ὡς ἄρρενα πατρὸς ἔχουσαν τάξιν ἐν οὐρανῷ βασιλεύουσαν , ἥντινα προσαγορεύει καὶ Ζῆνα καὶ περιττὸν καὶ νοῦν , ὅστις ἐστὶν
γίνονται ἀδιάρθρωτοι καὶ ἀπὸ τῶν κοινῶν : τὰ γοῦν παιδία προσαγορεύει πάντας τοὺς ἄνδρας πατέρας καὶ μητέρας τὰς γυναῖκας τὸ
8096178 καλει
τοῦ χεδροποῦ . ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος τὰ ὄσπρια χέδροπα καλεῖ , εἴτε ἐκ τῶν σιτηρῶν λέγων , εἴτε ἐκ
δράμασι διηγωνισμένον , καὶ τρίτον , ὃν Ἀπολλόδωρος μὲν Νικόστρατον καλεῖ , οἱ δὲ περὶ Δικαίαρχον Φιλεταῖρον . κατεκλήρωσε δὲ
7508263 ὀνομαζει
συνήθεια , οἷον ἕξιν καὶ ἑκτόν , τὰ δὲ οὐδέποτε ὀνομάζει , τὰ δὲ ποτὲ μὲν ὀνομάζει ποτὲ δὲ οὐκ
τοῖς δὲ ἄλλοις οὐ συνήθη , ὡς εἴ τις ἀγορὰν ὀνομάζει τὸν λιμένα , καθάπερ Θετταλοί , ἢ κλεινὸν ἀντὶ
6938510 κεκληκεν
] : νῦν τοὺς Ἕλληνας Ἰήονας ? ? [ ] κέκληκεν [ ] ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων πάντας [ κοινῶς -
, ὅ ἐστι τὰ σώματα ἓν γεγονότα , θεῖον ἄκαυστον κέκληκεν . Καὶ μετέπειτα ἐπιφέρεται πυρίτης ἀπολελυμένος , μηδένα τῶν
6926618 κεκληκε
ἐκεῖθεν μέχρις ἡλίου . . . . . Θαλῆς τοίνυν κέκληκε τὴν ψυχὴν ἀκίνητον [ . ἀεικίνητον ] φύσιν .
σὺ δ ' ἐμοὶ γίνου ἀληθοσύνης . Ἤδη γάρ με κέκληκε θαλάσσιος οἴκαδε νεκρός , τεθνηκὼς ζωιῶι φθεγγόμενος στόματι .
6805800 ἐπαινει
μέθης . Σαπφώ τε ἡ καλὴ πολλαχοῦ Λάριχον τὸν ἀδελφὸν ἐπαινεῖ ὡς οἰνοχοοῦντα ἐν τῷ πρυτανείῳ τοῖς Μυτιληναίοις . καὶ
κοινὸν τόδ ' ἄχος , καὶ πόλις ἄλλως ἄλλοτ ' ἐπαινεῖ τὰ δίκαια . ἡμεῖς δ ' ἅμα τῷδ '
6775278 ἐκαλεσεν
καὶ ἐνταῦθα λέγει , ὅτι τὰ ἔντερα τοῦ ἀνθρώπου κῶλα ἐκάλεσεν , ἃ ἐοίκασι τοῖς τῶν κυνῶν ἐντέροις , πλὴν
ἐπαίνου ἄξιος : οὕτως γὰρ καὶ ὁ Πλάτων τὴν φιλοσοφίαν ἐκάλεσεν . ὁ δὲ φιλόμυθος ὁ ἐπὶ τῶν καθ '
6679953 Ἀναξαγορας
ὄψεως πρὸς τὸν ἥλιον , παραπλησίαν ταῖς κατοπτρικαῖς ἐμφάσεσιν . Ἀναξαγόρας Δημόκριτος σύνοδον ἀστέρων δυεῖν ἢ καὶ πλειόνων κατὰ συναυγασμόν
οὔτε ὕδωρ εἶναι ἄντικρυς οὔτε οὐχ ὕδωρ : ᾧ καὶ Ἀναξαγόρας ἠκολούθησεν . ὅτι δὲ ψευδὴς ὁ λόγος ὁ λέγων
6672544 ὠνομασεν
δ ' ἂν τούτοις προσήκοιεν καὶ οἱ ἀλεκτρυονοτρόφοι , οὓς ὠνόμασεν ἐν Ἀξιόχῳ Αἰσχίνης . Μετὰ δὲ ταύτην ἡ τῆς
τὸ ὑποδεχόμενον κοῖλον . τοὺς δὲ σφονδύλους τούτους Ῥιανὸς κύβους ὠνόμασεν αὐχένος ἐξ ὑπάτοιο κύβοις ἐπιτέλλεται ἰξύς . ἡ μέντοι
6435138 Ξενοκρατης
Πυθαγόρας ἀριθμὸν ἑαυτὸν κινοῦντα . ξυνεφώνησε δὲ τῷ λόγῳ καὶ Ξενοκράτης . . . . Πυθαγόρας δὲ ἀριθμὸν ἑαυτὸν κινοῦντα
ὡς τὸ εἰκὸς τὸν Ξενοκράτην φιλανθρώπως καὶ αὖ πάλιν ὁ Ξενοκράτης ἐκεῖνον ὁμοίως . διαλυθείσης δὲ τῆς συνουσίας οὐδὲν οὔτε
6418461 παραδειγματικον
πάντ ' ἐπέοικεν ” , οὐκ ἄδηλον ὅτι κατὰ τὸ παραδειγματικὸν ἰδίωμα καὶ ὁ ἀριθμὸς κέκληται καὶ μάλιστα πάντων ὁ
δὲ ἔχει καὶ τὸ ἀγένητον πρὸς τὸ γενητὸν καὶ τὸ παραδειγματικὸν πρὸς τὸ εἰκονικόν , καὶ τὸ λογικὸν πρὸς τὸ
6415388 Ἐμπεδοκλης
μὲν ἑπτακαιεικοσαπλασίω τῆς γῆς τοῦτον ἔφησεν εἶναι . . . Ἐμπεδοκλῆς δὲ ἴσον τῇ γῇ . . . ὁ δὲ
ὡς περατοῦντα καὶ συνέχοντα πάντα . τοῦτο οὖν φησιν ὁ Ἐμπεδοκλῆς , ὅτι ἡνίκα τὸ νεῖκος ἐπεκράτησε καὶ ὥρμησεν εἰς
6396415 εἰσαγει
κατὰ τὴν ἀρχὴν ἐμβιβάζει τὸν ἄνθρωπον εἰς παγίδα , ἤτοι εἰσάγει αὐτὸν εἰς κίνδυνον . διὸ οὐκ ἔστιν ἄνθρωπον ὑπεκδραμόντα
κολοβώσας . . . . Σοφοκλῆς δὲ ἐν ταῖς Κολχίσιν εἰσάγει τὴν Μήδειαν ὑποτιθεμένην τῷ Ἰάσονι περὶ τοῦ ἄθλου δι
6390927 παραγει
σαφῶς ὁ Ἀριστοτέλης δηλοῖ : ἀντιλέγων γὰρ πρὸς τὸν Πλάτωνα παράγει μαρτυρίαν ἐκ τῶν παρ ' αὐτοῦ εἰρημένων ἐν τῷ
καὶ φρονήσεως ἐκ τοῦ ἑτέρου καὶ τοῦ ταὐτοῦ . καὶ παράγει εἰς μέσον ὥσπερ παράδειγμα τοῦ μὲν ἑτέρου τὸ ὑγεινὸν
6309292 θαυμαζει
τῆς ὅλης Σικελίας ἐγκεχαραγμένον μεγάλως , ὃν βασιλεὺς ὁ Περσῶν θαυμάζει καὶ φιλεῖ , πέμπει δὲ αὐτῷ κατ ' ἔτος
Ἐρεχθέως πολιτῶν , τουτέστι τῶν Ἀθηναίων : οἱονεὶ πᾶσα πόλις θαυμάζει τὰς Ἀθήνας καὶ τὰς ἀνδραγαθίας τῆς πόλεως . Ἄπολλον
6301319 ὠνομασε
παρθένου ἐρασθέντα πόλιν κτίσαι , ἣν ἀφ ' ἑαυτοῦ οὕτως ὠνόμασε . Τὰ αὐτὰ καὶ Νικόλαος ἐν τετάρτῃ ἱστορίᾳ .
καταγόρευσις εἴρηται , ὡς καὶ Ἀριστοτέλης τὸ τῶν κατηγοριῶν βιβλίον ὠνόμασε διὰ τὸ κατά τινος πράγματος τὸ λεγόμενον ἀγορεύεσθαι .
6289261 ὀνομασας
οὑτωσί : ἀπληστοίνους τ ' ἀρυσαίνας , ἀπὸ τοῦ ἀρύσασθαι ὀνομάσας . καλοῦνται δὲ καὶ ἀρυστῆρες καὶ ἀρύστιχοι . Σιμωνίδης
ταῦτα δὲ καὶ μόρα Αἰσχύλος ὠνόμακεν , τὰ ἄγρια οὕτως ὀνομάσας τὰ ἐκ τῆς βάτου . τάχα δ ' ἄν
6244616 ἐδιδαξε
οὐ μόνον ἀντεῖπεν , ἀλλὰ καὶ μετέπεισε τὸν προδιεφθαρμένον . ἐδίδαξε γὰρ αὐτὸν συμφέρειν ζῆν τὸν Εὐμενῆ μᾶλλον ἢ τὸν
ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντα δόλον ἐπὶ τῆς ξηρᾶς . ἐδίδαξε γὰρ τὰ μυστήρια καὶ ἀπεκάλυψε τῷ αἰῶνι τὰ ἐν
6190407 αἰνιττεται
λόγων ἰσχύϊ προσεχρῆτο . ὅθεν καὶ Δημόδοκος ὁ Λέριος τοῦτο αἰνίττεται λέγων : ἢν τύχῃς κρίνων δικάζευ τὴν Πριηνίην δίκην
ὁ στίχος : σεσημείωται γὰρ τὸ ὄνομα τῆς Ἑλένης . αἰνίττεται δὲ ὅτι πονηρῶς κερτομεῖ περὶ τούτων πυνθανομένη ὧν παροῦσα
6178521 Ξενοφανης
ἐκ τῆς ἐναργείας τοῦ ζητουμένου . καὶ τοῦτο πρῶτον εἶπε Ξενοφάνης : καὶ τὸ μὲν οὖν σαφὲς οὔ τις ἀνὴρ
ὁ Ἀπολλωνιάτης ἀέρα , Ἵππασος δὲ ὁ Μεταποντῖνος πῦρ , Ξενοφάνης δὲ ὁ Κολοφώνιος γῆν καὶ ὕδωρ , Οἰνοπίδης δὲ
6147953 παραδεδωκεν
Αἰολέων δὲ καὶ ἡ τῶν Ἰώνων ἀποικία πολλὰ τοιαῦτα πταίσματα παραδέδωκεν . ὁμοίως δὲ καὶ κατορθώματα , ὅπου τι κατορθωθῆναι
καὶ ἐναιώρημα καὶ τὰ τοιαῦτα . ἀλλὰ καὶ διαχωρημάτων διαφορὰς παραδέδωκεν : ἐμνημόνευσε γὰρ τρύζοντος διαχωρήματος καὶ ὑφαίμου καὶ μέλανος
6130042 Μητιν
] Τὸν φονίαν καὶ πολεμικόν . Προφρόνων ] Προθύμων . Μῆτιν ] Τέχνην . Φύσιν ] Τὴν μορφὴν καὶ τὸ
ἐκ δὲ τούτων φησὶ μιχθέντων Αἰθέρα γενέσθαι καὶ Ἔρωτα καὶ Μῆτιν , τὰς τρεῖς ταύτας νοητὰς ὑποστάσεις , τὴν μὲν
6089851 μιμειται
, τόν τε μιμητικὸν μηδὲν εἰδέναι ἄξιον λόγου περὶ ὧν μιμεῖται , ἀλλ ' εἶναι παιδιάν τινα καὶ οὐ σπουδὴν
χρέος μὲν οὐδέν , βούλομαι δ ' ὅμως λαβεῖν : μιμεῖται τὸν Εὐριπίδου χαρακτῆρα τῷ λόγῳ . Γ φεῦ ]
6048761 προσηγορευσεν
ἀξιολόγους : καὶ τὴν χώραν κατακληρουχήσας , τοὺς μὲν λαοὺς προσηγόρευσεν ἀφ ' ἑαυτοῦ Ἰολαείους , κατεσκεύασε δὲ καὶ γυμνάσια
φάρη ὡς διαφέροντα , εἰ καὶ ἀλλαχοῦ τὸν πέπλον οὕτως προσηγόρευσεν , ε , . . : ὅτι κοινότερον νῦν
6047098 ἐξευρεν
ὁρᾶν , ἐπειδὴ καὶ τὰ εἰρημένα τύχῃ τινὶ ἐπενόησε καὶ ἐξεῦρεν . τὸ ω τὸ μέγα καὶ τὸ α συναλειφόμενά
ἐν τοῖς Καρνεονίκαις . : τὸν δὲ τρίτον ὑποκριτὴν αὐτὸς ἐξεῦρεν , ὡς δὲ Δικαίαρχος ὁ Μεσσήνιος , Σοφοκλῆς .
6040268 Ἀναξιμανδρου
, . Ἀ . δὲ Εὐρυστράτου Μιλήσιος , ἑταῖρος γεγονὼς Ἀναξιμάνδρου , μίαν μὲν καὶ αὐτὸς τὴν ὑποκειμένην φύσιν καὶ
γεγραφότος . Ἀναξιμένης Εὐρυστράτου Μιλήσιος φιλόσοφος , μαθητὴς καὶ διάδοχος Ἀναξιμάνδρου τοῦ Μιλησίου , οἱ δὲ καὶ Παρμενίδου ἔφασαν .
6035508 παριστησιν
τρόποι εἰσὶ πόσεων κατὰ πόλεις ἴδιοι , ὡς Κ . παρίστησιν ἐν τῆι Λακεδαιμονίων Πολιτείαι διὰ τούτων : ὁ μὲν
ἔκφρασιν τῆς νύμφης , ἔνθα καὶ ποιητικὴν ὥραν ὁ λόγος παρίστησιν , ἐκ τῆς ὑποθέσεως τὸν μέτρον λαμβάνων . Ἀπόλλωνά
6011885 Παρμενιδης
ὄντα ἐν κινήσει εἶναι καὶ στάσεως μηδεμιᾶς μετέχειν : πάλιν Παρμενίδης ἓν ἐδόκει εἶναι τὸ ὄν . λέγεται θέσις καὶ
τὰς ἀρχάς , καὶ τῶν πεπερασμένας οἱ μὲν δύο ὡς Παρμενίδης ἐν τοῖς πρὸς δόξαν πῦρ καὶ γῆν , ἢ
6011117 Χρυσιππος
. . ̈ . . φησὶ δὲ περὶ τοῦ κενοῦ Χρύσιππος μὲν ἐν τῷ περὶ κενοῦ καὶ ἐν τῇ πρώτῃ
καλούμενοι τοῖς ἀπὸ τῆς Στοᾶς δόγμασιν . ὥστ ' ἐπεὶ Χρύσιππος αὐτοὺς εἴθισεν ἀμφισβητεῖν περὶ τῶν κατὰ τὴν φιλοσοφίαν ὀνομάτων
6000605 ἀπεφηνατο
Πάντα πλήρη θεῶν . Οὔτι τὰ πόλλ ' ἔπεα φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν : ἕν τι μάτευε σοφόν , ἕν τι
πρὸς ἅπασι τοῖς εἰρημένοις ἀτοπωτάτοις οὖσιν ἔτι καὶ τὰ ἄστρα ἀπεφήνατο ἀνατέλλοντα μὲν ἐξάπτεσθαι , δυόμενα δὲ σβέννυσθαι . Ὅπερ
6000296 Ἀναξιμανδρος
τὸ φῶς ἐκπέμποντα . τινὲς δέ , ὧν ἐστι καὶ Ἀναξίμανδρος , φασὶ πέμπειν αὐτὸν τὸ φῶς σχῆμα ἔχοντα τροχοῦ
Μέλισσος Ἡράκλειτος Ἀναξαγόρας Πλάτων Ἀριστοτέλης Ζήνων ἕνα τὸν κόσμον . Ἀναξίμανδρος Ἀναξιμένης Ἀρχέλαος Ξενοφάνης Διογένης Λεύκιππος Δημόκριτος Ἐπίκουρος ἀπείρους κόσμους
5979423 ὑποτιθεται
. Λίσσομαι παῖ Ζηνὸς ἐλευθερίου : τὴν Εἰρήνην ἐλευθερίου Διὸς ὑποτίθεται θυγατέρα διὰ τὴν ἐνοῦσαν τοῖς εἰρηνεύουσιν ἐλευθερίαν . ἔστι
φλέγμα τῶν πλείστων ψυχρὸν εἶναι λεγόντων αὐτὸς θερμὸν τῆι φύσει ὑποτίθεται . ἀπὸ γὰρ τοῦ φλέγειν φλέγμα εἰρῆσθαι : ταύτηι
5971376 Ἐπικουρος
. Ἔφορος δὲ τὴν Ἁρμονίαν Ἠλέκτρας καὶ Διός φησιν . Ἐπίκουρος Ἡροδότῳ χαίρειν . Τοῖς μὴ δυναμένοις , ὦ Ἡρόδοτε
τοὺς ] ἀπὸ τῆς Ποικίλης Στοᾶς , ὑπὲρ ὧν καὶ Ἐπίκουρος ἔγραψεν : ἐπί τε Φιλίππου πρὸς αὐτὸν [ ]
5966714 παρεισαγει
ὀνομάζουσι παῖδες . Οὐ γὰρ οὕτως ἄθλιόν τινα καὶ κακοδαίμονα παρεισάγει τὸν Ἥφαιστον , ὡς μηδὲ νυκτὸς ἀνάπαυσιν ἔχειν τῆς
καὶ Πολυνείκους ὥς φησι καὶ ὁ τῆς Μελαμποδίας ποιητής : παρεισάγει γὰρ τὸν Τειρεσίαν λέγοντα Ζεὺς πάτερ , εἴθε μοι
5956617 αἰνιττονται
καὶ ἡ φρόνησις αὐτή . Διὸ καὶ αἱ τελεταὶ ὀρθῶς αἰνίττονται τὸν μὴ κεκαθαρμένον καὶ εἰς Ἅιδου κείσεσθαι ἐν βορβόρῳ
τῶν ἀκουσμάτων . Τοῦτο ἄρα καὶ οἱ ποιηταὶ τὴν Μνημοσύνην αἰνίττονται Μουσῶν μητέρα , Μούσας μὲν τὰς ἐπιστήμας ὀνομάζοντες ,
5942618 Ζηνων
ἀπὸ τῶν σωμάτων σύμμετρα μόρια ἔχουσαν πρὸς τὴν ὄψιν . Ζήνων ὁ Στωικὸς τὰ χρώματα πρώτους εἶναι σχηματισμοὺς τῆς ὕλης
ἀλλ ' ἑτέρου ἐστὶ περιεκτικόν . ” ̈ , . Ζήνων πύρινον εἶναι τὸν οὐρανόν . ̈ . . .
5942125 προσειπεν
μὴ λυμαίνηται . “ καὶ τὴν μὲν τῶν ἐπιθυμιῶν οἴκησιν προσεῖπεν ὡς γυναικωνῖτιν , τὴν τοῦ θυμοῦ δὲ ὥσπερ ἀνδρωνῖτιν
δαίμων . Μόνον δὲ ἐνταῦθα ὁ Φαῖδρος τὸν Σωκράτην φίλιον προσεῖπεν ὡς μέλλων λοιπὸν πρὸς αὐτὸν ἐπιστρέφειν . λζʹ Ὡς
5899801 ἐτεκτηνατο
ἐστὶν καὶ ὁ εἰς Κρατερὸν τὸν Μακεδόνα γραφείς , ὃν ἐτεκτήνατο Ἀλεξῖνος ὁ διαλεκτικός , φησὶν Ἕρμιππος ὁ Καλλιμάχειος ἐν
. οὕτως εὐτράπελόν τι χρῆμα τὴν σὴν φύσιν ὁ θεὸς ἐτεκτήνατο . καὶ μόνος ὧν ἴσμεν οὐχ ὅτι ῥᾳθυμεῖς ,
5888970 ἀποφαινεται
τοῖς εἴδεσι : πρῶτον μὲν γὰρ τἀγαθὸν τὴν ἰδέαν αὐτὴν ἀποφαίνεται , ὅπερ ἐστὶ θεῖον καὶ χωριστόν : δεύτερον δὲ
Κατηγοριῶν , καὶ ἐν ταῖς Φυσικαῖς μέντοι πάσαις πραγματείαις γίνεσθαι ἀποφαίνεται τὰ ἐναντία ἐκ τῶν ἐναντίων , ἅτε πλεῖστον ἀπ
5868145 ἀποφαινει
παρέχει : Εὐνομίη δ ' εὔκοσμα καὶ ἄρτια πάντ ' ἀποφαίνει , καὶ θαμὰ τοῖς ἀδίκοις ἀμφιτίθησι πέδας : τραχέα
πάροικοι Θρᾷκες . ὁ δὲ ἐν Τροίᾳ Σκάμανδρος ἐπεὶ ξανθὰς ἀποφαίνει πινούσας τὰς οἶς , πρὸς τῷ Σκαμάνδρῳ τῷ ἐξ
5847574 Μητροδωρος
ὥς φησιν οὗτος . Ἃ δ ' ὁ Σκήψιος λέγει Μητρόδωρος ἐν τῷ Περὶ συνηθείας μύθοις ἔοικε , καὶ οὐ
γῆν ἤδη ταῖς καταφοραῖς ἀποψυχρούμενα . στρογγυλοῦσθαι * * * Μητρόδωρος ἀπὸ τῆς ὑδατώδους ἀναφορᾶς ὑπὸ τοῦ ἀέρος συνίστασθαι τὰ
5825147 Πυρητος
Καὶ οὗτοι μὲν οἱ σποράδην . Ξενοφάνους δὲ διήκουσε Παρμενίδης Πύρητος Ἐλεάτης τοῦτον Θεόφραστος ἐν τῇ Ἐπιτομῇ Ἀναξιμάνδρου φησὶν ἀκοῦσαι
. , , . ] . Ξενοφάνους δὲ διήκουσε Παρμενίδης Πύρητος Ἐλεάτης . ὅμως δ ' οὖν ἀκούσας καὶ Ξενοφάνους
5809198 ὑπετιθετο
σφυγμοῦ , ὥς φησιν Ἐρασίστρατος , καὶ κριτήριον τῆς πυκνότητος ὑπετίθετο τὸν διατείνοντα μέχρι τεσσάρων ἀριθμοῦ ἐπὶ τῶν κατὰ φύσιν
ἐπιστρεπτικώτερον . Οὐκοῦν ἐπὶ τούτοις ἡ διττὴ μονὴ οὐκ ἄλλως ὑπετίθετο , εἴπερ μένειν ἐστὶ τὸ μὴ διαστῆναι πάντη τοῦ
5779208 ἐκαλεσε
οὐκ ἠθέλησεν , μὴ # ὀλίγα δὲ μόνον ? [ ἐκάλεσε ] μεικρά . ὥσπερ [ οὖν ἡ τοῦ ]
μετὰ ὄγκων , καὶ τούτων ἐπιμήκων . φήρεα οὖν ὄγκους ἐκάλεσε τοὺς ἐπιμήκεις . γογγρώνας λέγει μεταφορικῶς τὰς εἰς δένδρα
5765408 κινητικην
ἐνεργοῦσι , λέγω δὲ τὴν αἰσθητικὴν καὶ τὴν κατὰ τόπον κινητικήν . ἐντελέχεια οὖν ἡ ψυχὴ τοῦ ζωὴν ἔχοντος σώματος
, ἀλλὰ καὶ ἡ κίνησις καὶ ἡ στάσις ἐνεργοῦν , κινητικήν γε καὶ στατικὴν ἐνέργειαν . Οὕτω δὲ καὶ δύναται
5758013 Λευκιππος
τῶν ἄτομα φησάντων οἱ μὲν ἄτομα σώματα δοξάζουσιν , ὡς Λεύκιππος καὶ Δημόκριτος , οἱ δὲ ἀτόμους γραμμάς , ὡς
περὶ τὰ σώματα ἀσωμάτων λόγων ἅπερ ἤδη σχήματα προσαγορεύουσιν . Λεύκιππος Δημόκριτος Ἐπίκουρος τὴν αἴσθησιν καὶ τὴν νόησιν γίνεσθαι εἰδώλων
5745500 κλητεον
Ναί . Καὶ τῆς γε μιμητικῆς τὸ ἐπὶ τούτῳ μέρος κλητέον ὅπερ εἴπομεν ἐν τῷ πρόσθεν , εἰκαστικήν ; Κλητέον
ἀκρότατον τῆς ἑαυτοῦ ῥώμης ἀφιγμένου , τὸ ἄθροισμα τοῦτο εὐδαιμονίαν κλητέον : ἀρχούσης μὲν τῆς ψυχῆς , στρατηγοῦ δίκην ,
5745166 ἀπεικαζει
ἐδόθη ἡ διαιρετικὴ , καὶ ἐν Σοφιστῇ δὲ ἀμφιβληστρικῷ ὀργάνῳ ἀπεικάζει αὐτήν . Οὐ γὰρ δυνατὸν ἔχειν ἐπιστήμην πραγμάτων ἄνευ
ἔχειν ἀπολαύειν . καίτοι σοφώτερόν τε εἶναι εἰκὸς ὅστις ἑαυτὸν ἀπεικάζει τῷ σοφωτάτῳ , καὶ μακαριώτερον ὑπάρχειν ὃς ἂν ὅτι
5730625 πεποιηκε
, ἐν ταῖς Φιλοκτήτου ναυσὶ δεδήλωκεν : τοξότας γὰρ πάντας πεποίηκε τοὺς προσκώπους . περίνεως δὲ οὐκ εἰκὸς πολλοὺς ξυμπλεῖν
ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ ' ὕφαινε , καὶ καλὸν ἀοιδιάει . πεποίηκε καὶ ἄλλο παράγωγον διὰ τοῦ ιμος τὸ ἀοίδιμος .
5720327 ἀπεδειξεν
μένας αἰτίας . ὁ δ ' Ἀντίπατρος ἐσχάτως ἤδη διακείμενος ἀπέδειξεν ἐπιμελητὴν τῶν βασιλέων Πολυπέρχοντα καὶ στρατηγὸν αὐτοκράτορα , πρεσβύτατον
Ἀθηναίους . τὸ μὲν οὖν τοῦ Φιλίππου δύσμαχον διὰ τούτων ἀπέδειξεν : ἐν ᾧ καὶ προτροπὴν πεποίηται : τὸ δὲ
5719064 Θαλης
εἰς ἐπιθυμίαν φέρει τὸν ἐλεγχθέντα ὧν πρότερον οὐκ ᾔδει . Θαλῆς ἐρωτηθείς , Τί πρεσβύτατον τῶν ὄντων ; ἀπεκρίνατο :
τῶν ὅλων περιοχὴν κόσμον ἐκ τῆς ἐν αὐτῷ τάξεως . Θαλῆς Πυθαγόρας Ἐμπεδοκλῆς Ἔκφαντος Παρμενίδης Μέλισσος Ἡράκλειτος Ἀναξαγόρας Πλάτων Ἀριστοτέλης
5704420 ἀποδεχομενος
οὖν ὁπόσον σοι ἐγὼ φίλος ὁ ῥᾳστώναν καὶ τὰν ἁδονὰν ἀποδεχόμενος . σὺ δὲ ὁμολογῶν εὐλόγως ἐρωτᾶν Πρόδικον , τὸ
ἁπάσης τῆς οἰκουμένης : ἕκαστος γὰρ τῶν παρόντων τῆς ἀρετῆς ἀποδεχόμενος τῇ εὐνοίᾳ ὡς πολίτην αὑτοῦ προσοικειοῦται , τὸ τοῦ
5704308 Πυθαγορειος
ἐπισφαλεστάτους καιροὺς συνεκινδύνευον . καὶ γὰρ Διονυσίου τυραννοῦντος Φιντίας τις Πυθαγόρειος ἐπιβεβουλευκὼς τῷ τυράννῳ , μέλλων δὲ τῆς τιμωρίας τυγχάνειν
. πρόεισι γὰρ ὁ θεῖος ἀριθμός , ὥς φησιν ὁ Πυθαγόρειος εἰς αὐτὸν ὕμνος , μουνάδος ἐκ κευθμῶνος ἀκηράτου ,
5697945 εἰσηγαγε
Ἢ διὰ τί τὸν μὲν πρεσβύτερον τοῖν παίδοιν ἐπὶ ῥητοῖς εἰσήγαγε , τοῦ δὲ νεωτέρου ἤδη γεγονότος οὐδὲ λόγον ἐποιεῖτο
ἔχει . πρῶτος δ ' Ὅμηρος , φασί τινες , εἰσήγαγε παράσιτον τὸν Ποδῆν εἶναι λέγων φίλον εἰλαπιναστὴν τοῦ Ἕκτορος
5692754 εἰκαζει
κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει . μάντις δ ' ἄριστος ὅστις εἰκάζει καλῶς . ἄνθρωπος ὤν , τοῦτ ' ἴσθι καὶ
ὡς Ὅμηρος ὑπεμφαίνει μικρὸν τοὺς Σολύμους ἔθνος μάχιμον , οὓς εἰκάζει καὶ λέοντι διὰ τὸ κατὰ πρόσωπον γενναιοτάτως μάχεσθαι ,
5682747 εὑρηκεναι
ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , καὶ νόμων ἐνίους ἀλυσιτελεῖς δή τινας εὑρηκέναι , νόμων δὲ ἄλλως σώζοντας τάξιν , καὶ πράγματα
παιωνία : ἐκλήθη δὲ παιωνία διὰ τὸ τὸν Παίωνα αὐτὴν εὑρηκέναι . ἔχει δὲ καρπὸν ὡσεὶ στύρακα ἀμυγδαλῆς . τὰ
5663937 Κλεανθης
γνώριμος ἐν τῷ πρώτῳ τῶν Ποσειδωνείων σχολῶν . ὁ δὲ Κλεάνθης ἓξ μέρη φησί , διαλεκτικόν , ῥητορικόν , ἠθικόν
' ἐννοήματά εἰσι παρ ' αὐτοῖς αἱ ἰδέαι , ὡς Κλεάνθης ὕστερον εἴρηκεν , οὐδ ' , ὡς Ἀντωνῖνος μιγνὺς
5655883 ἐπλασεν
ἐπλάσατο καὶ ἐν τῇ τοῦ Ἔρωτος βάσει , ὃν αὐτὸς ἔπλασεν , ἐπέγραψε : Πραξιτέλης ὃν ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα ,
τῆς Πανδώρας , τὴν Ἀφροδίτην δὲ , ἐπεὶ γυναῖκα αὐτὴν ἔπλασεν : ἡ Ἀφροδίτη δὲ ἔφορος τῶν γυναικείων χαρίτων .
5654814 Ἱππων
πεπερασμένην αὐτήν φασιν , ὥσπερ Θαλῆς μὲν Ἐξαμύου Μιλήσιος καὶ Ἵππων , ὃς δοκεῖ καὶ ἄθεος γεγονέναι , ὕδωρ ἔλεγον
Μεταποντῖν Ξενοφάνης δ ' ὁ Κολοφώνιος γῆν καὶ ὕδωρ . Ἵππων δὲ ὁ Ῥηγῖνος πῦρ καὶ ὕδωρ , Οἰνοπίδης δὲ
5654200 ἐδημιουργησε
καὶ ἤδη μὲν τὸν ἕνα καιρὸν ἐπεράτωσεν , ἐν ᾧ ἐδημιούργησε τὸ βρέφος . νῦν δὲ βούλεται σημειώσασθαι , ἐν
διὰ τί κάλλιστος ὁ κόσμος ; ὅτι ὁ θεὸς αὐτὸν ἐδημιούργησε . Γ ἐλάττων ὁ κόσμος , Β μέσος τὸ
5648199 ὑπολαμβανει
ἅπαντα δειλὸν ὁ πένης ἐστὶ γὰρ καὶ πάντας αὑτοῦ καταφρονεῖν ὑπολαμβάνει . ὁ γὰρ μετρίως πράττων περισκελέστερον ἅπαντα τἀνιαρά ,
ὡς ὅτι εὐλαβούμενος οὐ ποιεῖ ταῦτα , ἐπειδὴ οὐχ ὁμοίως ὑπολαμβάνει ἀγαθὸν εἶναι τὸ ἐμπεσεῖν ὥσπερ τὸ μὴ ἐμπεσεῖν .
5643615 Ὑαγνιν
Φρύγα : [ τρίχορδον δὲ ὁμοίως καὶ τὴν διάτονον ἁρμονίαν Ὕαγνιν τὸν καὶ αὐτὸν Φρύγα : ] κρούματα δὲ Ὄλυμπον
δὲ Μαριανδυνὸν αὐξῆσαι μάλιστα τὴν θρηνητικὴν αὐλῳδίαν καὶ διδάξαι ταύτην Ὕαγνιν τὸν Μαρσύου πατέρα . . . . , :
5635255 Πυθαγορας
ἰσχυροτάτην εἶναί φησι . κρατεῖν γὰρ αὐτὴν τοῦ παντός . Πυθαγόρας δὲ καὶ περικεῖσθαι τῷ κόσμῳ τὴν ἀνάγκην ὑπολαμβάνει .
ἐχρήσαντο . καὶ γὰρ δὴ τὸν κόσμον Θαλῆς μὲν καὶ Πυθαγόρας καὶ Ἀναξαγόρας καὶ Παρμενίδης καὶ Μέλισσος καὶ Ἡράκλειτος καὶ
5625281 ἐμφαινει
τῷ κυρίῳ . Ἐπιμελέστερον δὲ χρὴ προσέχειν τῇ Σελήνῃ : ἐμφαίνει γὰρ πάντα . καὶ πρῶτον τὸ ὑπὲρ γῆν ἡμισφαίριον
δὲ ἐπὶ Ἰνδοὺς στρατεία Διονύσου καὶ Ἡρακλέους ὑστερογενῆ τὴν μυθοποιίαν ἐμφαίνει , ἅτε τοῦ Ἡρακλέους καὶ τὸν Προμηθέα λῦσαι λεγομένου
5617302 Ἡρακλειτος
φασι , διαλεχθῶμεν . λεκτέον δὲ πρῶτον περὶ Ἡρακλείτου . Ἡράκλειτος Βλόσωνος ἤ , ὥς τινες , Ἡράκωντος Ἐφέσιος .
, τὸν δὲ κακίας ζῇ μόνον . εὖ καὶ ὁ Ἡράκλειτος κατὰ τοῦτο Μωυσέως ἀκολουθήσας τῷ δόγματι , φησὶ γάρ
5612340 ἀχρωματον
ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ
νοητὸν καὶ νῷ μόνῳ ληπτὸν , οὐδὲ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀχρώματον οὐδὲ τὸ ἀσώματον καὶ ἀναφές . ληʹ Ἐπεὶ ἐμέ
5589903 ὀνομαζουσα
ἐπὶ πολὺ τὸν υἱὸν καίπερ ὠκυμορώτατον τῶν ἄλλων ἐπισταμένη καὶ ὀνομάζουσα καὶ τελευτῶντος αὐτοῦ μὴ μένουσα μήτηρ , ἀλλὰ μὴ
τοῦ Ὁμήρου κωμῳδία μέρος ἕκαστον τοῦ σώματος ἀπὸ τοῦ πάθους ὀνομάζουσα καὶ μέχρι τριχὸς γελῶσα τὸν ἄνθρωπον . τὰ μὲν
5580890 εἰρηκε
προϊὼν ἐρεῖ . Οἶμαι δὲ ὅτι διὰ τοῦτο καὶ ταῦτα εἴρηκε . Βουλόμενος οὖν ὁ ποιητὴς τὰ περὶ τῆς τοῦ
δέρμασιν : ἔνθεν καὶ στερφῶσαι . Ἴβυκος δὲ στερφωτῆρα στρατὸν εἴρηκε τὸν ἔχοντα δέρματα . ὅθεν καὶ παρ ' Αἰσχύλῳ
5577353 Ξενοφανους
τε τὸν Κλεινίου καὶ Νικίαν τὸν Νικηράτου καὶ Λάμαχον τὸν Ξενοφάνους , βοηθοὺς μὲν Ἐγεσταίοις πρὸς Σελινουντίους , ξυγκατοικίσαι δὲ
γὰρ καὶ ιδʹ ἔτη ἔγγιστα ἀπὸ τῶν Τρωικῶν ἱστορεῖται μέχρι Ξενοφάνους τοῦ φυσικοῦ καὶ τῶν Ἀνακρέοντός τε καὶ Πολυκράτους χρόνων
5575212 Δημοκριτος
πρὸς τὸν ἥλιον , παραπλησίαν ταῖς κατοπτρικαῖς ἐμφάσεσιν . Ἀναξαγόρας Δημόκριτος σύνοδον ἀστέρων δυεῖν ἢ καὶ πλειόνων κατὰ συναυγασμόν .
τούτων . καὶ γὰρ Ἀναξαγόρας ἁπλῶς εἴρηκε περὶ αὐτῶν . Δημόκριτος δὲ καὶ Πλάτων ἐπὶ πλεῖστόν εἰσιν ἡμμένοι , καθ
5572522 ἀγραμματον
γένος , ὥσπερ καὶ πρόσθεν ἐρρήθη , κατελείπετο ὄρειον καὶ ἀγράμματον , τῶν ἐν τῇ χώρᾳ δυναστῶν τὰ ὀνόματα ἀκηκοὸς
τούτου : πολλὰ γὰρ συμβάλλεται . διόπερ μάγειρον ὅταν ἴδῃς ἀγράμματον μὴ Δημόκριτόν τε πάντα διανεγνωκότα [ μᾶλλον δὲ κατέχοντα
5568865 Διωνην
δὲ τὰς κληθείσας Τιτανίδας , Τηθὺν Ῥέαν Θέμιν Μνημοσύνην Φοίβην Διώνην Θείαν . ἀγανακτοῦσα δὲ Γῆ ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τῶν
ταῦτ ' οἶδα καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον καὶ τὴν Διώνην καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον ἀεὶ λέγοντας ἐν ταῖς
5562660 προσαγορευων
τήγανον εὖ ἥψησεν ἐν ὀψητῆρι κολύμβῳ , τὴν λοπάδα τήγανον προσαγορεύων . χωρὶς δὲ τοῦ τ στοιχείου Ἴωνες ἤγανον λέγουσιν
τὰς θήκας παριὼν ᾐσχύνθη , ὀγδόῳ ἔτει τὴν πατρίδα αὐτῶν προσαγορεύων . Περὶ ὧν ὦ ἄνδρες μικρῷ πλείω βούλομαι διελθεῖν
5554683 Νυκτα
μίαν : Ἔρεβος μὲν τὴν ἄρρενα , τὴν δὲ θήλειαν Νύκτα . . . ἐκ δὲ τούτων φησὶ μιχθέντων Αἰθέρα
ἐν δὲ τοῖς ἀναφερομένοις εἰς Μουσαῖον γέγραπται Τάρταρον πρῶτον καὶ Νύκτα . . , . . ἐν δὲ τῶι δευτέρωι
5551947 συνιστησιν
χεῖρ ' : σεσημείωται ὅτι καὶ Αἰσχύλος ὡς γινόμενον τοῦτο συνίστησιν ἐν ταῖς Χοηφόροις , τὸ ἐκτείνειν τὰς χεῖρας .
εὖ , καὶ τοῦτο πολλάκις . Ἑκατέρωθεν ἐνταῦθα τὴν ἀπορίαν συνίστησιν . ἢ γὰρ οὐκ ἀληθεύομεν , τὸ ὑπάρχον οὐ
5550217 δημιουργον
τὸν αὐτὸν λόγον μάλιστά ἐστιν ὁ πρῶτος θεὸς πρὸς τὸν δημιουργόν . Ὁ μέν γε ὢν σπέρμα πάσης ψυχῆς σπείρει
καὶ λαβόντες ἀθάνατον ἀρχὴν θνητοῦ ζῴου , μιμούμενοι τὸν σφέτερον δημιουργόν , πυρὸς καὶ γῆς ὕδατός τε καὶ ἀέρος ἀπὸ
5547453 προσειπε
, ὥσπερ εἴρηται , ψυχὴν ἐναντίαν καὶ ἀντίπαλον τῷ ἀγαθουργῷ προσεῖπε . . . . , : καὶ ὅτι τὰ
παιδὸς οἱ ψυχικοὶ τόνοι μαλθακώτεροι . διὸ καὶ τέκνον αὐτὸν προσεῖπε , τὸ δ ' ἐστὶν εὐνοίας καὶ ἡλικίας ὄνομα
5531794 Κιτιευς
τὸ δὲ λογικόν . οὕτω δὲ πρῶτος διεῖλε Ζήνων ὁ Κιτιεύς : καὶ Διογένης ὁ Βαβυλώνιος . . ̈ .
οὐδὲ ὀφλισκάνουσι γέλωτα , οἷον ὦφλέ ποτε Ἀντιγόνῳ Περσαῖος ὁ Κιτιεύς : Ἀντιγόνῳ γὰρ τῷ βασιλεῖ συνδιῃτᾶτο Περσαῖος ὁ τοῦ
5529597 νοερον
εἰς τὸν ὅλον κόσμον : οἷον εἰ τὸ μὲν εἴη νοερόν , τὸ δ ' ὅλον ἄψυχον ἢ φυσικόν ,
Ὁ μὲν οὖν παντεπόπτης Ἥλιος , πυρώδης ὑπάρχων καὶ φῶς νοερόν , ψυχικῆς αἰσθήσεως ὄργανον , σημαίνει μὲν ἐπὶ γενέσεως
5524561 ὑμνει
καὶ ] | | τὸ αὑτοῦ ἀγαθὸν [ πᾶν ] ὑμνεῖ τε ? ? καὶ συναύξει κατὰ πολλὰ ὁμοιοῦν αὑτὸν
' ἀντιθέῳ ψυχῇ γεννήσαο κούρας δισσὰς ἡμιθέων γραψάμενος σελίδας : ὑμνεῖ δ ' ἡ μὲν νόστον Ὀδυσσῆος πολύπλαγκτον , ἡ
5523430 αἰνιττεσθαι
τῶν ἐν Σάμῳ στρατηγῶν : Δίδυμος καὶ Κρατερός φασι ταῦτα αἰνίττεσθαι εἰς Φρύνιχον τὸν Στρα - τωνίδου . ἐκακοηθεύσατο γὰρ
κακῶς ἐπισημαίνεσθαι [ ] Χαμαιλέοντα τοιοῦτόν τι τοὺς κωμικοὺς [ αἰνίττεσθαι ] περὶ τῶν † γισων † προσηγορίαις μὲν χρωμένους
5523031 προσαγορευσας
τὸ κατάνη ἐξελὼν αἴτνην μετωνόμασε τὴν πόλιν , ἑαυτὸν οἰκιστὴν προσαγορεύσας , καὶ ἐν ταῖς ἀναρρήσεσιν ἔν τισι τῶν ἀγώνων
περιερχόμενος καὶ ἰδὼν τὸν πολύποδα ἔκτισεν ἐκεῖ πόλιν Ἄμφισσαν αὐτὴν προσαγορεύσας διὰ τὸ τὸν πολύποδα ζῆν καὶ ἐν τῆ γῇ
5513471 Τηθυν
σοι δάμαρτα κοινόλεκτρον . ἢ τὴν κοινόλεκτρον τοῦ Ὠκεανοῦ , Τηθύν , πείσας . : πιθὼν ] Καταπείσας ἐκείνην ,
τὸ Ὁμηρικὸν παραλαμβάνουσιν : Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν . εἰ δὲ ὁ Ὠκεανὸς ποταμὸς καὶ ἡ Τηθὺς
5510568 μαρτυρει
τοῦ τος , ἀλλὰ διὰ καθαροῦ τοῦ ος , ὡς μαρτυρεῖ Ἀπολλώνιος ὁ τὰ Ἀργοναυτικὰ εἰπὼν κάλωες , ὥσπερ ἥρωες
τοῖς γε ὅλοις ὁπόσῳ τινὶ κρείττους γεγενήμεθα καὶ Νικίας αὐτὸς μαρτυρεῖ . Τίνος οὖν ἕνεκα ταῦτα λέγω νῦν ; οὐ
5510256 συνιστησι
εἰδέναι περὶ ψυχῆς , ἀπὸ τῆς περὶ τὸ σῶμα ἰατρικῆς συνίστησι λέγων ὥσπερ καὶ τὸν ὀφθαλμὸν θεραπεύσοντας καὶ πᾶν σῶμα
ποιουμένων ἀνάγκη , τὰ δὲ κατὰ δύναμιν μεθ ' ἑαυτῶν συνίστησι τὰ γινόμενα , ἐπειδὴ καὶ τὴν δύναμιν ἀχώριστον ἔχει
5506198 τιθηνην
υἱὸς ἕκαστος ἡμῶν ἐστι τιμῶν καὶ θαυμάζων τὴν τροφὸν καὶ τιθήνην τοῦ θνητοῦ γένους , αἴσθησιν , ἣν καὶ ὁ
, κρατηθὲν διώλετο , ἐὰν δὲ ἥν τε τροφὸν καὶ τιθήνην τοῦ παντὸς προσείπομεν μιμῆταί τις , καὶ τὸ σῶμα
5499160 Στωικος
* * κατ ' ἐπιπλοκὴν μερῶν συνηρτημένην . Ζήνων ὁ Στωικὸς ἐν τῷ Περὶ φύσεως , δύναμιν κινητικὴν τῆς ὕλης
. Η . τὴν δὲ οἰκουμένην γῆν Ποσειδώνιος μὲν ὁ Στωικὸς καὶ Διονύσιος σφενδονοειδῆ φασι , Δ . δὲ προμήκη
5497693 Στησιχορος
τῆς Αἰτωλίας , ὥς φησι Πολύβιος ἐν Ϛʹ ἱστοριῶν . Στησίχορός τέ φησιν ἐν Συοθήραις : κρύψαι δὲ ῥύγχος ἄκρον
ἀναστῆναι ὑπ ' αὐτοῦ , Καπανέα καὶ Λυκοῦργον , ὡς Στησίχορός φησιν ἐν Ἐριφύλῃ , Ἱππόλυτον , ὡς ὁ τὰ
5493846 διασυρει
, ὅπερ ἐκάλεσε Μαρικᾶν , ἐν ᾧ ⌈ διακωμῳδεῖ [ διασύρει ] τὸν Ὑπέρβολον ⌈ καὶ κατακωμῳδεῖ αὐτόν . ⌈
ἔγνω τῶν ὀδυρμῶν . τοιγαροῦν πυνθάνεται τὴν αἰτίαν αὐτοῦ καὶ διασύρει τὰ δάκρυα καὶ κόρης ὀδυρομένης οὐδὲν ἀπεοικέναι φησίν .
5485732 διῃμεν
ὁ τῶν Πρωταγορείων . ἁθροισθέντων . ἀντὶ τοῦ συντεθέντων . διῇμεν . γρ . διῆμεν . μὴ τοίνυν κτλ .
που ὅτι ἐν πᾶσι τούτοις ὁμολογουμένως ἐλέγχεσθαι δοκεῖ ὃν ἄρτι διῇμεν λόγον , ὡς παντὸς μᾶλλον ἡμῖν ψευδεῖς αἰσθήσεις ἐν
5474394 Σπευσιππος
ἢ οὐκ ἔστι σοι ἄδεια . Ταυτὶ ἔλεγεν ἂν ὁ Σπεύσιππος , ὦ ἄνδρες , ἢ οὔ ; ἐγὼ μὲν
Δωρίων δέ φησι : σφύραιναν , ἣν καλοῦσι κέστραν . Σπεύσιππος δ ' ἐν δευτέρῳ Ὁμοίων ὡς ὅμοια παρατίθεται ,
5470506 ὠνομακεναι
. Νίκανδρος δ ' ὁ Θυατειρηνὸς τὸ χωρὶς ὠτίων ποτήριον ὠνομακέναι Θεόπομπον ἐν Μήδῳ . Φιλήμων Φάσματι : ἐπεὶ δ
οὖν ἄπιστον καὶ Ὅμηρον τὰς Πλειάδας κατὰ ποιητικὸν νόμον Πελειάδας ὠνομακέναι . ἀποδεδειγμένου οὖν τοῦ ὅτι Πλειάδες ἦσαν ἐντετορευμέναι τῷ
5464356 κυκλοφορητικον
ἔστι δέ . Ταῦτα λέγει εἰσάγων τὸ πέμπτον σῶμα τὸ κυκλοφορητικόν . , , , , , , , :
ἔστι δέ . ταῦτα λέγει εἰσάγων τὸ πέμπτον σῶμα τὸ κυκλοφορητικόν . . . . Θεόφραστος δὲ καὶ προσιστορεῖ τῷ
5455322 παραδιδωσιν
δὲ ἔν τινι ἔτει ὁ ἐπιμερισμὸς εἰς ἕτερον ἐπιμερισμὸν καὶ παραδίδωσιν ὁ ἐπιμερίζων ἑτέρῳ ἐπιμερίζοντι , καὶ συνίστανται τρόποι ἕξ
. Δικαίαρχος [ . . ] δὲ τέσσαρας ὡμολογημένους ἡμῖν παραδίδωσιν Θαλῆν , Βίαντα , Πιττακόν , Σόλωνα . ἄλλους
5452563 Κλαζομενιος
καὶ χώρῃ ἕπεσθαι . . . Ἀναξαγόρας Ἡγησιβούλου ἢ Εὐβούλου Κλαζομένιος . οὗτος ἤκουσεν Ἀναξιμένους , καὶ πρῶτος τῆι ὕληι
, = / ] . . . Ἀ . δὲ Κλαζομένιος ἦν , ἀλλ ' ὅτι νομιζόντων Ἀθηναίων τὸν ἥλιον
5450497 ἀγεννητον
περὶ τοῦ κόσμου διανοούμενον , ἐπίστασθαι μὲν ἀΐδιον ὄντα καὶ ἀγέννητον , τὸ δὲ ᾧ τρόπῳ συντέτακται καὶ διοικεῖται καταμαθεῖν
ῥητέον . Τὴν Ἀθηνᾶν φασιν ἀγέννητον καὶ παρθένον εἶναι , ἀγέννητον μὲν , ὅτι οὐκ ἐκ μητρός τινος ἐγεννήθη ,
5447077 Κερκωψ
διὰ κακοήθειαν μεταβαλεῖν φησιν ἐν τῷ Περὶ νήσων . : Κέρκωψ : Αἰσχίνης ἐν τῷ Περὶ τῆς πρεσβείας . Ἐν
ἣν καὶ τοὺς πρὸς Ἀριάδνην ὅρκους παρέβη , ὥς φησι Κέρκωψ . Φερεκύδης δὲ προστίθησι καὶ Φερέβοιαν . πρὸ δὲ
5446450 τιθησιν
ἐνδεχόμενον εἶναι : εὐθέως δὲ τὴν ἀπόφασιν τοῦ ἀδυνάτου τρίτην τίθησιν λέγων οὐκ ἀδύνατον εἶναι , καὶ τετάρτην τὴν ἁπλῆν
ὅταν , οὓς ὁ Ἵππαρχος ἐπὶ τῶν ὤμων τῆς Παρθένου τίθησιν , ἡμεῖς ἐπὶ τῶν πλευρῶν αὐτῆς κατονομάζωμεν διὰ τὸ
5443655 καλουμεν
πανταχοῦ τὸ τὶ στοιχειωτόν : τὸ γὰρ πανταχοῦ συνῃρημένον οὐσίαν καλοῦμεν , ὥσπερ τὸ διακρινόμενον ζωήν , καὶ τὸ διακεκριμένον
ἢ τὴν φυσικὴν ἢ τὴν ἠθικὴν φιλοσοφίαν τε καὶ ἐπιστήμην καλοῦμεν , οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τοῦ ἐνθουσιασμοῦ . Ἐνθουσιασμὸν
5441248 εἰσηγησατο
ἀποστερεῖσθαι τοὺς εἰληφότας οὔτε ἀφορμὴν οὐδεμίαν δύναται παρασχεῖν εὔλογον οὔτε εἰσηγήσατο οὐδεὶς πώποτε , ἀλλὰ μόνου τούτου σχεδὸν ἁπάντων οὐδέποτε
, ὁ δ ' οὐχ ὑπακούσας , ζημίᾳ πληγείς , εἰσηγήσατο τοῦ λοιποῦ τῇ σάλπιγγι τοὺς ἀγωνιστὰς ἀνακαλεῖν . καὶ
5434788 ὑπεστησατο
τοῖς ὑφ ' ἡμῶν λεγομένοις . Καὶ πρωτήν γε φυσικὴν ὑπεστήσατο τὴν φερομένην ἀπὸ τῶν ὀϊστῶν φωνήν , οὐ μὰ
δὲ [ τὸ ἴχνος τοῦ ἑνὸς ] τὴν οὐσίαν αὐτοῖς ὑπεστήσατο , ὥστ ' εἶναι τὸ εἶναι ἴχνος τοῦ ἑνός

Back