. Οἱ δὲ φασὶν οὐ τὴν πόλιν , ἀλλὰ τὴν ἡρωΐδα Χαλκίδα εἰρῆσθαι . Κόμβην γὰρ φασὶ , τὴν ἐπικληθεῖσαν
ἄλλως : ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων : πρὸς τὴν ἡρωΐδα ἀφ ' ἧς ἡ πόλις : ἀπὸ γὰρ τῆς
5810155 μετεστρεψεν
φίλα μᾶτερ ] * Πρὸς τὴν ἡρωΐδα Αἴγιναν τὸν λόγον μετέστρεψεν , ἀφ ' ἧς καὶ ἡ νῆσος ὀνομάζεται ,
ἂν γαμουμένη , ἀλλὰ τὸν Ἰάσονος λόγον ἐφ ' ἑαυτῆς μετέστρεψεν . γαμεῖ μὲν γὰρ ὁ ἀνὴρ , γαμεῖται δὲ
5704797 χαλκευτικην
οἰκοδομίαν ? ? , οἷον οἰκοδομικήν , τεκτονικήν ? , χαλκευτικήν , ζωγραφικὴν καὶ ? τὰς τοιαύτας ? . [
τῶν ἀπὸ σεμνῶν εἰς εὐτελῆ μεταβαινόντων οἷον ἀπὸ γραμματικῆς εἰς χαλκευτικήν . Ἀργυρὰν λιμόν : τοῖς ἀπειθοῦσιν ὁ Ἀπόλλων ἠπείλησε
5625114 τετραμμενην
' αὐτὴν τὴν διώρυχα , ἐς τὸ πρὸς Εὔβοιαν πέλαγος τετραμμένην , τὰς δὲ ἄλλας Θυσσὸν καὶ Κλεωνὰς καὶ Ἀκροθῴους
ὁρᾷ , ἔπειτα δὲ τὴν πρὸς Εὔβοιάν τε καὶ Ἄνδρον τετραμμένην . Περικλῆς δὲ στρατηγὸς ὢν καὶ τότε περὶ μὲν
5598507 μεταμορφουμενην
ἔπη τὴν Νέμεσιν ποιεῖ διωκομένην ὑπὸ Διὸς καὶ εἰς ἰχθὺν μεταμορφουμένην , ἣ Διοσκούρους καὶ Ἑλένην ἔτεκε . φησί που
πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν : πάλαι γὰρ τῆς παραδόξου ταύτης θέας
5590727 γινου
ἰδέαν δημιουργεῖς , εἰ μὲν θεατὴς ὢν τυγχάνεις , μιμητὴς γίνου τῆς θέας : ἂν δὲ τὸ εἶδος ἀκοῇ παραλάβῃς
ἐπιβόητος δὲ ὁ μοχθηρὰν ἔχων τὴν φήμην . ἴσθι καὶ γίνου διαφέρει , ὅτι τὸ ἴσθι σημαίνει τὸ γίνωσκε :
5550333 Σαρραν
οἰκητόρων , οὓς τὸ διπλοῦν σπήλαιον ζυγάδην κεχώρηκεν , Ἀβραὰμ Σάρραν , Ἰσαὰκ Ῥεβέκκαν , Λείαν Ἰακώβ , ἀρετὰς καὶ
αὐτοῦ Σάρας νῦν ἐροῦμεν : καὶ γὰρ αὕτη μετονομάζεται εἰς Σάρραν κατὰ τὴν τοῦ ἑνὸς στοιχείου πρόσθεσιν τοῦ ῥῶ .
5478215 Μουσαν
καὶ καρτερίᾳ περιεγένετο . καὶ ἐν ἑκατέρῳ τῶν προοιμίων τὴν Μοῦσαν παρακαλεῖ , ἵνα θειοτέραν καὶ μείζονα τὴν δόξαν τῶν
γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας : ὁ λόγος ἐρωτηματικὸς πρὸς τὴν Μοῦσαν : τίς γὰρ ἀρχὴ τοῦ πλοῦ ; ποῖος δὲ
5451627 ὁρμασω
Διὸς ἀπωτάτω κεῖται καλὸς θησαυρὸς ὅτῳ προσέβα ποίαν δῆθ ' ὁρμάσω , ταύταν ἢ κείναν , κείναν ἢ ταύταν ;
τύχα δέ μοι ξυνάπτοι ποδὸς ἅλματι † εὐκλείας χάριν ἔνθεν ὁρμάσω τᾶσδ ' ἀπὸ πέτρας πηδήσασα πυρὸς ἔσω † σῶμά
5437997 νομοθετικην
δ ' αὖ τὰς ἐπὶ τῆς ψυχῆς , τήν τε νομοθετικὴν καὶ τὴν δικαιοσύνην . αὐτὴ δ ' ἡ φρόνησις
, ὁ καθαρώτατος νοῦς , ὁ ἀστεῖος ὄντως , ὁ νομοθετικὴν ὁμοῦ καὶ προφητείαν ἐνθουσιώσῃ καὶ θεοφορήτῳ σοφίᾳ λαβών ,
5419462 ἀπαγγελιαν
συνεχὲς περιλαμβάνουσαι μέχρι τῆς τελευτῆς ἀπηρτισμένην τὴν τῶν πράξεων ἔχουσιν ἀπαγγελίαν . ὅταν δ ' ἡ φύσις αὐτὴ τῶν πραχθέντων
καθολικῶς τριχῇ , κατὰ γνώμην , κατὰ σχῆμα , κατὰ ἀπαγγελίαν . κατὰ μὲν γνώμην , ὅταν τις μὴ χωρίζῃ
5377802 πυραμιδα
Α σημεῖον , πρὸς τὴν ἐν τῇ ἑτέρᾳ σφαίρᾳ ὁμοιοταγῆ πυραμίδα τριπλασίονα λόγον ἔχει , ἤπερ ἡ ὁμόλογος πλευρὰ πρὸς
ΑΔΕ βάσιν , οὕτως ἡ ΑΒΓΔΜ πυραμὶς πρὸς τὴν ΑΔΕΜ πυραμίδα . καὶ συνθέντι πάλιν , ὡς ἡ ΑΒΓΔΕ βάσις
5355225 ὑπερβαινεις
ἐστιν εἶναι , εἴπερ γε τοῦ ἴσου μέμνησαι καὶ μὴ ὑπερβαίνεις τὴν γεωμετρίαν ἑκών . καὶ μὴν καὶ ὁ Σωκράτης
ἀληθὲς οὐδὲ ἓν λέγειν γυνή . τοὺς τῆς γαμετῆς ὅρους ὑπερβαίνεις , γύναι , διὰ τὴν λαλιάν : πέρας γὰρ
5233848 θυννιδα
φησίν : ὃ μὲν γὰρ αὐτῶν ἡσυχῇ τε καὶ ῥύβδην θυννίδα τε καὶ μυττωτὸν ἡμέρας πάσας δαινύμενος , ὥσπερ Λαμψακηνὸς
ὄρκυνόν φησι λέγειν τοὺς Ἀττικούς . Σώστρατος δὲ τὴν πηλαμύδα θυννίδα καλεῖσθαί φησι , μείζω δὲ γινομένην θύννον , ἔτι
5225844 πλεονεκτουσαν
λοιπὸν περὶ τῶν ἐκτὸς τῶν ἀγγείων ἐχόντων τὴν ὑποκειμένην καὶ πλεονεκτοῦσαν ὕλην , λέγω δὴ ἀμφημερινῶν , τριταίων , τεταρταίων
λοιπὸν περὶ τῶν ἑκτὸς τῶν ἀγγείων ἐχόντων τὴν ὑποκειμένην καὶ πλεονεκτοῦσαν ὕλην , λέγω δὴ ἀμφημερινῶν , τριταίων , τεταρταίων
5209587 ποιητα
γραφεῖον ἐξηρτημένον ἔχοντ ' , Ἀπόκριναί , φησιν , ὦ ποιητά μοι , τί βουλόμενος ἔγραψας ἐν τραγῳδίᾳ ἔρρ '
καὶ ἀπὸ τούτων ἐπὶ τὰ νοατά : ταῦτα δὲ σύμφωνα ποιητά , θεωρούμενα δι ' αὐτῶν ἀλάθεα . διωρισμένων δὲ
5208488 ἐνεργητικην
πρὸς τὸ κτῆμα συντρέχουσα διάθεσις , ἐάν τε κατ ' ἐνεργητικὴν ᾖ ἐκφορὰν ἐάν τε κατὰ παθητικήν , μόνως ἀναλύεται
εὐκτικῇ καὶ ἐπὶ τῶν ὑπολοίπων , οὐ μὴν κατὰ διάθεσιν ἐνεργητικὴν ἢ παθητικήν : ἢ καὶ ἔτι οἷς μὲν μετὰ
5194155 καρυς
: παρὰ τὸ κάρη ἢ τὸ κάρηνον ἀποκοπῇ τοῦ νον κάρυς τίς ἐστι καὶ κόρυς , τροπῇ τοῦ α εἰς
κόρυς : κόρυς : ἡ περικεφαλαία . παρὰ τὸ κάρη κάρυς καὶ τροπῇ τοῦ α εἰς ο κόρυς . ἢ
5190694 ἡρωιδα
υἱὸν δὲ ἀντὶ τοῦ πολίτην . δύναται καὶ αὐτὴν τὴν ἡρωίδα λέγειν , υἱὸν δὲ Ὀποῦντα . αὐτὴν , τὴν
. Αἴγινα , φίλα μᾶτερ : τὸν λόγον πρὸς τὴν ἡρωίδα ἀπέστρεψεν , ἀφ ' ἧς καὶ ἡ νῆσος .
5187447 ἐλαχες
οὖν οὕτω ταῦτ ' ἔχει , ἀνάγκη καὶ σοὶ ἥνπερ ἔλαχες τέχνην στέργειν καὶ τὰ παρὰ τοῦ Διὸς ἐπιτεταγμένα σοι
σαυτοῦ πατέων : τοῦτο ἀπὸ τῆς παροιμίας : Σπάρταν ἣν ἔλαχες κόσμει . λέγει δὲ τὸ χωρίον ἤτοι τὸν τόπον
5169991 φοινικοπεζαν
: τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων , ἄρτια μηδόμενος , φοινικόπεζαν ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατˈρὸς ἑορτάν καὶ Ζηνὸς Αἰτναίου
τὴν ἀνθηρὸν [ καὶ ἐρυθρὸν ] ἔχουσαν πόδα . ἢ φοινικόπεζαν , τὴν ἐρυθρόπουν , ἀπὸ μέρους καλήν : πέζα
5168322 φρασιν
καὶ σημειωδῶν ὀνομάτων τὴν ἀπειροκαλίαν , κατὰ δὲ τὴν τροπικὴν φράσιν ὀλίγον τι διαλλάττει τῆς Λυσίου καὶ κέκραται συμμέτρως ,
ἔχειν τῶν οὔτε κατὰ τὰς οἰκονομίας κατορθουμένων οὔτε κατὰ τὴν φράσιν ἀνεγκλήτων . Ἐν μὲν οὖν τῇ δευτέρᾳ βύβλῳ τὴν
5151152 πρακτικην
πόδα πάρεχε , εἰς δὲ ποδόνιπτρον τὸν εὐώνυμον εἰς τὴν πρακτικὴν φρόνησιν παρακαλεῖ , τὰς μὲν σπουδαίας πράξεις ὡς δεξιὰς
σύμμιξις : ἐν ταὐτῷ γὰρ παρορμᾶν ἐπιχειρεῖ εἴς τε τὴν πρακτικὴν καὶ θεωρητικὴν φιλοσοφίαν . τὸ μὲν γὰρ κτήσασθαι φρόνησιν
5145999 ἐληλυθα
τι , πρᾶγμά [ ] τι τοιοῦτον ἀγγελῶν [ ] ἐλήλυθα , κατὰ τὴν [ ] Ἰωνίαν πάλαι γεγενημένον [
. Ἐπὶ πείρᾳ δοὺς τριάκονθ ' ἡμέρας . Ὄρνεις φέρων ἐλήλυθα . Ὄρνιθας ἀποστέλλει . Βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ
5120042 θεοσδοτον
] Φέροντι ] Διεξάγουσι καὶ διοικοῦσι . Χ Καὶ τὰν θεόσδοτον δύναμιν ] * Τὸ σημεῖον τέθειται τὸ Χ ,
οὗ τὰ ἄλλα εἵνεκα ; εἰ γὰρ τὸ εὖ μὴ θεόσδοτον , κρεῖττον ὂν τοῦ ἁπλῶς , ἔσται τις αἰτία
5114841 Ἐρατω
τοῦ τέρπειν τοὺς ἀκροατὰς τοῖς ἐκ παιδείας περιγινομένοις ἀγαθοῖς , Ἐρατὼ δ ' ἀπὸ τοῦ τοὺς παιδευθέντας ποθεινοὺς καὶ ἐπεράστους
ἔτι παλαιότερα καὶ μαντεύοιτο οὗτος ὁ θεός , προφῆτιν δὲ Ἐρατὼ Νύμφην αὐτῷ γενέσθαι ταύτην ἣ Ἀρκάδι τῷ Καλλιστοῦς συνῴκησε
5104305 ἀντισπαστικην
τοιοῦτον . ἔστι δὲ πυκνὸν καὶ τὸ τὴν δευτέραν μόνην ἀντισπαστικὴν ἔχον , ᾧ μέτρῳ ἔγραψεν ᾄσματα καὶ Σαπφὼ ἐπὶ
Τῶν δὲ τριμέτρων τὸ μὲν καταληκτικὸν τὸ μόνην τὴν πρώτην ἀντισπαστικὴν ἔχον , τὰς δὲ ἑξῆς ἄλλας ἰαμβικὰς Φαλαίκειον καλεῖται
5103250 καταξω
κατάγω . κατάξω ] εἰσάξω . κατάξω ] φέρω . κατάξω ] καταβιβάσω . κατάξω ] + εἰσάξω εἰς τὴν
τοὺς παῖδας πέμψω εἰς Ἅιδην : ὁ δὲ πρέσβυς τὸ κατάξω νοεῖ ὅτι πέμψω πρὸς τὸν Ἰάσονα ἠλλοτριωμένους μου τοὺς
5083669 Βια
. Βίοι ἀνθρώπων καὶ φυτῶν σπέρματα συνεξομοιοῦνται ταῖς χώραις . Βία πενήτων , πλουσίων παράκλησις : παρόσον οἱ μὲν πένητες
, , . , . , + . . . Βία : ἡ δύναμις , ἀλλὰ καὶ ἡ ἐκ δυναστείας
5079701 καλλισφυρον
δὲ μετ ' ἀθανάτοισι θεοῖσι τέρπεται ἐν θαλίαις καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην . τὸν δ ' οὖν Ἡρακλέα λέγουσι καταλεγόμενον
] ἀραρυῖαν [ ] ἣ δ ' ἔτεκεν Δανάην ] καλλίσφυρον ? [ ] [ ἐν μεγάροισιν ] ? [
5077571 ἑλξω
λογισμόν : „ ἴσως τὴν ἀπειλὴν πρὸς ἑτέρους οὖσαν αὐτὸς ἕλξω περιεργίας ὁμοῦ καὶ προπετείας καὶ θράσους ὑπόληψιν ἐξενεγκάμενος .
, φησὶ , πρὸς κέντρα οὐ λακτίζω , ἀλλὰ εἴξας ἕλξω τὸν ζυγὸν , ὅ ἐστι τὸ ἔργον τοῦ βίου
5074101 εὐκτικην
τις λέγων , εἰ διὰ τοῦτο προτετάχθαι τῆς προστακτικῆς τὴν εὐκτικὴν ὁ λόγος ἐδικαίωσε , διὰ τὸ τὴν μὲν δύο
προστακτικωτέραν ὑπαγορεύει , ᾗ καὶ ἐν δευτέροις προσώποις συγχρώμεθα τὴν εὐκτικὴν παραπεμπόμενοι , οὕτως ἐχόντων καὶ τῶν Ὁμηρικῶν ἄνδρα μοι
5063900 ἀποπεμπω
γενικήν , ὡς τὸ φεύγω φόνου : καὶ διώκω τὸ ἀποπέμπω πρὸς αἰτιατικήν , διώκω δὲ τὸ κατηγορῶ τὸ μὲν
τε ῥύομαί τε καί σφι συῶν τὸν ἄριστον ἐῢ κρίνας ἀποπέμπω . ” ὣς φάθ ' : ὁ δ '
5062442 ἀνεξαπατητον
ὠφέλησε τὸν ἀνθρώπινον βίον , διὰ μὲν τοῦ λογικοῦ πρὸς ἀνεξαπάτητον ἑρμηνείαν , διὰ | δὲ τοῦ ἠθικοῦ πρὸς τὴν
φησίν , καὶ ἐν ταῖς ὕλαις ταύταις γενόμενον διαφυλάξαι τὸ ἀνεξαπάτητον . Τίνα ; τὸν καλὸν καὶ ἀγαθόν . σοὶ
5055476 σιωπηλως
ἀπὸ κράσεως ὄν . οὐ σῖγα ] + ἤγουν οὐ σιωπηλῶς ἕξεις , ἤτοι οὐ σιωπᾶς ; οὐ σῖγα ]
τὸ γα μακρόν , ἀλλὰ οὐ σῖγα , ἤγουν οὐ σιωπηλῶς ἕξεις , ἵν ' εἴη τὸ σῖγα ἐπίρρημα καὶ
5055444 Νειλωτιν
ὁ καταβασμὸς ὁδηγήσει σε καὶ ἄξει εἰς τὴν γῆν τὴν Νειλῶτιν , ἤγουν τὴν Αἰγυπτίαν , τὴν τρίγωνον . διὰ
ἐστόρεσεν πάταγον , Εἰρήνης μόχθους εὐώπιδος ἔνθα κλαδεύσας γῆν ἐπὶ Νειλῶτιν νίσετο γηθαλέος εὐνομίης ? [ ] ? φόρτοισι καὶ
5047543 Ὑγιειαν
, νόσον κτήσηται ; Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε . Ὑγίειαν δὲ κτησάμενος ἀπὸ ἑστιάσεως κέρδος ἂν κτήσαιτο ἢ ζημίαν
ἀκράτου τῷ | διδόντι ἐκπιεῖν παιδὶ | τὸν εἰς τὴν Ὑγίειαν παιᾶνα | ᾄσας τὸν ποιηθέντα | ὑπὸ Ἀρίφρονος τοῦ
5034047 τελεωτεραν
κέκριται ; Ταῦτα ὡς ἐν τῷ παρόντι : τὴν δὲ τελεωτέραν μέθοδον ὕστερον εἴσῃ . Ἐγκώμιόν ἐστιν ἔκθεσις τῶν προσόντων
ἀρξάμενος , τῆς τέχνης , εἶτα εἰς τὴν ἐπιστήμην ὡς τελεωτέραν προβάς , τὴν δὲ φρόνησιν σοφίᾳ καὶ νῷ συνέταξε
5028066 ἑρμηνειαν
καὶ εὐδαιμονισμοῖς γεραίρῃ τὸν τῶν ὅλων πατέρα , τὰς πρὸς ἑρμηνείαν ἁπάσας ἀρετὰς εἰς ἓν τοῦτο μόνον ἔργον συγκροτῶν καὶ
. ἁπλῶς ἂν ὁ λόγος ἦν καὶ κατ ' εὐθεῖαν ἑρμηνείαν ἐκφερόμενος , εἴ τις οὕτως κατεσκεύασεν αὐτόν : πολλῶν
5023330 ἐλθε
ὁ πίνων , συμπότης ὁ συμπίνων . δεῦρ ' ] ἐλθέ , ἔπελθε , ἄγε . , ἐνταῦθα . .
σοὶ δ ' εἰσὶ δίκαι θνητῶν , πανυπέρτατε δαῖμον . ἐλθέ , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἐπιτάρροθος αἰεί
5015523 ἀφραστον
ἱστόρηκεν , ἐκ λίμνης τινός , ἧς τὸ πέρας ἐστὶν ἄφραστον . . , : , , , , .
ἱστόρηκεν , ἐκ λίμνης τινὸς , ἧς τὸ πέρας ἐστὶν ἄφραστον . Ἐξίησι δὲ δίστομον ἔχων τὸ ῥεῖθρον εἰς τὴν
5013623 ἀφηγησιν
εἰσάγεται , μετὰ μέντοι ὀρθότητος διαρκοῦς , καὶ πραγμάτων τινῶν ἀφήγησιν ἔχει , ἀλλ ' οὐκ αὔξησίν τινα τούτων οὐδὲ
ὅσα ἄλλα ἐφ ' ἡδονῇ μᾶλλόν τι πεποίηται ἢ ἐς ἀφήγησιν τῶν ὄντων , ὡς τά γε κατ ' Ἰνδοὺς
5011846 σπαρτην
αὐτῆς τὸ οἰκοδομούμενον . τίς δὲ ἡ αἰτία τοῦ τὴν σπάρτην ἐξηρτημένην ἑαυτῆς τὴν μόλιβδον ἔχουσαν τῇ οἰκοδομικῇ συμβάλλεσθαι πρὸς
: ἤγουν τὴν ἀγαπῶσαν φίλει . Τὸν λίθον πρὸς τὴν σπάρτην κατὰ τὴν Δωρικὴν παροιμίαν ἄγοντες . Τὸν πόκον περικείρεσθαι
5011817 νομοθεσιαν
χρόνῳ παρά γε ἡμῖν τοῖς Ἕλλησι , [ ποίησιν ἢ νομοθεσίαν ] , οὐκ ἂν ἔχοιμι διατεινόμενος εἰπεῖν ἐν τῷ
σοι διηκριβωμένα διὰ τὸ καὶ φιλοσοφωτέραν εἶναι καὶ ἀκέραιον τὴν νομοθεσίαν ταύτην ὡς ἂν οὖσαν θείαν . διὸ πόρρω γεγόνασιν
5010322 κιδαριν
λευκὰς στολὰς περιβαλέσθαι , αὐτὸς δὲ περιεβάλετο στολὴν ἱερὰν καὶ κίδαριν καὶ διάδημα κατὰ τῆς κεφαλῆς ἔχον κέρατα διάλιθα .
καὶ ἀναξυρίς , καὶ τιάρα , ἣν καὶ κυρβασίαν καὶ κίδαριν καὶ πῖλον καλοῦσιν . ὁ δὲ κάνδυς ὁ μὲν
5006079 εὐπειθειαν
τῆς ἀρχῆς , ἣν ἐκόσμησαν , παρὰ δὲ τῶν πολλῶν εὐπείθειαν . καὶ οἰητέον ὑγιαίνοντος ζῴου μηδὲν διαφέρειν τὴν μεγάλην
δὲ τοῖς μὴ κατὰ νόμον ἄρχουσι ποιεῖν τὸ κελευόμενον οὐκ εὐπείθειαν εἶναι καὶ εὐσέβειαν , ἀλλ ' ἄνοιαν καὶ μανίαν
4999004 Σαθωνα
' αὐτοῦ τοῦ Πλάτωνος ἀπέσχετο , ἀλλὰ καλέσας αὐτὸν φορτικῶς Σάθωνα τὸν ταύτην ἔχοντα τὴν ἐπιγραφὴν διάλογον ἐξέδωκεν . Ἡγήσανδρος
; καὶ διδάσκοντος ὅτι περιτρέπεται , ἔγραψε διάλογον κατὰ Πλάτωνος Σάθωνα ἐπιγράψας : ἐξ οὗ διετέλουν ἀλλοτρίως ἔχοντες πρὸς ἀλλήλους
4996393 δεσποτιν
χρόνους ἢ πόνους ἔχει βραχεῖς , τὴν δὲ ὑπό τινων δεσπότιν εἰσαγομένην πάντων ἐγγελῶντος εἱμαρμένην καὶ μᾶλλον ἃ μὲν κατ
; φράζε μοι σαφέστερον . γυναῖκ ' ἐφ ' ἡμῖν δεσπότιν δόμων ἔχει . οὔ που τετόλμηκ ' ἔργον αἴσχιστον
4995736 Στοαν
ἕκαστον ἀκατάληπτον εἶναι . . . . ὁ Ἀντίοχος τὴν Στοὰν μετήγαγεν εἰς τὴν Ἀκαδημίαν , ὡς καὶ εἰρῆσθαι ἐπ
. νῦν δὲ ἐπεὶ τὰ Στωϊκῶν προετίμησας , πρὸς τὴν Στοὰν ἀποτετάσθαι ὁ λόγος ἔδοξεν οὐδὲν ἐξαίρετον πρὸς αὐτὴν ἔχων
4985727 Ὀδυσσειαν
ἐξ οὗ καὶ ἀλαβανδιακὸς σολοικισμός , ὡς Φιλόξενος ὁ τὴν Ὀδύσσειαν ἐξηγούμενος , ὅταν ἡ μὴ ἀπαγόρευσις ἀντὶ τῆς οὐ
, , ἐν ὑπομνήματι Ἀνδρονίκου εἰς τὸ δος Ἀριστονίκου εἰς Ὀδύσσειαν . . . . , . ὣς ἄρ '
4983320 τεκτονικην
εἶναι βέβαιον ὅτι μηδ ' ἡ θάλαττα βεβαία ἀνθρώποις , τεκτονικήν τε καὶ χαλκευτικὴν πᾶσαν φθαρτὰ ἐργάζεσθαι τῷ νόμῳ ,
τοῦ ἔργου , ἐπεὶ θῶμεν ἐν τοῖς ξύλοις εἶναι τὴν τεκτονικήν , καὶ οὐκ ἂν ἕτερον τρόπον ἐργάσαιτο τὴν κλίνην
4983021 νεαιρετον
δάμαλιν Σοφοκλῆς ἔφη γηγενῆ βούβαλιν , καὶ Αἰσχύλος λεοντόχορτον βούβαλιν νεαίρετον . χ : σάκος γέρον ] λέγει δέ που
Σοφοκλῆς ἔφη γηγενῆ βούβαλιν , καὶ Αἰσχύλος : λεοντοχόρταν βούβαλιν νεαίρετον . καὶ ὅτι αἶγες καὶ ὄιες θήλειαι κέρατα πολλάκις
4982067 Σωφροσυνην
καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν δὲ ἀρετῶν οὕτως ἀκούειν παραγγέλλουσι . Σωφροσύνην δ ' εἶναι ἐπιστήμην αἱρετῶν καὶ φευκτῶν καὶ οὐδετέρων
γὰρ ἔρις μακάρεσσιν ἔην , οὐκ ἂν πόλος ἔστη . Σωφροσύνην ἀσκεῖν , αἰσχρῶν δ ' ἔργων ἀπέχεσθαι . μὴ
4979868 καλλιλογιαν
τῆς δὲ Θουκυδίδου καὶ Γοργίου τὴν μεγαλοπρέπειαν καὶ σεμνότητα καὶ καλλιλογίαν εἴληφε . καὶ εἰς μὲν τὸ διδάξαι τὸν ἀκροατὴν
ἐργάσασθαι λέξιν καλὴν ἐν τῷ συντιθέναι τὰς φωνάς , ὅσα καλλιλογίαν ἢ μεγαλοπρέπειαν ἢ σεμνότητα περιείληφεν ὀνόματα , εἰς ταὐτὸ
4970699 Πολυμνια
Ἑλικῶνος ἀγαθὰ ἔχουσα , οὐχ ὥσπερ ἡ Κλειὼ καὶ ἡ Πολύμνια καὶ ἡ Καλλιόπη καὶ αἱ ἄλλαι ἕν τι ἑκάστη
ἱστορία . ἡ Πειθὼ μία ἐστὶ τῶν Χαρίτων , ἡ Πολύμνια δὲ μία ἐστὶ τῶν Μουσῶν . οὕτω μὲν ταῦτα
4969938 λημ
Τέθνηκεν ἡ τάλαινα ; Μηκέτ ' ἐκφοβοῦ μητρῷον ὥς σε λῆμ ' ἀτιμάσει ποτέ . ˘ – ˘ – ˘
τόνδε , καὶ γήρᾳ βαρύς . Ἰὼ τάλας . Ὅσον λῆμ ' ἔχων ἀφίκου , ξέν ' , εἰ τάδε
4957048 ἀφορᾳ
Ἀλλ ' ὁ ἀκούων , φής , πρὸς τὰ σημαινόμενα ἀφορᾷ , ὥστε αὐτάρκης ἡ αὐτὴ μένουσα ἔννοια , κἂν
δὲ τέχνη οἶδεν τὴν ὁδόν , καὶ πρὸς τὸν οὐρανὸν ἀφορᾷ , καὶ τοὺς λιμένας γνωρίζει . Πέπονθεν δὲ αὐτὸ
4945224 εὐρυθμιαν
. 〛 [ λόγων ἐμμέλειαν : Ὅτι καταχρηστικῶς νῦν τὴν εὐρυθμίαν . κυρίως γὰρ ἡ μετὰ μέλους τραγικὴ ὄρχησις .
ἐπάγειν εἰώθαμεν . πλὴν τό γε κατὰ τὴν ἄλλην αὐτοῦ εὐρυθμίαν θαυμαστὸν καὶ τοῦτο γέγονε τὸ συνεχεῖς τὰς διαστάσεις ἑνὶ
4941222 χαριζομενη
ποιεῖν εἰωθώς . Ἡ διάλεξις μῆκος ἀποστρέφεται λόγου τῷ νυμφίῳ χαριζομένη καὶ μιμουμένη τῶν τελουμένων τὴν ἡδονὴν ἁβροτέροις ἀνθεῖ διηγήμασιν
αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , εἴδατα πόλλ ' ἐπιθεῖσα , χαριζομένη παρεόντων . [ δαιτρὸς δὲ κρειῶν πίνακας παρέθηκεν ἀείρας
4934761 κἀγαθην
τὸ νεανισκεύειν ἐν Δήμοις γυναῖκ ' ἔχοντα μάλα καλήν τε κἀγαθήν . αὕτη νεανισκοῦντος ἐπεθύμησέ μου . . , .
ἵνα σπλάγχνοισι συγγενώμεθα . γυναῖκ ' ἔχοντα μάλα καλήν τε κἀγαθήν : αὕτη νεανικοῦντος ἐπεθύμησέ μου . τοιαῦτα μέντοι νιγλαρεύων
4928085 πειθω
, πῶς οὐ χρὴ τὴν ἀπὸ τῶν ἔργων ἕξειν αὐτὰ πειθὼ βεβαιοτέραν ; ἔτι δὲ εὔθυμός εἰμι καὶ διὰ τὸ
διὰ τῶν λόγῳ τε καὶ πείρᾳ γινωσκομένων οἱ μὲν ἐς πειθὼ προαγόμεθα , οἱ δὲ τὰ ἐς αὐτὴν πραγματευόμεθα .
4915161 Κλειω
δὲ προσηγορίᾳ τὸν οἰκεῖον λόγον ἀπονέμοντές φασιν ὠνομάσθαι τὴν μὲν Κλειὼ διὰ τὸ τὸν ἐκ τῆς ποιήσεως τῶν ἐγκωμιαζομένων ἔπαινον
τὰ ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος ἀγαθὰ ἔχουσα , οὐχ ὥσπερ ἡ Κλειὼ καὶ ἡ Πολύμνια καὶ ἡ Καλλιόπη καὶ αἱ ἄλλαι
4905384 Ἀρκεσιλᾳ
καὶ τὸν υἱδοῦν βασιλέα καταστήσασα τοὺς ἀντιταξαμένους τῷ υἱῷ αὐτῆς Ἀρκεσίλᾳ κατὰ θάλατταν εἰς Αἴγυπτον ἀπέστειλεν . ἐπιπαραγενομένη δὲ αὐτὴ
καὶ ἀκίνητος , θεῶν νομιζομένη , ὥς φησι Κλέαρχος ἐν Ἀρκεσίλᾳ . διαζῶντες . γρ . διαζῶντες : τοῦ πατριάρχου
4903558 μαχλος
οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους , οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης . Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος ,
τὸ γόνος , οἱονεὶ λαγόνης ὁ λίαν πολύγονος . ] μάχλος δέ , [ ἀφ ' οὗ καὶ ἡ κατὰ
4900467 μαιαν
θεός . περικεφαλαίαν εἶχεν ὥστε δοκεῖν κύειν . ὡς τὴν μαῖαν : Ἀντὶ τοῦ ὡς πρός . ἄρρεν παιδίον :
βεβακχιωμένην βροτοῖσι κλεινὴν Νῦσαν , ἣν ὁ βούκερως Ἴακχος αὑτῷ μαῖαν ἡδίστην νέμει , ὅπου τίς ὄρνις οὐχὶ κλαγγάνει ;
4899456 μαιευτικην
Σωκράτη [ Σωκράτην ] λέγοντα , ὅτι τέχνην ἔχω τὴν μαιευτικήν , καὶ διὰ ταύτης ποιῶ τοὺς νέους ἀποτίκτειν τὰ
οὖν διὰ τῆς λέξεως ταύτης κωμῳδεῖ Σωκράτην λέγοντα ” ἔχω μαιευτικήν , καὶ . . . ἀποτίκτειν κυήματα τῆς ψυχῆς
4897177 λεληκας
' ἐν νεφέεσσι φέρων , προσέειπεν : δαιμονίη , τί λέληκας , ἔχει νύ σε πολλὸν ἀρείων . Ἡ δ
ὡς καὶ Ἡσίοδός φησι [ . ] δαιμονίη , τί λέληκας περὶ ἀηδόνος λέγων . ὁ δὲ παρὼν τραγῳδὸς καὶ
4894629 κλησιν
δὲ καὶ τὸ μὴ γενέσθαι βλάβην ἡμῖν τὴν νῦν γε κλῆσιν , φασὶ γὰρ κεκλῆσθαι πανταχόθεν ἐκεῖσε πάντας ὅσοι καθεστᾶσιν
. διερρυηκόσιν ] κεχαλασμένοις καὶ κεχηνόσιν , οὐ συνεστραμμένοις . κλῆσιν : τὴν μαρτυρίαν . χαύνωσιν : λύσιν τῶν δικῶν
4891786 ὑποτρηχυν
Ἀρχέστρατός φησιν : εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην τήν θ ' ὑπότρηχυν βούγλωσσον . τῶν δὲ βουγλώσσων διαλλάττοντές εἰσιν οἱ κυνόγλωσσοι
δ ' ἀκόλαστος . εἶτα λαβεῖν ψῆτταν μεγάλην καὶ τὴν ὑπότρηχυν βούγλωσσον , ταύτην δὲ θέρευς περὶ Χαλκίδα κεδνήν .
4888112 Ἀρητην
καὶ παῖδας καὶ κῦδος ἀπορθήτοιο πόληος . ” Τοῖα μὲν Ἀρήτην γουνάζετο δάκρυ χέουσα : τοῖα δ ' ἀριστήων ἐπαμοιβαδὶς
, ἥν οἱ περίχευεν Ἀθήνη , ὄφρ ' ἵκετ ' Ἀρήτην τε καὶ Ἀλκίνοον βασιλῆα . ἀμφὶ δ ' ἄρ
4887301 πολυστροφον
γὰρ , φησὶν , ἐγγράφου ταῖς σαῖς διανοίαις τὴν σὴν πολύστροφον πλάνην , ὅταν περάσῃς τὸν ποταμὸν τὸν Τάναϊν :
πολυειδέα : πολλοὺς ἀνθρώπους ἔχοντα , ποικίλον . ποικιλοδίνην : πολύστροφον . Τοίδ ' : οἱ γεννήτορες , οὗτοι ,
4879594 στονοεν
θεοῖς τοῖς πάρος ἐνδείκνυσιν αἰχμάν . πρόπασα δ ' ἤδη στονόεν λέλακε χώρα , μεγαλοσχήμονά τ ' ἀρχαιοπρεπῆ – ˘˘
λέγει . ἅπασα δὲ χώρα ἤδη λέλακε καὶ ἠχεῖ ἤχημα στονόεν , ἤγουν στεναγμοῦ γέμον τε καὶ οἰκτρὸν , καὶ
4877292 γραμματικην
παίδευσιν , μουσικήν τε καὶ γεωμετρίαν , μάλιστα δὲ καὶ γραμματικήν . ἤδη δὲ Ὀππιανοῦ περὶ τριάκοντα ἔτη γεγονότος ,
' ἕξιν , ὡς ἐπὶ τοῦ τελείου μὲν κατὰ τὴν γραμματικήν , μὴ ἐνεργοῦντος δὲ κατ ' αὐτήν , ἢ
4873443 κλησις
κλῆσις δὲ τοῖς σύμπασιν ἦν τρυγῳδία : χρόνῳ διῃρέθη δὲ κλῆσις εἰς τρία , κωμῳδίαν ἅμα τε καὶ τραγῳδίαν καὶ
ὀλίγα δὲ μέχρι τῆς τετάρτης προὔβαινεν : ἡ δὲ πέμπτη κλῆσις καὶ ἡ τελευταία παρείλκοντο . Τοῦτο τὸ πολίτευμα καταστησάμενος
4872871 αὐστηραν
διαπνεῖσθαι , τάχα δ ' ἐπεὶ τὴν ἐμμέλειαν ἀγριοφανῆ καὶ αὐστηρὰν ἀλλ ' οὐ πρὸς ἐπίδειξιν ἔχει . τῷ δὲ
' ἐστὶ τὰ θεωρήματα , οἷς χρησάμενος ὁ ἀνὴρ οὕτως αὐστηρὰν πεποίηκε τὴν ἁρμονίαν , δι ' ὀλίγων σημανῶ .
4869076 λῃδιον
Ἡ Γλυκέριον λαβοῦσα παρ ' ἐραστοῦ τινος Κορίνθιον παράπηχυ καινὸν λῄδιον ἔδωκεν εἰς κναφεῖον , εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ
ἡ Γλυκέριον λαβοῦσα παρ ' ἐραστοῦ τινος Κορίνθιον παράπηχυ καινὸν λῄδιον ἔδωκεν εἰς γναφεῖον : εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ
4867250 Ἀπελλης
Διομήδης Διογένης Ἀριστοφάνης , περισπῶνται δέ , οἷον Ναρσῆς Ἑρμῆς Ἀπελλῆς Σωσῆς , ταῦτα γὰρ περισπῶνται καὶ οὐκ ὀξύνονται :
λύσασα τὰς κώμας ἐνέβαινε τῇ θαλάσσῃ καὶ ἀπ ' αὐτῆς Ἀπελλῆς τὴν Ἀναδυομένην Ἀφροδίτην ἀνεγράψατο . καὶ Πραξιτέλης δὲ ὁ
4858827 προσφιλεστατη
τὸ δὲ σαφὲς οὕτως ἔχει : εἰ δὲ , ὦ προσφιλεστάτη ψυχὴ , ἀγῶνας φωνεῖν καὶ διακρίνειν θέλεις , μηκέτι
ἢ πολυφόρος Κέρκυρα , ἡ καὶ Φαιακία λεγομένη , ἡ προσφιλεστάτη τοῦ Ἀλκινόου χώρα . Ἐπὶ ταύτης δὲ καὶ τὸ
4856114 κωμικην
μὲν γὰρ αὐτῶν λυρικὴν κλῆσιν φέρει , ἄλλο τραγικήν , κωμικήν , μονῳδίαν καὶ σατυρικήν , καὶ διθύραμβον πάλιν :
Γ τὴν Πάρον φασίν , οἱ δὲ κατὰ παιδιὰν εἰρηκέναι κωμικήν . ἀπ ' ἰκρίων θεωροῦντες τοὺς δύο ὀβολοὺς παρεῖχον
4855570 Μελανιππη
, καὶ ὡς τέρας βούλεται κατακαῦσαι . βοηθοῦσα αὑτῇ ἡ Μελανίππη ἀποφαίνεσθαι πειρᾶται , ὅτι τέρας οὐδέν ἐστιν . οὕτω
τῆς αὐτῆς ἀδελφῆς ἢ Ἱππολύτη μὲν ἀνῃρέθη παρ ' Ἡρακλέος Μελανίππη δὲ παρὰ Τελαμῶνος . μετὰ θάνατον δὲ αὐτῆς ἔλαβε
4853154 Πολυδωρη
προβάτων εἶναι τὸ ὕδωρ , Θόη διὰ τὸ ταχύ , Πολυδώρη διὰ τὸ πολλὰ δωρήματα ἔχειν τοὺς ναύτας ἐξ αὐτῆς
υἱὸς Σπερχειοῖο διιπετέος ποταμοῖο : ὃν τέκε Πηλῆος θυγάτηρ καλὴ Πολυδώρη Σπερχειῷ ἀκάμαντι γυνὴ θεῷ εὐνηθεῖσα , αὐτὰρ ἐπίκλησιν Βώρῳ
4851003 διστομον
τινὸς , ἧς τὸ πέρας ἐστὶν ἄφραστον . Ἐξίησι δὲ δίστομον ἔχων τὸ ῥεῖθρον εἰς τὴν λεγομένην Μαιῶτιν , ἐς
τινός , ἧς τὸ πέρας ἐστὶν ἄφραστον . ἐξίησι δὲ δίστομον ἔχων τὸ ῥεῖθρον εἰς τὴν λεγομένην Μαιῶτιν εἰς τὸν
4850108 νενομιστ
τριακοστὴν πρώτην , ἀφ ' ἧς ὁ μὴν ἄρχεται . νενόμιστ ' ] ⌈ ἡ ἔνη καὶ νέα ἡ ἔννη
ἡ νέα . [ ἡ ἕνη καὶ νέα . ] νενόμιστ ' ] νενόμισται . ] οὐκ ἀνασχόμενος ὁ Στρεψιάδης
4849527 μισητην
Ἐς δ ' : εἰς δὲ ταύτην . Στυγερήν : μισητήν . πόθων : γράφεται πόνον . Ὡς δέ :
. δωμάτων ] ἀπὸ τῶν οἴκων αὐτῶν . στυγερὰν ] μισητήν . στυγερὰν ] ὀδυνηράν . στυγερὰν ] ἄτιμον .
4847850 ξυνεσιν
βραχυτέρας , οὕτω δι ' ἀλλοτρίων ἑρμηνειῶν πρὸς τὴν θεραπεύουσαν ξύνεσιν ἑρμηνευομένων . Ὅτι μὲν οὖν καὶ λόγους ἐν ἑωυτῇ
[ ' ἀφῆκ ' ἔπη : [ ] εν : ξύνεσιν δ ' ἔχον ? ? [ τέτραπον ἠδὲ δίπουν
4846993 γυμναστικην
τετράδων τοσαῦτα . * * * Τούτοις ἑπόμενοι σοφίαν τε γυμναστικὴν ἐνδειξόμεθα καὶ τοὺς ἀθλητὰς ἐπιῤῥώσομεν καὶ ἀνηβήσει τὰ στάδια
ὥσπερ γὰρ τῶν ἰατρῶν ὅσοι κομψοὶ καὶ τῶν περὶ τὴν γυμναστικὴν οἱ πλεῖστοι σχεδὸν ὁμολογοῦσιν ὅτι δεῖ τοὺς μέλλοντας ἀγαθοὺς
4842341 Καλλιοπη
διὰ φροντίδος ἐστὶν αὐτοῖς , ἤγουν τοῖς Λοκροῖς , ἡ Καλλιόπη , τουτέστι καὶ ποιητικοί εἰσι , καὶ ὁ Ἄρης
ἐπ ' ἄκρον , ἢ εἴπερ ἡ μήτηρ αὐτὸν ἡ Καλλιόπη κιθαρίζοντα ἐπῄνεσέ τε καὶ εἶπε καταψήσασα ἅμα τὴν κεφαλήν
4840625 ἀναγων
ἀθανάτων δὲ μόνον ὁδοὺς αὐτὰς ὑπάρχειν : ὁ γὰρ αἰγόκερως ἀνάγων τὰς ψυχὰς λύει μὲν αὐτῶν τὴν ἐν ἀνδράσι ζωήν
λέγειν ποτὲ τὰ χρήσιμα , ἵνα μὴ πάντα εἰς ἑαυτὸν ἀνάγων φορτικὸς εἶναι δοκῇ . τὸ σχῆμα προδιόρθωσις . μὴ
4840577 ἐπιτεινας
δὲ ἡ ἐμμετάβολος , οἷον εἴ τις κατὰ συναφὴν τετράχορδον ἐπιτείνας ταὐτὸν ἀνείη κατὰ διάζευξιν . πάλιν τῶν γενικῶν συστημάτων
τοῖς πολλοῖς ἑκόντος ταλαιπωροῦντος . οὐ γὰρ ταῖς τῶν στρατιωτῶν ἐπιτείνας κεφαλαῖς σανίδας , ὅπερ ἂν ἄλλος ἴσως ἐποίησεν ,
4834590 Ἠλεκτραν
νερτέροις μειλίγματα ; οὐδέν ποτ ' ἄλλο : καὶ γὰρ Ἠλέκτραν δοκῶ στείχειν ἀδελφὴν τὴν ἐμὴν πένθει λυγρῷ πρέπουσαν .
λίαν σαφῶς τὴν Φαίδραν αὐτὴν ὑποδείξῃ , ὑποκριτὴς δὲ τραγῳδίας Ἠλέκτραν Ὀρέστην αὐτῇ προστιθεὶς καὶ Πυλάδην , ὁ δέ γε
4827007 γεμω
μὴ παρ ' ὄνομα εἴη : τρέμω νέμω δέμω τέμω γέμω χρέμω βρέμω . σεσημείωται τὸ κρεμῶ περισπώμενον , ὁμοίως
ἡμῖν δεδήλωται . μετά γέ τοι τὴν τεκνοκτονίαν Ἡρακλῆς φησι γέμω κακῶν δὴ κοὐκέτ ' ἔσθ ' ὅποι τεθῇ .
4823946 ἀναφερων
συνέβη πεσεῖν τοὺς πάντας , ὧν ἕκαστον αὐτὸς εἰς ἑκατὸν ἀναφέρων δισχιλίους καὶ πεντακοσίους τοὺς ἀπολωλότας ἔλεγε . Ταῦτα μᾶλλον
πεποιηκέναι τὸ ἀδίκημα , ἄκων δὲ αὐτὸ φάσκῃ πεποιηκέναι , ἀναφέρων τὴν αἰτίαν ἐπὶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς , ἐπὶ
4820512 βασιλις
Κελαινὴ Προίτου θυγατέρες . μάχλους δὲ αὐτὰς ἡ τῆς Κύπρου βασιλὶς εἰργάσατο , ἐπὶ μέρους δὲ τῆς Πελοποννήσου ἔδραμόν φασι
δέσποινα , Θησέως δάμαρ . φεῦ φεῦ , πέπρακται : βασιλὶς οὐκέτ ' ἔστι δὴ γυνή , κρεμαστοῖς ἐν βρόχοις
4818415 Δωρι
ζάψ . Πτωκὰς κύπειρος Μᾶτερ ὦ ποντία κλῦθι Νυμφᾶν ἁβρᾶν Δῶρι , κυμοκτύπων τ ' ἤραν ' ἁλίων μυχῶν .
δ ' ἐν Μνηματίῳ φησίν : ψῦξον τὸν οἶνον , Δῶρι . Πρωταγορίδης δ ' ἐν βʹ τῶν κωμικῶν ἱστοριῶν
4817470 Ἀτοσσαν
Ὀροίτου τὸν Πολυκράτη ἀποκτείναντος . θεραπεύσας δ ' ὁ Δημοκήδης Ἄτοσσαν τὴν Δαρείου μὲν γυναῖκα , Κύρου δὲ θυγατέρα ,
ἴσον τῶν θεῶν ὁρμᾶται ἤτοι ἔρχεται . λέγει δὲ τὴν Ἄτοσσαν . . . προσπίτνω καὶ προσφθόγγοις δὲ : καὶ
4812408 φιλοσοφει
δέ , ὅτι φιλογυμναστεῖ , παρὰ πᾶσι δέ , ὅτι φιλοσοφεῖ καὶ πολλοὺς μὲν ἤδη τῶν Ἑλλήνων ἐπῆρε συμφιλοσοφῆσαι αὐτῷ
τοῦ περιπάτου , καὶ ἀναχωρήσας ἐν τῷ κήπῳ τῷ ἑαυτοῦ φιλοσοφεῖ . ὁ δὲ Ξενοκράτης ἀκούσας παραχρῆμα ἧκε πρὸς Πλάτωνα
4809932 μεγαληγοριαν
τούτοις ἄξια ζήλου τε καὶ μιμήσεως ἐφάνη , τήν τε μεγαληγορίαν τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὴν καλλιλογίαν καὶ τὴν δεινότητα καὶ
αὐτῷ καὶ ἐξήγγειλε περὶ αὐτοῦ τοιαῦτα ὥστε πρέπουσαν φαίνεσθαι τὴν μεγαληγορίαν αὐτοῦ τῇ διανοίᾳ . ἐκεῖνος γὰρ ἔφη ὁρῶν αὐτὸν
4809205 ἐτρεψεν
μάστιγος διὰ τοῦ γ κλιθέντα , καὶ τὸ ἀλώπεκος ὅτι ἔτρεψεν τὸ η εἰς ε : τὰ γὰρ εἰς διπλοῦν
πανταχόθεν ἐπικλύσαι τὴν Ἀττικήν , καὶ τὴν ἐν Βοιωτίᾳ παρασκευὴν ἔτρεψεν εἰς Πέρσας . οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει φαντασίαν ἐφεστηκὼς
4808615 ἐπικρισιν
ταῖς ἄλλαις δυνάμεσιν ἔστι χρῆσθαι πρὸς τὴν τῶν φύσεως πραγμάτων ἐπίκρισιν , ἐκτραχηλίσας δ ' αὑτὸν εἰς τοὐπίσω περιαγάγῃ ,
τοῦ στρα - τοῦ ἡγεμόνων θρηνήσομεν ; ἐπιφέρει κατ ' ἐπίκρισιν , ὥστε ἐπεὶ τοῦτον θρηνήσομεν , ὧν ἐτάχθη στρατηγὸς
4807324 δεσποιναν
. ἢ γὰρ πένης ὢν τὴν γυναῖκα χρήματα λαβὼν ἔχει δέσποιναν , οὐ γυναῖκ ' ἔτι , ἧς ἐστι δοῦλος
, ἐγγυᾶσθαι , φησὶν ὅτι οὐκ ἐξελάθετο τῶν πρὸς τὴν δέσποιναν αὐτῆς ὁμολογιῶν , ἀλλ ' οἶδε μὲν ἐκείνην ἑαυτοῦ
4806808 ἀφορων
ὦ βασιλεῦ , ἔφασαν οἱ Χαλδαῖοι , μὴ πρὸς δυσμὰς ἀφορῶν αὐτὸς μηδὲ τὴν στρατιὰν ταύτῃ ἐπέχουσαν ἄγων παρελθεῖν ,
λύεται μῖσος ἀπόδοσιν οὐκ ἔχον . πρὸς ταῦτα καὶ Μενέλαος ἀφορῶν ἐπαύσατο ἂν Ἀλεξάνδρῳ μνησικακῶν , εἰ τὴν Ἑλένην ἔτυχε

Back