Ὄϲιριϲ , ἐξ ἧϲ τὰ κορήματα γίνεται , πικρὰ καὶ ἐκφρακτικὴ τῶν καθ ' ἧπάρ ἐϲτιν . Ὀϲτᾶ κεκαυμένα διαφορητικῆϲ
κιναμώμῳ , ϲτεφανωματική , δριμεῖα . ταύτηϲ ἡ ῥίζα ἀφεψομένη ἐκφρακτικὴ γίνεται καὶ οὔρων καὶ ἐμμήνων κινητική , τὰ δὲ
8161166 περιχριομενη
. χρὴ δὲ προκλύζειν αὐτὰς οἴνῳ . σὺν ὕδατι δὲ περιχριομένη λέπρας καὶ λειχῆνας θεραπεύει . Ὅλον δὲ τὸν μῦν
καὶ μελικράτῳ . Πρὸς τὰς ἑλκώσεις τῆς μήτρας ἁρμόζει ἀμόργη περιχριομένη ἑφθὴ μετὰ κηρωτῆς ἢ λύκιον ὁμοίως ἢ χυλὸς ἀκακίας
8073352 κραϲεϲιν
ἀρχῆϲ ϲφοδρὸϲ ὑπάρχων ἡλικίαιϲ τε καὶ ὥραιϲ καὶ χώραιϲ καὶ κράϲεϲιν εὐκράτοιϲ ἕπεται , ὁ δὲ ἀμυδρὸϲ ταῖϲ δυϲκράτοιϲ .
καταϲτάϲεων , ἀλλὰ καὶ κωλύϲει γενέϲθαι ταῖϲ τοῦ περιέχοντοϲ ἀμέτροιϲ κράϲεϲιν τὴν ἐναντίαν ἐπιτεχνώμενοϲ δίαιταν . ὅϲα μὲν οὖν ἐγγὺϲ
8063042 Ἀνια
. ιγʹ Ὀδύνη δὲ λύπη εἰσδύνουσα καὶ ὀξεῖα . ιδʹ Ἀνία δὲ λύπη ἐξ ἀναλογισμῶν . ιεʹ Μεταμέλεια δὲ λύπη
' ὃν ἀμπαύεται Λύπα , δι ' ὃν εὐνάζετ ' Ἀνία . τὸ μὲν οὖν πῶμα κερασθέν ἁπαλοὶ φέρουσι παῖδες
8035006 προυπτος
φανερὰ καὶ οὐκ ἀμφίβολα . θ προῦπτος ] ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἐμπρέπων , ὁμολογούμενος . προῦπτος ] ἀληθής .
τούτου ὕπαρξις . “ καὶ ἔστιν ἡ τῆς συνερωτήσεως πιθανότης προῦπτος . πάσης γὰρ φύσεως καὶ ψυχῆς ἡ καταρχὴ τῆς
8030526 εὐδηλα
' οἵᾳ δι ' αἰῶνος τύχᾳ : πεπλήγμεθ ' : εὔδηλα γάρ : νέᾳ νέᾳ δύᾳ δύᾳ : Ἰαόνων ναυβατᾶν
κώλων εʹ . πεπλήγμεθ ' ] ναί , ἐτρώθημεν . εὔδηλα ] φανερὰ ἃ πεπόνθαμεν . νέαι νέαι ] †
8025280 Πιστευω
, ἀφθόνως γὰρ οἶμαι διεληλυθέναι σοι , ὁπόσα οἶδα . Πιστεύω , ἀμπελουργέ , καὶ ἑπώμεθα τῷ λόγῳ , δι
, οἵ γε δὴ νῦν ξύμπαντες ἑνὶ δουλεύουσι Πεισιστράτῳ . Πιστεύω μηδὲν κακὸν ἐκ σοῦ πείσεσθαι : καὶ γὰρ πρὸ
8018560 ΣΝΡ
ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ ἄρα ὑπὸ ΣΝΡ ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ ΞΝΖ . τὸ δὲ ἀπὸ
ὡς ἄρα τὸ ὑπὸ τῶν ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΣΝΡ , οὕτως ἡ ΘΖ πρὸς ΖΛ , τουτέστιν ἡ
8014910 Λαχηϲ
τ [ ὦ πραγμ [ τοϲοῦτο [ ἔαϲον . [ Λάχηϲ δ [ ϲχολὴν κ ? [ νῦν ἥδιον [
Ϲώϲτρατοϲ Ϲιμίκη Ϲμικρίνηϲ Ϲαμία Χαιρέαϲ Χαιρήμων Φανοϲτράτη Χαρίϲιοϲ ] Χαιρέϲτρατοϲ Λάχηϲ Ϲίκων Γοργίαϲ Δημέαϲ ] Δάρδανοϲ ] ? Κλεινίαϲ Ναύκληροϲ
8012827 οἰμωγματων
πεπαιτέρα γὰρ μοῖρα τῆς τυραννίδος . ἦ γὰρ τεκμηρίοισιν ἐξ οἰμωγμάτων μαντευσόμεσθα τἀνδρὸς ὡς ὀλωλότος ; σάφ ' εἰδότας χρὴ
ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι ' οἰμωγμάτων τιμηθῆναι αὐτόν . ὀξυμόλποις ] ὀξυτάτοις θρήνοις . ὀξυμόλποις
8008647 ἐκκρεμαμενων
τῶν γαστρὸς καὶ τῶν ὑπ ' αὐτήν , ὥστε πολλῶν ἐκκρεμαμένων ἐγγόνων βαρύτατον ἄχθος φέρουσα παρίεται καὶ χεῖρας ὑπ '
μάθησις . Πάντων οὖν τῶν Πλάτωνος δογμάτων ἀτεχνῶς ἐξηρτημένων καὶ ἐκκρεμαμένων τῆς κατὰ τὴν ψυχὴν θειότητός τε καὶ ἀθανασίας ,
7984483 Κητεα
πενεστέροισιν ἀπὸ τῶν ἀκανθῶν τῶν ἰχθύων τὰ οἰκία ποιέεται . Κήτεα δὲ μεγάλα ἐν τῇ ἔξω θαλάσσῃ βόσκεται , καὶ
ἐκ προτόνων , τὰ δ ' ὄπισθε χαλινωτήρια νηῶν . Κήτεα δ ' ὀβριμόγυια , πελώρια , θαύματα πόντου ,
7959834 ἀδινος
ἀποτομάσι βουδόροισι [ : τῶν δὲ ] βίοτος ἐθύετ ' ἀδινὸς [ ] ὑπὸ τανυπτέροισι χαλκόκρασι νευρε [ σμαραγδοχαίτας δὲ
καὶ ἀμφαδὰ ἔργα πέλοιτο . Κούρην δ ' ἐξ ἀχέων ἀδινὸς κατελώφεεν ὕπνος λέκτρῳ ἀνακλινθεῖσαν . ἄφαρ δέ μιν ἠπεροπῆες
7944428 ϲμηγμαϲι
μηδὲ τοῦ νάπυοϲ ἐπιλανθάνεϲθαι , χρῆϲθαι δὲ καὶ τοῖϲ δριμέϲι ϲμήγμαϲι καὶ δρώπαξι κατά τε μεταφρένου καὶ τῆϲ γαϲτρόϲ .
οὐλῆϲ παντελῶϲ ἐπιγιγνομένηϲ , εἰϲ ἀναϲκευὴν τῆϲ ὅληϲ διαθέϲεωϲ χρηϲτέον ϲμήγμαϲι τοιούτοιϲ ἐν βαλανείῳ . Ϲμῆγμα πρὸϲ ἀχῶραϲ καὶ πιτυριάϲειϲ
7923908 ἐμπλαστικης
μέν ἐστιν ἀδήκτου καὶ μετρίως ξηραντικῆς , οὐσίας δὲ παχυμεροῦς ἐμπλαστικῆς . Καννάβεως ὁ καρπὸς ἄφυσός τε καὶ ξηραντικός ἐστιν
τὰς θερμὰς φλεγμονὰς ἐμψύχει . Κόμμι ξηραντικῆς τέ ἐστι καὶ ἐμπλαστικῆς δυνάμεως : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τραχυτήτων ἰατική .
7922426 περαινοντων
γὰρ αὐτῶν ἐκ περαινόντων περαίνοντι , τὰ δ ' ἐκ περαινόντων τε καὶ ἀπείρων περαίνοντί τε καὶ οὐ περαίνοντι ,
Ὑπέρου περιτροπή . ἐπὶ τῶν τὰ αὐτὰ ποιούντων καὶ μηδὲν περαινόντων . Ὑπὲρ τὰ ἐσκαμμένα , ὑπὲρ τὰ μέτρα .
7915217 Διδου
ὠφελεῖ . Παραπλησίως δὲ ποιεῖ καὶ ἡ προβατεία φύσα . Δίδου δὲ τὴν τέφραν μετ ' ὀξυκράτου . Ἄλλο :
καὶ σιλφίου ῥίζῃ τρίβων εἰς ποτὸν τοῖς δηχθεῖσιν δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς ,
7896174 ἀνορεξιαϲ
. ἀπηλλαγμένων δὲ τῶν πυρετῶν κἀν ταῖϲ ἀναλήψεϲι παραμενούϲηϲ τῆϲ ἀνορεξίαϲ καὶ ϲίϲαρον κάθεφθον μετ ' ὀξυμέλιτοϲ καὶ θριδακίνη καὶ
ὡϲ φάρμακόν εἰϲιν ἁρμόδια . διὰ πλῆθοϲ δὲ χυμῶν τῆϲ ἀνορεξίαϲ γινομένηϲ τοὺϲ μὲν λεπτούϲ τε καὶ δακνώδειϲ κενώϲειϲ ἢ
7888194 Ἀλκιμεδης
τὸν Ἴφικλον συμπεπλευκέναι τοῖς Ἀργοναύταις . ὅτι δὲ μητρὸς ἦν Ἀλκιμέδης ὁ Ἰάσων , Φερεκύδης μὲν συμφωνεῖ τῷ Ἀπολλωνίῳ .
καθ ' Ἡσίοδον γίνεται Ἰάσων , κατὰ δὲ Φερεκύδην ἐξ Ἀλκιμέδης . Τελευτῶν δὲ οὗτος καταλείπει τοῦ παιδὸς ἐπίτροπον τὸν
7886436 Πνευμων
. τὸ δὲ κέρας καπνιζόμενον τὰς ὑστερικὰς πνιγμονὰς ἀνακαλεῖται . Πνεύμων δὲ προβάτου ἐσθιόμενος νῆστις ἀμέθυστον τὸν ἐσθίοντα ἀναδείκνυσι καὶ
τὸ δὲ στέαρ αὐτοῦ εἰς πολλὰ ἡγείσθω σοι χρήσιμον . Πνεύμων δὲ ἀρνίου νεαρὸς καταπλασθείς , φύγεθλα ποδῶν καὶ χειρῶν
7880364 ἐνιεμενοϲ
] , οἷόϲ ἐϲτιν ὅ τε διὰ τοῦ καϲτορίου τροχίϲκοϲ ἐνιέμενοϲ καὶ ὁ ἀϲτὴρ ἐνιέμενόϲ τε καὶ πινόμενοϲ καὶ τὰ
ῥεύματα πινόμενοϲ ἁρμόττει μετ ' οἴνου ἢ ὕδατοϲ ἢ καὶ ἐνιέμενοϲ καὶ τὰϲ ῥεούϲαϲ τρίχαϲ κρατύνει . Μάκερ φλοιόϲ ἐϲτιν
7867889 Ἀειδε
Μαιανδρίου . : Ὅμηρος γοῦν φησιν ἐπ ' Ἀχιλλέως : Ἄειδε δ ' ἄρα κλέα ἀνδρῶν ἡρώων : καὶ τὸν
οὐκέτι τῶν νεοθηρεύτων ἰχθύων ἥπτετο . Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλητὴς καὶ
7866499 Ἀγρωνος
τυχεῖν τῶν οὐκ ἐφ ' ἑαυτῆς , ἀλλ ' ἐπὶ Ἄγρωνος γενομένων . οἳ δὲ ἀπεκρίναντο Κέρκυραν μὲν καὶ Φάρον
τὸ ω , οἷον ἁγνός Ἅγνων Ἅγνωνος , ἀγρός Ἄγρων Ἄγρωνος , μακρός Μάκρων Μάκρωνος , πατρός Πάτρων Πάτρωνος ,
7862868 Θυργωνιδαι
, ἀπὸ Θυμαίτου ἥρωος ὀνομασθεὶς , ὥς φησι Διόδωρος . Θυργωνίδαι : Ἰσαῖος ἐν τῷ πρὸς Νικοκλέα . Νίκανδρος ὁ
φησὶν , ἐξ Αἰαντίδος Ἀφιδναῖοι , Περρίδαι , Τιτακίδαι , Θυργωνίδαι . . . . Ἀλεξάνδρεια : Νικάνωρ δὲ ὁ
7862818 ἠρεμιαϲ
ἐπὶ δὲ ϲφυγμοῦ κατά τιναϲ μὲν χρόνου κινήϲεωϲ πρὸϲ χρόνον ἠρεμίαϲ , οἷον τῆϲ διαϲτολῆϲ καὶ τῆϲ ϲυϲτολῆϲ πρόϲ τινα
ἑτέρουϲ δὲ χρόνου κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ πρὸϲ χρόνον κινήϲεωϲ καὶ ἠρεμίαϲ ἢ κινήϲεωϲ πρὸϲ κίνηϲιν , οἷον διαϲτολῆϲ πρὸϲ ϲυϲτολήν
7860977 σφαραγειν
. . . ἀσφάραγος : ὁ λαιμός : παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ
καὶ πάλιν : ἐρισφάραγος πόσις Ἥρης ἔσται . παρὰ τὸ σφαραγεῖν , ὅ ἐστιν ἠχεῖν : δι ' αὐτοῦ γὰρ
7854109 διαφορητικη
λάβῃ ἔλαιον , γίνεται διαφορητικώτερον . Ἡ δι ' ἀσπίδων διαφορητικὴ χοιράδων καὶ τῶν λοιπῶν σκληριῶν , ποιεῖ καὶ πρὸς
τὴν εἰρημένην αἰτίαν . ἡ δὲ διὰ τῆς σκάφης αἰώρα διαφορητικὴ μὲν εἶναι δύναται τῶν παχυμερῶν σωμάτων , τοῦ δὲ
7848210 Ἐρετριης
ἐπὶ τῷ αὐτῷ ἡμεῖς μέν φαμεν ” σκληρότης , “ Ἐρετριῆς δὲ ” σκληροτήρ “ ; Πάνυ γε . Πότερον
μισθοφόροι ξυνεστράτευον . καὶ τῶν μὲν ὑπηκόων καὶ φόρου ὑποτελῶν Ἐρετριῆς καὶ Χαλκιδῆς καὶ Στυρῆς καὶ Καρύστιοι ἀπ ' Εὐβοίας
7834533 αὐλησις
καὶ ἡ ἑκάστου αὐτῶν ἑρμηνεία , οἷον ἥ τ ' αὔλησις καὶ ἡ ᾠδὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν τοιούτων :
ξένους : ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν . Ἀγαθώνιος αὔλησις : ἡ μαλακὴ , καὶ μήτε πικρὰ μήτε χαλαρὰ
7825332 Ἀπληστος
. λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἀνέμους γεωργεῖς :
αὐτὸς ἐλθὼν ἐπρίατο : ἐπὶ τῶν κακὰ ἑαυτοῖς ἐπισπωμένων . Ἄπληστος πίθος . Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ
7820809 μυξινοι
οἳ δὲ κεστρεῖς , ἄλλοι δὲ χελλῶνες , οἳ δὲ μυξῖνοι . ἄριστοι δ ' εἰσὶν οἱ κέφαλοι καὶ πρὸς
, οἳ δὲ κεστρεῖς , ἄλλοι χελλῶνες , οἳ δὲ μυξῖνοι . ἄριστοι δ ' εἰσὶν οἱ κέφαλοι καὶ πρὸς
7819440 χελλων
φεραῖος τῇ ἀφ ' αὑτοῦ γενομένῃ μύξῃ , ὁ δὲ χελλὼν ἄμμῳ καὶ ἰλύι . λέγεται δὲ καὶ ὅτι τὸν
δὲ χελλών , ὃ δὲ φεραῖος . καὶ ὁ μὲν χελλὼν πρὸς τῇ γῇ νέμεται , ὁ δὲ φεραῖος οὔ
7818219 πραεα
, ἔφορον δηλονότι θεὰν τῶν τόκων , πραΰμητιν , ἤγουν πραέα , φίλα φρο - νοῦσαν αὐτῇ , καὶ τὰς
τοτὲ μὲν ] ἔσθ ' ὅτε μέν . ἀγανὰ ] πραέα . ἀμύνει ] ἀποσοβεῖ . τὴν θυμοβόρον ] ἥτις
7815788 ἐπιτηρηται
* * ἤτοι τοὺς κατηγοροῦντας εἰς τοὺς θεούς . οἱ ἐπιτηρηταὶ θεοί . . Τὸ οὗτος ἢ πρὸς τὸ Τάνταλος
. ὑπόχειροι . ὁρμῶσι . ὁρμῶνται , πορεύονται . . ἐπιτηρηταὶ , ἡγεμόνες . , ἐπιστάται . . οἱ διὰ
7814690 ὁρμαθος
κατὰ μετάθεσιν τῶν φωνηέντων , ἐκ δὲ τοῦ ὁρμαστός γίνεται ὁρμαθός κατὰ ἀποβολὴν τοῦ σ καὶ τροπὴν τοῦ τ εἰς
ὡς ἁρμόζω ἁρμοστός : καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ ἁρμοστός γίνεται ὁρμαθός , οὕτως καὶ βιβαστός βιβασθός καὶ ῥῆμα ἐξ αὐτοῦ
7813645 εὐπαιδευσια
ἡ παρὰ Ξενοφῶντι εὐποδία , καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδῃ εὐπαιδευσία , καὶ ἡ παρὰ Κριτίᾳ εὐξυνεσία , καὶ ἡ
ἀστύτριψ . καὶ ἡ παρ ' Εὐριπίδηι [ . ] εὐπαιδευσία καὶ ἡ παρὰ Κίαι εὐξυνεσία . . . οὐ
7805598 ΚΑΘ
ἡμισείας ὀρθῆς ἐστιν μεʹ μέρος , ὥστε ἡ ὑπὸ τῶν ΚΑΘ ὀρθῆς ἐστιν ἐλάσσων ἢ ͵γϠξʹ . τὸ δὲ ὑπὸ
τὰς περιφερείας , πάντα πᾶσιν : ὥστε γωνία ἡ ὑπὸ ΚΑΘ γωνίᾳ τῇ ὑπὸ ΚΓΘ ἴση . πάλιν ἐπεὶ ἡ
7803586 ΘΝΖ
δεδειγμένα ἄρα ἐν τῷ μγʹ θεωρήματι ἴσον ἐστὶ τὸ μὲν ΘΝΖ τρίγωνον τῷ ΛΒΖΞ τετραπλεύρῳ , τὸ δὲ ΗΘΚ τρίγωνον
πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΣΝΡ , οὕτως τὸ ὑπὸ τῶν ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ ἄρα ὑπὸ
7794128 ἐντελεστατα
. . . διαψήφισις : . . . . . ἐντελέστατα δὲ διείλεκται περὶ τῶν διαψηφίσεων , ὡς γεγόνασιν ἐπὶ
διὰ τῶν προοιμιακῶν τούτων τὸν ἀκροατὴν προσδέξασθαι ὡς κάλλιστα καὶ ἐντελέστατα τὸν λόγον ἐξευρημένον . καὶ ἔστιν ἀρχὴ τοῦ προοιμίου
7793911 δορυπονα
ἐλθόντας . ἐπιμόλους ] τοὺς ἐπελθόντας ἐχθρούς : τούτους γὰρ δορύπονα κακὰ λέγει . θ ἐπιμόλους ] τοὺς κατὰ τῆς
πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε . θΞ δορύπονα ] καὶ τὰ ἐκ τοῦ πολέμου . δορύπονα ]
7790310 ἰκτερικουϲ
χάλκανθον λεάναϲ ἔγχεε : καὶ καθαίρει κάλλιϲτα , μάλιϲτα τοὺϲ ἰκτερικούϲ . Ἄλλο . μελανθίου λείου ⋖ η ἀφρονίτρου ⋖
δὲ αὐτοῦ εἰϲ ὀξυωπίαϲ ἐϲτὶ χρήϲιμοϲ , ἡ δὲ ῥίζα ἰκτερικούϲ τε ϲὺν οἴνῳ ἐκφράττει καὶ ἀνίϲῳ πινομένη , μαϲωμένη
7789489 Ἐνι
καὶ τὸ , Τέτλαθι . . Ὡι ΕΝΙ ΟΙΚΩι . Ἐνὶ ᾧ , τουτέστιν ἐν τῷ ᾧ , καὶ ἐν
καὶ τὸ , Τέτλαθι . . Ὡι ΕΝΙ ΟΙΚΩι . Ἐνὶ ᾧ , τουτέστιν ἐν τῷ ᾧ , καὶ ἐν
7788492 ἀρτεμης
ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμής , καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος . Ἡρωδιανὸς δὲ ἐν τῷ Ὑπομνήματι
. ἔστι δὲ παρὰ τὸ ἀτρεμὴς καὶ καθ ' ὑπέρθεσιν ἀρτεμής . οὕτως Φιλόξενος . . , : ἀσκελές :
7788282 ὀλολυγμος
, καὶ εὐχὴν ἱερὰν , ἐξευμενίζουσαν τοὺς θεούς . . ὀλολυγμὸς λέγεται ἡ εὐχὴ μετὰ τοῦ οἴκτου . . ὀλολυγμὸν
δεῖ σε ὀλολύζειν , ὡς ἔθος Ἑλληνικόν . ὀλολυγμὸν ] ὀλολυγμὸς λέγεται ἡ εὐχὴ μετὰ τοῦ οἴκτου . ὀλολυγμὸν ]
7779089 Βιθυνοπολις
Βιθυνιαπολίτης παρὰ Ἀρριανῷ ἐν πέμπτῳ Βιθυνικῶν . δεῖ δὲ τοῦ Βιθυνόπολις εἶναι Βιθυνοπολίτης . . . , . , .
Βιθυνιαπολίτης παρὰ Ἀρριανῶι ἐν ε Βιθυνιακῶν . δεῖ δὲ τοῦ Βιθυνόπολις εἶναι Βιθυνοπολίτης . . . . Μεγαρικόν : πολίχνιον
7776027 Ἁλικαρνασος
καὶ ἀλιτραίνω , . , + + . , + Ἁλικαρνασός : διὰ τὸ πρὸς τῇ ἁλὶ τῆς Καρίας ᾠκίσθαι
ἡ πόλις ἀποκλείσασα Ἀλέξανδρον καὶ βίᾳ ληφθεῖσα , καθάπερ καὶ Ἁλικαρνασός : ἔτι δὲ πρότερον ὑπὸ Περσῶν : καί φησί
7774798 ἀναγαργαριζεσθω
. θλασθεῖσα μετὰ μέλιτος καὶ ὕδατος ἴσου διδομένου τοῦ χυλοῦ ἀναγαργαριζέσθω . [ στʹ . Πρὸς αἱμοῤῥαγίαν ἐκ τοῦ στόματος
πότιζε ἢ ὄξος μετὰ θύμου δριμύ : μετὰ δὲ ταῦτα ἀναγαργαριζέσθω θερμῷ ὕδατι . Κεφ . ιγʹ . [ Πρὸς
7767213 Διιπολεια
ἀτάκτως γελᾶν διιπολιώδη : τὰ λεγόμενα Διάσια , ταῦτα καὶ Διιπόλεια . οὕτως δὲ ἐλέγετο ἃ τῷ πολιεῖ Διὶ ἐθύετο
ἦρξα Λυσίας ἐν τῇ πρὸς τὴν Μιξιδήμου γραφὴν ἀπολογίᾳ . Διιπόλεια : ἑορτή τις Ἀθήνησι τὰ Διιπόλεια : Ἀντιφῶν ἐν
7765945 αἱματηραν
σκυθρωποί . φυσιάμασιν ] ἀναπνοαῖς . δυσφιλῆ λίβα ] οἷον αἱματηράν . κόσμος ] ὃν ἔχουσι περικείμενον ἑαυταῖς . τὸ
ἀλλ ' ἀπ ' αὐτῶν , δι ' ὠμὰν ἔριν αἱματηράν . θεῶν τῶν κατὰ γᾶς ὅδ ' ὕμνος .
7763640 Τελληνος
Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ ποιητὴς ὢν
σοι γεγονέναι τὸν δασμόν . οὐδὲ γάρ , εἰ τὰ Τέλληνος ᾄδοι τις , οἷός τε ἔσται πρὸς αὑτόν σε
7763274 Ἐλευθερου
. Ἐν γὰρ γυναιξὶ πίστιν οὐκ ἔνεστ ' ἰδεῖν . Ἐλευθέρου γάρ ἐστι τἀληθῆ λέγειν . Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες
. Ἐν γὰρ γυναιξὶ πίστιν οὐκ ἔξεστ ' ἰδεῖν . Ἐλευθέρου γάρ ἐστι τἀληθῆ λέγειν . Ἔστιν τι κἀν κακοῖσιν
7762377 Ἀρκεσινην
δὲ Ἀμοργὸν εἰς τρεῖς πόλεις , Μινώιαν , Αἰγιαλόν , Ἀρκεσίνην . γέγονε δὲ μετὰ υϚ ἔτη τῶν Τρωικῶν ,
ἦσαν γὰρ Μελανία Μίνωα Ἀρκεσίνη . Πολύβιος δὲ ἀρσενικῶς τὸν Ἀρκεσίνην φησί . τὸ ἐθνικὸν Ἀρκεσινεύς . Ἀνδροτίων ἕκτῃ Ἀτθίδος
7761690 Χυλου
δ , ὕδατοϲ # ε , μέλιτοϲ # β . Χυλοῦ μήλων Κυδωνίων # α , ῥόδων λι . γ
χυλῶν : κεῖται ἐν τοῖς ἑδρικοῖς . Κηρωτὴ ποδαγρική . Χυλοῦ ἀλθαίας , τήλεως , λινοσπέρμου # β , ἐλαίου
7755205 Ὑσσωπον
στόμα ἐπίκλυζε τὸν φάρυγγα . [ Πρὸς κατάῤῥοιαν . ] Ὕσσωπον ἑψήσας μετὰ σύκων καὶ μέλιτος καὶ πηγάνου μετὰ ὕδατος
ἀναλαβὼν ῥητίνῃ καὶ εἰς ὀθόνιον ἐμπλάσας ἐπιτίθει . Ἄλλο . Ὕσσωπον τρίψας μετ ' ἀλφίτου ἐν ὕδατι βεβρεγμένου κατάπλασσε .
7753481 ΞΝΖ
ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον . ἡ ἄρα ΜΝ δύναται
τὸ ἀπὸ τῆς ΜΝ ἄρα ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον
7753096 τεινῃ
ὠοῦ μετ ' οἴνου αὐστηροῦ ἐπίχριε καὶ ἐὰν περι - τείνῃ , μετ ' οἴνου μόνου ἐπίχριε . Ἄλλο .
οὐρανὸν εἴσω αἰθέρος ἐκ δίης , ὅτε τε Ζεὺς λαίλαπα τείνῃ . ἡ διπλῆ ὅτι σαφῶς οὐκ ἔστιν Ὄλυμπος καὶ
7752651 πολυπονος
οὑν νεκροῖς , γέρον ; ἐμὸς ἐμὸς ὅδε γόνος ὁ πολύπονος , ὃς ἐπὶ δόρυ γιγαντοφόνον ἦλθεν σὺν θεοῖσι Φλεγραῖον
χαλᾷς , αὔδασον , τίς ἔφυς βροτῶν ; τίς ὁ πολύπονος ἄγῃ ; τίν ' ἂν σοῦ πατρίδ ' ἐκπυθοίμαν
7751821 καταῤῥοφειν
τι χολῶδες . ] Τραγορίγανον λεάνας ἐν ὕδατι ἴσα δίδου καταῤῥοφεῖν γαλακτῶδες ποιῶν τὸ κρᾶμα . [ δʹ . Πρὸς
ἢ γʹ . ῥοᾶς γλυκείας χυλῷ καὶ ὄξει ἀναζέσας δὸς καταῤῥοφεῖν . ἄλλο . ἀκτέος τὰ ἁπαλὰ φύλλα καθαρίως διὰ
7747786 ἀποδεικτων
ὁρισμῷ αὐτῶν ἡ γνῶσις τῶν ἀρχῶν παραλαμβάνεται , ἀλλὰ τῶν ἀποδείκτων μόνον . διαφέρει δὲ ἡ σοφία φρονήσεως , ὅτι
ὁρισμῷ αὐτῶν ἡ γνῶσις τῶν ἀρχῶν παραλαμβάνεται , ἀλλὰ τῶν ἀποδείκτων μόνον . διαφέρει δὲ ἡ σοφία φρονήσεως , ὅτι
7745361 ἐρυσιπελατωδεις
ἐμβροχῶν χρήσεως . ἔτι καταχρίομεν τὰς πυρώδεις φλεγμονὰς καὶ τὰς ἐρυσιπελατώδεις , ἐρεθιζομένας ὑπό τε τῶν καταπλασμάτων καὶ τῶν ἐμβροχῶν
εἰ δ ' ἀγανακτοίη πρὸς τὰς θερμασίας ἡ φλεγμονὴ διαθέσεις ἐρυσιπελατώδεις ἔχουσα , τούτων μὲν τῶν καταπλασμάτων ἀποχωρεῖν προσήκει ,
7740782 ῥυψεωϲ
, καὶ μάλιϲθ ' ὅϲα μετέχει ϲτύψεώϲ τε ἅμα καὶ ῥύψεωϲ , ὥϲπερ ἡ πτελέα , καθαίρει καὶ ἀναπληροῖ τὰ
τε ψώραϲ καὶ λειχῆναϲ καὶ ἀλφοὺϲ καὶ ὅλωϲ ὅϲα δεῖται ῥύψεωϲ . μετέχει δὲ καὶ μαλακτικῆϲ τε καὶ διαφορητικῆϲ δυνάμεωϲ
7735180 καταπλαϲϲεται
ἀρνὸϲ ἢ γεντιανῆϲ ῥίζαν ἢ περιϲτερεῶνα : οὗτοϲ δὲ καὶ καταπλάϲϲεται . καὶ αὐτὴν τὴν δακοῦϲαν μυγαλῆν λειοτριβήϲαντεϲ μετ '
ξηράν : ἰϲχυροτέρα γὰρ ξηρανθεῖϲα γίγνεται καὶ καίειν ἑτοιμοτέρα . καταπλάϲϲεται δὲ καὶ κατὰ τῶν δηγμάτων τῶν ἰοβόλων , διὰ
7733087 τροφιμωτατος
διὰ τοῦτο καὶ τοῦ κυάμου ἀπείχοντο , ὅτι φυσώδης καὶ τροφιμώτατος . καὶ ἄλλας δέ τινας αἰτίας πλείους ἀποδιδόασιν ,
: ὁ δὲ γλυκάζων καὶ τῶν λευκῶν καὶ τῶν κιρρῶν τροφιμώτατος . λεαίνει γὰρ κατὰ τὴν πάροδον καὶ παχύνων τὰ
7731181 διοιδε
δίκην ] κρίσιν . . , τιμωρίαν , κατηγορίαν . δίοιδε ] λεπτῶς οἶδε , διακρίνει . , ἀκριβῶς ἐπίσταται
τοῦ διεντερεύματος . ἦ ῥᾳδίως φεύγων ἂν ἀποφύγοι δίκην ὅστις δίοιδε τοὔντερον τῆς ἐμπίδος . πρῴην δέ γε γνώμην μεγάλην
7729307 διαλελυμενα
, οἷσι τὸ ἄρθρον συνδέδεται , καὶ ἄδετα ποιέει καὶ διαλελυμένα , καὶ διὰ τοῦτο χωλοὶ γίνονται , καὶ ὅταν
εἴ τι ψεῦδος ἦν ὧν ἐλογισάμην αὐτοῖς . ταυτὶ μὲν διαλελυμένα καὶ ἐξ ἐπερωτήσεως . οἷς ὁ Λυσίας μὲν ἥκιστα
7727432 ἀποσοβησον
ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι
καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος
7725955 ἐχειροτονειτο
: καθ ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν γυμνασίαρχος εἷς ἐξ ἑκάστης φυλῆς ἐχειροτονεῖτο . Γαμηλία . Ἡ εἰς τοὺς φράτορας ἐγγραφή :
μὲν δὴ ἐγήρασκεν ἤδη καὶ τοῦ ἀποδημεῖν ἐξώρως εἶχεν , ἐχειροτονεῖτο δὲ ὁ Πολέμων οὔπω πεπρεσβευκὼς πρότερον . εὐξάμενος οὖν
7724458 μουσομαντις
τε Λυδίας ἔχει ποδήρεις τίς ποτ ' ἔσθ ' ὁ μουσόμαντις † ἄλλος ἀβρατοῦς ὃν σθένει † : ποδαπὸς ὁ
. . . : τίς ποτ ' ἔσθ ' ὁ μουσόμαντις , ἄτοπος ὄρνις , ὀρειβάτης ; ] . .
7722639 Ἀροτρῳ
χοῖρε γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες , ἀποδώσεις πλείονα . Ἀρότρῳ ἀκοντίζεις : ἐπὶ τῶν ἀπερισκέπτως τι ποιούντων , καὶ
ἂν ῥηθείη . Ἄρεος νεοττόν : ἐπὶ τῶν φιλοπολέμων . Ἀρότρῳ ἀκοντίζεις : ἐπὶ τῶν ἀδιασκέπτως τι ποιούντων καὶ τὸ
7717587 ὀλολυγην
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
ὁ Ἀπόλλων . ποταμοῦ γένος ἀρχαίοιο : τοῦ Ἰνωποῦ . ὀλολυγήν : τὴν μετὰ εὐφημίας λέγει εὐχήν . τροχόεσσα .
7716670 ἀληθεστατων
ὁ Τειρεσίας . οὗτος ] ὁ μάντις . τοιῶνδε ] ἀληθεστάτων . θ δεσπότης ] ἐξουσιαστής . δεσπότης ] ἄρχων
τὸ ἐπιχειρούμενον γίγνεσθαι , μηδὲν ἀπολείπειν τῶν καλλίστων τε καὶ ἀληθεστάτων , ᾧ δὲ ἀδύνατόν τι συμβαίνει τούτων γίγνεσθαι ,
7715837 ἀποϲτηματων
φθορὰν ἢ ὑπὸ φαρμάκων δριμέων ἢ ὑπὸ ῥεύματοϲ ἢ ἐξ ἀποϲτημάτων ϲυρραγέντων . εἰ μὲν οὖν πρόχειροϲ εἴη ἡ ἕλκωϲιϲ
τῷ περὶ παρωτίδων λεχθεῖϲι καὶ τοῖϲ λεχθηϲομένοιϲ ἐν τῷ περὶ ἀποϲτημάτων χρηϲτέον . Οἴνου Ἀδριανοῦ καλοῦ # κ , ῥοὸϲ
7714525 θεῃσι
ἐπ ' ᾐόνας : οὐδέ μιν ἄνδρες ἔδρακον , ἀλλὰ θεῇσι παρίστατο Νηρηίνῃς : καί ῥα Θέτιν προσέειπεν ἔτ '
. ” ἔϊκτο ὡμοιοῦτο . εἰκυῖα ἐοικυῖα : “ εἰκυῖα θεῇσι . ” εἰλαπίνη εὐωχία . εἶλαρ ἕρκος καὶ φυλακή
7712813 εὐμαρειας
ποιεῖν τὰ κάλλιστα , ἀλλὰ τὴν ἄνευ κακοπαθείας μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἀπονωτάτην ἐνέργειαν : ἥλιον μὲν γὰρ καὶ σελήνην καὶ
' ἀλόγου πάθους ἡδονῆς θρύψιν , ἀλλὰ τὴν μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἄπονον χαρὰν καὶ ἀταλαίπωρον . ἀνάγκη δέ , ὅταν
7708628 Εὐτροπιος
γυναῖκας , Ἡσυχίου θυγατέρας . Ἡσυχίῳ δὲ υἱεῖς δύο , Εὐτρόπιός τε καὶ Κέλσος , οὓς μάλιστα μὲν φιλῶ ,
καινὴ πόλις . ἔστι δὲ καὶ Ἀρμενίας Καρχηδών , ὡς Εὐτρόπιός φησιν . ὁ πολίτης ” Καρχηδόνιος σοφὸς Μάγων „
7708484 ἐδαπανωντο
μὴ γὰρ ἦν , οὐκ ἂν ἐπεθύμουν οὐδ ' ἂν ἐδαπανῶντο . ἐγὼ δὲ τοῦτ ' ὀλίγον χρόνον χρήσας ἀφειλόμην
μὴ γὰρ ἦν , οὐκ ἂν ἐπεθύμουν οὐδ ' ἂν ἐδαπανῶντο . ἐγὼ δὲ τοῦτ ' ὀλίγον χρόνον φύσας ἀφειλόμην
7708029 λακκοπρωκτε
' ὅτι χαίρω πόλλ ' ἀκούων καὶ κακά ; ὦ λακκόπρωκτε . πάττε πολλοῖς τοῖς ῥόδοις . τὸν πατέρα τύπτεις
: καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα
7707412 Ζεφυριου
τις , ⌊ οἵ τ ' ἀργίλοφον ⌋ πὰρ ⌊ Ζεφυρίου ⌋ κολώναν ⌊ ⌋ νὑπὲρ [ ! ! !
ἐστι παντὶ ἀνέμῳ : καὶ ὕδωρ ἔχει . Ἀπὸ τοῦ Ζεφυρίου καὶ τῶν Δελφίνων ἐπὶ τὸν Ἆπιν στάδιοι λʹ :
7707382 νομαϲ
πληϲίον τόπουϲ τῶν ὀφθαλμῶν . θεραπευτέον δὲ καὶ τὰϲ τοιαύταϲ νομὰϲ τῇ προειρημένῃ διαίτῃ χρωμένουϲ , πλὴν τοιαῦτα διδόναι ὅϲα
διδόντεϲ . καὶ μέντοι καὶ πρὸϲ τὰϲ δυϲεντερικὰϲ ἑλκώϲειϲ καὶ νομὰϲ χρώμεθα ἐνιέντεϲ δι ' ἀρνογλώϲϲου χυλοῦ καὶ μάλιϲτα ἐπὶ
7701974 Λυκωρευς
κέκληται δὲ ἀπὸ νύμφης Κωρυκίας , ἧς καὶ Ἀπόλλωνος παῖς Λυκωρεύς , ἀφ ' οὗ Λυκωρεῖς οἱ Δελφοί . Πλεῖστος
τ ' Ἀνεμώρειαν ἀμφενέμοντο . ὁ πολίτης Ἀνεμωρεύς ὡς Λυκώρεια Λυκωρεύς . . . Ἀνήτουσσα : πόλις Λιβύης : ὁ
7700919 ἐταθη
καὶ παρὰ τὸ κάρη καρίς . ταθείσης δὲ τῆς παρατελευταίας ἐτάθη καὶ τὸ τέλος , καὶ ὁμοίως λέγεται τῷ ψηφὶς
: ἴσον τῷ ἐξετρυχώθη καὶ ἐξεπονήθη . ὑπὸ γὰρ ἡμῶν ἐτάθη : εἰς φόρον : ἐξετάθη πλείονα φόρον παρέχουσα .
7700452 εὐϲτομαχοϲ
καὶ γαϲτρὸϲ ἐκκοπρωτική : πλυθεῖϲα δὲ ἧττον μὲν ῥύπτει , εὐϲτόμαχοϲ δὲ μᾶλλόν ἐϲτιν ἀφλέγμαντόϲ τε καὶ ἑλκῶν ἀφουλωτική ,
μὲν τρόφιμοϲ , οὐκ εὐϲτόμαχοϲ δέ , ὁ δὲ ϲτύφων εὐϲτόμαχοϲ μέν , δυϲανάδοτοϲ δέ , καὶ ἧττον τρέφει ,
7700209 φυλακτικος
. τεκέων : παίδων , τῶν γεννητόρων . φρουρός : φυλακτικὸς , καὶ φύλαξ . ὥστε : λέγω . ἁπαλοῖς
. . ΕΝ ΚΟΙΛΩι ΝΑΡΘΗΚΙ . Ἔστι μὲν πυρὸς ὄντως φυλακτικὸς ὁ νάρθηξ , ἠπίαν ἔχων μαλακότητα εἴσω , καὶ
7698536 ὑγραινουϲι
καὶ βλίτα καὶ ἀτράφαξιϲ ὑδατωδέϲτατα λαχάνων ἐϲτίν . κύαμοι χλωροὶ ὑγραίνουϲι καὶ ἐρέβινθοι : ὕδωρ θερμὸν μὲν ὑγραίνει καὶ θερμαίνει
τὰ δὲ ϲυκάμινα , ἃ δὴ καὶ μόρα καλεῖται , ὑγραίνουϲι μὲν πάνυ , ψύχουϲι δὲ μετρίωϲ , καὶ γαϲτέρα
7698345 Λιγυρων
καθ ' ἡμᾶς Πλαδαραῖος καὶ Πλαδαρίτης . Πλακεντία , πόλις Λιγύρων . τὸ ἐθνικὸν Πλακεντῖνος . Πλάκη , πόλις Ἑλλησποντία
Νάνος ἐκαλεῖτο , εἶτα ἐκλήθη Ὀδυσσεὺς ὥσπερ ὁ Ἀχιλεὺς πρότερον Λιγύρων καὶ Πυρίσσοος καὶ ἕτεροι ἑτέρως ἐκαλοῦντο . δίπτυχοι δὲ
7698092 Συνισταται
ἐπικείμεναι τῷ τόπῳ τρίχες , καὶ τότε ψιλοῦνται τελέως . Συνίσταται δὲ ποτὲ μὲν φλεγμονῆς προηγησαμένης καὶ σφοδρῶς ψυχθείσης ,
τὸ φύλαξόν με , κύριε , ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ . Συνίσταται ὁ ὀφθαλμὸς ἐκ τεσσάρων χιτώνων , ὑγρῶν δὲ τριῶν
7697355 Τερεβινθινης
προσκλυζόμενον . Πεσσὸς κάλλιστος ἀνακαθαρτικὸς τῶν ῥυπαρῶν ἑλκῶν οὗτος . Τερεβινθίνης δραχ . δ . στέατος χηνείου δραχ . ζ
τὸ ἄλειμμα γένηται . Ἄλλο ἄλειμμα πρὸς τὸ αὐτό . Τερεβινθίνης , δαφνίνου ἐλαίου ἀνὰ γοστ . ἰρίνου , ἀνηθίνου
7696268 Χαιρεστρατον
πρῶτον ἐπιδείξω ὑμῖν , ὡς διέθετο καὶ ἐποιήσατο ὑὸν τουτονὶ Χαιρέστρατον . Ἐπειδὴ γὰρ τῷ Φιλοκτήμονι ἐκ μὲν τῆς γυναικὸς
οὑτοσί , ἤστην ὑεῖ δύο . Τούτων τὸν πρεσβύτερον τουτονὶ Χαιρέστρατον ἐποιήσατο ὑόν . Καὶ ἔγραψεν οὕτως ἐν διαθήκῃ ,
7694622 ἀμωμος
καὶ Αὐτονόη καὶ Λυσιάνασσα Εὐάρνη τε φυὴν ἐρατὴ καὶ εἶδος ἄμωμος καὶ Ψαμάθη χαρίεσσα δέμας δίη τε Μενίππη Νησώ τ
, ἐγένετο παῖς αὐτῷ τὰ μὲν ἄλλα ὅμοιος , οὐκ ἄμωμος δέ , ὅτι καὶ σπίλους εἶχεν . Ἔδοξέ τις
7690774 ΑΔΞ
Κ σημείων μέγιστοι κύκλοι οἱ ΔΕΜ , ΞΝΚ ἐφαπτόμενοι τοῦ ΑΔΞ , ὥστε ἀσύμπτωτον εἶναι τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ Δ
κύκλος ὁ ΑΒΓ κύκλου τινὸς τῶν ἐν τῇ σφαίρᾳ τοῦ ΑΔΞ ἐφαπτέσθω κατὰ τὸ Α σημεῖον , ἄλλος δέ τις
7686377 ἀνθρ
μηνυταῖς ἐνίους τῶν πολιτῶν χρηστοὺς ὄντας κατέδουν διὰ πον . ἀνθρ . πίστιν : πιστεύοντες πονηροῖς ἀνθρώποις μηνυταῖς . χρησιμώτερον
] ? ? ? θεόϲ ? ] ! [ ] ἀνθρ [ ! ] : ο [ ] το ?
7685842 νοϲημαϲιν
κακόχροι καὶ καχέκται διετέλεϲαν : οἱ δὲ ἐξ αὐτοῦ τούτου νοϲήμαϲιν ὀλεθρίοιϲ ἑάλωϲαν , ὑδέροιϲ καὶ ὀρθοπνοίαιϲ καὶ ἥπατοϲ καὶ
τοῦ κατὰ φύϲιν , ἑτοίμωϲ ἁλίϲκονται τοῖϲ ϲηπεδονώδεϲι καὶ κακοχύμοιϲ νοϲήμαϲιν , ἔτι δὲ μᾶλλον , εἰ ἐπὶ πλεῖϲτον μὲν
7685833 ἁπλουϲτερα
πυξίδα μολυβδίνην φύλαττε . Ὀριβαϲίου πρὸϲ τὰ ἐν μυκτῆρϲιν ἕλκη ἁπλούϲτερα . λιθαργύρου ψιμμυθίου ἀνὰ ⋖ Ϛ μολύβδου κεκαυμένου πεπέρεωϲ
κίνηϲιϲ ἐν χρόνῳ . τοὺϲ δέ γε δυϲιατοῦνταϲ καὶ τὰ ἁπλούϲτερα τῶν λεχθέντων ἰάϲατο ϲυγχριϲμῶν : ἐξαίρετα δὲ τούτοιϲ ηὑρέθη
7684848 ἐπετειος
σπερμάτων χείρω διὰ ταύτας τὰς αἰτίας . Ἡ δ ' ἐπέτειος βλάστησις , αὕτη γὰρ οἷον δευτέρα γένεσίς ἐστιν ,
γίνεται μετὰ τὴν βλάστησιν : τὸ δ ' ὅλον οὐκ ἐπέτειος ἡ τούτων , ἀλλ ' εἰς πλείω χρόνον ἡ
7684548 ἀλικοϲ
διαλέκτου , καὶ τὸ παλαιὸν ἀπόμελι δώϲομεν μετὰ ψιχῶν ἢ ἄλικοϲ , κἄπειτα δοτέον καὶ τῆϲ ἱερᾶϲ ὀλίγιϲτον . μετὰ
ὅ τε τῆϲ πτιϲϲάνηϲ χυλὸϲ ψυχρὸϲ λαμβανόμενοϲ ὅ τε τοῦ ἄλικοϲ χόνδροϲ ὁμοίωϲ πτιϲϲάνῃ ϲκευαϲθείϲ . ἐπιτήδειοϲ δὲ τοῖϲ ὧδε
7684359 ΘΕΟΙ
ἐν τῷ σῷ λογισμῷ λάμβανε . . ὩΣ ὉΜΟΘΕΝ ΓΕΓΑΑΣΙ ΘΕΟΙ . Ὅτι ἐκ τῆς αὐτῆς αἰτίας καὶ ὕλης ὁμοῦ
μίμησιν ἐκείνων ταύτης τυγχάνουσιν τῆς εὐδαιμονίας . . ὩΣ ΤΕ ΘΕΟΙ Δ ' ΕΖΩΟΝ . Ἤγουν ἀκοπίαστον καὶ ἄμοχθον καὶ
7679644 ἠνεμοεσσας
ἄκριας τὰς τῶν ὀρῶν ἄκρας : “ δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας . ” ἀκερσεκόμης ἐπίθετον Ἀπόλλωνος : “ Φοῖβος ἀκερσεκόμης
δὲ τὰς πέτρας ὁ Ποιητὴς καλεῖ : δι ' ἄκριας ἠνεμοέσσας . καὶ ἐστὶν ἀκρὸς ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
7679567 σπαραττομενος
γαστρὸς ἢ δι ' ἐμέτων , ἀλλὰ ναυτιῶν τε καὶ σπαραττόμενος , σπουδάζειν δεῖ τηνικαῦτα παρασχεῖν αὐτοῖς , ὅσα μᾶλλον
ἐντρεχὴς ἔσται τόπον ἐκ τόπου ἀμείβων , ἐπὶ ἀλλοτρίᾳ λύμῃ σπαραττόμενος διὰ τὴν τοῦ αἰλούρου κεφαλήν . ἐὰν δὲ τὸ
7679179 θορη
' ἐπὶ κνηϲμοῖϲι τῶν μορίων καὶ ἡδονῇ προχέεται τῇϲι ἡ θορή , ἀτὰρ καὶ πρὸϲ ἄνδραϲ ὁμιλίῃ ἀναιϲχύντῳ : ἄνδρεϲ
καὶ γόνιμα μέρεα , ὅκωϲ δι ' ἀψύχων ῥέει ἡ θορή , οὐδὲ ἐπιϲχεῖν ἔϲτι αὐτέην οὐδὲ ἐν ὕπνοιϲι :
7676402 Τυραννος
τοῦ Πτερελάου θυγάτηρ ὑπῆρχε Κομαιθὼ καὶ ἄρρενες παῖδες Χρόμιος , Τύραννος , Ἄμπελος , Χερσιδάμας , Μήστωρ , Εὐήρης .
βούλεται ἐκλείπειν ἔσθ ' ὅτε τὴν ἀντίθεσιν , ὁ μέντοι Τύραννος οὐχ οὕτως , ἀλλὰ βούλεται ἐν πάσῃ ἀντιλήψει ἀντίθεσιν
7675310 ἐπικτωνται
δὲ ῥηθεῖσαι φαῦλαι τῶν ὑποστάσεων ἀεὶ μὲν πλῆθος καὶ πάχος ἐπικτῶνται , τὸ πλέον δὲ τὸν τῆς ἀμίδος τηροῦσι πυθμένα
δι ' οἰκονομίας ὠφέλιμον , συστάσεις τε καὶ φιλίας καινοτέρας ἐπικτῶνται καὶ συνηθείας , καὶ ἐπιπλοκαῖς ἀρρενικῶν καὶ θηλυκῶν περιτρέπονται

Back