ὅμοια πράττομεν καὶ θύομεν ; ὅπου γε τοῖς θεοῖς μὲν ἠγορασμένον δραχμῶν ἄγω προβάτιον ἀγαπητὸν δέκα , αὐλητρίδας δὲ καὶ | ||
γ ' ἢν λέγῃς . τὸ γὰρ παραλαβόντ ' ὄψον ἠγορασμένον , πάτερ , ἀποδοῦναι σκευάσαντα μουσικῶς διακόνου ' / |
φλεγματίῳ κρατεῖ περισσῷ . Ἂν εὐειματῇς , ταῦτα πρὸ σοῦ προβάτιον εἶχεν . Ἂν χρυσοφορῇς , τοῦτο τύχης ἐστὶν ἔπαρμα | ||
θύομεν : ὅπου γε τοῖς θεοῖς μὲν ἠγορασμένον δραχμῶν ἄγω προβάτιον ἀγαπητὸν δέκα , αὐλητρίδας δὲ καὶ μύρον καὶ ψαλτρίας |
μόνον Πρωταγόραν ἐθεράπευε καὶ περιεῖπεν , ἀλλὰ καὶ Ἀντίμοιρον τὸν Μενδαῖον καὶ τοὺς ἄλλους μαθητὰς Πρωταγόρου , καὶ ἐκκενώσας τὸ | ||
. . . πέπωκ ' ἐγώ , μὰ Δία τὸν Μενδαῖον . ὅτι τὸ ἀναπίπτειν κυρίως ἐπὶ ψυχῆς ἐστιν , |
τρυφὴν ἤδη ζῶντα , ὃς καὶ στρατευόμενος αὐλητρίδας περιήγετο καὶ ψαλτρίας καὶ πεζὰς ἑταίρας , καὶ τῶν εἰσφερομένων εἰς τὸν | ||
, οὐκ ἂν ἴδοις οὔτ ' αὐλητρίδας οὔτε ὀρχηστρίδας οὔτε ψαλτρίας , ἀλλὰ αὐτοὺς αὑτοῖς ἱκανοὺς ὄντας συνεῖναι ἄνευ τῶν |
. ὄζειν τε τῆς χροιᾶς ἔφασκεν ἡδύ μου , εἰ Θάσιον ἐνέχεις , εἰκότως γε , νὴ Δία . Τὸ | ||
, αὐλητρίδας δὲ καὶ μύρον καὶ ψαλτρίας , Μενδαῖον , Θάσιον , ἐγχέλεις , τυρόν , μέλι , μικροῦ τάλαντον |
τρίπουν τράπεζαν λήψομαι ; οἴνου τε Χίου στάμνον ἥκειν καὶ μύρον . ὡς δὴ τίς ἂν ὤν , ἢ τί | ||
ἐσκευάσθη τὸ παρ ' οὐδενί πω γεγονὸς λιβανώτινον μύρον . μύρον δὲ χρηστὸν μύρῳ εὐτελεῖ ἐπιχεόμενον ἐπιπολῆς μένει . χείρονι |
ὧν καὶ ὠνόμαστο . ἀποπροσωπίζεσθαι δὲ τὸ καθαίρειν τὸ πρόσωπον Φερεκράτης εἶπεν : οὐδ ' ἀποπροσωπίζεσθε κυάμοις . τοῦ δὲ | ||
δ ' ἂν εἴη τῶν τὸν οἶνον πιπρασκόντων . καὶ Φερεκράτης μὲν εἴρηκε μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην , |
θεοῖς , τούτων τινὸς ἕνεκα θυτέον . καὶ γὰρ ἃ θύομεν , τούτων τινὸς ἕνεκα θύομεν . ἆρ ' οὖν | ||
φράσῃς . Μὴ διαλέγου νῷν μηδέν : Εἰρήνῃ γὰρ ἱερὰ θύομεν . Ὦ μέλεοι θνητοὶ καὶ νήπιοι Ἐς κεφαλὴν σοί |
. καὶ χιόνα μὲν πίνειν παρασκευάζομεν , τὸ δ ' ὄψον ἂν μὴ θερμὸν ᾖ , διασύρομεν . καὶ τὸν | ||
, ἐξ οὗ παιδίον αὐτῷ γεννᾷ , τρεῖς χαλκοῦς εἰς ὄψον δίδωσι καὶ τῷ ψυχρῷ λούεσθαι ἀναγκάζει τῇ τοῦ Ποσειδῶνος |
κατάγνυσθαι . πλέγμα τι σκευοφόρον στρατιωτικόν , ἐν ᾧ ἀποτίθενται τυρὸν καὶ ἐλαίας καὶ κρόμμυα . ἔστι δὲ καὶ ζῷον | ||
οἱ δ ' ἐφόρουν τὰ χρήματα , καὶ τόν γε τυρὸν οὐκ ἐῶντος ἤσθιον τούς τ ' ἄρνας ἐξεφοροῦντο : |
φιλοτύραννος , φαλαπεχθήμων , φιλοθεάμον , φιλοθέωρον δ ' αὐτὸν Ἄλεξις εἴρηκεν . φιλολοίδορος , φιλάνθρωπος , φιλοκερδής , φιλόδωρος | ||
ὀνομάζουσιν εἴτε σίττυβον ; πλὴν ὅτι λέγεις ἀγγεῖον οἶδα . Ἄλεξις δὲ ἡδυσμάτων ποιούμενος κατάλογον λέγει : ἄνηθον , μάραθον |
” πρίῃ “ ἤγουν μὴ σχίζε , κανονίζεται οὕτως : πρίω καὶ τὸ παθητικὸν πρίομαι πρίῃ . εἰ δέ ἐστι | ||
. ⌈ πρίω / [ πρίῃ ] ] ἀγόραζε . πρίω ] πρίῃ πρίῃ ] πρίω . παῖ ] δοῦλε |
δὲ ταχέως ἀργυρίου χλῆδον λαβών σκυτίνῃ πότ ' ἐν χύτρᾳ τάριχος ἐλεφάντινον ἧψε ποντιὰς χελώνη πευκίνοισι κύμασιν , καρκίνοι ποδήνεμοί | ||
τοὺς ἀκροατάς : ἀγανακτοῦντος δέ τὴν Ἀναξιμένους ἔφη διάλεξιν ὀβολοῦ τάριχος διαλέλυκεν . . . : Ἕρμιππος δέ φησι Θεόκριτον |
' οὖν ἀκούσας καὶ μαθὼν ἐμοῦ πάρα εὔφραινε σαυτὸν , πίνε , τὸν καθ ' ἡμέραν βίον λογίζου σὸν , | ||
Ἀγχιάλην ἔδειμεν ἡμέρῃ μιῇ . σὺ δ ' ἔσθιε , πίνε , ὄχευε , ὡς τά γε ἄλλα οὐδὲ τούτου |
ὥς τινα πραγματείαν βιωφελῆ καταβαλλόμενος . ὀρφώς . Κρατῖνος : τέμαχος ὀρφὼ χλιαρόν . καλεῖται δὲ καὶ ὀρφός . Πλάτων | ||
ἀφίκῃ κλεινοῦ Βυζαντίου εἰς πόλιν ἁγνήν , ὡραίου φάγε μοι τέμαχος πάλιν : ἔστι γὰρ ἐσθλὸν καὶ μαλακόν . . |
ἀγοραῖοι , ὀπωρώνης οἱ Ἀθηναῖοι καὶ Δημοσθένης . Νεοττοὶ καὶ νεόττιον λέγε , ἀλλὰ μὴ νοσσὸν καὶ νοσσίον : νοσσάκιον | ||
εἶναι τῷ πατρὶ , γενέσθω πέρδιξ πανοῦργος . τοῦ πατρὸς νεόττιον : ὁ πέρδιξ ὄρνεον πανοῦργον , ὅπερ ἐξαπατᾷ τοὺς |
ἀνυπόδητος ὄρθρου περιπατεῖν γέρανος , καθεύδειν μηδὲ μικρὸν νυκτερίς . Ἀντιφάνης δ ' ἐν Προγόνοις : τὸν τρόπον μὲν οἶσθά | ||
Σικυωνίου . τούτου δὲ ὁ διδάσκαλος τοῦ Κλέωνος , ὄνομα Ἀντιφάνης , ἐκ φοιτήσεως Περικλύτου , Πολυκλείτου δὲ ἦν τοῦ |
ἀρίστου πατρὸς Ἑλλήνων γεγώς ; λῃστὰς ἐλαύνων καὶ κατασπέρχων δορί φέρ ' εἰ ἐκπλεύσας σκάφει ! ! ! ! ! | ||
ἐν τοῖσι δ ' ἔργοις ὄντας ἀνοήτους ὁρῶ . Ζωμήρυσιν φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : |
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . . | ||
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο . |
. εἶτα μὴ ἔλθῃ καὶ ἄρῃ αὐτά ; ἀλλὰ σὺ πλακοῦντα δεικνύων ἀνθρώποις λίχνοις καὶ μόνος αὐτὸν καταπίνων οὐ θέλεις | ||
δὲ φιλοπλάκουντος ὢν οὐκ ἂν περιεῖδον τὸν θεῖον ἐκεῖνον ἐξυβριζόμενον πλακοῦντα . μνημονεύων οὖν ὁ κωμικὸς Πλάτων εἴρηκεν ἐν τῷ |
μοι : διὰ τὸ δεδέσθαι : ἢ οὐ δυνατόν : δέδεμαι γάρ : ἤτοι ἐπεὶ νόμος ἦν τοῖς βαρβάροις μὴ | ||
' ὑπέρτερον ἇς ἔτι καὶ νύξ , [ ἐκ θυμῶ δέδεμαι : ὃ δέ μευ λόγον οὐδένα ποιεῖ ] καὶ |
: ταῦτα καὶ Φερεκράτης ἐποίησε τὸν Αἰσχύλον λέγοντα ἐν τοῖς Κραπατάλοις ὅστις αὐτοῖς παρέδωκε τέχνην μεγάλην ἐξοικοδομήσας . Γ κἀπύργως | ||
ἀπὸ τούτου εἰσὶ στάδιοι οʹ ἀπαρτί . καὶ Φερεκράτης ἐν Κραπατάλοις φράσον μοι . ἀπαρτὶ δή που προσλαβεῖν Πλάτων [ |
ὥσπερ ὁ Πρίαμος τὸν Ἕκτορα , ὅσον εἵλκυσε τοσοῦτον καταθεὶς ἐπριάμην . Ἄλεξις : αἰεὶ δὲ καὶ ζῶντ ' ἐστὶ | ||
ἐγὼ γὰρ ἥκω νῦν ἀγοράσας οὐδὲ ἓν ἔμψυχον : ἰχθῦς ἐπριάμην τεθνηκότας μεγάλους , κρεᾴδι ' ἀρνὸς ἐσθίειν πίονος , |
τοῖς ἐπὶ πλήθει χυμῶν ταὐτὸν πάσχουσι δι ' ὀξυκράτου ὅσον δραχμῆς , καὶ ἔξωθεν δὲ τῷ στομάχῳ ἐπιτιθέμενον ἐπ ' | ||
δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν αὐλεῖ , τεττάρων δὲ παύεται . λόγοισιν Ἑρμόδωρος |
καὶ ἀφετῆρος τῆς μολόχης ὡρμημένος . οὐ μόνον οὖν μὴ ἔσθιε μηδὲ ἀφάνιζε τὰς τοιαύτας παρατηρήσεις , ἀλλὰ καὶ αὖξε | ||
νῷν . Τί δὲ δὴ ' γώ ; Τὴν Σίβυλλαν ἔσθιε . Οὔτοι μὰ τὴν Γῆν ταῦτα κατέδεσθον μόνω , |
. εἰ μὲν γὰρ οὖν κρείττων ἐστὶ τῇ τύχῃ , δίδωμι τὰς μυρίας . εἰ δὲ τὴν αὐτήν μοι ἔχει | ||
τι τήνδε τὴν λεπαστὴν ἐκπιών , τῷ Διονύσῳ πάντα τἀμαυτοῦ δίδωμι χρήματα . λοιβάσιον ᾧ τὸ ἔλαιον ἐπισπένδουσι τοῖς ἱεροῖς |
: φυσῶντα εὐθύνας : τιμωρίας , δίκας ἀμύλους : πλακοῦντας ἐμπολῶ : κερδαίνω προῖκα : δωρεάν ἁλῶ : ληφθῶ λῆξαι | ||
οὐδὲ κολλύβου , νυνὶ δὲ πέντε γ ' αὐτὰ δραχμῶν ἐμπολῶ , ὁδὶ δὲ τριδράχμους τοὺς κάδους εἰς τοὺς ἀγρούς |
Ῥοδιακὰ κόμισον λαβὼν τοὺς παῖδας . εἶτ ' οἴσεις μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία . Στράττις Ψυχασταῖς : ὃ | ||
καὶ τὰ Ῥοδιακὰ κόμισον λαβὼν τοὺς παῖδας . εἰσοίσεις μόνος ψυκτῆρα , κύαθον , κυμβία , ῥυτὰ τέτταρα , ἡδυποτίδας |
λύχνον ἐμοῦ βιότοιο φαεσφόρον ἡγεμονῆα . εἰ ἐτεὸν δ ' ἐθέλεις ἐμὸν οὔνομα καὶ σὺ δαῆναι , οὔνομά μοι Λείανδρος | ||
ἄλλοσε ὅποι δύναμαι , ἀπορῶν : ἐπεὶ εἴ γ ' ἐθέλεις σὺ τούτων μὲν ἤδη παύσασθαι πρὸς ἐμὲ τῶν λόγων |
! ] ϲη ? ? ! ! [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ ! ! ! εινλλ ! ! ! ! | ||
[ ὅδ ' ἀπολεϲα [ φιλωτι ϲυν [ νὴ τοὺϲ θεοὺϲ [ οὐ γὰρ λέγων [ οἷϲ ἂν μαθον [ |
, γραμματικώτατε , διότι τὰς μὲν ἄλλας ἔστιν αὐλούσας ἰδεῖν αὐλητρίδας πάσας Ἀπόλλωνος νόμον , . . . . . | ||
γὰρ γεγράφασιν ἀμφότεροι , καὶ ἐν αὐτοῖς ὃ μὲν τὰς αὐλητρίδας ἐκβάλλει , ὃ δὲ εἰσάγει : καὶ ὃ μέν |
σύ , ἔφησεν , ἐκείνῳ προσέχεις , ὃς οὐδὲ πεντήκοντα δραχμῶν ἱμάτιον ἔχει ; Σχολαστικὸς ἵππον ἐπίπρασκεν . ἐλθόντος δέ | ||
νομίζοντες ἐν τῷ ἑκατόμβοι ' ἐννεαβοίων , ὡς πρὸς ἀριθμὸν δραχμῶν τὴν ἀξίαν τῶν ὅπλων ἀντιτιμώμενον , ὑπό τι εὔηθες |
δεδάκρυνται δέ μοι ὄσς . καὶ ὁ κωμικὸς Ἀριστοφάνης ἐν Βατράχοις ἐπὶ τοῦ κατεπτηκότος [ ] Διονύσου : Χὠ πρωκτὸς | ||
ἀριστερᾷ καὶ ” εὐρυχωρία πάνυ πολλή . “ καὶ Ἀριστοφάνης Βατράχοις λεπτῶν τε κανόνων ἐσβολὰς ἐπῶν τε γωνιασμούς . Δ |
' ἐν οἴνῳ συμπόται σοφώτατοι . Ὀρθῶς γ ' , ὁτιὴ νήφοντες οὐχ ὑγιαίνομεν . Ἢν τοὺς Ἀθηναίους ἐγὼ πείσω | ||
ὁμίχλη κατέχει πάντων ἀγαθῶν ἀνάμεστος . Ἆρ ' οἶσθ ' ὁτιὴ πρὸς ἄνδρας ἐστί σοι μάχη , οἳ τὰ ξίφη |
τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν διαψευσθέντων , ὡς Λουκιανός : Ἄνθρακάς μοι τὸν θησαυρὸν ἀπέφηνας . Ἂν πολλὰ βάλῃς , | ||
, ἄνθρακες ἡμῖν ὁ θησαυρὸς πέφυκε . Καὶ πάλιν , Ἄνθρακάς μου τὸν θησαυρὸν ἀπέφηνας . Ἄξιος τοῦ παντός : |
. Ὅδ ' ἐστὶν ἁνὴρ ὃν λέγεις . Τί οὖν ποιῶ ; Ἀπόδυσον αὐτόν : οὐδὲν ὑγιὲς γὰρ λέγει . | ||
δ : λαμβάνω μίαν πλευρὰν τοῦ κζ τὴν τριάδα καὶ ποιῶ τρὶς δ , γίνονται ιβ : ἰδοὺ ὁ ιβ |
, “ τὴν Ἀναξιμένους , ” ἔφη , “ διάλεξιν ὀβολοῦ τάριχος διαλέλυκεν . ” Ὀνειδιζόμενός ποτε ὅτι ἐν ἀγορᾷ | ||
μικροτράπεζοι φυλλοτρῶγες δράσειαν ; ὅπου τέτταρα λήψει κρέα μίκρ ' ὀβολοῦ . παρὰ δ ' ἡμετέροις προγόνοισιν ὅλους βοῦς ὤπτων |
Ἀσκληπιόν , τραγήμασιν χαίρω δὲ μᾶλλον . εὖ πάνυ . τραγήματ ' αἰσθάνομαι γὰρ ὅτι νομίζεται τοῖς νυμφίοις μετιοῦσι τὴν | ||
δύο Χῖα , Θάσια τέτταρα , μύρον , στεφάνους , τραγήματ ' , ἔριφον , ταινίας , ὄψον , μάγειρον |
τοῦτο κάνδαυλόν τινα παραθήσομεν . κάνδαυλον ; οὐκ ἐδήδοκα [ κάνδαυλον ] οὐδ ' ἀκήκο ' οὐδεπώποτε . θαυμαστὸν ἐμὸν | ||
Ὃς μέλανα ποιεῖν ζωμὸν οὐκ ἠπίστατο , θρῖον δὲ καὶ κάνδαυλον ἢ τούτων τι τῶν εἰς ματτύην οὐδ ' ἕτερον |
τιθυμάλλου ὀπῷ τοῦ μεγάλου δεύσας , καταπάσσων ἄνθος χαλκοῦ ὀπτὸν τετριμμένον , στροβίλην ποιήσας ἴσην τῇ σύριγγι τὸ μῆκος , | ||
ἄνω καθαίρει : ἡ πόσις , ἡμιόλιον δραχμῆς ἐν ὀξυμέλιτι τετριμμένον : ξυμμίσγεται δὲ καὶ τοῖ - σιν ἐλλεβόροισι , |
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ | ||
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ |
ἐπιστραφέντος αὐτῶν , ὡς εἰ μηδὲ ἐγένοντο τὸ παράπαν , ἐχθὲς καὶ πρώην ἐν Ἀλεξανδρείᾳ τῇ κατ ' Αἴγυπτον Αἰνησίδημός | ||
' ἐν τῷ κρατεῖν ταῖς δυνάμεσιν , ὃ καὶ τὰ ἐχθὲς ἀφαιρεθέντα , ἔτι ὄντα παρὰ τοῖς πολεμίοις σῶα , |
τὰς σύριγγας , ἐνίκασας γὰρ ἀείδων . αἰ δέ τι λῇς με καὶ αὐτὸν ἅμ ' αἰπολέοντα διδάξαι , τήναν | ||
ἀκμαζόντων : Ἄμμες δέ γ ' ἐσμὲν , αἰ δὲ λῇς , πεῖραν λαβέ : ὁ δὲ τῶν νηπίων καὶ |
καὶ ὁ σάκος ἐπὶ τοῦ τρυγοίπου εἰρημένος , καὶ ὁ ὑλιστήρ . Ἱππῶναξ δέ φησι στάζουσιν ὡσπερεὶ τροπηίον σάκκος . | ||
Τρὼς Τρωὸς , Τρωΐα καὶ Τροία . Τρύγοιπος . ὁ ὑλιστήρ . παρὰ τὸ ἰποῦσθαι τὴν τρύγα . Τέκμωρ . |
φύλλον παρὰ τὸ εἰς τρία διεσχισμένον εἶναι , τρίον καὶ θρίον . ἀπ ' αὐτοῦ καὶ θρίαμβος : οἱ γὰρ | ||
εἰ μὴ οὐ οὐ . Τῷ θρίῳ τὴν ἐγχέλυν : θρίον , τὸ φύλλον τῆς συκῆς : τραχὺ γάρ ἐστιν |
† οἱ στρατηγοί , ἔνθα δὴ ὁ Θρασύβουλος ἔλεξεν : Ὑμῖν , ἔφη , ὦ ἐκ τοῦ ἄστεως ἄνδρες , | ||
τὰ νῦν δίκαια πράσσεις οὔθ ' ἃ πρόσθεν εἴργασαι . Ὑμῖν ἂν εἴη τήνδε καιρὸς ἐξάγειν ἄκουσαν , εἰ θέλουσα |
κά τοί γ ' ἔθ ' ωὑτὸς εἶμεν ; οὐκ ἐμίν γα κά . οὐδὲ μὰν οὐδ ' αἰ ποτὶ | ||
. . ἀποθανεῖν μὴ εἴη , τεθνάκειν δ ' οὐκ ἐμίν γα διαφέρει . . . . . [ . |
ταλαντεύεται : ἀντὶ τοῦ φόβος ἡμᾶς ἔχει διηνεκής . Ὅταν φακῆν ἕψητε , μὴ ἐπιχεῖν μύρον : Στράττις ἔφησε σκώπτων | ||
ζωμὸς μέλας ἐγένετο πρώτῳ Λαμπρίᾳ . ἀλλᾶντας Ἀφθόνητος , Εὔθυνος φακῆν , ἀπὸ συμβολῶν συνάγουσιν ἀρίστων πόρους * * * |
δεῖ καταφιλῆσαι καὶ θωπεῦσαι δι ' ἐπαίνου . ἄπαγε , ταλάντου ἐστίν : οὐ λυσιτελεῖ μοι οὐδὲ τῇ πόλει οὐδὲ | ||
, ἵνα ἐν ἄξονι ἐμβάλλωνται χαλκῷ σταθμὸν ἔχοντα ἕκαστον αὐτῶν ταλάντου . Καὶ εἰς ταῦτα ἄξων ἐναρμόζεται σιδηροῦς ταλάντων δ |
, ὁμηλικίη δ ' ἐμοὶ αὐτῷ : τοὔνεκα σοὶ προτέρῳ δώσω χρύσειον ἄλεισον . ” ὣς εἰπὼν ἐν χερσὶ τίθει | ||
τὰ φθόρια τὴν Ἱπποκράτους προσκαλούμενοι μαρτυρίαν λέγοντος : “ οὐ δώσω δὲ οὐδενὶ φθόριον ” , καὶ ὅτι τῆς ἰατρικῆς |
τῶν νεκρῶν ὡς τὸν νεκρόν . Σφόδρα μοι κεχάρισαι , Σιμία , νὴ τοὺς θεοὺς ταυτὶ προείπας : τὸν μάγειρον | ||
ἔφης ἔχοντα πεῖραν ἥκειν πολυτελῶν πολλῶν τε δείπνων ἐπιλαθέσθαι , Σιμία , πάντων ποιήσω , θρῖον ἂν δείξω μόνον παραθῶ |
γ μέλιτοϲ λιτρʹ γ : τῷ ἀφεψήματι τριτωθέντι ἐπιβαλὼν τὸ μέλι , ἕψε μέχρι καλῆϲ ϲυϲτάϲεωϲ , εἶτα ἐπίπαϲϲε τὰ | ||
, μηδὲ βαθεῖα περὶ τοῖς σώμασιν ἡ διάθεσις ᾖ : μέλι δ ' οὐ μίγνυμεν : παραμονώτερον γὰρ ὑγραίνει καὶ |
, φησὶν ὁ Εὐριπίδης ἐν Κρήσσαις . καὶ ὡς ὁ Εὔβουλος δ ' ἐν Ὀλβίᾳ ἔφη : ἐν τῷ γὰρ | ||
, ἤγουν πλουτήσειν . ἐχλευάζοντο δὲ ὑπὸ τῶν κωμικῶν : Εὔβουλος γοῦν φησίν : Ἡμεῖς ποτ ' ἄνδρας Κεκροπίδας ἐπείσαμεν |
, ἐπιπάσσων τε ἁλῶν τετριμμένων χοίνικα μίαν εἰς τὰς θʹ χοίνικας , [ καὶ ] κίνει ταῖς χερσὶ πράως , | ||
, παρεκλάπην , ἐζημιώθην . . διχοινίκῳ ] κατὰ δύο χοίνικας , διὰ διχοινίκου , ἐν , εἰκοστοτετάρτῳ μεδίμνου , |
ὦ ποτίσταται κἀκ παντὸς ὑμεῖς μηχανώμεναι πιεῖν , ὦ μέγα καπήλοις ἀγαθόν , ἡμῖν δ ' αὖ κακόν , κακὸν | ||
τῶν τὰ τοιαῦτα ἐπιψευδομένων τοῖς βιβλίοις καὶ θησαυρὸς ἕτοιμος τοῖς καπήλοις αὐτῶν . ἢ πόθεν γάρ σοι διαγνῶναι δυνατόν , |
μοι φακούς , μὰ τὸν Δί ' : οὐ γὰρ ἥδομαι . ἢν γὰρ τράγῃ τις , τοῦ στόματος ὄζει | ||
ἐν Ναυπλίῳ νυμφικὸν Ἐλύμνιον . Γ # ἥδομαί γ ' ἥδομαι : κορωνίς . εἰσελθόντων τῶν ὑποκριτῶν ὁ χορὸς μόνος |
τοὺς κάδους ξυλλαμβάνειν ; μὴ σκῶπτέ μ ' , ὦ τάλαν , ἀλλ ' ἕπου δεῦρ ' ὡς ἐμέ . | ||
μέλεος , ὦ τάλας ἐγὼ τάλας , ἀπὸ δὲ συγγόνων τάλαν ' ἄνομα πάθεα φῶτά τε λιτομένα , πολυδάκρυτον Ἀίδα |
Φερεκράτης . τὸ δὲ γλύφειν Κρατῖνος , καὶ τὸ γλύμμα Εὔπολις . δακτύλιος δακτυλίδιον : καὶ τοῦ δακτυλίου τὸ μέν | ||
σιπύα , ἔστι δὲ πολλάκις παρὰ τοῖς ἀρχαίοις κωμικοῖς : Εὔπολις Χρυσῷ γένει , Ἀριστοφάνης Τελμησεῦσιν . Σιτηρέσιον : τὸ |
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς | ||
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς |
δὲ † Ὀμφάλῃ τύραννον αὐτὴν καλεῖ , † χείρων Εὔπολις Φίλοις : ἐν δὲ Προσπαλτίοις Ἑλένην αὐτὴν καλεῖ : ὁ | ||
Μὴ ᾖς ἐπαχθής . Θεὸν σέβου . Γονεῖς αἰδοῦ . Φίλοις βοήθει . Μηδενὶ φθόνει . Ἀλήθειαν ἀνέχου . Ὅρκῳ |
τοῦτ ' ἐσθ ' , ὁρᾷς , Ἑλληνικὸς πότος , μετρίοισι χρωμένους ποτηρίοις λαλεῖν τι καὶ ληρεῖν πρὸς αὐτοὺς ἡδέως | ||
ἀναγκαίοις ἡ ταλαιπωρίη . , Δου . εὐτυχὴς ὁ ἐπὶ μετρίοισι χρήμασιν εὐθυμεόμενος , δυστυχὴς δὲ ὁ ἐπὶ πολλοῖσι δυσθυμεόμενος |
βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας ὅσον τριώβολον ἐν οἴνῳ , καὶ πράσου χύλισμα ὅσον ἡμικοτύλιον ἐν | ||
τοὺς Πελοποννησίους . πεντώβολον ἡλιάσασθαι ] δικάσαι λαμβάνοντα πεντώβολον ἢ τριώβολον . ἢν ἀναμείνῃ ] ἐὰν ὑπομείνῃ καὶ πολεμῶν μὴ |
ἤγουν ἔκνεεν ἔκοπτεν ] εἰς τὸ η συναιρεθὲν οἷον ” κνῆ τυρόν ” ἐν Ἰλιάδι οὐκέτι σὺν τῷ ν ἐξηνέχθη | ||
. . , : μνεία δὲ τοῦ καθ ' Ὅμηρον κνῆ κείσεταί που καὶ ἐν τοῖς εἰς τὴν Ὀδύσσειαν , |
πρὸς Λυσικράτην . κράστις ἐστὶν ἡ πόα , ὡς καὶ Ἀριστοφάνης . . . . , . , . Συνηγορία | ||
καὶ Σιμωνίδης : κἠλειφόμην μύροισι καὶ θυώμασι καὶ βακκάρι . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Θεσμοφοριαζούσαις : ὦ Ζεῦ πολυτίμηθ ' |
τὸ δὲ νηλής ἀπὸ τοῦ λῶ , ὃ σημαίνει τὸ θέλω , κατὰ στέρησιν ὁ φευκταῖος καὶ μὴ θελόμενος . | ||
αου , λείψαντα συναμφότερον , ποιεῖν Μο κδ . Ἐπεὶ θέλω τὸν ὑπὸ τοῦ αου καὶ τοῦ βου , λείψαντα |
' ἔσθ ' ἃ διώκεις . τὸ λαβεῖν οὖν τὰ διδόμεν ' ὁμολογῶν ἔννομον εἶναι , τὸ χάριν τούτων ἀποδοῦναι | ||
ἐλαίας ἡμεροφύλλου ἁγνῶς πομπεύειν , καὶ ἐπεύχεσθαι πολιάταις πᾶσιν ἀεὶ διδόμεν τέκνοις τ ' ἐρατὰν ὑγίειαν , εὐνομίαν τε καὶ |
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . . | ||
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω |
παρείας . μιαρέ ] μεμιασμένε . Ὀρέστα , ἀναιδές . φήμ ' ] ναὶ . λέγω . . ὁμολογοῦνθ ' | ||
, πρὸς τῇ τῶν εἰδῶν σοφίᾳ τῇ καλῇ ταύτῃ , φήμ ' ἐγώ , καίπερ γέρων ὤν , προσδεῖν σοφίας |
πένης ἦν : ὅτι δὲ ταῦτα πολλά ἐστι , τοσοῦτον κερδαίνω , πλείω μὲν φυλάττειν δεῖ , πλείω δὲ ἄλλοις | ||
ἀναβιβάζω , παλαίω , ἐμπαίζω , ἀσωτεύομαι , ἐνθεάζομαι , κερδαίνω , ἱλαρεύομαι , λούομαι , νοσφίζομαι , μηχανῶμαι , |
βαλανεύσω Γ : διακονήσω , ὑπουργήσω . Γ βαλανεύσω : ἐγχέω ἐμαυτῷ τῶν σπονδῶν . ἀπὸ τῶν ἑαυτοῖς ἐπιχεόντων ὕδωρ | ||
' αὐτοῦ ἡ ῥῆσις οὕτως : Ἐγὼ δ ' οὐκ ἐγχέω τοῖς περιοδυνωμένοις φάρμακον οὐδὲν οὐδ ' ἐκμάττω δι ' |
, καὶ ἐν ῥήμασιν ἑτερόκλιτα , ἔσθω ἔφαγον , φέρω οἴσω . Εἰ αἱ σύνθετοι τῶν λέξεων διηνεκὲς ἔχουσι τὸ | ||
οὗ φέρεται ἡ ναῦς . οἴω , τὸ φέρω , οἴσω * * * . . . , : ὀρρωδῶ |
εἰς τὸ [ αὐτὸ ] ῥῆμα , ὡς τὸ ὅρκον αἰτεῖς , νόμον αἰτεῖς , καὶ τὸ ἐπὶ σὲ αὐτὸν | ||
Ἀρκαδίᾳ ὧδε Ἀρκαδίην μ ' αἰτεῖς . μέγα μ ' αἰτεῖς , οὔ τοι δώσω . πολλοὶ ἐν Ἀρκαδίῃ βαλανηφάγοι |
ἔτνει ἄλευρα . ἔτνος δὲ ἣν ἀθάραν ἔλεγον καὶ τὸ πίσινον ἕψημα . τὰ δὲ ἄλφιτα δημοσίᾳ πιπράσκεται . ΓΘ | ||
πότνια , τὸν δάκτυλον . Ἐγὼ δ ' ἔτνος γε πίσινον εὔχρων καὶ καλόν : ἐτόρυνε δ ' αὐτὴ Παλλὰς |
: τὸ λάχανον , ὅπερ οἱ πολλοὶ ἀνδράφαξυν καλοῦσιν . Κοριαννοῖ Φερεκράτης . ἀδράφαξυν ἕψουσα εἶτα ὀκλὰξ καθημένη . , | ||
, ὡς διαφόρων γινομένων καὶ ἐν Τέῳ κυλίκων . Φερεκράτης Κοριαννοῖ : ἐκ τοῦ βαλανείου γὰρ δίεφθος ἔρχομαι , ξηρὰν |
[ ] , ἀλλὰ σὺν ? ? τοῖς γέρουσιν [ καθίζανε ] ? [ ] ? . ἦ σοῦ πορευθέντος | ||
εἰ θέρμην ἔχουσα τυγχάνω . Δεῖπνον παρασκεύαζε , σὺ δὲ καθίζανε . Πότε σὺ ἤκουσας αὐτοῦ ; πρωπέρυσιν ἔτος τρίτον |
προειδότος αὐτοῦ τὴν φθορὰν καὶ μεμαντευμένου . μύρμηκες δὲ τὴν μάζαν τὴν τῆς διακορηθείσης ἐς μικρὰ καταθρύψαντες , ὡς ἂν | ||
ἀκάριος . μάκτρα , παρὰ τὸ μάττειν ἐν αὐτῆ τὴν μάζαν . μέλισσα παρὰ τὸ μέλειν : οἰκονομικὸν γὰρ καὶ |
μετὰ δὲ τὴν κάθαρσιν τοῦ χυμοῦ ἐς ἑσπέρην , φακῆς τρυβλίον ῥοφεέτω ψυχρῆς ἀνάλτου , σίλφιον δὲ ἐπιξύσθω πουλὺ , | ||
ἀνθηρὸν ἦν , γλαφυρὸν σφόδρα : φακῆς κατ ' ἄνδρα τρυβλίον μεστὸν μέγα . πρώτιστον οὐκ ἀνθηρόν . ἐπὶ ταύτῃ |
ἴστε μετ ' ὀλίγον χρόνον , ἀναβεβίωκα : περιπατῶ , λαλῶ φρονῶν , τὴν τηλικούτων καὶ τοιούτων ηλιον νυντοντον εὑρών | ||
ἁρμόζου τύχην . ὄνος βαδίζεις εἰς ἄχυρα τραγημάτων . Κροίσῳ λαλῶ σοι καὶ Μίδᾳ καὶ Ταντάλῳ . σαυτὴν ἐπαινεῖς ὥσπερ |
' ἰατρῷ ὀξωτά , σιλφιωτά , βολβός , τεύτλιον , περίκομμα , θρῖον , ἐγκέφαλος , ὀρίγανον , καταπυγοσύνη ταῦτ | ||
' ἰατρῷ ὀξωτά , σιλφιωτά , βολβός , τεύτλιον , περίκομμα , θρῖον , ἐγκέφαλος , ὀρίγανον , καταπυγοσύνη ταῦτ |
Παρμενίσκωι . ἀπὸ τῶν ἐκείνου καὶ τὰ κυντερώτατα . Φερεκράτης Λήροις ) : ἔπειτα ἕτερα τούτων ποιοῦντα πολλὰ κυντερώτερα . | ||
: τήγανον δέ , ὦ βέλτιστε , εἴρηκεν ἐν μὲν Λήροις Φερεκράτης οὕτως : ἀπὸ τηγάνου τ ' ἔφασκεν ἀφύας |
. οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον : τἀμὰ γὰρ διοίχεται . ἀτὰρ | ||
ἐπίρρημα θαυμαστικόν οἴει ] ὑπολάβῃς τυραννίδα ] τὴν δύναμιν αὐτοῦ τριωβόλου ] τοῦ κἂν ] τὸ “ κἄν ” δηλοῖ |
ἡ βάκκαρις : Αἰσχύλος γὰρ ἐν Ἀμυμώνηι ἀντιδιαστέλλων φησί : κἄγωγε τὰς σὰς βακκάρεις τε καὶ μύρα , καὶ Σημωνίδης | ||
ἐγὼ δὲ τοῦτ ' ὀλίγον χρόνον χρήσας ἀφειλόμην ἄν . κἄγωγε ταῖς ἄλλαις πόλεσι δρῶ ταῦτα πλὴν Ἀθηνῶν . τούτοις |
' , ὦ πάτερ . νῦν δ ' ἄθλιος μέν εἰμ ' ἐγώ , τλήμων δὲ σύ , οἰκτρὰ δὲ | ||
λάβηι σε , θάνατος ξένιά σοι γενήσεται . εὔνους γάρ εἰμ ' Ἕλλησιν , οὐχ ὅσον πικροὺς λόγους ἔδωκα δεσπότην |
γινώσκειν . μέθης καιρὸς οὐδὲ εἷς οὐδενὶ ἐπεὶ μηδὲ τοῦ ληρεῖν . νέος εὐφυέστατος μὴ παιδαγωγίᾳ συζῶν διαφερόντως γίνεται κακός | ||
, Ἑλληνικὸς πότος , μετρίοισι χρωμένους ποτηρίοις λαλεῖν τι καὶ ληρεῖν πρὸς αὐτοὺς ἡδέως . τὸ μὲν γὰρ ἕτερον λουτρόν |
ἄνθρωποι τὸ φλόγας ἐκπέμπον πῦρ . ὁ δέ φησιν , ναὶ , ἀφ ' οὗ γε πολλὰς ἐκμαθήσονται τέχνας . | ||
ἀνόητοι καὶ ἄδικοι . ταῦτα . . . ἀνθεῖ ] ναὶ ἐφευρίσκεις καινὰς γνώμας . ταῦτα ] αἱ εὑρεσιλόγιαι , |
καὶ ὃ μέν , ὡς πρόκειται , παραιτεῖται πίνειν μεγάλοις ποτηρίοις , ὃ δὲ τὸν Σωκράτην παράγει τῷ ψυκτῆρι πίνοντα | ||
ἄξιον δ ' ἐστὶ ζητῆσαι εἰ οἱ ἀρχαῖοι μεγάλοις ἔπινον ποτηρίοις . Δικαίαρχος μὲν γὰρ ὁ Μεσσήνιος , ὁ Ἀριστοτέλους |
ἀλλ ' Ἀριστοφάνης μὲν ἐν Ἱππεῦσιν : ὥσπερ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι : καὶ δευτέραις Νεφέλαις . τὰς εἰκοῦς τῶν | ||
. Εὔπολις : „ τὸ σῶμ ' ἔχουσι λεῖον ὥσπερ ἐγχέλεις „ , Ἀριστοφάνης : ” ὅπερ οἱ τὰς ἐγχέλεις |
οὕτως ] ὧδε . . ἦ ] ὄντως . . ἐχθαίρω ] μισῶ . . παθόντες εὖ ] παρ ' | ||
καὶ προθυμία . . . . ἀπεχθήρω : μισήσω : ἐχθαίρω ἐχθαρῶ ἤχθηρα , ἐὰν ἐχθήρω καὶ ἀπεχθήρω . . |
, εἶτα θρῖον καὶ βότρυς . ἡ δημιουργὸς δ ' ἀντιπαρατεταγμένη κρεάδι ' ὀπτᾷ καὶ κίχλας τραγήματα . ἔπειθ ' | ||
, εἶτα θρῖον καὶ βότρυς : ἡ δημιουργὸς δ ' ἀντιπαρατεταγμένη κρεᾴδι ' ὀπτᾷ καὶ κίχλας , τραγήματα . ἔπειθ |
καὶ καταρχὰς προσόδῳ τοῦ ε . Τέθεικα παρακείμενος ἀπὸ τοῦ θήσω μέλλοντος γίνεται τροπῇ τοῦ σω εἰς κα καὶ προσόδῳ | ||
. : Ἀθηνᾶ : . . . ἢ παρὰ τὸν θήσω μέλλοντα τὸν δηλοῦντα τὸ θηλάσω , οἷον „ γυναῖκά |
: ἐὰν δὲ δίεφθος ᾖ , τορυνᾶν κρεῖττον κατὰ τὴν πτισάνην καὶ ἀποχυλίζειν . τοῦτο καὶ τὴν κοιλίαν ἧσσον ἂν | ||
τῷ φαρμάκῳ χρῆσθαι παραπλησίως ἁλσίν : ἔξεστι δὲ καὶ εἰς πτισάνην ἐμβαλεῖν ἢ εἰς ὄξος ἤ τι τοιοῦτον ἀντὶ πεπέρεως |
γυναικὸς κόρη καὶ ἔντιμος εἴτε οἰκογενὴς εἴτε μή . Μένανδρος Ψευδηρακλεῖ : μήτηρ τέθνηκε ταῖν ἀδελφαῖν ταῖν δυεῖν ταύταιν : | ||
ὠνομασμένην Σάμον . ΕΓΧΥΤΩΝ δὲ πλακούντων μνημονεύει Μένανδρος μὲν ἐν Ψευδηρακλεῖ : οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν οὐδ ' οἷα σὺ |
μύλης , εἶτα ἤλαυνον . ἐγὼ δὲ ἠπιστάμην ὅπως χρὴ ἀλεῖν πολλάκις παθών , προσεποιούμην δὲ ἀγνοεῖν : ἀλλὰ μάτην | ||
τὸ τοὺς ἅλας τρίβειν , οἱ δὲ ψιλῶς παρὰ τὸ ἀλεῖν . συμβαίνει γὰρ τοῖς νεωστὶ εἰσῳκισμένοις μὴ εὐπορεῖν πάντων |
τὸν θαλάσσιον . Μένανδρος Αὐλητρίσι : ἐλλέβορον ἤδη πώποτ ' ἔπιες , Σωσία ; ἅπαξ . πάλιν νυν πῖθι : | ||
Ὠρεῷ κατήγου , καὶ ἀπὸ τῆς αὐτῆς τραπέζης ἔφαγες καὶ ἔπιες καὶ ἔσπεισας , καὶ τὴν δεξιὰν ἐνέβαλες ἄνδρα φίλον |
ἑταίρας δ ' ὄνομα ἡ Φιλύρα : πότερον ἐγὼ τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω ; τί φής ; ἢ Σικελικῶς | ||
' ὁτιὴ τἀργύριόν ἐστ ' ἰσάργυρον ; πότερον ἐγὼ τὴν βατίδα τεμάχη κατατεμὼν ἕψω τί φής ; ἢ Σικελικῶς ὀπτὴν |
τὸν ἀμφορέα ξεϲτῶν λϚʹ , κοτυλῶν μηʹ : τὸν δὲ μετρητὴν ξεϲτῶν οβʹ , κοτυλῶν ϘϚʹ : τὸν δὲ μέδιμνον | ||
τρεῖς τῆς βραχείας ἡμέρας : πίνει δ ' ἕνα καλῶν μετρητὴν τὸν δεκάμφορον πίθον . τοιοῦτός ἐστι καὶ ὁ παρὰ |
ἀλλ ' ἐν αὐτοῖς τοῖς ἄστροις ἐποιούμην τὴν ἀποδημίαν . Ἡράκλεις , μακρόν τινα τὸν ὄνειρον λέγεις , εἴ γε | ||
βίῳ . ὑμεῖς οὖν προσέχετε καὶ μὴ παρακούετε . Ὦ Ἡράκλεις , ὡς εἰς μεγάλην τινὰ ἐπιθυμίαν ἐμβέβληκας ἡμᾶς , |
Τιμοθέῳ . θᾶττον πλέκειν κέλευε πόρκων πυκνοτέρους . τράγημα , μυρτίδες , πλακοῦς , ἀμύγδαλα . ἐγὼ δὲ ταῦθ ' | ||
ἐπιδορπίσματά τινές φασιν . Δίφιλος : τρά - γημα , μυρτίδες , πλακοῦς , ἀμυγδάλαι . ἐγὼ δὲ ταῦθ ' |
ποδὸς κρέμαιτ ' ἐκεῖνος ἐν γναφέως οἴκωι . κάλ ' ὖμιν , ὦ γυναῖκες , ἐντελέως τὰ ἰρά καὶ ἐς | ||
! ! ] δοῦναι καὶ ταῦτα καὶ ταῦτ ' ἦι ὖμιν ἐπτὰ ? Δαρεικῶν ? ? ἔκητι Μητροῦς τῆσδε ? |
οἱ δὲ συνεμφάσεις , οἱ δὲ σχετλιασμούς , φεῦ , παπαῖ , ὤμοι . φασὶ δὲ καὶ [ ] εἰκασμοῦ | ||
καὶ γὰρ τὰ πυθόκραντα : δυσμαθῆ δ ' ὅμως . παπαῖ , οἷον τὸ πῦρ : ἐπέρχεται δέ μοι . |
: παραινέσαι δὲ σφῷν τι βούλομαι σοφόν : ὅταν φακῆν ἕψητε , μὴ ' πιχεῖν μύρον . καὶ ὁ Σώπατρος | ||
. Παραινέσαι δὲ σφῶν τι βούλομαι σοφόν : ὅταν φακῆν ἕψητε , μὴ ' πιχεῖν μύρον . Εἶθ ' ἥλιος |