χείρ ' ἐπιμασσάμενος φάρυγος λάβε δεξιτερῆφι , τῇ δ ' ἑτέρῃ ἕθεν ἄσσον ἐρύσσατο φώνησέν τε : “ μαῖα ,
γαίῃ ἔστη ἱεμένη χροὸς ἄμεναι ἀνδρομέοιο . αὐτὰρ ὃ τῇ ἑτέρῃ μὲν ἑλὼν ἐλλίσσετο γούνων , τῇ δ ' ἑτέρῃ
8240423 ὑσμινῃ
' Ὀϊλιάδῃ μεγαλήτορι Λοκροὶ ἕποντο : οὐ γάρ σφι σταδίῃ ὑσμίνῃ μίμνε φίλον κῆρ : οὐ γὰρ ἔχον κόρυθας χαλκήρεας
ἡγεμονῆα καὶ πολέμοισι πεσόντα μέγα στενάχουσιν ἑταῖρον . ἵππος ἐν ὑσμίνῃ ῥῆξεν ποτὲ δεσμὰ σιωπῆς καὶ φύσιος θεσμοὺς ὑπερέδραμε καὶ
8118068 Ἀσιῃ
Κτησίης δὲ ὁ Κνίδιος τὴν Ἰνδῶν γῆν ἴσην τῇ ἄλλῃ Ἀσίῃ λέγει , οὐδὲν λέγων , οὐδὲ Ὀνησίκριτος , τρίτην
. Καὶ πρῶτός τε ἐλόχισε κατὰ τέλεα τοὺς ἐν τῇ Ἀσίῃ καὶ πρῶτος διέταξε χωρὶς ἑκάστους εἶναι , τούς τε
8108258 Ἀθηναιῃ
εἰς ταὐτό . ἀγελαίην ἄφετον , ἀδάμαστον : “ αὐτὰρ Ἀθηναίῃ γλαυκώπιδι βοῦν ἀγελαίην . ” ἀγέλαστα οὐ γέλωτος ἄξια
θύουσι , ἀτὰρ οἱ περὶ τὴν Τριτωνίδα λίμνην νέμοντες τῇ Ἀθηναίῃ μάλιστα , μετὰ δὲ τῷ Τρίτωνι καὶ τῷ Ποσειδέωνι
8097265 ἀκανθῃ
κατ ' ἰνίον ὀστῷ τῆς κεφαλῆς καὶ τῇ τῆς ῥάχεως ἀκάνθῃ καὶ ταῖς τοῦ θώρακος πλευραῖς καὶ τῷ προτεταγμένῳ τοῦ
ἀκάνθῃ : στύφει . Ἀκάνθιον ἐμφερῆ τὰ φύλλα τῇ λευκῇ ἀκάνθῃ ἔχει : ἐπ ' ἄκρῳ δ ' ἀκανθώδεις ἐξοχάς
8025167 μηρινθῳ
ἐν ξυλόχοισιν ὀρέστεροι ἀγρευτῆρες εἷλον ἀναλκείην ἐλάφων εὐαγρέϊ τέχνῃ , μηρίνθῳ στέψαντες ἅπαν δρίος : ἀμφὶ δὲ κούφων ὀρνίθων δήσαντο
ἀλλ ' ἵνα μὴ ἀποκάμῃς „ φησί „ νηχόμενος , μηρίνθῳ λεπτῇ τὸν σὸν πόδα τῷ ἐμαυτοῦ προσαρτήσω ” .
7995836 ὀδμῃ
ἐστίν . πέφυρται : μέμικται . Ὀλοῇ : ἐν . ὀδμῇ : ὀσμῇ . Ἐπαΐγδην : συντόμως , ὁρμητικῶς .
φύεται αὐτόματα ῥόδα , ἓν ἕκαστον ἔχον ἑξήκοντα φύλλα , ὀδμῇ τε ὑπερφέροντα τῶν ἄλλων : ἐν τούτοισι καὶ ὁ
7977378 καλπιδι
προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ , καὶ ὁ μέσος τῶν ἐν τῇ κάλπιδι τοῦ Ὑδροχόου , ὡς ἡμιπήχιον προηγούμενος τοῦ μεσημβρινοῦ .
αὐτὸς ἦν ὡροσκόπος . καὶ πάλιν εἰ ὁ ἐν τῇ κάλπιδι τοῦ ὑδροχόου γεννηθεὶς ναυαγήσει , πῶς οἱ ἀπὸ Τροίας
7918489 σανιδι
Τί σοι χαρίσωμαι ; Γυμνὸν ἀποδύσαντά με κέλευε πρὸς τῇ σανίδι δεῖν τὸν τοξότην , ἵνα μὴ ' ν κροκωτοῖς
τοῦτο τὸ ξύλον ἔχει κατὰ τὰ πέρατα ἐπιπεπηγότα τῇ ὑπτίᾳ σανίδι ἕτερα ξύλα ποδιαῖα τῷ μήκει , τῷ δ '
7908870 ἱερῃ
πόδα μετὰ μαλάχης ἐσκευασμένον ἐσθίειν οὕτως ἔφη : Μάλβακα χοιράων ἱερῇ κυμίνευε σιπύδνῳ . Πολλάκις μὲν οὖν , ὡς προεῖπον
: Πέργαμος , ἡ ἀκρόπολις . Ὅμηρος : Περγάμῳ εἰν ἱερῇ . ἀποστρέφει δὲ τὸν λόγον πρὸς Αἰακόν : ἡ
7904271 πευκῃ
Ἀγαθοκλῆς ὁ Κυζικηνὸς μέμνηται φυτοῦ κοννάρου μεγέθει ἴσου πτελέῃ καὶ πεύκῃ , ὃ καρποφορεῖ δὶς τοῦ ἔτους , ἦρος καὶ
τῇ Ἀθηνᾷ : ξεστὸν λόχον Ἀργείων : ἐν τῇ οὐρείᾳ πεύκῃ : ξύλινος γὰρ ὁ ἵππος : καὶ ὁ Πρίαμος
7877615 προτερῃ
ἐμέτοισιν ἀντισπαστέον , καὶ τῇ πάλῃ πλείονι χρηστέον πρὸς τῇ προτέρῃ διαίτῃ . Γῆ δὲ τραχείη οὐ καθαρὴν τὴν σάρκα
ἄρ ' ἐν εἰαρινοῖσι φαεινομένη φορέηται Ἰχθύσιν , ἠοῖ μὲν προτέρῃ κίνδυνον ἰάψει δρήστῃ ἀταρτηρῷ , τάχα δ ' ἂν
7867961 συμφορῃ
χερσὶ τοῦ παιδὸς τὸν γάμον ἀπικνέεται ἐς τὰς Σάρδις ἀνὴρ συμφορῇ ἐχόμενος καὶ οὐ καθαρὸς χεῖρας , ἐὼν Φρὺξ μὲν
Τοῦτο δὲ ποιήσας ἀπέπλεε , ἀπικόμενος δὲ ἐς τὰ οἰκία συμφορῇ ἐχρᾶτο . Πέμπτῃ δὲ ἢ ἕκτῃ ἡμέρῃ ἀπὸ τούτων
7865932 κατεδυσετο
' Ἀθηναίην μετὰ Τυδέος υἱὸν ἕπουσαν : τῇ κοτέων Τρώων κατεδύσετο πουλὺν ὅμιλον , ὦρσεν δὲ Θρῃκῶν βουληφόρον Ἱπποκόωντα Ῥήσου
ἠδὲ καὶ ὕπνου , δὴ τότ ' ἔσω μεγάλοιο Θέτις κατεδύσετο πόντου : σὺν δέ οἱ ἄλλαι ἴσαν Νηρηίδες :
7847692 Σκυθικῃ
καὶ ἑτέρα Κύταια , πόλις τῆς Εὐρώπης , ὁμώνυμος τῇ Σκυθικῇ , κατὰ τὸν εἴσπλουν τοῦ Εὐξείνου : ἐκεῖθεν δὲ
ὡς καὶ πρότερόν μοι δεδήλωται : οὐδὲ ἔστι ἐν τῇ Σκυθικῇ πάσῃ χώρῃ τὸ παράπαν οὔτε ὄνος οὔτε ἡμίονος διὰ
7825090 βωλῳ
ἔφη , δεῖξόν μοι , ὡς βαλῶ γε πάντῃ τῇ βώλῳ ἀνελόμενος : καὶ ὁ μὲν Κῦρος δείκνυσιν αὐτῷ ,
εὐποροίη τις τοῦ λίθου τοῦ αἱματίτου , κεχρήσθω τῇ Ἀρμενίᾳ βώλῳ καλλίστῃ οὔσῃ ἢ τῇ Σαμίᾳ ἢ τῇ Λημνίᾳ σφραγῖδι
7821574 φολιδεσσιν
ὧς τότε κεῖνο πέλωρον ἀπειρεσίας ἐλέλιζε ῥυμβόνας , ἀζαλέῃσιν ἐπηρεφέας φολίδεσσιν . τοῖο δ ' ἑλισσομένοιο κατ ' † ὄμματος
θνητοῖς ὀλοὸν τέρας , οὐ φατὸν εἰπεῖν . Χρυσαῖς γὰρ φολίδεσσιν ἐθείρεται , ἐν δ ' ἄρα πρέμνον ἀπλάτοις ὁλκοῖσι
7820360 Ἀδρηστη
Κλυμένη . , . . . . . ἅμ ' Ἀδρήστη , ἅμα δρήστη . κλισίην . , κλισίην ,
κἀκ τούτων : τῇ δ ' ἄρ ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν : Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ
7820106 θηλειης
διαρθροῦται , ὅτι ἡ γονὴ ἀσθενεστέρη ἐστὶ καὶ ὑγροτέρη τῆς θηλείης ἢ τοῦ ἄρσενος : καὶ ἀνάγκη ἐστὶ κατὰ τοῦτον
τὰ παιδικά , δεσπότι , κέρδη , τῇ δὲ τὰ θηλείης , τῇ δὲ τὰ μηδετέρης . Παῖδά με πενταέτηρον
7808657 δευτερῃ
σίτου δὲ μὴ γευέσθω τῇ ἡμέρῃ ταύτῃ , τῇ δὲ δευτέρῃ κόκκον δοῦναι κατάποτον , τῇ δὲ τρίτῃ δοῦναι διουρητικὸν
εὐωδίη σφέας ἀπὸ τούτου ἴσχει , ἅμα δὲ ἀπαιρέουσαι τῇ δευτέρῃ ἡμέρῃ τὴν καταπλαστὺν γίνονται καθαραὶ καὶ λαμπραί . Ξεινικοῖσι
7795883 ναυμαχιῃ
τινα ἴδοι Ξέρξης τῶν ἑωυτοῦ ἔργον τι ἀποδεικνύμενον ἐν τῇ ναυμαχίῃ , κατήμενος ὑπὸ τῷ ὄρεϊ τῷ ἀντίον Σαλαμῖνος τὸ
τινες τῶν Ἰώνων ἐγένοντο ἄνδρες κακοὶ ἢ ἀγαθοὶ ἐν τῇ ναυμαχίῃ ταύτῃ : ἀλλήλους γὰρ καταιτιῶνται . Λέγονται δὲ Σάμιοι
7780744 χωρῃ
γιγνομένων τῶν νυκτῶν ἀφαιρεῖσθαι τοῦ κηροῦ , ἵνα πλέον ὕδωρ χωρῇ , βραχυτέρων δὲ προσπλάσσεσθαι , ἵνα ἔλασσον δέχηται .
καὶ μάλισθ ' ὅταν κατὰ νοῦν ἕκαστα μικρὰ καὶ μεγάλα χωρῇ , μηδενὸς ἀντιπνέοντος μηδ ' ἀντιστατοῦντος , ἀλλ '
7773086 δεξιῃ
Ἀρμενίου ὄρεος διὰ Κιλίκων , μετὰ δὲ Ματιηνοὺς μὲν ἐν δεξιῇ ἔχει ῥέων , ἐκ δὲ τοῦ ἑτέρου Φρύγας ,
δάκρυα . μαθὼν δὲ ταῦτα ἐποίεε : χειρὶ μὲν τῇ δεξιῇ εἶχε τοῦ νεηνίσκου τὴν καρδίην , ἐκάλεε δὲ τοὺς
7769206 παλαμῃ
κατὰ δρία ποιμαίνεσκεν ὁπλοτέρη Φαέθουσα θυγατρῶν Ἠελίοιο , ἀργύρεον χαῖον παλάμῃ ἔνι πηχύνουσα : Λαμπετίη δ ' ἐπὶ βουσὶν ὀρειχάλκοιο
ὅ γε πνείων μένος Ἄρεος ἔνθα καὶ ἔνθα ἀΐσσει , παλάμῃ κραδάων πεφονωμένον ἔγχος , ὀψὲ δέ μιν δάμνησιν ἐνυάλιος
7763367 προτεραιῃ
. Ὅ τι ἐστὶ πρὸ τῶν κρισίμων ἡμερέων , τῇ προτεραίῃ καὶ τὰ κακὰ καὶ τἀγαθὰ σημεῖα γίνεται : τὰς
τὸν χρόνον τὸν ἱκανὸν μέχρις αὐτέου ἡ κοιλίη τῶν τῇ προτεραίῃ προσενηνεγμένων σιτίων ἀπολαύσῃ τελέως , καὶ ἐπικρατήσῃ , καὶ
7750986 λαιᾳ
ἄγετ ' , ὦ Σπάρτας εὐάνδρου κοῦροι πατέρων πολιητᾶν , λαιᾷ μὲν ἴτυν προβάλεσθε , δόρυ δ ' εὐτόλμως πάλλοντες
παταγοῦντος . , . . Στρεπτός ὁ δὲ λαβόμενος τῇ λαιᾷ τοῦ στρεπτοῦ , ὃν δὴ χρυσοῦν ἔφερεν ἀμφὶ τῇ
7734290 ὀκριοεντι
δ ' Ἄργος εὐκόσμως : καὶ δή μιν ἐπ ' ὀκριόεντι κολωνῷ ἵδρυσαν , φηγοῖσιν ἐπηρεφὲς ἀκροτάτῃσιν αἵ ῥά τε
δὲ πρῶτος Τελαμώνιος ἄνδρα κατέκτα Σαρπήδοντος ἑταῖρον Ἐπικλῆα μεγάθυμον μαρμάρῳ ὀκριόεντι βαλών , ὅ ῥα τείχεος ἐντὸς κεῖτο μέγας παρ
7720591 κοιλιῃ
ὅλῳ πέϲϲεται ὑπὸ τῆϲ φύϲιοϲ . ἡ γὰρ ἐν τῇ κοιλίῃ τοῦ θερμοῦ ἀτονίη καὶ ἐν τῷ ϲκήνεϊ ὁμοίη :
ἐν τῇ κύστει ἐγγένηται χολῆς , τὸ μὲν ἐν τῇ κοιλίῃ ἐνίοτε μὲν διαταράσσεται κάτω , τὰ δὲ πολλὰ ἐμέεται
7720102 ὑπερωϊα
Ἀχαιῶν καλὸν ἔνεικεν . ἡ μὲν ἔπειτ ' ἀνέβαιν ' ὑπερώϊα δῖα γυναικῶν , τῇ δ ' ἄρ ' ἅμ
„ . . . Ι . δ . κατέβαιν ' ὑπερώϊα . † ) ὑπερωΐων , ὡς τὸ ” διά
7719337 πελειαν
. . τοξεύειν . ” ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν „ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ
κλειτὴν ἑκατόμβην . ὕψι δ ' ὑπὸ νεφέων εἶδε τρήρωνα πέλειαν : τῇ ῥ ' ὅ γε δινεύουσαν ὑπὸ πτέρυγος
7703794 ναρκησε
μεμαῶτα βάλεν λίθῳ ὀκριόεντι , ῥῆξε δέ οἱ νευρήν : νάρκησε δὲ χεὶρ ἐπὶ καρπῷ , στῆ δὲ γνὺξ ἐριπών
: τῇ πρὸ ταύτης ἡμέρᾳ ῥῆξε δέ οἱ νευρήν , νάρκησε δέ ὥστε εὔλογον τῇ ἑξῆς ἐκείνης πρωίας ἐνῆφθαι .
7703441 κατεναντια
καὶ δύο κέντρ ' ἐφέπωσιν , μουνὰξ δ ' ἀμφότεροι κατεναντία τῇσιν ὁρῶνται , τῇ μὲν Ἄρης , τῇ δ
δ ' ἔρριψε θαλάσσῃ . λαμπομένου δ ' ἔσπευδεν ἀεὶ κατεναντία λύχνου αὐτὸς ἐὼν ἐρέτης , αὐτόστολος , αὐτόματος νηῦς
7631771 καρδιῃ
θώρηκι , ἔϲτ ' ἂν ἀπὸ τοῦ διαφράγματοϲ ἐμφύῃ τῇ καρδίῃ : ἢν ὦν τι μεγάλων κακῶν ἴϲχῃ τήνδε τὴν
οὐκ ἔχον τεύχεα , συντυγχάνει τοῖσι κυρίοις τοῦ σώματος , καρδίῃ , πνεύμονι , καὶ ἀποπνίγονται . Ἐγὼ τὰ μέχρι
7629520 χερρονησῳ
. Τράγιλος , πόλις μία τῶν ἐπὶ Θρᾴκης πρὸς τῇ χερρονήσῳ καὶ Μακεδονίᾳ . ἐκ ταύτης ἦν Ἀσκληπιάδης ὁ τὰ
ἀνάθημα Μιλτιάδου τοῦ Κίμωνος , ὃς τὴν ἀρχὴν ἔσχεν ἐν χερρονήσῳ τῇ Θρᾳκίᾳ πρῶτος τῆς οἰκίας ταύτης : καὶ ἐπίγραμμα
7618977 σφειων
υἷες Ἀχαιῶν νύσσοντες ξίφεσίν τε καὶ ἔγχεσιν ἀμφιγύοισιν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη . ἤϋσεν δὲ διαπρύσιον
ἑ μέγαν περ ἐόντα καὶ ἴφθιμον καὶ ἀγαυὸν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη . ὣς τώ γ
7613856 ὑστεραιῃ
πυρίης , προσθεῖναι τὸ ξὺν τῇ κανθαρίδι : τῇ δὲ ὑστεραίῃ στέαρ χήνειον : ἔπειτα διαλιπὼν τρεῖς ἡμέρας , κλύσαι
τῆς θέρμης διακέχυται , καὶ λεπτὴ γενομένη παραγίνεται ἐν τῇ ὑστεραίῃ ἡμέρῃ ἐς τὴν κοιλίην , διὰ παντὸς τοῦ χρόνου
7612862 οὐλῃ
' οὐ διαδείκνυται . λεύκωμα δὲ ταὐτὸν μὲν τῇ καλουμένῃ οὐλῇ ἐστι , διαφέρει δὲ τῷ ἐξ ἑλκώσεως μεγάλην οὐλὴν
κεφαλικὸν καλούμενον καὶ τὰ διὰ κιϲϲήρεωϲ ϲαρκωτικά : τῇ γὰρ οὐλῇ παχυτέρᾳ πυκνωθέντοϲ τοῦ δέρματοϲ καὶ τὰ τῶν ἀγγείων ϲτόματα
7598829 διεσσυτο
ἤιξαν . . . . . . . αἰχμὴ δὲ διέσσυτο μαιμώωσα ὀστέῳ ἐγχριμφθεῖσα : ἡ διπλῆ , ὅτι ἀκαταλλήλως
, τὸ ὃν μένος οὐδενὶ εἴκων . Ὣς φαμένη μεγάροιο διέσσυτο μαινάδι ἴση παλλομένη κραδίην : ἅμα δ ' ἀμφίπολοι
7594083 κουρῃ
γίνεται ἡ διάκρισις τῶν μελέων ἡ μακροτάτη ἐπὶ μὲν τῇ κούρῃ ἐν τεσσαράκοντα καὶ δυοῖν ἡμέρῃσιν , ἐπὶ δὲ τῷ
: καὶ ἄρτοι ὡς ἐλάχιστοι ξὺν ἐλαίῳ . Τῇ Παυσανίου κούρῃ , μύκητα ὠμὸν φαγούσῃ , ἄση , πνιγμὸς ,
7579355 πτερυγι
ἠρέμα τῷ τῆς Ἀφροδίτης , ὁ δὲ ἐν τῇ βορείᾳ πτέρυγι λαμπρός , καλούμενος δὲ Προτρυγητήρ , τῷ τοῦ Κρόνου
ὁμοίως δὲ καὶ ὁ προηγούμενος λαμπρὸς τῶν ἐν τῇ εὐωνύμῳ πτέρυγι , ὁ δ ' ἐπὶ τοῦ μεταφρένου λαμπρὸς καὶ
7577296 ἑπομενῃ
τῇ προηγουμένῃ τῷ τοῦ Ἑρμοῦ , ὁ δὲ ἐν τῇ ἑπομένῃ τῷ τοῦ Ἄρεως . Προσῳκείωνται δὲ αὐτῷ χῶραι πάλιν
. τούτου δὴ ἕνεκα τῇ οὐσίᾳ τῇ ἐπ ' ἀμφότερα ἑπομένῃ ᾤμην , εἴπερ ἀμφότερά ἐστι καλά , ταύτῃ δεῖν
7575379 οἰμησεν
οἰοπόλῳ Ἀπολλόδωρος ἐν ᾧ ὄϊες πολοῦνται . οἰώθη ἐμονώθη . οἴμησεν ὥρμησεν , καὶ οἰμήματα ὁρμήματα , καὶ “ οἶμα
κάλλιπε λαὸν ὅσον κατὰ νῆας ἔλασσε , καί ῥα θοῶς οἴμησεν ἐπ ' Ἀτρέος υἷε κραταιὼ παῖδά τε καρτερόθυμον Ὀιλέος
7570034 στρατιῃ
, εἴσπρηξιν δὲ λάχει βιότοιο μερίζει . οὐ μὴν ἐν στρατίῃ ποτὲ κύδιμος ἔσσεται ἀνήρ εὖτέ νυ μὴ σύγκρασιν ἔχῃ
, εἴσπρηξιν δὲ λάχει βιότοιο μερίζει . οὐ μὴν ἐν στρατίῃ ποτὲ κύδιμος ἔσσεται ἀνήρ εὖτέ νυ μὴ σύγκρασιν ἔχῃ
7558828 τιταινεται
ῥ ' ἡ μὲν ζωῇ ἐναλίγκιος ἐν ῥοθίοισιν ἑλκομένη θήλεια τιταίνεται ἐξ ἁλιῆος . τέτρατος αὖ κύρτοιο βαθὺν δόλον ἀντίον
, καὶ πνίγεται , καὶ θανεῖν ἐρᾶται , καὶ ὑποχόνδριον τιταίνεται , καὶ στόμαχος δάκνεται , καὶ στόμα πικρὸν ,
7558451 νουσῳ
πρότερον τούτων χρὴ ποιῆσαι : ἢν κατ ' ἀρχὰς τῇ νούσῳ παραγένῃ , εἰς μὲν τὸ ποτὸν χρὴ διδόναι οἶνον
τε καὶ προγεγονὸς τύχῃ ἔχων ἤν τε καὶ ἐν τῇ νούσῳ γίνοιτο , καταμανθάνειν χρή . ἢν γὰρ μέλλῃ ἀπολεῖσθαι
7548593 ὑσμινι
τοῦ η καὶ ι , καὶ γίνεται κατὰ μεταπλασμὸν τῇ ὑσμῖνι καὶ τῇ Δωδῶνι διὰ τοῦ ι μόνου , οἷον
* * * ὥσπερ ἀπὸ τῆς ὑσμίνῃ δοτικῆς κατὰ μετάπλασιν ὑσμῖνι καὶ λιτῷ λιτί . τὸ δὲ ἀϊδής τὸ ἐπίθετον
7521961 μαζοισι
οὔτι χέρειον : καὶ γὰρ τῇ μαζοί τε καὶ ἐν μαζοῖσι γάλακτος εἰσὶ ῥοαί : τῇ δ ' οὔτι μετ
τέκνα φερεγλαγέες στιχόωνται : οἳ δ ' ἄρ ' ὑπαὶ μαζοῖσι κορεσσάμενοι γαλαθηνοὶ σκιρτηθμῶν ἐξαῦτις ἀναμνήσοντ ' ἀγέρωχοι . Σὴν
7520285 ἑδρῃ
νοῦϲον . ἢν δὲ πρὸϲ † ὠκέϊ χρόνῳ καὶ ἐν ἕδρῃ ἵζῃ ἡ αἰτίη τουτέων , οὐδὲν ὠφελέει . τίκτει
δὲ καὶ κατατάσει . τὰ δὲ ἔνθα ἢ ἔνθα ὀκλὰξ ἕδρῃ ἐκλακτίσαι : ἡ κατάτασις μὴ πάνυ , ἡ διόρθωσις
7506934 πεπτηωτας
. Λεύσσοντες : βλέποντες . ἐν ἕρκεϊ : δικτύων . πεπτηῶτας : περιπεσόντας , πεσόντας . Ἄλλους : σκόμβρους .
ἄφαρ διέχευαν ἄελλαι ζαχρηεῖς , αὐτοὺς δ ' ἐπὶ δούρατι πεπτηῶτας νήσου Ἐνυαλίοιο ποτὶ ξερὸν ἔκβαλε κῦμα λυγαίῃ ὑπὸ νυκτί
7504584 μαστιγι
δήμιον τυχεῖν , πολλοὺς δὲ πολλῶν ἐξαγισθέντας δόμων ἄνδρας διπλῇ μάστιγι , τὴν Ἄρης φιλεῖ , δίλογχον ἄτην , φοινίαν
ἐπύθετο Ξέρξης , δεινὰ ποιεύμενος τὸν Ἑλλήσποντον ἐκέλευσε τριηκοσίας ἐπικέσθαι μάστιγι πληγὰς καὶ κατεῖναι ἐς τὸ πέλαγος πεδέων ζεῦγος .
7502063 χαιτῃ
. τοὐναντίον εἶπε : βούλεται γὰρ λέγειν τοὺς στεφάνους τῇ χαίτῃ ἁρμόζων . ὁ δ ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος
ἄνδρα ποιήσας πάντῃ φοβερὸν καὶ κομιδῇ ἄγριον , σοβαρὸν τῇ χαίτῃ , λάσιον τὰ πολλὰ οὐ κατὰ τὸν ἵππον αὐτοῦ
7499226 προεκδοσει
, παρὰ τὴν τάσιν . ἔνθα μιν : ἐν τῇ προεκδόσει : ἔνθα μιν Ἰφινόη προδόμου διὰ ποιητοῖο ἐσσυμένως καλῆς
διὰ τὴν σὴν παρουσίαν . δμωὶς ὅπως : ἐν τῇ προεκδόσει κεῖται : βείομαι οὐλομένοισιν ὀιζυρὴ ἀχέεσσιν καὶ τὰ ἑξῆς
7498677 νηϊ
τοὺς δ ' εὗρ ' εἰν ἀγορῇ Δαναοὺς θεράποντας Ἄρηος νηῒ πάρα πρύμνῃ Ἀγαμέμνονος : αὐτὰρ ὃ τοῖσι στὰς ἐν
ἕποντο . οἱ δ ' ἄρα πάντα φέροντες ἐϋσσέλμῳ ἐνὶ νηῒ κάτθεσαν , ὡς ἐκέλευσεν Ὀδυσσῆος φίλος υἱός . ἂν
7497610 πρυμνῃ
ἄνδρα . . ἐξουσίαν διεξάγων , κινῶν : ὅστις ἐν πρύμνῃ καθήμενος καὶ τοὺς οἴακας ἔχων , τουτέστι , τὴν
καὶ φέρει καὶ ἔχει πρᾶγος καὶ πρᾶγμα καὶ ἐξουσίαν ἐν πρύμνῃ καὶ ἐν τῇ ἀρχῇ , νωμῶν καὶ κινῶν οἴακα
7484855 διωξει
οὐραγίας ἐγγὺς γενόμενος , προσπεσὼν τοῖς πολεμίοις κεκμηκόσιν ἐν τῇ διώξει καὶ τεταραγμένοις ἐν τῇ τῶν σκευοφόρων ἁρπαγῇ πολλοὺς μὲν
σὺ ἐδίωξας ἐκεῖνον ἀπὸ τῆς πατρίδος , τὸν αὐτὸν τρόπον διώξει καὶ ἐκεῖνος σέ . ἐπινίκιον παιᾶνα ἐπεξαλαλάξας μετὰ ἰαχῆς
7474658 ἐνταϲει
ἔπτυϲαν , τὸ μέν τι τῇ βιαίῳ κατοχῇ τε καὶ ἐντάϲει τοῦ πνεύματοϲ , τὸ δέ τι τῇ κοινωνίᾳ τῶν
. τὰ πρῶτα μὲν ῥηϊδίωϲ ἄπονοϲ : ἔπειτα δὲ ξὺν ἐντάϲει μὲν ὁ ϲτόμαχοϲ , γαϲτὴρ δὲ μετὰ ϲτρόφων .
7468361 μαινιδι
ἱππούροις , ὀρφοὶ δὲ τρίγλῃ , κιῤῥίδι πέρκη , χρύσοφρυς μαινίδι , καὶ πολύποδι μύραινα . ἐπὶ μείζονας : κατὰ
τρίγλη δ ' ὀρφὸν ἔπεφνε καὶ ἔσπασε κιρρίδα πέρκη , μαινίδι δὲ χρύσοφρυς ἀνέλκεται : αὐτὰρ ἀνιγραὶ μύραιναι μετὰ σάρκας
7465333 ἀντιτυπιᾳ
τε τὸν δίδυμον καὶ κατὰ τὸν ἐλυτροειδῆ ϲυνίϲτανται τῇ τε ἀντιτυπίᾳ τῇ πολλῇ καὶ ϲκληρότητι καὶ τῇ ἀνωμαλίᾳ ϲαρκοκήληϲ τε
βρέγμα : ἔστι δὲ καρτερὰ καὶ προσόμοια τῇ ταῖς πέτραις ἀντιτυπίᾳ . οἱ πλεῖστοι μὲν τούτων ἐν ταῖς ἀκρωρείαις αὐταῖς
7460377 Ἀππιᾳ
δὲ τὸ Ἀλβανὸν Ἀρικία ἐστὶ πόλις ἐπὶ τῇ ὁδῷ τῇ Ἀππίᾳ : στάδιοι δ ' εἰσὶν ἐκ τῆς Ῥώμης ἑκατὸν
, τούτου δὲ Φοῦνδοι , πόλις ἐν τῇ ὁδῷ τῇ Ἀππίᾳ κειμένη . πάντες δ ' εἰσὶν οἱ τόποι οὗτοι
7458263 ἐκτασει
τῇ ἑαυτῶν ἐκτάσει μεγεθύνονται . Καὶ διατί μὴ τῇ αὐτῇ ἐκτάσει ἀρκεῖται τὸ α , ὡς Μήδεια Μηδία ; †
ἐπαύξησις ἀκολουθεῖ , οἷον ἵσταθι καὶ κατὰ ἀποκοπὴν ἵστα καὶ ἐκτάσει ἵστη : „ μέγεθος δ ' ὃς ἵστη „
7454279 κρηνῃ
Κάδμον λέγουσιν ὅτῳ πιστάτοῦ δράκοντος , ὃν ἀπέκτεινεν ἐπὶ τῇ κρήνῃ , τοὺς ὀδόντας σπείραντα , ἄνδρας δὲ ἀπὸ τῶν
νάμασι τὴν ἡδονήν . τοιγαροῦν ἤσκησέ τε εὐθὺς τὸν τόπον κρήνῃ τε καὶ τοῖς ἄλλοις , οἷς ἐνῆν ἐν τοσούτῳ
7444430 τριαινῃ
βαλὼν αὐτὸν τῇ τριαίνῃ ἀπέπνιξε . τῷ τριωνύχῳ δορί τῇ τριαίνῃ . κολαστὴς ὁ Ποσειδῶν ἤτοι ἡ θάλασσα ὅτι αὐτός
. θ μηχανῇ ] + ἤγουν τῇ τοὺς ἰχθύας βαλλούσῃ τριαίνῃ . Ποσειδᾶν ] τιμᾶται παρὰ Θηβαίοις ὁ Ποσειδῶν .
7443839 τριτατῃ
ἐνιαυτούς , ἥβης δ ' ἐξεφάνη σήματα γινομένης . τῇ τριτάτῃ δὲ γένειον ἀεξομένων ἐπὶ γυίων λαχνοῦται χροιῆς ἄνθος ἀμειβομένης
ἕπτ ' ἐνιαυτούς , ἥβης ἐκφαίνει σήματα γινομένης : τῇ τριτάτῃ δὲ γένεια ἀεξομένων ἐπὶ γυίων λαχνοῦται , χροιῆς ἄνθος
7439638 κοντον
, κονταρίῳ , δόρατι καὶ ἀκοντίῳ : αἰγανέαν νῦν τὸν κοντὸν εἶπεν : τῇ αἰγανέῃ τῇ δολιχήρεϊ : αἰγανέα κυρίως
θέμωσε δὲ χέρσον ἱκέσθαι . αὐτὰρ ἐγὼ χείρεσσι λαβὼν περιμήκεα κοντὸν ὦσα παρέξ : ἑτάροισι δ ' ἐποτρύνας ἐκέλευσα [
7438957 Ὁμοια
. Ὁ γὰρ λύκος ἄπρακτος περίεισιν , ὅταν διψήσῃ . Ὁμοία τῇ , Κύων παρ ' ἐντέροις . Λευκώλενον λίνον
ἐπὶ τῶν ποτὲ εὖ , εἶθ ' ἑτέρως γεγονότων . Ὁμοία , Ἄμμες ποτ ' ἦμες . Ἢ τρὶς ἓξ
7429870 σποδῳ
δοκέω λασιώτερος ἦμεν , ἐντὶ δρυὸς ξύλα μοι καὶ ὑπὸ σποδῷ ἀκάματον πῦρ : καιόμενος δ ' ὑπὸ τεῦς καὶ
: καὶ ἢ ἐν ἰπνοῖς καὶ κριβάνοις , ἢ ἐν σποδῷ . ὧν τοὺς μὲν ἰπνίτας ἢ κριβανίτας φασί ,
7424696 ἐτραπεν
ποτὶ ταὔλιον ἷξον ἰόντες . Ἠέλιος μὲν ἔπειτα ποτὶ ζόφον ἔτραπεν ἵππους δείελον ἦμαρ ἄγων : τὰ δ ' ἐπήλυθε
, νεφέλῃ εἰλυμένος ὤμους , ὃς τούτου βέλος ὠκὺ κιχήμενον ἔτραπεν ἄλλῃ : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος ἠθέτηκεν αὐτόν
7423079 Μελαιναν
δὲ μυρτομιγής , ἐὰν εἰς μυρσίνην κλήματα ἀμπέλων ἐγκεντρίσῃς . Μέλαιναν σταφυλὴν ἐὰν ἐγκεντρίσῃς εἰς κερασέαν , καὶ ἐν τῷ
ναυτίλοι ἐκ πόντοιο κελαινῇ πάντοθεν ὕλῃ δερκόμενοι , Κέρκυραν ἐπικλείουσι Μέλαιναν : τῇ δ ' ἐπὶ καὶ Μελίτην , λιαρῷ
7416861 ἐουσῃ
. Ὣς φάτο : ταὶ δ ' ἐπίθοντο παλαιοτέρῃ περ ἐούσῃ , ὑσμίνην δ ' ἀπάνευθεν ἐσέδρακον . Ἣ δ
ἀναδινέει , καὶ ζοφοειδὲς ὁρῇ . Γυναικὶ δὲ ἐκ τόκου ἐούσῃ ἡ κάθαρσις ἐπὴν ᾖ , οὐκ εὐμαρέως χωρέει ,
7415875 ἐβαινον
τ ' ἐζεύγνυντ ' ἀνά θ ' ἅρματα ποικίλ ' ἔβαινον , ἐκ δ ' ἔλασαν προθύροιο καὶ αἰθούσης ἐριδούπου
νεῶν : πολέες δ ' ἐν νηῒ ἑκάστῃ Ἀρκάδες ἄνδρες ἔβαινον ἐπιστάμενοι πολεμίζειν . αὐτὸς γάρ σφιν δῶκεν ἄναξ ἀνδρῶν
7414336 ἀκαμαντος
μέχρι γὰρ αὐτοῦ οἱ ἀγῶνες ἐτελοῦντο . πόντου γέφυρ ' ἀκάμαντος ὁ Ἰσθμικὸς ἀγὼν , ὅτι ἱερὸς τῷ Ποσειδῶνι .
τε φέρει ναύτῃσι τέρας κρυεροῖο φόβοιο , Πληιὰς εὖτ ' ἀκάμαντος ἐς Ὠκεανοῖο ῥέεθρα δύεθ ' ὑποπτώσσουσα περικλυτὸν Ὠρίωνα ἠέρα
7411706 κνημῃ
ἕνα τῷ μηρῷ πλησίον τοῦ γόνατος , καὶ ἄλλον τῇ κνήμῃ ὑπὲρ τὴν γαστροκνημίαν , εἶτα πάλιν τοῦ τονίου κάτω
τῶν περιεχόντων τὸ ἕλκος , ἄλλως τε καὶ ἢν ἐν κνήμῃ ἔῃ τὸ ἕλκος ἢ ἐν δακτύλῳ ποδὸς ἢ χειρὸς
7404460 Κολχιδι
Αἰήτου ἐνταῦθα κατοικησάντων καὶ κτισάντων τὴν πόλιν , ἥτις τῇ Κολχίδι φωνῇ Πόλαι καλεῖται σημαίνοντος τοῦ ὀνόματος τοὺς φυγάδας ,
οὐδὲ κάτ ' εἰς Κόρινθον οὐ Μαγνησίαν ναῖεν ἀλόχου δὲ Κολχίδι συνάστεος θράνου † Λεχαίου τ ' ἄνασσε συνορμάδας φοινίκεον
7392661 ῥαχει
γὰρ δριμύ , ἀϲῶδεϲ : ὀδύνη κατ ' ὀϲφὺν ἐπὶ ῥάχει βαρεῖα : διάταϲιϲ τῶν μερέων , μᾶλλον δὲ τῶν
παραστάτην ὠνόμαζεν . ὁ δὲ στόμαχος πρόσκειται μὲν ἔνδοθεν τῇ ῥάχει , κατατείνει δ ' εἰς πνεύμονα , ὀνομάζεται δὲ
7392608 φαρυγγι
πύλαις , ἢ τῇ ἀρχῇ τοῦ λαιμοῦ , ἤτοι τῷ φάρυγγι . ἢ τοῦ ἥπατος ἢ τοῦ στομάχου ἐφήμεναι ]
πάσας τὰς ἐν τῷ στόματι καὶ τῷ κίονι καὶ τῷ φάρυγγι φλεγμονὰς καὶ διαθέσεις , κᾂν ἕλκος γένηται , καὶ
7381011 κατθεσαν
, ὕπνῳ καὶ θανάτῳ διδυμάοσιν , οἵ ῥά μιν ὦκα κάτθεσαν ἐν Λυκίης εὐρείης πίονι δήμῳ . Πάτροκλος δ '
ἄνακτι : ἐνδυκέως δ ' ἄρα πάντα πονησάμενοι κατὰ κόσμον κάτθεσαν ἐν κλισίῃσι δεδουπότα Πηλείωνα . Τὸν δ ' ἐσιδοῦς
7380659 κατατασει
ἀντιμεταγέτω βίᾳ τὸν τράχηλον . προστιθέσθω δ ' ἅμα τῇ κατατάσει καὶ τῇ ὑπεραιωρήσει : ἀνίεται γὰρ τὰ περικείμενα τῷ
τὴν δὲ μόχλευσιν πλάτος ἔχοντι μοχλῷ μοχλεύειν χρὴ ἅμα τῇ κατατάσει , ἐκ τοῦ ἔξω μέρεος ἐς τὸ ἔσω ἀναγκάζοντα
7377961 ἐθυνεον
εἰσὶ γενέθλης . τοὺς πάντας ] πέρι κύκλωι ? ? ἐθύνεον ἀΐσσοντες ! ! ! ! ! ! ! ἔθνεα
τοὶ δ ' αὖ προπάροιθε πόληος νῶθ ' ἵππων ἐπιβάντες ἐθύνεον . οἱ δ ' ἀροτῆρες ἤρεικον χθόνα δῖαν ,
7377866 ἱζεν
ἔπειτα θοῶς ἐπὶ ἔργα τράποντο , Αὐτὴ δ ' ἀντίον ἷζεν Ἀλεξάνδροιο ἄνακτος , Ὄσσε πάλιν κλίνασα , πόσιν δ
ἄρα κισσυβίῳ κίρνη μελιηδέα οἶνον , αὐτὸς δ ' ἀντίον ἷζεν , ἐποτρύνων δὲ προσηύδα : “ ἔσθιε νῦν ,
7365359 ἀκιδι
θέλῃ ἀφίστασθαι , σικύην προσβαλὼν ἀφαιρέειν τοῦ αἵματος , κατακεντῶν ἀκίδι τριγώνῳ ἐς τὰ γούνατα , ἢν ἐν τοῖσι γούνασιν
ἁλιεὺς ἢ τρώσῃ τὸν παῖδα αὐτῆς τῇ τριαίνῃ ἢ τῇ ἀκίδι βάλῃ * * ἡ μὲν ἀκὶς τὰ ἄνω τέτρηται
7354557 ἐγχριμψας
κραδίην ἐλάσας δόρυ , τῇ δ ' ὑπὸ νηδὺν φάσγανον ἐγχρίμψας : τὰς δ ' ἐσσυμένως λίπεν ἦτορ . Δηρινόην
τε καὶ ὑψικάρηνα γένεθλα φοινίκων πρόρριζα κατὰ χθονὸς ἐξετάνυσσεν , ἐγχρίμψας θηκτῇσιν ἀπειρεσίαις γενύεσσιν : ὁππότε δ ' ἐν μερόπων
7353929 ληψει
πέλας ἀγκυλοκώλων . κἀν Θάσῳ ὀψώνει τρίγλην , κοὐ χείρονα λήψει ταύτην : ἐν δὲ Τέῳ χείρω , κεδνὴ δὲ
αἳ παρῆσαν αὐτῷ , κομίσαντες ἐσκόπουν ὅπως μετριώτατα ἢ ὁμήρων λήψει ἢ ἄλλῳ τῳ τρόπῳ καταπαύσουσι τὴν ἐπιβουλήν . καὶ
7349777 ὀχθῃ
ἐς τὰς ὕλας ξυμπεφευγότων , αἳ δὴ πολλαὶ πρὸς τῇ ὄχθῃ τοῦ ποταμοῦ ἦσαν , τούτους κτείνειν , ὅσοι μὴ
ὡς δῆλον εἶναι τῷ Πώρῳ ὅτι ἐγνωκὼς εἴη προσλιπαρεῖν τῇ ὄχθῃ , ἔστε τὸ ὕδωρ τοῦ ποταμοῦ μεῖον γενόμενον τοῦ
7348966 ἁλι
ῥοφανέτω τοῦ χυλοῦ , ἀρτύσας τυρῷ ἀνάλτῳ καὶ μήκωνι καὶ ἁλὶ καὶ ἐλαίῳ καὶ σιλφίῳ καὶ ὄξει . Ἢν δὲ
καὶ ὄξουϲ , ϲταφὶϲ ἀφῃρημένη τὰ γίγαρτα μετὰ φλοιοῦ ϲὺν ἁλὶ καὶ ὀξυμέλιτι , καρύων βαϲιλικῶν τὸ ἐντόϲ , μυρϲινόφυλλα
7346966 ἠλακατα
, ἵν ' αἰδοίη βασίλεια : τῇ δὲ παρ ' ἠλάκατα στροφαλίζετε , τέρπετε δ ' αὐτὴν ἥμεναι ἐν μεγάρῳ
προσθέσει τοῦ αλ στροφαλίζω : „ τῇ δὲ παρ ' ἠλάκατα στροφαλίζετε „ . . . . . στυφελίζειν :
7343567 περαιᾳ
: εἶτα Εἰλειθυίας πόλις καὶ ἱερόν : ἐν δὲ τῇ περαίᾳ Ἱεράκων πόλις τὸν ἱέρακα τιμῶσα : εἶτ ' Ἀπόλλωνος
τοὺς τέττιγας : οἱ μὲν γὰρ ἐν τῇ τῶν Λοκρῶν περαίᾳ φθέγγονται , τοῖς δ ' ἀφώνοις εἶναι συμβαίνει :
7335801 ἀριστερῃ
, τῇ μὲν δεξιῇ χειρὶ ἔχων αἰχμήν , τῇ δὲ ἀριστερῇ τόξα , καὶ τὴν ἄλλην σκευὴν ὡσαύτως : καὶ
δεξιῇ μὲν ἔχων τὸν Ἕλλης τάφον τῆς Ἀθάμαντος , ἐν ἀριστερῇ δὲ Καρδίην πόλιν , διὰ μέσης δὲ πορευόμενος πόλιος
7334601 μελαινῃ
ἄσπετα κεῖται . ἦ μέν μιν λοχόωσι νέοι σὺν νηῒ μελαίνῃ , ἱέμενοι κτεῖναι , πρὶν πατρίδα γαῖαν ἱκέσθαι :
ἀδικεῖ ” ἔφη „ Ῥήγιλλαν Ἡρώδης λευκὰς ῥαφανῖδας σιτούμενος ἐν μελαίνῃ οἰκίᾳ . „ ταῦτα ὡς ἤκουσεν ἐσαγγελθέντα ὁ Ἡρώδης
7332532 ἀγχοθι
, μαψιδίην δὲ οἴσει ἄλην τῇ καὶ τῇ ἀλυσκάζοντι κέλευθον ἀγχόθι δεσποσύνων μεγάρων καὶ ὁμήθεος οἴκου . εἰ δὲ τύχοι
” . οὕτως οὖν αὐτὸς ἠπείγετο ἰδεῖν τὴν γαμετήν . ἀγχόθι δ ' αὐτῆς ἄντρον ἐπήρατον ἠεροειδές . ἱρὸν νυμφάων
7331980 θηρειον
Ἐρχθέντας : κλεισθέντας , ζωγρηθέντας , κρατηθέντας , κυκλωθέντας . θήρειον : θηρευτικὸν , τὴν τοῦ θηρὸς , οἰκίαν .
, οὕς φησιν ὁ Πλάτων δαίμονας . Ὅταν δὲ συνέπηταιτὴν θήρειον φύσιν ἑλομένηψυχὴ ἡ συνηρτημένη τῇ ὅτε ἄνθρωπος ἦν ,
7330709 προστεθεισαι
προστεθέντων τῷ πρώτῳ ἓξ γίνονται αἱ σχέσεις , τρεῖς αἱ προστεθεῖσαι καὶ τρεῖς αἱ προηγησάμεναι . τεσσάρων ὅρων προστεθέντων προστίθενται
. ἔστω δὴ ΔΥ δ # ʂ α . αὗται προστεθεῖσαι μὲν τῷ ʂ α ποιοῦσι ⃞ον : τῇ δὲ
7328437 προχεοντο
πετάσαντες ὀχῆας πεζοί θ ' ἱππῆές τε καὶ ἐς πεδίον προχέοντο διζόμενοι , μή πού τις ἔην δόλος ἄλλος Ἀχαιῶν
ὣς τῶν ἔθνεα πολλὰ νεῶν ἄπο καὶ κλισιάων ἐς πεδίον προχέοντο Σκαμάνδριον : αὐτὰρ ὑπὸ χθὼν σμερδαλέον κονάβιζε ποδῶν αὐτῶν
7327110 τραπεζῃ
νῦν καταβοῶσιν ὡς τρὶς πλεύσαντος εἰς Σικελίαν ἐπὶ χρήμασι καὶ τραπέζῃ ; Κηφισιδώρους δὲ καὶ Εὐβουλίδας καὶ Τιμαίους καὶ Δικαιάρχους
μέλλοντι ἐς μάχην καὶ ὡπλισμένῳ τῶν ἱερείων τὰ σπλάγχνα ἐπὶ τραπέζῃ προκεῖσθαι , τὴν δέ οἱ θυγατέρα ἐπιφανῆναι μέλαιναν ἐσθῆτα
7326925 ἐννημαρ
ἦσαν εὖρος , ἀτὰρ μῆκός γ ' ἐγενέσθην ἐννεόργυιοι καὶ ἐννῆμαρ μὲν ἀνὰ στρατὸν ᾤχετο κῆλα θεοῖο καὶ ἐννῆμαρ ξείνισσε
καὶ ὧς ἐρέω τοῦ ς ' εἵνεκα δεῦρο κάλεσσα . ἐννῆμαρ δὴ νεῖκος ἐν ἀθανάτοισιν ὄρωρεν Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι καὶ
7322419 ἀποεργει
ὥς φησι καὶ Ὅμηρος μικρὸς δὲ λίθος μέγα κῦμ ' ἀποέργει . Λᾶ πόλις Λακωνική . × . περάσεις δὲ
ὥς φησι καὶ Ὅμηρος μικρὸς δὲ λίθος μέγα κῦμ ' ἀποέργει . * ἀλλὰ ἀντὶ Ὀστρίμων , ἅ εἰσιν ὄρη
7315653 χηλῃ
χηλῇ λαμπρός , ἔσχατος δὲ ὁ ἐν μέσῃ τῇ βορείᾳ χηλῇ . Μεσουρανοῦσι δὲ τῶν ἄλλων ἀστέρων ἐν μὲν τῇ
ἱστορεῖν ὡς λάβοι παρὰ Νυμφῶν ἔδεσμά τι καὶ φυλάττοι ἐν χηλῇ βοός : προσφερόμενός τε κατ ' ὀλίγον μηδεμιᾷ κενοῦσθαι
7315025 ἀναγοντο
τῇ τρεισκαιδεκάτῃ δ ' ἄνεμος πέσε , τοὶ δ ' ἀνάγοντο . ” ἴσκε ψεύδεα πολλὰ λέγων ἐτύμοισιν ὁμοῖα :
ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , καὶ τότ ' ἔπειτ ' ἀνάγοντο μετὰ στρατὸν εὐρὺν Ἀχαιῶν : τοῖσιν δ ' ἴκμενον
7312423 Ὀρθογραφιᾳ
μέλλοντα : Ἀρκέσιος καὶ Ἀρκείσιος . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . Ἀριστοτέλης δὲ ἐν τῇ Ἰθακησίων πολιτείᾳ τὸν Κέφαλον
, ὁ φεύγων τὸ δοῦναι . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Ὀρθογραφίᾳ . Φθείρ . ὁ ἀπὸ φθορᾶς σωματικῆς γενόμενος .
7307376 νησιδι
προσεχὲς δ ' αὐτῇ τελευταῖόν ἐστι τὸ Κρόνιον πρὸς τῇ νησῖδι : τὸ δ ' Ἡράκλειον ἐπὶ θάτερα τέτραπται τὰ
ὁ δὲ Σεβαστὸς οὐ συνῆψε μάχην , ἀλλὰ ἐν τῇ νησῖδι καθωρμίσατο . Μουρκίου δὲ ἄλλον ὅρμον οὐκ ἔχοντος ,
7296598 τριχι
συνήθους τροφῆς πάλιν καλὸν ἐγεγόνει καὶ τὸ δέρμα ἐπανθούσῃ τῇ τριχὶ ἀπέστιλβεν . οἱ δὲ γενναιότατοι μέγαν τέ με καὶ
ἑλκούσας ὡς αὑτὰς τοὺς παριόντας καὶ πολιτῶν καὶ ξένων καὶ τριχὶ καὶ ὄμματι καὶ παρειᾷ καὶ χροιᾷ . κἀν ταύταις
7293687 μεμαωτα
Ὀλύμπιος ἀντιφέρεσθαι : ἤδη γάρ με καὶ ἄλλοτ ' ἀλεξέμεναι μεμαῶτα ῥῖψε ποδὸς τετάγων ἀπὸ βηλοῦ θεσπεσίοιο , πᾶν δ
: ἣ δὲ διαπρὸ ἤλυθεν ἐγχείη , στυφέλιξε δέ μιν μεμαῶτα , τμήδην δ ' αὐχέν ' ἐπῆλθε , μέλαν

Back