[ : | μᾶζα γάρ ] ἡ τροφή ἐπίτακτα μὲν ἑξάκι δοιά : τουτέστι τὰ ἐπιτασςόμενα [ | ] ἆθλα
ἰσημερινῇ , ἕξομεν ὥρας ἰσημερινάς : οἷον τὰ μδ ιζ ἑξάκι γενόμενα ποιεῖ ὡς χρόνους σξε μβ περιέχοντας ὥρας ἰσημερινὰς
5552930 τροχισκου
ὀμβρίου τὸ ἀρκοῦν ποίησον τροχίσκους καὶ χρῶ . Ἄλλη σκευασία τροχίσκου : κρόκου ὀπίου σμύρνης ἀνὰ # α λιβάνου #
διαθέσεων ἀνίατα κατασκευάζεται νοσήματα . ἔχει δὲ ἡ σκευασία τοῦ τροχίσκου ὧδε : ἀκακίας μελαίνης ⋖ λβʹ , τοῦτ '
5394295 ἀφρονιτρα
ὑπερικόν , φαλαγγῖτις , φλόμου τὰ φύλλα , ἅλες , ἀφρόνιτρα , γύψος , καδμεῖαι πᾶσαι καὶ πάντα τὰ μεταλλικὰ
Εἶτα χωνεύεται χαλκὸς μετὰ χαλκοῦ νικαηνοῦ ἄσπρου : καὶ λαμβάνεις ἀφρόνιτρα κάτω εἰς τὴν χώνην δύο ἢ τρία διὰ τὴν
5328869 χοος
κεῖνο : τὸν οἶνον : ἐν τῇ δεκάτῃ μοίρᾳ τοῦ χοὸς ἔμβαλε τὰ εἰρημένα . ἄλλως : χοὸς δεκάτῃ ἀντὶ
δεκάτῃ μοίρᾳ τοῦ χοὸς ἔμβαλε τὰ εἰρημένα . ἄλλως : χοὸς δεκάτῃ ἀντὶ τοῦ δέκατον μέρος τοῦ χοός , ἤγουν
5323885 μιλιαρια
τὴν κεφαλὴν , φλεβοτόμησον τὴν κρανιακὴν φλέβα καὶ ἔμβαλε ὅσον μιλιάρια ιʹ . συσκεύαζε δὲ τὸν χρόνον δὶς τὸν Ἀπρίλλον
. καρυοφύλλων μιλιάρια εʹ . κρόκου μιλιάριον αʹ . μαστίχης μιλιάρια γʹ . κύπερον μιλιάρια εʹ . ξυλαλόην μιλιάρια εʹ
5205507 λελεπισμενα
. πρὸς δ ' ὀδύνας μεγίστας καὶ πύον ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπισμένα κ , ἀφρονίτρου , λιβάνου , ὀπίου ἀνὰ ⋖
ἐλαίου λίτρας τέσσαρας . Ἕψε ἐν τῷ ἐλαίῳ τὰ σκόροδα λελεπισμένα , ἕως φρυγῇ : καὶ ταῦτα μὲν ῥίψας ,
5184168 ξεϲταϲ
Τὸ Ἰταλικὸν κεράμιον ἔχει χόαϲ ηʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ βʹ , αἳ καὶ
, τινὲϲ δὲ # γ , ἀγχούϲηϲ # β ἐλαίου ξέϲταϲ λ ὕδατοϲ ξέϲταϲ εʹ κόπτε πάντα ἁδρομερῶϲ καὶ βρέχε
5173473 κοχλιαρια
, ϲαρκοκόλληϲ ⋖ δ , κόμμεωϲ ⋖ β , ξηρίου κοχλιάρια ια μετὰ ἀφεψήματοϲ φοινίκων κυάθων β . καταρροφείτωϲαν δὲ
ἀπόθου ἐν ὑελίνῳ ἀγγείῳ , ἐπὶ δὲ τῆς χρείας δίδου κοχλιάρια γʹ . μετ ' οἴνου ἐπὶ ἡμέρας ζʹ .
5161917 μυϲτρα
αʹ ʂ . Ὁ δὲ κύαθοϲ ἔχει χήμαϲ μικρὰϲ ἤτοι μύϲτρα μικρὰ βʹ . Ἰταλικὸν κεράμιον ἔχει ἐλαίου οἴνου μέλιτοϲ
μύϲτρον καὶ τὸ ϲίκλον κοχλιάρια δύο . Ὁ κύαθοϲ μικρὰ μύϲτρα τέϲϲαρα . Τὸ ὀξύβαφον καὶ τὸ μέγα μύϲτρον κυάθουϲ
5136072 ἡμιμεδιμνον
Λυκοῦργος κατ ' Ἀριστογείτονος καὶ Δημοσθένης Φιλιππικοῖς . Ἡμίεκτον καὶ ἡμιμέδιμνον : Δείναρχος ἐν τῇ κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . τοῦ
τὴν συ συλλαβήν : οἷον , ἡμίονος : ἡμίφωνον : ἡμιμέδιμνον εὕρηται δὲ παρὰ τοῖς παλαιοῖς σπανίως μετὰ τῆς συ
5003619 υπʹ
ἐστιν ὁμοῦ πέντε , τετράκις ποιῶ τὰ ρκʹ , γίνεται υπʹ , μερίζω παρὰ τὸν εʹ καὶ ἔχω μέρος ἓν
. Σικύου ἀγρίου ῥίζης ⋖ φοϚʹ , σκίλλης καθαρᾶς ⋖ υπʹ , ἀσφοδέλου ῥίζης ⋖ ρμδʹ , ἐλαίου ῥαφανίνου ⋖
4967683 Τιθυμαλλου
: μελίκρατον , ὀξύμελι , οἶνος λεπτὸς καὶ ὑδατώδης . Τιθυμάλλου σπέρμα τοῦ χαρακίου , μελάνθιον , κύμινον , θύμον
κύπερον μετὰ βουτύρου καὶ σουσίνου χρῖε κατὰ τῆς ἐκφύσεως . Τιθυμάλλου ῥίζας ἑψήσας ἐν οἴνῳ μέχρις ἡμίσους δὶς τοῦ μηνὸς
4925368 ἐφοσονουν
βουλόμεθα , οἷον βʹ γʹ δʹ εʹ Ϛʹ ζʹ καὶ ἐφοσονοῦν , τὴν δὲ ἀπὸ τοῦ μεγίστου τῶν μερῶν ἀρξάμενοι
καὶ δὶς βʹ καὶ τρὶς γʹ καὶ τετράκι δʹ καὶ ἐφοσονοῦν , οὕτως οἱ ἑτερομήκεις γενήσονται ἐκ τοῦ ἅπαξ βʹ
4873015 ϲταθμου
εἶναι τρεῖϲ τοῦ μετρουμένου ποϲοῦ διαφοράϲ , μίαν μὲν τοῦ ϲταθμοῦ , ἑτέραν δὲ τοῦ τῆϲ ξηρᾶϲ οὐϲίαϲ οἷον χώματοϲ
μιῆϲ ἡμέρηϲ λεπτῶϲ διαιτηθέντι , μέλανοϲ ἐλλεβόρου δοτέον ξὺν μελικρήτῳ ϲταθμοῦ ὁκόϲον ὁλκὰϲ δύο : ὑπάγει γὰρ ὅδε μέλαιναν χολήν
4833687 τραμια
. ἀγριοθύμβρον τράμια μʹ . μάραθρον τράμια μʹ . ἄνισον τράμια λʹ . ναναχουὰν τράμια μʹ . σταφίδας , μαύρας
. σὺν αὐτοῖς δὲ δεῖ βάλλειν ἐν ὀθονίῳ καθαρῷ ξυλαλόην τράμια εʹ . στάχυν τράμια ζʹ . καρυόφυλλα τράμια βʹ
4825894 κολλουριου
ἢ πηγάνου χυλὸϲ ὁμοίωϲ ἢ μακρὰ ἀριϲτολοχία διαγλυφομένη εἰϲ ϲχῆμα κολλουρίου , παραπληϲίωϲ δὲ καὶ ἡ τοῦ μεγάλου κενταυρίου ῥίζα
ἄλλῳ . . . . . γρ γʹ διὰ ῥόδων κολλουρίου . . γρ . εʹ λυκίου Ἰνδικοῦ . .
4822915 εὐωδεστατου
μηνός . Ἰανουάριος φλέγμα γλυκὺ κυριεύει . ἁρμόζει οἴνου καλοῦ εὐωδεστάτου λαμβάνειν ῥοφήματα τρία μικρά , ἀλλὰ μὴ ἀτάκτως :
, τρίψας πάντα καὶ ἑνώσας , ἐπιχέας οἴνου λευκοῦ ὡς εὐωδεστάτου κοτύλας δύο , διηθήσας , χλιήνας , κλύσον τούτῳ
4799290 μυστρα
. τὸ δὲ ὀξύβαφον κυάθους γʹ . Ὁ κύαθος ἔχει μύστρα μικρὰ βʹ . Τὸ κοχλιάριον δὲ μύστρου τὸ ʂ
πρότερον λαμβανέτω τῶν μὲν καρκίνων μύστρα τρία , γεντιανῆς δὲ μύστρα Ϛ , καὶ οἶνον ἄκρατον ἀναλόγως . πληρωθείσης δὲ
4769030 ἰταλικους
ἐναρίξατο : ἔσφαζεν . φῶτας : ἀνθρώπους . Βαλίους : ἰταλικούς . Μόθοισιν . τοῖς ἐν σταδίοις μόθοις . Οἰνείδης
γλεύκους ἀμιναίας σταφυλῆς τοῦτ ' ἔστι στυφούσης λευκῆς ξε ρνʹ ἰταλικούς , ἑλενίου λι ιβʹ , ἀσπαλά - θου λι
4743782 ξοʹ
ἡ ρξʹ : κοινὴ προσειλήφθω ἡ ροʹ : ἡ ἄρα ξοʹ ὅλῃ τῇ ρπʹ ἴση ἐστίν : ἡ δὲ ξοʹ
: ἡ δὲ νθʹ ἡμίσους ἐστὶ ζῳδίου : καὶ ἡ ξοʹ ἄρα ἡμίσους ἐστὶ ζῳδίου περιφέρεια : καὶ ἐπεὶ τοῦ
4666079 μεδιμνῳ
στρατιᾶς περὶ Κυλλήνην , βουλόμενοι οἱ περὶ Ξενίαν τὸν λεγόμενον μεδίμνῳ ἀπομετρήσασθαι τὸ παρὰ τοῦ πατρὸς ἀργύριον † δι '
τὸ μὲν γὰρ ἀργύριον μηδὲ ἀριθμῷ ἄγειν αὐτόν , ἀλλὰ μεδίμνῳ ἀπομεμετρημένον πολλοὺς μεδίμνους . εἶχε δὲ καὶ αὐτὸς Παρμένων
4662206 πεφωγμενου
ϲποδίου ⋖ δ ὀμφακίου ξηροῦ ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ τριώβολον πεπέρεωϲ πεφωγμένου κόκκοι ιε , λείοιϲ χρῶ . Φιλοξένου ξηρὸν ἀχάριϲτον
διαίμους τε πτύσεις . ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπισμένα κε , λινοσπέρμου πεφωγμένου ⋖ δ , τραγακάνθης ⋖ β , στροβίλων κόκκοι
4657618 ἐπεχω
μικρῷ πρόσθεν εἶπον , ἵνα μὴ πολλάκις τὰ αὐτὰ λέγων ἐπέχω σε ἤδη ῥήτορα εἶναι δυνάμενον . πλὴν τό γε
ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἔχει . Τὸ δὲ ἐπέχω παραλαμβάνομεν ἀντὶ τοῦ οὐκ ἔχω εἰπεῖν τίνι χρὴ τῶν
4652942 ρϘβʹʹ
ἀεὶ κούφιζε τὸ γʹʹ : λοιπὰ υπʹ : ὧν τὸ ρϘβʹʹ γίνεται βʹ : καὶ τὰ λοιπὰ εἰς ηʹʹ γίνονται
ἐπὶ τὰ ιβʹ τοῦ πάχους γίνονται ͵γωμʹ : ὧν τὸ ρϘβʹʹ γίνεται κʹ : τοσούτων ποδῶν στερεῶν τὸ ξύλον .
4645036 καρυου
κασίας ⋖ αʹ , μέλιτος τὸ ἱκανόν : ἡ δόσις καρύου ποντικοῦ ἢ κυάμου αἰγυπτίου τὸ μέγεθος μεθ ' ὑδρομέλιτος
ἀπὸ φλέγματος καὶ ὑαλώδους χυμοῦ γινομένας ὀδύνας : ἡ δόσις καρύου Ποντικοῦ τὸ μέγεθος μετὰ μελικράτου . ἐγὼ πολλάκις ἐπὶ
4640641 κοτυλη
ʂ ὁ ξέϲτηϲ # ιηʹ # κʹ # κζʹ ἡ κοτύλη # θʹ # ιʹ # ιγʹ ʂ τὸ μέγα
δὲ ϲταθμὸν ἔχει τὸ κοχλιάριον καὶ ἡ κοτύλη . ἡ κοτύλη ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν ὡϲ τὸ τρυβλίον . ] Τὸ
4631956 παρατελευτου
ἀκατάληκτα , τὰ δ ' ἄλλα ἑφθημιμερῆ , πλὴν τοῦ παρατελεύτου μονομέτρου ἀκαταλήκτου ὄντος . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς .
ἀναλογικώτερον δὲ τὸ βαρύνειν . τὰ γὰρ εἰς χος δισύλλαβα παρατελεύτου ὄντος τοῦ οβαρυτονεῖται : οἷον † λέχος † ὄχος
4621524 ϲταγια
χήμη ϲτάγια δύο κεράτια ἕξ . Τὸ ὀξύβαφον οὐγγίαϲ δύο ϲτάγια δύο . Τὸ κοχλιάριον ϲτάγια ζʹ . Τὸ μικρὸν
ἔχει λίτραν αʹ ἥμιϲυ . Τὸ ὀξύβαφον ἔχει οὐγγίαϲ βʹ ϲτάγια βʹ . Ὁ κύαμοϲ ἔχει οὐγγίαν αʹ ἥμιϲυ .
4619816 κροκους
ἀκαύστους , οὐγγίας ιηʹ , καὶ μαγνησίαν , ἤγουν κεκαυμένους κροκοὺς , Ϛγ δʹ κο κʹ : καὶ ζύγιν ,
ἀκαύστους , οὐγγίας ιηʹ , καὶ μαγνησίαν , ἤγουν κεκαυμένους κροκοὺς , Ϛγ δʹ κο κʹ : καὶ ζύγιν ,
4592412 ὀδελου
οἷον ὀροδάμνους παρὰ τὸ ὀρούειν . * ἀμμίγδην : ὁμοῦ ὀδελοῦ : ἀντὶ τοῦ ὀβελοῦ Δωρικῶς ἢ Αἰολικῶς : καὶ
μολίβῳ εἰδήνατο χροιή . τῷ δ ' ὁτὲ μὲν σμύρνης ὀδελοῦ πόρε διπλόον ἄχθος , ἄλλοτε δ ' ὁρμίνοιο νέην
4585810 ψκʹ
πρὸς ΝΙ : ὥστε καὶ λϚʹ τὰ ἀπὸ ΟΝ πρὸς ψκʹ τὰ ἀπὸ ΝΙ , τουτέστιν πʹ τὰ ἀπὸ ΙΛ
: ἀπ ' Ἰσθμοῦ διὰ Κορινθίου κόλπου εἰς Πάτρας στάδια ψκʹ : ἐπὶ Λευκάδα στάδια ψʹ : ἐπὶ Κόρκυραν στάδια
4569073 ϲκεπειν
: ἐμβρέχειν δὲ καὶ τὴν κεφαλὴν ἀνηθίνῳ ἐλαίῳ θερμῷ καὶ ϲκέπειν πιλήματι καθεύδειν μέλλοντι . Περὶ ἐπιληψίαϲ Γαληνοῦ . τρεῖϲ
, κολοφωνίαϲ λειοτάτηϲ μέροϲ α : ἐπιπάϲϲοντα δὲ τὸ ξηρίον ϲκέπειν μοτοῖϲ καὶ ϲπληνίῳ : μοτοφύλακι δὲ χρηϲτέον τινὶ τῶν
4538703 ἐνιαυτου
ἡ δὲ τελευταία χειμῶνι ἔοικεν . ὅσα οὖν αἱ τοῦ ἐνιαυτοῦ ὧραι ἐπιφέρουσι , τοσαῦτα καὶ παρὰ τῶν μηνιαίων ἡγητέον
, ἀνίησιν ἁλμυρὰν νοτίδα . εἶτα ἐάσας διὰ παντὸς τοῦ ἐνιαυτοῦ τῷ φθινοπώρῳ κοπρίσεις αὐτὴν κόπρῳ βοείᾳ καὶ ἱππείᾳ γλυκυτέραις
4537664 ςʹ
γὰρ ἰσημερίας ἐαρινῆς ἐπὶ τροπὴν θερινὴν ἐν ἡμέραις παραγίνεται Ϟδʹ ςʹ , ἀπὸ δὲ θερινῆς τροπῆς ἐπὶ ἰσημερίαν μετοπωρινὴν ἡμέραις
ἀνήλισκον δὲ ἡμιτάλαντον : οἱ δὲ τὸ ζευγίσιον τελοῦντες ἀπὸ ςʹ μέτρων διελέγοντο , ἀνήλισκον δὲ μνᾶς ιʹ : οἱ
4516678 μʹʹ
αὐτῶν ια . καὶ ἔστιν ὡς τξ πρὸς μζ μβʹ μʹʹ οὕτως πγ πρὸς ια . . . , .
σκιᾶς κατὰ μὲν τὸ μέγιστον ἀπόστημα τῆς σελήνης ἑξηκοστὰ μʹ μʹʹ , κατὰ δὲ τὸ ἐλάχιστον ἀπόστημα ἑξηκοστὰ μϚʹ .
4511260 ιηʹ
Περὶ χαλαζίων . ιζʹ . Περὶ ἀκροχορδόνων καὶ ἐγκανθίδων . ιηʹ . Περὶ πτερυγίων . ιθʹ . Περὶ ϲταφυλωμάτων .
ιβʹ ὦμοι , ἀπὸ ιγʹ ἕως ιζʹ κοιλία , ἀπὸ ιηʹ ἕως κʹ μηροί , ἀπὸ καʹ ἕως κγʹ μέσαι
4508109 Ἰουλιῳ
ἐπιτέλλει : μηνὶ Ἰουλίῳ ιδ Προκύων ἑῷοϲ ἐπιτέλλει : μηνὶ Ἰουλίῳ ιθ Κύων ἑῷοϲ ἐπιτέλλει καὶ γίγνεται μεγίϲτη τοῦ ἀέροϲ
οὐ μόνον ἐν τῷ ἔαρι , ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ Ἰουλίῳ μηνὶ φυτεύων . Δεῖ μέντοι τὰς συκᾶς φυτεύειν ἐν
4495237 ἡμιϲειαν
. τὸ γὰρ μύϲτρον ἔχει ϲταθμὸν ϲταγίων τριῶν ἤτοι οὐγγίαν ἡμίϲειαν . ἐν ἄλλοιϲ δέ φαϲιν , ὅτι ὁ κύαθοϲ
διαϲτήϲανταϲ ἡμέραϲ δ προϲάγειν τελείαν δραχμὴν καὶ μετέπειτα μίαν καὶ ἡμίϲειαν , εἶτα δύο καὶ τρεῖϲ , καὶ αὖθιϲ διαϲτήϲανταϲ
4493828 διμοιρον
ὁ Ἥλιος ἐκλείπων ἐν τῇ πρώτῃ τριώρῳ ὅλος ἢ τὸ δίμοιρον μέρος τοῦ κύκλου τὸν τῆς Ἀσίας δυνάστην ὑπὸ βαρβάρων
εʹ , τοῦτ ' ἔστιν γο ηʹ , κοτύλης τὸ δίμοιρον , μύρου μαλαβαθρίνου λι αʹ . κόψας τὰ ξηρὰ
4493449 Δεκεμβριῳ
τίλεως , ἢ ταῖς χερσὶ κα - θαραῖς . Τῷ Δεκεμβρίῳ καὶ τῷ Νοεμβρίῳ μηνὶ τὰ μοσχεύματα πάντων τῶν δένδρων
πρὶν ἢ τὸν νεὼν καὶ τὸ ξόανον ἀνασταθῆναι , μηνὶ Δεκεμβρίῳ τοῦ κατόπιν ἐνιαυτοῦ , τῇ νέᾳ σελήνῃ , ἣν
4473801 κοκκια
. καλῶς δὲ ποιεῖ , εἴπερ τι καὶ ἄλλο , κοκκία διδόμενα ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν ἐπιτιθέμενα . καλῶς δὲ ποιεῖ
ἐρεθίζει τὴν κάθαρσιν σμύρνης κυαμιαῖον μέγεθος μελικράτῳ πινόμενον ἢ εἰς κοκκία μερισθὲν καὶ καταπινόμενον ἢ καστορίου ⋖ α ἐν κυάθοις
4457873 χυλιζε
ἐν τούτῳ οὖν ὄντος τοῦ Ἡλίου τὰς ῥηθησομένας βοτάνας λαμβάνων χύλιζε μὴ ἑψῶν : ὑπὸ γὰρ τοῦ πυρὸς ἡ ποιότης
λ , ὀπίου ⋖ ιε . ἑψήσας μέρος τοῦ ψυλλίου χύλιζε καὶ τῷ χυλῷ συλλέαινε τὸ ἤλεκτρον καὶ τὴν μαστίχην
4447917 ξηριου
γένωνται τὰ δύο ἓν , τότε . βάλε ἀπὸ τοῦ ξηρίου , ἤγουν ἀπὸ τοῦ ὑδραργύρου ὁποῦ ἐμάζωξες ἀπὸ τοῦ
λιθάργυρον ἴϲον ἐπίβαλλε . μὴ παρόντοϲ δὲ τοῦ διὰ χάρτου ξηρίου χάρτην καύϲαϲ καὶ τὴν τέφραν ὄξει δεύϲαϲ χρῶ ἐπὶ
4444909 κοτυλης
τοῦ ἐκκρεμαμένου ἀπωθέοι ἂν τὴν κεφαλὴν τοῦ μηροῦ ἀπὸ τῆς κοτύλης . Τὴν μέντοι ξὺν τῷ ξύλῳ τῷ ὑποτεινομένῳ μόχλευσιν
ἁλὸς ⋖ Ϛ . τὰ ξηρὰ τρίψας καὶ ἐπιχέας ἐλαίου κοτύλης ἥμισυ πάντα ὁμοῦ ἕψει , καὶ γενομένων ἐμπλαστῶν χρῶ
4444478 δραχμαϲ
οὐγγίαϲ αʹ ἡμιϲείαϲ . Ἡ μνᾶ πρὸϲ τὸ Ἰταλικὸν ἔχει δραχμὰϲ ρμδʹ , πρὸϲ δὲ τὸ Ἀττικὸν δραχμὰϲ ρκβʹ :
παρ ' ἔμοιγ ' ὤν . ἀλλὰ διὰ τὰϲ τέτταραϲ δραχμὰϲ ἀποβαλῶ , φηϲί , τὴν προαίρεϲιν ; καὶ τῶν
4434354 καϲαμου
ἀμώμου , ναρδοϲτάχυοϲ , κόϲτου , καρυοφύλλου , καϲϲίαϲ , καϲάμου ἀνὰ # γ , οἴνου τὸ ἀρκοῦν . γʹ
: κατεψυγμένοιϲ δὲ τὰ δι ' ὀποβαλϲάμου , φύλλου , καϲάμου , πεπέρεωϲ : θώρακι δὲ ἐν μὲν αἵματοϲ ἀναγωγαῖϲ
4419348 Αἰγυπτιου
τάξεωϲ , ἔχει δέ τι καὶ ῥυπτικόν : τοῦ δὲ Αἰγυπτίου τὸ ϲπέρμα καὶ ἀρτοποιοῦνται . Λωτὸϲ τὸ δένδρον λεπτομερέϲ
. . ⎭ μέλιτος τὸ ἀρκοῦν . ἡ δόσις κυάμου Αἰγυπτίου τὸ μέγεθος μεθ ' ὕδατος . ποιεῖ τοῦτο καὶ
4413862 ἀνθεστηριωνος
ἐπυλαγόρησεν οὗτος . λέγε . [ Ἄρχων Μνησιθείδης , μηνὸς ἀνθεστηριῶνος ἕκτῃ ἐπὶ δέκα . ] Δὸς δὴ τὴν ἐπιστολὴν
περὶ Διονυσίων Ἀθηναίοις , ἃ ποιεῖταί σφισιν ἐν ὥρᾳ τοῦ ἀνθεστηριῶνος : ὁ μὲν γὰρ μονῳδίας ἀκροασομένους καὶ μελοποιίας παραβάσεών
4407298 ἀμφορει
ἕως ἂν οἰδήσῃ , εἶτα ἐκπιασθείσης , κοτύλας βʹ τῷ ἀμφορεῖ ἐμβλητέον . ἢ διὰ τῆς ποταμίας ἄμμου , ὡς
πῶς ἐν ὅλῳ : οὐ γὰρ δὴ ὡς ἐν τῷ ἀμφορεῖ τοῦ οἴνου ὁ οἶνος , ἢ ὡς ὁ ἀμφορεύς
4406014 κυαμου
προϲφάτοιϲ μὲν ἐν ὀξυκράτῳ , χρονίοιϲ δὲ ἐν ἀφεψήματι ϲυμφύτου κυάμου Αἰγυπτίου μέγεθοϲ πρωὶ καὶ ὀψέ , ἐμπνευματουμένοιϲ δὲ καὶ
γεντιανῆϲ ἀριϲτολοχίαϲ ϲτρογγύληϲ δαφνίδων ἴϲα ἀναλάμβανε μέλιτι ἑφθῷ καὶ δίδου κυάμου τὸ μέγεθοϲ , ἀπυρέτοιϲ μετ ' οἴνου κεκραμμένου κυάθουϲ
4372772 χλωρου
. περὶ σίτου ἀκμήν , περὶ σίτου ἐκβολήν , σίτου χλωροῦ ὄντος , σίτου ἀκμάζοντος . Ἱππικὰ ὀνόματα ἀγέλη ἵππων
βραχύ τι μέλιτος : χρησιμώτατον δὲ καὶ τὸ διὰ τοῦ χλωροῦ τῶν καρύων , καὶ πρὸς τὰς σφοδρὰς φλεγμονὰς τῶν
4372749 διαπλαττεσθαι
δὲ τῇ εʹ κατὰ τὴν λʹ μάλιστα καὶ πέμπτην ἡμέραν διαπλάττεσθαι ἐν μέσῳ αὐτοῦ μελίττης μὲν μεγέθει ἐοικὸς τὸ βρέφος
καὶ ποιήσαντες τὸν τριακονταπέντε καθ ' ὅν φασι τὰ ἑπτάμηνα διαπλάττεσθαι , εἰ κατὰ τὸν ἓξ πολυπλασιάσαιμεν αὐτόν , ποιήσαιμεν
4365743 ὁλκηϲ
τῷ ζώῳ : πνεύμων δὲ καὶ τὴν αἰτίην ἴϲχει τῆϲ ὁλκῆϲ : ἐνίζει γὰρ αὐτέου μέϲον ϲπλάγχνον θερμόν , ἡ
δὲ τρόμοϲ χειρῶν καὶ κεφαλῆϲ εἴη , καϲτόριον πιπίϲκειν δραχμῆϲ ὁλκῆϲ ἥμιϲυ ξὺν μελικρήτῳ κυάθοιϲ τριϲὶ ἐϲ ἡμέραϲ πλεῦναϲ :
4365533 ἀρκευθιδας
χρῶ τῷ ἐλαίῳ . ἄλλο . λάδανον καὶ ἀψίνθιον καὶ ἀρκευθίδας λειώσας , εἰς ὀθόνην ἔνδησον , καὶ ἔμβαλε εἰς
ἀντιβαίνειν τοῖς δηλητηρίοις : μὴ παρούσης δ ' αὐτῆς , ἀρκευθίδας ἐννέα καὶ πηγάνου εἴκοσι φύλλα λειώσας πότιζε , ἢ
4361846 πεφωγμενων
Ἄλλο . ἀλκυονίου ⋖ β θείου ἀπύρου ⋖ α μυιῶν πεφωγμένων ὡϲ ἀναξηρανθῆναι κυάθουϲ β , τὰϲ μυίαϲ λέαινε κατ
, ἄμεως , λιγυστικοῦ , σελίνου σπέρματος , ἀμυγδάλων πικρῶν πεφωγμένων ἀνὰ τριώβολον , καρδαμώμου , ἀνήσσου , ζιγγιβέρεως ,
4357068 χαρτου
πρὸς νομὰς φαρμάκοις κεχρῆσθαι , ὡς τῷ διὰ τοῦ κεκαυμένου χάρτου ξηρῷ καὶ τῷ οἰσυπηρῷ τροχίσκῳ καὶ τοῖς ὁμοίοις ,
τερεβινθίνης # α μίξας συλλέαινε καὶ χρῶ ὡς τὸ διὰ χάρτου , διά τε πυουλκοῦ ἔνιε καὶ διὰ μότου παρατιθείς
4354542 μεριζε
, πάντοτε καθολικῶς τριπλασίαζε τὴν διάμετρον , καὶ τὰ συναχθέντα μέριζε παρὰ τὴν ὀνομασίαν τῶν πολυγώνων , καὶ ἕξεις τὴν
, ἐπειδὴ τὴν τοῦ εἰκοσαέδρου γωνίαν περιέχουσι πέντε τρίγωνα , μέριζε παρὰ τὰ πέντε : γίνονται δώδεκα γωνίαι τοῦ εἰκοσαέδρου
4349853 μυϲτρον
χήμη ἐϲτὶ κυάθου τέταρτον ⋖ βʹ ʂ . Τὸ μέγα μύϲτρον κοτύληϲ ἐϲτὶν ὀκτωκαιδέκατον . ἄγει δραχμὰϲ γʹ γράμμα αʹ
ἡ κοτύλη # θʹ # ιʹ # ιγʹʂ τὸ μέγα μύϲτρον # γʹ # γʹ # ηʹ # δʹ ʂ
4348665 σελιδιου
νθ . ταῦτα μετὰ τῶν # μθ ιη τοῦ τρίτου σελιδίου , γίνεται # νϚ ιζ . πάλιν τὰ τοῦ
τοῦ ηʹ σελιδίου ἑξηκοστῶν μγ κδ ἐπὶ τὰ τοῦ ἕκτου σελιδίου γενόμενα # κγ α , ποιεῖ # ιϚ λθ
4345284 μηνοϲ
ἰϲημερίαϲ μετοπωρινῆϲ , ἥτιϲ γίνεται περὶ τὴν κδʹ τοῦ ϲεπτεμβρίου μηνόϲ , καὶ λαμβάνειν ἐφεξῆϲ ἐπὶ ἡμέραϲ ν καὶ διιϲτᾶν
πάλιν ἔα τρεῖϲ ἡμέραϲ , καὶ τοῦτο ποίει τρὶϲ τοῦ μηνόϲ . Ἄλλο . κώνιον λεάναϲ ἐπιτίθει ἐπὶ ἡμέραϲ θ
4337627 δριμυτατου
μὲν γὰρ δυσῶδες καὶ λίαν πλαδαρὸν ἀνέχεται δι ' ὄξους δριμυτάτου τῆς Λημνίας ἀνιεμένης εἰς πηλώδη σύστασιν : καὶ δι
] Τὰ δὲ ϲτίγματα ἐξελεῖϲ τὸ προϲεϲτηκὸϲ τῇ ἀμίδι μετὰ δριμυτάτου ὄξουϲ καταχρίων , ἢ ἀϲβέϲτου μέροϲ α , νίτρου
4337566 μηνος
τὴν Φωκίδα , ἔχοντες ἐπισιτισμὸν ἡμερῶν τεσσαράκοντα , τοῦ ἐνεστῶτος μηνὸς λῴου , ὡς ἡμεῖς ἄγομεν , ὡς δὲ Ἀθηναῖοι
τοῦ Β , ὀξύνεται . τὸ δὲ παχών ὀξύνεται ὄνομα μηνὸς παρ ' Αἰγυπτίοις ὄν . τὸ δὲ Πολυσπερχῶν διὰ
4333431 Αἰλουρου
ἅρπη καὶ τὸ ἥμισυ τοῦ Δελτωτοῦ καὶ τὸ μέσον τοῦ Αἰλούρου τῆς δωδεκαώρου . τῷ δὲ γʹ δεκανῷ παρανατέλλουσιν ἡ
Κήτους καὶ τοῦ Περσέως τὸ δρέπανον , τὸ μέσον τῆς Αἰλούρου , σὺν τούτοις καὶ τὸ Δελτωτὸν ἀνίσχει μέχρι μέσης
4321225 δεκανῳ
ἡ οὐρὰ τοῦ Κροκοδείλου τῆς δωδεκαώρου . τῷ δὲ δευτέρῳ δεκανῷ παρανατέλλουσι τὰ μέσα τῆς Ἐλάφου καὶ τὸ ἥμισυ τοῦ
, καλοὶ δὲ οἱ οἰκέται ἀγοραζόμενοι εὑρίσκονται ἐν τῷ τρίτῳ δεκανῷ τῶν Διδύμων , ἐν δὲ Καρκίνῳ νωχελεῖς καὶ δολεροί
4315036 ἐπιθεματι
καὶ ὑποστρωννύειν καλαμίνθης φύλλα καὶ πηγάνου καὶ ἄγνου . Καὶ ἐπιθέματι δὲ χρηστέον ἐπὶ αὐτῶν τοιῷδε . Ἀδίαντον πλεῖστον κόψας
εἴρηται , ἢ καὶ διὰ τῆϲ καταπάρϲεωϲ διωθούμενοι ἢ τῷ ἐπιθέματι ἤ , εἴπερ ἐκπεπτώκοι , καθέϲει διωϲτῆροϲ , φυλαϲϲόμενοι
4310932 Ζυγου
κατὰ τὴν τοῦ Κριοῦ αην μοῖραν καὶ κατὰ τὴν τοῦ Ζυγοῦ αην μοῖραν . Τὸ δὲ πλάτος ἐστὶ τοῦ ζῳδιακοῦ
, καὶ καταντᾷ ἀπὸ ιηʹ γʹ μοίρας τοῦ Σκορπίου ἕως Ζυγοῦ μοίρας ιεʹ . Οὕτως οὖν χρή , οἶμαι ,
4310224 κϚʹ
δίμετρα ἀκατάληκτα καὶ καταληκτικὰ , ἤτοι ἑφθημιμερῆ δʹ , μονόμετρα κϚʹ , ὧν τὸ κεʹ μονόμετρον , παρατελευταῖον ὀνομαζόμενον ,
οζʹ Ἄρεως ἑνδέκατος , δύσκολος καὶ θανατηφόρος . οηʹ Κρόνου κϚʹ , Σελήνης ἕκτος , χαλεπός . πʹ Ἀφροδίτης ιϚʹ
4305766 κοριανου
πινόμενα ἔϲτω κραταιά , δυνατὰ ποιῆϲαι πάγον . χυλὸν ὦν κοριάνου ξὺν ὄξεϊ ἠδὲ λαγοῦ τάμιϲοϲ ἢ νεβροῦ ἢ ἐρίφου
τουτέων τι τῷ πλήθεϊ : ἀλλὰ τοῦ μὲν χυλοῦ τοῦ κοριάνου μὴ μεῖον μὲν ἡμικυάθου ἐϲ τρεῖϲ τοῦ ὀξυκρήτου ,
4304437 προτεροιο
ὄφρα σφι πνοιή τε μένῃ ποτὶ βυσσὸν ἰοῦσιν ἀσκηθής , προτέροιο δ ' ἀναψύξωσι πόνοιο . ἀλλ ' ὅτ '
' ὁπότ ' ἀργιόδουσιν ὁμῶς συσὶ νήπια τέκνα σταθμοῦ ἀπὸ προτέροιο ποτὶ σταθμὸν ἄλλον ἄγωσιν ἀνέρες ἐγρομένῳ ὑπὸ χείματι ,
4298349 ξηρια
κινναμώμου ⋖ αʹ . ζύμης καθαρᾶς λίτραν μίαν , τὰ ξηρία ἐπίβαλλε καὶ μάλασσε ἐπιμελῶς . [ Εἰς τὸ ἀποκτεῖναι
σύμμιξον μετὰ τὸ ὕδωρ τοῦτο ἀμβίκου , καὶ πότιζε τὰ ξηρία ἡμέρας ιʹ : καὶ ὅταν ψυγῇ καλῶς , βάλε
4295652 Μεστραϊμ
ἀρχὴν τῆς Αἰγυπτιακῆς βασιλείας ἐκ τοῦ πρώτου βασιλεύσαντος τῆς Αἰγύπτου Μεστραῒμ , τοῦ καὶ Μήνεος λεγομένου παρὰ τῷ Μανεθῶ ,
ἔτεσι ιεʹ ἐγγύς . . : Ἐπειδὴ δὲ τῶν ἀπὸ Μεστραῒμ Αἰγυπτιακῶν δυναστειῶν οἱ χρόνοι ἕως Νεκταναβῶ χρειώδεις τυγχάνουσιν ἐν
4292964 Ποντικου
καὶ ἀνακινήσας καρφίῳ ἀνήθου ἀνάπλασσε , ὡς ἔστι θερμόν , Ποντικοῦ καρύου μέγεθος καὶ δίδου καταπίνειν . Στυπτηρία σὺν μέλιτι
δὲ μητρὸς Χηνέα . Εὐθύφρων δ ' ὁ Ἡρακλείδου τοῦ Ποντικοῦ , Κρῆτά φησιν εἶναι : Ἠτείαν γὰρ πόλιν εἶναι
4288224 κʹ
ἑῷος δύνει . Ἱππάρχῳ νότος ἢ βορέας , χειμάζει . κʹ . Αἰγυπτίοις χειμῶνος ἀήρ . καʹ . ὡρῶν ιδ
συγκαταδύνει μὲν αὐτοῖς ὁ ζῳδιακὸς ἀπὸ Ὑδροχόου μοίρας γʹ καὶ κʹ ἕως Κριοῦ μοίρας εʹ : μεσουρανεῖ δὲ ἀπὸ Ταύρου
4284007 τριδακτυλον
αὔξεται τὸν χειμῶνα : , καὶ τὸ μῆκος λαμβάνει καὶ τριδάκτυλον : ὅταν δὲ τοῦ ἦρος τὸ φύλλον βλαστάνῃ ,
. οὔτε γὰρ πίττῃ τὴν ψυχὴν οὔτε σχοινίοις ἐπιτρέπουσιν οὔτε τριδάκτυλον αὐτοὺς σῴζει ξύλον πεύκινον , ἀλλ ' ἐπέτρεψαν βεβαίῳ
4280389 δεκακι
μιᾶς ἀναγραφέντι τετραγώνῳ : τεσσαρεσκαιδεκάκι γὰρ ιδ ρϘϚ ποιοῦσι : δεκάκι γὰρ ι ρ καὶ τετράκι ι μ , δεκάκι
ἀποβολὴ τοῦ ς ἐγένετο , ὡς ἐν τῷ πολλάκι καὶ δεκάκι , καὶ τὸ χωρίς ἀποβάλλον τὸ ς ἐγίνετο χῶρι
4274790 ἀνθους
δὲ καὶ τῶν ῥοῶν καὶ εἴ τι ἄλλο μέχρι τοῦ ἄνθους ἀφικνεῖται μόνον . ἐν γὰρ τῇ ἰδίᾳ φύσει τὰς
σὺν δὲ τριάκοντα δραχμαῖς ἔτι καὶ δύο μίσγε ὁλκὰς ἐξ ἄνθους νάμασι πηγὸς ἁλός . καὶ † Ζακορίσου Μούσαις ἰσάριθμον
4261009 θαμνωδη
δὲ τῷ τρίτῳ περὶ τὴν Τρωικήν φησιν Ἴδην γίνεσθαι συκῆν θαμνώδη , φύλλον ὅμοιον ἔχουσαν τῷ τῆς φιλύρας : φέρειν
, ὥσθ ' ὁμολογουμένως ταῦτα γίνεται δένδρα : καί τοι θαμνώδη γέ ἐστιν . ὁ δὲ μύρρινος μὴ ἀνακαθαιρόμενος ἐκθαμνοῦται
4257438 ἀϲπαλαθου
πάνυ καλή : ἐλαίου ὀμφακίζοντοϲ # ε ιβ ἰταλικοί , ἀϲπαλάθου κυπέρων ἴρεωϲ ἰλλυρικῆϲ καρδαμώμου ϲπέρμα ἀριϲτολοχίαϲ μακρᾶϲ ξυλοκαϲίαϲ ἀνὰ
∠ ʹ , τερεβινθίνηϲ # α . αʹ ἐμβολή : ἀϲπαλάθου , ϲπάθηϲ φοινίκων , μελιλώτων , ἴρεωϲ , ϲχοίνου
4256608 ϲεϲηϲμενου
πάνυ ϲυνεχῶϲ χρῶμαι καὶ μετὰ καρδαμώμου δὲ ϲπέρματοϲ κεκομμένου καὶ ϲεϲηϲμένου ἀντὶ νάπυοϲ αὐτῇ χρῶμαι ἐπὶ ἰϲχιάδοϲ καὶ ἡμικραίραϲ καὶ
τοῦ πυρὸϲ ἔα ψυγῆναι καὶ διηθήϲαϲ ἐπίπαϲϲε ναρδοϲτάχυοϲ κεκομμένου καὶ ϲεϲηϲμένου Γρʹ γ . βέλτιον δὲ ἐν θυίᾳ αὐτὸ ἑνῶϲαι
4253440 Λουτρα
Ι γράφεται , τόπος τοπίτης στύλος στυλίτης τέμενος τεμενίτης . Λουτρά : τὰ εἰς λύσιν ἄγοντα τῆς ἀκαθαρσίας : καὶ
Ι γράφεται , τόπος τοπίτης στύλος στυλίτης τέμενος τεμενίτης . Λουτρά : τὰ εἰς λύσιν ἄγοντα τῆς ἀκαθαρσίας : καὶ
4250875 ἐντοσθιων
] κατοικιδίας θωρήκων οὖν τῶν στηθιδίων σαρκῶν θωρήκων ] τῶν ἐντοσθίων σαρκῶν θωρήκων ] τῶν κατὰ τὸν θώρακα εὐτρεφέων ]
. σχίζοντες γὰρ μέσον τὰ ἱερεῖα ἔβλεπον τὴν θέσιν τῶν ἐντοσθίων πάντων , καὶ ἐκ τούτου ἐτεκμαίροντο τὰ μέλλοντα γενέσθαι
4250180 κροκομαγματοϲ
ὃν ἶριν ὀνομάζουϲι , καὶ ὁ μέλαϲ ὁ λαμβάνων ἴϲα κροκομάγματοϲ καὶ βαλαυϲτίου καὶ χαλκάνθου καὶ ϲμύρνηϲ καὶ ἀλόηϲ :
λιβάνου ⋖ γ φλοιοῦ λιβάνου ⋖ α κρόκου ⋖ β κροκομάγματοϲ ⋖ β ναρδοϲτάχυοϲ ⋖ γ κυτίνων ⋖ β κόμμεωϲ
4232134 κοκκοι
χυμόν . Ὀξύγαρον καθαρτικόν . Ϲελίνου ϲπέρματοϲ ⋖ α πεπέρεωϲ κόκκοι ν κυμίνου ὀβολὸϲ α ὀποῦ κυρηναικοῦ τὸ ἶϲον ,
, καθαίρει χολήν . Ἄλλο . Κνήκου κόκκοι π πεπέρεωϲ κόκκοι ν γάρου # γ : τὸ ἐντὸϲ τοῦ κνήκου
4228986 ἑπτακις
[ ἡ ] ὀξύπορος καὶ ὀξύπους . Ἑλλώτια δ ' ἑπτάκις : τὴν προσηγορίαν φασὶ ταύτην ἐσχηκέναι τὴν Ἀθηνᾶν ἀπὸ
Σιμούνδου , νῦν δὲ Σαλική , πλοῦ μῆκος . οὖσα ἑπτάκις που χιλίων σταδίων , πλάτος δὲ πεντακοσίων . τὰ
4226189 ἐμεσουρανει
ʹ ὡρῶν ἰσημερινῶν τοῦ εἰς τὴν γʹ μεσονυκτίου , ἐπειδήπερ ἐμεσουράνει ἐν τῷ ἀστρολάβῳ Παρθένου μοῖρα ιβʹ τοῦ ἡλίου περὶ
, νοτιώτερον δὲ τοῦ διὰ μέσων μοίραις β ἔγγιστα : ἐμεσουράνει γὰρ τὰ μέσα τοῦ Καρκίνου . καὶ ὁ Στάχυς
4225734 λευκανθεμον
χολὴν μέλαναν ἀγόντων κθ Ἐπίθυμον λ Πολυπόδιον λα Γλήχων τραγορίγανοϲ λευκάνθεμον ἄλυϲϲον λβ Ἀρμένιον τὸ τῶν ζωγράφων λγ Κενταύριον λεπτόν
Ἀντίγονος μὲν τὴν λευκὴν ἄκανθαν , ὁ δὲ Νίκανδρος τὴν λευκάνθεμον : ὁμοίως δὲ καὶ ἤρυγγος εἶδος λαχάνου ἀκανθώδους .
4225397 κεκομμενου
, τὴν δὲ νηδὺν ἀνασχισθεῖσαν καὶ καθαρθεῖσαν , πλέην κυπέρου κεκομμένου καὶ θυμιήματος καὶ σελίνου σπέρματος καὶ ἀννήσου , συνερραμμένην
περιστερῶν πάνυ συνεχῶς χρῶμαι , καὶ μετὰ καρδάμου δὲ σπέρματος κεκομμένου καὶ διηθημένου ἀντὶ νάπυος χρῶμαι ἐπ ' ἰσχιάδος καὶ
4221198 Δελτωτου
Ἀθηνᾶ καὶ ἡ οὐρὰ τοῦ Κήτους καὶ τὸ γʹ τοῦ Δελτωτοῦ καὶ ὁ Κυνοκέφαλος ὁ τὰ λύχνα φέρων καὶ ἡ
τῷ τρίτῳ δεκανῷ ἡ κεφαλὴ τοῦ Κήτους , τὸ ὑπόλοιπον Δελτωτοῦ καὶ κέρκις τῆς Αἰλούρου , Περσεὺς δὲ κατακέφαλα καὶ
4220828 Σιφνῳ
. ιηʹ Φρυγίας , ἡ πάλαι Μάργιον . ιθʹ ἐν Σίφνῳ τῇ νήσῳ . κʹ Συρίας κατὰ Ἀπάμειαν . καʹ
ὡς δὲ ἔμαθε σαφῶς τὸν Δατάμην ξὺν ταῖς ναυσὶν ἐν Σίφνῳ ὁρμοῦντα , ἐπιπλεύσας ἔτι νυκτὸς ὑπ ' αὐτὴν τὴν
4212336 Δαρεικους
πρῶτον ἐκώλυσεν αὐτὸν εἰσδεχθῆναι : ἐπειδὴ δ ' εἰσέπλευσε λαβὼν Δαρεικοὺς χιλίους μετετάξατο , βουλομένων τ ' Ἀθηναίων Ἀντιπάτρωι παραδοῦναι
τὰ ἐφεξῆς , ὡς τελευταῖον εἶναι τῷ τελευταίῳ ἀνελθόντι τριακοσίους Δαρεικοὺς τὸ γέρας . καὶ τοῦτο τὸ κήρυγμα παρώξυνεν ἔτι
4199164 Κυνοκεφαλος
Κυνὸς τῆς δωδεκαώρου . Τῷ δὲ βʹ δεκανῷ παρανατέλλουσιν ὁ Κυνοκέφαλος κατέχων ἄγαλμα γυμνὸν καὶ τὸ Σκῆπτρον καὶ τὸ ἄλλο
καὶ τὰ ὄπισθεν τοῦ Κυνοκεφαλίτζη : οὗτος δ ' ὁ Κυνοκέφαλος ἔστι δωδεκαώρου . Φέρουσι δὲ τὰ πρόσωπα ἐπὶ τῶν
4199084 ξʹ
ἐπέχουσι διάστημα , αἱ δὲ Ϙʹ τριῶν , αἱ δὲ ξʹ δύο , ὧν ὁ γʹ κείμενος μέσος πρὸς μὲν
. νθʹ . Πῶϲ ἄν τιϲ ἰάϲαιτο κατιϲχνωθέντα μόρια . ξʹ . Διάγνωϲιϲ ἀρίϲτηϲ κράϲεωϲ . ξαʹ . Διάγνωϲιϲ τῶν
4187722 ἑνδεκατου
τόπος , Δηλωτικὸς δὲ κράσεως Ὡροσκόπου . Τοῦ δ ' ἑνδεκάτου διάμετρον τυγχάνει , Ἕκτῳ δ ' ὑγείας μηνυτικὸς τυγχάνει
ζῴδιου τῆς Σελήνης ἢ τοῦ κλήρου τῆς τύχης τε τοῦ ἑνδεκάτου τόπου , μὴ βλέπουσιν εἰς ὄγδοον εἴτε δεύτερον τόπον
4187352 ρʹ
δαφνίδων ἐπίθεμα πθʹ . Περὶ ἀποστήματος ἐν μήτρᾳ , Ἀρχιγένους ρʹ . Ὅπως δεῖ ἐνεργεῖν περὶ τὸ στόμιον τῆς μήτρας
μάρπω , τὸ καταλαμβάνω γίνεται μαρπεῖν , καὶ ἀποβολῇ τοῦ ρʹ μαπέειν κατ ' ἐπέκτασιν . Καὶ τὸ ΒΑΙΝΟΥΣΕΩΝ δὲ
4185169 ρκʹ
Νίνου Πῖκος ὁ καὶ Ζεὺς ἐβασίλευσε τῆς Ἰταλίας , ἔτη ρκʹ κρατῶν τῆς δύσεως . ἔσχε δὲ υἱοὺς καὶ θυγατέρας
ἕν , ἅ ἐστιν ὁμοῦ τρία , δὶς ποιῶ τὸν ρκʹ , καὶ τὸν σμʹ μερίζω παρὰ τὸν τρίτον .
4184183 κζʹ
ΒΓ . ἄλογον ἄρα διὰ τὸν ὅρον . Διὰ τὸ κζʹ τοῦ ιʹ δυνατόν ἐστι πορίσασθαι τὸ δεδομένον τῆς προτάσεως
καὶ οὐκ εἰς τὰ προηγούμενα , σελήνη μὲν ἐν ἡμέραις κζʹ καὶ τρίτῳ μάλιστα ἡμέρας καὶ νυκτὸς διέρχεται : ὁ
4180613 πρυτανειου
καὶ ἑστιατόριον Ἠλείοις : καὶ τοῦτο ἔστι μὲν ἐντὸς τοῦ πρυτανείου , τοῦ οἰκήματος τοῦ τῆς ἑστίας ἀπαντικρύ , τοὺς
τεθάφθαι δὲ τὸν Ἀλκάθου λέγουσιν Ἰσχέπολιν . ἔστι δὲ τοῦ πρυτανείου πέτρα πλησίον : Ἀνακληθρίδα τὴν πέτραν ὀνομάζουσιν , ὡς
4179387 Ἑρμαιου
δὲ νουμηνίᾳ γενέσθαι τοῦ νῦν μὲν τετάρτου , πάλαι δὲ Ἑρμαίου παρ ' Ἀργείοις , καθ ' ἣν μέχρι νῦν
ἐνενήκοντα τρία ἔτη , μέχρι τῶν δύο ἀδελφῶν Σέθω καὶ Ἑρμαίου , ὧν τὸν μὲν Σέθων Αἴγυπτον , τὸν δὲ
4179311 σαπωνος
καὶ μαλάξας ἐπιτίθει . πρὸς δὲ τοὺς κεχρονισμένους καὶ τετυλωμένους σάπωνος Γαλλικοῦ ⋖ δ , ἀμμωνιακοῦ ⋖ α ὕδατι διαλύσας
αʹ , ἀρσενικοῦ λι ιʹ , σανδαράχης λι ιʹ , σάπωνος τὸ ἀρκοῦν . κόψας σήσας τὰ εἰρημένα χωρὶς τοῦ
4176718 ὁρμουντα
: σώζοιτο δ ' ἂν καὶ ἀπὸ τοῦ βορρᾶ τὰ ὁρμοῦντα πλοῖα , ἀλλ ' οὐ τοῦ γε ἀπαρκτίου ,
δύο τριήρεσιν : ἕτεροι δὲ Ἀσρούβαν τὸν ναύαρχον ἔπεισαν , ὁρμοῦντα περὶ τὴν Ἀπόλλωνος ἄκραν , ὅταν ἀποστῶσιν αἱ προπομποὶ
4176616 χωνευε
γράμμα αʹ , καὶ ἀργύρου πρωτείου ἀραιωθέντος γράμματα γʹ , χώνευε καὶ ποίει πέταλα , καὶ χρίσον τοῦ σιδήρου τοῦ
καὶ τῇ ἐμβαφείᾳ . Λαβὼν χαλκὸν λευκὸν μνᾶν μίαν , χώνευε : ἐπίπασον ἅλας λευκὸν μετὰ στυπτηρίας , ἴσον ,

Back