, τὰ ἔχοντα τὰ ἄρμενα ὡς πτερά , οὐδεὶς ἄλλος ἐφεῦρε χωρὶς ἐμοῦ . . : μνήμην κτλ . .
ῥᾳδίως κατεργαζομένων . Ἀπὸ Γλαύκου Σαμίου , ὃς πρῶτον κόλλησιν ἐφεῦρε σιδήρου . Ἢ ἐπὶ τῶν τεχνικῶς κατεσκευασμένων . Γλῶσσα
5573616 Ἰσις
εἰς δύο τομῆς δίκη τε , οἱονεὶ δίχη , καὶ Ἴσις , οὐ μόνον ὅτι ἴσον ἐν αὐτῇ τὸ ἀπὸ
κίονος προσαρμόσας καὶ θεὶς τὴν πήληκα . Περσεφόνη δὲ καὶ Ἴσις ἡ Γῆ καὶ Ῥέα καὶ Ἑστία καὶ Πανδώρα καὶ
5376003 Διονυσος
ταῖς ὄχθαις τοῦ Σαγγαρίου ἔρρηξε τοὺς δεσμοὺς τοῦ Διὸς ὁ Διόνυσος ἤδη τρόφιμος ὤν . : ἐνάπτεσθαι δὲ καὶ καθάπτεσθαι
Οὕτω γὰρ τοὺς λόγους ποιεῖς ὡς πάντα προσδέχεσθαι . . Διόνυσος , ὃς : Ὑψιπύλης ἡ ἀρχή . 〚 κάθαπτος
5338217 ὑμνει
καὶ ] | | τὸ αὑτοῦ ἀγαθὸν [ πᾶν ] ὑμνεῖ τε ? ? καὶ συναύξει κατὰ πολλὰ ὁμοιοῦν αὑτὸν
' ἀντιθέῳ ψυχῇ γεννήσαο κούρας δισσὰς ἡμιθέων γραψάμενος σελίδας : ὑμνεῖ δ ' ἡ μὲν νόστον Ὀδυσσῆος πολύπλαγκτον , ἡ
5320876 Προμηθευς
: φησὶν δέ , οἶσθα , περὶ αὐτοῦ : Κλέων Προμηθεύς ἐστι μετὰ τὰ πράγματα . καὶ αὐτοὶ δὲ Ἀθηναῖοι
κατὰ τοῦ Διὸς πέμπων τῆς ἰδίας γλώττης ; ὁ δὲ Προμηθεύς φησι , διὰ τί φοβοίμην ἐγὼ , ᾧ οὐ
5312511 Γη
εἰρημένον ? [ ] : Δημήτηρ ? [ Ῥέα ] Γῆ Μήτηρ [ ] Ἑστία Δηιώι ? . καλεῖται ?
πυρίκαυτα παραχρῆμα καταχριόμεναι μετ ' ὀξυκράτου , κωλύουϲαι φλυκταινοῦϲθαι . Γῆ ἀμπελῖτιϲ ἢ φαρμακῖτιϲ . Ἀμπελῖτιϲ γῆ καὶ φαρμακῖτιϲ λέγεται
5259585 διαμεσου
ἀλλ ' ἐν μεταχειρίσεσι καὶ ἐπιτηδειότητι . εἶπε δὲ τὰ διαμέσου ἀν . . . τὸ οὐκ ἠδυνήθην πιθεῖν ,
ἔνδοξον δάμαρ ] γυνή Τῶνδε προσσαίνει σέ τι : τοῦτο διαμέσου εἴρηται . λέγει δὲ ὅτι προσσαίνει σέ τι τούτων
5209214 Ἡφαιστος
Διόνυσος ἔκτεινε , Κλυτίον δὲ δᾳσὶν Ἑκάτη , μᾶλλον δὲ Ἥφαιστος βαλὼν μύδροις . Ἀθηνᾶ δὲ Ἐγκελάδῳ φεύγοντι Σικελίαν ἐπέρριψε
χρύσειοι δ ' ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς Ἥφαιστος ἔτευξεν ἰδυίῃσι πραπίδεσσι δῶμα φυλασσέμεναι μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο , ἀθανάτους
5206494 κατοχος
οὕτως ἐκδέχεσθαι τὴν παρὰ τῶν θεῶν ἔλλαμψιν : ὁ γὰρ κάτοχος γινόμενος ταῖς Μούσαις θεῖος ποιητὴς γίνεται . Ποία δέ
τοῦ χαλκοῦ , λάμβανε ἀργύρου λίτραν αʹ : ἔστι αὐτοῦ κάτοχος . Ἔχουσιν δὲ ἐν ταῖς ἄλλαις γραφαῖς καὶ διαφόρους
5101359 ἐγεννησε
καταχρήσασθαι . τούτου ἡ δέσποινα ἔτυχεν ἔγκυος οὖσα , ἔπειτα ἐγέννησε παιδάριον . καὶ αὐτὴ μὲν ἀπέθανε , τὸ δὲ
ἡ ἐξοχὴ τοῦ ὄρους ἡ καλουμένη Τεμμικία μεγάλην βλάβην ποτὲ ἐγέννησε . Σειληνὸς δὲ ὁ Χῖος ἐν βʹ μυθικῶν ἱστοριῶνβʹ
5062624 κυλιει
τοῖς βρέφεσιν , ἐνταῦθα αὐτὸς μὲν ἑαυτὸν πρὸ τῶν ποδῶν κυλίει τῶν τοῦ θηρατοῦ , καὶ ἐνδίδωσιν ἐλπίδα τοῦ δύνασθαι
γονικὴν καταλειφθεῖσαν τοῖς υἱέσι , χελιδόνα ζωγραφοῦσιν : ἐκείνη γὰρ κυλίει ἑαυτὴν εἰς πηλόν , καὶ κτίζει τοῖς νεοττοῖς φωλεόν
5056619 ἐγεννησεν
καὶ νύκτας ἴσας ποταμοὺς ἄνωθεν ἐκ τῆς ἀκρωρείας τῶν ὀρῶν ἐγέννησεν , οἳ ῥύμῃ κατασυρόμενοι ἰλὺν ἐπεσπάσαντο καὶ τοὺς βόθρους
ἀγαπωμένην , ἀνέλαβεν αὐτήν : καὶ διὰ τοῦ ποταμοῦ κομίσας ἐγέννησεν υἱὸν Μῆδον : ὃς ἀκμάσας εἰς τιμὴν τοῦ συγκυρήματος
5005006 Ἡρα
ἑκατόν : ὡς δ ' ἐξ ἐπιταγῆς Εὐρυσθέως ἐκελεύσθη ὁ Ἡρα - κλῆς φονεῦσαι αὐτήν . καὶ εἰς μάχην σταθεὶς
Σόλων | . . . . . . ] μα Ἡρα - κλέους παρὰ τοῖς Ἕλλησι , Σωκράτης δὲ πρὸς
4995778 Πραξιτελης
Δία καὶ Πολύκλειτος τὴν Ἥραν εἰργάσατο καὶ Μύρων ἐπῃνέθη καὶ Πραξιτέλης ἐθαυμάσθη . προσκυνοῦνται γοῦν οὗτοι μετὰ τῶν θεῶν .
ἀπ ' αὐτῆς Ἀπελλῆς τὴν Ἀναδυομένην Ἀφροδίτην ἀνεγράψατο . καὶ Πραξιτέλης δὲ ὁ ἀγαλματοποιὸς ἐρῶν αὐτῆς τὴν Κνιδίαν Ἀφροδίτην ἀπ
4988041 Καλλιοπην
καὶ τοῖς φρονήμασι μετεωρίζεσθαι τὰς ψυχὰς εἰς ὕψος οὐράνιον : Καλλιόπην δ ' ἀπὸ τοῦ καλὴν ὄπα προΐεσθαι , τοῦτο
. . . | Θρᾳκῶν , οἷον εἰς Ὀρφέα καὶ Καλλιόπην ἀνενέγκασαι λόγος [ . . . . . .
4986756 μαντικον
διὰ μέσων τῶν ἰοβόλων πορεύεσθαι κατετόλμων . Φασὶ δὲ καὶ μαντικὸν εἶναι , καί τινα νηστεύοντα καὶ καθαίροντα ἑαυτόν ,
σχολάζοντες , καὶ οἱ καλούμενοι δὲ μάγοι , γένος τοῦτο μαντικὸν καὶ θεοῖς ἀνακείμενον παρά τε Πέρσαις καὶ Πάρθοις καὶ
4975693 οἰκτραν
τοῖς φίλοις οἰκτρὰν , ἐκ δὲ τῶν φίλων ἐμοὶ μάλιστα οἰκτράν : παῖδες Ἀδμήτου Εὔμηλος καὶ Περιμήλη : ὡς κατεχομένη
' † αἱμορράντων δυσφόρμιγγα ξείνων αἱμάσσους ' ἄταν βωμοὺς † οἰκτράν τ ' αἰαζόντων αὐδὰν οἰκτρόν τ ' ἐκβαλλόντων δάκρυον
4971044 Ἀθηνα
Βία ἡ δυνατή * . ἢ ὅτι τριγέννητος θεὰ ἡ Ἀθηνᾶ . Καλλισθένης γάρ φησι τρίτῃ τοῦ μηνὸς γεννηθῆναι ,
ἀγροῖκος ἦν : γίνεται δ ' οὕτω μουσικός . ἐμίσησεν Ἀθηνᾶ τοὺς αὐλούς : οὐκ ὀλίγον γὰρ ἀφῃροῦντο τοῦ κάλλους
4969964 Πλουτων
τὸ νᾶμα τοῦ πόρου καὶ τοῦ ὁρισμοῦ τοῦ Πλούτωνος . Πλούτων δέ ἐστι ποταμὸς Αἰθιοπίας . οὕτω δὲ λέγεται διὰ
δυάδα οὗτός ἐστιν ὁ Ζεύς , πρὸς ὃν καὶ ὁ Πλούτων ἐπιστρέφεται : καὶ τὸν νοῦν προσείληφεν καὶ τοὺς λόγους
4890975 Ἀσκληπιος
Ἐμπόριον ὀνομάζεται . Ἅγιον , τόπος Σκυθίας , ἐν ᾧ Ἀσκληπιὸς ἐτιμᾶτο , ὡς Πολυΐστωρ . . . : Κύβελον
πρότερον γὰρ Ἤπιος ἐκαλεῖτο . Ἤπιος : οὕτως πρότερον ὁ Ἀσκληπιὸς ἐκαλεῖτο ἢ ἀπὸ τῶν τροπῶν ἢ ἀπὸ τῆς τέχνης
4846028 ἐδημιουργησε
καὶ ἤδη μὲν τὸν ἕνα καιρὸν ἐπεράτωσεν , ἐν ᾧ ἐδημιούργησε τὸ βρέφος . νῦν δὲ βούλεται σημειώσασθαι , ἐν
διὰ τί κάλλιστος ὁ κόσμος ; ὅτι ὁ θεὸς αὐτὸν ἐδημιούργησε . Γ ἐλάττων ὁ κόσμος , Β μέσος τὸ
4840889 Ποσειδων
εἰς τὴν Σκυθίαν : ὁ ὀρσοτριαίνης δέ , ἤγουν ὁ Ποσειδῶν ὁ τὴν τρίαιναν φέρων , ἀποπέμπων τὸν Αἰακὸν δεῦρο
αὐτὸς παρὰ Δηλίοις * . εἶπον καὶ ὄπισθεν ὅτι ὁ Ποσειδῶν τῇ Ἐριννύι Δήμητρι μιγεὶς Ἀρείονα ἵππον ἐγέννησεν . ἄλλοι
4840384 Δημητηρ
ὄφρα σε Λιμὸς ἐχθαίρῃ , φιλέῃ δέ ς ' ἐυστέφανος Δημήτηρ αἰδοίη , βιότου δὲ τεὴν πιμπλῇσι καλιήν : Λιμὸς
ἴουλος ἡ ἐκ τῶν δραγμάτων συναγομένη δέσμη καὶ Οὐλὼ ἡ Δημήτηρ . λέγεται δὲ ἴουλος καὶ ζῷόν τι , θηρίδιον
4805502 ἐλεφας
ἀνίασι γήρᾳ βαρεῖς ὄντες . ποῦ δὲ ἠλόησε πληγαῖς πατέρα ἐλέφας ; πῶς δὲ ἀπεκήρυξεν ὁ πατὴρ ὁ ἐν τούτοις
παρ ' ἐμοῦ συγγραφήν . Μάνθανε οὖν , ὅτι μαινόμενος ἐλέφας πρᾷος γίνεται , κριοῦ ὀφθέντος αὐτῷ , καὶ ὅτι
4770516 Κλειω
δὲ προσηγορίᾳ τὸν οἰκεῖον λόγον ἀπονέμοντές φασιν ὠνομάσθαι τὴν μὲν Κλειὼ διὰ τὸ τὸν ἐκ τῆς ποιήσεως τῶν ἐγκωμιαζομένων ἔπαινον
τὰ ἐκ τοῦ Ἑλικῶνος ἀγαθὰ ἔχουσα , οὐχ ὥσπερ ἡ Κλειὼ καὶ ἡ Πολύμνια καὶ ἡ Καλλιόπη καὶ αἱ ἄλλαι
4765550 Περσεφονης
ἀγκάλαις τῆς Ἀφροδίτης , ὥσπερ καὶ ἐν ταῖς ἀγκάλαις τῆς Περσεφόνης . τοῦτο δὲ τὸ λεγόμενον τοιοῦτόν ἐστιν ἀληθῶς :
. μηνίσασα : ὀργισθεῖσα . Δημήτηρ : ἡ μήτηρ τῆς Περσεφόνης . ἀμάθυνεν : ἠφάνισεν . ἐπεμβαίνουσα : τύπτουσα .
4753266 ὀργιοις
φοιτήσαντα τὸν ἐκ Θηβῶν ἐκεῖνον θύρσου τε ἅψασθαι καὶ δοῦναι ὀργίοις , εἰπόντα δέ , ὡς εἴη Διὸς καὶ τῷ
ἀνά τε νηῦς ἁλιπόρους ᾄδεται , πολυτρόποις ἓν τέλος ἐν ὀργίοις : ἁ βαθύκερως Ἶσις ἅτ ' ἔαρος ἅτε θέρεος
4748783 ἐπτοηθη
γαλαθηνὸν ὅς τ ' ἐν ὕληι κεροέσσης ἀπολειφθεὶς ἀπὸ μητρὸς ἐπτοήθη . καθαρῆι δ ' ἐν κελέβηι πέντε τε καὶ
, ὅς τ ' ἐν ὕλῃ κεροέσσης ἀπολειφθεὶς ἀπὸ μητρὸς ἐπτοήθη . Κράτης Γείτοσι : νῦν μὲν γὰρ ἡμῖν .
4726220 Πορου
καὶ ἡ αὐτοῦ τοῦ Ἔρωτος , ὡς ἐκ Πενίας καὶ Πόρου Μήτιδός ἐστι γεγενημένος ἐν τοῖς Ἀφροδίτης γενεθλίοις ; Τὸ
ἀεὶ φιλοσοφῶν . ὧν τὰ μὲν ἐκ τοῦ πατρὸς τοῦ Πόρου αὐτοῦ παραγίνεται , τὰ δὲ ἐκ τῆς μητρὸς Πενίας
4711153 εἰκασθεις
ἡ Λυκάονος θυγάτηρ , σύνθηρος ἦν Ἀρτέμιδι , ᾗ Ζεὺς εἰκασθεὶς Ἀρτέμιδι συνεμίγη , ἄρκτον δὲ ταύτην ποιεῖ διὰ τὸ
τῆς οἴκαδε νόστου τύχωσιν , ὁ Τρίτων αὐτοῖς ἐπεφάνη , εἰκασθεὶς Εὐρυπύλῳ , καὶ ἐκ τῆς παρατυχούσης αὐτῷ γῆς λαβών
4700757 Δικτυννα
ταῖς λόχμαις , ἔνθα διὰ κάλλους εἰς ἅμιλλαν κριθησόμεναι παρεγένοντο Δίκτυννα δὲ ἡ Ἄρτεμις λέγεται Γ καὶ τὸ τεῆς :
κῶλά τ ' ἀμπάλλετε κυκλούμενοι τὴν οἰκίαν . Ἅμα δὲ Δίκτυννα παῖς , Ἄρτεμις καλά , τὰς κυνίσκας ἔχους '
4687087 Λευκοθεα
τὸ λεύσσω τὸ βλέπω , ὁ διαφανὴς καὶ λαμπρός . Λευκοθέα : ἡ Ἰνώ . ὅτι ἐμμανὴς γενομένη διὰ τοῦ
λέγω . μετὰ δὲ τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἑρμοῦ Ποσειδῶν καὶ Λευκοθέα καὶ ἐπὶ δελφῖνός ἐστιν ὁ Παλαίμων . λουτρὰ δὲ
4679502 Ἰακχος
ὡς παρὰ τῷ Ἡροδότῳ σεμνὸν ἅμα ἡδονῇ ἕποιτο , οἷον Ἴακχος καὶ τὰ τοιαῦτα , ἑτέρου λόγου . Ἀλλ '
διεγένετο , ἀλλὰ καὶ συνιούσης τῆς ναυμαχίας ἐξεφοίτα μὲν ὁ Ἴακχος συνναυμαχήσων , νέφος δὲ ὁρμηθὲν ἀπ ' Ἐλευσῖνος καὶ
4665764 Ἑστια
θεῶν καὶ δαιμόνων κατὰ ἕνδεκα μέρη κεκοσμημένη . μένει γὰρ Ἑστία ἐν θεῶν οἴκῳ μόνη . τῶν δ ' ἄλλων
Ἑρμῆς , Ἥφαιστος , Ἀπόλλων , Δημήτηρ , Ἥρα , Ἑστία , Ἄρτεμις , Ἀφροδίτη καὶ Ἀθηνᾶ . οὐδὲ πελείης
4658119 ἡγεμονικωτατον
ἡμῶν ἐμφυσῆσαι πνοὴν ζωῆς τὸν θεὸν εἰς τὸ τοῦ σώματος ἡγεμονικώτατον , τὸ πρόσωπον , ἔνθα αἱ δορυφόροι τοῦ νοῦ
καὶ ἀρσενόθηλυν : νοῦν μέν , ὅτι τὸ ἐν θεῷ ἡγεμονικώτατον καὶ ἐν κοσμοποιΐᾳ καὶ ἐν πάσῃ ἁπλῶς τέχνῃ τε
4655108 Ἐχιδνης
. μὴ κάρχαρον πορθεῖ με δῆγμα Κερβέρου ; μὴ τῆς Ἐχίδνης ἰὸς ἀμφιβόσκεται , ἢ διαβραχεὶς ἰχῶρι Κενταύρου πέπλος ;
λῦσαι τῶν δεσμῶν . Φερεκύδης δὲ ἐν βʹ Τυφῶνος καὶ Ἐχίδνης τῆς Φόρκυνός φησι τὸν ἀετὸν τὸν ἐπιπεμφθέντα Προμηθεῖ .
4638384 Πραξιτελους
παιδία . ταῦτα καὶ παραπλήσια τούτοις ὁ λόγος ἀγωνιεῖται οὐδὲ Πραξιτέλους εὐαλώτοις χρωμένου τοῖς ἐγχειρήμασιν , ἓν δὲ καὶ σφόδρα
τοῦ χαλκοῦ : τὸν βωμὸν δὲ οἱ παῖδες εἰργάσαντο οἱ Πραξιτέλους . ἀνδριάς τέ ἐστι Προνόμου ἀνδρὸς αὐλήσαντος ἐπαγωγότατα ἐς
4623060 τικτει
λεοντῆ παρδαλῆ μοσχῆ κυνῆ . Οὐχὶ παρὰ πολλοῖς ἡ χάρις τίκτει χάριν . Ἡ πόλις ἐβούλεθ ' , ᾗ νόμων
θυγατέρα καὶ Ἀρσάκαν υἱόν , ὃς ὕστερον μετωνομάσθη Ἀρτοξέρξης . τίκτει δὲ αὐτῶι ἕτερον υἱὸν βασιλεύουσα , καὶ τίθεται τὸ
4609533 γυπα
τὸ ὄρνεον οὐκέτι εἶναι τὸν διιπετῆ καὶ μέγαν ἀετόν , γῦπα δὲ πικρὸν ὀδωδότα , ἐμὲ δὲ τοῦτον ὅς εἰμι
οὐγ . γʹ . Εἰς δὲ τὸν λύγγουρον λίθον γλύψον γῦπα , καὶ ὑπόθες ὀλίγον λίβανον καὶ ἀκρόπτερον τοῦ πτηνοῦ
4606231 ἐτεκε
ἔλεγον : καὶ τῇ ὑστεραίῃ τὰ αὐτά . Τρίτῃ δὲ ἔτεκε θυγατέρα , καὶ τἄλλα πάντα κατὰ λόγον ἦλθεν .
' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι πατέρι Ταντάλωι , ὃς ἔτεκεν ἔτεκε γενέτορας ἐμέθεν , δόμων ἃς κατεῖδον ἄτας : ποτανὸν
4606115 Ἠχους
τὴν συνουσίαν ταύτην εὕρεμα εἶναι τοῦ Πανός , ὅτε τῆς Ἠχοῦς ἐρασθεὶς οὐκ ἐδύνατο λαβεῖν , ἀλλ ' ἐπλανᾶτο ἐν
αὕτη ἡ ἴυγξ γυνὴ ἦν πρότερον , θυγάτηρ Πειθοῦς ἢ Ἠχοῦς καὶ Πανός , φαρμακεύουσα δὲ τὸν Δία εἰς τὸν
4595997 Ἁιδης
καὶ Δαρειὰν κεκλημένον . ἢ τὴν Δαρείαν ψυχὴν ἀναπέμψει ὁ Ἅιδης τοῦ τάφου ἔξωθεν . θεομήστωρ δὲ κικλήσκετο : θεομήστωρ
δὲ οἱ δώδεκα θεοὶ οὗτοι : Ζεύς , Ποσειδῶν , Ἅιδης , Ἑρμῆς , Ἥφαιστος , Ἀπόλλων , Δημήτηρ ,
4566991 συνοικων
. ἐπεὶ δὲ νεότητι μὲν ἐπανθῶν , γυναικὶ δὲ μὴ συνοικῶν ἔπαθόν τι πρὸς κόρην τοιαύτην ἀνδρὸς ὁμοῦ καὶ μνηστῆρος
, ἀδιάστροφος αἰεί , ὠγύγιος , πολύπειρος , ἀβλάπτως πᾶσι συνοικῶν τοῖς νομίμοις , ἀνόμοις δὲ φέρων κακότητα βαρεῖαν .
4558373 τεγγει
φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἀγένητα : στοιχεῖα . παρ '
ὡς φάτις ἀνδρῶν , χιών τ ' οὐδαμὰ λείπει , τέγγει θ ' ὑπ ' ὀφρύσι παγκλαύτοις δειράδας : ᾇ
4557970 Ἑκατη
Ἴακχος καὶ Σάραπις καὶ Ἶσις καὶ Ἄνουβις καὶ Ἁρποκράτης καὶ Ἑκάτη ἡ χθονία καὶ Ἐριννύες καὶ Δαίμονες οἱ περὶ τούτους
Ἀγχομενὸς γενοῦ γενναιότατα Βοιώτιος ἐξ ὀρχουμένου . χθονία θ ' Ἑκάτη σπείρας ὄφεων ἐλελιζομένη . τί καλεῖς τὴν Ἔμπουσαν ;
4556541 προσαγορευει
ὡς ἄρρενα πατρὸς ἔχουσαν τάξιν ἐν οὐρανῷ βασιλεύουσαν , ἥντινα προσαγορεύει καὶ Ζῆνα καὶ περιττὸν καὶ νοῦν , ὅστις ἐστὶν
γίνονται ἀδιάρθρωτοι καὶ ἀπὸ τῶν κοινῶν : τὰ γοῦν παιδία προσαγορεύει πάντας τοὺς ἄνδρας πατέρας καὶ μητέρας τὰς γυναῖκας τὸ
4554849 τιμωσα
ἤγουν παραβλέψασα ταῦτα , εἰς τὰ ὅσια προσέρχεται δώματα οὐ τιμῶσα ἐν αἴνωι , ἤτοι οὐκ ἐπαινοῦσα , δύναμιν πλούτου
' ἡμῶν πεπεῖσθαι τοῦθ ' ὅτι Κλεάρχῳ γνώμη τέ ἐστι τιμῶσα τὰ δίκαια ῥώμη τε ἀρκοῦσα τὰ δίκαια βεβαιοῦν ,
4547773 συλλαβουσα
ὅτι ” ἔγνω Ἀδὰμ Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ : καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱὸν καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σήθ ”
” φησίν „ Ἀδὰμ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ Εὔαν , καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱόν , καὶ ἐπωνόμασε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Σὴθ
4530962 Χρονος
ὕστερον ἐπ ' Ἀλεξάνδρου τῷ τάφῳ λέγουσιν ὅτι ἠγωνίσαντο . Χρόνος τε ἦν συχνὸς τῷ πένθει καὶ αὐτός τε αὑτὸν
ἄρα Μοῖραι σχεδόν ὅ τ ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος . τὸ δὲ σαφανὲς ἰὼν πόρσω κατέφρασεν , ὁπᾷ
4526680 πελαργος
καὶ τεκνοῦν ] . μάλιστα δὲ πρὸς παιδοποιίαν ἐπιτήδειος ὁ πελαργὸς διὰ τὴν γινομένην ὑπὸ τῶν ἐκγόνων τοῖς γονεῦσιν ἐπικουρίαν
ἐν ταῖς τῶν πελαργῶν κύρβεσιν : Ἐπὴν ὁ πατὴρ ὁ πελαργὸς ἐκπετησίμους πάντας ποήσῃ τοὺς πελαργιδέας τρέφων , δεῖ τοὺς
4507759 λυρα
καὶ διαποικίλλει τὴν χάριν . τὶν δ ' ἁδυεπής τε λύρα : τίν σοί Δωρικῶς . σοὶ οὖν , φησι
ἀλλὰ καθ ' ὁμοιότητα φωνεῖν λέγεται , οἷον αὐλοὶ καὶ λύρα καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἀψύχων ἀπότασιν καὶ μέλος καὶ
4506712 ἁγνη
θεοὶ ῥεῖα ζώοντες , ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ
πρὸ τοῦ ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ
4495816 Παν
ἀπὸ τῆς μιᾶς τοῦ κόσμου συστάσεως καὶ μονοειδοῦς ὑποδιεκρίθη . Πᾶν γὰρ ἓν πρὸ τοῦ οἰκείου πλήθους ἐστὶ τῇ ἑαυτοῦ
μὴ ἓν μὴ ἔστι τοῦ εἰ ἓν μὴ ἔστιν ; Πᾶν τοὐναντίον . Τί δ ' εἴ τις λέγοι εἰ
4494952 Σαραπις
αὖ μεθ ' ὑγίειαν περισπούδαστον ἀνθρώποις χρημάτων κτῆσιν καὶ ταύτην Σάραπις δίδωσιν ἄνευ πολέμων καὶ μάχης καὶ κινδύνων : οὕτω
καὶ Τελχῖνος ἐπιβουλευθεὶς ἄπαις ἀπέθανε , καὶ νομισθεὶς θεὸς ἐκλήθη Σάραπις : Νιόβης δὲ καὶ Διός παῖς Ἄργος ἐγένετο ,
4493918 ἐκρυψεν
ἐθρήνησε δὲ Μάρκελλος τοῦτο μαθὼν εὐθέως , λαμπρῶς τε τοῦτον ἔκρυψεν ἐν τάφοις τοῖς πατρῴοις σὺν τοῖς ἀρίστοις πολιτῶν καὶ
μορφὴν ἣν εἶχες τὸ πρότερον . εὐθέως δὲ ὁ θάνατος ἔκρυψεν τὴν ἀγριότητα αὐτοῦ καὶ περιεβάλετο τὴν ὡραιότητα αὐτοῦ ἣν
4482108 Κρονιος
τὸ πότιμον . ἢ τάχα διὰ τῶν ἀδήλων τόπων ὁ Κρόνιος ἑαυτὸν ἐκπέμπων ἀναδίδωσι πόρρω τὸν Ὑρκάνιον . . δύο
, πῦρ τέλεον ἄρρητον , οἱ Ῥέας Κούρητες ὅ τε Κρόνιος ἄμητος : ἄστρα διφρηλάτᾳ πάντα δι ' ἀνακτόρων Ἴσιδι
4458900 Περσεφονη
τυγχάνει οὖσα ; ” Φερεφάττα Πλάτων μόνος : Φερσεφόνη καὶ Περσεφόνη οἱ λοικοί . Περσέφασσα δὲ ποιητικώτερον . Φηγοί .
Δαείραι . . . . . : Δάειρα : ἡ Περσεφόνη παρὰ Ἀθηναίοις , παρὰ τὴν δᾶιδα , ἐπειδὴ μετὰ
4452744 Ἀρτεμις
ὕλη . ἀλλ ' οὔ οἱ τότε γε χραῖσμ ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα . ἡ διπλῆ , ὅτι σαφῶς τὸ βάλλειν
λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν αἴτιοι .
4437851 Ἐρως
λύχνων ἁφάς . εἶτ ' οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ ; οὐδεὶς γὰρ
οὐδ ' ἐπὶ σοὶ μούνῳ κατεθήξατο τόξα καὶ ἰοὺς πικρὸς Ἔρως . τί ζῶν ἐν σποδιῇ τίθεσαι ; πίνωμεν Βάκχου
4430928 ἐπιδεικνυται
καὶ ἐνευφραινόμενα τῇ παναρμονίῳ ἑβδομάδι . . . § : ἐπιδείκνυται δὲ καὶ ἕτερον κάλλος αὑτῆς ἑβδομὰς ἱερώτατον νοηθῆναι .
ἡ πρᾶξις ἐλήλεγκται : μᾶλλον δὲ τὸ κακόηθες εὔηθες ὂν ἐπιδείκνυται . σὺ μὲν γὰρ ᾤου τῶν δεσμῶν τὴν ἄφεσιν
4425916 Χαους
Ἴβυκος δὲ Ἀφροδίτης καὶ Ἡφαίστου , ὁ δὲ Ἡσίοδος ἐκ Χάους λέγει τὸν Ἔρωτα , ἐν δὲ τοῖς εἰς Ὀρφέα
φησίν . Ἀκουσίλαος [ ] [ δ ' ἐκ ] Χάους πρώτου τἆλλα . ἐν δὲ τοῖς ἀναφερομένοις εἰς Μουσαῖον
4420068 Σεμελη
, εἰ μὴ ἀπὸ φύσει μακρᾶς ἢ θέσει ἄρχοιτο , Σεμέλη , ἀγέλη , διὰ τὸ Πεντελή καὶ Ἀγγελή .
τὴν τῆς εὐτυχίας ὑπερβολὴν , ὅτι δοκήσει μὲν τέθνηκεν ἡ Σεμέλη τῷ βρόμῳ τοῦ πυρὸς τοῦ κεραυνίου , ζῇ δὲ
4419303 ἐπιπλειον
εἰς Τύρον , ἐκεῖ δὲ τοῖς Χαλδαίοις συστάντα μετασχεῖν τούτων ἐπιπλεῖον ποιῆσαι . Ἐπανελθόντα δ ' εἰς τὴν Ἰωνίαν ἐντεῦθεν
ἐπιλόγους λελῦσθαί τε ἤδη καὶ κατὰ τὸν ῥυθμὸν , καὶ ἐπιπλεῖον ἕκαστον προάγεσθαι τῶν εὑρισκομένων : ἀλλὰ μὴ διὰ βραχέων
4417549 νυμφη
ἡ τροφὸς Ποσειδῶνος . . . εἴρηται δὲ Ἄρνη ἡ νύμφη πρότερον Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ
: νύμφη , τροφὸς Ποσειδῶνος , εἴρηται δὲ Ἄρνη ἡ νύμφη Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ τῆς
4415194 δρακων
ζῷον ὑπερφυές , Διονύσου ἄγαλμα , ᾧ Ἰνδοὶ ἔθυον : δράκων ἦν μῆκος πεντάπλεθρον , ἐτρέφετο δὲ ἐν χωρίῳ κοίλῳ
Αὐλίδι , πόλει τῆς Βοιωτίας . ἔνθα καὶ θυόντων αὐτῶν δράκων ἐπὶ τὸ πλησίον ἀνελθὼν δένδρον στρουθοῦ νεοσσοὺς ὀκτὼ διέφθειρεν
4411995 ὁμοιωθεις
οὗτος λέγεται υἱὸς γεγονέναι τοῦ Διός . ὁ γὰρ Ζεὺς ὁμοιωθεὶς τῷ Ἀμφιτρύωνι συνεγένετο τῇ Ἀλκμήνῃ . καὶ ἐγεννήθη ὁ
: Ἀντιόπη Νυκτέως ἦν θυγάτηρ , ἣν ὁ Ζεὺς Σατύρῳ ὁμοιωθεὶς φθείρει , καὶ φεύγουσα τοῦ Νυκτέως τὰς ἀπειλὰς καταφεύγει
4411887 φαρμακις
καὶ ὅτι τοῦτο ἐκαλεῖτο , καὶ ὅτι ἦν γόης καὶ φαρμακίς , καὶ ὅτι δεινῶς ἀκόλαστος ἦν καὶ ἀφροδίτην παράνομον
ἂν φανεῖσα . Ἔστιν , ὦ φιλτάτη , ὅτι χρησίμη φαρμακίς , Σύρα τὸ γένος , ὠμὴ ἔτι καὶ συμπεπηγυῖα
4403317 Χαριτων
πνέουσιν αὖραι , μέλος ὀργάνων δονεῖται , τάχα παστὸν Ἀφροδίτῃ Χαρίτων πλέκουσι κῶμοι . Ὁ δ ' ἔρως ὁ πάντα
, τῷ Ἰξίονι , οὕτω : Μόνη ἡ νεφέλη ἄνευ Χαρίτων τέκεν αὐτῷ , τῷ Ἰξίονι , γόνον . Ἰστέον
4400153 ματροπολιν
δίφˈρους τε νωμάσοισιν ἀελλόποδας . κεῖνος ὄρνις ἐκτελευτάσει μεγαλᾶν πολίων ματρόπολιν Θήραν γενέσθαι , τόν ποτε Τˈριτωνίδος ἐν προχοαῖς λίμνας
, ἰὲ Παιάν , χαῖρεν Ἀσκλαπιέ , τὰν σὰν Ἐπίδαυρον ματρόπολιν αὔξων , ἐναργῆ δ ' ὑγίειαν ἐπιπέμποις φρεσὶ καὶ
4399405 κλεπτει
οἰκίαι , καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς κειμένων πολλῶν οὐδὲ εἷς κλέπτει . , : Ἰνδοὶ συγκατακαίουσιν ὅταν τελευτήσωσι τῶν γυναικῶν
οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι : σοφία δὲ κλέπτει παράγοισα μύθοις . τυφλὸν δ ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος
4397219 ἀσκησασα
ὕστερον Ἀπόλλωνα ἐγέννησεν . Ἄρτεμις μὲν οὖν τὰ περὶ θήραν ἀσκήσασα παρθένος ἔμεινεν , Ἀπόλλων δὲ τὴν μαντικὴν μαθὼν παρὰ
ἐξηρώησαν ἐξώρμησαν . ἐξονομακλήδην ἐπ ' ὀνόματος . ἔξυς ' ἀσκήσασα λεπτῶς κατειργάσατο . ἐξώφελλεν ἐπὶ πολὺ ηὔξησεν . ἔοι
4393954 μεμυθευται
πᾶσαι βοῶνται . καὶ ἡ Δῆλος οὖν οὐχ , ὡς μεμύθευται , ἀπὸ τῆς Ἀστερίας μεταμορφώσεως τῆς Λητοῦς ἀδελφῆς ,
, πολύθρηνος καὶ πολύδακρυς , περὶ ἧς δὴ παλαιὸς ἀνθρώποις μεμύθευται λόγος : φασὶ γυναῖκά ποτε οὖσαν Αἰόλου τοῦ Ἕλληνος
4392408 γεννᾳ
, πρὸς οἷς δὲ καὶ βλάπτει , καὶ θηρία πλεῖστα γεννᾷ . ἡ δὲ τριετής , καὶ τετραετὴς σφόδρα καλή
, ἐπειδὴ κατὰ τὸν γεννῶντά ἐστι καὶ τὸ σώζειν ἃ γεννᾷ [ καὶ τοῦ Διὸς ἐντεῦθεν σωτῆρος εἶναι λεγομένου ]
4392069 Ἡβην
: καὶ γὰρ ὁ Ἡρακλῆς ἀπὸ τῆς Ὀμφάλης ἐπὶ τὴν Ἥβην μεταβέβηκε . Φυρομάχου δ ' ἐμβαψαμένου εἰς φακῆν καὶ
τῆς ἐμῆς ἔσονται χωρία μνήμης . ἄξομαι καὶ αὐτὸς γυναῖκα Ἥβην , οὐ τὴν Ἡρακλέους , ἑτέρα δ ' ἡμῖν
4384350 καλλιστος
λωτοειδές . ] Ἐν Λιβύῃ δὲ ὁ λωτὸς πλεῖστος καὶ κάλλιστος καὶ ὁ παλίουρος καὶ ἔν τισι μέρεσι τῇ τε
' ἐραστῶν ἀλλήλοις καταστῆναι , ἐνθυμηθέντες ὡς οὐδ ' ὅστις κάλλιστος ἑαυτοῦ πώποτ ' ἠράσθη , ἀλλ ' ἑτέρου του
4382443 κρυπτει
ἕτερον πολυμοχθότερον πολυπλαγκτότερόν τε θνατῶν . τί γὰρ πέπλοισιν ἄθλιον κρύπτει κάρα ; αἰδόμενος τὸ σὸν ὄμμα καὶ φιλίαν ὁμόφυλον
θέλεις γνῶναι πῶς ἔπλευσα , γίνωσκε ὅτι θεομανεῖ πότμῳ . κρύπτει δὲ τὴν μοιχείαν καὶ ὑπὸ δαίμονός τινος βίᾳ ἦχθαι
4380922 ἀπεκυησε
σπέρματα τελεσφόροις ὠδῖσι τὸν μόνον καὶ ἀγαπητὸν αἰσθητὸν υἱὸν | ἀπεκύησε , τόνδε τὸν κόσμον . εἰσάγεται γοῦν παρά τινι
εἰς ἄγαλμα καὶ καλλώπισμα τῆς Λητοῦς . ταῦτα μὲν κατέχουσα ἀπεκύησε τὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὴν Ἄρτεμιν : ἐν τῇ Δήλῳ
4372157 ὀργισθεισα
τοῦ Παλλαδίου τῆς Ἀθηνᾶς ἐχομένην ἀπέσπασε καὶ αὐτόθι συνεγένετο , ὀργισθεῖσα δὲ ἡ Ἀθηνᾶ τοῦτον ἐν θαλάσσῃ σὺν πολλοῖς ἑτέροις
καὶ Ἥραν , μεθ ' ἃς Πλούτωνα καὶ Ποσειδῶνα . ὀργισθεῖσα δὲ ἐπὶ τούτοις Ῥέα παραγίνεται μὲν εἰς Κρήτην ,
4370926 πρωτογονος
εἰρημένων παίδων αὐτῆς ἀποτέξεως : † ἄλλως εἰς τὸ ἔνθα πρωτόγονός τε φοῖνιξ : ὁ Ζεὺς κρυφίως τῆς ἰδίας γυναικὸς
κώπαι πεμπομέναν τάλαιναν , οἰκτρὰν βιοτὰν ἔχουσαν οἴκοις , ἔνθα πρωτόγονός τε φοῖνιξ δάφνα θ ' ἱεροὺς ἀνέσχε πτόρθους Λατοῖ
4366018 Σεμελης
τὸν κεραυνοφόρον θεὸν τῷ σῷ πρηστῆρι βαλὼν καὶ πόθῳ κόρης Σεμέλης δουλωσάμενος . Τοιαῦτά σου τὰ βέλη καυστικά τε καὶ
δείκνυσιν ὁ περιάγων ἐν ἀμυδροῖς τοῖς γνωρίσμασιν , οὑτοσὶ μὲν Σεμέλης θάλαμος , οὑτοσὶ δὲ Ἁρμονίας , ἢ Λήδας ,
4365548 διφυη
εἰ δὲ τόδ ' ἔστιν , οὐ θαῦμα βλαστεῖν τὸν διφυῆ Κέκροπα . * Δάματερ πολύκαρπε , σὺ Σικελοῖσιν ἐναργὴς
, κικλήσκων λίτομαί σε κεκραμένον εὔδιον εἶναι . Πρωτόγονον καλέω διφυῆ , μέγαν , αἰθερόπλαγκτον , ὠιογενῆ , χρυσέαισιν ἀγαλλόμενον
4364094 ἀετος
: ὁ Προμηθεὺς ἐδέδετο ἐν τῷ Καυκάσῳ , καὶ ὁ ἀετὸς τὸ ἧπαρ αὐτοῦ κατήσθιεν . Ἀγροίτας δὲ ἐν τῇ
. Ἑλένης δέ ποτε κληρωθείσης , καὶ προαχθείσης κεκοσμημένης , ἀετὸς καταπτὰς ἥρπασε τὸ ξίφος , καὶ ἐς τὰ βουκόλια
4363707 χρυσῃ
ὁλοσχερῶς ἢ ἀπὸ μέρους : ὁλοσχερῶς μὲν Ἀρτέμιδι ἰκέλη ἠὲ χρυσῇ Ἀφροδίτῃ : ἀπὸ μέρους δέ , ὄμματα καὶ κεφαλὴν
μία δωρεά . προεστεφανώκει δὲ καὶ ἕκαστον πρὶν εἰσελθεῖν στλεγγίδι χρυσῇ : πέντε χρυσῶν ἑκάστῃ δ ' ἦν τὸ τίμημα
4362570 γενετωρ
ποταμῶν οὔτ ' αἰθέρος ὄμβριον ὕδωρ , ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν . . . .
μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ , ὁ μὲν ἀνθρώπων καὶ θεῶν γενέτωρ , ἡ δ ' ὑγροβόλους σταγόνας νοτίας παραδεξαμένη τίκτει
4361809 ἐμμανης
ὃν ἐὰν εὕρῃ τις τῶν μυστηρίων ἐπιτελουμένων τῆς θεᾶς , ἐμμανὴς γίνεται : καθὼς ἱστορεῖ Ἀγαθαρχίδης ἐν τοῖς Φρυγιακοῖς .
Βοιωτίας , ὅθεν καὶ Γλαῦκος * * γευσάμενον * * ἐμμανὴς γέγονε καὶ ἥλατο εἰς θάλασσαν [ ὁ Ἀνθηδόνιος ]
4361340 Φανητα
τέσσαρα ταῦτα : τὸ ἓν τὴν πρώτην ἀρχήν : τὸν Φάνητα ὅπερ ἐστὶ πέρας τῶν νοητῶν θεῶν ἀρχὴ δὲ τῶν
λοιπὰ μέρη φοβεροῖο δράκοντος αὐχένος ἐξ ἄκρου ἢ αὐτὸν τὸν Φάνητα δέξαιτο , θεὸν ὄντα πρωτόγονον , ἢ σῶμα ἢ
4361069 Κορη
λέγειν ὅτι οὐκ οἴδαμεν , εἰ ἔστι τις Δημήτηρ ἢ Κόρη ἢ Πλούτων : ἵνα μὴ λέγω , ὅτι νυκτὸς
μὲν ἡ γῆ καλεῖται , ὅτι πάντων ἡ γῆ μήτηρ Κόρη δὲ νῦν καὶ Περσεφόνη , τὰ ἐκ τῆς γῆς
4356830 Φρυξ
ἀλθαίνεσκεν ἀκμαίαν πατρός , ὀθνεῖα γατομοῦντος Αἴθωνος πτερά . Ὁ Φρὺξ δ ' , ἀδελφὸν αἷμα τιμωρούμενος , πάλιν τιθηνὸν
, ὡς ἐπιθαλάμιον . τούτου γὰρ , φασὶν , ὁ Φρὺξ ὑπομιμνησκόμενος στε - νάζει τὸν Ἑλένης γάμον καὶ ὑμέναιον
4355853 Νυμφαις
ἔθους ὄντος κατὰ Σικελίαν θυσίας ποιεῖσθαι κατὰ τὰς οἰκίας ταῖς Νύμφαις καὶ περὶ τὰ ἀγάλματα παννυχίζειν μεθυσκομένους ὀρχεῖσθαί τε περὶ
, ὁ πρεσβύτης ἐγώ , ὃς πολλὰ μὲν ταῖσδε ταῖς Νύμφαις ᾖσα , πολλὰ δὲ τῷ Πανὶ ἐκείνῳ ἐσύρισα ,
4352247 σωτηρ
διὰ τοῦ κύριος καὶ θεός , τοῦ δὲ νοητοῦ ἀγαθοῦ σωτὴρ καὶ εὐεργέτης αὐτὸ μόνον , οὐχὶ δεσπότης ἢ κύριος
δὲ μηδὲ κλέπτης ὁ τοῦ μαινομένου κλέψας τὸ ξίφος , σωτὴρ δέ , οὐδὲ μοιχὸς ὁ τὴν πλουσίαν διαφθείρας ἀλλὰ
4349410 ἐβλαστεν
, τοῦ Αἰήτου πυθομένου περὶ τῶν προειρημένων ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; λέγοντα : καὶ κάρτα φρίξας τ '
μὲν οὐκ ἄρ ' ᾖστε τὸν Προμηθέα ἦ βλαστὸς οὐκ ἔβλαστεν οὑπιχώριος ; καὶ κάρτα : φρίξας γ ' εὐλόφῳ
4340105 ἀναγει
Τίς τέχνη ἢ μέθοδος ἢ ἐπιτήδευσις ἡμᾶς οἷ δεῖ πορευθῆναι ἀνάγει ; Ὅπου μὲν οὖν δεῖ ἐλθεῖν , ὡς ἐπὶ
, ἀνιᾷ τε αὐτὸ καὶ δάκνει καὶ εἰς κίνησιν ὀδυνηρὰν ἀνάγει , ὥστε μηκέτι κατέχεσθαι , ἀλλ ' εὐθέως ὥσπερ
4337250 πιεται
εὕδων καὶ κεκρυμμένος νέκυς ψυχρός ποτ ' αὐτῶν θερμὸν αἷμα πίεται , εἰ Ζεὺς ἔτι Ζεὺς χὠ Διὸς Φοῖβος σαφής
, μεθύων τε ταῖς πόρναισι λοιδορήσεται , κἀκ τῶν βαλανείων πίεται τὸ λούτριον . Εὖ γ ' ἐπενόησας οὗπέρ ἐστιν
4335604 Ληδᾳ
ἄλλα πολλὰ ἔλεγεν ἐπαγωγά , καὶ δῶρα ἐδίδου τῇ τε Λήδᾳ καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς προσήκουσιν , ὅσα οὐδὲ ξύμπαντες
ἐν τῷ ἕλει τοῦτο κατέλιπε . ποιμὴν δὲ εὑρὼν τῇ Λήδᾳ τοῦτο κομίζει , ἡ δὲ λάρνακι θεμένη ἐφύλαττε .
4334260 ἀνεδωκε
τῆς Ἥρας ζηλοτυπίαν . Ἐκείνης δὲ τεθνηκυίας , ἡ γῆ ἀνέδωκε Τιτυόν . Καὶ διὰ τοῦτο γηγενὴς ἐκλήθη . .
καὶ ἀνυδρίᾳ συνεχόμενος , ἥψατο τῆς γῆς , καὶ χρυσῆν ἀνέδωκε πηγὴν , τοῦ ὕδατος χρυσοῦ γενομένου : καὶ ὑπόδιψος
4333175 Προμηθεως
] Τοὺς πλατεῖς . οὔκουν , Προμηθεῦ : Εἰπόντος τοῦ Προμηθέως ὅτι ἐγὼ τὴν παροῦσαν ὑπομενῶ τύχην , ἕως οὗ
οἷον εἴ τις τοὺς ἀνθρώπους μὴ πεπλάσθαι εἴποι ὑπὸ τοῦ Προμηθέως , ἀλλ ' ὑπ ' ἄλλου τινὸς τῶν θεῶν
4332352 δημιουργος
μὴ μισθὸς αὐτῇ προσγίγνηται , ἔσθ ' ὅτι ὠφελεῖται ὁ δημιουργὸς ἀπὸ τῆς τέχνης ; Οὐ φαίνεται , ἔφη .
ὁ Θ . τοῦτό γε καλῶς αὐτῷ μαρτυρῶν . Ὁ δημιουργὸς ἤρχετο τῆς συστάσεως τοῦ κόσμου ἐκ πυρὸς καὶ γῆς
4332182 λαβουσα
κώμη ἔρημος περὶ τὴν Μυκαληττόν , ἀπὸ τοῦ Ἀμφιαράου ἅρματος λαβοῦσα τοὔνομα , ἑτέρα οὖσα τοῦ Ἅρματος τοῦ κατὰ τὴν
τῷ Πλούτῳ τὰς χύτρας , αἷς τὸν θεὸν ἱδρυσόμεθα , λαβοῦσα ἐπὶ τῆς κεφαλῆς φέρε . Γ χύτραισιν Γ ὥσπερ
4332006 πολυδαιδαλος
εἵματα μὲν δὴ ξείνῳ ἐϋξέστῃ ἐνὶ χηλῷ κεῖται καὶ χρυσὸς πολυδαίδαλος ἄλλα τε πάντα δῶρ ' , ὅσα Φαιήκων βουληφόροι
ὑπομένω . πόνον : μόχθον . Ψυχήν : κατά . πολυδαίδαλος : ποικίλος , πανοῦργος , φρόνιμος , πολύδουλος ,
4331716 καταριθμουσιν
Ἐ . ὁ Φαίστιος , ὃν ἕβδομον ἐν τοῖς σοφοῖς καταριθμοῦσιν ἔνιοι τῶν οὐ προσιεμένων τὸν Περίανδρον . ἐδόκει δέ
καὶ τῶν ἄλλων , οὓς Ἕλληνες ἐν τοῖς δώδεκα θεοῖς καταριθμοῦσιν , ἀλλὰ καὶ τῶν προγενεστέρων , ἐξ ὧν οἱ
4323921 Σεμελην
βροντῶν καὶ ἀστραπῶν ἐπιφανῶς ποιεῖσθαι τὴν συνουσίαν : τὴν δὲ Σεμέλην ἔγκυον οὖσαν καὶ τὸ μέγεθος τῆς περιστάσεως οὐκ ἐνέγκασαν
τὰς εἰλίποδας βοῦς ἐποίμαινε , καὶ πρεσβῦτις ἀφικνεῖται πρὸς τὴν Σεμέλην ἡ τοῦ Διὸς γαμετή . τοιαῦτα δὲ μελετῶντες πῶς

Back