, χαῖρε καὶ μέμνησό μοι ὃ πρῶτον εἶπας ἡνίκ ' ἠρχόμην λόγου , ἐλευθερώσειν μ ' : ἐν δὲ τοῖς
: καὶ ὅτι ἤλλακται ὁ χρόνος , ἔρχομαι ἀντὶ τοῦ ἠρχόμην . οὐδέ ς ' ὀίω ἐνθάδ ' ἄτιμος ἐὼν
6396850 ἠνεγκα
φανῶ ἔφηνα , χωρὶς τοῦ εἶπα ἀπὸ τοῦ ἕπω , ἤνεγκα ἀπὸ τοῦ ἐνέγκω , ἔθηκα ἀπὸ τοῦ τίθημι ,
, συνηυδόκησαν τῇ ἐπιστολῇ : εἰδότες ὅτι εἰκῆ πολιὰς οὐκ ἤνεγκα , ἀλλὰ ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ πάντοτε πεπολίτευμαι . .
6270242 ἐρχομαι
τε καὶ Κλυταιμήστρας τόκος , ὄνομα δ ' Ὀρέστης : ἔρχομαι δὲ πρὸς Διὸς μαντεῖα Δωδωναῖ ' . ἐπεὶ δ
ἔργων τῶν ἐκ τῆς τέχνης , ἐπ ' αὐτὸ δὴ ἔρχομαι τὸ κεφάλαιον ὧν προὐθέμην . Ἆρα εἴ τις ὑψοῦ
6002027 ἡκω
παράγραφος καὶ ἐπὶ τῶι τέλει κορωνὶς εἰσιόντος τοῦ χοροῦ . ἥκω ] ἦλθον . σεβίζων ] τιμῶν . Κλυταιμήστρα ]
: Ὅμηρος : ἐπὶ ξυροῦ ἵσταται ἀκμῆς : παρὰ τὸ ἥκω γίνεται ῥηματικὸν ὄνομα ἠκή , ὃ σημαίνει τὴν ὀξύτητα
5717540 ἀγω
δ ' ἄγε σύν μοι βούλευσον , ποτέρην εἰς ὑμέναιον ἄγω . εἶπεν : ὁ δὲ σκίπωνα , γεροντικὸν ὅπλον
μοί μοι . κώλῳ , πάτερ , ᾇ ς ' ἄγω . ˘˘˘ – ˘˘ – ˘ – – –
5668771 ἠλθον
φησὶ , θήσομαι : καὶ ἐγὼ μὲν , φησὶν , ἦλθον τὰ πρὸς τὴν θυσίαν ἐκπονήσων τῇ θυγατρί , νῦν
Εἰκοστῷ δ ' ὕστερον ἔτει τῆς πρὸς τοὺς βαρβάρους μάχης ἦλθον ὡς τοὺς Κυμαίους Ἀρικηνῶν πρέσβεις σὺν ἱκετηρίαις ἀξιοῦντες αὐτοὺς
5502258 ἐλυσα
συμπέρασμα ψευδὲς ἢ τὴν ἐλάττονα , ἤδη καὶ τὸν συλλογισμὸν ἔλυσα , ἀλλ ' εἰ δείξω τὴν μείζονα ψευδῆ :
γὰρ λέγει : ἀλλ ' εἰ ἐμοίχευον , οὐκ ἂν ἔλυσα : οὐδ ' ἂν λυθεὶς , ἀνεῖλεν ὁ παῖς
5478851 ἐθηκα
μᾶλλον ἤ σε δεῖ ξένος ξένος . Ἐγώ ς ' ἔθηκα δοῦλον ὄντ ' ἐλεύθερον . Τὴν λαμπροτάτην πόλεων πασῶν
, ἐὰν ἐνέγκω , μὴ ὄντων μελλόντων : ὁ γὰρ ἔθηκα ἔδωκα ἧκα , ἐπείπερ εἶχον τοὺς μέλλοντας ἐλέγχοντας ,
5415059 νησε
παρα ? [ ] Λολλιανου Φοινεικικων [ ] α [ νησε ] [ ] [ τα ] πρωτα αγενν [
ὄμμα ἔρωτος ω [ ! ! ! ] [ ] νησε [ ] [ τα ] πρῶτα ἀγενν [ ]
5376883 χρονικως
τὰ γὰρ Ἀττικὰ τὰ ἀπὸ βραχέως ἀρχόμενα ἐν τῷ παρακειμένῳ χρονικῶς μεγεθύνονται ἐν τῷ ὑπερσυντελικῷ . Ὥστε συστολὴν ἔχει τὸ
λόγῳ τῆς ἀρχούσης τῶν παρῳχημένων : οἱ γὰρ παρῳχημένοι ἢ χρονικῶς ἢ συλλαβικῶς θέλουσι μεγεθύνεσθαι , συλλαβικῶς μέν , οἷον
5340860 ἀφικομην
ἄν . ὅτε γὰρ κατ ' ἀρχὰς εἰς Συρακούσας ἐγὼ ἀφικόμην , σχεδὸν ἔτη τετταράκοντα γεγονώς , Δίων εἶχε τὴν
τὸ μειράκιον , ἵνα μὴ τούτῳ μαχοίμην , ἐπειδὴ δὲ ἀφικόμην πάλιν , ἦγον αὐτὸν ἐπὶ τὴν οἰκίαν τὴν Σίμωνος
5309131 λεξω
ὄναρ φανερὸν εἶδόν ποτε ὥσπερ ἐπὶ τῆς παρελθούσης νυκτός . λέξω δέ σοι τοῦτο . ἰστέον δὲ ὅτι Ἰάονες οἱ
ἐπέσχον : συγκλείσας : τὰ μαντικά : τὸ ἑξῆς : λέξω δέ σοι : τὸ δὲ νοσεῖ ἀντὶ τοῦ στασιάζει
5305029 ἐσσομαι
σέο πύργου ἐκ περάτης ἀνάφαινε κατὰ κνέφας , ὄφρα νοήσας ἔσσομαι ὁλκὰς Ἔρωτος ἔχων σέθεν ἀστέρα λύχνον . καί μιν
] μέγαν ὄρκον ἀπώμοσε [ ] λαν : ἄϊ πάρθενος ἔσσομαι [ ] ! ων ὀρέων κορύφαις ? ? '
5292058 ἐβην
ἔφης φῆς ἔφη φῆ : φῆς που ἄτερ λαῶν , ἔβην βῆν : βῆν δ ' εἰς Αἰόλου κλυτὰ δώματα
ἄκουσον δή ἄ σοι χρεΐζους [ ] ' ὦδ ' ἔβην ἀπαγγεῖλαι : ὀ Ματαλίνης [ ] τῆς Παταικίου Γρύλλος
5234343 ἀφιξομαι
περὶ ὁτέων γράφεις , καὶ ἢν κελεύῃς , παρὰ σὲ ἀφίξομαι ἐς Σῦρον . ἦ γὰρ ἂν οὐ φρενήρεες εἴημεν
' αἰσχυνῶ γε Κρησίους δόμους οὐδ ' ἐς πρόσωπον Θησέως ἀφίξομαι αἰσχροῖς ἐπ ' ἔργοις οὕνεκα ψυχῆς μιᾶς . μέλλεις
5213964 δευρο
ἐστι πολιτικὸν ἀνάθημα : ἀλλὰ ξένος τις πάλαι ποτὲ ἀφίκετο δεῦρο , ἀνὴρ ἔμφρων καὶ δεινὸς περὶ σοφίαν , λόγῳ
τοῖς λόγοις . νῦν οὖν ἐπεὶ δέδοκταί σοι τοὺς νεανίσκους δεῦρο κομίσαι χαίρω τε , καὶ πέμψον οὕςτινας βούλει σὺν
5208049 δευρ
ἀδικίαν , ὡς καὶ Ὅμηρος ἱστορεῖ λέγων : ὅς ποτε δεῦρ ' ἐλθὼν ἕνεχ ' ἵππων Λαομέδοντος : τὸ δὲ
τῶν ἐπῶν , ἐν οἷς ταῦτά φησιν : ὅς ποτε δεῦρ ' ἐλθὼν ἕνεχ ' ἵππων Λαομέδοντος ἓξ οἴῃς σὺν
5151844 πορευομαι
ὁ υἱὸς Φαραώ : ὄψομαι τὸν πατέρα μου , διότι πορεύομαι τρυγῆσαι τὴν ἄμπελόν μου τὴν νεόφυτον . Καὶ εἶπον
: ἐξ οὗ τὸ εἰμὶ , καὶ τὸ ἔω τὸ πορεύομαι , ἐξ οὗ τὸ εἶμαι τὸ προπερισπώμενον , καὶ
5148865 ἠλθες
εἰς ἐμὲ εὐπρεπῆ λόγον : διὰ τί ἀποθανόντος Ἀλεξάνδρου οὐκ ἦλθες εἰς ἐμέ : ἀνοίκειον τοῦτο τοῦ ὑποκειμένου . ἔδει
σὰ χεῖρον διάθῃ . Οὐκ ἄδηλον ὅτι δι ' ὅσων ἦλθες πόλεων , πάσας ἐνέπλησας τῶν ὑπὲρ ἡμῶν λόγων .
5141120 ἑλω
. . . : πόθεν τὸ γέντο ; ἐκ τοῦ ἕλω τὸ λαμβάνω , οὗ ὁ παθητικὸς ἐνεστὼς τὸ ἕλομαι
. , αἱ ἀρχαὶ ἤγουν οἱ κριταί . ὑφελοίατο : ἕλω , ὁ μέλλων ἑλῶ : ὁ δεύτερος ἀόριστος εἷλον
5127442 ἀπειμι
' οὖν , ἔφη , ἐπίστω , ὅτι νῦν τε ἄπειμι ὡς ἂν δύνωμαι τάχιστα ἐκ τῆς σῆς χώρας ,
” Συνέθεντο ταῦτα , καὶ ὁ μὲν Χαιρέας πέμψας “ ἄπειμι ” φησὶν “ εἰς ἀγρόν : ” ὁ δὲ
5113156 ἀξω
οὐκ εἰς μακράν . ἀλλ ' ἐπειδὰν τάχιστα ἀριστήσητε , ἄξω ὑμᾶς ἔνθα τὸ πρᾶγμα ἐγένετο : καὶ ἅμα μὲν
. κἀγὼ τοιοῦτος : τῶνδε δ ' οὐ μεθήσομαι . ἄξω γε μέντοι τοὺς ἐμοὺς ἐγὼ λαβών . οὐκ ἆρ
5085510 εξω
* * * ⚕ων ] ἀκοῶν ˈ ἀλλὰ τόδ ' έξω * * * × – ˘ – × συμφορὰ
* * * ⚕ων ] ἀκοῶν ˈ ἀλλὰ τόδ ' έξω * * * × – ˘ – × συμφορὰ
5071042 θροω
γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , βοῶ : γοῶ : θροῶ : νοῶ : ποῶ , καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ
καθαρὸν παραληγόμενα τῷ Ο μόνῳ περισπᾶται : νοῶ βοῶ γοῶ θροῶ ποῶ μακκοῶ . αἱ μέντοι ἐντέλειαι τῶν περισπωμένων βαρύνονται
5037516 μιασμ
φόνου εἰς σπλάγχν ' ἐχίδνης αὐτόχειρ βάψει ξίφος , κακὸν μίασμ ' ἔμφυλον ἀλθαίνων κακῷ . Ἐμὸς δ ' ἀκοίτης
τῆς ἀποθανούσης : δεῖξον δ ' ἐπειδή γ ' εἰς μίασμ ' ἐλήλυθας : ἐπειδὴ εἰς μίασμα ἐλήλυθας , δεῦρό
5007848 ἠρχετο
καθαιρήσων , καί , τὸ λεγόμενον , ἀφ ' ἱερᾶς ἤρχετο : τὸν γὰρ ἄριστον τῶν ἐκεῖ , τὸν ἡγεμόνα
ἐν τῷ ἐδάφει κινεῖσθαι : τὸ δὲ νίσσετο ἀντὶ τοῦ ἤρχετο , ἐπορεύετο . κινώπετα : τὰ ἐν τῷ πέδῳ
4999428 βαλβιδος
εὐσέβειαν ψυχικῆς | ὁρμῆς . οὓς ἰδὼν Μωυσῆς ὥσπερ ἀπὸ βαλβῖδος ἁμιλλωμένους „ εἰ μὴ μόνον τοῖς σώμασιν „ εἶπεν
δὲ τῆς πόλεως ἀφεστήκει , ὅσον ἡ νύσσα ἀπὸ τῆς βαλβῖδος ἤτοι τῆς ἀφετηρίας . χρίμψε : πλησίον ἐγένετο .
4997144 δευτε
ἵστημι τοῖσδ ' ἰύγμασιν | [ ] πάντες ? γεωργοὶ δεῦτε | κἀμπελοσκάφοι ? [ ] ε ποιμήν τ '
φιλόσοφος , ὁ ῥήτωρ ὡς ῥήτωρ . ὅταν οὖν λέγῃς δεῦτε καὶ ἀκούσατέ μου ἀναγιγνώσκοντος ὑμῖν , σκέψαι πρῶτον μὴ
4996418 ἡξω
βελτίω τὰ πράγματα . ἄγαμαι κεραμέωϲ αἴθωνοϲ ἐϲτεφανωμένου . ἱμάνταϲ ἥξω δεῦρο πυκτικοὺϲ ἔχων . κἀν ποίᾳ πόλει τοϲοῦτοϲ ὢν
αὐτὸς ἱστορεῖ , εἰς τὸ λοιπόν , εἶπεν , οὐχ ἥξω πρὸς σέ , ἂν οὕτως ὑποδέχῃ , ἵνα μήτε
4973860 ἐσταλη
λαβὼν χρήματα , πρῶτα μὲν ἐπὶ Κυδωνίας τῆς ἐς Κρήτην ἐστάλη , ἔνθεν δὲ ἐς Κυρήνην διέβαλε μετὰ στρατιᾶς εἰς
καὶ τῶν μισθοφόρων ξένων ξὺν χιλίοις καὶ πεντακοσίοις ἐπὶ Χίου ἐστάλη , δείσας μή τι πρὸς τὴν ἀγγελίαν τῆς ἥττης
4964765 πατριδ
μοι οὖρον ἀθάνατοι , τοί μ ' ὦκα φίλην ἐς πατρίδ ' ἔπεμψαν . ἀλλ ' ἄγε νῦν ἐπίμεινον ἐνὶ
ἔδρακες ἄλλον , ὃς μόνος ἐκ Θυρέας οὐκ ἐθέλησε μολεῖν πατρίδ ' ἐπὶ Σπάρταν , διὰ δὲ ξίφος ἤλασε πλευρᾶν
4955185 κἀπειτ
ταῦτα πάντα συντριαινῶν ἀπολέσω . Βούλει τήνδε σοι πλεκτὴν καθῶ κἄπειτ ' ἀνελκύσω σε δεῦρο ; Λαβὼν οὖν τὸν σκύλακα
Τί δρῶ ; ἀφιεμένην τὴν λαμπάδ ' ἐντεῦθεν θεῶ , κἄπειτ ' ἐπειδὰν φῶσιν οἱ θεώμενοι εἷνται , τόθ '
4947690 μελαθρου
, τουτέστιν ἐπὶ τοῦ πυλῶνος , ἤκουσα φωνῆς ἔσω τοῦ μελάθρου . ἢ οὕτως : ἀμφίπυλον ὁ περὶ τὰς θύρας
οὐδ ' ὑμέας , Πολύδευκες , ὑπέτρεσεν , οἵ με μελάθρου μέλλοντος πίπτειν ἐκτὸς ἔθεσθέ ποτε δαιτυμόνων ἄπο μοῦνον ,
4919253 ἐλθω
. οὔκουν τοῦτο κρεῖσσον ἢ μένειν ; ἀλλὰ δῆτ ' ἔλθω ; θανὼν γοῦν ὧδε κάλλιον θανῆι . εὖ λέγεις
δόρυ δὲ πρὸς τεῖχος ἐρείσας αὐτὸς ἰὼν Ἀχιλῆος ἀμύμονος ἀντίος ἔλθω καί οἱ ὑπόσχωμαι Ἑλένην καὶ κτήμαθ ' ἅμ '
4907962 οὐσον
ἐκ μυχάτου νῦν ὅγ ' ἀνελκόμενος διὰ μὲν καλὸν ἤρικεν οὖσον , αὔτως δ ' ἐς Νύμφας ᾤχετ ' ἐφυδριάδας
, ὄνομα οὐδέτερον οἶσον καὶ τροπῇ τοῦ ι εἰς υ οὖσον , ἐν ᾧ κομίζεται ἡ ναῦς : παρὰ Λυκόφρονι
4891833 πορευσομαι
δυσανασχετοῦσα λατρείαν φύγω . δός μοι τὴν προῖκά μου καὶ πορεύσομαι „ . πρὸς ταῦτα τοῦ Ξάνθου μεμψαμένου τὸν Αἴσωπον
] δόξης . πρότερον . δόμων ] τῶν . ἤγουν πορεύσομαι . ἤγουν τοῦ Ξέρξου . τῷ Δαρείῳ . καὶ
4883188 εἰσομαι
ὡς ἐμέ , ἐπὶ σοὶ ἔσται : καὶ χάριν σοι εἴσομαι ὅσῳ ἂν πλεονάκις εἰσίῃς ὡς ἐμέ . ἔπειτα δὲ
, λεγέτω : κἂν ᾖ πιθανώτερα , πολλὴν αὐτῷ χάριν εἴσομαι . ἵνα δὲ βέλτιον τῷ βουλομένῳ ἐγγένηται μαθεῖν ,
4879867 ἠγειρα
ἐκ δ ' ἀμφοτέροιιν ἀτρεκὲς αἷμ ' ἔσσευα βαλών , ἤγειρα δὲ μᾶλλον . τώ ῥα κακῇ αἴσῃ ἀπὸ πασσάλου
ἀείρω , ὁ μέλλων ἀερῶ καὶ ἀόριστος ἤειρα , ὥσπερ ἤγειρα , καὶ ἡ μετοχὴ ἀείρας , καὶ κράσει τοῦ
4876162 σφω
ἐς παῖδε σώ . σῶιζ ' οὖν σὺ τέκνα , σφὼ δὲ τήνδε μητέρα , καὶ χαίρεθ ' : ἡμεῖς
, προσλάβεσθ ' , ὦ φίλοι . Ἐμοῦ δέ γε σφὼ τοῦ πέους ἄμφω μέσου προσλάβεσθ ' , ὦ φίλαι
4869885 Μενελεως
ἦν ἄρ ' Ἀργείων ἀνήρ , ἐγὼ τὸ μηδέν , Μενέλεως δ ' ἐν ἀνδράσιν , ὡς οὐχὶ Πηλέως ἀλλ
. . . . ἀμφιάραος ἢ Ἀμφιάρεως : ὡς Μενέλαος Μενέλεως : ὁ ἥρως , Ὀϊκλέους : ἢ παρὰ τὸν
4869054 Ἀσκανιης
ἐπ ' Ἀσκανίῳ ” δώματ ' ἔχουσι ῥόῳ , λίμνης Ἀσκανίης ἐπὶ χείλεσιν : „ ἔνθα Δολίων υἱὸς Σιληνοῦ νάσσατο
Οἳ καὶ ἐπ ' Ἀσκανίων δώματ ' ἔχουσι ῥοῶν λίμνης Ἀσκανίης ἐπὶ χείλεσιν , ἔνθα Δολίων υἱὸς Σειληνοῦ νάσσατο καὶ
4864711 ἐστρατευομην
. Ἔπειτα πουλύπους τετμημένος ἐν βατανίοισιν ἑφθός . Ἐγὼ ξενιτευόμενος ἐστρατευόμην . Πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν
οὐκ ἠρνούμεθ ' ἂν τὸ κοινὸν αὔξειν ὧν μέτ ' ἐστρατευόμην . νῦν δ ' οὐδέν εἰμι , παρὰ δὲ
4863961 ὡρμησα
τραχέως ἐσκευασμένη , οὐκ ἐγκατέμεινα τοῖς ὀλισθηροῖς , ἀλλ ' ὥρμησα ἐπί τῶν ἰσχυρῶς καθαιρόντων φαρμάκων : συνεξέπεσε δὲ καὶ
θαλάσσης . ἐγὼ δὲ ὡς εἶδον , ἀνέκραγον οἰμώξας καὶ ὥρμησα ἐμαυτὸν ἐπαφεῖναι : ὡς δ ' οἱ παρόντες κατέσχον
4852078 μετεβη
μέλλειν ἀπελθεῖν εἰς Κύπρον καὶ εἰπὼν περὶ τῶν τριῶν νῦν μετέβη καὶ ἐπὶ τοὺς δύο καί φησιν ὅτι ὁ Κηφεὺς
ὁρμήσας πρὸς τὸ ἀριστερὸν κέρας καὶ οὐ καταλαβὼν αὐτό , μετέβη πάλιν πρὸς τὸ δεξιὸν τῶν Ἀθηναίων ἐπιπαριὼν τῷ δεξιῷ
4845883 συλλαβικως
οἱ γὰρ παρῳχημένοι ἢ χρονικῶς ἢ συλλαβικῶς θέλουσι μεγεθύνεσθαι , συλλαβικῶς μέν , οἷον τύπτω ἔτυπτον , γράφω ἔγραφον ,
ἀποβάλλουσα τὴν ἐσχάτην συλλαβὴν καὶ τὴν ἄρχουσαν αὔξουσα χρονικῶς ἢ συλλαβικῶς τὸν παρατατικὸν ποιεῖ : ἀλλ ' εἰ μὲν ἀπὸ
4843406 ἐθεωρησεν
καὶ σωτῆρες καὶ εὐαγγελισταὶ καὶ τῆς ἀληθείας προφῆται ἕκαστος αὐτῶν ἐθεώρησεν καθ ' ὃν ἀπεκαλύφθη αὐτῷ ἐλπὶς [ ] ἡ
ὀπτασίαι . μεγίστη γὰρ ἦν ἡ περὶ αὐτὸν δόξα . ἐθεώρησεν δὲ καὶ ? ? [ ! ! ! ]
4839065 παρωνομασθη
ἑκατοντάγωνον εὑρεῖν , λαμβάνω τὸν ρ : ἀπὸ τούτου γὰρ παρωνομάσθη : ἐπαίρω β , μένουσιν Ϙη : λέγω Ϙη
παιδίον καὶ τὸ δρομικὸν οὐκ ἀπὸ τῆς πυκτικῆς ἢ δρομικῆς παρωνομάσθη : πυκτικὴ γὰρ καὶ δρομικὴ αἱ τέλειαι ἕξεις ,
4837316 στενω
μοιχεύω , θιγγάνω , μεγαλύνω , ἀποσυνιστῶ , δεσμῶ , στενῶ , προσαγορεύω , ὁπλίζω , σφίγγω , λευκαίνω ,
ἑνὸς , ἑνῶ : ξένου , ξενῶ : στενοῦ , στενῶ τὸ περισπώμενον , οὗ τὸ δεύτερον στενοῖς : περὶ
4807799 ἀναγε
πλακοῦντας , δενδαλίδας , ταγηνίας . Γέννα ὁ οὗτος ὀλίγον ἄναγε ἀπὸ τῆς διφροφόρου : χρηστὸς εἶ καὶ κόσμιος .
Ὑμέναι ' Ὑμήν . χόρευε , μᾶτερ , χόρευμ ' ἄναγε , πόδα σὸν ἕλισσε τᾶιδ ' ἐκεῖσε μετ '
4800270 Στροφιος
γὰρ Πυλάδης ἀντιλέγει μέχρι τοῦ ἀλλὰ δῆτ ' ἔλθω : Στρόφιος ἤλασέν μ ' : Ἀναξιβίαν τὴν Ἀγαμέμνονος ἀδελφὴν Στρόφιος
ὅτε πατὴρ ἔκτεινέ με . οὐκ ἦν : χρόνον γὰρ Στρόφιος ἦν ἄπαις τινά . χαῖρ ' ὦ πόσις μοι
4798726 ἀγαπω
πάντα ὁμοίῳ σοι . Ἀλλ ' ἐγὼ τὰ χαμόθεν οὐκ ἀγαπῶ , ἀλλὰ τὸν ἄνωθεν ἐπιζητῶ χαρακτῆρα , κἀκεῖθεν ἐσπούδακα
Φιλῶ τὸν δεῖνα , ὑπερφιλῶ , στέργω , ὑπερστέργω , ἀγαπῶ , ὑπεραγαπῶ , ἄγαμαι , οἰκείως ἔχω πρὸς αὐτόν
4782292 πεποιημαι
μοιχὸς ἦν ἐκποδὼν , ἦλθον ἐπὶ τοὺς νόμους καὶ γραφὴν πεποίημαι τὸ γενόμενον . ὁ δὲ παρελθὼν καὶ διὰ τοῦτο
γεγέλασμαι , μακρᾶς δὲ οὐ προστίθεται τὸ ς , πεποίηκα πεποίημαι , νενόηκα νενόημαι : ὅτε μέντοι ἐστὶν ἀπὸ βαρυτόνων
4765995 ἀλαλημαι
συζυγίας Αἰολικῶς πρώτης , καὶ διπλασιασμῷ ἀλάλημι , ὁ παθητικὸς ἀλάλημαι καὶ ἀλάλησθαι . ὁμολογεῖ δὲ ἡ μετοχὴ προπαροξυνομένη ,
ἔνθεν τὸ ἀληλαμένοι περὶ κύκλον , καὶ καθ ' ὑπερβιβασμὸν ἀλάλημαι , . , . . + . . .
4763020 τωγ
ϲὲ ] ε τὸμ πατέρα δὲ τουτονὶ ] ντα τὸν τῶγ γεγονότων ] ν ? ὡϲ ἔοικε πραγμάτων ] γοϲ
] ? [ ] ? [ ἐρεῖν , ἕκαϲτον ἀπὸ τῶγ γραμμάτων ῥηθήϲεται ? [ , ἃ δὴ νόμωι ϲτοιχεῖα
4761268 ἡκεις
ἁλίων ἐρετμῶν . μῶν καὶ σὺ καινὸς ποντίας ἀπὸ χθονὸς ἥκεις , Ὀδυσσεῦ ; ποῦ ' στι σύλλογος φίλων [
, φροντίζοι τε τῶν δεόντων . ἀλλὰ σύ γε πόρρω ἥκεις διαφθορᾶς . οὐκοῦν ἀναγκαῖον τομάς τε καὶ καύσεις καὶ
4759426 τουσδ
θεῷ : Τῷ Πλούτω . . ἀναθεῖναι : Ἀναθῆσαι . τούσδ ' οὓς ἔχω : Τούτους οὕστινας κρατῶ . .
ὦ Ζεῦ Νεμέας τῆσδ ' ἄλσος ἔχων , τίνος ἐμπορίαι τούσδ ' ἐγγὺς ὁρῶ πελάτας ξείνους Δωρίδι πέπλων ἐσθῆτι σαφεῖς
4739663 ἰξευον
Πρόσκειται χωρὶς εἰ μὴ λόγῳ ἀρχούσης παρῳχημένων διὰ τὸ ἰξεύω ἴξευον : τὸ μὲν γὰρ ἰξεύω θέσει μακρὸν ἔχει τὸ
γὰρ ἰξεύω θέσει μακρὸν ἔχει τὸ ι , τὸ δὲ ἴξευον φύσει μακρὸν τῷ λόγῳ τῆς ἀρχούσης τῶν παρῳχημένων :
4739244 στελλεσθαι
πῶς ἂν σωθεῖεν ἀπολωλότες . ὁ δ ' Ἀπόλλων ἐκέλευσε στέλλεσθαι μετὰ Χαλκιδέων εἰς τὸ Ῥήγιον καὶ τῇ ἀδελφῇ αὐτοῦ
οἰκίαν : δι ' αὐτὸν δὲ Ἀρχέλαον μηδένα ἐς Μακεδόνας στέλλεσθαι , ἐὰν μή τινα ἀναπείσῃ χρήμασι καὶ δελεάσῃ ,
4734605 ἠλθεν
πρὶν θανὼν Ἐλεφήνωρ κατ ' ἐμὲ δὲ νῦν ὡς ζῶν ἦλθεν εἰς τὴν Ἀμαντίαν ἐξ αὐτοῦ κληθεῖσαν , ὅθεν καὶ
ὃ καὶ ἐποίησεν . αὐξηθεὶς οὖν καὶ λαβὼν τὰ ὅπλα ἦλθεν εἰς Ἀθήνας εἰς ἀναγνωρισμὸν τοῦ πατρός . κοίλην οὖν
4734518 διασπαρηναι
διαβολὴν ὑπὸ τοῦ Ξανθίππου φησὶν ὁ Στησίμβροτος εἰς τοὺς πολλοὺς διασπαρῆναι καὶ ὅλως ἀνήκεστον ἄχρι τῆς τελευτῆς τῷ νεανίσκῳ πρὸς
ἀλλὰ καὶ προορωμένους ὄλεθρον : φασὶ γάρ : ” πρὶν διασπαρῆναι ” , φροντίσωμεν ὀνόματός τε καὶ δόξης . οὐκοῦν
4733544 εἰδω
ΕΥ ΜΑΛΑ ΟΙΣΘΑ . Ὅτι τὸ οἶσθα οὕτω κανονίζεται , εἴδω τὸ γινώσκω , ὁ μέλλων εἴσω , ὁ μέσος
. Ἡσίοδος ἐκ τοῦ ἥσις ἡ εὐφροσύνη , καὶ τοῦ εἴδω τὸ λέγω γίνεται Ἡσίοδος , ἐκβολῇ τοῦ ι καὶ
4720033 Χαιρετε
ὡς τὸ εἰκὸς ἰδὼν ἡμᾶς ἐκ γειτόνων πρόσεισι δεξιωσόμενος . Χαίρετε , ὦ Ἑρμῆ καὶ Δίκη . Καὶ σύ γε
ἄρχοντας καθημένους καὶ πεφροντικότας ὑπὲρ τοῦ τέλους τῆς μάχης , Χαίρετε , νικῶμεν , καὶ τοῦτο εἰπὼν συναποθανεῖν τῇ ἀγγελίᾳ
4717714 ἐπανειμι
ὑπερβαίνειν τὴν Ἀφροδίτης ἐπιβουλήν . Ἀλλὰ πρὸς τὰ τῆς Σπάρτης ἐπάνειμι βρέφη , ὡς ἀδικεῖ ταῦτα Πραξιτέλης καλὰ γενέσθαι μὴ
, ὦ Σώκρατες . Ποιήσω ὡς λέγεις , κἀγὼ δὲ ἐπάνειμι ἐς Κυνόσαργες , ἐς περίπατον , ὁπόθεν δεῦρο μετεκλήθην
4714461 Κροτωπος
εἴτε καθ ' ὃ λέγουσιν Ἕλληνες , ἐς Αἴγυπτον ἀφικνεῖται Κρότωπος δὲ ὁ Ἀγήνορος ἔσχε μετὰ Ἴασον τὴν ἀρχήν ,
Ἰνωπός Ἀσωπός Ὠρωπός . σημείωσαι τὸ Αἴσωπος . τὸ δὲ Κρότωπος καὶ Μελάνωπος κύρια οὐκ ἀπὸ μακρᾶς ἄρχονται . τὸ
4713783 ᾠχετ
ἐπὶ τὴν κατήλιφ ' εὐθὺς ἀνεπηδήσαμεν : ὁ δ ' ᾤχετ ' ἐξᾴξας γε τὰς ψιάθους λαβών . Καὶ τοῦτο
: οὐ βαθὺν οἰνοπότην Ἐρασίξενον ἡ δὶς ἐφεξῆς ἀκρήτου φανερῶς ᾤχετ ' ἔχουσα κύλιξ . ἔπινε δὲ πλεῖστον καὶ Ἀλκέτας
4709991 Τιρυνθος
Ἄργος τ ' εἶχον Τίρυνθά τε τειχιόεσσαν „ . ἀπὸ Τίρυνθος τῆς Ἄλω θυγατρός , ἥ τις Ἀμφιτρύωνος ἦν ἀδελφή
ἐς Ἀνήριστον τὸν Σπερθίεω , ὃς εἷλε Ἁλιέας τοὺς ἐκ Τίρυνθος ὁλκάδι καταπλώσας πλήρεϊ ἀνδρῶν , δῆλον ὦν μοι ὅτι
4698927 μολειν
ἔτι δῆτ ' ἔχεις ἄνω βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις
: οὐδ ' ἀναιμάκτωι χερὶ ἥξω πρὸς οἴκους πρὶν φάος μολεῖν χθόνα . Θυμβραῖε καὶ Δάλιε καὶ Λυκίας ναὸν ἐμβατεύων
4694568 κατῃειν
. Ἔγωγ ' οὖν καὶ διηγήσομαι ὑμῖν ἃ εἶδον ὁπότε κατῄειν κατὰ τὴν ὁδόν . Διήγησαι , ὦ Κράτης :
τὸ κουφότερον καὶ ἄνω νεῦον τοῦ φορτίου προσετίθει : καὶ κατῄειν ἄθλιος τοῖς ξύλοις ὁμοῦ καὶ λίθους ἀχρείους περιφέρων .
4685499 λαον
αὐτόχθονος ἐγένοντο παῖδες Ἰάπυξ καὶ Δαύνιος καὶ Πευκέτιος . οὗτοι λαὸν ἀθροίσαντες ἀφίκοντο τῆς Ἰταλίας παρὰ τὸν Ἀδρίαν : ἐξελάσαντες
τὰ μακρὰ κουφίζονται , δῆλον ἀπὸ τοῦ Βούλομ ' ἐγὼ λαὸν σόον ἔμμεναι , παρ ' Ὁμήρῳ . Τὸ δὲ
4685323 ἰτε
προσίασι καὶ προίασιν . εἶμι . τὸ πληθυντικόν , ἴμεν ἴτε ἴσι καὶ ἴασι . ἵημι τὸ πέμπω , ὅπερ
οἶδα , Ἀττικοῦ τρόπου λόγος , θαρσοῦντες ἰέναι ἀντὶ τοῦ ἴτε γράφειν . τὰς συγγραφὰς κρίνειν δὲ τεχνικῷ τρόπῳ Σκύλλου
4677173 ἐπεσπασαντο
τῆς ἀκρωρείας τῶν ὀρῶν ἐγέννησεν , οἳ ῥύμῃ κατασυρόμενοι ἰλὺν ἐπεσπάσαντο καὶ τοὺς βόθρους κατέχωσαν , ὥστε εἶναι πάντα ἰσόπεδα
δόναξιν ἤως καλάμοις κατὰ τὸ ἄκρον ἔχουσιν ἰξὸν ἐφειλκύσαντο καὶ ἐπεσπάσαντο οἱ ἐν τούτοις ἐσχολακότες ἐπέσπασαν : καθείλκυσαν , ἔλαβον
4671674 ἐξεναριξας
γημαμένη ᾧ υἷϊ : ὁ δ ' ὃν πατέρ ' ἐξεναρίξας γῆμεν : ἄφαρ δ ' ἀνάπυστα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν
φησιν Ὅμηρος ἐν Ὀδυσσείᾳ ὁ δ ' ὃν πατέρ ' ἐξεναρίξας γῆμε μητέρα , ἔσχεν ἐξ αὐτῆς Ἐτεοκλέα καὶ Πολυνείκην
4664588 κορηϲ
τοῦ μέλανοϲ : ὅταν δὲ μεῖζον γένηται , καὶ τῆϲ κόρηϲ ἅπτεται καὶ ἐμποδίζει τὸ ὁρᾶν . εὐίατα δέ ἐϲτι
! ! εἰ ? δυνατόν ? ? ? ἐϲτι τῆϲ κόρηϲ αὐτῶι ? ? τυχεῖν ? , ὅτι ? ?
4657489 Ἀχαιικου
[ × – ˘ – × ⋮ δεῦρ ] ' Ἀχαιικοῦ ? [ στρατοῦ [ λοχαγέτην ] [ × –
„ ποῦ Μενέλαος ἔην ; ” ἢ οὐκ Ἄργεος ἦεν Ἀχαιικοῦ ; ” δέχονταί τινες οὕτως „ ἢ οὐκ ἦν
4657281 μολων
κεκλημένος , Καδμεῖος οὐκ ὢν ἀλλ ' ἀπ ' Εὐβοίας μολών , κτείνει Κρέοντα καὶ κτανὼν ἄρχει χθονός , στάσει
ὄμμασιν ποίοις βλέπων πατέρα ποτ ' ἂν προσεῖδον εἰς Ἅιδου μολών , οὐδ ' αὖ τάλαιναν μητέρ ' , οἷν
4650510 ἀγε
τῶν ἄθλων ἠνεγκάμεθα , ὦ Σώκρατες . Εὖ λέγεις : ἄγε δὴ ὅπως καὶ τὰ Παναθήναια νικήσομεν . Ἀλλ '
δὲ μετέπρεπεν ἡρώεσσιν οὕνεκ ' ἄριστος ἔην πολὺ δὲ πλείστους ἄγε λαούς . Οἳ δ ' εἶχον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν
4647081 φρον
! ΥΟΣ [ ! ] ! ! ! ! ! φρον ! ? ! ! ! ! ! ! !
– × – ˘ × × – ˘ν ] εὖ φρον ? [ - – ˘ ⋮ – × –
4646953 προσκυνω
βοῇ πολλοὺς ἐγείρειν . καὶ μέχρι γε τοῦ παρόντος , προσκυνῶ δὲ Ἀδράστειαν , φόβος οὐδεὶς ἐξέφυ . τί τὸ
οὐδὲ βλασφημίαις , ἀλλ ' ἐν οἷς μάλιστα ἀνιάσονται . προσκυνῶ δὲ τὴν Νέμεσιν . Ἐξ οὗ φιλοσοφεῖν ἐπενόησας ,
4637774 ῥηϊδιην
θεῶν ἀλλ ' εἴ μοι , ἐπεὶ καὶ πᾶσιν ἀκούω ῥηϊδίην οἷμον τοῦδ ' ἔμεναι στομίου , ἰθύσας ἀνέλοιο ,
διϊστᾶσι τὰ ὠά . Ὡς : οὕτως : θαυμαστικά . ῥηϊδίην : εὔκολον , ὅτι ἀληθῶς οὐκ εὔκολον , ὡς
4635150 ουν
ὁ ἐάν ἐπιζευκτικὸς ἐδείχθη γινόμενος . . . . ι ουν καὶ τῷ ἐπεί παράκειται ἐπεάν . . ἅπαντός τε
[ αι ] ? . [ νυν ] ? [ ουν ] ? [ επι ] ? ? [ ειν
4627808 αντι
δε βούλομαι κα ? ? [ ] ! [ ] αντι ? ? ? ! [ ] εν ? ?
] ονπερ αελ ? [ ! ! ! ] ! αντι κουϲορ [ ! ! ! ! ] μον ?
4626012 Κιθαιρωνος
πομπὴν ἐπόμπευσας εἰς τὸ φίλον ποτὲ χωρίον , νυνὶ δὲ Κιθαιρῶνος τραγικώτερον : οὐχ οἵαν μετὰ τοῦ πατρός , νῦν
διῄρει μίμησιν , τὴν μὲν ἔμπνουν στήσασα καὶ οἷον ὀρεγομένην Κιθαιρῶνος , τὴν δὲ ἐκ τοῦ βακχικοῦ θανατωθεῖσαν οἴστρου καὶ
4619418 θησω
καὶ καταρχὰς προσόδῳ τοῦ ε . Τέθεικα παρακείμενος ἀπὸ τοῦ θήσω μέλλοντος γίνεται τροπῇ τοῦ σω εἰς κα καὶ προσόδῳ
. : Ἀθηνᾶ : . . . ἢ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν δηλοῦντα τὸ θηλάσω , οἷον „ γυναῖκά
4617904 κατελθειν
ἔσεσθαι τοῦτον οὐδὲ βουλόμεθα , ἀλλά σε εὖ πράξαντα οἴκαδε κατελθεῖν τὴν ταχίστην . νῦν οὖν ἐπεὶ ἥψω τῷ λόγῳ
οἷον εἰ διανοοίμεθα πλεῦσαι ἐξ Αἰγύπτου Ἀθήναζε , οὐ χρὴ κατελθεῖν εἰς τὸν λιμένα οὐδὲ ναῦν ζητῆσαι οὐδὲ τὰ σκευάρια
4617038 πεμψω
προσθεῖναι χωρὶς τῶν ἀπὸ τοῦ ἥσω μέλλοντος τοῦ σημαίνοντος τὸ πέμψω , ἐξ οὗ τὸ ἀφήσω : τοῦτο δὲ εἴρηται
Ἀθηναίων κόρους ἥξω : παρ ' ὅπλοις θ ' ἥμενος πέμψω λόγους Κρέοντι νεκρῶν σώματ ' ἐξαιτούμενος . ἀλλ '
4616064 γεγονα
συμβᾶσάν μοι συμφοράν , καὶ τῇ πατρῴᾳ γῇ κακῶν αἴτιος γέγονα , ἀνθ ' ὧν τοσοῦτον πλῆθος ἀπώλεσα ἐν Ἑλλάδι
τὸ δ ' ἡμέτερον , ἓξ μὲν καὶ ἑβδομήκοντα ἔτη γέγονα , τὸ λειπόμενον δὲ οὐ πολύ . καὶ ὁ
4603016 ἠλεγχον
ἄχθος μεῖζον οὐδὲ δώμασιν κτῆσις κακίων οὐδ ' ἀνωφελεστέρα . ἤλεγχον : οὕτω γὰρ κακὸν δούλων γένος : γαστὴρ ἅπαντα
ἄρχω ἦρχον , ἄγω ἦγον , ἅπτω ἧπτον , ἐλέγχω ἤλεγχον , ἐν οἷς καὶ τὸ ἰξεύω ἴξευον ἐπεὶ οὐκ
4602373 ἡκα
εθ ? ' ὕδωρ [ ] πλαζομέναις ἵνα λύσσαν ἀχύνετον ἧκα βαλοῦσα . [ ] ! ! [ ] [
ὤφειλεν εἶναι ἤνεγξα , οἱ δὲ λοιποί , ἔθηκα ἔδωκα ἧκα , ἐπεὶ πάντῃ τὸ στοιχεῖον ἀπέβαλον , οὐκ ἐκλίθησαν
4601445 Οἰνεος
τέκεν ] ἐν μεγάροις [ – ˘ς ] Ἀλθαία περικλειτοῖσιν Οἰνέος : [ – ὤλεσε ] μοῖρ ' ὀλοὰ [
? δὲ Πυλ [ – ˘˘ ] ρ ? ' Οἰνέος ? ? [ . . , . . [
4600249 ἐνεγκω
' ὑπήνεγκαν ταχέες πόδες : παρὰ τὸ ἐνέγκω ποδηνεκές . ἐνέγκω οὖν ἐνεκὴς καὶ ἐπενεκὶς καὶ ἐπηνεκὶς , τροπῇ τοῦ
κέκρικας δεῖν γενέσθαι , ὑπόμεινόν με μικρὸν μέχρις ἂν ἀπελθὼν ἐνέγκω μου καὶ αὐτὸς ἐξ ἀγροῦ τὴν γυναῖκα , ὡς
4598967 ἐνθαδ
: καὶ Ὅμηρος : τοῦ δ ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθαδ ' Ὀδυσσεύς . λυκάβας ὁ χρόνος διὰ τοὺς δώδεκα
: καὶ Ὅμηρος : τοῦ δ ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθαδ ' Ὀδυσσεύς . λυκάβας ὁ χρόνος διὰ τοὺς δώδεκα
4597378 ἐδομαι
προσδοκίαν χάρις , ὡς ἡ τοῦ Κύκλωπος , ὅτι ὕστατον ἔδομαι Οὖτιν . οὐ γὰρ προσεδόκα τοιοῦτο ξένιον οὔτε Ὀδυσσεὺς
δὲ λεγόμενον ἐπὶ τρίτου ἂν ἠκούετο , Οὖτιν ἐγὼ πύματον ἔδομαι , εἰ μὴ ἀνθυπαλλαγῇ τῆς ἀντωνυμίας εἰς δεύτερον αὐτὸ
4593747 ἡμετερην
. οὐκ ἂν ἐγὼ κατ ' Ὄλυμπον ἐφιμείρω θεὸς εἶναι ἡμετέρην παράκοιτιν ἔχων ἐνὶ δώμασιν Ἡρώ . εἰ δέ μοι
ἐμεῦ πέρι , καί ς ' ἐκέλευσεν οἴχεσθαι προλιπόνθ ' ἡμετέρην φιλίην νεβρὸν ὑπὲξ ἐλάφοιο λέων ὣς ἀλκὶ πεποιθώς ποσσὶ
4590152 επει
[ ] ο δε Ανδροτιμος [ και ] ? αχθομενος επει [ ] [ ! ! ] ! εν ?
! γενναι ] [ ] δ ' ου μελλει εφη επει γε αν ? [ ] ι ευψυχον [ !
4587629 Καδμον
, τἆλλα δὲ φυλάξαντες τὰ ποιητικά , συνέγραψαν οἱ περὶ Κάδμον καὶ Φερεκύδη καὶ Ἑκαταῖον : εἶτα οἱ ὕστερον ἀφαιροῦντες
: Ἀνδροτίων δὲ ὁ ἱστορικὸς μετὰ σποράδων τινῶν φησὶ τὸν Κάδμον εἰς Θήβας ἐλθεῖν . . . . Λ ,
4583718 τηνδ
κἀμοὶ μύθου μέτα , Τυνδαρίδαι ; καὶ σοί : Φοίβωι τήνδ ' ἀναθήσω πρᾶξιν φονίαν . τίς δ ' ἔμ
πᾶσιν γὰρ ἡμῖν τοῦτ ' ὀφείλεται παθεῖν . ἰδοὺ δίδωμι τήνδ ' ἐγὼ γυναῖκά σοι Φαίδραν : ἐπὶ πῦρ δὲ
4581412 τουδ
ἀσύλητον γένος . οἶκον πρὸς ἄλλον νύν τιν ' ἀντὶ τοῦδ ' ἴθι . οὔκ , ἀλλ ' ἔσω πάρειμι
πρὸς ἧπαρ ὦσαι δίστομον ξίφος τόδε τύμβου ' πὶ νώτοις τοῦδ ' , ἵν ' αἵματος ῥοαὶ τάφου καταστάζωσι :
4576762 ἀνεστη
. α . . . . Ἀνόρουσεν : ἀνώρμησεν , ἀνέστη . ἔστιν ὄρω , τὸ διεγείρομαι , ἐξ οὗ
ὄψ ' : ἦμος δ ' ἐπὶ δόρπον ἀνὴρ ἀγορῆθεν ἀνέστη κρίνων νείκεα πολλὰ δικαζομένων αἰζηῶν , τῆμος δὴ τά
4575686 Ἰλιον
] : ἁλωμένην ? [ δόλωι ] [ ] Δαναῶν Ἴλιον ! ! ! ! ! ! Τί ὀξὺ ]
ἀπ ' αὐτοῦ χρησμόν , μὴ ἂν ἄλλως πορθηθῆναι τὸ Ἴλιον , εἰ μὴ τὰ ὀστᾶ Πέλοπος ἐκ Λετρίνης ἐνέγκοιεν
4575532 τοτ
παρασκευήν . ὡς δὲ ἅλις εἶχε τῆς τούτων διαβάσεως , τότ ' ἤδη καὶ αὐτὸς διαβαίνει καὶ προσελαύνων διὰ τῆς
πρόσθεν ἑορακότα τὸ ἐν Ἀφύτει τοῦ Διονύσου ἱερὸν ἔρως αὐτὸν τότ ' ἔσχε τῶν τε σκιερῶν σκηνημάτων καὶ τῶν λαμπρῶν
4571768 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ

Back