλ ' οὐ βαρβάρους μῆτερ , Ἑλλήνων : τὸ μὲν γὰρ δοῦλον , οἱ | ||
σκωλήκων ; συνάρμοσον δέ μου βλέφαρα τῇ σῇ χερί , μῆτερ . ἂν δὲ μὴ συναρμόσῃ σου , ἀλλὰ βλέπων |
προσγραφομένου δὲ τοῦ ι , μὴ συνεκφωνουμένου δέ , οἷον γελῶ , γελᾷς , γελᾷ . οἱ μέντοιγε Αἰολεῖς ? | ||
καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ ἀκροῶ ἀκροάσω , γελῶ γελάσω : τέως δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον τῷ |
δὲ Πρίαμον φάτο μῦθον : υἱὸς μὲν δή τοι λέλυται γέρον ὡς ἐκέλευες , κεῖται δ ' ἐν λεχέεσς ' | ||
' ἐστέρησε Φοῖβος . ὦ κακὰ παθὼν ἰδών τε δυστυχὲς γέρον , τίν ' αἰῶν ' ἐς τὸ λοιπὸν ἕξεις |
' Εὐριπίδῃ ἐν Ὀρέστῃ : ἣ πόσιν † ἀπείρονι περιβαλοῦσα ὑφάσματι , . , . , + . Ἀπερωεύς : | ||
ἐν Λεύκτροις : τότε μὲν γὰρ τοῦ ἱεροῦ τὰς θύρας ὑφάσματι ἀράχναι λευκῷ , κατὰ δὲ τὴν Ἀλεξάνδρου καὶ Μακεδόνων |
ζῶν , πολλὰ δ ' εἰς Ἅιδου μολών , Φιλάμμονος παῖ , τῆς ἐμῆς ἥψω φρενός : ὕβρις γάρ , | ||
ἢ ἁπλῶς ὄνομα κύριόν τινος λέγει . . ἢ Στίλβωνος παῖ . διασύρει δὲ τοῦτον , ὡς παῖδα ἔχοντα . |
τῶν σῶν δορυφόρων . Τί οὖν οὐκ ἀπαλλαττόμεθα , ὦ Ἑρμῆ , τὴν ταχίστην ; οὐ γὰρ ἄν τι ἡμεῖς | ||
. τὸ πλῆρες δὲ Ἑρμᾶ . Ἑρμ ' ἐμπολαῖε ] Ἑρμῆ ἐμπορικέ . ὡς εὐτυχῶς πωλήσας τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας εὔχεται |
' κείνων βουλόμενος τὸν ἀδελφὸν τὸν Ἀπολλωνίδου πληγὰς ἀκούων λαβεῖν ἐπλήγην τὴν ψυχὴν εὐνοίᾳ τε τῇ ἐκείνου καὶ σῇ . | ||
διὰ τῶν σῶν μαθητῶν σεσωσμένος καὶ τῇ σῇ συμφορᾷ λίαν ἐπλήγην , οἷος ὢν οἷα πέπονθας , τήν τε Τύχην |
κομίσας τὴν ἔγχελυν δός μοι αὐτὴν προσειπεῖν . Γ εἰ φέρεις ] εἰ ὄντως φέρεις . Γ ἀκούσας τὰ περὶ | ||
. Ἔπειτ ' ἀνέκραγον πάντες : Ὦ μιαρώτατε , σπονδὰς φέρεις τῶν ἀμπέλων τετμημένων ; Κἀς τοὺς τρίβωνας ξυνελέγοντο τῶν |
[ ] [ ] ον ὅτε συν ? [ ] ελθὼν ἐκ [ ] ! ! ! πστην ? [ | ||
νεκρὸν εὑρήσειν με οἰομένων καθάπερ τοὺς ἄλλους , προ - ελθὼν ἀπροσδόκητος ἅπασι πρόσειμι τῷ Εὐβατίδῃ , εὖ ἀγγέλλων ὅτι |
δι ' ἧς οἱ κατάδικοι τὴν ἐπὶ θανάτου ἐξάγονται . Χαῖρε φίλον φῶς : γραῦς θέλουσα ἀκολασταίνειν γυμνὴ , ἵνα | ||
ῥοδοδάκτυλος οὖσα ; Ποιμὴν καθέστηκ ' αἰπόλος καὶ βουκόλος . Χαῖρε χρυσόκερω βαβάκτα κήλων , Πάν , Πελασγικὸν Ἄργος ἐμβατεύων |
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός . | ||
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι |
ἐπέρρεπε γαμβροῖσιν ἀείδειν . μεταμανθάνουσα δ ' ὕμνον Πριάμου πόλις γεραιὰ πολύθρηνον μέγα που στένει κικλήσκους ' Ἄπαριν τὸν αἰνόλεκτρον | ||
ἐλθεῖν δ ' ἔτλησαν δεῦρο καὶ ξένον πόδα θεῖναι μόλις γεραιὰ κινοῦσαι μέλη , πρεσβεύματ ' οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια |
ἄλλων ὧν λέγεις πέρι μυθολογοῦντα . Ἔστι γάρ , ὦ φίλε Φαῖδρε , οὕτω : πολὺ δ ' οἶμαι καλλίων | ||
γὰρ ἀποκαλύψας ἐγὼ λέγω . Ἐκ τῆς Πολιτείας „ Ὦ φίλε Ὅμηρε , εἴπερ μὴ τρίτος ἀπὸ τῆς ἀληθείας εἶ |
Ἐλάλησε δὲ Ἱερεμίας λέγων : Παρακαλῶ σε , κύριε , δεῖξόν μοι τὶ ποιήσω Ἀβιμέλεχ τῷ Αἰθίοπι , ὅτι πολλὰς | ||
εἶναι , ἄρα πῶς προκόπτεις ; Σὺ οὖν ἐνταῦθά μοι δεῖξόν σου τὴν προκοπήν . καθάπερ εἰ ἀθλητῇ διελεγόμην δεῖξόν |
, ἀφύην , ἑψητόν . Ναστὸς τὸ μέγεθος τηλικοῦτος , δέσποτα , λευκός : τὸ πάχος γὰρ ὑπερέκυπτε τοῦ κανοῦ | ||
. Ἡράκλεις καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾶις ὦ δέσποτα ; οἷς γ ' ἀπώλεσαν Φίλιππον ἐν δίκηι τὸν |
Ὣς φάτ ' Ἀθηναίη , ὃ δ ' ἐπείθετο , χαῖρε δὲ θυμῷ , στῆ δ ' ἄρ ' ἐπὶ | ||
συμπλέξαντα τὸν Ἰλιάδος καὶ Ὀδυσσείας στέφανον . Δήλι ' Ἄπολλον χαῖρε καὶ Ἄρτεμι , παῖδε κλεεινώ . Αἴσωπός ποτ ' |
! φολοις ? πων ! [ ! ! ! ] τέλεσον ? [ τελέαν ] ἐπαοιδήν ? [ ] . | ||
τάχος ὀτˈρύνει με τεύχειν ναῒ πομπάν . τοῦτον ἄεθˈλον ἑκὼν τέλεσον : καί τοι μοναρχεῖν καὶ βασιλευέμεν ὄμνυμι πˈροήσειν . |
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς ' | ||
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες |
ἒ ἕ , ἒ ἕ , ὄτοβον ἁρμάτων ἀμφὶ πόλιν κλύω : ὦ πότνι ' Ἥρα . ἔλακον ἀξόνων βριθομένων | ||
! ! ! ! ! ! ] Φοῖβε , τίνα κλύω τὸν α ? [ ὁ θυηπόλος [ ! ! |
ἐνταῦθα . δᾶ ] γῆ . Ἄπολλον ] ὦ . Ἄπολλον ] ὦ . σύστημα . ἀνωτότυξας ] διὰ τοῦ | ||
ὀνομάτων τὸ κύριον παριστῶσα : λέξις μὲν Φοῖβε ἀντὶ τοῦ Ἄπολλον , καὶ Ἐννοσίγαιε ἀντὶ τοῦ Πόσειδον , καὶ ὄφρα |
διάλληλα τὰ τῆς ἐπιχειρήσεως . τί γὰρ οὐ μᾶλλον ἡ τύ ὠλιγώρηται , ὅτι εἰς ν οὐ λήγει , ἢ | ||
ἐριθακὶς ἁ μελανόχρως αἰτεῖ : καὶ δωσῶ οἱ , ἐπεὶ τύ μοι ἐνδιαθρύπτῃ . ἅλλεται ὀφθαλμός μευ ὁ δεξιός : |
Δίωνος : εἰς ἃ ἀποβλέψας ὁ βασιλεὺς εἶπεν , ὦ θαυμάσιε λυτικὲ , ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ Σωτῆρος τὸ σω , | ||
ὀρθῆς . ἔστι δὲ ἀδύνατον . τὸ αὐτό , ὦ θαυμάσιε : διὸ καὶ τὰ ἑξῆς προσιέμεθα μέν , οὔ |
ὑμᾶς . διδαχθεὶς ἂν τόδ ' εἰδείην πλέον , ὅπως γένεθλον σπέρμα τ ' Ἀργεῖον τὸ σόν . κλῃδοῦχον Ἥρας | ||
τὸν προμάτορος Ἰοῦς ποτ ' ἔκγονον Ἔπαφον , ὦ Διὸς γένεθλον , † ἐκάλες ' ἐκάλεσα βαρβάρωι βοᾶι , ἰώ |
ἔργον ἐργασάμεναι οὐδ ' ἐλάττονος ἄξιον εὐφημίας τῶν ἐν τῇ σῇ πόλει τρεφομένων γυναικῶν , ἃς σὺ κελεύεις μετὰ τῶν | ||
ὕπνῳ , ὥστε δόξει ἐμὲ ὁρέων σὲ εἶναι , τῇ σῇ ἐσθῆτι τεκμαιρόμενον . Εἰ δὲ ἐμὲ μὲν ἐν οὐδενὶ |
. εἰ δ ' ἐθέλεις , σὺ κόμισσον ἐνὶ σταθμοῖσιν ἐρύξας : εἵματα δ ' ἐνθάδ ' ἐγὼ πέμψω καὶ | ||
δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην ξείνις ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ ' ἐρύξας : οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά : |
θυμῷ . . εἰ μή τις γρῆυς ἔστι παλαιή , κεδνὰ ἰδυῖα , ἥ τις δὴ τέτληκε τόσα φρεσίν , | ||
στόμα ὄσσαν ἱεῖσαι μέλπονται , πάντων τε νόμους καὶ ἤθεα κεδνὰ ἀθανάτων κλείουσιν , ἐπήρατον ὄσσαν ἱεῖσαι . αἳ τότ |
, χώραν διδόντες , ἥνπερ ἔχρῃζον λαβεῖν τοῦ κρατοβρῶτος παιδὸς ἀτρέστου κάπρου . Τῶν Ναυβολείων δ ' εἰς Τέμεσσαν ἐγγόνων | ||
τὸ δ ' ἑξῆς : τοῦ κρατοβρῶτος τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀτρέστου κάπρου χώραν διδόντες . τοῦ Τυδέος υἱοῦ Διομήδους . |
κύδηνεν κούρη πολυμήχανος . Αὐτὰρ ἔγωγε σῆς ἀλόχου κέλομαί σε δαήμεναι , εἰ ἕθεν ἁγνὸν ἀνδρὸς ἀπ ' ἀλλοτρίοιο λέχος | ||
μεμερισμένα δώματα ναίειν . εἰ δ ' ἐθέλεις καὶ ταῦτα δαήμεναι εὐχερές ἐστι : βαῖνέ μοι ἐν νώτοισι , κράτει |
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν | ||
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ |
ἐμαυτοῦ [ θυγατέρα ; πρότερονεἰς κόλπον δέ φασι : τὴν Ἀδράστειαν ? [ σέβω ἐπὶ Διομνήστωι γενοίμην νυμφίωι [ ὁμολογουμένην | ||
σχεδόν : τὸ δὲ ἤπουγε πολλῷ πλέον . προσκυνῶ δὲ Ἀδράστειαν . τρεῖς Μοίρας εἶναι θυγατέρας Ἀνάγκης φασίν , Κλωθώ |
δρᾶι φράσον . πάντ ' οἶδ ' , ἐρεῖ τε συγγόνωι παρόντα σε . θνήισκοιμεν ἄν : λαθεῖν γὰρ οὐχ | ||
ὧδ ' ἔχειν . σοὶ μὲν τάδ ' αὐδῶ , συγγόνωι δ ' ἐμῆι λέγω : πλεῖ ξὺν πόσει σῶι |
τοὺς ἠτυχηκότας , εἰ καὶ δύ ' εἰσὶ μόνοι , συγχωρῶ : παντὶ γὰρ πλείους εἰσὶ τοῦ δέοντος , καὶ | ||
καὶ μὴ μόνον τῇ λέξει ἀλλὰ καὶ τοῖς ἑπομένοις αὐτῇ συγχωρῶ , ἐπειδὴ καὶ Ἰσοκράτης φησὶ ῥήτορος εἶναι τὸ τὰ |
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν , | ||
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι |
εὖ ἔχοντος , χαριέντως γ ' , ἔφη , ὦ νεανίσκε , τὸ σωμάτιον διάκεισαι . τί οὖν οἴει , | ||
. Ζήνων πρὸς τὸν πλείω λαλεῖν θέλοντα ἢ ἀκούειν ” νεανίσκε , ” εἶπεν , „ ἡ φύσις ἡμῖν γλῶτταν |
ἀλλὰ ταῦτα μόνον ἔλεγον : Ἄνερ Κλειτοφῶν , Λευκίππης μόνης ἄνερ , πιστὲ καὶ βέβαιε , ὃν οὐδὲ συγκαθεύδουσα πέπεικεν | ||
δὲ ἱέρεια εἶπε πρὸς αὐτόν , δυσχεράνασα τῇ ὄψει , ἄνερ ἀπὸ τῶν ἱερῶν . ὁ δὲ Ὅμηρος ἐς θυμόν |
' : “ ἐν μιᾶι γὰρ ἡμέραι τὸν εὐτυχῆ τίθησι δυστυχῆ θεός . ” εὖ πάντα ταῦτα , Σμικρίνη . | ||
Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον , τοῦ μὴ πειραθέντος μὲν τῆς ὁμιλίας , |
, δοκούσης δέ ; κροτεῖν ἔδει με καὶ στεφανοῦσθαι καὶ χα - ριστήρια θεοῖς ἀνάπτειν καὶ ποιεῖν οἷάπερ , ἡνίκα | ||
ἀρσενικοῦ τὸ Α : ὀξέος ὀξεῖα , τάλανος τάλαινα , χα - ρίεντος χαρίεσσα . Ῥόδιος δὲ Ῥοδία καὶ Σάμιος |
! ! ! ! ! ! ! ] ϲ ? ὑμεῖϲ εἴπατέ θ ' οὕτω πο [ ! ! ! | ||
ἐγώ ϲύ ἵ , δυϊκὸϲ νῶϊ ϲφῶϊ , πληθυντικὸϲ ἡμεῖϲ ὑμεῖϲ ϲφεῖϲ : παραγώγων δὲ ἑνικὸϲ ἐμόϲ ϲόϲ ὅϲ , |
' ἔθεντο , αἰδοῦνται δ ' ἱκέτας Διός , ποίμναν τάνδ ' ἀμέγαρτον : οὐδὲ μετ ' ἀρσένων ψῆφον ἔθεντ | ||
' ἀσεβεῖ θανάτῳ βίον ἐκπνέων , ὤμοι μοι , κοίταν τάνδ ' ἀνελεύθερον δολίῳ μόρῳ δαμεὶς δάμαρτος ἐκ χερὸς ἀμφιτόμῳ |
? ? ἀετῶι ἐν [ τῆι ] θαλάσ - [ σηι γέγονεν ] ? λεγετε ? [ ! ! ! | ||
* οιγεγρα * * / * * * / * σηι ? ? * / * εσ ? ? * |
αὐτῆς : εἰ δ ' αἰδῶ καὶ καταστολὴν καὶ ἡμερότητα ἀποβαλεῖς , οὐδὲν ἡγῇ τὸ πρᾶγμα ; καίτοι ἐκεῖνα μὲν | ||
δὴ μεθ ' ἡμῶν καὶ εὖ σε ποιήσομεν „ : ἀποβαλεῖς μὲν γὰρ τὴν βλαβερωτάτην δόκησιν , κτήσῃ δὲ τὴν |
. μῆλά τε γάρ τοι ἐγώ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημ ' ἀγˈρούς τε πάντας , τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων | ||
δ ' ὄντ ' ἀποδίδωμι τῆι κόρηι : τροφεῖ ' ἀφίημ ' , οὐδὲν ἀξιῶ λαβεῖν . εὑρισκέτω τὸν πατέρα |
τῶν νεωτέρων κακῶν . τί δ ' ἔστιν , ὦ γεραιέ ; μὴ φθόνει φράσαι . οὐδέν : μετέγνων καὶ | ||
ἐμπλῆσαι χαρᾶς , ἔνσπονδος . οὗτος δ ' , ὦ γεραιέ , τίς κυρεῖ , ὃς ἅρμα λευκὸν ἡνιοστροφεῖ βεβώς |
ἡδονήν . εὖ γ ' , ὦ κράτιστε ἄνθρωπε καὶ σοφώτατε : τοῦ γὰρ μασᾶσθαι κρεῖττον οὐδὲν ἔστιν ἀγαθόν : | ||
ταύτῃ ἀνέχειν ἅπασι τὴν ἀρχήν . ἄθρει γάρ , ὦ σοφώτατε , ὡς ἐγὼ εἰσελήλυθα τήμερον οὐ κολακεύσων οὐδὲ θωπεύσων |
οὐ γάρ ἐστιν ἄλλων τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ | ||
σκορπίον , ἐκταραχθέντα ἀναπηδῆσαι , εἶτα γνόντα τὸ γεγενημένον , Κἀγὼ σὲ , φησὶν , ἐκφοβήσω , βασιλεῦ : δός |
, χοροῖσι Κηΐων φρένα ἰανθεὶς ὄπαζε θεόπομπον ἐσθλῶν τύχαν . Βασιλεῦ τᾶν ἱερᾶν Ἀθανᾶν , τῶν ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων , | ||
' ὑστεραίᾳ προσαγαγόντος αὐτοῦ τῇ πέτρᾳ τῶν βαρβάρων τις ἀνεβόησεν Βασιλεῦ Δημήτριε , τί βουλόμενος ἢ τίνος ἀναγκάζοντος πολεμεῖς ἡμᾶς |
οὐδαμόθεν ὁρῶ φιλίαν γενησομένην . εἴτε γὰρ αὐτῷ ποτε συγκαθεύδουσα Πολυξένη λάβοι τι τοιοῦτον εἰς νοῦν : τοὺς ἐμοὺς οὗτος | ||
συνοικῆσαι τῷ πάντων ἐχθίστῳ . ἔστι δὲ ταύτης καὶ ἡ Πολυξένη τῆς γνώμης . ὡς γὰρ ἐκ τῶν βασιλείων ἕτοιμος |
ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει : ὅς μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα . . μίν αὐτούς , : | ||
ὃς καὶ ἐμοὶ εἰς τὴν ἄκραν φιλίαν ἥρμοσται . ἧς ἀμειβόμενος αὐτὸν τῷ παιδὶ ταύτην τὴν χάριν δίδωμι σοὶ ποιῶν |
ἄλλην Ἀντωνίου μετὰ Καίσαρα ἀρχὴν ὡς τυραννικὴν διαβαλεῖν , φέρε πύθωμαι καθ ' ἕκαστον ὧδε . ” Τίνα ἔκτεινεν ὡς | ||
οὐκ ἂν ἔζησεν . ἀλλ ' οὐκ ἔχω παρὰ τίνος πύθωμαι τί γέγονε . πάντες ἀλλότριοι , πάντες βάρβαροι , |
ὑμῶν ἀποθανεῖν . καταρῶμαι οὖν ὑμῶν τὴν πατρίδα καὶ θεοὺς μαρτύρομαι , οἳ ἐπακούσουσί μου ἀδίκως ἀπολλυμένου καὶ ἐκδικήσουσί με | ||
τέκνα τοῦ θαλασσίου θεοῦ νόσῳ βιασθεὶς ἢ φίλων ἀχηνίᾳ ; μαρτύρομαι δὲ Ζηνὸς ἑρκείου . . ἐς Οἰδίπου δὲ παῖδε |
δ ' ἐναίσιμος ἥνδανε μῦθος : Ὑψιπύλην δ ' εἴσαντο καταφθιμένοιο Θόαντος τηλυγέτην γεγαυῖαν ἀνασσέμεν . ὦκα δὲ τόνγε πέμπον | ||
ἰσοφαρίζειν . ὀγδωκονταέτει παιδὶ Λεωπρέπεος , πόλις ἄνδρα διδάσκει σῆμα καταφθιμένοιο Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτίρω σε τάλαν |
καὶ καῦμα ἡ θερινὴ θερμασία . Παρὰ τὸ λάβ : λὰβ δὲ τὸ διὰ μέσου τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς | ||
καὶ καῦμα ἡ θερινὴ θερμασία . Παρὰ τὸ λάβ : λὰβ δὲ τὸ διὰ μέσου τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς |
? ? [ ] προσεφώνεε μειλιχίοισι : [ ] [ Θησεῦ Ἀθηναίων ] ? ? βουληφόρε θωρηκτάων ? ? , | ||
ἀμειβόμενος ? ? [ ] προσεφώνει μειλιχίοισι : [ ” Θησεῦ Ἀθηναίων ] ? ? βουληφόρε θωρηκτάων ? ? , |
; παιδίον Κράτεια . [ τίς ] καλεῖ με ; πάππα ⌊ χαῖρε πολλὰ φίλτατε [ ] ⌊ ἔχω ⌋ | ||
τάλαινα ? τῆς ἐμῆς ἐγὼ τύχης : ὡς οἰκτρά , πάππα φίλτατε , πεπόνθαμεν . τέθνηκε . ὑφ ' οὗ |
τὸ δεῖπνον ἐς λόγους ἤδη παροινίους τρεπόμενοι , ὡς τό χαῖρ ' , Ἀχιλεῦ , δαιτὸς μὲν ἐΐσης οὐκ ἐπιδευεῖς | ||
Ἀττικὴ ἐξαιρέτως εἰς τὸν τῆς ἐλαίας καρπόν . Γ χαῖρε χαῖρ ' : διπλῆ καὶ τοῦ χοροῦ κῶλα γʹ τροχαϊκά |
τούτων ἕκαστα ποιοῦντας πονηροτέρους ἢ τοὺς ἑκόντας . σὺ οὖν χάρισαι καὶ μὴ φθονήσῃς ἰάσασθαι τὴν ψυχήν μου : πολὺ | ||
τῷ κόσμῳ καὶ τοῦ βίου τὸ ἄγριον μύησον εἰρήνῃ : χάρισαι νόμους τῷ βίῳ , χάρισαι νυκτὶ χρησμούς : πλήρωσον |
σεμνὸν ἄγαλμα καὶ Ζηνὸς ὑψίστου μακάρων βουλαῖς , ὢ ἰὲ Παιάν . Ἔνθ ' ἀπὸ τριπόδων θεοκτήτων , χλωρότομον [ | ||
ἐοαγεῖ Ὑγιείαι ἰὴ Παιάν , Ἀσκληπιὸν δαίμονα κλεινότατον , ἰὲ Παιάν . Παιᾶνα κλυτόμητιν ἀείσατε κοῦροι [ Λητοΐδην Ἕκατον , |
ἀλκὰς Ἀχαιῶν . Ὡσεὶ κυβερνήτας σοφός , ὑμνοάνασς ' εὔθυνε Κλειοῖ νῦν φρένας ἁμετέρας , εἰ δή ποτε καὶ πάρος | ||
ὄρνιθος λαβὼν τὴν εὐκαιρίαν . διαβαδίζουσα γὰρ ἔτυχεν ἅμα τῇ Κλειοῖ καὶ ἐπιστᾶσα τῷ ταῲ καταντίον . ἔτυχε γὰρ τύχῃ |
' ἄελπτον . καὶ μὴν παρών γε κοὐ λόγους ἄλλων κλύων , Πέρσαι , φράσαιμ ' ἂν οἷ ' ἐπορσύνθη | ||
Αὐτὸς βαρεῖαν ξυμφορὰν ἐν ὄμμασιν πατρὸς δεδορκὼς κοὐ κατὰ γλῶσσαν κλύων . Ποῦ δ ' ἐμπελάζεις τἀνδρὶ καὶ παρίστασαι ; |
πράγμασιν ἀκούσατέ μου : ἐὰν μὲν ὁρῶ κατὰ γνώμην ἃ διαλογίζομαι χωροῦντά μοι καὶ θρασεῖς μὲν γεγονότας τοὺς πολεμίους , | ||
φησιν ἡ Ἑκάβη : ἀντὶ τοῦ μαθεῖν : ἀντὶ τοῦ διαλογίζομαι : † καὶ τοῦτο καθ ' ἑαυτήν φησιν ἡ |
θύεα [ ] ! : ἀλλ ' εἷα [ ] υϲ ? καὶ χα [ ] ! ! [ ! | ||
τατταρτ ? ! ? ! [ νικαϲ ] ἐνίκα ] υϲ [ ] ! ! ! ! [ ] εν |
. Πῶς γὰρ οὔ ; Οὐδέποτ ' ἄρα , ὦ μακάριε Θρασύμαχε , λυσιτελέστερον ἀδικία δικαιοσύνης . Ταῦτα δή σοι | ||
, ἐπεὶ δοκεῖ γέ σοι ὡς ἐγὼ λέγω . Ὦ μακάριε , ῥητορικῶς γάρ με ἐπιχειρεῖς ἐλέγχειν , ὥσπερ οἱ |
πρῆγμ ' ἐθέληις τελέσαι , ἀλλὰ μετ ' ἐσθλὸν ἰὼν βούλευ καὶ πολλὰ μογῆσαι καὶ μακρὴν ποσσίν , Κύρν ' | ||
Ἅιδην κνεφαῖά τ ' ἀμφὶ Ταρτάρου βάθη . πρὸς ταῦτα βούλευ ' : ὡς ὅδ ' οὐ πεπλασμένος ὁ κόμπος |
μοι ποινὰν τεθρίππων : χάρμα δ ' οὐκ ἀλλότˈριον νικαφορία πατέρος . ἄγ ' ἔπειτ ' Αἴτνας βασιλεῖ φίλιον ἐξεύρωμεν | ||
τὸν τόνον , ἀκολουθήσαντα . . . τοῖς ἰδίοις συγγενικοῖς πατέρος δαέρος ἀνέρος . ἔτι ἡμάρτηται καὶ ὁ τόνος τῆς |
' ἄλλοισι μινυνθαδιώτερον ἄλγος ἔσσεται , ἢν μὴ καὶ σὺ θάνῃς Ἀχιλῆϊ δαμασθείς . ἀλλ ' εἰσέρχεο τεῖχος ἐμὸν τέκος | ||
αὔξει τοῦ πένθους : ἀντίτυπον καιρίαν : μὴ φρονοῦσαν ὡς θάνῃς : παραφρονοῦσαν , μὴ νήφουσαν . προσυπακουστέον τὸ καλῶς |
ἀνθρώπους : οὗτός ἐστιν ὁ ἀγα - θὸς δαίμων . μακαρία ψυχή , ἡ τούτου πληρεστάτη , κακοδαίμων δὲ ψυχὴ | ||
οὕτως ῥητέον , ὦ μάκαιρ ' ἄνασσα Ὄγκα , ὦ μακαρία θεὰ Ἀθηνᾶ πρὸ τῆς πόλεως γενομένη βοήθησον αὐτῇ . |
δάμαλιν Σοφοκλῆς ἔφη γηγενῆ βούβαλιν , καὶ Αἰσχύλος λεοντόχορτον βούβαλιν νεαίρετον . χ : σάκος γέρον ] λέγει δέ που | ||
Σοφοκλῆς ἔφη γηγενῆ βούβαλιν , καὶ Αἰσχύλος : λεοντοχόρταν βούβαλιν νεαίρετον . καὶ ὅτι αἶγες καὶ ὄιες θήλειαι κέρατα πολλάκις |
] ; καὶ τόνδε φέρεις ἡγήτορα φύτλης [ ] . αὐδήσω [ σε ] Πλάτωνα ; Πλατωνίδος ἐσσὶ γενέθλης [ | ||
η ἔχει , ἡβῶ ἡβήσω , σιγῶ σιγήσω , αὐδῶ αὐδήσω , θῶ θήσω : τὸ μυκῶ μυκήσω , τιμῶ |
ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν . φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτε θˈρασυμήδεα καὶ δεινὰν στάσιν πατˈρίων οἴκων ἀπό τ ' Ἄργεος : ἀρχοὶ | ||
περσέπολιν κλήιζω πολεμαδόκον ἁγνάν παῖδα Διὸς μεγάλου δαμάσιππον Παλλάδα περσέπολιν δεινὰν θεὸν ἐγρεκύδοιμον αἵ τε ποταναῖς ὁμώνυμοι πελειάσιν αἰθέρι κεῖσθε |
κατὰ στέρησιν τοῦ μέλανος . Καὶ ὅρα ἀκρίβειαν , ὦ σοφέ . Ὧδε γὰρ ἔχεις πάντα τὸν μόχθον αἰχμαλώτου : | ||
ἔδωκεν οἴμην : τὸ δὲ γῆρας οὔ σε τείρει . σοφέ , γηγενής , φίλυμνε , ἀπαθής , ἀναιμόσαρκε : |
φαεινὸν , λαμπρόν . αἰθέρα νῦν καταχρηστικῶς τὸν ἀέρα . ἑᾷ κεφαλᾷ : τῇ ἑαυτοῦ , τοῦ Ἡλίου , κεφαλῇ | ||
Κˈρόνου σὺν παιδὶ νεῦσαι , φαεννὸν ἐς αἰθέρα μιν πεμφθεῖσαν ἑᾷ κεφαλᾷ ἐξοπίσω γέρας ἔσσεσθαι . τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαί |
τῷ ὅλῳ . Οἷον ἐκκλησίᾳ δημογερόντων καθημένων ἐφ ' ἡσύχῳ συννοίᾳ δῆμος ἄτακτος , τροφῆς δεόμενος καὶ ἄλλα ἃ δὴ | ||
. § Ἡ μὲν Πίσα τοῦ Διός . οἷον ἐν συννοίᾳ γεγονὼς πρὸς ἑαυτὸν λέγει , δι ' ἣν αἰτίαν |
λεχθήσεται δὲ καὶ ἕτερα . ἐρεῖς τι καὶ εἰς τὴν σεαυτοῦ πατρίδα ὡς χρονίως μὲν ἐπανελθὼν ἐπ ' αὐτήν , | ||
ἂν γὰρ ἅπαξ χρόνου καὶ διατριβῆς τύχῃς , ῥᾷον κρατήσεις σεαυτοῦ . Θάνατος καὶ φυγὴ καὶ πάντα τὰ δεινὰ φαινόμενα |
Ἀπόλλωνα καὶ τὸν Ἑρμῆν ὑπηνήτην καὶ τὸν Ποσειδῶνα κυανοχαίτην καὶ γλαυκῶπιν τὴν Ἀθηνᾶν . ὅμως δ ' οὖν οἱ παριόντες | ||
, οὐδὲν τῶν Ὁμήρου ἐπῶν φαυλοτέραν , παρθένον καλήν , γλαυκῶπιν , ὑψηλήν , αἰγίδα ἀνεζωσμένην , κόρυν φέρουσαν , |
τῆς ἀναιρέσεως τοῦ δράκοντος ἐνιαυτὸν θητεῦσαι . ἐν δὲ τῶι γάμωι Μούσας ἆισαι καὶ τῶν θεῶν ἕκαστον Ἁρμονίαι δῶρον δοῦναι | ||
, τὸν γάμον ποιεῦσιν . κἀπειδὴ τρίτη ἡμέρη γίγνεται τῶι γάμωι , τότε Ζὰς ποιεῖ φᾶρος μέγα τε καὶ καλὸν |
Ἰθωμαιΐς . Ἰκαρία , δῆμος τῆς Αἰγηίδος φυλῆς , ἀπὸ Ἰκαρίου τοῦ πατρὸς Ἠριγόνης . ὁ δημότης Ἰκαριεύς . τὰ | ||
ἐκ Λακεδαίμονός τινες ἐποικῆσαι τὴν Ἀκαρνανίαν , οἱ μετ ' Ἰκαρίου τοῦ Πηνελό - πης πατρός : καὶ γὰρ τοῦτον |
? μὲν τεθνᾶσι ἐγὼ δὲ σὺν τῇ λοιπῇ οἰκίᾳ | ἀποδημῶ καὶ τὸ τῆς ἀνάγκης ἅμα | ἰσχυρὸν προσγέγονεν , | ||
? ? ? ? [ ἐν τιμῇ ] ιζ εἰ ἀποδημῶ ιη εἰ συναλλάξαι συμφέρει μοι ? ? ? ιθ |
Ἔτι γὰρ γρύζεις ; Ἔτι γὰρ γρύζεις ; Λαβὲ τὴ μιαρά . Λαβὲ τὴ μιαρά . Λάλο καὶ κατάρατο γύναικο | ||
ὕπερθε μήποτ ' αἴρεσθαι βροτούς : ἀπατήσαντος τὴν ξένην : μιαρά : τοῦ σώματος : μάτην εἶπας τοῦτο : γράφεται |
” ἐπὶ δὲ τοῦ περιδείπνου “ ἤτοι ὁ τὸν κτείνας δαίνυ τάφον Ἀργείοισιν ” καὶ “ ὣς οἵ γ ' | ||
δαίνυ δαῖτα γέρουσιν . εἰ καί τινες , ὅτι τὸ δαίνυ νῦν οὐκ εὐώχει οὐδ ' ἑστία σημαίνει , ἀλλ |
κατάβηθι καὶ κατάβα , καὶ ἀνάστηθι καὶ ἀνάστα , καὶ ἀνίστω καὶ ἀνίστασο , καὶ τὰ ὅμοια . ἀνάδοχον : | ||
κύων μέριμναν οὔποτ ' ἐκλείπων πόνου . τί δρᾷς ; ἀνίστω , μή σε νικάτω πόνος , μηδ ' ἀγνοήσῃς |
ἐνθάδε ναίων , Ἴακχ ' , ὦ Ἴακχε , ἐλθὲ τόνδ ' ἀνὰ λειμῶνα χορεύσων ὁσίους εἰς θιασώτας , πολύκαρπον | ||
' ἐπιστήμην νοητοῦ ὡς ἔστιν θεὸς δογματίζων ὁρᾷς τὸν ὑψοῦ τόνδ ' ἄπειρον αἰθέρα καὶ γῆν πέριξ ἔχοντα ὑγραῖς ἐν |
! ! ! [ [ ] πα [ [ ] εξα [ [ ] νε [ [ ] ! [ | ||
[ [ ] ! ! δ ! [ [ ] εξα [ [ ] ! ! [ . . . |
ἡγήσῃ φίλον . Μηδέποτε γήμῃ μηδὲ εἷς εὔνους ἐμοί . Νίκα λογισμῷ τὴν παροῦσαν συμφοράν . Ξένον προτιμᾶν μᾶλλον ἀνθρώποις | ||
κοινοῦ θανάτου μέρος ἄμφω . Ἀλλὰ γὰρ ἁ μεγαλώνυμος ἦλθε Νίκα τᾷ πολυαρμάτῳ ἀντιχαρεῖσα Θήβᾳ , ἐκ μὲν δὴ πολέμων |
Πολλὴ ἀνάγκη . Καὶ τῶν θεῶν ἄρα , ὦ γενναῖε Εὐθύφρων , ἄλλοι ἄλλα δίκαια ἡγοῦνται κατὰ τὸν σὸν λόγον | ||
οὔ ; Οὐκ ἄρα τὸ θεοφιλὲς ὅσιόν ἐστιν , ὦ Εὐθύφρων , οὐδὲ τὸ ὅσιον θεοφιλές , ὡς σὺ λέγεις |
μὲν Δείνων ὑπουργῆσαι τῆι φαρμακείαι φησί , συγγνῶναι δὲ μόνον ἄκουσαν ὁ Κτησίας : τὸν δὲ δόντα τὸ φάρμακον οὗτος | ||
τὸν ἐξ αὐτοῦ παῖδα ἐφύλαττεν . ὕστερον δὲ τὴν γυναῖκα ἄκουσαν δορυφόρῳ αὑτοῦ πάντων μάλιστα θεραπευτῇ Τιμοκράτει γυναῖκα δίδωσι : |
ἀνδρίᾳ γνώριμον ἐκάλει : ” σῷζε τὸν ὅμοιον σεαυτῷ , σῷζε τὸν φίλον καὶ πέμπε μοι τοὺς χειραγωγήσοντας , ἐπεὶ | ||
. Δήμητερ , ἁγνῶν ὀργίων ἄνασσα , συμπαραστάτει , καὶ σῷζε τὸν σαυτῆς χορόν : καί μ ' ἀσφαλῶς πανήμερον |
γενοῦ , Νικήρατε , ἵνα μὴ παρόντοϲ ϲου ποιῶμαι τοὺϲ λόγουϲ [ ] ? [ . εἰϲέρχομαι καὶ ϲὺ μετ | ||
τ ' ἐρῶντα ? ? ? [ λέγοντα τούτουϲ τοὺϲ λόγουϲ ἐμοι ? [ : ἐμοὶ δὲ καὶ τούτωι τί |
ἐκ Τηλέφου ἢ Τληπολέμου : ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . καὶ διὰ τούτων σύγκρισιν ποιεῖται τῶν τῆς εἰρήνης | ||
δαῒ φῶτες . Ὣς φάμενον προσέειπε μένος Λαερτιάδαο : Ὦ τέκος ὀβριμόθυμον ἀταρβέος Αἰακίδαο , ταῦτα μέν , ὡς ἐπέοικεν |
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ . | ||
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα |
] τι καὶ χαϲμωμένωι ] τὸν ϲτρατηγὸν νὴ Δία ] ειϲ ἄλλην , ἔϲτι γὰρ ] ικον εἰϲ ὑπερβολὴν ] | ||
? εξα [ λαψῆι ] ? τεῖδ ' ἔτι ] ειϲ αὐτὸν ? ? λ [ ] ηραίη ? ! |
? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! ! | ||
δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει |
τοῦτο εἰρηκέναι : ἄνευ δὲ μητρὸς , ὦ κάθαρμ ' Εὐριπίδη : ἰδίοισιν ὑμεναίοισι : τοῖς οὐ νενομισμένοις . ἢ | ||
γὰρ ἂν ἀπέλθοιμ ' . Ἀλλὰ κόψω τὴν θύραν . Εὐριπίδη , Εὐριπίδιον , ὑπάκουσον , εἴπερ πώποτ ' ἀνθρώπων |
. ἐνταῦθα ἐν ταῖς γραφαῖς Ὀρέστης ἐστὶν Αἴγισθον φονεύων καὶ Πυλάδης τοὺς παῖδας τοὺς Ναυπλίου βοηθοὺς ἐλθόντας Αἰγίσθῳ : τοῦ | ||
' : ἀνδρείας δ ' ὕπο ἔστησαν ἀντίπρωιρα σείοντες βέλη Πυλάδης Ὀρέστης τ ' . εἶπε δ ' : Οὐχὶ |