εἰρημένων , λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός , ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεως , ξανθὰ δὲ
καλούμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ ὡσεὶ μακρὰς ἀκτῖνας ἀπομηκύνων ἀνέμων σφοδρῶν ἐστι σημαντικὸς
6889049 παρηλια
ἔξω ἢ ὡς ἐφ ' ἑαυτὸν κοιλούμενος ἢ τὰ καλούμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα
ἄστρα καὶ νέφη καὶ ἄνεμοι καὶ τὰ ὑπὸ τούτων συνιστάμενα παρήλια καὶ δοκίδες καὶ σέλας καὶ Ἶρις . εἰσὶ δὲ
5896423 τελεσφορηθηναι
ἂν οἱ ἐξ αὐτῶν καλούμενοι ψῆνες εἰς τοὺς ὀλύνθους μεταστάντες τελεσφορηθῆναι τούτους παρασκευάζωσιν . τοῦτο δ ' ἐρινάζειν λέγεται .
ἔστιν γόνιμα καὶ τὰ ὑπηνέμια ? ? ᾠὰ οὐ δύναται τελεσφορηθῆναι [ ] ? . Ἡ δ ' ἐν τῆι
5481860 ἀπομηκυνων
τοὺς λόγους καὶ οὐκ ἐθέλων διδόναι λόγον , ἀλλ ' ἀπομηκύνων ἕως ἂν ἐπιλάθωνται περὶ ὅτου τὸ ἐρώτημα ἦν οἱ
εἶτα λογιζόμενος ἐτῶν ἀριθμόν , ὁπόσος ἑκάστῃ ἱκανός , ὑπερεξέπιπτες ἀπομηκύνων τὸ πρᾶγμα ἐς γενεὰς ἄλλας , ὡς ὑπερήμερον γίγνεσθαι
5322871 πνευματικα
: θεαφίου τὸ δὲ θεῖον καὶ ἄσφαλτος ἄμφω βαρύοδμα καὶ πνευματικά : διὸ καὶ ἔμμηνα ῥηγνύει καὶ κατάρρους ἵστησι καὶ
: θεαφίου τὸ δὲ θεῖον καὶ ἄσφαλτος ἄμφω βαρύοδμα καὶ πνευματικά : διὸ καὶ ἔμμηνα ῥηγνύει καὶ κατάρρους ἵστησι καὶ
5199746 ἀκοων
φωνῆς μὲν οὐδεμιᾶς ἀκούει , αὑτῆς δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἀκοῶν ἀκούει καὶ τῶν μὴ ἀκοῶν ; Οὐδὲ τοῦτο .
πνεύματος , σπορᾶς καὶ ἀρτηρίων : Ἄρης μερῶν ἀριστερῶν , ἀκοῶν καὶ νεφρῶν τε καὶ τῶν φλεβῶν τοῦ σώματος καὶ
5149246 ἑλικοειδης
. σχῆμα δὲ μήτρας οὐχ ὡς ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων ἑλικοειδής , ἰατρικῇ δὲ σικύᾳ παραπλήσιος : ἀπὸ γὰρ περιφεροῦς
: ἄλλως : ἐπειδὴ κυκλοτερὴς ὁ οὐρανός . ἢ ἐπειδὴ ἑλικοειδής ἐστιν ὁ ζῳδιακὸς καθ ' ὃν φέρεται ὁ ἥλιος
5090193 ἐκκαιομενον
ἐργάζεται καὶ εἰϲ ἀνέμου χρονίου ῥύϲιν ποιεῖ τὸ κατὰ βραχὺ ἐκκαιόμενον . κοινῶϲ μὲν οὖν πᾶϲ ἄνεμοϲ ἐκτενεϲτέραν ἀπόλαυϲιν ἀέροϲ
ἐσθιόμενα , σύμφυτον πετραῖον διαμασώμενον , καταπλασσόμενα δὲ ὠφελεῖ στόμαχον ἐκκαιόμενον , πολύγονον , σέρις , σόγχος , σέλινον κηπαῖον
5068495 χοληδοχου
μέρη διχῇ , ἕως ἂν ἐξοίσῃς ὅλης οὔσης γεώδους βαρείας χοληδόχου μελάνσεως τὸ εἶδος , ἐξ οὗπερ νέφη ἄνεισι βαστάζοντα
χυλὸς λευκός . ἀλλ ' ἐπειδὴ δύο ἀγγεῖα ἀπὸ τῆς χοληδόχου κύστεως ἐκφύονται , καὶ τὸ μὲν μεῖζον φέρεται ἐπὶ
5054679 ἀντιλαμβανομενης
παρυφισταμένων τὰ μὲν μετρίως τοῦτο πάσχει διακεκριμένων αὐτῶν τῆς ὄψεως ἀντιλαμβανομένης , τὰ δ ' αὖ ἐπιπλέον , ὡς ἤδη
ξηρῶν δᾴδων ἢ καὶ ἄλλης τινὸς ὕλης εὐπρήστου καὶ ταχέως ἀντιλαμβανομένης πυρός , ὁ δὲ ἥλιος ἐξ ἐναντίας αὐτὸν ταῖς
5051302 κυφελλα
τοὺς λοιποὺς ὅστις τοῦ ἀμφώδοντος καὶ τοῦ ὄνου τεμὼν τὰ κύφελλα καλλυνεῖ παρωτίδας . ἀμφώδοντος : λέγονται ἐν Φρυγίᾳ εἶναι
' ἀναύρων νασμὸς αὐανθήσεται , χανδὸν κελαινὴν δίψαν αἰονωμένων . κύφελλα δ ' ἰῶν τηλόθεν ῥοιζουμένων ὑπὲρ κάρα στήσουσι Κίμμερός
5044506 ἐπιμιγνυμενων
δ ' αὐστηρὸν ἢ στρυφνὸν ἢ ὅλως στῦφον εὐστόμαχον , ἐπιμιγνυμένων δὲ τῶν ποιοτήτων ἀλλήλαις , ἡ σφοδροτέρα κρατοίη .
καὶ ἐκπέμπῃ τὴν ὕλην . Ἀπὸ δὲ τῆς κράσεως τῶν ἐπιμιγνυμένων χρωμάτων , δεῖ πᾶσι τοῖς ἀναγομένοις χυμοῖς , λέγω
5043993 συμφορημα
ταμίας τούτων , ὁ ἡγεμὼν τοῦ δεσμωτηρίου , σύστημα καὶ συμφόρημα κακιῶν ἀθρόων καὶ ποικίλων εἰς ἓν εἶδος συνυφασμένων ἐστίν
καὶ ἀνακερασάμενος ὁ ζῳοπλάστης ἓν ἐκ πασῶν ἕκαστον ἡμῶν ἀπειργάζετο συμφόρημα , ἀφ ' οὗ καὶ φύραμα εἴρηται . τούτου
5032943 λστʹ
ἄνευ τῆς λοξῆς φορβέας καὶ τῶν γενειάδων . Κεφ . λστʹ . Σύμμετρον μέρος τῆς ταινίας ἐάσας κατὰ προσώπου κρέμασθαι
ἰατρικῇ διὰ χειρῶν ἢ ὀργάνων περιγινομένη τοῦ προσήκοντος τέλους . λστʹ . Περικράνιος ὑμήν ἐστι νευρώδης περιειληφὼς πᾶν τὸ κράνιον
4961409 ῥευσεως
τὸ λευκόν , τὸ ἡδύ , καὶ τὸ ἠρεμαῖον τῆς ῥεύσεως . . : αἶ αἶ αἶ αἶ ] Τὰ
ῥεῖν γὰρ αἰεὶ τὰ πράγματα καὶ δι ' ὀξύτητα τῆς ῥεύσεως τὴν ἡμετέραν ἐκφεύγειν ἀντίλημψιν . % ἡμεῖς δὲ τὴν
4956733 τελεσφορεισθαι
τὰ ζῷα ὑφεστάναι καὶ τοὺς καρποὺς τρέφεσθαι καὶ αὔξεσθαι καὶ τελεσφορεῖσθαι : καὶ διότι μὴ μόνον τὰς ἡμέρας καὶ νύκτας
Ἄρης : συμβαίνει δὲ ὡς ἐπίπαν μὴ πάντα τὰ τοιαῦτα τελεσφορεῖσθαι . Ἤρτηται δὲ τῆς προειρημένης σκέψεως καὶ ὁ περὶ
4914149 ἀβρωμα
πεζῶν ζῴων : ἐκλέγεσθαι δὲ ἐξ ἁπάντων τὰ εὐδιάλυτα καὶ ἄβρωμα καὶ ψαθαρὰν ἔχοντα τὴν σάρκα καὶ στυπτικήν , οἷον
μαλάχης , ἰχθύων δὲ οἱ πετραῖοι καὶ τῶν ὀρνίθων τὰ ἄβρωμα καὶ ἀπίμελα καὶ ὄρεια : ὀστρέων ὠφελιμώτατοι ἐχῖνοι πρόσφατοι
4901962 ἐπαλληλα
οὕτω καλοῦνται : οὐ γὰρ ὃν τρόπον τὰ ἄλλα σύμφωνα ἐπάλληλα κείμενα κατὰ τὸν λόγον τῶν μέτρων τραχύνουσι τὴν ἀκοήν
βλάπτονται . εἰ δὲ ἡ Ἀφροδίτη καθυπερτερεῖ τὴν Σελήνην , ἐπάλληλα παρέχει τὰ ἀγαθά , ἐμπράκτους καὶ πολυβίους ποιοῦσα ,
4881561 σαρκουται
ἄλλων θεραπείαν παραγίνεσθαι . Σαρκοῦται ἡ οὐρήθρα ἑλκώσεως προηγησαμένης : σαρκοῦται δ ' οὐχ ὅλη , ἀλλὰ κατά τι μέρος
. Καίτοι καὶ ἢν ἐκπέσῃ τὸ ἐκπεσούμενον , θᾶσσόν τε σαρκοῦται ἐκείνως ἢ ἑτέρως ἰητρευόμενον , καὶ θᾶσσον ὠτειλοῦται .
4881267 σχιζομεναι
νῆσοι αἱ κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο μέρος τῆς θαλάττης σχιζόμεναι , Αἰγαῖος ὑπὲρ αὐτῶν ἐδείκνυτο εἶναι ἡ θάλαττα ,
' ὁπότ ' ἀκτίνων αἱ μὲν νότον αἱ δὲ βορῆα σχιζόμεναι βάλλωσι , τὰ δ ' αὖ περὶ μέσσα φαείνῃ
4847036 λιβανοιο
θύου ἢ σμύρνης ἢ εὐόδμου καλάμοιο ἢ καὶ θεσπεσίοιο πεπαινομένου λιβάνοιο ἢ κασίης : ἐτεὸν γὰρ ἀνὰ χθόνα λύσατο κείνην
Γερραίης δὲ τῆς Ἀραβικῆς . Γέρρα γὰρ πόλις τῆς Ἀραβίας λιβάνοιο δὲ χύσιν εἶπε ἐπεὶ περίκειται ἡ λιβανωτὶς τοῖς κλάδοις
4832234 κατανιφοι
Ἀθηναῖοι : ἢ ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀμφόδου . κεἰ κριμνώδη κατανίφοι : κρίμνα εἶδος ἀλεύρου , ἐξ οὗ ἡ παιπάλη
. κρυμώδη ] λίαν σφοδρῶς , μετὰ ψυχρότητος πλείστης . κατανίφοι ] ἔνιφε , χιονίζοι . , χιονίζει . προμαθεῖν
4823708 ἀπογειοτατος
τῆς τῶν ἄλλων ἀστέρων κοινωνίας . ὁ δὲ τοῦ Κρόνου ἀπογειότατος γινόμενος ψυκτικώτατος γίνεται καὶ τὰ ἐπὶ γῆς οὕτω συνδιατίθεται
μξ . ὥστε κατὰ μὲν τὸ ν γενόμενος ὁ ἥλιος ἀπογειότατος ἂν εἴη , καὶ ἡμῖν ἀπὸ τοῦ θ ὁρῶσι
4823362 εὐσημος
αὐξηθῆι βροτοῖς . Μεθ ' ὃν κύκλου φοραῖσι ταῖς πολυστρόφοις εὔσημος οὐκ ἄσημός ἐστι Τοξότης τὰ νέρθε δεικνὺς γαστρὸς οὐ
] ἐν . ἁλοῦσα ] ἁλοῦσα δὲ ἡ πόλις . εὔσημος ] ἐπίσημος τῶι καπνῶι . θύελλαι ] τῆς φθορᾶς
4803240 ξανθωσις
καὶ μέλανσιν καὶ ἐς ὕστερον λεύκωσιν , τότε ἔσται βεβαία ξάνθωσις . Ἀγαθοδαίμων Ὀσιρίδει χαίρειν . Ἤδη σοι τοῦτο τέταρτον
εἰσιν . ἡ γὰρ λεύκωσις καῦσίς ἐστι , καὶ ἡ ξάνθωσις , ἀναζωοπύρησις : αὐτὰ γὰρ ἑαυτὰ καίουσι , καὶ
4781448 τυμπανιας
τοῦ περιτοναίου τε καὶ τῶν ἐντέρων διειληφότα τόπον , τοὺς τυμπανίας διατείνει ὕδρωπας , τυμπάνου δίκην δηλαδὴ συνεξογκοῦντος ἐν ταῖς
, ἐφ ' οὗ παρακέντησιν παραλαμβάνομεν : δεύτερος ὁ λεγόμενος τυμπανίας , ὅταν πνεύματος γέμῃ ἡ γαστὴρ μᾶλλον , δῆλος
4775765 συμφυϊας
πεπανθεὶς ἄκρως , ἡνίκα , κἂν μηδεὶς δρέπηται , τῆς συμφυΐας αὐτὸς ἐπείγεται διαζεύγνυσθαι ἅτε μηκέτι τροφῶν τῶν ἀπὸ τῆς
νυνὶ μὲν ἡνωμένα , μηνῶν δὲ περιόδοις αὖθις ἀποσπασθησόμενα τῆς συμφυΐας , διὰ τὴν ἐλπίδα τοῦ γενήσεσθαι ζῷα φυλάττεται τῷ
4735138 φερβει
τοιούτους καρποὺς ἐποίουν : ὅσα γὰρ γῆ τε καὶ πόντος φέρβει , τοιαῦτα καὶ γυναικὸς ἆθλα . ” Πῶς τις
χερσόθεν ἀπ ' ἀγˈλαῶν δενδρέων , ὕδωρ δ ' ἄλλα φέρβει , ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπˈλέκοντι καὶ στεφάνους βουλαῖς ἐν
4727111 συναγωγος
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον : μέλι μὲν ἴσως , ἐπειδήπερ ἡ συναγωγὸς αὐτοῦ μέλιττα ζῷόν ἐστιν οὐ καθαρόν , ἐκ σήψεως
καὶ τὰς διαφορὰς διακρίνῃ ᾗ πεφύκασιν ἕκαστα , τότε ἡ συναγωγὸς σύνθεσις συνάγουσα εἰς ταὐτὸ τὰ διαφέροντα καὶ τὰ ἁπλᾶ
4707685 ἐξατμιζειν
ἐπέχοντα τῆς ἡμέρας τὸν ἥλιον , ἐξαμέλγειν τὸ ὑγρὸν καὶ ἐξατμίζειν , ὅθεν τὰ μὲν τελέως ἄνυδρα ὑπάρχει , ἐν
ἐν τούτωι τῶι καιρῶι πλησίον ἰόντα τὸν ἥλιον τῆς Αἰγύπτου ἐξατμίζειν τὰ νάματα . Ἔφορος ὁ ἱστοριογράφος κατὰ θέρος φησὶν
4696831 κατενεχθεισα
διὰ πλείους δὲ αἰτίας . καὶ γὰρ ἀφ ' ὕψους κατενεχθεῖσα γυνὴ καὶ ἐπὶ τὰ ἰσχία ἑδρασθεῖσα πάσχει τὸ τοιοῦτον
. ἀναιρεῖσθαι δὲ τοὺς ἀνθρώπους πάντας , ὅταν ἡ γῆ κατενεχθεῖσα εἰς τὴν θάλασσαν πηλὸς γένηται , εἶτα πάλιν ἄρχεσθαι
4683028 ἀνακλασεων
δύνασθαι ποιεῖν τὸ ἀποπαλλόμενον φῶς , ὅπερ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀνακλάσεων οὐ συμβαίνει . οὕτως οὖν καὶ ἠχὼ πανταχόθεν μὲν
τῆς ΓΚ , ἐάν τε ἴση , ἡ σύμπτωσις τῶν ἀνακλάσεων οὔτε ἐπὶ τῆς περιφερείας τοῦ κύκλου οὔτε ἐκτὸς οὐ
4653066 λευκωσεως
εἰς τὸν ξανθὸν , καὶ ἄλλοι ἄλλας : τῆς μέντοι λευκώσεως οὐδεὶς κατηξίωσεν μνημονεύσας , εἰ μὴ ἐγώ : ἣν
Ὁ πρῶτος τῆς ταριχείας τρόπος ἐστὶν ὁ τῆς τοῦ θείου λευκώσεως καθόσον ἡ χρεία καλεῖ , τοσοῦτον προδίδοται : τὸ
4649881 μεταβαινουσα
καὶ ἐξ ἑτέρων τῶν ὑπ ' αὐτοῦ νοουμένων εἰς ἕτερον μεταβαίνουσα . δείκνυσι τοίνυν τῷ δοξαστικῷ μέρει τῆς ψυχῆς τὴν
' , νῆσός ἐστιν οἰκουμένη κατάφυτος δένδρεσιν ἡμέροις ἐπινηχομένη καὶ μεταβαίνουσα πρὸς τὰς τῶν πνευμάτων φοράς . τὸ δ '
4647964 περιλαμβανομενα
νεωστὶ γεγονυίας , τεθραμμένης δὲ ἐν γάλακτι : τὰ δὴ περιλαμβανόμενα ἐν αὐτῇ τρίγωνα ἔξωθεν ἐπεισελθόντα , ἐξ ὧν ἂν
κόσμου περιγραφῇ , πόλεως τρόπον τῇ τῶν ἀπλανῶν ἐξωτάτω σφαίρᾳ περιλαμβανόμενα , καὶ ὡς ὁ γεννήσας πατὴρ νόμῳ φύσεως ἐπιμελεῖται
4622660 συναπασων
, ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν , κόσμον μὲν μακάρεσσι λίθον , θνητοῖς δὲ πλακοῦντας
, ὄλβιε πρέσβυ , ἣ κάλλιστα φέρει χώρα δύο τῶν συναπασῶν , κόσμον μὲν μακάρεσσι λίθον , θνητοῖς δὲ πλακοῦντας
4614901 πρωτοπαθουντων
ψυχρότητα τίκτει , ἔστι δ ' ὅτε ἐξ ἑτέρων μορίων πρωτοπαθούντων εἰς αὐτὴν συρρεῖ τὰ περιττώματα , οἷον ἥπατος ἢ
τὴν ὀδύνην ἐργάζεται : οὐδὲ γὰρ τῶν προαιρετικῶν νεύρων ἐϲτὶ πρωτοπαθούντων ἡ φλεγμονή , ἐπεὶ ἂν ἔδει κἀν τοῖϲ μεταξὺ
4603021 εὐδιου
. ἄρχεται μὲν εὐθὺς ἐκ πυλῶν , οἷον ἔκ τινος εὐδίου λιμένος , τῆς ἀναγωγῆς ἡ ναῦς : κινηθεῖσα δὲ
ἀπὸ τοῦ αἴτιος αἰτίου αἰτία , καὶ ἀπὸ τοῦ εὔδιος εὐδίου εὐδία , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ πολιός πολιοῦ πολιά
4601655 ἐξαλλαξιν
τὴν θέαν τῶν ἄστρων , ὁλοσχερεῖ τινι μερισμῷ λαμβάνοντα τὴν ἐξάλλαξιν : πρὸς δὲ τὴν τοῦ περιέχοντος κρᾶσιν , ὅτι
καὶ πάνθ ' ἁπλῶς τὰ πρὸς τὸν βίον χρήσιμα πλείστην ἐξάλλαξιν ἔχει πρός τε τὸ βέλτιον καὶ τὸ χεῖρον .
4589736 φαλης
αἰδοῖον παίζει τὸ λευκὸν ἵππον . λευκὸν μὲν , ὅτι φάλης τὸ αἰδοῖον λέγεται , φάλιον δὲ τὸ λευκόν :
αἰδοῖον παίζει τὸ λευκὸν ἵππον . λευκὸν μὲν , ὅτι φάλης τὸ αἰδοῖον λέγεται , φάλιον δὲ τὸ λευκόν :
4581802 συριγξι
ἐπὶ τῶν κόλπων μήκει μὲν σύμμετρα τοῖς κόλποις ἢ τοῖς σύριγξι , πάχει δ ' ἐλάσσω , ὡς μὴ διεσφηνῶσθαι
καὶ τρίγωνα καὶ αὐλοὶ καλοῦνται , τῶν προτέρων ὅτι μὴ σύριγξι ποιμενικαῖς οὐδενὶ ἄλλῳ μουσικῆς τεχνήματι χρωμένων , νόμους τε
4577812 ὑλοτομειν
ἡμέρας ἐλάττωσις , ἡ τῆς νυκτὸς ἐπίδοσις , τηνικαῦτα δεῖ ὑλοτομεῖν . μετὰ θέρος ἀρχομένου τοῦ μετοπώρου τῶν δένδρων φυλλοροούντωνὅσα
ὀροφὴν καὶ τῶν πρὸς νεῶν κατασκευήν . τὸ μὲν οὖν ὑλοτομεῖν τηνικαῦτα συμβαίνει τοῖς ἔμπροσθεν ἐν οἷς εἶπε τότε χρῆναι
4569881 ὑποσαρκιδιος
' αὐτῶν ἀπόλλυσθαι , ὅταν γένωνται : φθίσις , ὕδρωψ ὑποσαρκίδιος , καὶ γυναῖκα ὁκόταν ἔμβρυον ἔχουσαν περιπλευμονίη ἢ καῦσος
ὁ μὲν ἀσκίτης , ὁ δὲ τυμπανίτης , ὁ δὲ ὑποσαρκίδιος . κατὰ δὲ Ἱπποκράτην δύο φύσεις . ὁ γὰρ
4519690 κυβερνωμενος
, εἷς ὑπὸ ἑνὸς τῶ συγγενέος καὶ κρατίστω καὶ ἀνυπερθέτω κυβερνώμενος . ἔχει δὲ καὶ τὰν ἀρχὰν τᾶς κινήσιός τε
παθῶν ὥσπερ τὰ ἀνερμάτιστα πλοῖα : βασιλεὺς δὲ ἅτε νῷ κυβερνώμενος γαληνιάζειν ἀναγκάζει τὸν κλύδωνα τῆς ἡλικίας , καὶ ἐπ
4507690 σπληνιοις
καὶ ἐσχάρας : ἐπὶ δὲ τῶν κόλπων μεγάλοις δεῖ κεχρῆσθαι σπληνίοις : διασκεδάζει χοιράδας καὶ ἐπὶ τῶν περὶ κύστιν ἄκρως
εἶτα ἐντιθέναι εἰς ἕκαστον ἕν , καὶ ἐπιπωμάσαι τοῖς ἀφαιρεθεῖσι σπληνίοις , καὶ κρεμνᾶν ἐν συσκίῳ τόπῳ , φυλαττομένους πυρὸς
4483047 κεεσθαι
ψάμμου , ἐλαίου καὶ ὕδατος καὶ τῶν λοιπῶν ὅσα τοῦ κέεσθαί ἐστι ξηρὰ ὄντα καὶ εἴ τι ὑγρᾶς γνωρίζομεν φύσεως
ψάμμου , ἐλαίου καὶ ὕδατος καὶ τῶν λοιπῶν ὅσα τοῦ κέεσθαί ἐστι ξηρὰ ὄντα καὶ εἴ τι ὑγρᾶς γνωρίζομεν φύσεως
4476656 αἰσθητικωτερα
τῇ τοῦ μέρους φλεγμονῇ πυρετὸς ἕπεται . καὶ τὰ μὲν αἰσθητικώτερα μέρη διὰ τὰς ὀδύνας τρέπει τοὺς σφυγμούς , τὰ
ἐμποιεῖν καὶ οὐ πολὺν χρόνον δύνασθαι τοῖς αὐτοῖς ἐπιμένειν . αἰσθητικώτερα δὲ τὰ μείζω ζῶια καὶ ἁπλῶς εἶναι κατὰ τὸ
4475943 δυσωδους
ἔστιν ὁ ὄγκος . καὶ ἡ ὄσφρησις εὐώδους μόνον ἢ δυσώδους ἐστὶ κριτήριον : ἀλλ ' οὐθεὶς οὕτως ἐστὶν ἄφρων
ὑπάρχει κατωνομασμένα ἔξω δυοῖν τοῖν γενικωτάτοιν , εὐώδους τε καὶ δυσώδους , ἅπερ τὴν τοῦ ἀλγεινοῦ τε καὶ ἡδέος ἔχει
4467902 φορουμενα
αὐτῆς ὀλίγον περιαφθέν , ἢ ὑποδήματα ἐξ αὐτοῦ γινόμενα καὶ φορούμενα , θεραπεύει ποδαγρούς , γοναγρούς , χειραγρούς , ἀρθριτικούς
ἕνα κόσμον , ἄλλοτε δ ' αὖ δίχ ' ἕκαστα φορούμενα Νείκεος ἔχθει , εἰσόκεν ἓν συμφύντα τὸ πᾶν ὑπένερθε
4447821 ἐπιπολαζουσης
τὰ κάλλιστα ὁρμή τε καὶ φιλοχωρία : νυνὶ δὲ τοσαύτης ἐπιπολαζούσης ἀφιλομουσίας ἆρ ' ἀγαπητὸν ἔσται τοῖς μετρίως ἐπιμελέσιν ,
ἀλλὰ καὶ στιλπνοῦ : καὶ γὰρ στίλβειν ἔοικεν ὑπὸ τῆς ἐπιπολαζούσης αὐτῷ πιμελῆς . Ἀφροδίτην ἐλεφαντίνην ἐν ἁπαλοῖς μυρρινῶσιν ᾄδουσιν
4441525 ἐπιτιθεμενης
δυνηθήσεταί τις συλλαμ - βάνειν . ὁ γοῦν Ἀσκληπιάδης φησὶν ἐπιτιθεμένης τῆς διὰ πηάνου κηρωτῆς ἑλκωμένῳ τὰ σκέλη ἀντίληψιν τῷ
ἀροῖ καὶ πονεῖ , ἀλλὰ μετὰ τῆς ἐξ ἡμῶν ἀνάγκης ἐπιτιθεμένης αὐτοῖς . ἐριπλεύρῳ φυᾷ : τῇ μεγαλοπλεύρῳ φύσει τῶν
4433547 ἀστεροπης
μένος ἠδὲ χαλάζης , βροντὴ δ ' ἐκ λαμπρῆς γίγνεται ἀστεροπῆς : ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται ,
μένος ἠδὲ χαλάζης : βροντὴ δ ' ἐκ λαμπρῆς γίγνεται ἀστεροπῆς : ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται :
4421749 ἐξαπλουσθαι
Εὐριπίδης τὴν ῥίζαν τῆς πορνείας ἄνωθεν ἐξ εὐγενίδων συστᾶσαν τῷ ἐξαπλοῦσθαι εἰς πολλὰς τὸ κακόν . εἰ γὰρ ἐβεβλαστήκει ἐξ
ἐπίσκοπον ἑκάστης , ὃν κακία κρύπτεσθαι οὐ πέφυκεν , | ἐξαπλοῦσθαι δὲ καὶ φανερῶς ὁρᾶσθαι . ὅταν μέντοι διὰ πάντων
4408484 ἀντιπαθη
ὥσπερ Ὅμηρος : ἑτεραλκέα δῆμον ἔχοντες . ἑτεραλκέα δὲ τὴν ἀντιπαθῆ , τὴν ἐναντίαν ἀλκὴν ἔχουσαν κήδευς : τὸ δὲ
δῆγμα ιδ ϲκορπίου πληγὴ καὶ περίαπτα πρὸϲ τὸ αὐτὸ καὶ ἀντιπαθῆ ιε φαλαγγίων πόϲα γένη καὶ βοηθήματα πρὸϲ τὰ αὐτὰ
4403465 περιστροφας
. ἀσκαλαβώτου ] ἤγουν μυὸς ἢ κάττας . περιφοράς ] περιστροφάς . κεχηνότος ] χάσκοντος . τῆς ὀροφῆς ] τοῦ
κἀνέφηνεν οὐ δεδειγμένα . ἐφηῦρε δ ' ἄστρων μέτρα καὶ περιστροφάς , ὕπνου † φυλάξεις † σημαντήρια νεῶν τε ποιμαντῆρσιν
4383235 ἀκακωτα
. Τὰ μὲν οὖν ὀρθῶς ἀνατέλλοντα ζῴδια ἐπὶ τῆς ἀνατολῆς ἀκάκωτα τυχόντα ἀνεμποδίστως τὰ πραττόμενα τελέσει , τὰ δὲ λοξά
. Τὰ μὲν οὖν ὀρθῶς ἀνατέλλοντα ζῴδια ἐπὶ τῆς ἀνατολῆς ἀκάκωτα τυχόντα ἀνεμποδίστως τὰ πραττόμενα τελέσει , τὰ δὲ λοξά
4380678 ἀνεβλαστησε
αὑτοῦ ῥίζας ἐβάλετο , ἐξ ὧν οἷα φυτὸν τὸ σοφίας ἀνεβλάστησε γένος : ὅπερ ἡμεροτοκῆσαν τοὺς τοῦ ὁρῶντος , Ἰσραήλ
δὲ τῇ Βοιωτίᾳ καταβρωθέντων τῶν ἐρνῶν ὑπ ' ἀττελέβων πάλιν ἀνεβλάστησε : τὰ δ ' οἷον ἀπέπεσεν . ἥκιστα δ
4378544 χειμωνων
καὶ τῷ ἀέρι καὶ ταῖς ὥραις αἷς ἕκαστα σπείρουσι καὶ χειμώνων καὶ εὐδιῶν . ἀλλὰ τοῦτο μὲν σκεπτέον , ἐφ
αʹ , Ἰατρικὰ βʹ , Περὶ μονάδος αʹ , Σημεῖα χειμώνων αʹ , Ἀστρονομικὸν αʹ , Ὀπτικὸν αʹ , Περὶ
4367744 γεωργικης
λέγουσαν , ταῦτα ἐννοοῦσαν ὁ Λάμπις ὁ βουκόλος μετὰ χειρὸς γεωργικῆς ἐπιστὰς ἥρπασεν αὐτήν , ὡς οὔτε Δάφνιδος ἔτι γαμήσοντος
Νῶε τὸν δίκαιον , ὃς τὰ πρῶτα καὶ στοιχειώδη τῆς γεωργικῆς κτησάμενος τέχνης ἄχρι τῶν περάτων αὐτῆς ἐλθεῖν ἠσθένησε :
4367423 ἀθλοθετης
. δευτέρᾳ δὲ ἀπὸ ταύτης ὀλυμπιάδι προσετέθη καὶ ὁ δέκατος ἀθλοθέτης . ἐπὶ δὲ τῆς τρίτης καὶ ἑκατοστῆς φυλαί τε
ἀθροίζεται ὡς ἐς βασιλίδα πόλιν πανηγυρίζουσαν . θεατὴς δὲ καὶ ἀθλοθέτης σὺν τοῖς λοιποῖς ἱερεῦσιν , οὓς ἐκ περιόδων χρόνον
4363823 μειγνυς
στωμυλμάτων ἀπὸ βιβλίων ἀπηθῶν : εἶτ ' ἀνέτρεφον μονῳδίαις Κηφισοφῶντα μειγνύς . Εἶτ ' οὐκ ἐλήρουν ὅ τι τύχοιμ '
χερσὶν Εὔιον γέροντα πολιὸν ἤδη ἔκλινε κοῖλον εἰς κύτος , μειγνύς τε νᾶμα Νυμφῶν ἐδεξιοῦτ ' αὐτοῖς κύκλωι , καὶ
4362970 ἀλεεινον
χιών : καὶ πολὺς ὄκνος ἦν ἀνίστασθαι : κατακειμένων γὰρ ἀλεεινὸν ἦν ἡ χιὼν ἐπιπεπτωκυῖα ὅτῳ μὴ παραρρυείη . ἐπεὶ
. . τύρσεις ] τὸ ἐν ὕψει ᾠκοδομημένον . . ἀλεεινὸν τὸ πηγνύμενον , φησὶ , τῆς χιόνος καὶ μὴ
4360078 ἐγκρατεστατος
πρὸς τοῖς εἰρημένοις πρῶτον μὲν ἀφροδισίων καὶ γαστρὸς πάντων ἀνθρώπων ἐγκρατέστατος ἦν , εἶτα πρὸς χειμῶνα καὶ θέρος καὶ πάντας
περίδρομον . εἶτα ὅστις ἂν ᾖ τῶν παρόντων ἐμπειρότατος καὶ ἐγκρατέστατος προσελθόντα ἐκ τοῦ πρόσθεν τῷ προβολίῳ παίειν . ἐὰν
4355473 παντοια
, καὶ παντοῖα μὲν χρώματα , παντοῖα δὲ σχήματα , παντοῖα δὲ πνεύματα ἀπεργαζόμενον πᾶσαν ἔκπληξιν καὶ βοὰς μετὰ ἀφροσύνης
ποικιλώτατον , ὁρατὰ δὲ λέγεται : ἐν ᾧ χρώματά τε παντοῖα καὶ κεχρωσμένα μυρία , πρᾶτα δὲ τέτορα , λευκόν
4355374 χαλασθεις
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον Φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον Φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
4351691 ΕΘΛ
τὸ ΗΘ . καὶ ἔστιν ἰσογώνιον τὸ ΓΗΚ τρίγωνον τῷ ΕΘΛ , ὅτι καὶ ἡ ΓΚ παράλληλός ἐστι τῇ ΕΛ
ΚΘΛ ἴση . ἐπεὶ οὖν δύο αἱ ΚΘΛ δυσὶν ταῖς ΕΘΛ ἴσαι , καὶ γωνία γωνίᾳ , καὶ βάσις ἡ
4350635 δακτυλικος
: τὸ ιδʹ ” ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον “ δακτυλικὸς τετράμετρος : [ τὸ ιεʹ ] ” ἀθανάταις ἰδέαις
δίμετρον : τὸ ζʹ ⌋ ” τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα “ δακτυλικὸς τετράμετρος : τὸ ηʹ ” καρπούς τ ' ἀρδομέναν
4349100 ἐκπυησεως
ἀλεύρου καταπλάσμασι χρῶ : συλλαμβάνουσι γὰρ ἰσχυρῶς τῷ τάχει τῆς ἐκπυήσεως : ἔπειτα ἀναστομώσας , ἐὰν μὲν ἀκριβῶς ᾖ τὰ
ὧν μήτε πλῆθός ἐστι τὸ ἐπιρρέον μήτε ὀδύνη βίαιος μήτε ἐκπυήσεως προσδοκία , ῥᾳδίως ἰασόμεθα , πυρίᾳ δι ' ἅλμης
4346351 αἰγυπτιας
βʹ . κηρωτὰς βʹ ταύτας ἔχεις ὁμοῦ γρα - φείσας αἰγυπτίας , ἃς ὀλίγοι τῶν ἀνθρώπων ἔχουσιν . σκεύαζε θαρρῶν
δέκα ἀριθμῷ , ὠοῦ λέκιθον αʹ : λείου ἀφεψήματι ἀκάνθης αἰγυπτίας ἀποτριτωθέντι . Ἄλλο . Ὕελον ὄξει λεάνας εὖ μάλα
4345868 στοιχειακως
τῷ Διὶ ἤτοι τῷ σώφρονι λογισμῷ . ἢ Τυφών ἐστι στοιχειακῶς ἡ μετὰ τὴν τοῦ Χάους καὶ τοῦ Ἐρέβου διάλυσιν
, τριχῶς οἶδα νοούμενον : πραγματικῶς , ψυχικῶς , καὶ στοιχειακῶς . Καὶ πραγματικῶς μὲν Πιερία καὶ Ἑλικὼν , ὄρη
4336401 συντηξεις
οὐκέτι διαχωρεῖ . τοῖς δὲ χολώδεσι ῥεύμασι , καὶ ὅσαι συντήξεις ἐπὶ γαστέρα συννεύουσιν , ἑψῶντα διδόναι τοῦ γάλακτος :
ἄνω ὑπερβάλλει χολὴν παντοδαπήν , τὸ δὲ κάτω ἐκδίδωσιν ὁποῖα συντήξεις ὀνομάζομεν , καὶ μυκτήρ τε ἀποστάζει , καὶ ἡ
4331350 ὀρπηξ
, φυλάττεσθαι προηγουμένως , ὅπως μὴ κατὰ κορυφὴν τεθῇ ὁ ὄρπηξ . παραπήξομεν δὲ κάλαμον , πρὸς τὸ τοὺς σκάλλοντας
. δεῖ δὲ φυλάττεσθαι , μὴ κατὰ κορυφὴν τεθῇ ὁ ὄρπηξ : βασανιοῦμεν γὰρ τὸ φυτὸν κατὰ κορυφὴν φυτεύοντες .
4318393 πλασσων
τὸ παρ ' αὐτοῦ τοῦ κράματος ἐπανθοῦν πρὸς ὃ θέλει πλάσσων εὐτάκτως τε καὶ συμμέτρως , μετ ' ἐμπειρίας καὶ
ὧν ἐστι καὶ Πλειστόνικος : οὗτος γὰρ ἄλλοτε μὲν βαλάνους πλάσσων ἐκ τοῦ ἐλλεβόρου προσετίθει τῇ ἕδρᾳ καὶ προὐκαλεῖτο τοὺς
4299950 σχηματισθειη
θηλυκῶν ἀρρενικὰ ἢ οὐδέτερα ἐκ τούτων , πῶς ἂν ἄμεινον σχηματισθείη : καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα . ἐπί τε τῶν
θηλυκῶν ἀρρενικὰ ἢ οὐδέτερα ἐκ τούτων , πῶς ἂν ἄμεινον σχηματισθείη , καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα : ἐπὶ δὲ τῶν
4291379 τερψιος
λεπτοῖσι πάσας καὶ ἐλαίῳ ἀλείψας : πληθώρην γὰρ ἔχει τῆς τέρψιος αὐτὸς ἐν αὑτῷ . καὶ θύννης οὐραῖον ἔχειν ,
πάσας καὶ ἐλαίῳ ἀλείψας : τὴν ἀρετὴν γὰρ ἔχει τῆς τέρψιος αὐτὸς ἐν αὐτῷ . σάλπη . Ἐπίχαρμος λάβρακές τε
4284908 κστʹ
κατὰ βρέγματος ἐπὶ ἰνίον , εἶτα μετωπιαία . Κεφ . κστʹ . Ἡ μεσότης τῷ ἰνίῳ ἐντιθέσθω τὰ εἰλήματα ,
πρὶν ἀλείψασθαι . ἐπὶ ἡμέρας κʹ . ἀφανίζονται . [ κστʹ . Πρὸς τὸ κοιλίαν , ἢ ὑποχόνδριον , ἢ
4274278 ξυρων
πτισσόμενον ἀπολίποι τὸ πιτυρῶδες ἄχυρον , τὸ δὲ αἵνειν ἐπὶ ξυρῶν ὥσπερ καρύων , ἵνα τὸ ἀχυρῶδες αὐτῶν περικαὲν ἀφαιρεθείη
τὴν κοιλίην λῦσον ὄνου γάλακτι ἑφθῷ , καὶ τὴν κεφαλὴν ξυρῶν ψυκτικὰ πρόσφερε , ἢν ἐν ὥρῃ θερμῇ γίγνηται .
4264710 θυμιαται
τοὺς διαφανέας λίθους [ τῷ πυρί ] : τὸ δὲ θυμιᾶται ἐπιβαλλόμενον καὶ ἀτμίδα παρέχεται τοσαύτην ὥστε Ἑλληνικὴ οὐδεμία ἄν
. καλεῖται δὲ βράθυ , ἢ καὶ σαβίνα . αὕτη θυμιᾶται τοῖς θεοῖς ἀντὶ λιβάνου . Βρύσις κοινὸν ζῷόν ἐστιν
4264329 πολλαπλασιαζομενη
λέγεται παρὰ τὸ ἓν καὶ νέον . καὶ γὰρ αὕτη πολλαπλασιαζομένη ἕνα νέον ἀριθμὸν φέρει καθ ' ὕφεσιν μιᾶς μονάδος
γὰρ διπλασιαζομένη καὶ τριπλασιαζομένη καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν πολλάκις πρὸς ἑαυτὴν πολλαπλασιαζομένη πάντως ἀρτίους ἀριθμοὺς ἀποτελεῖ . καὶ ἄλλως δὲ ἡ
4263922 Στερεα
ὁμοίων ἐπιπέδων περιεχόμενα ἴσων τῷ πλήθει καὶ τῷ μεγέθει . Στερεὰ γωνία ἐστὶν ἡ ὑπὸ πλειόνων ἢ δύο γραμμῶν ἁπτομένων
ἡμέραι : πᾶσα γὰρ τετρὰς ἱερὰ ὡς καὶ στερεά . Στερεὰ δὲ λέγεται , διότι πάντα τὰ συνεστῶτα ἐκ στιγμῆς
4255524 χοιρειας
τῆς διαφορήσεως , οἷόν ἐστι καὶ τὸ Γαλήνειον : πέρνης χοιρείας παλαιᾶς λίπους , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , τυροῦ βοείου ἢ
, καὶ ἑνώσαντες χρώμεθα . Αὕτη σκευάζεται οὕτως : πτέρνης χοιρείας παλαιᾶς λίπους σκευασθέντος ὡς προείρηται λίτραν α , ἀμμωνιακοῦ
4247805 ἰσορροπησει
: τεθὲν ἄρα τὸ Β βάρος περὶ κέντρον τὸ Η ἰσορροπήσει τῇ σφαίρᾳ , ὥστε μὴ καταφέρεσθαι τὴν σφαῖραν διὰ
βάρη ἰσορροπήσει [ ὥστε καὶ τὸ ΑΒΓΔ ἐκ τοῦ Κ ἰσορροπήσει ] . ἤχθωσαν δὴ κάθετοι ἀπὸ τῶν Η Θ
4241575 ἀτμητων
τοσούτους γε ἂν ἀποτέμοι ὥστε μή τινας ἀπολείπεσθαι ὑψηλοτέρους τῶν ἀτμήτων ἀεὶ μενόντων . τοῦτο γὰρ δὴ τὸ σχετλιώτατον τῆς
ταῖς χρείαις διαφέροντας : ὁ μὲν γὰρ ἐκ λίθων λογάδων ἀτμήτων συνῳκοδόμηται καὶ ἐν ὑπαίθρῳ παρὰ ταῖς τοῦ νεὼ προσβάσεσιν
4239119 ἐπισπωμενη
ἀλλ ' εἰς τὴν βλάστησιν ἡ ὁρμὴ τρέπεται , καθάπερ ἐπισπωμένη διὰ τὸ πλῆθος . Ὡς ἐπὶ πολὺ δὲ ἐκ
, οὐκ ὀρθῶς . διαλλάττουσι γάρ . καὶ ἡ μὲν ἐπισπωμένη τὸν σίδηρον Ἡρακλεία ἐστίν , ἡ δὲ ἑτέρα παραπλήσιος
4236973 πηρωσις
συντετρῖφθαι . ἄρθρον ἐκχωρῆσαι , ἄρθρον παραιωρεῖσθαι . πηρός , πήρωσις , πεπηρῶσθαι . χωλός , χωλεία , ἀποκεχωλῶσθαι .
δι ' ἄγνοιαν ἀγαθῶν καὶ κακῶν : οὐκ ἐλάττων ἡ πήρωσις αὕτη τῆς στερισκούσης τοῦ διακρίνειν τὰ λευκὰ καὶ μέλανα
4235878 χωρων
θεῖος κελεύει νόμος , ἐξάγειν αὑτὸν πειρᾶσθαι μὴ συγ - χωρῶν , ἀλλὰ περιμένειν , ἕως ἂν ὁ θεὸς αὐτὸς
ὁ πρότερον φίλος , πολέμιος δὲ ὁ μεθ ' ὅπλων χωρῶν πέλας , δυσμενὴς δὲ ὁ χρόνιον πρὸς τόν ποτε
4229274 διοδου
ἐκ τῶν σιδίων : καὶ οὔρου σχέσις καὶ τῆς κάτω διόδου : διὰ τοὺς ἐμέτους τρὺξ μαλθακὴ ἦλθε , καὶ
ἐπὶ κέρως προῄει : ὅτε δ ' εὐρυτέρας ἐτύγχανε τῆς διόδου , κατὰ μικρὸν ἀνέπτυσσε τὸ κέρας ἐς φάλαγγα καὶ
4223905 εἱλιξας
πάλιν προστιθέσθω . Ἕτερον πειρητήριον : νέτωπον ὀλίγον ἐν εἰρίῳ εἱλίξας προσθεῖναι , καὶ ὁρῇν ὅθεν ἂν τοῦ στόματος ὄζῃ
ἂν ἄλλων θηρίων ὀσμὴν λάβῃ , στρόβιλος ἀμφ ' ἄκανθαν εἱλίξας δέμας , κεῖται θιγεῖν τε καὶ δακεῖν ἀμήχανος .
4216074 παρατριβομενα
καὶ τὸν φλοῦν , τουτέστι τὸ γῆρας , ἀποβάλλει , παρατριβόμενα κατὰ τὴν ἔξοδον ἐν ταῖς χειαῖς . * χαράδρεια
δὲ καὶ περιίδρωσιν , ὃν τρόπον καὶ τὰ οὖλα | παρατριβόμενα χωρὶς ἑλκώσεως προΐησιν αἷμα , καὶ ὡς ἐπὶ τῶν
4213437 ὑγρων
Πολλάκις δὲ καὶ ἐφαψάμενος ὁ παῖς τοῦ λόφου κατὰ τῶν ὑγρῶν νώτων ἥλλετο τοῦ δελφῖνος καὶ ὃς σὺν ἡδονῇ πλείστῃ
φθειρῶν πλῆθος ἀθρόως , ἐν τῷ βάθει τοῦ δέρματος περιττῶν ὑγρῶν καὶ μετρίως θερμῶν συστάντων : δεῖ τοίνυν προσάγειν ξηραίνοντα
4212913 συγκριθεις
γε πάντα συγκρίνας ἔχει : συνῆλθε γὰρ πρὸς αὐτὸ τοῦτο συγκριθείς , ἐξ οὗ γε τοῦτο Κριὸς ὄνομ ' ἔσχεν
γε πάντα συγκρίνας ἔχει : συνῆλθε γὰρ πρὸς αὐτὸ τοῦτο συγκριθείς , ἐξ οὗ γε τοῦτο Κριὸς ὄνομ ' ἔσχεν
4206133 μυσαντων
τῶν ἀπνευστὶ καὶ ἄνευ τοῦ ἀναπαύεσθαι πινόντων , οἱονεὶ μηδὲ μυσάντων . Τοῦ αὐτοῦ ἔχεται καὶ τὸ ἐξαμυστῆσαι . Ἄμας
κατὰ δὲ ἔγερσιν πάλιν ἔμφρονες : ἐν γὰρ τοῖς ὕπνοις μυσάντων τῶν αἰσθητικῶν πόρων χωρίζεται τῆς πρὸς τὸ περιέχον συμφυΐας
4203119 πολυτιμητος
οὕτω καὶ ὁ τὸ μέσον ἀμφοῖν ἀναπληρῶν πλάτος , ὁ πολυτίμητος νοῦς , ἐπιστήμην καὶ ἐπιστητὸν παράγει καὶ εἰς ταὐτὸν
νοῦ θεάματα . καὶ πῶς οὐκ ἔσται τῆς αἰσθήσεως ὁ πολυτίμητος ἡμῖν νοῦς ἀτυχέστερος , εἴπερ ἐκείνη μὲν πρὸς ὄντα
4193410 νεατος
: ἡ μὲν γλῶσσα , φησί , τραχύνεται ὁ δὲ νέατος ἰσθμός , τουτέστιν ὁ ἔσχατος , ἤγουν τὰ παρίσθμια
ἀφρὸς ἐπιστύφων ἐμπλάσσεται , ἀμφὶ καὶ ὁλκός τέτρηχε γλώσσης , νέατος δ ' ὑποκάρφεται ἰσθμός , ξηρὰ δ ' ἐπιλλύζων
4192217 ἀειθαλης
, οὕτω καὶ τὰ πράγματα αὐτοῦ μαρανθῆναι , ἀλλ ' ἀειθαλὴς αὐτοῦ μένοι ὁ βίος μηδέποτε φθίνων μηδὲ φυλλορροῶν .
φθείρεται , οὕτω καὶ πράγματα τούτῳ μαρανθῇ , ἀλλ ' ἀειθαλὴς αὐτῷ διαμένοι ὁ βίος , μήποτε φθίνων μηδὲ φυλλορροῶν
4190728 ὑπομενουσα
ἀδύνατα δυνατὰ καθιστάσα , τὰ δὲ τῶ πλήθει φοβερὰ θαρσαλέως ὑπομένουσα , καὶ τὸν μὲν ὄκνον ψόγον , τὸν δὲ
' ἅμα τῷ αἰσθάνεσθαι παρατρέχει ἡ γνῶσις ἐξ αὐτῶν μὴ ὑπομένουσα . καὶ ὅσοις μὲν μὴ ἐγγίνεται ἡ μονὴ τοῦ
4188673 αἰρομενης
συντρεχόντων τῶν μορίων πρὸς ἄλληλα καὶ τῆς τοῦ κενοῦ περιπλοκῆς αἰρομένης . ἐκροτοῦμεν οὖν ψυχρὰς τὰς λεπίδας κατὰ ἀμφότερα τὰ
ἔχουσι ταύτην φυλακῆς δεῖν : τὴν μὲν οὖν ὁμόνοιαν διχοστασίας αἰρομένης ἀπαντᾶν , ἣ γίνεται διὰ πλεονεξίαν καὶ τρυφήν :
4188514 διειστηκει
σοφιστικῆς ἄρξαι , τάδε χρὴ ἐπεσκέφθαι : ἡ Ἀθήνησι δημαγωγία διειστήκει πᾶσα , καὶ οἱ μὲν βασιλεῖ ἐπιτήδειοι ἦσαν ,
τῆς ὄψεως ἔτι φανεράἥ τε πόλις ὅλη διοιδοῦσα καὶ ἀγριαινομένη διειστήκει . ἔπειτα ὁ μὲν δῆμος ἐφρούρει τὸ Καπιτώλιον ἅμα
4181598 περιλαβον
πλευρῶν ἕτερον ἐκ δὶς τοσούτων συνεστηκὸς ἐντὸς συνήρμοσται σχῆμα κύκλον περιλαβὸν μετεωρίζοντά που τὸν ὄροφον , τὸ διὰ πάντων ἤδη
: μέχρι μὲν οὖν ἂν ἁπλῶς τοιοῦτο λέγηται , πάντα περιλαβὸν ἐν ἑαυτῷ ἔχει : ἐπειδὰν δὲ τὸ εἰδοποιοῦν ἑκάστῳ
4177185 βλαστα
. . . . . . . . ἁδρύνει δὲ βλαστὰ βαθεῖ ' ἐν τεύχεϊ κόπρος σαμψύχου λιβάνου τε νέας
ἆσαι δὲ ῥάδικα κακοχλοίοιο κονύζης , ἢ πέπεριν τά τε βλαστὰ κατασμώξαιο βάτοιο , καί κεν πηγνυμένοιο χύσιν διὰ ῥεῖα
4171701 εἰαρινῃ
ὅτε μυῖαι σταθμῷ ἔνι βρομέωσι περιγλαγέας κατὰ πέλλας ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ , ὅτε τε γλάγος ἄγγεα δεύει : ὣς ἄρα
ἀνταγωνισταὶ πλείους ἢ ὅσαι μυῖαι κατὰ σταθμὸν ποιμνήιον ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ . ὃν δέ φημι σοφιστήν , ἀγνοεῖν προσποιῇ πάλαι

Back