ἀλλ ' εἰς τὴν βλάστησιν ἡ ὁρμὴ τρέπεται , καθάπερ ἐπισπωμένη διὰ τὸ πλῆθος . Ὡς ἐπὶ πολὺ δὲ ἐκ
, οὐκ ὀρθῶς . διαλλάττουσι γάρ . καὶ ἡ μὲν ἐπισπωμένη τὸν σίδηρον Ἡρακλεία ἐστίν , ἡ δὲ ἑτέρα παραπλήσιος
5078445 μολιβδος
μόνην : ζητεῖται γάρ , διὰ τί πλατὺς σίδηρος ἢ μόλιβδος ἐπιπολάζει τῷ ὕδατι , στρογγύλος δ ' οὐκέτι ,
, ἕως γένηται πηλός : καὶ λείωσον ἕως ἀφαντωθῇ ἡ μόλιβδος . Καὶ κούφισον καὶ ὡς πηλὸν ἀπόθου ἐν ἡλίῳ
4998977 ἐκτρεφειν
καὶ τῶν μάντεων , οἳ προηγόρευον τὴν κόρην ὡς κόρον ἐκτρέφειν , ἐψεύσατο τὸν Λάμπρον ἄρρεν λέγουσα τεκεῖν καὶ ἐξέτρεφεν
Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ τῆς Ῥέας ἐκτρέφειν πρὸς τὸν Κρόνον ζητοῦντα ἀπηρνήσατο . καὶ ἐντεῦθεν Ἄρνη
4903247 παντοια
, καὶ παντοῖα μὲν χρώματα , παντοῖα δὲ σχήματα , παντοῖα δὲ πνεύματα ἀπεργαζόμενον πᾶσαν ἔκπληξιν καὶ βοὰς μετὰ ἀφροσύνης
ποικιλώτατον , ὁρατὰ δὲ λέγεται : ἐν ᾧ χρώματά τε παντοῖα καὶ κεχρωσμένα μυρία , πρᾶτα δὲ τέτορα , λευκόν
4898516 μηλινα
χρυσίζον ἀνθύλλιον ἔχοντα : ἔξωθεν δὲ περίκεινται κυκλοτερῶς λευκὰ ἢ μήλινα ἢ πορφυρᾶ . συλλέγεται δ ' ἔαρος . Ἀνθυλλὶς
κλωσὶ μεῖζον , φρυγανωδέστερόν τε καὶ πεφοινιγμένον : ἄνθη δὲ μήλινα φέρει καὶ καρπὸν ὑπερικῷ ὅμοιον , ὄζοντα ῥητίνης καὶ
4827812 ἀνιησι
ἐνίκμοις χωρίοις . Λογχῖτις ἑτέρα , τραχεῖα , φύλλα ὅμοια ἀνίησι σκολοπενδρίῳ , τραχύτερα δὲ καὶ μείζονα καὶ μᾶλλον ἐσχισμένα
: ἐκ ταύτης ὁ Κνίδιος κόκκος . ῥάβδους δ ' ἀνίησι πολλὰς καὶ καλάς , ὅσον διπήχεις : τὰ δὲ
4825974 καρποφορων
, καὶ ἰωνιὰ τῶν ἴων . ἐπὶ φυτῶν καὶ δένδρων καρποφόρων ἐρεῖς ἀκμάζει , ὀργᾷ , σπαργᾷ , βρύειμάλιστα δὲ
ἐπεὶ καὶ τὰς διαιρέσεις ὁμοίως , οἷον ἡμέρων ἀγρίων , καρποφόρων ἀκάρπων , ἀνθοφόρων ἀνανθῶν , ἀειφύλλων φυλλοβόλων . τὰ
4825486 ἰλυν
κανθοὺς κάτω σανίδας προσήλωσεν , ὅπως οἱ τροχοὶ ἐς τὴν ἰλὺν τοῦ ποταμοῦ μὴ καταδύοιντο : ἄνδρας δὲ ἐρρωμενεστάτους τὰ
ὑπερανεστηκότες τόποι . λέγεται δὲ πρόσχωμα κἀκεῖνο ἔνθα καταρρέον ὕδωρ ἰλὺν περιττὴν καὶ ψάμμον τίθησι σωρηδόν . . ἐνταῦθα ἤγουν
4809142 τιθηνειται
. οὐκοῦν ὅταν τίκτῃ , οὔτε αὐτὸς νεοττιὰν ὑποπλέκει οὔτε τιθηνεῖται τὰ βρέφη , φυλάττει δὲ ἄρα τοὺς τῶν νεοττιῶν
. ὥσπερ ἡ τραγικὴ τροφὸς ἐκείνη τὰ τῆς Νιόβης τέκνα τιθηνεῖται : λεπτοσπαθήτων χλανιδίων ἐρειπίοις θάλπουσα καὶ ψήχουσα καὶ πόνωι
4767226 ἀμπελος
τὴν κλαδείαν δρέπανα ὀξύτατα καὶ τομώτατα εἶναι . Εὐφορήσει ἡ ἄμπελος , τοῦ κλαδεύοντος αὐτὴν κισσῷ στεφομένου . εἰ δὲ
: ” ἐκ γὰρ ἀμπέλου ” φησί „ Σοδόμων ἡ ἄμπελος αὐτῶν , καὶ ἡ κληματὶς αὐτῶν ἐκ Γομόρρας :
4748078 συριγγας
διαθέσεις καὶ μάλιστα πρὸς τὰς ἐν τῇ κεφαλῇ , πρὸς σύριγγας , κόλπους , κατάγματα ἀφλεγμάντως κολλῶσα , ποιεῖ καὶ
σπουδὴν καὶ τὴν φιλεργίαν , σκολιὰς τεμνόντων καὶ βαθείας τὰς σύριγγας καὶ πρὸς τοὺς ἐν αὐταῖς ἀπαντῶντας ποταμοὺς πολλάκις τοῖς
4745884 ὀσμη
καὶ ἐκδεχόμενος τὴν ἔλευσιν τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ . καὶ ἰδοὺ ὀσμὴ εὐωδίας ἤρχετο πρὸς αὐτὸν , καὶ φωτὸς ἀπαύγασμα :
ὁ τοῦ χρώματος τῷ σώματι τροπὴν ἐμποιήσας , οὐδὲ ἡ ὀσμὴ ἀλλὰ τὸ κινηθὲν ὑπὸ τῆς ὀσμῆς , καὶ ὁ
4732651 μαγνητις
μεταλλικοῦ λόγου ἕνεκεν , ὅτι τὸν σίδηρον ἡ λίθος ἡ μαγνῆτις ἕλκει : ὥσπερ γὰρ τούτων ἑκάτερον ἐαθὲν μὲν δι
τούτους τῇ σῇ πίστει προσηγαγόμεθα αὐτοκλήτους , καὶ ὥσπερ ἡ μαγνῆτις λίθος ἡσυχῆ ἐφέλκεται τὰ σιδήρια , οὕτω καὶ αὐτὸς
4724494 διαλυει
. ἀργεμώνη : αὕτη ἡ βοτάνη κοπεῖσα μετὰ ἀξουγγίας χοιράδας διαλύει : ποιεῖ καὶ πρὸς ἀλφοὺς μέλανας μετὰ νίτρου καὶ
πρὸς τοὺς παροξυσμοὺς τῶν ποδαγρῶν καὶ τὰ ἠγκυλωμένα τῶν ἄρθρων διαλύει . Λινοσπέρμου μέρη β , ἀλεύρου κριθίνου μέρη γ
4723326 δενδρων
τοῦ πλησίον τοῦ Κρονίου λόφου κειμένου . * † τῶν δένδρων . . Ἀπορήσειεν ἄν τις ἐνταῦθα , πῶς τὸ
καὶ τοῖς ἀγρίοις εἶναι κοινὰς καὶ κατὰ τὴν ὅλην τῶν δένδρων φθορὰν καὶ ἔτι μᾶλλον κατὰ τὴν τῶν καρπῶν :
4677244 ἐσβαλλουσι
οὐχ ἧσσον ἐς τὴν ἑορτὴν οἱ ἰδιῶται φιλοτίμως ἔχουσιν . ἐσβάλλουσι γὰρ ζῶντας ἐς τὸν βωμὸν ὄρνιθάς τε τοὺς ἐδωδίμους
ἐπείτε ἂν θηρεύσαντες αὐήνωσι πρὸς ἥλιον , ποιεῦσι τάδε : ἐσβάλλουσι ἐς ὅλμον καὶ λεήναντες ὑπέροισι σῶσι διὰ σινδόνος :
4619942 ψυχροτητα
εἰ δύναται πυκνότης μανότητα ποιεῖν καθ ' ἑαυτὴν ἢ θερμότης ψυχρότητα ἢ τὴν φιλίαν τὸ νεῖκος ἢ τοὔμπαλιν ἑκάστη τὴν
χυμοὺς ἐνίοτε μὲν ἡ γαστὴρ δύσκρατος γινομένη κατὰ θερμότητα ἢ ψυχρότητα τίκτει , ἔστι δ ' ὅτε ἐξ ἑτέρων μορίων
4598963 εὐωδιαν
δὲ τὸ ὄρος , ἀγέλας ἐσφαγμένας , αἵματος ῥύακας , εὐωδίαν εἰς αὐτὸν ἀνατρέχουσαν αἰθέρα . εὐξάσθων ὅμοια καὶ παρὰ
οὔτε γὰρ πυροῖ τὴν γεῦϲιν τὸ ἑλένιον , οὔτε τὴν εὐωδίαν εὔτονον καὶ πληκτικὴν παρέχει . Κρόκοϲ κάλλιϲτόϲ ἐϲτιν ὁ
4590006 παρεχεται
καὶ Καρσὶν Ἀφροδισιεῦσιν : ἀλλὰ τόδε τὸ φρέαρ ἐς συγγραφὴν παρέχεται κυμάτων ἦχον ἐπὶ νότῳ πνεύσαντι . καὶ τριαίνης ἐστὶν
σοι τὸ ἐπὶ τούτῳ ἔτι λέγοιμι , ὅσας μὲν χρείας παρέχεται ὁ χρυσός , ὡς δὲ οἷς ἂν παρῇ ,
4578912 ἀναδιδωσι
τὰ μὲν κυδώνια στρυφνοτέρους , τὰ δὲ στρουθία χυμοὺς ἐλάττους ἀναδίδωσι καὶ στρυφνοτέρους ἧττον πέττεσθαί τε μᾶλλον δύναται . Γλαυκίδης
τὴν διέξοδον διότι ταχεῖαν ποιεῖται . χυμὸν δ ' ἁλυκὸν ἀναδίδωσι , διότι τὸ μὲν νιτρῶδες ἀπεδείχθη τὰ σῦκα ἔχοντα
4568412 γεωδη
καὶ ὅσα ἐν ὕδασι ποιεῖται τὴν δίαιταν . Ἐπεὶ δὲ γεώδη τε καὶ πολύαιμα τὰ χερσαῖα εἴρηται καὶ παχύχυμα καὶ
τὰ μὲν οὖν ἐμπλαϲτικὰ φάρμακα τοιαῦτα . τὰ δὲ ϲτύφοντα γεώδη τέ ἐϲτι καὶ παχυμερῆ ταῖϲ τῶν ὄγκων ϲυϲτάϲεϲι ,
4526110 ἐργαζεται
δῆθεν πλεῖν ἐπὶ τὴν Σικελίαν τῷ μεγέθει τῆς παρασκευῆς τοὐναντίον ἐργάζεται . ἐκεῖ μὲν οὖν ὅλον τὸ εἶδος τοιοῦτόν ἐστι
οἷον ϲέλινον , ἀδίαντον καὶ τὰ ὅμοια , πινόμενα μετοχέτευϲιν ἐργάζεται . ϲύνθετα δὲ ἥ τε Πολυείδου ϲφραγίϲ ἐϲτιν καὶ
4519178 σιδηρον
τῶν ἁμαρτανόντων κολαστήρια , ὡς στρατηγοῖς καὶ ἡγεμόσι ὕστριχας ἢ σίδηρον : οὗ χάριν , ἠρεμοῦντα τὸν ἄλλον χρόνον ἀνερεθίζεσθαι
Μαγνῆτίς ἐστιν , ἀγνοῶ : εἰ δὲ ἴδω ταύτην ἕλκουσαν σίδηρον , εὐθὺς γινώσκω ἀπὸ τοῦ καθόλου ταύτην εἶναι Μαγνῆτιν
4515081 φυτων
ἦρος καὶ τοῦ μὲν ἀέρος φαιδροῦ γενομένου , τῶν δὲ φυτῶν θάλλειν ἀρχομένων καὶ τῶν λειμώνων τὰ σύντροφα κομώντων ,
μάλ ' ἐν νεφέεσσιν ἔχων ὀνύχεσσι μεμαρπώς . ἀπὸ δὲ φυτῶν , ὡς παρὰ Καλλιμάχῳ : ἄκουε δὴ τὸν αἶνον
4487860 συκη
Τὰ εἰς Η συναληλιμμένα περισπᾶται : λεοντέα λεοντῆ , συκέα συκῆ , γαλέα γαλῆ , ἀμυγδαλέα ἀμυγδαλῆ . Τὰ εἰς
οὖσαν ἐφυδρεύωσι πολλῷ . ῥόα δὲ καὶ ἄμπελος φίλυδρα . συκῆ δὲ εὐβλαστοτέρα μὲν ὑδρευομένη τὸν δὲ καρπὸν ἴσχει χείρω
4475858 ὑγροτης
κατὰ μέρος δὲ αἰτίων διάγνωσις παρίστησι τὴν ἐνοχλοῦσαν δυσκρασίαν . ὑγρότης δὲ ἢ ξηρότης κατ ' αὐτὰς , βραχύ τι
ἐξαιρεθῇ , συρρεῖ γὰρ εἰς τὸ ἕλκωμα τοῦτο πλείων ἡ ὑγρότης , ἐν δὲ τῇ ἐλάτῃ καὶ τῇ πίτυϊ ὅταν
4465325 φυτα
τὰ φυτά , προσιόντος δὲ τοῦ χειμῶνος , στεγάζουσι τὰ φυτά . εἰ δὲ βούλει κίτρια ἐρυθρὰ ποιῆσαι , ἐγκέντρισον
ζʹ . ὁποῖα εἶναι δεῖ τὰ μέλλοντα φυτεύεσθαι τῶν ἐλαιῶν φυτά . ηʹ . ἐλαίας πολυφόρους ποιῆσαι . θʹ .
4455612 ἀναθυμιασιν
τοῖς χείλεσιν αἱ λίμναι τελματοῦνται διὰ τὴν ἐκ τῶν ἡλίων ἀναθυμίασιν : βορβορώδους οὖν ἀναφερομένης τοσαύτης ἰκμάδος , νοσώδης ὁ
τροφήν : ὅσοις γὰρ συνέστηκεν ἡ φύσις , ὥστε πολλὴν ἀναθυμίασιν πρὸς τὸν ἄνω τόπον ἀναφέρεσθαι , ἣ καταφερομένη ποιεῖ
4454614 συμμετριαν
λέγομεν ; ἢ τὸ φαίνεσθαι τοῖς δευτέροις ἀντεχόμενον καὶ εἰς συμμετρίαν ἑαυτὸ παρεχόμενον τοῖς ἀπολαύειν αὐτοῦ βουλομένοις , καὶ περιπτύσσεσθαι
ἔτι κάλλος διὰ τὴν ἐν αὐτῷ τῶν μερῶν ὁλοκληρίαν καὶ συμμετρίαν . παρακηκόασι δὲ οἱ καὶ φιλίαν τὸν αὐτὸν νομίζοντες
4444526 ἐξαλλαξιν
τὴν θέαν τῶν ἄστρων , ὁλοσχερεῖ τινι μερισμῷ λαμβάνοντα τὴν ἐξάλλαξιν : πρὸς δὲ τὴν τοῦ περιέχοντος κρᾶσιν , ὅτι
καὶ πάνθ ' ἁπλῶς τὰ πρὸς τὸν βίον χρήσιμα πλείστην ἐξάλλαξιν ἔχει πρός τε τὸ βέλτιον καὶ τὸ χεῖρον .
4440104 κεδρος
πεύκη ἄρκευθος μίλος θυία καὶ ἣν Ἀρκάδες καλοῦσι φελλόδρυν φιλυρέα κέδρος πίτυς ἀγρία μυρίκη πύξος πρῖνος κήλαστρον φιλύκη ὀξυάκανθος ἀφάρκη
. . . χαλβάνη ἄκνηστίς τε καὶ ἡ πριόνεσσι τομαίη κέδρος . . . . . . : Ἄκνηστις δὲ
4435552 γευσιν
μεγέθη : ἐκφέρει δὲ καὶ καρποὺς παντοίους , τὴν μὲν γεῦσιν ἔχοντας νωθράν , ἀγνοουμένους δὲ παρ ' ἡμῖν .
συμβέβηκε τῇ ἐπιθυμίᾳ συνελθεῖν τῇ μερικῇ δόξῃ καὶ καταναγκάσαι τὴν γεῦσιν γεύσασθαι τοῦδε τοῦ γλυκέος , τούτου χάριν εἰσὶν ἐναντία
4418895 συναγουσα
ἑτέρα ἐπέλευσις ἄφνω γένηται , ἔστιν ἡ δευτέρα ἀντέχουσα καὶ συνάγουσα καὶ φυλάττουσα αὐτούς . Πρὸς τούτοις , εἰ συμβῇ
στᾶσα γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐν τῷ ἑνί , εἶτα πολλὰ συνάγουσα ἵσταται ἐν αὐτοῖς διὰ τῆς μνήμης πάντα ἐν ἑαυτῇ
4403997 ὑδατων
Ἄργοςοὕτω γὰρ ἐκεῖνο καλοῦσιν οἱ ποιηταίτοὺς ἐνοικοῦντας ἀμέμπτους ἐποίει τῶν ὑδάτων τὴν ἀπορίαν ἔμφυτον ἔχον : Καισαρεῦσι δὲ πρὸς ὄνειδος
δὲ τὸ γυμνάσιον λουτροῖς ὁ κάμνων κεχρήσθω τοῖς ἀπὸ γλυκέων ὑδάτων , ὡς μηκέτι συνεχέσιν , ἀλλ ' ἅπαξ ἢ
4396405 ἐγειρει
εὐτελῆ ποιεῖ καὶ ταπεινόν . Ἡ γὰρ αὐθάδεια πρὸς καταφρόνησιν ἐγείρει τῶν ἄλλων ἁπάντων : ἡ δὲ ταπείνωσις εἰς ἔννοιαν
. ἐπειδὰν δὲ ὑποβλέψῃ ταυρηδόν , φρίττει μὲν παραχρῆμα καὶ ἐγείρει τὴν λοφιάν : ὑπανισταμένης δὲ ἄρα ταύτης καὶ ὀρθουμένης
4390104 αὐξει
σύσπειρον κριθὰς ἀραιάς , καὶ πολλάκις αὐτῷ τῷ ἐνιαυτῷ ἀνδρόμηκες αὔξει ἡ κυπάρισσος : τοσοῦτον γὰρ αὔξει , ὅσον αἱ
φησιν . ῥεῖα : εὐκόλως . βριάει : ἰσχυροποιεῖ : αὔξει . χαλέπτει : εἰς χαλεπώτατα ἄγει . ἀρίζηλον μινύθει
4389603 κογχης
' ἢν ἡ μαργαρῖτις γενομένη αὔξεται διὰ τοῦ στερεοῦ τῆς κόγχης καὶ τρέφεται ὅσον ἂν ᾖ προσπεφυκυῖα χρόνον . ἐπειδὰν
αἰγιαλοῦ κύκλον εὐμεγέθη : γίνεσθαι δὲ τὸν προειρημένον λίθον ἐκ κόγχης στρόμβῳ ἐμφεροῦς μεγάλῳ , νήχεσθαί τε κατὰ ἀγέλας τοὺς
4377012 ὑγροτητα
. κοιμώμενος . ποταπόν ; εὔχυτον , * * ἢ ὑγρότητά τινα ἐμφαῖνον ἔχειν . χαλᾷ , * * ἢ
οἴδημα τὸ χρονιώτερον οὐ λύει , ἐπειδὴ τῷ χρόνῳ προσλαμβάνει ὑγρότητά τινα . ἀλλὰ δεῖ αὐτό , ὡς εἴρηται ,
4369412 καρπον
καὶ ὑετίου κρυστάλλου , ἄμφω εὔκρητοί τε καὶ ὄμπνιον ἀλδήσκουσαι καρπὸν Ἐλευσίνης Δημήτερος . ἐν δέ μιν ἄνδρες ἀντίποδες ναίουσι
. ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς εὖ πέπραγεν , ὅτι φρενῶν ἔλαχε καρπὸν ἀμώμητον , οὐδ ' ἀπάταισι θυμὸν τέρπεται ἔνδοθεν ,
4368344 λειοτητα
ὀργιζομένους ἐμφαίνωμεν αὑτοὺς ἢ ἠδικημένους . ἡ δὲ περὶ τὴν λειότητα καὶ ἁρμονίαν φροντὶς οὐκ ὀργιζομένου , ἀλλὰ παίζοντός ἐστι
τοιοῦτόν ἐστιν , οἷον ἔχειν τέ τινα διόρθωσιν καὶ μετρίαν λειότητα κατὰ τὴν διαπόρησιν . ὅλως τε τοιούτων μὲν παραδειγμάτων
4365545 νιφετων
ἢ ἀστική , δυσχείμερος δύσθερος , δυσχερὴς χειμῶνος ὑπὸ τῶν νιφετῶν , θέρους ἄσκιος . καὶ ἄλλως δ ' ἐπαινῶν
φησί , τὰ πεδία δὲ καὶ ὄμβρων ὁμοίως ἀπηλλάχθαι καὶ νιφετῶν , ἐπικλύζεσθαι δὲ μόνον κατὰ τὰς ἀναβάσεις τῶν ποταμῶν
4357827 δυσωδους
ἔστιν ὁ ὄγκος . καὶ ἡ ὄσφρησις εὐώδους μόνον ἢ δυσώδους ἐστὶ κριτήριον : ἀλλ ' οὐθεὶς οὕτως ἐστὶν ἄφρων
ὑπάρχει κατωνομασμένα ἔξω δυοῖν τοῖν γενικωτάτοιν , εὐώδους τε καὶ δυσώδους , ἅπερ τὴν τοῦ ἀλγεινοῦ τε καὶ ἡδέος ἔχει
4351458 βαφη
ὅτι διὰ τοῦτο φεύγει ἡ διὰ μόνου τοῦ χαλκοῦ κατασκευαζομένη βαφὴ , διὰ τὸ μὴ μετέχειν τῆς φύσεως τῆς μολίβδου
τῆς κόκκου τὸν καρπόν , καὶ ἔστι τοῖς ἐρίοις ἡ βαφὴ τὸ αἷμα τοῦ ζῴου . ἡ δὲ Ἄμβροσσος κεῖται
4348078 δαψιλη
μετά γε τὴν ψυχὴν τοῦ κόσμου , τροφὴν ἡμῖν παρέχουσα δαψιλῆ : περὶ ἣν ὁ κόσμος πολεῖται , ἄστρον τι
παντοδαπῆς πλῆθος , ἣν μεταπεμπόμενος Πευκέστης παρὰ τῶν ἐγχωρίων διεδίδου δαψιλῆ τοῖς στρατιώταις , ἐκκαλούμενος αὐτῶν τὴν εὔνοιαν . κατοικοῦσι
4345202 τρυφερωτερα
ἰσχνόν , ἔχοντα παραφυάδας φύλλων μεστάς , ὁμοίας βατραχείῳ , τρυφερώτερα μέντοι τὰ τοῦ χελιδονίου καὶ ὑπόγλαυκα τὴν χρόαν :
ἀναφέρων , φύλλα μακρότερα πολλῷ τοῦ ἄλλου πηγάνου ἔχων , τρυφερώτερα , βαρύοσμα : ἄνθος λευκόν , ἐπ ' ἄκρου
4340403 λεπρα
οὗ καὶ ἡ ἐν τοῖς σώμασι παρὰ φύσιν λευκότης καλεῖται λέπρα . ὁ δὲ λόγος , πολλοὶ δὲ ἐνδιατρίβοντες ἐν
δοκιμάζεται . ἡ μὲν οὖν διφυὴς καὶ δύο ἐξανθοῦσα χρώματα λέπρα τὴν ἑκούσιον ἐμφαίνει κακίαν : ἔχουσα γὰρ ἡ ψυχὴ
4340256 ἑρπετων
οὐκ ἄν ποτε ἀνασχέσθαι ὑπομείνειεν , κἂν ᾖ θρασύτατον τῶν ἑρπετῶν . Οὕτω κομιδῇ πονηρόν καὶ λίαν δυσχερὲς ἡ ταύτης
[ τὸν Τριπτόλεμον ] λέγει ἐνταῦθα ἔπληξεν . Ἔστι μὴν ἑρπετῶν γένη ἄλλων καὶ ἄλλων , πλὴν ἧσσόν ἐστι τῶν
4330818 φυεται
φύλλα γευομένῳ πυρωτικὰ ἰσχυρῶς καὶ δριμέα , ῥίζα ἄχρηστος . φύεται δ ' ἐν πεδίοις καὶ ἐν τραχέσι τόποις καὶ
τῶν τὰ ἀγαθὰ ἀγγελλόντων . Οὔ ποτε ἐκ σκίλλης ῥόδα φύεται οὔθ ' ὑάκινθος . Οὐδ ' ἴσασιν ὅσῳ πλέον
4325108 λιθος
οἷά τε δι ' ἔθους ἐγγίνεσθαι . οὐδέποτε γὰρ ὁ λίθος ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι , αἱ δὲ ἠθικαὶ ἀρεταὶ δι
μὲν ἐπίστασθαι εἰς ως περατουμένην : „ ἐπεὶ οὔ σφι λίθος χρὼς οὐδὲ σίδηρος „ : καὶ ἀκόλουθος αἰτιατική :
4314216 φερει
] , ἄσκοπον δ ' ἔπος λέγων νυκτὸς προὐμμάτων σκότον φέρει , καθ ' ἡμέραν δ ' οὐδὲν ἐμφανέστερος .
εὑρὼν ἧψεν , ὃν εὗρε , βρόχον . Αἰὼν πάντα φέρει : δολιχὸς χρόνος οἶδεν ἀμείβειν οὔνομα καὶ μορφὴν καὶ
4307660 Μουζα
τελευταιοτάτῳ τῶν εὐωνύμων τούτου τοῦ πελάγους ἐμπόριόν ἐστι νόμιμον παραθαλάσσιον Μούζα , σταδίους ἀπέχον τοὺς πάντας ἀπὸ Βερνίκης , παρ
. . . . . . οδ δʹ ιδ Ϛʹ Μούζα ἐμπόριον . . . . . . . .
4302070 σποριμα
διὰ τὴν πολλὴν αὐτῆς θερμότητα : καίει γὰρ εὐθέως τὰ σπόριμα . εὐτελεστάτη δέ , καὶ πασῶν ἐλάττων ἐστὶν ἡ
καὶ βλάψει τὰς σταφυλὰς ἐν πολλοῖς τόποις . τὰ δὲ σπόριμα ἔσται κάλλιστα , καὶ τὰ πρώϊμα καὶ τὰ ὄψιμα
4300506 μαγνητης
γίνεται τῆς παρακειμένης αὐτῷ ὕλης ἁρπάζων κάρφη ὡσπερεὶ καὶ ὁ μαγνήτης τὸν σίδηρον . γίνεται δὲ ἐν τῇ Ἰνδικῇ ,
γίνεται τῆς παρακειμένης ὕλης αὐτῷ ἁρπάζων κάρφη ὡσπερεὶ καὶ ὁ μαγνήτης τὸν σίδηρον . Γίνεται δὲ ἐν τῇ Ἰνδικῇ ,
4298705 τρεφει
Ἀκιδνός : ὁ ἀσθενής : Ὅμηρος : οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . παρὰ τὸ αἰκίζω αἰκιδνός καὶ ἀκιδνός ,
κακία κακοποιὸς καὶ βλαπτικά . Φύσις πονηρὰ χρηστὸν ἦθος οὐ τρέφει : . Συνεσίου . Χαμαιλέων ζῷόν ἐστιν εἰς πάντα
4294812 προερχομενη
σφενδόνῃ ἐοικυῖα . Τὸ δὲ βεβαυῖα ἀντὶ τοῦ βαίνουσα καὶ προερχομένη . Σφενδόνῃ ἔοικε τὸ σχῆμα ἡ οἰκουμένη γῆ .
σφενδόνῃ ἐοικυῖα . . ὀξυτέρη βεβαυῖα ἀντὶ τοῦ βαίνουσα καὶ προερχομένη . . σφενδόνῃ εἰοικυῖα ] κωνοειδής . . ἑ
4286132 εὐωδη
πλατύ , ἐν δὲ τούτῳ καρπὸν πλατύτερον καὶ σαρκωδέστερον , εὐώδη . δυνάμεις δὲ τὰς αὐτὰς ἔχει . φύεται δ
εὔοσμα δὲ οὐδὲ μεγάλα τοῖς μεγέθεσιν . τὰ δὲ πεντάφυλλα εὐώδη μᾶλλον ὧν τραχὺ τὸ κάτω . εὐοσμότατα δὲ τὰ
4282577 παντοδαπα
ἔτι τὰ τῶν λεγομένων περιδίνων τῶν περὶ τὴν Ἰταλίαν γιγνομένων παντοδαπὰ κλωπῶν ἔργα τε καὶ παθήματα . πρὸς ἅ τις
παντοδαποὺς ἐκφέρουσαν καρπούς : διὸ καὶ τῆς ὡρίμου ξηραινομένης ὀπώρας παντοδαπὰ πλάσματα χρήσιμα πρὸς ἀπόλαυσιν οἱ τὸν Τίγριν πλέοντες ἔμποροι
4274381 διατρεφονται
πρεσβύτερα καὶ νοσεῖν ἀρχόμενα καταναλίσκοντες ἀπὸ τούτων τὸν ἅπαντα χρόνον διατρέφονται . διόπερ τὴν τῶν γονέων προσηγορίαν ἀνθρώπων μὲν οὐδενὶ
τὸν πίπτοντα καρπὸν ἀπὸ τῶν δένδρων ὄντα πολὺν ἀθροίζοντες ἀπόνως διατρέφονται , κατὰ δὲ τὸν ἄλλον καιρὸν τῆς βοτάνης τῆς
4266299 προμηκη
φορτηγοί , αἳ καὶ μέγισταί εἰσιν : πλοῖα δὲ τὰ προμήκη καὶ στρατιωτικά . νῦν καὶ νυνὶ διαφέρει . τὸ
βέλη Ῥωμαίων , ἃ συνιόντες εἰς χεῖρας ἐξακοντίζουσι , ξύλα προμήκη τε καὶ χειροπλήθη τριῶν οὐχ ἧττον ποδῶν σιδηροῦς ὀβελίσκους
4261630 ἑλκει
τούτου γλύφεται τὰ σφραγίδια καὶ ἔστι στερεωτάτη καθάπερ λίθος : ἕλκει γὰρ ὥσπερ τὸ ἤλεκτρον , οἱ δέ φασιν οὐ
ὡς αἰτίαν ἀναφερόμενα , οἷον διὰ τί ἡ Μαγνῆτις λίθος ἕλκει ἢ τὸ ἤλεκτρον ἢ ἡ σικύα : ἀντιπερίστασιν γὰρ
4260762 ὑδατωδη
οὐδαμόθεν κατὰ τοὺϲ πόρουϲ ἰϲχόμενον , οἶνον δὲ διδόναι τὸν ὑδατώδη καὶ ὄψει καὶ δυνάμει . δεῖ δὲ κατὰ τὴν
προηγούμενα αὐτοῦ καὶ τὰ μέσα εὔκρατα , τὰ δὲ ἑπόμενα ὑδατώδη , τὰ δὲ βόρεια πνευματώδη , τὰ δὲ νότια
4253096 ἀπεστραμμενα
μὲν εἰς ἀλλήλους ἔχουσιν ἐστραμμένα , τὰ κυρτὰ δ ' ἀπεστραμμένα πρὸς τὰ πλάγια τοῦ ζῴου μέρη . σαφῶς γε
: τὰ μὲν γὰρ πρὸς ἄρκτους ἐστραμμένα καὶ τὸν ἥλιον ἀπεστραμμένα βραδύπορά τέ ἐστι καὶ ἀτέραμνα καὶ θερμαίνεται καὶ ψύχεται
4250526 κλαδων
καὶ ἔλαιον ἐνέγκοι ἂν κάλλιον ἡ ἐλαία , καλλιελαίου φυτοῦ κλάδων ἐμβληθέντων . δεῖ δὲ λαμβάνειν τοὺς κλῶνας ἀπὸ τῶν
δὲ οὕτως ὅτι καθάπερ πέταλα δένδρων ἐν αὐτῷ διαφαίνονται μετὰ κλάδων συνεχεστέρων . Ζώνας διαφανεῖς ἔχει ἐν ἑαυτῷ . Ἔχει
4245459 φυομενων
ὁρῶσι νικῶντας ὁπότεροι ἂν πλέον διδῶσιν . ἀλλὰ καὶ τῶν φυομένων ἐκ τῆς γῆς τὰς δυνάμεις οἱ παῖδες πρόσθεν μὲν
, τοῦτο μὲν ὑπὸ τῆς τῶν σπειρομένων ἐν ταὐτῷ καὶ φυομένων συνεχοῦς καὶ ἐπαλλήλου πυκνότητος , τοῦτο δ ' ὑπὸ
4239119 ὑποκιρρα
εἰρημένων , λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός , ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεως , ξανθὰ δὲ
καλούμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ ὡσεὶ μακρὰς ἀκτῖνας ἀπομηκύνων ἀνέμων σφοδρῶν ἐστι σημαντικὸς
4228130 καυλον
ἐν τοῖς σκιεροῖς ἄγκεσι γινομένης στερεᾶς τε τὴν φύσιν καὶ καυλὸν ἐκτρεφούσης παρόμοιον ταῖς καλουμέναις βουνιάσιν : οἱ δὲ τῆς
καὶ πρὸς στραγγουρίαν τὸ τριχομανὲς ποιεῖ : ἔχει δὲ τὸν καυλὸν ὅμοιον τῷ ἀδιάντῳ τῷ μέλανι , φύλλα δὲ μικρὰ
4215984 σαρκα
παμμυρίων ἄλλων ὑπάρχουσαν ἔτι καθαιρεῖν ἐπὶ τὸ ἔλαττον οὖσαν ἔτι σάρκα : τοῦτο γὰρ θαυμαστόν . ἀλλ ' ἴσως φαίη
τὴν λεπτότητα καὶ τὴν παχύτητα : θερμαίνει τε γὰρ τὴν σάρκα καὶ τὸ ὕδωρ ἡ τῶν καλάμων τάχιστα διὰ τὴν
4214077 τηκει
ὧδε ποίει : ὥσπερ σῶμα ἡ σώματος πονηρία νόσος οὖσα τήκει καὶ διόλλυσι καὶ ἄγει εἰς τὸ μηδὲ σῶμα εἶναι
διαλύων , πηγνύς , χέων . τὸ ξηρὸν εἰς ὑγρὸν τήκει καὶ εἰς λύσιν αὐτὸ καθίστησι , καὶ λιβάδας μὲν
4209317 εὐκρασιαν
ἔστι τις καὶ ἑτέρα ζώνη πρὸς νότον κειμένη τὴν αὐτὴν εὐκρασίαν ἔχουσα τῇ βορείῳ ζώνῃ , ἐν ᾗ κατοικοῦμεν ἡμεῖς
τε καὶ κῶμαι , | τὴν δὲ περὶ τὸν ἀέρα εὐκρασίαν αἱ ἔκ τε τῆς λίμνης ἀνεστομωμένης εἰς τὴν θάλατταν
4209286 παρεχει
καὶ προκοπαῖς καὶ φιλίαις ἐπισήμοις καὶ συνήθειαν καὶ ἐπιπλοκὰς γυναικῶν παρέχει : ἐπικερδῆ καὶ ἱλαρὸν ἕξει καιρόν : ἀγάμοις γάμον
ἄνω θαλάττης καὶ ποταμῶν πρόσω κορμασθεῖσα κατὰ μέρη κώπας τε παρέχει καὶ κοντοὺς καὶ ὅπλα παντοῖα καὶ σκεύη τὰ κατοικίδια
4192883 ὑμεσι
ὑγρῶν κατὰ πολλοὺς τόπους , καὶ γενέσθαι περὶ αὐτὰ σηπεδόνας ὑμέσι λεπτοῖς περιεχομένας : ὅπερ ἐν τοῖς ἕλεσι καὶ τοῖς
καὶ πλέον γε ἢ τὸ ἥμισυ μέρος εὔλυτός ἐστιν , ὑμέσι τε τρισὶ προσδεῖται πρὸς τὴν κάτω γνάθον προσεχέσι τῆς
4180316 προσοψιν
τὸ βλέπειν : καὶ βλοσυρῶπις , φοβερὰ καὶ καταπληκτικὴ τὴν πρόσοψιν , . , , . . β . .
βλέπειν . καὶ † βλοσσυρῶπις , φοβερὰ καὶ καταπληκτικὴ τὴν πρόσοψιν , ὡς βοῶπις γλαυκῶπις , , . . .
4170914 κασιαν
δὲ λίβανον μὲν καὶ σμύρναν ἐκ δένδρων γίνεσθαί φασι , κασίαν δὲ καὶ ἐκ θάμνων : τινὲς δὲ τὴν πλείω
φαρμάκου καὶ προσέτι τὸ ἑλένιον καὶ τὸν ναρδόσταχυν καὶ τὴν κασίαν , ἔχειν δὲ ἐσκευασμένον ἕτοιμον διττόν , ὡς ἡμεῖς
4162525 καρπους
καθ ' ἕκαστον ἐνιαυτὸν ὅταν ἅπαντας τοὺς ἐκ γῆς συγκομίσωσι καρπούς , καὶ τὸν τῶν Σαλίων καλουμένων διπλασιάσειν ἀριθμόν .
' ἄχρηστα , ἀλλὰ νομὰς παρέχει δαψιλεῖς ἢ ὕλην ἢ καρπούς τινας ἑλείους ἢ πετραίους : τὸ δὲ Καίκουβον ἑλῶδες
4160546 ὑποδοχην
τὴν διαέριον φυγήν , . . . Ἰνοῦς καὶ Μελικέρτου ὑποδοχήν . Ἐπὶ τούτοις τὰ Πελοπιδῶν καὶ Μυκῆναι καὶ τὰ
διενήνοχε κίστη καὶ κιβωτός . καὶ ὅτι ἡ μὲν εἰς ὑποδοχήν ἐστιν ἐδεσμάτων , ἡ δὲ ἱματίων καὶ χρυσοῦ ,
4160352 μετεωρισθηναι
τηρῆσαι . ὡς δὲ ἔλαχε τῷ κουρεῖ πρώτῳ φυλάξαι , μετεωρισθῆναι θέλων τὸν σχολαστικὸν καθεύδοντα ἔξυρεν καὶ τῶν ὡρῶν πληρωθεισῶν
μὲν τοῖς πτεροῖς , ἀρθῆναι δὲ καὶ εἰς βαθὺν ἀέρα μετεωρισθῆναι φύσιν οὐκ ἔχει : θεῖ δὲ ὤκιστα , καὶ
4147621 διαμονην
καὶ αὔξην καὶ νεότητα ταὐτόν . ὑγίειαν τὴν τοῦ εἴδους διαμονήν , νόσον τὴν τούτου φθοράν . περὶ τῶν ἁλῶν
καὶ ἐνδόξως ἄρχειν : ὧν οὐδὲν κάλλιόν ἐστιν πρὸς ἡγεμονίας διαμονήν τε καὶ αὔξησιν : ἀπολομένης δὲ τῆς ἀντιπάλου πόλεως
4133793 θυτικην
ὡδήγησα τοὺς ἀνθρώπους εἰς τέχνην δυσκόλως νοουμένην , ἤτοι τὴν θυτικὴν μαντείαν : εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα ἡ
ὡδήγησα τοὺς ἀνθρώπους εἰς τέχνην δυσκόλως νοουμένην , ἤτοι τὴν θυτικὴν μαντείαν . εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα ἡ
4129212 ὑγρων
Πολλάκις δὲ καὶ ἐφαψάμενος ὁ παῖς τοῦ λόφου κατὰ τῶν ὑγρῶν νώτων ἥλλετο τοῦ δελφῖνος καὶ ὃς σὺν ἡδονῇ πλείστῃ
φθειρῶν πλῆθος ἀθρόως , ἐν τῷ βάθει τοῦ δέρματος περιττῶν ὑγρῶν καὶ μετρίως θερμῶν συστάντων : δεῖ τοίνυν προσάγειν ξηραίνοντα
4127343 κεκτηται
: ἔχει δέ τι καὶ ῥυπτικὸν ἐκ τοῦ μέλιτοϲ , κέκτηται δὲ καί τι ὑπόπικρον καὶ ἠπίωϲ δριμύ : διὸ
χορηγία πονηρίας . Πλοῦτος ἀπὸ κακῆς ἐργασίας ἐπιγενόμενος ἐπιφανέστερον ὄνειδος κέκτηται . Δαπανώμενος ἐφ ' ἃ μὴ δεῖ , ὀλίγος
4123751 πυρωδη
, ἀλλὰ μᾶλλον τῇ ὅλῃ κράσει . τὴν ἐξ ἀρχῆς πυρώδη δυσκρασίαν ἦν ἐσχηκὼς , ἣν ἄλλοι ὀλίγου δεῖν ἅπαντες
, ταριχευόμενος ἐν καρδάμῳ . Σκίλλα δύναμιν ἔχει δριμεῖαν , πυρώδη : πολύχρηστος δὲ γίνεται ὀπτηθεῖσα , στέατι δ '
4123365 ἀργυρος
, ὁ δὲ ξύλον ἤδη καὶ σεσηπός , ὁ δὲ ἄργυρος χρῄζων ἀνθρώπου τοῦ φυλάξαντος ἵνα μὴ κλαπῇ , ὁ
καλὸς ποταμός , κομᾷ , ὡς γὰρ χρυσὸς ἀνάθημα καὶ ἄργυρος , οὕτως καὶ τρίχες . κομῶσιν οἱ μὲν βάρβαροι
4123060 ναματων
παροιμίᾳ πρέποντας τῇ ἀπὸ Κόδρου , καθάπερ οἶμαι καὶ τῶν ναμάτων τὰ διαφανῆ τε καὶ καθαρὰ ἀνιχνεύοντές τε καὶ διαμώμενοι
δὲ δύναμις λουτρὸν ἐπὶ τοῖς προτέροις ἐγείρειν , ἕνεκά γε ναμάτων θαρρούντως ἐγείρει καὶ οὐ δέδοικε , μὴ τὸ μὲν
4113865 παρατριβομενα
καὶ τὸν φλοῦν , τουτέστι τὸ γῆρας , ἀποβάλλει , παρατριβόμενα κατὰ τὴν ἔξοδον ἐν ταῖς χειαῖς . * χαράδρεια
δὲ καὶ περιίδρωσιν , ὃν τρόπον καὶ τὰ οὖλα | παρατριβόμενα χωρὶς ἑλκώσεως προΐησιν αἷμα , καὶ ὡς ἐπὶ τῶν
4112452 πλυθεισα
δεῖ ποιεῖσθαι . πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἡ ἀλόη καλῶς πλυθεῖσα καλῶς ποιεῖν πάνυ πεπίστευται , καὶ μάλιστ ' ἐφ
Ἀσσίας πέτρας ἄνθος τὰς πλαδαρὰς σάρκας ἐκτήκει : πομφόλυξ συνεχῶς πλυθεῖσα , τίτανος σβεσθεῖσα καὶ πλυθεῖσα γενναίως , ὠῶν τὸ
4111617 ψαμμον
στρατηλάτην σῦν , καρτερὸν Γόργης τόκον , τῇ μὲν Λίβυσσαν ψάμμον ἄξουσι πνοαὶ Θρῇσσαι ποδωτοῖς ἐμφορούμεναι λίνοις , τῇ δ
ἓν ἄγειν ἐκ μεταφορᾶς τῶν θεριστῶν : οὕτως οὖν ἐνταῦθα ψάμμον οἱ ἰχθύες ἀμᾶσθαι λέγονται ἀντὶ τοῦ ἐπισωρεύειν , ὥστε
4110965 ψυχρων
πυρέσσοντας , ξανθά τε καὶ πυρρὰ διαχωροῦντας , καὶ προσαγωγῇ ψυχρῶν ὠφελουμένους , τοὺς δ ' αὖ βραδυπεπτοῦντας καὶ ἀδίψους
ἐξ ἀδηφαγιῶν προηγοῦνται τοῦ πάθουϲ . ἀτμῶν γὰρ παχέων καὶ ψυχρῶν πληρούμεναι αἱ κοιλίαι τοῦ ἐγκεφάλου κωλύουϲι τὰϲ δυνάμειϲ διὰ
4110599 ὑγρασιαν
ὥσπερ κίσηρις λήψεται διεξόδους σομφάς , δι ' ὧν τὴν ὑγρασίαν ἐκδέξεται : τὰ κρέα δ ' ἔσται τ '
χρυσοῦται : ἐὰν δ ' ἐφθαρμένον ὑπάρχῃ , τὴν ἠλλαγμένην ὑγρασίαν ἀποπτύει , καὶ διατηρεῖ τῆς ὕλης τὴν οὐσίαν ,
4110037 φυεσθαι
δέ : τὰ γὰρ μετὰ Πλειάδα σπαρέντα καὶ πρὸ τροπῶν φύεσθαι ἑβδομαῖαἐν Αἰγύπτῳ δὲ καὶ τριταῖα , τὰ δὲ μετὰ
βλαστάνειν , ἐπιρρυείσης δὲ τῆς τροφῆς ᾤδησέ τε καὶ ὥρμησε φύεσθαι ἀπὸ τῆς ῥίζης ὁ τοῦ πτεροῦ καυλὸς ὑπὸ πᾶν
4105710 ἐγκαρπων
ὧραι ἀμείβουσαι , καὶ γῆ βλαστάνουσα : οὗτοι γεωργοὶ ἀθάνατοι ἐγκάρπων , σιτίων καὶ δένδρων , καὶ μηδὲν ἀνθρωπίνης τέχνης
ἦν οὐδὲ τῶν συμμέτρων νήσων : πόθεν ; οὐδὲ τῶν ἐγκάρπων , ἀλλ ' ἣν μόνον ἐπαινέσαι θέλων αἰγίβοτον εἴρηκεν
4105195 πορφυρα
σοι φωνήν ποθεν λαβὸν ἐγώ εἰμι τοιοῦτον οἷον ἐν ἱματίῳ πορφύρα : μή μ ' ἀξίου ὅμοιον εἶναι τοῖς ἄλλοις
ἰαμβεῖα : τὰ δ ' ἀργυρώματ ' ἐστὶν ἥ τε πορφύρα εἰς τοὺς τραγῳδοὺς χρήσιμ ' , οὐκ εἰς τὸν
4101212 ἀμπελον
κερασέας . Τῷ αὐτῷ μηνὶ κλαδεύειν χρὴ καὶ τὴν χαμῖτιν ἄμπελον , ὀξυτάτοις δρεπάνοις , φυλαττομένους ἡμέρας καὶ ὥρας εὐδινάς
ἑλείους ἢ πετραίους : τὸ δὲ Καίκουβον ἑλῶδες ὂν εὐοινοτάτην ἄμπελον τρέφει τὴν δενδρῖτιν . πόλεις δ ' ἐπὶ θαλάττῃ
4100362 ἀποκλειουσα
δὲ διώνυμον οὕτω λέγεσθαι Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν , ἣν ἀποκλείουσά τις ἤπειρος ἐκ τοῦ ἐναντίου νησοποιεῖ τὴν θάλασσαν :
δὲ διώνυμον οὕτω λέγεσθαι Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν , ἣν ἀποκλείουσά τις ἤπειρος ἐκ τοῦ ἐναντίου νησοποιεῖ τὴν θάλασσαν :
4099985 ποταμιων
καὶ ἀνέμων βιαίων χαλαζῶν τε χύσεως παραυτίκα κατευνήσεις καὶ κυμάτων ποταμίων τε καὶ θαλασσίων ἀπευδιασμοὶ πρὸς εὐμαρῆ τῶν ἑταίρων διάβασιν
, οὐκ ἐνάριθμοι δὲ τοῖς καθαριωτέροις θαλαττίοις . Τῶν δὲ ποταμίων καὶ λιμναίων φέρει μὲν ὁ Νεῖλος κητώδεις σίμους τε
4099423 καρπων
εὐτροφίαν καὶ πλῆθος ὑγρότητος μὴ ἐπικνισθέντων καὶ ἐπαλειφθέντων ἐλαίῳ τῶν καρπῶν . οὐ μόνον δὲ τὸ πλῆθος ὀψικαρπεῖν ποιεῖ τῆς
ἀέναα πρὸς ποτοῦ χρῆσιν , ἔπειτα εἰς ἐδωδὴν φορὰς παντοίων καρπῶν καὶ δένδρων ἰδέας , αἳ τὰς ἐτησίους ὀπώρας ἀεὶ
4099330 μαργαριτης
οὐ μεγάλοι . τῶν σπουδαζομένων δὲ λίθων ἐστὶ καὶ ὁ μαργαρίτης καλούμενος , διαφανὴς μὲν τῇ φύσει , ποιοῦσι δ
καὶ ἐν ἀρχῇ τοῦ Περσικοῦ παράπλου νῆσον , ἐν ᾗ μαργαρίτης πολὺς καὶ πολυτίμητός ἐστιν , ἐν ἄλλαις δὲ ψῆφοι
4094652 ἀνειμενη
: ἡ δὲ κόμη αὐγοειδής , τῶν μὲν ὥσπερ ἄφετος ἀνειμένη , τῶν δὲ ἐπ ' εὐθὺ ἰοῦσα καὶ |
γὰρ δριμύτητος ἀφαιρουμένης ἡ κατάλοιπος ὀσμὴ μαλακή τις οὖσα καὶ ἀνειμένη προσεμφερὴς τῇ μίνθῃ γίνεται , δι ' ὃ μεταφυτεύειν
4092606 βριθοντες
διαφόροις τε καὶ παντοίοις φυτῶν εἴδεσι βρύοντες καὶ καρποῖς ὡραίοις βρίθοντες καὶ ὑδάτων ἀφθονίᾳ περιρρεόμενοι πάντοθεν ψυχρῶν τε καὶ ποτίμων
, μακρὸν δόλιχον ἀποτείνουσι γεωπόνου τινὸς ἐφεστῶτος : κριοὶ δὲ βρίθοντες βαθέσι μαλλοῖς ὑπόποκοι κατὰ τὴν ἔαρος ὥραν ὑπὸ ποιμένος
4091858 ἐνθερμος
τρόπον σωμάτων ὁ νοῦς ὑπὸ παθῶν καταψυχθῇ , ἀλλ ' ἔνθερμος ὢν καὶ χλιαινόμενος ὑπεκκαύμασιν ἀρετῆς ζωπυρῆται μέχρι τοῦ τὴν
. Ζεὺς δὲ ὁ αἰθήρ , τουτέστιν ἡ πυρώδης καὶ ἔνθερμος οὐσία , Ζεὺς δ ' ἔλαχ ' οὐρανὸν εὐρὺν
4088929 ὑγρα
διὰ ξηρότητα τὸ ϲφοδρὸν οὐχ ὁμοίωϲ ἔχουϲιν : ἡ δὲ ὑγρὰ ποιότηϲ παντάπαϲίν ἐϲτιν ἀνώδυνοϲ , ὅϲον ἐφ ' ἑαυτῇ
ὁ ἀὴρ εὔπνους ἐνταῦθα καὶ τὰ μετοπωρινὰ γίνεται μακρὰ καὶ ὑγρὰ καὶ καλά . πολλάκις δὲ καὶ ὕδατα θερινὰ κατά
4088632 αἰσθητικωτερα
τῇ τοῦ μέρους φλεγμονῇ πυρετὸς ἕπεται . καὶ τὰ μὲν αἰσθητικώτερα μέρη διὰ τὰς ὀδύνας τρέπει τοὺς σφυγμούς , τὰ
ἐμποιεῖν καὶ οὐ πολὺν χρόνον δύνασθαι τοῖς αὐτοῖς ἐπιμένειν . αἰσθητικώτερα δὲ τὰ μείζω ζῶια καὶ ἁπλῶς εἶναι κατὰ τὸ

Back