” Αἴσωπε , ὅτι μὲν εἶ λόγιος ἀπὸ τῶν εἰρημένων ἐμφανές ἐστιν , ἀλλ ' ἐγὼ ἐπλανήθην τῷ ὀνείρῳ :
περίσημον : ἄστρον περίβλεπτον ὄμμασι σημεῖον διάδηλον * περίσημον : ἐμφανές * ἀπλανές : πολυπλανές διαστεῖλαν τοὺς πλανήτας * ἀστράσιν
5728213 ἐπιστρεφομενον
, μένον ἐν ἑαυτῷ καὶ προϊὸν ἀφ ' ἑαυτοῦ καὶ ἐπιστρεφόμενον πρὸς ἑαυτό . Στοιχεῖα γὰρ αὐτοῦ τῆς οὐσίας τὰ
. Ὥστε ἡ μὲν οὐσιώδης ἐπιστροφὴ πρὸς ἐκεῖνο ποιεῖ τὸ ἐπιστρεφόμενον , οἷον ἐκεῖνο , ἡ δὲ ζωτικὴ συνημμένον αὐτῷ
5552540 στενοτερον
ἐνωμοτία ἀνδρῶν ῆ ἢ , . ἢ κε . . στενότερον ] στενώτερον κοινῶς . στεινότερον κατὰ τὸν κανόνα τὸν
τοῦ πλαισίου , τὸ μέσον ἂν ἐξεπίμπλασαν , εἰ μὲν στενότερον εἴη τὸ διέχον , κατὰ λόχους , εἰ δὲ
5536427 ἀναλυθεντος
ἀπὸ τῆς εὑρημένης τῶν περιόδων ἐπουσίας συνεστάσθαι τοῦ μὲν χρόνου ἀναλυθέντος εἰς ἡμέρας , τῶν δὲ ἀποκαταστάσεων μετὰ τῆς ἐπουσίας
καὶ ὁ τέταρτός ἐστι μο ιη ↑ Ϟ Ϛ , ἀναλυθέντος καὶ τούτου εἰς κγʹ , λείπεται ριδ κγʹ .
5521566 ἀποβλεπουσι
. ὥστε ὥρα δημηγορεῖν . ὁρᾷς ; πάλαι πρὸς σὲ ἀποβλέπουσι περιμένοντες ὅ τι καὶ ἐρεῖς . Ἀλλ ' ὅ
χρείαν οὐκ ἔχουσιν οἱ θεοί , εἰς δὲ τὸ ἦθος ἀποβλέπουσι τῶν προσιόντων , μεγίστην θυσίαν λαμβάνοντες τὴν ὀρθὴν περὶ
5389889 ἀποδεδειγμενον
ἂν κομίσηται πάντα . . . ἀποπεφασμένον : ἀντὶ τοῦ ἀποδεδειγμένον . . . ἀποικοδομεῖς : ἀντὶ τοῦ ἀποφράττεις .
Ἀντιφάνην περὶ τοῦ ἵππου , ἀντὶ δὲ τοῦ εἰς ὀχείαν ἀποδεδειγμένον ὁ αὐτὸς ἐν τῷ αὐτῷ λόγῳ : φησὶ γάρ
5298499 περυσινου
ὥσπερ ἀπὸ λευκοῦ εἰς μέλαν μεταβαλλόμενον , οὕτως ἀπὸ τοῦ περυσινοῦ πάθους εἰς τὸ τητινόν , οὐ καθὸ ἀπὸ πάθους
καὶ ἀχρεῖον . Βεβαιότερον δὲ συμφυήσεται τὰ νέα κλήματα ἔχοντα περυσινοῦ κλήματος μέρος . Οὐχ ἅμα δὲ τῷ ἀφαιρεθῆναι τῆς
5266970 ἀθροιζομενον
ὡς ἐμαυτὸν πείθω λίαν ὀρθῶς . θιάσους ἄγων ] τὸ ἀθροιζόμενον πλῆθος ἐπὶ τελετῇ καὶ τιμῇ τῶν θεῶν . εὐοῖ
αὐτοῦ τὴν ἐκροὴν λεκάνης κενῆς , ὥστε ἀναλαμβανόμενον αὖθις τὸν ἀθροιζόμενον οἶνον ἐν αὐτῇ καταντλεῖσθαι δεύτερον . γνωστέον δ '
5234032 κεκρυμμενον
παράγοντες ἡμεῖς Ἄμμωνα λέγομεν , Μανέθως μὲν ὁ Σεβεννύτης τὸ κεκρυμμένον οἴεται καὶ τὴν κρῦψιν ὑπὸ ταύτης δηλοῦσθαι τῆς φωνῆς
ἐπιστάτει καὶ ἐγχρίων μή ποτε ἀπείπῃς , ἕως ἐπὶ τὸ κεκρυμμένον ἱερῶν λόγων φέγγος ἡμᾶς μυσταγωγῶν ἐπιδείξῃς τὰ κατάκλειστα καὶ
5205755 λιμναζοντος
καὶ παντοδαπὴν καταφέροντος , ἔτι δὲ κατὰ τοὺς κοίλους τόπους λιμνάζοντος , ἕλη γίνεται πάμφορα . ῥίζαι γὰρ ἐν αὐτοῖς
διὰ τὴν ἔκκαυσιν μετέβαλεν . Ἀναξαγόρας τοῦ κατ ' ἀρχὴν λιμνάζοντος ὑγροῦ περικαέντος ὑπὸ τῆς ἡλιακῆς περιφορᾶς καὶ τοῦ λιπαροῦ
5185619 φθειρομενον
: % οὔτε γὰρ ἄφθαρτόν [ ] ἐστιν , ἐπεὶ φθειρόμενον [ ] ὁρῶμεν αὐτό , % οὔτε δύναται ?
ζῆν διὰ τὰς πλεονεξίας καὶ τὴν τρυφήν : τὸ μὴ φθειρόμενον ὑπὸ τῆς ἰδίας κακίας ἄφθαρτόν ἐστιν , ἐπειδὴ πᾶν
5125664 ἐπιλαμβανοντος
προαίρεσιν αὐτοῦ , καὶ τοῦ τόπου τὸν τρόπον τῆς προαιρέσεως ἐπιλαμβάνοντος . ὕστερον δὲ δὴ ἀγνοοῦντες τὴν αἰτίαν , τοῖς
μετ ' ἀναβρώσεως γίνεται , τὸ συνεχὲς ἀεὶ τοῦ δέρματος ἐπιλαμβάνοντος τοῦ πάθους , ὅθεν αὐτῷ καὶ τοὔνομα . γεννᾷ
5112062 κλαπεν
δὲ σημείων ἀνεύρετον στοχάζηται , παρολκήν τινα χρόνου λαβὸν τὸ κλαπὲν ὕστερον εὑρεθήσεται : ἡ γὰρ τοῦ Ἡλίου δύναμις ἰσχυροτάτη
δὲ ὑπόγειον ἐὰν μὲν ᾖ δίσωμον γίνωσκε ὅτι ἐξετέθη τὸ κλαπὲν ἤτοι εἰς ἀδελφοὺς ἤ τινας συγγενεῖς , εἰ δὲ
5086206 μενον
, πολλῷ ἐς τὴν μισθοδοσίαν τὸν Τισσαφέρνην ἀρρωστότερον γενό - μενον καὶ ἐς τὸ μισεῖσθαι ὑπ ' αὐτῶν πρότερον ἔτι
γὰρ λάβωμεν Δημοσθένην ἐν προβλήματι , ἴσμεν καὶ πολιτευό - μενον ὄντα , καὶ πατέρα , πολλάκις δὲ καὶ παιδευτὴν
5080730 συνεσταλθαι
, . . : τὸν ἔμβολον παρὰ τὸ εἰς ὀξὺ συνεστάλθαι . ἀντὶ τοῦ Περσίδος . τὴν ναῦν δόρυ εἴρηκεν
διχῇ : ἡ μὲν διαστολὴ εἰς τὸ διαστέλλεσθαί τε καὶ συνεστάλθαι . διαστέλλεσθαι μὲν οὖν εἶναι λέγομεν τὸ πρὸς τὸ
5073035 ἐκρει
διὰ τοῦ Ἡρακλεωτικοῦ στόματος εἰς τὸν καλούμενον Βουβαστιακὸν , ὃς ἐκρεῖ διὰ τοῦ Πηλουσιακοῦ στόματος : θέσις δέ ἐστι τῆς
κάλλιόν τε καὶ ἱερώτερον , ἀπ ' αὐτῶν τῶν βάθρων ἐκρεῖ , ἐφ ' ὧν ὁ νεὼς ἕστηκεν . ὥστε
5070953 Μακαριαν
ὀνομάζει , τὴν δὲ ἁψῖδα ἴτυν . βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς Ἅιδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
σιωπηλῶν : παρόσον αἱ Βάκχαι σιγῶσι . Βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς ᾅδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
5065781 ἀμεταβλητον
πάντα ἓν καὶ τοῦτο ὑπάρχειν θεὸν πεπερασμένον , λογικόν , ἀμετάβλητον . . [ . . . ] ἐν πολλοῖς
τισίν : καὶ χρὴ φυλάττειν αὐτὸν ἐπικείμενον , ὅταν ἐθέλῃς ἀμετάβλητον ἐπὶ πλεῖστον διαμεῖναι τὸ φυλαττόμενον . ὁ δὲ τῶν
5057108 ἀγον
εὔχαρι καὶ ποικίλον καὶ θεῖον ἐφ ' ἅπαντα ταῦτ ' ἄγον σε ποιεῖ μαρτυρεῖν ὅτι καὶ τούτων ἑκάστου χρῆσίς ἐστι
τῷ ῥητῷ καὶ διανοίᾳ : ὅρῳ μὲν ὡς εἰς ταὐτὸν ἄγον τὸ ἄγραφον τῷ ἐγγράφῳ , ἐπεὶ κἀκεῖ , ἐν
5056117 ἐναντιωμα
, ἀλλὰ καὶ κακῶς ποιοῦσι . Πρὸς δὲ τούτοις καὶ ἐναντίωμα λέγει : φησὶ γὰρ καὶ ἔργῳ καὶ λόγοις καὶ
περὶ μοίρας ιηʹ , τάπεινωμα Ἄρεως περὶ μοίρας κηʹ , ἐναντίωμα Κρόνου , τρίγωνον ἡμέρας μὲν Ἀφροδίτης , νυκτὸς δὲ
5048621 ἀπλανες
ἄστρον περίβλεπτον ὄμμασι σημεῖον διάδηλον * περίσημον : ἐμφανές * ἀπλανές : πολυπλανές διαστεῖλαν τοὺς πλανήτας * ἀστράσιν : ζῳδίοις
αἰσθήσεων σκοτίην ὀνομάζει ἀφαιρούμενος αὐτῆς τὸ πρὸς διάγνωσιν τοῦ ἀληθοῦς ἀπλανές . λέγει δὲ κατὰ λέξιν : γνώμης δὲ δύο
5041999 σκιαδιον
γὰρ τὸ Διονύσου σκιάδιον καλεῖται . καὶ πτερὸν δὲ τὸ σκιάδιον οἱ κωμῳδοποιοὶ καλοῦσιν . ὁ δὲ Στράττις ἐν Ψυχασταῖς
. θολία : πῖλος εἰς ὀξὺ ἀπολήγων , οἱ δὲ σκιάδιον . θόλοι : στέγαι , ἐπάλξεις , καμάραι .
5040203 παντελες
θαρρήσαντος διὰ μάχης αὐτοῖς ἐλθεῖν οὐδὲ μὴν ἀντιτάξασθαι ἐς τὸ παντελές . . . . ναῦς : Ἀρριανός : Τραϊανὸς
παντελὲς ἢ πρὸς τὸ Ζεὺς νοητέον οὕτως : ὦ Ζεῦ παντελές , ἤτοι ὁ πάντα τελῶν ἢ ὁ κατὰ πάντα
5038675 Φυκος
. Φάρος . οἷον φέρος . τὸ φερόμενον ἱμάτιον . Φύκος . παρὰ τὸ φύεσθαι . ἐστὶ δὲ φυτόν τι
. Φάρος . οἷον φέρος . τὸ φερόμενον ἱμάτιον . Φύκος . παρὰ τὸ φύεσθαι . ἐστὶ δὲ φυτόν τι
5032147 ῥαγοειδουϲ
ϲταφύλωμα καὶ ὅταν κατὰ ῥῆξιν τοῦ κερατοειδοῦϲ πρόπτωϲιϲ μεγάλη τοῦ ῥαγοειδοῦϲ γένηται . διαφέρει δὲ τοῦτο τοῦ πρώτου , ὅτι
τὰ πολλὰ πληγαῖϲ ἕπεται ϲφοδραῖϲ καὶ ἐπὶ φλεγμονῇ δὲ τοῦ ῥαγοειδοῦϲ ϲυμβαίνει , ῥαγέντων τῶν ἐν αὐτῷ ἀγγείων . ἡ
5021801 γεωδες
τὸ τοῦ φλέγματος ὑγρὸν καταλιπεῖν ἐν τῷ σώματι καὶ ὑπόλοιπον γεῶδές τε καὶ πολὺ τὴν φύσιν ὑπάρχον . Μάλιστα δὲ
' ὧν διαφθείρεται τὰ σώματα . αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ γεῶδές ἐστιν ἡ τοῦ σώματος πῆξις , τὸ δὲ ὑγρὸν
5012196 εὐρυχωριην
πνεῦμα χωρήσει , ἀλλ ' ὕδωρ , οὐ γὰρ ἔχει εὐρυχωρίην ᾗ ἀποπνεύσεται τὸ ὕδωρ : ὧδε δὴ ἔχει καὶ
, ἵνα οἱ εὐρυχωρίη πλείστη . Εἰλέεται οὖν ἐξευρὸν ἑαυτῷ εὐρυχωρίην , καὶ τοῦ μὲν ὕδρωπος τὸ ἀποκριθὲν ἀπὸ τῆς
5007704 κατωφερες
ὂν ἢ μένειν ἢ κυκλοφορεῖσθαι , τὸ δὲ ἀνωφερὲς ἢ κατωφερὲς τῶν μὴ ἐν οἰκείοις ὄντων εἶναι τόποις τὸν οἰκεῖον
ἦν ἐκεῖσε : ἐμπόριον γάρ ἐστι , καὶ διὰ τὸ κατωφερὲς τῶν ναυτῶν ἐκεῖσε ἔτρεχον αἱ πόρναι . οὐ κατορύξεις
4996921 μειουμενον
Τούτων οὖν προειρημένων ἀποδείξομεν νῦν ὅτι τοῦ ζῳδιακοῦ τὸ τάχος μειούμενον οὐδέποτε ἔλασσόν ἐστιν τοῦ τάχους τοῦ ἡλίου , ἀλλ
τῶν δ ' ἐπιπέδων κύκλον . γῆρας καὶ πᾶν τὸ μειούμενον ὅμοιον : καὶ αὔξην καὶ νεότητα ταὐτόν . ὑγίειαν
4996408 ἐντονον
τὸ ] ταῖς συχναῖς ἐπιστροφαῖς τε καὶ κατακλήσεσι χαλάσῃ τὸ ἔντονον ὁ θὴρ καὶ τῆς ὁρμῆς ἀμαλδύνῃ τὸ ἄσχετον .
τῷ Ἰσοκρατικῷ παραπλήσιον , πλὴν ὅσον πικρόν ἐστι καὶ σφόδρα ἔντονον , τὰ δ ' ἄλλα ὁμοία ἡ λέξις :
4993058 νευρωδες
, εὐαίσθητον δ ' αὐτοῦ τὸ πρὸς τῇ κοιλίᾳ καὶ νευρῶδες . ἔξωθεν δὲ σαρκώδης ἐστί , καθὸ τῷ βρόγχῳ
' ὄντα τοῖς ῥευματιζομένοις τὰ ἄρθρα καὶ τοῖς πενονθόσι τὸ νευρῶδες ἀνεπιτήδειά ἐστι τοῖς περὶ τὴν κύστιν πάθεσι καὶ ἕλκεσι
4991822 ἐπαναφοραν
ἕτερον τῶν φώτων ἢ καὶ ἀμφότεροι βλάπτοντες ἢ κατ ' ἐπαναφορὰν ἢ κατὰ διάμετρον ἢ καὶ ἐν μέρει τὸ ἕτερον
εἶτα τῶν κατὰ τὴν ἀνατολήν , εἶτα τῶν κατὰ τὴν ἐπαναφορὰν τοῦ μεσουρανήματος , εἶτα τῶν κατὰ τὸ δῦνον ,
4991106 ἀποβλεπον
μυστικόν , ὑποτακτικόν , δίσωμον , ἀνθρωποειδές , στειρῶδες , ἀποβλέπον εἰς τὸν λίβα , ἀπόκλιμα κόσμου , οἶκος Ἑρμοῦ
, ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν , ἀποβλέπον εἰς τὸν ἀπηλιώτην οἶκος Ἡλίου , ὕψωμα καὶ ταπείνωμα
4966647 ἐνεχθεν
καὶ τὸ μ κέντρον τοῦ ἐπικύκλου , τὴν μο περιφέρειαν ἐνεχθέν , τὸν εζη ἐπίκυκλον ἐπὶ τὸν πρχ μετήνεγκε ,
χρήσασθαι δὲ ἔλεγον ἱμάτιον ἢ σκεῦος . νεαρὸν νεωστὶ ὕδωρ ἐνεχθέν : ἔγκειται γὰρ τὸ ἀρύειν , πρόσφατον δὲ τὸ
4963289 συνερχεται
κολλώδους κατηγορήσει οὐσίαν , δι ' ἣν καὶ πρὸς ἑαυτὰ συνέρχεται πυκνούμενα , ὅτε τοῦτο τύχῃ , τὰ παρυφιστάμενα ὥσπερ
τὸν Κυδαντίδην τοῦ δήμου προστάξαντος ζητῆσαι τὴν βουλήν , εἰ συνέρχεται τοῖς φυγάσιν εἰς Μέγαρα , καὶ ζητήσασαν ἀποφῆναι πρὸς
4950712 τρυγωδες
κύστεως , ἣν δὴ καὶ χοληδόχον φαμέν . ὅσον δὲ τρυγῶδές τε καὶ δυσδιεξ - ίτητον , ἀνθέλκει τε καὶ
κύστεως , ἣν δὴ καὶ χοληδόχον φαμέν . ὅσον δὲ τρυγῶδές τε καὶ δυσδιεξ - ίτητον , ἀνθέλκει τε καὶ
4948054 δοξασμα
, βλάμματα , περιτρίμματα , παιπάλημα , πάτημα , ὅπλισμα δόξασμα δὲ Πλάτων εἶπε καὶ ἀποβλάστημα , Ἀντιφῶν δ '
εἴρηται πολλάκις : ἀλλ ' ἔχομεν ἐν ἡμῖν τοῦτο τὸ δόξασμα , οὐκοῦν κενόν , ὡς τοῦ κενοῦ καὶ τοῦ
4944052 βρεφουϲ
γὰρ παχύτερον γάλα ἀποϲτήματα καὶ δοθιῆναϲ περὶ τὸ ϲῶμα τοῦ βρέφουϲ γεννᾷ καὶ ἡ γαϲτὴρ αὐτοῦ ἐπέχεται , ἀλλ '
δὲ δριμύτερον γένηται τὸ γάλα , ἐκκρίϲειϲ διὰ γαϲτρὸϲ τοῦ βρέφουϲ πλείονεϲ γίγνονται μετὰ δήξεωϲ καὶ ἀνορεξία κρατεῖ ἐξανθήματά τε
4936956 συμφυες
, ἡμικυκλίου ὄντος τοῦ ΞΟΠ , περὶ μέσον τὸ Ο συμφυὲς τῷ κανόνι μοιρογνωμόνιον ἔστω , ὥστε τὸ ἄκρον αὐτοῦ
ἄλλου , παρὰ τίνος ψυχὴ καὶ τὸ ἐπακτὸν καὶ τὸ συμφυὲς τῇ οὐσίᾳ αὐτῆς κάλλος ἔχει ; Ἐπεὶ καί ,
4931783 κοινωνουντος
ἐπὶ τὸ κρεῖττον καὶ παραπαιδαγωγήσῃ εἰς ὠφέλειαν ἑαυτοῦ καὶ τοῦ κοινωνοῦντος , καὶ πῶς χρὴ βιῶναι : δείκνυσι δὲ ὡς
τι : ἐπὶ παρακαταθήκης ἀναισχυντῶσιν : ἀρνούμενοι δηλονότι , μὴ κοινωνοῦντος αὐτοῖς τινος εἰς τὴν τῶν λαφύρων διανομήν ἀληπτότεροι :
4928358 δραμημα
ὃς νῦν ἄχαλκος ἀσπίδων φλέγει με περιβόατος ἀντιάζων , παλίσσυτον δράμημα νωτίσαι πάτρας ἄπουρον , εἴτ ' ἐς μέγαν θάλαμον
εἰς ὕπνον , οὐ πάνυ ἐπαινῶ , ὥσπερ οὐδὲ τὸ δράμημα οὐδὲ τὸ κώκυμα , οὐδὲ τὸ παρ ' Ὑπερείδῃ
4919758 συμβαλλομενον
ἀλλ ' ὁρῶ μέρος οὐκ ἐλάχιστον πρὸς διόρθωσιν τῶν ἁμαρτανομένων συμβαλλόμενον τοῖς ἀνθρώποις τὰ διὰ τῆς τῶν ἀποτελεσμάτων πείρας νουθετήματα
βουλόμενος τὴν ἀκριβῆ εὑρεῖν ἀκολούθησιν τοῦ ἀναγκαίου ἐπιχείρημά τι κατασκευάζει συμβαλλόμενον αὐτῷ πρὸς τὴν εὕρεσιν . λέγει γὰρ ὅτι τὸ
4912317 φυμα
ἔξοδος , μήτ ' αὖ ἔσω μήτε ἐς τὸ δέρμα φῦμα ποιήσῃ ἐξιὸν , φεύγει ἐς τὸ ὑπεῖκον , ἐς
, ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . λέγει γὰρ καὶ Ἀρχίλοχος τὸ φῦμα φυτόν : ἐσθλὴν γὰρ ἀλκὴν οἶδα τοιούτου φυτοῦ [
4899223 διαφανες
ἀστέρων καὶ τὸ πῦρ . ὁρατὸν δὲ καὶ τὸ ἐνεργείᾳ διαφανὲς ὁ πεφωτισμένος δηλαδὴ ἀήρ . ἔτι δὲ καὶ τὸ
ὅταν ἦθος ἁγνὸν καὶ κόσμιον ἐν ὥρᾳ καὶ χάριτι μορφῆς διαφανὲς γένηται , καθάπερ ὄρθιον ὑπόδημα δείκνυσι ποδὸς εὐφυίαν ,
4881622 πρωτογενες
κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων : ἁγίασόν μοι πᾶν πρωτότοκον , πρωτογενές , διανοῖγον πᾶσαν μήτραν ἐν υἱοῖς Ἰσραὴλ ἀπὸ ἀνθρώπου
χαλκοτυπική , κεραμική , φλοιστική , φελλοί , βίβλοι , πρωτογενές , ἀσύνθετον . γλυπτικὴ σφραγίδων , δρυοτομική . *
4877197 βαθοϲ
τῆϲ τριχὸϲ τῆϲ χοιρείαϲ καθέϲεωϲ : κενεμβατεῖ γὰρ πρὸϲ τὸ βάθοϲ τὸ ὄργανον καὶ τῷ λιχανῷ δακτύλῳ παραπεμφθέντι κατὰ τὴν
δὲ δύο κατωτέρω , κατὰ τρίγωνον ϲχῆμα , τὸ δὲ βάθοϲ ὅλον τὸ δέρμα διακαίοντεϲ : οἱ δὲ μίαν μόνην
4872695 ὀστρακινον
γὰρ καλοῦμεν τοὺς κακὰ ὑπομείναντας πολλά : πήλινον δὲ ἢ ὀστράκινον δοκεῖν γεγονέναι πᾶσι θάνατον σημαίνει χωρὶς τῶν διὰ γῆς
χόνδρον τοῦ λιβάνου ἅπτων εἰς λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν , εἶτα περικάθαψον χάλκωμα εἰς κοῖλον τετρημένον κατὰ
4871674 μεταβαλλοντος
αἰσθητῶν κινουμένην καὶ ἐν μεταβολῇ οὖσαν , κατὰ δὲ τοῦ μεταβάλλοντος μηδὲν εἶναι ἀληθὲς ἔλεγον , εἴ γε ἐν ῥύσει
τὴν νόσον , εἰ μὴ τοῦ θεοῦ σημεῖα φαίνοντος καὶ μεταβάλλοντος ἤδη τὴν δίαιταν αὐτὸς μὲν οὕτως εἶχον ὡς ταύτῃ
4868263 διατεταμενον
τὸ ὄργανον ᾧ διέρχεται τὸ πνεῦμα , καὶ πᾶν τὸ διατεταμένον εἰς εὐθύτητα σχῆμα αὐλὸν καλοῦμεν ὥσπερ τὸ στάδιον καὶ
δόξα , μάζα , πίσσα , δίψα . Πᾶν τὸ διατεταμένον εἰς εὐθύτητα σχῆμα αὐλὸν καλοῦμεν , ὥσπερ τὸ στάδιον
4865716 χωρημα
ψηλαφᾷ . εὐρύτερον : πλατύτερον . κύτος : πλάτος , χώρημα , τὴν θέσιν . ἀμφιβαλέσθαι : εἰς τὸ ,
οὖν ὁ χορὸς πλεονασμῷ τοῦ τ , χόρτος . τὸ χώρημα δύναται , καὶ ὁ χῶρος κατὰ συστολὴν , καὶ
4853066 θερμαινομενον
ἀρίστων ὁ Ἱπποκράτης , ἔνθα φησίν : ὕδωρ τὸ ταχέως θερμαινόμενον καὶ ψυχόμενον κουφότατον . οὐ γὰρ ἐπὶ τῶν βορβορωδῶν
ψυχῆς θερμῷ καταναλίσκεται , τὸ δὲ διὰ τοῦ χρωτὸς ἐξωθέεται θερμαινόμενον καὶ λεπτυνόμενον . Τὰ γλυκέα καὶ τὰ πίονα καὶ
4852296 πηρωθεντα
τοῦτο δ ' ἐστὶν ἀφάνταστον αὐτοῦ γενέσθαι τὸ ψυχῆς ὄμμα πηρωθέντα ; καὶ ὅσοι μὲν ἐξ ἀνάγκης τοῦτο ὑπέμειναν ἀπαραιτήτου
τῇ δευτέρᾳ Περὶ βίων : οὐδὲ πτωχεύσειν . ἀλλὰ καὶ πηρωθέντα τὰς ὄψεις μεθέξειν αὐτὸν τοῦ βίου , ὡς ἐν
4852029 διηθημενον
, ὥστε πλῆθος ὑγροῦ δέξασθαι , ἐγχέας ὕδωρ ἀφηψημένον ἢ διηθημένον ἢ ὅτι καθαρώτατον , ἐπιστάξαι τοῦ γάλακτος σταγόνας ὅσον
ἡλίῳ ἐπὶ ὀλίγου πυρός , εἶτα ἐπιχεῖται αὐτῇ ὕδωρ θερμὸν διηθημένον διὰ σποδοῦ κληματίνης , καὶ ἀνακινεῖται ἡ πίσσα .
4825686 μεταβεβληκος
ὅλον , οὔτε εἰς ὅ : ἤδη γὰρ ἂν καὶ μεταβεβληκὸς εἴη καὶ οὐκέτι μεταβάλλον . λείπεται τὸ μέν τι
ἔτι καὶ νῦν . εἰ δὲ μὴ ποιεῖ τοῦτο , μεταβεβληκὸς ἂν εἴη μικρὸν τοὔνομα . ἀλλά , καθάπερ εἴρηται
4823943 καταντησει
λογίσασθαι ζῴδιον ἓν κατ ' ἔτος ἕν , καὶ ἔνθα καταντήσει , ἐκεῖνο ἔσται τὸ ζῴδιον τῆς ἐναλλαγῆς : καὶ
ὁ Κρόνος κύριος τοῦ ἔτους καὶ ὑπάρχει ὑπὸ γῆν , καταντήσει δὲ ὁ Ἄρης ἐπὶ τὸν ἑαυτοῦ κατὰ πῆξιν τόπον
4822190 ἐπινοουμενον
διάκρισιν , ὡς γνωστοῦ ἀπὸ τοῦ γινώσκοντος , ἁλώνης τρόπον ἐπινοούμενον , ἁπλούστατον καὶ περιεκτικώτατον : καὶ οὐχὶ μόνον ἕν
| κατὰ κίνησίν τε καὶ ἐνέργειαν ἅτε ἐν τῷ δρᾶν ἐπινοούμενον ἄρρεν ὀνομάζεται . οὕτως μὲν ἐν τῷ σοφῷ τὰ
4810855 φοινικεον
ὀπτώμενον γὰρ ἐξυγραίνεται : ὅταν δὲ καλῶς ὀπτὸν ᾖ , φοινίκεον γίνεται . Ἔμπλαστρον : ψιμύθιον τὸν αὐτὸν τρόπον μισγόμενον
τρίτον κυάνεον καὶ πράσινον . μήποτ ' οὖν τὸ μὲν φοινίκεον , ὅτι ἡ λαμπρότης τοῦ ἡλίου προσπεσοῦσα καὶ ἡ
4801312 διερον
πάρεστιν : αἷμα μητρῷον χαμαὶ δυσαγκόμιστον , παπαῖ : τὸ διερὸν πέδοι χύμενον οἴχεται . ἀλλ ' ἀντιδοῦναι δεῖ ς
δυσίατον . τὸ διερὸν ] τὸ βρέξαν τὴν γῆν . διερὸν ] πᾶν διερὸν ἐκκεχυμένον εἰς τὴν γῆν δυσαγκόμιστον :
4800646 κινουμενον
οὕτω διωρισμένων φανερόν , ὅτι πᾶσα μεταβολὴ καὶ πᾶν τὸ κινούμενον ἀνάγκη κινεῖσθαι ἐν χρόνῳ : τὸ γὰρ θᾶττον καὶ
ἀληθῶν οὐσῶν τῶν προτάσεων . ἄνθρωπος παντὶ κινουμένῳ ὑπαρχόντως , κινούμενον παντὶ ἵππῳ ἐνδεχομένως , καὶ συνάγεται ἄνθρωπος οὐδενὶ ἵππῳ
4790741 τρηματιου
ἐκπέμπει ἐνίοτε , διὰ τοῦ φυϲικοῦ κατὰ τὸν κανθὸν μικροῦ τρηματίου . ἀρχομένηϲ τοίνυν τῆϲ φλεγμονῆϲ εὐθὺϲ ἐν τῇ πρώτῃ
ὑγρὸν ὥϲπερ δάκρυον : διόπερ χρὴ τὸ καυτήριον κατὰ τοῦ τρηματίου ἐρείδειν ἰϲχυρῶϲ . αὐτάρκουϲ δὲ τῆϲ καύϲεωϲ γενομένηϲ τῇ
4790315 ἐκτρεπομενη
μὲν βδελυττομένη τὸ δάσος τοῦ σώματος καὶ ὥσπερ τι κίναδος ἐκτρεπομένη , τοῦτο δὲ τὴν δυσχέρειαν τοῦ στόματος ἐκ τοῦ
ὧν ἡ δυσκρασία τοῦ σώματος ἐπὶ τὸ θερμὸν καὶ ξηρὸν ἐκτρεπομένη πυρετοὺς ἀπάπτει . οἱ δ ' ἐπὶ βουβῶσι πυρέξαντες
4787612 κωλυτικον
εἶδος καὶ τοῦ εἴδους τὸν λόγον ἀποδίδωσιν , ὅτι σκέπασμα κωλυτικὸν φθορᾶς τῆς ὑπ ' ἀνέμων καὶ ὄμβρων καὶ καυμάτων
. καὶ γὰρ ὅλως τὸ ὑγρόν , ὥσπερ ἐλέχθῃ , κωλυτικὸν τήξεως καὶ ἅμα διὰ τὴν μαλακότητα καὶ μεγαλομέρειαν οὐ
4786666 ἀθροισιν
διέταξε Κρονίων . Εἶτα μερίσας τὸ ἀνθρώπους , κατ ' ἄθροισιν ὂν , εἰς τομὰς , ἔμελλεν εἰπεῖν Ἕλλησι μὲν
ἐν τῷ περὶ εὐκρινείας λόγῳ φησίν , ὅτι τὰ κατὰ ἄθροισιν καὶ μερισμὸν καὶ ἀπαρίθμησιν σχήματα τῷ μὲν ἐφέλκεσθαι ἄλλα
4785801 ποτηριον
. ΙΣΘΜΙΟΝ . Πάμφιλος ἐν τοῖς περὶ Ὀνομάτων Κυπρίους τὸ ποτήριον οὕτως καλεῖν . ΚΑΔΟΣ . Σιμμίας ποτήριον , παρατιθέμενος
πιεῖν . ΟΛΛΙΞ . Πάμφιλος ἐν Ἀττικαῖς Λέξεσι τὸ ξύλινον ποτήριον ἀποδίδωσι . ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΝ . Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἐν ἕκτῃ
4769288 κωλυμα
, καὶ τοὺς ἁβροτέρους κολάζουσι τὸ γὰρ τερπνὸν τοῦ βίου κώλυμα νομίζουσι τῶν ἀναγκαίων ἀνεπαχθῶς δὲ . . . :
περιτροπήν . περιτρέπει γὰρ καὶ μεθίστησι πᾶν τὸ τῆς ἐνεργείας κώλυμα ἡ διάνοια εἰς τὸ προηγούμενον καὶ πρὸ ἔργου γίνεται
4744699 ἐκπυρωσιν
χρησμοσύνην ἐκάλεσαν , οἱ δ ' ἐκπύρωσιν καὶ διακόσμησιν , ἐκπύρωσιν μὲν κατὰ τὴν τοῦ θερμοῦ δυναστείαν τῶν ἄλλων ἐπικρατήσαντος
ἐπ ' ἐλάττονος οὐσίας τῆς τοῦ Διὸς σταλεῖσα κατὰ τὴν ἐκπύρωσιν . ἀλλὰ τῷ κατὰ σύγχυσιν ; ἄπαγε , δεήσει
4742103 ἐραστον
καὶ τοὺς περὶ τοῦ ἔρωτος λόγους δῆλός ἐστι πρὸς τὸ ἐραστὸν ἀναφέρων . Οὔτε οὖν πολλοὺς εἶναι φατέον τοὺς σκοποὺς
οἶμαι πάγκαλος ἐφαίνετο ὁ Ἔρως . καὶ γὰρ ἔστι τὸ ἐραστὸν τὸ τῷ ὄντι καλὸν καὶ ἁβρὸν καὶ τέλεον καὶ
4732587 βαθυ
τοσοῦτον ἐπιστήμης ἀλλοτριωθῶμεν , ὡς ἄγνοιαν , τὸ μέγα καὶ βαθὺ σκότος , τῆς ἑαυτῶν ψυχῆς κατασκεδάσαι . διττὸν δὲ
φασὶ δὲ Ἱερώνυμόν τινα ἱστορεῖν ὅτι Τιθωνὸς ἀδελφὸς Πριάμου ἐς βαθὺ γῆρας ἐλάσας καὶ ζῆν μηκέτι ἐθέλων ᾐτήσατο παρὰ τῆς
4730943 ἱκνειται
] ῥάιδιον γὰρ τὸ εὔχεσθαι . διπλῆς . . . ἱκνεῖται ] διπλῆι μάστιγι ἐπλήγημεν . μαράγνης ] μάστιγος .
ἀντιστροφὴ αὕτη τῆς ἄνω ἐστὶ στροφῆς ἧς ἡ ἀρχή : ἱκνεῖται λόγος διὰ στηθέων . καὶ αὕτη γὰρ κώλων ἐστὶν
4730407 καταληγει
ὁπωσοῦν καλὸν ἐξ ἑαυτοῦ καλόν ἐστι καὶ ἐφ ' ἑαυτὸ καταλήγει , οὐκ ἔχον μέρος ἑαυτοῦ τὸν ἔπαινον : οὔτε
τὸ ἓν κλίμα σκοπεῖν , εἰς πόσην μοῖραν τοῦ ζῳδίου καταλήγει , καὶ ἐκείνην ἡγεῖσθαι ὡροσκοπικὴν παραπλησίως . ταύτῃ τῇ
4730154 μνημοσυνον
βασκαίνειν , φθονεῖν . Τάφος , μνῆμα , μνημεῖον , μνημόσυνον , ἠρία , θῆκαι , σοροί , πύελοι ,
παρισούμενος Δαρείῳ διεφθάρη . Πυθόμενος γὰρ καὶ ἰδὼν Δαρεῖον ἐπιθυμέοντα μνημόσυνον ἑωυτοῦ λιπέσθαι τοῦτο τὸ μὴ ἄλλῳ εἴη βασιλέϊ κατεργασμένον
4722821 ἀνωφερες
Ἀθηναίων . ἦν γὰρ τὸ χωρίον ἐπάντες : ἀπόκρημνον καὶ ἀνωφερές . παιανίσαντες : δύο παιᾶνες ἦσαν , Ἐνυάλιος ,
μονογενές : ἐστὶ δὲ ἄφωνον , κατάψυχρον , ἐλεύθερον , ἀνωφερές , θηλυνόμενον , ἀμετάβλητον , κακόν , ὀλιγόγονον ,
4715952 φανταζομενον
οὐχ ὁρώμενον , καὶ τὰ ἐναντία ἀεὶ ἐφ ' ἑαυτοῦ φανταζόμενον , μικρὸν καὶ μέγα καὶ ἧττον καὶ μᾶλλον ,
μέθεξιν , ἄλλοτε ἀλλοῖον διὰ τὴν αὐτῶν ἀσθένειαν τοῖς μετέχουσι φανταζόμενον , καὶ οὐ μόνον ταῦτα , ἀλλὰ καὶ βάρους
4715043 ἐρεθισμον
διὰ κενεαγγείην ἀσθενεῦνται , αἵ τε δι ' ἄλλον τινὰ ἐρεθισμὸν , αἵ τε διὰ πόνον καὶ ὑπὸ ὀξύτητος τῆς
καὶ σομφώδεις . τὸ σὸν γὰρ ἄνθος : Ταῦτα πρὸς ἐρεθισμὸν τοῦ Ἡφαίστου φασὶ τὸ Κράτος καὶ ἡ Βία ,
4711224 σπινθηριζειν
: ἀχρεῖος γὰρ ὅλως ὁ ἄνθραξ διὰ τὸ πηδᾶν καὶ σπινθηρίζειν πλὴν τοῖς χαλκεῦσι . τούτοις δὲ χρησιμώτερος τῶν ἄλλων
τὴν εἰς τὰ νέφη τοῦ ἡλίου ἔμπτωσιν ὡς βέλος πολλάκις σπινθηρίζειν . Ξενοφάνης τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων σύστημα ἢ κίνημα
4704064 σκιασμα
ἐχούσης . τὴν δὲ σελήνην ἐμπίπτουσαν εἰς τὸ τῆς γῆς σκίασμα : ὅθεν καὶ ταῖς πανσελήνοις ἐκλείπειν μόναις , καίπερ
γῆς . Ἀεὶ δὲ τὸ ἐμπίπτον αὐτῆς μέρος εἰς τὸ σκίασμα τῆς γῆς ἀφώτιστον γίνεται τοῦ ἡλίου διὰ τὴν ἐπιπρόσθησιν
4701752 πληρες
εἴρηται : „ ποτήριον ἐν χειρὶ κυρίου , οἴνου ἀκράτου πλῆρες κεράσματος „ : καίτοι τό γε κεκραμένον οὐκ ἄκρατον
, δαιμόνων ὑπέρτατος . Συνεκδοχή ἐστι φράσις οὐ κατὰ τὸ πλῆρες ἐξενηνεγμένη , προσδεομένη δέ τινος ἔξωθεν ἀκολουθίας . τῶν
4700312 πικροχολον
μελαγχολικώτερον δέοι κενῶσαι χυμόν , ἐνίοτε δὲ σκαμμωνίας , εἰ πικρόχολον , εἰ δὲ φλεγματικόν , οὐδὲν ἔμιξα . μετὰ
ἐν τοῖς ἀναπνευστικοῖς ὀργάνοις . χρὴ δὲ καὶ τὸν μὲν πικρόχολον χυμὸν ἄνω , τὸ δὲ φλέγμα κάτω μᾶλλον κενοῦν
4698415 μεριζεται
ἐνταῦθα διαίρεσις μεγεθῶν ἐστιν : ἡ γὰρ ὑπεροχὴ τῶν ἡγουμένων μερίζεται . ἀπὸ τοῦ ἡγουμένου δὲ εἶπον : καὶ ἐπὶ
ἐσχίζετο , τὴν μὲν Ναξίων πόλιν πρὸς τὴν θάλατταν εὐθὺς μερίζεται , τῇ μὲν ἀφεὶς μετὰ τῆς ἐπωνυμίας αὐτό που
4695482 σκοτεινον
γῆρας αἰεὶ βαρύτερον Αἴτνας σκοπέλων ἐπὶ κρατὶ κεῖται , βλεφάρων σκοτεινὸν φάος ἐπικαλύψαν . μή μοι μήτ ' Ἀσιήτιδος τυραννίδος
εἶναι λέγει κεκρυμμένα τοῖς χρώμασι . Διάφορόν γε μὴν τὸ σκοτεινὸν τό τε ἐν τοῖς νοητοῖς τό τε ἐν τοῖς
4695002 πλινθειον
τοῦ Κυκλοβόρου τοῦ ποταμοῦ λέγων ὁ δ ' ἐς τὸ πλινθεῖον γενόμενος ἐξέτρεψε . τοῖς δὲ σκεύεσιν εἰ βούλοιτό τις
' ἐρῶ λοπάδος ἑψητῶν . ὁ δ ' εἰς τὸ πλινθεῖον γενόμενος ἐξέτρεψε καττύς ἀλλ ' εὔχομαι ' γωγ '
4686843 διῃρημενον
εἴδη διαιρεθῆναι δυνάμενον , εἶδος δὲ τὸ ἀπὸ τοῦ γένους διῃρημένον , οἷον εἴ τις λέγοι ζῷον γένος , εἴδη
πλινθίου . ἦν γὰρ τὸ ἄνω περίτρητον εἰς δύο μέρη διῃρημένον , τὸ δὲ πλινθίον καθάπερ καὶ τὰ ἄλλα πλινθία
4683767 ἀναμιγνυμενον
αὐτὸ μέτριον ὂν δυσπεπτότερόν ἐστι πολλῆς τροφῆς . Διὸ καὶ ἀναμιγνύμενον κωλύει πέττεσθαι τὴν τροφήν . Ὁ δὲ ὕπνος μᾶλλον
τετάρτου σπονδύλου βραχὺ πάντῃ νευρίον ἐπὶ τὴν ἑξῆς ἀφικνεῖται συζυγίαν ἀναμιγνύμενον αὐτῇ , καθ ' ὃ πρῶτον ἀνίσχει : τῆς
4682555 ἱκομαν
ἐκτελέσαις ἐνιαυτοὺς οὔτε ἔργον οὔτ ' ἔπος ἐντράπελον κείνοισιν εἰπὼν ἱκόμαν οἴκαδ ' , ἀρχαίαν κομίζων πατˈρὸς ἐμοῦ , βασιλευομέναν
ταρβοσύνῳ φόβῳ τάνδ ' ἐς ἀκρόπτολιν , τίμιον ἕδος , ἱκόμαν . μή νυν , ἐὰν θνῄσκοντας ἢ τετρωμένους πύθησθε
4678814 γενεηλογησαντι
ἐποίησαν οἱ ἱρέες τοῦ Διὸς οἷόν τι καὶ ἐμοὶ οὐ γενεηλογήσαντι ἐμεωυτόν . : ἐβουλεύετο ὦν μετὰ τῶν στασιωτέων .
πασέων , ἐς ὃ ἀπέδεξαν ἁπάσας αὐτάς . Ἑκαταίῳ δὲ γενεηλογήσαντι ἑωυτὸν καὶ ἀναδήσαντι ἐς ἑκκαιδέκατον θεὸν ἀντεγενεηλόγησαν ἐπὶ τῇ
4672059 ἀργει
: ἐν Λακεδαιμονίᾳ γὰρ ἡ Σπάρτη . Ἔν τ ' ἄργει καὶ ] Γαρύεν ] Λέγουσι . Ἀντανορίδαι ] *
ἐπιχώριον τῆς ἥρας , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , τὸν ἐν ἄργει : ἐκεῖ γὰρ ἐτελεῖτο ἀγὼν τῶν ἡραίων . ἐπιχώριον
4671092 διῃρεθη
οὐ γὰρ δὴ ἡ στιγμὴ ἡ ἀδιαίρετος τῇ αὑτῆς φύσει διῃρέθη εἰς δύο , ὥστε εἶναι ταύτην τὴν διαίρεσιν γένεσιν
ὑποκάτω τῶν διδύμων περίνεον . ὅσα μὲν οὖν εἰς ἐπιγάστριον διῃρέθη , τὸν στόμαχον περιέχουσι καὶ γαστέρα τὴν ἄνω ,
4670659 σπλαγχνον
μετὰ μέλιτος . ἔξωθεν δὲ τῷ οἰνελαίῳ δεῖ βρέχειν τὸ σπλάγχνον ἀποβραχείσης πρὸς ὀλίγον ἀψίνθιον . Εἰ δὲ σφόδρα ὁ
κεροῦσσαν , ἣν σφάζοντες αὐχήσουσι σὴν σφάζειν θυγατέρα ὦ θερμόβουλον σπλάγχνον διαβάλλω δείξας γὰρ ἄστρων τὴν ἐναντίαν ὁδὸν δήμους τ
4660849 ἐσχισμενον
τὸ δὲ ὑποτετράγωνον ἀνδρεῖον . γένυος τῆς κάτω τὸ ἄκρον ἐσχισμένον ὥστε δικόρυφον γίνεσθαι , εἰ μὲν ἐπὶ πολὺ τὸ
ἰσάτει ὅμοια , παχύτερα δέ : καυλὸν σπιθαμιαῖον , ἄνωθεν ἐσχισμένον . ταύτης ἱστορεῖται τὸ ἄνθος τρὶς τῆς ἡμέρας μεταβάλλειν
4657847 ἀλφωδες
κάθυγρον , μελοκοπούμενον , λεπιδωτόν , ποικίλον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες , ἄστατον , ἀσελγές , ὀχλικόν , πτερωτόν ,
πλάγιον , χειμερινόν , ἀμφίβιον , γηθαλάσσιον , λεπρῶδες , ἀλφῶδες , φθοροποιόν , ἄγονον , κατωφερές , κατεψυγμένον ,
4656966 οἱμον
| τίκτουσα εἰς λύκον ? ? ? | μετέβαλε | οἷμον πάτον ὁμοίως | τὴν πλατεῖαν | ἆ πάντως καὶ
αἴσιον , ᾧ καὶ πάντες ἐπευφήμησαν ἰδόντες στέλλεσθαι τήνδ ' οἷμον : ἐπιπρὸ γὰρ ὁλκὸς ἐτύχθη οὐρανίης ἀκτῖνος , ὅπῃ
4651925 ἀπεραντον
ποικιλίαν : ἀπέραντον μὲν γάρ τι πλῆθος εἶναι καρπῶν , ἀπέραντον δὲ ῥιζῶν , ὧι χρῆται τὸ ἀνθρώπινον γένος :
Βόλβη τὴν ἀπόπυριν Ὀλύνθῳ , καὶ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον ἀπέραντον πλῆθος ἰχθύων ἐκ τῆς λίμνης εἰς τὸν Ὀλυνθιακὸν ἀναβαίνειν
4651053 οἰκισκον
παρθένου τὸ ῥηθὲν εὐθὺς ἐπὶ τέλος ἀγαγούσης , φασὶν εἰς οἰκίσκον τινὰ συγκλείσασαν ἑαυτὴν καὶ περινιψαμένην τὸ σῶμα πᾶν ἀποκλύσασθαι
δῆθεν ἐκείνου τοῦ φαινομένου πάντως οὖσαν . Εἶτά μοι ἐπινόησον οἰκίσκον οὐ πάνυ φαιδρὸν οὐδὲ εἰς κόρον τοῦ φωτὸς δεχόμενον
4649406 κατεληξε
ἀπὸ τῆς περὶ Κυνὸς σῆμα ναυμαχίας , εἰς ἣν Θουκυδίδης κατέληξε τὴν πραγματείαν , ἔγραψε δὲ χρόνον ἐτῶν δεκαεπτά .
γίνονται κζʹ : ταύτας ἀπέλυσα ἀπὸ τῆς μεσουρανούσης μοίρας , κατέληξε εἰς τὴν τοῦ Αἰγόκερω μοῖραν ιθʹ . αὗται οὖν
4647148 οὐρον
καὶ κατ ' ὀλίγον φέρεται καὶ τὸ λεπτότατον διηθοῦσα τὸ οὖρον ὕφαιμον ἀπεργάζεται . εἰ δὲ σὺν τῷ αἵματι καὶ
. Ὁ διαβήτης καλούμενός ἐστιν , ὅταν ἀμετρότερον ἐκκρίνηται τὸ οὖρον αὐτοῖς πολλάκις ἅμα τῷ πίνειν , οἷόν τι καὶ
4643449 κυκλοτερες
φλεγμαῖνον ὑψηλότερον γένηται τοῦ μέλανος , ὅθεν φαίνεται βαθύτερον καὶ κυκλοτερὲς τὸ μέλαν : καὶ τότε λοιπὸν ἁπαλοῖς καὶ ἀποκρουστικοῖς
εἰς ἑκατὸν σταδίους , τοσοῦτον δὲ καὶ τὴν διάμετρον , κυκλοτερὲς τὸ σχῆμα : καλεῖται δὲ Λιθῶδες ἀπὸ τοῦ συμβεβηκότος
4642237 πλαταμωνα
Νυσσαῖον λευκὸν ὕδωρ ἢ τὸ ἀπὸ Νύσσης κατερχόμενον ἐπὶ τὸν πλαταμῶνα κυλίει . Ἀλλ ' οὐδαμῶς τοσοῦτον ὑπάρχει τὸ μέγεθος
δ ' ἐπὶ πλάτος πλεθριαῖον , εἶθ ' ὑψηλὸν εἶναι πλαταμῶνα σταδιαῖον σχεδόν τι τὸ μῆκος , ὅσον οὐκ ἐνὸν
4637622 τελειωθεν
τελειῶν τὸν πόλεμον . πολεμόκραντον ] ἐκ πολέμου κρανθὲν καὶ τελειωθέν . θ ἁγνὸν ] ἁγνὸν ἔφη , ἐπειδὴ μιαρὸς
] τετελειωμένον τῷ πολέμῳ . πολεμόκραντον ] ἀπὸ τοῦ πολέμου τελειωθέν . πολεμόκραντον ] κραίνων καὶ τελειῶν τὸν πόλεμον .
4631936 βαραθρον
ἐκ πάσης με χώρας ἐκβαλεῖν ; Οὔκουν ὑπόλοιπόν σοι τὸ βάραθρον γίγνεται ; Ἀλλ ' ἥτις εἶ λέγειν ς '
ἀμπεχόνην , τρύφημα , παρυφές , ξυστίδα , χιτῶνα , βάραθρον , ἔγκυκλον , κομμώτριον , ἕτερα θ ' ὅς
4631018 διατηρουσιν
, ὅτι μετριάζοντες μὲν ἐν τοῖς ἀτυχήμασι τὴν ἰδίαν σωτηρίαν διατηροῦσιν , ὑπερβάλλοντες δὲ τοῖς ἀναλώμασιν ἅπαντες πρὸ μοίρας καταστρέψουσιν
θεωρούμενον : πολλάκις μὲν γὰρ ὁμόνοιαν τὴν πρὸς τὰ πάθη διατηροῦσιν αἱ αἰσθήσεις χορηγοῦσαι τὰ αἰσθητὰ αὐτοῖς , πολλάκις δὲ
4631015 ἐστραμμενον
σπλὴν ἐν τοῖς ἀριστεροῖς , ἀεὶ τὸ σιμὸν ἑαυτοῦ μέρος ἐστραμμένον ἔχων εἰς τὰ δεξιὰ πρὸς τὸ ἧπάρ τε καὶ
, κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . Ἐὰν μὲν ἄρα πέπερι φέρῃ

Back