τ ' ἄγρας ἰὼν ἵπποις τε χαίρων τόξα τ ' ἐντείνων χεροῖν , πόλει παρασχεῖν σῶμα χρήσιμον θέλων . ὁ
ὀνομάτων τίθησιν , ἁρμόττει δὲ αὐτὰ περιέργως , τὴν εὐφωνίαν ἐντείνων μουσικήν , σχηματίζει τε φορτικῶς καὶ τὰ πολλὰ γίνεται
6767208 ἀντομενος
ἀποδεχόμενος , ἄθρησον καὶ ἐπίσκεψαι , εἰ ἄριστόν ἐστιν , ἀντόμενος καὶ συναντώμενος , ἤγουν ἐντείνων τὰς τῆς μουσικῆς χορδάς
ἀποδεχόμενος , ἄθρησον καὶ ἐπίσκεψαι , εἰ ἄριστόν ἐστιν , ἀντόμενος καὶ συναντώμενος , ἤτοι ἐντείνων τὰς τῆς μουσικῆς χορδάς
5833076 ὀφρυς
, τὴν κόμην δὲ ἐν χρῷ εἶναι , τὰς δὲ ὀφρῦς ἐλευθέρας τε καὶ ὀρθὰς καὶ ξυμβαλλούσας πρὸς τὴν ῥῖνα
οὐχ οἷοί τέ εἰσι τὰ βλέφαρα ἔχειν ὀρθὰ οὐδὲ τὰς ὀφρῦς ἀκλινεῖς , ἀλλὰ τρόμος αὐτοῖς ἔνεστι καὶ ἅμα τὸ
5606089 ἡνιας
καθάπερ ἔποχον ἐν ὀχήματι ἀστέρα ἐν οἰκείῳ κύκλῳ θεὶς τὰς ἡνίας ἐπίστευσε τῶν ἐπόχων οὐδενί , πλημμελῆ δείσας ἐπιστασίαν ,
ἐπὶ τῶν ἁρμάτων οἱ κυκλίσκοι , δι ' ὧν τὰς ἡνίας διεκβάλλουσιν : καὶ δύναιτο ἄν τις τοὺς τρεῖς μῦς
5593529 ἀθρησον
αἰρόμενος πόνους Δίωι παιδὶ συναντλεῖ ; καὶ μὰν τόνδ ' ἄθρησον πτεροῦντος ἔφεδρον ἵππου : τὰν πῦρ πνέουσαν ἐναίρει τρισώματον
χωρεῖν , συνῳδὰ τοῖς λόγοις μου πράττειν : δεῦρ ' ἄθρησον : δεῦρο εἰς ἐμὲ βλέψον , ἵνα κἂν διὰ
5569308 χορδας
Καλλιόπης υἱὸς ὤν , μιᾶς τῶν Μουσῶν , ἐποίησε τὰς χορδὰς ἐννέα ἀπὸ τοῦ τῶν Μουσῶν ἀριθμοῦ καὶ προήγαγεν ἐπὶ
ἐκ τῆς χελώνης καὶ τῶν Ἀπόλλωνος βοῶν : ἔσχε δὲ χορδὰς ἑπτὰ ἢ ἀπὸ τῶν ζʹ πλανητῶν ἢ τῶν Ἀτλαντίδων
5490507 κομας
κομήτης πέφυκεν στρογγυλώδης ὡς Μήνη , ἔχων ἀκτῖνας ἄνωθεν ὡς κόμας ἐν τῇ κάρᾳ πυρώδεις αἱματοειδεῖς καὶ γνώριμος ὑπάρχει :
μέλανας ἐξήψω χροὸς λευκῶν ἀμείψας ' ἔκ τε κρατὸς εὐγενοῦς κόμας σίδηρον ἐμβαλοῦς ' ἀπέθρισας χλωροῖς τε τέγγεις δάκρυσι σὴν
5487900 Ἐρινυας
ἐπεὶ χαλεπαί τε καὶ αἰναί : ἐν πέμπτῃ γάρ φασιν Ἐρινύας ἀμφιπολεύειν Ὅρκον γεινόμενον , τὸν Ἔρις τέκε πῆμ '
μαντείου . ἰδοῦσα γὰρ Ὀρέστην ἐπὶ τοῦ βωμοῦ καὶ τὰς Ἐρινύας κοιμωμένας ἔξεισι τεταραγμένη τετραποδηδὸν ἐκ τοῦ νεώ . ὁρῷ
5305086 καταξον
ἐλαίου πολλοῦ καταντλήσας , εἶτα διατείνας ἰσχυρῶς , πρῶτον μὲν κάταξον ὡς ἐξ ἀρχῆς ἦν κατεαγός , ἐφεξῆς δὲ τῷ
μιμαίκυλ ' ἐφύετο πολλά Ἄγε νυν τὰς ἀμυγδαλᾶς λαβὼν τασδὶ κάταξον τῇ κεφαλῇ σαυτοῦ λίθῳ . Ἐν δὲ Κλεωναῖς ὀξίδες
5293227 συμπεριφορας
. διαίτῃ μὲν γὰρ ἐχρῆτο λιτῇ , λουτρῶν δὲ καὶ συμπεριφορᾶς τρυφὴν ἐχούσης ἀπείχετο . καὶ τὴν μὲν τροφὴν καθήμενος
ἀρετὴ πέλει . ” ἡμεῖς δὲ συμπεριφορητή , ἀπὸ τῆς συμπεριφορᾶς καὶ ὁμοψυχίας , ὡς καὶ παρ ' Εὐριπίδῃ “
5287543 γεροντιον
ἱστορίαν ὅτι πρῶτοί τε καὶ αὐτόχθονες οἱ Ἀθηναῖοι . ΓΘ γερόντιον : αἰνίττεται ὅτι πρωτογόνοι οἱ Ἀθηναῖοι . ὑπόκωφον δὲ
καὶ φονεύειν γύναια μεμηνότα καὶ θηλυμίτρην ἄρχοντα καὶ μεθύον σμικρὸν γερόντιον καὶ ἡμίτραγον στρατιώτην ἄλλον καὶ γυμνήτας ὀρχηστάς , πάντας
5272635 ἀκοας
μηδενὶ προσῆν ἄλλῳ , ὡς μόνος ἔχειν εὐκαιρούσας καὶ σχολαζούσας ἀκοὰς αὐτοκράτορος τῶν ἔξω διαφειμένας θορύβων εἰς ἀκρόασιν ὧν μάλιστα
. ἐλθούσης δὲ αὐτῆς ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ ὠσφραίνετο τὰς ἀκοὰς αὐτοῦ καὶ τὰς ῥῖνας . ὁ δὲ τὰς ἀναπνοὰς
5268705 Αἰολιδεσσι
τὴν πυρὰν τῆς πυρρίχης τὸ ὄνομα θέσθαι . . ἐν Αἰολίδεσσι : ἐπεὶ οἱ Αἰολεῖς κιθαρῳδοί : τὸ δὲ μέλος
οἱ Φοίνικες τὰ σφῶν αὐτῶν πράγματα . Τὸ δὲ ἐν Αἰολίδεσσι καὶ Θηβαϊκαῖς Καστόρειον μέλος , τὴν χάριν καὶ ἀρετὴν
5250278 ὑφαινειν
ὅμοιον ὡς κἂν εἴ τις λέγοι τὴν ψυχὴν κινεῖσθαι τῷ ὑφαίνειν ἢ οἰκοδομεῖν : βέλτιον γὰρ ἴσως μὴ λέγειν τὴν
ποθέω πολυήρατον ? [ εἶδος ] ? ? ? [ ὑφαίνειν ] [ , ] χάρματι λαμπετόοντ ' ἀμαρύγματα [
5246130 φαιδρον
κύκλον , ὡς ἀκάμας ἐν αὐτῷ καὶ τὸ τῆς πανσελήνου φαιδρόν . ἀλλά μοι δοκεῖς περὶ τῶν καθ ' ἕκαστον
τῆς ἑορτῆς τὸ σεμνὸν βουλομένου , τοῦ δὲ λαμπροῦ καὶ φαιδρόν τι προσαπαιτοῦντος . Ἔστι τοίνυν τῆς αὐτῆς εὐσεβείας τεμένη
5183296 βλεμμα
τὸ ἦθος καὶ τὴν διάθεσιν , ἡ φωνή , τὸ βλέμμα , τὸ σχῆμα , καὶ δὴ καὶ ταῦτα τὰ
ὧδε τὸν θάνατον τὸν κεκλημένον τὸ ἀναίσχυντον πρόσωπον καὶ ἀνέλεον βλέμμα . καὶ ἀπελθὼν Μιχαὴλ ὁ ἀσώματος εἶπεν τῷ θανάτῳ
5183123 παρειας
φάο μηδ ' ἐπίκευθε , χρῶτ ' ἀπονιψαμένη καὶ ἐπιχρίσασα παρειάς , μηδ ' οὕτω δακρύοισι πεφυρμένη ἀμφὶ πρόσωπα ἔρχευ
: Μέγας . . οἱ γὰρ συρίζοντες ὄφεις μεγάλας ἔχουσι παρειάς . Θ . εἶδος ὄφεως ἀπὸ τοῦ ἐπαίρειν .
5153938 ἐπανθει
καὶ γραφέων καὶ ποιητῶν παῖδες ἐργάσονται . ὃ δὲ πᾶσιν ἐπανθεῖ τούτοις , ἡ χάρις , μᾶλλον δὲ πᾶσαι ἅμα
, ὥϲπερ τῶν ληθαργικῶν , ποτὲ δὲ καὶ ἔρευθοϲ αὐτοῖϲ ἐπανθεῖ , τό τε ἄνω βλέφαρον αὐτῶν ἀναϲπᾶϲθαι δοκεῖ καὶ
5142589 πλεκτανας
, πολύπους μὲν οὔκ ἐστιν , ἐμφερὴς δὲ κατὰ τὰς πλεκτάνας . ἔχει δὲ τὸ νῶτον ὀστρακόδερμον . ἀναφέρει δὲ
τευθίδες ναίουσιν ἅμα καὶ συνεπόμεναι , τὰ στόματα καὶ τὰς πλεκτάνας ἐφαρμόττουσαι καταντικρὺ ἀλλήλαις . ἐφαρμόττουσι δὲ καὶ τὸν μυκτῆρα
5139849 βαδισμα
τοῦδε γὰρ καὶ τούτου τοῦ ἀνδρὸς τὸ δράμημα καὶ τὸ βάδισμα Περσικὸν φαίνεται καὶ φέρει ἡμῖν , ὥστε ἀκούειν ,
ἀμφὶ τῷ αὐχένι τοῦ πόντου ζυγὸν βαλὼν πολύγομφον ὅδισμα καὶ βάδισμα , τῶν τῆς θαλάσσης δηλονότι νώτων ἄνωθεν . ἐγεφύρωσε
5128736 ἠρρενωμενον
τὰ ἐκφανέστατα διαστήματα δύο ταῦτα τυγχάνει τό τε τῆς ἡμέρας ἠρρενωμένον μᾶλλον , διὰ τὸ ἐν αὐτῇ θερμὸν καὶ δραστικόν
, τὸν διὰ τοῦ ε θῆλυν ἀφίησι φθόγγον ἐπὶ μικρὸν ἠρρενωμένον : καὶ γὰρ αὕτη πλεῖστον μὲν θηλύτητος ἐν τῷ
5126334 μεμιχθω
πρὸς τοὺς ἄρχοντας τοὺς προγεγενημένους . Ἐν ἅπασι δὲ τούτοις μεμίχθω ἡ προτροπὴ καὶ παράκλησις πρὸς εὔνοιαν τῆς πόλεως :
ἀρτεμιϲίᾳ ϲυνεψομένη καλαμίνθη καὶ κόνυζα καὶ νίτρον : ὕδωρ δὲ μεμίχθω ὀλίγον , καὶ αὐτὸ δὲ ἐν τῇ ἑψήϲει ἀναλιϲκέϲθω
5125241 αἰροντα
: κλωνία δύο ἢ τρία ἀπὸ γῆς . . . αἴροντα τὰ φύλλα , πηγάνῳ ἐοικότα , ἐπιμηκέστερα , χλωρά
τὸν ταπεινὸν μέγα φρονεῖν ποιεῖς μόνος , τὸν τὰς ὀφρῦς αἴροντα συμπείθεις γελᾶν , τόν τ ' ἀσθενῆ τολμᾶν τι
5096758 πυγας
λάσιον καὶ σκέλη διχαλὰ καὶ τραγικὰ καὶ οὐρὰν ὑπὲρ τὰς πυγάς ; Ὅσα ἂν ἀποσκώψῃς με , τὸν σεαυτοῦ υἱόν
ἔδει δ ' ἅλλεσθαι καὶ ψαύειν τοῖς ποσὶ πρὸς τὰς πυγάς , καὶ ἠριθμεῖτο τὰ πηδήματα , ὅθεν καὶ ἐπὶ
5082609 ἱκετειας
γούναθ ' ἱκάνομαι . ἢ ἅπτομαι τῶν τῶν γονάτων μετὰ ἱκετείας . . , Χ ὅτι τὸ ἵκωμαι ἀντὶ ἱκετεύσω
τῶν πολεμίων εἰς γόνατα συγκαμφθεὶς ἔδοξεν τοῦτ ' Ἀλεξάνδρῳ τῆς ἱκετείας ἕνεκα πρᾶξαι . προσέμενος δ ' ἐγγὺς μικρὸν ἐκνεύει
5058466 πεφυκυιας
κέκληκεν ὁ ῥήτωρ τὰς κύκλωι περὶ τὸ χωρίον ἐν στοίχωι πεφυκυίας . . . . πομπείας καὶ πομπεύειν : .
τὴν βοήθειαν τῆς ῥᾳδίως πρὸς τὴν ὑγεῖαν [ νάρδους ] πεφυκυίας κελεύειν νάρδου τοῖς ῥιζίοις σταθμῷ , φέρει δὲ ταῦτα
5057877 ἐμβαδας
οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ σκότῳ καὶ θοἰμάτιον . ὅτε
πλήρης , ὥστε καὶ μόλις πάνυ ὑπεδησάμην ἅπαντα δρῶν τὰς ἐμβάδας . Σώφιλος δ ' ἐν Φυλάρχῳ : γαστρισμὸς ἔσται
5033000 ἐνεργαζεται
θάτερον οὐδὲ ταὐτόν , δῆλον : καὶ ὅτι οὐ ποιότητα ἐνεργάζεται ἡ κίνησις αὕτη , ἴσως μὲν φανερόν , λεχθὲν
, ἐν τῇ ἀριστερᾷ χειρὶ ἔχει δύναμιν ὑπνοποιόν , καὶ ἐνεργάζεται κάρον μόνον προσθιγοῦσα . πάρεισι γοῦν ἐς τὰ αὔλια
5030704 ὁπλας
θηρίων ἤθη μετέστησαν καὶ κειμέναις ἐμπεσοῦσαι ταῖς Ἀμαζόσι τάς τε ὁπλὰς ἐνήρειδον καὶ τὰς χαίτας ἔφριττον καὶ τὰ ὦτα ἐπ
τὸν ὄναγρον διαμίλλαις παντοῖός ἐστι προσέχων τοῖς λακτίσμασι καὶ τὰς ὁπλὰς φεύγειν σπεύδων . ὅ γε μὴν ἰχνεύμων τὸν πρὸς
5026418 ἠπησασθαι
. Οὐδ ' ἀργύρι ' ἐστὶ κατακεκερματισμένα . Καὶ κόσκινον ἠπήσασθαι . Ὅτε τὰς ὀὰς * * ἴσας ἐποιήσατο ,
πρὸς ναυτοδίκας ξένον ἐξαίφνης ὦ παρανοία καὶ ἀναιδεία καὶ κόσκινον ἠπήσασθαι ὅτε τὰς ὀὰς ἴσας ἐποιήσατο . ἄγγη μυρηρά ὡρικὸν
5024889 βδελλας
κροκόδειλος καὶ ἀτρεμεῖ : καὶ ὁ μὲν ἔχει δεῖπνον τὰς βδέλλας , ὁ δὲ ὀνίναται , καὶ τὸ μηδὲν ἀδικῆσαι
καὶ φαντασίαν ἐκμυζήσεως παρεχούσας , ὅπερ καὶ σημεῖόν ἐστι τοῦ βδέλλας καταπεπῶσθαι , ἀποβάλλει ἅλμη καταρροφουμένη . ἀναγαργαριζέσθωσαν δὲ νίτρῳ
5023972 γοργον
ἄλλοις ταχύτητα καὶ ἐπιτηδειότητα . ποδῶκες ὄμμα ] ταχύτατον , γοργόν , σύντομον εἰς τὸ ὁρᾶν τῇδε καὶ ἐκεῖσε .
ἔστιν οὐδεμία , ἥτις καθ ' ἑαυτὴν ποιεῖ τὸν λόγον γοργόν , πλὴν εἰ τὴν ὀξύτητά τε καὶ δριμύτητα ὡς
5022590 χαριεν
Βατίς τε καὶ σμύραινα πρόσεστι . Νάρκη γὰρ ἑφθὴ βρῶμα χάριεν γίγνεται . Σὲ μέν , ὦ μοχθηρέ , παλινδορίαν
δεδοξασμένων ἀντιπαραβάλλοντα ἐκείνων τὰ ἔργα πρὸς τὰ τῶν ἐγκωμιαζομένων . χάριεν δέ ἐστιν ἐνίοτε ἀπὸ τῶν ὀνομάτων καὶ τῆς ὁμωνυμίας
4987931 ἐποντα
ὑπερβαλλόντως . ἐξόχως μεθέστηκεν ] μεταβέβληται : μετηλλάγη . μεταβέβληται ἐπόντα ] ὑπερέχοντα ὑπειπούσης ] ἠρέμα εἰπούσης τί . .
ἀνθρώπου ὑπὸ τῶν φαρμάκων : ἐὰν δὲ βιαίως , τὰ ἐπόντα τραύματα , τὸν τρόπον τῆς ἀναιρέσεως . τοῦτον τὸν
4986728 θρασυ
θρασὺ ποιεῖν κοινὴν ὑμῖν πέμπων ἐπιστολήν , εἰ μὴ κἀκεῖνο θρασὺ τὸ πάντας ὑμᾶς φιλεῖν . εἰ δ ' ἥκιστα
ἔτι δὲ καὶ γοργὸν ὄμμα ἔχων . . ὠμὸν ] θρασὺ , φονικόν . . παρθένων ἐπώνυμον ] τουτέστι χαῦνον
4984456 λαυρας
, λογίσεται Ἕλληνες . λευκόχρως Ἀττικοί , λευκόχρους Ἕλληνες . λαύρας καὶ τὰς ἀμάρας Ἀριστοφάνης . λαῦραι δὲ καὶ τὰ
καὶ ἁμαξηλάτους καὶ ἱππηλάτους , τὰς δὲ στενὰς στενωποὺς καὶ λαύρας , Ὁμήρου εἰπόντος ἔκτοσθεν δ ' ἐυσταθέος μεγάροιο ἦν
4981273 λαβας
τοὺς ὤμους τελαμῶσι καρτεροῖς ἁρμοσάμενος καὶ πρὸς ἄκροις τοῖς ὠκυπτέροις λαβάς τινας ταῖς χερσὶ παρασκευάσας ἐπειρώμην ἐμαυτοῦ τὸ πρῶτον ἀναπηδῶν
ἀληθινῆς λέξεως ἰσχυρὰς τὰς ἁφὰς προσεῖναι δεῖ καὶ ἀφύκτους τὰς λαβάς . παθαίνειν τε οὐ δύναται τοὺς ἀκροωμένους , ὁπόσα
4980819 τρεφομενας
προσόντα ἀφαιρεῖται . κολοιὸς ἔν τινι περιστερεῶνι περιστερὰς ἰδὼν καλῶς τρεφομένας λευκάνας ἑαυτὸν ἦλθεν ὡς καὶ αὐτὸς τῆς αὐτῆς διαίτης
τῶν παίδων τἀδελφῷ πειθόμενον ὄνομα Φαυστίνῳ τὰς περὶ τὸν Αὐεντῖνον τρεφομένας τοῦ Νεμέτορος ἀγέλας ἐπιτροπεύοντι : τήν τε τιθηνησαμένην τὰ
4977856 ὑποδεισθαι
εὔμαρις εἶδος ὑποδήματος σανδαλώδους : πεποίηται δὲ ἀπὸ τοῦ εὐμαρῶς ὑποδεῖσθαι . προπαροξύνεται ἐν τῇ καθόλου [ . , ]
. ποσὶ δ ' ἂν προσήκοι καὶ τὸ ὑπόδημα , ὑποδεῖσθαι , ὑποδούμενος , ἀνυπόδητος , ἀνυποδησία , καὶ βάσιν
4976995 ψυκτηριῳ
ἢ ἄλλῳ τινὶ τοιούτῳ : καὶ ἐπὴν μὴ λύσῃς τῷ ψυκτηρίῳ , θερμαντηρίοισι χρῶ ἑξῆς : ἐπὴν δὲ μὴ παύηται
Τὰς δὲ πυρώσιας ποτοῖσι καὶ ῥοφήμασιν , ὥστε τὸν πυρετὸν ψυκτηρίῳ φαρμάκῳ ἐκλύειν , καμμάρῳ ἢ ἄλλῳ τινὶ τοιούτῳ :
4970506 εὐρυθμως
τοῦ βίου κίνησιν : ἀντίστροφος δὲ διὰ τὸ ἀναστρέφοντας αὐτοὺς εὐρύθμως κινεῖσθαι , ἄχρις ἂν ἔλθωσιν ἐπ ' ἐκεῖνον τὸν
δὲ καὶ ἑνοῦσθαι δίκην λίθων καλῶς ἐξεσμένων πρὸς τὸ ἀλλήλοις εὐρύθμως συνάπτεσθαι δίχα τῶν ἔξωθεν δεσμῶν , τὰς δὲ συνθέσεις
4954401 ῥυτιδας
. . τὰ ῥάκη : τὰς ῥυτίδας . . τὰς ῥυτίδας τὰς ἐπιδιπλώσας τοῦ δέρματος . Θ . ἤγουν τὰς
κατάδηλα : Τὰ φανερά . . τὰ ῥάκη : τὰς ῥυτίδας . . τὰς ῥυτίδας τὰς ἐπιδιπλώσας τοῦ δέρματος .
4951171 γναθους
ρ ἀναπρήσω : οἱ γὰρ κακοῖς τισι συνεχόμενοι πνεύματος τὰς γνάθους πληροῦντες τὰς ἐκφυσήσεις ἀποτελοῦσι . . . . ἀναπνεύσωσιν
νέους κλῶνας ἐπιβάλλειν πάντ ' ἀπόλλυσι . Τάς γε μὴν γνάθους τῶν Ἀττικῶν συνήθως λεγόντων , αὐτὸς παρειὰς προσωνόμασεν ἐν
4949529 ἀξῃ
ταχέως μὴ ] † ἵνα μή ἠλιθιώσῃ ] εἰς ἀναισθησίαν ἄξῃ μύκημ ' ] κτύπος ἀτέραμνον ] σκληρὸν καὶ σφοδρόν
: ἔλαττον γὰρ τὸ ληφθὲν τοῦ προσδοκωμένου . Ὁπόταν δὲ ἄξῃ ψυχὴ ἐπὶ πρᾶγμα ἑστὸς καὶ ὡμολογημένον καὶ πεπερασμένον καὶ
4948853 ῥυποωντα
δέ μιν ῥάκος ἄλλο κακὸν βάλεν ἠδὲ χιτῶνα , ῥωγαλέα ῥυπόωντα , κακῷ μεμορυγμένα καπνῷ : ἀμφὶ δέ μιν μέγα
ἐπηετανοί , πολὺ δ ' ὕδωρ καλὸν ὑπεκπρόρεεν μάλα περ ῥυπόωντα καθῆραι , ἔνθ ' αἵ γ ' ἡμιόνους μὲν
4943445 ὁρασεις
, τὴν φωνὴν δι ' ὧν καταδέχονται , τὰς δὲ ὁράσεις Ἡλιάδας κούρας κέκληκε , δώματα μὲν Νυκτὸς ἀπολιπούσας διὰ
. τοῦ δ ' αὖ νοῦ αἱ νοήσεις ἐνέργειαι , ὁράσεις οὖσαι νοητῶν , ὡς τοῦ ὁρατικοῦ ἐνέργεια ὁρᾶν τὰ
4923549 Νεφελας
πέρυσιν καταπροὔδοτε : ⌈ ὅτι Γ πέρυσι διδάξας τὰς πρώτας Νεφέλας ἡττήθη . Γ περιττὴ δὲ ἡ κατά . Γ
οὖς διαλέγεσθαι : ἐπὶ τοῦ ἀναισθήτου καὶ μὴ ἐπαΐοντος . Νεφέλας ξαίνειν : ἐπὶ ματαίου καὶ ἀδυνάτου . Νοῶ τὸν
4901850 εὐμορφοτερα
ἡ Χλόη καὶ ἀναπλεξαμένη τὴν κόμην καὶ ἀπολούσασα τὸ πρόσωπον εὐμορφοτέρα τοσοῦτον ἐφάνη πᾶσιν , ὥστε καὶ Δάφνις αὐτὴν μόλις
τελευταίαν ἐπήγαγονκαλεῖται δὲ Αἰολικόν , ὅτι Σαπφὼ πολλῷ αὐτῷ ἐχρήσατοοἷον εὐμορφοτέρα Μνασιδίκα τᾶς ἁπαλᾶς Γυρίννως : ἀσαροτέρας οὐδαμά πὤρανα σέθεν
4894443 ἀλοιμος
Αἰγυπτίῳ Ἡρακλεῖ , οἱ δὲ ἐπὶ τῷ τῆς Ἀλκμήνης . ἀλοιμός : τὸ τῶν τοίχων χρῖσμα . ἀλοιφεῖον : ᾧ
ἐν αὐτῷ : ὡς οὖν λείπω λοιμός , οὕτως ἀλείφω ἀλοιμός . . . . ἀλοιτός : ὁ ἁμαρτωλός :
4890764 ἁρμοζον
αἰτίαν . κόθορνος ὑπόδημά ἐστιν ἁρμόζον γυναιξὶ καὶ ἀνδράσιν ἢ ἁρμόζον κατὰ δεξιοῦ καὶ ἀριστεροῦ ποδός : εἴτ ' οὖν
σκέπαρνος , σιμὸς , ὀφθαλμὸς καὶ ῥόμβος καὶ ἡμίτομον . ἁρμόζον τὸ εἶδος τῷ εἴδει καὶ τῷ πάθει τῶν ἐπιδεομένων
4879360 ψυλλας
γῆν , χερσαῖαι γίνονται . ὅτι ἡ χελώνη ἐσθίει τὰς ψύλλας . ὅτι ἐάν τις ῥίψῃ αὐτὴν εἰς νῶτα ,
μικροῖς ἔτι οὖσι τούτοις παραπήξῃς . τάς τε γὰρ οὔσας ψύλλας φθείρει , καὶ ἄλλας οὐκ ἐᾷ γενέσθαι . Ἐὰν
4860266 τριχας
πολὺ ἔχει τοῦ ἄρρενος κεφαλὴν μικροτέραν , σῶμα ἔλαττον , τρίχας μαλακωτέρας μελαντέρας , πρόσωπον στενώτερον , ὀφθαλμοὺς στίλβοντας καὶ
τοῦ Νίσου λέγεται θυγατέρα ἐρασθῆναι Μίνω καὶ ὡς ἀπέκειρε τὰς τρίχας τοῦ πατρός . ταῦτα μὲν οὕτω γενέσθαι λέγουσι :
4850017 λαπαρας
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι
τὴν γαστέρα τοῦ πληρώματος , ἐπὶ τὴν ἀριστερὰν πλευράν , λαπαρᾶς δὲ γενομένης μεταβάλλειν καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν : κατακεκλίσθαι
4849257 ὀμφακας
μᾶζα καὶ παροψίδες . Καὶ τὰς ὀφρῦς σχάσασθε καὶ τὰς ὄμφακας . Τὸν μαινόμενον , τὸν Κρῆτα , τὸν μόγις
παροιμία . Μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν Σικελῶν , τὰς ἀβρώτους ὄμφακας κλεπτόντων . Μέμνηται ταύτης Ἐπίχαρμος . Σαρδόνιος γέλως :
4848709 θεινε
. : κίρκωσον ] Ἀντὶ τοῦ κρίκωσον . ἐρρωμένως νῦν θεῖνε : Τοῦ Ἡφαίστου εἰπόντος ὅτι καλῶς ἤδη πέπρακται τὸ
] ἰσχυροτάτῃ δυνάμει . . ῥαιστῆρι ] ἐν σφύρᾳ . θεῖνε ] τύπτε . πασσάλευε ] προσήλου . . προσκάρφου
4839398 ἀγγελιας
ἕνεκα τῆς , ἢ τῆς ἀγγελίας , ἰωνικῶς : τὸ ἀγγελίας διπλῶς νοεῖται , ἢ ἕνεκα τῆς ἀγγελίας , καὶ
ὑπὸ τοῦ ποταμοῦ πρὸς θάλατταν φέρεσθαι . πρὸς τοίνυν τὰς ἀγγελίας ποτὲ μὲν πλήττομαι , ποτὲ δὲ τοῖς παθοῦσιν ἐγκαλῶ
4838742 μυιᾳ
τὴν φύσιν ἑκάστου ἀφορῶν , ὅθεν τὴν μὲν ἰταμότητα ἀπείκασε μυίᾳ καί οἱ μυίης θάρσος ἐνὶ στήθεσσιν ἔθηκε καὶ τὴν
προειρημένων ἑκάστου μοῖραν ἰδίαν . ἔοικεν οὖν τὸ μὲν θράσος μυίᾳ , τὸ δὲ μέγεθος εἴποις ἂν ἀνθηδόνα , σφηκὸς
4829212 σιαγονας
, καὶ μηδὲν ἀκούειν , ἀμαυροῦσθαι τὴν ὅρασιν , δεδέσθαι σιαγόνας ἢ τρέμειν ἢ παρεῖσθαι , πόνος τῶν ὀδόντων ἀθροῦς
ἐκκύψας ἀρνειὸς αὐτὸν ἔλεγε πολλὰ βλασφήμως . κἀκεῖνος εἶπε τὰς σιαγόνας πρίων : “ ὁ τόπος μ ' ἐλοιδόρησε ,
4828793 βως
, ὦ ἄνδρες , τὸν τύπον καὶ ἐπισκοπήσαντες ἀκρι - βῶς , ἐὰν ὑμῖν φαίνηται ἀναγκαῖος , φυλάττειν τε καὶ
. ἁδὺ μὲν ἁ μόσχος γαρύεται , ἁδὺ δὲ χἀ βῶς , ἁδὺ δὲ χἀ σῦριγξ χὠ βουκόλος , ἁδὺ
4827486 ἱλαρον
τῆς δημοσίας . ἐμφανίζουσι δ ' αὐτοῦ τὸ περὶ ταῦτα ἱλαρὸν αἱ ὑπ ' αὐτοῦ γραφεῖσαι σατυρικαὶ κωμῳδίαι τῇ πατρίῳ
στρουθίοις χανοῦς ' ὁμοίως : ἧς ἐπαρεμυθήσατο ἐποίησέ θ ' ἱλαρὸν εὐθέως τ ' ἀφεῖλε πᾶν αὐτοῦ τὸ λυποῦν κἀπέδειξεν
4822994 συνδειπνοις
, καὶ χῆνες καὶ ἀλεκτρύονες . καὶ μέτρια μὲν τοῖς συνδείπνοις παρατίθεται , ἃ καὶ ἀποφέρεται ἕκαστος . τὰ δὲ
ἐπὶ τὸν Ὀδυσσέα ῥιπτούμενον . καθέζονται δ ' ἐν τοῖς συνδείπνοις οἱ ἥρωες , οὐ κατακέκλινται . τοῦτο δὲ καὶ
4815840 κηλιδας
καλὸν ἔξω : τοὐναντίον δὲ ἐὰν ἄφρων ᾖ , τὰς κηλῖδας ἔξω ἐᾷ . καὶ τὸν βίον οὖν τῶν ἀνθρώπων
καὶ πάσης ἀρετῆς δόγμασιν ἀπερρυψάμεθα τὰς ἐκ παθῶν καὶ νοσημάτων κηλῖδας , οὐκ ἂν ἴσως ἀπηξίωσεν ὁ θεὸς ἄκρως κεκαθαρμέναις
4800757 ἐσθιουσας
ποικίλα σιτία καὶ τὰ πρὸς ἡδονήν : τὰς δὲ γῆν ἐσθιούσας ὠφελεῖ μᾶλλον τὸ ἄμυλον ἐσθιόμενον ἀντὶ τῆς γῆς ,
, ὡς πόθον ἡμᾶς ἔχειν τοῦτο προσεπικτήσασθαι , καὶ φροντίδας ἐσθιούσας τὰ μέλη , ἑλκομένους τῇ ἐπιθυμίᾳ τῆς τούτων εὐτεχνίας
4800437 φρενας
εἰκότως ἄρα σοι εἶχεν αἰτίαν ὁ Ζεύς , ὡς τὰς φρένας μοι λυμαινόμενος : ἐν δὲ χρυσοῦ καὶ χαλκοῦ ἀλλαγῇ
ἱκάνει κλήρου σημαντῆρα φυτοτρόφονὧς τότ ' ἄνακτος Αἰήταο βαρεῖαι ὑπὸ φρένας ἦλθον ἀνῖαι : ἤιε δ ' ἐς πτολίεθρον ὑπότροπος
4796293 ἀκροτατοισιν
. ἔνθα δ ' ἔπειτ ' Ἄμυκος μὲν ἐπ ' ἀκροτάτοισιν ἀερθείς βουτύπος οἷα πόδεσσι τανύσσατο , κὰδ δὲ βαρεῖαν
ἠμάτιος μὲν ἐν οὔρεσι φύλλ ' ἐτίνασσεν τυτθὸν ἐπ ' ἀκροτάτοισιν ἀήσυρος ἀκρεμόνεσσιν : νυκτὶ δ ' ἔβη πόντονδε πελώριος
4794303 ἐπικεκλασμενον
καὶ βάσκα - νος : εἰ δὲ καὶ τὸ σῶμα ἐπικεκλασμένον , φειδωλὸς καὶ φιλάργυρος . Κλεῖδες συμπεφραγμέναι οὐκ εὐαίσθητον
σκολιόβουλοι . ἀγκύλον : ἐπικαμπές , στρεβλόν , σκολιόν , ἐπικεκλασμένον . ἀγναπτότατος αὖος βάτος : ἐπὶ τοῦ σκληροῦ καὶ
4789042 ἀπαντα
τῶν ἀλόγων ἀποτροφὴν προαποτίθεσθαι μιᾶς ἢ δευτέρας ἡμέρας , ἢ ἀπαντᾶ καὶ πλέον , κἂν συμβῇ πλησίον τοῦ φοσσάτου εἶναι
. Καὶ τὰ μὲν βάθη τῶν ἀκιῶν ἀορίστως , ὡς ἀπαντᾶ , ποιοῦσι , βάθους μᾶλλον φροντίζοντες , καὶ ἴσον
4785759 βαφας
. βίᾳ χαλινῶν δ ' , ἀναύδῳ μένει , κρόκου βαφὰς [ δ ' ] ἐς πέδον χέουσα , ἔβαλλ
δὲ τὸ πηκτόν : τὸ δ ' ἑφθὸν πρὸς μὲν βαφὰς καὶ μελάσματα ἐπιτηδειότερον δοκεῖ τῶν ἄλλων εἶναι , πρὸς
4784066 πρακτικας
οἶδε τῶν μετασχόντων παιδείας , τρεῖς εἶναι κατὰ γένος τὰς πρακτικὰς ἀρετάς , ἀνδρείαν σωφροσύνην δικαιοσύνην , τῇ προστασίᾳ κατορθουμένας
αὖ τὸ πέμπτον , ἀλλά σοι ταῦτα λέγω : τὰς πρακτικὰς μὲν συστροφὰς χοροῦ δύο , σκηνὴν πρὸς αὐτὴν πρός
4780064 βολας
καὶ συνουσίας κρειττόνων καὶ δεσμοὺς καὶ μοιχείας αὐτῶν καὶ δοράτων βολὰς ἐξ ἀνθρώπων ὑφίστασθαι , τὴν χρείαν εἰδότες πρὸς τὸν
σκήψασαν ἐμποδὼν σχεθεῖν τὰς δ ' ἀστραπάς τε καὶ κεραυνίους βολὰς μεσημβρινοῖσι θάλπεσιν προσῄκασεν : ἔχει δὲ σῆμα γυμνὸν ἄνδρα
4772869 μελεδωνας
τοι , Μενέλαε , θεοὶ ποίησαν ἄριστον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἀποσκεδάσαι μελεδῶνας . ὁ τῶν Κυπρίων τοῦτό φησι ποιητής , ὅστις
ψυχρὸν ὕδωρ ἐπάγων . τοῦ πίνων ἀπὸ μὲν χαλεπὰς σκεδάσεις μελεδῶνας , θωρηχθεὶς δ ' ἔσεαι πολλὸν ἐλαφρότερος . Εἰρήνη
4770707 πεπλανημενον
ἐς δὲ τεταρταῖον καταστήσεσθαι , ἢν διαλείπῃ τε καὶ καταλαμβάνῃ πεπλανημένον τρόπον , καὶ ταῦτα ποιέων τῷ φθινοπώρῳ προσπελάσῃ .
ἄλλην τινὰ δύναμιν , ὅλως δὲ ἔξεστί σοι μεταδιδάσκειν τὸν πεπλανημένον : πᾶς δὲ ὁ ἁμαρτάνων ἀφαμαρτάνει τοῦ προκειμένου καὶ
4769214 λημας
: ἐπὶ τούτων οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν καμνόντων κοῖλοι γίνονται , λήμας ἔχοντες , βλέφαρα παραπλησίως τῶν νυσταζόντων , δέρμα λεῖον
τικτόμεναι : οὐδὲν γὰρ οὕτως ἀπολεπτύνει καὶ κωλύει τὸ τίκτεσθαι λήμας , ὡς τὸ μελίκρατον καὶ τῶν κολλουρίων , ὅσα
4767932 οἰκειοτητας
φίλος , τοὐναντίον ἐχθρόν . οὐ γὰρ τὰ ῥήματα τὰς οἰκειότητας ἔφη βεβαιοῦν , μάλα σεμνῶς ὀνομάζων , ἀλλὰ τὸ
: κατὰ δὴ τὰς τοιαύτας τῶν μελῶν πρὸς τοὺς θεοὺς οἰκειότητας παρουσία τε αὐτῶν γίγνεται , ὥστε μετέχειν αὐτῶν εὐθὺς
4766169 φωνημα
προσβιάζεται ] συνακολουθεῖν . παράπαν ] παντελῶς οὐδὲ γρῦ ] φώνημα μικρόν οὐκ ἔσθ ' ὅπως ] τρόπος ἀττικός ὅπως
' Ἀτρειδῶν τοῦ τε σύμπαντος στρατοῦ . Τέκνον , τίνος φώνημα ; μῶν Ὀδυσσέως ἐπῃσθόμην ; Σάφ ' ἴσθι :
4762911 ἀνθηρον
δὲ ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ἐπέφερεν ἢ τυρὸν ἁπαλὸν ἢ στέφανον ἀνθηρὸν ἢ μῆλον ὡραῖον : ἐκόμισε δέ ποτε αὐτῇ καὶ
ἑαυτῷ ἔσται ὁ λόγος . συμπλέκει δὲ ὅμως αὐτῷ τὸ ἀνθηρὸν τῶν λόγων εἶδος , ὃ δὴ χάριν ὁμοῦ καὶ
4758151 προσφιλεστατε
, ἄγε . , ἐλθέ . . φίλτατ ' ] προσφιλέστατε . , ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . .
δ ' ὁ κωμικός φησιν : ὦ πᾶσι τοῖς φρονοῦσι προσφιλέστατε Διόνυσε καὶ σοφώταθ ' , ὡς ἡδύς τις εἶ
4755425 σπαθας
στρεφομένων σχοινίων μέσον που τοῦ ἀέρος μετεωρήσαντες , τάς τε σπάθας αὐτῶν ἐκ τοῦ κατὰ πρῴραν μέρους καὶ πέρα τῆς
τὸ ἐργάζεσθαι , καὶ σπαθᾶν καὶ συντονωτέρως κινεῖν τὰς ὑφαντικὰς σπάθας εἰς τὸ ἐργάζεσθαι . ἐρῶ ] εἴπω . ἐσπάθα
4748209 ἡλιακας
ἐκλειπτικὸν τόπον σχέσεις : ἑσπέριοι μὲν γὰρ σχηματιζόμενοι πρὸς τὰς ἡλιακὰς ἐκλείψεις , ἑῷοι δὲ πρὸς τὰς σεληνιακὰς ἐπὶ τὸ
ἦν ἰδεῖν ἐπὶ τοῖς πραττομένοις καί τι καινότερον , τὰς ἡλιακὰς ἀκτῖνας τοῦ κατὰ φύσιν παρατραπείσας καὶ τῷ καύσωνι τῶν
4742566 ἐμπολησαντες
εἶθ ' ὅπως λιταργιοῦμεν οἴκαδ ' εἰς τὰ χωρία , ἐμπολήσαντές τι χρηστὸν εἰς ἀγρὸν ταρίχιον . Ὦ Πόσειδον ,
δραμούμεθα ” . Γ παρὰ τὸ λίαν ἀργόν . Γ ἐμπολήσαντές ] ἀγοράσαντες . χρηστὸν ] χρήσιμον . Γ ὦ
4736228 Νεμειον
κατείργασται πόσει , ὕδραν ἕλειον εἰ διώλεσε κτανὼν ἢ τὸν Νέμειον θῆρ ' , ὃν ἐν βρόχοις ἑλὼν βραχίονός φης
ἑλίσσων κυμοκτύπος ἀχεῖ , δεῦρ ' ὅτ ' ἂν λειμῶνα Νέμειον [ ] ἐπάγει χαλκέοισιν ὅπλοις Ἀργεῖον πεδίον παρεὶς [
4732343 ἐπισεσυρμενον
ἀλλὰ μὴν καὶ ζοφοδορπίδαν ὡς ἄλυχνον : ἀγάσυρτον δὲ ὡς ἐπισεσυρμένον καὶ ῥυπαρόν . τούτῳ γυμνάσιον σῖτον ἀλεῖν , ὥς
σεσημμένον γερόντιον ῥέγχον τῇ ῥινί , ὑπέβηττε μύχιον , ἐχρέμπτετο ἐπισεσυρμένον , ὁ δὲ πτύελος κυανώτερος θανάτου : εἶτα ἤρξατο
4731186 ἀηδονας
' ἱππῆες , καὶ τριγλίδας ἰχθυβολῆες , κάπριον ἰχνευτῆρες , ἀηδόνας ἰξευτῆρες . ἀλλὰ σὺ μέν , Νηρεῦ , καὶ
τις βρόχῳ . Τοὺς κοσσύφους δὲ καὶ τὰς εὐφώνους ἔστιν ἀηδόνας ἑλεῖν ἐν τοῖς συνεχέσι θάμνοις στήσαντα πάγην , ἧς
4728779 χαλκεοισιν
ἐμὸν βίοτον κατέχοις καὶ μὴ λήγοις στεφανοῦσα . ] Ὁ χαλκέοισιν οὐρανὸν νώτοις Ἄτλας θεῶν παλαιὸν οἶκον ἐκτρίβων θεῶν μιᾶς
τῆς ὕβρεως τῆς κατ ' αὐτοῦ τὰς Λημνιάδας γυναῖκας . χαλκέοισιν δὲ ἐν ἔντεσιν : ὁπλῖται γὰρ ἔτρεχον . ὁ
4728417 τασδι
ἀδιάφορός μοι φαίνεται ὁδί . ἄγε νυν τὰς ἀμυγδαλᾶς λαβὼν τασδὶ κάταξον τῇ κεφαλῇ σαυτοῦ λίθῳ . τὴν χύτραν ,
θεόν , ἀγλαΐσαι . Εὔπολις Δήμοις ἀναθῶμεν νῦν χἡμεῖς τούτοις τασδὶ τὰς εἰρεσιώνας καὶ προσαγήλωμεν ἐπελθόντες . χαίρετε πάντες ,
4726245 φοβερας
ἐκπλήξεως πρὸς τὴν ὄρχησιν ἁλίσκεται . ὁ δὲ λέων ὀρχήσεως φοβερᾶς εἶδος . ἦν δέ τινα καὶ Λακωνικὰ ὀρχήματα ,
μέχρι μὲν τῶν καθ ' ἕνα εἰσὶν οὐ μεγάλης οὐδὲ φοβερᾶς προσηγορίας τυγχάνουσιν : ὅταν δὲ κοινὸν γένηται τὸ πρᾶγμα
4721466 ἀγκαλας
ἔτικτες τόνδε παῖδα κἀπέθου ἐν σπαργάνοισιν , ἁρπάσαντ ' ἐς ἀγκάλας Ἑρμῆν κελεύει δεῦρο πορθμεῦσαι βρέφος , ἔθρεψέ τ '
πέπλων μητρὸς ἐξηρτημένοι ἔκλαιον : ἡ δὲ λαμβάνους ' ἐς ἀγκάλας ἠσπάζετ ' ἄλλοτ ' ἄλλον ὡς θανουμένη . πάντες
4719950 γυμνοπαιδιας
, κούφως ἡ ἱέρεια διετίθετο . ταῖς χερσί . τὰς γυμνοπαιδίας λέγει . γυμνάζοντες γὰρ τοὺς παῖδας ἐν ἡλίῳ τύπτειν
τε καὶ ἀναθαρσήσας ἐπέθεντο τοῖς ὀλίγοις , τηρήσαντες αὐτὰς τὰς γυμνοπαιδίας τῶν Λακεδαιμονίων : καὶ μάχης γενομένης ἐν τῇ πόλει
4716856 ὀζοις
γ ' ἂν καὶ κωκύοι . σὺ δέ γ ' ὄζοις ἂν καλαμίνθης . ἀλλ ' οὗτος μὲν πρότερον γέγονεν
τῷ οἰνώδει , λεπτὸν δὲ τοῖς ῥαβδίοις καὶ λεῖον , ὄζοις συνεχέσι κεχρημένον , σφόδρα εὐῶδες : σχεδὸν γὰρ ἡ
4712882 ἀμυδρον
, μέχρις ἂν ἡ ἀντίπαλος μνήμης τὸν τύπον λεάνασα λήθη ἀμυδρὸν ἐργάσηται ἢ παντελῶς ἀφανίσῃ . τὸ δὲ φανὲν καὶ
ὁ δὲ ὄντως ἰατρὸς ἅπτεται τοῦ σφυγμοῦ , εὑρίσκει αὐτὸν ἀμυδρὸν καὶ ἀνώμαλον , καὶ λέγει μέγα κακόν . μικρὰ
4692888 χολᾳ
παρθένου : παρθένῳ ὁκόταν , τὰ ὡραῖα μὴ γένηται , χολᾷ καὶ πυρεταίνει καὶ ὀδυνᾶται , διψῇ καὶ πεινῇ ,
νοέει καὶ φθέγγεται : ὡς μέλι φωνά : ἢν δὲ χολᾷ , νόος ἐστὶν ἀνάμερος : ἠπεροπευτάς , οὐδὲν ἀλαθεύων
4691055 ἰουλιδας
, καὶ παθητικῶς . διερὸν στρατόν : ὑγρὸν , τὰς ἰουλίδας . ἐφέπονται : ἀκολουθοῦσιν , ἐπ ' ἐκείνῳ .
τῶν θαλασσίων τὰ σελάχια , οἷον νάρκας , γαλεούς , ἰουλίδας , κορακίνους , πελωριάδας , μύακας , τευθίδας ,
4690696 περιβαριδας
ἄνθεμα : νῦν δ ' ὥσπερ ἡ θεράπαιν ' ἔχω περιβαρίδας . ὦ καὶ λέων καὶ μυγαλῆ καὶ σκορπίος κρεάδιόν
νῦν δ ' , ὥσπερ ἡ θεράπαιν ' , ἔχω περιβαρίδας . Μένανδρος μέντοι ἐν Μισογύνῃ καὶ ἐπιχρύσους σανδαλοθήκας λέγει
4689134 ἐκφερων
κατανάλωσεν ἑταίραν οὖσαν : καὶ ἀποθανούσῃ πολυτάλαντον μνημεῖον κατεσκεύασεν : ἐκφέρων τε αὐτὴν ἐπὶ τὰς ταφάς , ὥς φησι Ποσειδώνιος
σχήματος τούτου . Μεθ ' ὧν κεράστης ἕτερος τοὺς πλοκάμους ἐκφέρων ἔνθεν κἀκεῖθεν γύροθεν δίκην οὗτος κεράτων . Ἄλλος δὲ
4684385 ἀσκημα
πίτυν , ἄλλο δὲ οὐδὲν προὔργου αὐτοῖς οὔτε δίδαγμα οὔτε ἄσκημα ἢ ὅσα φέρει εἰς τὸν στέφανον καὶ τὸ κήρυγμα
καῦμα , φλέγμα , σχῆμα , ζῶσμα , ζεῦγμα , ἄσκημα , βλέμμα , ὄμμα , ἆσθμα , πνεῦμα ,
4683848 βλοσυρον
, καὶ εἶναι τόν τε Ἀντωνῖνον ἐπιεικῶς ἐν ἀκμῇ κἀκεῖνον βλοσυρόν τι ἰδεῖν : καθέζεσθαι δέ μου αὐτὸν οὐκ ἀπὸ
, ἔνθα δράκων ὁλκοῖσιν ὑπὸ πλατέεσσιν ἑλιχθείς δινεύων ἀνάειρε κάρη βλοσυρόν τε γένειον , ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ '
4672582 ὠδινας
ἐς αὐτοὺς σπείρουσιν . οἳ δὲ ἆθλον τῆς ἥττης φέρονται ὠδῖνάς τε ὑπομεῖναι καὶ ἀντὶ πατέρων γενέσθαι μητέρες . τοῖς
πέποται ὁ τῆς συνηθείας κυκεών , ὥσπερ ὁ τῆς Κίρκης ὠδῖνάς τ ' ὀδύνας τε κυκέων ἀπάτας τε γόους τε
4670394 μελισσας
: τῆς Δελφικῆς ἱερείας : φησὶ δὲ τῆς Πυθῶνος . μελίσσας δὲ τὰς ἱερείας , κυρίως μὲν τὰς τῆς Δήμητρος
τῇ θαλάσσῃ κατ ' αὐτὸ πολλὰς κόγχας , κατάπερ τὰς μελίσσας : καὶ εἶναι γὰρ καὶ τοῖσι μαργαρίτῃσι βασιλέα ἢ
4665449 ἐπισυρειν
ἀρουρῶν τῶν σπειρομένων . Γ τριαινοῦν : ἠρέμα σκάπτειν καὶ ἐπισύρειν τὰς βώλους ὑπὲρ τοῦ κρύπτειν τὰ σπέρματα . Γ
ἑαυτῆς καὶ τέχνῃ τῇ ἰδίᾳ . Μήτε ἐν ταῖς πράξεσιν ἐπισύρειν μήτε ἐν ταῖς ὁμιλίαις φύρειν μήτε ἐν ταῖς φαντασίαις
4664430 ἐπιδειξεις
καὶ ἀποδυσάμενος ταῦτα ‖ τὰ ξύμβολα [ γυμνὸν ] ἡμῖν ἐπιδείξεις | σεαυτὸν ὁποῖος [ εἶ ] , μᾶλλον δὲ
πρὸς ἀκρόασιν τὰ τέλη τῶν πολιτῶν , νῦν δὲ τὰς ἐπιδείξεις ποιούμενον εἰς ἀγορὰν προϊόντα , νῦν δὲ καθήμενον οἴκοι
4663657 ἐπιδεσεις
χάριν τῶν πλευρῶν . ἀπηρτικότες καὶ τὰς περὶ τὸν θώρακα ἐπιδέσεις καὶ τὰς ἑξῆς λέγωμεν . Κεφ . ρζʹ .
τοῖς θέναρσιν , ὡς τὰς [ ] ἐν χερσίν . ἐπιδέσεις ἐν τούτῳ τῷ σχήματι καὶ ἀναλήψεις καὶ θέσεις .

Back