. Ἔπειτα πουλύπους τετμημένος ἐν βατανίοισιν ἑφθός . Ἐγὼ ξενιτευόμενος ἐστρατευόμην . Πάνυ συχνὴ σφύραινα . κέστραν ἀττικιστὶ δεῖ λέγειν
οὐκ ἠρνούμεθ ' ἂν τὸ κοινὸν αὔξειν ὧν μέτ ' ἐστρατευόμην . νῦν δ ' οὐδέν εἰμι , παρὰ δὲ
6522455 προηκαμην
ἐκβοῶντες καὶ ἐξαλλόμενοι ἀπὸ τῶν πετρῶν . καίτοι λιτὰ ῥήματα προηκάμην , καὶ ταῦτα εἰκῆ οὑτωσὶ καὶ λίαν ἀρχαίως ,
ὡς δὲ οὐκ ἐπλήρου μου τὴν ἐπιθυμίαν ἡ τύχη , προηκάμην τὸ γήδιον : ἐκεῖνος λαβὼν εὗρε τὰ χρήματα .
6477317 ἐνενοουν
βούλεται εὐδοκιμεῖν . τοῦτό τοι καὶ Κρῆτες ὑπὲρ τῶν ἐρωμένων ἐνενόουν . ἀκούω γὰρ Κρῆτα ἐραστὴν ἀγαθὸν τά τε ἄλλα
Ἐγὼ δὲ ἐπανιὼν ποικίλα , ὦ ἑταῖρε , πρὸς ἐμαυτὸν ἐνενόουν , τὸ φιλόδοξον οἷόν τί ἐστιν ἀναλογιζόμενος , ὡς
6363670 γραφετε
διετελεῖτε τοῖς τυράννοις ἐγκαλοῦντες , ἀλλὰ πρὸς τοῖς ἄλλοις καὶ γράφετε ἐν τοῖς ψηφίσμασιν ἐμοὶ προστάττοντες Τήρην καὶ Κερσοβλέπτην ἐᾶν
: ἐγὼ δὲ καὶ νῦν ἑτέροις γεγέ - νημαι : γράφετε ὦ τεχνῖται καινόν τι τὸν ἐμὸν ἔρωτα ἐκδιηγούμενοι :
6215874 τεθηπα
προσηνὲς ὑπεράγαμαι καὶ τὸ πρὸς τοὺς γεννησαμένους μέρους παντὸς ὑπήκοον τέθηπα πρὸς ξυννοεῖν ὁ λόγος καὶ τοῖς ἀλ . .
ὧν παρασχεῖν , τί ἔτι θαυμάζω αὐτόν , τί ἔτι τέθηπα ; τί φοβοῦμαι τοὺς δορυφόρους ; τί χαίρω ,
6213087 προθυμῃ
] ὅτι . ἐμοὶ γλυκὺ ] τοῦτο μαθεῖν . . προθυμῇ ] προθυμίαν ἔχεις . χρὴ ] πρέπει . .
. : ἐμοὶ γλυκύ ] τὸ ἀκούειν . : ἐπεὶ προθυμῇ ] Τὸ ἐπεὶ σχῆμα γρεγότητος καὶ τροχαιστικόν . μήπω
6162828 παραμυθησομαι
γῆρας ἱκάνει , λύπης ἔργον μᾶλλον ἢ πλήθους ἐτῶν . παραμυθήσομαι δ ' οὖν ἐμαυτὸν οἷς τε ἐπιστέλλω πρὸς σὲ
, οὐκ ἔτι βοηθήσω τοῖς κάμνουσιν , οὐ νόσῳ φαρμάκῳ παραμυθήσομαι : ἰατρὸς οὐκ ἔτι διὰ τοὺς συκοφάντας ῥηθήσομαι .
6153961 προὐκαλουμην
παρέχεται Ἀπολλόδωρος . Λέγε δὴ αὐτὴν τὴν πρόκλησιν , ἣν προὐκαλούμην ἐγὼ Στέφανον τουτονί . Τάδε προὐκαλεῖτο Ἀπολλόδωρος Στέφανον περὶ
αὐτάς , εἰ ταῦτ ' ἀληθῆ ἐστι , καὶ ὡς προὐκαλούμην , λαβέ μοι τὴν μαρτυρίαν . Μαρτυροῦσι παρεῖναι ὅτε
6089060 Δειλη
: ἀώρου Πάνδειλον : πανάθλιον . ἀλιτροτάτοιο : ἁμαρτωλοτάτοιο . Δειλή : ἀθλία . Στονύχεσσι : μεμερισμένοις ὄνυξιν . Ἐχθραῖς
: ἀώρου Πάνδειλον : πανάθλιον . ἀλιτροτάτοιο : ἁμαρτωλοτάτοιο . Δειλή : ἀθλία . Στονύχεσσι : μεμερισμένοις ὄνυξιν . Ἐχθραῖς
6039717 ὡραϊζεται
ὁ πλούτῳ κομῶν καὶ περιουσίαν ἔχων τοῖς ἐξαιρέτοις τῶν κτημάτων ὡραΐζεται , οὕτω προσήκει καὶ τὸν ἄρχοντα ταύταις ταῖς μεγίσταις
μεμυημένους , καὶ ὅτι νῦν ἡ γῆ ἄνθεσι καλλωπίζεται καὶ ὡραΐζεται τοῖς βλα - στήμασιν , ὥσπερ καὶ ὑμεῖς ἐν
6036940 Ἀχαιοισιν
μνηστῆρες ἀτιμάζοντες ὄνονται . νῦν δ ' ὥρη καὶ δόρπον Ἀχαιοῖσιν τετυκέσθαι ἐν φάει , αὐτὰρ ἔπειτα καὶ ἄλλως ἑψιάασθαι
φαίνηι κακός : χρῆν ς ' , εἴπερ ἦσθα τοῖς Ἀχαιοῖσιν φίλος , τὸν χρυσὸν ὃν φὴις οὐ σὸν ἀλλὰ
6034203 συνεφερε
καταμηνύσεως : νῦν ἠνάγκασμαι γνωρίζειν τὸν παῖδα , ὅτε ἀγνοεῖν συνέφερε , καὶ τότε πατὴρ ἀναγορεύομαι , ὅτε καὶ παιδοκτόνος
ταῦτα ὑμεῖς ψηφίζεσθε . καὶ εἰ μὲν τῷ ὑμετέρῳ πλήθει συνέφερε τοὺς μὲν ἔχειν τὰ αὑτῶν , τῶν δὲ ἀδίκως
6010249 ὀλωλας
ἄρ ' ὡς θανουμένους μετῆλθες ἡμᾶς ἀλλὰ σημανῶν κακά ; ὄλωλας , ὦ παῖ , μητρὸς ἁρπασθεῖς ' ἄπο ,
γὰρ πόλις ἧδε κατ ' ἄκρης πέρσεται : ἦ γὰρ ὄλωλας ἐπίσκοπος , ὅς τέ μιν αὐτὴν ῥύσκευ , ἔχες
5998287 ἐτιμησασθε
, ὥστ ' οὐδὲ ταύτας ὑπὲρ ἐμοῦ εἰς τὸ δημόσιον ἐτιμήσασθε : ὑμέτεραι γὰρ ἦσαν ἐν ἐκείνοις τοῖς χρόνοις .
, εἰ ἣν ὑμεῖς ἂν πρὸ πολλῶν χρημάτων καὶ χάριτος ἐτιμήσασθε δύναμιν ὑμῖν προσγενέσθαι , αὕτη πάρεστιν αὐτεπάγγελτος ἄνευ κινδύνων
5994198 ἐπραττετε
; Οὐδαμῶς . Καὶ μὴν οὐ τὰ ὑμέτερά γε αὐτῶν ἐπράττετε , εἴπερ τὸ γράφειν πράττειν τί ἐστιν καὶ τὸ
τῇ τάξει λελύμανται . εἰ δὲ μὴ , πότε βέλτιον ἐπράττετε , ὅπως δὲ μηδὲν ἀχθεσθῆτε , πότερον ἡνίκα Ἐπαμεινώνδας
5990977 συνθεουσιν
Θηβῶν . ἀλλ ' ἔνθα ἂν καὶ νῦν φανῇς , συνθέουσιν ἐπὶ σὲ πάντες ὥσπερ ἐπὶ τὴν γλαῦκα τὰ ὄρνεα
, ὦ Δίκη , ἀνεβόησαν , ὡς δὲ καὶ σπουδῇ συνθέουσιν ἕλκοντες ἀλλήλους πρὸς τὸ ἄναντες εὐθὺ τοῦ Ἀρείου πάγου
5974184 ἐσυριττον
ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δὲ ἐθεώμην : ἐξέπιπτες , ἐγὼ δὲ ἐσύριττον : κακοτεχνοῦντι γὰρ ἔοικεν διὰ τὴν ἀνταπόδοσιν , μᾶλλον
τὸν Πᾶνα προσαγορεύσαντες , τὸ ἐντεῦθεν ὑπὸ τῇ δρυῒ καθεσθέντες ἐσύριττον : εἶτα ἀλλήλους ἐφίλουν , περιέ - βαλλον ,
5974030 εἰκαζω
καὶ στόνου καὶ παιᾶνος . Τὸν δὲ ἕτερον αὖ βίον εἰκάζω ἀνδρὶ ἐν καθαρῷ φωτὶ διαιτωμένῳ , λελυμένῳ τὼ πόδε
δηλονότι . τοὺς γὰρ ἐναντίους εἰκάζω . . . : εἰκάζω , φησί , τοὺς ἐναντίους , καταφρονοῦντας ἡμῶν καὶ
5971517 καθαιρομενου
τοῦ κωλύοντος αἵματος καὶ λυομένου , ἔτι δὲ λεπτυνομένου καὶ καθαιρομένου τοῦ ὑπολειφθέντος ἀκριβέστερον ἐνεργήσουσιν : ὅθεν οἱ τελευταῖοι τῶν
οἱ σπλαγχνεύοντες ὕδωρ λαβὼν κάθαιρε , ἀπόνιζε τὸ αἷμα τοῦ καθαιρομένου καὶ μετὰ τὸ ἀπόνιμμα ἀνακινήσας εἰς ταὐτὸ ἔγχεε .
5969894 Βιτιννα
τὴν λέγεις ὀρώρηκα γυναῖκα ; προφάσις πᾶσαν ἠμέρην ἔλκεις . Βίτιννα , δοῦλός εἰμι : χρῶ ὄτι βούληι μοι καὶ
: Μυκέρινα , ὄνομα πόλεως : Φίλιννα : Ἵριννα : Βίτιννα : Κόριννα : Σάλπινα , ὄνομα κύριον : Μύρινα
5963148 μετελευσομαι
τοῦ εἰς . . . πορεύσομαι , μεταχειρίζομαι . , μετελεύσομαι ἐν μεταχειρίσει , ἀποπορεύσομαι , εἶμι δὲ πρὸς αὐτὸν
ὑπόκειται συνέταξα τὸ βιβλίον μηδενὸς καταφρονήσας λόγου . νῦν δὲ μετελεύσομαι ἐπὶ τὰς τοῦ Κυρανοῦ ἑτέρας βίβλους , ὅπως καὶ
5960191 τερπομαι
ζῆν ἀγαπᾷ . διὰ δὴ ταῦτα χαίρω μὲν εἰσιόντος , τέρπομαι δὲ λέγοντος . ἔνιοι δὲ λέγειν μέν εἰσιν οὐ
, παρὰ τὸ ἥδω δηλοῦν τὸ κορεσθῆναι , ὡς τὸ τέρπομαι , ὅπερ τὸ αὐτὸ ἐδήλου . τεταρπόμεθα γόοιο .
5948996 ἀπολωλ
γ ' , ὦ πότνια δέσποιν ' Ἀθηναία , ποιῶν ἀπόλωλ ' ἐκεῖνος κἀν δέοντι τῇ πόλει , εἰ πρίν
„ ἀβίωτος ὁ βίος , οὐκ ἔτ ' ὄψομαι , ἀπόλωλ ' , „ ἐν ἑαυτῷ τοῦτ ' ἐὰν σκοπῇ
5925065 Τερπωλη
, ὀρεινῆς . τάτ ' : ἅτινα , ἰωνικῶς . Τερπωλή : χαρὰ , εὐφροσύνη . ἠέ : ἰωνικόν .
Εἰσδῦναι : εἰσελθεῖν . εἰσορόωντας : εἰς αὐτὸν βλέποντας . Τερπωλή : τέρψις . ἀπειρήτοισιν : ἀπείροις , ἀνοήτοις .
5921613 κατεστην
διὰ τὰς τῆς πόλεως συμφορὰς εἰς πενίαν πολλὴν καὶ ἀπορίαν κατέστην , ἔπειτα δὲ καὶ βίον ἠργασάμην ἐκ τοῦ δικαίου
' ἕνεκα αὐτός τε οὐκ ἄκων εἰς τόδε τὸ τέλος κατέστην καὶ ὑμᾶς παρεκάλεσα δηλῶσαι ὑμῖν βούλομαι . ἐγὼ γὰρ
5919853 ἐπιγραψω
καὶ Λυδοῖς ἐπιθῶ τοὺς φόρους καὶ μνῆμα ἑαυτῷ παμμέγεθες ἀναστήσας ἐπιγράψω ὁπόσα ἔπραξα μεγάλα καὶ στρατηγικὰ παρὰ τὸν βίον .
: Εἶδος τιμωρίας . Θ . . . τίμημ ' ἐπιγράψω : Πρόστιμα ἐπιθῶ τῇ κρίσει . . τῇ δίκῃ
5912314 μεθεμεν
' ἁρπάζουσα ποτὶ σφετερὸν δέμας αἰεὶ ἂψ πάλιν οὐκ ἐθέλει μεθέμεν πολεμιστὰ σίδηρον . ἤτοι μέν μίν φασι καὶ Ἠελίοιο
Πελίαο κακὴν βασιλῆος ἐφετμήν , αὐτίκ ' † ἀπὸ ψυχὴν μεθέμεν κηδέων τε λαθέσθαι , ὄφρ ' αὐτός με τεῇσι
5902724 ἀγορευσω
Ἀθήνη : “ τοιγὰρ ἐγώ τοι ταῦτα μάλ ' ἀτρεκέως ἀγορεύσω . Μέντης Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχομαι εἶναι υἱός , ἀτὰρ
με ταῦτα κελεύεις εἰπεῖν : αὐτὰρ ἐγὼ μάλα τοι πρόφρων ἀγορεύσω . κάλλιστον μὲν τῶν ἀγαθῶν ἔσται μέτρον εἶναι αὐτὸν
5901996 καὐτη
γὰρ διὰ τοὺς ἐλέγους καὶ τοὺς θρήνους : Μοῦσα δὲ καὐτή : καὶ αὐτὴ δὲ , φησὶ , παραμυθία ἐστὶ
] : τῆς σῆς γὰρ ὡς χρῆν καρδίας ἀνθηψάμην . καὐτή γε λυπῆι καὶ κακῶν κοινωνὸς εἶ . σάφ '
5901492 ἐνθυμεισθ
ἐργασίαν ἀπεδήμησεν εἰς Ῥόδον . ἐὰν οὖν ταῦτα λέγῃ , ἐνθυμεῖσθ ' ᾧ ῥᾳδίως λήψεσθ ' αὐτὸν ψευδόμενον . πρῶτον
, αὐτὸς δὲ οὐδενὸς τούτων μετέσχεν . ὑμεῖς δ ' ἐνθυμεῖσθ ' ὅτι ἐμὲ μὲν ἡ μήτηρ παῖδα καταλιποῦσα ἐτελεύτησεν
5900087 ᾀσω
ἀπολολύξω ] παιανίσω . θ ἀπολολύξω ] καὶ θαυμάσω καὶ ᾄσω . Ξ ἀσινεῖ ] ἀβλαβεῖ . Ξ ἀσινεῖ ]
στεφάνοις ᾄσομαι τὸν ἐπίνικον , ἢ οὕτως : τὸν ἐπίνικον ᾄσω τὴν τοῦ νικηφόρου κεφαλὴν τοῖς στεφάνοις ἁρμόζων : φησὶ
5899471 ἑλκετ
: κακοῖς γὰρ οὐ σὺ πρόσκεισαι μόνη . βίᾳ νυν ἕλκετ ' ὦ κακοὶ τιμὰς βροτοί , καὶ κτᾶσθε πλοῦτον
] : Ἡράκλειτος ἐγώ : τί μ ' ἄνω κάτω ἕλκετ ' ἄμουσοι ; οὐχ ὑμῖν ἐπόνουν , τοῖς δ
5891397 ἐκτρεφω
ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός . ὑπεδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φιλῶ . Κορινθίῳ πίστευε καὶ μὴ χρῶ φίλῳ
, παράδειγμα ἓν κείσθω τόδε : ἐδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φίλε . οὕτως γὰρ λελυμένον ἀναγκάσει καὶ τὸν
5886611 κατηγορησω
λεγόμενον ἐτήτυμον : τὸ ἀληθές ἄχθομαι : λυποῦμαι γράψομαι : κατηγορήσω κατωκάρα : κατακέφαλα ὦ γλίσχρων : ὦ γουλάριε ,
[ ἐπιτάξαντος ] . καὶ σὺ λέγε τίνος θέλεις [ κατηγορήσω ] . Κλαύδιος Καῖσαρ : ἀσφαλῶς [ ἐκ ]
5878528 ἡψαμην
μᾶλλον πραγματείας καθέστηκεν , αὐτὸς τῆς περὶ τὰ σώματα τεθεωρουμένης ἡψάμην πραγματείας , καὶ ταύτης , ἐπεὶ πολυσχιδής τις καὶ
τὸν πέμψαντα τιμῆς , ὥστε κἀγώ σου δι ' αὐτῶν ἡψάμην , καὶ γάρ ἐστιν ἐρωτικὰ καὶ πανοῦργα καὶ κάλλει
5867564 κεκληκα
: πόσους κέκληκας μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; λέγει : ἐγὼ κέκληκα μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; χολᾷς . οὐδεὶς παρέσται .
οὐδὲ εἷς ; σφόδρα ἠγανάκτησεν ὥσπερ ἠδικημένος , εἰ μὴ κέκληκα Δαιτυμόνας . οὐδ ' ἄρα θύεις ἐρυσίχθονα ; οὔκ
5829226 Μουσωνιος
ἠκριβωμένος . [ . . . . , . ] Μουσώνιος ἐπὶ Ἰοβιανοῦ ἦν βασιλέως . πάντα ὅσα ἦν ἄριστα
Θρασύβουλος ἢ ἄρχειν ὡς Κριτίας , καὶ φεύγειν | ὡς Μουσώνιος [ ] ἢ βασιλεύειν ὡς Νέρων | ; πολλῷ
5826117 κινδυνευομεν
οὕτω μὲν χαρακώσαντες τὸν πλοῦτον , οὕτω δὲ ἀσφαλῶς τειχισάμενοι κινδυνεύομεν περὶ αὐτῷ νῦν , καὶ οὔπω δῆλον οὐδ '
θεόν τινα εἰς ἀρχήν τε καὶ τύπον τινὰ τῆς δικαιοσύνης κινδυνεύομεν ἐμβεβηκέναι . Παντάπασιν μὲν οὖν . Τὸ δέ γε
5825809 Εἰα
δ ' ἀντισπᾶν ; Πληγὰς λήψεσθ ' , Ἁργεῖοι . Εἶά νυν . Εἶα ὤ . Ὡς κακόνοι τινές εἰσιν
' ὀγκύλλεσθ ' : οἰμώξεσθ ' , οἱ Βοιωτοί . Εἶά νυν . Εἶα ὤ . Ἀλλ ' ἄγετε ξυνανέλκετε
5815706 κρατεις
αὖ : Νῦν πόλεως ὑπερμαχεῖς , νῦν καλλίνικος γενόμενος σκήπτρων κρατεῖς . τάδ ' ἠγόρευον παρακαλοῦντες ἐς μάχην . μάντεις
; μὴ σύ γ ' : ἀλλ ' , ἐπεὶ κρατεῖς , ἀρετὰς δίωκε . καὶ γὰρ ὅστις ἂν βροτῶν
5806676 ἀτυχω
. ἐγὼ οὖν μὴ ἔχων καλὴν ἀπέκτεινα : διὸ καὶ ἀτυχῶ : οὐδαμῶς : οὐ γὰρ ἁνδάνουσιν : αὕτη γὰρ
οὐκ ἀστοχήσεις , δυστυχήσεις , ἀλλ ' εὐτυχήσεις . . ἀτυχῶ παρὰ μὲν τοῖς λογοποιοῖς τὸ δυστυχῶ , παρὰ δὲ
5803585 ἐκπεπληγμαι
ᾄσσω , καὶ τὰ μὲν σημαίνομαι , τὰ δ ' ἐκπέπληγμαι κοὐκ ἔχω μαθεῖν ὅτου . Καιρὸν δ ' ἐφήκεις
μέν , Αἴγυπτε , καταγελᾷς : ἐγὼ δὲ τὸν Θεόφραστον ἐκπέπληγμαι , εἰ ταῦτα εἰδὼς ἔτι τοῖς Αἰγυπτίοις συμφύρεται .
5796930 σκοποις
ἢ ἐκτεμεῖν . ἔνιοι μὲν οὖν ὄγκοι τοῖς τρισὶν ὑποπίπτουσι σκοποῖς , ὅσοι λεπτότερον ὑγρὸν ἔχουσιν , ὡς ἡ μελικηρίς
παρακμὴν ποικιλωτέραν , πυνθάνεσθαι δεῖ αὐτοὺς , πῶς χρήσονται τοῖς σκοποῖς , ἂν δύο τινὲς ὦσιν οἱ νοσοῦντες , ὁ
5793816 λεγωμαι
ἐγερθήσῃ ; μὴ σοῦ πεσόντος αἰτίη παρ ' ἀνθρώποις ἐγὼ λέγωμαι καὶ κακὴν λάβω φήμην . ἐμοὶ γὰρ ἐγκαλοῦσι πάντα
μαι λήγει τὸ ὁριστικόν , λέγομαι , ἀλλὰ καὶ τὸ λέγωμαι , ἐπεὶ ποία οἰκειότης πρὸς εὐκτικὸν τὸ λεγοίμην ἢ
5793473 ἐτριταγωνιστεις
' ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δ ' ἐτελούμην : ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δ ' ἐθεώρουν : ἐγραμμάτευες , ἐγὼ
βαρυστόνοις ἐπικαλουμένοις [ ἐκείνοις ] ὑποκριταῖς Σιμύκᾳ καὶ Σωκράτει , ἐτριταγωνίστεις , σῦκα καὶ βότρυς καὶ ἐλάας συλλέγων ὥσπερ ὀπωρώνης
5793471 ἐθοωσα
. . . . καὶ Ὅμηρος : ἐγὼ δ ' ἐθόωσα παραστάς . τὸ δὲ ἐπιβλήδην τὸ ἐπιβλητικῶς σημαίνει :
: οἱ δ ' ὁμαλὸν ποίησαν : ἐγὼ δ ' ἐθόωσα παραστὰς ἄκρον , ἄφαρ δὲ λαβὼν ἐπυράκτεον ἐν πυρὶ
5786193 ἐλευσομαι
παρέσομαι παραγενήσομαι . ἀπαντήσομαι , ἐπάνειμι ἐπανήξω : τὸ γὰρ ἐλεύσομαι Ὅμηρος μὲν εἴρηκεν , τῶν δὲ καταλογάδην οὐχ οἱ
ἔντοσθεν πόλιος καταμάρψῃ ἐόντα . καὶ γὰρ ἐγὼν οἶκον δὲ ἐλεύσομαι ὄφρα ἴδωμαι οἰκῆας ἄλοχόν τε φίλην καὶ νήπιον υἱόν
5780094 Σωσια
ἐν ταῖς τέχναις . ἐλλέβορον ἤδη πώποτ ' ἔπιες , Σωσία ; ἅπαξ . πάλιν νῦν πῖθι : μαίνει γὰρ
ταῖς τέχναις . } ἑλλέβορον ἤδη πώποτ ' ἔπιες , Σωσία ; } ἅπαξ . πάλιν νῦν πῖθι : μαίνει
5778768 ἀγγειλον
δέ , ἐπεί περ ἥκεις χρηστὰ ἀπαγγέλλων , αὐτός σφι ἄγγειλον . Ἢν γὰρ ἐγὼ αὐτὰ λέγω , δόξω πλάσας
. σῶς ] μὴ παθών τι ὑπ ' ἐκείνου . ἄγγειλον ] εἰπέ . νικόβουλος ἐγενόμην : ἐγώ , φησί
5775120 ἐπιχειρω
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον ,
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν
5771652 ἀποφευγοντες
Ἴμβρον ἐσκήπτοντο . Ἴμβριος ἢ Λήμνιος : οἱ τὰς δίκας ἀποφεύγοντες Ἀθήνησιν ἐσκήπτοντο ἐν Ἴμβρῳ ἢ ἐν Λήμνῳ εἶναι .
, τούτων δέ τινες τὴν κρᾶσιν ἢ τὸ γένος οὐκ ἀποφεύγοντες . ἔστι δὲ ὅτε εἷς μέν τις ὢν τῶν
5760072 δακρυετε
ἀνίατα . νεωστὶ μηνυθέντα ἡμῖν ὑπό τινος τῶν δαιμόνων . δακρύετε . ὃ εἶπον . εἰς τοῦτο ἐμακρύνθη ὁ βίος
κότον τινὸς τῶν θεῶν γενόμενα . διαίνεσθε Πέρσαι : ἤτοι δακρύετε καὶ βρέχεσθε ἐν δάκρυσιν , ὦ Πέρσαι , κλύοντες
5759293 Ἀριοι
οὕτω Ἰνδοί , προσετετάχατο δὲ συστρατευόμενοι Φαρναζάθρῃ τῷ Ἀρταβάτεω . Ἄριοι δὲ τόξοισι μὲν ἐσκευασμένοι ἦσαν Μηδικοῖσι , τὰ δὲ
καὶ οὐδετέρως , Περσικὴ χώρα ὡς Ἑλλάνικος . τὸ ἐθνικὸν Ἄριοι , ὡς αὐτός φησι , καὶ Ἀριεύς . Ἀριάνθη
5757329 μεροπας
ἀτιμάσαι προελθεῖν περαιτέρω . τὸ δὲ ἔτι θαυμασιώτερον προσετίθει . μέροπάς τινας οὕτω καλουμένους ἀνθρώπους οἰκεῖν παρ ' αὐτοῖς ἔφη
ἀτιμάσαι προελθεῖν περαιτέρω . τὸ δὲ ἔτι θαυμασιώτερον προσετίθει . μέροπάς τινας οὕτω καλουμένους ἀνθρώπους οἰκεῖν παρ ' αὐτοῖς ἔφη
5755048 ἀφειλω
φοβερᾷ φονευόμενον ἰδοῦσα πλησίον σου μειράκιον καλόν , ἐρωτικόν : ἀφείλω μου τὸν ἡλικιώτην , τὸν πολίτην , τὸν ἐραστήν
. πλὴν εἰκόνα μοι δέδωκας ἀνδρὸς φιλτάτου καὶ ὅλον οὐκ ἀφείλω μου Χαιρέαν . δὸς δή μοι γενέσθαι τὸν υἱὸν
5754666 διηνυον
τοῦ . . ΖΩΕΣΚΟΝ . Ἤγουν ἔζων , τὴν ζωὴν διήνυον . Ζῶ κοινὸν , ἀφ ' οὗ ζώω παρὰ
ἐπὶ ζευγῶν πορευόμενοι , τὴν ἡμερησίαν πορείαν ἐν τρισὶν ἡμέραις διήνυον . ἦσαν δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς
5753806 κλαοντες
θέλει οὐδὲ τῆς ἀνάγκης καλούσης εὐλύτως ὑπακοῦσαι αὐτῇ , ἀλλὰ κλάοντες καὶ στένοντες πάσχομεν ἃ πάσχομεν καὶ περιστάσεις αὐτὰ καλοῦντες
, οἰκτρῶς ὑπὸ τοῦ πάθους διακείμενοι καὶ ἀθλίως ἐκπεπτωκότες , κλάοντες καὶ παρακαλοῦντές με μὴ περιιδεῖν αὐτοὺς ἀποστερηθέντας τῶν πατρῴων
5751712 ἐβοησα
ἔτυχεν φροντιζούσῃ τὸ ἑξῆς : πώλοισι χόρτον ἀφθόνῳ μετρῶ χειρί ἐβόησα λείπει τὸ ἔλεγον ὄνειρος τοὺς ἵππους : κεῖται γὰρ
τοῦ θεοῦ . καὶ ἔκλαυσα ἐκ τοῦ φόβου , καὶ ἐβόησα πρὸς τὸν υἱόν μου Σὴθ λέγουσα : ἀνάστα Σὴθ
5749088 εὐδαιμονιζω
δὲ ἐμοὺς θαυμάζω μὲν ἥκιστα , κάλλους γὰρ ἀφεστᾶσιν , εὐδαιμονίζω δὲ σοῦ περὶ αὐτῶν τοιαῦτα ψηφιζομένου . Εἰ μὲν
κατὰ πόλιν θεάσωμαι , τὴν οἰκίαν ἢ τὴν πόλιν ἐκείνην εὐδαιμονίζω καὶ οἴομαι τήν τε τῶν παρόντων ἀγαθῶν ἀπόλαυσιν βέβαιον
5747881 ὀπωπα
ἑαυταῖς . τὸ φῦλον ] οὐδέποτε τοιοῦτον γένος εἶδον . ὄπωπα ] [ καὶ ] οὐδέποτε , φησί , τοιοῦτον
δικαίοις αὐτὸς ἐπαντέλλει καὶ οὐχ ὁσίοισι φαείνει . Διπλόον εἶδος ὄπωπα παρεζομένων ὑπὸ δίσκον , καὶ διδύμη Φαέθοντα νεόσσυτον ἡνιοχεύει
5746748 ἀρηγεις
προσεφώνεεν Ἥρη : Ζεῦ πάτερ ἀργικέραυνε , τί ἢ Τρώεσσιν ἀρήγεις κούρης ἠυκόμοιο λελασμένος , ἥν ῥα πάροιθεν ἀντιθέῳ Πηλῆι
πρότερον πόσιν οὐδὲ θύγατρα Ἑρμιόνην ποθέεις ; ἔτι δὲ Τρώεσσιν ἀρήγεις ; χάζεο καὶ θαλάμων ὑπερώιον εἰσαναβᾶσα σὺν πυρὶ μειλιχίῳ
5744244 ταλαιν
λόγοις . φθέγξαι τι , δεῦρ ' ἄθρησον . ὦ τάλαιν ' ἐγώ , γυναῖκες , ἄλλως τούσδε μοχθοῦμεν πόνους
δάμαρ νιν ἐξέπεμπε δωμάτων ἄλαις : πίτνει δ ' ἁ τάλαιν ' ἐς ἅλμαν φόνωι τέκνων δυσσεβεῖ , ἀκτῆς ὑπερτείνασα
5741951 τηρουμεν
θεραπείας , τὴν ἐπὶ ταῖς προκαταρκτικαῖς αἰτίαις τήρησιν παραλαμβάνομεν . τηροῦμεν δὲ οὐ μόνον ἐπὶ αἰτίοις , ἀλλὰ καὶ ἐπὶ
ἅτιν ' ἂν θέλῃς : σοὶ γὰρ καὶ τὰ λοιπὰ τηροῦμεν . ” Ἐπὶ τούτῳ πρὸς αὑτὴν ἐγέλασε Καλλιρόη ,
5736256 Γλαυκετης
Περιαλγεῖ ὦ θεῖε Μώρυχε : τέως γὰρ εὐδαίμων ἔφυς καὶ Γλαυκέτης , ἡ ψῆττα , καὶ Λεωγόρας , οἳ ζῆτε
νεάνισκος [ ] ἠφανίσθη ἐπινεύσαντος [ , ὁ ] δὲ Γλαυκέτης κατὰ κράτος [ ] ἤλαυνεν καὶ ἅμα ἐπεστρέφετο ,
5735927 συννοω
Λέγε τί . Πᾶσα ἡ τοιαύτη διάκρισις , ὡς ἐγὼ συννοῶ , λέγεται παρὰ πάντων καθαρμός τις . Λέγεται γὰρ
ποτ ' ἐστίν ; οὐδὲ γάρ τοι αὐτὸς πάνυ τι συννοῶ τί βούλεται εἶναι . Ἦ που ἄρ ' ,
5729422 ἀπολογησαιτο
καὶ τίς ἂν μεῖζον ὑπὲρ Μιλτιάδου καὶ Θεμιστοκλέους καὶ Περικλέους ἀπολογήσαιτο ἢ ὅτι πειθόμενοι μὲν ἐκείνοις Ἀθηναῖοι τὰ βέλτιστα ἔπραττον
τῶν καταψηφισαμένων αὐτῶν . πῶς ἄν τις κάλλιον ὑπὲρ ἀμφοῖν ἀπολογήσαιτο , εἴ τι δεῖ τῶν ὄντων καὶ περὶ τῶν
5727889 ἀφισταμαι
τῆς τύχης συμπτώματα . ἐγὼ δ ' Ἡρακλέος : οὐκ ἀφίσταμαι τοῦ Ἡρακλέους . ἢ οὕτως : ἐγείρω τὸν λόγον
ἀνάγεται , οὐ προΐεμαι τοὺς νόμους , οὐδὲ τῆς πολιτείας ἀφίσταμαι , οὐδὲ ποιῶ τὴν φήμην αὐτῆς τῆς πόλεως πόρθησιν
5721103 ἀπαγγελλετε
λαβόντες αὐτὴν δώσετε τῷ πλείστων κρεῶν γέμοντι ; ταῦτα οὖν ἀπαγγέλλετε τοῖς πέμψασι καὶ ὅτι αὐτοὶ παρανομοῦσιν : οὐ γὰρ
τὸν πόλεμον , πρότερον δὲ οὔ . ταῦτ ' οὖν ἀπαγγέλλετε αὐτοῖς , καὶ τὸν αὐτὸν τρόπον ὅνπερ πρὸς ἐμὲ
5720571 ἡμιδραχμον
ὁ φάτριος Ζεὺς ἤγουν ὁ πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . ἡλιασταί ] Ἡλιαία μέγιστον δικαστήριον Ἀθήνησιν .
ὁ φάτριος Ζεὺς καὶ ὁ πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . Ἡλιαία δὲ καλεῖται διὰ τὸ ὑπαίθριον αὐτὴν
5717462 περιειδετε
, καὶ τοσοῦτον φύλακα τῆς ἀριστοκρατίας ἀναρπαζόμενον ὑπ ' αὐτῶν περιείδετε . τοιγαροῦν οὐκέτι μετριάζουσιν οὐδὲ καθ ' ἕνα τῶν
οὕτως ἐσχήκατε , ἀλλὰ πάλιν σφετεριζομένων Θηβαίων τὴν Εὔβοιαν οὐ περιείδετε , οὐδ ' ὧν ὑπὸ Θεμίσωνος καὶ Θεοδώρου περὶ
5713127 δυσνοια
τε ξυνοῦσαν οἷς ξύνειμι νῦν εὐημεροῦσαν καὶ τέκνων ὅσων ἐμοὶ δύσνοια μὴ πρόσεστιν ἢ λύπη πικρά . Ταῦτ ' ,
ἔχθρα , ἀπέχθεια , πρόσκρουσμα , διαφορά , δυσμένεια , δύσνοια , κακόνοια , ἀλλοτρίωσις , ὑποψία . τῶν δ
5711678 Ἑκκαιδεκατῃ
πυρετὸς ὀξύς : οὖρα πάχος ἔχοντα : ὑπόστασις λευκή . Ἑκκαιδεκάτῃ , παρωξύνθη : νύκτα δυσφόρως : οὐχ ὕπνωσεν :
, ὑπέστρεψεν . Περὶ δὲ τεσσαρεσκαιδεκάτην , πυρετὸς ὀξύς . Ἑκκαιδεκάτῃ , ἤμεσε χολώδεα , ξανθὰ , ὑπόσυχνα . Ἑπτακαιδεκάτῃ
5707692 πλοις
εἰς ων λήγει ἐπὶ παντὸς γένους . Τοῖς πλόοις τοῖς πλοῖς . Εἴρηται ὅτι πᾶσα εὐθεῖα πληθυντικῶν εἰς ι λήγουσα
πλοῖ , τῶν πλόων τῶν πλῶν , τοῖς πλόοις τοῖς πλοῖς , τοὺς πλόους τοὺς πλοῦς , ὦ πλόοι ὦ
5707349 ἱκνουμαι
εὐωλένους τε χεῖρας ἀμφιβάλλων † λίσσων † χρυσοπλόκαμε θεὰ Μᾶτερ ἱκνοῦμαι ἐμὸν ἐμὸν αἰῶνα δυσέκφευκτον , ἐπεί μ ' αὐτίκα
: ἀντὶ τοῦ : πρὸς ταύτης σε ἱκετεύω : ταύτης ἱκνοῦμαι ς ' : ἀντὶ τοῦ πρὸς ταύτης σε ὁρκῶ
5707302 ἠγασθην
' ὅτε σὲ ἤκουσα πεπλῆχθαι τῇ συμφορᾷ , πάνυ γε ἠγάσθην καὶ ἔδοξέ μοι τῷ τρόπῳ σου πρέπειν ὁ θρῆνος
, τὸν δὲ τῶν στεφανωθέντων ἀμείνω . ἐγὼ δὲ αὐτοῖν ἠγάσθην μὲν καὶ τὰ τοῦ σώματος ἔργα , φιλῶ δὲ
5706463 μετηλλαγη
καὶ ἥμερα ἐγένοντο , τουτέστιν ἐκ τῆς ὀργῆς μετέβαλε καὶ μετηλλάγη . ἀπὸ δὲ τῶν ἀφύων κυρίως τῷ “ διεγαλήνισεν
φαγεῖν ἐξ αὐτοῦ ; διὰ τοῦτο καὶ ἡμῖν ἡ φύσις μετηλλάγη . νῦν οὖν οὐ δυνήσει ὑπενεγκεῖν , ἐὰν ἀπάρξομαι
5704072 ἐτελουμην
, ἐγὼ δ ' ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δὲ ἐτελούμην : ἐγραμμάτευες , ἐγὼ δὲ ἐκκλησίαζον . ἐτριταγωνίστεις ,
ἐγὼ δ ' ἐφοίτων : ἐτέλεις , ἐγὼ δ ' ἐτελούμην : ἐτριταγωνίστεις , ἐγὼ δ ' ἐθεώρουν : ἐγραμμάτευες
5702146 Μηδ
ἔχει τὰ πλεῖστα ἐρωτᾶν : ταῦτα οὖν μὴ ἐρώτα . Μηδ ' ἀποκρίνωμαι οὖν , ἔφη , ἄν τίς με
εἴγε καὶ ἐπ ' ἄλλων πλειόνων τὸ αὐτὸ παρέπεται ; Μηδ ' ἐκεῖνο δὲ παραλείπωμεν , ὥς τινες ὑπέλαβον τὸν
5701829 διατελεσεις
καὶ λυπήσῃ δι ' αὐτὰ καὶ πολλὰ πονήσεις μάτην καὶ διατελέσεις ἅπαντα τὸν βίον φροντίζων ἐκείνων , ὀνήσῃ δὲ οὐδ
γυμνάσιον ἐλέγετο ὁ τόπος , ἔνθα ἠγωνίζοντο . διατρίψεις ] διατελέσεις . στωμύλλων ] πολυλογῶν , ποικιλολογῶν . , ὑθλῶν
5701304 Μολις
τὰ μὲν ἔχοντες , εἰς δὲ τὰ βλέποντες μάχονται . Μόλις ἥψω τῶν σαυτοῦ καὶ γέγονας ἐπιστάτης τῶν τῇ σῇ
εἰσδέξασθαί τινας : οἷον καὶ καθ ' ἡμᾶς ἐγεγόνει . Μόλις γὰρ ἀνόπλους ὄντας ἡμᾶς δύο παρεδέξαντο πρὸς τὸ κατανοῆσαι
5695873 διαγω
τύχῃ , καὶ ἀνέστιος πάντων τῶν εὐπατριδῶν καὶ πλουσίων ἀταραχώτερον διάγω καὶ εὐρούστερον . ἀλλὰ καὶ τὸ σωμάτιον ὁρᾶτε ὅτι
εἰς ψυχρὸν ἔθος ἔχω , καὶ θαυμαστὸν πάντως ὡς χαρίεν διάγω τὴν νύκτα . ἐν δὲ τῇ χρήσει τοῦ ψυχροῦ
5690369 γηθω
τε γόον εἶναι χωρὶς δακρύων . φιλαγαθὴς ] φιλογέλως . γήθω τὸ χαίρω . . δακρυχέων ] κινητικὸς δακρύων .
οὐ φιλῶν τὸ ἀγαθόν . οὐ φιλαγαθὴς ] φιλόγελως : γήθω γὰρ τὸ χαίρω . θ οὐ φιλαγαθὴς ] ἀλλὰ
5689428 λακκοπρωκτε
' ὅτι χαίρω πόλλ ' ἀκούων καὶ κακά ; ὦ λακκόπρωκτε . πάττε πολλοῖς τοῖς ῥόδοις . τὸν πατέρα τύπτεις
: καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν . ὦ λακκόπρωκτε , βάκχαριν τοῖς σοῖς ποσὶν ἐγὼ πρίωμαι ; λαικάσομἄρα
5689289 αἰανην
σκηπτουχίαι [ νῦν ] ἐρημίαι [ ] ! ντες : αἰανὴν ? [ ] λέγω ? [ τετείχισμαι ] κακῶν
ἐπειδὴ ἡ λύπη σκοτισμὸν ἐπάγει καὶ κατήφειαν , διὰ τοῦτο αἰανὴν εἶπεν . ἡμέτερα . † ἥσω τοι : τῆς
5689172 βιβωντα
τῶν δυϊκῶν βιβάσθων , ὡς τυπτέτων . βιβῶντα : βιβάοντα βιβῶντα : ἀπὸ τοῦ βιβάω βιβῶ , δευτέρας συζυγίας ,
, . . . Βιβῶντα : βιβάοντα βιβῶντα : μακρὰ βιβῶντα , μεγάλα διαβαίνοντα , . , . . .
5688917 ἐμογησα
ἣ . . . πλεῖστον ] ἤγουν εἰς ἣν πολλὰ ἐμόγησα . φορτικῶν ] δυσκόλων καὶ βασκάνων . οὐκ ἄξιος
. ἦ τάχα Κύπρις ἔχει Χαρίτων μίαν ὁπλοτεράων . παπταίνων ἐμόγησα , κόρον δ ' οὐχ εὗρον ὀπωπῆς . αὐτίκα
5687993 τλασα
. τοῦ συνεύδοντος ] ἤτοι τοῦ χρόνου ὃν ἐκάθευδον . τλᾶσα ] ὑπομείνασα . ἀπενθήτωι ] ληξάσηι τοῦ πένθους .
, πάσαις δ ' ἔθηκεν εὐκλεέστερον βίον γυναιξίν , ἔργον τλᾶσα γενναῖον τόδε . ὦ τόνδε μὲν σώσας ' ,
5685112 ἐπιτηδευω
τῆς σίδης : πρόσκειται μὴ ἀπὸ ῥήματος , διὰ τὸ ἐπιτηδεύω ἐπιτήδειος διὰ τῆς εἰ διφθόγγου γραφόμενα . Τὰ διὰ
τοῦτο , ” ἔφη , “ ἐν παντὶ τῷ βίῳ ἐπιτηδεύω ποιεῖν . ” Ἰδών ποτε νεανίσκον θηλυνόμενον , “
5682971 τυγχανετε
γενησόμενον , οὕτω διανοεῖσθαι περὶ αὐτῶν . ὧν ὑμεῖς οὐδέτερον τυγχάνετε ποιοῦντες , ἀλλ ' ὡς οἷόν τε ταραχωδέστατα διάκεισθε
εἰσομένης ὑμῖν εἰ τιμιωτέραν ἡγήσαισθε τῆς συγγενείας τὴν πατρίδα , τυγχάνετε εὖ βουλευσάμενοι . Ὡς δὴ ταῦτ ' ἤκουσαν οἱ
5681683 ἀφικνουντο
τούτων καὶ τοῦ μαντείου , ὕστερον δὲ καὶ οἱ πόρρωθεν ἀφικνοῦντο καὶ ἐχρῶντο τῷ μαντείῳ καὶ ἔπεμπον δῶρα καὶ θησαυροὺς
καὶ τὰ ὅπλα μικροῦ δεῖν πάντες ἀπολωλεκότες εἰς πόλιν Τύσκλον ἀφικνοῦντο : σκηνὰς δ ' αὐτῶν καὶ ὑποζύγια καὶ χρήματα
5681125 ἡμαρτομεν
οὐκ ἔχοντος τοῦ θυμοῦ λόγον , ἔχει γάρ , καὶ ἡμάρτομεν , ὁμολογοῦμεν , ἀλλ ' ὅτι καλὸν εἰς ὀργὴν
τῶν πραγμάτων κεχρήμεθα , εὔδηλον ὡς ἐξ ἀρχῆς γε οὐδὲν ἡμάρτομεν οἷς ἐψηφισάμεθα . εἰ δ ' αὖ μηδενὸς ἡμῖν
5679424 ὀργιζομενοις
⌈ ἤγουν παυσάμενος τῆς ὀργῆς . Γ ἔθος γὰρ τοῖς ὀργιζομένοις αἴρειν τὰς ὀφρῦς . ὡς πρὸς τὸ φιλόδικον εἶπεν
μαντείαν . περιθύμως ] ὑπερβαλλόντως . τοῖς κτανοῦσι ] τοῖς ὀργιζομένοις νεκροῖς ἄχαριν ἢ ἐμοὶ ἀηδῶς ὑπηρετούσηι αὐτῆι . ἰὼ
5678480 καθιστανειν
. ΘΗΚΕ ΔΕ ΜΙΝ . Τὴν μὲν συνέπειαν οὕτω δεῖ καθιστάνειν : ὁ Ζεὺς ὁ ἐν τῷ αἰθέρι ναίων ,
ὄντος νομίμου ἐξάγειν τοὺς ἡβῶντας ἢ οὐκ ὄντος νομίμου ἄρχοντας καθιστάνειν ταῖς πόλεσι τοὺς ἡβῶντας , ἀλλὰ τοὺς προβεβηκότας καθ
5677825 ἐπεσσευεν
! ! [ ] ὑψόθεν ἐκ νεφέων [ ] Ἥρη ἐπέσσευεν β [ ] Μυρτώιου ? πόντοιο [ ] Κυκλάδες
οὕτω . νῦν δ ' ἄχομαι : τόσα γάρ μοι ἐπέσσευεν κακὰ δαίμων . ὅσσοι γὰρ νήσοισιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι ,
5676262 δεδειπναμεν
οὐ χρήσομαι . ἐπὶ τούτοις ὁ Οὐλπιανὸς ἔφη : ἐπεὶ δεδείπναμεν : ἐπεὶ πάλαι δεδείπναμεν , Εὔβουλος Προκρίδι : ἡμεῖς
' αὐτοῦ τῷ Μεγαλλίῳ μύρῳ . Ἡμεῖς δ ' οὐδέπω δεδείπναμεν . Ὃν χρὴ δεδειπνάναι πάλαι . Ἀγαπῶν τε κἂν
5673611 Πολλαισι
τινῶν . Ὅμοια , Πολλῶν ἐγὼ θρίων ψόφους ἀκήκοα : Πολλαῖσι πληγαῖς δρῦς δαμάζεται : Πολλά κεν εἰδείης , οἷς
. Πρὸς σῆμα μητρυιᾶς κλαίει : ἐπὶ τῶν προσποιουμένων . Πολλαῖσι πληγαῖς δρῦς δαμάζεται . Πρὶν τοὺς ἰχθῦς λαβεῖν τὴν
5673280 φρονους
ταὔτ ' ἔχοντε γράμματα . ταῦτ ' οὖν ἐπειδὴ τυγχάνω φρονοῦς ' ἐγώ , οὐκ ἔσθ ' ὁποίωι φαρμάκωι διαφθερεῖν
ἐγὼ μόνη , ᾗ χρῆν ς ' ἀρήγειν , εἰ φρονοῦς ' ἐτύγχανες : ἐπεὶ πατὴρ οὗτος σὸς ὃν θρηνεῖς
5670842 ὑπερμενεων
, μὴ ἐῶντες αὐτοὺς πημαίνεσθαι . ἐγὼ δέ κεν ἄλλον ὑπερμενέων βασιλήων ‖ ἐξικόμην . * ) [ ἡ διπλῆ
κηλέῳ . Ζεῦ πάτερ , ἦ ῥά τιν ' ἤδη ὑπερμενέων βασιλήων τῇδ ' ἄτῃ ἄασας καί μιν μέγα κῦδος
5670347 Ὀρφηος
: Μοῦσαι δ ' ὑποφήτορες εἶεν ἀοιδῆς . Πρῶτά νυν Ὀρφῆος μνησώμεθα , τόν ῥά ποτ ' αὐτή Καλλιόπη Θρήικι
τοίγε κόπτον ὕδωρ δολιχῇσιν ἐπικρατέως ἐλάτῃσι . ἑσπέριοι δ ' Ὀρφῆος ἐφημοσύνῃσιν ἔκελσαν νῆσον ἐς Ἠλέκτρης Ἀτλαντίδος , ὄφρα δαέντες
5664643 θωραξιν
τῆς πανηγύρεως τὴν πομπείαν οὕτως ἐπιτελεσθεῖσαν . καθηγοῦντο Ῥωμαῖοι ἐν θώραξιν ἀλυσειδωτοῖς , ἄνδρες ἀκμαῖοι πεντακισχίλιοι : μεθ ' οὓς
τούτων ὑπὲρ τοὺς πεντακισχιλίους ὄντες ἐπόμπευον ἔχοντες κροκωτοὺς ἐπὶ τοῖς θώραξιν . οἱ δ ' εὔποροι ὅτ ' εἰς ἀγρὸν
5664559 στοι
τιμὴν ἀπενείματε : τῶν δ ' ἄλλων οἱ πλεῖ - στοι κινδυνεύουσι νόθοι νόθους εἰσποιεῖσθαι , χρόνῳ τὴν ἀρχαίαν φύσιν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] στοι . . . . . . . . .

Back