ἐὰν τοιοῦτος φανῇ , ἐπὶ δύο ἡμέραις ἢ καὶ πλείοσιν ἐπιτατικώτερον ἔσεσθαι τὸ εἰρημένον σύμπτωμα : ἐὰν δὲ ἐρυθρὸς γενόμενος
δὲ Ταύρῳ ἐὰν τὸ τοιοῦτον φανῇ , ἐπὶ δύο ἡμέρας ἐπιτατικώτερον καὶ πλείοσιν ἔσεσθαι : ἐὰν δὲ ἐρυθρὸς γενόμενος δι
5201930 περιψυχρον
οὐκ ἐσίησιν , ὅς μιν καθορῇ : καὶ πῦρ λαμβάνει περίψυχρον , καὶ βρυγμὸς , καὶ τὰς μήτρας ὀδύνη ἔχει
τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καὶ μέχρι Ἐλυμαΐδοςκαὶ τὸ ἔτος ἀπατηλὸν καὶ περίψυχρον καὶ λυπηρὸν ὡς καὶ τοῖς ἀνθρώποις ὑποψίας μοχθηρὰς ἐγγενέσθαι
4835125 ὑψιγυιον
ξύλα μακρὰ οἷς † λακτίζουσι καὶ ὀροφοῦσι τοὺς θαλάμους . ὑψίγυιον : ὑψηλόν . πρὸς οἰκοδομίαν χρήσιμον . ὑπ '
Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατόν , κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος , ὑπ ' ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε
4823117 φθειρον
ἐστι φρόνησις ὑγεία γάρ τις αὕτη διανοίας , τὸ δὲ φθεῖρον ἀφροσύνη νόσον ἀνίατον κατασκήπτουσα . τοῦτο δὲ „ νόμιμον
χῶρον , ἅτε δικαίων ἀνδρῶν ὄντων , οὐ φθείρει , φθεῖρον τὰ ἄλλα : καὶ ἐν Ζακύνθωι κρηνῖδας ἰχθυοφόρους εἶναι
4656199 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
4627762 Ἱππονικε
: οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης , Ἱππόνικε , τῆς οἰκουμένης , τὸ μέλι , τοὺς ἄρτους
: οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης , Ἱππόνικε , τῆς οἰκουμένης τὸ μέλι , τοὺς ἄρτους ,
4618417 ἐξατμιζειν
ἐπέχοντα τῆς ἡμέρας τὸν ἥλιον , ἐξαμέλγειν τὸ ὑγρὸν καὶ ἐξατμίζειν , ὅθεν τὰ μὲν τελέως ἄνυδρα ὑπάρχει , ἐν
ἐν τούτωι τῶι καιρῶι πλησίον ἰόντα τὸν ἥλιον τῆς Αἰγύπτου ἐξατμίζειν τὰ νάματα . Ἔφορος ὁ ἱστοριογράφος κατὰ θέρος φησὶν
4617986 βροντησει
ἀρχηγέτης . Τῆς δὲ Σελήνης ἐν αὐτῷ εἰ ἐν ἡμέρᾳ βροντήσει , ὑδάτων τὴν ἐπίδοσιν ποταμῶν καὶ θαλάσσης καὶ μέγιστον
ἐν βασιλεῦσιν εἶναι . Σελήνης δὲ τὸ ζῴδιον προσούσης εἰ βροντήσει , ἐπαναστῆναι τύραννον ἐν τῇ στενῇ θαλάσσῃ , καὶ
4603956 καταποσεις
φανταστικὸν θειάζουσιν , οἱ μὲν σκότος συνεργὸν λαβόντες οἱ δὲ καταπόσεις τινῶν οἱ δ ' ἐπῳδὰς καὶ συστάσεις : καὶ
καὶ μεγάλαι γένοιντ ' ἄν , εἴπερ καὶ χάσματα καὶ καταπόσεις χωρίων καὶ κατοικιῶν , ὡς ἐπὶ Βούρας τε καὶ
4579436 Μαυρος
ἦμεν , καὶ ἡ ζημία Ῥωμαίοις ἀφόρητος εἰ Μαυσάκας ὁ Μαῦρος διψῶν μὴ εὗρεν πιεῖν ἀλλ ' ἄδειπνος ἐπανῆλθεν ἐπὶ
πλησίον κώμης αὐτοῖς καὶ ὡς δῶρα ἀλλήλοις ἀντέδοσαν , ὁ Μαῦρος μὲν τῷ Μαλχίωνι λόγχην , ὁ δὲ τῷ Μαυσάκᾳ
4533341 Κατακεκαυμενη
τελῶν . , : Μετὰ δὲ ταῦτ ' ἐστὶν ἡ Κατακεκαυμένη λεγομένη χώρα , μῆκος μὲν καὶ πεντακοσίων σταδίων ,
. . . . . . . οα ιε γʹ Κατακεκαυμένη . . . . . . . . .
4496271 ἰσχυσασης
διαχώρημα ἢ δι ' ἀσθένειαν τῆς καθεκτικῆς δυνάμεως , μὴ ἰσχυσάσης κατασχεῖν , ἀλλ ' ἐξεῶσαι : καὶ τὸ τηνικαῦτα
οὐδαμῶς . ἀλλὰ ψέγεται , ὅτι ἐστὶν ἀπὸ ἀσθενείας δυνάμεως ἰσχυσάσης χαρίσασθαι τῇ κεφαλῇ τὸ εὔῤῥυθμον σχῆμα . καὶ πόθεν
4475542 τελεσφορηθηναι
ἂν οἱ ἐξ αὐτῶν καλούμενοι ψῆνες εἰς τοὺς ὀλύνθους μεταστάντες τελεσφορηθῆναι τούτους παρασκευάζωσιν . τοῦτο δ ' ἐρινάζειν λέγεται .
ἔστιν γόνιμα καὶ τὰ ὑπηνέμια ? ? ᾠὰ οὐ δύναται τελεσφορηθῆναι [ ] ? . Ἡ δ ' ἐν τῆι
4465833 ἀναριθμητοις
κινεῖται , ἀλλὰ κεκίνηται : εἶτ ' οὐκ αἰσθάνεται περιπίπτων ἀναριθμήτοις τισὶν ἀτοπίαις , πρῶτον μέν , ὅτι τὴν κίνησιν
αὐτοὶ οὗτοι οἱ Λάκωνες τετρακόσιοι ὄντες οὐκ εἶξαν μυριάσι βαρβάρων ἀναριθμήτοις , οὐ Λούκουλλος Τιγράνῃ , οὐδὲ Πομπήιος Μιθριδάτῃ ,
4455514 οἰνοποσιαν
' ὧν ἐξευρόντες ἡμεῖς τὸν ἔρωτα ἐπί τε λουτρὰ καὶ οἰνοποσίαν αἰωρήσεις τε καὶ θεάματα καὶ ἀκούσματα τὴν διάνοιαν ἀπηγάγομεν
συνεχεῖ ποτῷ παρυγραίνοντας τὰ κατάξηρα τῶν σωμάτων γενόμενα διὰ τὴν οἰνοποσίαν ἐκλύειν . Τὸ διάκλυσμα δίψος παρηγορεῖ καὶ ξηρότητα στόματος
4411266 εὐηλιον
παλίσκιον , ψυχεινόν , εὐχείμερον , ἀλεεινόν , ὑπόθερμον , εὐήλιον , δίκαιον ταῖς ὥραις , καλῶς οὐρανοῦ κείμενον ,
καὶ ὁ χυλὸς ἐρυθρός . φιλεῖ δὲ λιπαρὰν γῆν , εὐήλιον , δρυμοὺς καὶ γεώλοφα : πλεονάζει δ ' ἐν
4393257 ἐπιληπτικως
ἐπὶ πολὺ καθεψώμενα , θαυμαστὸν οὐδέν , εἰ σπᾶταί τε ἐπιληπτικῶς καὶ τὰ ἄλλα κακῶς ἀπαλλάττει . τῶν μέντοι μικρῶν
Τὰ τεταγμένοισι χρόνοισιν αἱμοῤῥοώδεα , διψώδεα , μὴ αἱμοῤῥαγήσαντα , ἐπιληπτικῶς θνήσκει . Ἐξ αἱμοῤῥοΐδος ὅσον ἐπιφανείσης σκοτώδεα ἐλθόντα ,
4390789 ἐπιμιγνυμενων
δ ' αὐστηρὸν ἢ στρυφνὸν ἢ ὅλως στῦφον εὐστόμαχον , ἐπιμιγνυμένων δὲ τῶν ποιοτήτων ἀλλήλαις , ἡ σφοδροτέρα κρατοίη .
καὶ ἐκπέμπῃ τὴν ὕλην . Ἀπὸ δὲ τῆς κράσεως τῶν ἐπιμιγνυμένων χρωμάτων , δεῖ πᾶσι τοῖς ἀναγομένοις χυμοῖς , λέγω
4380805 ἀπεχουσων
δεικνῦον σύννευσίν τινων γραμμῶν ἀσύννευστον . τῶν δὲ ἴσον ἀεὶ ἀπεχουσῶν διάστημα αἵ εἰσιν εὐθεῖαι μηδέποτε ἔλασσον ποιοῦσαι τὸ μεταξὺ
ἧκεν μετὰ τῆς δυνάμεως . οὐ μακρὰν δὲ τῶν παρεμβολῶν ἀπεχουσῶν ἀλλήλων καὶ τῶν Μακεδόνων οὐκ ἀηδῶς ὁρώντων τὴν κάθοδον
4335887 ἀποτα
δεῖ . . . . καὶ τὰ στάσιμα ὕδατα ὡς ἄποτα δεῖ ποιεῖν , τά τε ἱππάσιμα τῆς χώρας ὡς
, ἀλλὰ καὶ διὰ σιτίων καὶ ὕδατος , τὰ μὲν ἄποτα ποιοῦντα , τὰ δὲ τοῖς θανασίμοις φαρμάσσοντα . Δεῖ
4332756 ἐπλαττετο
τὸ Φειδίου , ἀλλὰ Ζεὺς ἐν αὐτῷ καὶ ἡ Παρθένος ἐπλάττετο : μικρὸν δὲ τὸ Πραξιτέλους , ἀλλὰ πάντες εἰς
, ἕως μὲν ἐν σπαργάνοις ἔτι τὸ σῶμα τῆς πόλεως ἐπλάττετο , ἑτέρας ἀρχὰς ἐκ βασιλέως κατηύθυνεν : ἐπεὶ δὲ
4306723 διαπλου
Ἰβηρικὸν γένος τοῦτο , ὅπερ φημὶ οἰκέειν τὰ παράλια τοῦ διάπλου , διώρισται ὀνόμασιν ἓν γένος ἐὸν κατὰ φῦλα :
τὸ ἀκρωτήριον τὸ κατὰ Ῥηναίαν στάδια ρνʹ . Τοῦ δὲ διάπλου εἰς Ῥηναίαν στάδια μʹ . Αὐτῆς δὲ Ῥηναίας καὶ
4306447 ἀνεδειξε
καὶ τοὺς ἀσθενεστέρους κάλλιον ἔδειξεν . Ὀλίγους ἡ φύσις ἀνδρείους ἀνέδειξε , ἐπιμέλεια δὲ καὶ γυμνασία χρησίμους ἀπέδωκεν . Στρατιῶται
. ἐπὶ πολὺ δὲ ἰσχύων σωματοφύλακας ἔσχε καὶ φανερῶς ἑαυτὸν ἀνέδειξε τύραννον . μετὰ δέ τινας χρόνους ἀδελφὸς αὐτοῦ Σεμίας
4294885 ῥυαξ
οἱ πρὸ τοῦ ῥύακος πηλοῦ ῥέοντες ποταμοὶ καὶ αὐτὸς ὁ ῥύαξ : ὧν δὴ καὶ ἑκάστους τοὺς τόπους πληροῦσθαι ,
τοῦτο καὶ κατὰ τὴν Ἐρύθειαν συμβαῖνον εἰρήκαμεν . ὁ δὲ ῥύαξ εἰς πῆξιν μεταβάλλων ἀπολιθοῖ τὴν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς ἐφ
4281869 παρεδειξα
θέρους ποτὲ ἰδὼν Σέλευκον ἡδέως τὸν βασιλέα ἔγραψα , καὶ παρέδειξα τοῖς πολλοῖς ὅτι , κἂν τὸ τυχὸν ᾖ πραγμάτιον
ἤδη παρακολουθοῦντί σοι τὰ καθ ' ἕκαστον θεωρήματα τῆς περιβολῆς παρέδειξα , ἐφ ' ὧν γέγονεν ἡ συμπλήρωσις , ἐπεὶ
4265331 αἰχμαλωσια
κτήσασθε ἐν φόβῳ Θεοῦ μετὰ σπουδῆς : ὅτι ἐὰν γένηται αἰχμαλωσία , καὶ πόλεις ὀλοθρευθῶσι καὶ χῶραι καὶ χρυσὸς καὶ
ἐπαγωγάς : ἐπαγωγός , ἐφελκυστικός : ἐπαγωγή , συμφορά , αἰχμαλωσία , ζημία , ἤτοι τὸ ὁπωσοῦν ἐπαγόμενον κακόν :
4246009 λιβανοιο
θύου ἢ σμύρνης ἢ εὐόδμου καλάμοιο ἢ καὶ θεσπεσίοιο πεπαινομένου λιβάνοιο ἢ κασίης : ἐτεὸν γὰρ ἀνὰ χθόνα λύσατο κείνην
Γερραίης δὲ τῆς Ἀραβικῆς . Γέρρα γὰρ πόλις τῆς Ἀραβίας λιβάνοιο δὲ χύσιν εἶπε ἐπεὶ περίκειται ἡ λιβανωτὶς τοῖς κλάδοις
4244250 πταισωσιν
ἑτέροις ἀπείρως ἅμα καὶ μικροψύχως διακειμένοις , οἳ ἐπειδάν τι πταίσωσιν ἅπαξ , τὴν ἐλπίδα τοῦ μέλλοντος ὁμοίαν ἔχουσι τῇ
ὅτι δεῖ τοὺς νοῦν ἔχοντας μὴ περιμένειν , ἕως ἂν πταίσωσιν , ἀλλ ' ἐν τῷ κρατεῖν ποιεῖσθαι τὴν εἰρήνην
4224865 ἐπωφελεστατον
Ἔτι μὴν καὶ ἔλαιον , ἀλλὰ σὺν οἴνῳ διδόμενον τοῦτο ἐπωφελέστατον τῷ κάμνοντι : καὶ χιὼν μετὰ δὴ γλεύκους πινομένη
πρὸς διττὴν καθὼς προεῖπον χρείαν . τοῖς μὲν οὖν φρενιτικοῖς ἐπωφελέστατον : ἀρίστη δὲ καὶ τοῖς καρουμένοις καὶ πρὸς τοὺς
4215933 ἐγευετο
καταζήνασκε δὲ δαίμων . εἰ γὰρ μήποτε ὑγροῦ καὶ τροφῆς ἐγεύετο , πῶς διέμενεν , ἀλλ ' οὐ σπάνει τῶν
καὶ κοιλίη ἔστιν ὅτε καθυγραίνετο , καὶ πάλιν ξυνίστατο : ἐγεύετο ἐπιεικῶς . Μεσοῦντος δὲ τοῦ χρόνου , ἐς γούνατα
4206150 ἐμεθυσκετο
παντοδαπὰ ἀθύρματα Διονυσιακὰ ἐξαρτήσας μετὰ τῶν φίλων ἐξ ἑωθινοῦ κατακλινόμενος ἐμεθύσκετο , συνηθροισμένων ἐπὶ τὴν θεὰν τῶν Πανελλήνων . μετέβαινε
τῆς κατὰ χείρα βαρύτητος λέγει , ἀλλ ' ὅτι οὐκ ἐμεθύσκετο σημαίνει : ἀλλ ' ἔφερε ῥᾳδίως τὸν οἶνον .
4174500 ἀνεβλαστησε
αὑτοῦ ῥίζας ἐβάλετο , ἐξ ὧν οἷα φυτὸν τὸ σοφίας ἀνεβλάστησε γένος : ὅπερ ἡμεροτοκῆσαν τοὺς τοῦ ὁρῶντος , Ἰσραήλ
δὲ τῇ Βοιωτίᾳ καταβρωθέντων τῶν ἐρνῶν ὑπ ' ἀττελέβων πάλιν ἀνεβλάστησε : τὰ δ ' οἷον ἀπέπεσεν . ἥκιστα δ
4170341 Τρισμεγιστος
τινα ἴσως αἰτίαν εἵλοντο Σιβύλλαι προσαγορεύεσθαι , ὥσπερ δὴ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς λέγεται πλεονάκις ἐπιδημήσας τῇ Αἰγύπτῳ ἑαυτοῦ ἀνεμνῆσθαι καὶ
καὶ ἐπὶ πάσης προθέσεως τοῦτο πραγματεύσῃ . Παρέθετο δὲ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς ἐν τῇ περὶ κλιμακτήρων πραγματείᾳ λέγων οὕτως :
4149102 ἀφεδρου
. α . μετὰ τοῦ ὕδατος κοτύλης τὸ ζ ἐξ ἀφέδρου οὔσῃ , πάρεχε πιεῖν ἅπαξ μόνον τοῦ μηνός .
ἀργὸν πρὸς ἀπολογίαν . „ Ἄλλοτέ ποτε τοῦ Ξάνθου ἐξ ἀφέδρου ἐπανιόντος , καὶ πυθομένου τὸν Αἴσωπον , τί δή
4143362 τεκτηνασθαι
πυρῶν τ ' εὐκάρποιο φέρει γέρας ἀμητοῖο . δοῦρα δὲ τεκτήνασθαι ἀναστῆσαί τε μέλαθρα , φάρεά τ ' ἀσκῆσαι μήλων
καὶ τοῖς ἀνθρώποις ὑποψίας μοχθηρὰς ἐγγενέσθαι καὶ ἄλλον ἄλλῳ δόλους τεκτήνασθαι ὡς καὶ τοὺς κακούργους τὰ τῶν πλησίον ἀφελέσθαι καὶ
4110494 ἐπιλαθωμεθα
ἀποδείξεις , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ : τὸ δὲ προκείμενον μὴ ἐπιλαθώμεθα δι ' αὐτὰ ἰδεῖν , ὅτι δή ποτε καὶ
ἡ διάνοια : καὶ νῦν τῆς μὲν πρὸς ἀλλήλους διαφορᾶς ἐπιλαθώμεθα δι ' ἀμφότερα , διά τε δηλαδὴ τὸ ἄδηλον
4108300 ἱστορουντων
ἱστίωι . Ἀσφαλέως δὲ μαθών τε παρ ' ἀνδρῶν τῶν ἱστορούντων ταῦτα καὶ αὐτὸς ἐγὼ πάντ ' ἀναγραψάμενος ἡρμήνηυς '
ἀλλὰ λέγουσί τινες τῶν Ἐμπειρικῶν , ὅτι τῇ ἀξιοπιστίᾳ τῶν ἱστορούντων προσέχοντες κρίνομεν τὴν ἱστορίαν . πυνθανομένων δὲ ἡμῶν ,
4077795 δακρυουσης
τεθνηκότα τὸν πατέρα : καὶ ἐπὶ τῆς γυναικὸς τῆς νύκτωρ δακρυούσης καὶ κρινομένης μοιχείας : δεῖ γὰρ πρῶτον φανῆναι τὸν
ὑπὸ Λυσίου ; Ὢ τῆς ἀγριότητος , τὸ μηδὲ ἐπικλασθῆναι δακρυούσης : λίθος , οὐκ ἄνθρωπός ἐστι . πλὴν ἀλλ
4062365 ἐπεκρατει
δ ' ἀντιταχθέντας ἄρδην ἀνῄρει , πάντων δ ' ἐρρωμένως ἐπεκράτει τῷ θαρραλέῳ τῆς ψυχῆς μᾶλλον ἢ ταῖς παρασκευαῖς .
ἀναβῆναι Μακαρεὺς ἔρωτι τῶν ὁμοσπόρων μιᾶς πληγείς , τέως μὲν ἐπεκράτει τῆς συμφορᾶς κατεῖχέ θ ' αὑτόν : εἶτα παραλαβών
4051371 διαλαμβανουσι
ἀσελήνῳ , διὰ τὴν ἐμὴν περὶ τὸν ἐρώμενον ἀσχολίαν . διαλαμβάνουσι δὲ ἔνιοι τὴν τῆς σελήνης ἔκλειψιν ὑπὸ φαρμακίδων γίνεσθαι
Καὶ περὶ τὴν διαίρεσιν δὲ πολλῆς οὔσης τοῖς περὶ αὐτῆς διαλαμβάνουσι τῆς διαφορᾶς τὴν κρατοῦσαν δεῖ ἐκθέσθαι , ὅτι τρισὶ
4046001 ἀμυδροις
ὁρῶμέν τινα στήλην χαλκοῦ πεποιημένην , Ἑλληνικοῖς γράμμασιν καταγεγραμμένην , ἀμυδροῖς δὲ καὶ ἐκτετριμμένοις , λέγουσαν Ἄχρι τούτων Ἡρακλῆς καὶ
τοῦ δ ' ἐν Πυθίου ἔτι καὶ νῦν δῆλόν ἐστιν ἀμυδροῖς γράμμασι λέγον τάδε : μνῆμα τόδ ' ἧς ἀρχῆς
4040241 εὐθηρος
κόλπων καὶ λιμένων ἀνάχυσιν , ὑφ ' ὧν οὐχ ἧττον εὔθηρός ἐστιν ἢ σκεπανή , καὶ τοῦ ῥεύματος τὸ μὲν
ἐπιμελεστέροις τῶν θηρατῶν καιρὸς ἅπας καὶ ἡμέρα πᾶσα πρὸς ἄγραν εὔθηρός τε καὶ περιδέξιος , ἔαρ δὲ μάλιστα καὶ μετόπωρον
4036984 ἐνεργησουσι
συμφέρει τοὺς κροταφίτας ἐνεργήσαντας ἐπισπᾶσθαι πρὸς ἑαυτοὺς ὅλην αὐτήν : ἐνεργήσουσι δὲ προθυμηθέντος τοῦ κάμνοντος συναγαγεῖν τε καὶ κλεῖσαι τὸ
εἰσί , δι ' αὑτοὺς καὶ οὐδὲν ἄλλο δηλονότι ἱκανῶς ἐνεργήσουσι τὰ φιλικὰ φιλοῦντες ἀλλήλους . Ὁ δ ' Ἀριστοτέλης
4007682 ἀπελθον
, κείμενον ἐν χεροῖν ἀγαθὸν οὐκ εἰδώς , ὃ γνώσεται ἀπελθόν . σοὶ μὲν οὖν ἀνθ ' ὧν ἐβουλήθης Ζεὺς
πλώσαντα ἐς Μυοῦντα ἐς τὸ στρατόπεδον τὸ ἀπὸ τῆς Νάξου ἀπελθόν , ἐὸν ἐνθαῦτα , συλλαμβάνειν πειρᾶσθαι τοὺς ἐπὶ τῶν
4002986 ἐμπιμπλαμενον
ὑψηλὸν ἐξαρεῖν αὑτόν , σχηματισμοῦ καὶ φρονήματος κενοῦ ἄνευ νοῦ ἐμπιμπλάμενον ; Καὶ μάλ ' , ἔφη . Τῷ δὴ
πλήρης , οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσεν , δίς τε τῆς ἡμέρας ἐμπιμπλάμενον ζῆν καὶ μηδέποτε κοιμώμενον μόνον νύκτωρ , καὶ ὅσα
4001536 ἐπεκλυσεν
ὕδωρ τοὺς καρποὺς οὐκ ἔθρεψεν , ἢ ὄμβρος τοὺς καρποὺς ἐπέκλυσεν , ἢ αὐχμὸς ἐνέσκηψεν , ἢ ἄβροχος ἡ γῆ
βάθρων κινοῦντος καὶ τοσαύτην γῆν ἐπερχομένου , ὅσην οὐδέπω κῦμα ἐπέκλυσεν , οὐδεὶς οὐ λόγος , οὐ σύλλογος , οὐκ
3980461 χρῃζοντας
καὶ δῆτα προσελθεῖν μοί τινας αὐτῶν , ὥς τινος προστασίας χρῄζοντας , ἐγκαλεῖσθαι γὰρ ὑπό τινων . ὡς δ '
τῶν Ἀχαιῶν καὶ ἡ πόλις τῶν Θετταλῶν ἐνδεεῖς ὄντας καὶ χρῄζοντας τροφῆς . ὅπου λίαν πολλοὶ ἀπέθανον ἀπό τε δίψης
3972341 ἀποδειχθεντα
συμμαχίαν , ἵνα συνερχόμενοι καθ ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν εἰς τὸν ἀποδειχθέντα τόπον πανηγυρίζωσι καὶ συνεστιῶνται καὶ κοινῶν ἱερῶν μεταλαμβάνωσιν .
τὸν λόγον κατ ' ἐλπίδα προδοσίας καὶ συνελθόντος εἰς τὸν ἀποδειχθέντα τόπον , προελθοῦσα εἰς ἐφικτὸν ἡ παρθένος ἐξεληλυθέναι μὲν
3964974 λυζουσι
οἶνον , λύζουσιν . ὅτι δὲ καὶ διαφθείραντες τροφήν τινες λύζουσι , τῶν γινωσκομένων ἐστίν : καὶ ῥιγώσαντες δὲ πολλοὶ
. [ Πρὸς τοὺς λύζοντας . ] Ἐπὶ δὲ τοῖς λύζουσι πήγανον μετὰ οἴνου δίδου καταῤῥοφεῖν , ἢ νίτρον ἐν
3960752 ὁδοιπορει
πάτερ , δι ' ὄμματος ἀστακτὶ λείβων δάκρυον ὧδ ' ὁδοιπορεῖ . Τίς οὗτος ; Ὅνπερ καὶ πάλαι κατείχομεν γνώμῃ
χαλινῶν ἔργον οἰάκων θ ' ἅμα ταχεῖα πειθὼ τῶν κακῶν ὁδοιπορεῖ ἀλλ ' οὑμὸς ἀεὶ πότμος ἐν πυκνῷ θεοῦ τρόχῳ
3953454 προσοικον
πιεζομένους , συλλαβέσθαι δὲ μᾶλλον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἀνακαλέσασθαι γένος πρόσοικόν τε καὶ φίλιον καὶ ἄρδην οἰχήσεσθαι κινδυνεῦον . ἐδίδασκον
πιεζομένους , συλλαβέσθαι δὲ μᾶλλον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἀνακαλέσασθαι γένος πρόσοικόν τε καὶ φίλιον καὶ ἄρδην οἰχήσεσθαι κινδυνεῦον . ἐδίδασκον
3953231 συνῳκισται
καὶ ἅγιος νεώς ἐστι , μακρὰν ὥσπερ θαλάττης καὶ ποταμῶν συνῴκισται : ὡς δῆλον εἶναι , ὅτι τοῦ προφανοῦς ἕτερόν
ἐπὶ τῷ χείλει τοῦ ποταμοῦ καθ ' ὃ ἡ πόλις συνῴκισται , τῇ δ ' ἀνατρέχον ἑκατέρωθεν ἐπὶ τὰς κορυφάς
3950163 διαλλαττεται
προϊὼν ἥξει . θυμοῦται μὲν γὰρ ὑπὸ τῶν πραγμάτων , διαλλάττεται δὲ ὑπὸ τῆς φύσεως . ἐκεῖνον μὲν οὖν οὐκ
ἢ ὅτι ἑκάστοτε δι ' ἔχθρας ἀλλήλοις ὄντα οὐδέποτε πιστῶς διαλλάττεται . Σύλλου φιλία καὶ Μετέλλου τοῦ Πίου : ἐπὶ
3944298 ἐξαπλουσθαι
Εὐριπίδης τὴν ῥίζαν τῆς πορνείας ἄνωθεν ἐξ εὐγενίδων συστᾶσαν τῷ ἐξαπλοῦσθαι εἰς πολλὰς τὸ κακόν . εἰ γὰρ ἐβεβλαστήκει ἐξ
ἐπίσκοπον ἑκάστης , ὃν κακία κρύπτεσθαι οὐ πέφυκεν , | ἐξαπλοῦσθαι δὲ καὶ φανερῶς ὁρᾶσθαι . ὅταν μέντοι διὰ πάντων
3941741 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
3935354 ἐκμεμαθηκεναι
ἥδιστα ἀκροῶνται , ὥστ ' ἔγωγε δι ' αὐτοὺς ἠνάγκασμαι ἐκμεμαθηκέναι τε καὶ ἐκμεμελετηκέναι πάντα τὰ τοιαῦτα . Ναὶ μὰ
καὶ ἐμὲ περίεις . Τά σε καὶ πάλαι δοκέω πάντα ἐκμεμαθηκέναι , σέο τε αὐτοῦ πέρι ὡς ἐπρήχθη καὶ οἷα
3934151 ἐκκαιομενον
ἐργάζεται καὶ εἰϲ ἀνέμου χρονίου ῥύϲιν ποιεῖ τὸ κατὰ βραχὺ ἐκκαιόμενον . κοινῶϲ μὲν οὖν πᾶϲ ἄνεμοϲ ἐκτενεϲτέραν ἀπόλαυϲιν ἀέροϲ
ἐσθιόμενα , σύμφυτον πετραῖον διαμασώμενον , καταπλασσόμενα δὲ ὠφελεῖ στόμαχον ἐκκαιόμενον , πολύγονον , σέρις , σόγχος , σέλινον κηπαῖον
3917673 γεμισθεις
καὶ ζωμῶν . ἐμπλησθεὶς ] πληρωθείς , κορεσθείς . , γεμισθείς . , γεμίσας . . εἶτ ' ] ἀργὸν
ἀνδρὸς ὁ ἀγών . ” ὡς δὲ ἔλαβε , δακρύων γεμισθείς , “ Ἄνδρες , ” εἶπεν , “ Ἐφέσιοι
3916685 ἐκπρεπως
: τὰ γὰρ παρισοῦντα εἰ κατὰ τὸ τέλος ἔθηκεν , ἐκπρεπῶς μὲν ἂν ἐκεκαλλώπιστο αὐτῷ ὁ λόγος , πόρρω δὲ
ὁ Φιλοπάτωρ ἐμαρτύρησε . Κρατήσας γὰρ Ἀντιόχου , καὶ βουλόμενος ἐκπρεπῶς τιμῆσαι τὸ θεῖον , ἄλλα τε πάμπολλα κατέθυσεν ἐπινίκια
3905166 ἐπιτηδευεσθω
ἐπὶ δὲ πλευρῶν καὶ στέρνου τὸ εἶδος τῆς διαιρέσεως ἐπικάρσιον ἐπιτηδευέσθω : ταύτῃ γὰρ καὶ αἱ πλευραὶ πεφύκασιν : ὁμοίως
ὀσμῆς καὶ μὴ διεξιόντος τοῦ πταρμοῦ , ἀνάπαυσις τοῦ τραχήλου ἐπιτηδευέσθω καὶ συνεχὴς τῶν δριμειῶν ὀσμῶν πεῖρα καὶ ἄνεσις τῆς
3905057 ἐρημοτερα
ἐρημία : ἐπὶ τῶν ἐρημουμένων ὑπὸ τινῶν . Καὶ τὰ ἐρημότερά φασι τῆς Σκυθίας ἐρημίας εἶναι . Σοφοὶ τύραννοι τῶν
ἐρημία : ἐπὶ τῶν ἐρημουμένων ὑπὸ τινῶν . Καὶ τὰ ἐρημότερά φασι τῆς Σκυθίας ἐρημίας εἶναι . Σοφοὶ τύραννοι τῶν
3898116 ἐργασαμενης
μιᾷ πάντες ἐλευθερωθήσονται , τῆς ἀθρόας πρὸς ἀρετὴν μεταβολῆς κατάπληξιν ἐργασαμένης τοῖς δεσπόταις : μεθήσονται γὰρ αὐτοὺς αἰδεσθέντες κρειττόνων ἄρχειν
ἕπεσθαι τῶν Ἠπειρωτῶν . Ὀλυμπιάδος δὲ ὡς ἐπεκράτησεν ἀνόσια μὲν ἐργασαμένης καὶ ἐς τὸν Ἀριδαίου θάνατον , πολλῷ δὲ ἔτι
3877207 κωφην
θνητῶν , τοῖς δ ' οὐδὲ παροῦσιν ἀκούειν ἔξεστιν : κωφὴν δ ' ἀκοῆς αἴσθησιν ἔχουσιν . ταῦτά τις ἐπιλυόμενός
ἔργα , περιβλέπεται δὲ τὰ ὀπίσω καὶ τὰ νώτια , κωφὴν δόξαν καὶ τυφλὸν πλοῦτον καὶ ἀναίσθητον εὐσαρκίαν καὶ νοῦ
3875291 ὑγιεινης
καὶ κατασκευῆς εἴρηται τἀνθρώπου , μεθ ' ἃ τὰ τῆς ὑγιεινῆς καὶ ἀναληπτικῆς πραγματείας , καὶ μετὰ ταῦτα ὅσα τῆς
πλείω δὲ ἔχει ἀντωφελεῖν , θηρία τε ἀπερύκων καὶ πόας ὑγιεινῆς προορώμενος . καὶ μὲν δὴ ἀντιφιλοῦσι μάλιστα βόες μὲν
3874738 κατασκευασθεισα
τῶν ἀρχόντων εἰσφορά , ἣν ἐποιήσαντο , ἡνίκα ἡ ψυχὴ κατασκευασθεῖσα ὑπὸ φιλοσοφίας ἱεροπρεπῶς τὰ ἐγκαίνια ἦγεν αὐτῆς εὐχαριστοῦσα τῷ
ἦν οὔπω δεδομένη τριηράρχῳ , μηδὲ πλεύσασα , ἀλλὰ νεωστὶ κατασκευασθεῖσα , ἣν ἄνω εἶπε παρθένον . ΓΘ εἰπεῖν ]
3870949 ἀνεχαιτισε
ἐὰν τοῖς τροπικοῖς ἐνίοις κυρίως χρῷο , ὥσπερ Δημοσθένης τῷ ἀνεχαίτισε : διὰ μιᾶς γὰρ λέξεως ὅλον ἐπλήρωσε νόημα .
ἰσχύσῃ , ἡ πρώτη πρόφασις καὶ μικρὸν πταῖσμα ἅπαντ ' ἀνεχαίτισε καὶ διέλυσεν . οὐ γὰρ ἔστιν , οὐκ ἔστιν
3866179 θεμελιωσας
καὶ φανερώσας τὰ ἀφανῆ , ὁ ὑψώσας τὸν οὐρανὸν καὶ θεμελιώσας τὴν γῆν ⌈ ἐπὶ τῶν ὑδάτων ⌉ , ὁ
καὶ πρῶτον μὲν πύργους ἐπὶ τῷ ποταμῷ ᾠκοδόμει , φοίνιξι θεμελιώσας οὐ μεῖον ἢ πλεθριαίοις : καὶ γὰρ δὴ πιεζόμενοι
3847104 ἀνερριπισθη
ἀφύλακτον πῦρ ἐᾶν , ἐπισταμένους ὅτι σπινθὴρ ἐντυφόμενος εἷς πολλάκις ἀνερριπίσθη καὶ μεγάλας ἐνέπρησε πόλεις , καὶ μάλιστα ἐπιφόρῳ πνεύματι
καὶ πλοῦτον ἐξ ἐκείνων πορίσαιτο . ὥσπερ δὲ πόλεμός τις ἀνερριπίσθη ἐξ ἀφροσύνης παιδὸς καὶ μάχη συνεκροτήθη διὰ περιστερὰν ἢ
3836235 ἐρρευσε
τὰ δ ' ἄνθεα πάντ ' ἐμαράνθη : μάλων οὐκ ἔρρευσε καλὸν γλάγος , οὐ μέλι σίμβλων , κάτθανε δ
τὸ δωδέκατον τοῦ ῥυέντος , καὶ ἐσκέπτοντο ἐν πόσῳ τοῦτο ἔρρευσε χρόνῳ : ἐν τοσούτῳ γὰρ ἔλεγον καὶ τὸ δωδέκατον
3834110 προφητικον
Ἐγὼ μὲν οὖν καὶ σύνδακρυς σοῦ μεμνημένος καθίσταμαι καὶ τὸ προφητικὸν εἰπεῖν , σκότος λεπτόν με καλύπτει καὶ παραμυθίαν ζητῶν
εἰς κοινὰ καταγώγια μετημείφθησαν , ὥσπερ εἰρήκειμεν , καὶ τὸ προφητικὸν εἰπεῖν , ἐν πελέκει καὶ λαξευτηρίῳ τὰ θυσιαστήρια τοῦ
3819622 συγκρινας
ὡς ἁρμονικὸν λόγον ἀπεγράψατο τοὺς λόγους αὐτοὺς καθ ' αὑτοὺς συγκρίνας χωρὶς τῆς ὕλης , ὡς εἴ γε συνέβη τοιαύτην
, ἐκ βυθοῦ τε ἰχθυόεντα , καὶ ὄρνεα ἀερόεντα , συγκρίνας δύναμιν δυνάμει ἐν τετράδι : ὅπως ἔσται δευτέρα βίβλος
3809578 πειραθησεται
- ρισμῷ καὶ ψυχικῶς καὶ σωματικῶς ἀρρωστήσει καὶ ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς πειραθήσεται , εἰς δὲ τὸ κατὰ γυναῖκα ἀκαταστατήσει καὶ ἐπὶ
χρῶτο τούτοις ὁ τὴν ψυχρὰν ἔχων γαστέρα , βλάβης οὐδεμιᾶς πειραθήσεται . Χαλεπὴ καὶ δυσμεταχείριστός ἐστιν ἐπιπλοκὴ καὶ ἡ τῆς
3807389 μεγαλειοτητος
θεολογικῷ καὶ τῷ πολιτικῷ διὰ τὴν τῆς τάξεως καὶ τῆς μεγαλειότητος ὁμοιότητα , τὸ δὲ χρωματικὸν τῷ τε μαθηματικῷ καὶ
μίξιν εὔκρατον συνίστασθαι καὶ εἶναι ταῦτα κήρυκας διαπρυσίους τῆς σῆς μεγαλειότητος , αὐτὸς καὶ νῦν ἐν τῇ ἀναλήψει τῆς παρούσης
3800754 ἀναμιμνῃσκομαι
πολλάκις τὴν μὲν πλευρὰν ἐνθυμοῦμαι , τὴν δὲ πλευρώνην οὐκ ἀναμιμνῄσκομαι . συμβαίνει δ ' ἐνίους ἅπαξ ἐθισθῆναι μᾶλλον ἢ
εἰ γινώσκοντες οὖσαν κατέλιπον διδάξαι ὅπως ἐστίν . ἐγὼ δὲ ἀναμιμνῄσκομαι , ὡς Ἐμπεδοκλῆς καὶ ἄκων περιπίπτει που τῷ ὀνόματι
3793196 ἀπορθητος
λόγῳ ἐχρήσατο . πολλὰ χειμασθεῖσα ἡ πόλις παρὰ τῶν πολεμίων ἀπόρθητος μόλις ἔμεινε καὶ ἀβλαβὴς διεσώθη . ἐξέφυγε καὶ ἀπηλλάγη
Ἕκτωρ ζωὸς ἔην καὶ μήνι ' Ἀχιλλεὺς καὶ Πριάμοιο ἄνακτος ἀπόρθητος πόλις ἔπλεν , τόφρα δὲ καὶ μέγα τεῖχος Ἀχαιῶν
3789954 συμπεμψαι
ἀφῆκα τοῦ κινδύνου τούτου μετέχειν , ἱππέας δὲ τῶν σῶν συμπέμψαι μοι ἐδεόμην σου : εἰ γὰρ καὶ τοῦτο αἰτῶν
Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται πορεύεσθαι , κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος ἄνδρας : μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ
3789012 περικλειομενος
, οὐ γὰρ ἐφ ' ὑψηλοῦ καθήμενος ἢ χρυσαῖς ἀσπίσι περικλειόμενος ἑτέρων χερσὶ θεραπεύει τοὺς θεούς , ἀλλ ' αὐτουργεῖ
, τῷ μήκει δ ' ἐπὶ σταδίους πεντακοσίους παρεκτείνεται , περικλειόμενος δὲ κρημνοῖς θαυμασίοις τὸ μέγεθος σκολιὸν καὶ δυσέξιτον ἔχει
3786426 διενεχθεντας
μὲν ἐκεῖνον διαδεξαμένων οὐδενὸς μέμνηται , τοὺς δ ' ἐκείνῳ διενεχθέντας καὶ ὧν διαδοχὴ οὐδεμία σώζεται , τούτους ἀνθῆσαί φησι
ἐν Συρίᾳ ἔσεσθαι , τὸν δὲ δυνάστην Συρίας καὶ Αἰγύπτου διενεχθέντας πρὸς ἀλλήλους μετ ' ἐνιαυτὸν καὶ ἓξ μῆνας κακῶς
3770304 διειστηκει
σοφιστικῆς ἄρξαι , τάδε χρὴ ἐπεσκέφθαι : ἡ Ἀθήνησι δημαγωγία διειστήκει πᾶσα , καὶ οἱ μὲν βασιλεῖ ἐπιτήδειοι ἦσαν ,
τῆς ὄψεως ἔτι φανεράἥ τε πόλις ὅλη διοιδοῦσα καὶ ἀγριαινομένη διειστήκει . ἔπειτα ὁ μὲν δῆμος ἐφρούρει τὸ Καπιτώλιον ἅμα
3768917 ἀποτομοις
Ἐνίοτε δὲ τὰ δοκοῦντα μέρη πόλεως εἶναι κρημνώδη καὶ πέτραις ἀποτόμοις ὠχυρωμένα τῶν διὰ χειρὸς ἀνεστηκότων τειχῶν ἔδωκε τοῖς πολιορκοῦσιν
δὲ συμφοροῦντες [ αὐτῶν ] φακέλλους φρυγάνων καὶ παρὰ τοῖς ἀποτόμοις τῆς πέτρας βωμοὺς ἐγείροντες ὑψηλοὺς ὑφῆπτον ἀνέμῳ παραδιδόντες τὰς
3767629 μιλιαριον
Ἀθηναῖος , εἰσὶν οἱ Οὐλπιάνειοι σοφισταί , οἱ καὶ τὸ μιλιάριον καλούμενον ὑπὸ Ῥωμαίων τὸ εἰς θερμοῦ ὕδατος κατεργασίαν κατασκευαζόμενον
λαβεῖν ῥοδόμελι καθ ' ἑκάστην ἡμέραν μιλιάρια κʹ . σελινόσπερμον μιλιάριον ἓν , ἄνισον μιλιάριον τὸ ʹʹ . καὶ ἐπινηστεύειν
3758033 ξξα
εἰς ξ , ὧν δύο ἔστω τὰ ΑΣ , ΣΥ ξξα πρῶτα : ἐὰν δὴ πολλαπλασιάσω τὸ πρῶτον ξον τὸ
β λεπτὰ τὰ ΑΞ , ΞΖ , ἔσται λεπτὰ ἤτοι ξξα β καὶ τὰ ἑξῆς : ὁμοίως οὖν καὶ μοῖρα
3756198 κατενεχθεισα
διὰ πλείους δὲ αἰτίας . καὶ γὰρ ἀφ ' ὕψους κατενεχθεῖσα γυνὴ καὶ ἐπὶ τὰ ἰσχία ἑδρασθεῖσα πάσχει τὸ τοιοῦτον
. ἀναιρεῖσθαι δὲ τοὺς ἀνθρώπους πάντας , ὅταν ἡ γῆ κατενεχθεῖσα εἰς τὴν θάλασσαν πηλὸς γένηται , εἶτα πάλιν ἄρχεσθαι
3751287 ἐπαναξει
μέχρις ἐπιλάβοι τὸ ἔαρ καὶ νεκροὺς ἡμᾶς ὄντας πρὸς ζωὴν ἐπανάξει πάλιν τὸ εἶναι ὥσπερ φυτοῖς χαριζόμενον . Πολλοὶ περιτυχόντες
, δεικνὺς τοῖς συνεῖναι δυναμένοις ὅτι σε μόλις ὁ χειμὼν ἐπανάξει . πρότερον μὲν οὖν σε δάκνειν εἶχον ὡς δειλὸν
3746421 ὁρμησαν
ῥαγείη τὰ Τέμπη ὄρη ὀνομαζόμενα καὶ διότι διὰ τοῦ διαστήματος ὁρμῆσαν τὸ τῆς λίμνης ὕδωρ ἐμβάλλοι εἰς τὸ τοῦ Πηνειοῦ
δεσποίνῃ προσηνές , ὑπὸ τῆς ἄγαν λιχνείας ἐπὶ τὸ κρέας ὁρμῆσαν κεῖταί σοι τρίτην ταύτην ἡμέραν ἐκτάδην νεκρὸν ἤδη μυδῆσαν
3744159 ἀπεγνωσμενων
, καὶ κατὰ στόμα μὲν οὐκ ἐτόλμα παρατάττεσθαι , φοβούμενος ἀπεγνωσμένων ἀνδρῶν θράσος καὶ ἀπόνοιαν , ἐν δὲ τοῖς εὐθέτοις
ἂν δῆμος , ἠγνόει καὶ ἀνεπείθετο . καί ποτε τῶν ἀπεγνωσμένων τις καὶ ἀτίμων καὶ ὅτε ἐδούλευεν ἡ πόλις καὶ
3733910 προσφορου
πολυχρόνιον . εἰ τύχῃ δὲ ἀπολειπόμενός τις τῶν ἀστέρων τῆς προσφόρου μαρτυρίας τὸ ἐνδεὲς περὶ τὴν πόλιν ἐσόμενον ἐντεῦθεν συνοραθήσεται
. ἢν τύχῃ δ ' ἀπολειπόμενός τις τῶν ἀστέρων τῆς προσφόρου μαρτυρίας , τὸ ἐνδεὲς περὶ τὴν πόλιν ἐσόμενον ἐντεῦθεν
3726999 ἐκλειψῃ
ἐκλείψῃ αὕτη ποτέ , μέχρις αὐτὸ τῇδε πᾶν συνεστηκὸς περίγειον ἐκλείψῃ . ὃς νοῦς νικήσας τὸν χρόνον πάντα καλῶς ᾠκονόμησε
αἰσθητηρίων τοῦ ζῴου ἐκλελοιπότων , ἤτοι κἂν ἡ αἰσθητικὴ δύναμις ἐκλείψῃ κἂν ἡ ὁρατικὴ κἂν πᾶσαι αἱ αἰσθητικαὶ δυνάμεις ἐκλείψωσι
3721737 ἀβουλητος
τὸν ἀθάνατον κλῆρον εὕρωνται : διαφέρουσι δὲ ὅτι ἐκείνοις μὲν ἀβούλητος ἡ φυγὴ δι ' ἔργον ἀκούσιον , τούτοις δὲ
οὐκ ἀπ ' εὐνοίας εἰσηγεῖσθαι ταῦτα φάσκων : ἐπειδὰν δὲ ἀβούλητος κακοπραγία συμβῇ , τοὺς μὲν ὡς ἀγαθοὺς μάντεις ἀποδέχεται
3716951 λιποθυμιας
οὕτως γοῦν πολλάκις προγινώσκοντες μέλλοντας παροξυσμοὺς εἰσβάλλειν μετὰ συγκοπῆς ἢ λιποθυμίας ἢ παραφορᾶς , παρέχοντες τροφὰς ἢ βοηθήμασιν ἐπιτηδείοις παρεσχηκότες
στρόφων καὶ ἀπορίας τινὸς καὶ ἐκλύσεως , ὡς ἐγγὺς ἥκειν λιποθυμίας : διψῶσί τε καὶ πυρέττουσι , καὶ τὸ σκύβαλον
3711640 ὑποκιρρα
εἰρημένων , λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός , ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεως , ξανθὰ δὲ
καλούμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ ὡσεὶ μακρὰς ἀκτῖνας ἀπομηκύνων ἀνέμων σφοδρῶν ἐστι σημαντικὸς
3704075 οἰωνισμα
πρὸ τῶν πυλῶν αἰθίοψ ὑπήντησε : καὶ τόνδε μὲν ὡς οἰώνισμα φαῦλον ὁ στρατὸς αὐτίκα συνέκοψε , δαιμόνια δ '
στρατόπεδον ἀπὸ τῆς θυσίας τῶν ἐναντίων ὡς ἀγαθὸν σημεῖον καὶ οἰώνισμα αἴσιον ἐδέξαντο καὶ συλλαβόντες καλλιεροῦσι τοῖς θεοῖς καὶ τῶν
3702973 Ὀφρυνιου
ναυτικόν τι συνεσκευασμένοι ἔτυχον προεξεληλυθότες τῆς πόλεως , καὶ ἐξ Ὀφρυνίου πόλεως ὁ δῆμος ἅπας καὶ ἐκ τῶν ἄλλων Τρωικῶν
αὐτῶι παρόντες Ἰλιεῦσιν ἐπίκουροι Τρῶες ἐκ Δαρδάνου τε πόλεως καὶ Ὀφρυνίου τῶν τε ἄλλων ὅσοι τῆς κάτω πόλεως ἁλισκομένης ἔφθασαν
3697208 ὀδυνωμενην
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δ ' ἑτέρῳ μέρει τρίψας εὔφραινεν ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν
3695093 ἀντιλαμβανομενης
παρυφισταμένων τὰ μὲν μετρίως τοῦτο πάσχει διακεκριμένων αὐτῶν τῆς ὄψεως ἀντιλαμβανομένης , τὰ δ ' αὖ ἐπιπλέον , ὡς ἤδη
ξηρῶν δᾴδων ἢ καὶ ἄλλης τινὸς ὕλης εὐπρήστου καὶ ταχέως ἀντιλαμβανομένης πυρός , ὁ δὲ ἥλιος ἐξ ἐναντίας αὐτὸν ταῖς
3693538 εὐδιου
. ἄρχεται μὲν εὐθὺς ἐκ πυλῶν , οἷον ἔκ τινος εὐδίου λιμένος , τῆς ἀναγωγῆς ἡ ναῦς : κινηθεῖσα δὲ
ἀπὸ τοῦ αἴτιος αἰτίου αἰτία , καὶ ἀπὸ τοῦ εὔδιος εὐδίου εὐδία , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ πολιός πολιοῦ πολιά
3689005 ἐκμετρουμενος
Μωυσῆς κατασκευάζει πήχεσιν ἑκατόν , τὸ πρὸς ἀνατολὰς καὶ δύσεις ἐκμετρούμενος διάστημα . ἔστι δὲ καὶ ἀπαρχῆς ἀπαρχὴ ὁ ἑκατοστὸς
Μωσῆς κατασκευάζει , πήχεσιν ἑκατὸν τὸ πρὸς ἀνατολὰς καὶ δύσεις ἐκμετρούμενος : περιβλέπω καὶ περιβλέπομαι , σπῶ καὶ σπῶμαι παρὰ
3683372 ἐρρυησαν
οὐρανοὺς φρονήσει , ἐν αἰσθήσει ἄβυσσοι ἐρράγησαν , νέφη δὲ ἐρρύησαν δρόσους . Εἰ ταῦτα νοεῖς , ἄνθρωπε , ἁγνῶς
αἰτία , ὅτι σταγόνες ἐκ τῆς κεφαλῆς Γοργόνος ἐν τούτῳ ἐρρύησαν βασταζομένης ὑπὸ Περσέως . Ἐν Κελαιναῖς τῆς Φρυγίας ποταμός
3681805 καθαρευοντι
Ἀθηναίων οὐκ ἔξεστι τὸ ἱερὸν πῦρ φυσῆσαι , ὡς μὴ καθαρεύοντι τοῖς ἄνω μέρεσιν . Δοῦρις δὲ ἐν τῇ ιʹ
τυγχάνωσιν , μετὰ δὲ ταῦτα ἱερέας τε καὶ ἱερείας ὡς καθαρεύοντι τῷ τάφῳ ἕπεσθαι , ἐὰν ἄρα καὶ τῶν ἄλλων
3679998 Γυζαντες
Λιβύῃ . παρ ' Ἡροδότῳ δὲ κακῶς διὰ τοῦ γ Γύζαντες . Πολύβιος δὲ Βυζακίδα χώραν εἶναί φησι περὶ τὰς
καὶ τοὺς ὀδόντας κατασήπει προσαπτόμενον . τὸ ἐθνικὸν Γυαρεύς . Γύζαντες , ἔθνος Λιβυκόν , ὡς Ἡρόδοτος ἐν τετάρτῃ καὶ
3677052 καταφλεγοντος
ἔτι τὰ στοιχεῖα κεκίνητο ποτὲ μὲν τοῦ πυρὸς ὑπερνικῶντος καὶ καταφλέγοντος , ὁτὲ δὲ τῆς ὑδατώδους ὑπερβλυζούσης καὶ κατακλυζούσης ἐπιρροῆς
πυρωδέστατόν ἐστι , τοῦ ἀστέρος ὃν ὑμεῖς κύνα φατὲ πάντα καταφλέγοντος καὶ τὸν ἀέρα ξηρὸν καὶ διακαῆ τιθέντος , ὅ

Back