τῷ ἐκτραχηλίσαι μαινόμενον ἄνθρωπον , καὶ προσεγκαλοῖεν , ὡς οὐδὲ ἰσόῤῥοπον φωνὴν ἀφέντι , ἵν ' ὀκνήσειεν καὶ βουλεύσαιτο ὁ
ἐγγὺς γάρ τι τοῦ ἰσοῤῥόπου ἐστὶν , ὡς δὴ μὴ ἰσόῤῥοπον ἐόν : τοῦ δὲ ὀθονίου τὴν περιβολὴν ποιέεσθαι χρὴ
4414861 ὑπορρυϲιν
ὑπάρχοντοϲ τοῦ ϲτομίου τὸ ἄκρον τῆϲ χειρὸϲ ὑψηλότερον ἀνατείνων εἰϲ ὑπόρρυϲιν τρέψειϲ τὸν κόλπον : ἐν δὲ τῷ μηρῷ τοῦ
διδόϲθωϲαν κατ ' ἀναλογίαν τοῦ μεγέθουϲ ἐν τοῖϲ καθ ' ὑπόρρυϲιν τόποιϲ : οὐ δεῖ δέ , ὡϲ ἐπὶ ἀποϲτημάτων
4331767 εὐτροχον
. . εὔτροχον ἀποσαφοῦντες οἵ τε ὀφθαλμοὶ τὸ τῆς διανοίας εὔτροχον ἀποσαφοῦντες . , . . ἄπλαστος καὶ ἅμα αὐτοῖς
μεταβαλεῖ πρὸς τὸ μέτριον , ὡς μηδενὸς ἔτι ἐμποδίζοντος ῥεῖν εὔτροχον καὶ λεῖον ἀπὸ καθαρᾶς πηγῆς τὸ τῶν λόγων νᾶμα
4241970 ἐντιθεναι
ἐκ τοῦ φαρμάκου τούτου κροκύδα μέχρι πλείστου κατὰ τὸν δακτύλιον ἐντιθέναι : δεῖ δ ' ἀποδεσμεῖν ἰσχυρὸν νῆμα τῆς κροκύδος
δ ' ἐν τῷ καιρῷ τῆς κατουλώσεως κασσιτέρινον σωλῆνα κυκλοτερῆ ἐντιθέναι , ἔξωθεν μὲν ἀχανῆ , εἰς δὲ τὸ βάθος
4183858 ξυρηϲαϲ
ἐκλείχειν . εἰ δὲ ταῦτα νικηθείη χρονιζούϲηϲ τῆϲ νόϲου , ξυρήϲαϲ τὴν κεφαλὴν ἐπιτίθει τὸ διὰ τῆϲ κόπρου τῶν ἀγρίων
ϲπονδυλίου ῥίζῃ χριέϲθω τὰϲ τρίχαϲ μετὰ ἀκράτου . Ἄλλο . ξυρήϲαϲ τὴν κεφαλὴν καὶ ϲμήξαϲ λαβὼν ϲτροβίλιον νέον κατάκαυϲον ,
4120003 ἐπιστα
ὡς φθάνομεν εἰπόντες , ὡς μὲν ὕλῃ ἐμπίπτοντι τῷ πανηγυρικῷ ἐπίστα - ται χρῆσθαι καλῶς , αὐτὸ δὲ καθ '
ὕπνον ἀποκρουσάμενος ὁ γραμματικὸς ἐξηγήσεται : ἐρωτῶμεν οὖν , πῶς ἐπίστα - ται δυνάμει , εἰ φήσειε κατ ' ἐπιτηδειότητα
4119415 ἐπιζυγιδων
καὶ συμφύει τὸ τετράπλευρον . Τοσοῦτον δὲ ἔστω τούτων τῶν ἐπιζυγίδων τὸ μῆκος ὅσον καὶ τῶν διπλῶν ζυγῶν , ἵνα
πλάτος ἐχούσας ἐμβάλλειν : ἂν γὰρ αὐξήσωσι τὸ πλάτος τῶν ἐπιζυγίδων , συνελοῦσι τὴν τῶν χοινικίδων χώραν , συναιρεθείσης δὲ
4073967 κληθειεν
τούς τε πατρικίους ἅπαντας ἠρεθισμένους καὶ ἑτοίμους ὄντας , εἰ κληθεῖεν ὑπὸ τῶν ὑπάτων , ἐπὶ τὰ ὅπλα χωρεῖν ,
παθόντες ἀναδέξονται τὴν συμφοράν , οἱ δὲ πράξαντες ἀγνώμονες ἂν κληθεῖεν . δεῖ δὲ τοὺς τῆς ἡγεμονίας ἀντιποιουμένους , ὦ
4073774 ταυροκολληϲ
, κηκίδων # α , ϲιδίων # ∠ ʹ , ταυροκόλληϲ # γ , μάννηϲ λιβάνου # ∠ ʹ ,
∠ ʹ , οἴνου γλυκέοϲ τὸ ἀρκοῦν . Χρυϲοκόλληϲ , ταυροκόλληϲ , ϲαρκοκόλληϲ , ἰχθυοκόλληϲ , λίθου γαγάτου , λίθου
4049879 παχει
: χρηστὸν γὰρ οἱ τοιοῦτοι πάντες αἷμα καὶ σύμμετρον τῷ πάχει γεννῶσιν . Τῶν πυρῶν ὅσοι μὲν βαρεῖς καὶ πυκνοὶ
τε καὶ ἧττόν ἐϲτιν : διαφέρει δὲ πιμελὴ ϲτέατοϲ τῷ πάχει , διότι τοῖϲ γεωδεϲτέραν ἔχουϲι τὴν ὅλην φύϲιν ζῴοιϲ
4035744 εὐτονωτεραν
πνεύματος , ἐπὶ μὲν τῷ στενοτέρῳ ταχεῖάν τε ἅμα καὶ εὐτονωτέραν ἀνάγκη γενέσθαι τὴν φωνήν , ἐπὶ δὲ θατέρῳ τἀναντία
καὶ διαλλάξας διὰ μακρᾶς πείρας , ῥᾳοτέραν καὶ εὐμεγεθεστέραν καὶ εὐτονωτέραν κατανοήσας , εἰς τὴν δευτέραν βίβλον συνέταξα , ἔχει
4028676 ἀραξας
δυσκλεής τ ' ἀπώλετο , πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς ὄψεις ἀράξας αὐτὸς αὐτουργῷ χερί : ἔπειτα μήτηρ καὶ γυνή ,
: ὅτι πολλὰ φέρει ἄνθη * βαθύν : παχύν * ἀράξας : κόψας ἀποκόψας * νέον : χλωρόν , ὡραῖον
4028062 προταξιν
. ὀρθῶς οὖν τῶν πρωτοτύπων , δεῖξιν σημαινουσῶν , κατὰ πρόταξιν ἀμοιρεῖ , καθ ' ὑπόταξιν δὲ οὐκέτι , ἐγὼ
σύλληψιν θέλει εἶναι , ἤγουν ὁμοῦ : καὶ ἢ κατὰ πρόταξιν εὑρίσκεται , ἢ καθ ' ὑπόταξιν . καὶ προηγεῖται
4026117 ϲκελει
τε τὸ ϲκέλοϲ ἀνατείναντεϲ ἐκπιέϲει τῶν χειρῶν τὸ ἐν τῷ ϲκέλει αἷμα κενώϲομεν , κἄπειτα κάτωθεν πάλιν τὸ ἀγγεῖον ἀποϲφίγξαντεϲ
ἐν τῷ περὶ κιρϲοκήληϲ λόγῳ . καὶ τοὺϲ ἐν τῷ ϲκέλει δὲ παραπληϲίωϲ χειρουργήϲομεν ἐν τοῖϲ ἔνδον τοῦ μηροῦ ποιούμενοι
4013459 σφηνων
διάστασιν καὶ πλέον μὲν οὐδὲν ἀνῦσαι , πλὴν ὅτι τῶν σφηνῶν ἐκπεπτωκότων εἶτα τῶν μερῶν συμπεσόντων ἀλλήλοις , τοῦτον ὡς
διυγραίνων τὰ ἄκρα τοῦ στομάχου , βλάπτει δὲ μειζόνως , σφηνῶν τὴν κεφαλὴν καὶ ἀνάρροπον τὴν ὕλην ἐργαζόμενος . Θερμὸν
3988571 πυθμενι
εἰς πυθμένα συνηγμένος στενὸν ἔχοντα τρῆμα μέτριον , τῷ δὲ πυθμένι περιέσφιγκται σωλὴν σκύτινος , εἴτε ἄσκωμα δεῖ λέγειν ,
τὸ νευρῶδεϲ τοῦ ϲτομίου , ὥϲπερ οὖν τὸ ἐν τῷ πυθμένι καὶ κατὰ τὸν κόλπον ἀπονώτερόν ἐϲτι , καὶ τοῖϲ
3975458 κρουσασθαι
πραῧναι , οἶκτον ἐπισπάσασθαι , ἔλεον ἐκκαλέσασθαι , παρα - κρούσασθαι , ἐξαπατῆσαι , παραγαγεῖν , παρακροῦσαι , παραπεῖσαι ,
ταῖς τε ναυσὶ πῦρ καὶ πίσσαν ἐπιχέαντες ἠνάγκασαν πρύμναν τε κρούσασθαι καὶ ὑποχωρεῖν ὀπίσω μετὰ τοῦ μηχανήματος . ὧδε μὲν
3972494 βραχυτεραν
ἀπὸ τῆς μεγίστης πόλεως , τοῦδε τοῦ κόσμου , πρὸς βραχυτέραν , δι ' ἧς δυνήσῃ μᾶλλον καταλαβεῖν τὸν ἔφορον
τὴν διαστολὴν ταχεῖαν ἔχουσι καὶ ἐπηρμένην , τὴν δὲ συστολὴν βραχυτέραν . ἐμψύξεως γὰρ μᾶλλον , οὐ καθάρσεως περιττωμάτων χρῄζουσιν
3967620 λαγονα
νεφριτικοῖϲ ἧττον , καὶ τοῖϲ μὲν κωλικοῖϲ κατὰ τὴν δεξιὰν λαγόνα μᾶλλον εἶναι τὴν ὀδύνην καὶ ἀνιέναι μέχρι ϲτομάχου καὶ
καί , εἰ βουληθείης , μετὰ κατοχῆς πνεύματος πληρῶσαι τὴν λαγόνα , περιχέοντα δ ' ἔλαιον ἀποθεραπεύειν τοὐντεῦθεν . διττὴ
3961686 ὑπερβατον
βιοτῆς ἄλλα τε λέγων . . . : καθ ' ὑπερβατόν : συντακτέον δὲ τῷ παραπλήσια , ἵνα ᾖ τὸ
διαπράξασθαι ταῦτα ] ὑπερβατὸν καθ ' ὑπέρθεσιν . τὸ σχῆμα ὑπερβατόν . κοπτομένης ] συντριβομένης καὶ ἀπολλυμένης . κοπτόμενοι δ
3947430 μετακαρπιον
λοξὴ ἀντικειμένη τῇ πρώτῃ , ἵνα χίεσμα γένηται κατὰ τὸ μετακάρπιον , ἀπὸ δὲ τοῦ μετακαρπίου ἐπὶ τὸν καρπόν .
καυτήριον προσδεδέσθω ἢ πλαγία σκυτάλη . εἶτ ' ἀσφαλιζέσθω τὸ μετακάρπιον πρός τι τῶν εἰρημένων , καὶ τότε τοῖς προκειμένοις
3940890 ἱππειαν
σῷ νῷ ἐν ταῖς ὁρμαῖς καὶ κινήσεσι ταῖς εἰς τὴν ἱππείαν εἴσοδον , τουτέστι κατὰ τὴν ἱππικήν , ἀπὸ μέρους
τὰϲ ἐκ θώρακοϲ πτύϲειϲ τοῦ αἵματοϲ ἐπέχειν αὐτήν φαϲιν . ἱππείαν δὲ πυτίαν ἔγραψαν κοιλιακοῖϲ τε καὶ δυϲεντερικοῖϲ ἁρμόττειν ,
3934505 στενην
. * Λεύκοφρυν τὴν Τένεδον , ὡς ἐρρέθη . * στενὴν δὲ Λεύκοφρυν τὴν Τένεδον λέγει : οὕτως γὰρ ἐκαλεῖτο
εὐρὺς τῷ σώματι , καὶ πῶς δυνήσομαι εἰσελθεῖν εἰς τὴν στενὴν πύλην , εἰς ἣν οὐ δύναται ἐλθεῖν παιδίον πέντε
3927979 ἑκατεραν
παραδοξότερον φανεῖται τὸ μὴ μόνον συναμφότερον συναμφοτέρῳ , ἀλλὰ καὶ ἑκατέραν τῶν συνισταμένων ἐντὸς ἑκατέρᾳ τῶν ἐκτὸς καὶ ἴσην εἶναι
ἐστι τὸ ΑΒΓ τρίγωνον , φανερὰ ἡ δεῖξις διὰ τὸ ἑκατέραν τῶν πρὸς τῷ Δ γίνεσθαι ὀρθήν . ἀλλὰ δὴ
3920319 θεναρι
τείνειν , τοὺς δὲ ἀντιτείνειν , τὸ δὲ ἐξέχον ἢ θέναρι ἢ πτέρνῃ ἅμα ἀπωθεῖν καὶ ὠθεῖν πρόσω , κάτωθεν
ἱκαναὶ , καταναγκάσαι δὲ τὰ ὑπερέχοντα ἐς ἕδρην πτέρνῃ ἢ θέναρι ἐπί τινος : ὥστε κατὰ μὲν τὸ ἐξέχον ὑποκέεσθαι
3918684 ἐμβληθεισα
τῶν ἀναδενδράδων , παρὰ τὸν καιρὸν τοῦ ἄνθους ληφθεῖσα καὶ ἐμβληθεῖσα , εὐώδη τὸν οἶνον ποιεῖ . καὶ κηρὸς θυμιώμενος
σταφίδα προκρίνουσιν , ἀμέλει κατὰ μόνας αὐτῇ χρῶνται . Γύψος ἐμβληθεῖσα κατὰ μὲν ἀρχὰς δριμύτερον τὸν οἶνον ποιεῖ , τῷ
3901687 ἀποτηκειν
λεπτομερείᾳ , ὥστε καὶ τὰς πλαδαρὰς σάρκας ἐπὶ τῶν ἑλκῶν ἀποτήκειν τάχιστα . καίεται δὲ καθάπερ καὶ τῶν ἄλλων τὰ
ξηραντικὸν γίνεται ὥστε καὶ τὰς πλαδαρὰς σάρκας ἀπὸ τῶν ἑλκῶν ἀποτήκειν . τὸ δὲ στέαρ αὐτοῦ εἰς πολλὰ ἡγείσθω σοι
3880316 ἐπαγωγοτατον
τυγχάνοιεν ἄν , οἱ μὲν τὸ ἐκ τοῦ μύθου τερπνὸν ἐπαγωγότατον ὂν ἐγκαταμιγνύντες τῇ γραφῇ , οὗπερ μάλιστα δέονται πρὸς
μὲν ἀνηκόῳ τερπνότατον καθ ' ἡδονήν , τῷ δὲ εἰδότι ἐπαγωγότατον κατὰ ἀνάμνησιν . Τίς ἂν οὖν γένοιτο ψυχαῖς εὐωχία
3876147 οἱονδηποτε
, ἕως ἂν συναντήσῃ ἑνὶ τῶν προκειμένων ἀστέρων καθ ' οἱονδήποτε σχῆμα ἢ ἕως ἂν ἔξαλμα ποιήσηται ἀπὸ ζῳδίου ἐπὶ
. ἐν γὰρ ταῖς ἐπισήμοις ἑορταῖς ἐσπένδοντο οἱ Ἕλληνες πρὸς οἱονδήποτε εἶχον πόλεμον εἰς τὸν χρόνον τῆς ἑορτῆς . .
3864979 ἐπιστρεψαντα
ἀπολογίαν . ἆρά μοι κράτιστον , ἐθελοκακήσαντα καὶ τὰ νῶτα ἐπιστρέψαντα καὶ ἀδικεῖν οὐκ ἀρνούμενον ἐπὶ τὴν κοινὴν ἐκείνην ἀπολογίαν
πόδα τῷ στρατεύματι χωρεῖν , ὡς καταπεπληγμένον , ἢ καὶ ἐπιστρέψαντα παραπλησίαν φυγῇ ποιεῖσθαι τὴν ἐπιχώρησιν ἐν τάξει , εἶτ
3854130 ἐνιουϲ
χρόνον ὥραϲ μιᾶϲ καὶ προλούειν δέ τιναϲ ἄμεινον καὶ προπεριπατήϲανταϲ ἐνίουϲ . ἐφ ' ὧν δὲ προφυλακῆϲ χάριν φλεβοτομοῦμεν ,
τὰ χαῦνα τῶν οἰδημάτων ὀνίνηϲιν ὁ πηλὸϲ οὗτοϲ , ὥϲτε ἐνίουϲ οἶδα ὅλην τὴν ἕξιν οἰδαλέουϲ ἐξ αἱμορροίδων ἀμέτρου κενώϲεωϲ
3850534 ἐγκοπην
” ἐὰν μὴ γνωσθῶμεν . “ τὴν οἴησιν ἔλεγε προκοπῆς ἐγκοπήν . πρὸς πλούσιον μικρολόγον , ” οὐχ οὗτος ,
, καθ ' ὃ μέρος ἐστὶ τετράγωνος , μέσην ἔχει ἐγκοπήν , καὶ εἰς τὴν ἐγκοπὴν ἔγκειται ἡ ῥίζα ,
3838243 ὑποταξιν
, δεῖξιν σημαινουσῶν , κατὰ πρόταξιν ἀμοιρεῖ , καθ ' ὑπόταξιν δὲ οὐκέτι , ἐγὼ ὃς ἐποίησα : ἀναπολεῖ γὰρ
λοξήν , καὶ παρεμβολὴν καὶ παρένθεσιν , πρόταξίν τε καὶ ὑπόταξιν καὶ ἐπίταξιν , ὧν ἕκαστον ὅ τι σημαίνει ,
3821048 ἑκατεραϲ
καὶ πταρμὸν κινεῖ . καθαίρει μὲν οὖν διὰ ῥινὸϲ ἀναγαλλίδοϲ ἑκατέραϲ ὁ χυλόϲ , ἀνεμώνηϲ τε πάϲηϲ καὶ τεύτλου καὶ
καθ ' ἕκαϲτον ἰδίαϲ διαφορᾶϲ , οἷον φλέγματοϲ ἢ χολῆϲ ἑκατέραϲ . ἐπὶ τοίνυν τῶν ἐπὶ ϲηπεδόνι ϲυνόχων ἑπτὰ μὲν
3783184 απερ
? [ ! ! ! ! ] λείπειν η [ απερ [ ! ] ! ! [ ] ς ἡμῖν
? [ ] [ ν ] ? ἱστορία [ ] απερ [ ] [ σαι ] ! [ ] !
3780914 ἀφορωσαν
τῆς Ἑλένης λέγοιτο , λέγει τὴν ὀξυδορκοῦσαν καὶ πρὸς λαγνείαν ἀφορῶσαν . τὸν δ ' ἐκ Πλυνοῦ : Πλυνὸς χωρίον
, καὶ τὴν μὲν μίαν ἐκέλευσε πρὸς τὰ ἀρκτῷα μέρη ἀφορῶσαν , δι ' Ἀρμενίας ἐπελθοῦσαν φιλίου Ῥωμαίοις δοκούσης ,
3767793 ἀκρῳ
τε καὶ κυμάτων . οἱ δέ φασιν ὡς ἐν τῷ ἄκρῳ τῆς θαλάσσης ἐπὶ τῆς ψάμμου τοῦτο ποιοῦσι . 〛
Αἰγυπτίῳ πελάγει μόνος , εἶναι δὲ τῆς σχεδίας ἐπ ' ἄκρῳ τε καὶ τῷ πρὸς τὴν γῆν : ἀποροῦντι δέ
3767018 ὀξελαιον
Σκώληκας δὲ τοὺς ἐν τῇ ἀκοῇ φθείρει μὲν καὶ τὸ ὀξέλαιον ἐνσταζόμενον καὶ τῆς καππάρεως ὁ χυλός . ὁμοίως δὲ
χρονίζοντες δὲ καὶ ὑδρωπιῶσιν . ἐμβροχαὶ οὖν προσαγέσθωσαν φλεγμαίνοντος σπληνὸς ὀξέλαιον ἐν οἰσυπηροῖς ἐρίοις , καταπλάσματα δὲ δι ' ὀξυμέλιτος
3762692 πρηνες
διαφορᾶς εἴρηται . ἐπὶ δὲ τῆς ὀπίσω διαφορᾶς οὔτε τὸ πρηνὲς οὔτε τὸ ὕπτιον σχῆμα αἱρούμεθα , ἀλλὰ τὸ καθέδριον
ἐπ ' εὐθείας εἰσίν . ὁμοίως δὲ καὶ οἱ τὸ πρηνὲς σχῆμα τῆς χειρὸς ἐπαινοῦντες ταὐτὰ ἔλεγον , μόνον ὅτι
3760935 ὑπερθεσιν
μεγάλαις πράξεσι καὶ τὸ μέλλειν ἀεὶ τοῦ πράττειν καὶ τὴν ὑπέρθεσιν τῆς συντελείας προκρίνουσιν . ὃ καὶ τότε συνέβαινεν καὶ
, καὶ ἄλλα ἀνάγκη συνυπακούεσθαι πρὸς ἃ αὐτὸ τὴν ἑαυτοῦ ὑπέρθεσιν ἕξει , ἐφ ' ἃ λεγόμενον μέσην ἔχει πάντως
3736688 παρατριβε
μετὰ διπλοῦ ἀλόης συναπτομένης : ἢ σχιστῇ καὶ μυρσίνῃ λειοτάτοις παράτριβε : στυφθέντων δέ , μέλιτι χρῖε . Ἐπὶ δὲ
διαφορήϲειϲ . ἢ μυίαϲ τὴν κεφαλὴν ἀποβαλὼν τῷ λοιπῷ ϲώματι παράτριβε τὴν κριθήν . ἢ χαλβάνην μαλάξαϲ καὶ νίτρον βραχὺ
3735985 ὁλην
τραφεὶς ἐφ ' οἷς ἐτόλμησε πρῶτον ἐπιστροφῆς μὴ τυχὼν πρὸς ὅλην ἀπερυθριᾷ πονηρίαν : ὁ δὲ χρηστὸς οὑτοσὶ τῆς πόλεως
κάθοδον δι ' αὐτῶν εἰς τὴν οἰκείαν . Καθ ' ὅλην δὲ τὴν τῆς Ἐρυθρᾶς παραλίαν κατὰ βυθοῦ φύεται δένδρα
3733518 παρεμφαινων
ἂν κτήσασθαι ὃ ἐζήτει . Λύει τὴν ἀντίθεσιν τὸ ἀσθενὲς παρεμφαίνων τῆς ἀντιθέσεως διὰ τοῦ πιθανότητά τινα . τό τε
καὶ γραφείου καινοῦ καὶ πινακιδίου καινοῦ , “ τὸν νοῦν παρεμφαίνων . πρὸς δὲ τὸν ἐρόμενον ποδαπὴν γήμῃ ἔφη ,
3732386 ἀχυμον
ὑδατώδη . καὶ τῶν μεταλλευομένων δὲ χρυσὸς μὲν ἄοσμον , ἄχυμον γάρ , ὀσμώδη δὲ χαλκὸς καὶ σίδηρος . ὅταν
τὸ μὲν ὕδωρ καὶ λεπτομερὲς ὂν τοῦτο καὶ ἄοδμον καὶ ἄχυμον καὶ ὅλως ὂν διειδὲς οὐ δέχεται τὰ δὲ καὶ
3730325 μετεωρισθηναι
τηρῆσαι . ὡς δὲ ἔλαχε τῷ κουρεῖ πρώτῳ φυλάξαι , μετεωρισθῆναι θέλων τὸν σχολαστικὸν καθεύδοντα ἔξυρεν καὶ τῶν ὡρῶν πληρωθεισῶν
μὲν τοῖς πτεροῖς , ἀρθῆναι δὲ καὶ εἰς βαθὺν ἀέρα μετεωρισθῆναι φύσιν οὐκ ἔχει : θεῖ δὲ ὤκιστα , καὶ
3727202 ὀθονην
ἀρθῇ , τότε ὑμεῖς μὲν ὑπ ' ἀγνοίας κελεύετε τὴν ὀθόνην στεῖλαι ἢ ἐνδοῦναι ὀλίγον τοῦ ποδὸς ἢ συνεκδραμεῖν τῷ
τὸ ἕσασθαι , ἐσθόναι τινὲς οὖσαι . ὁ δὲ Ἀπίων ὀθόνην τὴν ζώνην ἀποδέδωκεν . οἰήϊα τοὺς οἴακας , τὰ
3722668 λεπτοτατῳ
. Περιστερεῶνα ὀρθὸν σὺν ταῖς ῥίζαις ξηράνας καὶ τρίψας σῆθε λεπτοτάτῳ κοσκίνῳ , εἶτα μίξας ἐλαίῳ , ὥστε γλοιῶδες πάχος
ῥίζαν καὶ τοῖϲ ἀϲθματικοῖϲ . κοπτομένη δὲ ξηρὰ καὶ ϲηθομένη λεπτοτάτῳ κοϲκίνῳ μετὰ καρυοφύλλου κόκκοι κα , ὡϲ εἶναι τῆϲ
3720940 διοριζοντι
ὑπ ' ἐκείνου ἀναλισκόμενος . μήποτε δὲ τῷ γε καθαρῶς διορίζοντι φανείη οὔτε τὸ ποιοῦν , ᾗ ποιεῖ , καὶ
τῷ αὐτῷ χρόνῳ καὶ ἀπελεύσεται τὸ κινούμενον καὶ προσκροῦσαν τῷ διορίζοντι κατελεύσεται . παρὰ τὴν ἐνάργειαν δέ ἐστι τὸ ἐν
3707838 φιλοστοργῳ
γνώμην αἰτεῖ : ὅτι εἰ καὶ διὰ τοῦτο ἀλλὰ συγγνώμη φιλοστόργῳ ὄντι πατρὶ , τούτῳ δὲ οὐ σφόδρα ἰσχυρίζεται :
οὐ καλόν ; Οὐδαμῶς . Μὴ τοίνυν μάχην ἔχει τῷ φιλοστόργῳ τὸ εὐλόγιστον ; Οὐ δοκεῖ μοι . Εἰ δὲ
3705059 ἑκαϲτην
, τοῦτον ὀνομάζομεν ἐπεκτεταμένον τριταῖον . εἰ δὲ καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν παροξύνει μετὰ ῥίγουϲ εἰϲβάλλων ϲφοδροῦ , φέρει δὲ
ἐπιούϲῃ καταβάπτων εἰϲ τὸ ὑδάτιον τὸν κτένα χρῶ καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν . καὶ τὸ ϲπέρμα δὲ τῆϲ ἀλθαίαϲ ἐν
3693881 καυσωνι
τῷ νεανίσκῳ συνεπορεύετο . ὁρῶν δὲ αὐτὴν ἐκεῖνος τῷ τε καύσωνι καὶ τῷ τῆς ὁδοιπορίας καμάτῳ δεινῶς ἰλιγγιῶσαν κατῴκτειρε τῆς
, τὰς ἡλιακὰς ἀκτῖνας τοῦ κατὰ φύσιν παρατραπείσας καὶ τῷ καύσωνι τῶν πειρασμῶν συνεκταθεῖσαν καὶ τοῦ καιροῦ τὴν ἐπίτασιν ,
3688345 ἰθυ
καρπὸν δὲ καὶ ἀγκῶνα ἀπόχρη διαναγκάζειν , καρπὸν μὲν ἐς ἰθὺ ἀγκῶνος , ἀγκῶνα δὲ ἐγγώνιον πρὸς βραχίονα ἔχοντα ,
ἑαυτῆς τὸν ἡνίοχον : καὶ ἐπιστήμονα μὲν ἔχουσα κατ ' ἰθὺ φέρεται , μὴ δέ , ὡς ἔτυχε πολλάκις .
3687789 ἐχουϲαν
καλουμένην ϲιδηρίτην , ἥτιϲ παρὰ τὰϲ ὁδοὺϲ φύεται πανταχῇ , ἔχουϲαν πορφυρίζον τὸ ἄνθοϲ καὶ τὰ φύλλα τραχύτερα . ὠνόμαϲται
τῆϲ ἀγγειολογίαϲ καὶ περὶ τῶν ἀνευρυϲμάτων ἐλέγομεν , βελόνην διπλοῦν ἔχουϲαν λίνον διείραντεϲ καὶ κόψαντεϲ τὴν ἀγκύλην τοῦ λίνου κατά
3686961 ἐπιδεειν
' ἀνάγκη ὄγκον ἴσχειν τὴν διάστασιν . Ὡς δ ' ἐπιδέειν χρὴ ἐν ἄρθρῳ , ἐν τῇ κατὰ σφυρὸν ἐπιδέσει
τὸ περὶ τὰς πλευρὰς ἔῃ , ἀλλ ' ἰσόῤῥοπον , ἐπιδέειν δὲ ἢ καθ ' ἑκάστην ἡμέρην , ἢ παρ
3685572 ἐμπλασσε
: νίτρον καὶ πήγανον ἴσα σὺν ὄξει λεάνας εἰς ῥάκος ἔμπλασσε . ἢ σίλφιον μετὰ νίτρου καὶ πηγάνου καὶ μέλιτος
ἴσχαιμος καλή , καὶ μάλιστα ἐφ ' αἷμα ἀναγόντων . ἔμπλασσε δ ' εἰς ὀθόνια δύο , ἓν μὲν ἐπὶ
3677663 ἀποκοπηναι
αὐτοὺς θελήσω τετραγώνους ποιῆσαι , πολὺ δεῖ ἀπ ' αὐτῶν ἀποκοπῆναι : δεῖ δὲ ἐξ αὐτῶν ἐξ ἀνάγκης τινὰς εἰς
τοῖς γιγνομένοις παρών , τότε συνεχώρησε τοὺς αὐχένας τοῖς πελέκεσιν ἀποκοπῆναι . ὑπὲρ ἅπαντα δὲ τὰ παράδοξα καὶ θαυμαστὰ τοῦ
3670483 ἑκαστην
, ὡς τὸ λίαν θερμὸν καὶ ψυχρόν . καθ ' ἑκάστην μὲν οὖν περὶ τῶν αἰσθήσεων εἴρηται τύπῳ : τεύξονται
τῷ δένδρῳ διαμένειν . . . εἰς καινὰς χύτρας ἐμβάλλουσιν ἑκάστην ῥοιάν , καὶ πωμάσαντες καὶ ἀσφαλισάμενοι , ὥστε μηδὲ
3668304 ἡμερην
Πυθέω τοῦ Ἰσχενόου ἐπιβατεύοντος , ἀνδρὸς ἀρίστου γενομένου ταύτην τὴν ἡμέρην : ὃς ἐπειδὴ ἡ νηῦς ἡλίσκετο ἐς τοῦτο ἀντεῖχε
Ἀφροδίτην ὥσπερ αἰτίην τούτων λύχνοις ἐτίμα , καὶ καθ ' ἡμέρην πᾶσαν ἔθυεν ηὔχεθ ' ἱκέτευεν ἠρώτα , ἕως ποτ
3656538 ἑλκομενην
ἔμπαλιν αὐερύουσα ῥόον φυσήτορι πορθμῶι ἀτμὸν ἀνυψώσασα καὶ ἁρπακτῆρι βελέμνωι ἑλκομένην πύκνωσε χύσιν βητάρμονι πυρσῶι καὶ νεφέλην ἤειρε πεπηγότι χεύματι
οὔρεος Ἠμωδοῖο ὀρνύμενοι προρέουσιν ἐπὶ Γαγγήτιδα χώρην , πρὸς νότον ἑλκομένην παρὰ τέρματα Κωλίδος αἴης . ἡ δ ' ἤτοι
3654336 ἐγκρυμμα
: ὄνομα πόλεως . Καλύπτρα : σκέπασμα . Ἐνέδρα : ἔγκρυμμα . Τάναγρα : ὄνομα πόλεως . Σκολοπένδρα : εἶδος
ἰδίῳ στρατῷ , ἑκατέρωθέν τε ἐκ τοῦ πλησίον τοῦ ὀρύγματος ἔγκρυμμα ἐν ἀφανέσι τόποις λεληθότως ποιήσαντες ἔταξαν τοὺς λοιποὺς πρὸ
3654253 θεϲιν
τὴν ἰγνύαν ὑποτιθεὶϲ ὑπαυχένιον μαλακόν , ὡϲ ταπεινοτέραν ἔχειν τὴν θέϲιν τὸν βουβῶνα τοῦ γόνατοϲ . εἰ μὲν οὖν μὴ
τὸ βάθοϲ ἡ ὀδύνη γίνεται , μάλιϲτα δὲ κατὰ τὴν θέϲιν τοῦ κώλου , τρυπανώδουϲ γινομένηϲ τῆϲ ϲυναιϲθήϲεωϲ , ϲτρόφοι
3650738 ὑποβολην
Τιτάνων μάχην , Διὸς γένεσιν , Ῥέας ἀπάτην , λίθου ὑποβολήν , Κρόνου δεσμά , τὸν τῶν τριῶν ἀδελφῶν κλῆρον
βούλοιο δαψιλές , δύο καὶ σύντρεις ἑλόμενον ἔχειν ἀποχρῶσαν λόγων ὑποβολήν . πολλὴ γὰρ ἐν ἅπασιν ἡ λαμπρότης . εἰ
3642642 ταχυτεραν
τετευχότες οἱ ἀστέρες καὶ ἀρξάμενοι προποδίζειν ἐπὶ τούτου τοῦ σχήματος ταχυτέραν τὴν κίνησιν ποιοῦνται προσθετικοὶ τοῖς ἀριθμοῖς γινόμενοι , ὅθεν
τοῦ πλήθους . οὔτε γὰρ ὁ παρὼν καιρὸς ἐνεδίδου , ταχυτέραν ἀπαιτῶν ἢ μακροτέραν τὴν εὐφημίαν : ἕωλος γὰρ ἐπικήδειος
3637056 ἀποτεταμενην
διηνεκεῖς , ἥκιστα ἀξίας καλεῖσθαι στενωπούς : λαμπρὰν δὲ λαμπρῶς ἀποτεταμένην πανταχῆ τὴν πόλιν . τὸ δὲ ἐπὶ πᾶσι καὶ
ἢ ξυλίνην πλινθίδα τετράγωνον καὶ ἀδιάστροφον , ὁμαλὴν μέντοι καὶ ἀποτεταμένην ἔχουσαν ἀκριβῶς τὴν ἑτέραν τῶν πλευρῶν , ἐφ '
3634935 πλατειαν
. καὶ ὄνομα ποταμοῦ . ἀοιδήν γʹ : ᾠδήν . πλατεῖαν . καὶ φήμην . ἀοιδός δʹ σημαίνει : τὸν
ἄρθρον περιβάλλει τὸν βραχίονα καὶ κελεύϲαϲ ἱμάτιον ϲυνηγμένον ἐπίμηκεϲ ἢ πλατεῖαν ταινίαν περιειλῆϲαι ταῖϲ ἑαυτοῦ χερϲίν , ἅμα δηλονότι τῷ
3631713 μελανι
τοῦ συνουσιαζομένου καὶ μιγνυμένου . θολερῷ δὲ οἱ μὲν τῷ μέλανι , οἱ δὲ τῷ σπορίμῳ : στόματι γὰρ συνέχονται
καὶ περιλέψαι , καὶ τὰ ἔνδον τρῖψαι , ἐν οἴνῳ μέλανι ξὺν πάλῃ ἀλφίτου πιεῖν . Ἢ λίνου σπέρμα ,
3624108 ἀναλισκουσιν
μὰ Δί ' , ἔφη ὁ Κριτόβουλος . ἴσως γὰρ ἀναλίσκουσιν οὐκ εἰς ἃ δεῖ μόνον , ἀλλὰ καὶ εἰς
διατετελέκασιν , εἰκότως οἶμαι : ἐκ γὰρ τῶν ἀλλοτρίων ῥᾳδίως ἀναλίσκουσιν , ὥστε καὶ τοὺς συνεροῦντας ὑπὲρ αὑτῶν καὶ τοὺς
3622157 ἀποκρημνοις
καὶ τόπον . ὡς δὲ αὐτὸν εἶδε περὶ Χαιρώνειαν ἐν ἀποκρήμνοις στρατοπεδευόμενον , ἔνθα μὴ κρατοῦσιν ἀποχώρησις οὐδεμία ἦν ,
κατωχυρωμένην καὶ ὄρεσι δυσβάτοις καὶ ἀποκρότοις καὶ τόποις τραχέσι καὶ ἀποκρήμνοις , προσέτι δὲ φρούριά τε ἔχουσαν ἐρυμνὰ καὶ πολίσματα
3621133 σβεννυσιν
ἄχρι φοινίξεως τῆς ἐπιφανείας , σὺν κηρωτῇ δ ' ἰόνθους σβέννυσιν : ὠφελεῖ δὲ καὶ σπληνικοὺς μεθ ' ἁλὸς καταπλασσομένη
σαλάμανδρα ὡς σαύρα ἐστὶ καὶ διερχομένη τὸ πῦρ ψύχει καὶ σβέννυσιν αὐτό . κεφ . νδʹ . περὶ κάστορος .
3619777 δῃουσι
ἀηθείας τοῦ κακοπραγεῖν . τοῖς δὲ Ἀθηναίοις τότε τὴν παραθαλάσσιον δῃοῦσι τὰ μὲν πολλὰ ἡσύχασαν , ὡς καθ ' ἑκάστην
ἐν Χαλκίδι ταγμάτων ἡγούμενον . Ἐμβαλόντες οὖν ἐξαπίνης τὴν Περσῶν δῃοῦσι γῆν καὶ λείαν ἱκανὴν κομισάμενοι ὡς τάχιστα ἐπανίασι .
3603377 ἀλες
τοῦ δὲ ἦλον δευτέρου ἀορίστου ἐστὶ τὸ δεύτερον ἦλες καὶ ἄλες , τὸ τρίτον ἦλε καὶ ἄλε , τὸ πρῶτον
τὸ δὲ ἄλεισον βραχύ , εἰ δὲ ἦν ἀπὸ τοῦ ἄλες ὤφειλε φυλάττειν τὸν μακρὸν χρόνον αὐτοῦ . κρεῖττον οὖν
3600881 διαιτωμεν
καὶ ὅτε φλεβοτομοῦμεν : προκόπτοντος δὲ τοῦ χρόνου λεπτῶς πάνυ διαιτῶμεν , οἷον πτισάνῃ χρώμενοι . Ἐμπύημα λέγεται παρὰ Ἱπποκράτει
: χυλῷ λινοϲπέρμου λείου . λεπτῶϲ τε καὶ πυρεκτικῶϲ αὐτοὺϲ διαιτῶμεν ἄχρι λύϲεωϲ φλεγμονῆϲ . εἰ δὲ διὰ δριμεῖϲ καὶ
3599048 ὀλιγοσιτιαν
κρεῖττον μετὰ πενίας ἀρετὴν ὑποληπτέον ἢ πλοῦτον μετὰ κακίας , ὀλιγοσιτίαν μετὰ ὑγείας ἢ πολυφαγίαν μετὰ νόσου . βλαβερὰ μάλιστα
τῆς κεφαλῆς : ἤσκουν δὲ δίψαν καὶ πεῖναν , καὶ ὀλιγοσιτίαν παρὰ πάντα τὸν βίον . Μαρτυρία δ ' αὐτῶν
3597540 βλεφαρῳ
ἢ οὔρῳ παιδὸϲ ἀφθόρου ἀναλαβόντεϲ διὰ πυρῆνοϲ μήληϲ ἐπιβάλλομεν τῷ βλεφάρῳ μυρϲινοειδεῖ ϲχήματι τοϲοῦτον μέγεθοϲ ἐπικαίοντεϲ , ὅϲον ἂν καὶ
τὴν ἀναῤῥαφὴν καὶ τὴν καταῤῥαφὴν , ἐὰν ἐν τῷ κάτω βλεφάρῳ ᾖ . Φαλάγγωσις λέγεται , ὅταν διστιχία ἢ τριστιχία
3594279 ἀναπαυειν
ὅταν πλησίον τῶν ἐχθρῶν φθάσῃ ὁ στρατός , τότε λεληθότως ἀναπαύειν καὶ ὀρθοῦν τὴν τάξιν , καί , ὡς ὁ
ἀμφοτέρων , οὐδὲ αὐτὴν μὲν ἀπαρτίζειν τὴν διάνοιαν ἔταξεν , ἀναπαύειν δὲ ἐν καιρῷ τὸ πνεῦμα ἐπίσης τῇ φωνῇ χρωμένων
3584255 εὐωνυμον
: καὶ τὰ ἅρματα δὲ κατὰ τὸ δεξιὸν καὶ τὸ εὐώνυμον ἅμα ἐνέβαλλε . καὶ πολλοὶ μὲν τὰ ἅρματα φεύγοντες
μὲν ἐς τόδε τὸ κέρας , ἡμέας δὲ ἐς τὸ εὐώνυμον . Πρὸς δὲ ταῦτα εἶπαν οἱ Ἀθηναῖοι τάδε :
3583427 προτασσομενον
περὶ ἄρθρου . Ἄρθρον οὖν ἐστι μέρος λόγου μονοσύλλαβον , προτασσόμενον καὶ ὑποτασσόμενον εἰς ἀεὶ τῶν ὀνομάτων : ἄρθρον δὲ
διπλοῦν ἐν μέσῳ μόνον μέρει λόγου παρ ' ἡμῖν φωνηέντων προτασσόμενον ὡς τό , ὁπότε δὲ καὶ ἐπὶ τέλους ,
3574451 ἀσφαλεστατον
εἰς ἐμὲ καὶ κηδεμονίαν , ἐξαπέστειλεν ἐκεῖθεν σύζυγόν μου τὸν ἀσφαλέστατον , τὸν [ ] πάντα ἀθανασίας καρπόν [ ]
παρασκευάσῃς , ἡμῖν μὲν ποιήσεις τὸ ὁμόσε τοῖς ἐναντίοις ἰέναι ἀσφαλέστατον , τοῖς πολεμίοις δὲ τὸ φεύγειν ἢ τὸ μένειν
3573431 ὁμαλην
διὰ τὴν ἐνάργειαν , τῶν καλουμένων σφαιρῶν τῶν ἀνελιττουσῶν τὴν ὁμαλὴν κίνησιν σῳζουσῶν : καὶ ἐν ταῖς Κατηγορίαις κατασκευάζει τὰς
πρὸς αἷς τοῦτο γίνεται , τὴν μὲν τοῦ ἐκκέντρου καὶ ὁμαλὴν μοιρῶν Ϙβ κγ ἀπὸ τοῦ ἀπογείου , τὴν δὲ
3563152 ταινιῃ
τὰ δὲ στήθεα καὶ τὰς μασχάλας καὶ τὰς χεῖρας προσκαταλαμβάνειν ταινίῃ ἢ ἱμάντι πλατεῖ μαλθακῷ πρὸς τὴν κλίνην καὶ ζωννύειν
ὄμματα ἀμαλδύνηται , τὴν κεφαλὴν ξυρῇν ὅτι τάχιστα , καὶ ταινίῃ ἀποδιωθέειν , ὑπὲρ ὀμφαλὸν δὲ εἰλέειν : διδόναι δὲ
3556948 ἐλιγμα
δὲ πινέτωϲαν κιρρὸν παλαιὸν ϲύμμετρον τῷ πλήθει . τὸ μέντοι ἔλιγμα τὸ προειρημένον διὰ κνίδηϲ ϲπέρματοϲ καθ ' ἑκάϲτην προϲοίϲομεν
: ἐπιτήδειον δὲ καὶ τὸ ὕϲϲωπον ἑψόμενον τῷ μελικράτῳ . ἔλιγμα δὲ διδόναι τούτοιϲ : πιτυίδων ϲτροβίλων ἀμυγδάλων πικρῶν λινοϲπέρμου
3555747 ἀποχωρειν
ὀλιγοϲτὸν ὂν ἀναγκάζεται καὶ βιάζεται ῥήγνυϲθαι , τὸ δὲ πλεῖϲτον ἀποχωρεῖν τὸ πολὺ τοῦ δέρματοϲ ἀκόλλητον ἀπολείπει . ταῦτα μὲν
ἂν δύναιντο . ὅταν δὲ πρὸς τοὺς κρείττους πάντας προσαγαγὼν ἀποχωρεῖν βούληται , ἀνάγκη τοὺς μὲν ἐπὶ τῶν βραδυτάτων ἵππων
3551932 ὑπτιη
ἀπὸ τοῦ κλυσμοῦ : οὖρον καθαρὸν , λαμπρόν : κλίσις ὑπτίη , σκέλεα διηνοιγμένα διὰ τὴν ἔκλυσιν : παράπαν ἄγρυπνος
ἐπὴν φάγῃ , σμικρὸν ἐπισχοῦσα , ἀπεμεέτω : καὶ ἀνακλιθεῖσα ὑπτίη , τοῦ πηγάνου ἐχέτω καὶ ἐν τοῖσιν ὠσὶ καὶ
3551880 πυργῳ
λʹ : ἔχει δὲ ὕδωρ πρὸς τῇ γῇ ἐν τῷ πύργῳ . Ἀπὸ Πλατείας εἰς τὸν Παλίουρον [ στάδιοι *
' Εὐρύπυλον κρατερόφρονα , τῷ δ ' ἅμ ' ἑταίρους πύργῳ ἐπεμβεβαῶτας , ὀιομένους περὶ θυμῷ ῥήξειν τείχεα μακρὰ καὶ
3550407 ἐξωμματωσα
] τὰ διὰ τῆς φλογὸς γινόμενα σημεῖα πρὸς τὸ μαντεύεσθαι ἐξωμμάτωσα ] ἐφανέρωσα πρόσθεν ] πρότερον Ἐπάργεμα : σκοτεινά ,
καὶ ὁδὸν ἤγαγον . : ἐξωμμάτωσα ] Ἐξελάμπρυνα . : ἐξωμμάτωσα κτλ . . . ] Τὰς διὰ πυρὸς μαντείας
3547925 μεσουρανουσων
ὡρῶν ἰσημερινῶν δύο τῆς μεσημβρίας ἐπὶ τοῦ ὑποκειμένου κλίματος καὶ μεσουρανουσῶν Καρκίνου μοιρῶν β δ περιφέρειά ἐστιν ἐν τῷ κανόνι
σελήνης οὔσης τὰ κατὰ μῆκος καὶ πλάτος τῆς παραλλάξεως εὑρεθήσεται μεσουρανουσῶν Τοξότου μοιρῶν κη , # ιε ἔγγιστα καὶ #
3545496 ὀξειαν
ὡς ἅρπαγας . ] ὀξὺν ἱερακίσκον : Ἀντὶ τοῦ ἁρπαγὴν ὀξεῖαν . Δίδυμος , τάχος ὡς ἱέρακος , ἵνα ταχέως
ἀέρος ἐγκεφάλου καὶ αἵματος δι ' ὤτων μέχρι ψυχῆς : ὀξεῖαν δὲ καὶ βαρεῖαν τὴν ταχεῖαν καὶ βραδεῖαν : συμφωνεῖν
3544569 ἀπωθεειν
ἄκρον , εἶτα αἰεὶ μᾶλλον , ὁμοῦ τε ἐπιστρέφειν καὶ ἀπωθέειν κυκλόσε τὸ δαίδιον : καὶ ὁκόταν σμικρὸν προσδέξηται ,
. Τουτέοισι κατάτασις ἰσχυρὴ ποιητέη , καὶ τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δ ' ἕτερον ἀντωθέειν , δύο εἴδεα
3543979 Μυρλεια
Μυρκίνιος καὶ Μυρκινία . Παρθένιος δὲ Μυρκιννίαν αὐτήν φησι . Μύρλεια , πόλις Βιθυνίας , ἡ νῦν λεγομένη Ἀπάμεια .
Μυσίαν Φρυγία ἐστὶν ἔθνος , καὶ πόλεις Ἑλληνίδες αἵδε : Μύρλεια καὶ Ῥύνδακος ποταμὸς καὶ ἐπ ' αὐτῷ Βέσβικος νῆσος
3542232 εὐθρυπτον
ἐκλέγου τὴν λιπαρὰν καὶ ἄλιθον , στίλβουσαν , ὑπόξανθον , εὔθρυπτον , ἡπατίζουσαν , ῥᾳδίως δ ' ὑγραινομένην , ἐπιτεταμένην
μὴ ἔχειν τὸν χνοῦν . Ὀμφάκιον ἐκλέγου τὸ ξανθὸν καὶ εὔθρυπτον , στῦφον ἱκανῶς καὶ [ μὴ ] δάκνον τὴν
3539524 τετραμμενον
. καὶ οἵδε μὲν τῆς Σικελίας τὸ πρὸς Λιβύην μέρος τετραμμένον νεμόμενοι , Ἱμεραῖοι δὲ ἀπὸ τοῦ πρὸς τὸν Τυρσηνικὸν
ἀπότροπον : δεδιωγμένον , ἢ δυνατὸν , ἀποτρεπόμενον , ἄποθεν τετραμμένον ἀπ ' αὐτῶν , λέγει δέ που καὶ τὸ
3537205 ἐγχυματιζεϲθω
τῷ λευκῷ . εἰ δὲ παραχρῆμα κομιϲθῆναι μὴ δυνηθείη , ἐγχυματιζέϲθω ὁ ὀφθαλμὸϲ καὶ καταπλαϲϲέϲθω τοῖϲ πρὸϲ φλεγμονὰϲ καταπλάϲμαϲι .
τὸ ῥεῦμα μᾶλλον ἐπικρατεῖ , αὐτὸ καθ ' αὑτὸ ὑδαρέϲτατον ἐγχυματιζέϲθω . πάντων δὲ κρεῖττον ποιεῖ , ἐφ ' ὧν
3534653 ὑπτιαν
τοῦ μύρου συμπλέκου τῷ ἀνταγωνιστῇ : δύο μηρῶν σπάσας κλῖνον ὑπτίαν , ἔπειτα ἀνώτερος ὑποβάλλων διὰ μηρῶν καὶ διαστείλας αἰώρει
ἡ λέξις ὡς ἂν τύχῃ προάγεσθαι [ ἀλλ ' ] ὑπτίαν ἐμφαίνουσα καὶ μηδεμίαν ἐπιτήδευσιν τῆς λέξεως . ἔτι ἐν
3532335 πελεκεος
δὲ καὶ περικεφαλαίας εἶδος . στείχειν πορεύεσθαι . στειλειή τοῦ πελέκεος ἡ ὀπή , εἰς ἣν ἐντίθεται τὸ ξύλον .
, στάχυος βότρυος : σεσημείωται τὸ πῆχυς πήχεος καὶ πέλεκυς πελέκεος . τῷ βότρυϊ , τὸν βότρυν , ὦ βότρυ
3529667 παρατεινει
ἐξεκρέμασε . Αὕτη ἀπὸ Λιβάνου μέχρι τῆς Σινώπης τῆς Ποντικῆς παρατείνει διὰ Καππαδοκίας εἰς τὸ μεσόγειον . Τὰ δὲ παράλια
κίνδυνον ϲυνολκῆϲ καὶ ὑπερκαθάρϲεωϲ καθίϲτηϲιν : ἐπὶ πλεῖϲτον δὲ χρόνον παρατείνει καθαίρων , ἀλλὰ τήν γε ὠφέλειαν πολλαπλαϲίῳ παρέχεται .
3526499 ἀριστεραν
ἡ ἀριστερὰ χεὶρ τὴν δεξιὰν συμπληροῖ οὔτε ἡ δεξιὰ τὴν ἀριστεράν , οὐχ ὁ ἀντίχειρ τὸν λιχανόν , οὐχ αἱ
φαῦλα , ἐμπαθὴς δὲ ἔσται περὶ τὴν κεφαλὴν καὶ ὅρασιν ἀριστεράν . μάλιστα δὲ εἰσί τινες , οἳ καὶ ἐπηρεάζονται
3521294 καρπῳ
ἀλλὰ καὶ τοῖς φύλλοις : καὶ πολὺ μᾶλλον ἔτι τῷ καρπῷ . Ἄρον ῥυπτικῆς ἐστι δυνάμεως οὐκ ἰσχυρᾶς , ὥσπερ
ἐκκόπτεσθαι δὲ τὸ λεπτότερον , ἐὰν μὲν κάτω γένηται πρὸς καρπῷ ἡ ὑποφορά , τὸ τοῦ πήχεως , ἐὰν δ
3517549 ὑποχονδριον
οὖν πάλην τοῦ ἀλφίτου φυράσας ὄξει καὶ ῥοδίνῳ κατάπλαττε τὸ ὑποχόνδριον , καὶ φύλλα ἀμπέλου τρίψας ἁπαλὰ καὶ κοτυληδόνος καὶ
: ἐκρίθη : κοιλίη ὑγρή . Ὁ ἐκ μετάλλων , ὑποχόνδριον δεξιὸν ἐντεταμένον : σπλὴν μέγας : κοιλίη ἐντεταμένη ,
3516979 πυκνην
ἔχουσι τὴν οὐσίαν σπέρμασιν . τῶν γοῦν πυρῶν ὅσοι μὲν πυκνὴν καὶ πεπιλημένην ἔχουσιν ὅλην ἑαυτῶν τὴν οὐσίαν , ὡς
καὶ τοξεύματα τοῖς θηρίοις , ἐπῆγε μετὰ ῥώμης καὶ βίας πυκνὴν καὶ συντεταγμένην τὴν δύναμιν . Οἱ δὲ Ῥωμαῖοι τὰς
3513136 ἰσχιον
: ἔχει τρεῖς κυρτότητας , ὧν ἡ μὲν μέση καλεῖται ἰσχίον ἡ δὲ ἔξω λαγὼν καὶ γλουτὸς ἡ δὲ ἔσω
δὲ καὶ ἐφρόνει , καὶ τῇ χειρὶ ἐσήμαινεν ἀμφὶ τὸ ἰσχίον εἶναι τὸ ἄλγημα . Τῇ Κλεινίου ἀδελφῇ , τῇ
3513110 πυκνοφθαλμα
τῶν οἴνων , καὶ πρὸς πολυκαρπίαν συμβάλλεται . Καὶ τὰ πυκνόφθαλμα κλήματα πολυφόρον ποιεῖ τὴν ἄμπελον , καὶ ἡ μεταφύτευσις
ἐκ τῶν βορείων μερῶν , ἁπαλὰ καὶ λεῖα , καὶ πυκνόφθαλμα , τρικόρυφα ἢ δικόρυφα , πρὸς δὲ τῇ βάσει

Back