| δὲ τῇ ἀνάγκῃ τῆς νόσου καί τις ὑπερήφανος ἔσανε καὶ ἐκολάκευσε τὸν Ἱέρωνα . ὃ δὲ βούλεται λέγειν , ὅτι | ||
| σὲ φιλίαν , ἣν φόβος μὲν καὶ ἀποῦσαν πάντως ἂν ἐκολάκευσε , κολακεία δὲ καὶ παροῦσαν ἂν διεψεύσατο . Ὅπλων |
| δ ' οἴεσθαι ὅτι μόνοις ποτὲ τοῖς κατὰ διάνοιαν ἐπανέξουσιν εὐήθεια πολλή . οὗ χάριν ἀμφότερα τιθέασι , διὰ μὲν | ||
| ἀποτίκτειν πολλάκις ὠδῖσιν αὐταῖς ἐναποθνῄσκουσιν . ὅλως τοῦτ ' οὐκ εὐήθεια δεινὴ μήτραν ὑπολαμβάνειν γῆν ἐγκεκολπίσθαι πρὸς ἀνθρώπων σποράν ; |
| ἐστὶ τὸ τῆς ψυχῆς παράστημα μετὰ λογισμοῦ , θράσος δὲ ἀλόγιστος τόλμα . ὅθεν Εὐριπίδης ἁμαρτάνει λέγων : οὔτι θράσος | ||
| ἡμέραι αἱ πρότεραι ἄλογοι „ : κατὰ τὸ εἰκός : ἀλόγιστος γὰρ ὁ μὴ ἅγιος τρόπος , ὥστε ὁ εὐλόγιστος |
| , ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας , | ||
| ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ |
| Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
| Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
| μὴ πιστὸν διὰ τὸ ἀπεχθές : ἀσφαλὴς γὰρ οὗτος καὶ προμηθής , ὃς οὐδὲ βουληθεῖσι τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι τὸν τοῦ | ||
| τι τοὺς ἐχθροὺς ῥᾳθυμοῦντας εἰσενέγκαιτο . φόβος γὰρ εὔκαιρος ἀσφάλεια προμηθής , ὡς καὶ καταφρόνησις ἄκαιρος εὐεπιβούλευτος τόλμα . Ἀνοχὰς |
| ] πρόφασις , οἰκονομία . οὐ δόλον ] οὐκ ἔστι δολερά . κλαυμάτων ] θρήνων , δακρύων . ἐπίσσυτοι ] | ||
| ἐστίν . μῆτις : βουλή . ἐπίκλοπος : δολία , δολερά . Ἐξαπάτησαν : ἐπλάνησαν . ἐπίφρονας : φρονίμους , |
| τῆς ψυχῆς τῷ λόγῳ ἐποχουμένη , μετ ' αὐτὴν ἡ ἀνδρία ὡς ἐν τῷ θυμοειδεῖ ἐποχουμένη , καὶ τετάρτη ἡ | ||
| πλείω κατατείνει τὸν λόγον : μάλιστα γὰρ περὶ ταῦτα ἡ ἀνδρία . Εἰπὼν ἃ δεῖ τὸν ἀνδρεῖον φοβεῖσθαι , λέγει |
| . συνομαρτοῦσι δὲ αὐτῇ τῶν συνηθεστάτων πανουργία προπέτεια ἀπιστία κολακεία φενακισμὸς ἀπάτη ψευδολογία ψευδορκία ἀσέβεια ἀδικία ἀκολασία , ὧν ἐν | ||
| , καὶ σκέπη . Ἄλλως . φενακίσας , ἀπατήσας : φενακισμὸς γὰρ ἡ ἀπάτη . . ἄλλως δὲ κεφαλῆς τριχῶν |
| ἀφ ' ὧν οὐ δεῖ † . τὰ δὲ πράγματα μεγαλοφροσύνη , μεγαλοψυχία , μεγαλογνωμοσύνη , ἐλευθερία . ῥήματα δ | ||
| . . . . . ἥ τε γὰρ τοῦ Αἰσχύλου μεγαλοφροσύνη καὶ τὸ ἀρχαῖον , ἔτι δὲ τὸ αὔθαδες τῆς |
| φησιν Ὅμηρος ἐνεῖναι τῷ Μενελάῳ τὸ θάρσος : οὕτως ἦν ἐρρωμένη καὶ ἄφοβος τὴν ψυχήν . δηχθέντος δὲ τοῦ μειρακίου | ||
| σοι πάνυ σφοδρὸς μήτε ἡ δύναμις ἀσθενὴς , ἀλλ ' ἐρρωμένη , μᾶλλον κέχρησο τοῖς ἰσχυροῖς ἀλείμμασιν εἰς τὸ θερμᾶναι |
| τῆς ἀγέλης ἡγεμὼν ὁ τράγος , ἀλλ ' αὐτὸν εἴσεισι ζηλοτυπία . καὶ κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον | ||
| τοῦ κατ ' εὐθεῖαν . ζῆλος καὶ ζηλοτυπία διαφέρει . ζηλοτυπία γάρ ἐστι τὸ ἐν μίσει ὑπάρχον , ζῆλος δὲ |
| Μεσσηνίοις δὲ † ἐς ἅπαντα ἐς τὸ ἴσον ἥ τε ἀπόνοια καὶ τὸ ἐς τὸν θάνατον εὔθυμον : καὶ ὁπόσα | ||
| τόξα καὶ ἵπποι καὶ αὐθάδεια Σκυθικὴ καὶ τόλμα Ἀλανῶν καὶ ἀπόνοια Μασσαγετῶν , καὶ ταύτην πάλαι καλῶς ποιοῦντας τοὺς ποιητὰς |
| εὐρωστία , δικαιοσύνη , δικαιοπραγία , εὐσέβεια , ὁσιότης , εὐγνωμοσύνη , ἐπιείκεια , μεγαλοψυχία , μεγαλογνωμοσύνη , φιλανθρωπία , | ||
| μὴ μεταπέσῃ τὸ ἦθος τοῦ δια - φερομένου καὶ προσγένηται εὐγνωμοσύνη . πολεμεῖν δὲ μὴ λόγῳ , ἀλλὰ τοῖς ἔργοις |
| καὶ μάλιστα εἴπερ καὶ ἡ κρᾶσις τοῦ πάσχοντος θερμοτέρα καὶ ἀκμάζουσα ἡ ἡλικία καὶ ὥρα θερινὴ καὶ ἡ προηγησαμένη δίαιτα | ||
| ὑπὸ τραυμάτων , ὁ δὲ ὑπὸ δίψης , καὶ γὰρ ἀκμάζουσα μεσημβρία περὶ τὴν πυγμὴν εἱστήκει , νεφέλη ἐς τὸ |
| τὴν τέχνην παρὰ τὸν πότον . οὔσης δὲ λαμπρᾶς καὶ φιλοτίμου τῆς δοχῆς ψαλλόμενος ὁ Στρατόνικος οὐκ ἔχων δ ' | ||
| ὃ ποιεῖ φόνου ἑκουσίου τὰς μεγίστας δίκας . δεύτερον δὲ φιλοτίμου ψυχῆς ἕξις , φθόνους ἐντίκτουσα , χαλεποὺς συνοίκους μάλιστα |
| σκεδασθῆναι ἢ συμμεῖναι . τὸ δὲ ἕτοιμον τοῦτο ἵνα ἀπὸ ἰδικῆς κρίσεως ἔρχηται , μὴ κατὰ ψιλὴν παράταξιν ὡς οἱ | ||
| οἱ ἑστιώμενοι καὶ διαλύεται τὸ συμπόσιον . οὕτως οὖν καὶ ἰδικῆς τινος περιστάσεως καταλαβούσης εὐλόγως τις ἀναιρεῖ ἑαυτόν . ὅθεν |
| τὸ αὐτὸ πάθος ὑπερβολή τε καὶ ἔνδεια , ὑπερβολὴ μὲν ἀναισχυντία , ἔνδεια δὲ κατάπληξις , εἴη ἂν καὶ μεσότης | ||
| καὶ φίλους . ἕπεσθαι δὲ δοκεῖ μάλιστα τῇ ἀχαριστίᾳ ἡ ἀναισχυντία : καὶ γὰρ αὕτη μεγίστη δοκεῖ εἶναι ἐπὶ πάντα |
| ἢ τῶν παραπλησίων δένδρα οἴεσθαι * * * πολλὴ καὶ δυσθεράπευτος εὐήθεια . τίνος γὰρ ἕνεκα , εἴποι τις ἄν | ||
| γὰρ κεκρατημένοισιν οὐ δεῖ ἐγχειρεῖν . Ὁ τριταῖος μέν ἐστι δυσθεράπευτος , κακῶς δ ' ἰατρευόμενος ὑπὸ τῶν ἀμεθοδεύτων ἰατρῶν |
| τὰς δὲ ἀδήλους καὶ ἀσαφεῖς φαντασίας κατὰ τὸν πλάνητα καὶ τύφου μεστὸν μήπω κεκαθαρμένων ἀνθρώπων βίον ταῖς διὰ σιτοπόνων καὶ | ||
| μήτε φίλον ἡγεῖσθαι μήτε ἡδύ , μηδὲ ἀλαζόνα εἶναι μηδὲ τύφου θηρατήν , ἀπέχεσθαι δὲ καὶ ὀνειράτων ὄψεις , ὁπόσαι |
| , καὶ ἐντεῦθεν ὁ Λίβυς ἔγνω οὐ νόθου ἀλλὰ γόνου γνησίου πατὴρ ὤν . λέγονται δὲ καὶ τῶν ἑτέρων δακέτων | ||
| αἱ ἄμορφοι καὶ εἰδεχθεῖς ἑταῖραι περιάπτοις καὶ νόθῳ κόσμῳ χηρείᾳ γνησίου . λέγουσι γὰρ ὅτι ἡ ἐξ ἀλλήλων γένεσις ἀνθρώπων |
| περιχυθείσῃ μοι ὑπὸ τοῦ δαίμονος οὐρανίᾳ θεωρίᾳ , ἥτις νῦν ἀτιμάζεται καὶ ἀπελαύνεται , καὶ προγενεστέρα ὑπάρχουσα καὶ τὰ πάντα | ||
| τυγχάνοντα μήτε ῥώμην ἐντιθέντα τῇ γαστρὶ μήτε ἴσχοντα αὐτὴν εἰκότως ἀτιμάζεται καὶ τοῖς ὑσὶ βάλλεται . ὅσα δὲ καλῶς πεπανθέντα |
| Πεισίροδος δὲ ἐν παισίν , ὃν ἡ μήτηρ ἀνδρὸς ἐπιθεμένη γυμναστοῦ σχῆμα ἐπὶ τῶν Ὀλυμπίων αὐτὴ τὸν ἀγῶνα ἤγαγεν : | ||
| τὴν ἅμιλλαν πρὸς ἀγενείους τε καὶ ἄνδρας τὴν μὲν ἐκ γυμναστοῦ παρακλήσεώς φασι , τὴν δὲ ἐξ ἀνδρὸς παγκρατιαστοῦ λοιδορίας |
| τέσσαρα τῆς ἀρετῆς εἴδη παρὰ τὴν διὰ πέντε συμφωνίαν , πραότης μὲν ἐν ταῖς ἀνεκστασίαις ὑπὸ ὀργῆς , ἀφοβία δὲ | ||
| : πρόσκειται βαρύτονα ἀρσενικὰ διὰ τὸ ἁγιότης : ὁσιότης : πραότης : βαρύτονα καὶ καθαρὰ διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφεται |
| θεὸν οὐ λανθάνει . δίκαιος ἀνὴρ εἰκὼν θεοῦ . ἐκ φιληδονίας ἀκολασία φύεται . ζήλου τὸν μηδενὸς δεόμενον . ὧν | ||
| ‖ Στενοχωρεῖται πᾶς ἔφρων θλιβόμενος ὑπὸ φιλαργυρίας καὶ φιλοδοξίας καὶ φιληδονίας καὶ τῶν ὁμοιοτρόπων : ἅπερ οὐκ ἐᾷ τὴν διάνοιαν |
| τε ἀφανῶς ἀδώρητος γενόμενος . Πλάτων μέντοι γε ἐν Συμποσίῳ ἄδωρος εἶπεν . καὶ γάρ φησιν ἄδωρος δυσμενείας ἀντὶ τοῦ | ||
| : σημαίνει τὸ τὰ μαντευθέντα ἅπαξ πειρᾶσθαι ἀμάντευτα ποιεῖσθαι . ἄδωρος χάρις : ἡ μὴ ἐπὶ τέλους ἐλθοῦσα δωρεά . |
| ἦν . τοῖς γοῦν βασιλεῦσιν , ὅσοι τε πατρίους ἀρχὰς παραλάβοιεν καὶ ὅσους ἡ πληθὺς αὐτὴ καταστήσαιτο ἡγεμόνας , βουλευτήριον | ||
| τὰς εἰσβολὰς τῶν ἀλφίτων : τὰ σιτοφυλάκια , τὰς ἀποθήκας παραλάβοιεν φθάσαντες . ἢ εἰσβολὰς ὡσεὶ ἔλεγε τὰς τῆς χώρας |
| παραμυθήσασθαι , καὶ συμφορὰν κουφίσαι : ἀγαθὴ καὶ ἐν θυσίαις παραστάτις , καὶ ἐν δαιτὶ σύσιτος , καὶ ἐν πολέμῳ | ||
| τούτοις ἤρξατο κονίεσθαι κατ ' αὐτοῦ ἡ ὑπέρμαχος μὲν καὶ παραστάτις ἀδικουμένων τιμωρὸς δ ' ἀνοσίων καὶ ἔργων καὶ ἀνθρώπων |
| ἀρήγει : τῇ νεότητι μὲν βοηθεῖ ἡ περὶ τὸ πολεμεῖν θρασύτης . τοῦτο δὲ ἐν τῷ καθόλου γνωμικῶς ἀναπεφώνηκεν . | ||
| φίλε , ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν , καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο , ἣν εἶχον ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ |
| μισητία , ἔχθρα , ἀπέχθεια , πρόσκρουσμα , διαφορά , δυσμένεια , δύσνοια , κακόνοια , ἀλλοτρίωσις , ὑποψία . | ||
| τὰ πράγματα ἐκ τῶν πλείστων : δυσκολία , δυστροπία , δυσμένεια , δυσχέρεια , δυστραπελία , παλιντραπελία , παλιμβολία , |
| ἁβροδίαιτοι . Ἔφορος μέντοι τοὔμπαλιν ἐπαινεῖ τὸν λόγον ὡς ἐξ εὐφυοῦς πρὸς ἀρετὴν ψυχῆς . . . : Ὁμόλη δὲ | ||
| Περσικὴν ἀλαζονείαν ἢ βασιλικὴν μεγαλαυχίαν οὐδὲ πένητος μόνον , ἀλλὰ εὐφυοῦς θεατοῦ δεόμενον καὶ ὅτῳ μὴ ἐν τῇ ὄψει ἡ |
| , ἐν τούτῳ , λοιπὸν καὶ περὶ τῶν ἄλλων δεδοίκαμεν δικαίωσις : κέλευσις , πρόσταξις ʃ αὐθεντία ʃ τὸ δικαιοῦν | ||
| συλλογήν . ἐπιτηδείου : ἀντὶ τοῦ εὐπροσώπου ʃ ἐσκεμμένου . δικαίωσις : ἀντὶ τοῦ κόλασις ἢ εἰς δίκην ἀπαγωγή ʃ |
| ἐπιτρίτου βʹ καὶ βακχείου : τὸ ιϘʹ “ κἂν λέγῃ παμπόνηρα ” ὅμοιον δίμετρον ἐξ ἐπιτρίτου βʹ καὶ ἀμφιβράχεος ἢ | ||
| νοῦν : ἔχεις γὰρ οἰκίαν . Καὶ μὴν ἀτεχνῶς γε παμπόνηρα φαίνεται . Δειπνεῖν με δίδασκε . Περὶ ἐμοῦ δ |
| ” ἀφῖγμαι “ , ” ἀφίξομαι “ . καταπροΐξῃει ] καταφρονήσεις , κρείττων φανήσῃ , περιγενήσῃ , ἀποφύγῃς , ἐκφύγοις | ||
| ἔξωθεν εἰσερχόμενον ὕδωρ . οὐ καταπροΐξῃ : οὐ προῖκά μου καταφρονήσεις , τουτέστι δωρεάν . Γ τοῦ ποδὸς παρίει : |
| οὐ δεῖ προσθεῖναι τὸ φίλῳ . ἐκ δὲ τούτων ἐστὶ φιλέταιρος , πολυέταιρος , φιλία καὶ ἑταιρεία , ἐπιτηδειότης , | ||
| ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ δικαιώσει . τόλμα μὲν γὰρ ἀλόγιστος ἀνδρεία φιλέταιρος ἐνομίσθη , μέλλησις δὲ προμηθὴς δειλία εὐπρεπής , τὸ |
| ] ἡ νύξ . ἡ ἀνοία παροξυτόνως Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ ἄνοια διὰ δὲ τὸ μέτρον ἐξέτεινεν . ὁ δὲ νοῦς | ||
| φαύλους τε καὶ μοχθηροὺς καὶ ἀναιδεῖς γενέσθαι , πᾶσά τε ἄνοια καὶ ψυχῆς ἀμαθία διὰ λήθην ἐμπίπτει . ὁ δὲ |
| χειρὶ ἐπελθόντος ἀπεμάχετο ἐπὶ μακρὸν δόξαν ἐμποιῶν ὡς ὑπὲρ τοῦ ἀληθινοῦ προκινδυνεύοι . πολλῶν δὲ τραυματιῶν γενομένων οἱ μὲν ἀμφὶ | ||
| ἐν καρδίᾳ μου ἡδώμην περὶ τοῦ θανάτου Ἰωσήφ , ἀνδρὸς ἀληθινοῦ καὶ ἀγαθοῦ , καὶ ἔχαιρον ἐπὶ τῇ πράσει Ἰωσήφ |
| . ἡ δὲ μέση ἐστὶν ἡ διεξοδικῶς ἀπὸ ἄλλου ἄλλο γιγνώσκουσα : διὸ καὶ διάνοια καλεῖται παρὰ τὸ διανύειν καὶ | ||
| τούτων ἑκατέρου στοιχεῖα τὰ προσήκοντα ἀφορίζουσα , τέλος τε αὐτῶν γιγνώσκουσα καὶ τὴν ἀκρίβειαν ἐνδιδοῦσα τήν τε εὕρεσιν αὐτῶν ποιουμένη |
| θέρει , ὅτι πρὸς ἄσκησιν καὶ ἡ θεωρία τῶν θεωμένων κατεστάθη , καὶ ὅτι ἔλεγχος τῆς προαιρέσεως , [ ὡς | ||
| πηκτὶς δὲ Μούσῃ γαυριῶσα βαρβάρῳ δίχορδος εἰς σὴν χεῖρά πως κατεστάθη . τῶν δὲ παριαμβίδων Ἐπίχαρμος ἐν Περιάλλῳ μνημονεύει οὕτως |
| ὥστε εἰς ἐπιείκειαν φέρειν : ἐκτρέπει γὰρ τοὺς πλείους εἰς φιληδονίαν τε καὶ ὑπερηφανίαν . Ὅτι τοὺς ἑαυτοῦ οἰκέτας ἐκπαιδεύσας | ||
| διὰ τέκνα ἤθελε συνεῖναι τῷ Ἰακώβ , καὶ οὐ διὰ φιληδονίαν . Προσθῆσα γὰρ καὶ τῇ ἐπαύριον ἀπέδοτο τὸν Ἰακώβ |
| ἔπαινος , σεμνολογία , λαμπρότης , φαιδρότης , κόσμος , καλλωπισμός , σύστασις , γνωρισμός , εὐφημία . τὰ δ | ||
| ἐνταῦθα . χρυσεοστόλμους ] χρυσῷ κεκαλλωπισμένους : στολμὸς γὰρ ὁ καλλωπισμός . κἀμὸν ] ἤγουν καὶ ἐμοῦ . εὐνατήριον ] |
| τῇ μὲν οὖν ἰατρικῇ , ὥσπερ λέγω , ἡ ὀψοποιικὴ κολακεία ὑπόκειται , τῇ δὲ γυμναστικῇ κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον | ||
| ' ἕνεκεν κέρδους καὶ ὠφελείας , κόλαξ καὶ ἡ κακία κολακεία : ὁ δὲ ἐλλείπων δύσερις καὶ δύσκολος . Μετὰ |
| ὁ τῆς Ἀφροδίτης . ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ | ||
| τὴν ἐκκλησίαν τὴν Ἀττικὴν αὐτοῦ μὲν ἀπόντος σύγχυσις εἶχε καὶ ῥᾳθυμία καὶ ταραχή , καὶ κόσμος ἦν οὐδεὶς τῶν ποιουμένων |
| , σημεῖον , ἤτοι δῆλον . ἡ μὲν γὰρ ἀκρασία ψέγεται οὐ μόνον ὡς ἁμαρτία καὶ ὡς ἐκπίπτουσα τοῦ ὀρθοῦ | ||
| ἀδικεῖν . τὸ μὲν γὰρ ἀδικεῖν καὶ κακόν ἐστι καὶ ψέγεται : καὶ κακὸν ἢ κατὰ τελείαν κακίαν , ἤτοι |
| καὶ ἀναγωγὸς τοῦ τρίτου εἰς τὸ πρῶτον , ὡς ἐκείνη προαγωγὸς τοῦ πρώτου εἰς τὸ τρίτον . Φέρε οὖν ἴδωμεν | ||
| παρὰ τὸν τρίτον , ποίαν γὰρ ἰσχυρὰν προβαλεῖται πίστιν ἀνὴρ προαγωγὸς τῆς αὐτοῦ γαμετῆς ὑπὲρ οὕτω διαβεβλημένης πράξεως κατηγορεῖν ἐπιχειρῶν |
| πολλάκις ἐκκρούει ἔκπληξις , φαντασίαν δὲ οὐδέν , χωρεῖ γὰρ ἀνέκπληκτος πρὸς ὃ αὐτὴ ὑπέθετο . δεῖ δέ που Διὸς | ||
| δὲ ἧττον : ἀλλ ' ὅμως ὁ ἀνδρεῖος ἀνέκπληκτος , ἀνέκπληκτος δ ' ὡς ἄνθρωπος . φοβηθήσεται μὲν γὰρ ἐπὶ |
| ἀληθείας ἀποπεπτώκασιν . φόριμος γὰρ ἡ ἀνθρώπου φύσις πολλῶν διαστρόφων δοξασμάτων , ὅταν μὴ ταῖς κοιναῖς ἐννοίαις ὀρθῶς ἕπηται . | ||
| τῆς ἀντιλογικῆς καινοτομίας , ἀτὰρ δὴ καὶ τὴν ἐναντίωσιν τῶν δοξασμάτων καταπληγείη ἂν εἰκότως , εἰ τῆς ὅλης ὑποθέσεως φαινομένης |
| μὲν ἡ μετὰ προσθήκης , ἤτοι ἀκρασία θηριώδης ἢ ἀκρασία νοσηματώδης . ἀκρατὴς γὰρ νοσηματώδης ἐστὶν ὁ ἡττώμενος ὑπὸ τῶν | ||
| , ἤτοι ἀκολασία μετὰ προσθήκης , ἀκολασία θηριώδης ἢ ἀκολασία νοσηματώδης . ἁπλῶς δέ , ἤτοι χωρὶς δὲ προσθήκης , |
| δὲ προμηθής : τὸ μέλλειν καὶ ἀναβάλλεσθαι μετὰ προμηθείας . μέλλησις δέ . . . : τὴν δ ' εὐλάβειαν | ||
| σπουδή , τάχος : τοῦ δὲ σχολή , σχολαιότης , μέλλησις , μελλησμός , βραδυτής , ἀναβολή , νώθεια , |
| καλούμενοι . εὐπρεπῶς ἄδικοι ἐλθόντες : οἱ Ἀθηναῖοι μετὰ προφάσεως εὐπρεποῦς ἐλθόντες , ὡς δῆθεν συμμαχοῦντες τοῖς ἐνθάδε Χαλκιδεῦσιν , | ||
| Θειάντιδος κόρης τῆς Μυῤῥίνης , ἥτις ἐρασθεῖσα τοῦ πατρὸς Θείαντος εὐπρεποῦς ὄντος : ἡ τροφὸς συνεκοίμησε ταύτην τῷ πατρὶ , |
| πάσχειν δοκοῦντος κακῶς παρορώμενος . δίκαιος οὖν ἀπολαῦσαι τῆς σῆς πρᾳότητος ὁ τῆς ἐκείνου μὴ ἐθελήσας : καλόν τι διασώσασθαι | ||
| μὲν καὶ βροτόεντα ἔναρα , φέροντας δὲ καὶ ἁγιώτερα τρόπαια πρᾳότητος καὶ φιλανθρωπίας , ἄσυλα καὶ ἱερὰ καὶ ἀναίμακτα καὶ |
| προαίρεσιν . τίς γὰρ οὐκ ἂν γένοιτο φιλόπολίς τε καὶ φιλόδημος ἢ τίς οὐκ ἂν ἐπιτηδεύσειε τὴν πολιτικὴν καλοκἀγαθίαν ἀναγνοὺς | ||
| . ἔπαινος δὲ ῥήτορος καὶ δημαγωγοῦ εὔνους , φιλόπολις , φιλόδημος , δημοτικός , νομικός , νόμιμος , δημοκρατικός , |
| τὴν γονὴν δοκοῦντα συνουσιάζειν γυναικὶ ἢ πολλάκις καὶ δίχα φαντασίας συνουσιασμοῦ . ὀνειροπολεῖν τὸ φαντάζεσθαι , ὀνειρώττειν δὲ τὸ καθ | ||
| ἡ ἡδονὴ ἡ ἀπὸ τοῦ χορτάσαι καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ συνουσιασμοῦ ἐκκρούει τὴν λύπην τὴν ἐκ τοῦ πεινᾶν καὶ μὴ |
| θέσθαι , νόμον εἰσενεγκεῖν , νομοθετῆσαι νομοθετήσασθαι , δημαγωγῆσαι , δημηγορῆσαι , βουληγορῆσαι , συνηγορῆσαι τῷ δήμῳ , πιθανὸν εἶναι | ||
| ὅπλων . οἱ μὲν ἧκον : ὁ δὲ προῆλθε βουλόμενος δημηγορῆσαι καὶ σμικρᾷ τῇ φωνῇ λέγειν ἤρχετο . οἱ δὲ |
| ἀγαπητὸν οὐδ ' ἀμουσότερόν τε καὶ ἀσοφώτερον τοῦ πάλαι δὴ κεχαρισμένου , ἀλλὰ προκάθηται μὲν ἀνήρ , εἰ μὴ λέληθα | ||
| πῶς ἂν οὖν οὕτω διατεθεὶς ὑπὸ τῆς μεταβολῆς τοῦ τηλικαῦτα κεχαρισμένου κατεφρόνουν ; κείσθω γὰρ τὸ ῥῆμα τὸ σὸν ὡς |
| οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν : ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι : ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως : διπλῆ δέ | ||
| οἱ ἐχθροὶ θαυμάζουσιν , ἀπὸ τοῦ ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν μὴ ψέγεσθαι , ἀπὸ τῆς τῶν ἐνδόξων κρίσεως . διπλῆ δέ |
| ἐπιτρέπει ποιεῖν , ὃ ἄν τις βούλοιτο . Περὶ τοῦ νομισθέντος δικαίου ἢ τοῦ καλοῦ : ἡ σύνταξις οὕτως : | ||
| συνιστάμενον παραδειγμάτων , ὡς τὸ τεττιγοφορεῖν Ἀθηναίοις . Περὶ τοῦ νομισθέντος δικαίου : τὰ τελικὰ τῶν τριῶν τῆς ῥητορικῆς περιεῖλε |
| πέλαγος , μικρὰ δὲ καὶ οὐκ ἄξια λόγου τὴν Ῥώμην ὠφελοῦντος διὰ τὸ μηθὲν ἐπὶ ταῖς ἐκβολαῖς ἔχειν φρούριον , | ||
| ' ὡς μεγάλου πράγματος καὶ πολλὰ τὸν μετὰ σώματος βίον ὠφελοῦντος εὐφημίας . περιγίνεται δ ' αὕτη σχεδὸν ἅπασιν , |
| ἃς δὴ καὶ ἐννέα Μούσας προσηγορεύκασιν . Ἀλλὰ πρὸς ἀπόδειξιν ἀληθεστέραν ἐκθετέον καὶ τὰ ὄργανα οὕτως . Ἔστω τετράγωνον ἰσόπλευρον | ||
| λεγόντων ἀναβάσεις ἐκ τοῦ σπηλαίου καὶ κατὰ βραχὺ εἰς θέαν ἀληθεστέραν μᾶλλον καὶ μᾶλλον προιούσας . Ὅλως γὰρ τὰ μὲν |
| τὴν ὁδὸν ὑποστρέφει τὴν εἰς τὰ ἑρπετά , καὶ αὕτη καταδίκη ψυχῆς κακῆς . κακία δὲ ψυχῆς ἀγνωσία . ψυχὴ | ||
| κόσμου ὁ Ἐ . ἀποκαλῶν . αὕτη γάρ ἐστιν ἡ καταδίκη καὶ ἀνάγκη τῶν ψυχῶν , ὧν ἀποσπᾶι τὸ Νεῖκος |
| ἡδύχροον : ἥ τε γὰρ μεταφορὰ ἡ ἐγέλα πάνυ μετάκειται ἀπρεπῶς , καὶ τὸ σύνθετον τὸ ἡδύχροον οὐδ ' ἐν | ||
| τε καὶ Ἀβάρων ἀπέκτητοι καὶ αὐχμηροὶ καὶ ῥυπῶντες καὶ ἐνέρσει ἀπρεπῶς ἀναπεπλεγμένοι , ἀλλὰ ῥύμματα γὰρ ἐπιβάλλουσιν αὐτοῖς ποικίλα καὶ |
| ἑτέρου : κρεῖττον γὰρ παρὰ πολὺ διαβάλλεσθαι πρὸς ὑμῶν ἢ ἐπαινεῖσθαι . ὅμως μέντοι δέδοικα τοῦτο , μή με ὁ | ||
| ὅτι τῆς ἡλικίας τῆς τοιαύτης εὐδιαβόλως ἐχούσης , σοὶ μᾶλλον ἐπαινεῖσθαι συμβέβηκεν . οὐ γὰρ μόνον οὐδὲν ἐξαμαρτάνειν , ἀλλὰ |
| δοκεῖ καὶ οὕτως πεπαλαιωμένον βραχίονα . τί γὰρ καὶ ἡ μόχλευσις οὐκ ὀνήσειεν ; μένειν μέντοι γε οὐκ ἄν μοι | ||
| Περὶ ἄρθρων ἐπὶ τοῦ ἰσχυροῦ φησιν : τί γὰρ δικαίη μόχλευσις οὐκ ἂν κινήσειεν ; ἀντὶ τοῦ ἰσχυρά . μόνον |
| ἀποδοκιμάζει παραγγέλματα ὡς βλάψοντα , εἰ τοῖς ὁμοφώνοις τῶν πολεμίων διαγνωσθείη , διὰ μουσικῆς δὲ ποιεῖται τὰ σύμβολα , ὄργανον | ||
| ὁ μὲν περὶ διαγνώσεως συστάσεως οὔρων λόγος ἱκανῶς ἂν ὧδε διαγνωσθείη ἡμῶν τε τὰ καιριώτερα εἰρηκότων καὶ τῶν συνετῶν εὖ |
| κατωτάτω ταλαντεύουσα τῷ τοῦ πυρὸς ἀνωφοίτῳ συνεπελαφρισθεῖσα μετέωρος ἐξαίρεται καὶ κρατηθεῖσα μόλις ὑπὸ δυνατωτέρας τῆς ἐπικουφιζούσης ἰσχύος ἄνω πρὸς τὴν | ||
| τοῦ ἀγῶνος . δορὶ ] + πολέμῳ . ἁλοῦσα ] κρατηθεῖσα . ἁλοῦσα ] πορθηθεῖσα . Ξ ἐκ τοῦ πῶς |
| ἀκροατῶν , ποταπός ; αἰανὸς καὶ σκοτεινός , ἤτοι τὸ λελογισμένον αὐτῶν σκοτίζων : τουτέστιν ἐλπίδα ἔχοντες οἱ ἀκροαταὶ ταχέως | ||
| ὑπ ' οὐδενὸς φόβου , τὸ γὰρ ἔννουν τε καὶ λελογισμένον ἐν αὐτοῖς μάλιστα τοῖς φοβεροῖς ἔχειν . ἐκάλουν δὲ |
| τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία , | ||
| ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης . |
| : βίαια δέ , οἷον πληγαὶ δεσμὸς θάνατος ἁρπαγὴ πήρωσις κακηγορία προπηλακισμός . συναλλάγματα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα λέγονται , | ||
| τὸ ἐναντίον ψόγος , λοιδορία , βλασφημία , κακολογία , κακηγορία , κακισμός , διαβολή : ψέγειν , λοιδορεῖν , |
| ταλαίπωρον εἶπεν αὐτόν : εἰ γὰρ καὶ πρὸς τῶν ἄλλων μισεῖται θεῶν , ἀλλ ' οὗτος συλλυπούμενος ὡς φίλος αὐτῷ | ||
| , τάδε , προσεποιεῖτο πρόφασιν καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ καὶ βακτηρίαν ἔχων περιῄει |
| ἀγγέλου ὡς Ἀμφιάραος εἶπεν ὅτι ὑπὸ γῆν κρυβήσεται καὶ ταύτην δοξάσει , Ἐτεοκλῆς τῷ μὲν περὶ τοῦ μάντεως θανάτῳ πιστεύει | ||
| χρὴ γράφειν ; Οὐδέτερα . Οὔτε ἄρα εἴσεται οὔτε ὀρθὰ δοξάσει ὁ μιμητὴς περὶ ὧν ἂν μιμῆται πρὸς κάλλος ἢ |
| πολυπνείων . Λαιψηρότεροι : κουφότεροι . Ἔργμοσι : ἔργμασιν . Δεινή : σοφή . Ἅμματα : δέσματα . Ἐνθάδε πάντων | ||
| . Καὶ πῶς με τὸν δύστηνον ἔτι νέον κρατεῖ ; Δεινή περ οὖσα , φείδεται γὰρ οὐδενός . Σωτήρ , |
| δι ' ἑτέρου ἀπαρασκεύαστος , οἷον οἱ μονομάχοι ἀπαρασκεύαστοι . ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει : ἀνδρεία μὲν γὰρ σώματος δύναμις ἐπαινουμένη | ||
| ἀσφοδελὸς δὲ τόπος , ἐν ᾧ ὁ ἀσφόδελος γίνεται . ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος |
| πολλοῦ εἰς τὴν πατρίδα περίβλεπτός τε καὶ λαμπρὸς ἦν , μεμηνέναι προσποιούμενος ἐνίοτε καὶ ἀφροῦ ὑποπιμπλάμενος τὸ στόμα : ῥᾳδίως | ||
| γνόντες ἀπέσχοντο , μόνη δὲ Δημήτηρ οὐκ ἔγνω διὰ τὸ μεμηνέναι αὐτὴν διὰ τὴν ἁρπαγὴν τῆς Κόρης , ὅθεν λαβοῦσα |
| χαλεπώτερον ἀνθρώπῳ σπληνὸς ἀνέχεσθαι οἰδοῦντος καὶ διεφθαρμένου ὀδόντος ἢ ψυχῆς ἄφρονος καὶ ἀμαθοῦς καὶ δειλῆς καὶ θρασείας καὶ φιληδόνου καὶ | ||
| Μωάβ „ . ἀλλ ' οὐχ ἑκάστη | τῶν τοῦ ἄφρονος αἰσθήσεων ἐξαπτομένη πρὸς τῶν αἰσθητῶν ἐμπίπρησι τὸν νοῦν , |
| με : ὑπερβαλλόντως ἀπώλεσέ με . ὑπερβάλλει πάντα λόγον ἡ ἀτυχία : ἑαυτὸν λέγει δεικτικῶς : ὁ χρόνος με θεραπεύσει | ||
| ἀδίκως καὶ ἀθέως διαφθαρέντα ὑπ ' αὐτῶν . Ἥ τε ἀτυχία ἀδικεῖται ὑπ ' αὐτοῦ , ἣν προϊστάμενος τῆς κακουργίας |
| ἁμαρτωλὸν ἢ πλάνον . Ἄλη γὰρ ἡ πλάνη καὶ ἡ ἁμαρτία . Ἀλλὰ γὰρ ἀθυμοῦντες ἄνδρες οὔποτε τρόπαιον ἐστήσαντο . | ||
| σε ἐν τῷ σκηνώματί σου , οὐ γὰρ γέγονέ σοι ἁμαρτία . Ἀνάψυξον ἐν τῷ σκηνώματί σου ἐν τῇ παρθενικῇ |
| ὅλον τοῦτο θεῖον πάθος , ἐπειδὴ μέλλει μὲν περὶ τοῦ σώφρονος καὶ κοσμίου ἔρωτος τῆς ψυχῆς διαλέγεσθαι , οὐκ ἀπήλλακται | ||
| ἀγώνων ἐμπειρίαν ἔχοντος , πρὸς δὲ τούτοις φρονίμου τε καὶ σώφρονος καὶ μηδὲν ὑπὸ τοῦ μεγέθους τῆς ἐξουσίας ἐπὶ τὸ |
| ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
| , τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
| δύναμιν , ἣν ἔχειν δεῖ τὸν ἐπιγνωστικὸν τῶν περὶ συλλογισμοὺς κατορθούντων . ἐπὶ δὲ τοῦ βίου τί ποιῶ ; νῦν | ||
| κατὰ μέρος νομοθέταιδιχῆ πέφυκε τέμνεσθαι , τῇ μὲν εἰς εὐεργεσίαν κατορθούντων , τῇ δὲ εἰς κόλασιν ἁμαρτανόντων . τοῦ μὲν |
| ' ἂν κατὰ Πλάτωνα καὶ δευτερουργοὺς τέχνας χειροτεχνία χειρουργία , βαναυσία βαναυσουργία . χειροτεχνεῖν χειρουργεῖν , βαναυσουργεῖν . χειροτέχνης χειρουργός | ||
| ταῦτα γὰρ ἅπαντα , οἶμαι , τύρβη καὶ ὄχλος καὶ βαναυσία , καὶ ἀρχαῖα μὲν τὰ θεάματα , ἀχρεῖα δὲ |
| , ὃς ἑαυτὸν ἐμίσθωσεν εἰς Αἴγυπτον Χαβρίᾳ , καὶ τοῦ καταράτου Κυρηβίωνος , ὃς ἐν ταῖς πομπαῖς ἄνευ τοῦ προσώπου | ||
| διώκομαι ] γάρ , κατὰ κράτοϲ διώκομαι ὑπὸ ] τοῦ καταράτου κληρονόμου : ληφθήϲομαι . ἕπου , ] δίωκε , |
| ἦθος οὐδὲ στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ | ||
| φύσιν τὸ μινύθημα καὶ διὰ χρόνου . Φευκτέη δὲ καὶ θρύψις ἐπικρατίδων διὰ προσκύρησιν ἀκέσιος , ὀδμή τε περίεργος : |
| φαίνεται βεβαίως πως ἐκεῖνος φιλόπολις , ὥστε δοκῶν καὶ ὢν ἀσφαλέστατος στρατηγὸς ἁπάντων , ὑπὲρ μὲν ὑμῶν , ὁπόθ ' | ||
| ὁμολογηθέντα φυλάξαι βεβαιότατος , πρὸς δὲ τῶν ἐξαπατώντων μὴ ἁλῶναι ἀσφαλέστατος , χρημάτων τε ἐς μὲν ἡδονὰς τὰς αὑτοῦ φειδωλότατος |
| ὑποπτεύειν , ὡς πάλαι μὲν ἐπεθύμει λαβεῖν , ἐκαρτέρει δὲ προσχήματος ἀπορῶν τὸν πόθον αὐτῷ συσκιάζοντος : ἐπεὶ δὲ τὸν | ||
| φύσις πλημμελεῖν αἱρουμένη , εἰ μὴ μετ ' εὐλόγου δυνηθείη προσχήματος , ἀπαρακαλύπτως γε μὴν πονηρεύεται . ἀλώπηξ ὑπό τινος |
| μᾶλλον τὸ τῆς μοναρχίας ἀγαθὸν διέφθαρται , ἀλλ ' ἐστὶ μοναρχία θαυμαστὴ δυοῖν σώμασι καὶ δυοῖν ψυχαῖν μιᾶς γνώμης ἐνιδρυμένης | ||
| πείθεσθαι τῷ Ὁμήρου λόγῳ , κινδυνεύει τὸ κατ ' αὐτὴν μοναρχία τις εἶναι τῆς ἀρχῆς τῆς κατὰ θάλατταν , καὶ |
| τροπῇ τοῦ η εἰς α ἄσασθαι . . . . ἀσαλής : ἡ ἄφροντις , ἡ μηδενὸς φροντίζουσα : σάλη | ||
| δὲ παρὰ τὴν σάλην , ἣ σημαίνει τὴν φροντίδα . ἀσαλής : ὁ ἀμέριμνος . οὕτως Ἡρωδιανὸς καὶ Ἀπολλόδωρος . |
| ὑπηρέτην αὐτῆς δεξιοῦται . τρεῖς δ ' εἰσὶν οἱ τῆς ἀκολάστου καὶ ἀκράτορος ψυχῆς ἑστιοῦχοί τε καὶ θεραπευταί , ἀρχισιτοποιός | ||
| δι ' ἧτταν ἀλλὰ διὰ προαίρεσιν . καὶ γὰρ τοῦ ἀκολάστου φεύγειν τὰς σωματικὰς λύπας , οἷον τὰς ἀπὸ πείνης |
| εὐθὺς ὀκλάζειν καὶ αὖ ὑπανίστασθαι , πειρωμένη δή πως εἰ εὐάγωγον αὐτῇ εἴη τὸ ἄχθος , καὶ εἰ αἴσθοιτο μεῖζον | ||
| , ἣν ἐπὶ τὴν τοῦ ὄντος ἰδέαν ἑκάστου τὸ αὐτοφυὲς εὐάγωγον παρέξει . Πῶς δ ' οὔ ; Τί οὖν |
| τὸν οἰκεῖον ἐχθρὸν ἀμυνεῖται : δυνάμενος γὰρ καὶ ἄλλοις βοηθεῖν ἔκδικος πολλῷ μᾶλλον ἑαυτοῦ καταστήσεται . Φαρμακεία δὲ καὶ πᾶν | ||
| , καὶ κοινῇ καὶ ἰδίᾳ δεξιούμενος , λέγων ἥκειν μὲν ἔκδικος τοῦ Περτίνακος φόνου , τὴν δ ' ἀρχὴν παρέξειν |
| ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον εἴρηκεν . | ||
| πολυτροπία , κακουργία , ῥᾳδιουργία , πονηρία , πανουργία , ψευδολογία , καπηλεία , πρᾶσις , μεταβολή , μισθαρνία μισθοφορία |
| : παρὰ τὸ θεὸς καὶ τὸ κλύω τὸ ἀκούω . θωπεία ἡ κολακεία : καὶ θῶπες , οἱ κόλακες : | ||
| , μισθαρνία μισθοφορία , θήρα , κολακεία , θεραπεία , θωπεία , παράκρουσις , παρα - γωγή , παρατροπή , |
| . καὶ ὁ λιμὸς οὖν , εἴτε ἑκούσιός ἐστιν εἴτε ἀκούσιος , τῷ λόγῳ τῆς ἐνδείας καὶ τῆς ἀσιτίας δύναται | ||
| τούτων , εἴη ἂν οὐχ ἑκούσιος , οὐκέτι μέντοι καὶ ἀκούσιος . ἐπιζητήσειε δ ' ἄν τις , πῶς ὄντος |
| τὴν φάσιν : ἐὰν δέ τις παρὰ ταῦτα ποιῇ τῶν συκοφαντούντων , ἔνδειξιν αὐτῶν εἶναι καὶ ἀπαγωγήν . μᾶλλον δὲ | ||
| Ἑλλήνων φίλους κεκτῆσθαι αὐτοὶ κωλύετε , ἀποδεχόμενοι τοὺς λόγους τῶν συκοφαντούντων καὶ χρήματα ἐκεῖνον αἰτούντων καὶ διαβαλλόντων : τοὺς γὰρ |
| τὸ ταπεινόν : τὸ γὰρ δίκαιον καὶ μακρόθυμον . ἡ ὑπομονὴ ὑπὲρ τὴν ὕβριν μετὰ πολὺ εὔθυμον καὶ ἀμέριμνον δείκνυσι | ||
| εὐταξία ψυχῆς λογιστικῆς πρὸς τὰ καλὰ καὶ αἰσχρά . Καρτερία ὑπομονὴ λύπης ἕνεκα τοῦ καλοῦ : ὑπομονὴ πόνων ἕνεκα τοῦ |
| καὶ ὁμιλήσει βασιλεῦσι καὶ ἄρχουσι καὶ ἐν εὐεξίᾳ ἔσται καὶ οἴησιν ἕξει περὶ αὐτοῦ καὶ τῷ οἰκείῳ λογισμῷ ἀρκεσθήσεται μὴ | ||
| ἐστίν . Τί πρῶτόν ἐστιν ἔργον τοῦ φιλοσοφοῦντος ; ἀποβαλεῖν οἴησιν : ἀμήχανον γάρ , ἅ τις εἰδέναι οἴεται , |
| . τέτταρα δὲ πάντα τῆς πολιτείας τὰ μέρη νομοθετικὴ καὶ δικαστική , γυμναστικὴ καὶ ἰατρική . ἐπεὶ γὰρ ἐκ ψυχῆς | ||
| πολῖται καὶ πολιτικοὶ λέγονται . ἡ δὲ ἰδίως πολιτικὴ καὶ δικαστική , διότι τοιαύτη ἐστὶ κατ ' ἐνέργειαν , κρεῖττον |
| καὶ διορίσαι τό τε τοῦ ἐπαινοῦντος ἔργον καὶ τὴν τοῦ κόλακος ὑπερβολήν . Ὁ μὲν οὖν κόλαξ ἅτε τῆς χρείας | ||
| τοῖς συνοῦσι παρ ' ἑκατέρου . καὶ ἡ μὲν τοῦ κόλακος διαβάλλεται , ἐπαινεῖται δὲ ἡ τοῦ φίλου . ἔτι |
| κυριώτατα φάναι , κόσμος ἐστίν , ἐν δὲ ἄστεσιν ἡ εὐνομωτάτη καὶ πολιτειῶν ἀρίστη δημοκρατία , ἔν τε αὖ σώμασιν | ||
| οὖσα πόλις ἀρίστη πρός τε τὸν πόλεμον καὶ κατὰ πάντα εὐνομωτάτη διαφερόντως : ᾗ κάλλιστα ἔργα καὶ πολιτεῖαι γενέσθαι λέγονται |
| ἀπόρους ἀσωτία καὶ πολυτέλεια , πολλοὺς δὲ ἀδόξους αἰσχροκέρδεια καὶ μικροπρέπεια . μετά γε μὴν τὴν κακίαν δευτέρα τῶν τοιούτων | ||
| . ἔστι δὲ περὶ χρημάτων δαπάνας ὑπερβολή , ἔλλειψις δὲ μικροπρέπεια , ὧν μεγαλοπρέπεια μεσότης ἐστί . οὐ τὸ μὴ |
| καὶ ἐν συμβουλαῖς καὶ ἐν δικαστηρίοις καὶ ὅταν ἐγκωμιάζῃ ἢ ψέγῃ μὴ ἀπίθανα λέγειν ἀλλ ' ἐοικότα καὶ ἐνδεχόμενα : | ||
| δὲ τῶν κακῶν , καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ ἐγκωμιάζῃ , ψέγῃ δὲ τὰ φαῦλα καὶ πονηρά : δύναταί τις αὐτῇ |
| ' αὖ μὴ κεκτημένον ἀληθῆ μὴ δοξάζειν χαίρειν χαίροντα , λογισμοῦ δὲ στερόμενον μηδ ' εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον ὡς | ||
| , εἰ ἐξ ἄλλων λογισμῶν , δεῖ ἐπί τι πρὸ λογισμοῦ ἢ τινά γε πάντως ἰέναι . Τίνες οὖν ἀρχαί |