συγγραφέων φησὶ γνώμην ἐσενεγκεῖν ἐκδοῦναι τοῖς βαρβάροις τὸν Καίσαρα ὡς ἐναγὲς ἔργον ἐς διαπρεσβευσαμένους ἐργασάμενον . ὁ δὲ Καῖσαρ ἐν | ||
ὅπου τὸ μὲν σέβας τῆς καθ ' ἡμᾶς πίστεως ὡς ἐναγὲς ἐνυβρίζεται , πάθη δὲ τιμᾶται ἀλογώτατα , ὅπου πορνεία |
ἐν πάσῃ πράξει τὸ ὅσιον αὐτὸ αὑτῷ , καὶ τὸ ἀνόσιον αὖ τοῦ μὲν ὁσίου παντὸς ἐναντίον , αὐτὸ δὲ | ||
δὲ ἰχθυοπωλῶν φιλοσοφώτερον γένος οὐκ ἔστιν οὐδέν . οὐδὲ μᾶλλον ἀνόσιον . ἐπεὶ γὰρ αὐτοῖς οὐκ ἐτ ' ἔστ ' |
. ποιηταῖς . Οἶον ἀποιχομένων ] οἶον καὶ μόνον τὸ αὔχημα τῆς δόξης , ἤτοι ἡ ἀρετὴ καὶ ὁ ἔπαινος | ||
πατέρων . . . : μετέρχεται ἐπὶ τὸ δίκαιον κεφάλαιον αὔχημα : τὸ φρόνημα αὔχημα ἐκάλεσεν ἀπὸ ἀμαθίας εὐτυχοῦς : |
, καὶ τὸ ἐμπόριον οὐ παντελῶς ἄπωθεν ἦν μέγα καὶ πολυχρήματον , ἡ Δῆλος , δυναμένη μυριάδας ἀνδραπόδων αὐθημερὸν καὶ | ||
παιδία μεθῆκεν ἀπαθεῖς ἀπιέναι . καὶ τὴν πόλιν διήρπαζε , πολυχρήματον ἐν τοῖς μάλιστα τότε οὖσαν . Ὧδε μὲν δὴ |
, ὅτι καλῶς ὑπείργασμαι καὶ ὑποθάλπομαι τὴν ψυχὴν , καὶ καρτερῶ τῷ ἔρωτι , καὶ οὐδὲν ἡμᾶς ἔβλαψεν ἄξιον θανάτου | ||
: . . . τοῦτο παρὰ τὸ τλῶ , τὸ καρτερῶ , τλὸν καὶ ἆτλον : καὶ τροπῇ τοῦ τ |
καὶ ποτὸν ὤρεγε , χρόνῳ δὲ τῷ εἰκότι ῥωσθέντα καὶ φύσαντα τὰ ὠκύπτερα ἐλεύθερον εἶναι μεθῆκεν . ὃ δὲ εἰδὼς | ||
γὰρ τοὺς ἐν πολέμῳ κινδύνους γεγύμνασμαι φέρειν τῆς πρὸς τὸν φύσαντα παρρησίας . καὶ γνώσεσθέ μου τὴν πρὸς αὐτὸν ἐπιείκειαν |
ἀλλὰ γερουσία καὶ βουλευτήριον , ἐν ᾧ τῆς Καλλιόπης ἡ προεδρία καὶ ἀνδρὸς ὅντινα τιμήσουσι Διὸς κοῦραι μεγάλοιο . Ὠδῖνες | ||
. παρ ' ἐμοὶ δ ' ὑπάρχει σοι πᾶσα μὲν προεδρία , καθ ' ἡμέραν δὲ καλὴ καὶ σπουδαία προσαγόρευσις |
] τὸν ἀξιόχρεων . τὸν φερέγγυον ] τὸν ἀντάξιον . φερέγγυον ] ἱκανώτατον . θ φερέγγυον ] τὸν ἀσφαλῆ καὶ | ||
καὶ τὸ μὴ ἀμελεῖν μάθε . σθένος δὲ ποιεῖν εὖ φερέγγυον τὸ σόν . οὔτοι προδώσω : διὰ τέλους δέ |
δὲ δεῖ διότι θεὸς τὸν πάντα κόσμον διοικεῖ μετ ' εὐμενείας καὶ χωρὶς ὀργῆς ἁπάσης : τούτῳ δὲ κατακολουθεῖν ἀναγκαῖόν | ||
καὶ ὅσα ἀνήκει εἰς εὐσέβειαν καὶ διὰ τῆς τῶν θεῶν εὐμενείας τὴν μεγίστην παρέχεται εἰς ἀνθρώπους εὐεργεσίαν , ἃ καὶ |
καὶ ἐνέδρας σημαίνουσιν . [ τὸ δ ' αὐτὸ ποιεῖν γελωτοποιεῖν μιμολογεῖν ὑποκρίνεσθαι καὶ ἐξαπατῆσαί τινας σημαίνει . ] ᾄσματα | ||
ὡς ἀμυδρὸν βλέπειν : ἀποκαθῆσθαι δὲ ἐν τοῖς κουρείοις καὶ γελωτοποιεῖν . . . : περὶ δὲ τὴν Μολοσσίδα οἱ |
θεῖον καὶ θεοβλάβεια καὶ ἀθεότης . ῥήματα δὲ εὐσεβεῖν , ὁσιοῦν , σέβειν , σέβεσθαι , θεοσεβεῖν . τὸ δ | ||
' αὐτῷ κήρυγμα : μὴ γὰρ θάπτειν τὸν Παλαμήδην μηδὲ ὁσιοῦν τῇ γῇ , ἀποθνήσκειν δὲ τὸν ἀνελόμενόν τε καὶ |
ποῦ δ ' ἂν ἔθηκα ; πῶς δ ' ἂν ἐφύλαξα ; χρώμενος δ ' ἂν φανερὸς ἐγενόμην , μὴ | ||
τῶν ὀρνέων . καὶ τούτῳ τῷ τρόπῳ ἀβλαβεῖς τὰς περιστερὰς ἐφύλαξα . οὔτε γὰρ ἑρπετὰ ἀνελθεῖν οἷόν τέ ἐστι διὰ |
πόλις που παρ ' ἑαυτῇ γενέσθαι τὸν τὸ τοιοῦτ ' ἀσέβημα δοκοῦντ ' εἰργάσθαι ; οὐκ ἔστιν οὐδὲ μία . | ||
ὡς δὲ ἄμφω συνεῖδον τὸ πραχθέν , εἶτα μέντοι τὸ ἀσέβημα διελύσαντο θανάτῳ , πηδήσαντε κατὰ κρημνοῦ . Ἀνέλπιστον βίον |
θεῶν ἐθαυμάζετο : τὴν γλωσσαλγίαν φησὶν αἰσχίστην νόσον , ὅτι πορνεία μὲν καὶ γαστριμαργία καὶ τὰ λοιπὰ πάθη σὺν τῇ | ||
Μήδω : βουλεύω . Σαφῶ : ἀκριβῶ . Λαγνεία : πορνεία . Ἶρις : ὄνομα θεᾶς . Βριθύς : βαρύς |
ῥυθμισθέντα ἐξ ἧς καὶ τὴν προσηγορίαν ἔλαβον ἴαμβοι λέγεσθαι . Ἰάμβη δὲ θυγάτηρ Ἠχοῦς καὶ τοῦ Πανὸς , Θρᾷσσα τὸ | ||
αὐτὴν κυκεῶνα ἐκέλευσεν αὑτῇ κατασκευάσαι , ὃν δηξαμένη ἔπιεν . Ἰάμβη δέ τις δούλη τῆς Μετανείρας ἀθυμοῦσαν τὴν θεὸν ὁρῶσα |
τῆς τέχνης , τοσούτῳ μᾶλλον ἀποβάλλω τὸ δημιούργημα πάντα τῇ πόρνῃ προσεοικὸς καὶ ψέγω τὴν μίμησιν . εἰ μὲν γὰρ | ||
, παραφρονῶν ὡς οὐδεὶς πώποτε παρεφρόνησεν ἀνθρώπων , γυναικὶ πειθόμενος πόρνῃ . καὶ ἄκυρά γε ταῦτα πάντα ἐνομοθέτησεν εἶναι ὁ |
? ? [ ] ? , ὁποῖα ? [ ] τἀπίχειρα ταῖς τυραννίσιν : ἐπεὶ ? [ ] δ ' | ||
φλυάρου ; . ὑψηγόρου ] μεγαλαύχου καὶ σοβαροῦ . . τἀπίχειρα ] τὰ ἆθλα καὶ ἐπιτίμια . . οὐδέπω ταπεινός |
τούτων μὲν καὶ συγγενῶν ὄντων , σχολῇ γ ' ἂν ἀδόκιμον καὶ μιξοβάρβαρον προσεῖτο φωνήν . ὁ δ ' οὖν | ||
ψαλμῳδὸν ἐδιηγούμεθα δικαιώματα , καὶ τὸ μοχθηρὸν ἡμῶν τῶν τρόπων ἀδόκιμον τὸ περιφανὲς τοῦτο καὶ σεβάσμιον ἀπειργάσατο , ἀνάξιον κρίναντος |
θύειν διὰ τὸ δοκεῖν τοιοῦτον τῷ χρώματι γεγονέναι Τυφῶνα τὸν ἐπιβουλεύσαντα μὲν Ὀσίριδι , τυχόντα δὲ τιμωρίας ὑπὸ τῆς Ἴσιδος | ||
χρυσίον φερομένους , τὸν δὲ οἰκέτην ὡς πέρα τοῦ προστάγματος ἐπιβουλεύσαντα τοῖς δεσπόταις ἐκρέμασε . Τῷ δ ' αὐτῷ χρόνῳ |
πρὸς ἐκεῖνον εἰπών , μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον | ||
ἀφαιρεῖσθαι ; τὸ ἐκκόπτειν τὸ ὄνομα ; δεινόν γε καὶ σχέτλιον , ὦ Ζεῦ . ἀλλ ' ἐὰν μὲν στέφανόν |
. . , . οἱ δὲ Κελτοὶ ἐς Ῥωμαίους τι μήνιμα ἐκ πολλοῦ διέφερον . . . διέφερον . ὅτι | ||
ὑπὸ τῶν βαρβάρων καὶ αὐτοῦ τὸν νεκρὸν ἁμαρτεῖν τάφου τὸ μήνιμα ἐγένετο ἐμποδὼν τὸ ἐκ τοῦ Ἀπόλλωνος . . . |
δυσμενέων δ ' ὄχλον πύργος ἀποστέγει . τίς τάδε νέμεσις στυγεῖ ; οὔτοι φθονῶ σοι δαιμόνων τιμᾶν γένος : ἀλλ | ||
δύναιτ ' ἄν . Ὕδωρ δὲ πίνει τὸν δὲ Βίβλινον στυγεῖ . Τῇ κλίμακι διαστρέφονται κατὰ μέλη στρεβλούμενοι . Ὅστις |
, παρηγορεῖν παρηγορεῖσθαι , ἐπικουφίζειν , ἐπελαφρύνειν , ἀναφέρειν , ἀνιστάναι , ἐπεγείρειν , νουθετεῖν , ἐπανορθοῦσθαι , σωφρονίζειν . | ||
με τοῖς ἰχθύσι τοῖς ἐπὶ τῆς ἠιόνος λειποψυχοῦσιν ἐπεχείρει μὲν ἀνιστάναι φάρμακα ἔχων ἐπὶ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς οὐκ ἀσθενῆ |
ἧς ἐβουλήθην κρατήσας οἰκουμένης , καὶ μηδὲν ὑπὸ τῆς ἐξουσίας ὑπερήφανον μηδὲ σκαιὸν εἰς τοὺς ἀρχομένους ἀναγκασθεὶς ἁμαρτεῖν , ἀλλ | ||
. : Βροῦτος ὑπὸ πάντων ὕπατος χειροτονηθεὶς , ἐφυγάδευσε τὸν ὑπερήφανον Ταρκύνιον τυραννικῶς ἀναστρεφόμενον . Ὁ δ ' ἐλθὼν εἰς |
τὸ γὰρ εἰ γένοιτο ἐναργές τι καὶ σαφὲς ὡς βασιλεὺς ἐπιβουλεύει τοῖς Ἕλλησι , τότε εἰ μὴ συμμαχήσουσι καὶ ὁμονοήσουσι | ||
καὶ φοβηθεὶς τὴν Ἱππάρχου δύναμιν μὴ βίᾳ προσαγάγηται αὐτόν , ἐπιβουλεύει εὐθὺς ὡς ἀπὸ τῆς ὑπαρχούσης ἀξιώσεως κατάλυσιν τῇ τυραννίδι |
νεανίσκου τινὸς Ἠπειρώτου συνεξεδήμησεν , ἡ δὲ τῶι ἀνδρὶ θάνατον ἐβούλευσεν . . . . Βοιωτία . . . Ἔφορος | ||
ἀρετῶν κτήσει τε καὶ χρήσει τὸν διὰ προσβολῆς κακίας φόνον ἐβούλευσεν , ἀλλὰ καὶ ὅτι θεὸν τῆς ἀνοσιουργοῦ τόλμης αἰτιᾶται |
. ἔπειτα εἴ τις ἐν ὁδῷ κατὰ τὴν χώραν ἰδὼν φονευόμενον ἄνθρωπον ἢ τὸ καθόλου βίαιόν τι πάσχοντα μὴ ῥύσαιτο | ||
δὲ φησί που Κλεάνθης τὸ διὰ τῶν καρπῶν φερόμενον καὶ φονευόμενον πνεῦμα . . . : ; . , , |
ἐρυθρὸν καὶ λευκόν . Εἶναι δέ τινα λόγον πρὸς τὸν καττίτερον : συμβάλλεσθαι δ ' οὐ μεγέθους χάριν ἀλλὰ τῆς | ||
ἐπ ' αὐτοῖς . ὁπότε δὲ ἐκ τούτων ἀρξάμενον ἐτόλμησε καττίτερον εἰπεῖν καὶ κάττυμα καὶ πίτταν , εἶτα ἀπερυθριᾶσαν καὶ |
καὶ φοβερὸν ὡς τὸ κακὸν ἀντ ' ἀγαθοῦ γενέσθαι καὶ δυσσεβῆ ἀντ ' εὐσεβοῦς . διὰ τοῦτο οὔτε Λέοντα ἤγαγε | ||
' ἀνόσιον γήμας γάμον , μήτηρ δὲ ς ' ἄνδρα δυσσεβῆ κεκτημένη . ἄμφω πονηρὼ δ ' ὄντ ' ἀνηιρεῖσθον |
πᾶν τε ὅπερ ἐκεῖνος δι ' ἡδονῆς ἔσχε θέαμα ἢ ἄκουσμα , διεφθείρετο . τῆς τε συγκλήτου βουλῆς ὅσοι γένει | ||
πρὸς τὸν ἀδίκως εἰσπεπραγμένον ; τοῦτο γὰρ οὐκ ἤνεγκε τὸ ἄκουσμα ὁ πολὺς αἰών , ἀλλ ' ἦν ἀνυπόστροφος ἡ |
τῶν κυνῶν : “ ὡς δὲ κύων ἀμαλῇσι περὶ σκυλάκεσσι βεβῶσα ἄνδρ ' ἀγνοιήσας ' ὑλάει . ” καὶ περὶ | ||
τὴν πρὸ τέλους ἔχουσαι διὰ τοῦ ω : οἷον , βεβῶσα : γεγῶσα : ἑστῶσα . Αἱ εἰς ως ἀπαθεῖς |
διακρατείτω ἐρεθισμοῖς τισιν καὶ ψελλίσμασιν καὶ φωναῖς προσηνέσιν παρηγοροῦσα τὸν κλαυθμόν , μήτε δὲ ἐκφοβοῦσα μήτ ' ἐπιταράττουσα ψόφοις τισὶν | ||
ἀπονιψαμένους ποιεῖ πάλιν δειπνοῦντας καὶ δόρπου ἐξαῦτις μεμνημένους μετὰ τὸν κλαυθμόν . τῷ δὲ μὴ αἴρεσθαι τὰς τραπέζας ἐναντιοῦσθαι δοκεῖ |
καταβεβληκότι τὴν ἀρχὴν Ἡρακλεῖ , οὐδὲν δὲ ἧττον καὶ τρίτον σεμνύνεται Θήρωνι νενικηκότι . . τεθρίππου ἅρματος . δίκαιον ξένον | ||
μορφὴν ἀναλαμβάνει καὶ δι ' οἰνοχοΐαν τοῦ Γανυμήδους τὴν παιδεραστίαν σεμνύνεται ; τί μοι σέβειν θεοὺς δωρολήπτας καὶ ὀργιζομένους ἂν |
καὶ τοῖς ἄλλοις παρακελεύομαι , καὶ νῦν τε καὶ ἀεὶ ἐγκωμιάζω τὴν δύναμιν καὶ ἀνδρείαν τοῦ Ἔρωτος καθ ' ὅσον | ||
Ζηνόβιος καὶ ἐμονῴδουν ἀπελθὼν τοῦ τάφου . καὶ μικρὸν ὕστερον ἐγκωμιάζω τὸν διδάσκαλον μακροτέρῳ λόγῳ καὶ ἔδοξεν οὐ φαύλους κεκομίσθαι |
τῇ ὑπὸ ΔΚΜ , ἡ δὲ ὑπὸ ΗΒΚ τῇ ὑπὸ ΗΔΚ : μείζονα ἄρα λόγον ἔχει καὶ ἡ ΔΘ πρὸς | ||
ἤπερ ἡ ὑπὸ ΗΘΚ γωνία πρὸς τὴν διπλῆν τῆς ὑπὸ ΗΔΚ , τουτέστιν τὴν ὑπὸ ΗΕΚ . λόγος δὲ τῆς |
οὐ μόνον δὲ τῇ γλώττῃ προσέπαιξε , τῇ παρονομασίᾳ τοῦ βρέτας , ἀλλὰ καὶ φησὶν ὅτι εἰ μὴ ἦσαν θεοί | ||
' ἐμμανῆ πλανώμενον . ἐλθὼν δ ' Ἀθήνας Παλλάδος σεμνὸν βρέτας πρόσπτυξον : εἴρξει γάρ νιν ἐπτοημένας δεινοῖς δράκουσιν ὥστε |
μαντεύσῃ νέμων . ἦ καὶ πατήρ τι σφάλλεται βουλευμάτων πρωτοκτόνοισι προστροπαῖς Ἰξίονος ; λέγεις : ἐγὼ δὲ μὴ τυχοῦσα τῆς | ||
χοροὺς ἐπ ' ἐσθλαῖς συμφοραῖσιν ἱστάναι βωμούς τε κνισᾶν βουθύτοισι προστροπαῖς . νῦν γὰρ μεθηρμόσμεσθα βελτίω βίον τοῦ πρόσθεν : |
τοὺς συνάρχοντας τὸ πραχθὲν ἀποκτεῖναι μὲν αὐτὸν μὴ βουληθῆναι , φυγαδεῦσαι δὲ καὶ προστάξαι διατρίβειν ἐν τοῖς ἕλεσι τοῖς παρὰ | ||
ἀποσοβῆσαι κάκιστα καὶ οὐδ ' αὐτὸν οἷά τε τὸν δειλὸν φυγαδεῦσαι δασύποδα . Πολὺ δὲ καὶ τούτοις τὸ πρὸς ἀφροδίτην |
, ἄγε . , ἐλθέ . . φίλτατ ' ] προσφιλέστατε . , ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . . | ||
δ ' ὁ κωμικός φησιν : ὦ πᾶσι τοῖς φρονοῦσι προσφιλέστατε Διόνυσε καὶ σοφώταθ ' , ὡς ἡδύς τις εἶ |
ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ | ||
ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ] |
μου τὸ γῆρας , ἀγανάκτησον καὶ μὴ περιίδῃς πρᾶγμα οὕτως ἀσεβὲς ἀρχὴν ἐν ταῖς ὑμετέραις ἀρχαῖς λαμβάνον . Οὐκ ἔλαθές | ||
ἢ ὡντινωνοῦν , τὸ μὲν πρὸς τὰ ὑπὲρ ἡμᾶς ἁμάρτημα ἀσεβὲς ἐκάλεσε , τὸ δὲ πρὸς τοὺς σπουδαίους ἄνδρας τῷ |
; θρασύτης προσέρχεται ταύτῃ : ἀλλ ' εὐσέβειαν μετέρχῃ ; δεισιδαιμονίας ἡ ὁδός . ἐὰν δὲ φάσκῃ ζητεῖν τοὺς ἐπιστήμης | ||
ἐνίοις δόξει , ἀναίσθητός ἐστι καὶ ἀνόητος : ὑπὸ γὰρ δεισιδαιμονίας βλασφημοῦσι : πάντα γὰρ ὅσα ἔστιν , ὦ Ἀσκληπιέ |
Διόνυσός τις ἔης φιλοτερπέσιν [ ] [ ] ? οἶνον ὀπάζων ? . ὡς ? ? [ πέλεν ] ? | ||
. δῶρα δ ' ἐτώσια ταῦτα χαρίζεο , μυρί ' ὀπάζων : εἰ γάρ μιν ζωόν γε κίχεις Ἰθάκης ἐνὶ |
τοῖς ἐξηπατηκόσιν προσῆκεν ἀπέχθειαν ὑπάρχειν παρ ' ὑμῶν , ταύτην ἀπενέγκασθαι συμβῇ . ὁρῶ γὰρ ὑμᾶς πολλάκις οὐ τοὺς αἰτίους | ||
ἐλέου διεξόδῳ κεκινήκασι πάθος , τοῖς ἀκροωμένοις ὡς τὴν νικῶσαν ἀπενέγκασθαι : καὶ τούτου μαρτύριον Ὑπερίδης ἐν τῷ ὑπὲρ Φρύνης |
τῆς στοᾶς ἀγάλματα ὀπτῆς γῆς , ἀφιεὶς Θησεὺς ἐς θάλασσαν Σκίρωνα καὶ φέρουσα Ἡμέρα Κέφαλον , ὃν κάλλιστον γενόμενόν φασιν | ||
ὕστερον Νίσῳ τῷ Πανδίονος ἐς ἀμφισβήτησιν ἐλθεῖν περὶ τῆς ἀρχῆς Σκίρωνα καί σφισιν Αἰακὸν δικάσαι , βασιλείαν μὲν διδόντα Νίσῳ |
ἔλαφον θήλειαν ἄξονθ ' , ἅν ποτε Ταϋγέτα ἀντιθεῖς ' Ὀρθωσίας ἔγˈραψεν ἱεράν . τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα | ||
φησί . ἐγένοντο δ ' αὗται πρὸς τῷ βωμῷ τῆς Ὀρθωσίας Ἀρτέμιδος , τῆς τὴν πολιτείαν ἀνορθούσης . παρειστήκει γὰρ |
, αἱ δὲ εἰς κρανία περιήκουσι , σεσήρασι δὲ καὶ ὀλολύζειν ἐοίκασιν εἰσπνέοντος αὐτὰς τοῦ ἀνέμου . φρονοῦντι δὲ αὐτῷ | ||
γυναικείας εὐχὰς ἐπιτελέσειν , ἀλλὰ παρὰ ταῖς θυσίαις δεῖ σε ὀλολύζειν , ὡς ἔθος Ἑλληνικόν . ὀλολυγμὸν ] ὀλολυγμὸς λέγεται |
, ὡς ἀληθῶς πραχθέντα καὶ συμπεσόντα δοξάζουσι καὶ λέγουσιν , ἀποπτύσαι δεῖ καὶ καθήρασθαι τὸ στόμα κατ ' Αἰσχύλον , | ||
, μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων θάρσος εὐπειθὲς ἵζει φρενὸς φίλον θρόνον |
εἰσίδοιμ ' ἀνὰ πτόλιν τυφλὸν προηγητῆρος ἐξηρτημένον , ἀδημονοῦντα συμφοραῖς ἐλοιδόρουν , ὡς δειλὸς εἴη θάνατον ἐκποδὼν ἔχων . καὶ | ||
ἀρνούμενόν τε καὶ τὰ γεγονότα διηγούμενον ψεύδεσθαι διδαχθέντα ἔλεγον καὶ ἐλοιδόρουν ὡς τὰ κοινὰ προδιδόντα : καὶ τὸ μὲν ἐν |
ὄχλοι κατά τι λόγιον : ἐν χλιδῇ δ ' ἐστὶ γυναικείᾳ καὶ αὐτὸς καὶ οἱ περὶ αὐτόν : τὰ δὲ | ||
παρέβαλε τὰς παρθένους , ὅτι ἐν φαντασίᾳ γεγόνασι πρῶτον μὲν γυναικείᾳ καὶ δειλῇ , δεύτερον δὲ οὐκ ἀληθεῖ . λακάζειν |
μ ' , ὦ μάταιε ναῦτα , τὴν ἄκραν κάμπτων χλεύην τε ποιεῦ καὶ γέλωτα καὶ λάσθην . οὐ γάρ | ||
ὁπότε μικρά τις αὐτὸ μόνον αὔρα καταπνεύσειεν εὐπραγίας , ὡς χλεύην καὶ πλατὺν γέλωτα ἡγεῖσθαι τὰς τῶν δημοτικωτέρων ἀνθρώπων περὶ |
φάος τόκου , δαίμονά τ ' ἔταν , ἄμαχον ἀπόλεμον ἀνίερον , Θράσος , μελαίνα μελάθροισιν Ἄτα , εἰδομένα τοκεῦσιν | ||
καὶ ἀπεβάλλετο τὴν δυσσεβῆ τροπὴν τῆς φρενὸς τὴν ἄναγνον καὶ ἀνίερον ἐκτροπὴ γάρ ἐστι νοῦ καὶ δυσσέβεια ἀκάθαρτος καὶ παράνομος |
: ὃν οὖν καθ ' ἑτέρων ἤμελλον τίθεσθαι νόμον . αὐτοχειρὶ σφαγεὶς τὸν βίον ἐξέλιπεν . αἱ θυγατέρες Ἐρεχθέως τῷ | ||
καὶ δεῖξαι τοῖς ἔργοις , ὡς ὑπὲρ ἐλευθερίας οὐδὲ σφάττειν αὐτοχειρὶ παρ ' ἡμῖν ἀποκνοῦσι τέκνα πατέρες . οὐ γὰρ |
! ! ] ! ! [ φήμη γὰρ α [ ἐδεξάμην τ [ κόραξ ἐπᾴδ [ ἄριστος ὦ δυς ? | ||
, ὡς Φιλίππου τοῦ Ἀμύντου υἱός εἰμι , ἀλλ ' ἐδεξάμην τὸ μάντευμα , χρήσιμον εἰς τὰ πράγματα εἶναι οἰόμενος |
εἴσεισιν , οὕτω μαθόντα κατὰ πίστιν , ὡς ἐπὶ χρῆμα μακαριστὸν εἴσεισιν , ἤδη αὐτὸν δοῦναι εἰς τὸ εἴσω καὶ | ||
τέλος δὲ κατέκανε : καὶ τὸν πρῶτον μέντοι βοηθήσαντα πολλοῖς μακαριστὸν ἐποίησεν . ἐπεὶ δὲ κατεπέμφθη ὑπὸ τοῦ πατρὸς σατράπης |
καὶ τῆς ἀπὸ τοῦ φαρμάκου αὐτὸν ἐξείργειν συμφορᾶς , εἰ δίδοις ἔλαιον καθ ' ἑαυτὸ καὶ οἶνον εἰς κόρον , | ||
ἀπαλλαγήν . θ δίδου ] ἡμῖν . θ δίδου ] δίδοις καὶ παράσχοις . Ξ Ἄρης ] ὦ Ἀττικῶς . |
γαίηι μὲν γάρ , φησί , γαῖαν . . . λυγρῶι . γαίηι μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ | ||
ἀίδηλον , στοργὴν δὲ στοργῆι , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῶι . . . δοκῆι δὲ ἐκεῖ φαίνεσθαι : οὐ |
ἡλικία καὶ παραλλοίωσις τῆς ζωῆς πάσης ἀπεικάζεται . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . θ τροφαῖσιν ] ὅτε ἀνετρέφετο παῖς ὤν . | ||
παριστᾶν καὶ ἐλέγχειν αὐτὸν ὡς ἄδικον . . τροφαῖσιν ] ἀνατροφαῖς . ἐφηβήσαντα ] εἰς ἥβην ἐλθόντα καὶ νεανίσκον γενόμενον |
Τρῶας μάχεαι πρώτῳ ἐν ὁμίλῳ μοῦνος : ἀτάρ τοι ἑταῖρος ἀπέκτατο , τεύχεα δ ' Ἕκτωρ αὐτὸς ἔχων ὤμοισιν ἀγάλλεται | ||
κτῆμι ἔκταμαι ἐκτάμην ἔκτασο ἔκτατο καὶ μετὰ τῆς ἀπό προθέσεως ἀπέκτατο . . . . ἀπεμυθεόμην : ἀπηγόρευον , ἐκώλυον |
Κύκλωψ καθ ' ἑαυτὸν ᾄδων ἐπεκουφίζετο πολὺ τοῦ ἔρωτος τῆς Γαλατείας . οὕτω γοῦν ῥάϊστα : ῥᾷον γὰρ διῆγε καὶ | ||
ἡνιοχεύεις . ὁ δὲ τοῦ Κυθηρίου Φιλοξένου Κύκλωψ ἐρῶν τῆς Γαλατείας καὶ ἐπαινῶν αὐτῆς τὸ κάλλος , προμαντευόμενος τὴν τύφλωσιν |
τῆς Σκήψεως , ἐφ ' ᾧ τε προελθόντα ταχὺ καὶ ὁμιλήσαντα πάλιν εἰς τὴν πόλιν πέμψαι . καὶ δὴ ὁ | ||
καὶ ἤθεα βαθύτερα ἢ κατὰ Θρήικας , οἷα Ἕλλησί τε ὁμιλήσαντα καὶ Ἑλλήνων οὐ τῷ ἀσθενεστάτῳ σοφιστῇ Πυθαγόρῃ , κατασκευάσασθαι |
ἣ ] μέχρι νῦν ἐστιν : καὶ τὸν ψευδολόγον Αἴσωπον ἀείμνηστον οὐ μόνον τὰ μυθολογήματα , καὶ ἡ κατὰ τὸν | ||
οὗ πλεῖσται σύνοδοι , τῆς αὑτοῦ γνώμης σπουδὴν ἐνδείξας εἰς ἀείμνηστον κατέθετο τὴν δόξαν , ὥσπερ , οἶμαι , τῶν |
ὁ Τύλλος , καὶ τὸ δραστήριον τοῦ ἀνδρὸς εἰδὼς καὶ ἐπιτυχὲς ἐπέτρεψεν ἐκείνῳ τῆς ἔξω στρατιᾶς ἄρχειν . Καὶ ὁ | ||
ἡμῖν τοῖς ἀνθρώποις . Ἐναίσιμον : ἐνδεχόμενον , μεμοιραμένον , ἐπιτυχὲς , πρέπον , ἐνδεχόμενον . Φράζεο : περὶ ἡμεροκοίτου |
] εὖ διακεχειρισμένων , συντεταγμένων . παραληροῦντα : διαποροῦντα καὶ ἀσχημονοῦντα . ταῦτα ἀκούσας ὁ Κρατῖνος ἔγραψε τὴν Πυτίνην , | ||
ἀγανακτήσαντες , ἄλλως μὲν μισοῦντες τὸν Ἀντωνῖνον καὶ ἀποσκευάσασθαι θέλοντες ἀσχημονοῦντα βασιλέα , τότε δὲ καὶ τοῖς συλλαμβανομένοις ἐπαμύνειν δεῖν |
ἄταισιν ] ἤγουν πολέμοις . δαῖτ ' ] εὐωχίαν . ἀκέλευστος ] μὴ ὑπ ' ἐκείνων εἰς τοῦτο προτραπείς . | ||
ἐμπέδως δεῖμα προστατήριον καρδίας τερασκόπου πωτᾶται , μαντιπολεῖ δ ' ἀκέλευστος ἄμισθος ἀοιδά , οὐδ ' ἀποπτύσαι δίκαν δυσκρίτων ὀνειράτων |
ποιμνίου διαφυγεῖν τοὺς κύνας καὶ τοὺς ἀλκτῆρας , ποιμένα δὲ ὀλίγωρον ἢ κακοῦργον οὔτε ἐκφυγεῖν δυνατὸν τοῖς βοσκήμασιν οὔτε ἀλέξεσθαι | ||
δήμου καθάπερ κοσμήματος καὶ κτήματος οὐ ῥᾴδιον ἦν τὸν θνητὸν ὀλίγωρον γενέσθαι . τῶν δὲ Γαλατῶν οἱ Σκορδίσται καλούμενοι χρυσὸν |
τοὺς ἄλλους τεχνίτας . ἔπειτα καὶ μετὰ δημοτῶν ἀνθρώπων συγκαταβαίνων ὡμίλει ᾧ τύχοι καὶ μετὰ τῶν παρεπιδημούντων συνέπινε τῶν εὐτελεστάτων | ||
. ” ὡς δ ' εἶπεν , ἐλθὼν τοῖς κύβοισιν ὡμίλει καὶ σμικρὰ παίξας τὴν στολὴν ἐνικήθη . νιφετὸς δ |
καὶ συνεσφίγχθαι ὀρθὸν καὶ βίον καὶ λόγον ἐργαζομένου . τὸν ἄθεον οὖν καὶ ἀσεβῆ Κάιν δεόντως καταρᾶται , ὅτι τοὺς | ||
. Ἀπέρχονται οὖν , φησὶ , τουτέστι φεύγουσιν ἐπὶ τὸ ἄθεον καὶ σκοτεινόν , φυγὰς θεόθεν καὶ ἀλήτης . Τὸ |
τοὺς μετριοπαθεστάτους φονᾶν , μόνον οὐκ αὐτόχειρας γινομένους καὶ νομίζοντας εὐαγὲς εἶναι τὸ μὴ ἑτέροις τὴν τιμωρίαν ἐπιτρέπειν ἀλλ ' | ||
, σκεψόμεθα μεθ ' ὑμῶν ἐν τῷ βουλευτηρίῳ καὶ νομιοῦμεν εὐαγὲς ἔσεσθαι τῇ πόλει , ὅ τι ἂν κοινῇ δοκιμάσητε |
μοι πάλιν λαβὲ τὸν νόμον τοῦτον . Ἀκούεις , ὦ μιαρὸν σὺ θηρίον , ὅ τι κελεύει ; ἀφ ' | ||
ἐνταῦθα δὲ ὡς πρὸς τὴν βίαν αὐτοῦ καὶ ἀνάγκην ἀπιδών μιαρὸν αὐτὸν προσεῖπεν . Ἡ γὰρ βία καὶ ἡ ἀνάγκη |
καὶ φιλοκίνδυνον τὸν βίον κατέστησε , τὴν δὲ περίβλεπτον καὶ περιμάχητον τὴν φύσιν ἐπήγαγεν . μήτε πάλαι ] ἤγουν ἐν | ||
. Ἐκεῖνο , ὦ Χάρων , τὸ ἀοίδιμον ὄνομα καὶ περιμάχητον . Καὶ μὴν οὐχ ὁρῶ ὅ τι τὸ ἀγαθὸν |
. Οὐ πάνυ . Ἀλλ ' οὖν δὴ ὅμως γε μιμήσεται , οὐκ εἰδὼς περὶ ἑκάστου ὅπῃ πονηρὸν ἢ χρηστόν | ||
σπουδῇ , εὐσχήμονά τινα ἔοικεν εὐωχίαν διηγεῖσθαι ἡμῖν , οἵαν μιμήσεται ἄν τις νοῦν ἔχων , μεταθεὶς τὰς ἡδονὰς ἀπὸ |
. λευστῆρα ] λιθοβόλησιν . λευστῆρα ] λιθαστικόν . θ λευστῆρα ] τὸν ἀπὸ λιθασμοῦ γινόμενον . μὴ ] παρέλκον | ||
χρᾷ φᾶσα Ἄδρηστον μὲν εἶναι Σικυωνίων βασιλέα , ἐκεῖνον δὲ λευστῆρα . Ἐπεὶ δὲ ὁ θεὸς τοῦτό γε οὐ παρεδίδου |
χωρίον χαρίτων ἀνάμεστον , καὶ σεμνότατόν τε ἅμα καὶ σώφρονα παρθενῶνα ἐδείκνυεν . ἦν δὲ ἄρα τῇ Ἀταλάντῃ στρωμνὴ μὲν | ||
κατεσκεύασεν Ἰκτῖνος ὄχλον θεάτρου δέξασθαι δυνάμενον , ὃς καὶ τὸν παρθενῶνα ἐποίησε τὸν ἐν ἀκροπόλει τῇ Ἀθηνᾷ , Περικλέους ἐπιστατοῦντος |
τε καὶ ἀπέκλυσε ταῦτα . Ὅστις , ἀμπελουργέ , μὴ θεοφιλῆ σε ἡγεῖται σφόδρα , αὐτὸς ἀπήχθηται τοῖς θεοῖς : | ||
καλλίστᾳ δρόσῳ , τόν τε Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον τάνδε πόλιν θεοφιλῆ ναίοισι : Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου μάλα |
ΟΠ καὶ ΒΞ καὶ ΞΟ . ἐπεὶ οὖν δύο αἱ ΒΑΠ δύο ταῖς ΒΑΓ ἴσαι εἰσίν , γωνία δὲ ἡ | ||
δύο ταῖς ΒΑΓ ἴσαι εἰσίν , γωνία δὲ ἡ ὑπὸ ΒΑΠ γωνίας τῆς ὑπὸ ΒΑΓ μείζων ἐστίν , καὶ ἡ |
ἑαυτὸν ἂν [ αὐτάρκη τῷ σώματι ] παράσχοι . [ εὐτραπέλως δὲ ἀντὶ ] τοῦ εὐκόλως [ ] ἐπὶ πλεῖστ | ||
ἂν εἴδη : εἰς πολλὰ πράγματα εἰς διάφορα πράγματα . εὐτραπέλως : ἀστείως , εὐκινήτως ʃ . εὐκινήτως , ἐνδεξίως |
κρότων ζῶόν ἐστι ἐν τοῖς κυσὶ καὶ βουσὶ γινόμενον . Κύλλου πήραν : κυλλοὺς Ἀττικοὶ καὶ ἐπὶ τῶν ποδῶν καὶ | ||
νώτου . Κυκλώπειος δωρεά : ἡ ὄψιμος καὶ ὀλεθρία . Κύλλου Πήραν : ἡ Πήρα χωρίον πρὸς τῷ Ὑμηττῷ , |
δ ' ἔχοντες ὄλβιοι . φιλοῦσι γάρ τοι τῶν μὲν ὀλβίων βροτοὶ σοφοὺς τίθεσθαι τοὺς λόγους , ὅταν δέ τις | ||
ποιηταῖς παρέχειν πολλῶν ἐπαίνων χορηγίαν ἕνεκεν τῶν πραττομένων αὐτοῖς ἔργων ὀλβίων . καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμαντωθείς : καὶ |
πράξεσι δεδηλωμένα , πρῶτος τῆς ἐν Ἀθήναις παροικίας τὴν ἐπισκοπὴν ἐγκεχείριστο . Ἄλλη δ ' ἐπιστολή τις αὐτοῦ ΠΡΟΣ ΝΙΚΟΜΗΔΕΑΣ | ||
ἦν καὶ τὴν τοῦ δουκὸς Κωνσταντινουπόλεως ἀξίαν παρ ' αὐτοῦ ἐγκεχείριστο , κἀντεῦθεν καὶ πάντες ἐξ αὐτοῦ κατωνομάσθησαν οἱ Δουκώνυμοι |
πραχθῆναι ἢ ὡς ἐγὼ λέγω . πολὺ γὰρ πιστότερον ἑκόντα Τυνδάρεων κηδεῦσαι τοῖς βασιλεῦσι τῆς Ἀσίας , καὶ Μενέλαον τῆς | ||
δὲ Ἰκάριον καὶ τοὺς στασιώτας παρὰ πολύ τε ὑπερεβάλετο δυνάμει Τυνδάρεων καὶ ἠνάγκασεν ἀποχωρῆσαι δείσαντα , ὡς μὲν Λακεδαιμόνιοί φασιν |
οὗ τῆς βασιλείας καταλυθείσης εἰς τοὺς ὑπάτους τὰ τῆς ἀρχῆς μετετέθη . , . . . ἣ δὲ τὸν πατέρα | ||
τῶν ἄλλων στρατιωτῶν τοῖς πλείστοις , τὸ δὲ στρατόπεδον ἅπαν μετετέθη ταῖς διανοίαις καὶ πάντες ἀπέβλεπον πρὸς τὰς Εὐμενοῦς ἐλπίδας |
ῥοιζηδά ] σφοδρῶς , μετ ' ἤχου φιλαίματος ] ἡ φιλοῦσα τὸ αἷμα βδέλλα ἐμπελάουσα ] πλησιάζουσα ἐμπελάουσα ] πλησίον | ||
. αὕτη μέντοι σωφρονεῖν βουλομένη καὶ τὸν ἄνδρα τὸν ἑαυτῆς φιλοῦσα , ὥσπερ ἀγαθῇ προσήκει γυναικί , ξενιζομένου παρ ' |
μετ ' οὐ πολὺ καὶ ἥρως ἔδοξεν καὶ ἐντέμνουσιν αὐτῷ Ξένῳ Ἰατρῷ οἱ Ἀθηναῖοι : τοῦτο γὰρ τοὔνομα ἥρως γενόμενος | ||
ξένιζε , καὶ σὺ γὰρ ξένος γ ' ἔσῃ . Ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι . Ξένος πεφυκὼς τοὺς |
στρατιὰν κατ ' αὐτῶν ἀποστέλλουσιν , οἱ δ ' ἅμα Σπαρτιάταις ἅπαντας ἀπέκτειναν . εἷς δὲ σωθεὶς ὑπέστρεψεν ἄγγελος , | ||
νῆσον πολλοὺς τῶν Λακεδαιμονίων κατακλείσαντες καὶ λαβόντες αἰχμαλώτους ἀπελύτρωσαν τοῖς Σπαρτιάταις . πάλιν Λακεδαιμόνιοι πολλοὺς τῶν Ἀθηναίων καὶ τῶν συμμάχων |
Θήρῃ , ” τοτὲ δὲ τῆς Θήρας μνησθείς ” μήτηρ εὐίππου πατρίδος ἡμετέρης „ . „ ἔστι δὲ μακρὰ ἡ | ||
τοῦ σώματος ἐπαρκοῦμεν , ὅταν ὦμεν ἀνώδυνοι . τὸν μὲν εὐίππου θυγάτηρ : τὸν Ἀσκληπιὸν οἱ μὲν Ἀρσινόης , οἱ |
ἀντ ' αὐτῶν ἀράμενος φέρει . γέγραπται δὲ ἐνταῦθα καὶ Μέθη , Παυσίου καὶ τοῦτο ἔργον , ἐξ ὑαλίνης φιάλης | ||
εἰσὶν ἐπηγγελμέναι . καί μοι ταύτας ἀνάδος τῶν γραφῶν . Μέθη κατὰ τῆς Ἀκαδημείας περὶ Πολέμωνος ἀνδραποδισμοῦ . Ἑπτὰ κλήρωσον |
γὰρ καὶ διὰ τὸν πατέρα ἀνεῖλες τὴν μητέρα , δεινὰ πέπραχας : σὺ γὰρ οὐκ ὤφειλες θάνατον ἐπαγαγεῖν τῇ μητρί | ||
γράμμασι μετειλήφειν τῆς σῆς φιλοκαλίας καὶ νῦν ἐφ ' οἷς πέπραχας ἀποδέχομαί τε καὶ παρακαλῶ . συνοίσει γὰρ ἡμῖν ἀμφοτέροις |
σῶμ ' αὐτοῖσιν παρέχω τύπτειν , πεινῆν , διψῆν , αὐχμεῖν , ῥιγῶν , ἀσκὸν δείρειν , εἴπερ τὰ χρέα | ||
νενευκυῖαι . χρήσθων ] ἐμοί . ἀτεχνῶς ] ἀληθῶς . αὐχμεῖν ] αὐχμοῦν . δέρειν ] δαίρειν . δαίρειν ] |
δυνάμενος ἐξεδήμησεν εἰς Κυρήνην , πρόφασιν μὲν ὡς εὐχὰς ἀποδιδοὺς Ἄμμωνι , τῇ δ ' ἀληθείᾳ διαφθεῖραι βουλόμενος τὸ μαντεῖον | ||
οὐκ ἐσποιοῦσιν Ἀριστομένην Ἡρακλεῖ παῖδα ἢ Διί , ὥσπερ Ἀλέξανδρον Ἄμμωνι οἱ Μακεδόνες καὶ Ἄρατον Ἀσκληπιῷ Σικυώνιοι : Ἀριστομένει δὲ |
δι ' ἐλπίδα τέκνων , ἣν ἴσασιν ἐξ ἀνάγκης ἀτελῆ γενησομένην , ἀλλὰ δι ' ὑπερβάλλοντα οἶστρον καὶ ἀκρασίαν ἀνίατον | ||
ναυτιώδη τὸν στόμαχον εἶναι καὶ ἀνόρεκτον . τὴν δὲ πρῶτον γενησομένην κάθαρσιν καὶ ἐκ τούτων μέν , μάλιστα δὲ ἐκ |
βόστρυχον ; τίς τὸν πυρσὸν τὸν φανότατον τῆς ἐμῆς δόξης ἀπέσβεσε ; τίς κατέχει κόνις τὰς ἱερὰς ἐκείνας κόμας , | ||
ποτὸν ἀχρήιστον ἀμαιμακέτου πίεν ἅλμης . καὶ δὴ λύχνον ἄπιστον ἀπέσβεσε πικρὸς ἀήτης καὶ ψυχὴν καὶ ἔρωτα πολυτλήτοιο Λεάνδρου . |
κεντός : καὶ ἀποβολῇ τοῦ ν , καὶ προσθέσει , κεστὸς ἀκεστός : καὶ τὸ θηλυκὸν ἀκεστὴ , καὶ τροπῇ | ||
: τὰς γαίας . Ἀκήν : ἡσυχίαν . κεστούς : κεστὸς ἔνδυμα Ἀφροδίτης . Ἐχθαίρω : νεμεσῶ . Ποντογενείας : |
ἀνθρώπους εἰς θεῶν ἐπιμέλειαν , τιμωρίαι τε δυσσεβείας καὶ γνώμης εὐσεβοῦς ἀμοιβαί . ὧν ἀμφοτέρων ἐκεῖνος φαίνεται μετασχών . καὶ | ||
τοῦ Πολυδεύκους ὦ Πολύδευκες , ὁ εὐσεβής τοῦ εὐσεβέος καὶ εὐσεβοῦς ὦ εὐσεβές : περὶ δὲ τοῦ τόνου τούτων ἐν |
ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν , ὅ πέρ ἐστιν μέγιστον σημεῖον τοῦ ἀψευδεῖν τὸν Δία , ὡς αὐτὸς ὁ Ζεὺς ὁ Ὁμήρου | ||
, καὶ ἀμφότερα ὀρθῶς , δεήσει ἐρωτῶντα μὲν οἷς ἐρωτᾷ ἀψευδεῖν καὶ περὶ ὧν ὡς εἰδὼς προτείνεται , ἀποκρινόμενον δὲ |
δὲ οὐδεὶς ἴσος . Ἀριστοτέλης τὰ δέοντα συμβουλεύων Ἀλεξάνδρῳ πολλοῖς ὠφέλημα γέγονεν , ἐξ ὧν καὶ τὴν πατρίδα κατῴκισε κατεσκαμμένην | ||
ὡς κτῆμα : ἄνθρωπον δὲ θεοῦ , ὡς αὔχημα καὶ ὠφέλημα . εἰ δὴ βούλει διανοίας κλῆρον τὸν θεὸν ἔχειν |
μέγιστον ἀνθρώποις καὶ λυσιτελέστατον . τὸ γὰρ λῷστα ἀντὶ τοῦ λῷστον , ὅ ἐστι βέλτιστον , πληθυντικὸν ἀντὶ ἑνικοῦ . | ||
ς ' ἀναπτεροῖ φόβος ; κάλλιστόν ἐστι τοὔνδικον πεφυκέναι , λῷστον δὲ τὸ ζῆν ἄνοσον , ἥδιστον δ ' ὅτῳ |
, μέχρις οὗ ἀπίκοιτο ἐς Ναύκρατιν . Οὕτω μὲν δὴ Ναύκρατις ἐτετίμητο . Ἀμφικτυόνων δὲ μισθωσάντων τὸν ἐν Δελφοῖσι νῦν | ||
Ναυκράτεως καὶ αὐτὴ ἑταίρα καλή . φιλεῖ γάρ πως ἡ Ναύκρατις , ὡς ὁ Ἡρόδοτός φησιν , ἐπαφροδίτους ἔχειν τὰς |
οὐχ ἱκανὰ καθ ' ἑαυτὰ τρέφειν ἄνευ θείας εὐμενείας καὶ ἐπιφροσύνης . Ἀγονίαν καὶ στείρωσιν ἐν κατάραις τάττων [ Μωυσῆς | ||
καὶ πουλύποδος δνοπαλίζεται αἰόλα γυῖα δυσμόρου : οὐδέ ἑ μῆτις ἐπιφροσύνης ἐσάωσε πετραίης : εἰ γάρ ποτ ' ἀλευόμενος περὶ |
Κριὸν τυθῆναι τοῖς θεοῖς καὶ τοῦ σώματος ἐκδαρέντος προσηλωθῆναι τῶι νεῶι τὸ δέρμα κατὰ τὸ νόμιμον . μετὰ δὲ ταῦτα | ||
δὲ τὸ περὶ τούτων ἀνάθημα κείμενον ἐν τῶι περὶ Τορώνην νεῶι , καθάπερ φησὶν Ἔφορος , τὴν ἐπιγραφὴν ἔχον ταύτην |
τὴν ἔρημον τῆς Λιβύης οἰκῶν καὶ τὴν ἐρημίαν ἐφόδιον τῆς ἀπανθρωπίας ἐσχηκὼς πάλῃ καταγωνιζόμενος τοὺς παριόντας ἀνῄρει , ὃν ἐπιστὰς | ||
τῶν γινομένων ἐμφανοῦς ἐναργείας οὐδὲν ἧττον ἐθρασύνοντο , τῆς αὐτῆς ἀπανθρωπίας καὶ ἀσεβείας ὥσπερ ἀγαθοῦ τινος ἐπειλημμένοι βεβαιοτάτου , μήτε |