: ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ | ||
, ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ |
μάχης ] τῆς ναυμαχίας . ἀμηχανεῖν ] τοὺς Πέρσας . θώμιγγος ] θῶμιγξ κέκληται τὸ λεπτὸν σχοινίον . κακῶν ὁρῶν | ||
λίθοις ἐβάλλοντο καὶ συνετρίβοντο λιθολευστούμενοι , ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας |
. Καρδιαλγικὰ καὶ μετὰ στρόφου , κοιλίης θηρία καταῤῥήγνυται . Καρδίης ἄλγημα , πρεσβυτέρῳ πυκνὰ ἐπιφοιτέον , θάνατον ἐξαπίναιον σημαίνει | ||
. ταῦτ ' οὖν ἐπιστάμενος ὁ Νάρις ἐκτήσατο ἐκ τῆς Καρδίης αὐλητρίδα , καὶ ἀφικομένη ἡ αὐλητρὶς εἰς τοὺς Βισάλτας |
. πρὸ τῆς ἐπιούσης Πυλαίας ] οἷον πρὸ μηνὸς τῆς Πυλαίας τῆς ἑξῆς . ἔγνωμεν γὰρ ἐν τοῖς Δημοσθενικοῖς ὅτι | ||
μεγάλα τῇ πόλει ἥκειν φέροντάς φασι τοὺς Πυλαγόρας ἀπὸ τῆς Πυλαίας καὶ τὸν ἱερομνήμονα . τὴν πτέρυγα παραλύσασα τοῦ χιτωνίου |
πάσχει ἡ πόλις καὶ στενάζει καὶ οἷον ἐκ τῶν ὀδυρμῶν κέκοπται καὶ χαράσσεται ἡ γῆ κάτωθεν . τοῦτο δὲ εἴρηκεν | ||
† ἔχει , πάσχει . πόνον ] † θλίψιν . κέκοπται ] † ἤγουν θρηνεῖ : ἐξ οὗ καὶ κοπετός |
φησιν . , : οἰκιστὴς δὲ τοῦ Μεταποντίου Δαύλιος ὁ Κρίσης τύραννος γεγένηται τῆς περὶ Δελφούς , ὥς φησιν Ἔφορος | ||
οὐ πρὸς Μέταβον . οἰκιστὴς δὲ τοῦ Μεταποντίου Δαύλιος ὁ Κρίσης τύραννος γεγένηται τῆς περὶ Δελφούς , ὥς φησιν Ἔφορος |
ζωῆς ὁ θάνατος . . κόναβος ] κτύπος ἐστί . χαλκοδέτων σακέων ] ἐκ σιδήρου δεδεμένων ἀσπίδων . . Διόθεν | ||
μελάνδετον σάκος . χαλκοδέτων ] τῶν ὑπὸ χαλκοῦ συνδεδεμένων . χαλκοδέτων ] δεδεμένων ὑπὸ τοῦ χαλκοῦ . χαλκοδέτων ] τῶν |
. ὁ πολίτης Παρράσιος καὶ Παρρασιεύς καὶ Παρρασίς ” δέξονται Φολόης οὔρεα Παρρασίδος „ καὶ Παρρασική . Παρώρεια , πόλις | ||
σῆς ἀπὸ χειρὸς ἄειρε μεγακλέα δήνεα θήρης . Ἀμφὶ πόδας Φολόης ἀνεμώδεος ἄγρια φῦλα θηρομιγῆ , μερόπων μὲν ἐπ ' |
τῆς χειρὸς ἐπαινοῦντες ταὐτὰ ἔλεγον , μόνον ὅτι τὸ τῆς τοξικῆς οὐ παρέφερον . οὕτως μὲν οὖν κατεσκεύαζον : ἀνατρέπει | ||
ὑπὸ σφυρῶν . τοξουλκῷ λήματι πιστούς ] ἀντὶ τοῦ ἐμπείρους τοξικῆς . τὸ μαχαιροφόρον ] κοινῶς ἁπάντων Περσῶν . ὑποπομπαῖς |
οὐδὲ τὸ βραχύτατον . πανταχοῦ χρῶ . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαρρεόντων | ||
κρεῖττον ἀπὸ ἀγαθοῦ ἢ φαύλου πάσχειν . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαῤῥεόντων |
μεγάλα δὲ ἡλίκα πημαίνεσθαι : οἱ γὰρ δὴ πλεῖστοι τῶν Λουκανῶν ἤδη ἀναπεπεισμένοι ὑπὸ τῶν ἔνδον πρασσόντων ἐθελοκακοῦντες ἐμάχοντο . | ||
∠ ʹʹδʹʹ Ἰρπίνων πόλεις , οἵ εἰσιν ἀνατολικώτεροι Πικεντίνων καὶ Λουκανῶν , Ἀκουιλωνία μαʹ μαʹ ιβʹʹ Ἀβέλλινον μʹ ∠ ʹʹγʹʹ |
παρ ' ὀμφαλὸν ᾀωρεῖτο , στήθεα δ ' ἐκ μηρῶν φοινίσσετο , τοὶ δ ' ὑπὸ μαζοί χιόνεοι τὸ πάροιθεν | ||
, ὀρνυμένην νεφέεσσιν ἐλαυνομένοισι φυλάσσων . καὶ Στεροπὴ πέμπουσα σέλας φοινίσσετο πᾶσα λαμπάδα παιφάσσουσα νεοπτοίητον ὀπωπαῖς , φέγγος ἀκοντίζουσα : |
τὰ κύματα τοὺς καμπύλους τῆς νεὼς ὀδόντας καὶ τῆς πλημμυρίδος ἕκτορας σχάσας τοὺς ὀδόντας τῆς νεὼς ἤτοι τὰ σίδηρα καὶ | ||
, ἐν αἷσι πρὸς κύνουρα καμπύλους σχάσας πεύκης ὀδόντας , ἕκτορας πλημμυρίδος , σκαρθμῶν ἰαύσεις εἰναφώσσωνα στόλον . καὶ τὴν |
εἶναι γένει τῶν Σιθώνων Γιγάντων . Σιθὼν δὲ βασιλεὺς ἦν Θράκης . * Ὄμβρων : Ὄμβροι γένος Γαλατῶν . * | ||
. . ὁ δὲ περιηγητὴς Διονύσιος καὶ τὸν τόπον τῆς Θράκης φησίν , ὅθεν ὁ βορρᾶς πνεῖ , τὴν Ἴσμαρον |
ἐπέραινον οὐδέν . ἐκείνην μὲν οὖν τὴν ἡμέραν καταγωγήν τινα μισθωσάμενοι κατῳκίσαντο , ὡς ἂν μηκέτι παρὰ τῷ τῆς Μελίτης | ||
ἡμῖν οἰκιῶν οὐσῶν ἐξ οὐδεμιᾶς εἴασαν ἐξενεχθῆναι , ἀλλὰ κλεισίον μισθωσάμενοι προὔθεντο αὐτόν . καὶ πολλῶν ὄντων ἱματίων αἰτοῦσιν οὐδὲν |
πενεστέροισιν ἀπὸ τῶν ἀκανθῶν τῶν ἰχθύων τὰ οἰκία ποιέεται . Κήτεα δὲ μεγάλα ἐν τῇ ἔξω θαλάσσῃ βόσκεται , καὶ | ||
ἐκ προτόνων , τὰ δ ' ὄπισθε χαλινωτήρια νηῶν . Κήτεα δ ' ὀβριμόγυια , πελώρια , θαύματα πόντου , |
δ ' ἀντιδίδωσι πᾶσι . περὶ δὲ τῶν μυρμήκων τῶν μεταλλευόντων χρυσὸν ἐν Ἰνδικοῖς πολλοὶ ἱστορήκασιν . σὺν ἄλλοισιν γεράεσσι | ||
τῆς θαλάττης , τὰ ἀθήρατα ἐκθηρωμένων , καὶ τὰ ἀφανῆ μεταλλευόντων , καὶ τὰ πόρρω διωκόντων , καὶ τὰ σπάνια |
ξύλου : περὶ τῆς προεδρίας , ὡς ξυλίνων οὐσῶν τῶν καθεδρῶν . ὅτι δὲ καὶ ἐκ λίθων παντί που δῆλον | ||
. καὶ τοῦτο δὲ ϲυμβαίνει ἐπειδὰν ἀθρόωϲ ἐξαναϲτῶϲιν ἐκ τῶν καθεδρῶν , ἀπεψίαϲ προηγηϲαμένηϲ τινόϲ . χρονίζοντοϲ δὲ τοῦ πάθουϲ |
δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς τοῦ Ἰλιεύς . Σοφοκλῆς ἐν Πηλεῖ | ||
δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς τοῦ Ἰλιεύς . Σοφοκλῆς ἐν Πηλεῖ |
τοῦτον τῆς ἐκκλησίας προπέμψομεν : ἵνα δοῦλον ἀπὸ τοῦ βήματος ἐξορμήσαντες νικῶντα ἀριστέα μετὰ τὴν ἀγωνίαν δεξώμεθα . ΔΕΥτέρῳ δὲ | ||
ἐπεχείρησε τῆς πατρίδος , στρατιὰν συναγαγών . Καὶ οἱ Κυζικηνοὶ ἐξορμήσαντες ἐπ ' αὐτὸν ἐβοηδρόμουν , πρόκροσσοι φερόμενοι ἐπὶ τὸν |
ἔραζε αἰετοῦ ὠμηστέω κνημοῖς ἔνι Καυκασίοισιν αἱματόεντ ' ἰχῶρα Προμηθῆος μογεροῖο . τοῦ δ ' ἤτοι ἄνθος μὲν ὅσον πήχυιον | ||
ἥν τε νέον πάτρης ἀπενόσφισεν αἶσα , οὐδέ νύ πω μογεροῖο πεπείρηται καμάτοιο , ἀλλ ' ἔτ ' ἀηθέσσουσα δύης |
τῶν ἐκ τῆς βας διαιρέσεως τοῦ ἐλάσσονος τῶν ἐκ τῆς αης διαιρέσεως ᾖ γπλ . . Τετάχθω ὁ ἐλάσσων ὁ | ||
ἔγκλισιν λαμβάνει ὁ τῶν ζῳδίων κύκλος πρὸς τὸν ὁρίζοντα Κριοῦ αης μοίρας μεσουρανούσης , καὶ Ζυγοῦ αης μοίρας μεσουρανούσης ἀνατέλλει |
παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν , αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάσδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα | ||
ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάςδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα |
ὅμοιος : ῥίζα δὲ λεπτοτέρα δακτύλου , ὑπομέλαινα . Ζέα δισσή : ἡ μὲν γὰρ ἁπλῆ , ἡ δὲ δίκοκκος | ||
τὸ ἐκ τῆς Γαλατίας δ ' ἄσπληνον λεγόμενον . Ἀκτῆ δισσή : ἡ μέν ἐστι δενδρώδης , κλάδους καλαμοειδεῖς ἔχουσα |
φησι τὸν Διομήδην , ὅτι Τυδεὺς ἦν ἐκεῖθεν . βρέφος νεογιλόν : ὅτι ὁ Φιλάδελφος ἐν Κῷ τῇ νήσῳ ἐγεννήθη | ||
οὐ σῦκα ; οὐ τυρὸν ἐκ ταλάρων ; οὐκ ἔριφον νεογιλόν ; οὐκ ἀλεκτορίδων ζεῦγος ; οὐ τὰ λοιπὰ τρυφήματα |
αὐτόν . . πιανῶ ] δοξάσω , κοσμήσω . . κεκευθὼς ] κρυβεὶς , κατακευσθείς . . ὑπὸ ] γρ | ||
. μάντις ] ὁ Ἀμφιάραος . κεκευθὼς ] κρυφθείς . κεκευθὼς ] κρυβείς . Ξ κεκευθὼς ] κρυβείς , καταχωσθείς |
Ἁλαῖος λέγεται Ἁλαιεύς ] , ὡς Ληναῖος Ληναιεύς , Κρηταῖος Κρηταιεύς ‚ . ἀλλ ' ἐν τοῖς ἑξῆς κατ ' | ||
Ἀμύκλαι Ἀμυκλαῖος , καὶ Ἀμυκλαιεύς ἐξ αὐτοῦ , ὡς Κρηταῖος Κρηταιεύς . καὶ τὸ θηλυκὸν τοῦ Ἀμυκλαῖος Ἀμυκλαία καὶ Ἀμυκλαΐς |
τοῦ χαυνόσομφον . σπερχνόμενος : οἱ δὲ χωρὶς τοῦ ν σπερχόμενος . ἔστι δὲ ἐπειγόμενος . | συριγγῶδες : κατατετρημένον | ||
ἀλλ ' ἄρα οἱ κενεὸς τέταται πόνος : ἔνθεν ἔπειτα σπερχόμενος φλογέῃσιν ἐποχθίζων ὀδύνῃσι δύεται ἐν κόλποισιν ὑποβρυχίοισι θαλάσσης : |
. τοὺς δὲ Σκορδίσκους ἔνιοι Σκορδίστας καλοῦσι : καὶ τοὺς Ταυρίσκους δὲ Τευρίσκους καὶ Ταυρίστας φασί . Λέγει δὲ τοὺς | ||
, Βοίους δὲ καὶ ἄρδην ἠφάνισε τοὺς ὑπὸ Κριτασίρῳ καὶ Ταυρίσκους . πρὸς δὲ τὴν εὐπείθειαν τοῦ ἔθνους συναγωνιστὴν ἔσχε |
μνᾶ . τὰ δὲ Ἰταλικὰ προπερισπῶνται : Σαβῖνα Φαυστῖνα Ἰουστῖνα Κωνσταντῖνα . Τὰ εἰς ΡΑ δισύλλαβα συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ Α | ||
Νικάτορος . τὸ ἐθνικὸν Νικατορίτης . Νικηφόριον . οὕτως ἡ Κωνσταντῖνα ἡ περὶ Ἔδεσσαν πόλις , ὡς Οὐράνιος . τὸ |
αἰδοῦς καὶ κοσμιότητος ἀναστήσεις . ἀναπλήσειν : ἀντὶ τοῦ ” ἀφανίσειν “ . ἀναπλήσειν ] ἀναπληρώσειν . εἰσιέναι ] ἀντὶ | ||
πορθήσεις καὶ ἀφανισμούς . . λαπάξειν ] ἐκπορθήσειν . . ἀφανίσειν , πορθήσειν . . τήνδε ] τὴν τῶν Θηβαίων |
Θεοδοσίου τοὺς πρώτους χρόνους τῆς βασιλείας τὸ τῶν Σκυθῶν ἔθνος ἐξελαυνόμενοι τῆς χώρας ὑπὸ τῶν Οὔννων διεβεβήκεσαν τῶν φυλῶν ἡγεμόνες | ||
ἀπολαβεῖν χωρίον ἢ οἰκίαν , ἔπειτα ἐμβατεύειν κωλυόμενοι ἢ ἐμβατεύσαντες ἐξελαυνόμενοι δίκην εἰσάγουσι πρὸς τοὺς ἐξελαύνοντας ἢ οὐκ ἐῶντας ἐμβατεύειν |
τὸ βραχύτατον . πανταχοῦ χρῶ . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαρρεόντων . | ||
. Αἰσχυνόμενος δὲ περιπλέκει τὴν συμφοράν . Θερμολουσίαις ἁπαλοί , μαλθακευνίαις ἁβροί . Ἀνόητά γ ' εἰ τοῦτ ' ἦλθες |
, Ζ μέρη , ὁμοία ἐστὶν ἡ ΠΩ περιφέρεια τῇ ΦΖ περιφερείᾳ . ἀλλὰ ἡ ΠΩ τῇ ΨΣ ἐστιν ὁμοία | ||
αἱ ΕΚ , ΜΛ , ἐκβληθεισῶν δὲ τῶν ΥΖ , ΦΖ ἐπὶ τὰ Ψ , Χ , κείσθω ἑκατέρα τῶν |
καὶ ἄγκυρα ἱερά , ᾗ χωρὶς ἀνάγκης οὐ χρῶνται . ἀποβάθρα καὶ διαβάθρα , ἣν σκάλαν καλοῦσιν . οἱ δὲ | ||
οὗ καὶ φενάκη . . . . , . : ἀποβάθρα : ἡ τῆς νεὼς ἔκβασις , δι ' ἧς |
, ἀπὸ Θυμαίτου ἥρωος ὀνομασθεὶς , ὥς φησι Διόδωρος . Θυργωνίδαι : Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . Νίκανδρος ὁ | ||
φησὶν , ἐξ Αἰαντίδος Ἀφιδναῖοι , Περρίδαι , Τιτακίδαι , Θυργωνίδαι . . . . Ἀλεξάνδρεια : Νικάνωρ δὲ ὁ |
καταιγίδας . καὶ ὅτι πτῶσις ἤλλακται : ἐπί τ ' ἠμύει ἀσταχύεσσιν , ἀντὶ τοῦ ἐπιμύει δὲ τοὺς ἀστάχυας , | ||
τῶν τοιούτων ὀνομάτων Ἀττικόν ἐστιν . Ὅμηρος ἐπὶ τ ' ἠμύει ἀσταχύεσσιν . Κρατῖνος ὁμοίως τῷ ἄνηστις ἀντὶ τοῦ νῆστις |
στρατιώτας καὶ τοὺς παρὰ τῶν ἄλλων συμμάχων ἀνέζευξεν ἀπὸ τοῦ Λιλυβαίου τὴν πορείαν ποιούμενος ἐπὶ Σελινοῦντος . ὡς δ ' | ||
δὲ οὖν Ἄννων ἀναζεύξας μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως ἐκ τοῦ Λιλυβαίου παρῆλθεν εἰς τὴν Ἡράκλειαν , καθ ' ὃν καιρὸν |
ἀθρῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀθρῶ . . . . ἀθροίζω : ἐκ τοῦ θροῦς ἢ θρόος , ὃ , | ||
θρόος , ὃ , συναίρεσιν καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀθροίζω . . . . ἄθηλον : τὸ μὴ τεθηλακός |
ἀνεπτερῶσθαι ἄνοργοι ἀνταναγνῶναι ἀπαλλάξας ἀποκριπάμενος ἀρρενώπας ἅψω βαδίζου βαδισματίας Βασιλεία Βολβός Βρέα βῶσον γαστροχάρυβδις γλύφειν γονατίζειν δασύποδα Δεξώ διάλαος δουλοπρεπέστατα | ||
ἀφ ' οὗ βορὸς καὶ βορὰ , καὶ βοτήρ . Βολβός , ἐπὶ τοῦ ἐσθιομένου , ἀπὸ τοῦ βίᾳ ἀναβάλλεσθαι |
Βοιωτῶν καὶ μέχρι μέσου ἡσσᾶτο ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων , καὶ ἐπίεσαν τούς τε ἄλλους ταύτῃ καὶ οὐχ ἥκιστα τοὺς Θεσπιᾶς | ||
: ῥεύματα ὑδρηγά . ξυνειστήκει : ἑκατέρωθεν ἑστῶς ἐμάχετο καὶ ἐπίεσαν : οἱ Ἀθηναῖοι . αὐτοῖς : τοῖς Ἀθηναίοις . |
θ ' ἱεράων : ἡ διπλῆ ὅτι οὐχ ὡς κεχωρισμένου Δουλιχίου τῶν Ἐχινάδων οὕτως εἴρηκεν , ἀλλ ' ἀντὶ τοῦ | ||
φαίδιμος υἱός , Ἀρητιάδαο ἄνακτος , ὅς ῥ ' ἐκ Δουλιχίου πολυπύρου ποιήεντος ἡγεῖτο μνηστῆρσι , μάλιστα δὲ Πηνελοπείῃ ἥνδανε |
ἀποδείξεις τῶν μᾶλλον πολεμικῶν ἀνδρῶν . δορὶ σὺν ἀσπίδι : Ἀχαιοῦ ἐστιν ἐκ Μώμου . οὐδὲν δὲ χεῖρον ὁλόκληρον θεῖναι | ||
, δορὸς ἄγραν δουλίαν , ψαφαρᾷ σποδῷ ὑπ ' ἀνδρὸς Ἀχαιοῦ θεόθεν περθομέναν ἀτίμως , τὰς δὲ κεχειρωμένας ἄγεσθαι , |
' ἔβραχεν αἰόλα τεύχη . Εὐρύπυλος δέ οἱ αἶψα πολύστονον εἴρυσεν αἰχμὴν ἐκ χροὸς οὐταμένοιο καὶ εὐχόμενος μέγ ' ἀύτει | ||
νύξ ' ἔγχεϊ ὀκριόεντι αἰδοίων ἐφύπερθε : θοῶς δέ οἱ εἴρυσεν αἰχμὴ ἔγκατα : τοῦ δ ' ὤκιστα ποτὶ ζόφον |
κατὰ μετάθεσιν τῶν φωνηέντων , ἐκ δὲ τοῦ ὁρμαστός γίνεται ὁρμαθός κατὰ ἀποβολὴν τοῦ σ καὶ τροπὴν τοῦ τ εἰς | ||
ὡς ἁρμόζω ἁρμοστός : καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ ἁρμοστός γίνεται ὁρμαθός , οὕτως καὶ βιβαστός βιβασθός καὶ ῥῆμα ἐξ αὐτοῦ |
ὀλοὴ τέταται δειλοῖσι βροτοῖσι . νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν , ἐκ δὲ τὰ μῆλα εἱλόμεθ ' : αὐτοὶ | ||
εἰσι καὶ ἀντολαὶ Ἠελίοιο , νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν , ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ |
ὠφελεῖ . Παραπλησίως δὲ ποιεῖ καὶ ἡ προβατεία φύσα . Δίδου δὲ τὴν τέφραν μετ ' ὀξυκράτου . Ἄλλο : | ||
καὶ σιλφίου ῥίζῃ τρίβων εἰς ποτὸν τοῖς δηχθεῖσιν δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς , |
γενεαῖς ὕστερον ἐκ τῆς Ἰταλίας τὸ τῶν Σικελῶν ἔθνος πανδημεὶ περαιωθὲν εἰς τὴν Σικελίαν , τὴν ὑπὸ τῶν Σικανῶν ἐκλειφθεῖσαν | ||
γενεαῖς ὕστερον ἐκ τῆς Ἰταλίας τὸ τῶν Σικελῶν ἔθνος πανδημεὶ περαιωθὲν εἰς τὴν Σικελίαν τὴν ὑπὸ τῶν Σικανῶν ἐκλει - |
ἕπετο σφεδανὸν Δαναοῖσι κελεύων Τρωσὶ κακὰ φρονέων : οἳ δὲ ἰαχῇ τε φόβῳ τε πάσας πλῆσαν ὁδούς , ἐπεὶ ἂρ | ||
ἴτην θείου Ὀδυσσεῖος . ” ἰύζουσι ποιῶς φωνοῦσιν . ἰυγμῷ ἰαχῇ , φωνῇ : “ μολπῇ τ ' ἰυγμῷ τε |
λείπους ' ἐν τραγικαῖς ᾖδε χοροστασίαις Βάκχον καὶ τὸν Ἔρωτα Θεωρίδος . . . . . . . . . | ||
μέν ἐστιν ἐκ τῶν εἰς Ὅμηρον ἀναφερομένων . τῆς δὲ Θεωρίδος μνημονεύει λέγων ἔν τινι στασίμῳ οὕτως : φίλη γὰρ |
αʹ . κόψας καὶ σήσας ἐπίπασον τὴν κεφαλήν . [ Ἀποφλεγματισμὸς χειμερινός . ] Λαβὼν ὑσσώπου ⋖ δʹ . ὀριγάνου | ||
εἰς γλοιοῦ πάχος χρῶ ἐν βαλανείῳ ὡς κάλλιστον . [ Ἀποφλεγματισμὸς κατασπῶν ἐκ τοῦ κρανίου φλέγμα . ] Ἀγριοσταφίδας μετὰ |
. . . . ἀμυνόμενοι σφῶν τ ' αὐτῶν καὶ κλισιάων : ἡ διπλῆ ὅτι λείπει ἡ ὑπέρ πρόθεσις . | ||
τε λειμών , ὣς τῶν ἔθνεα πολλὰ νεῶν ἄπο καὶ κλισιάων ἐς πεδίον προχέοντο Σκαμάνδριον : αὐτὰρ ὑπὸ χθὼν σμερδαλέον |
: ἀντὶ τοῦ : σὺν τούτοις ἀπὸ τῆς Ἀττικῆς . Κεκροπία γὰρ λέγεται ἡ Ἀττικὴ ἀπὸ Κέκροπος τοῦ βασιλεύσαντος . | ||
. τὰ τοπικὰ ἐκ Κειριαδῶν εἰς Κειριαδῶν ἐν Κειριαδῶν . Κεκροπία χώρα καὶ Κεκροπίς φυλή , ἀπὸ Κέκροπος . λέγεται |
ὀρθῆς ἡ ὑπὸ ΛΗΘ : μείζων ἄρα ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΛΘΗ τῆς ὑπὸ ΛΗΘ : πλευρὰ ἄρα ἡ ΛΗ πλευρᾶς | ||
ΗΘ μετὰ τοῦ ἀπὸ ΗΘ , ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΛΘΗ μετὰ τοῦ δὶς ἀπὸ ΗΘ καὶ τοῦ ὑπὸ ΚΘΗ |
] κεκινῆσθαι , ταραχθῆναι . προσκεκλήσεσθαί ] ὑπὸ κλητόρων καὶ μανδατόρων διὰ μαρτύρων ἀπαχθήσεσθαι διὰ κλητῆρος ἐλεύσεσθαι εἰς τὸ δικαστήριον | ||
περιπατεῖν , εἰ μὴ τὸν τοῦ μέρους ἄρχοντα καβαλλάριον μετὰ μανδατόρων δύο , καμπιδουκτόρων δύο , στράτορος ἑνὸς καὶ σπαθαρίου |
. λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἀνέμους γεωργεῖς : | ||
αὐτὸς ἐλθὼν ἐπρίατο : ἐπὶ τῶν κακὰ ἑαυτοῖς ἐπισπωμένων . Ἄπληστος πίθος . Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ |
ἐκεῖνος [ ] ἀνθρώπων [ ] εδοκει ? . [ Λολλιανοῦ ] Φοινεικικῶν ? [ ] [ ] στερ [ | ||
πολιτικῶν προσειπὼν λόγων καὶ ῥητορικῆς ὄφελος . ὁ ἀνὴρ οὗτος Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατής , Ἡρώδου δὲ οὐκ ἀνήκοος . ἐβίω |
δοκιμάζουσα . οὕτως πάντες κέχρηνται οἱ ἀξιόλογοι . ἐκ τοῦ Ῥητορικοῦ , . , . . . Βασκαίνει : ἀντὶ | ||
ἡ φροντίς : οὕτως Αἰσχύλος . ἐκ τοῦ Λεξικοῦ τοῦ Ῥητορικοῦ . . . ; ≌ . . . , |
ἐπελάθοντο , καὶ τῶν ἀρότρων καὶ τῶν ἀμητηρίων , τότε ἀπέβαλλον καὶ τὰς ἀρετὰς ὁμοῦ τοῖς ὀργάνοις . Ἦλθεν εἰς | ||
, διότι οὐχ εὑρέθη ἐν αὐτοῖς πονηρία . Οὓς δὲ ἀπέβαλλον καὶ ἐρίπτουν , τίνες εἰσίν ; Οὗτοί εἰσιν ἡμαρτηκότες |
τοσοῦτοι μὲν Ἀρκάδων : ἀπὸ δὲ Κορίνθου τετρακόσιοι καὶ ἀπὸ Φλειοῦντος διηκόσιοι καὶ Μυκηναίων ὀγδώκοντα : οὗτοι μὲν ἀπὸ Πελοποννήσου | ||
μάλα κατὰ ταὐτά . καὶ οὕτω δὴ Ἀγησίπολις ἀναλαβὼν ἐκ Φλειοῦντος τὸ στράτευμα , ἐκεῖσε γὰρ αὐτῷ συνελέγετο , ἕως |
τῆς ψυχῆς μετὰ πήξεως τοῦ παντὸς σώματος . εἴδη δὲ κατόχου τρία . ὁ μὲν γὰρ ὑπνώδης ὃς παράκειται τῷ | ||
ζʹ περὶ κάρου . ηʹ περὶ κώματος . θʹ περὶ κατόχου . ιʹ περὶ ἀγρύπνου κώματος . ιαʹ περὶ φρενίτιδος |
πρὸς τὰς θερινὰς ἀνατολάς : τὰ δὲ κατὰ Θαλάμας καὶ Φαρὰς καὶ Πάμισον , ὡς πρὸς τὰς χειμερινὰς δύσεις . | ||
Ἀρήνην . . . νενομίκασι πρότερον : Θουρίαν δὲ καὶ Φαρὰς ἐν ἀριστερᾷ [ ] . μέγιστος δ ' ἐστὶ |
τῆς διώξεως γενομένης , ἰδὼν ἐν τῇ φυγῇ τοῦτο ὁ Οὐρίατθος ἐπανῆλθε καὶ κτείνας ἐς τρισχιλίους τοὺς λοιποὺς συνήλασεν ἐς | ||
ἔκτειναν ὧδε : ὀλιγοϋπνότατος ἦν διὰ φροντίδα καὶ πόνους ὁ Οὐρίατθος καὶ τὰ πολλὰ ἔνοπλος ἀνεπαύετο , ἵνα ἐξεγρόμενος εὐθὺς |
δὲ κυρίως ὁ ζυγὸς τῆς νηός . πωλικῶν θ ' ἑδωλίων ] ἀπὸ τῶν παρθενικῶν θαλάμων . πωλικῶν ] παρθενικῶν | ||
ʃ παρεξειρεσίαν λέγει τὸ ἄκρον τῆς νηὸς τὸ ἔξωθεν τῶν ἑδωλίων καὶ τῶν καθεδρῶν , ἐφ ' αἷς καθέζονται οἱ |
καὶ Μυσῶν ἦρχε Ἀρταφρένης ὁ Ἀρταφρένεος , ὃς ἐς Μαραθῶνα ἐσέβαλε ἅμα Δάτι . Θρήικες δὲ ἐπὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι | ||
ἐνοχλοῦντα διαθέσθαι . ὧν καὶ ὁ Μιθριδάτης αἰσθανόμενος ἐς Καππαδοκίαν ἐσέβαλε καὶ τὴν ἰδίαν ἀρχὴν ὠχύρου . καὶ τάδε αὐτὸν |
ὁ κεράστης πλάγιος καὶ ἐπίπλευρος ἕρπει . ὅτι πλοῖον ἡ τράμπις καὶ ὁ Λυκόφρων φησί τράμπις ς ' ὀχήσει καὶ | ||
δὲ ἀπὸ φωνήεντος , ὀξύνεται . βαρύνεται δὲ ταῦτα : τράμπις σάλπις πόλις κάλπις θέσπις πόρπις . ὀξύνεται δὲ ταῦτα |
ἐυπτολέμου Ἀχιλῆος λαΐνεον περὶ τεῖχος ἐδάμνατο δήια φῦλα ἀντί ' ἐπεσσυμένων . Πονέοντο δὲ πάντες Ἀχαιοὶ ἄλλοι ὁμῶς ἄλλῃσιν ἐπάλξεσιν | ||
αὐτὴ ἀλευομένη στυγερὸν μόρον . Ἀμφὶ δὲ Τροίη ἔστεν ' ἐπεσσυμένων . Πολλοὶ δ ' ἄφαρ εἰς ἓν ἰόντες γυῖα |
συναντόμενοι ζωὴν διέκερσαν . νυκτὶ δὲ γεινομένους καὶ παμφεγγὴς Ὑπερίων δηθάκις ἀκτίνεσσιν ἑαῖς πνοιῆς ἀπάμερσεν . πᾶσαν δ ' αὖτ | ||
κείνων βίον ἠέξησεν : καὶ δὲ γυναικείοισιν ἐπ ' ἔργοις δηθάκις ἄνδρας ἵδρυς ' , ᾧ καὶ χρήματ ' ἰδὲ |
τύχης ἔχει τὰ πράγματα . . χρόνον ] κατά . πυργηρουμένοις ] πολιορκουμένοις . . περικυκλουμένοις καὶ φυλασσομένοις . . | ||
περικυκλουμένοις . πυργηρουμένοις ] ἡμῖν . πυργηρουμένοις ] φυλασσομένοις . πυργηρουμένοις ] κυκλουμένοις . πυργηρουμένοις ] ὑπὸ ταύτης , ἢ |
κλῶνας ἀφαιρεῖν χρή , καὶ ἀραιότητος προνοεῖν : καὶ τοὺς καμπύλους δὲ περικόπτειν , μάλιστα δὲ τοὺς ὑπερμήκεις , καὶ | ||
ἑξῆς οὕτως : ἐν αἷσι πόλεσι πρὸς τὰ κύματα τοὺς καμπύλους τῆς νεὼς ὀδόντας καὶ τῆς πλημμυρίδος ἕκτορας σχάσας τοὺς |
Βακχεῖος , συγκεκαμμένα . πεποίηται δὲ ἡ λέξις ἀπὸ τῶν λύγων , ἅπερ ἐστὶν εὔκαμπτα φυτά . | λωτοῦ ἰχθυήματα | ||
' ἀλλήλους φοιτᾶν ὥρᾳ χειμῶνος . οἱ δὲ κύκλους ἐκ λύγων τοῖς ποσὶ περιαρμόσαντες αὐτοί τε ἀβλαβῶς ἐπήρχοντο κατὰ τῆς |
τοῦ ἀναστὰς περιεπάτησε . καὶ Ὅμηρος ” ὁ δὲ χασάμενος πελεμίχθη ” καὶ „ Ἥφαιστος κάμε τεύχων „ . Λεσβίων | ||
καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισιν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὁ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη . ἡ διπλῆ πρὸς τὸ ἀμφιγύοισιν , ὅτι οἱ |
ὀκριόεντα : τραχέα τραχέα , ἀκρότομα τραχέα ἢ ὑψηλά * ἰσχανόων : ἐπιθυμῶν ἐπὶ κτίλα δὲ μῆλα τὰ ἥμερα καὶ | ||
ἠελίοιο θερειτάτη ἵσταται ἀκτίς , οὔρεα μαιμώσσων ἐπινίσσεται ὀκριόεντα αἵματος ἰσχανόων καὶ ἐπὶ κτίλα μῆλα δοκεύων , ἢ Σάου ἠὲ |
μεγάλα βρομέοντες : ὣς οἵ γ ' ἐν τείχεσσι μένον τρομέοντες ὁμοκλὴν δυσμενέων . Λαοὶ δὲ θοῶς ἐπέχυντο πόληι : | ||
θοοῖσι καὶ ἄορι καὶ μένεϊ ᾧ . Οἳ δὲ μέγα τρομέοντες ἀπὸ πτολέμοιο φέβοντο πανσυδίῃ , ψήρεσσιν ἐοικότες , οὕς |
πανταχοῦ δὲ λεγόμενον σημεῖον δημόσιον χειμέριον , ὅταν σύες περὶ φορυτοῦ μάχωνται καὶ φύρωσιν . . σύες φορυτῶι ἔπι μαργαίνουσαι | ||
ἄπλετόν ἐστι τὴν ἰσχύν . κοιμίζεται δὲ καὶ ἀφανίζεται πολλοῦ φορυτοῦ καταχυθέντος . λέγει ὁ Κνίδιος Κτησίας ταῦτα . Ἡ |
ἐκ δίης : οἷον : αἰθέρος ἐκ δίης ὅτε Ζεὺς λαίλαπα τείνει , ὅτε , φησίν , ὁ Ζεὺς μετὰ | ||
ἀνδρῶν : ὡς δ ' ὅτε μηλοβοτῆρες ἐνὶ σταθμοῖσι μένωσι λαίλαπα κυανέην , ὅτε χείματος ἦμαρ ἵκηται λάβρον ὁμοῦ στεροπῇσι |
καὶ ἀξιολογωτέρᾳ τῆς ὑπὸ Ἀκροτάτου συναχθείσης : καὶ μάχῃ τε ἐπεξελθόντας τοὺς Μεγαλοπολίτας ἐνίκησαν καὶ μηχάνημα ἰσχυρὸν προσάγοντες τῷ τείχει | ||
πρῶτον μὲν τὴν τῶν Μοτυηνῶν ἐπόρθησε χώραν , καὶ τοὺς ἐπεξελθόντας ἐκ τῆς πόλεως μάχῃ κρατήσας πολλοὺς μὲν ἀνεῖλε , |
ἐκ δὲ γλυκοποσίας , κονδίτον ἔχον πέπερι , κινάμωμον , στάχος , καρεόφυλλον . λουτροῖς δὲ δι ' ὅλου τοῦ | ||
χλία καὶ ὀπτά , καὶ ζωμοὺς καρυκευτούς , πέπερι , στάχος , κινάμωμον , καρναβάδιν ἀνατολικόν . Ἐν τῇ ὀπτήσει |
. ἀκταὶ οἱ πετρώδεις τόποι τῆς θαλάσσης , θῖνες οἱ ἀμμώδεις . ἀγέλη ἐπὶ βοῶν , ποίμνη ἐπὶ προβάτων . | ||
βηχὸς καὶ βράγχης . οὐκ ἀγαθοὶ δ ' οἱ † ἀμμώδεις ἢ ὀστράκοισι κεραμέων τούς τε ἀπὸ τῶν πετρῶν ἢ |
ἔθεσθ ' ἄελπτον κακὸν διαπρέπον , οἷον δέδορκεν Ἄτα . πεπλήγμεθ ' οἵᾳ δι ' αἰῶνος τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' | ||
Ἄτα . πεπλήγμεθ ' οἵᾳ δι ' αἰῶνος τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ |
κύβων , θυννίδων . θύννοι , κολίαι , σαπέρδαι , λεβίαι , μύλλοι . Ἀριστοφάνης δὲ καὶ ταρίχιόν που λέγει | ||
περῶσιν διὰ τοὐν Μαραθῶνι τροπαῖον . σκόμβροι , κολίαι , λεβίαι , μύλλοι , σαπέρδαι , θυννίδες σπυρὶς οὐ μικρὰ |
συγκοπὴ καὶ πλεονασμὸς , ὄμβρος . Οἶκος . παρὰ τὸ ὑποχωρῶ οἶκος : ὑφ ' ὂν χωροῦμεν . Ἡρωδιανὸς ἐν | ||
. ἀναχασσάμενος : ἀπὸ τοῦ ἀναχάζω , ὃ σημαίνει τὸ ὑποχωρῶ . . . . ἀναβέβρυκεν : ἀναπέπωκεν . ἂν |
μάγειροι μετὰ τὸ ἀποσφάξαι τὰ θρέμματα εἰώθασι κρεμᾶν αὐτὰ ἐκ πασσάλων καὶ οὕτως ἐκδέρειν . συνάγειν δὲ εἴωθε τὰ θρέμματα | ||
ἢ τοῦ κρεμαστά . ἐν γὰρ ταῖς εἰσόδοις ἐκρέμαντο : πασσάλων καθαρπάσας : καὶ ἐκ τῶν πασσάλων τῶν τῆς παραστάδος |
. Βάδιζε τὴν εὐθεῖαν , ἵνα δίκαιος ᾖς . Βίον πορίζου πάντοθεν πλὴν ἐκ κακῶν . Βουλόμεθα πλουτεῖν πάντες , | ||
ὅρα τὸ κέρδος μὴ τέκῃ σοι ζημίαν . } Βίον πορίζου πάντοθεν πλὴν ἐκ κακῶν . οὐκ ἔστιν οὐδὲν χεῖρον |
Βοιωτοί τινες ἀφείλοντό μου τὸ ζεῦγος τῶν βοῶν . Γ Βοιωτίους ] πολέμιοι γὰρ αὐτῶν ἦσαν . ὅτι πολέμιοι ἦσαν | ||
Βοιωτίοισιν ἐν σκύφοισιν οἶνος ἡδύς . διήνεγκαν δὲ μετὰ τοὺς Βοιωτίους οἱ Ῥοδιακοὶ λεγόμενοι Δαμοκράτους δημιουργήσαντος . τρίτοι δ ' |
ἐπὶ τοῦ ὑπὸ τοῦ ψυχροῦ καὶ ὑγροῦ φλέγματος καὶ ὀξώδους ἀναπτομένου ἀμφημερινοῦ ἅπαντα ταῦτα , ἐφ ' ὧν δὲ ἁλμυρόν | ||
ὑπεράνωθεν τῆς αὐτμῆς τοῦ καταξήρου πυρὸς τοῦ σελάοντος , ἤγουν ἀναπτομένου . φύσει γὰρ τὸ πῦρ κατάξηρον καὶ θερμὸν κατὰ |
φιλτάτοις τέχνας πορίζω , πανταχῆι νικώμενος . ὅμως δὲ σὺν Κάλχαντι τῶι θυηπόλωι κοινῆι τὸ τῆι θεῶι φίλον , ἐμοὶ | ||
δὴ καὶ οἱ Πάμφυλοι τῶν μετὰ ἅλωσιν Ἰλίου πλανηθέντων σὺν Κάλχαντι , τούτων τῶν κατειλεγμένων ἐχόντων Ἐρυθράς , Κλέοπος ὁ |
Ἀποτροπάδην : εἰς τοὐπίσω τρεπόμενοι , φεύγοντες , φευκτικῶς , διακεχωρισμένως . λοξόν : πλάγιον , στρεβλόν . φάος : | ||
ταῖς ὀρειναῖς κοίταις , ὄρεσιν . ἀποσταδόν : μακρόθεν , διακεχωρισμένως . Ἀθλέων : πειρῶν ἑαυτόν . βριαρόν : δυνατόν |
πρόσθες . [ θʹ . Ἐκβόλιον ἐμβρύου τεθνηκότος . ] Χολῆς ταύρου τὸ μέγεθος ἀμυγδάλου διεὶς οἴνῳ ὕδατι κεκραμένῳ , | ||
ἑψεῖν ἐν πυρῶν κρίμνοισιν , ἔλαιον ἐπιχέας , δίδου . Χολῆς καθαρτικὰ ἐκ μήτρης : σικύης τὴν ἐντεριώνην λείην τρίψας |
τὰς τῶν δεσμωτῶν κακουχίας . λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν δεσμευθέντων ἀφύκτως . Διὰ φρατόρων κύων : ἐπὶ τῶν ὅπου μὴ | ||
χοῖρος δεδουπὼς κτανθεὶς τὸν κτανόντα ἤτοι τὸν Μελέαγρον ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον σφυρὸν ἤτοι ἀστράγαλον καὶ πόδα τοῦ ὀρχηστοῦ καὶ |
φορέουσιν [ ὑπὸ ζόφου ] ἀερόεντος [ ] ! λα δινεύοντες [ ἐπὶ νῶτα ] ? δαφοινοὶ ? ? [ | ||
φορέουσιν [ ζόφου ] ? ἀερόεντος [ ] ! λα δινεύοντες [ ] τα ? δαφοινοί ? ? [ ] |
ὅδ ' ἡμῖν ποῦ τετάξεται πόνου ; ταὐτὸν χεροῖν σοὶ λέξεται μίασμ ' ἔχων . λάθραι δ ' ἄνακτος ἢ | ||
ἐν μέσσῃσι . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ λέξεται ] ἀντὶ τοῦ κοιμηθήσεται , ἀπὸ τοῦ λέχους . |
μένος . Αἶψα δ ' ἄρ ' αὐτοῖς θάρσος ἀπειρέσιον κατεχεύατο , μαίνετο δέ σφι θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι : καὶ | ||
δ ' ἥγε παλίσσυτος ἀθρόα κόλπῳ φάρμακα πάντ ' ἄμυδις κατεχεύατο φωριαμοῖο . κύσσε δ ' ἑόν τε λέχος καὶ |
τέσσαρες , καὶ κατὰ νώτου γίνονται τῶν Λακεδαιμονίων : καὶ κυκλωθέντες ἀπέθανον μαχόμενοι ἀνδρείως ἅπαντες . Ξέρξης δὲ πάλιν στράτευμα | ||
, ὥστε θαυμαστὸν πᾶσι γενέσθαι καὶ ὑπώπτευον δείσαντας αὐτοὺς μὴ κυκλωθέντες πολιορκοῖντο ἀπολιπεῖν . οἱ δ ' ἄρα ἀπὸ τοῦ |
ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν . Δευτέρῃ μετὰ τόκον , ἔλαβε πυρετὸς ὀξύς : καρδίης πόνος | ||
ἐκρίθη . Μέτωνα πῦρ ἔλαβεν : ὀσφύος βάρος ἐπώδυνον . Δευτέρῃ ὕδωρ πιόντι ὑπόσυχνον , ἀπὸ κοιλίης καλῶς διῆλθεν . |
αὔτως ἴομεν ἐκ νηῶν ὁδὸν ἀμφ ' ὤμοισιν ἔχοντες φάσγανα κωπήεντα καὶ αἰγανέας δολιχαύλους . δὴ τότ ' ἀριστῆες κοῦροι | ||
δ ' ἔφυ ἀγριόμορφος χερσὶν δ ' ἀμφοτέραις ἔχεν ἄορα κωπήεντα . Ἐγκύκλιαι δινεῦντο περὶ βόθρον ἔνθα καὶ ἔνθα Πανδώρη |
, εὐπορουμένους αὐτοὺς ῥαιδίως τεκνοποιήσειν , καὶ διὰ τοῦτο τὴν πολυανθρωπίαν κατασκευάσειν , ὥστε μὴ προσδεῖσθαι ξενικῆς δυνάμεως τὴν χώραν | ||
ἄνθρωποι , καὶ τοῖς φόνοις , εὔδηλον ὅτι ἡ εἰρήνη πολυανθρωπίαν ἐργάζεται : καὶ διὰ τοῦτο κουροτρόφος . Οὐδέποτε βουλεύει |
ἢ διὰ τὸ βαρβάρων καὶ Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . μιξοθρόου ] διὰ τὸ εἶναι ἐκεῖσε πολλαὶ γλῶσσαι διὰ τοῦτο | ||
ἢ διὰ τὸ εἶναι καὶ νέων φωναὶ καὶ γερόντων . μιξοθρόου ] ἤτοι τῆς θροῦν καὶ βοὴν ποιουμένης . μιξοθρόου |
αὐτίκα σικύη , ἐκαύθη ἔσω , καὶ εἰκοστῇ ἐπαλιγκότησεν , αἱμοῤῥαγικὰ , καὶ τρυγώδεα , καὶ ἐσθιόμενα . Ἡ Τενεδίη | ||
καὶ χεῖρες ναρκώδεες , καὶ καρδιαλγικὰ , καὶ ἠχώδεα , αἱμοῤῥαγικὰ λάβρως , καὶ κοιλίαι καταῤῥήγνυνται τούτοισι , καὶ γνῶμαι |
“ πρὸς τὸ ” κορυφὰς ἐπὶ δενδροκόμους “ . ⌈ βαρυηχέος [ βαρυαχέος / ] ] τοῦ μεγάλως ἠχοῦντος τοῖς | ||
' ἐν πρώτοις ἱερεὺς πυρὸς ἔργα κυβερνῶν κύματι ῥαινέσθω παγερῷ βαρυηχέος ἅλμης . Μηδ ' ἐπὶ μισοφαῆ κόσμον σπεύδειν λάβρον |
' ἐπόρουσε καὶ ἔσπασε : τὴν δὲ χανοῦσαν ἔγνω καὶ μήλειον ἄφαρ κύρτωσεν ἀϋτμῇ ἔγκατον ἐμπνείων : τὸ δ ' | ||
γέ ς ' , ἢν θέληις , ὅλον πίθον . μήλειον ἢ βόειον ἢ μεμειγμένον ; ὃν ἂν θέληις σύ |