, Φερεκράτης δ ' ἐν Ἐπιλήσμοσιν . . . . ἐπίβοιον : Λυκοῦργος ἐν τῶι Περὶ τῆς ἱερείας . Φιλόχορος
καὶ τῆι Πανδρόσωι θύειν ὄιν , καὶ ἐκαλεῖτο τὸ θῦμα ἐπίβοιον . ὁμοίως καὶ Στάφυλος ἐν α τῶν Περὶ Ἀθηνῶν
6048092 Αἰγυος
πολῖται Αἰγῦται , ὡς Παυσανίας . Λυκόφρων δὲ τὸ ἐθνικὸν Αἴγυος , τὸ θηλυκὸν λέγων οὕτως ” καὶ πάντα τλήσεσθ
Πίναμυς , πόλις Αἰγύπτου . τὸ ἐθνικὸν Πιναμύτης , ὡς Αἴγυος Αἰγύτης . ὁ δὲ τύπος Αἰγύπτιος . Πίναρα ,
5828997 Πανδροσῳ
ὄνομα : τῇ δὲ ἑτέρᾳ τῶν Ὡρῶν νέμουσιν ὁμοῦ τῇ Πανδρόσῳ τιμὰς οἱ Ἀθηναῖοι , Θαλλὼ τὴν θεὸν ὀνομάζοντες .
τις τῇ Ἀθηνᾷ θύῃ βοῦν , ἀναγκαῖόν ἐστι καὶ τῇ Πανδρόσῳ θύειν οἶν , καὶ ἐκαλεῖτο τὸ θῦμα ἐπίβοιον .
5667015 θυῃ
στυγοῦσά με ποιεῖ , προνοουμένη δέ , ἵνα μηδείς με θύῃ . ” οὕτως οἱ φρόνιμοι τῶν ῥητόρων πολλάκις καὶ
θεῷ , ἱέρακα Ἀπόλλωνι καὶ τὰ ἑξῆς . ἢν Ἀφροδίτῃ θύῃ πυροὺς : Πυροὺς λέγει τῇ Ἀφροδίτῃ θύειν , ἐπεὶ
5406979 Ἀθηνᾳ
τις τῶν συννεναυαγηκότων παρανηχόμενος ἔφη πρὸς αὐτόν : „ σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει . „ ἀτὰρ οὖν καὶ ἡμᾶς
Ἀνάῤῥυσιν ἀπὸ τοῦ θύειν : ἔθυον δὲ Δϊὶ Φατρίῳ καὶ Ἀθηνᾷ . τὴν δὲ τρίτην Κουρεῶτιν ἀπὸ τοῦ τοὺς κούρους
5222770 Ἀρτεμιδι
δεῖ ὡς πᾶσι μὲν παρεπομένῃ θεοῖς , μάλιστα δὲ τῇ Ἀρτέμιδι : δῆλον δὲ ἐκ τοῦ καὶ αὐτὴν Ἑκάτην ὀνομάζεσθαι
πέμμα γάρ ἐστι κέρατα ἔχον μεμιμημένα , προσφερόμενον Ἀπόλλωνι καὶ Ἀρτέμιδι καὶ Ἑκάτῃ καὶ Σελήνῃ . μελιτοῦττα μὲν Τροφωνίῳ ὡς
5146759 σοφῃ
, χθόν ' Ἀρκάδων , κλῄσω γραφῇ τῇδ ' ἐν σοφῇ πάγκλειτ ' ἔπη συνθείς , ἄναξ , δύσγνωστα μὴ
ἔχουσιν τὴν δύναμιν . ἀλλὰ μηδενὶ φράσῃς ἀλλ ' ὡς σοφῇ ψυχῇ χρῶ . Χρυσάνθεμος βοτάνη γινωσκομένη ὑπὸ πάντων .
5102916 Ἡρᾳ
καὶ ἐν Περγάμῳ : τέφρας γὰρ δή ἐστι καὶ τῇ Ἥρᾳ τῇ Σαμίᾳ βωμὸς οὐδέν τι ἐπιφανέστερος ἢ ἐν τῇ
ἐκ Διὸς ἐγέννησε . ῥίπτει δὲ αὐτὸν ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς Ἥρᾳ δεθείσῃ βοηθοῦντα : ταύτην γὰρ ἐκρέμασε Ζεὺς ἐξ Ὀλύμπου
5099389 Δημητρι
ἐν δὲ θεοῖσιν ἐπὶ φλογὶ καιέμεν ὄμπας . τούτους γὰρ Δήμητρι ἔθυον . Νίκανδρος δὲ ἰδίως εἴρηκε τὰ κηρία ὄμπας
. . οἷς μέτεστιν , οἷς ὅσιον . . τῇ Δήμητρι καὶ τῇ Κόρῃ τὸ φέγγος οἴσων . . .
4831850 ἀπεπληρουν
δὲ Ἀπολλόδωρος † † καὶ ὅτι τὸ ποτήριον μεστὸν πάλιν ἀπεπλήρουν , δεδήλωκεν ἐν τῇ δʹ ⌈ τῶν περὶ Σώφρονος
, οἱ δ ' ἀμφὶ τὸ ἱερὸν παῖδες ὁμοῦ παίζοντες ἀπεπλήρουν τῆς ἱερουργίας τὸν νόμον : λαβόντες γὰρ μῆλον ὡραῖον
4788786 ῥυτῃ
παρεοικότα τοῖς τοῦ λωτοῦ , ὀδμὴν δὲ τὴν αὐτὴν τῇ ῥυτῇ , ὃ πήγανον Λακεδαιμόνιοι , ῥυτὴν τῇ ἐπιχωρίῳ κεχρημένοι
καλοῦσιν . * λωτῷ : ἢ καλάμῳ εἶδος βοτάνης * ῥυτῇ : πηγάνῳ ῥυτῇ : Ἰόλαος δὲ ἐν τῷ περὶ
4755101 Δηλιασι
Ἀπόλλωνα καὶ τὴν Ἄρτεμιν : ἐν τῇ Δήλῳ σὺν ταῖς Δηλιάσι κόραις τῆς Ἀρτέμιδος ἄμπυκα εὐλογήσω καὶ ὑμνήσω : ὁ
Σφηξίν : ἐν λοπάδι πεπνιγμένον . Κρατῖνος δ ' ἐν Δηλιάσι : τῷ δ ' ὑποτρίψας τι μέρος πνῖξον καθαρύλλως
4736613 Κολωνης
πόνον . αἶψα δὲ τοίγε Ῥήβαν ὠκυρόην ποταμὸν σκόπελόν τε Κολώνης , ἄκρην δ ' οὐ μετὰ δηθὰ παρεξενέοντο Μέλαιναν
τινι τρόπῳ . Τέννης ἦν υἱὸς μὲν Κύκνου τοῦ βασιλεύσαντος Κολώνης τῆς ἐν τῇ Τρῳάδι , ἀνὴρ δ ' ἐπίσημος
4706987 Ῥοδιᾳ
, Εὔπολις δ ' ἐν Φίλοις καὶ ἐπὶ τῇ γυναικὶ Ῥοδίᾳ κωμῳδεῖ αὐτόν , ἐν δὲ τῷ πρώτῳ Αὐτολύκῳ εἰς
' ἐν κύκλῳ καόμενα δᾴδια . Φιλήμων ἐν Πτωχῇ ἢ Ῥοδίᾳ : Ἄρτεμι , φίλη δέσποινα , τοῦτόν σοι φέρω
4700137 ἀρουρᾳ
καταῤῥανθεῖσα . Φησὶ δὲ Ἀπουλήϊος , ἐὰν δάφνης ἐν τῇ ἀρούρᾳ κλάδους βάλῃς , μεταβαίνειν εἰς αὐτοὺς τὴν βλάβην τῆς
τύχην ἀπηλλάχθαι : ἔτυχε γὰρ πήγανον ἄγριον κόπτων ἐν τῇ ἀρούρᾳ καὶ σύνδουλος αὐτοῦ σεληνιακὸς ὢν ἔπεσεν . ὁ δὲ
4696050 ἐξιλασαμενος
ὑπόνοιαν ὅτι διὰ τοῦτ ' αὐτῷ τὸ σύμπτωμα γέγονεν , ἐξιλασάμενος τὸν θεὸν ἐν πολλαῖς ἡμέραις ἀποκατέστη . Μεταλαβὼν δὲ
νίψηται τὸ πρόσωπον , ἀποβάλλει τὴν ὅρασιν , Ἄρτεμιν δὲ ἐξιλασάμενος ἀνακτᾶται τὸ φῶς , καθὼς ἱστορεῖ Δέρκυλλος ἐν γʹ
4695746 Κορῃ
εὔφορον πάνυ καὶ καλόν , ἔνθα καὶ τὸ πάθος τῇ Κόρῃ φασὶν ἀνθιζομένῃ γενέσθαι , καὶ ποταμὸς ἔστι Ζυγάκτης ,
ἀκριβοῦντες δόκιμοι . εὔξαντο δὲ καὶ τῇ Βουλαίᾳ καὶ τῇ Κόρῃ διά τε τῶν ἱεροφαντῶν καὶ τοῦ δᾳδούχου σωτηρίαν αὑτοῖς
4690731 Ἑκατῃ
ἔθος ἦν ἄρτους καὶ ἄλλα τινὰ κατὰ μῆνα τιθέναι τῇ Ἑκάτῃ τοὺς πλουσίους , λαμβάνειν δὲ ἐξ αὐτῶν τοὺς πένητας
ἐστι κέρατα ἔχον μεμιμημένα , προσφερόμενον Ἀπόλλωνι καὶ Ἀρτέμιδι καὶ Ἑκάτῃ καὶ Σελήνῃ . μελιτοῦττα μὲν Τροφωνίῳ ὡς ἀρεστήρ ,
4685610 ψαιστων
τοῖς Ψαμμήτοις τιμᾶσθαι τὴν θεόν . Ψάμμητα δ ' ἐστὶ ψαιστῶν τις ἰδέα . . . : Ὑσία , πόλις
τοῖς ψαμμήτοις τιμᾶσθαι τὴν θεόν : ψάμμητα δ ' ἐστὶ ψαιστῶν τις ἰδέα . Ἑκατομβαιών : ὄνομα μηνός . Ὑπερείδης
4625954 ῥωμαϊστι
τἆλλα ὀφθῆναι καὶ βραχύς . ἐντυχὼν δ ' αὐτοῖς ἔφη ῥωμαϊστὶ τῷ ῥήματι : ” Ῥωμαίων εἰμὶ λίβερτος “ ,
φαμεν τὸν ὡς σύνηθές ἐστι Θρᾳξὶ διαλεγόμενον , καὶ κάλλιστα ῥωμαϊστὶ τὸν ὡς σύνηθες Ῥωμαίοις , ἀκολουθήσει καὶ τὸ ἑλληνιστὶ
4605836 Πισατιδι
τε καὶ τοῦ Λεπρεατικοῦ τοῦ ἐν τῇ Τριφυλίᾳ καὶ τῇ Πισάτιδι , τρίτου δὲ τοῦ Μεσσηνιακοῦ τοῦ κατὰ Κορυφάσιον ,
. . . : οἶδα δὲ καὶ τὴν ἐν τῇ Πισάτιδι γραφὴν ἀνακειμένην ἐν τῷ τῆς Ἀλφειώσας Ἀρτέμιδος ἱερῷ :
4600777 κοσμημα
κόμην οὐδὲ ὑπέκειτο αὐτῇ , ἀλλὰ μόνην τὴν ἀρετὴν ἐποιεῖτο κόσμημα . σφοδρὸν δὲ οὕτω τι ἔβλεπεν , ὥστε ἀποχρῶν
τῶν ληνῶν καιρῷ . Ἐπιπόρπημα : τὸ ἐπὶ τῇ πόρπῃ κόσμημα , ἤτοι λίθινον ἢ χρυσοῦν ἢ ἀργυροῦν . Ἐμπόρπημα
4574223 ἱερειον
ἐλάττονι μέν , ἄρρενι δὲ καὶ τούτῳχίμαρος γάρ ἐστι τὸ ἱερεῖον , τὰ δὲ τοῦ ἰδιώτου καταδεεστέρῳ τὸ εἶδοςθῆλυ γὰρ
ὅτι φευκτόν . ὡς Πίττακόν φασι πέμψαντος αὐτῷ τοῦ Ἀμάσιδος ἱερεῖον καὶ ἀξιώσαντος ἀντιπέμψαι τῶν μορίων αὐτοῦ τὸ κάλλιστον ἅμα
4544803 Αἰτωλικων
τοῖς Δηλιακοῖς ἱστόρηκεν . καὶ Νίκανδρος ἐν τῷ αʹ τῶν Αἰτωλικῶν ἐκ τῆς ἐν Αἰτωλίᾳ Ὀρτυγίας φησὶ τὴν Δῆλον ὀνομασθῆναι
καθά φησι Δίδυμος ἐπαγόμενος μαρτύριον ἐκ τῆς αʹ Νικάνδρου τῶν Αἰτωλικῶν . ἡμεῖς μέντοι ἐν τοῖς Ἀττικιανοῖς διὰ τοῦ τ
4516568 θυειν
μὲν γὰρ ἡ πανήγυρις τοῦ θεοῦ , καὶ κατήπειγε τοῦ θύειν ὁ καιρός , τὸ δὲ ἱερεῖον ἄρα κριὸς ἦν
κρίμνη σεαυτὴν ἐκ μέσης ἀντηρίδος ἔδει γὰρ ἡμᾶς τοῖς θεοῖς θύειν , ὅταν γυναῖκα κατορύττῃ τις , οὐχ ὅταν γαμῇ
4507106 θυσιᾳ
κϚʹ . Ἀσχέτῳ γέλωτι μὴ ἔχεσθαι . κζʹ . Παρὰ θυσίᾳ μὴ ὀνυχίζου . κηʹ . Δεξιὰν μὴ παντὶ ῥᾳδίως
πολεμάρχῳ . τί δὲ καὶ θήσει πρὸς θεῶν ὄνομα τῇ θυσίᾳ , ἣν αὔριον θύσειν φῄς ; πότερον χαριστήρια ,
4507010 ἐγκεχαραγμενον
Ἀβώνου τεῖχος καὶ Ἰωνόπολιν κληθῆναι , καὶ νόμισμα καινὸν κόψαι ἐγκεχαραγμένον τῇ μὲν τοῦ Γλύκωνος , κατὰ θάτερα δὲ Ἀλεξάνδρου
φασιανούς . ἢ φασιανοὶ λέγονται οἱ ἔχοντες τῷ μηρῷ φασιανὸν ἐγκεχαραγμένον ἵπποι . τοὺς φασιανούς : οὔκ εἰσιν ἵπποι φασιανοί
4495777 Διοσκοριδης
δὲ δι ' ἑαυτοῦ ἔχειν . . Ὅμηρος : Ὅτι Διοσκορίδης ἐν τοῖς Παρ ' Ὁμήρῳ νόμοις φησὶν , ὡς
Διοσκουρίδης ἐν τοῖς Ἀπομνημονεύμασι . . . . , : Διοσκορίδης δὲ ὑπὸ Ἀπόλλωνος . . . . , :
4493195 παριτω
τῇ κεφαλῇ τὸ κρίθινον ἄλευρον κομίζουσα , καθάπερ ἐλέχθη , παρίτω , ὁ δὲ ἱερεὺς [ ἀντικρὺ ] τὸ κεραμεοῦν
τὸν νεὼν κηρύσσει καθ ' ἡμέραν : Πίνδαρος ὁ μουσοποιὸς παρίτω πρὸς τὸ δεῖπνον τῷ θεῷ . καὶ γὰρ ἐν
4487471 ἐπικληρῳ
ἐν τῷ κατὰ Μέδοντος καὶ κατὰ τῶν μὴ προσηκόντως τῇ ἐπικλήρῳ συνοικούντων γίνεσθαι τὰς εἰσαγγελίας λέγει . χίλιοι δὲ κατὰ
μύθου παρεσημειωσάμεθα , οἷον καὶ παρὰ Μενάνδρῳ ἐν τῇ χρηστῇ ἐπικλήρῳ , ἆρ ' ἐστὶ πάντων ἀγρυπνία λαλίστατον ; εἶτα
4487207 ῥυτην
καὶ κάστορος ὄρχιν ἀργέος ] τοῦ λευκοῦ ῥυτῆς ] χεῖ ῥυτήν πεδανάς ] τὰς ἐν τῷ πέδῳ , διύγροις τόποις
καὶ κάστορος ὄρχιν ἀργέος ] τοῦ λευκοῦ ῥυτῆς ] χεῖ ῥυτήν πεδανάς ] τὰς ἐν τῷ πέδῳ , διύγροις τόποις
4481306 ὀτι
τὸν παραλογισμὸν πεποίηκεν , ὥσπερ ἂν εἰ καὶ λεγόντων ἡμῶν ὄτι ὁ δεῖνα τεθνεὼς [ τεθνηὼς ] ἄνθρωπός ἐστιν ,
ἴσου τοῦ χυλοῦ πιών , ἀμέθυστος ἔσται ὡς μὴ γινώσκων ὄτι πίνει . ἐὰν δὲ καὶ τὸν λίθον τὸν ἐν
4481028 ἐκχεον
εἵλετο χαλκός . οἶνον δ ' ἐκ κρητῆρος ἀφυσσόμενοι δεπάεσσιν ἔκχεον , ἠδ ' εὔχοντο θεοῖς αἰειγενέτῃσιν . ὧδε δέ
, ἐν θερμῷ . Ἐὰν δὲ ἀμφότερα μὴ ἔχῃς , ἔκχεον εἰς τὴν κεφαλὴν τρὶς ὕδωρ εἰς ὄνομα πατρὸς καὶ
4472366 θυει
Σκυθίαν διακομίζει . ἔνθα αὐτὸς σφάζει μὲν τὸν κριὸν καὶ θύει Διὶ Φυξίῳ , ὅτι ἐξέφυγε τὴν ἐπιβουλὴν τῆς μητρυιᾶς
ἐκεῖθεν δὲ διαβὰς τὸν πόρον ἧκεν ἐς Μέμφιν : καὶ θύει ἐκεῖ τοῖς τε ἄλλοις θεοῖς καὶ τῷ Ἄπιδι καὶ
4457288 Φρυγιακων
μεθερμηνευόμενόν ἐστι βασιλεὺς , καθὼς ἱστορεῖ Ἑρμησιάναξ Κύπριος ἐν βʹ Φρυγιακῶν . Σκάμανδρος ποταμός ἐστι τῆς Τρωάδος . Ἐκαλεῖτο δὲ
, Μαρσύας καλούμενος : καθὼς ἱστορεῖ Ἀλέξανδρος Κορνήλιος ἐν γʹ Φρυγιακῶν . . : Ἄμβασον , μητρόπολις τῶν Φρυγῶν .
4456847 ἐκδοσεσιν
αὖθι φίλῃ , ὅπερ εἶχε τὸ ἑῇ ἐν ταῖς πλείοσιν ἐκδόσεσιν , [ ὃ ] ἦν μάλιστα ἀκόλουθον : τὸ
δὲ ὁμοδοξίαις καὶ τιμαῖς καὶ ἀτιμίαις καὶ δόξαις καὶ ὁμηρειῶν ἐκδόσεσιν εἰς ἀλλήλους , λεῖον καὶ τὸ λεγόμενον εὐήτριον ὕφασμα
4449283 ἱερειᾳ
περὶ δὲ τὸν χοᾶ τὸν ἑαυτοῦ ἕκαστον περιθεῖναι καὶ τῇ ἱερείᾳ ἀποφέρειν τοὺς στεφάνους πρὸς τὸ ἐν Λίμναις τέμενος ,
πλακοῦντα μέγαν καθ ' ὑπερβολὴν ἤνεγκεν τῇ θεῷ καὶ τῇ ἱερείᾳ εἶπεν ὅτι τὸ παρὸν ἀπορούμενος ἀξιοῖ τὴν Ἀφροδίτην συγγνώμην
4431109 στηλῃ
καίτοι εἴπερ ἀπέκτεινε Φρύνιχον , ἔδει αὐτὸν ἐν τῇ αὐτῇ στήλῃ , ἵνα περ Θρασύβουλον [ καὶ Ἀπολλόδωρον ] ,
. ἐκεῖνο δέ μοι παρ ' ὑμῶν ὑπαρξάτω ἐν τῇ στήλῃ , ὅτι παραλαβὼν τὴν πόλιν δουλεύουσαν τὴν ἑαυτοῦ ἠλευθέρωσε
4407545 Λυκαβηττος
τῇ δὲ Ἀθηνᾷ φερούσῃ τὸ ὄρος , ὃ νῦν καλεῖται Λυκαβηττὸς , κορώνην φησὶν ἀπαντῆσαι καὶ εἰπεῖν ὅτι Ἐριχθόνιος ἐν
Αἰσχύλος ἔν τινι τῶν αὐτοῦ πεποίηκε δραμάτων . ἔστι δὲ Λυκαβηττὸς ὄρος Ἀθηναίων . 〛 συμμέτρως . . μετρίως .
4375861 Χοες
ἐν μιᾷ δὲ ἡμέρᾳ ἄγονται οἵ τε Χύτροι καὶ οἱ Χόες ὡς καὶ κατιὼν λέγει : “ ὑπὸ τοὺς Χόας
μόνος : καὶ ἀπ ' ἐκείνου Ἀθηναίοις ἑορτὴ ἐνομίσθη οἱ Χόες . Πιθοίγια . . . Χύτρα . . :
4369934 προβατον
δὲ ἐγερθέντα ἐκ τοῦ ὕπνου ζητεῖν ἐφ ' ὃ ἀπεστάλη πρόβατον , μὴ εὑρόντα δὲ πορεύεσθαι εἰς τὸν ἀγρόνὑπελάμβανεν δὲ
ἐθελήσεις τὰ θρῖα τῶν σύκων ἐπιτρώγειν , ἀλλ ' ὥσπερ πρόβατον οὐκ ἂν ἀποσταίης τῶν ὡρίμων , οὐκ ἔστιν οὖν
4351546 διαλεκτῳ
ὄνομα διώκειν τοῦ λεχθέντος τὴν ἐναντίωσιν , ἔριδι , οὐ διαλέκτῳ πρὸς ἀλλήλους χρώμενοι . Ἔστι γὰρ δή , ἔφη
Ξ ἔχων ] φυλάττων . Ὄγκαν προσαγορεύσας τῇ τῶν Φοινίκων διαλέκτῳ : ἐπεγέγραπτο δὲ τῷ ἱερῷ τούτῳ : Ὄγκας νηὸς
4351468 σηπιᾳ
ἀναλογίαν τὸ κοινὸν ἔχουσιν . ὃν γὰρ λόγον ἔχει ἐν σηπίᾳ τὸ σήπιον , τὸν αὐτὸν ἡ ἄκανθα ἐν ἰχθύϊ
ἐν τοῖς ὀστᾶ ἔχουσιν , οὕτω τὸ σήπιον ἐν τῇ σηπίᾳ καὶ ἐν τοῖς ἰχθύσιν ἡ ἄκανθα : ἐρειστικὸν γὰρ
4322984 κεχρισμενοι
. . Δίδυμος δὲ προκώνια , φησὶ , πυροὶ μέλιτι κεχρισμένοι : Ἀριστοφάνης δὲ ὁ γραμματικὸς καὶ Κράτης τὰ ἐξ
Δίδυμος δὲ προκώνια , φησὶν , ἐστὶ , πυροὶ μέλιτι κεχρισμένοι . Ἀριστοφάνης δὲ ὁ γραμματικὸς καὶ Κράτης τὰ ἐξ
4310111 Οὐρανιᾳ
ἐστι καὶ ἀπ ' αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος , , τῇ Οὐρανίᾳ τὴν ἀστρονομίαν : καὶ τοῦτο δῆλον ἀπὸ τοῦ ὀνόματος
: τῇ δὲ πρεσβυτάτῃ Καλλιόπῃ καὶ τῇ μετ ' αὐτὴν Οὐρανίᾳ τοὺς ἐν φιλοσοφίᾳ διάγοντάς τε καὶ τιμῶντας τὴν ἐκείνων
4300626 ἀλευροττησις
. ἀλευρόττησις , , ; . . , . : ἀλευρόττησις : σήθω , σήσω ὁ μέλλων , ὄνομα ῥηματικὸν
τ τῆσις καὶ πλεονασμῷ τοῦ τ μετὰ τοῦ ἄλευρον γίνεται ἀλευρόττησις , τὸ κόσκινον . οὕτως Φιλόξενος . . .
4295399 οὐδετερως
λόγον ποιεῖται : εἰ γὰρ πρὸς τὸ Κράτος ἔλεγεν , οὐδετέρως ὤφειλε τὸν λόγον ἀποδοῦναι . . αἰεί τε ]
. καὶ Τηλανδρία ἄκρα . Ἀλέξανδρος δ ' ὁ πολυίστωρ οὐδετέρως τὴν πόλιν Τήλανδρον καλεῖ ἐν πρώτῳ Λυκιακῶν . καὶ
4288153 Συμβολων
. . . . ἦν δὲ καὶ ἄλλο εἶδος τῶν Συμβόλων τοιοῦτον , ζυγὸν μὴ ὑπερβαίνειν , τουτέστι μὴ πλεονεκτεῖν
∠ ʹʹδʹʹ μζʹ γοʹʹ Δανδάκη ξʹ ∠ ʹʹδʹʹ μζʹ γʹʹ Συμβόλων λιμήν ξαʹ μζʹ δʹʹ Παρθένιον ἄκρον ξʹ γοʹʹ μζʹ
4278974 ἀνθεον
οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
, λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
4275244 ἀκροπολει
ἐν αὐτῇ καὶ ξόανον οὐδέν τι διάφορον ἢ τὸ ἐν ἀκροπόλει τῇ Λαρίσῃ . ἔστι δὲ ὄρος ὑπὲρ τῆς Λήσσης
εἶναι . καὶ τί δεῖ μακρολογεῖν τῆς ἐκείνου γονῆς ἐν ἀκροπόλει τότε παρούσης ; πῶς οὖν ὀλιγώρως εἶχε τὰ τῶν
4264454 ῥοδωνιαν
γυναικείας ἥβης , ὅτι τὸ γυναικεῖον μόριον καὶ ῥόδον καὶ ῥοδωνιάν φασιν , ὡς Κρατῖνος ἐν Νεμέσει : ὥς γ
γυναικείας ἥβης , ὅτι τὸ γυναικεῖον μόριον καὶ ῥόδον καὶ ῥοδωνιάν φασιν , ὡς Κρατῖνος ἐν Νεμέσει : ὥς γ
4243516 ἐφισταμενον
κατασβεννυμένοις τῷ γάλακτι . Δεῖ δὲ ἐν τῇ ἑψήσει τὸν ἐφιστάμενον ἐπίπαγον ἤτοι ἀφρὸν ἀφαιρεῖν μύστρῳ ἢ πτερῷ : ταύτης
καὶ παιδεύει καὶ μόνον τοῖς τοιούτοις ἐρίζει καὶ νικᾷ καὶ ἐφιστάμενον τὴν ἰδίαν νίκην ὥσπερ σατράπης ἀγαθὸς τοῖς νενικημένοις καὶ
4235689 καλουμενῃ
, Τῖτος Λάρκιος , ὃς δὶς ἀποδειχθεὶς ὕπατος δυναστείᾳ τῇ καλουμένῃ δικτατορίᾳ κράτιστα πάντων ἀνθρώπων χρησάμενος ἱερὰν καὶ σεβασμοῦ μεστὴν
οὖν σοφώτατος Δίδυμος εἶπεν ἐν τῇ ὀκτατόμῳ αὐτοῦ βίβλῳ οὕτω καλουμένῃ . Κάρφος ἢ λιθάριον ἢ κόπριον ἐκ τῆς γῆς
4211314 Διδυμος
τὴν στοὰν οἰκοδομῆσαι τὴν πλησίον αὐτοῦ . ” ὁ δὲ Δίδυμός φησιν ἁμαρτάνειν τὸν ῥήτορα : ἐκλήθη γὰρ ἐλευθέριος διὰ
ἀλήθειαν γράφοντι τὸν ἐπίνικον καὶ ἀποδιδόντι Ἀγησιδάμῳ . ὁ δὲ Δίδυμός φησιν ἔχειν λόγον καὶ τὴν ἑτέραν γραφήν : νέμει
4206609 ἀλωπεκι
θήραν . καὶ ἔστι τὸ μάθημα : πράωι λαγῶι καὶ ἀλώπεκι τιθασῶι κρέας προσαρτῶσι , καὶ μεθιᾶσι θεῖν , καὶ
φησὶν αὐτὸν λέοντι θηρεύοντι ἐοικέναι , κατὰ δὲ τὴν μῆτιν ἀλώπεκι , ἥτις ἀνακλινομένη ὑπτία πρὸς τὸ ἑτοίμως ἀμύνεσθαι ,
4196998 αὐλητριδι
ταῖς χερσὶ μόνος τῶν ἄλλων καὶ συντερετίζειν καὶ ἐπιτιμᾶν τῇ αὐλητρίδι , τί οὕτω ταχὺ ἐπαύσατο : καὶ ἀποπτύσαι δὲ
Συβαριτῶν ἀναθήματα , στλεγγίδια χρυσᾶ τέσσαρα . τῇ Δεινιάδου δὲ αὐλητρίδι Βρομιάδι Φάυλλος καρχήσιον ἀργυροῦν Φωκαέων καὶ στέφανον χρυσοῦν κιττοῦ
4195924 Ἀσιανον
Προῦσαν τὴν πόλιν ἡ Ῥωμαίων δύναμις : ὑπὸ δὲ τὸν Ἀσιανὸν Ὄλυμπον διέκειτο αὕτη . Ἐκεῖθεν ὁ Τριάριος ἐπὶ Προυσιάδα
Προῦσαν τὴν πόλιν ἡ Ῥωμαίων δύναμις : ὑπὸ δὲ τὸν Ἀσιανὸν Ὄλυμπον διέκειτο αὕτη . Ἐκεῖθεν ὁ Τριάριος ἐπὶ Προυσιάδα
4194881 ληκυθῳ
δέ τις καὶ Σαννυρίωνα τοιοῦτον γενέσθαι , ὃς ἐν τῇ ληκύθῳ τὴν κλίμακα ἐζήτει . καὶ Κόροιβον δὲ καὶ Μελιτίδην
ὄλπῃ : σκιόψυκτα δὲ ὄντα καὶ ξηρὰ θρύπτε αὐτὰ ἐν ληκύθῳ καὶ οὕτως ἀλείφου , ὅτε χρεία καλέσει . *
4182320 ἐπιγραφομενῃ
. ὃ καὶ Γαληνὸς ποιεῖ ἐν τῇ παρ ' αὐτοῦ ἐπιγραφομένῃ Τέχνῃ μικρᾷ ὅλην πραγματείαν ἀποτελῶν συνισταμένην ἐκ τῆς τοῦ
' ἐν τῇ τετάρτῃ μὲν τῆς ἱστορίας Εὐρώπῃ δ ' ἐπιγραφομένῃ βίβλῳ , περιοδεύσας τὴν Εὐρώπην μέχρι Σκυθῶν ἐπὶ τέλει
4170504 ἀντιδοτῳ
δὲ δαμασωνίου ἠρύγγιον ἔμβαλε : χρῶ δὲ καὶ τῇ Ξενοφίλου ἀντιδότῳ τῇ προγεγραμμένῃ πρὸς λιθιῶντας ἐν τῷ ιϚʹ κεφαλαίῳ :
, καὶ τῇ Ἀνδρομάχου θηριακῇ προσῆκον ἔσται κεχρῆσθαί σε , ἀντιδότῳ λεπτυντικῷ καὶ διαφορητικῷ τελοῦντι φαρμάκῳ , καὶ τὰς ἐν
4155509 ἑψησει
ἑρπετὸν ἐκδιώξει . εἰ δέ τις σκορπίον αὐτὸν εἰς ἔλαιον ἑψήσει , καὶ τοῦ πληγέντος ὑπὸ σκορπίου ἀλείψει τὸν τόπον
ὑῶν προσφερέσθωσαν καὶ τῶν πετραίων ἰχθύων προσεπιβαλλομένου ὄξους ἐν τῇ ἑψήσει . τῶν δὲ ὀσπρίων προσφερέσθωσαν ἄλικα καὶ χῖδρον πάνυ
4138087 Ἀρχιβιου
. . : Πολύϊδος : οὕτως καὶ Ἀπολλώνιος ὁ τοῦ Ἀρχιβίου : καὶ ἔστι , φησί , πολυΐδμων , μάντις
μακρὸν χρόνον αὑτοῦ . κρεῖττον οὖν λέγει Ἀπολλώνιος ὁ τοῦ Ἀρχιβίου , ὅτι παρὰ τὸ λεῖον γέγονεν ἄλειον , καὶ
4133304 ταωνος
κλίνονται διὰ τοῦ ντ , οἷον Ποσειδῶνος καὶ Τυφῶνος καὶ ταῶνος . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ἰστέον δὲ ὅτι
τρυγόνα θαλασσίαν , καὶ ὑπὸ τὸν λίθον ἡ φωνὴ τοῦ ταῶνος ὥς ἐστι αιω . καὶ ῥίζιον τῆς βοτάνης ὑπόθες
4128941 Βατος
δὲ εἰπεῖν ὅτι ὡς ἄνθη με εἶχε . Νίταρος καὶ Βάτος ἄνδρες ἦσαν θηλυπρεπεῖς καὶ ὡραῖοι : παρῄκαζεν οὖν αὐτὴν
δὲ πεποιημένη ἡ λέξις , . , . , . Βάτος : ἡ ἄκανθα : εἴρηται δὲ κατὰ ἀντίφρασιν ,
4122305 Ἀγχιαλης
Ἀγχιάλη , πόλις Κιλικίας . . . Ἔστι δὲ κτίσμα Ἀγχιάλης τῆς Ἰαπετοῦ θυγατρὸς , ὡς Ἀθηνόδωρος περὶ τῆς αὑτοῦ
ἕλληνι τύπῳ . Αὐλαί , ἐπίνειον Κιλίκων μεταξὺ Ταρσοῦ καὶ Ἀγχιάλης . οἱ οἰκοῦντες Αὐλεῶται πρὸς τῶν ἐπιχωρίων ὀνομάζονται .
4116576 βλακικον
τῆς κατασκευῆς ἔλεγον τῇ γυναικὶ ὅτι πάνυ ἂν ἡμῶν εἴη βλακικόν , εἰ οἱ μὲν ἐν τοῖς πλοίοις καὶ μικροῖς
ὡς μηδὲ κύνα αὐτῷ χρῆσθαι . Πολιτείας δʹ : „ βλακικόν τε ἡμῶν τὸ πάθος „ . ὡς εἰ λέγοι
4111667 Δωδωνῃ
. κοινῶς δὲ περὶ πάντων τῶν Ἰώνων τρυφῆς Ἀντιφάνης ἐν Δωδώνῃ τάδε λέγει : πόθεν οἰκήτωρ , ἤ τις Ἰώνων
Ἐπαφρόδιτος ἐν τῇ πʹ τῆς Ἰλιάδος „ τιμᾷ τοὺς ἐν Δωδώνῃ ἔχοντας ἐπιφανὲς μαντεῖον ‚ τὸν δ ' ἐς Δωδώνην
4104361 Αἰολευς
διὰ τὸ Αἴολος , Αἰολία ἡ χώρα καὶ τὸ ἐθνικὸν Αἰολεύς . Ἡρωδιανὸς δέ φησιν , ὅτι τοῖς συνοικισταῖς συνεχῶς
, καὶ Αἰολήιος . δύναται δὲ τοῦτο καὶ ἀπὸ τοῦ Αἰολεύς εἶναι , ὅθεν καὶ τὸ Αἰόλειον , ὥστε γενικὸν
4103817 Σικανοις
ὑποπίνειν προσιόντας . Ἁλμώδεις δ ' ἅμα τῷ ὄξει ἐν Σικανοῖς τῆς Σικελίας : ἐν τῇ Καρχηδονίων δὲ ἐπικρατείᾳ κρήνη
- ιόντας , ἁλμώδεις δ ' ἅμα τῷ ὀξεῖ ἐν Σικανοῖς τῆς Σικελίας . ἐν τῇ Καρχηδονίων δὲ ἐπικρατείᾳ κρήνη
4097991 Ἡλιαιᾳ
καὶ οἱ δικασταὶ ἡλιασταί . ΓΘ δικασταί ] οἱ ἐν Ἡλιαίᾳ . κόπριος : κηπουρός , παρὰ τὴν κόπρον .
. ] ὀβολὸν ] φόλιν . ἡλιαστικόν ] ἐν τῇ Ἡλιαίᾳ διδόμενον , ⌈ ἐν τῇ ἑορτῇ τοῦ Ἡλίου ἢ
4091169 ὡρισμενῃ
ὁ ἕτερος ἠγγυήσατο ἀποθανεῖν , ἐὰν ἐκεῖνος μὴ ἐλθῇ τῇ ὡρισμένῃ ἡμέρᾳ : ὁ δὲ τὰ περὶ τὰ ἴδια διαταξάμενος
τοῦ καλάθου πρόοδον . ἔθος γὰρ ἦν ἐν Ἀθήναις ἐν ὡρισμένῃ ἡμέρᾳ ἐπὶ ὀχήματος φέρεσθαι κάλαθον εἰς τιμὴν τῆς Δήμητρος
4086242 ὀρτυγι
Γῆς , καὶ Φοίβης τῆς Κρόνου , ᾗ Ζεὺς ἐμίγη ὄρτυγι εἰκασθείς , ἔγκυος γενομένη ὤδινεν ἐπὶ τοῦ Ζωστῆρος τῆς
ἐκείνην ἀντιμισεῖν ὡς πολέμιον , πελεκᾶνα δὲ μὴ νοεῖν φίλα ὄρτυγι . καὶ ἀμοιβὴν τοῦ μίσους ἀκούω εἶναι . Ἀποκτίννυσι
4080278 ἱων
δριμοφαγίας δὲ πάσης καὶ πικροφαγίας ἀπέχεσθαι χρὴ καὶ † πὰν ἱῶν . ἐκ δὲ τῶν ἰχθύων παντοίων ἐσθίειν ἄνευ τῶν
] γὰρ [ Λατοΐδας ] δῶκ ' Εὐωνούμοι τριπόδων ἐσς ἱῶν [ χρεισμὼς ] ἐνέπειν , τὸν δ ' ἐς
4077199 κορωνῃ
ἐϋξέστῃς σανίδεσσιν , αὐτοῦ δ ' ὠκὺ βέλος καλῇ προσέκλινε κορώνῃ , ἂψ δ ' αὖτις κατ ' ἄρ '
Φοίνικα τὸν Κολοφώνιον ἰαμβοποιὸν μνημονεύοντά τινων ἀνδρῶν ὡς ἀγειρόντων τῇ κορώνῃ , καὶ λέγοντα ταῦτα : ἐσθλοί , κορώνῃ χεῖρα
4073830 ἐπιχωριος
Δράκων νήπιος νηπίῳ παιδί , τὸ γένος Ἀρκάδι , κἀκεῖνος ἐπιχώριος γίνεται σύντροφος . οὐκοῦν συνανιόντε τὴν ἡλικίαν ὁ παῖς
πόλις Ἀραβίας πλησίον τῆς Ἔγρας . ὁ οἰκήτωρ Ἰαθριππηνός : ἐπιχώριος γὰρ ὁ τύπος , ὡς Μηδαβηνός . Ἰαιτία ,
4071135 Τρωαδι
τῶν Τρωϊκῶν χρησμὸν ἔλαβον παρὰ τοῦ Πυθίου εἰς τὴν ἐν Τρωάδι Θρᾴκην μετοικῆσαι : ἀφ ' ὧν ἡ Σαμοθρᾴκη προσηγορεύθη
ἐπήρκεσαν Ἕλλησι : Μαχάων γέ τοι ψυχὴν κατέθετο ἐν τῇ Τρωάδι , ὅτε , ὡς οἱ ταῦτα γράφοντες λέγουσιν ,
4059066 βυρσῃ
' ἐστὶ πρώτη πασῶν ἀπὸ τῆς ἑσπέρας ἡ Ἰβηρία , βύρσῃ βοείᾳ παραπλησία , τῶν ὡς ἂν τραχηλιμαίων μερῶν ὑπερπιπτόντων
ἢ τῶν ἄλλων γνωρίμων τινὶ σχημάτων , οἷον τὴν Ἰβηρίαν βύρσῃ , τὴν Πελοπόννησον πλατάνου φύλλῳ : ὅσῳ δ '
4052148 ξενωθεις
τὴν σκηνὴν ἐθαύμαζε . Τρισὶν οὖν ἡμέραις ἐπ ' αὐτῷ ξενωθεὶς ὁ στρατοπεδάρχης ἐξῄει καὶ κατῄει ὡς ἐπὶ τὴν τοῦ
ἀγαθὰ καὶ ἐπαινέσαι τῇ ποιήσει παρακαλέσας , πρόσφατον καὶ νεωστὶ ξενωθεὶς τῇ Θήβῃ , ἤγουν ἐκ νέου πρὸς ἡμᾶς ἐπιδημήσας
4043357 προθυειν
ὁ δ ' Ἀπόλλων τῶν αὑτοῦ χρησμῳδιῶν ταύτην προὐστήσατο καὶ προθύειν ἐπέταξεν . Ἥφαιστος δὲ ὑπὸ μὲν τοῦ ἔρωτος ἀναγκάζεται
ἀκολουθῶν Μενάνδρῳ λέγοντι Μιλησίους , ὅταν θύωσι τῇ Ῥέᾳ , προθύειν Τιτίᾳ καὶ Κυλλήνῳ . . . , : Περὶ
4029804 χερρονησῳ
. Τράγιλος , πόλις μία τῶν ἐπὶ Θρᾴκης πρὸς τῇ χερρονήσῳ καὶ Μακεδονίᾳ . ἐκ ταύτης ἦν Ἀσκληπιάδης ὁ τὰ
ἀνάθημα Μιλτιάδου τοῦ Κίμωνος , ὃς τὴν ἀρχὴν ἔσχεν ἐν χερρονήσῳ τῇ Θρᾳκίᾳ πρῶτος τῆς οἰκίας ταύτης : καὶ ἐπίγραμμα
4027259 Τριτογενει
τότε εἰς Σαλαμῖνα . ἔστι δὲ ὁ χρησμός “ τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρυόπα Ζεύς . ” ΓΘ περὶ τούτου
καὶ κατόπιν ἔπραξε . καὶ τοῖς Ἀθηναίοις χρησμὸς ἐδόθη τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρύοπα Ζεύς : ἐδήλου γὰρ ὡς διὰ
4025921 στοᾳ
. Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς δι ' ἣν αἰτίαν ἐν τῇ στοᾷ ἐσθίει εἶπεν ὅτι ” καὶ τοὺς κυβερνήτας ὁρῶ καὶ
ἀλλὰ καὶ τοῖς περιπατοῦσί που , Λάχης , ἐν τῇ στοᾷ , καὶ τοῖς μένουσιν ἔνδον ἐν ταῖς οἰκίαις .
4025915 ξυλινον
ἀπέντας . Τοὺς ὦν δὴ τὰς νέας λέγοντας εἶναι τὸ ξύλινον τεῖχος ἔσφαλλε τὰ δύο τὰ τελευταῖα ῥηθέντα ὑπὸ τῆς
πρὸς τὴν Ἀττικὴν Ἀθηναίοις ἐδόθη χρησμὸς οὗτος : τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρύοπα Ζεὺς μοῦνον ἀπόρθητον τελέθειν , τὸ σὲ
4025809 Νυση
περὶ τῆς Νύσης ἱστορεῖ , λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης ,
μαρτυρῆσαι ἐν τοῖς ὕμνοις ἐν οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης
4019961 πηρᾳ
πείσειν αὐτὸς ἐπηγγέλλετο . Καὶ γενομένης ἡμέρας ἔχων ἐν τῇ πήρᾳ τὰ γνωρίσματα πρόσεισι τῷ Διονυσοφάνει καὶ τῇ Κλεαρίστῃ καθημένοις
τρίτῃ Διαδοχῶν Διόδωρον τὸν Ἀσπένδιον , καὶ πώγωνα καθεῖναι καὶ πήρᾳ καὶ βάκτρῳ χρῆσθαι . Τοῦτον μόνον ἐκ πάντων Σωκρατικῶν
4016769 ἀγυιευς
ὑπαιθρίας οὔσης . ἀγυιεῦ ] ἐν ταῖς ὁδοῖς ἱστάμενος . ἀγυιεὺς κίων εἰς . . . ἀμφοῖν . ἔστι δὲ
' ἀμερῶν μόχθων καὶ δανοτῆτος † ἀνηλόκισμαι λάμπει δ ' ἀγυιεὺς βωμὸς ἀτμίζων πυρὶ σμύρνης σταλαγμούς , βαρβάρους εὐοσμίας Πόσειδον
4013423 θεραπαινῃ
σύμβουλοι γενόμενοι . Τοῦτο τὸ γράμμα λαβοῦσα καὶ κατασημηναμένη δίδωσι θεραπαίνῃ τινὶ ἑαυτῆς βαρβάρῳ , εἰποῦσα Ἁβροκόμῃ κομίζειν : ὁ
ὁ Διόνυσος , καὶ μὴ συγχωρῶν αὐτὸν εἰσελθεῖν ἅμα τῇ θεραπαίνῃ τῆς Περσεφόνης . περιττὸν δὲ τὸ ἔχων . 〚
4007501 κωμῳδιᾳ
τραγικῆς ὀρχήσεως . ἔστι δὲ τοὔνομα καὶ ἐν τῇ ἀρχαίᾳ κωμῳδίᾳ , ὡς παρὰ Νικοφῶντι . Κοροπλάθος : Ἰσοκράτης ἐν
εἰρκτὴ δ ' ἡ λαιά . τὸ δὲ κλισίον ἐν κωμῳδίᾳ παράκειται παρὰ τὴν οἰκίαν , παραπετάσματι δηλούμενον . καὶ
3999308 Νικανδρος
γίνεσθαι περὶ τὰ ἀγάλματα . ἄκμηνοι : ἄφαγοι . καὶ Νίκανδρος : ἄκμηνοι σίτων . τὸ ἑξῆς : παρ '
ἐπισπᾶται , Ἐπικλῆς δὲ ἐκπιέζηται καὶ ἐκθλίβηται , ὡς καὶ Νίκανδρος ἐξηγεῖται . | ἀναλελάφθαι : ἀνειλῆφθαι . ἅλις :
3995570 Συναγωγῃ
. . . . : Ἀλέξανδρος δ ' ἐν τῇ Συναγωγῇ τῶν Περὶ Φρυγίας , κρούματα Ὄλυμπον ἔφη πρῶτον εἰς
τισι μὲν “ διαλυκώνισον ” : ἐν δὲ τῇ Ἀρτεμιδώρου Συναγωγῇ “ διαλακώνισον ” . αἰτία δὲ τοῦ λεξειδίου ἀσυνήθεια
3995241 αἰγι
οἷον τὸ κέρατα ἔχειν : τοῦτο γὰρ καὶ ἐλάφῳ καὶ αἰγὶ καὶ βοῒ καὶ προβάτῳ ὑπάρχει . δεῖ γὰρ καὶ
μάχεσθαι , τὰς δὲ Ἀμαζόνας , ἃς εἰκάζει χιμαίρᾳ ἤτοι αἰγὶ διὰ τὸ κρημνοβατεῖν αὐτὰς δίκην αἰγῶν καὶ ἐν κρημνοῖς
3990580 Ὀρη
. . . . Ϙβ γοʹ κα ∠ ʹ [ Ὄρη παράλια Ἀραβίας Εὐδαίμονος : Ἵππος ὄρος . . .
, ᾗ γραμμῇ παράκειται ἡ μετὰ τὴν Αἴγυπτον Αἰθιοπία . Ὄρη δὲ ἐν τῇ ἐπαρχίᾳ κατονομάζεται , τά τε Βάσκισα
3988089 ὀρειχαλκου
ἃ δὲ ἤκουσα ἐπὶ τῇ καρδίᾳ γεγράφθαι τῇ πεποιημένῃ τοῦ ὀρειχάλκου , οὐδὲ ταῦτα ὄντα Φιλάμμωνος Ἀρριφῶν εὗρε , τὸ
δὲ παρὰ Πλάτωνι ἐν τοῖς Σοφισταῖς : τὸ γὰρ τοῦ ὀρειχάλκου μέταλλον οὐδέπω καὶ νῦν εἰς πίστιν ἥκει βεβαίαν .
3979808 Ἀτθιδος
, ὡς Ἰάσων . τὸ ἐθνικὸν Τήλιος . Ἀνδροτίων ἕκτῳ Ἀτθίδος . Τημένιον , χωρίον Μεσσήνης , ἐν ᾧ τέθαπται
. . : Κάπαι , πόλις Ἑλλησποντία . Ἀνδροτίων γʹ Ἀτθίδος . . . : Πάνακτον , φρούριον Ἀττικῆς ,
3977340 Δηλιακων
Καταλέγει δὲ τούτους καὶ Ἀντίμαχος . Φανόδικος δὲ ἐν αʹ Δηλιακῶν ἐξ Ὑπερβορέων φησὶν αὐτοὺς ἐλθεῖν ἐπὶ τὸν πλοῦν .
αʹ . Ψαμμητίχην δὲ κεκλῆσθαί φησιν ὁ Σῆμος ἐν αʹ Δηλιακῶν διὰ τὸ τοῖς ψαμμήτοις τιμᾶσθαι τὴν θεόν : ψάμμητα
3971314 Σιφνιον
τε Χῖον καὶ τὸ Σύριον καὶ τὸ Κύθνιον καὶ τὸ Σίφνιον καὶ πολλαχόθεν ἄλλοθεν τῶν Κυκλάδων νήσων καὶ Σικελὸν τὸ
ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον Μερόπη . τὸ ἐθνικὸν Σίφνιος . καὶ Σίφνιον ποτήριον καὶ σιφνιάζειν . Σιωνία , πόλις Ποντική .
3970337 κωμικος
τῶν παρασίτων ὃν Μένανδρος πτερνοκοπίδα καλεῖ . Μάχων τε ὁ κωμικὸς μέμνηται Κορύδου λέγων : τὸν Κόρυδον ἠρώτησεν Εὐκράτης πῶς
δούλους , διὰ πολέμου δ ' ἡλωκότας , Θεόπομπος ὁ κωμικὸς ἀποχρησάμενος τῇ φωνῇ φησι : δεσπότου πενέστου ῥυσὰ βουλευτήρια
3969807 βομβουν
αἱ Σαπφοῦς χρυσαστράγαλοι . βομβυλιὸς δὲ τὸ στενὸν ἔκπωμα καὶ βομβοῦν ἐν τῇ πόσει , ὡς Ἀντισθένης ἐν Προτρεπτικῷ .
κώνωπος , Ὁρᾷς , ἔφη , τοῦτο τὸ βραχὺ τὸ βομβοῦν ; ἢν εἰσδύῃ μου τῇ τῆς ἀκοῆς ὁδῷ ,
3953395 ἐφιλοσοφησεν
Ἔδοξέ τις ἐκ τῆς κεφαλῆς ἐκ αὐτοῦ ἐλαίαν πεφυκέναι . ἐφιλοσόφησεν εὐτόνως καὶ τοῖς λόγοις καὶ τῇ ἀσκήσει χρησά -
εἶπε τὸν ποιητὴν πεποιηκέναι , ὥσπερ λέγομεν τὸν φιλόσοφον ὅτι ἐφιλοσόφησεν ʃ ἰστέον ὅτι ἀπὸ Ἡροδότου τοῦτο ὠφέληται χιλίων καὶ
3952411 Ἀσκληπιαδης
Ἡσίοδος ἐν τῇ Θεογονίᾳ ἀθάνατον αὐτήν φησιν : ὡς δὲ Ἀσκληπιάδης , ὅτι οὐδὲν τῶν ῥηθέντων ὑπ ' αὐτῆς ἀτελὲς
, καὶ καθόλου ξηραντικῆς ἐστι δυνάμεως : τούτους τοὺς ἐπαίνους Ἀσκληπιάδης περὶ αὐτῆς γράφει . Ἁρμόζουσα πρὸς τὰ ἔναιμα τραύματα
3949905 Οἰα
δ ' ἐστὶ τοῦτο ἑταίρας : τὸ γὰρ κύριον ἦν Οἴα , ὡς Ἀριστοφάνης εἴρηκεν ἐν τῷ περὶ Ἑταιρῶν ,
ἄρχονται , βαρύνεται : ποία Τροία κοία . οὕτω καὶ Οἴα . τὸ μέντοι χροιά στοιά ὀξύνεται . Τὰ εἰς

Back