καὶ τὸ ἐπὶ τῇ κινήσει αὐτοπροαίρετον , ἐν οἷς ἀπειλεῖ δύσομαι εἰς Ἀίδαο καὶ ἐν νεκύεσσι φαείνω . καὶ ἐπὶ
ἀπειλοῦντος ἐκλείψειν , εἰ στρατηγήσοι Κλέων . παρὰ τὸ ὁμηρικὸν δύσομαι εἰς Ἀΐδαο καὶ ἐν νεκύεσσι φαείνω . φασὶ γὰρ
8234306 κοιτου
καμάτου ἐπιδεύεται , ἄγχι δέ τοι νύξ αὖλιν ἄγει , κοίτου δὲ λιλαίεαι ἔργον ἀνύσσας , τῆμος δὴ ποταμοῖο πολυρραγέος
δεπάεσσιν ἐυσκόπῳ ἀργειφόντῃ , ᾧ πυμάτῳ σπένδεσκον , ὅτε μνησαίατο κοίτου . * ) ἡ διπλῆ πρὸς τὸ ἔθος .
8138792 βελεμνοις
' ἐπὶ νῆα καὶ ἠιόνας βαρυδούπους καγχαλόωντες ἔνεικαν ὁμῶς σφετέροισι βελέμνοις . Καί ῥά οἱ ἀμφεμάσαντο δέμας καὶ ἀμείλιχον ἕλκος
. Κατάβηθι , Κύπρι , θᾶττον σὺν Ἔρωτι , σὺν βελέμνοις νεκύων κάτω πρὸς αὐλάς , ἵν ' ἀπαλλαγῶ φαρέτρης
8107908 ἠεροεντι
' ὀλοῇσι πύλῃσι πολυκλαύτου Ἀίδαο εἴργων νεκρὸν ὅμιλον ὑπ ' ἠερόεντι βερέθρῳ : ῥεῖα δέ μιν Διὸς υἱὸς ὑπὸ πληγῇσι
πεφύασι καὶ ἀτρυγέτοιο θαλάσσης . ἔνθα θεοὶ Τιτῆνες ὑπὸ ζόφῳ ἠερόεντι κεκρύφαται βουλῇσι Διὸς νεφεληγερέταο , χώρῳ ἐν εὐρώεντι ,
8104490 μολ
ν . . . ἀσυλλογιστ ? ? [ εἰ δὴ μολ [ βάψας ? [ λαβὼν ? ? [ [
? δ ' ὕμνον ? ? ἀμφὶ ? τὸν δόντα μολ - πάσειν ? ? [ ! ] ολω ?
8087711 πορσω
μ ' Ἀργείων ἢ Φθιωτᾶν ἢ νησαίαν ἄξει χώραν δύστανον πόρσω Τροίας ; φεῦ φεῦ . τῶι δ ' ἁ
Τὸ προσαίνειν ἀντὶ τοῦ τρέφειν . γίνεται δὲ ἀπὸ τοῦ πόρσω , τὸ μακράν , ἐξ οὗ καὶ πόρσιον τὸ
8065037 ερος
[ ] ! ! ! ! ! [ [ ] ερος ? ἵνα ? [ [ ] ν σπιλα [
εγο ? ? [ [ ] παν [ [ ] ερος : [ [ ] ! πο ? [ [
8040632 ἠμεας
ἀλλὰ μὴ βροντέων οὖτος ? σὺ τρέψηις μέζον εἰς φυγὴν ἠμέας . αὐτὴ σὺ καὶ τίμησον , εἰ θέλεις ,
! ! ] ν [ ! ] μηδὲ εἶς ἀναστήσηι ἠμέας ] ? ! ! ! ! τοδινα ? ?
8035431 ἀμετρητων
πυρίβολοι πλαγαὶ λέχεά θ ' Ἁλίου . ὦ δυστάλαινα τῶν ἀμετρήτων κακῶν Ὠκεανοῦ κόρα , πατρὸς ἴθι πρόσπεσε γόνυ λιταῖς
μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον ἀμετρήτων [ ] ἀρετάων : οὐ πέλεν , οὐ πέλεν
8019577 ἑρπεις
ὅλης ψυχῆς : ἐν πόστῳ δὲ βωλαρίῳ τῆς ὅλης γῆς ἕρπεις . πάντα ταῦτα ἐνθυμούμενος μηδὲν μέγα φαντάζου ἢ τό
σφυρὰ κόλπον ἀνεῖσαι στήθεσι φαινομένοις λιγυρᾶς ἀρξεύμεθ ' ἀοιδᾶς . ἕρπεις , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐνθάδε κἠς
8015756 μελα
? στρατόν ? ⌊ [ ] φιστονως [ ζεύγνυται ] μελα [ [ ] ν φράσαιελ ? ! ? [
υ ! [ ! υχ ! [ γενο ? [ μελα ? ? [ γαλο ? [ μ ? !
8002633 καμ
δῖον . αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός , Ἀργείων οἱ ἄριστοι , ἐμοὶ δ
, οἷον αὐτὰρ ὅτ ' εἰς ἵππον κατεβαίνομεν , ὃν κάμ ' Ἐπειός . ἐν γὰρ τῷ κατεβαίνομεν τὸ μέγεθος
8001198 δαπτει
Διὸς παῖς ὁ χρυσός , κεῖνον οὐ σὴς οὐδὲ κὶς δάπτει , βροτεᾶν † φρένα κράτιστον φρενῶν . θυσάνῳ :
δαίμων σίντην : θῶες μέν τε διέτρεσαν , αὐτὰρ ὃ δάπτει : ὥς ῥα τότ ' ἀμφ ' Ὀδυσῆα δαΐφρονα
7988296 ἰαυων
μαζοῖο τίθητι ; ζαλωτὸς μὲν ἐμὶν ὁ τὸν ἄτροπον ὕπνον ἰαύων Ἐνδυμίων : ζαλῶ δέ , φίλα γύναι , Ἰασίωνα
ὑπὸ τρίποδι μεγάλῳ , ἰαίνετο δ ' ὕδωρ . ” ἰαύων κοιμώμενος . ἰάψῃ διαφθείρῃ , καὶ προΐαψε προδιέφθειρεν :
7972656 κατεδραθον
ἐν τοῖς συνθέτοις τῇ συγκοπῇ , καδδραθέτην λέγων ἀντὶ τοῦ κατέδραθον καὶ ὑββάλλειν ἀντὶ τοῦ ὑποβάλλειν . καὶ ἐπὶ τοῦ
ἐπέδησε φίλα βλέφαρ ' ἀμφικαλύψας ; οὐ γάρ πω τοιόνδε κατέδραθον , ἐξ οὗ Ὀδυσσεὺς ᾤχετ ' ἐποψόμενος Κακοΐλιον οὐκ
7966689 ταναον
Ἄρκυας . παγίδας : γρίφους . λύγους : βρόχους . ταναόν : , μακρόν . πάναγρον : . Αἰχμήν :
' εὐθήροιο μέγα πνείοντα φόνοιο , ἄρκυας εὐστρεφέας τε λύγους ταναόν τε πάναγρον δίκτυά τε σχαλίδας τε βρόχων τε πολύστονα
7961365 μετατροπος
] πάνδυρτον δύσθροον αὐδάν . δαίμων γὰρ ὅδ ' αὖ μετάτροπος ἐπ ' ἐμοί . ἥσω τοι τὰν πάνδυρτον ,
Ἄγ ' ἐπείγετέ νυν ἐν ὅσῳ σοβαρὰ θεόθεν κατέχει πολέμου μετάτροπος αὔρα : νῦν γὰρ δαίμων φανερῶς εἰς ἀγαθὰ μεταβιβάζει
7958729 Λαερτιαδεω
δὲ καὶ μετέειπε Θεοκλύμενος θεοειδής : “ ὦ γύναι αἰδοίη Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος , ἦ τοι ὅ γ ' οὐ σάφα
γάρ τιν ' ἀναιρήσεσθαι ὀΐω , ἐλθόντ ' ἐς μέγαρον Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος . ἀλλ ' ἄγετ ' , οἰνοχόος μὲν
7957824 κρατερην
θῆκεν ἐν ἀκμοθέτῳ μέγαν ἄκμονα , γέντο δὲ χειρὶ ῥαιστῆρα κρατερήν , ἑτέρηφι δὲ γέντο πυράγρην . Ποίει δὲ πρώτιστα
δονεῖσθαι . ῥαθάμιγγες σταγόνες . ῥαιστῆρα σφῦραν : “ ῥαιστῆρα κρατερήν . ” ῥάπτειν μεταφορικῶς μηχανᾶσθαι καὶ κατασκευάζειν . ῥάσσατε
7941227 ἐξαγ
ἀθλίαν ποθεῖν . ἆ μή μ ' ἐπ ' οἶκτον ἔξαγ ' οὗ ' λελήσμεθα . σιγῶ : πέραινε δ
γε δυνατὸν αἰτεῖσθαι χρεών . σὺ μήτε σὴν παῖδ ' ἔξαγ ' ὄψιν εἰς ἐμὴν μήτ ' εἰς ὄνειδος ἀμαθὲς
7930000 ἀειρω
ὑποστῶ , Ἀλλ ' ὁσίας μὲν χεῖρας ἐς αἰθέρα λαμπρὸν ἀείρω , Καὶ κακίης ἀμόλυντον ἔχω κατὰ πάντα λογισμόν .
: οὐ γὰρ ποιοῦσιν ὅτε φωνῆεν ἐπιφέρεται , ὡς ἑορτάζω ἀείρω ἀερτάζω . Ἰστέον δὲ ὅτι ὁ Ἀττικὸς παρακείμενος ἀποφεύγει
7924870 βελτερος
τοῦ ἀβέλτερος μετὰ τοῦ στερητικοῦ α , τοῦτο παρὰ τὸ βέλτερος : τὸ θηλικὸν , ἀβελτηρία : καὶ τροπῆ τοῦ
εἰς τὸ Περὶ συγκριτικῶν . . . . . . βέλτερος : βέλτερος : . . . ὁ δὲ Φιλόξενος
7924479 βριθυς
παρὰ τὸ τάχος γίνεται † στάχυς , οὕτως καὶ βρῖθος βριθύς , καὶ βριθύ , καὶ βριθοσύνη καὶ τὸ βριάω
, καθὸ καὶ τὸ βριθέως μὲν ἐντελές , παρακείμενον τῷ βριθύς , καὶ ἐν ἀποκοπῇ βρῖ . . ) τούτῳ
7914578 εὐθ
αἰεὶ γὰρ τὸ πάρος γε θεοὶ φαίνονται ἐναργεῖς ἡμῖν , εὖθ ' ἕρδωμεν ἀγακλειτὰς ἑκατόμβας , δαίνυνταί τε παρ '
βιοτᾶς ] η . ζωῆς . ἐπεκύρσαμεν ] ἐπετύχομεν . εὖθ ' ] ὁπηνίκα . παντάρκης ] ὁ πᾶσι βοηθῶν
7903494 ἀθαναται
κάλλεος , οὕνεκα Κύπριν , ὅτ ' εἰς ἔριν ἠέρθησαν ἀθάναται , κόσμησεν ἐν Ἰδαίοισιν ὄρεσσι τῆς σύ γ '
Διὸς αἰγιόχοιο , ὅσσαι δὴ θνητοῖσι παρ ' ἀνδράσιν εὐνηθεῖσαι ἀθάναται γείναντο θεοῖς ἐπιείκελα τέκνα . Δημήτηρ μὲν Πλοῦτον ἐγείνατο
7903452 προμαχοισιν
' ἀπέβη γλαυκῶπις Ἀθήνη , Τυδεΐδης δ ' ἐξαῦτις ἰὼν προμάχοισιν ἐμίχθη καὶ πρίν περ θυμῷ μεμαὼς Τρώεσσι μάχεσθαι :
ἀμύμων , αὐτὸς δ ' αὖτ ' ἐξ αὖτις ἰὼν προμάχοισιν ἐμίχθη . Ἔνθά οἱ υἱὸς ἐπᾶλτο Πυλαιμένεος βασιλῆος Ἁρπαλίων
7902933 δαφοινοις
οὐ τρυγόνες ἐν γενύεσσι φορβὴν πρόσθε πάσαιντο , πάρος βελέεσσι δαφοινοῖς οὐτῆσαι ζωόν τε καὶ ἄπνοον ὅττι παρείη . ἀλλ
οἶδεν ἑῶν ὑπέροπλον ὀδόντων . Ὅσσαι μέν νυν ἔασιν ἐπακτήρεσσι δαφοινοῖς μουναδὸν ἐν σκοπέλοισι προμήθειαί τε πάγαι τε , κεκριμένας
7894842 ἀρτιπους
καὶ ἐκφυγεῖν ταχέως ; ἡ δὲ Ἄτη σθεναρά τε καὶ ἀρτίπους , φθάνει δὲ πᾶσαν ἐπ ' αἶαν , ὥς
, οὐκ εἰδὼς τὴν ὁδόν ; Ὀξυδερκὴς τότε πως καὶ ἀρτίπους γίνομαι πρὸς μόνον τὸν καιρὸν τῆς φυγῆς . Ἔτι
7887544 εξε
[ ] κα [ μ [ φοιτ [ ἅτ [ εξε ? [ εβ ? ? [ εβυ ? [
! [ ! ! ] ! ! ! [ ] εξε ? ! [ ! ] [ [ ] ον
7881110 εἰσειμ
καλῶ . Ἐγὼ δ ' ἐμαυτῷ τόδε λαβὼν τὸ φορτίον εἴσειμ ' ὑπαὶ πτερύγων κιχλᾶν καὶ κοψίχων . Εἶδες ,
ἀριθμεῖν θεατὰς ψαμμακοσίους εἰ μή τις αὐτὴν κατακλιεῖ ἔπειτ ' εἴσειμ ' , ἐνθάδε μείνας εἰς ὤμιλλαν , κἂν μὴ
7880753 δεπ
ἦς καὶ νόω κ ! [ πενίᾳ ποτιφ [ τιμοτατω δεπ [ παμυρο [ ! ! ] ! [ .
μ ' αὐτίκ ' ἐξσεν [ ! ! ] ἐκ δεπ ? [ ] καὶ δὴ ' πὶ τοῖς ἔργοισιν
7863304 δυσμορον
ἔσπασεν αἰχμήν : ὣς ἄρα καὶ μύραιναν ἕλεν χόλος ἀφραδίῃσι δύσμορον , αὐτοτύποισιν ὑπ ' ὠτειλῇσι δαμεῖσαν . τοίην που
' ἄφαντον ἐν χθονὸς νειροῖς μυχοῖς , ἐν ᾗ Κυφαίων δύσμορον στρατηλάτην ναύταις συνεκβράσουσι Βορραῖαι πνοαὶ τόν τ ' ἐκ
7860994 ηδη
? [ ! ινυμ [ ! ] ! ϊδιω [ ηδη παπ ? [ τρέσσαν δ ' ε [ ποσσὶν
[ ] το ? : εκα [ ] [ ] ηδη η [ ] [ να ] υπ [ ]
7860920 ἐρρ
ἄνδρα τόν , ὅς τε θεοῖσιν ἀπέχθηται μακάρεσσιν . [ ἔρρ ' , ἐπεὶ ἀθανάτοισιν ἀπεχθόμενος τόδ ' ἱκάνεις .
ἐλήφθη τὸ ” βάλ ' ἐς κόρακας “ καὶ ” ἔρρ ' ἐς κόρακας “ ἐπὶ τοῦ ἀφανισμοῦ . εἴρηται
7852297 δυσαμμορος
τόφρα πάσαιτο , ἤδη καὶ δεσμοὺς ἀνελύετο φωριαμοῖο ἐξελέειν μεμαυῖα δυσάμμορος : ἀλλά οἱ ἄφνω δεῖμ ' ὀλοὸν στυγεροῖο κατὰ
εἴκελος αἰψηροῖσι πετήσεαι οἰωνοῖσιν . ὤμοι ἐγὼ μέγα δή τι δυσάμμορος , ἥ ῥά τε δῶμα πατρὸς ἀποπρολιποῦσα καὶ ἑσπομένη
7849328 πεπταται
δεύεται , . . . . ἀλλὰ μάλ ' αἴθρη πέπταται ἀννέφελος , λευκὴ δ ' ἐπιδέδρομεν αἴγλη . Συγκεκλήρωται
ἵησιν ἀφρὸν ἐρευγόμενος : βορέῃ δ ' ἐπὶ πολλὸν ἰόντι πέπταται ἔνθα καὶ ἔνθα Προποντίδος οἶδμα θαλάσσης . ἔστι δέ
7846101 κορθυεται
τέλειον σκεδαιομένη . * κορθύεται : ὁπλίζεται κορυφοῦται ὑψοῦται * κορθύεται οἶδος : ἀνεγείρεται οἴδημα * οἶδος : οἴδημα *
' ἑνὸς μέρους , τῆς κόρυθος , τὸ καθοπλίζεσθαι . κορθύεται διεγείρεται καὶ εἰς ὕψος αἴρεται . κόρσην κεφαλήν .
7844298 ποειϲ
] μαχα ? ? ? ? [ ὦ φίλτατ [ ποεῖϲ δικ ! ! [ οὐθὲν τοιοῦτ [ ! !
πάλιν ϲτέλλει διδοὺϲ τὰϲ ϲυμβολὰϲ εἰ μή τι κακὸν ἡμᾶϲ ποεῖϲ ; λῆροϲ : κελεύϲω τοῦτον ἐπὶ δεῖπνον πάλιν τὸν
7834344 κἐς
: Δίκταν εἰς ἐνιαυτὸν ἕρπε καὶ γέγαθι μολπᾷ . Θόρε κἐς ] πόληας ἁμῶν θόρε κἐς ποντοπόρος νᾶας , θόρε
ἐς [ ποίμνια , κἐς λάϊα ] καρπῶν θόρε , κἐς τελεσφόρος [ ἀγρός . Ἰώ , μέγιστε Κοῦρε ,
7830760 παπταινει
τερπωλὴν ἀκόρεστον : ὁ δ ' οὐ φρονέων περ ἕκαστα παπταίνει , μέγαρόν τε καὶ ἤθεα πάντα τοκήων : ὣς
δ ' ἄϊσος : τὰ μακˈρὰ δ ' εἴ τις παπταίνει , βραχὺς ἐξικέσθαι χαλκόπεδον θεῶν ἕδραν : ὅ τοι
7829363 μεσσου
φίλῃ μεμνήσομ ' ἀοιδῇ . Μακρὸς δ ' αὖ διὰ μέσσου ἐλήλαται οὐρανοῦ ἄξων , ἀστεμφής , ὄσσοισιν ὁρωμένῳ ἀπροτίοπτος
μὴ βίος ἄρκιος εἴη . δείκνυε δὲ δμώεσσι θέρευς ἔτι μέσσου ἐόντος : “ οὐκ αἰεὶ θέρος ἐσσεῖται , ποιεῖσθε
7824690 λεχεα
βαρβάρωι πλάται ὃς ἔμολεν ἔμολε μέλεα Πριαμίδαις ἄγων Λακεδαίμονος ἄπο λέχεα σέθεν , ὦ Ἑλένα , Πάρις αἰνόγαμος πομπαῖσιν Ἀφροδίτας
, ὅσοι δυσκελάδοισιν κατὰ μοῦσαν ἰόντες ἀείδεθ ' ὕμνοις ἁμέτερα λέχεα καὶ γάμους Κύπριδος ἀθέμιτος ἀνοσίους , ὅσον εὐσεβίαι κρατοῦμεν
7816734 ἀκριτομυθε
. ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε
γὰρ νῦν ὁ ὀξύς . καὶ Ὅμηρος : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . οὐ
7816454 ἀολλεις
ῥόπαλόν τε τινάσσων , παῖς Διός : οἳ τότ ' ἀολλεῖς ἴσαν ἐς μέσον ἱέμενοι λεχέων : μόνα δ '
κύματος ἀγῇ , ἔνθεν ὀρύξασθαι θέμεναί τ ' εἰς ἄγγος ἀολλεῖς . ἄλλοτ ' ἐρυθρὸν κόκκυγ ' ἢ ὀλίγας πεμφηρίδας
7816029 ὀσσω
, ὅπερ κατ ' Αἰολέας γίνεται βλέπω . ὡς ὄπτω ὄσσω : ὀσσόμενος πατέρ ' ἐσθλόν . καὶ ἀποβολῇ τοῦ
δύο σσ τρεπόντων . . . . : πόθεν τὸ ὄσσω καὶ πέσσω ; παρὰ τὸ ὄπτω καὶ πέπτω .
7815288 πατρωιαι
ὦ τεκοῦσα , καὶ σύ , σύγγονε , ἐν γῆι πατρώιαι , καὶ πόλιν θυμουμένην παρηγορεῖτον , ὡς τοσόνδε γοῦν
: . . . . δημιουργὸν γὰρ γενέσθαι τὸν Σωκράτην πατρώιαι τέχνηι χρώμενον τῆι λατυπικῆι Ἀριστόξενος ἱστορεῖ : καὶ Τίμαιος
7813761 ὠλετ
τοῦ θανόντος ἐν χεροῖν ἐμαῖν χραίνω , δι ' ὧνπερ ὤλετ ' . Ἆρ ' ἔφυν κακός ; ἆρ '
σύ νιν κατέκτας καὶ κασίγνηται σέθεν . ποῦ δ ' ὤλετ ' ; ἦ κατ ' οἶκον , ἢ ποίοις
7811803 ἐτλην
θητεύουσιν ἀνθρώποις : ὦ δώματ ' Ἀδμήτεια , ἐν οἷς ἔτλην ἐγώ θῆσσαν τράπεζαν αἰνέσαι θεός περ ὤν , καὶ
μ ' ἀλλάων ἁλιάων ἀνδρὶ δάμασσεν Αἰακίδῃ Πηλῆϊ , καὶ ἔτλην ἀνέρος εὐνὴν πολλὰ μάλ ' οὐκ ἐθέλουσα . ὃ
7811378 εὐαιωνι
Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . [ ] λὲς δὲ χειρὶ πάλλων
Παιάν , ἴθι σωτήρ , εὔφρων τάνδε πόλιν φύλασς ' εὐαίωνι σὺν ὄλβῳ . Ἀλλὰ δέχεσθε Βακχιάσταν [ - ]
7807957 βιαται
δὴ μέγιστα ἔρχομαι ἐρέων : νόμαιά τε κινέει πάτρια καὶ βιᾶται γυναῖκας κτείνει τε ἀκρίτους . Πλῆθος δὲ ἄρχον πρῶτα
τὰν ἀλάθειαν βιᾶται . σημείωσαι τὸ δοκεῖν καὶ τὴν ἀλήθειαν βιᾶται . κύριον . τὸ δοκεῖν κύριόν ἐστιν . κατατείνας
7807096 ὀρουων
, ὀρτός : καὶ συνθέτως κονιορτὸς , ὁ τὴν κόνιν ὀρούων καὶ ὁρμῶν , ὡς σπείρω σπαρτός . Κοντὸς ,
αἶψα αὖ ἐρύων , τῷ δ ' αὖτις ἀάσχετος ἰθὺς ὀρούων . ὡς δ ' ὁπότ ' ἐν πολέμοισιν ἀρήϊον
7804722 φευγεν
, τὼς δὲ ἐχθρὼς αἰσχρόν . καὶ τὼς μὲν πολεμίως φεύγεν αἰσχρόν , τὼς δὲ ἐν σταδίωι ἀνταγωνιστὰς καλόν .
τῷ μὴ ἀντέχεν μηδὲ κρατέν . καὶ διὰ τοῦτο συμβαίνει φεύγεν τἀγαθὰ τὼς ἀνθρώπως διὰ λύπαν , ἀποβάλλεν δ '
7801909 Ὀδυσευ
λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν : Ὦ Ὀδυσεῦ καὶ πάντες Ἀχαιῶν φέρτατοι υἷες , ἔργον μὲν τόδ
† . δεῦρ ' ἄγ ' ἰών , πολύαιν ' Ὀδυσεῦ . . πολύαινε . . . , : Ἀρίσταρχος
7799681 λεκτροισι
ἄρθρων κλίσεως , ὡς διάκειμαι , νῶτ ' ἐν στερροῖς λέκτροισι ταθεῖς ' . οἴμοι κεφαλῆς , οἴμοι κροτάφων πλευρῶν
, Κύπριδος γλυκερὸν θάλος , ἔρνος Ἔρωτος , Φερσεφόνης ἐρασιπλοκάμου λέκτροισι λοχευθείς , ὃς ποτὲ μὲν ναίεις ὑπὸ Τάρταρον ἠερόεντα
7791443 πες
Νεῖλος . εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλοι πρόσοικοι Μαύροις Αἰθίο - πες ἄχρι Νασαμώνων παρήκοντες . Νασαμῶνες γάρ , οὓς Ἄτλαντας
[ ] ισέχομε [ [ ] σκύ̆ρον [ [ ] πες ? ? ! [ . . . . .
7787470 Μενος
οἶδας ὅσον σέο φέρτερος Ἕκτωρ ἔπλετ ' ἐνὶ πτολέμοισι ; Μένος δ ' ἀλέεινε καὶ ἔγχος ἡμέτερον : πινυτὸν γὰρ
τειρόμενον : περὶ γὰρ κακὰ μυρία Κῆρες ἀνδρὶ περιστήσαντο . Μένος δ ' ἐνέπνευσεν ἀνάγκη : φῆ δέ , καὶ
7783878 νηπιη
ὀίσατο γὰρ μέγα ἔργον ἐκτελέειν αὐτῆμαρ ἀνὰ μόθον ὀκρυόεντα , νηπίη , ἥ ῥ ' ἐπίθησεν ὀιζυρῷ περ Ὀνείρῳ ἑσπερίῳ
λαὸν ὀλέσσειν Ἀργείων , νῆας δὲ πυρὸς καθύπερθε βαλέσθαι , νηπίη : οὐδέ τι ᾔδη ἐυμμελίην Ἀχιλῆα , ὅσσον ὑπέρτατος
7782298 ἐϋξεστας
ἀσάμινθον δ ' Ὅμηρος , ἔς ῥ ' ἀσαμίνθους βάντες ἐϋξέστας λούσαντο : καίτοι ἔν γε τοῖς Κρατίνου Ἥρωσι τὴν
ἐπεὶ τάρπησαν ὁρώμενοι ὀφθαλμοῖσιν , ἔς ῥ ' ἀσαμίνθους βάντες ἐϋξέστας λούσαντο . τοὺς δ ' ἐπεὶ οὖν δμῳαὶ λοῦσαν
7781597 πεφυρμενη
, γονή . τοῦτο διὰ μέσου . φύστις : ἡ πεφυρμένη καὶ ἐπὶ γῆς πεσοῦσα . γαίας ἐπὶ γόνυ τὸ
μὴ ἕξει . Ἕτερον ξηρόν : σποδὸς , χαλκῖτις ὄξει πεφυρμένη λευκῷ , εἶτα φθόεις ποιήσας ξηρῆναι : ὅταν δὲ
7781332 δηθυνει
εἰ δέ τε κούρην Ἀστραίην διίῃσι κερασφόρος ἀργέτα Μήνη , δηθύνει κλόπιον , χρόνιον δ ' ἀναφαίνεται αὖτις : δήεις
ἢ ἐπίπροϲθεν ἐϲ νύκτα . ἥδε ἡ περίοδοϲ οὐ κάρτα δηθύνει . καὶ τιϲὶ μὲν ἡ κεφαλὴ ἀλγέει πᾶϲα :
7780917 ὀλεκοντο
Ἔρις βοόωσα . Κόνις δ ' ἐρυθαίνετο λύθρῳ κτεινομένων : ὀλέκοντο δ ' ἀνὰ κλόνον ἄλλοθεν ἄλλος . Ἔνθ '
τὸ καθαίρω : ὄλω , ὀλέσω , ὀλέκω : ὅθεν ὀλέκοντο δὲ λαοί : δείδω , δείσω , δείκω ,
7780857 μεμαυιαν
ἀπὸ νόσφιν ἐόντος ἀνηρείψαντο κιόντες . Καί μ ' ἄμοτον μεμαυῖαν ὀιζυρῶς ἀπολέσθαι ἢ βρόχῳ ἀργαλέῳ ἢ καὶ ξίφεϊ στονόεντι
καὶ εἰρήνη ἅλις ἔστω . ” ὣς εἰπὼν ὤτρυνε πάρος μεμαυῖαν Ἀθήνην , βῆ δὲ κατ ' Οὐλύμποιο καρήνων ἀΐξασα
7780107 χαλεποισι
μὲν ἀρίστη πρώτας ἀκτῖνας ξυνουμένη ἠέ τε πλήρεις , σὺν χαλεποῖσι δ ' ἐοῦσα πανεικέλιον μένος ἴσχει κείνοισιν , λυγροῦ
δ ' ὑπεδέξατο γαῖα . ἦ μὲν δὴ πολέεσσι πεφύρησαι χαλεποῖσι , θυμέ , γαληναίῃ δ ' ἐπιμίσγεαι οὐδ '
7778678 χορευε
ἐμοὶ ἄνακτα ἑκατηβόλον . λείπει δὲ τὸ ἔσο ἢ τὸ χόρευε ἤ τι τοιοῦτον . ἀμφί μοι αὖτε : ἐκ
: πάλλε πόδ ' αἰθέριον : εἰς τὸν αἰθέρα , χόρευε : ἐπιλέγει δὲ Βακχικὰ ἐπιφθέγματα : εὖ ἂν εὖ
7778001 μογερους
' ἐν Θηριακῷ : μυραίνης δ ' ἔκπαγλον , ἐπεὶ μογεροὺς ἁλιῆας πολλάκις ἐμβρύξασα κατεπρήνιξεν ἐπάκτρων εἰς ἅλα φυζηθέντας ,
: σωτηρίᾳ γὰρ ὤφειλε εἰπεῖν . μογεροὺς ] τληπαθεῖς . μογεροὺς ] ἀθλίους . θ δυσδαίμονας ] δυστυχεῖς . θ
7776244 ὑπνω
ἐρώτησις . . μὴ τοὶ μὲν καμάτῳ ἀδηκότες ἠδὲ καὶ ὕπνω κοιμήσωνται : ἡ διπλῆ ὅτι Ζηνόδοτος μὴ νοήσας τὸ
[ ] . λυσιμελεῖ τε πόσωι , τακερώτερα δ ' ὕπνω καὶ σανάτω ποτιδέρκεται : οὐδέ τι μαψιδίως γλυκήνα !
7763615 ἐραννον
πρόφαινε δὴ σὺ μοῦσαν ἔτι νέαν . Ταΰγετον αὖτ ' ἐραννὸν ἐκλιπῶἁ , Μῶἁ μόλε , μόλε , Λάκαινα ,
ἐρύκεν ὕβριν : οὐ γὰρ ἂν θέλοιμ ' ἀμβρότοι ' ἐραννὸν Ἀοῦς [ ] ἰδεῖν φάος , ἐπεί τιν '
7762729 σμερδνον
κατηφιόωντ ' ἀκάχησθαι . Πηλείδης δ ' ἑτάροιο χολούμενος Ἀντιλόχοιο σμερδνὸν ἐπὶ Τρώεσσι κορύσσετο : τοὶ δὲ καὶ αὐτοὶ καί
θέμις ἔμμεναι οὐδ ' ἀσύφηλον , ἀλλ ' ὁτὲ μὲν σμερδνὸν τελέθειν , ὁτὲ δ ' ἤπιον εἶναι . Νῦν
7762688 κερτομειν
κέαρ ὃ σημαίνει τὴν ψυχήν : καὶ τὸ τέμνω : κερτομεῖν οὖν , τὸ κέαρ τέμνειν . εἰσήρρησεν εἰσεφθάρη :
' αἰεὶ τῶι θανόντι γίνεται . οὐ γὰρ ἐσθλὰ κατθανοῦσι κερτομεῖν ἐπ ' ἀνδράσιν . [ ] ρα [ ]
7761290 ἀρεταων
? τετελεσμένος φύσει [ ἄκριτος ] ἔφυς τὰ διπλᾶ τῶν ἀρετάων , [ νεώτερος ] πανέντιμος [ ] τύχης [
ἀμφεβόησε καὶ ὤμοσε καρτερὸν ὅρκον παντοίης μεθέπεις ὁτ ' ἀμετρήτων ἀρετάων ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά
7757835 φαρεσιν
ἐμψύχοιο : ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων φάρεσιν ἐν μαλακοῖσιν ἅτε βρέφος ἀλδήσασκε , καὶ θεὸν ὣς
: ἀενάῳ δ ' ἐνὶ πέτρον ἐχέφρονα πίδακι λούων , φάρεσιν ἐν λιπαροῖσιν , ἅτε βρέφος , ἀλδήσασκε , καὶ
7753239 βιοϲ
? ! ! ! ! ! [ καὶ τίϲ ὁ βίοϲ ϲοι ; ποῦ τοτηεε ? [ ! ! ]
ἡ τηκεδών , ταχὺϲ δὲ ὁ θάνατοϲ , ποτὶ καὶ βίοϲ αἰϲχρὸϲ καὶ ϲπίπονοϲ . δίψοϲ ἀκρατέϲ , πολυποϲίη ἀνιϲόμετροϲ
7748490 ἀϋτμην
, φλοίσβου τε καὶ ἀργαλέοιο κυδοιμοῦ παύσωνται , στονόεσσαν ἀποπνεύσαντες ἀϋτμήν . καὶ τότ ' ἀπειρέσιον νεκύων ἐρύουσιν ὅμιλον ξυνῷ
γ ' ἐν νήεσσι Ποσειδάων ἐδάμασσεν ὄρσας ἀργαλέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀϋτμήν ; ἦέ ς ' ἀνάρσιοι ἄνδρες ἐδηλήσαντ ' ἐπὶ
7747761 μησομαι
δρῶ ] δράσω , πράξω . μήσομαι ] βουλεύσομαι . μήσομαι ] μηχανήσομαι . τολμήσω ] ὑπομείνω . τολμήσω ]
φασι συναίρεσιν εἶναι τοῦ ὁποία : ἑρμηνεύτριαν : τί σοι μήσομαι : βουλεύσομαι μηχανήσομαι : κομματικὴ ἡ διάνοια ὡς ἐν
7742474 ἀργαλεῳ
ἀμφὶ δ ' ἑταῖροι εἵαθ ' , ὃ δ ' ἀργαλέῳ ἔχετ ' ἄσθματι κῆρ ἀπινύσσων αἷμ ' ἐμέων ,
ἱστὸς ἐντίθεται : ἀλλά με δεσμῷ δῆσαν τ ' ἐν ἀργαλέῳ , ὄφρ ' ἔμπεδον αὐτόθι μείνω , ὀρθὸν ἐν
7741263 ἠῳος
. ψυχρὴ γάρ τ ' ἠὼς πέλεται Βορέαο πεσόντος , ἠῷος δ ' ἐπὶ γαῖαν ἀπ ' οὐρανοῦ ἀστερόεντος ἀὴρ
βοάασκεν ἀυτῇ . Αὐτίκα δ ' ἀκροτάτας ὑπερέσχεθεν ἄκριας ἀστήρ ἠῷος , πνοιαὶ δὲ κατήλυθον : ὦκα δὲ Τῖφυς ἐσβαίνειν
7736544 προσιδεσθαι
ἐσάκουσον ἀκηχεμένου μέγα θυμῷ : οὐ γὰρ τλήσομαι ἄστυ καταιθόμενον προσιδέσθαι οὐδ ' ἄρ ' ἀπολλυμένην γενεὴν ἐν δηιοτῆτι λευγαλέῃ
στροφὴ κώλων γʹ . σέ - βομαι ] ὑποστέλλομαι . προσιδέσθαι ] † πρὸς σὲ ἰδεῖν . σέβομαι ] ὑποστέλλομαι
7734807 κλιναν
ῥόθος , ἀλλὰ καὶ Ἰνδὸν θῆρα κελαινόρινον ὑπέρβιον ἄχθος ἀνάγκῃ κλῖναν ἐπιβρίσαντες , ὑπὸ ζεύγλῃσι δ ' ἔθηκαν οὐρήων ταλαεργὸν
δαμάσαντες Ἀχαιούς . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι τὸ κλῖναν ] ἀντὶ τοῦ κλιθῆναι ἠνάγκασαν . . . Ε
7733653 ταρταρον
αὐτίχ ' ὁ μὲν ποταμόνδε καθήλατο , τύψε δὲ κώλοις τάρταρον ἰλυόεσσαν , ἄφαρ δ ' ἐφορύξατο γυῖα πηλῷ ,
χάλκεος ἄκμων ἐκ γαίης κατιών , δεκάτῃ κ ' ἐς τάρταρον ἵκοι . τὸν πέρι χάλκεον ἕρκος ἐλήλαται : ἀμφὶ
7732521 ἀκικυν
τύπτων ἄρρηκτον ὀρεσκῴοιο κάρηνον ἀμφ ' αὐτῷ θραύεσκον ὑπέκπυρον ὄζον ἄκικυν : οὐδ ' ἄρα μόρσιμος ἦα δαφοινῷ θηρὶ δαμῆναι
ἀλκά ; τίς ἐφαμερίων ἄρηξις ; οὐδ ' ἐδέρχθης ὀλιγοδρανίαν ἄκικυν , ἰσόνειρον , ᾇ τὸ φωτῶν ἀλαὸν γένος ἐμπεποδισμένον
7730572 ὀπιπευων
ἐρείσας παιδοκόμωι πήχυνε φιλήματι μητρὸς ὀπώρην . ὃς δὲ πολυρραθάμιγγος ὀπιπεύων χύσιν ὄμβρου βαιὴν χεῖρα τάνυσσε περίσσυτον ἠέρι πέμπων ,
πλησσομένας ἀπὸ τῆς ἁλός . παραβλῶπες παραβλέπουσαι . παρθενοπῖπα παρθένους ὀπιπεύων , ὅ ἐστι περισκοπῶν . παρέξ παρεκτός . παρήπαφεν
7729075 βικοι
ἐπ ' ἐγγυθήκαις . Καὶ ληνὸς , ἐν ᾗ ἦσαν βῖκοι δέκα : ὁλκεῖα δύο , ἑκάτερον χωροῦν μετρητὰς πέντε
ὀκτώἐπ ' ἐγγυθήκαις . καὶ ληνός , ἐν ᾗ ἦσαν βῖκοι δέκα , ὁλκεῖα δύο , ἑκάτερον χωροῦν μετρητὰς πέντε
7728658 ἐσεδρακεν
κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ
. ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι
7727167 πορσυνων
ς ' ἀπέστειλεν βροτῶν . Φανοτεὺς ὁ Φωκεύς , πρᾶγμα πορσύνων μέγα . Τὸ ποῖον , ὦ ξέν ' ;
μὴ δύνασθαι ὑπερβαλέσθαι αὐτόν . τροπικῶς δὲ λέγει συνήθως . πορσύνων ] διδούς . πημονὴν ] τιμωρίαν . ἀρκύστατον ]
7723806 ἰσχεο
, ἀντὶ τοῦ ἐλωβήσω ἄν . . . . . ἴσχεο , μηδ ' ἔθελ ' οἶος : ὅτι ἔθελε
κόπρων δυνάμει . Εἰς τί μάτην νίπτεις δέμας Ἰνδικόν ; ἴσχεο τέχνης : οὐ δύνασαι δνοφερὴν νύκτα καθηλιάσαι . Ἐν
7723393 ᾱ
ἢ τὰ χρυσία : δύναται γὰρ συστέλλεσθαι καὶ ἐκτείνεσθαι τὸ ᾱ . περὶ δὲ τὸ ὄνομα , ὅταν καινὸν ἢ
κἀγώ : τέθλιπται γὰρ τὸ ῑ , κέκραται δὲ τὸ ᾱ καὶ ὁ τοῦ ε̄ χρόνος εἰς ᾱ μακρόν .
7723063 ὠκειαν
ὡς ἀτμὸς ἄνω φερόμενον οὔτε ἀσαφῆ τὴν κένωσιν οὔτε οὕτως ὠκεῖαν ἕξει . Ἐρασίστρατος δέ , ὅπῃ μὲν ἔχει πάχους
ἥρπαξεν , ὁ δ ' ἔσπασεν ἀμφοτέρῃσι θερμὸς ἀνήρ , ὠκεῖαν ἑλὼν καὶ ἐπίκλοπον ἄγρην : λήθει δ ' ἀνθιέων
7722279 φος
] [ ] ν ὕπνον [ ] : [ ] φος ? ! [ ] ! ! ἀπὸ γλυκυ [
[ ] ς γὰρ τάδεσαμ ? [ [ ] ! φος μακα ! ! ! ! [ [ πάροιθεν ]
7721539 κεις
ὁμιλέομεν , ὁμοῦ τὰς ἴλας συμβάλλομεν . . . . κεῖς ' ἵππους τε καὶ ἅρμ ' ἰθύνομεν : ἡ
Πουλυδάμα σὺ μὲν αὐτοῦ ἐρύκακε πάντας ἀρίστους , αὐτὰρ ἐγὼ κεῖς ' εἶμι καὶ ἀντιόω πολέμοιο : αἶψα δ '
7716231 ξεστῃς
ἀπὸ δὲ συμβαίνοντος τὸ προηγούμενον , οἷον ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ ξεστῇς ἐλάτῃσι . τὸ λεύκαινον γὰρ εἶπεν ἀντὶ τοῦ συντόνως
. Ἀλλ ' ὅτε δὴ Πριάμοιο δόμον περικαλλέ ' ἵκανε ξεστῇς αἰθούσῃσι τετυγμένον : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ πεντήκοντ ' ἔνεσαν
7714701 μεθεισα
τόδε ψυχὴν διέφθαρκ ' : οἴχομαι δὲ καὶ βίου χάριν μεθεῖσα κατθανεῖν χρήιζω , φίλαι . ἐν ὧι γὰρ ἦν
Ὑφ ' ἡδονῆς τοι , φιλτάτη , διώκομαι τὸ κόσμιον μεθεῖσα σὺν τάχει μολεῖν : φέρω γὰρ ἡδονάς τε κἀνάπαυλαν
7712039 δειμ
γε , τοῦτ ' ἐγὼ σαφῶς ἔξοιδα , μὴ οὐχὶ δεῖμ ' ἐμοὶ φέρουσά τι . Ἐγὼ τὰ μὲν παθήμαθ
ἔσαν κρυεροῦ τε φόβοιο : αἰδὼς γὰρ κατέρυκεν ὁμῶς καὶ δεῖμ ' ἀλεγεινόν . Ὡς δ ' ὅτε παιπαλόεσσαν ὁδὸν
7707164 παυ
ὅπως ἂν ἱστίον σαπρὸν λάβῃς . Ἁνὴρ παφλάζει , παῦε παῦ ' , ὑπερζέων : ὑφελκτέον τῶν δαλίων ἀπαρυστέον τε
καὶ φιλοδικαστὴν καταρρυθμιζόμενον εἰς βίον ἥμερον ὑπὸ τοῦ παιδός : παῦ ' : ἀλλὰ δευρὶ κατακλινεὶς προσμάνθανε ξυμποτικὸς εἶναι καὶ
7706982 Βακχιος
Παρνασοῦ πέτρας ἔχουσαι σκόπελον οὐράνιόν θ ' ἕδραν , ἵνα Βάκχιος ἀμφιπύρους ἀνέχων πεύκας λαιψηρὰ πηδᾶι νυκτιπόλοις ἅμα σὺν Βάκχαις
παινῆις μόνον . βαβαί : χορεῦσαι παρακαλεῖ μ ' ὁ Βάκχιος . ἆ ἆ ἆ . μῶν τὸν λάρυγγα διεκάναξέ
7705278 ἀεξομενον
οὐ σέβω . μήποτε πάλιν ἴδοις ἀλφεσίβοιον ὕδωρ , ἔνθεν ἀεξόμενον ζώφυτον αἷμα βροτοῖσι θάλλει . † ἄγειος ἐγὼ βαθυχαῖος
δεσμῷ ἐν ἀρρήκτῳ : κεῖρεν δέ οἱ αἰετὸς ἧπαρ αἰὲν ἀεξόμενον : ὃ δ ' ἄρα στενάχοντι ἐῴκει . Καὶ
7704644 σιγως
φιλοῦσά γ ' ἧς ὕπερ μαντεύεται , ἢ καί τι σιγῶς ' ὧν σιωπᾶσθαι χρεών ; ἀτὰρ θυγατρὸς τῆς Ἐρεχθέως
φθόρον ] φθοράν . θΞ σιγῶς ' ] ἀπελθοῦσα . σιγῶς ' ] σιωπῶσα . Ξ ἀνασχήσῃ ] ὑπομείνῃ .
7703813 πλε
Ψάφωνι καὶ ἦν αὐτοῖς θεὸς ὑπὸ ὀρνίθων χειροτονούμενος . Ψευδῶν πλέ ' ἀτράφαξις : ἀντὶ τοῦ , πλήρης ψευσμάτων .
Βηρυτὸν ἔσομαι : οὕτω καὶ παῖδες καὶ ἄνδρες καὶ γέροντες πλέ - ουσί τε καὶ πεζεύουσι καὶ πέτονται δόξης τινός
7701887 ὀτοβον
⋮ – ˘ – × – ˘ × . . ὄτοβον ] ? ὠ [ [ ] πνευμα ? [
τὸν τῶν χνοῶν κτύπον . . τῶν καρουχῶν . . ὄτοβον ] κτύπον . ἁρμάτων ] τῶν πολεμίων . .
7700003 κλιντηρι
μέ τις καπυρὰ νόσος ἐξεσάλαξεν , κείμαν δ ' ἐν κλιντῆρι δέκ ' ἄματα καὶ δέκα νύκτας . φράζεό μευ
μετὰ τεῦς ἀνὰ νύκτα τὸν ἱερὸν ὕπνον ἐμόχθει : παγχρυσέῳ κλιντῆρι πόθες καὶ στυγνὸν Ἄδωνιν , βάλλε δέ νιν στεφάνοισι
7698925 ἐποτρυνῃ
ἐσθ ' , ὅς τ ' οὐκ ἐθέλοντα νέεσθαι ξεῖνον ἐποτρύνῃ καὶ ὃς ἐσσύμενον κατερύκῃ . [ χρὴ ξεῖνον παρεόντα
τ ' εἰς ὦπα ἴδησθε , ἔρδειν ὅττι κε κεῖνος ἐποτρύνῃ καὶ ἀνώγῃ . ἀθετοῦνται ἀμφότεροι , ὅτι ἀνηθοποιητοί εἰσι
7698443 Ἀχιλληϊ
' Ἕκτορα εἶπε παραστὰς Φοῖβος Ἀπόλλων : Ἕκτορ μηκέτι πάμπαν Ἀχιλλῆϊ προμάχιζε , ἀλλὰ κατὰ πληθύν τε καὶ ἐκ φλοίσβοιο
ς ' ἐκέλευσεν Ὀλύμπιος Ἕκτορα δῖον , δῶρα δ ' Ἀχιλλῆϊ φερέμεν τά κε θυμὸν ἰήνῃ οἶον , μὴ δέ

Back