τοῦ πλοῦ καταρχὴν ὅταν οἱ ναῦται ἄγκυραν ἐκ τῆς ψάμμου ἑλκύσωσιν , τοῦ δὲ πλέοντος ἐν τῇ νηῒ ἑκάστου ἀνθρώπου
πλοῦ καταρχὴν ὅταν οἱ ναῦται τὴν ἄγκυραν ἐκ τῆς ψάμμου ἑλκύσωσιν , τοῦ δὲ πλέοντος ἡ καταρχὴ ἐν τῇ νηῒ
6883302 πλεοντος
πολεμίων καὶ πρὸς ναυμαχίαν ὢν ἕτοιμος . τοῦ δὲ Πτολεμαίου πλέοντος ἐπὶ τὴν Σαλαμῖνα καὶ τῶν ὑπηρετικῶν πλοίων συνεπομένων πόρρωθεν
κατὰ πρᾶξιν εἰς Σάμον ἐλθόντα καταμεῖναι καὶ ἀστὸν γενέσθαι . πλέοντος δὲ τοῦ Μνησάρχου εἰς τὴν Ἰταλίαν συμπλεύσαντα τὸν Πυθαγόραν
5952471 νηϊ
τοὺς δ ' εὗρ ' εἰν ἀγορῇ Δαναοὺς θεράποντας Ἄρηος νηῒ πάρα πρύμνῃ Ἀγαμέμνονος : αὐτὰρ ὃ τοῖσι στὰς ἐν
ἕποντο . οἱ δ ' ἄρα πάντα φέροντες ἐϋσσέλμῳ ἐνὶ νηῒ κάτθεσαν , ὡς ἐκέλευσεν Ὀδυσσῆος φίλος υἱός . ἂν
5730342 ἀγκυραν
ἐπ ' ἐκείνῳ μένει ὁ ὄφις . Χαλάσω τὴν ἱερὰν ἀγκύραν : ἐπὶ τῶν ἐν κινδύνοις φευγόντων εἴς τινα δύνατον
ἐπ ' ἐκείνῳ μένει ὁ ὄφις . Χαλάσω τὴν ἱερὰν ἀγκύραν : ἐπὶ τῶν ἐν κινδύνοις φευγόντων εἴς τινα δύνατον
5610022 σμιλιου
ἐκκρίσεως τρόπον . κενοῦν δ ' εἴωθα ἐνίοτε μὲν διὰ σμιλίου , ἐνίοτε δὲ διὰ βδελλῶν προσβολῆς . καὶ ὀφθαλμοὺς
οὖν , εἰ μὲν προσαρτὴς εἴη , τῇ λαβῇ τοῦ σμιλίου πάσας τὰς ἀντοχὰς τὰς πρὸς τὴν σάρκα κατὰ κύκλον
5461300 τελευτωσῃ
ἀπεμνημονεύετο δὲ ὑπὸ τῶν ἡμετέρων προγόνων τῶν πρώτων , οἳ τελευτώσῃ μὲν τῇ προτέρᾳ περιφορᾷ τὸν ἑξῆς χρόνον ἐγειτόνουν ,
τὸ τῆς ὠφελείας διηνεκὲς τοῖς φειδομένοις . καὶ τῇ μὲν τελευτώσῃ συνοίχεται δήπου τὸ κάλλος , ἡ δὲ ἀπιοῦσα τοῖς
5387154 πελειαν
. . τοξεύειν . ” ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν „ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ
κλειτὴν ἑκατόμβην . ὕψι δ ' ὑπὸ νεφέων εἶδε τρήρωνα πέλειαν : τῇ ῥ ' ὅ γε δινεύουσαν ὑπὸ πτέρυγος
5370285 ἐκπιπτῃ
μὲν εἰς τὴν αὐτὴν μεσημβρίαν ὁ μέσος χρόνος τῆς ἐκλείψεως ἐκπίπτῃ , τότε μόνον ἴσον ἔγγιστα γίνεσθαι τὸν τῆς ἐμπτώσεως
μὲν εἰς αὐτὴν τὴν μεσημβρίαν ὁ μέσος χρόνος τῆς ἐκλείψεως ἐκπίπτῃ , τότε μόνον ἴσον ἔγγιστα γίνεσθαι τὸν τῆς ἐμπτώσεως
5352883 καμπῃ
κατ ' ἀγκῶνα διάρθρωσιν , αὐτόν τε μέσην ἐνθεῖναι τῇ καμπῇ τὴν χεῖρα : κατὰ δὲ τὴν ἐκτεταμένης τῆς διαρθρώσεως
Κασίου , ὃ ἔστι Πηλούσιον . Ὕσπληγγι δνοφερῇ ] τῇ καμπῇ καὶ τῇ ἀφετηρίᾳ τῇ μελαίνῃ καὶ τῇ ὁρμῇ .
5337951 προτασσηται
ὁ δὲ ὀπίσω αὐτοῦ τεταγμένος ἐκ δόρατος τοῦ οὐραγοῦ παραπορευόμενος προτάσσηται τοῦ οὐραγοῦ , καὶ οἱ λοι - ποὶ ὁμοίως
διάστημα : ἀλλ ' ἐν ταῖς συμβολαῖς , ὅταν μὲν προτάσσηται ἡ πρώτη τάξις , δεῖ ὡς πρὸ ἑνὸς μιλίου
5288092 μηρινθῳ
ἐν ξυλόχοισιν ὀρέστεροι ἀγρευτῆρες εἷλον ἀναλκείην ἐλάφων εὐαγρέϊ τέχνῃ , μηρίνθῳ στέψαντες ἅπαν δρίος : ἀμφὶ δὲ κούφων ὀρνίθων δήσαντο
ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν πόδα τῷ ἐμαυτοῦ προσαρτήσω ” .
5283474 ἀριστερην
τοῦ πλευροῦ ἐς τὸν ὦμον καὶ ἐς τὴν χεῖρα τὴν ἀριστερήν : ἡ δὲ ἡπατῖτις ἐς τὰ δεξιὰ ὡσαύτως :
δεξιῇ εἰς τὴν δεξιήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ εἰς τὴν ἀριστερήν . δεῖ δὲ εἰς τὸ κοῖλον τῆς μασχάλης ἐνθεῖναι
5266486 νυσσαν
καὶ τοῦ ὀχὴ ἡ τροφή : τὸ δ ' εἰπεῖν νύσσαν ἀοιδῆς κέρδιστον ἀνθρώποις νόημα ἀττικὴ ἡ σύνταξις . κέρδιστον
ὡς ἀπὸ καμπτῆρος ὁμοίως ἐπὶ τὴν ἑκατοντάδα ἐπανέλθοιμεν ὡς ἐπὶ νύσσαν , ἔσται ἀριθμὸς ὁ τῶν μυρίων ἡ πεντωδουμένη μονάς
5238743 ἀσυνθετως
συνθέτω ] , ὁ δὲ ἁπλῶς , ἤγουν ἰδίᾳ καὶ ἀσυνθέτως κατηγορήσας καὶ διελὼν , εἴτ ' οὖν αὐτὸ διχάσας
δὲ ἐκ δύο πρώτων περισσῶν , τοῦ μὲν πρὸ αὐτοῦ ἀσυνθέτως ἀποβάντος , τοῦ ἑνός , , τετάρτην δὲ τὴν
5238072 Νεφροι
λεπτὸν , τυφλὸν , κῶλον , ἀπευθυσμένον . νστʹ . Νεφροί εἰσι σαρκώδεις ἐκ ψαφαρωτέρας σαρκὸς συγκείμενοι , ἰσθμοὶ τοῦ
χρηϲτὴν τῷ ϲώματι διδόαϲι , καὶ μάλιϲτα τῶν ϲιτευθέντων . Νεφροί . Κακόχυμοί εἰϲι φανερῶϲ καὶ δύϲπεπτοι , ἐμφαίνοντεϲ ἐν
5228489 προξυρηϲαντεϲ
μόρια καίουϲι κατὰ τὸ μέϲον τῆϲ κεφαλῆϲ ὧδέ πωϲ : προξυρήϲαντεϲ τὰ περὶ τὴν κορυφὴν μέρη καυτῆραϲ πυρηνοειδεῖϲ ἐμβάλλουϲι καίοντεϲ
γίνεϲθαι μύαϲ , τὴν ἐν τούτοιϲ ἀγγειολογίαν ἅπαντεϲ ἐδοκίμαϲαν . προξυρήϲαντεϲ οὖν τὰϲ κατὰ τοῦ κροτάφου τρίχαϲ ϲημειωϲόμεθα τοῖϲ δακτύλοιϲ
5217395 ἀρκτουρος
ἡμέρα ὡρῶν ἐστιν ἰσημερινῶν δεκατεττάρων , κατὰ κορυφὴν γίνεται ὁ ἀρκτοῦρος μικρὸν ἐκκλίνων πρὸς νότον . ἐν δὲ τῇ Ἀλεξανδρείᾳ
ἡμέρα ὡρῶν ἐστιν ἰσημερινῶν δεκατεττάρων , κατὰ κορυφὴν γίνεται ὁ ἀρκτοῦρος , μικρὸν ἐκκλίνων πρὸς νότον . ἐν δὲ τῇ
5215051 λιπηται
, ὄφρ ' ἐπιβαίην νηός , ἐυκλείη δὲ δόμοις ἐπιβάντι λίπηται . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη : κοῦροι δὲ
ἰσχαναάσθω . ἧδε γὰρ ὀτρυντὺς κακὸν ἔσσεται , ὅς κε λίπηται νηυσὶν ἐπ ' Ἀργείων : ἀλλ ' ἀθρόοι κοσμηθέντες
5197304 προσληψει
τοῦ μέλλοντος , τροπῇ τοῦ ω εἰς α , καὶ προσλήψει κατὰ τὴν ἀρχὴν τῆς αὐξήσεως , συλλαβικῆς ἢ χρονικῆς
πρώτων στοιχείων σύνθετα , κράσει τε καὶ τῇ τῶν πρώτων προσλήψει σωμάτων , ἀλλήλων διαλλάττοντα , φέρε τι καὶ περὶ
5197087 ἑτερῃ
χείρ ' ἐπιμασσάμενος φάρυγος λάβε δεξιτερῆφι , τῇ δ ' ἑτέρῃ ἕθεν ἄσσον ἐρύσσατο φώνησέν τε : “ μαῖα ,
γαίῃ ἔστη ἱεμένη χροὸς ἄμεναι ἀνδρομέοιο . αὐτὰρ ὃ τῇ ἑτέρῃ μὲν ἑλὼν ἐλλίσσετο γούνων , τῇ δ ' ἑτέρῃ
5193358 πνιγι
διαίτηϲ . οὐδὲ γὰρ οὐδὲ ἐνδείῃ μοῦνον , ἀλλὰ καὶ πνιγί : ἢν δ ' ὑπὸ πλήθεοϲ γίγνηται ϲυγκοπὴ καὶ
τὴν πρώτην συναίσθησιν , ἢ καὶ ἤδη κατειλημμένης τῇ ὑστερικῇ πνιγί , διαδέσμοις τὰ ἄκρα χρὴ καταλαμβάνειν καὶ τρίβειν ἰγνύας
5181448 Μεσορι
, σπηʹ . Ἔστω δὲ ἐπὶ ὑποδείγματος ἔτους ηʹ Νέρωνος Μεσορὶ Ϛʹ εἰς τὴν ζʹ ὥρα ιαʹ , Σελήνη Ζυγῷ
. Τέμνει δὲ καὶ ὁ Ἥλιος ζῴδιον τῆς Παρθένου ἐκ Μεσορὶ δεκαοκτὼ , τοῦτ ' ἔστιν τοῦ Αὐγούστου , μέχρι
5160039 κουν
Λιβύην κατέτρεχον , οἳ δ ' Ὀκίλην πόλιν ἐπολιόρ - κουν . Μούμμιος δ ' , ἑπόμενος ἐνακισχιλίοις πεζοῖς καὶ
ν ἀφελη μον [ [ ] [ [ ] δρόμημα κουν [ ! ! ] ? Ἀρκαδ ? ? ?
5157224 πυγαιου
ὅτι λευκόπτεροί εἰσι πλὴν κεφαλῆς τε καὶ αὐχένος καὶ τοῦ πυγαίου ἄκρου : τὸ γὰρ πυγαῖον ὅλον λευκόν ἐστιν .
τὸν αὐτὸν τρόπον ὥσπερ τὰ ὑβώματα κατ ' ἴξιν τοῦ πυγαίου ποιησάμενον τὴν σανίδα μᾶλλον ἐς τὸ κάτω μέρος ἢ
5148095 τρυπανου
: ἐὰν δὲ ὡϲ ὑπὸ ϲκόλοποϲ ἐμπεπαρμένου ἢ ὡϲ ὑπὸ τρυπάνου τιτρᾶϲθαι νομίζῃ , παχέοϲ ἐντέρου τὸ εἶδοϲ τῆϲ ὀδύνηϲ
καὶ τότε μᾶλλον ἡ ἐνέργεια ὀξυτέρα γινέσθω , στρεφομένου τοῦ τρυπάνου τῇ ἀρίδι , ἕως ὅτου καταβιβασθῇ ἡ ἀκμὴ εἰς
5141785 σπεισῃ
καὶ τὸ μὲν τῶν θεῶν ἴστε δήπουθεν , ὅτι κἂν σπείσῃ τις αὐτοῖς κἂν θυμιάσῃ μόνον κἂν προσάψηται , μεθ
ἐκείνην πᾶσαν : εἶτα ὅταν ἀπὸ τῆς ἱερουργίας γένηται καὶ σπείσῃ , τῇ νύμφῃ τὸν ἵππον ἀπὸ τοῦ ῥυτῆρος ἀγαγὼν
5140451 ἁλωα
τῷ εἱλιγμῷ τῆς ἀσπίδος . * ὁλκῷ : τῷ σώματι ἅλωα : τὴν σπεῖραν , τὸ σῶμα . κυρίως δὲ
σελήνης : μετενήνεκται δὲ εἰς τὴν τῆς ἀσπίδος περιφέρειαν . ἅλωα : ἀπὸ τοῦ ἅλωνος , ἐπεὶ κυκλοτερής ἐστιν ,
5135487 καταστρωματος
νεὼς μὴ πρότερον ἀξιοῦν ἀπολύεσθαι ἢ τοὺς ἀπὸ τοῦ πολεμίου καταστρώματος ὁπλίτας ἀπαράξητε . καὶ ταῦτα τοῖς ὁπλίταις οὐχ ἧσσον
οὐκ ἂν ποιῆσαι βασιλέα τοιόνδε , τοὺς μὲν ἐκ τοῦ καταστρώματος καταβιβάσαι ἐς κοίλην νέα , ἐόντας Πέρσας καὶ Περσέων
5134078 δεξιην
Τρίτῃ πόνος τραχήλου , κεφαλῆς , κατὰ κληῗδα , χεῖρα δεξιήν : διὰ ταχέων δὲ γλῶσσα ἠφώνει : δεξιὴν χεῖρα
τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθεῖν , τῇ μὲν δεξιῇ εἰς τὴν δεξιήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ εἰς τὴν ἀριστερήν . δεῖ
5132000 σκληρᾳ
, ψυχὴν δὲ Τέλητος ὑπέστης ; κἀγχειριδίου δ ' ἀκόνῃ σκληρᾷ παραθηγομένης βρύχεις κοπίδος , δηχθεὶς αἴθωνι Κλέωνι . χλανίδες
ἐριβρόμου δὲ νεφέλης τὸν ὄμβρον φησὶ καὶ στρατὸν ἀμείλιχον , σκληρᾷ μεταφορᾷ χρησάμενος διθυραμβωδῶς , παρόσον πολλῶν νεφελῶν εἰς ταὐτὸ
5129912 κυκλουμενοι
τόξα τε λαβόντες ἐπαμύνατε , τὰ κῶλά τ ' ἀμπάλλετε κυκλούμενοι τὴν οἰκίαν . Ἅμα δὲ Δίκτυννα παῖς , Ἄρτεμις
οὐκ ἔχει τίς γένηται , ἀλλ ' ὥσπερ ἐν παρατάξει κυκλούμενοι θορυβοῦνται , καὶ ὡς ἕκαστος ἔχει φύσεως ἢ δυνάμεως
5129585 καπετον
γὰρ εἰπεῖν : γλαυκοτέρων δὲ δρακόντων εἰσαλλομένων , οἱ βʹ κάπετον , εἷς δὲ ὄρουσε βοήσας . τὸ δὲ σχῆμα
κτίσθη νέον , πύργον ἐσαλλόμενοι τρεῖς , οἱ δύο μὲν κάπετον , αὖθι δ ' ἀτυζόμενοι ψυχὰς βάλον , εἷς
5127203 ὁριου
παρὰ τὸν Ἰνδὸν ποταμὸν μέχρι τοῦ πρὸς τῇ μνημονευθείσῃ Ἀραχωσίᾳ ὁρίου , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῷ Ἰνδικῷ πελάγει . Καὶ
ἢ ] ἐπικαίρως ἐσχηματισμένος ἐπικρατήσει , ὁ δὲ κύριος τοῦ ὁρίου τὴν οἰκοδεσποτείαν ἐφέξει : ἐὰν δ ' ἀμφότεροι ἑνὸς
5125796 πυκινη
, εἰς τὸ μὴ κρατῆσαι ἑαυτῆς διὰ τὸν ἔρωτα . πυκινὴ δὲ συνεύαδεν : ἄνευ τοῦ ἄρθρου οὐ καλῶς ,
Ἑλλάδα κῶας ἀνάξειν . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη : πυκινὴ δὲ συνεύαδε μῆτις Ἀθήνῃ , καί μιν ἔπειτ '
5109348 ἀλεεινεν
πολλὸν ἐπὶ χρόνον ἀγχόθι μίμνε χηραμοῦ : ἣ δ ' ἀλέεινεν : ὃ δ ' ἐνθέμενος δόλον αἰνὸν θάμνῳ ὑπεκρύφθη
: ἐκ δὲ πάλιν κίεν ἔνδοθεν , ἄψ τ ' ἀλέεινεν εἴσω , τηΰσιοι δὲ πόδες φέρον ἔνθα καὶ ἔνθα
5103921 εἰσωποι
ἀγλαοὶ ὦμοι εἴδονται : κεῖνοί γε καὶ ἂν διχόμηνι σελήνῃ εἰσωποὶ τελέθοιεν : σχεδὸν δὲ καὶ τῶν ἐν τῇ Ἀνδρομέδᾳ
εἴργων τοῖς βέλεσιν . εἰσωποί εἴσω τῆς ἐπιφανείας : “ εἰσωποὶ δ ' ἐγένοντο νηῶν . ” ἐκαίνυτο ἐνίκα :
5101685 ὀϲτου
ἐπικαμπέϲ : οὗτινοϲ τὸ ὀξὺ πέραϲ ὑποβάλλοντεϲ τῇ ἐπικειμένῃ τοῦ ὀϲτοῦ ὑπεροχῇ κατὰ τὸ ἕτερον ἀντιβαίνοντεϲ ἅμα καὶ μετρίαϲ κατατάϲεωϲ
. καὶ ϲπλῆναϲ διαφόρουϲ παραϲκευάϲαντεϲ πρὸϲ τὴν ῥοπὴν τοῦ ὑπερέχοντοϲ ὀϲτοῦ τοὺϲ μείζοναϲ καὶ παχυτέρουϲ παραθήϲομεν , φλεγμονῆϲ μὲν οὔϲηϲ
5097759 ξυμβολην
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ ὡς πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον
ἀπείργειν τὸν Καύκασον τὸ ὄρος ἔστε ἐπὶ τοῦ Ταύρου τὴν ξυμβολήν : τὴν δὲ πρὸς ἑσπέραν τε καὶ ἄνεμον Ἰάπυγα
5094101 ἀναβολεως
δεῖ . μετεωριζέσθω δὴ πρῶτον τοῖς ἀναβολεῦσιν ἢ μετ ' ἀναβολέως καὶ τῷ κυαθίσκῳ τῆς τραυματικῆς μηλωτρίδος : ὅταν δ
τῶν πώρων , λιθώδη μὲν ὄντα καὶ ἀπόλυτα τῶν σωμάτων ἀναβολέως ἢ λιθούλκου καμπῇ κομιζέσθω , καὶ τὸ βάθος αἱμασσέσθω
5091046 λογιζου
εὔφραινε σαυτόν , πῖνε , τὸν καθ ' ἡμέραν βίον λογίζου σόν , τὰ δ ' ἄλλα τῆς τύχης .
βοηθήσας ἐκπλήσεις τὰς ἁπάντων εὐχάς . κἀκεῖνα ἔτι πρὸς τούτοις λογίζου , ἔξιμεν δὴ αὐτίκα μάλα ἐκ τῆς σκηνῆς ,
5083156 ͵βφκ
γʹ δʹ εʹ Ϛʹ ζʹ ηʹ θʹ ιʹ . Ὁ ͵βφκ ἐλάσσων ἀριθμὸς ὢν ἔχει καὶ ὁ βπλασίων αὐτοῦ ͵εμ
, καὶ τὸ ἑξηκοστὸν δέ ἐστιν ἡ μονάς . Ὁ ͵βφκ ἐλάχιστος ὢν ἀριθμὸς ἔχει ∠ ʹʹ γʹ δʹ εʹ
5077036 Τιφυς
οὖρος , ἐν δ ' ἔπες ' ἀργενναῖς ὀθόναις , Τῖφυς δ ' ἐγεγώνει νηὸς ἔσω περάαν , θινὸς δ
τῆς Ἀργοῦς : καὶ γὰρ τὸ τηνικαῦτα τελευτήσας ἦν ὁ Τῖφυς . ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν Ἀγκαῖον οὗ καὶ Ὅμηρος μέμνηται
5060418 ὠμοπλατῃ
κατὰ τὴν τοῦ αὐτοῦ θέναρος ἀντέρεισιν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ ὠμοπλάτῃ τόπου εἰς τὸ κατὰ φύσιν μετα - γομένης ,
, δύο μικροὺς νεφελωδεῖς πλησίον ἑστηκότας , ἐν δὲ τῇ ὠμοπλάτῃ της ἕναν λαμπρὸν καὶ μέγαν , ἐπὶ τῆς ῥάχης
5050011 πρυμνῃ
ἄνδρα . . ἐξουσίαν διεξάγων , κινῶν : ὅστις ἐν πρύμνῃ καθήμενος καὶ τοὺς οἴακας ἔχων , τουτέστι , τὴν
καὶ φέρει καὶ ἔχει πρᾶγος καὶ πρᾶγμα καὶ ἐξουσίαν ἐν πρύμνῃ καὶ ἐν τῇ ἀρχῇ , νωμῶν καὶ κινῶν οἴακα
5042969 κλιτυν
πάνδαμος πόλις ἐπὶ νόσου , μολεῖν καθαρσίῳ ποδὶ Παρνασίαν ὑπὲρ κλιτύν , ἢ στονόεντα πορθμόν . Ἰὼ πῦρ πνεόντων χοράγ
Νυσαίην ] τοῦ ὄρους ἐκείνου ὅθεν καὶ Νυσήιος ὁ Διόνυσος κλιτύν ] τὸ ἀπόκλιμα , ἔκνευμα , ἐξοχήν κλιτύν ]
5036725 Κεγχρεων
δὲ Κυμαῖον , οἱ δ ' ἐκ Τροίας ἀπὸ χωρίου Κεγχρεῶν , οἱ δὲ Λυδόν , οἱ δ ' Ἀθηναῖον
τὸ ἕτερον πέρας τοῦ λιμένος Ἀσκληπιοῦ καὶ Ἴσιδος ἱερά . Κεγχρεῶν δὲ ἀπαντικρὺ τὸ Ἑλένης ἐστὶ λουτρόν : ὕδωρ ἐς
5032535 πεπονθοτοϲ
. ἐγκοπὴ δέ ἐϲτι διαίρεϲιϲ τοῦ κρανίου μετὰ ἀνακλαϲμοῦ τοῦ πεπονθότοϲ : εἰ δὲ καὶ ἀποθραυϲθείη τὸ πεπονθόϲ , ἀποϲκεπαρνιϲμόν
τεταγμένα ἔχειν . ἀνακλάϲαντεϲ οὖν ἐκ τοὐπίϲω τὴν κεφαλὴν τοῦ πεπονθότοϲ , ὥϲτε προφανέϲτερον γενέϲθαι τὸν βρόγχον , ἐγκαρϲίᾳ χρηϲόμεθα
5032419 παιουσιν
ἀποκρινόμενοι θηράσεις , ἀλλ ' οὐ λήψει σκύτεσι βυβλίνοις αὐτὸν παίουσιν , ἕως τινὸς αὐτῶν λάβηται . ἡ δ '
δὲ αὐτῶν ἐλλοχῶσιν . εἶτα ὅταν ἕλωσι τὸν φῶρα , παίουσιν αὐτὸν πεφεισμένως καὶ ἐξωθοῦσι , καὶ ἐκβάλλουσι φυγάδα εἶναι
5031460 ἀναχθεισα
τοῦ Βριαρεύς Ἀττικῶς γενικὴ Βριαρέως : καὶ αὕτη εἰς εὐθεῖαν ἀναχθεῖσα ἐποίησε τὴν Βριάρεως . . . + . Βριάρηο
εὑροῦσα , πνεύματος ἐπιτυχοῦσα , τὸ ἀπόγειον ἐκλύσασα , μόνη ἀναχθεῖσα κατέπλευσεν ἐς Ἑλίκην πόλιν τῆς Ἀχαΐας , ἔνθα Ποσειδῶνος
5023410 προϲφυϲιν
ὑποβαλόντα τῇ εὐρυχωρίᾳ τοῦ βλεφάρου ἢ ἀγκίϲτρῳ ἀνατείναντα πτερυγοτόμῳ τὴν πρόϲφυϲιν ἀπολύειν φυλαττόμενον , μὴ τρωθῇ ὁ κερατοειδήϲ , ἵνα
οἱ δίδυμοι ἐκτεμνέϲθωϲαν διαδερόμενοι λεπτοτάτηϲ μόνον ϲυνεχείαϲ τῆϲ κατὰ τὴν πρόϲφυϲιν τῶν ἀγγείων καταλιμπανομένηϲ . οὗτοϲ ὁ τρόποϲ τοῦ κατὰ
5021878 Ἀπριεω
ὑπολειφθέντες Πελοποννησίων καὶ οὐκ ἐξαναστάντες Ἀρκάδες διέσῳζον αὐτὴν μοῦνοι . Ἀπρίεω δὲ [ ὧδε ] καταραιρημένου ἐβασίλευσε Ἄμασις , νομοῦ
Ἀμάσιος σῆμα ἑκαστέρω μέν ἐστι τοῦ μεγάρου ἢ τὸ τοῦ Ἀπρίεω καὶ τῶν τούτου προπατόρων , ἔστι μέντοι καὶ τοῦτο
5021664 Ἁρματος
μεταξὺ τοῦ Πυθίου καὶ τοῦ Ὀλυμπίου . περὶ δὲ τοῦ Ἅρματος τοῦ Βοιωτιακοῦ οἱ μέν φασιν ἐκπεσόντος ἐκ τοῦ ἅρματος
καὶ πονηρὸν ἴσως καλεῖς , ὅτι σοι τὴν δι ' Ἅρματος γράφω δέον θαυμάζειν ὅτι σοι γράφειν ἐτόλμησα . εἰ
5019818 καταρχη
καὶ καλοὺς εἰς βουλάς τε : συμβάλλεται δ ' ἡ καταρχὴ εἰς προβολὴν ἀκάκων ἀνδρῶν καὶ μᾶλλον θαυμαστῶν καὶ ταπεινῶν
ἑλκύσωσιν , τοῦ δὲ πλέοντος ἐν τῇ νηῒ ἑκάστου ἡ καταρχὴ τότε ἐστὶν ἡνίκα τὸν πόδα εἴσω τῆς νηὸς θήσει
5015948 ἀνεϲιν
πρὸ μιῆϲ ἢ δευτέρηϲ , ἐπιπλάϲιοϲ χρέοϲ , ἔϲ τε ἄνεϲιν τῶν μερέων , ἀτὰρ ἠδὲ ἐϲ εὐροὴν τοῦ αἵματοϲ
τῆϲ ἰάϲεωϲ τρεῖϲ ἔχει ϲκοπούϲ , κένωϲιν τοῦ περιττοῦ καὶ ἄνεϲιν τοῦ ϲυντεταμένου καὶ ἀνάψυξιν τοῦ φλογώδουϲ . ἔλαιόν τε
5004817 κενωθεντοϲ
δὲ τρόπῳ μετὰ τὴν κένωϲιν εἰϲ ἑϲπέραν ὕπνον μηχανητέον : κενωθέντοϲ γὰρ τοῦ αἵματοϲ εἰ ἐπιγένοιτο ἀγρυπνία , δριμυτέρουϲ καὶ
ἐπανόρθωϲιϲ τῆϲ διαθέϲεωϲ ταύτηϲ ἐν προϲθέϲει τε καὶ ἀναπληρώϲει τοῦ κενωθέντοϲ ἐϲτίν . οὐ δύναται δὲ αὕτη γενέϲθαι τοῦ δέρματοϲ
4999442 ἱεμενῳ
ἄγρης μαψιδίως ἅλιον καὶ ἐτώσιον ἔργον ἄροιντο : ἀλλά οἱ ἱεμένῳ δολιχὴν ἐφιᾶσιν ἄγεσθαι μήρινθον καὶ νῆα κατασπέρχουσιν ἐρετμοῖς ,
στεφανηφοροῦντι καὶ ἀναβεβλημένῳ λαμπρὰ καὶ περιπόρφυρα μύρου τε ἀποπνέοντι καὶ ἱεμένῳ πρὸς θάλαμον , ὅπου περ ἐξέσται τῇ νύμφῃ περιτυχεῖν
4995939 κυναγχην
ἐγίνοντο νοσήματα . καί τινες μὲν τοῦτο τὸ πάθος ὠνόμασαν κυνάγχην , κακῶς δέ . πῶς γὰρ εἶχεν ὁ Ἱπποκράτης
φησὶ γὰρ ὁ Ἱπποκράτης , ὅτι εἴ ποτε ὑπενόησα τὴν κυνάγχην ὑπὸ φλέγματος γινομένην , ἐχρησάμην ἀνατάσει τουτέστιν ἀσιτίᾳ ,
4993524 ἀντικειμενη
τι ἢ ἀπ ' ἄλλου τὸ αὐτό , οὐχ ἡ ἀντικειμένη , ἀλλ ' ἔσται ἐκείνης ἑτέρα , τοῦτο δέ
φερόμενον : ἡ γὰρ ὅλη φορὰ οὐθὲν ἧττον ἑκατέρα ἑκατέρᾳ ἀντικειμένη ἐπ ' ἄπειρον νοεῖται . Καὶ μὴν καὶ ἰσοταχεῖς
4978067 κανθου
. Ὁ μὲν αἰγίλωψ ὄγκοϲ ἐϲτὶν ἀποϲτηματώδηϲ μεταξὺ τοῦ μεγάλου κανθοῦ καὶ τῆϲ ῥινόϲ : δυϲίατον δὲ τὸ πάθοϲ διά
νευρώδηϲ ἐϲτὶν τοῦ ἐπιπεφυκότοϲ ὑμένοϲ ὑπεροχὴ ἐκφυομένη μὲν ἀπὸ τοῦ κανθοῦ , προϊοῦϲα δὲ μέχρι τῆϲ ϲτεφάνηϲ : ὅταν δὲ
4973366 κλυσματος
νίτρου ἀφρὸς , ὠὰ ἑπτά : κοτύλαι δὲ ὀκτὼ τοῦ κλύσματος , τουτέων αἱ τρεῖς πτισάνης χυλοῦ : κλυζέτω δὲ
καὶ ἐποχὴ καὶ προθυμία τεινεσμώδης καὶ οὐκ εὐμαρὴς ἡ τοῦ κλύσματος παράθεσις , κἂν ἐνθῇ τις τὸν δάκτυλον εἰς τὴν
4969595 κεραυνουται
Ἰασίων μὲν οὖν ἐρασθεὶς Δήμητρος καὶ θέλων καταισχῦναι τὴν θεὸν κεραυνοῦται , Δάρδανος δὲ ἐπὶ τῷ θανάτῳ τοῦ ἀδελφοῦ λυπούμενος
Διὸς Ἰασίων καὶ Δάρδανος . καὶ Ἰασίων μὲν ἐρασθεὶς Δημήτρας κεραυνοῦται , Δάρδανος δὲ κατακλυσμοῦ γεγονότος ἐκ Σαμοθράκης εἰς τὴν
4962025 πρωρης
μάχην . πανυπείροχοι : πολυμεγάλαι . Ἀντίβολον : ἔμπροσθεν . πρώρης : τῆς . μετωπαδόν : ἐξ ἐναντίας . ἐγχρίμπτονται
σφιν ἄρ ' ἐρήτυεν μεμαῶτας , δὴ τόθ ' ὑπὲρ πρώρης ὀλοὸν περιέζεεν ὕδωρ νειόθεν , ἐκ μυχάτου δὲ βυθοῦ
4956120 κορυνας
' ἄρα Βέβρυκες ἄνδρες ἀφείδησαν βασιλῆος , ἀλλ ' ἄμυδις κορύνας ἀζηχέας ἠδὲ σιγύννους ἰθὺς ἀνασχόμενοι Πολυδεύκεος ἀντιάασκον : τοῦ
μὲν οὐκ ἐγένοντο Πεισιστράτου , κορυνηφόροι δέ : ξύλων γὰρ κορύνας ἔχοντες εἵποντό οἱ ὄπισθε . Συνεπαναστάντες δὲ οὗτοι ἅμα
4949523 γλουτου
Ὑδροχόου ζ βο γ Ϛʹ εʹ ὁ ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ γλουτοῦ . . . . . . . . .
η ∠ ʹ εʹ ὁ ἔτι τούτου βορειότερος ἐπὶ τοῦ γλουτοῦ . . . . . . . . .
4940805 Τορκουατος
καὶ πρὸς Ἀσδρούβαν , ἕτερον Ἄφρον στρατηγόν . Τοῦτον Μάλλιος Τορκουάτος ἐζώγρησε μάχῃ , πρότερον ἀποβαλόντα τῆς στρατιᾶς τῶν μὲν
τὸν τράχηλον ὁ Γάλλος , ἑαυτῷ περιθεὶς , ἐκ τούτου Τορκουάτος αὐτός τε προςηγορεύθη καὶ οἱ ἐξ αὐτοῦ πάντες ,
4931143 πεφασμενου
βοώτης γατομῶν δι ' αὔλακος . λαβὼν δὲ ταύρου τοῦ πεφασμένου δάνος , σκεθρῷ ταλάντῳ τρυτάνης ἠρτημένον , αὖθις τὸν
καὶ μήποτε αὖθις ἔχειν ὅθεν κινηθέντα γενήσεται . ἀθανάτου δὲ πεφασμένου τοῦ ὑφ ' ἑαυτοῦ κινουμένου , ψυχῆς οὐσίαν τε
4921764 λαβης
δυναμένη αὐτὸ ἡ ΖΒ α θ λβ . ἐὰν οὖν λάβης τὸ ἀπὸ τῆς ΒΔ τετράγωνον , ὅπερ ἐστὶ τὸ
ἁπτόμενα , ἐγκείμενα : γράφεται καὶ ὑφειμένα : ἐλεύθερα ὄντα λάβης , ἤτοι ἡπλωμένα ἐν πέτραις πελαγίαις . πετραίῃσι :
4920649 θροον
ἐνιχρίμπτουσα ] προσπελάζουσα κελεύθοις ] ταῖς ὁδοῖς θρόον ] λαλιάν θρόον ] θόρυβον οἱ δὲ τρέουσιν δὲ , ἤγουν οἱ
ὑπὸ δαιμονίῳ τινί λέχει πέλας ἀμβροσίῳ Μελίας ἀγαυὸν καλάμῳ συνάγεν θρόον μήδεσί τε φˈρενὸς ὑμετέραν [ ] ? χάριν .
4920356 καθαρμῳ
⌈ ἀντὶ τοῦ τὰ τῶν Κορυβάντων ἐποίει αὐτῷ μυστήρια ἐπὶ καθαρμῷ τῆς μανίας . ἀΐξας ] συνίζησις . ὅτι πλεῖστα
ἐν τῇδ ' ἐλαύνειν μηδ ' ἀνήκεστον τρέφειν . Ποίῳ καθαρμῷ ; τίς ὁ τρόπος τῆς ξυμφορᾶς ; Ἀνδρηλατοῦντας ,
4919037 νεμηται
προϲεμπλάϲϲοντα , καὶ γάλακτι ἐγκλύζειν τὸν ὀφθαλμόν . ἐὰν δὲ νέμηται τὰ ἕλκη , φακῷ καταπλάϲϲειν μετὰ μέλιτοϲ ἢ μήλων
μέχρις ἂν ὅλον τὸ σαρκῶδες σήψῃ , ἐπὴν δὲ ἐπίπαν νέμηται , ἀναλοῦται ἡ τροφὴ τῇ σηπεδόνι : οὕτω δὴ
4916351 Πειρηνην
, ὥς φησι Κλέαρχος . τῇ τε γὰρ περὶ τὴν Πειρήνην χαλκῇ βοὶ βοῦς ἐπανέβη , καὶ γεγραμμένῃ κυνὶ καὶ
τῶν θεατῶν ἐπιφωνούντων μετὰ κρότου . ὅτι τῇ περὶ τὴν Πειρήνην χαλκῇ βοὶ βοῦς ἐπανέστη ἀπατηθεὶς τῇ ὁμοιώσει . ἤδη
4913895 ἀκροστολιου
σε ἡ ναῦς πλέουσα , λήσεις πρύμνης ἐξηρτημένος , αἰχμάλωτος ἀκροστολίου γενόμενος . „ γεγόνασιν ἐπὶ ναυσὶ μάχαι καὶ πολλαί
καὶ τριάκοντα ἀπὸ παρόδου ἐπὶ πάροδον , ὕψος δὲ ἕως ἀκροστολίου τεσσαράκοντα ὀκτὼ πηχῶν . Ἀπὸ δὲ τῶν πρυμνητικῶν ἀφλάστων
4905556 παταραν
δὲ τὴν παῖδα εἰς τὸν οἶκον ἐλθεῖν , τὴν δὲ πατάραν τῇ Λυκίων χερρονήσῳ κατενεχθῆναι : περιτυχόντα δέ τινα τῶν
ἀπὸ τοῦ ἄγγους τῆς πατάρας Πάταρα : μεθερμηνεύεσθαι δὲ τὴν πατάραν ἑλληνιστὶ κίστην . : Μεγίστη , πόλις καὶ νῆσος
4905381 ἀνατρησιν
προσκειμένης , τὰ οὕτως ἔχοντα καταλείπω , χρώμενος μετὰ τὴν ἀνάτρησιν τῇ καταλλήλῳ θεραπείᾳ . τῆς δὲ ῥωγμῆς πλησίον ῥαφῆς
' ὅλον τὸ πάχος τοῦ ὀστέου φθαρῇ , ἐπὶ τὴν ἀνάτρησιν ὁρμῆσαι δεήσει . ἐπὶ δὲ τῆς κυκλικῆς τερηδόνος ,
4902698 ἐμπεϲῃ
, ὅτε προϲδοκωμένηϲ ἠρεμίαϲ ἐν τῷ μέϲῳ οἷον περιϲϲόϲ τιϲ ἐμπέϲῃ ϲφυγμόϲ . εἰ δὲ ὁ μὲν δεύτεροϲ τοῦ πρώτου
τοῦ λίθου ὁδοιπορέοντοϲ ξυνῷ ὁμοβιαίῳ . κἢν ἐϲ τὴν κύϲτιν ἐμπέϲῃ , οὔρων ἅλιϲ ὑδατωδέων ἔκχυϲιϲ , κοιλίηϲ ἔξοδοι ,
4899835 διαφραγματοϲ
καὶ μέγα εἰϲπνέουϲιν ἐφιέμενοι τοῦ ψυχροῦ . ἐπὶ δὲ τοῦ διαφράγματοϲ τρωθέντοϲ τὸ μὲν βέλοϲ πρὸϲ ταῖϲ νόθαιϲ πλευραῖϲ φαίνεται
μέλιτι ἑφθῷ ἀναλαβὼν κέλευε προϲκολλᾶϲθαι τῷ ἄκρῳ τοῦ τῆϲ ῥινὸϲ διαφράγματοϲ . Ἄλλο . ἀμώμου , ϲμύρνηϲ , ῥόδων ξηρῶν
4899625 οἰηϊα
θάμβησε δὲ Τῖφυς ἀμύμων , ἄφθογγος δέ οἱ ἧκε χερῶν οἰήϊα νηός Ἀργῴης : οὐ γάρ οἱ ἐέλπετο κῦμα περῆσαι
' ἀνδράσιν ἶφι μάχονται . Ἐς δὲ λίνον χρειὼ στέλλειν οἰήϊα θήρης , καὶ πνοιὴν ἀνέμου φεύγειν ἄνεμόν τε δοκεύειν
4897741 ἐθελησῃ
μᾶλλον ἢ χάριν εἰδέναι , κἂν εὐεργεσίας παρ ' ἡμῶν ἐθελήσῃ λαμβάνειν . ἐφ ' ᾧ οὐδ ' ὀφείλεσθαι χάριν
ὑποβολιμαῖος νομισθῇ : πάντα δ ' ἐξευμαρίζει θεὸς ἃ ἂν ἐθελήσῃ καὶ τὰ δυσκατόρθωτα . τροφῆς οὖν ἤδη βασιλικῆς καὶ
4889755 πλευμονος
σήπηται καὶ ἀνάγηται τὸ πῦον , ῥήγνυται αὐτῷ ἐκ τοῦ πλεύμονος ἐς τὸν θώρηκα , καὶ μετὰ τὴν ῥῆξιν δοκέει
δὲ ἐς τὸ στόμα ἐσυρίγγωκεν , ἥπερ ἀρτηρίη διὰ τοῦ πλεύμονος ὀνομάζεται , ὀλίγαιμός τε καὶ πνευματώδης . Ἐν γὰρ
4888541 ἀπολυτα
ὄντα καὶ γυμνωθέντα τῶν πώρων , λιθώδη μὲν ὄντα καὶ ἀπόλυτα τῶν σωμάτων ἀναβολέως ἢ λιθούλκου καμπῇ κομιζέσθω , καὶ
ὡς ἔφην , μεμηχανημένον καὶ τῇ συμπεριπλοκῇ τῶν πραγμάτων . ἀπόλυτα γὰρ καὶ ἐντελῆ πάντα ποιήσει , καὶ τὸ πρῶτον
4886246 πλημυρις
ὑπὸ τοῦ ἄξονος . πλῆξαι τὸ ἐκ χειρὸς πατάξαι . πλημυρίς τὸ ὅρμημα τῆς θαλάσσης . πλήσσοντο διέβαινον : “
εἶσι ἑρπετὸν οὐδὲ ποτητὸν ἀείρεται . ἔνθ ' ἄρα τούσγε πλημυρίς μυχάτῃ ἐνέωσε † τάχιστα ἠιόνι , τρόπιος δὲ μάλ
4868984 πελασειε
τοίῃ γὰρ ὀπάονι νήχετο ῥιπῇ . ἀλλ ' ὅτε καὶ πελάσειε παρ ' ᾐόσιν , αὐτίκα κοῦρος ἁψάμενος λοφιῆς διερῶν
, κρύφα τῷ Σύλλᾳ συνετίθεντο μεταθήσεσθαι πρὸς αὐτόν , εἰ πελάσειε . καὶ προσιόντος αὐτίκα πάντες ἀθρόως μετέστησαν , ὡς
4867767 ἐφεδρευοντες
Παμφυλίαν καί τινας αὐτοῦ τῶν νεῶν εἷλον καὶ τὰς λοιπὰς ἐφεδρεύοντες ἐφύλασσον : Πούπλιος δὲ Σκιπίων , ἀφικόμενος ἐς Αἰτωλίαν
ἀρκύων ἐντὸς γίνεται : οἱ δ ' ἐπὶ τῶν κεραιῶν ἐφεδρεύοντες διαναστάντες εἰς κύκλον τε τὴν σπάρτον περιάγουσι καὶ τὸ
4867763 οἰηια
. Οὐδὲ κυβερνήτῃσι πέλεν μένος εἰσέτι νηῶν χερσὶν ἐπισταμένῃσι θοῶς οἰήια νωμᾶν : πάντα γὰρ ἄλλυδις ἄλλα κακαὶ διέχευον ἄελλαι
θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης ἀπάνευθε λιπὼν οἰήια μοῦνος τυτθὸν ἐπὶ σκάφος εἶσι , μέλει δέ οἱ
4867332 πτερυγοτομῳ
αἰγίλωψ ῥέπει καὶ πρὸϲ τὴν ἐπιφάνειαν μηδὲ ὅλωϲ , τηνικαῦτα πτερυγοτόμῳ ἢ φλεβοτόμῳ τὸ μεταξὺ τοῦ κανθοῦ ϲῶμα πρὸϲ τὸ
. εἰ δέ γε ϲαρκὸϲ ἐπίφυϲιϲ εἴη , καὶ ταύτην πτερυγοτόμῳ ἢ τῷ πολυπικῷ ϲπαθίῳ περιέλωμεν : εἶτα ϲτρεπτὸν ἐκ
4865449 ληιδα
Μελήσιος . Ληίδα : ἐκ νηῶν αὐτῇσι δ ' ἀπείρονα ληίδα κούραις . λεία ἡ λαφυραγωγία ἢ πραῖδα , καὶ
λαοὶ πέρθεσκον ἐναύλους ἐκ νηῶν , αὐτῇσι δ ' ἀπείρονα ληίδα κούραις δεῦρ ' ἄγον . οὐλομένη δὲ θεᾶς πορσύνετο
4859145 ῥηξει
ἀστραπῆς καθυστέρησεν : ἅμα γὰρ τὸ πλῆξαν πνεῦμα τῇ τε ῥήξει τὸν ἦχον καὶ τῇ πυρώσει τὴν λάμψιν ἐποίησεν ,
πρέμνον ἢ στύπος δρυὸς ὅπως τις ὑλοκουρὸς ἐργάτης ὀρεύς , ῥήξει πλατὺν τένοντα καὶ μετάφρενον , καὶ πᾶν λακίζους '
4858177 ἐκκρινηται
ἡ τῆς ἐπιδέσεως γίνεται νομή , ἵνα τὰ μὲν ὑγρὰ ἐκκρίνηται , τὰ δ ' ἀφεστῶτα προσπίπτῃ πρὸς τὴν παρακόλλησιν
. βʹ . Ὁ διαβήτης καλούμενός ἐστιν , ὅταν ἀμετρότερον ἐκκρίνηται τὸ οὖρον αὐτοῖς πολλάκις ἅμα τῷ πίνειν , οἷόν
4855558 στυγνην
σωτηρίαν . ὁ τῶν Ἰώνων . τουτέστι νικηφόρος . ἀποκείρας στυγνὴν πλάκα κατὰ τὴν δυσδαίμονα ἀκτήν , τουτέστι κατὰ τὴν
προσώπου ἄφελε καὶ τῆς χαλεπῆς γνώμης ἐκείνης παῦσαι : τὴν στυγνὴν τῆς ἀφροσύνης : ἐγώ θ ' ὅπῃ : ὅπου
4841964 ἐπιστιον
μαρτυρόμενος τὰ ὑπὸ τοῦ ξείνου πεπονθὼς εἴη , ἐκάλεε δὲ ἐπίστιόν τε καὶ ἑταιρήιον , τὸν αὐτὸν τοῦτον ὀνομάζων θεόν
καὶ τὴν οἰκίαν , καθάπερ ὅταν λέγῃ : πᾶσι γὰρ ἐπίστιόν ἐστιν ἑκάστῳ , καὶ Τρῶας μὲν λέξασθαι ἐφέστιοι ὅσοι
4841050 σκολοπος
γενομένου δὲ τούτου , τῇ δεξιᾷ χειρὶ διακρατουμένης τῆς τοῦ σκόλοπος λαβῆς , ἡ ἀκμὴ καθίεται εἰς τὴν οὐρήθραν ,
καὶ τῶν ἑαυτοῦ παθῶν ἀντιληπτικός τέ ἐστι καὶ παραμυθητικός : σκόλοπος γὰρ αὐτῷ καταπαγέντος ἐπὶ τὴν ἄρσιν τούτου ὁρμᾷ τῇ
4840000 περικεφαλαιαν
, ποτὲ ἔθου πεφιλημένην . . . χρυσοπήληξ ] χρυσῆν περικεφαλαίαν ἔχων . ἔπιδε ] ἤτοι εὐμενῶς βλέψον . .
κυνέην : νέφος τι καὶ ἀορασία : ἢ περιφραστικῶς τὴν περικεφαλαίαν : ἐν γὰρ αὐτῇ τὸ πρόσωπον ἔκρυψεν ἡ Ἀθηνᾶ
4835992 παρηκουσαν
δὲ πλευρῶν τὴν μὲν ἐλαχίστην εἶναι σταδίων ἑπτακισχιλίων πεντακοσίων , παρήκουσαν παρὰ τὴν Εὐρώπην , τὴν δὲ δευτέραν τὴν ἀπὸ
δὲ πλευρῶν τὴν μὲν ἐλαχίστην εἶναι σταδίων ἑπτακισχιλίων πεντακοσίων , παρήκουσαν παρὰ τὴν Εὐρώπην , τὴν δευτέραν τὴν ἀπὸ τοῦ
4829368 ἐκκοπεως
ὀστέῳ ὑπὸ τὴν ὀξεῖαν καὶ ἀποθραύειν σμιλίῳ ἢ τῇ τοῦ ἐκκοπέως ἀκμῇ , τῆς λαβῆς κρατουμένης καὶ πλησσομένης τῷ σφυρίῳ
, ἵνα μὴ τοῦ ὀστέου ὅλου διακοπέντος ἡ τοῦ ἀντερηρεισμένου ἐκκοπέως ἀκμὴ κενεμβατήσασα διέλῃ τὴν μήνιγγα . τοιγαροῦν ὅταν τὰ
4827395 κροταφοιο
. Ἀλλὰ καὶ ὧς Ἀκάμαντα βαρείῃ χειρὶ τυχήσας τύψε κατὰ κροτάφοιο , χαμαὶ δέ οἱ ἤλασε γυῖα . Αὐτὰρ ὅ
δ ' Ὀρυθάονα δῖον , Ἕκτορος ἐσθλὸν ἑταῖρον , ὑπὸ κροτάφοιο τυχήσας : οὐ γάρ οἱ κόρυς ἔσχε μακρὸν δόρυ
4826734 λαιῃ
ἐκ δ ' ἐχύθη μέλαν αἷμα θοῶς κροτάφοιο χανόντος : λαιῇ δὲ στόμα κόψε , πυκνοὶ δ ' ἀράβησαν ὀδόντες
δίκην : γνώμη γὰρ ἡ τοῦ ἀνθρώπου πέφυκεν ἐν τῇ λαιῇ κοιλίῃ , καὶ ἄρχει τῆς ἄλλης ψυχῆς . Τρέφεται
4822077 καμῃ
θύμα , θύμβραν . Ὡς ἡ ποτ ' αὐτὸν ἢν κάμῃ τις , εὐθέως ἐρεῖ [ πρὸς αὐτὸν ] ,
κῦμ ' ἀλεείνων πάντοθεν ἐσσύμενον στυγερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ χεῖρα κάμῃ καὶ θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης
4820254 παυεις
. . Κεραυνὸν σβεννύεις ] ἤτοι τὸν Δία τῆς ὀργῆς παύεις καὶ μειλίχιον καθιστᾷς , ὁπόταν ἀκούῃ σου . *
τῆς ἀριστερᾶς γνάθου ἀποσπάσῃς ὀδόντα τὸν πρῶτον , ῥιγοπύρετον εὐχερῶς παύεις . ὅτι ὁ τροχίλος τὸ ὄρνεον προσφιλὴς αὐτῷ ἐστί
4820161 Ἱρτιος
ἐπολιόρκει , μέχρι προγραφέντες ἐπὶ θανάτῳ καὶ φυγόντες ἐκ Ῥώμης Ἵρτιός τε καὶ Φάννιος ἔπεισαν ἐκστῆναι Πομπηίῳ Βιθυνικὸν Σικελίας .
ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ κατὰ τὴν ἐτήσιον νουμηνίαν ὕπατοι γενόμενοι Ἵρτιός τε καὶ Πάνσας τὴν βουλὴν εὐθὺς ἐπὶ ταῖς θυσίαις
4812150 κομιζεσθω
τὸ τῆς ὑποφορᾶς βάθος . ἐπιδιαιρεθέντος δὲ τοῦ σφιγκτῆρος , κομιζέσθω μὲν ἡ ἀκμή , τῷ δὲ λιχανῷ δακτύλῳ ἐκλαμβανέσθω
, καὶ ἐὰν ἕλῃ , διπλασίαν τῆς ἀξίας τοῦ δούλου κομιζέσθω ἧς ἂν τιμήσῃ τὸ δικαστήριον , ἐὰν δὲ ἡττηθῇ
4811360 παραγενου
βασιλεύουσα τῶν Ἀθηνῶν . δεῦρ ' ἀφίκου : ἐλθὲ καὶ παραγενοῦ : ἐπικαλεῖται δὲ τὴν θεὸν μετὰ τῆς Νίκης εὐμενῆ
οὖν ἄγοντός μου σχολὴν ὧν οἳ πλεῖστοι ἕνεκεν ἀσχολοῦνται , παραγενοῦ πρός με , εἴ τινά μου χρείαν ἔχεις .

Back