, τουτέστιν ἐπὶ τοῦ πυλῶνος , ἤκουσα φωνῆς ἔσω τοῦ μελάθρου . ἢ οὕτως : ἀμφίπυλον ὁ περὶ τὰς θύρας
οὐδ ' ὑμέας , Πολύδευκες , ὑπέτρεσεν , οἵ με μελάθρου μέλλοντος πίπτειν ἐκτὸς ἔθεσθέ ποτε δαιτυμόνων ἄπο μοῦνον ,
7724335 ὑψηλοιο
ἱεμένους ἐπιβαινέμεν , ἀλλὰ μεσηγὺ νηῶν καὶ ποταμοῦ καὶ τείχεος ὑψηλοῖο κτεῖνε μεταΐσσων , πολέων δ ' ἀπετίνυτο ποινήν .
αἰθούσῃ ἐριδούπῳ : Ἀλκίνοος δ ' ἄρα λέκτο μυχῷ δόμου ὑψηλοῖο , πὰρ δὲ γυνὴ δέσποινα λέχος πόρσυνε καὶ εὐνήν
7413670 δαϊχθεις
: Ὤ μοι ἐγὼ δύστηνος , ἐπεὶ θάνες οὔ τι δαϊχθεὶς δυσμενέων παλάμῃσι κατὰ μόθον , ἀλλὰ σοὶ αὐτῷ .
ἀλλ ' ὃ μὲν ἤδη πρόσθεν ὑφ ' Ἕκτορι κεῖτο δαϊχθεὶς ἠὺς Πρωτεσίλαος , ὃ δ ' ἔγχεϊ Πενθεσιλείης βλήμενος
7324275 ἁψαμενη
ὄσσε δακρυόφιν πλῆσθεν , θαλερὴ δέ οἱ ἔσχετο φωνή . ἁψαμένη δὲ γενείου Ὀδυσσῆα προσέειπεν : ἦ μάλ ' Ὀδυσσεύς
ἕπεται τιμωρὸς δίκη καὶ ἐχεμυθοῦσι [ καὶ ] τοὐναντίον . ἁψαμένη δὲ τῶν περὶ γαστέρα παρέχεται γαστριμάργους , ἀκορέστους ,
7305080 Ἀιδην
: θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται * ζαμενές : λίαν ἰσχυρῶς
ὑλικοῖς στοιχείοις . τούτων δὲ τὴν μὲν διὰ τοῦ ἀέρος Ἄιδην ἀειδῆ προσαγορεύει , τὴν δὲ διὰ τοῦ ὑγροῦ Ποσειδῶνα
7232708 δωματος
μήτηρ κινεῖ κραδίαν , κινεῖ δὲ χόλον . σπεύδετε θᾶσσον δώματος εἴσω καὶ μὴ πελάσητ ' ὄμματος ἐγγὺς μηδὲ προσέλθητ
πύραν μεγίστην ἔγγυς τοῦ οἴκου κατασκευάσασα καὶ ἅψασα ἀπὸ τοῦ δώματος αὑτὴν εἰς τὴν πύραν ἔρριψεν . Ἄτοσσα . Ταύτην
7170780 Ἀχεροντος
ἔστιν ἐν ἀπονίᾳ καὶ ἀλυπίᾳ πάσῃ . Γοργύραν δὲ τοῦ Ἀχέροντος γυναῖκα προσανέπλασαν , ἀπὸ τοῦ γοργὰ φαίνεσθαι τοῖς πολλοῖς
κόραν Πριάμου Κασσάνδραν πολιῷ χαλκῷ σὺν Ἀγαμεμνονίᾳ ψυχᾷ πόρευ ' Ἀχέροντος ἀκτὰν παρ ' εὔσκιον νηλὴς γυνά . πότερόν νιν
7073690 βαλουσα
? ' ὕδωρ [ ] πλαζομέναις ἵνα λύσσαν ἀχύνετον ἧκα βαλοῦσα . [ ] ! ! [ ] [ μεσσηγὺς
αὐτὸν ἁδροκέφαλον , ἐπιθυμήσασα αὐτοῦ , φιμάριον εἰς τὸ πρόσωπον βαλοῦσα , ἵνα μὴ ἐπιγνωσθῇ , συνέπαιζεν αὐτῷ . ὁ
7038662 ἡμετερης
δ ' , ἐπεὶ ἤδη σήματ ' ἀριφραδέα κατέλεξας εὐνῆς ἡμετέρης , τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει , ἀλλ '
; οὐχ ὁράᾳς ὅσος ὄμβρος [ ἐμὴν ἐβιήσατο ] λόχμην ἡμετέρης ἔντοσθεν ἀποστάζων ? [ πλοκαμῖδος ] ; ἔνθεν ἔχεις
7013152 Πιεριην
” Ἥρη δ ' ἀίξασα „ λίπεν ῥίον Οὐλύμποιο , Πιερίην δ ' ἐπιβᾶσα καὶ Ἠμαθίην ” ἐρατεινὴν σεύατ '
. . Ἥρη δ ' ἀίξασα λίπεν ῥίον Οὐλύμποιο , Πιερίην δ ' ἐπιβᾶσα καὶ Ἠμαθίην ἐρατεινήν ἡ διπλῆ ὅτι
6987957 αἰπυν
: ὑποδύεται , καὶ ὑπέρχεται . Ἔγνω : ἐνόησεν . αἰπύν : χαλεπόν . ἀπειρεσίοις : ἀπείροις , ἐν πολλοῖς
” ἀντὶ τοῦ πολλαί . ἄθυμοι κεκακωμένοι τὴν ψυχήν . αἰπύν ὑψηλὸν κυρίως . σημαίνει δέ ποτε καὶ τὸν μέγαν
6977170 νεκυν
ἀκταὶ ὁμῶς ῥηγμῖσιν ἀπειρέσιον βοόωσι : τοῖος ἄρ ' ἀμφὶ νέκυν Δαναῶν στόνος αἰνὸς ὀρώρει μυρομένων ἄλληκτον ἀταρβέα Πηλείωνα .
τι καὶ σὲ διδάσκειν ἤθελε : φεῦ , κείνου καὶ νέκυν ἀντιάσαι . Πλοῦτον μὲν πλουτοῦντος ἔχεις , ψυχὴν δὲ
6968248 ὀλοας
] σωρείας λίθων . Ξ ὀλοᾶς ] ὀλεθρίας . θ ὀλοᾶς ] φθαρτικῆς . νιφομένας ] βαλλομένας . νιφομένας ]
ἀρ - χαῖα βρέτη , θεοῖς πίσυνος , ὅτ ' ὀλοᾶς νειφομένας βρόμος λιθάδος ἐν πύλαις : δὴ τότ '
6945369 Οἰδιποδαο
οὗ μέμνηται Καλλίμαχος . ἐκ μέν σε Σπάρτης ἕκτον γένος Οἰδιπόδαο ἤγαγε Θηραίην ἐς ἀπόκτισιν , ἐκ δέ σε Θήρης
υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος , ὅς ποτε Θήβας ἦλθε , δεδουπότος Οἰδιπόδαο ἐς τάφον : ἔνθα δὲ πάντας ἐνίκα Καδμείωνας .
6922541 Ἀϊδοσδε
ἐν ἑτέρῳ λέγει : Ψυχὴ δ ' ἐκ ῥεθέων πταμένη Ἄϊδόσδε βεβήκει , καὶ πάλιν : Θάπτε με ὅττι τάχιστα
μέλας δ ' ἐπεριείδετο [ εὐρὼς ] | ὀφθαλμοῖς , Ἄϊδόσδε [ δ ' ἀπήλυθε ] | θυμὸς ἀναιδής .
6893392 Μενοιτιαδαο
δησάσκετο δίφρου ὄπισθεν , τρὶς δ ' ἐρύσας περὶ σῆμα Μενοιτιάδαο θανόντος αὖτις ἐνὶ κλισίῃ παυέσκετο , τὸν δέ τ
καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα : ἦ δὴ μὰν ὀλίγον γε Μενοιτιάδαο θανόντος κῆρ ἄχεος μεθέηκα χερείονά περ καταπέφνων . Ὣς
6888917 δεμνια
ἐνὶ οἴκῳ , ἢ χαμάδις στορέσας , ἤ τοι κατὰ δέμνια θέντων . ” ὣς εἰποῦς ' ἀνέβαιν ' ὑπερώϊα
λέχος καὶ σῶμα φυλάσσει . ἐς γάρ μιν κομίσας ὑπὸ δέμνια κάτθεο λάθρη χείλεσιν ἀείδων θελξίμβροτον ἀτρέμας ᾠδήν : ἣ
6885465 κατεκτας
ὡς τὸ μέλλον καρδία πήδημ ' ἔχει . σύ νιν κατέκτας καὶ κασίγνηται σέθεν . ποῦ δ ' ὤλετ '
πέλας ἴθι παῖε πᾶς . † ἦ σὺ δὴ Ῥῆσον κατέκτας ; μὴ ἀλλὰ τὸν κτενοῦντα σέ . ἴσχε πᾶς
6876435 ἀκμᾳ
: ἀλλ ' ὀνοτὸς μὲν ἰδέσθαι , συμπεσεῖν δ ' ἀκμᾷ βαρύς . καί τοί ποτ ' Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν
κενὰ αὐτοῖς εἶναι τὰ τῆς διαίτης . ἐν χερὸς δὲ ἀκμᾷ , τῷ καρπῷ τῷ ἀπὸ τῆς χειρός . ἢ
6831786 ἐυν
πάντες ἐς Ἄρεα μαιμώωντες . Τῶ ῥ ' ἄμοτον κύδαινεν ἐὺν γόνον Ἠριγενείης δωτίνῃς ἀγαθῇσι καὶ εὐφροσύνῃ τεθαλυίῃ . Ἀλλήλοις
πολὺ λώιον ἀνθρώποισιν . Ἀλλ ' ἄγ ' ἀριστῆες μὲν ἐὺν λόχον ἐντύνασθε : οἱ δ ' ἄλλοι Τενέδοιο πρὸς
6831136 κουρον
' ἀκίδα κλείουσι , βέλος κρυερώτατον ἄγρης , δελφίνων ἕνα κοῦρον ἀνωΐστῳ βάλον ἄτῃ : αὐτὰρ ὅ γ ' ἰδνωθείς
. ἔτεκες καὶ σύ ποτ ' , ὦ πότνια , κοῦρον φίλα ποιησαμένα λέκτρα πόσει σῶι : μετά νυν δὸς
6823953 ἐυς
: πάλαι ἢ δή : τὸ μετὰ τὴν ἀπάτην . ἐύς : ἰσχυρός . * πάις Ἰαπετοῖο : τὸν Ἰαπετὸν
: πάλαι ἢ δή : τὸ μετὰ τὴν ἀπάτην . ἐύς : ἰσχυρός . * πάις Ἰαπετοῖο : τὸν Ἰαπετὸν
6813714 σημ
Ἄρατός φησιν : αὐτοῦ κἀκεῖνος στέφανος , τὸν ἀγαυὸν ἔθηκεν σῆμ ' ἔμεναι Διόνυσος ἀποιχομένης Ἀριάδνης . ὑπελύσατ ' :
' ἄρα μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι δαιδαλέοισιν ἠδ ' ἐπὶ σῆμ ' ἔχεεν : περὶ δὲ πτελέας ἐφύτευσαν νύμφαι ὀρεστιάδες
6788767 κελαινεφες
ἐπὶ δὲ σάκους παρέλκει τὸ δετον , ὡς ἐπὶ τοῦ κελαινεφὲς τὸ νέφος . . τὸ ἀπὸ μέλανος σιδήρου δεδεμένον
Ζεύς : εἰ δ ' ἄγε νῦν φίλε Φοῖβε , κελαινεφὲς αἷμα κάθηρον ἐλθὼν ἐκ βελέων Σαρπηδόνα , καί μιν
6751009 δορποιο
ἴαινε Νεοπτολέμοιο φίλον κῆρ . Καί ῥ ' οἳ μὲν δόρποιο ποτὶ κλισίῃσι μέλοντο υἱὸν Ἀχιλλῆος θεοειδέα κυδαίνοντες ἶσον ἐπουρανίοισιν
τόν ῥά οἱ Εὐρύκλεια φίλοις ' ἐπὶ γούνασι θῆκε παυομένῳ δόρποιο , ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ '
6742330 Ἀϊδαο
καρτερός ἐσσι , ἀλλ ' ὑπ ' ἐμοὶ δμηθέντα πύλας Ἀΐδαο περήσειν . Τὸν δ ' αὖ Σαρπηδὼν Λυκίων ἀγὸς
καὶ ὁρᾷ φάος ἠελίοιο , ἦ ἤδη τέθνηκε καὶ εἰν Ἀΐδαο δόμοισι . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενον προσέφη εἴδωλον
6740757 ἑκηβολος
τοῦ μὲν οὖν προτέρου Ἑκάτη , Ἑκάβη , ἑκάς , ἑκηβόλος , ἑκών , κἂν ἀπὸ τοῦ εἴκω ἐνεστῶτος ἐσχηματισμένον
' ἅμα τοῖσιν ἔβη κρατερὸς Θρασυμήδης , καὶ Τελαμώνιος υἱὸς ἑκηβόλος ἤιε Τεῦκρος : τοῖσι δ ' ἐπ ' Ἀδμήτοιο
6739992 ἰθειαν
Τρῶες ἔασι νεοδμήτῳ ὑπ ' ἀνάγκῃ , οἵ ῥα δίκην ἰθεῖαν ἐπὶ σφίσι ποιήσονται οὔ τινι ἦρα φέροντες , ἐπεὶ
καὶ σκολιαῖς ὁδοῖς . * ἀκάνθης : τῆς σπείρας * ἰθεῖαν . . . στίβον : ὁδὸν τὴν εὐθεῖαν *
6727062 ἀλυξας
δ ' ἔχεν ἀρχήν . Μῦς ποτε διψαλέος γαλέης κίνδυνον ἀλύξας , πλησίον ἐν λίμνῃ λίχνον προσέθηκε γένειον , ὕδατι
, ὅτι Σῶσος ἐσώθη . Χειμερίην νιφετοῖο κατήλυσιν ἡνίκ ' ἀλύξας Γάλλος ἐρημαίην ἤλυθ ' ὑπὸ σπιλάδα , ὑετὸν ἄρτι
6719600 σπηλυγγος
φοβεῖται : αὐτίκα δὴ ῥωχμὸν καταδύεται εὐρέος αἴης ἠὲ κατὰ σπήλυγγος ἀφεγγέος , εἰσόκεν ἄζης ἠέλιος παύσαιτο καὶ οὐλομένου κυνὸς
μάστιξιν θαμινῇσι δι ' ἠέρος αἰθύσσοντες : αὐτὰρ ὅ γε σπήλυγγος ὑπεκπροθορὼν ἀλίαστος βρυχᾶται πετάσας φόνιον χάος ἀντία φωτῶν ,
6714082 χρυσειον
παρέστια πικρὰ γένεθλα . ἀλλ ' ἐπεὶ οὖν περόωντο μετὰ χρύσειον ἄεθλον Ἀργώης ἐπὶ νηὸς Ἰήσονι συμπονέοντες παῖδε Βορειόνεω Ζήτης
φηγοῖο πέριξ κλαδεῶσιν ἐρυμνόν , ἐν δ ' ἄρα οἱ χρύσειον ἐπεκρέματ ' ἔνθα καὶ ἔνθα ὅρπηκος ταναοῖο δέρας ,
6704810 ἀλτο
, λίγξε βιός , νευρὴ δὲ μέγ ' ἴαχεν , ἆλτο δ ' ὀϊστὸς ὀξυβελὴς καθ ' ὅμιλον ἐπιπτέσθαι μενεαίνων
Ἀχιλλῆος θῆκε προπάροιθεν ἀείρας . ἣ δ ' ἴρηξ ὣς ἆλτο κατ ' Οὐλύμπου νιφόεντος τεύχεα μαρμαίροντα παρ ' Ἡφαίστοιο
6703051 γοος
καὶ ἀνηδόνου δαίμονος : οὐ γὰρ ἡδονὴν ἔχει ὁ ἐμὸς γόος ὥσπερ ὁ τῶν βακχῶν . . . δαίμων :
ἔρρετε λωβητῆρες ἐλεγχέες : οὔ νυ καὶ ὑμῖν οἴκοι ἔνεστι γόος , ὅτι μ ' ἤλθετε κηδήσοντες ; ἦ ὀνόσασθ
6702119 προφυγων
, ὁππότε κεν πρῶτον πελάσῃς εὐεργέα νῆα Θρινακίῃ νήσῳ , προφυγὼν ἰοειδέα πόντον , βοσκομένας δ ' εὕρητε βόας καὶ
δώματα καὶ φθιμένων βασιλῆα πανδοκέα [ ] [ ] μεν προφυγὼν θάνατον θρασυαίγιδα ? ? ταν [ ! ! !
6698276 κληιδα
δ ' ἀνεμώλια βάζειν . ” ὣς εἰπὸν σταθμοῖο παρὰ κληῖδα λιάσθη ἐς πνοιὰς ἀνέμων : ἡ δ ' ἐξ
, τὸν μὲν ὑπὸ κραδίην , τὸν δ ' ἐς κληῖδα τυχήσας . Δάμνατο δ ' ἄλλοθεν ἄλλον : ἐπέστενε
6692109 δουρατι
δούρατα μακρὰ διεσκέδας ' . αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἀμφ ' ἑνὶ δούρατι βαῖνε , κέληθ ' ὡς ἵππον ἐλαύνων , εἵματα
καρπαλίμως σφετέρων ἐν χερσὶν ἑταίρων . Ἰδομενεὺς δὲ Βρέμουσαν ἐνήρατο δούρατι μακρῷ δεξιτερὸν παρὰ μαζόν , ἄφαρ δέ οἱ ἦτορ
6686985 ὠρσε
τοῖόν οἱ πῦρ δαῖεν ἀπὸ κρατός τε καὶ ὤμων , ὦρσε δέ μιν κατὰ μέσσον ὅθι πλεῖστοι κλονέοντο . Ἦν
: ζαὴν ἄνεμον : . . . Ὅμηρος : ” ὦρσε δ ' ἐπὶ ζαὴν ἄνεμον ” . ὥσπερ παρὰ
6686586 φιλαν
γᾶν θέντες ὄναιντο βίου . Ὕστατα δὴ τάδ ' ἔειπε φίλαν ποτὶ ματέρα Γοργὼ δακρυόεσσα δέρας χερσὶν ἐφαπτομένα : „
τὸν ὕμνον ἀποτίσωμεν προσφιλῶς τε καὶ κεχαρισμένως τῷ ἐγκωμιαζομένῳ . φίλαν ἐς χάριν : εἰς χάριν , φησὶ , τοῦ
6683903 Λατους
νιν ] ὁ Δαλογενὴς [ ] υἱὸς βαθυζώνοιο [ ] Λατοῦς δέκτο [ ] βλεφάρῳ [ ] : πολέες δ
φωνὰν ἀκαμάταν κατθεμένα πρὸ ποδῶν : „ Αἰθοπίᾳ με κόρᾳ Λατοῦς ἀνέθηκεν Ἀρίστα Ἑρμοκλειδαία τῶ Σαϋναϊάδα , σὰ πρόπολος ,
6683068 κακ
: λωβητν [ ! ] ? πυθ [ [ ] κακ [ ] ! φαι [ [ ] ν λύρην
! [ [ ] υκτοςο̆εν [ [ ] οιο : κακ [ [ ] σκεραμ ? [ [ ] οτεροις
6682598 ἱκετο
Δία πενθερὸν ἑξεῖς . Ζανός τοι θυγάτηρ ὑπὸ τὰν μίαν ἵκετο χλαῖναν , οἵα Ἀχαιιάδων γαῖαν πατεῖ οὐδεμί ' ἄλλα
' αἰγίοχος καὶ Ἀπόλλων παντοίην φιλότητ ' . οὐδ ' ἵκετο γήραος οὐδόν . † ) ὁ δὲ παρὰ σύνταξιν
6676854 Ἠριγενεια
' Ἀχιλῆος ἰδ ' ἄσπετα δειμαίνοντο . Δείδιε δ ' Ἠριγένεια φίλῳ περὶ παιδὶ καὶ αὐτὴ ἵπποις ἐμβεβαυῖα δι '
ἀπ ' Ὠκεανοῖο ῥέεθρα , φαιδρά τε μειδιόωσα θέει κλυτὸς Ἠριγένεια . Τοιγὰρ ἐγὼν ἔραμαι θήρης κλυτὰ δήνε ' ἀεῖσαι
6671309 κυματ
ἀνέμοισι κεκλειμένη ἠδὲ χαλάζαις . τόσσοι μὲν φῶτες περὶ Κάσπια κύματ ' ἔασιν : φράζεο δ ' ἐκ Κόλχων καὶ
' ἐρόεσσα καὶ Ἱππονόη ῥοδόπηχυς Κυμοδόκη θ ' , ἣ κύματ ' ἐν ἠεροειδέι πόντῳ πνοιάς τε ζαέων ἀνέμων σὺν
6670921 γοοωσα
γονεῖς ἀμφοτέρους ζῶντας , . . . Ἀμβλήδην : ἀμβλήδην γοόωσα , ἀναφέρουσα ἀθρόως τὸ πνεῦμα , . * .
οὔ τι πέπυστο . Ἀλλ ' Ἑλένη μάλα πολλὰ διηνεκέως γοόωσα , ἄλλα μὲν ἐν Τρώεσσιν ἀύτεεν , ἄλλα δέ
6669872 Ληδης
εἰς οἰκίον , οὐκ ἐπὶ πόντον ? [ , ] Λήδης λέκτρα ? [ φέρεις , ἀλλ ' οὐ ]
Ζεύς Εὐρώπης διὰ κάλλος ἀκούεται εἰσέτι ταῦρος [ ] καὶ Λήδης δι ' ἔρωτας ἀκούεται εἰσέτι κύκνος . Εὐρώπην σὺ
6668430 Ἑλλανιας
ὁ παῖς . ἀν ' ὑγρὸν ἀμπταίην αἰθέρα πόρσω γαίας Ἑλλανίας ἀστέρας ἑσπέρους , οἷον οἷον ἄλγος ἔπαθον , φίλαι
' ἄξεινον οἶδμα λίμνας , τίν ' οὐκ ἀφ ' Ἑλλανίας ἄγορον ἁλίσας φίλων , κόρας Ἀρείας † πέπλων χρυσεόστολον
6663193 ἁνικ
: ὅτε γὰρ πλεῖν μέλλουσιν , ἀνάγουσι τὰς ἀγκύρας . ἁνίκ ' ἄγκυραν : τὸν Τρίτωνά φησιν αὐτοῖς συντετυχηκέναι ἀναγομένοις
δ ' ἐπί οἱ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ ἔκˈλαγξε βροντάν , ἁνίκ ' ἄγκυραν ποτὶ χαλκόγενυν ναῒ κριμνάντων ἐπέτοσσε , θοᾶς
6660462 Ἡλιε
: τῆς μέσης δασυνομένης τὸ προσηγορικόν . Σοφοκλῆς Τηρεῖ : Ἥλιε , φιλίπποις Θρῃξὶ πρέσβιστον σέλας . Φίλιππος δὲ ψιλῶς
αὐτῷ ὅτι Ἀσία λέγεται . Καὶ εὐθέως ἔκραξεν : Ὦ Ἥλιε , ἀπώλεσας Ἰουλιανόν . Καὶ ἐκχυθεὶς τὸ αἷμα παρέδωκε
6659838 πεσεν
τυτθὸν ἐπέχραε δέρμα βοείης . Οὐδ ' ἄρα μαψιδίως χαμάδις πέσεν , ἀλλὰ Μίμαντα μεσσηγὺς σάκεός τε καὶ ἱπποκόμου τρυφαλείης
, τὸ δ ' [ ἄπνοον ] ὑψόθι σῶμα οὐ πέσεν , [ ἀλλ ' ἐπέμεινε ] ? ? ?
6656544 ἀνορουσε
θάλασσάν φησιν Ὅμηρος [ γ ] : Ἠέλιος δ ' ἀνόρουσε λιπὼν περικαλλέα λίμνην : κῦμα , οἴδημά τι ὄν
] κἀλέφαις . ὢς εἶπ ' : ὀτραλέως δ ' ἀνόρουσε πάτηρ [ ] ? φίλος : φάμα δ '
6643006 ἁλιον
. τὶς τῶν σὺν αὐτῷ ἔφη „ εἶδον βασιλεῦ τὸν ἅλιον ” . ἀφ ' οὗ ὠνομάσθαι τὴν πόλιν .
ῥα καρηβαρέων τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπεν : Ἦ ῥ ' ἅλιον Δαναοὶ στρατὸν ἐνθάδε πουλὺν ἄγειραν , σχέτλιοι , οὐδ
6635543 κελαινην
δ ' ἄκρῃ οὐρῇ ἔτι σκαίρεσκεν , ἀπὸ κρατὸς δὲ κελαινήν ἄχρις ἐπ ' ἄκνηστιν κεῖτ ' ἄπνοος : ἐν
' , ὅπως ἐκείνη , τὸ λεληθότως σύνοφρυν βλεφάρων ἴτυν κελαινήν . τὸ δὲ βλέμμα νῦν ἀληθῶς ἀπὸ τοῦ πυρὸς
6628293 ἀισσοντα
πάγοισιν ἰλλόμενος χαλκέῃσιν ἀλυκτοπέδῃσι Προμηθεύς αἰετὸν ἥπατι φέρβε παλιμπετὲς † ἀίσσοντα : τὸν μὲν ἐπ ' ἀκροτάτης ἴδον ἑσπέρου ὀξέι
ὅτε σήματα λυγρὰ κατὰ πτόλιν εἰσενόησεν εἰς ἓν ἅμ ' ἀίσσοντα , μέγ ' ἴαχεν , εὖτε λέαινα ἥν ῥά
6627685 χερα
† δύστλητον † Ἐτεοκλῆς ἄναξ ἤκουσε μητρός , κἀπιθεὶς ὑγρὰν χέρα φωνὴν μὲν οὐκ ἀφῆκεν , ὀμμάτων δ ' ἄπο
] ! ιπργον [ ! ! ! ! ! ] χέρα [ ] οῦν ἐνδίκως ? κικλήσκεται ? [ ]
6626649 λιπεν
ἀνὴρ εὑρὼν ἔλιπε βρόχον : αὐτὰρ ὁ χρυσόν , ὃν λίπεν , οὐχ εὑρὼν ἧψεν , ὃν εὗρε , βρόχον
οἷόν τε . Ὅμηρος δέ γε οὕτω φησί „ ποταμοῖο λίπεν ῥόον , ἀπὸ δ ' ἵκετο κῦμα θαλάσσης ,
6625998 ἡρωεσσι
μόχθον ἄελπτον : ἐφέσπετο γὰρ μέγα ἔργον πᾶσιν ἐφ ' ἡρώεσσι , κακῶν δ ' ἀνεφαίνετο πυθμήν : Πρόσθε γὰρ
βραχίονας ἰτεΐνοισιν : ἐν δ ' αὐτοῖς Ἱέρων προτέροις ἴσος ἡρώεσσι ζώννυται , ἵππειαι δὲ κόρυν σκιάουσιν ἔθειραι . αἲ
6625535 ἐννυχιον
, λύχνον , Ἔρωτος ἄγαλμα : τὸν ὤφελεν αἰθέριος Ζεὺς ἐννύχιον μετ ' ἄεθλον ἄγειν ἐς ὁμήγυριν ἄστρων καί μιν
πολύυμνον θεόν , εἰ παρὰ Καλλιχόροισι παγαῖς λαμπάδα θεωρὸς εἰκάδων ἐννύχιον ἄυπνος ὄψεται , ὅτε καὶ Διὸς ἀστερωπὸς ἀνεχόρευσεν αἰθήρ
6618246 γηραϊ
, τέκοις δ ' ἐπὶ λῴονι μοίρᾳ ἄλλαν σῷ πολιῷ γήραϊ καδεμόνα . ” Δέρμα καὶ ὀργυιαῖα κέρα βοὸς ἐκ
εἰ γὰρ σύ ἱν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραϊ διαπˈλέκοις εὐδαίμον ' ἐόντα , παίδων δὲ παῖδες ἔχοιεν
6615975 φερους
θ ' , ἁρπαλέως ἀραμένη , ταῖσιν ἐμαῖς δημότισιν καομέναις φέρους ' ὕδωρ βοηθῶ . Ἤκουσα γὰρ τυφογέρον - τας
, ἐς Κέον [ ἱεράν ] , χαριτώνυμον [ ] φέρους ' ἀγγελίαν , ὅτι μάχας [ ] θρασύχειρος Ἀργεῖος
6610874 ἐβα
ἁ πτεροῦσσα παρθένος τιν ' ἀνδρῶν . χρόνωι δ ' ἔβα Πυθίαις ἀποστολαῖσιν Οἰδίπους ὁ τλάμων Θηβαίαν τάνδε γᾶν τότ
ἄλοχον πάιδάς τε φίλους , ὃ δ ' ἐς ἄλσος ἔβα δάφναισι κατάσκιον ποσὶν πάις Διός . καὶ Ἀντίμαχος δ
6603286 τηλοθι
μακρὰν πορεύεσθαι : ὑποστρέψαι οὖν ὑμᾶς ἡ μοῖρα πεποίηκεν . τηλόθι : καὶ νῦν ἔδει εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης
: οὐδέ νυ τόν γε γηράσκοντα κομίζω , ἐπεὶ μάλα τηλόθι πάτρης ἧμαι ἐνὶ Τροίῃ , σέ τε κήδων ἠδὲ
6591771 Δαναοισιν
ἠδ ' ἔτι δώσει : οὐδ ' ὅ γε πρὶν Δαναοῖσιν ἀεικέα λοιγὸν ἀπώσει πρίν γ ' ἀπὸ πατρὶ φίλῳ
' ἀνθρώπων , τὸν δ ' ἔτι μᾶλλον ἀνῆκεν ἀμυνέμεναι Δαναοῖσιν . αὐτίκα δ ' ἐν πρώτοισι μέγα προθορὼν ἐκέλευσεν
6589696 Θρῃκων
γὰρ βλῆτο παρὰ σφυρὸν ὀκριόεντι κνήμην δεξιτερήν : βάλε δὲ Θρῃκῶν ἀγὸς ἀνδρῶν Πείρως Ἰμβρασίδης ὃς ἄρ ' Αἰνόθεν εἰληλούθει
ἔχειν . πρὸς τοῦτο δὲ ἀντιδιέσταλκεν ἦ ἔτι τῶν πλεόνων Θρῃκῶν . . . πρός τι ληπτέον ὥστε περὶ τοῦ
6588679 ἠλυθεν
' , ἵνα σῶμα σάοι : δαισάμενος δὲ γάμον πόλιν ἤλυθεν , ἥν ποθ ' ἑαυτῷ ἔκτισε καὶ δαπέδῳ Ζηνὸς
– ] [ ἁμέρᾳ ] Μίνως ἀρῇος [ ] [ ἤλυθεν ] αἰολοπρύμνοις ναυσὶ πεντήκοντα σὺν Κρητῶν ὁμίλῳ : Διὸς
6586399 παλαμῃσι
Μήδει ' ἐνὶ στέρνοισιν ἀκαμπέα θυμὸν ἐνώμα : δρέψατο γὰρ παλάμῃσι λυγρῶν ἀποθρίσματα ῥιζῶν . Καὶ τότ ' ἐγὼ φόρμιγγος
. τὸν δὲ καὶ ἠΐθεοι τερενόχροες ἱμερτῇσιν αἰὲν ἐφορμήσουσι περιπτύσσειν παλάμῃσι , καὶ μαλακὴ χρύσειον ἐπὶ λέχος αἰὲν ἐρύσσει ἄλληκτον
6583505 θετο
στάδα λίμνην κλάδα χρυσεόκαρπον ἁμὲς δὲ ϝειρήναν : τόδε γὰρ θέτο Μῶσα λίγεια , τῶι γὰρ Ἰθωμάται καταθύμιος ἔπλετο Μοῖσα
οὐδ ' ἐδάμασσεν . ἔνθ ' ἀπὸ Τυνδαρίδης μὲν ἐύστιπτον θέτο φᾶρος λεπταλέον , τό ῥά οἵ τις ἑὸν ξεινήιον
6577876 πλοον
τεθυμιαμένου ἀδύτου : λέγει δὲ τοῦ κατὰ τὴν Πυθῶνα . πλόον : πλεῖν ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς Λερναίας ἀκτῆς εἰς
πρῶτον ἐπιψαίρωσι πόροιο τε πειρήσωνται , ξεῖνον ἁλὸς σπεύδουσι μετὰ πλόον , οὐδ ' ἐθέλουσι μίμνειν ἔνθ ' ἐγένοντο καὶ
6574877 τοιο
, ὄφρα Ποσειδάωνι καὶ ἄλλοις ἀθανάτοισιν σπείσαντες κοίτοιο μεδώμεδα : τοῖο γὰρ ὥρη . ἐν δὲ ταῖς τῶν θεῶν ἑορταῖς
ἔσκεν : πολλὰ γάρ νιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν . τοῖο δ ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι : εὐθὺς δ
6574632 Ἠως
ἐπὶ δὲ τῆς σωματοειδοῦς ἀλλ ' ἤτοι Κλεῖτον χρυσόθρονος ἥρπασεν Ἠώς . ἦις , ἦσθα , φησίν , διαφέρει παρὰ
φάω φάσω φαλὸς καὶ φαλιός : „ φάε δὲ χρυσόθρονος Ἠώς „ . . . . . φλόξ , ,
6573796 χαμαζε
αὐτῶι τάδ ' ἄλλα Βάκχιος λυμαίνεται : δώματ ' ἔρρηξεν χαμᾶζε , συντεθράνωται δ ' ἅπαν πικροτάτους ἰδόντι δεσμοὺς τοὺς
? [ δ ' ἐκ σκληρῆς ] πέτρης ἔξαλτο [ χαμᾶζε ] δριμὺ βέλος . πικρὸν [ δ ' ἄχος
6572801 Μεμνονος
ἔστιν ἃ ἐγένετο νῦν καὶ ἀεὶ ἔσται . Ἀνεγνώσθη βιβλίον Μέμνονος ἱστορικὸν , ἀπὸ τοῦ θ ' λόγου ἕως ιϚʹ
Θησέως , διὰ τοῦτο ἀρχῆθεν οὐκ ἐπιγραφέντας : [ καὶ Μέμνονος ἐν Αἰγύπτῳ κολοσσὸν εἶναι λέγουσιν ] . ἀλλ '
6572698 Ἡρακληι
ἐνέποντος θέλγετ ' ἀκουῇ θυμόν : ἄχος δ ' ἕλεν Ἡρακλῆι λειπομένῳ , καὶ τοῖον ἔπος πάντεσσι μετηύδα : “
' ἀγκοίνῃσι μιγεῖσα Τηλέφου , ὅν ῥα καὶ αὐτὸν ἀταρβέι Ἡρακλῆι λάθρῃ ἑοῖο τοκῆος ἐυπλόκαμος τέκεν Αὔγη , καί μιν
6570998 ματρι
τυ , παῖδα δ ' ἐᾶν σὺν παισὶ φιλοστόργῳ παρὰ ματρί παίσδειν ἐς βαθὺν ὄρθρον , ἐπεὶ καὶ ἔνας καὶ
ἆρα φίλιά μοι τεμεῖ καὶ τέκνοις ταφὰς ληψόμεσθα ; ἄμυνε ματρί , πόλις , ἄμυνε , Παλλάδος , νόμους βροτῶν
6570645 κουρης
ἔχοντα τὴν πρὸ τέλους ὡς ἰαμβικὰ κλίνεται : ἔτι σεσημείωται κούρης καὶ Ναίης , ἀπὸ πλεονασμοῦ εἶχον τὰ δίχρονα :
σὺν τεύχεσιν ἐξελάσαιμι Κόλχους , ἡρώεσσι φέρων χάριν , εἵνεκα κούρης , ἀλλὰ Διὸς δείδοικα δίκην ἰθεῖαν ἀτίσσαι : οὐδὲ
6569958 ἀψ
τῶ ς ' οὔ τι πάλιν πλαγχθέντα γ ' ὀΐω ἂψ ἀπονοστήσειν , εἰ καὶ μάλα πολλὰ πέπονθας . ὑμέων
θοῇ συνάρασσε κορώνῃ ζεύγληθεν . καὶ τὼ μὲν ὑπὲκ πυρὸς ἂψ ἐπὶ νῆα χαζέσθην : ὁ δ ' ἄρ '
6568597 γοον
διὰ τὸν μόρον τῶν οἰχομένων αἴρω καὶ κινῶ πολυπενθῆ δηλονότι γόον . λείπει δὲ τοῦτο . . αἴρω ] φέρω
δ ' Ἀγαμεμνόνιον κρᾶτ ' ἐνέγκοι Ἑλέναι κακόγαμβρον ἐς χέρας γόον , ὃς ἐπὶ πόλιν , ὃς ἐπὶ γᾶν Τροΐαν
6564838 Ἡρακληος
' Ἀχαιοῖς . Ἀλλὰ σύ , πρὸς μεγάλοιο καὶ ὀβρίμου Ἡρακλῆος τῷ μέγεθός τε βίην τε καὶ ἀγλαὸν εἶδος ἔοικας
' ἐελδομένοισι θεοὶ μέγα πήματος ἄλκαρ ἤγαγον Εὐρύπυλον κρατεροῦ γένος Ἡρακλῆος : καί οἱ λαοὶ ἕποντο δαήμονες ἰωχμοῖο πολλοί ,
6562483 κελευθου
. ἀλλ ' ἔσθ ' ὁ καιρὸς ἡμερεύοντας ξένους μακρᾶς κελεύθου τυγχάνειν † τὰ πρόσφορα . ἄγ ' αὐτὸν εἰς
θαλάσσης , στείχων ἔκ τ ' ὀλοοῖο πόνου δολιχῆς τε κελεύθου , τόφρα δὲ πορφυρέοιο διαινόμενοι κορέσαντο αἵματος οἵ ῥα
6553756 βασιληος
Ἡσίοδος ἐν τῇ ἡρωϊκῇ γενεαλογίᾳ Ἕλληνος δ ' ἐγένοντο φιλοπτολέμου βασιλῆος Δῶρός τε Ξοῦθός τε καὶ Αἰόλος ἱππιοχάρμης ΑἰολίδαιΠεριήρης .
προτέρω Καρμανίδος ἔκτοθεν ἄκρης Ὤγυρις , ἔνθα τε τύμβος Ἐρυθραίου βασιλῆος : ἐκ τῆς δ ' ἂν περάσειας ἐπὶ στόμα
6551344 ἠλυθε
πυλεῶνα διαπτάμενος θανάτοιο τολμηρῇ κραδίῃ , διὰ δ ' εὐρέος ἤλυθε λαιμοῦ . αὐτὰρ ὅ γ ' ἐξ ὕπνου βαρυαέος
, ὣ γενεῇ προφέρεσκον : ὁ δ ' εἰς μέσον ἤλυθε Λυγκεύς , σείων καρτερὸν ἔγχος ὑπ ' ἀσπίδος ἄντυγα
6549117 κυανεας
κυανόπτερος ὄρνις εἴθ ' εἴην , πευκᾶεν σκάφος ἇι διὰ κυανέας ἐπέρασεν ἀκτάς , πρωτόπλοος πλάτα . ὦ παῖ ,
ἀμφικαλύψηι , ἔλθηι δ ' ἐς σκιερὸν χῶρον ἀποφθιμένων , κυανέας τε πύλας παραμείψεται , αἵτε θανόντων ψυχὰς εἴργουσιν καίπερ
6548491 δηιοτητος
τ ' ἄμοτον μεμαυῖα , ἡ μὲν ἔχουσα Κυδοιμὸν ἀναιδέα δηιοτῆτος , Ἄρης δ ' ἐν παλάμῃσι πελώριον ἔγχος ἐνώμα
ἔργον , ὅ τι φρεσὶν ᾗσιν ἐπιστάμενος πονέηται . Τοὔνεκα δηιοτῆτος ἀποσχόμεναι κελαδεινῆς ἱστὸν ἐπεντύνεσθε ἑῶν ἔντοσθε μελάθρων : ἀνδράσι
6548133 δουπον
οὐχ ὑλάουσιν , ἀλλὰ περισσαίνουσι : ποδῶν δ ' ὑπὸ δοῦπον ἀκούω . οὔπω πᾶν εἴρητο ἔπος , ὅτε οἱ
ἀχαιϊνέης . Ἀζαλέοιο : μεγάλου . Καναχήποδος : ὁ ποιῶν δοῦπον μετὰ ποδῶν . Ὠτίς : ὄνομα θηρός . Ἐπέχραον
6544728 ἠλθ
ἀύτα Δαρδάνιον ] πέδιον κατῆχε : Αἴας δὲ λύσσαν ] ἦλθ ' ὀλόαν ἔχων ἐς ναῦον ] ἄγνας Πάλλαδος ,
γὰρ ν ? [ ὑπὸ μητρυῶν τε καὶ [ οὐκ ἦλθ ' ἀρήξων ἀλλ [ νῦν οὖν ἄποινα τ [
6541097 φθιμενων
πρὸς γόνυ πίπτουσα τὸ σόν : † ἄνομοι τέκνα λῦσαι φθιμένων νεκύων οἳ † καταλείπουσι μέλη θανάτωι λυσιμελεῖ θηρσὶν ὀρείοισι
κἀκποδὼν εἶναι νέοις . ἰώ : τάδε δὴ παίδων ἤδη φθιμένων ὀστᾶ φέρεται . λάβετ ' , ἀμφίπολοι , γραίας
6538954 καρηνου
ἐκάλυψεν ὀπώρην ἄχρι ποδῶν πυκάσας θαλερὸν δέμας : ἐκ δὲ καρήνου στήθεα γυμνώσας καὶ γαστέρα σήματα φαίνει , ὅττι γένος
πέπλοις [ ] , ποιμενίῳ ζωστῆρι περίπλοκος : ἐκ δὲ καρήνου χαίτην ἀμφιέλισσαν ἀποθλίψασα κομάων [ ! ! ! !
6531953 ματρος
ἄρα Ὀρφεὺς ὁ Καλλιόπας κατὰ τὸ Πάγγαιον ὄρος ὑπὸ τᾶς ματρὸς πινυσθεὶς ἔφα , τὰν ἀριθμῶ οὐσίαν ἀίδιον ἔμμεν ἀρχὰν
πλάνους . γάλακτι δ ' οὐκ ἐπέσχον οὐδὲ μαστῶι τροφεῖα ματρὸς οὐδὲ λουτρὰ χειροῖν , ἀνὰ δ ' ἄντρον ἔρημον
6530768 ἐξαυτις
. πάλιν γὰρ ἀναδίδοται καὶ αὐξάνει . . δ ' ἐξαῦτις . πάλιν ἠγάγετο τὴν Μνημοσύνην . δεῖ γὰρ καὶ
ἔργον ἐπιξυνώσατο βουλῇ . Αἰσονίδης δ ' ὅτε δὴ ἑτάροις ἐξαῦτις ἔμικτο ἐν χώρῃ ὅθι τούσγε καταπρολιπὼν ἐλιάσθη , ὦρτ
6530257 καλυπτρης
ὄμβρων , οὐδ ' ἔτι χιονέης ὑδατώδεα δεσμὰ [ ] καλύπτρης [ ] [ ] [ ] . ἤδη γὰρ
εὐτραφεῖ ἀλλαχοῦ νῦν δὲ τῷ λευκῷ * . ὁ πρὸς καλύπτρης : Ἡσιόνη , ὡς ἔφην καὶ πρώην , ὑφ
6529166 παλαμῃσιν
, ἐρητύων ἀχέουσαν , σεῖον δ ' ἐγχείας εὐήκεας ἐν παλάμῃσιν φάσγανά τ ' ἐκ κολεῶν , οὐδὲ σχήσεσθαι ἀρωγῆς
τε καὶ αὐτοῦ . Ἄλλῳ δ ' αὖτε γεραιὸς ἐπισταμένῃς παλάμῃσιν ἀμφετίθει μελέεσσι κακῆς ἀλκτήρια χάρμης πολλὰ παρηγορέων φίλον υἱέα
6528678 ἰωης
κυλίνδεται , ὑψόσε δ ' ἄχνη σκίδναται ἐξ ἀνέμοιο πολυπλάγκτοιο ἰωῆς : ὣς ἄρα πυκνὰ καρήαθ ' ὑφ ' Ἕκτορι
, καὶ ἐς βρόχον αὐτοὶ ἵενται , θηλυτέρης ἐνοπῇσι παραπλαγχθέντες ἰωῆς : τοῖς κεῖνοι κύρτοιο πέσον λαγόνεσσιν ὁμοῖοι . Τοίην
6528577 ἀυτει
, δρέπων τερείνης μυρσίνης κάραι πλόκους : ἰδὼν δ ' ἀυτεῖ : Χαίρετ ' , ὦ ξένοι : τίνες πόθεν
σάνδαλα θείης . οὐκ ἀίεις , παίδων ὁ νεώτερος ὅσσον ἀυτεῖ ; ἢ οὐ νοέεις ὅτι νυκτὸς ἀωρί που ,
6525183 Μινυαισιν
καὶ ἐς μόθον αὐτίκα λεύσσοι . Ἀλλ ' οὐ γὰρ Μινύαισιν ἐπήνδανε πᾶσι νέεσθαι : δεῖμα δ ' ἐνὶ φρεσὶ
ἀρὰς Αἰήτεω καὶ ἠλιτόποινον Ἐριννύν : δὴ τότ ' ἐγὼ Μινύαισιν ἐφ ' ἱερὰ λύτρα καθαρμῶν ῥέξα , καὶ ἐλλισάμην
6522886 υἱα
, ὕβριζον . τοῖσιν : γράφεται μέσσῳ . ἁζόμενος Μαίης υἷα : τὸν Ἑρμῆν φησιν ἐξιλάσασθαι τὸν Εὔφημον διὰ τὸ
ἰοῦσαν , ἥ σε πάρος κύδαινε καὶ ὡς φίλον ἔδρακεν υἷα ; Ἦ μέγα νεικείουσα πολυσθενέος Διὸς υἷα Ἥρη ἀκηχεμένη
6522761 Ἀιδαο
ὅ γ ' Ἀχιλλεύς ἐστι καὶ οὐ κίε δῶμ ' Ἀίδαο , εἴ τέ τις ἄλλος Ἀχαιὸς ἀλίγκιος ἀνέρι κείνῳ
γὰρ τῆς νήσου κεῖται ἡ Μαριανδυνία . ἔνθα μὲν εἰς Ἀίδαο : κατὰ τὸν ἐν τῇ Μαριανδυνίᾳ Ἀχέροντα ὡς ἐπὶ
6522066 διος
κάμετόν πρὸς τὸ πρόσωπόν ἐστι . Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος καὶ Σιμόεις , ὅθι πολλὰ βοάγρια καὶ
σφεας Ὀδυσεύς τε καὶ ὁ σθεναρὸς Διομήδης ἰσόθεός τε Νεοπτόλεμος δῖός τε Λεοντεὺς αἶψ ' ἀπὸ τείχεος ὦσαν ἀπειρεσίοις βελέεσσιν
6517230 ἱπποπολων
λέοντος δείλαιοι μέγα θῆρα πεφυζότες : ὣς ἄρα λαοὶ Τρώων ἱπποπόλων ἠδ ' ἀλλοδαπῶν ἐπικούρων ὑστατίην Ἀχιλῆος ὑποτρομέεσκον ὁμοκλὴν ἐλπόμενοί
Ὅμηρος ἐκ τῆς Ἴδης τρέπειν τὼ ὄσσε νόσφι ἐφ ' ἱπποπόλων Θρῃκῶν , Μυσῶν τ ' ἀγχεμάχων : σὺ δὲ
6514196 Πατροκλοιο
Ἕκτωρ πρῶτος ἐμῷ ὑπὸ δουρὶ τυπεὶς ἀπὸ θυμὸν ὀλέσσῃ , Πατρόκλοιο δ ' ἕλωρα Μενοιτιάδεω ἀποτίσῃ . Τὸν δ '
ἐγών , ὅτε μοι Σαρπηδόνα φίλτατον ἀνδρῶν μοῖρ ' ὑπὸ Πατρόκλοιο Μενοιτιάδαο δαμῆναι . Τίνι θεῶν εὔχεται ὁ Ζεὺς ὑπὲρ
6513254 πελασσεν
– – ] παῖδ ' ἐν χθονὶ καλλιχόρῳ ποικίλαις τέχναις πέλασσεν : [ ἀλλ ] ' ἢ θεὸς αἴτιος ,
καὶ κακῶν . ἄκουε : Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν . τῶν ὄντων τὰ μέν ἐστιν ἀγαθά , τὰ
6512059 πυλαρταο
Ἀπίων διὰ τὸ ἐκ πολλῶν ἱματίων τὰ στρώματα συντίθεσθαι . πυλάρταο Θ . Ν . λ . . , :
πυλάρταο Θ . Ν . λ . . , : πυλάρταο κρατεροῖο : μίαν διάνοιαν αἱρετέον διὰ τῶν δύο λέξεων
6510477 χερεσσιν
καὶ πρώονας Ἴδης , ἠδὲ καὶ ὡς ἐδάιξεν ὑπὸ στιβαρῇσι χέρεσσιν ἀργαλέων Σολύμων ἱερὸν στρατόν , οἵ μιν ἰόντα εἶργον
κέλευθα . Καὶ τὸν μὲν μόρος αἰνὸς ὑπέκλασε δῃωθέντα Τυδείδαο χέρεσσιν : ὃ δ ' εἰσέτι Τρῶας ἐναίρων ἔσσυτ '

Back