, βλάμματα , περιτρίμματα , παιπάλημα , πάτημα , ὅπλισμα δόξασμα δὲ Πλάτων εἶπε καὶ ἀποβλάστημα , Ἀντιφῶν δ '
εἴρηται πολλάκις : ἀλλ ' ἔχομεν ἐν ἡμῖν τοῦτο τὸ δόξασμα , οὐκοῦν κενόν , ὡς τοῦ κενοῦ καὶ τοῦ
5813022 ἀλαμπες
γὰρ εἴδωλον ἄφθογγον [ ἢ ἀστραπῆς ] ἢ κεραυνοῦ εἴκασμα ἀλαμπὲς ἐκ τῶν τῇδε ἐπιγείων μεταλλευμάτων ποῖον ἄν τι καὶ
σημαίνοντος τὸ λέγω . . . . ἀμαυρόν : τὸ ἀλαμπὲς μαρῶ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ μαυρῶ καὶ ἐξ
5709541 ἀφαιρεθεν
οἷοί τέ ἐσμεν ὅτι ὀλίγιστον , οὐκ ἀνάγκη καὶ τὸ ἀφαιρεθὲν ἐκεῖνο , εἴπερ τοῦ ἑνὸς μὴ μετέχοι , πλῆθος
πρὸς ὅλον τὸ ΓΔ , οὕτως ἀφαιρεθὲν τὸ ΑΕ πρὸς ἀφαιρεθὲν τὸ ΓΖ , ἔστι καὶ λοιπὸν τὸ ΕΒ πρὸς
5619617 ἀποσβεσας
ὀβελίσκους ἡμέρας ζητουμένους δύ ' ἐχθὲς ὠμοὺς εἰς τὸ πῦρ ἀποσβέσας , καὶ πρὸς τὸ δίχορδον ἐτερέτιζες , ᾐσθόμην .
ὕδατι χλιερῷ . Ἢν προσιστάμεναι πνίγωσιν , ἐλλύχνιον ἀνάψας , ἀποσβέσας , ὑπίσχειν ὑπὸ τὴν ῥῖνα , ὅκως ἂν τὸν
5613863 βρονταιον
ὀμβρίων ὑδάτων τὸ θερινὸν τοῦ λαιλαπώδους ἄμεινόν ἐστι καὶ τὸ βρονταῖον . τὰ δ ' ἀπὸ κρυστάλλων καὶ χιόνος πονηρότατα
καὶ πήγνυται ἐκ τῆς ψύξεως τὸ ὕδωρ . τὸ δὲ βρονταῖον μέσον : εἰ γὰρ ὅλως ἀνέρχεται εἰς τὰς νεφέλας
5606102 διαλυθησεται
καὶ ἄλλ ' ἄττα ὀνόματα λέγων , ὅθεν πάντα ταῦτα διαλυθήσεται [ ? ? ? ? ] [ ? ]
καὶ πᾶν δὲ τὸ εἰς τοῦτο τὸ μέρος ἔνστημα ῥᾳδίως διαλυθήσεται ἐάν τις τοῖς ἐναργήμασι προσέχῃ , ὅπερ ἐν τοῖς
5577263 ἐνισπω
ὅπως ἂν ἔχοιμεν ὀϊζύος ἀτρεκὲς ἄλκαρ . Γηθόσυνοι δέχνυσθε βροτοίπινυτοῖσιν ἐνίσπω , οἷς ἀγαθὴ κραδίη καὶ πείθεται ἀθανάτοισι : νηπυτίοισι
ποιεῖ : τέκω , τίκτω : ἔπω , ἴσπω , ἐνίσπω : βλάβω βλάπτω : ἐπεισόδῳ τοῦ τ , καὶ
5488601 ΛΞΓ
τρίγωνον πρὸς τὸ ΔΕΖ [ τρίγωνον ] , οὕτως τὸ ΛΞΓ [ τρίγωνον ] πρὸς τὸ ΡΦΖ τρίγωνον . ἀλλ
ἀπεναντίον δὲ ἡ ΟΜ , καὶ οὗ βάσις μὲν τὸ ΛΞΓ , ἀπεναντίον δὲ τὸ ΟΜΝ , πρὸς τὰ πρίσματα
5475763 προσφερομεν
ποιοῦμεν : ἀντὶ γὰρ τοῦ ἀποζέματος τοῦ λινοσπέρμου τὸ ὑδρορόδινον προσφέρομεν . ὡς δὲ ἡ ἐναντία διεδέχετο δυσκρασία ξηρὰ ,
ἀγνοεῖν τὸν τρόπον τῆς αὐτῶν ὠφελείας . εἰ δέ ποτε προσφέρομεν διά τινα βίαν , οὐ δεῖ καταχρῆσθαι τούτοις ,
5471830 ἐνεπω
τοὺς παρῳχημένους παρεδέξαντο αἱ προθέσεις , ὡς ἔχει παρὰ τὸ ἐνέπω τὸ ἤνεπον : ὅμοιον γάρ ἐστι τῷ ἤλαυνον :
τώνεκν [ ! ! ! ! ! ! ! ] ἐνέπω τ ' ἀτρέκιαν [ ] [ χρεισμολόγον ] :
5457765 πρισμα
πρίσμα πρὸς τὸ ΡΦΖΣΤΥ πρίσμα . ὡς δὲ τὸ ΛΞΓΜΝΟ πρίσμα πρὸς τὸ ΡΦΖΣΤΥ πρίσμα , οὕτως ἐδείχθη ἡ ΛΞΓ
παραλληλόγραμμον , ἀπεναντίον δὲ ἡ ΟΜ εὐθεῖα , πρὸς τὸ πρίσμα , οὗ βάσις μὲν τὸ ΠΕΦΡ παραλληλόγραμμον , ἀπεναντίον
5453512 συστελληται
τὸ μέσον . Συστολὴ δέ ἐστιν ὅταν τὰ ἐκτεινόμενα δίχρονα συστέλληται ἢ τὰ μακρὰ εἰς τὰ βραχέα ἀντίστοιχα αὐτῶν μετασταθῇ
μένων ἀὴρ εἰς πλείονα ὄγκον χέηται λεπτυνόμενος ἢ εἰς ἐλάττονα συστέλληται παχυνόμενος , τὴν ὑποκειμένην ὕλην αἰτιατέον , ὅτι δυνάμει
5423693 ὀτοτοι
ἤτοι θρήνοις πρὸς ὃν ἡ ἀντιθρήνησις γίνεται . † τὸ ὀτοτοῖ ἔν τισι μὲν δι ' ἑνὸς τ εὕρηται ,
θέλει ὁπωσδήποτε περισπᾶσθαι , ὡς ἔχει τὸ οἰμοιμοῖ καὶ τὸ ὀτοτοῖ καὶ τὸ οἰοιοῖΦαίνεται . ὅτι καὶ τὸ εὐοἵ κατὰ
5421753 δυσομαι
καὶ τὸ ἐπὶ τῇ κινήσει αὐτοπροαίρετον , ἐν οἷς ἀπειλεῖ δύσομαι εἰς Ἀίδαο καὶ ἐν νεκύεσσι φαείνω . καὶ ἐπὶ
ἀπειλοῦντος ἐκλείψειν , εἰ στρατηγήσοι Κλέων . παρὰ τὸ ὁμηρικὸν δύσομαι εἰς Ἀΐδαο καὶ ἐν νεκύεσσι φαείνω . φασὶ γὰρ
5418418 αἰτιωδες
ἢ ἄλλῳ . δίελε καὶ μέρισον τὸ ὑποκείμενον εἰς τὸ αἰτιῶδες καὶ ὑλικόν . ἐννόησον τὴν ἐσχάτην ὥραν . τὸ
ὁ σύνδεσμος οὗτος τὸ ἕτερον τῶν ἀξιωμάτων ψεῦδος εἶναι . αἰτιῶδες δέ ἐστιν ἀξίωμα τὸ συντασσόμενον διὰ τοῦ ” διότι
5399484 ἐπουρανιον
προαιρέσεως ἡμῶν παρέχω . ἔχοιτε ἀφ ' ἑαυτῶν καὶ τὴν ἐπουράνιον βασιλείαν ἐξετάζειν : ὡς γὰρ ὑμῖν πατρὶ καὶ υἱῷ
θνητῆς ὑπὸ σαρκὸς ἁπάσης . τίς γὰρ σὰρξ δύναται τὸν ἐπουράνιον καὶ ἀληθῆ ὀφθαλμοῖσιν ἰδεῖν θεὸν ἄμβροτον , ὃς πόλον
5398435 προηκαμην
ἐκβοῶντες καὶ ἐξαλλόμενοι ἀπὸ τῶν πετρῶν . καίτοι λιτὰ ῥήματα προηκάμην , καὶ ταῦτα εἰκῆ οὑτωσὶ καὶ λίαν ἀρχαίως ,
ὡς δὲ οὐκ ἐπλήρου μου τὴν ἐπιθυμίαν ἡ τύχη , προηκάμην τὸ γήδιον : ἐκεῖνος λαβὼν εὗρε τὰ χρήματα .
5394238 τρεφον
μὴ δύνασθαι τὸ οἰκεῖον ἀνενεγκεῖν : τὸ γὰρ αὖξον καὶ τρέφον καὶ γεννῶν τὰ ὅμοια καὶ τὸ ἓν πρὸ τῶν
θεμελιώσας τὴν γῆν ἐπὶ τῶν ὑδάτων καὶ δοὺς πνεῦμα τὸ τρέφον αὐτήν , οὗ ἡ πνοὴ ζωογονεῖ τὸ πᾶν ,
5386894 πιοτατον
ὁ κατ ' ἐπιγαμίαν οἰκεῖος . πῖαρ τὸ λιπαρὸν καὶ πιότατον . πιδηέσσης καθύγρου , πιδακώδους . συνήθως δὲ τὴν
ἀρίστους , ἐξελθεῖν καὶ ἀμῦναι ὑποσχόμενοι μέγα δῶρον : ὁππόθι πιότατον πεδίον Καλυδῶνος ἐραννῆς , ἔνθά μιν ἤνωγον τέμενος περικαλλὲς
5382019 συνεπεμψαν
, ἐπὶ Ῥωμαίους κατέφυγεν . οἳ δὲ πρέσβεις τοῖς Ἰσσίοις συνέπεμψαν , εἰσομένους τὰ Ἄγρωνος ἐς αὐτοὺς ἐγκλήματα . τοῖς
τι γειτονεῦον ἔθνος ἔπεμπεν , ἱππέων δεόμενος . οἳ δὲ συνέπεμψαν αὐτῷ τινας ἱππέας , οὓς ἐρχομένους ἐλόχων οἱ Κελτίβηρες
5380926 πολυσχηματιστον
ἐὰν δὲ καὶ διήγημα ᾖ κατασκευαστικόν , τὴν λέξιν δεῖ πολυσχημάτιστον εἶναι παρενθήκαις , παραζητήσεσιν , ἀναδρομαῖς . παράδειγμα τούτου
χοριαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου . Τὸ δʹ πολυσχημάτιστον τρίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ χοριάμβου καὶ ἀντισπάστου καὶ ἰαμβικῆς συζυγίας
5376133 ἀμβροσιος
τοῦ τ εἰς σ , πλησίος , ὡς ἄμβροτος καὶ ἀμβρόσιος . Πανήγυρις . παρὰ τὴν ἄγυριν τὸ ἄθροισμα ,
ἀμβρόσιός τε αὐγὰ πέπλων πείσει περιθέσθαι χροῒ χρυσότευκτον στέφανον : ἀμβρόσιος : ἀντὶ τοῦ ἀμβροσία θεία . αὐγὴ δὲ ,
5370333 ποεις
Σύ τοι λέγεις νιν , οὐκ ἐγώ : σὺ γὰρ ποεῖς τοὔργον , τὰ δ ' ἔργα τοὺς λόγους εὑρίσκεται
ταῦτα ποιεῖς χἀτέραις πείθει γυναιξί ; Κἀμέ τ ' ἄχθεσθαι ποεῖς αὐτή τε λυπεῖ . Μὴ πρόσαγε τὴν χεῖρά μοι
5370152 φωτιζον
. Εἰ δὲ τοῦτο , γνώριμον ὡς μεῖζον ἔχει τὸ φωτίζον αὐτήν , τὸν ἥλιον . Τοιούτων δὲ τῶν περὶ
. Ἐὰν οὖν πάλιν τὸ μὲν Θ σημεῖον ὑποθώμεθα τὸ φωτίζον εἶναι , τὸ δὲ ΑΒΓ τρίγωνον τὸ ἐπιπροσθοῦν ταῖς
5367706 ἀμφιβεβηκει
' αὐτὸ σεμνῶς λέγει ἦμος δ ' ἠέλιος μέσον οὐρανὸν ἀμφιβεβήκει . λέγοις δ ' ἂν καὶ κλίνοντος εἰς τὰ
πῖπτε δὲ λαός . ἦμος δ ' Ἠέλιος μέσον οὐρανὸν ἀμφιβεβήκει , καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα :
5349817 μεθεμεν
' ἁρπάζουσα ποτὶ σφετερὸν δέμας αἰεὶ ἂψ πάλιν οὐκ ἐθέλει μεθέμεν πολεμιστὰ σίδηρον . ἤτοι μέν μίν φασι καὶ Ἠελίοιο
Πελίαο κακὴν βασιλῆος ἐφετμήν , αὐτίκ ' † ἀπὸ ψυχὴν μεθέμεν κηδέων τε λαθέσθαι , ὄφρ ' αὐτός με τεῇσι
5348443 οὐδαμος
προσελθόντος τοῦ αλ ἐποίησεν ὀρταλίζω . Οὐδαμῶς . ὄνομα ἐστὶν οὐδαμὸς , ἀφ ' οὗ οὐδαμόθεν . τὸ δὲ ἀρσενικὸν
. τὸ δὲ οὐδαμῇ , ὡς ἀπὸ θηλυκοῦ παρακειμένη τοῦ οὐδαμὸς , ὡς ἄλλος ἄλλῃ . ὅθεν ἔχει τὸ ι
5340328 μηρ
' ὕδατι σπένδοντες ἐπώπτων ἔγκατα πάντα . αὐτὰρ ἐπεὶ κατὰ μῆρ ' ἐκάη καὶ σπλάγχνα πάσαντο , μίστυλλόν τ '
. ἄνδιχα δ ' αὖ χύτλων Νηοσσόῳ Ἀπόλλωνι βωμὸν δειμάμενοι μῆρ ' ἔφλεγον : ἂν δὲ καὶ Ὀρφεύς θῆκε λύρην
5338384 ἀσελγες
αὔθαδες προσεγίνετο μηδ ' ὄψει δυναμένοις ἰδεῖν , οὓς ἔμελλον ἀσελγές τι πράττοντες αἰσχύνεσθαι . Ἐρημουμένης δὲ τοῦ κρείττονος ἔθνους
πολιτικόν , δημόσιον , στειρῶδες , τετράπουν , μελοκοπούμενον , ἀσελγές , ἐπαναφορὰ κόσμου , μονοτόκον , ἡγεμονικόν , ἀποβλέπον
5334696 ταρταρον
αὐτίχ ' ὁ μὲν ποταμόνδε καθήλατο , τύψε δὲ κώλοις τάρταρον ἰλυόεσσαν , ἄφαρ δ ' ἐφορύξατο γυῖα πηλῷ ,
χάλκεος ἄκμων ἐκ γαίης κατιών , δεκάτῃ κ ' ἐς τάρταρον ἵκοι . τὸν πέρι χάλκεον ἕρκος ἐλήλαται : ἀμφὶ
5332620 διαλυθεν
ἡ γὰρ πο συλλαβὴ βραχεῖα . τὸ θʹ τροχαϊκὸν Εὐριπίδειον διαλυθέν . τὸ ιʹ ἐπιωνικὸν ὅμοιον τῷ γʹ . τὸ
ἡ γὰρ πο συλλαβὴ βραχεῖα . τὸ θʹ τροχαϊκὸν Εὐριπίδειον διαλυθέν . τὸ ιʹ ἐπιωνικὸν ὅμοιον τῷ γʹ . τὸ
5331203 ἱζω
οὕτω δὲ καὶ τὸ ἕζω , ὅθεν τὸ καθέζομαι , ἵζω λέγουσι διὰ τὸ φύσει ἑπόμενον σ τὸ ἀρκτικὸν τῆς
λεπυθέντα σύκα ἐν τῷ ξηραίνεσθαι . Ἱστία . παρὰ τὸ ἵζω . ἡ δὲ ἑστία παρὰ τὸ ἕζω . τὸ
5327712 ὠλετ
τοῦ θανόντος ἐν χεροῖν ἐμαῖν χραίνω , δι ' ὧνπερ ὤλετ ' . Ἆρ ' ἔφυν κακός ; ἆρ '
σύ νιν κατέκτας καὶ κασίγνηται σέθεν . ποῦ δ ' ὤλετ ' ; ἦ κατ ' οἶκον , ἢ ποίοις
5322630 ἰσαιτερον
: τὸ δὲ κατὰ τὸ ἓν καὶ τοῦ ἐπίσης ἐστὶν ἰσαίτερον , εἰ οἷόν τε οὕτως εἰπεῖν : τὰ δὲ
, ὁ μὴ θέλων σιγᾶι . τί τούτων ἔστ ' ἰσαίτερον πόλει ; καὶ μὴν ὅπου γε δῆμος εὐθυντὴς χθονὸς
5314975 πληξω
: ἢ παρὰ τὸν νύξω μέλλοντα , τὸν δηλοῦντα τὸ πλήξω , διὰ τὸ νύσσεσθαι καὶ προσπαίειν τοῖς ἐνεργοῦσί τι
φυλάττουσι μίαν συλλαβὴν τοῦ ῥήματος ἐξ οὗ γίνονται , οἷον πλήξω οἰστροπλήξ οἰστροπλῆγος , παραπλήξ παραπλῆγος , λαοπλήξ λαοπλῆγος ,
5292463 ἀμιαντον
; καὶ σοὶ μέν , ὅτι μίαν ἐτυραννήθης νύκτα τὴν ἀμίαντον ἀφαιρεθεῖς ' αἰδῶ μετὰ βίας , ἡδίων καὶ μακαριώτερος
θηλυτέρης τε λέχος φεύγειν καὶ κοινὰ λοετρά , καὶ μίμνειν ἀμίαντον ἐδωδῆς ἐμψύχοιο : ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα
5286745 ἰσχνοτερον
πλέον γυμνάσαις , ἐκκενώσεις τι καὶ τῶν χρηστῶν , ὥστε ἰσχνότερον ἀποδείξειν τὸ σῶμα καὶ ξηρότερον καὶ ἀναυξέστερον . ὡσαύτως
ἐν ἅπασι τὴν πηλικότητα τῶν ὑποβεβλημένων ὀστῶν : ἐνίοτε γὰρ ἰσχνότερον εἶναι δοκεῖ τὸ μέρος , οὐκ ὂν ἰσχνόν ,
5275186 σαυτῃ
ἄφθαρτος , ταμιεύεις καὶ θησαυρίζεις , ὦ διάνοια , ἐν σαυτῇ , ἀλλ ' οὐκ εἰς μέσον προφέρεις , ἵν
; Οὐδ ' ὡς σὺ τῆς δούλης τεκούσης ἄρρεν εἶτα σαυτῇ τοῦθ ' ὑπεβάλου , τὸ σὸν δὲ θυγάτριον παρῆκας
5269011 Λοξιαι
ἐν οὐρανῶι κάλλιστον κελάδημα . πόλεος ἐκπροκριθεῖς ' ἐμᾶς καλλιστεύματα Λοξίαι Καδμείαν ἔμολον γᾶν , κλεινῶν Ἀγηνοριδᾶν ὁμογενεῖς ἐπὶ Λαΐου
θεσπίσματα στέλλειν ὅπως τάχιστα : ταῦτα γὰρ πατὴρ Ζεὺς ἐγκαθίει Λοξίαι , : πατρὸς προφήτης ἐστὶ Λοξίας Διός . .
5263540 Ῥηβας
οἱ Βιθυνοὶ λιπαρὰν καὶ καλὴν χώραν κατοικοῦσιν , ἔνθα ὁ Ῥήβας τὸ κάλλιστον ὕδωρ εἰς τὸν Πόντον ἐκβάλλει , ὅστις
σοι λέγω . ἀπὸ δὲ τοῦ ἱεροῦ πλέοντι ἐν δεξιᾷ Ῥήβας ποταμός : σταδίους διέχει τοῦ ἱεροῦ τοῦ Διὸς ἐνενή
5262213 ἐπιδεες
δ ' ἐναντίον τούτων κατάδηλον μέν , ὅμως δὲ μηδὲν ἐπιδεὲς ἔστω λόγου . τὰ γὰρ δὴ τῶν περὶ τὸ
ὀλιγοδεής , ἀθανάτου καὶ θνητῆς φύσεως μεθόριος , τὸ μὲν ἐπιδεὲς ἔχων διὰ σῶμα θνητόν , τὸ δὲ μὴ πολυδεὲς
5257947 ἑζω
* παρὰ τὸ πέδον * , τοῦτο δὲ παρὰ τὸ ἕζω τὸ κάθημαι . πόδες οὖν τῆς νηὸς κυρίως οἱ
ἑννύω : ἀφ ' οὗ καὶ ἐν πλεονασμῷ τοῦ ζ ἕζω : δηλοῖ γὰρ τὸ ἕω τὸ δασυνόμενον πλείονα .
5254623 καθεζομαι
: παρὰ τὸ ἔζω : τοῦτο παρὰ τὸ ἔω τὸ καθέζομαι . τὸ γὰρ ἔδω , οὐ μόνον τὸ ἐσθίω
αἳ τοῦ μηνὸς γίγνονται τετράκις , τοῦτο δὲ ποιήσας ἄφωνος καθέζομαι δεικνύς , ὡς οὐ τοῦ πολλὰ πράττειν ἐπιθυμῶ ,
5248487 σπογγιας
ἀνεκέχυτο καὶ διὰ πάντων αὐτῆς ἐπεφοιτήκει τῶν μερῶν , οἷα σπογγιᾶς ἀναπεπωκυίας ἰκμάδα , ὡς εἶναι τέλματα καὶ βαθὺν πηλόν
. μετὰ δὲ τὴν καταστολὴν ἐκπληροῦν τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον ἐνθέσει σπογγιᾶς ὀξυκράτῳ βεβρεγμένης ἢ ἐρίου καὶ τῇ ἐπιδέσει συλλαμβάνοντα συνάγειν
5245555 Λεπτος
μελιχρὸν οἶνον τρικύαθον κελέβην ἔχουσα . Διονύσιος δ ' ὁ Λεπτὸς ἐξηγούμενος Θεοδωρίδα τὸ εἰς τὸν Ἔρωτα μέλος τὴν κελέβην
. Ὑμήν : δέρματος πτέρυξ , ἡ λεγομένη τζίπα . Λεπτὸς ὑμὴν , ὃν διατείνει εἰς τύπον ἀρμένου , τοὺς
5244858 ὀστρακινον
γὰρ καλοῦμεν τοὺς κακὰ ὑπομείναντας πολλά : πήλινον δὲ ἢ ὀστράκινον δοκεῖν γεγονέναι πᾶσι θάνατον σημαίνει χωρὶς τῶν διὰ γῆς
χόνδρον τοῦ λιβάνου ἅπτων εἰς λύχνον ἐντίθει εἰς κοῖλον λοπάδιον ὀστράκινον καινόν , εἶτα περικάθαψον χάλκωμα εἰς κοῖλον τετρημένον κατὰ
5242886 κηφην
μέλι κατεσθίοντος ὅσον αἱ μέλισσαι συνάγουσι . κόθουρος οὖν ὁ κηφήν , ὡς κεύθερός τις ὢν καὶ τὸ κέντρον κεκρυμμένον
κόθουρος ὁ ἀργὸς ἀπὸ τοῦ κάθημι . κηφήνεσσι κοθούροις : κηφήν ἐστι ζῷον μελισσῶν ἀργότατον καὶ ἄκεντρον ὥς φησιν Ἀριστοτέλης
5235315 ἑξαριθμον
αὐτοῦ τάφῳ , ἵν ' ᾖ τὸ ὃν ἐκτίσατο βωμὸν ἑξάριθμον ἀντὶ τοῦ ὃν ἔθηκεν ἐν τῷ κτισθέντι ὑπ '
ὦρσαν Διός , ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος † βωμῷ ἑξάριθμον ἐκτίσσατο , ἐπεὶ Ποσειδάνιον πέφνε Κτέατον ἀμύμονα , πέφνε
5222976 ματευει
. ὀτοτύζεται ] δεῖ δὲ ὅμως τὸν ἀποθανόντα θρηνῆσαι . ματεύει ] ὅμως οὐκ ἠρεμεῖ ἡ ψυχή : ζητεῖ γὰρ
, πάντα θ ' ἅτ ' ἐκ γαίης μερόπων ἐπίνοια ματεύει . ἢν δ ' ἀκτὶς Κρονικὴ κορυφὴν ἐπ '
5220360 πυρουμενον
, τότε ἐμπίπτει μὲν εἰς τὰ ἀγγεῖα τῶν πνευμάτων , πυρούμενον δὲ θερμαίνει τὸ ὅλον σῶμα . ἀρέσκει δ '
. [ ] ! ων κλυει ? [ [ ] πυρούμενον [ ] ! ! ! ! ! ! !
5212007 αἰδημον
Παρὰ τῆς δόξης καὶ μνήμης τῆς περὶ τοῦ γεννήσαντος τὸ αἰδῆμον καὶ ἀρρενικόν . Παρὰ τῆς μητρὸς τὸ θεοσεβὲς καὶ
κακῶς ἔχειν οἰόμεθα : ἂν δέ τινος τὸ ἐντρεπτικὸν καὶ αἰδῆμον ἀπονεκρωθῇ , τοῦτο ἔτι καὶ δύναμιν καλοῦμεν . Καταλαμβάνεις
5208421 ἐξεκλεψας
εἰσελθὼν εἰς τὴν οἰκίαν ἐβόα πάλιν , “ Τὸν μοιχὸν ἐξέκλεψας σύ , τῶν δεσμῶν ἐξέλυσας καὶ τῆς οἰκίας ἐξαπέστειλας
ἐν λέκτροις ἔκανον εὐνέτας . [ ] σὺ δ ' ἐξέκλεψας πῶς πόδ ' ὥστε μὴ θανεῖν ; [ ]
5202772 ΡΦΖ
ἑκάτερον τῶν ΟΜΝ , ΣΤΥ τριγώνων ἑκατέρῳ τῶν ΛΞΓ , ΡΦΖ . καὶ ὡς ἄρα ἡ ΑΒΓ βάσις πρὸς τὴν
Λῆμμα Ὅτι δέ ἐστιν ὡς τὸ ΛΞΓ τρίγωνον πρὸς τὸ ΡΦΖ τρίγωνον , οὕτως τὸ πρίσμα , οὗ βάσις τὸ
5202668 ἐπετειλατο
θήρης ἀρνύμενος κείνῳ χάριν Οἰνοπίωνι . Ἡ δέ οἱ ἐξαυτῆς ἐπετείλατο θηρίον ἄλλο , νήσου ἀναρρήξασα μέσας ἑκάτερθε κολώνας ,
τοῦ ἐπιτελεσθῆναι , ὡς τόδε , Νόστον ὃν ἐκ Τροίας ἐπετείλατο Παλλὰς Ἀθήνη , ἀντὶ τοῦ ἀπεπέλεσε . . χρὴ
5202107 κινεον
ἄμπαυσιν διακοσμάσιος . εἰ δέ γε κάμνοι καὶ ἀμπαύοιτο τὸ κινέον , φθαρτὸν καὶ γενητὸν ὑπάρχον , καὶ αὐτὸ πέρας
σελήνας μέχρι τᾶς γᾶς . ἐπεὶ δέ γε καὶ τὸ κινέον ἐξ αἰῶνος ἐς αἰῶνα περιπολεῖ , τὸ δὲ κινεόμενον
5199398 αια
πολλὰ τῶν εἰς α καὶ εἰς η θηλυκῶν διὰ τοῦ αια προφέρονται , ὡς ἁμαξαία , ἡ ἅμαξα , καὶ
. . [ ] ! ! ! [ [ ] αια ? ? [ [ ] ταη ! [ [
5198626 καταβηθι
χοροῦ τῶν Μουσῶν ἡγεμόνα ; ἀλλ ' ἄγε δή , κατάβηθι καί μοι ἑτέραν εἰκόνα που ζήτει χαμαὶ ἐρχομένων ἀνθρώπων
ἐπεὶ καὶ σεμνός τις εἶναι φαίνεται . Οὗτος ὁ Πυθαγορικὸς κατάβηθι καὶ πάρεχε σεαυτὸν ἀναθεωρεῖσθαι τοῖς συνειλεγμένοις . Κήρυττε δή
5198409 πορσυνων
ς ' ἀπέστειλεν βροτῶν . Φανοτεὺς ὁ Φωκεύς , πρᾶγμα πορσύνων μέγα . Τὸ ποῖον , ὦ ξέν ' ;
μὴ δύνασθαι ὑπερβαλέσθαι αὐτόν . τροπικῶς δὲ λέγει συνήθως . πορσύνων ] διδούς . πημονὴν ] τιμωρίαν . ἀρκύστατον ]
5194918 βυζω
. παρὰ τὸ βύω , ἔνθεν βεβυσμένος : οὗ παράγωγον βύζω , ὁ παθητικὸς παρακείμενος βέβυκται , ὡς βάζω βέβακται
, τροπῇ τοῦ α εἰς υ . ἢ παρὰ τὸ βύζω βυστός καὶ βυθός . . . . βύκτης :
5190578 λειψεις
θανάσιμον πρὸς Ἀίδαν , ὦ τάλας , ἀπολέμωι δὲ χειρὶ λείψεις βίον . ὤμοι , τυφλοῦμαι φέγγος ὀμμάτων τάλας .
μου βαρύνεται . ἀπωλόμην ἄρ ' , εἴ με δὴ λείψεις , γύναι . ὡς οὐκέτ ' οὖσαν οὐδὲν ἂν
5188734 ἑψεισθω
κοτύλης , μὴ ἀθρόως ἀλλὰ μεμερισμένως . Τῇ δὲ ἑξῆς ἑψείσθω τὸ γάλα εἰς τὸ ἥμισυ ἀφαιρουμένου τοῦ ἐπιπάγου ,
δύο δὲ μέλιτος , ὕδατος δὲ τέσσαρα : καὶ ταῦτα ἑψείσθω μέχρι τοῦ τρίτου μέρους ἢ τετάρτου , τὸν ἀφρὸν
5187130 Ὀρμενος
. τὸ Ἰάλμενος προπαροξύνεται ὡς παθὸν , ὥσπερ καὶ τὸ Ὄρμενος Κλύμενος ἴκμενος . Τὰ εἰς ΗΝΟΣ ὑπερδισύλλαβα ἁπλᾶ ἢ
: ἐκεῖνος γὰρ οὕτως γενεαλογεῖ : Ὑπερόχης Εὐρύπυλος : οὗ Ὄρμενος : οὗ Φέρης : οὗ Ἀμύντωρ : οὗ Ἀστυδάμεια
5176402 πεμψατε
ὡς ὁ ποιητής : εἰλύσω ψαμάθοις τόσην οἱ ἄσιν . πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως :
πέμψατε . . . ὄλοιντο ] τὸ ἑξῆς οὕτως : πέμψατε πόντονδε , ἔνθα ἀντήσαντες λαίλαπι χειμωνοτύπωι , βροντῆι ,
5168675 τεν
μακρηγορεῖν . ἴστε γάρ με καὶ οἷς ἐκεῖνος ἔπρατ - τεν οὐκ ἀρεσκόμενον , καὶ προκινδυνεύσαντα ὑμῶν ἐν οἷς πολλάκις
τείνουσα [ ] ἐμὴν καὶ τὸ συλ [ ? ] τεν τοῖς λόγοις [ ] κωλυουσ ? [ . .
5166362 ἀνοντος
δίκτυον . συγγνώμην ἔχοι ] ἤγουν ἵλεως γένοιτό μοι . ἄνοντος : ἀντὶ τοῦ ἀνύοντος τὰ πρὸς σωτηρίαν καὶ εὑρίσκοντος
ἔχοι τοῦ δικτύου . ταῦτα μὲν πρὸς ἀνδρός ἐστ ' ἄνοντος ἐς σωτηρίαν . ἀλλ ' ἔπαγε τὴν γνάθον .
5165519 ἀειρω
ὑποστῶ , Ἀλλ ' ὁσίας μὲν χεῖρας ἐς αἰθέρα λαμπρὸν ἀείρω , Καὶ κακίης ἀμόλυντον ἔχω κατὰ πάντα λογισμόν .
: οὐ γὰρ ποιοῦσιν ὅτε φωνῆεν ἐπιφέρεται , ὡς ἑορτάζω ἀείρω ἀερτάζω . Ἰστέον δὲ ὅτι ὁ Ἀττικὸς παρακείμενος ἀποφεύγει
5164153 ἀτυχω
. ἐγὼ οὖν μὴ ἔχων καλὴν ἀπέκτεινα : διὸ καὶ ἀτυχῶ : οὐδαμῶς : οὐ γὰρ ἁνδάνουσιν : αὕτη γὰρ
οὐκ ἀστοχήσεις , δυστυχήσεις , ἀλλ ' εὐτυχήσεις . . ἀτυχῶ παρὰ μὲν τοῖς λογοποιοῖς τὸ δυστυχῶ , παρὰ δὲ
5164003 ορος
βαρυνόμενον δὲ διὰ τοῦ ο μικροῦ . Τὰ διὰ τοῦ ορος δισύλλαβα ἀπὸ ῥημάτων γινόμενα διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφονται
] [ [ ] ! καιος ! [ [ ] ορος α [ [ ] σπερεφ ! [ [ ]
5160745 ἀνθρωπομορφον
στειρῶδες , ὑποτασσόμενον , πτερωτόν , ἡμερινόν , ἐξ ἡμισείας ἀνθρωπόμορφον καὶ φωνῆεν , συριγγῶδες . καὶ καθόλου μέν ἐστι
. Ὑδροχόος ἐστὶν ἐν οὐρανῷ ζῴδιον ἀρρενικόν , στερεόν , ἀνθρωπόμορφον , πάρυγρον , μονογενές : ἐστὶ δὲ ἄφωνον ,
5159791 οὐτιδανοισιν
μιν ἐξείρυσσε πάρος δόλον ἐν φρεσὶ θέσθαι , πρὶν φόβον οὐτιδανοῖσιν ἐνιπλῆξαι μελανούροις . τοίην χειμερίην πανεπίκλοπον ἤνυσεν ἄγρην .
μετὰ ἠθικῆς ἐρωτήσεως , οἷον καὶ τὸ Ὁμηρικὸν “ ἐπεὶ οὐτιδανοῖσιν ἀνάσσεις : ἦ γὰρ ἂν Ἀτρεΐδη νῦν ὕστατα λωβήσαιο
5154727 κλιντηρι
μέ τις καπυρὰ νόσος ἐξεσάλαξεν , κείμαν δ ' ἐν κλιντῆρι δέκ ' ἄματα καὶ δέκα νύκτας . φράζεό μευ
μετὰ τεῦς ἀνὰ νύκτα τὸν ἱερὸν ὕπνον ἐμόχθει : παγχρυσέῳ κλιντῆρι πόθες καὶ στυγνὸν Ἄδωνιν , βάλλε δέ νιν στεφάνοισι
5151464 Ἀλερα
Ἐλάρα : † Ἀλέρας γενεά παρὰ Σιμωνίδῃ ἡ Ἐλάρα . Ἀλέρα δὲ παρὰ Πινδάρῳ , οἷον : Ἀλέρας υἱόν .
εἰπών : Εἰλαρίδην 〚 πο 〛 Τιτυόν . ἐὰν γένηται Ἀλέρα , ὑπέρθεσις δηλονότι . οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ Περὶ
5151036 ἰωδες
. Σπανίως μὲν δήγματι χρώμενος : ἆσθμα δὲ τούτου πέφυκεν ἰῶδες ἐμποιοῦν σφοδρόν , ὥστε κἂν μὴ θίγῃ , τῷ
σῶμα . νῦν οἴδαμεν τὸ , τί ἐστι καὶ τὸ ἰῶδες ὅτι ἤδη κακοήθους χολῆς . ταῦτα μὲν περὶ τῆς
5149723 Ἰαπετοιο
, χερείονα δ ' ὤπασεν ἀλκήν , εἴτ ' οὖν Ἰαπετοῖο γένος , πολυμῆτα Προμηθεύς , ἀντωπὸν μακάρεσσι κάμεν γένος
ὅπερ πῦρ αὖθις , καὶ δὴ ὁ ἐῢς πάϊς τοῦ Ἰαπετοῖο , ἤγουν ὁ αὐτὸς Προμηθεὺς ἔκλεψε , καὶ κλέψας
5148514 πεισθητι
κήδῃ σαυτοῦ τε καὶ ἡμῶν καὶ τῆς ὅλης ἀρχῆς , πείσθητι τὰ βέλτιστα συμβουλεύουσι ἡμῖν καὶ κοινώνει τῶν τε πραγμάτων
προξενεῖ . μισεῖ δὲ ὁ θεὸς τοὺς ἀλαζόνας . φέρε πείσθητι τῷ Σατύρῳ καὶ χάρισαι τῷ θεῷ . ” κἀγὼ
5147563 ἀμπεχει
ἀνεμώλια πάντ ' ἀγορεύειν ; Οὐδέ σε παρθενικὴ καὶ ἀκήρατος ἀμπέχει αἰδώς , ἀλλά σε λύσς ' ὀλοὴ περιδέδρομε :
ἀκούουσαν . ἣ ] ἥτις . νιν ] αὐτόν . ἀμπέχει ] περικαλύπτει . εἶμι ] † πορεύσομαι . κόσμον
5145350 Λυκιδα
Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων . προλογίζει
εἰς ἔτος ἄλλο δακρῦσαι . Λῇς νύ τί μοι , Λυκίδα , Σικελὸν μέλος ἁδὺ λιγαίνειν , ἱμερόεν γλυκύθυμον ἐρωτικόν
5144446 φωτιζεται
παρεμποδίζεσθαι ἐντεῦθεν φωτίζειν τὴν σελήνην : ἐκ τοῦ ἡλίου γὰρ φωτίζεται ἡ σελήνη . κατὰ συμβεβηκὸς δὲ ἐπίσταταί τις ,
λίαν τὸ αἴτημα . τί οὖν τὸ φῶς καὶ πῶς φωτίζεται τὰ ὁρώμενα ; λέγομεν οὖν ἐνέργειάν τινα ἐκπέμπεσθαι ἀσώματον
5138822 καρποισι
' ἐπὶ ἔργα χέρας φέρον : ἀμφὶ δ ' ἀλωαὶ καρποῖσι βρίθοντο : μέλαινα δὲ γαῖα τεθήλει . Αἰπύτατον δ
δονοῦνται , τὰ βροτῶν δ ' ἔλαμψεν ἔργα , † καρποῖσι γαῖα προκύπτει , καρπὸς ἐλαίας † προκύπτει : †
5138249 ἀπολαμβανεσθαι
τὸ δὲ τῆς λογικῆς καὶ ἄλλο ἄλλης , εἴπερ τῷ ἀπολαμβάνεσθαί τι τοῦ ἀέρος ψυχὴν ἔχει . νυνὶ δὲ ὁρῶμεν
διασπώμενος ὁμοειδής . εἰ μὲν οὖν ὁμοειδής , ἐπειδὴ τῷ ἀπολαμβάνεσθαί τι τοῦ ἀέρος ἐν τοῖς ἐμψύχοις ἔμψυχα γίνεται ,
5134532 φιλητον
φιλητῶν , τὸ μὲν ἀγαθὸν καὶ τὸ ἡδὺ ὡς τέλος φιλητὸν ἂν εἴη , τὸ δὲ χρήσιμον φιλητὸν ὡς τῶν
οὐδὲ πρὸς ἑαυτὸν φιλικός ἐστιν ὁ μοχθηρός , ὅτι οὐδὲν φιλητὸν ἔχει . εἰ δὲ τὸ οὕτως ἔχειν λίαν ἐστὶν
5133026 παμμιαρον
. ἄπελθε οὖν ἐκ τοῦ περὶ σεαυτὸν γεώδους , τὸ παμμίαρον , ὦ οὗτος , ἐκφυγὼν δεσμωτήριον , τὸ σῶμα
, τὸ δὲ σαρκῶν ἀνθρώπων ἀνθρώπους μετασχεῖν ἔχθιστόν τι καὶ παμμίαρον καὶ πάσης ἐκθέσμου καὶ παρὰ φύσιν βρώσεως ἢ πράξεως
5128335 νοσερον
τουτέστι πορευόμενος μετὰ κηδεμονίας : τῇ κηδοσύνῃ συνεζευγμένος καὶ τὸ νοσερὸν κῶλον τοῦ Ὀρέστου ἰθύνων : συγγενικῷ : οἲ '
. τοὺς δὲ καὶ τοῖς ἐφοδίοις θλιβομένους καὶ τὸ χωρίον νοσερὸν καταγνόντας ἀπελθεῖν , καὶ τοῦ λοιποῦ διατρίβειν ἔρημον τὸν
5126262 καμ
δῖον . αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός , Ἀργείων οἱ ἄριστοι , ἐμοὶ δ
, οἷον αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός . ἐν γὰρ τῷ κατεβαίνομεν τὸ μέγεθος
5124231 ἰνωδες
εἰ λεῖον καὶ ὁμαλὸν καὶ συνεχὲς ἑαυτῷ . τὸ γὰρ ἰνῶδες καὶ διαφύσεις ἔχον ἐρυθρὰς ἢ σαρκοειδεῖς ἄπεπτον . πήξεως
τοῦ ἡλίου θεωρῆται . ἐὰν μὲν γάρ τι φαίνηται διατρέχον ἰνῶδες καὶ ὕφαιμον , γόνιμόν ἐστι τὸ ἐνόν . ἐὰν
5120769 πιφαυσκω
ἐνθυμητέον καὶ τὸ τοῦ Ἡρακλείδου εἰπόντος ἐν τοῖς περὶ τοῦ πιφαύσκω , ὅτι καὶ τὸ παρ ' Ὁμήρῳ „ ὦ
, φαύω , οὗ μέλλων φαύσω , καὶ φαύσκω , πιφαύσκω . Πρόσφατος . κυρίως ὁ νεωστὶ πεφονευμένος : παρὰ
5118903 ΟΜΝ
τε δύο πρίσματα καὶ δύο πυραμίδας , ἔσται ὡς ἡ ΟΜΝ βάσις πρὸς τὴν ΣΤΥ βάσιν , οὕτως τὰ ἐν
, οὗ βάσις τὸ ΛΞΓ τρίγωνον , ἀπεναντίον δὲ τὸ ΟΜΝ , πρὸς τὸ πρίσμα , οὗ βάσις μὲν τὸ
5118890 δυσμορον
ἔσπασεν αἰχμήν : ὣς ἄρα καὶ μύραιναν ἕλεν χόλος ἀφραδίῃσι δύσμορον , αὐτοτύποισιν ὑπ ' ὠτειλῇσι δαμεῖσαν . τοίην που
' ἄφαντον ἐν χθονὸς νειροῖς μυχοῖς , ἐν ᾗ Κυφαίων δύσμορον στρατηλάτην ναύταις συνεκβράσουσι Βορραῖαι πνοαὶ τόν τ ' ἐκ
5118665 ἐγεννησας
εἰς τὴν Οἰνοπίαν διακομίσας νῆσον συνεκοιμήθη , ἔνθα τὸν ἐνδοξότατον ἐγέννησας Αἰακὸν τῷ μεγαλοήχῳ Διῒ , συνετώτατον πάντων τῶν ἀνθρώπων
ἂν εἴποιμι παράγγελμα ἢ νουθέτημα , ἀλλ ' ἣν αὐτὸς ἐγέννησας γνώμην , ταύτην ἀπόχρη σοι μόνην εἰδέναι τε καὶ
5118555 ἀεισαι
ἀγόρευε Μενάλκας : μυκητᾶν ἐπίουρε βοῶν Δάφνι , λῇς μοι ἀεῖσαι ; φαμί τυ νικασεῖν , ὅσσον θέλω αὐτὸς ἀείδων
! ! ! ! ! ! ] ν ἀθήλεα πῆχυν ἀεῖσαι [ ! ! ! ! ! ! ! !
5116813 Μηδε
τὸ δὲ δεύτερον παρῆκεν ὡς διὰ τῶν ἄκρων εἰσφερόμενον . Μηδὲ κατὰ τοῦ Α ἕτερον . πάλιν τὸ πρῶτον σχῆμα
Ὅλῳ καὶ παντί , ἔφη , διαφέρει τὸ φείδεσθαι . Μηδὲ Ἕλληνα ἄρα δοῦλον ἐκτῆσθαι μήτε αὐτούς , τοῖς τε
5112158 ἀγυιατις
ὃς πάντ ' ἐφορᾷς : καὶ : δὸς φίλος . ἀγυιᾶτις οὖν ἀντὶ τοῦ σύνοικε . ἄλλως : Θρασυδαίῳ Θηβαίῳ
στάδιον ἄνδρας . . τὸ δὲ ἀγυιᾶτις ἀντὶ τοῦ ὦ ἀγυιᾶτις ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : Ἠέλιος ὃς πάντ
5109866 λωιτερον
γὰρ ἑνικὸν καὶ οὐ πληθυντικόν : ἀποχωρίσαι ἑὸν κτέρας . λωίτερον : αὐτὸ τὸ λῷον συγκριτικόν : τὸ δὲ λωίτερον
πειρηθῆναι , τόνδ ' ἀπαμείρωμεν σφέτερον κτέρας , ἀλλὰ πάροιθεν λωίτερον μύθῳ μιν ἀρέσσασθαι μετιόντας . πολλάκι τοι ῥέα μῦθος
5108679 Ῥητορικον
' ὑπερβιβασμὸν βράταχος καὶ βρόταχος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν καὶ Ῥητορικόν , . , . . . . + .
καὶ βρεχμόν : τὸ ὑπερμετώπιον : οὕτως εὗρον εἰς τὸ Ῥητορικόν , ἐν δὲ τοῖς Ἐτυμολογικοῖς τὸ τῆς κεφαλῆς ἄκρον
5106233 τρεπουσα
πολλά γ ' ἐν δόμοισιν εἴργασται κακά , δονοῦσα καὶ τρέπουσα τύρβ ' ἄνω κάτω . ταῦτα δὲ παρέθετο Χαμαιλέων
ὡς ἡ εἰς ς ὀξύτονος μετοχὴ διὰ τοῦ ντ κλινομένη τρέπουσα τὸ τέλος τῆς γενικῆς εἰς ην καὶ πρὸ αὐτοῦ
5105135 πελαζει
ἐπίκαιρα ἀμφιφλᾶται ἐν τούτοισι τοῖσι χωρίοισιν : ἐγγυτέρω γὰρ θανάτου πελάζει ταῦτα ἢ ἐκεῖνα , ἢν ἐκπυρωθῇ ξυνεχεῖ πυρετῷ :
ἐκεῖ τὸ ἔκπαλαι καὶ ἐξ ἀρχῆς : τὸ δὲ γινόμενον πελάζει καὶ συνάπτεσθαι δοκεῖ καὶ ἐξήρτηται ἐκείνου . Ἡμεῖς δέτίνες
5104225 ἐπιλαθου
τρία τάλαντα . καὶ καλῶς [ ποεῖς . τὸ λοιπὸν ἐπιλάθου στρατιώτης [ ὤν , ἵνα προπετὲς ποήσηις μηδὲ ἓν
χόλον νέμουσα , μήθ ' οἷς ἐχθαίρεις ὑπεράχθεο μήτ ' ἐπιλάθου . Χρόνος γὰρ εὐμαρὴς θεός : οὔτε γὰρ ὁ
5103815 γεινεται
[ ἀνθρώπου , πῶς ὁ βίος ] [ ἡμεῖν ἡδὺς γείνεται ; “ ] , [ ἀποκρινοῦμαι ὅτι ] [
ἀγαθῷ μνήμη , ὅμως τὸ ποιητικὸν τῆς # ἡδονῆς αὖθις γείνεται . τὰς οὖν ? διαφορὰς ταύτας τεμεῖν ὑμεῖς μὴ
5103640 πνιγηρον
” ἐπὶ τελευτῇ δὲ τοῦ λόγου διαβάλλων τὴν πόλιν ὡς πνιγηρὸν οἰκητήριον τὸ ἐπὶ πᾶσιν ὧδε ἀνεφθέγξατο : ” ἀλλ
τὸ θέρος ψυχρὰ γίνηται ἥ τε ὄπωρα γίνεται καὶ μετόπωρον πνιγηρὸν καὶ οὐκ ἀνεμῶδες . Οἱ πρῖνοι ἐὰν εὐκαρπῶσι χειμῶνες
5099097 εἰσκρινεσθαι
ἡμῖν θερμόν , τόν τε ἀέρα ψυχρὸν ὄντα μὴ ἐώσης εἰσκρίνεσθαι . διὰ δὴ τοῦτο τὸ αἴτιον μὴ ῥᾳδίως καταψύχεσθαι
βοὸς ὕλης : ὅθεν καὶ εἰς τὰ ἄλλα ζῷά φησιν εἰσκρίνεσθαι οἷον ἄλλης τῆς ψυχῆς γενομένης καὶ ἑτεροιωθέντος τοῦ λόγου
5097278 κυκλοειδως
ὡς τῆς κολυμβήθρας : τῆς πληγείσης λίθῳ ' κινουμένης καὶ κυκλοειδῶς καὶ σφαιροειδῶς . Ἀναξίμανδρος τὴν φωνὴν γίνεσθαι πνεύματος ἐμπεσόντος
δεξιὸν κέρας ἐξώτερον , τὸ δὲ ἀριστερὸν ἐσώτερον , παρερχόμενον κυκλοειδῶς , τὴν ἐναντίαν ἀλλήλων ἐλαύνωσιν : ὃν τρόπον ἐν

Back