? ἀρκέσει [ . ταῦτα ] δ ' ἐπ ' ἡσυχίης εὖτ ' ἂν μελανθη [ ἐγώ ] τε καὶ
μιν προσστῆναι τοῦτο , ἀνενεικάμενόν τε καὶ ἀναστενάξαντα ἐκ πολλῆς ἡσυχίης ἐς τρὶς ὀνομάσαι Σόλων . Καὶ τὸν Κῦρον ἀκούσαντα
7435405 ἀνεθερμανθη
: ἄναυδος , ἄφωνος , βραχύπνοος ἐπὶ χρόνον πουλύν : ἀνεθερμάνθη : δίψα : νύκτα δι ' ἡσυχίης : ἵδρωσε
δι ' ὅλου : περιέψυξε μὲν , ταχὺ δὲ πάλιν ἀνεθερμάνθη . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , πυρετὸς ὀξύς : διαχωρήματα χολώδεα ,
7121939 ὑπερθεσεως
: σοὶ μὲν πρέπει ἀπολογεῖσθαι πρὸς τὰ ἐρωτώμενα : τῆς ὑπερθέσεως γὰρ σοῦ ἕνεκεν οὐ φθονῶ : καχειμονίᾳ κακόμορφος .
: ἐν μὲν γὰρ τῷ αὐτῷ ζῳδίῳ οὖσα μεθ ' ὑπερθέσεως καὶ ἐμποδισμῶν τινῶν ἔσται ἀνυστική : πλὴν καὶ οὕτως
6896368 ἐξεμανη
ἐκτρώσασαν ἀποθανεῖν . Ταῦτα μὲν ἐς τοὺς οἰκηιοτάτους ὁ Καμβύσης ἐξεμάνη , εἴτε δὴ διὰ τὸν Ἆπιν εἴτε καὶ ἄλλως
παρέλεγεν : οὐδὲν ἐκοιμήθη . Περὶ δὲ ἑνδεκάτην ἐοῦσα , ἐξεμάνη , καὶ πάλιν κατενόει : οὖρα μέλανα , λεπτὰ
6873812 Δευτερῃ
ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν . Δευτέρῃ μετὰ τόκον , ἔλαβε πυρετὸς ὀξύς : καρδίης πόνος
ἐκρίθη . Μέτωνα πῦρ ἔλαβεν : ὀσφύος βάρος ἐπώδυνον . Δευτέρῃ ὕδωρ πιόντι ὑπόσυχνον , ἀπὸ κοιλίης καλῶς διῆλθεν .
6778479 Ἀχεροντ
ὁ πίτυλος . ὃς ] ὁ θρῆνος . δι ' Ἀχέροντ ' ] εἰς τὸν Ἅιδην . δι ' Ἀχέροντ
ἀλλὰ καὶ πολύιδρις ἔων ὐπὰ κᾶρι [ διννάεντ ? ' Ἀχέροντ ' ἐπέραισε , μ [ αὔτωι ] μόχθον ἔχην
6761003 οἰνομελιτοϲ
β ἐλλεβόρου λευκοῦ ⋖ α , χρῶ ξηρῷ καὶ μετὰ οἰνομέλιτοϲ . Ἄλλο καλόν . μίϲυοϲ ὀπτοῦ ⋖ η ἴρεωϲ
ταῦτά ποτε μὲν δι ' οἴνου ποτὲ δὲ δι ' οἰνομέλιτοϲ πίνεται καὶ πεπίϲτευται ἱδρῶταϲ κινεῖν καὶ πιϲτακίου δὲ καρπὸϲ
6750527 αἰνιγματων
δὲ διὰ τὸ ἐπαχθὲς αὐτὸ λέγειν , ἀλλὰ δι ' αἰνιγμάτων σημαίνῃ . καὶ γὰρ ἐνταῦθα βουλόμενος λέγειν , ὅτι
ὢν αἰνιγμάτων : τὸ ἑξῆς : καλλίνικος γὰρ ὢν τῶν αἰνιγμάτων τῆς Σφιγγὸς γάμους συνάπτει τῇ μητρί : νικηφόρος ὢν
6740646 κοπρανα
ἐπώδυνα εἶχεν : ἀπὸ δὲ κοιλίης βάλανον προσθεμένῳ , μέλανα κόπρανα διῆλθεν . Ἑκκαιδεκάτῃ , οὖρα λεπτὰ , εἶχεν ἐναιώρημα
παρέμενεν , οὐκ ἀφίστατο : ἀπὸ δὲ κοιλίης ἐρεθισμῷ σμικρῷ κόπρανα λεπτὰ , οἷα ἄπεπτα , πολλὰ διῄει μετὰ πόνου
6715029 Τριτῃ
ἐπιπόνως . Δευτέρῃ πάντα παρωξύνθη : ἐς νύκτα παρέκρουσεν . Τρίτῃ ἐπιπόνως : παρέκρουσε πολλά . Τετάρτῃ δυσφορώτατα : ἐς
χρόνον πουλύν : οὐ καθίστατο : νύκτα οὐκ ἐκοιμήθη . Τρίτῃ περὶ μέσον ἡμέρης ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : οὖρα
6700211 ὀξελαιου
. Συγχρίσματα κωλύοντα ἑρπετὰ προσιέναι . Ἀλθαίας καρπὸς μετ ' ὀξελαίου : δαφνίδες ὁμοίως : χαλβάνη καὶ κεδρίδες σὺν ἐλαφείῳ
τὰ σπλάγχνα πρὸ τῶν ἄλλων σιτίων δι ' ὀξυμέλιτος ἢ ὀξελαίου . Ἐν Ἀλεξανδρείᾳ γίνεται τοῦτο τὸ φυτόν : παραπλήσιον
6698809 εὐσταλεως
Πηλείδης . Ἣ δ ' ὦκα μίγη κονίῃ καὶ ὀλέθρῳ εὐσταλέως ἐριποῦσα κατ ' οὔδεος : οὐδέ οἱ αἰδὼς ᾔσχυνεν
διάστασιν δὲ , ἀγκώνων θέσει καὶ παραθέσει . Ἱμάτιον , εὐσταλέως , εὐκρινέως , ἴσως , ὁμοίως , ἀγκῶσιν ,
6688670 ἱδρωσε
, πρωῒ ἄκρεα ψυχρά : περιεστέλλετο : πυρετὸς ὀξύς : ἵδρωσε δι ' ὅλου : ἐκουφίσθη : κατενόει μᾶλλον :
ὀξύς : δίψα πουλλή : βληστρισμός : περὶ δείλην , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ : ψύξις : ἄκρεα ψυχρά
6686773 ἀνακροτησασα
: ἐπὶ τῶν ἀχρήστων . Γλυκὺς ἀπείρῳ πόλεμος . Γραῦς ἀνακροτήσασα πολὺν κονιορτὸν ἐγείρει : ἐπὶ τῶν δι ' ἐμπειρίαν
. Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα πολὺν κονιορτὸν ἐγείρει : ἐπὶ τῶν δι ' ἐμπειρίαν
6655269 μενεαινει
. τὰ δὲ καίπερ ἐναντίον ἀΐξαντα ἂψ ὀπίσω παλίνορσα μεθερπύζειν μενεαίνει : καί σφισιν ἐξαπίνης ῥόθος ἵσταται : οὐδέ τι
δὲ καί περ ἐναντίον ἀΐξαντα , ἂψ ὀπίσω παλίνορσα μεθερπύζειν μενεαίνει : καί σφισιν ἐξαπίνης ῥόθος ἵσταται , οὐδέ τι
6617234 εὐμαρειας
ποιεῖν τὰ κάλλιστα , ἀλλὰ τὴν ἄνευ κακοπαθείας μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἀπονωτάτην ἐνέργειαν : ἥλιον μὲν γὰρ καὶ σελήνην καὶ
' ἀλόγου πάθους ἡδονῆς θρύψιν , ἀλλὰ τὴν μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἄπονον χαρὰν καὶ ἀταλαίπωρον . ἀνάγκη δέ , ὅταν
6580137 ἀναξηραντικη
ἔχουσα τὸν στάχυν , πικρὰ τῇ γεύσει καὶ τῆς γλώσσης ἀναξηραντικὴ ἐπιμένουσά τε τῇ εὐωδίᾳ ἐφ ' ἱκανὸν χρόνον .
ϲὺν ῥοδίνῳ ἢ μωρϲίνῳ ἐπίχριε . Ἄλλο : μηλίνη ὑγιεινὴ ἀναξηραντικὴ παντὸϲ ῥεύματοϲ , μάλιϲτα ἐπὶ τῶν χρονίων . λιθαργύρου
6572253 ἀτραπιτοιο
τούσγε Ἄργου φραδμοσύνῃσιν ἀριστῆες μεθέηκαν : τὼ δὲ δι ' ἀτραπιτοῖο μεθ ' ἱερὸν ἄλσος ἵκοντο , φηγὸν ἀπειρεσίην διζημένω
κρατεροῖσι λίθων φέρει αἰόλον ὕλην . Νῦν δ ' ἐπεὶ ἀτραπιτοῖο πολὺ πλέον ἄμμι λέλειπται , σεῖο δ ' ἔτι
6537176 ὑδρομελιτοϲ
ἀναλάμβανε ἐν αὐτῷ καὶ δίδου τοῖϲ μὲν ἐπιληπτικοῖϲ μεθ ' ὑδρομέλιτοϲ κυάθων τριῶν , τοῖϲ δὲ ἐλεφαντιῶϲι δίδου ⋖ α
⋖ δ , ποιεῖ καὶ πρὸϲ ἡπατικοὺϲ θαυμαϲτῶϲ μεθ ' ὑδρομέλιτοϲ , ἐν δὲ τοῖϲ παροξυϲμοῖϲ μετὰ γλυκέοϲ . ἄλλη
6530672 ἀδρανιη
, εὐμαθίην ᾐτεῖτο διδοὺς ἐμέ . οὕτως ἔχει καὶ τὸ ἀδρανίη τόδε πολλόν . παρὰ δὴ τὸ προκείμενον ὄνομα παρείπετό
οὔρεα , τὴν δ ' ἀλεγεινῶς ἀχθομένην ἄνεμός τε καὶ ἀδρανίη ποτικλίνει ἔρνεσιν εὐθαλέεσσι , φέρουσι δέ μιν βαρέουσαν :
6523178 ἐπεῤῥιγωσεν
σκέλεα ἐπωδύνως εἶχεν . Περὶ δὲ εἰκοστὴν , πρωῒ σμικρὰ ἐπεῤῥίγωσεν : κωματώδης : δι ' ἡσυχίης ὕπνωσεν : ἤμεσε
παρέκρουσεν : διψώδης : διαχωρήματα χολώδεα , κατακορέα . Ὀγδόῃ ἐπεῤῥίγωσεν : ἐκοιμήθη πλείω . Ἐνάτῃ διὰ τῶν αὐτῶν .
6513104 ἠθμου
ποτόν . καὶ μέντοι καὶ διακριθὲν πρότερον ὑπὸ τοῦ λεγομένου ἠθμοῦ τὸ σίνηπι ἔπινε . τοιγαροῦν ὑπὸ κριτοῦ , ὅπερ
σπάθῃ , ὅταν δὲ τακῇ , διηθήσας αὐτὸ δι ' ἠθμοῦ εἰς ὕδωρ καὶ ἐάσας αὐτὸ ψυγῆναι πάλιν ἐστραγγισμένον ἐπιμελῶς
6485243 ἀκριας
πῇ δὴ αὖτ ' , ὦ δύστηνε , δι ' ἄκριας ἔρχεαι οἶος , χώρου ἄϊδρις ἐών ; ἕταροι δέ
. . ὀκριόεις : ὀκριόεις : ὁ τραχὺς λίθος . ἄκριας δὲ τὰς πέτρας φησὶν Ὅμηρος : „ δι '
6431864 ὀξυμελιτοϲ
πρωτείαϲ # γ καὶ ϲήϲαϲ ἐπίβαλλε αὐτῇ κατὰ βραχὺ τοῦ ὀξυμέλιτοϲ καὶ ἑνώϲαϲ ἀναλάμβανε καὶ χρῶ παρέχων κοχλιάριον α :
ἐκκαθαίρειν : χρῆϲθαι δὲ εἰϲ ταῦτα προϲῆκεν αὐτῷ δι ' ὀξυμέλιτοϲ ἢ δι ' ὀξελαίου πρὸ τῶν ἄλλων ἁπάντων ϲιτίων
6392761 βληστρισμος
. Τρίτῃ , δυσφόρως : διψώδης : ἀσώδης : πουλὺς βληστρισμός : ἀπορίη : παρέκρουσεν : ἄκρεα πελιδνὰ , καὶ
Ἑβδόμῃ , ἐπεῤῥίγωσεν : πυρετὸς ὀξύς : δίψα πουλλή : βληστρισμός : περὶ δείλην , ἵδρωσε δι ' ὅλου ψυχρῷ
6391270 αἰνιγμων
ἐναγεῖς καὶ ταῖς ἀραῖς ἐνόχους . Οὐ γὰρ δι ' αἰνιγμῶν , ἀλλ ' ἐναργῶς γέγραπται ἐν τῇ ἀρᾷ κατά
ἔχω . . ἐπιθυμία ἢ ἀγάπη . . δι ' αἰνιγμῶν : Ἀντὶ τοῦ δι ' ἀσαφείας . . .
6373682 ἠνεμοεσσας
ἄκριας τὰς τῶν ὀρῶν ἄκρας : “ δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας . ” ἀκερσεκόμης ἐπίθετον Ἀπόλλωνος : “ Φοῖβος ἀκερσεκόμης
δὲ τὰς πέτρας ὁ Ποιητὴς καλεῖ : δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας . καὶ ἐστὶν ἀκρὸς ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
6371929 ζαλον
κακὴν ἐπιβάλλεται ἅρπην , ὅς τε καὶ ἐκ ποταμοῖο λιπὼν ζάλον ἰλυόεντα , χιλοὶ ὅτε χλοάουσι νεὸς δ ' ἀπεχεύατο
ὅτι ὅλους τοὺς στάχυας τρώγει . * ἐπιβάλλεται : ἐπιτίθησιν ζάλον δὲ τὸ βορβορῶδες κῦμα . χιλοὶ ὅτε : ὅτε
6370695 ὑδρομελιτος
δίδου . ἄλλο . χελιδονίας βοτάνης χυλὸν μετὰ οἴνου καὶ ὑδρομέλιτος δίδου τοῖς ἀπυρέτοις . ἄλλο . ὑπερικοῦ ⋖ αʹ
. αʹ . ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος ἢ σμύρνης ἢ δαφνίδος μετὰ ὑδρομέλιτος ἢ θύμου κορύμβων δραχ . ιʹ . ἢ χολῆς
6355735 αἱμοπτυικοιϲ
τῶν ἑλκῶν ἅλμῃ . δίδοται δὲ καὶ αὐτοῖϲ καὶ τοῖϲ αἱμοπτυικοῖϲ εἰϲ πότον μετ ' ὀξυκράτου . Μίλτοϲ δύναμιν ἔχει
τὸ αἷμα . Τροχίϲκοϲ ὁ δι ' ἠλέκτρου , ποιεῖ αἱμοπτυικοῖϲ ἐξόχωϲ , ὅθεν ἂν φέρηται τὸ αἷμα , βήττουϲι
6353402 ἐρχετ
πολυτελῆ νεκρόν : εἰς τὸν ἴσον ὄγκον τῶι σφόδρ ' ἔρχετ ' εὐτελεῖ . ὅς ' ἐστὶ μαλακὰ συλλαβὼν ἐκ
ἐν ᾧ γὰρ ἂν τούτων τις ἀπολειφθεὶς τύχῃ , οὐκ ἔρχετ ' ἐπὶ τὸ τέρμα τοῦ προκειμένου . φύσις θέλησις
6347710 καππαριϲ
ῥέφανόϲ τε καὶ πράϲα καὶ κράμβαι δυϲὶν ὕδαϲιν ἀπογλυκανθέντα καὶ κάππαριϲ , τῶν δὲ ἐκ θαλάϲϲηϲ ὄϲτρεα , πελωρίδεϲ ,
καὶ ὁ τῆϲ βρυωνίαϲ . βολβοὶ εἰϲ ὄρεξιν ἐπεγείρουϲι καὶ κάππαριϲ ταριχευθεῖϲα . κιτρίου τὸ ἐκτὸϲ ῥώννυϲιν ἐν φαρμάκου μοίρᾳ
6333939 ἐλπω
ἕω ἕσω ἑσὴς καὶ ἐσθής . Ἐλεφέρω . παρὰ τὸ ἔλπω τὸ ἐλπίζω , ἄλλο παράγωγον ἐλπαίρω , καὶ πλεονασμῷ
ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Ἑλλάς : ἑλλέβορος : ἔλπω : Ἔμπουσσα : μέλλω : Τερεντός : Βενεβεντός .
6326588 Τεταρτῃ
Ἀλέξανδρον καὶ αὐτὸς ἀπαξιώσας τι παθεῖν πρὸς αὐτοῦ ἄχαρι . Τετάρτῃ δὲ ἡμέρᾳ ἐς Ἔφεσον ἀφικόμενος τούς τε φυγάδας ,
λευκή : διαχωρήματα μέτρια , ὑγρά : οὖρα χολώδεα . Τετάρτῃ ἐς νύκτα , τὰ γυναικεῖα ἦλθε πουλλά : ἔληξεν
6315812 ἡμετερῃσι
θοὰ κύμαθ ' ὑπειρεσίῃσι χάρασσον : αὐτὰρ ἐγὼ μολπῇσι παρήπαφον ἡμετέρῃσι πέτρας ἠλιβάτους : αἱ δ ' ἀλλήλων ἀπόρουσαν .
ὡς τὸ πάρος περ , ἦ ἤδη χείρεσσιν ὑφ ' ἡμετέρῃσι δαμέντες φύξιν βουλεύουσι μετὰ σφίσιν , οὐδ ' ἐθέλουσι
6303593 ἡμερηϲ
δέ , ἀλλὰ καὶ δὶϲ καὶ τρὶϲ καὶ τῆϲ ἄλληϲ ἡμέρηϲ , ὡϲ μεϲηγὺ ἡ δύναμιϲ ἀναιθύϲϲῃ . ἔπειτα ἐπιπλάϲμαϲι
ἰδέη , ἄϲχετοϲ μὲν ἡ ῥοὴ καὶ ϲμικρὴ ἐφ ' ἡμέρηϲ ἑκάϲτηϲ , ἀλλ ' ἐϲ τὸν ὅλον μῆνα οὐ
6263663 ἠναγκασμαι
οἰκείας ἑστίας παραχαράττοιτο , διορθώσῃ εὐμενῶς , εὖ οἶδα . ἠνάγκασμαι δ ' , ὡς ἔοικεν , ὥς πού φησιν
τῆς κοινῆς ἁπάντων ὑμῶν βοηθείας . ταῦτα δ ' εἰπεῖν ἠνάγκασμαι συνισταμένους τινὰς ἐπ ' αὐτοὺς αἰσθόμενος καὶ τὴν ἀρχὴν
6261334 παρεκρουσε
πάντα παρωξύνθη : ἐς νύκτα παρέκρουσεν . Τρίτῃ ἐπιπόνως : παρέκρουσε πολλά . Τετάρτῃ δυσφορώτατα : ἐς δὲ τὴν νύκτα
νύκτα ἐπεῤῥίγωσεν : ἄκρεα οὐκ ἀνεθερμαίνετο οὐχ ὕπνωσεν : σμικρὰ παρέκρουσε , καὶ πάλιν ταχὺ κατενόει . Ὀγδόῃ , περὶ
6238083 Κυπερου
. ποιεῖ δὲ καὶ ἀσθματικοῖς καὶ ὑδρωπικοῖς . Ἄλλο . Κυπέρου ⋖ ιβ , ἄγνου σπέρματος ⋖ η : κόψας
' ἀνθράκων καὶ ἑρπήτων , ἀλφίτοιϲ μιγνύντεϲ . Κύπερον . Κυπέρου χρήϲιμοι μάλιϲτα αἱ ῥίζαι θερμαίνουϲαι καὶ ξηραίνουϲαι χωρὶϲ δήξεωϲ
6234330 εὐελπιστιας
ἄνανδροι δειλίαν , οἱ δ ' ἀκατάπληκτοι θάρσος μετ ' εὐελπιστίας . ἀλλ ' οὗτοι μὲν πέμπτη μοῖρα τῶν ἀποδεδειλιακότων
? [ ] καθ [ - ] ' ὅλμ βίον εὐελπιστίας [ - ] [ ] τὰς διὰ τῶν [
6210554 ὀξεοϲ
ἰκέλοιϲι χρέο ἐϲ μάλθαξιν τῆϲ ϲκληρίηϲ , τέγξεϲι δι ' ὄξεοϲ καὶ ἐλαίου καὶ μέλιτοϲ , ἀντὶ δὲ εἰρίων πτύγματα
ἤ τι τοιόνδε . ἀνάτριψιϲ ἄκρων καὶ προϲώπου : ὄϲφρηϲιϲ ὄξεοϲ , γλήχωνοϲ , ἡδυόϲμου , καὶ τάδε ξὺν ὄξεϊ
6203294 ϲηπεδοναϲ
' ὃ πρὸϲ ἕλκη τε κακοήθη καὶ πρὸϲ ῥεύματα καὶ ϲηπεδόναϲ ἁρμόττει καὶ αἱμορραγίαϲ ἐπέχει . καὶ πλείϲτοιϲ ἁρμόττει τῇ
καὶ αὐϲτηρόν , διὸ πρὸϲ ἕλκη κακοήθη καὶ ῥεύματα καὶ ϲηπεδόναϲ ἁρμόττει . καὶ διὰ τοῦτο καὶ πρὸϲ δυϲεντερίαϲ ποιεῖ
6190308 θορυβειται
καὶ ἄλλοι . ” ὀρσολοπεῖται ] διαπολεμεῖται , ταράσσεται , θορυβεῖται . οἴχωκεν : ἀπόλωλε γὰρ ἡ πᾶσα δύναμις τῶν
. κερτομέεις : οἷον εἰρωνεύῃ . συνορίνεται : ταράσσεται , θορυβεῖται . λυσόμενος χαλκέων : τὸν Ἰξίονα παρείληφεν , ὅτι
6182772 ἐγκαυϲιν
ῥέπειν ἀναγκάζειν τὴν ἀνώρροπον ὕλην . παραιτεῖϲθαι δὲ χρὴ ψῦξιν ἔγκαυϲιν κόπον τοῦ τε ἄλλου ϲώματοϲ καὶ τοῦ κατὰ τὴν
ἔϲθ ' ὅτε δὲ καὶ διὰ προκαταρκτικὴν αἰτίαν , οἷον ἔγκαυϲιν ἔξωθεν ἢ ψῦξιν ἢ μέθην ἢ πληγήν . ϲφοδρόταται
6168627 νουσοιο
ἀποθανόντων δὲ χρησμὸς ἄλλος ἕτοιμος ἦν παλινῳδῶν : Μηκέτι δίζησθαι νούσοιο λυγρῆς ἐπαρωγήν : πότμος γὰρ προφανὴς οὐδ ' ἐκφυγέειν
δι ' ἠέρος εὔδιον ἦμαρ , ἔκ τ ' ὀλοῆς νούσοιο πέλει σθένος , ἔκ τε μόθοιο εἰρήνη ; Τὰ
6154874 ἐπεμβολης
τοῦ ζῆν ἀσφαλῶς ᾑρημένος . τὸ δὲ κατὰ παρένθεσιν ἐξ ἐπεμβολῆς γίνεται , οἷον τοῦ τ ' ἐκεῖνον , ὅπερ
κατ ' ὀρθότητα ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ τὰ χωρὶς ἐπεμβολῆς , κῶλα δὲ τὰ ὀλίγῳ τῶν κομματικῶν μείζονα ἢ
6145865 ἀψευδους
ἢ τὸν πλαστὸν καὶ φένακα τῦφον ἀντὶ τῆς ἀπλάστου καὶ ἀψευδοῦς ἀτυφίας ἐπαινεῖσθαί τε καὶ θαυμάζεσθαι ; παγκάλως δὲ προσδιέσταλται
πολυχρηματίαν ἢ ὅσα ὁμοιότροπα , νομίσαντα εἶναι ἀγαθά , τῆς ἀψευδοῦς τῶν ἀγαθῶν μερίδος οὐδενὶ φαύλῳ συνταττομένης : ἀκοινώνητον γὰρ
6136302 κατηφειας
ἐκεῖνος τὸν πόλεμον καὶ τὰς ἐπ ' αὐτῷ συννοίας καὶ κατηφείας σκεδάσας εἰρήνην ἐπικηρυκεύσηται βίου , φαιδρὸς καὶ γεγηθὼς τὴν
θαλερῶν αἰζηῶν . ” κατωμαδόν κατὰ τῶν ὤμων . κατηφόνες κατηφείας ἄξια πράττοντες , παρὰ τὸ φῶ , οὗ παραγωγὸν
6132957 διατελεσεις
καὶ λυπήσῃ δι ' αὐτὰ καὶ πολλὰ πονήσεις μάτην καὶ διατελέσεις ἅπαντα τὸν βίον φροντίζων ἐκείνων , ὀνήσῃ δὲ οὐδ
γυμνάσιον ἐλέγετο ὁ τόπος , ἔνθα ἠγωνίζοντο . διατρίψεις ] διατελέσεις . στωμύλλων ] πολυλογῶν , ποικιλολογῶν . , ὑθλῶν
6118295 μυξαν
οἷον κέγχρους ἔχῃ λαμπράς : καὶ ἐὰν ἐν κύκλῳ τὴν μύξαν περιγράφῃ λαμπρὰ γραμμή . Ὁ τῆς σχίνου καρπὸς σημαίνει
ἢ καλαμίνθηϲ διὰ ῥινεγχύτου ἐγχυθεὶϲ εἰϲ τοὺϲ μυκτῆραϲ ἄγει πολλὴν μύξαν . Ἄλλο . πυρῆνα μήληϲ ὕδατι βάπτων ἀναλάμβανε χάλκανθον
6116366 ἐκοιμηθη
: πάντα παρωξύνθη : λῆρος : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη . Ἕκτῃ , διὰ τῶν αὐτῶν . Ἑβδόμῃ ,
, ὁ πυρετὸς παρωξύνθη : φρικώδης : ἀσώδης : οὐδὲν ἐκοιμήθη : ἤμεσε χολώδεα , ξανθά : οὖρα ὅμοια :
6115950 ἀχρηστως
τὸ νόμισμα . Γραίας ἐρείκης ἅψαντες πυρί : ἐπὶ τῶν ἀχρήστως καὶ ὀξέως γινομένων . Ἐρείκη γὰρ φυτὸν ἄγριον ὃ
κωμῳδία παρήχθη , παιδαγωγικὴν παρρησίαν ἔχουσα καὶ τῆς ἀτυφίας οὐκ ἀχρήστως δι ' αὐτῆς τῆς εὐθυρρημοσύνης ὑπομιμνῄσκουσα : πρὸς οἷόν
6111907 Ὀγδοῃ
ὑποχόνδριον δεξιὸν ἐπηρμένον : ὑφῆκεν ὑφ ' ἑωυτὸν χολῶδες . Ὀγδόῃ , ὡς ὑπὸ κωνώπων ἀναδήγματα . Πρὸ τῆς τελευτῆς
ταραχώδεα : ἀπὸ δὲ κοιλίης χολώδεα , λιπαρὰ διῆλθεν . Ὀγδόῃ , σμικρὸν ἀπὸ ῥινῶν ἔσταξεν : ἤμεσεν ἰώδεα ὀλίγα
6109006 παρωξυνθη
, ἄκρητα , χολώδεα , διῆλθεν . Πέμπτῃ , πάντα παρωξύνθη : τρόμοι παρέμενον : ὕπνοι λεπτοί : κοιλίη ἔστη
ἐσχάτως ὠδυνήθη : καὶ χυλὸν τήλεως ἅμα μέλιτι λαβὼν ἱκανῶς παρωξύνθη : στοχασάμενος οὖν ἐγὼ δακνώδεις ἐν αὐτοῖς τοῖς χιτῶσι
6103393 ἑδρηϲ
γὰρ ἐϲ μὲν τὸν τῆϲ ἰητρείηϲ καιρὸν ἡ νοῦϲοϲ ἐξ ἕδρηϲ [ δὲ ] ἐκινήθη : ἢν δὲ ἐϲ ἀνάπλαϲιν
, ἢ ταμών τιϲ τὸ ὑποχόνδριον ἐκχέῃ , ἐφ ' ἕδρηϲ ἔαϲι οἱ ὑδρωπιώδεεϲ . ἡ μὲν ὦν πρωτίϲτη αἰτίη
6102574 αἰθρας
παραλιπὼν ὕδωρ φάθι . κασιόπνουν δ ' αὔραν δι ' αἴθρας ; σμύρναν εἰπέ , μὴ μακράν , μηδὲ τοιοῦτ
ἑρπετά , πάνθ ' , ὅς ' ἕρπει δι ' αἴθρας . Χάους δέ , οὔτι γε Κύπριδος παῖς ὠκυπέτας
6091555 ἐμετων
κεχρονιϲμένων κράτιϲτον βοήθημα καὶ ἡ διὰ τοῦ ἐλλεβόρου δι ' ἐμέτων κάθαρϲιϲ . δίαιτα δὲ πᾶϲι τοῖϲ μελαγχολικοῖϲ εὔχυμοϲ ἁρμόϲει
χρῆϲιν τῶν ἄλλων λεπτυνόντων . κενώϲει δὲ χρώμενον δι ' ἐμέτων τοῦτο ποιεῖν : αἱ γὰρ διὰ τῆϲ κάτω γαϲτρὸϲ
6091075 ἡκαν
οὐδέ σφι παραπλώσεσθαι ἔμελλον φθογγὴν οὐλομένην , χειρῶν δέ οἱ ἧκαν ἐρετμά : Ἀγκαῖος δ ' ἴθυνεν ἐπὶ προβλῆτα κολωνόν
, ἁλὸς πόρος ἔνθα βάθιστος , ἐς βυθὸν ἠερόεντα περικρατὲς ἧκαν ἔνερθε πυθμένος εἰλατίνου κρατερὸν σθένος : αἶψα δὲ ῥιπῇ
6070820 ποτιδεγμενοι
Μεθέπουσιν : κυκλοῦσιν . Αἴσιον : καλὴν , λαμπρότατον . ποτιδεγμένοι : προσδεχόμενοι . Ἐπαντέλλουσι : ἀνέρχονται . Βριθύ :
ἠδὲ προσώπῳ φαιδρῷ καγχαλόωντες ἑοὶ μεθέπουσιν ἑταῖροι , αἴσιον ἀγγελίην ποτιδεγμένοι αὐτίκ ' ἀκοῦσαι , ὣς οἱ καγχαλόωσιν ἐσαθρήσαντες ἔνερθε
6052639 παρεκρουσεν
: πυρετὸς περικαής : ἄγρυπνος : κοιλίη κυρτή : οὗτος παρέκρουσεν , οἶμαι , ὀγδόῃ , τρόπον τὸν ἀκόλαστον ,
ἐς νύκτα ἐλούσατο : οὐδὲν ἧσσον ἀγρυπνίη καὶ δυσφορίη , παρέκρουσεν . Ἐόντι δὲ τριταίῳ , κατάψυξις ἀκρέων : ἐκθερμανθεὶς
6052562 ἐνεργησει
' ἀρετὴν ἡ εὐδαιμονία , μεθ ' ἡδονῆς ὁ εὐδαίμων ἐνεργήσει καὶ ἡσθήσεται αὐτῷ ἡ ψυχὴ ἐφ ' οἷς κατ
ἀστὴρ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν καὶ τοὺς ἐπικειμένους ἢ ἀκτινοβολοῦντας ἐνεργήσει : καὶ ἐν μὲν τοῖς χρηματιστικοῖς ζῳδίοις ἢ ἐπικέντροις
6052028 Πανοπηα
τὰ κατὰ Πρόκνην καὶ Φιλομήλαν . Ὅμηρος „ Δαυλίδα καὶ Πανοπῆα „ . δαῦλον δὲ τὸ δασύ : δασεῖα δὲ
' ὅλης ῥέοι τῆς Φωκίδος σκολιῶς καὶ δρακοντοειδῶς : παρὲκ Πανοπῆα διὰ Γλήχωνά τ ' ἐρυμνὴν καί τε δι '
6028088 συναρηροτα
καὶ οὐρανὸς εὐρὺς ὕπερθε τὸ πρὶν ἐπ ' ἀλλήλοισι μιῆι συναρηρότα μορφῆι νείκεος ἐξ ὀλοοῖο διέκριθεν ἀμφὶς ἕκαστον . πάλαι
οὐρανὸς ἠδὲ θάλασσα , τὸ πρὶν ἔτ ' ἀλλήλοισι μιῇ συναρηρότα μορφῇ , νείκεος ἐξ ὀλοοῖο διέκριθεν ἀμφὶς ἕκαστα :
6025410 ὀδυνα
εὐσεβίας εἰς ἀνθρώπους ἐπόνησα . αἰαῖ αἰαῖ : καὶ νῦν ὀδύνα μ ' ὀδύνα βαίνει : μέθετέ με τάλανα ,
, φεῦ . τίς μ ' ὑποδύεται πλευράς , τίς ὀδύνα θυμόν ; ἄιε , μᾶτερ Νύξ : ἀπὸ γὰρ
6018770 χερσευειν
' ἐπ ' ἀκταῖς νομάδα κυματοφθόρον ἁλιαίετον : τὸν παῖδα χερσεύειν μόρος . εἰ μὲν γὰρ ἐκ γῆς εἰς θάλασσαν
ὁμοίως ἀρδευομένη δαψίλειαν οἴνου τοῖς ἐγχωρίοις παρασκευάζει . οἱ δὲ χερσεύειν ἐάσαντες τὴν χώραν τὴν ἐπικεκλυσμένην καὶ τοῖς ποιμνίοις ἀνέντες
6011135 ἐκαμνον
προγεγονότων κατορθωμάτων ἀξίους φανῆναι . . . . ὅμως οὐκ ἔκαμνον ταῖς ψυχαῖς , κατισχύοντος τοῦ λογισμοῦ τὴν τῶν σωμάτων
καὶ ἐφελκυσαμένου τὸ ἐπίθημα , κάματον ἐς ἀνωφελὲς οἱ Ἀστυπαλαιεῖς ἔκαμνον ἀνοίγειν τὴν κιβωτὸν πειρώμενοι : τέλος δὲ τὰ ξύλα
6008555 σφαιρηδον
προϊδὼν ὀλοφώϊον ἑρπυστῆρα , φραξάμενος πυκινῇσιν ὑπὸ προβλῆσιν ἀκάνθαις εἱλεῖται σφαιρηδόν , ὑφ ' ἕρκεϊ γυῖα φυλάσσων , ἔνδοθεν ἑρπύζων
φυσῶντος . ἐνιχρίμψειεν : βάλοιεν . Αἶψα : ταχέως . σφαιρηδόν : σφαίρασα παρὰ τὸ αἴραν , οἱονεὶ εἰς ὕψος
6000554 φλεδονωδεα
ἐπιῤῥιγέοντα , ἐς νύκτα μᾶλλόν τι παροξυνόμενα , ἄγρυπνα , φλεδονώδεα , ἐν τοῖσιν ὕπνοισιν ἔστιν ὅτε οὖρον ὑφ '
ἐπιῤῥιγοῦντα καὶ ἐς νύκτα μᾶλλόν τι παροξυνόμενα , ἄγρυπνα , φλεδονώδεα , ἐν τοῖς ὕπνοις ἔστιν ὅτε οὖρα ὑφ '
5996198 ἐκκριϲεωϲ
τοιούτου κδ Περὶ τραυμάτων βαθυτέρων κε Περὶ τῆϲ τοῦ ὠοειδοῦϲ ἐκκρίϲεωϲ κϚ Περὶ τῆϲ τοῦ ὅλου ὀφθαλμοῦ προπτώϲεωϲ κζ Περὶ
καθόλου δὲ προνοητέον ἐπὶ τῶν ἀποπλήκτων εὐκόλου τῆϲ κατὰ κοιλίαν ἐκκρίϲεωϲ καὶ δι ' οὔρων : φροντιϲτέον δὲ τοῦ λαμβάνειν
5995751 οἱονδητινα
ῥᾳδίως καὶ τὰ διαπεπτωκότα τῶν ὡρισμένων τούτων χρωμάτων δι ' οἱονδήτινα καταγνοίη λόγον . Οὐκοῦν οὐκ ἐπὶ πλέον προσανέχειν τῷ
πρὸς τὸ λευκότερον τὰ οὖρα φαίνεται , ῥέποντα καθ ' οἱονδήτινα λόγον , καθὼς ἐν ἄλλοις τούτων ἀρκούντως ἔφημεν ,
5989978 αἰρινῳ
καὶ ἐφ ' ἱκανόν , ἔπειτα καταπλάσσειν φλοιῷ ῥαφάνου σὺν αἰρίνῳ ἀλεύρῳ ἢ θερμίνῳ ἀλεύρῳ μετὰ νίτρου ἀφροῦ , καὶ
καταπλαϲτέον αὐτοὺϲ ἀλεύρῳ θέρμων πικρῶν μετ ' ὀξυμέλιτοϲ ἢ ἀλεύρῳ αἰρίνῳ μετὰ ῥητίνηϲ καὶ ϲικύου ἀγρίου ῥίζηϲ καὶ νίτρου καὶ
5983649 ὀδυνηϲ
, ἐφ ' αἷϲ γίνονται ϲυγκοπαί . λθʹ . Περὶ ὀδύνηϲ . μʹ . Περὶ ϲυντήξεωϲ . μαʹ . Περὶ
μὴ ἐγχρονίζειν , ἀλλ ' ἄχρι τοῦ μετριάϲαι μόνον τῆϲ ὀδύνηϲ τὸ ϲφοδρόν : ἡ γὰρ πλείων χρῆϲιϲ αὐτῶν ϲφηνώϲειϲ
5981085 εὐχυμοιϲ
ἥκειν τοῦ ϲπαϲθῆναι . γίγνεται δὲ ὁ τοιοῦτοϲ κόποϲ μάλιϲτα εὐχύμοιϲ ἀνδράϲι πονέϲαϲιν οὐκ ὀξέα γυμνάϲια , ἀλλὰ μᾶλλον εὔτονα
πλείονοϲ οἴνου , εὐπεψίαϲ δὲ μάλιϲτα φροντίζειν καὶ τοῖϲ μέϲωϲ εὐχύμοιϲ κεχρῆϲθαι . βαλανείου δὲ ἐν τῷ καιρῷ τῆϲ ἐπιμελείαϲ
5978885 ἀγορευσω
Ἀθήνη : “ τοιγὰρ ἐγώ τοι ταῦτα μάλ ' ἀτρεκέως ἀγορεύσω . Μέντης Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχομαι εἶναι υἱός , ἀτὰρ
με ταῦτα κελεύεις εἰπεῖν : αὐτὰρ ἐγὼ μάλα τοι πρόφρων ἀγορεύσω . κάλλιστον μὲν τῶν ἀγαθῶν ἔσται μέτρον εἶναι αὐτὸν
5977049 οἰνελαιου
βάτου φύλλων ἴϲα μετὰ κηρωτῆϲ , καὶ ὁ δι ' οἰνελαίου ὁμοίωϲ . εἰ δὲ κατὰ τὸν καυλὸν ἔνδον τῆϲ
ὡϲ ἐπὶ τῆϲ ἀρτηριοτομίαϲ προείρηται , δοκιμαζομένηϲ τῆϲ ἀπὸ τοῦ οἰνελαίου ἐμβροχῆϲ . ἀπὸ δὲ τῆϲ τρίτηϲ θεραπεία πυοποιόϲ ,
5972366 εὐωχεειν
καὶ ἐγχέειν ἐς τὸν πλεύμονα , καὶ θυμιᾷν , καὶ εὐωχέειν ἀπεχόμενον κρεῶν βοείων καὶ οἰείων καὶ χοιρείων καὶ λαχάνων
καὶ ποτήμασι καὶ σιτίοισι : τὸ δὲ ξύμπαν ἡσυχίην ἔχοντα εὐωχέειν τοῖσιν ἐπιτηδείοισιν : ἢν γὰρ οὕτω μελετηθῇ , τάχιστα
5968008 ἀγορης
, οὐρανοῦ οὐρανόθεν , Θήβης Θήβηθεν , Λυκίας Λυκίαθεν , ἀγορῆς ἀγορῆθεν , ἀγχοῦ ἀγχόθεν , ποῦ πόθεν . πῶς
δὲ ἐπεὶ ἡλίου ἀνατείλαντος σπονδὰς ἐποιήσατο , ἐπισχὼν χρόνον ἐς ἀγορῆς κου μάλιστα πληθώρην πρόσοδον ἐποιέετο : καὶ γὰρ ἐπέσταλτο
5956775 ξηραινον
τὸ πλέον τὸ ἔλαττον εἴτε τὴν τροφὴν ἀφαιρούμενον εἴτε οὖν ξηραῖνον τὴν ἀρχὴν καὶ καταμαραῖνον τῷ ὑπερισχύειν . οὔτε γὰρ
: πάντως γὰρ ὠφελήσει τὸν ῥύπον ἀποκαθαῖρον καὶ τὴν ὑγρότητα ξηραῖνον : ἅμα μέντοι τῷ καθαρὸν γενέσθαι τὸ ἕλκος καὶ
5950970 ἀκρησιην
σιτία οὐ δύναται προσίεσθαι , καὶ ταχέως καταλεπτύνεται , καὶ ἀκρησίην ἔχει τὸ σῶμα πολλήν . Τὸ δὲ νούσημα ἢν
: ὁκόσοι δὲ ἐξ ἀποστημάτων ἢ φλεβοῤῥαγίης ἢ δι ' ἀκρησίην ἢ δι ' ἄλλην τινὰ ἰσχυρὴν αἰτίην ἔμπυοι γίγνονται
5948985 ἀνιη
δρόμον ἐκτελέσωσιν ἄτρυτοι , καὶ μή τιν ' ἕλοι μεσσηγὺς ἀνίη . Αἰσχρίων δ ' ὁ Σάμιος ἔν τινι τῶν
ἄρα στενάχων ἀπόρουσεν εἰσοπίσω , μάλα γάρ οἱ ἐδάμνατο θυμὸν ἀνίη . Τοῦ δ ' ἄρ ' ἀπεσσυμένοιο ποθὴ Φυλάκεσσιν
5946429 φυξιν
αἰτίᾳ τινί . Φυξίπολιν : φυγάδα , ἐξόριστον : γράφεται φύξιν ἀπὸ τοῦ φεύγω : φυγὰς ἐλέγετο ὁ ἐξόριστος ,
ἐκ μόγον ὤσει . Τὴν δὲ μετ ' ἐξετέρην θανάτου φύξιν τε καὶ ἀλκήν φράζεο κουλυβάτειαν ἑλών : τροχαλῷ δ
5939172 βλακειαν
, ἦν δ ' ἐγώ , ἢ ἐξήμαρτον διὰ τὴν βλακείαν ; ἢ οὐκ ἐξήμαρτον ἀλλὰ καὶ τοῦτο ὀρθῶς εἶπον
κοσμήσας τὴν ἑαυτοῦ τύχην , ἀλλ ' ὅμως τήν τε βλακείαν αὐτοῦ διὰ τὸ γῆρας ἀπήλεγχεν καὶ Νικίαν ἀπεκάλει :
5935618 μανεντες
, κλαγγώδεα , ὄμματα ἐπίχνουν ἴσχοντα , μανικά : ὀξέως μανέντες θνήσκουσιν ἄφωνοι . Ἐν ἐμέτῳ διψώδεα ἐόντα , ἄδιψον
πρὸς τὸν ἀθάνατον . Οὗτοι μὲν δὴ τὴν ἔνθεον μανίαν μανέντες ἐξηγριώθησαν , ἕτεροι δ ' εἰσὶν οἱ τῆς τιθασοῦ
5932278 ἠμεσε
χάλαζα : ὁλοπαγὲς ὕδωρ ὑπὲρ γῆς χολόεντας : τὴν χολὴν ἤμεσε . περιπέφρακεν , ὅ ἐστι χολώδη ἀπεμεῖ . *
πάντα : κωματώδης : πρὸς δείλην , σμικρὰ ἐπεῤῥίγωσεν : ἤμεσε σμικρὰ , χολώδεα . Δεκάτῃ , ῥῖγος : πυρετὸς
5932059 ἱερατικης
καλοῦσιν ἀντιθέους , ταῦτα μηδέποτε ἐν λόγῳ τῷ περὶ τῆς ἱερατικῆς μαντείας τίθεσο . Ἐναντιώτερον γάρ ἐστι δήπου τῷ κακῷ
ἱερουργίαις ; φημὶ δὴ οὖν καὶ τοῦτο ἀπείρως λέγεσθαι τῆς ἱερατικῆς μυσταγωγίας . Τῶν γὰρ ἐν τοῖς ἱεροῖς ἑκάστοτε ἐπιτελουμένων
5918878 πολυχρονιου
καθ ' ἡδονὴν τὰ γινόμενα ὑπ ' αὐτῶν ἦν ἐκ πολυχρονίου δουλείας εἰς ἀνέλπιστον ἀφιγμένοις ἐλευθερίαν , εὑρέθησαν δέ τινες
καταγίνεται καὶ ἀρετή : πρὸς γὰρ τὰ ῥᾴδια οὐδεμία χρεία πολυχρονίου ἔθους ἢ μεθόδου τεχνικῆς : ὥστε ὅσῳ χαλεπώτερα ,
5918152 ἐκφρακτικη
Ὄϲιριϲ , ἐξ ἧϲ τὰ κορήματα γίνεται , πικρὰ καὶ ἐκφρακτικὴ τῶν καθ ' ἧπάρ ἐϲτιν . Ὀϲτᾶ κεκαυμένα διαφορητικῆϲ
κιναμώμῳ , ϲτεφανωματική , δριμεῖα . ταύτηϲ ἡ ῥίζα ἀφεψομένη ἐκφρακτικὴ γίνεται καὶ οὔρων καὶ ἐμμήνων κινητική , τὰ δὲ
5914187 συνεστελλετο
τὸ βέλτιον εὐσχολῶν , ἀγαπητῶς ἐπ ' αὐτὰ τὰ ἀναγκαῖα συνεστέλλετο , τῆς δὲ ἀγαθῆς διαίτης ἐπείγων ὁ χρόνος οὐ
ὄψεις , ὅπερ ἐκάλουν σκιάδειον . ἐξετείνετο δὲ καὶ πάλιν συνεστέλλετο πρὸς τὴν τοῦ καιροῦ χρείαν . γέρων ] ἀντὶ
5913603 ἑλκωσεως
πρὸς τὰς ὑπὸ γλίσχρων καὶ παχέων χυμῶν συνισταμένας φλεγμονὰς ἄνευ ἑλκώσεως ἀκριβῶς ποιεῖ . Πρὸ παντὸς μὲν τὴν φλεβοτομίαν παραλαμβάνειν
μὲν τῷ χρίσματι πλείονα προσήκει χρόνον , μὴ μέντοι μέχρις ἑλκώσεως : τὰ φθάσαντα δ ' ἀποδέρεσθαι λιθαργύρῳ μετὰ ῥοδίνου
5910224 πουλλοι
, ὀλίγον δὲ χρόνον : τῇ ὑστεραίῃ ἐπυρέτηνεν . Αὐχμοὶ πουλλοὶ μετὰ ζέφυρον ἐγένοντο μέχρις ἰσημερίης φθινοπωρινῆς : ὑπὸ κύνα
ἀλλ ' ἐπὶ τῶν ἄλλων πυρετῶν , μείζω . Ἱδρῶτες πουλλοὶ , τουτέοισι δὲ ἐλάχιστοι , κουφίζοντες οὐδὲν , ἀλλ
5900412 φλυκταιναϲ
τῶν φλυκταινῶν τοῖϲ ἠρέμα διαφοροῦϲι . θεραπευτέον μὲν οὖν τὰϲ φλυκταίναϲ πρῶτον μὲν παραφυλαττομένουϲ λαλιὰν πλείω , πταρμούϲ , θυμούϲ
περιπίπτει νοϲήμαϲιν , ὥϲτε ϲὺν τοῖϲ ἄλλοιϲ καὶ ἐξανθήματα καὶ φλυκταίναϲ καὶ κάθυγρα ἕλκη κατὰ τῆϲ ἐπιφανείαϲ γίγνεϲθαι , ἃ
5893375 ἐννοουμαι
ὑπερφοβοῦνται γὰρ καὶ θρασύνονται ταῖς συμφοραῖς : νῦν δ ' ἐννοοῦμαι φαῦλος : ἀντὶ τοῦ : μωρὰ οὖσα . νῦν
ἡ σὴ παρέσχε δεινὸν ἐξαίφνης φόβον : νῦν δ ' ἐννοοῦμαι φαῦλος οὖσα , κἀν βροτοῖς αἱ δεύτεραί πως φροντίδες
5892253 ἀνομενοιο
τὸ τέτυκται , ὅτ ' ἄγγελος αἴσιμα εἰδῇ . ἤματος ἀνομένοιο : τῆς ἡμέρας ἐπὶ δύσιν ἀνυομένης . πείσματα :
λόφον τουτέστι τὸν τράχηλον : ἢ ἀναπαυσόμενος . νέον ἤματος ἀνομένοιο : ὑπὸ τὴν πρωίαν , αὔξησιν τῆς ἡμέρας λαμβανούσης
5890513 Θυργωνιδαι
, ἀπὸ Θυμαίτου ἥρωος ὀνομασθεὶς , ὥς φησι Διόδωρος . Θυργωνίδαι : Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . Νίκανδρος ὁ
φησὶν , ἐξ Αἰαντίδος Ἀφιδναῖοι , Περρίδαι , Τιτακίδαι , Θυργωνίδαι . . . . Ἀλεξάνδρεια : Νικάνωρ δὲ ὁ
5888694 ὠλλυσαν
: ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ
, ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ
5882386 ἀμαθιην
ὁτιοῦν φλεγμονῆς ὑπογένηται , ὡς , εἰ μὴ δι ' ἀμαθίην τῶν δημοτέων ἐν αἰτίῃ ἔμελλεν ὁ ἰητρὸς ἔσεσθαι ,
ἐπιγενέσθαι ἀγαθόν . Τὰ γὰρ τοιαῦτα δι ' οὐδεμίην οὔτε ἀμαθίην οὔτε σοφίην ἰητρῶν γίνεταί τε καὶ οὐ γίνεται ,
5882019 ὡρηϲ
τῷ πλήθεϊ . ἢν μὲν ὦν ἡλικίηϲ νέηϲ λάβηται καὶ ὥρηϲ ἐαρινῆϲ , τάμνειν φλέβα τὴν ἐπ ' ἀγκῶνι τῷ
' ἄλληϲ ἡλικίηϲ μέζονοϲ , εὖτε τῷ κάλλει ϲυνέξειϲι τῆϲ ὥρηϲ : ἀλλὰ καί κοτε μετεξετέρουϲ αἰϲχροὺϲ ἀποδείξαϲα ἀπόλλυϲι τοὺϲ
5880427 κωματωδης
καὶ κατά γε τὰ μῆλα καὶ ὑγρότητος , ὅθεν καὶ κωματώδης τὴν δύναμίν ἐστιν . τῆς ῥίζης δ ' ὁ
ἐν ζέουσι καὶ ἀπέπτοισιν : οὖρα διὰ τέλεος κακά : κωματώδης τὰ πλεῖστα : μετὰ πόνων ἄγρυπνος : ἀπόσιτος ξυνεχέως
5879679 ἀσωδης
: πυρετὸς ὀξύς : οὖρα ὅμοια : ὑποχονδρίου πόνος : ἀσώδης : νύκτα δυσφόρως : οὐκ ἐκοιμήθη : ἵδρωσε δι
ἐγένετο ἄγρυπνός τε καὶ ἄσιτος , καὶ διψώδης ἦν καὶ ἀσώδης . Ὤκει | δὲ πλησίον τοῦ Πυλάδου , ἐπὶ
5877439 ἐμβροχαιϲ
ἢ αὐχένοϲ καὶ παρηγορητέον τὴν κεφαλὴν ταῖϲ δι ' ἐλαίου ἐμβροχαῖϲ , ῥοδίνῳ μὲν ἐπὶ τῶν θερμοτέρων καὶ ὥρᾳ θερινῇ
οἴνου καὶ ἀλφίτων καὶ κρόκου καὶ ἀλόηϲ καὶ μαϲτίχηϲ , ἐμβροχαῖϲ δὲ ταῖϲ δι ' ἀψινθίου καὶ μηλίνου καὶ μαϲτιχίνου
5877405 Ἀγγειον
ταῦτα . . ὁπότε : Ἡνίκα . τὶ σκευάριον : Ἀγγεῖόν τι . . ὑφείλου : Ἔκλεπτες . λανθάνειν :
ταῦτα . . ὁπότε : Ἡνίκα . τὶ σκευάριον : Ἀγγεῖόν τι . . ὑφείλου : Ἔκλεπτες . λανθάνειν :

Back