σπλὴν ἐν τοῖς ἀριστεροῖς , ἀεὶ τὸ σιμὸν ἑαυτοῦ μέρος ἐστραμμένον ἔχων εἰς τὰ δεξιὰ πρὸς τὸ ἧπάρ τε καὶ
, κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . Ἐὰν μὲν ἄρα πέπερι φέρῃ
7061521 νευει
, κἂν εἰ ἐν χρόνῳ , αὐτὴ ποιεῖ , καὶ νεύει καὶ πρὸς τὸ μέλλον : εἰ δὲ τοῦτο ,
αὕτη μία τῶν τριῶν τῶν ποιουσῶν τρίγωνον τὴν νῆσον , νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς , καθάπερ ἡ Καῖνυς πρὸς
7018213 Λουνης
εὐθύς . [ πρὸς δὲ τοῖς ὄρεσι τοῖς ὑπερκειμένοις τῆς Λούνης ἐστὶ πόλις Λοῦκα . ] μεταξὺ δὲ Λούνης καὶ
ὑπερκειμένοις τῆς Λούνης ἐστὶ πόλις Λοῦκα . ] μεταξὺ δὲ Λούνης καὶ Πίσης ὁ Μάκρας ἐστὶ * χωρίον , ᾧ
7014184 νενευκος
περόνης ὁ ἀστράγαλος περιλαμβάνεται , τὸ τέτρωρον αὐτοῦ καλούμενον ἄνω νενευκὸς ἔχων . ὑπόκειται δ ' αὐτῷ τὸ μέγιστον ὀστοῦν
τῷ βάθει , ἀλλὰ πρὸς τὸ κάτω [ εἶναι ] νενευκὸς τρῆμα καλοῦσι οἱ τούτων ἐργάται ὑπαμβές . πλὴν ταῦτα
6943545 τεινον
θεῶν ἱερατικὸν ὄφελος τριπλοῦν ἐνδίδωσι , τὸ μὲν εἰς ἐπίλαμψιν τεῖνον , τὸ δὲ εἰς κοινὴν ἀπεργασίαν , τὸ δὲ
, οἷον εἶναι βούλει τὸ χρῆμα , εἴτε πρὸς εὔκλειαν τεῖνον εἴτε πρὸς ἀδοξίαν . ὁποῖον γὰρ ἂν εἴπῃς ,
6925840 χεεσθαι
ἐν αὐτῷ . Βροχή : διὰ τὸ βραχέως θεῖσθαι καὶ χέεσθαι . Βοτάνη διὰ τὸ βιαίως τίνεσθαι , ἤγουν αὔξισιν
τὸ ἐν τόπῳ εἶναι χωρητόν . Χείμαρρος : διὰ τὸ χέεσθαι εὐμαρῶς , ἤγουν εὐκόλως , ἢ διὰ τὸ τὸν
6906090 μυουρον
δεσμός . σχῆμα δὲ τοῦ ὑποθήματος κατὰ πύργον μάλιστα ἐς μύουρον ἀνιόντα ἀπὸ εὐρυτέρου τοῦ κάτω : ἑκάστη δὲ πλευρὰ
, καλυπτούσης τὰ ἄκρα τῶν ἠπείρων ἑκατέρωθεν καὶ συναγούσης εἰς μύουρον σχῆμα , καὶ τρίτου τοῦ μήκους καὶ πλάτους τοῦ
6879627 Ἀχερουσιας
Τυνδαρίδαις , τουτέστι τοῖς Διοσκούροις , ἱερὸν ἱδρύσομεν ἐπὶ τῆς Ἀχερουσίας ἄκρας . πίονας εὐαρότοιο : ἀντὶ τοῦ : τέμενος
ἐμπρόσθια τοῦ Κενταύρου καὶ τὰ μέσα τοῦ Σκάφους καὶ τῆς Ἀχερουσίας λίμνης καὶ Κρήνη καὶ Ἀγορὰ καὶ τὰ μέσα τοῦ
6810067 ἐπικλεα
ἀλίγκιος : ὅμοιος . Οἰκείῃσιν : τοῖς ἰδίοις ἔργοις . ἐπικλέα : κλῆσιν ἔχοντα , ὀνομαζόμενον , ἐπώνυμον . ναυτιλίῃσι
βιβρώσκειν : τὸ γὰρ λα τῶν ἐπιτατικῶν μορίων ἐστίν . ἐπικλέα : ἐπώνυμον , καλούμενον . λαβροσύνῃσιν : λαιμαργίαις ,
6750621 καμαραν
σκευήν . . . . . ψαλίδα . ἁψῖδα ἤτοι καμάραν , ὡς νῦν , ἢ ταχεῖαν κίνησιν , ἢ
θόλος καὶ θολιὸς διαφέρει . θόλος τὸ οἰκοδόμημα ὃ νῦν καμάραν καλοῦσι : θολιὸς τὸ μέλαν τῆς σητηός † †
6742495 πεποικιλθαι
τοῖς ἄστροις ποικιλλομένη ἢ ποικίλον ἔνδυμα ἔχουσα , διὰ τὸ πεποικίλθαι τοῖς ἄστροις . . ποικιλείμων ] ἡ ποικίλον ἔνδυμα
γὰρ τὸ πάσσειν ποικίλλειν ἐστὶ , καὶ παστὸς διὰ τὸ πεποικίλθαι . ἀναποικίλλει σοι τὴν χάριν ἥ τε λύρα καὶ
6719727 Καλου
παράπλουν τὰ ὅρια τῆς Ταυρικῆς Χερρονήσου ἀπὸ Ἀθηναιῶνος λιμένος μέχρι Καλοῦ λιμένος , σταδίους ͵βχʹ , μίλια τμϚʹ , Ϙʹ
καὶ Χρύσιππος δ ' ὁ φιλόσοφος ἐν εʹ περὶ τοῦ Καλοῦ καὶ τῆς Ἡδονῆς περὶ τοῦ Πανταλέοντος τάδε γράφει :
6692284 ῥαφανηδον
ἢ κοιλότητος κἀν ταῖς ἐξαρθρήσεσι διακριτέον τὸ πρὸς τοῖς κορωνοῖς ῥαφανηδὸν γινόμενον κάταγμα διὰ τοῦ κινεῖσθαι κατὰ τὴν διὰ τῶν
ταρσοῦ , πάντα μεγαλομερῶς μὲν κατάγνυται , καυληδὸν , ἢ ῥαφανηδὸν , ἢ σχιδακηδόν . ἐπὶ λεπτὸν δὲ καρυηδὸν ἢ
6656159 Πελωρις
γενομένη γὰρ νὺξ ἐπέσχε τὸ ἔργον . τὴν Πελωρίδα : Πελωρὶς ἀκρωτήριον Σικελίας τὸ βορειότατον χειρὶ σιδηρᾷ ἐπιβληθείσῃ : δηλονότι
ὑπὸ Ἑλλήνων γεγονότος . γʹ δὲ ἀκρωτήρια Σικελίας Πάχυνος , Πελωρὶς καὶ Λιλύβαιον . ὀνειράτων οὔτε ἀπὸ τῆς ὄναρ εὐθείας
6651973 σαγμα
ἀσπίδα , ὡς τῆς Γοργόνος ἐντετυπωμένης ἐν τῇ ἀσπίδι . σάγμα καλεῖται ἡ θήκη τῶν ὅπλων . σάγη γὰρ τὸ
ὀιστοδόκη ὀιστοθήκη γωρυτός φαρετρεῶνες , καὶ τῆς ἀσπίδος τὸ ἔλυτρον σάγμα , καὶ τοῦ κράνους ἡ θήκη λοφεῖον , δόρατα
6646745 γαστροκνημιην
τουτέοισι πνεῦμα ἅλις ξὺν τόνῳ διέρχεται , καὶ οἱ κατὰ γαστροκνημίην πόνοι ἐν τουτέοισι γνώμης παράφοροι . Τὰ κατὰ μη
γίνεται , κατά τε τὸ πυγαῖον , κατά τε τὴν γαστροκνημίην , καὶ κατὰ τὴν ὄπισθεν ἴξιν . Οἷσι δ
6642154 Ἰβεως
, καὶ κάρα Ἵπποκράτορος καὶ Χεὶρ ἐκτεταμένη καὶ κεφαλὴ τοῦ Ἴβεως τοῦ τῆς δωδεκαώρου . τῷ δὲ δευτέρῳ δεκανῷ Ἱπποκράτορος
δὲ τριτάτῳ δεκανῷ παρανατέλλει Κύκνος καὶ Ἵππου τὰ ὀπίσθια καὶ Ἴβεως τὰ τέλη . Καὶ κλίματα τὸ ζῴδιον καὶ τόπους
6640335 ἀντικινειται
τὰ κινοῦντα φυσικῶς ἀντικινεῖται , ἀλλὰ κινεῖ μὲν πάντα , ἀντικινεῖται δὲ μόνα τὰ ἔχοντα κατ ' οὐσίαν καὶ τὸ
ὦ θαυμάσιε : ὁ μὲν γὰρ ἕστηκεν , ὁ δὲ ἀντικινεῖται . εἰ δὲ ἔμενον ἄμφω , τότ ' ἂν
6632376 καταβασι
τὸν μέγαν λιμένα ὁρᾷ , καὶ ᾗπερ αὐτοῖς βραχύτατον ἐγίγνετο καταβᾶσι διὰ τοῦ ὁμαλοῦ καὶ τοῦ ἕλους ἐς τὸν λιμένα
: τὸν δὲ ἀναθέντα Προῖτον εἶναι τὸν Ἄβαντός φασι . καταβᾶσι δὲ ἐς τὸν Σικυωνίων καλούμενον λιμένα καὶ τραπεῖσιν ἐπ
6621328 κοιλογαστορος
: τοῦ περιφεροῦς : καὶ κοίλην λέγει τὴν ἀσπίδα . κοιλογάστορος ] νειόθεν . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος τὸ
δὲ ἔσω κοιλαίνεται . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος . κοιλογάστορος ] τῆς ἀσπίδος τῆς ἐχούσης γαστέρα κοίλην . κοιλογάστορος
6593872 ἐστεγασμενον
στεγάζω , ἔρεφος καὶ Ἔρεβος , τὸ ὑπὸ τῆς γῆς ἐστεγασμένον , καθὼς καὶ τῷ ποιητῇ δοκεῖ : ἐν ἀρχῇ
: νικήσας . Γλαφυρήν : βαθυτάτην . Ἐπηρεφέ ' : ἐστεγασμένον , πυκνωμένον . ἀκρεμόνεσσιν : ἄκροις . Χορόν :
6589283 ἐκτρεπεται
, τῆς τύχης ἦν . ὁ δὲ ἵππος ῥύμῃ θέων ἐκτρέπεται τῆς λεωφόρου καὶ ἐς ὕλην ἐπήδησε καὶ εὐθὺς τὸν
εἰς τὴν Ἀραβίαν ἐναντίως εἰσχεόμενον εἰς τέλματα παμμεγέθη καὶ λίμνας ἐκτρέπεται μεγάλας καὶ περιοικουμένας γένεσι πολλοῖς . εἰς δὲ τὴν
6571488 λεπτοφυλλου
τὴν δὲ αὐτὴν καὶ ἀγρίαν καλεῖσθαι . ἀραιοτέρης οὖν τῆς λεπτοφύλλου . χραισμήεις : πάνυ δὲ ἂν καὶ ἀμάρακος εἴη
κεφαλαί * κορίοιο : τοῦ κορίου λεπτοθρίοιο δέ , ἤτοι λεπτοφύλλου . καὶ πολύθρονα ἤγουν πολυφάρμακα . γράφεται δὲ καὶ
6568690 ῥαγοειδουϲ
ϲταφύλωμα καὶ ὅταν κατὰ ῥῆξιν τοῦ κερατοειδοῦϲ πρόπτωϲιϲ μεγάλη τοῦ ῥαγοειδοῦϲ γένηται . διαφέρει δὲ τοῦτο τοῦ πρώτου , ὅτι
τὰ πολλὰ πληγαῖϲ ἕπεται ϲφοδραῖϲ καὶ ἐπὶ φλεγμονῇ δὲ τοῦ ῥαγοειδοῦϲ ϲυμβαίνει , ῥαγέντων τῶν ἐν αὐτῷ ἀγγείων . ἡ
6558791 Ἀκρα
τὸ ἐθνικὸν Ἀκραῖος καὶ τὸ θηλυκὸν Ἀκραία . θʹ ἔστιν Ἄκρα ὑπὲρ Ἀντιόχειαν τὴν περὶ τὴν Δάφνην . Ἀκραῗται δὲ
ἐν τῇ Πεσσινουντίων πολιτείᾳ . . . . , : Ἄκρα κατὰ τὴν Ἡράκλειαν , ἣν Ἀχερούσιον καλοῦσιν οἱ ἐγχώριοι
6548906 ἀντιδουσα
ἔμεινεν ἡ Κλυταιμνήστρα , ὑπὸ τῶν ἰδίων τέκνων ἀναιρεθεῖσα . ἀντιδοῦσα τὸν ἑαυτῆς θάνατον ὑπὲρ τοῦ φόνου τοῦ Ἀγαμέμνονος :
ὡς καὶ τὸ πένθος αἰώνιον ἔχω : σὺ δ ' ἀντιδοῦσα : δοῦσα ὑπὲρ τῆς ἐμῆς ψυχῆς τὴν σὴν ψυχήν
6544014 κυκλοτερους
ἑτέρῳ ἡμισφαιρίῳ τῷ τοῦ ἀέρος τοῦ θερμομιγοῦς πεπληρωμένῳ , ἀπὸ κυκλοτεροῦς τῆς γῆς κατ ' ἀνάκλασιν γιγνομένην εἰς τὸν ἥλιον
] ὑφαίνει [ : κατασκευάζει ] . περιηγέος [ : κυκλοτεροῦς λίμνης , ] ἥτις ἐστὶν ἐν Δήλῳ . ἀγρώσσουσα
6537594 σπινθηριζειν
: ἀχρεῖος γὰρ ὅλως ὁ ἄνθραξ διὰ τὸ πηδᾶν καὶ σπινθηρίζειν πλὴν τοῖς χαλκεῦσι . τούτοις δὲ χρησιμώτερος τῶν ἄλλων
τὴν εἰς τὰ νέφη τοῦ ἡλίου ἔμπτωσιν ὡς βέλος πολλάκις σπινθηρίζειν . Ξενοφάνης τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων σύστημα ἢ κίνημα
6536796 κρουσθεις
τῆς κάτω γῆς : ὅταν δὲ προσπελασθῇ αὐτῇ , διϋπνίζεται κρουσθεὶς πρὸς τὸ δάπεδον , εἶτα ἀναδύνει : καὶ πάλιν
ἡ θεὸς ὀργισθεῖσα ἀνῆκε σκορπίον κατ ' αὐτοῦ . καὶ κρουσθεὶς ἀπέθανε , διό ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ μετὰ τοῦ
6532569 ἀντικνημιου
τὴν ἐπίφυσιν , κατὰ δὲ τὰ σφυρὰ ἐπὶ πέρατα τοῦ ἀντικνημίου καὶ τῆς περόνης , πρὸς μὲν ἄλληλα συνδεῖται νευροχονδρώδει
τὸ ἐκτὸς τοῦ σφυροῦ , καὶ νέμεται ἄνω παρὰ τοῦ ἀντικνημίου τὴν ἀντιβεβλημένην κερκίδα : παρὰ δὲ τὴν γαστροκνημίην οἷον
6532132 ἐγκοιλον
κοτύλης δεούσας . Ἀπολλόδωρος δὲ ποτηρίου τι γένος ὑψηλὸν καὶ ἔγκοιλον . πᾶν δὲ τὸ κοῖλον κοτύλην ἐκάλουν οἱ παλαιοί
' ἀπολογίζεται . Ἀπολλόδωρος δὲ ποτηρίου τι γένος ὑψηλὸν καὶ ἔγκοιλον . πᾶν δὲ τὸ κοῖλον κοτύλην , φησίν ,
6517804 Ἀγγελος
αὐτὸ διὰ τοῦ ε ψιλοῦ : ἀνέφελος : πολυνέφελος . Ἄγγελος τὸ γε ψιλόν : ὡς γὰρ παρὰ τὸ εἴκω
βιάζεο : τῶι δὲ δικαίωι τῆς εὐεργεσίης οὐδὲν ἀρειότερον . Ἄγγελος ἄφθογγος πόλεμον πολύδακρυν ἐγείρει , Κύρν ' , ἀπὸ
6512032 ὀμιχειν
: Ἡσίοδος : μήδ ' ἀντ ' ἠελίοιο τετραμμένος ὀρθὸς ὀμιχεῖν . παρὰ τὸ ὀμιχεῖν οὖν ὀμίς καὶ ἀμίς ,
οἷον ἀμιδαχεῖν : τροπῇ τοῦ α εἰς ο καὶ συγκοπῇ ὀμιχεῖν . . . . . . ὀμιχεῖν : ὀμιχεῖν
6495657 κληϊδος
ἔμπροσθεν , καὶ οὕτως ἐπιδέουσιν , ἐπὶ τὴν ἴξιν τῆς κληῗδος ἐπιτανύοντες , ἐς τοὔπισθεν ἄγοντες : κἄπειτα περιβάλλοντες περὶ
αὐτοὶ ἐξ ἀνθρώπου ὀστέων κατεμάθομεν , σπόνδυλοι οἱ ἄνω τῆς κληῗδος σὺν τῷ μεγάλῳ ἑπτά : οἱ δὲ κατὰ τὰς
6489813 χηλην
αἶγας δὲ Ἰλλυρίδας ὁπλὴν ἀκούω ἔχειν , ἀλλ ' οὐ χηλήν . Θεόφραστος δὲ δαιμονιώτατα λέγει ἐν τῇ Βαβυλωνίᾳ γῇ
Ὄλυνθος . τὸ γοῦν ὡς ἐλάχιστον τοῖς ἑξῆς συναπτέον τὴν χηλήν : χηλὴ καλεῖται οἱ ἔμπροσθεν τοῦ πρὸς θάλασσαν τείχους
6472613 ἀνηκουσαν
ὀξυβελεῖς τε καὶ πετροβόλους καὶ τὴν ἄλλην χορηγίαν πᾶσαν τὴν ἀνήκουσαν πρὸς πολιορκίαν . ἄφνω δὲ προσπεσὼν τῇ πόλει καὶ
τὴν περὶ τὸ Ἴλιον χώραν τὴν ὑπὸ τῷ Ἕκτορι , ἀνήκουσαν ἀπὸ τοῦ ναυστάθμου μέχρι Κεβρηνίας : τάφον τε γὰρ
6472358 πυγαιον
τε καὶ κατατεταμένον τὸ χωρίον φαίνεται , κατὰ δὲ τὸ πυγαῖον , στολιδωδέστερον καὶ ἀσαρκότερον . Ταῦτα μὲν οὖν σημήϊά
προεχέτω δὲ τοῦ στρωτῆρος κατὰ τὸ ἓν μέρος ὁκόσον τὸ πυγαῖον : περιδήσας δὲ περὶ τὸ στῆθος τοῦ ἀνθρώπου ἱμάτιον
6472215 εἰσελευσομαι
ἐν τῇ φυλακῇ , ἐξέρχομαι : ἂν πάλιν σχῆτε , εἰσελεύσομαι . μέχρι τίνος ; μέχρις ἂν οὗ λόγος αἱρῇ
ἐξελῶ ] ἐξελάσω . περιόψεται ] παραβλέψει . εἴσειμι ] εἰσελεύσομαι εἰς τὴν οἰκίαν . ⸎ . . πεσών γε
6462076 ἐπικλιντρον
. ἐσμήχθη ψιμυθίῳ . . τρῆμα : εἶδος κοσμίου τὸ ἐπίκλιντρον . ὄφιν ἢ τὸ ζῷον ἢ ἐπὶ τοῦ αἰδοίου
κλιντήρια , χαμεύνια , χαμεύνη , τὸ δὲ καλούμενον ἀνάκλιντρον ἐπίκλιντρον Ἀριστοφάνης ἔφη , τὸ δ ' ἐνήλατον κλιντήριον .
6450729 χιτωναριον
γυναικεῖον πολυτελές . Μένανδρος : λελουμένη γὰρ ἡτέρα καὶ διαφανές χιτωνάριον ἔχουσα . Ἀριστοφάνης : ἐνδὺς τὸ γυναικεῖον τοδὶ χιτώνιον
νῦν ἰάσεται . Τρικορυσία βασίλιννα λελουμένη γὰρ ἡτέρα καὶ διαφανὲς χιτωνάριον ἔχουσα . ἐξακεῖσθαί μοι δοκῶ τὸ δίκτυον . ἱμάτιον
6450159 ἐμφραττον
Αἷμα δὲ ταύρειον νεοσφαγὲς ποθὲν δύςπνοιαν ἐπιφέρει καὶ πνιγμόν : ἐμφράττον τοὺς περὶ τὰ παρίσθμια καὶ τὴν κατάποσιν πόρους μετὰ
ἂν εἴη ἐζυμωμένος καλῶς , οὐ δύναται τὸ παχὺ καὶ ἐμφράττον μὴ ἔχειν . λαχάνων δὲ δεῖ λαμβάνειν , εἰ
6446705 φοινισσει
γλήνεα φοινίσσει : ἤτοι αἱματώδεις ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς . * φοινίσσει : πειφοινιγμένος ἐστὶ κατὰ τὰ γλήνη , ἤτοι κατὰ
ἴσως δ ' ἐκ φολίδων τετρυμένη : αὐτὰρ ἐνωπῆς γλήνεα φοινίσσει τεθοωμένος , ὀξὺ δὲ δικρῇ γλώσσῃ λιχμάζων νέατον σκωλύπτεται
6444785 λαπαρην
ἀριστερήν : φέρεται δ ' ὑποκάτω τοῦ σπληνὸς ἐς τὴν λαπάρην τὴν ἀριστερὴν , ὅθεν ὁ σπλὴν ἀποπέφυκε διὰ τοῦ
ἀφορμὴν ἔσχε τὴν τῆς ἀποκοπῆς ὁμοίως τῷ ” οὖτα κατὰ λαπάρην ” . . μον , , , : Ἀνδριάς
6440449 ῥαχης
δὲ τὸ στῆθος ἵππειον ἕνα πάλιν ἀστέρα , ἐπὶ τῆς ῥάχης ἕτερον , εἰς τὴν κοιλίαν δύο , ἐπὶ τῆς
δὲ τοῦ τραχήλου του ἄλλους δύο ἀστέρας , ἐπὶ τῆς ῥάχης ἄλλους τρεῖς , ἐπὶ τὸ στῆθος ἕναν , καὶ
6439331 αβγδ
, ἐκπερι - σπασθεῖσα δὲ τὴν αφχψ καὶ ἐπικατασταθεῖσα τὴν αβγδ . ἡ δὲ τῶν ἀποκαταστάσεων διαφορὰ ὁμοία ταῖς ἐπὶ
ἀσπίδα δὲ τὴν ἐπὶ λαιάν . Οἷον ἔστω σύνταγμα τὸ αβγδ , λοχαγῶν δ ' ἐν αὐτῷ ζυγὸν τὸ αβ
6433247 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
6428386 περιστιγες
πεπαλαγμένον ἄζῃ , ἀντὶ τοῦ κεχρωσμένον ὑπὸ μελανίας . * περιστιγές : καὶ ἔχον γραμμάς αἰθαλέη δὲ ἤγουν τεφρώδης .
δὲ τοῦ πεπιλημένου δηλωθήσεται τὸ στερεόδερμον τοῦ θηρίου . * περιστιγές : κατάστικτον * ἔρφος : δέρμα στέρφος δερῶν *
6423417 ἀφανιζομενον
σπερμάτων γε οὐθὲν προσδεόμενον . καὶ εἰ ἐφθείρετο δὲ τὸ ἀφανιζόμενον εἰς τὸ μὴ ὄν , πάντα ἂν ἀπωλώλει τὰ
σπερμάτων γε οὐθὲν προσδεόμενον . καὶ εἰ ἐφθείρετο δὲ τὸ ἀφανιζόμενον εἰς τὸ μὴ ὄν , πάντα ἂν ἀπωλώλει τὰ
6405836 πρηωνος
τὸ ἀκρωτήριον . τὸ δὲ ἑξῆς : ἔνθα Λαμπέτης Ἱππωνίου πρηῶνος κέρας σκληρὸν εἰς Τηθὺν νένευκεν ἤγουν εἰς τὴν θάλασσαν
ἔχων μέρος τοῦ τείχους αὐτῆς : τὰ γοῦν ὄπισθεν τοῦ πρηῶνος κτήματα ἔτι νυνὶ λέγεται ἐν τῇ Ὀπισθολεπρίᾳ : Τραχεῖα
6404133 ἐλυμα
μέσον εὔτονον , διὸ πρίνινον τὸν γύην . ἐλύματι : ἔλυμα μέρος τι τοῦ ἀρότρου ἐν τῷ μέσῳ ἔνθα συμβάλλεται
. δάφνης δ ' ἢ πτελέης ἀκιώτατοι ἱστοβοῆες . δρυὸς ἔλυμα , πρίνου δὲ γύην . βόε δ ' ἐνναετήρω
6401133 στομ
ταγηνίαις : τεμάχη δ ' ἄνωθεν αὐτόματα πεπνιγμένα εἰς τὸ στόμ ' ᾄττει , τὰ δὲ παρ ' αὐτὼ τὼ
ἀνάγκης δεῖ γελᾶν , ἵνα θεωρῶς ' οἱ παρόντες τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ
6395166 μεμαθηκατε
ἐκ τῶν γεγραμμένων καὶ ἐκ τῶν εἰρημένων γόγων σχεδὸν ἀκριβῶς μεμαθήκατε . ὅτι δὲ καὶ οἱ νόμοι , ὦ ἄνδρες
τὰ πρὸς πατρός , τὰ μὲν ἐξ ὧν ἄρτι μεμαρτύρηται μεμαθήκατε πάντες , τὰ δ ' ἐξ ὧν πρότερον περὶ
6392090 περησῃ
κῦδος , μέσφ ' ὅτε τις στονόεντα πόνον διὰ ποσσὶ περήσῃ . Ὣς φάτο : τὸν δ ' Ἀχιλῆος ἀμείβετο
δὲ πρὸς τὸ στόμα τῆς μήτρης καὶ ὦσαι ὅκως ἂν περήσῃ ἐς τὸ εἴσω τῆς μήτρης : ὅταν δὲ ἀποτακῇ
6390726 φωτιζομενον
πρὸς τὸ ἐν πυρὸς αὐγῇ , τὸ ἀπὸ τοῦ πυρὸς φωτιζόμενον . . . . ψ ἐν πυρὸς αὐγῇ :
ἄπειρον ἐκπίπτουσα . οἷον ἔστω φωτίζον μὲν τὸ αβ , φωτιζόμενον δὲ τὸ γδ , ἴσα δὲ ἀλλήλοις καὶ σφαιρικά
6389578 μαγγανον
δέ ἐστι τὸ εἰς τὸν μοχλὸν σιδήριον , ὃ καλοῦμεν μάγγανον . βλεπεδαίμων . ὁ διεστραμμένος τὰς ὄψεις καὶ οἷον
καὶ βάζω . . . . βαλανάγρα : ἡ κλείς μάγγανον . . . . βαμβαίνει : διστάζει φθέγγεται .
6387920 προσεικασται
, τὰ δὲ ὑπὸ τὴν γαστέρα κόκκῳ γνησιωτάτῳ καὶ καλλίστῳ προσείκασται , κεφαλὴ δὲ καὶ δέρη λευκὰ ἄμφω . φθέγγεται
αὐτῆς θαλάττης θρέμμα . ἔχει δὲ πτερύγια , καὶ χρυσῷ προσείκασται ὅσα γε ἰδεῖν τὰ παρ ' ἑκάτερα , καὶ
6385642 ἐρειδεται
τῇ κεφαλῇ εἰς τὰ δεξιὰ ἢ ἀριστερὰ μέρη τῆς μήτρας ἐρείδεται , ἢ μία χεὶρ ἔξω ἐκπίπτει ἢ αἱ δύο
σφηνοειδοῦς τρόπῳ τοιούτῳ : τὸ ἐκ τῶν κάλων ἠρτημένον σφηνοειδὲς ἐρείδεται κατὰ τοῦ ἄνω διαπήγματος καὶ πρὸς αὐτὸ διὰ τῶν
6380418 περιστενεται
, πλῆσεν δὲ τιταινόμενον στόμα δειλῆς ἐγχέλυος : πνοιῇ δὲ περιστένεται μογέουσα ἀνδρομέῃ , δέδεται δὲ καὶ ἱεμένη περ ἀλύξαι
αἵματος : ἐν δέ τε θυμὸς στήθεσιν ἄτρομός ἐστι , περιστένεται δέ τε γαστήρ : τοῖοι Μυρμιδόνων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες
6380244 ὀλισθανειν
καὶ τοῦ κρυστάλλου διὰ τὴν φυσικὴν λειότητα ποιοῦντος τοὺς διαβαίνοντας ὀλισθάνειν , ἀχύρων ἐπιβαλλομένων ἐπ ' αὐτοὺς ἀσφαλῆ τὴν διάβασιν
. Ἐπειδὴ πλειστάκις εἴρηκεν τὸν μηρὸν εἰς τὸ ἔσω μέρος ὀλισθάνειν , καταλέγων πλείονας ἐμβολὰς ἐπὶ τούτου τοῦ τρόπου προσυπογέγραφεν
6375562 ἐπιτεθειη
φύλλα ἰᾶται τετριμμένα , εἰ μετὰ σιλφίου καὶ ὄξους λειωθέντα ἐπιτεθείη . δίδοται δὲ αὐτοῖς καὶ τοῦ ἀφεψήματος τῶν φύλλων
τόπον τὸν πληροῦντα τὴν διάστασιν τοῦ βέλους καὶ τὸ βέλος ἐπιτεθείη αὐτόματον , εἶτα προσκαταχθείη μικρὸν πάλιν πρός τινα ὑπερέχοντα
6374009 παιδικως
Λύσιν , ὅθεν καὶ ἐξανέστη . ὁ οὖν Λύσις μάλα παιδικῶς καὶ φιλικῶς , λάθρᾳ τοῦ Μενεξένου , σμικρὸν πρός
, καὶ τοῦτο θαυμαστὸν οἷον ἔδοξέ μοι , καὶ ὅτι παιδικῶς μάλα πρὸς τὸν σκύμνον τοῦ λέοντος ἀναβλέπουσι , μεταξὺ
6372827 τετραμμενον
. καὶ οἵδε μὲν τῆς Σικελίας τὸ πρὸς Λιβύην μέρος τετραμμένον νεμόμενοι , Ἱμεραῖοι δὲ ἀπὸ τοῦ πρὸς τὸν Τυρσηνικὸν
ἀπότροπον : δεδιωγμένον , ἢ δυνατὸν , ἀποτρεπόμενον , ἄποθεν τετραμμένον ἀπ ' αὐτῶν , λέγει δέ που καὶ τὸ
6371308 βροντωδες
τὸ δὲ τῆς Παρθένου δωδεκατημόριον καθόλου μέν ἐστι δίυγρον καὶ βροντῶδες , κατὰ μέρος δὲ τὰ μὲν προηγούμενα αὐτοῦ θερμότερα
. 〛 ἦπου δεινὸν ἐριβρεμέτας : Ὁ Αἰσχύλος πρὸς τὸ βροντῶδες τῶν ῥημάτων καὶ κομπῶδες : οἷά ἐστι κἀκεῖνα ἐν
6367553 ἐκρυσιν
νῆσος , καὶ ὑπεδέξαντο θεοὺς ἀμφότεραι : καὶ ἡ μὲν ἔκρυσιν διὰ πελάγους , ἡ δὲ ἐκ τοῦ Νείλου διὰ
πληρωθείσης ὑπὸ τῶν ποταμῶν τῆς θαλάττης , κατὰ δὲ τὴν ἔκρυσιν ἀνακαλυφθῆναι τὰ τεναγώδη πρότερον . φέρει δ ' αἰτίαν
6366079 ἀναπρος
τοῖς γόνασιν ἄλλον , ἐφ ' ἑκατέρων τῶν ποδῶν πάλιν ἀναπρὸς ἕνα , ἡ δ ' ἔκχυσις τοῦ ὕδατος ἐξ
ἄλλα κἂν δυὸ ψηφίτζια , πεντάπλασον , ἑξάπλασον , βαλὼν ἀναπρὸς ἕνα , σὺν αὐτῷ πρόσθες καὶ ὀκτὼ , ἑπτάπλασον
6365599 τετραμμενῳ
τρόπῳ τοιῷδε . ἐν τῷ πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα τοῦ λόφου τετραμμένῳ ἀγκῶνι ἄντρον τι ὕπεστιν ἀμφηρεφές τε καὶ γλαφυρώτατον ,
ἀλλ ' ὡς ἔχοντι μὲν αὐτό , οὐκ ὀρθῶς δὲ τετραμμένῳ οὐδὲ βλέποντι οἷ ἔδει , τοῦτο διαμηχανήσασθαι . Ἔοικεν
6356981 Γεραιστον
ὑπὸ πάντων Γεραιστίων ἄγεται Ποσειδῶνι διὰ τὸν συμβάντα χειμῶνα περὶ Γεραιστόν : καὶ ἐν Ἀμαρύνθῳ τῆς Εὐβοίας Ἀμαρύσια νενικήκασιν .
κέρδος γενέσθαι τὴν ἀδυναμίαν τοῦ ξένου . καταπλεύσας οὖν εἰς Γεραιστόν , ἔπειτα εἰς λιμένα τινὰ Ἀθηναίων , οὗ δὴ
6353629 λεπτυνομενος
' ὕδωρ ἐξατμιζόμενον εἰς ἀέρα , ὁ δ ' ἀὴρ λεπτυνόμενος εἰς πῦρ : ἡ δὲ κατάντης ἀπὸ κεφαλῆς ,
, ὃς ἐπὶ μὲν τῶν ἀλόγων ζῴων διὰ στερεότητα μὴ λεπτυνόμενος αἰσθητός ἐστιν , ἐπὶ δὲ τῶν ἀνθρώπων λεπτυνόμενος ὑπὸ
6351903 δειραδα
τὴν δίκην ἔσχε . κατὰ ταύτην τὴν ἐπώνυμον τοῦ λῃστοῦ δειράδα ποταμὸς ἀπὸ μεσημβρίας κατιὼν ἐς τὸν Ἀλφειὸν καταντικρὺ τοῦ
, εἰς τοῦτον τὸν τόπον . ἐν Αἰγίνῃ . Κορίνθου δειράδα : ἐν γὰρ τῇ Κορίνθῳ τιμᾶται ὁ Ποσειδῶν .
6349515 ἀποκλινοντα
ἦσαν ποιηταὶ τραγῳδίαν μὲν ὑποκρινόμενοι , εἰς κωμῳδίαν δὲ ὅμως ἀποκλίνοντα τὰ δράματα εἰσάγοντες . τοὺς ἄλλους κωμικοὺς λέγει ,
τὰ μικρὸν ὕστερον ἐν αὐτῷ ἄχη καὶ κιττοῦ φέρει στέφανον ἀποκλίνοντα τῆς κεφαλῆςστεφανοῦται γὰρ δὴ αὐτῷ σφόδρα ἄκωνἐλάτην τε αὐτῷ
6347138 ἀθροαϲ
πλῆθοϲ ἀνάπτῃ πυρετὸν ὀξύτατον , ὡϲ ἐπὶ τῶν ϲυνόχων , ἀθρόαϲ ἐϲτὶ κενώϲεωϲ χρεία , καὶ χρὴ πειρᾶϲθαι κενοῦν ἄχρι
δὲ Ἱπποκράτηϲ τὴν μὲν ἐπὶ τὰ ἐμπρὸϲ ἐξάρθρηϲιν διὰ τῆϲ ἀθρόαϲ τῆϲ χειρὸϲ κάμψεωϲ ἐπανορθοῦται , ὥϲτε τὸ θέναρ αὐτῆϲ
6342400 ὑποκυρτον
τῷ σχήματι . 〛 σκαφοειδῆ 〚 δὲ 〛 εἶναι , ὑπόκυρτον . Ἀλκμαίων πλατὺν εἶναι τὸν ἥλιον . Οἱ Πυθαγόρειοι
τὸ ἐκ θαλάττης εἶναι τὸν ἥλιον . , σκαφοειδῆ , ὑπόκυρτον . , κατὰ τὴν τοῦ σκαφοειδοῦς στροφήν , ὥστε
6338842 ποικιλειμων
τὸ πεποικίλθαι τοῖς ἄστροις . φάος ] τὴν ἡμέραν . ποικιλείμων ] ποικιλολείμων τις οὖσα καὶ ποικιλείμων , ἢ ἡ
ποικιλείμων ] Ἡ καλλωπιζομένη τοῖς ἄστροις ὥσπερ λειμών . : ποικιλείμων ] Ὡς ἱμάτιον ἐνδεδυμένη τὰ ἄστρα , καλλωπιζομένη τοῖς
6338089 λωπος
Αἰσχίνα . ὥστ ' εἴ τοι κατὰ δεξιὸν ὦμον ἀρέσκει λῶπος ἄκρον περονᾶσθαι , ἐπ ' ἀμφοτέροις δὲ βεβακώς τολμασεῖς
] ! ! ! ! ! ! ! ] ο λῶπος [ ! ! ! ] κον [ πεποιῆσθαι ]
6336819 Φαλασαρνα
. τῶν δὲ ἄκρων τὸ μὲν ἑσπέριόν ἐστι τὸ περὶ Φαλάσαρνα , πλάτος ἔχον διακοσίων που σταδίων καὶ εἰς δύο
περιγραφή : Κώρυκος ἄκρα καὶ πόλις νβʹ ιβʹʹ λδʹʹ γοʹʹ Φαλάσαρνα νβʹ γʹʹ λδʹ γοʹʹ Χερσόνησος νβʹ ∠ ʹʹ λδʹ
6335329 πυκνουμενον
[ στοιχεῖον εἰπόντες ] ὡσαύτως ἐκ τοῦ συνιὸν μὲν καὶ πυκνούμενον ἀέρα γίγνεσθαι , παθὸν δ ' ἔτι μᾶλλον τοῦτο
παλαῖστραι , καὶ πρὸς ἡλίου μεσημβρινὸν θάλπος ἐγκονίεται τὸ σῶμα πυκνούμενον , οἵ τε τῶν ἐναγωνίων πόνων ἀποσταλάζοντες ἱδρῶτες ,
6335031 ἐπιπολαιον
. Διττῆς ὑπαρχούσης τῆς λειεντερίας , τῆς μὲν δι ' ἐπιπόλαιον ἕλκωσιν τῶν ἐντέρων , κατά τινας δὲ καὶ δι
. χθαμαλοῖσι : τραφεροῖς , ἁπαλοῖς , τοῖς ἔχουσιν ὕδωρ ἐπιπόλαιον : χθαμαλὸς ὁ λεῖος τόπος παρὰ τὸ χαμαὶ χαμαλὸς
6333870 Δεσποιναν
τοῦ θύματος . ταύτην μάλιστα θεῶν σέβουσιν οἱ Ἀρκάδες τὴν Δέσποιναν , θυγατέρα δὲ αὐτὴν Ποσειδῶνός φασιν εἶναι καὶ Δήμητρος
ὑπὸ τῆς Δήμητρος οἱ Φιγαλεῖς φασιν οὐχ ἵππον ἀλλὰ τὴν Δέσποιναν ἐπονομαζομένην ὑπὸ Ἀρκάδων : τὸ δὲ ἀπὸ τούτου λέγουσι
6332355 διηκων
τῆς Ἀσίας σχεδόν στενότατος αὐχήν ἐστιν εἰς τὸν Ἰσσικόν κόλπον διήκων τήν τ ' Ἀλεξανδρούπολιν , τῷ Μακεδόνι κτισθεῖσαν :
γῆν καὶ τὴν ἀνατολὴν , ἐκδέχεται κόλπος Θηριώδης καλούμενος , διήκων μέχρι τοῦ ἀκρωτηρίου τοῦ καλουμένου Σατύρων ἄκρου . Οἱ
6327795 ἐπικυπτοντες
πτοουμένη . . : εἴδωλον Ἄργου : Ὥσπερ οἱ λυσσόδηκτοι ἐπικύπτοντες ὕδατι ἐοίκασι βλέπειν τὴν σκιὰν τοῦ δήξαντος κυνός ,
ἀρτοπώλισι καὶ ὀπωροκαπήλοις ἔθος ἀναστρέφεσθαι . ἐνταυθὶ γὰρ εἰς τοὔδαφος ἐπικύπτοντες ὁ μὲν φλοιοὺς θέρμων ἀνῃρεῖτο , ὁ δὲ τὰ
6325702 σακον
, ἀνειλκυσμένη . τὰ δὲ μέρη τούτων προείρηται . καὶ σάκον μὲν καὶ σακίον ἡ κωμῳδία , Ὑπερείδης δὲ ἐν
Χαλυβδικὸν στόμωμα . εἰ δὲ καὶ πλέγμα τι σπάρτινον ἢ σάκον σπάρτινον ἐθέλοις καλεῖν , καὶ πρὸς τοῦτο Κρατῖνός σοι
6324088 νεατας
σπερχόμενον , μολίβῳ τε καταρρεπὲς ἠδὲ σιδήρῳ , σεύεται ἐς νεάτας ῥίζας ἁλός , ἔνθ ' ἀμενηναῖς πηλαμύσι προὔτυψεν ἐν
δὲ μέσας πότι νεάταν δι ' ὀξειᾶν , ἀπὸ δὲ νεάτας ἐς τρίταν συλλαβά , ἀπὸ δὲ τρίτας ἐς ὑπάταν
6320522 ἀπαυστοις
χρυσοκόλλητον δέπας μεστόν , κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . Ἐὰν μὲν
καὶ σιτίων ἀναλόγως τῇ κρατούσῃ κακοχυμίᾳ . δίψεσι δ ' ἀπαύστοις καταληφθέντας . . . ἐξ ὧνπερ καὶ ἀπέθανον .
6314658 ἐντεθεντος
. διὸ καὶ χρυσῆν εἰκόνα κατασκευάζεσθαι κοίλην , εἰς ἣν ἐντεθέντος τοῦ νεκροῦ περὶ τὴν εἰκόνα χεῖσθαι τὴν ὕελον :
μετὰ μέλιτος χλιανθεὶς καὶ παχυνθεὶς ἠρέμα καὶ ἐλλυχνίου βραχέντος καὶ ἐντεθέντος κατὰ τοῦ πόρου . εἰ δὲ καὶ ὑγρότερον ἐγχέεις
6312885 διστομον
τινὸς , ἧς τὸ πέρας ἐστὶν ἄφραστον . Ἐξίησι δὲ δίστομον ἔχων τὸ ῥεῖθρον εἰς τὴν λεγομένην Μαιῶτιν , ἐς
τινός , ἧς τὸ πέρας ἐστὶν ἄφραστον . ἐξίησι δὲ δίστομον ἔχων τὸ ῥεῖθρον εἰς τὴν λεγομένην Μαιῶτιν εἰς τὸν
6312229 ἀψαυστος
τὸν δὲ ἐν τῇ ἱεροπόλει νεών , ὃς λοιπὸς ἦν ἄψαυστος ἀσυλίας ἠξιωμένος τῆς πάσης , μεθηρμόζετο καὶ μετεσχημάτιζεν εἰς
κάτω δὴ γῆς , ἐγὼ δ ' ὅδ ' ἐνθάδε ἄψαυστος ἔγχουςεἴ τι μὴ τὠμῷ πόθῳ κατέφθιθ ' : οὕτω
6312157 ἀναιδειην
πρὸς ἀπληστίην , πρὸς ἐπιθυμίην , πρὸς ἀφαίρεσιν , πρὸς ἀναιδείην . Αὕτη γὰρ ἡ γνῶσις τῶν προσιόντων καὶ χρῆσις
καὶ ἀγήνορες , οὐδέ κεν ἄν τι ἀντόμενοι τρέσσειαν , ἀναιδείην ἀχάλινον αἰεὶ κυμαίνουσαν ἐπὶ φρεσὶ λύσσαν ἔχοντες : πολλάκι
6311343 διαρτησιν
κατὰ διάρτησιν ἀσύνακτος λόγος . καὶ γὰρ ὁ λέγων κατὰ διάρτησιν ἀσύνακτον εἶναί τινα λόγον , φάσιν μὲν προφερόμενος μόνην
ἐν μοχθηρῷ ἠρωτῆσθαι σχήματι ἢ κατὰ ἔλλειψιν . ἀλλὰ κατὰ διάρτησιν μέν , ὅταν μηδεμίαν ἔχῃ κοινωνίαν καὶ συνάρτησιν τὰ
6308045 δρακος
νο γ # εʹ ὁ ἐπὶ τῆς ἐμπροσθίας καὶ ἀριστερᾶς δρακός . . . . . . . . Καρκίνου
κζ γʹ # # εʹ ὁ ἐπὶ τῆς ἐμπροσθίας δεξιᾶς δρακός . . . . . . . . .
6306400 στραγγα
ὁδοὺς τοῦ περιττώματος . σπδʹ . Στραγγουρία ἐστὶν ἡ κατὰ στράγγα τοῦ οὔρου ἔκκρισις . ἢ στραγγουρία τὸ πάθος καλεῖται
καὶ τὰς μεγάλας κατασκευὰς καχλάζον ; οὕτως μικρολογεῖ καὶ κατὰ στράγγα ῥεῖ τὸ δωδεκάκρουνον ἐκεῖνο στόμα τοῦ σοφοῦ ; ἐταμιεύσατο
6306202 ῥηϊδιη
τρηχὺς τὸ πρῶτον . ἐπὴν δ ' εἰς ἄκρον ἵκηται ῥηϊδίη δ ' ἤπειτα πέλει , χαλεπή περ ἐοῦσα .
ἢ οἰκεῖον οὐ ξυνήθηϲ αὐτέοιϲι ἡ πέψιϲ , ἀνάδοϲιϲ δὲ ῥηϊδίη , ὅκωϲ ἐϲ τὴν ἑωυτέων τροφὴν ἁρπάγδην ἕλκοντοϲ τοῦ
6305913 πρηων
ὑψηλός , ἰσχυρός ὑψηλός * τρηχύν : τρηχύ . * πρηών : ἔξοχον ἐξοχή * ἐέργει : ἔχει ἀποκλείει τῶν
ὑψηλός , ἰσχυρός ὑψηλός * τρηχύν : τρηχύ . * πρηών : ἔξοχον ἐξοχή * ἐέργει : ἔχει ἀποκλείει τῶν
6305309 μηνοειδει
σημαίνουσιν εἰς ἕβδομον μῆνα ἀμφοτέρων ἀριθμουμένων . Ὅσαι μὲν ἅμα μηνοειδεῖ τῇ σελήνῃ πίπτουσιν , αὗται μὲν πνεύματα σημαίνουσιν εἰς
θηλύτητος , καὶ τὸν κερασφόρον αὐλὸν ἀνῆψαν αὐτῇ τῷ τε μηνοειδεῖ τοῦ σχήματος παραπλήσιον ὄντα καὶ βαρύτατον ἐπίσης προσλαμβανομένῳ κατὰ
6303907 στενοχωρειται
στενοχωρίαν ἐν τῇ παρόδῳ τῶν σιτίων . πῶς οὖν οὐ στενοχωρεῖται καταπινόντων ; πῶς δ ' ἄλλως ἢ κατασπωμένου μὲν
γαστήρ : ἡ διπλῆ ὅτι ἔστι μὲν ἐκδέξασθαι καὶ τὸ στενοχωρεῖται ὥστε καταστρέφειν εἰς τὸ βαρύνεται : βέλτιον δὲ παρεμπεπτωκέναι
6302245 τρωθεντοϲ
οὔτε τούτων οὐδὲν παρεμποδίζει τῇ διαιρέϲει . ἐπὶ δὲ ὀϲτέου τρωθέντοϲ ὁ κατ ' ἐφελκυϲμὸν μόνον παραλαμβάνεται τρόποϲ . εἰ
, καὶ χωρὶϲ ἀναβολῆϲ ὁ θάνατοϲ ἐπακολουθεῖ . πνεύμονοϲ δὲ τρωθέντοϲ εὐρυχωρίαϲ μὲν οὔϲηϲ διὰ τῆϲ τρώϲεωϲ ἀφρῶδεϲ αἷμα κενοῦται
6299966 Ἀργῳος
ἐν δὲ σόλοι καὶ τρύχεα θέσκελα κείνων : ἔνθα λιμὴν Ἀργῷος ἐπωνυμίην πεφάτισται . Καρπαλίμως δ ' ἐνθένδε διὲξ ἁλὸς
. Ἀργῷός τε λιμήν : παρὰ τῇ Τριτωνίδι λιμήν ἐστιν Ἀργῷος καλούμενος . αὔλιος : ὁ ἕσπερος : ἢ παρὰ
6299421 ἐξιησι
ἑξῆς Λάριος τετρακοσίων , πλάτος δὲ στενωτέρα τῆς πρότερον , ἐξίησι δὲ ποταμὸν τὸν Ἀδούαν : τρίτη δὲ Ὀυερβανὸς μῆκος
μὲν εἰσπίπτων , ποτὲ δὲ παλισσυτῶν βρόμῳ μεγάλῳ παραπλήσιον ἦχον ἐξίησι . τοῦ δὲ κλύδωνος τὸ μὲν πρὸς μεγάλας πέτρας
6293306 ἀμφισβαιναν
: ἔστιντί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος τύχοιμ ' ἄν ; ἀμφίσβαιναν , ἢ Σκύλλαν τινὰ οἰκοῦσαν ἐν πέτραισι , ναυτίλων
ἔρφος : δέρμα στέρφος δερῶν * τὴν μέν : τὴν ἀμφίσβαιναν * ἁδρύνηται : αὔξηται , παχυνθῇ , αὐξηθῇ ,
6292515 φθισικων
κοχλιάρια β ἢ γ . Ποιεῖ δ ' ἐπὶ τῶν φθισικῶν καλῶς πολλὰ τῶν ἐν τοῖς βηχικοῖς καὶ πρὸς κατάρρους
μὲν ἐξηγή - σαντο αὐτὸν οὕτως , ὅτι ἐὰν ἐπὶ φθισικῶν ἡ δύσπνοια , δηλοῖ , ῥᾳστωνήσει , τουτέστι μὴ
6292085 ἀντιπεριισταται
τὸ ῥιφθὲν ἀπωθεῖται ὑπὸ τοῦ ῥίψαντος εἰς τὸ πρόσθεν καὶ ἀντιπεριίσταται ὁ ἀὴρ εἰς τὸ ὄπισθεν . τί οὖν αἴτιον
τοῦτο θεμένων ἀλλὰ θείας φύσεως . ἀναλόγως γοῦν ἀνθυπακούει καὶ ἀντιπεριίσταται ἑκάτερα ἐν αὐτῇ τὰ μέρη πρὸς τὰ ὅλα ,
6287398 ὠχροτητα
ἐπιστάντα προσπίπτει : τρέπεται δὲ καὶ ἡ χρόα ἐπὶ λευκαντίζουσαν ὠχρότητα , προηγουμένου τὰ πολλὰ ἀνδρικωτέρου ἐρεύθου . Περὶ δὲ
στομάχου τε καὶ βρόγχουκαὶ ἢν νοσήσασα φλεγμήνη ἢ καὶ εἰς ὠχρότητα ὑποτραπῇ , σταφυλὴ καλεῖται ἢ καὶ ὡς Ἀριστοτέλης σταφυλοφόρος

Back