| θεῶν ἐθαυμάζετο : τὴν γλωσσαλγίαν φησὶν αἰσχίστην νόσον , ὅτι πορνεία μὲν καὶ γαστριμαργία καὶ τὰ λοιπὰ πάθη σὺν τῇ | ||
| Μήδω : βουλεύω . Σαφῶ : ἀκριβῶ . Λαγνεία : πορνεία . Ἶρις : ὄνομα θεᾶς . Βριθύς : βαρύς |
| αὐτοῦ τὰς ἱερὰς καλουμένας νόσους , συγγράφεσθαι ἠνάγκαζεν , ὅτι ὑπακούσονται αὐτῷ δοῦλοι περισωθέντες . Καὶ ἠκολούθουν ὁ μέν τις | ||
| πραότερον τῶν συναγωνισαμένων ἄρχοιεν : τοῦτο γάρ ἐστι τὸ ῥᾳδίως ὑπακούσονται εἴ τι ἄλλο : δι ' ἄλλο τι . |
| παύσασθ ' ἐνοχλοῦνθ ' ἡμῖν προσιόντα τ ' ἐνθάδε . ἔκφερε δίκελλαν . τὴν παρ ' ἐμοῦ λαβὼν ἴθι . | ||
| τοῖς θάκοις , ὁ δὲ Ἰάρχας πρὸς τὸ μειράκιον ” ἔκφερε ” εἶπε „ τῷ σοφῷ Ἀπολλωνίῳ τὸν Φραώτου θρόνον |
| νζ κ καὶ ἡμερῶν νθ ἔγγιστα , ἡ δὲ ὅλη προήγησις μοιρῶν θ νδ μ καὶ ἡμερῶν ριη . Πάλιν | ||
| ἐγγὺς παρέξει τὸ διάφορον τοῖς μαθήμασιν . ἔτι δὲ ἡ προήγησις τῶν ἐν τῇ συστάσει τοῦ παντός , πρώτη οὖσα |
| ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : ἕπου μοι , φάσγανον σπάσας χερί | ||
| ἐλεύθεροι γὰρ κοὐδὲν ἠδικηκότες τῆς σῆς ἕκατι ζημίας [ ] θανούμεθα . [ ] πολλοῖσι δῆλον [ ὡς θεήλατον ] |
| ἄκρως εἴς τι πεπαιδευμένων καὶ προσποιουμένων παρά τινων μανθάνειν . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν | ||
| πείθει καὶ αἰδοίους βασιλῆας . Δεινοὶ πλέκειν μηχανὰς Αἰγύπτιοι . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα . Δεύτερος πλοῦς . Δελφῖνα λεκάνη |
| καὶ μάλιϲτα τῶν ὀδοντοφυούντων παιδίων , καὶ τὰ κατὰ θώρακα ἐκλειχόμενον ϲυμπέττει . Βούφθαλμον ὅμοιον μὲν ἔχει τῷ χαμαιμήλῳ τὸ | ||
| , μετὰ τοῦ καὶ πέττειν . αὐτὸ μὲν οὖν μόνον ἐκλειχόμενον πέττει μὲν μᾶλλον , ἀνάγει δὲ ἧττον , ἅμα |
| . Μύες μέντοι καὶ γαλαῖ τρύζοντες χειμῶνα ἰσχυρὸν σημαίνουσι . Δειλὸν δὲ ὁ μῦς , καὶ κτύπον φοβεῖται , καὶ | ||
| εἶ αὐτῆς τῆς δειλίας : ἐπὶ τῶν σφόδρα δειλῶν . Δειλὸν ὁ Πλοῦτος : παρόσον οἱ πλούσιοι τὰς οἰκίας ἀσφαλίζονται |
| οὐκοῦν προθύμως ⋮ εἶ σὺ δεκτέα ] στρατῶι . καὶ κάρτ ' ὄναιτ ' ἄν , ⋮ εἰ δέχοιτό ] | ||
| ' αὐτῷ τὰν σύριγγ ' ὤρεξα , καλόν τί με κάρτ ' ἐφίλησεν . οὐ θεμιτόν , Λάκων , ποτ |
| ὀπτοῦ ἀλεύρου , ὅθεν καὶ ὠχρός τις ἦν . παίσδεις ὠγάθ ' ἔχων : Ἀττικῶς τὸ ἔχων παρέλκει . ἀντὶ | ||
| τῆνος ; ἐμὶν δοκεῖ , ὀπτῶ ἀλεύρω . παίσδεις , ὠγάθ ' , ἔχων : ἐμὲ δ ' ἁ χαρίεσσα |
| , ἅπερ ἥρπαζον οἱ σύνδουλοι . ἰοῦς ' εἴσω : Ἐλθοῦσα ἐντὸς , ἵνα . . . . ὥσπερ νεωνήτοισιν | ||
| ῥυείσης δὲ μέχρι τῶνδε , οἷον γραμμῆς ἐκ κέντρου . Ἐλθοῦσα δὲ ἐνθάδε τούτῳ τῷ μέρει ὁρᾷ , ᾧ καὶ |
| . ὅσον προσήκει μὴ γένους κοινωνίαν ἔχοντι λύπης τὸν σὸν οἰκτίρω γόνον . ὄλοιτο μὲν Οἰνεΐδας , ὄλοιτο δὲ Λαρτιάδας | ||
| Κατάρατο , τολμᾷς ἀποτανουμένη λαλεῖς ; Ὦ παρθέν ' , οἰκτίρω σε κρεμαμένην ὁρῶν . Οὐ παρτέν ' ἐστίν , |
| τὸ ταπεινόν : τὸ γὰρ δίκαιον καὶ μακρόθυμον . ἡ ὑπομονὴ ὑπὲρ τὴν ὕβριν μετὰ πολὺ εὔθυμον καὶ ἀμέριμνον δείκνυσι | ||
| εὐταξία ψυχῆς λογιστικῆς πρὸς τὰ καλὰ καὶ αἰσχρά . Καρτερία ὑπομονὴ λύπης ἕνεκα τοῦ καλοῦ : ὑπομονὴ πόνων ἕνεκα τοῦ |
| ΘΛ μείζονές εἰσιν . καὶ τὸ ἀπὸ συναμφοτέρου ἄρα τῆς ΖΒΑ ὡς μιᾶς μεῖζόν ἐστιν τοῦ ἀπὸ ΘΛ . ἀλλὰ | ||
| λόγος ἐστὶ δοθείς : καὶ συνθέντι τοῦ ΓΕΒΖΑ πρὸς τὸ ΖΒΑ λόγος ἐστὶ δοθείς . τοῦ δὲ ΖΑΒ πρὸς τὸ |
| ἢν δ ' ἀνοίγοντες πύλας ληφθῶμεν ἐσβάσεις τε μηχανώμενοι , θανούμεθ ' . ἀλλὰ πρὶν θανεῖν νεὼς ἔπι φεύγωμεν , | ||
| οὗ δὴ τὸ δεινὸν παρακέλευσμ ' ἠκούσαμεν : Πυλάδη , θανούμεθ ' , ἀλλ ' ὅπως θανούμεθα κάλλισθ ' : |
| ' ἔσται σωτηρίας τε καὶ εὐδαιμονίας μεστὰ καὶ πάντων κακῶν ἀποφυγή : εἰ δὲ μή , μήτ ' ἐμὲ μήτ | ||
| καὶ διάνοια . καὶ ἀπάτητον πρᾶγμα . ἀναχώρησις : ἡ ἀποφυγή . Δημοσθένης ἐν τῷ παραπρεσβείας . αὐτομήνυτος : ὁ |
| πρὸς ἄνδρας ἀσπίσιν πεφαργμένους ; Λήδας μέν εἰμι παῖς , Κλυταιμήστρα δέ μοι ὄνομα , πόσις δέ μοὐστὶν Ἀγαμέμνων ἄναξ | ||
| ἐγένετο θυγάτηρ Ἰφιγένεια καὶ αὐτὴν ἐξέτρεφεν ἡ τῆς Ἑλένης ἀδελφὴ Κλυταιμήστρα , πρὸς δὲ τὸν Ἀγαμέμνονα εἶπεν αὐτὴ τεκεῖν : |
| πνεῖ ἔφη . ἐπιπνεῖ λαοδάμας ] ἐπέρχεται ὁ τὸν λαὸν δαμάζων Ἄρης . ἐπιπνεῖ ] ἔρχεται . ἐπιπνεῖ ] ἐμπίπτει | ||
| ἀπέφθισε : συνέφθειρεν . θήρα : ἄγρα . πιέζων . δαμάζων , συσφίγγων , ὡς μὴ ἐῶν αὐτὸν ἀναπνεῦσαι . |
| μάσθλης . Εἶδες οἷ ' ὑπέρχεται : ὡσπερεὶ γέροντας ἡμᾶς ἐκκοβαλικεύεται . Ὦ πόλις καὶ δῆμ ' , ὑφ ' | ||
| ἐπιχειρεῖ ἀπατᾶν . κόβαλα γὰρ καλοῦσι τὰ πανουργήματα . ΓΘ ἐκκοβαλικεύεται : λῃστεύει : κόβαλοι γὰρ οἱ μετὰ ξύλου λῃσταί |
| δοκοῦσι δὲ πάντες εἶναι φυλακτήρια περίαπτα καὶ ὠκυτόκια , μηρῷ προσαπτόμενα . Λίθος ὀφίτης ὁ μέν τίς ἐστι στιβαρός , | ||
| ταύτην ἀπὸ μὲν τῆς δύσεως ὁρίζει τὰ Πυρηναῖα ὄρη , προσαπτόμενα τῆς ἑκατέρωθεν θαλάττης τῆς τε ἐντὸς καὶ τῆς ἐκτός |
| , καὶ ἀτιμίαις . ἐγκατέδησε : συνέκλεισεν , ἐδέσμησεν . Γαστήρ : γνώμη . ἀνάσσει : βασιλεύει . Ἠερίῃς : | ||
| γαμηρὸς , συγκοπῇ καὶ προσθέσει τοῦ β , γαμβρός . Γαστήρ , ὅτι γαστρίζει ἡμᾶς ἐπιχορηγοῦσα τὴν τροφήν . Γλουτοί |
| , προχείρως , προπετῶς . ὕβρισεν ἐξύβρισεν , ἠσέλγησεν , ἐπαρῴνησεν , ᾐκίσατο , ἐτύπτησε , πληγαῖς ἔκοψε , κατηλόησε | ||
| . ὁρῶν δὲ τὰς ὕβρεις , ἃς κατὰ τῶν φιλτάτων ἐπαρῴνησεν , ἀλγεῖ καὶ πρὸς τὸ ἐρώμενον ἀπολογεῖται καὶ εἰς |
| . Ξ κἀπογυμνάζων ] ἀνοίγων . κἀπογυμνάζων ] ἀπολύων . κἀπογυμνάζων ] μὴ κατέχων . κἀπογυμνάζων ] μὴ δεσμεύων . | ||
| κἀπογυμνάζων ] μὴ κατέχων . κἀπογυμνάζων ] μὴ δεσμεύων . κἀπογυμνάζων ] ἀναιδῶς ἀποκαλύπτων καὶ διανοίγων . θ ματαίᾳ ] |
| μόνον ἡμᾶς εὐνοεῖν τοῖς ὁμοφύλοις , ὡς οἴονταί τινες , Ἠσαΐας ὁ προφήτης ἔφη : ” Εἴπατε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς | ||
| ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν . “ πάλιν ὁ Ἠσαΐας : ” Ἐπιστράφητε οἱ τὴν βαθεῖαν βουλὴν βουλευόμενοι καὶ |
| ἐχρήσαντο τοῖς εὐτυχήμασιν . Ὅτι ὁ Εὐμένης ξενολογήσας τά τε ὀψώνια ἅπασιν ἀπέδωκε καὶ δωρεαῖς ἐτίμησε καὶ ἐπαγγελίαις ἐψυχαγώγει πάντας | ||
| συστάσεις , γνώσεις , φιλίας μεγάλων ἀνδρῶν , εὐπορίας , ὀψώνια , δωρεὰς μεγάλας , καρπῶν εὐφορίας , δικαιοσύνην , |
| ἐρωμένων . Κεραμεικῷ . τόπος Ἀθήνῃσιν , ἔνθα καὶ οἱ πόρνοι προειστήκεσαν , εἰσὶ δὲ δύο Κεραμεικοί , ὁ μὲν | ||
| καὶ γυνὴ τὸν ὄνειρον τοῦτον καὶ παῖς ὡραῖος , καὶ πόρνοι γενόμενοι πολλοὺς ὑποδέξονται . καὶ δικαζόμενός τις ἐπὶ τούτῳ |
| δεῖ φιλοσοφίαν οὐ λόγῳ , ἀλλ ' ἔργῳ ἑλέσθαι . Δίκαια μὲν δὴ καὶ οἱ πάλαι ἔπραξαν ἄνθρωποι ἐφ ' | ||
| πράττουσιν ἢ ἄδικα , ὅταν τὰ αὑτῶν ἕκαστοι πράττωσιν ; Δίκαια : πῶς γὰρ οὔ ; Τὰ δίκαια οὖν πραττόντων |
| ὑποπτεύειν , ὡς πάλαι μὲν ἐπεθύμει λαβεῖν , ἐκαρτέρει δὲ προσχήματος ἀπορῶν τὸν πόθον αὐτῷ συσκιάζοντος : ἐπεὶ δὲ τὸν | ||
| φύσις πλημμελεῖν αἱρουμένη , εἰ μὴ μετ ' εὐλόγου δυνηθείη προσχήματος , ἀπαρακαλύπτως γε μὴν πονηρεύεται . ἀλώπηξ ὑπό τινος |
| τὸν πλησίον αὐτοῦ , καὶ πρὸς τὸν Λευὶ ἐγγίσατε ἐν ταπεινώσει καρδίας , ἵνα δέξησθε εὐλογίαν ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ | ||
| ταπείνωσις : ταπεινὸν δὲ ἡ δειλία , ἡ δὲ ἀνδρεία ταπεινώσει καὶ δειλίᾳ πολέμιον . ” καὶ ὁ ποταμὸς ὁ |
| ὡς ἀσεβῆ ἀνελόντες , ἀλλὰ φύγοιμεν τὸν θάνατον , μὴ χαρισάμενοι τῇ πατρίδι ὡς μετὰ θάνατον ἴσως εὐκλείας τευξόμενοι ; | ||
| δῆμον ἔλεγον , ὅτι τὰς μὲν εἰς ἑαυτοὺς ὕβρεις ἀφείκασι χαρισάμενοι πολλοῖς καὶ ἀγαθοῖς ἀνδράσι δεομένοις , οἷς οὐκ ἦν |
| καὶ τὸν πλησίον παραγκωνιζόμενος , καρύκης τὸ γένειον ἀνάπλεως , κυνηδὸν ἐμφορούμενος , ἐπικεκυφὼς καθάπερ ἐν ταῖς λοπάσι τὴν ἀρετὴν | ||
| κυνηδόν “ . [ ὅτι ] κυνικοί εἰσι φιλόσοφοι . κυνηδὸν ] δίκην κυνός . σοφίαν σιτήσομαι ] μέλλω λήψεσθαι |
| εὐδαίμων , ἐν δὲ τοῖς κατ ' αἴσθησιν καὶ ἀλόγοις κινήμασιν εἰκάζει . τὰ γὰρ μὴ παρὰ τὴν τοῦ λόγου | ||
| . στυγνῆς πρὸς κύμασιν ἄτης ] ταραχαῖς . . λυπηρᾶς κινήμασιν βλάβης . . ἦ σοφὸς ] τὸν Πιττακὸν λέγει |
| ἀνέσχον συμμαχίαν καλοῦντες . Πλαταιεῖς ἐκ τῆς πόλεως ἀντανέσχον πυρσοὺς φιλίους , ἵνα διὰ τῆς ἐπιπυρσείας ἀπατήσαντες Θηβαίους πείσωσιν ἀποστῆναι | ||
| δ ' αὖ γεράεσς ' ἱεροῖσιν : ἠδὲ γάμους δῶκεν φιλίους , καὶ λέκτρα γυναικῶν ὤπασεν εὐθαλάμων , λέκτροις δέ |
| . Ἑδώλοισιν . ὑποστρώμασι νηός , ζυγαῖς , καθέδραις . Ὄρθιον νόμον Θαμύρα . ὁ κιθαρῳδικὸς τρόπος τῆς μελῳδίας , | ||
| Ταϋγέτου πόδ ' ] Σκοπῶν . Ἔμβαλον ] Προσέῤῥηξαν . Ὄρθιον ] Ἐξάκουστον . Μεταλαμβάνειν ] Κοινωνεῖν . Περιστέλλων ] |
| ἐνταῦθα τὸ πάντα ἤγουν κατὰ πάντα τὰ ποικίλα ἐσθήματα . εὐφρόνως ] φρονίμως . λόγοις ] ἐν . κλύων ] | ||
| ' αὐλῶν δονέονται : δάφνᾳ τε χˈρυσέᾳ κόμας ἀναδήσαντες εἰλαπινάζοισιν εὐφρόνως . νόσοι δ ' οὔτε γῆρας οὐλόμενον κέκραται ἱερᾷ |
| σκόπει γ ' αὐτὴν σφόδρα : μόνην γὰρ αὐτήν , ὦνερ , οὐ γιγνώσκομεν . Πολύν γε χρόνον οὐρεῖς σύ | ||
| εἶτ ' ἠρόμεθ ' ἄν : Πῶς ταῦτ ' , ὦνερ , διαπράττεσθ ' ὧδ ' ἀνοήτως ; Ὁ δέ |
| ὀδόντας αὐτοῦ ὁρᾷς ; αἱ μὲν γὰρ χάριτες , ὦ Διοσκόρω , πολλαί , καὶ μάλιστα ὁπόταν ᾄδῃ καὶ ἁβρὸς | ||
| . Εὖ γ ' , εὖ γε ποιήσαντες , ὦ Διοσκόρω . Ἴσως ἂν εὖ γένοιτο : θαρρεῖτ ' , |
| : μέλισμα , μέλος , λάλημα , ὅθεν καὶ τὸ ψίθυρος ὁ λάλος . ἡ δὲ φωνὴ τῶν κατὰ μίμησιν | ||
| λαμβάνουσιν . ἔστι γὰρ ψίθυρ ψίθυρος ὡς μάρτυρ μάρτυρος καὶ ψίθυρος ψιθύρου ὡς μάρτυρος μαρτύρου : τὸ δὲ ψίθυρ παρὰ |
| τὴν Σελήνην ἴδῃ ἢ συναφὴν αὐτῆς ἐπέχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ φυγὼν ἀπάγξεται ἐὰν μή τις ἀγαθοποιὸς ἰδὼν τὴν Σελήνην λύσῃ τὴν | ||
| Σελήνην ἴδῃ ἢ πρὸς αὐτὴν συναφὴν ἔχῃ αὐτοχειρίᾳ ὁ φυγὼν ἀπάγξεται ἐὰν μή τις ἀγαθοποιὸς ἰδὼν τὴν Σελήνην λύσῃ τὴν |
| τύχῃ λέγων ὁ πλούταξ , πάνυ τοῦτ ' ἐπαινῶ καὶ καταπλήττομαι δοκῶν τοῖσι λόγοισι χαίρειν . εἶτ ' ἐπὶ δεῖπνον | ||
| ] ὦ ἰὼ ] ὦ πέφρικ ' ] φοβοῦμαι καὶ καταπλήττομαι πρᾶξιν ] τὴν δυστυχίαν , τὸ πάθος ἡμέτερα † |
| πήδημ ' ὀρούσας ἀμφὶ Πλειάδων δύσιν : ὑπερθορὼν δὲ πύργον ὠμηστὴς λέων ἄδην ἔλειξεν αἵματος τυραννικοῦ . θεοῖς μὲν ἐξέτεινα | ||
| ] ὑπεραναβὰς ὁ λαός . πύργον ] τὴν πόλιν . ὠμηστὴς ] ὠμοφάγος . λέων ] ἤγουν ὥσπερ . ἄδην |
| καί σύνδεσμος . . οὗτοι αἰσχροί . . Ἀρίστυλλος : αἰσχροποιὸς οὗτος . . καλαμίνθης : Δυσώδης βοτάνη καὶ ὄφεις | ||
| εἶδος ἀθάρας ἀπὸ φασηλίων . Σμοιός : Κύριον ὄνομα . αἰσχροποιὸς εἰς γυναῖκας , καὶ ἱππεύσας πρότερον , καὶ τοῖς |
| εἶτα παράγραφος . στροφὴ ἑτέρα κώλων ιβʹ . ἡμέτερα + ἀνδροκμήτας : στροφὴ ἑτέρα κώλων χοριαμβικῶν ιβʹ . ἐπὶ τῶι | ||
| αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς , ἧς ἡ ἀρχὴ ” ἀνδροκμήτας “ : κώλων γάρ ἐστι καὶ αὕτη ιβʹ . |
| Ἐρινὺν Ἔριν εἶπεν . ὑποκοριστικῶς Ἔριν εἶπε τὴν Ἐρινύν . παιδολέτωρ δ ' ἔρις : ὑποκοριστικῶς τὴν Ἐριννὺν Ἔριν εἶπεν | ||
| φρένας : οὐ γὰρ ἂν ἠράσατο τοῖς παισίν . θ παιδολέτωρ δ ' Ἔρις : ταῦτα παρορμᾷ : δῆλον δὲ |
| θεοκλύτοις ] ἃς ὁ θεὸς ἀκούει . . λιταῖς σε θεοκλύτοις ἀπύουσαι ] παρακλήσεσιν αἷς ἄνθρωποι τοὺς θεοὺς καλοῦσιν εἰς | ||
| καὶ μέχρι τοῦ οὐρανοῦ ἀνέρχεσθαι ὥστε ἀκουσθῆναι τοῖς θεοῖς . θεοκλύτοις ] μεγάλαις . θεοκλύτοις ] μεγάλαις ἃς καὶ θεὸς |
| τοιάδε τόλμα : θῆλυς ἄρσενος φονεύς : ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν | ||
| Κλυταιμνήστρας . λαθραίου ] κεκρυμμένης . νιν ] αὐτήν . δυσφιλὲς ] ἤγουν μισητόν . δάκος ] θηρίον . σημείωσαι |
| δαῖτας . ὥστε διττὸν τὸ ὄνομα λέγεται . Λύμη , λυμαίνω : ἀπὸ τοῦ λύμη λυμαίνω . τοῦτο παρὰ τὸ | ||
| παρὰ τὸ λυμαίνειν τὸ ὑποκείμενον . ἀπὸ οὖν τοῦ λῦμα λυμαίνω , καὶ ἀπολυμαίνω . φύσει δὲ τὸ ὕδωρ τῆς |
| καὶ Κολοφῶνα καὶ Σμύρνην . πάντως , Κύρνε , καὶ ὔμμ ' ἀπολεῖ . Δόξα μὲν ἀνθρώποισι κακὸν μέγα , | ||
| τοῦθ ' ὅσον σθένει μαθεῖν , βουλῇ πιφαύσκω δ ' ὔμμ ' ἐπισπέσθαι πατρός . ὅρκος γὰρ οὔτι Ζηνὸς ἰσχύει |
| ἰαυθμοὺς ἠθάδας διζήμενοι , καὶ κρίμνα χειρῶν κἀπιδόρπιον τρύφος μάζης σπάσονται προσφιλὲς κνυζούμενοι , τῆς πρὶν διαίτης τλήμονες μεμνημένοι . | ||
| ] φάγωσι . σπάσονται ] λάβωσι , φάγωσι . θ σπάσονται ] γεύσονται . σπάσονται ] πάσσονται , ἤγουν γεύσονται |
| ἦλθες εἰς τοὺς ἐμοὺς δόμους . ἐπειδὴ εἶπεν ὦ δυστυχεστάτα παντάλαινα νύμφα , ἐπήγαγεν οἰκτροτάτη γάρ , ἀντὶ τοῦ : | ||
| ' ἄχη ] πανάθλια . δεῖ πανταλαίνου εἶναι , ἢ παντάλαινα . εὕρηται δὲ ἐν πολλοῖς καὶ καλοῖς βιβλίοις οὕτω |
| ἀθλίαν , δυστυχῆ . βοάν ] η . δυσαιανῆ ] δυσθρήνητον : αἰάζω γὰρ τὸ θρηνῶ . δαΐοις ] πολεμικοῖς | ||
| κράζε , φώνει . φώνει . δυστυχῆ . δυστυχέστατον . δυσθρήνητον . θρηνητικὴν . πολεμικοῖς . πολεμίοις . διακεκομμένοις ἢ |
| . θεοκλύτοις ] αἷς ἄνθρωποι τοὺς θεοὺς καλοῦσιν εἰς ἔλεον ἐπικαλούμεναι . θ θεοκλύτοις ] ἃς ὀφείλει ὁ θεὸς ἀκοῦσαι | ||
| αὗται βιάζονται γὰρ εἰσέλκουσί τε , τοὺς μὲν γέροντας ὄντας ἐπικαλούμεναι πατρίδια , τοὺς δ ' ἀπφάρια , τοὺς νεωτέρους |
| Ἀγωνοθέται καὶ ἀθλοθέται διαφέρει . ἀγωνοθέται μὲν οἱ ἐν τοῖς σκηνικοῖς , ἀθλοθέται δὲ οἱ ἐν τοῖς γυμνικοῖς ἀγῶσιν . | ||
| ῥᾳστώνην θηλυδριῶτιν . ἔχαιρε γὰρ μίμοις καὶ θαυματοποιοῖς καὶ πᾶσι σκηνικοῖς ἀθύρμασι , καὶ τοῖς τοιούτοις διημερεύων αἰσχροῖς ἠλόγει πάμπαν |
| πορνίδιον , οὐδὲ θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην . οὕτω τὸ γῆρας σωφρονοῦν οὐκ εὐτυχεῖ . Μάλιστα δ ' ἐκπλήττει με τῶν | ||
| ἀκολασία κρατεῖ βίος τε ἀγεννὴς καὶ ἀνελεύθερος εὐδοκιμεῖ καὶ τὸ σωφρονοῦν ὀνειδίζεται . ἐν Ἰωνίᾳ μὲν ταῦτα , αἱ Λάκαιναι |
| : τὸ χ ὅτι εἰς παροιμίαν μετήχθη ὁ στίχος : ἠπάτησαν ἀνεπτέρωσαν , τουτέστιν ἐπῆράν με καὶ ὥσπερ ἐπαφῆκάν με | ||
| Πανεπίκλοπον : πανφρόνιμον . Λίχνον : λαίμαργον . Ἤπαφον : ἠπάτησαν . περί : ἐν . ἕσαντες : περι - |
| ὀδυνηρὸς ἀπὸ χολώδους αἵματος ἔχων τὴν γένεσιν . τπδʹ . Ἄνθραξ ἐστὶν ὄγκος ἑλκώδης ἐκ τοῦ μελαγχολικωτέρου σαπέντος αἵματος . | ||
| θεραπεύει καὶ σκόλοπας ἐπισπᾶται καὶ θηριοπλήκτους καὶ ἑρπετοδήκτους ἰᾶται . Ἄνθραξ λίθος ἐστὶ πολύτιμος , καθαρός , λυχνίτης , πυραυγίζων |
| . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι Αἰσχύλος φησί . . . . : . . | ||
| . . Αἰσχύλος : μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ |
| . [ ὡς μήποτ ' ἄνδρα τόνδε νυμφίον καλῶν . ἐπήινες ' ἀλόχωι πιστὸς οὕνεκ ' εἶ φίλος . ] | ||
| τιμὰς πατρώιους καὶ δόμους ἔχειν ἄφες . στρατὸς δ ' ἐπήινες ' ἔς τ ' ἀπαλλαγὰς πόνων καλῶς λελέχθαι μῦθον |
| ὁ ἐπιλαχὼν αὐτῷ . ὑποφαίνεται δὲ ταῦτα ἐν τῷ Πλάτωνος Ὑπερβόλῳ . Ἐπιμελητὴς τῶν μυστηρίων : παρ ' Ἀθηναίοις ὁ | ||
| Ἑρμῆ , χειραγωγῶν : ἐπεὶ ἤν γε ἀπολίπῃς με , Ὑπερβόλῳ τάχα ἢ Κλέωνι ἐμπεσοῦμαι περινοστῶν . ἀλλὰ τίς ὁ |
| δὲ Ἀκεγχήρης δώδεκα καὶ μῆνας πέντε . Τοῦ δ ' Ἀκεγχήρης ἕτερος δώδεκα καὶ μῆνας τρεῖς . Τοῦ δὲ Ἄρμαϊς | ||
| μετὰ δὲ ταύτην Ῥαθῶτις ἔτη θʹ . μετὰ δὲ τοῦτον Ἀκεγχήρης ἔτη ιβʹ , μῆνας εʹ . μετὰ δὲ τοῦτον |
| ? ? [ ἡδέ ] - ων πληρώματος , % ἠθελήσαμεν , % ἵνα μὴ προλημφθῶμεν , βοηθεῖν ἤδη τοῖς | ||
| τοῦτο δὲ ἦν ὑπότιτθον , πολλῇ δὲ ἐμφράξει κατείχετο : ἠθελήσαμεν οὖν αὐτὸ διὰ καθάρσεως ἐκφράξαι , ἀλλ ' οὐκ |
| ὁτὲ δὲ ἀλήτου . μὴ οὖν βούλου δευτερολόγος ὢν τὸ πρωτολόγου πρόσωπον : εἰ δὲ μή , ἀνάρμοστόν τι ποιήσεις | ||
| αὐτὸς ἔλεγεν , ἡ τύχη ὥσπερ ποιήτρια , ὁτὲ μὲν πρωτολόγου , ὁτὲ δὲ ὑστερολόγου περιτίθησι πρόσωπον , καὶ ὁτὲ |
| λαβεῖν ἐλάττω συνεβούλευσεν , ὥστε εὖ εἰδέναι ὅτι κηδεσταῖς χρησοίμην κοσμίοις καὶ σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου | ||
| πάλιν γὰρ ἥκει ὁ αὐτὸς λόγος , ὅτι τοῖς μὲν κοσμίοις τῶν ἀνθρώπων , καὶ ὡς ἂν κοσμιώτεροι γίγνοιντο οἱ |
| Νὺξ μὲν ἀναπαύει , ἡμέρα δ ' ἔργον ποιεῖ . Νικᾷ παλαιὰς χάριτας ἡ νέα χάρις . Νόμιζε πάντα κοινὰ | ||
| βροτοῖσι περίοδον τ ' ἔχει Χρόνος διοικῶν ἀστέρων γνωρίσματα . Νικᾷ δὲ τούτων οὐθεὶς ἕτερον , ἀλλ ' ἀεί Ἥκει |
| σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως , ἐπιρρήτως δὲ καὶ ἐπιβοήτως καὶ περιβοήτως . τὸ δὲ κεκηρυγμένως ἄηθες . ἐκ δὲ τῶν | ||
| , ζηλωτῶς , λαμπρῶς , ἐκφανῶς ἐπιφανῶς , περιβλέπτως , περιβοήτως , γνωρίμως . τὰ δὲ ῥήματα εὐδοκιμεῖν , εὐδοξεῖν |
| δʹ δίμετρα ἀκατάληκτα , τὸ δὲ εʹ “ αὐτοῦ ποίησα κακκᾶν ” ἑφθημιμερές , ὃ καλεῖται , ὡς εἴρηται , | ||
| οἰκίᾳ . , ἐνταῦθα , ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ . κακκᾶν ] τὸ χέσειν : ἤγουν ἐνταῦθα ἔχεσα . πηδᾶν |
| καὶ ἐδεδίειν γε ἀκούων σου δημηγοροῦντος , καὶ μάλιστα ὁπότε ἠπείλεις ἀνασπάσειν ἐκ βάθρων τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν αὐτοῖς | ||
| ἢ μᾶλλον ἀποβαλεῖν . Συνὼν μὲν ἐλύπεις , ἀποδημήσειν γὰρ ἠπείλεις : ἀποδημῶν δὲ νῦν ἀδικεῖς : τῶν γὰρ ἐν |
| , ἐπὶ τῇ ἰσχύϊ ἡμῶν , ἔμπροσθεν ἡμῶν . . σεμνοπροσωπεῖς ] σεμνὸν καὶ ἔντιμον φαίνη ἔχων τὸ πρόσωπον , | ||
| τὠφθαλμὼ παραβάλλεις κἀνυπόδητος κακὰ πόλλ ' ἀνέχει κἀφ ' ἡμῖν σεμνοπροσωπεῖς . ὦ Γῆ , τοῦ φθέγματος , ὡς ἱερὸν |
| τὸν δὲ Καλλίξενον προσεκαλέσαντο παράνομα φάσκοντες συγγεγραφέναι Εὐρυπτόλεμός τε ὁ Πεισιάνακτος καὶ ἄλλοι τινές . τοῦ δὲ δήμου ἔνιοι ταῦτα | ||
| νεκρὰν ἄνθρωπον ζῶσαν , φησὶν ὅτι θυσίαν συνετέλει πρὸς τῷ Πεισιάνακτος ἀγρῷ . συνεκέκληντο δὲ τῶν φίλων τινές , ἐν |
| : ἄλλως : λέγοι ἄν τις καὶ ἐρωτήσειεν πῶς ταῦτα ἐξημάρτανες δεδοικυῖα τὸν ἄνδρα , ἵν ' ᾖ τὸ ὡς | ||
| ἐκεῖν ' ἐπήινεσα , ὅτ ' ἐς γυναῖκα Τρωιάδ ' ἐξημάρτανες , οὔτ ' αὖ τὸ νῦν σου δεῖμ ' |
| πράσσει καλῶς . δόλοι δὲ καὶ σκοτεινὰ μηχανήματα χρείας ἀνάνδρου φάρμαχ ' ηὕρηται βροτοῖς . νείκη γὰρ ἀνδρῶν φόνια καὶ | ||
| εὔνους τ ' εἰμί : τῆς νόσου δέ σοι ζητοῦσα φάρμαχ ' ηὗρον οὐχ ἁβουλόμην . εἰ δ ' εὖ |
| ἐγὼ δὲ σέ , ὦ παῖ , ἑπτάμηνον ἔτεκον . Ἔγνω δὲ καὶ αὐτὸς ὁ Ἀρίστων οὐ μετὰ πολλὸν χρόνον | ||
| , ὥσπερ οἴονταί τινες , διὰ τὸ γένος μόνον . Ἔγνω μὲν οὖν καὶ πρότερον παῖδα ἀποδεῖξαι , δεδιὼς δὲ |
| . Σαρπίς : ὁ σάρπος . Ῥιπίς : ῥιπίδιον . Καρίς : ἢ καριδάριον . Ψάρ : ὄνομα ἔθνους . | ||
| τερπνός . Καρκίνος . παρὰ τὸ κάρη κινεῖν συνεχῶς . Καρίς . παρὰ τὸ σκαίρειν , σκαρίς τις οὖσα . |
| . τοῦτο δὲ πρὸς τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅτι ἐπιφανὴς ὢν ἐφθονήθη . ἢ οὕτως : ἔχει γὰρ ἡ εὐτυχία οὐ | ||
| ἀνδρῶν ἁπάντων Σωκράτης σοφώτατος . ἀφ ' οὗ δὴ καὶ ἐφθονήθη μάλιστα : καὶ δὴ καὶ ὅτι διήλεγχε τοὺς μέγα |
| δ ' ἀσθενείαι τὸν πόθον διώλεσας . ἐπεί ς ' ἔπαυς ' ἂν δοῦλον ἐννέποντά με καὶ τάσδε Θήβας εὐκλεῶς | ||
| . ὀργῇ δὲ φαύλῃ πόλλ ' ἔνεστ ' ἀσχήμονα . ἔπαυς ' ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσῳσα δούλην οὖσαν : οἱ γὰρ |
| ἐκ θεῶν αὐτῇ μεμοιραμένῃ . οἷοί τε δυσαυχέες : οἱ καυχώμενοι ἀλαζονικῶς ἐν ἑτέρων διαβολαῖς . ἵνα τ ' οὐ | ||
| ἂν εἶδες ὄντας ἀνθρώπων λίθους . † Ὅτι πολλοὶ πειρῶνται καυχώμενοι ἐν λόγοις ἀνδρείους ἑαυτοὺς ποιεῖν καὶ μὴ ὄντες . |
| καὶ ] ἡμίανδρος καὶ ἡμιγύναιξ καὶ διγενὴς καὶ θηλυδρίας καὶ ἑρμαφρόδιτος καὶ ἴθρις , οὗ ἡ ἰσχὺς τεθέρισται . Ἱππῶναξ | ||
| θέσις . Ὀργίσας . μαλάξας . Ἀνδρόγυνος . ἄνανδρος , ἑρμαφρόδιτος . Ἐνάριες . οἱ ὁπλῖται . Τόρνον . τὸ |
| ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν | ||
| αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς . |
| τἄλφιτα , Μητίοχος δὲ πάντα ποιεῖ , Μητίοχος δ ' οἰμώξεται . Δειπνῶμεν ἵνα θύωμεν ἵνα λουώμεθα . Τί καὶ | ||
| ἐγὼ ὀρθὸς ἰδεῖν βίον ἀνέρος ἢ τρόπον ὅστις ἔτ ' οἰμώξεται , οὐ πολὺν οὐδ ' ὁ πίθηκος οὗτος ὁ |
| , ἀλλὰ κατὰ πόδας ἑπόμενος καὶ ἀνιχνεύων ἢ τὸν πεφευγότα νεανί - σκον ἀναζητῶν , ἐπιτυγχάνει κειμένῳ , καὶ λόγων | ||
| Ἐλπιδίου , συγγενὴς δὲ ἐμός , καὶ προσέτι μαθητής , νεανί - σκος καλὸς κἀγαθὸς καὶ ποιῶν ὅθεν ἂν φιλοῖτο |
| δυσπαραβούλοισι φρεσίν , καὶ διάνοιαν μαινόλιν κέντρον ἔχων ἄφυκτον , ἄτᾳ δ ' ἀπάταν μεταγνούς . τοιαῦτα πάθεα μέλεα θρεομένα | ||
| τίς ἂν γονὰν ἀραῖον ἐκβάλοι δόμων ; κεκόλληται γένος πρὸς ἄτᾳ . ἐς τόνδ ' ἐνέβη σὺν ἀληθείᾳ χρησμός . |
| ἀρετῆς δ ' ὀλίγοις ' ἀνδράσι μοῖρ ' ἕπεται . Ὕβριν , Κύρνε , θεὸς πρῶτον κακῶι ὤπασεν ἀνδρί , | ||
| , τελεταῖς τισι καὶ τὸ αἴτιον εἰπεῖν . οὗτος καὶ Ὕβριν καὶ Ἀναίδειαν ὑπέλαβεν εἶναι θεούς , καὶ νεὼς καὶ |
| παιδὸς βοῶντος : „ δεῦτε , λύκος „ οὐκέτι τις πεπίστευκε προσδραμεῖν αὐτῷ καὶ βοηθῆσαι . ὁ δὲ λύκος εὑρηκὼς | ||
| ἐκείνοις πεπιστευκὼς ἀπιστεῖ θεῷ , ὁ δ ' ἀπιστῶν ἐκείνοις πεπίστευκε θεῷ . ἀλλ ' οὐ μόνον τὴν πρὸς τὸ |
| γαστήρ τε γάρ σου καὶ γνάθος πλήρης ˘ – ἔναυλα κωκυτοῖσιν , οὐ λύρα , φίλα οὑμὸς δ ' ἀλέκτωρ | ||
| . μή νυν , ἐὰν θνῄσκοντας ἢ τετρωμένους πύθησθε , κωκυτοῖσιν ἁρπαλίζετε . τούτῳ γὰρ Ἄρης βόσκεται , φόνῳ βροτῶν |
| δωμάτιον ἀπόρρητον , καὶ καταθέμενος λέγει πρὸς αὐτήν : “ Ἥκω σοι φέρων σωρὸν ἀγαθῶν : ἀλλ ' ὅπως εὐτυχήσασα | ||
| τὸν ἐμὸν βίοτον κατέχοις καὶ μὴ λήγοις στεφανοῦσα . ] Ἥκω Διὸς παῖς τήνδε Θηβαίαν χθόνα Διόνυσος , ὃν τίκτει |
| Ἀρδαλιώτης , τοῦ δ ' Ἀρδαλίς Ἀρδαλός ὡς Θετταλός . Ἀρδέα , κατοικία τῆς Ἰταλίας . Στράβων πέμπτῃ . ἐκλήθη | ||
| Ἀλβανῷ ὄρει , διέχοντι τῆς Ῥώμης τοσοῦτον ὅσον καὶ ἡ Ἀρδέα . ἐνταῦθα Ῥωμαῖοι σὺν τοῖς Λατίνοις Διὶ θύουσιν , |
| τὸ μόρσιμον ] τὸ πεπρωμένον . τὸ μόρσιμον ] τὸ μεμοιρασμένον . θΞ τοῦτ ' ἀντ ' ἐκείνων : εἰπόντος | ||
| * κατασκευάσειν . συμπράκτορα . τὴν Τροίαν . * † μεμοιρασμένον . ἐγειρομένων . ταῖς τὰς πόλεις πορθούσαις . . |
| εὐπρεπῶς ἀποθανεῖν ἢ ζῆν ὑποκείμενον δημοτικῷ καὶ φιλοκερδεῖ πρεσβύτῃ . Ἀκήκοας ἀκουσμάτων βαρύτατον , ὦ Σκόπελε ; στόλον Ἀθηναῖοι διανοοῦνται | ||
| ποιῆσαι . Οὔκουν φαίνεταί γε δὴ ἐκ τοῦ λόγου . Ἀκήκοας οὖν ὅτι Θεμιστοκλεῖ Κλεόφαντος ὑὸς ἐγένετο ; Ἀκήκοα . |
| διηθήματι τῆς εἰρημένης γῆς . καὶ καταχρίσαντα πλύμασι μολύβδου μετὰ μυρσινίνου ἐλαίου ἢ μηλίνου ἢ στύμμασιν , ὁμοίως τὸ προπεπτωκὸς | ||
| ἀδίαντον καὶ λάδανον ἴσα λειώσας μετ ' ἐλαίου ὀμφακίνου ἢ μυρσινίνου , ἢ σχινίνου ἐπίχριε . ἄλλο . λάδανον ἀποβρέξας |
| καὶ τὸ ἐνιέμενον εἰς αὐτό . Σῶστρα . σωτήρια , μήνυτρα , μέτρα . Σώχουσι . τρίβουσι . Ἄρδιν . | ||
| Ἥκων δὲ εἰς ἄστυ ζητητάς τε ἤδη ᾑρημένους καταλαμβάνειν καὶ μήνυτρα κεκηρυγμένα ἑκατὸν μνᾶς . Ἰδὼν δὲ Εὔφημον τὸν Καλλίου |
| , τὰ δὲ πλάγια , τὰ δὲ κατὰ ἔμφασιν . Ἐναντία μὲν οὖν ἐστιν , ὅταν τὸ ἐναντίον κατασκευάζωμεν , | ||
| πάντων τῶν ἐν τῇ χώρᾳ , ὁπόταν τινὸς δεηθῶσιν . Ἐναντία γε μὴν καὶ τάδε τοῖς ἄλλοις Ἕλλησι κατέστησεν ὁ |
| τοῦτο μὴ διδάξεις μηδένα . ἰδού . τί ἐστιν ; ὤμοσας νυνὶ Δία . ἔγωγ ' . ὁρᾷς οὖν ὡς | ||
| ἵλεως μὲν ὁ Ἀκινάκης καὶ ὁ Ἄνεμος εἶεν , οὓς ὤμοσας : εἰ δ ' οὖν τις ἀπιστοίη αὐτοῖς , |
| . Κωνσταντίνῳ δὲ καὶ ἥδε ἡ βασιλεία προθύμως καὶ χαίρουσα προσεχώρησεν . Ἐπεὶ δὲ καὶ Λικίνιον ὠμῶς καὶ ἀπανθρώπως τοῖς | ||
| , ἀκμάσαντα δὴ μάλιστα μέχρι τῶνδε , ἕως Ἰταλία πᾶσα προσεχώρησεν ἐς τὴν Ῥωμαίων πολιτείαν , χωρίς γε Λευκανῶν καὶ |
| πρῶτον μὲν Θουκριτίδην καὶ Χαρισιάδην : ὁ γὰρ τούτων πατὴρ Χαρίσιος ἀδελφὸς ἦν τοῦ πάππου τοῦ ἐμοῦ Θουκριτίδου καὶ Λυσαρέτης | ||
| ἡ τοῦ Αἰήτου θυγάτηρ . Θριδακίνη : τὸ μαρούλιον . Χαρίσιος : ὄνομα κύριον , ἐξ οὗ καὶ Χαρισίου πόρτα |
| : ἐπεὶ γὰρ Ἄργους οὐ μέτεσθ ' ἡμῖν ἔτι , ψήφωι δοκῆσαν , ἀλλὰ φεύγομεν πάτραν , πῶς ἂν δικαίως | ||
| , παῖ , δυσφήμους φήμας , ἀγγέλλους ' Ἀργείων δόξαι ψήφωι τᾶς σᾶς περὶ μοίρας . ὦ δεινὰ παθοῦς ' |
| , καταλειφθήσεται , ἐναπομείνῃ ἐναπομενεῖ ἄβρωτον , ἐνυπομενεῖ . ⌈ ἀπολῇ [ ἀπολεῖ ] ] μαστιγωθήσῃ . ἀρτίως ] πρὸ | ||
| σοι , εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς |
| ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ | ||
| ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ |
| κυμαίνοντ ' ] ταραχώδη . κυμαίνοντ ' ] ἐπηρμένα . κυμαίνοντ ' ] θρασέα , βλάσφημα . θ ἔπη ] | ||
| γεγωνᾷ ἀσυνδέτως ἐξήνεγκεν . θ κυμαίνοντ ' ] ἀλαζονικά . κυμαίνοντ ' ] ταραχώδη . κυμαίνοντ ' ] ἐπηρμένα . |
| καὶ τὰ φύλλα λεπτομεροῦς τε καὶ θερμῆς ἐστι δυνάμεως . Ἀκάνθης λευκῆς ἡ μὲν ῥίζα ξηραντικὴ καὶ μετρίως ἐστὶ στύφουσα | ||
| ὀξυμέλιτι ἀναγαργαριζόμενον ὠφελεῖ πάνυ : καταφέρει γὰρ ὑγρασίαν πολλήν . Ἀκάνθης Αἰγυπτίας . δραχ . αʹ ἴρεως . . . |
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ | ||
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ |
| τῷ αὐτίκα χρησίμῳ ὑμῶν τε καὶ ἐκείνων πολεμίῳ τὸ δίκαιον λήψεσθε , τοῦ μὲν ὀρθοῦ φανεῖσθε οὐκ ἀληθεῖς κριταὶ ὄντες | ||
| αὐτῷ συγγνώμην εἴχετε : νῦν δὲ παρὰ τοῦ ποτε καὶ λήψεσθε δίκην , εἴπερ ἐξέσται τοῖς τριάκοντα λέγειν ὅτι τὰ |