, ὅτι οὐδείς ἐστιν , ὃς προπηλακισθεὶς ἑαυτόν ποτε οὐκ ἐκδικήσει . λαγωὸς ὑπ ' ἀετοῦ διωκόμενος πρὸς κοίτην κανθάρου
ἀποδώσεις κακὸν ἀντὶ κακοῦ τῷ πλησίον σου , διότι κύριος ἐκδικήσει τὴν ὕβριν ταύτην . Καὶ μετὰ ταῦτα ἠσπάσατο Συμεὼν
6125218 διανοηθεντα
τοιαῦτα πάνυ ἠλιθίου τινὸς εἶναι , γενναῖα δὲ καὶ ἀνδρώδη διανοηθέντα καὶ χολὴν ἔμφρονος καὶ ἠδικημένου ἀνδρὸς ἀναλαβόντα μετελθεῖν ἐκείνους
ἐφίησιν , τρώσῃ μέν , ἀποκτεῖναι δὲ ἀδυνατήσῃ , τὸν διανοηθέντα τε καὶ τρώσαντα οὕτως οὐκ ἄξιον ἐλεεῖν , οὐδὲ
6078609 κατασβεσει
. πορφύρας ] πέπλα πορφυρᾶ . νιν ] αὐτήν . κατασβέσει ] παύσει τοῦ τρέφειν . σημείωσαι . πορφύρας ]
οὕτως : τὴν τῆς μητρὸς πηγὴν ἤτοι τὰ δάκρυα τίς κατασβέσει τιμωρία καὶ ἐκδικήσει ; μητρός ] τῶν Θηβαίων .
5790905 αἰτιωμενη
πολλοῦ χρόνου συνοῦσαν αὐτῷ . ἐπεὶ δὲ ἡ μήτηρ ἀπεῖργεν αἰτιωμένη τὴν αἰσχύνην τῆς γυναικός , κελεύει τινὰ τῶν ἀμφ
ἐξήγησις ἡ γένος τι ἀπατηλῆς φύσεως παντόμορφόν τε καὶ πολύτροπον αἰτιωμένη τῆς μαντείας ὑποκρινόμενον θεοὺς καὶ δαίμονας καὶ ψυχὰς τῶν
5778600 ἀγανακτων
αὐτὸν τῶν φίλων καὶ μηδὲν ἐξαμαρτάνειν ἀξιούντων ἀπῄει πρὸς ἅπαντας ἀγανακτῶν . ἤδη δ ' αὐτῷ κατ ' οἰκίαν ὄντι
ἀκολουθῇ , φάσκοντα μαίνεσθαι . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ἄπεισιν ἀγανακτῶν καθ ' αὑτόν , ἔπειτα προσκρούων ἀεὶ καὶ λοιδορούμενος
5718676 ἀνηλεης
δυσπενθοῦς ὑπανεῖλε καὶ κρυφίως ὑφείλετο ἤγουν ἔκλεψεν , ὅτε ἡ ἀνηλεὴς γυνή , ἤγουν ἡ κλυταιμνήστρα , πόρευσε καὶ ἔπεμψε
πάθους τινὸς ἢ συμφορᾶς . Αἰσχύλος . ἀνοικτίρμων : ὁ ἀνηλεὴς καὶ ἀπαραίτητος . ἀτενὴς καὶ ἀτεράμων ἄνθρωπος : ταὐτὸν
5718260 κατασκευασει
, ὅ ἐστι τὸν ἀνθορισμὸν , ἐκ τῶν ἑαυτῷ πεπραγμένων κατασκευάσει σεμνυνόμενος , καὶ φήσει τοῦτο εἶναι κατάλυσιν τυραννίδος τὸ
ἕτερον ζήτημα , εἰ ὅλως ἱερὰ δίκη αὕτη : καὶ κατασκευάσει ὁ Δημοσθένης μὴ εἶναι ἱεράν : διὸ καὶ ἔμμεσα
5689539 ἀπατησαι
. καὶ αὐτὸς δὲ ὁ χρυσὸς δαμασίφρων , ἐπεὶ ἱκανὸς ἀπατῆσαι . ἐνυπνίῳ δ ' ᾇ τάχιστα πείθεσθαι : τοῦ
τυραννοῦντα τὴν καθ ' ἑαυτὸν ἐλαύνειν , τὸ τοὺς δορυφόρους ἀπατῆσαι , τὸ σῶσαι τοὺς νόμους , τὸ δοῦλον ἐλεύθερον
5648519 μισησαι
τρία μόνον : δόκιμον γάρ ἐστι . [ Πρὸς τὸ μισῆσαι τὸν οἶνον , τοῦ μὴ μεθύσαι . ] Ἐγχέλυς
τοῦ Κρόνου . καλέσαντα ] σὲ ἐκεῖνον . μνησικακῆσαι ] μισῆσαι . τὴν ἡλικίαν ] τοῦ πατρός . ἐνεοττοτροφήθης ]
5638517 καταδικην
, προσελθὼν αὐτῷ ἐκέλευον ἐπὶ τὴν τράπεζαν ἀκολουθοῦντα κομίζεσθαι τὴν καταδίκην . ὡς δὲ ταῦτα ἀληθῆ λέγω , τούτων ὑμῖν
ἀναγνώσεται τὰς μαρτυρίας . Ὁ δὲ Θεόφημος ἀντὶ τοῦ τὴν καταδίκην ἀπολαβεῖν ἀκολουθήσας ἐπὶ τὴν τράπεζαν , ἐλθών μου τὰ
5629408 οἰκτῳ
τὸ μέγεθος , πολλοῖς δὲ αὐτῶν καὶ δάκρυα ἐπελθεῖν φησιν οἴκτῳ τῆς ἀμφοῖν ἡλικίας , εὐφημίαις τε χρήσασθαι τοὺς Ἀχαιοὺς
πολέμου πείθειν τοὺς πολεμίους φόβῳ , πλεονεξίᾳ , ἡδονῇ , οἴκτῳ , δικαίῳ , νομίμῳ , συμφέροντι , δυνατῷ .
5615426 ἁμαρτων
πληγῇ ταύτῃ δευτέρᾳ πληγεὶς ἀπεχώρουν Ἀθηνῶν τε ὁμοῦ καὶ ἐλπίδος ἁμαρτών . ἦν δέ τις αὐτόθι Διονύσιος , ἀνὴρ Σικελιώτης
* ἀλειφθέντας ὑπὸ Μελησίου . εὐτυχίᾳ θεικῇ . ἀνδρείας . ἁμαρτών , ἀλλὰ καὶ ἀνδρεῖος ὤν . . Δέον εἰπεῖν
5612577 μισειται
ταλαίπωρον εἶπεν αὐτόν : εἰ γὰρ καὶ πρὸς τῶν ἄλλων μισεῖται θεῶν , ἀλλ ' οὗτος συλλυπούμενος ὡς φίλος αὐτῷ
, τάδε , προσεποιεῖτο πρόφασιν καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ καὶ βακτηρίαν ἔχων περιῄει
5578851 ἀθλιως
εἶτ ' ἐσίγας Πλοῦτος ὤν ; Σὺ Πλοῦτος , οὕτως ἀθλίως διακείμενος ; Ὦ Φοῖβ ' Ἄπολλον καὶ θεοὶ καὶ
ἰδεῖν ὑπάρχοντά τινι πλοῦτον , κακῶς δὲ ζῶντα τοῦτον καὶ ἀθλίως . Νὴ Δία , πολλούς γε . Οὐκοῦν οὐδὲν
5544503 κολασιν
: τὰ ἄλογα κάλλιόν εἰσιν παρὰ τὸν ἄνθρωπον , ὅτι κόλασιν οὐκ ἔχουσιν : ἡμᾶς δὲ ἔλαβες καὶ εἰς κρίσιν
ἐξώλλυντο , ὕδωρ δ ' ὑπερεῖχε γενείου . τίνα δὲ κόλασιν ὑπέμενον Ἀθήνησιν οἱ μὴ λύσαντες τὸν προτεθέντα γρῖφον ,
5462277 ὑπομεινασα
δυσανάσχετον , ὁπόταν ταῖς τῶν σκυτοδεψῶν παραδοθῇ χερσίν , σῆψιν ὑπομείνασα πολλὴν καὶ διαμύδησιν , τοιοῦτον οἱ πληγέντες ὑπὸ τοῦ
ἔδειξεν ἣν † ἐπέλθῃ . Ἄλκηστις ἡ Πελίου θυγάτηρ , ὑπομείνασα ὑπὲρ τοῦ ἰδίου ἀνδρὸς τελευτῆσαι , Ἡρακλέους ἐπιδημήσαντος ἐν
5453706 ἐπισκηψις
ἐκ παραδόξου : λείπει δὲ κινδύνων ἀντίληψις : ἀντὶ τοῦ ἐπίσκηψις διέφευγον : τὸν θάνατον δηλονότι . τῶν ὀφθαλμῶν :
καὶ ἀγαθούς . . . . ἐπιστολή . ἐντολή , ἐπίσκηψις . ὅπῃ δή ποτ ' ἐδυνάμην . γρ .
5452594 ἀτυχους
τῇ τύχῃ χρωμένου τὸ Εὐτύχιος καὶ Εὔπρακτος , τοῦ δὲ ἀτυχοῦς οὐκέτι : ἐοικέναι καὶ οὗτοι τὰ ὀνόματα λέγοντες εἰκόσιν
ζῆν ἐξέλιπον . ἡ μὲν οὖν Αἴγεστα τυχοῦσα μιᾶς ἡμέρας ἀτυχοῦς ἡβηδὸν ἐθανατώθη . ὁ δ ' Ἀγαθοκλῆς παρθένους μὲν
5430467 τολμηροτερον
με πεποίηκε καὶ ἀπορρίψαι τὴν πολλὴν θερμὴν αἰδῶ , καὶ τολμηρότερον ἐνταῦθα παρεῖναι : ἦλθον δὲ καὶ ὥρμησα ἀπέδιλος ὄχῳ
οὐκ ἔστ ' ἀνοίας οὐδέν , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , τολμηρότερον . ὦ νύξ , σὺ γὰρ δὴ πλεῖστον Ἀφροδίτης
5399929 μωριαν
παύειν ἐπιχειρεῖ βιαίως μόχθον ] πόνον μάταιον ὁρῶ εὐηθίαν ] μωρίαν . ἐπίθετον δὲ ταύτης τὸ κουφόνουν † τὸ εὐηθίαν
εἰ δοκῶ νῦν μῶρα δρῶσα τυγχάνειν , σχεδόν τι μώρῳ μωρίαν ὀφλισκάνω . Δηλοῖ τὸ γέννημ ' ὠμὸν ἐξ ὠμοῦ
5391242 ἀπαιτησαι
οὗτος ὁ Πέρσης , δοκεῖ μοι κἂν τὴν ὅλην γῆν ἀπαιτῆσαι τὴν Τύχην ἢ κακῶς ἂν εἰπεῖν , ὡς οὐκ
, καὶ τούτοις μὲν τοῖς τρόποις , ὅτ ' ἂν ἀπαιτῆσαι βουληθείης ἐλέγχους , χρήσῃ : χρήσῃ δὲ καὶ ἑτέρᾳ
5371433 ἀνεκομισε
παρὰ τοῦ βαρβάρου τιμὴν ὥστε βουλόμενος ἀρέσκειν καὶ πιστεύεσθαι μᾶλλον ἀνεκόμισε πρὸς βασιλέα τὸν υἱόν , ὃ τῶν ἄλλων οὐδεὶς
παρὰ τοῦ βαρβάρου τιμὴν ὥστε βουλόμενος ἀρέσκειν καὶ πιστεύεσθαι μᾶλλον ἀνεκόμισε πρὸς βασιλέα τὸν υἱόν : ὃ τῶν ἄλλων οὐδεὶς
5355799 δεισιδαιμονια
κολάκων εὔνοια καθάπερ ἐκ τροπῆς φεύγει τὰς ἀτυχίας . Ἡ δεισιδαιμονία καθάπερ πατρὶ τῷ τύφῳ πείθεται . Ἱδρὼς μὲν ὁ
ψοφοδέεια : ἀγωνία : μέλλησις : ὀῤῥωδία : θόρυβος : δεισιδαιμονία . αʹ Ὄκνος μὲν οὖν ἐστι φόβος μελλούσης ἐνεργείας
5353598 ὑβριζεις
ἀντὶ γλώττης ὅσα καὶ χειρὶ χρῆσθαι διέγνωκας καὶ ὥσπερ ἀλλοτρίαν ὑβρίζεις καὶ ἐπικλύζεις τοσούτοις κακοῖς . λαλεῖν μοι ἔργον ἐστὶ
ξύνει τῷ Διὶ καὶ συμβασιλεύεις αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ὑβρίζεις ἀδεῶς : πλὴν ἀλλ ' ὄψομαί σε μετ '
5339772 βλαπτῃ
ὑπερπετῆ γιγνόμενα τὰ βέλη τοὺς ὑπηρετοῦντάς τε καὶ τοὺς διαπορευομένους βλάπτῃ καὶ τιτρώσκῃ . Ἧι δὲ ἂν τοῦ τείχους χελώνη
ζ οὐκ ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον σου η ἑτέρῳ συναλλάξας βλάπτῃ θ ἔχεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου ι οὐ πιπράσκῃ
5334734 βουλευσομενος
. Μεθ ' ὑμῶν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , παρελήλυθα βουλευσόμενος , πότερον χρή με λέγειν ἢ μή . διὸ
διακεκλεισμένος καὶ ὑπὸ τῶν μισθοφόρων ἐγκαταλειπόμενος , συνήγαγε τοὺς φίλους βουλευσόμενος περὶ τῶν ἐνεστώτων : οὕτω γὰρ τελέως ἀπήλπιστο τὰ
5321470 μητρυιαν
Λαυρεντῖνος , ἔχων υἱὸν ἐξ Ἐγερίας νύμφης Κομμίνιον , ἐπήγαγε μητρυιὰν Γιδίκαν : ἥτις ἐρασθεῖσα τοῦ προγόνου καὶ ἀποτυχοῦσα ,
εἴπερ μηδὲ πρᾶγμα ἐξεταζόμενον : οὔτε γὰρ ἐπὶ τρισαριστέως τοῦ μητρυιὰν ἔχοντος καὶ αἰχμάλωτον καὶ ἐπὶ σημείοις φαρμάκων ἀποθανόντος ,
5309983 ὑπεκρινατο
νοσῶν τις ἔδοξε Πείσωνά τινα καλούμενον ὁρᾶν . τοῦτό τις ὑπεκρίνατο πολλὴν ἀσφάλειαν καὶ σωτηρίαν καὶ προσέτι ἔφη ἐνενήκοντα καὶ
Ῥωμαίου θεράπων Ἴβηρ , ὑπονοήσας τι περὶ τῶν συνθεμένων , ὑπεκρίνατο συνειδέναι , ἕως τὸ πᾶν ἔμαθεν καὶ ἐμήνυσε τῷ
5307725 ἀποθνῃσκων
μηκέτι σπῶ : οὐ δέδοται . ἀλλ ' ὡς ἤδη ἀποθνῄσκων ὧδε ἐπινοήθητι : γέρων εἶ : μηκέτι τοῦτο ἐάσῃς
ἢ ὅτι αὐτὴν ἀναλαβὼν ὁ ἰατρὸς Νικόστρατος [ καὶ ] ἀποθνῄσκων κατέλιπεν αὐτῇ πολὺν ἐλλέβορον , ἄλλο δὲ οὐδέν .
5299475 εὐτυχουντος
εὐτυχοῦντος ] ἤγουν τοῦ πολεμίου . εὐτυχοῦντος ] εὐδαιμονοῦντος . εὐτυχοῦντος ] κτωμένου . θ εὐτυχοῦντος ] ἤγουν ζῶντος .
. καινοπήμονες ] αἱ νεωστὶ πάσχουσαι καινὰ πήματα . . εὐτυχοῦντος ] κτωμένου . . ὑπερτέρου ] κρείττονος . .
5299409 ἀκουσιως
οὐκ ἀδικεῖται : βουλόμενος γὰρ ἔδωκεν : ὁ δὲ ἀδικούμενος ἀκουσίως βλάπτεται . οὐκ ἄρα δυνατὸν ἀδικεῖσθαί τινα ἑκόντα ,
αὐτό , μάλα ἠθικῶς καὶ ἐναργῶς τόν τε ἄγγελον ἐμφήνας ἀκουσίως ἀγγελοῦντα τὴν συμφοράν , καὶ τὴν μητέρα εἰς ἀγωνίαν
5294892 προπετειᾳ
, τοῖς ὅλοις ἐκινδύνευσεν . ὁ γὰρ νεανίσκος τόλμῃ καὶ προπετείᾳ διαφέρων , περιθέμενος διάδημα καὶ βασιλέα Μακεδόνων ἑαυτὸν ἀναδείξας
ἀμύνης ἀνάγκην , λυσιτελέστερον δὲ ὑμῖν τὸ μὴ χρῆσθαι τῇ προπετείᾳ κατὰ πάντα , ἔπειτά τε ἐμοὶ ὁ τρόπος εὐνοουμένῳ
5294460 βλαπτων
Ἀμυνόμενος : μαχόμενος , βοηθούμενος παρά τινος , ὑπερπολεμῶν , βλάπτων : ἀμύνω δοτικῇ τὸ βοηθῶ , ἀμύνομαι αἰτιατικῇ παθητικῶς
τοῦ ἔτους , καὶ κατὰ πῆξιν ὁ κακοποιὸς ἐκεῖνος τύχῃ βλάπτων τὸν ἐπιμερίζοντα ἢ τὸ ζῴδιον τοῦ ἔτους ἢ τὸν
5293150 κοινωνησειε
τήν τε ὅλην σου πρόνοιαν εἰς αὐτοὺς ἀπαγγέλλων καὶ ὡς κοινωνήσειε τῷ νεανίσκῳ παρὰ σοὶ τραπέζης . πυκνὸν δὲ ἔφασκε
οἰκείαν καθ ' ἥν ἐστιν ἐνέργειαν ἀποδίδωσιν , ἢ οὐδὲ κοινωνήσειε τοῦ ὀνόματος ἢ οὐ κυρίως . ὃ οὖν ἐπὶ
5283365 πονηρευεται
καὶ καταφρονεῖ τῆς λύπης . ὁ δὲ λυπηρὸς ἀνὴρ πάντοτε πονηρεύεται : πρῶτον μὲν πονηρεύεται , ὅτι λυπεῖ τὸ πνεῦμα
, κἂν μὴ μετ ' εὐλόγου προσχήματος δυνηθῇ , ἀπαρακαλύπτως πονηρεύεται . αἴλουρος συλλαβὼν ἀλεκτρυόνα τοῦτον ἐβούλετο μετ ' εὐλόγου
5269616 ἐβλασφημει
δέχεσθαι . ὁ δὲ δῆμος καὶ τόνδε ὑπὸ ὀργῆς μανιώδους ἐβλασφήμει καὶ πᾶσιν ἠπείλει , μέχρι τῶν γνωρίμων τοὺς μὲν
καταβιάζοιτο . οὐδέν τε ἐπικρύπτων ἔτι ἀφειδῶς ἐς τὸν Πομπήιον ἐβλασφήμει ὡς τυραννίδος ἐφιέμενον καί , εἰ μὴ νῦν σὺν
5267780 δημοκοπειν
τἀφανὲς ἀγαθὸν ζητεῖν ἀφέντα τὸ φανερόν . κἂν μὲν δέῃ δημοκοπεῖν ἢ πολυπραγμονεῖν περὶ τῶν ἀλλοτρίων , σχολάζουσι καὶ ὑπ
τἀφανὲς ἀγαθὸν ζητεῖν ἀφέντα τὸ φανερόν . κἂν μὲν δέῃ δημοκοπεῖν ἢ πολυπραγμονεῖν περὶ τῶν ἀλλοτρίων , σχολάζουσι καὶ ὑπ
5264511 Αἰγισθου
δώμασιν θνήισκει γυναικὸς πρὸς Κλυταιμήστρας δόλωι καὶ τοῦ Θυέστου παιδὸς Αἰγίσθου χερί . χὠ μὲν παλαιὰ σκῆπτρα Ταντάλου λιπὼν ὄλωλεν
κτείνας , τῶν Μυκηνῶν ἐβασίλευεν . Ἐλαυνόμενος δὲ ὑπὸ τῶν Αἰγίσθου φίλων , κατὰ δὲ τὸν πλεῖστον λόγον ὑπὸ Ἐρινύων
5260734 ἑκοντος
τὴν Μακεδόνων ἀρχήν , ὡς ἀφίκετο ἐς ἄνδρας , παρὰ ἑκόντος Ἀντιγόνου λαβὼν φόβον τοῖς πᾶσιν Ἕλλησιν ἐνεποίησε , τὰ
εὐσχημοσύνην , ὦ Ἱππία ; οὐ τοῦ βελτίονος σώματός ἐστιν ἑκόντος τὰ αἰσχρὰ καὶ πονηρὰ σχήματα σχηματίζειν , τοῦ δὲ
5251229 ἀχαριστος
συγγενικὴν δόσιν . παρώνυμον ] ἀπόδειξις αὕτη τῆς δωρεᾶς οὐκ ἀχάριστος . λίμνην ] τὴν στρογγύλην . χοιράδα ] τὴν
δοθῆναι , καὶ ἐπείξεως ἐς αὐτήν , ἵνα μὴ βραδύνων ἀχάριστος εἶναι δοκοίην μηδ ' ὅσοι καταλεχθέντες εἰς τὰς ἀποικίας
5250211 λυῃ
βουλομένῳ Ἀθηναίων λύειν , ἕτερον τιθέντι ἀνθ ' ὅτου ἂν λύῃ . διαχειροτονίαν δὲ ποιεῖν τοὺς προέδρους περὶ τούτων τῶν
καὶ Ἀθηνᾶν κοινωνοὺς πολιτείας ἀτιμάζων , βραχὺ κέρδος ἀγαπῶν , λύῃ μεγάλας κοινωνίας , νόμος ὁ βοηθῶν ἔστω τῷ τῆς
5248825 πειρασεται
καὶ ἡ ἀπόφασις , ὡς διὰ τῶν ἑξῆς ἐπιχειρημάτων κατασκευάσαι πειράσεται . τὸ δὲ εἴτε πλείους εἴτε μία ἐστίν εἴρηται
περὶ ταύτην τὴν στρατείαν ἠγνόησεν , εἰς δὲ τὸ λοιπὸν πειράσεται φίλος ὢν συμμαχεῖν καὶ χάριτος ἀποδόσει μὴ λειφθῆναι τῶν
5246594 προσαψον
ἐξετυφλώθη . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ἂν μὴ φανερῶς δύνῃ βλάψαι , πανουργίᾳ χρῆσαι
τῇ παιδείᾳ . Ἂν μὴ λεοντῆ ἐξικνεῖται , τὴν ἀλωπεκῆν πρόσαψον : ὁ νοῦς : ἂν μὴ φανερῶς ἀμυνόμενος ἀντέχῃς
5244368 αἰδουμενος
τε καὶ πεπαιδευμένος ἐν Καρχηδόνι καὶ τὸ ἀξίωμα τῆς πόλεως αἰδούμενός τε καὶ φίλος ὢν ἔτι πολλοῖς ἐκεῖθεν ἐδεήθη τοῦ
γε αἰδὼς ἔνθα καὶ δέος εἶναι : ἐπεὶ ἔστιν ὅστις αἰδούμενός τι πρᾶγμα καὶ αἰσχυνόμενος οὐ πεφόβηταί τε καὶ δέδοικεν
5239878 ζηλοτυπιας
ἐν τῇ τῆς Μελίτης οἰκίᾳ πεπραμένην . ἡ δὲ ὑπὸ ζηλοτυπίας πεφλεγμένη τὴν γυναῖκα ταύτην ἀπατήσασα συλλαμβάνει καὶ παραδίδωσι ᾧ
ἤκουσας ; ἢ τίνας σεαυτῇ , ὦ Μύρτιον , κενὰς ζηλοτυπίας σκιαμαχοῦσα ἐξεῦρες ; Οὐκοῦν οὐ γαμεῖς , ὦ Πάμφιλε
5237201 μομφης
οὐ παντάπασιν βέβαιονδεῦρο παρ ' ἐμὲ καὶ τοὺς ἐμοὺς πέμπετε μομφῆς κατήγορον ἐπιστολήν : οἶμαι γὰρ δίκῃ τε καὶ αἰδοῖ
. . ταῖς ἀνθέξεσιν . ταῖς ἀνθέξεσιν . μομφῆς . μομφῆς . ἣν ἂν μὲν φιλοσοφῶμεν . γρ . ἣν
5231278 νουθεσιᾳ
τὰ ὁμολογούμενα ἀπορρίψασα . καλὸν οὖν αὐτὴν ἐπαινέσαι χαίρουσαν ἐπὶ νουθεσίᾳ : δείγματα δὲ τοῦ χαίρειν ἐξενήνοχε τό τε μὴ
ἐπιθυμίᾳ κρατούμενοι καὶ πρός τινα ὁρμῶντες παράλογα κωλύονται τῆς ὁρμῆς νουθεσίᾳ ἢ ἐπιτιμήσει , διδασκάλου τυχὸν ἢ γονέων , ἢ
5227865 παρανομιαν
ποιήματα , λόγους τε ἐπιλέγοντες τοιούτους , τοῖς πολλοῖς ἐνέθεσαν παρανομίαν εἰς τὴν μουσικὴν καὶ τόλμαν ὡς ἱκανοῖς οὖσιν κρίνειν
μανθάνειν . Τὰς μὲν οὖν μετρίας ἀπεψίας φαίη ἄν τις παρανομίαν , ὧν δὴ μετρίων οὐσῶν , βραχύ τι ἂν
5223023 ἀποκηρυξιν
ἦν λέγεις : σὺ κατὰ τοῦ παιδὸς ταύτην εἰργάσω τὴν ἀποκήρυξιν : καὶ πατέρα γενέσθαι κατὰ γένους ἀπάνθρωπον κατηνάγκασας :
ὁρᾷν , ὁ πρὸς ὀλίγον ἀντὶ σώφρονος οὐ καρτερήσας τὴν ἀποκήρυξιν . ΤΡΙΤΟΝ ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ . Ἡ μὲν οὖν ἑταίρα πρὸς
5222688 ὀκνων
, τοὺς τοιούτους τόπους ὥρᾳ χειμῶνος : τότε γὰρ μὴ ὀκνῶν ἀνὴρ μεγάλως αὔξει τὸν ἑαυτοῦ οἶκον , ὁ δ
ὑπάρχεις , αὐτὸς ὁ ποιητὴς καὶ ὑποκριτὴς τῶν δραμάτων : ὀκνῶν δὲ αὐτοπρόσωπος ἀγωνίζεσθαι , ἐπὶ τὰ ἀνώνυμα πρόσωπα καταφυγγάνεις
5215629 ἐλυπειτο
: ὥστε αὖ πάλιν ἡ μὲν ἥδετο , Δάφνις δὲ ἐλυπεῖτο . Ηὔχοντο δὲ δὴ ταχέως παύσασθαι τὸν τρυγητὸν καὶ
τριήρη , Χαιρέᾳ δὲ βοηθοῦσαν ἑαυτήν . ὁ δὲ Διονύσιος ἐλυπεῖτο μὲν ὁρῶν τρυχομένην τὴν γυναῖκα , μὴ ἄρα τι
5214932 τιμωριαν
. εἰκότως δὲ ἡ Ἀφροδίτη τὴν παρ ' ἀμφοῖν εἰσπράττεται τιμωρίαν , παρὰ μὲν Φαίδρας , ὅτι ἀφ ' Ἡλίου
, καλῶς κέχρησαι τῷ νόμῳ . εἰ δὲ οὐδέ πω τιμωρίαν παρέσχηκας , ἀνθότου τοῦτον ἀντ ' ἀπολογίας προβάλλῃ τὸν
5214450 δουλειαν
προτιμότερος . ὄναγρος ὄνον ἰδὼν βαρὺν γόμον ἐπαγόμενον καὶ τὴν δουλείαν αὐτῷ ἐπονειδίζων ἔλεγεν : ” εὐτυχὴς ὄντως ἐγώ ,
ἢν τὰ ἄριστα ἄνευ ἀνδραποδισμοῦ ἢ θανατώσεως πράξητε , καὶ δουλείαν χαλεπωτέραν ἢ πρὶν εἴχετε , τοῖς δὲ λοιποῖς Ἕλλησι
5213603 ἀδοξου
οὐδὲ Λίβυν ἐκ τῆς ὑπηκόου Λιβύης , ἀλλ ' ἐξ ἀδόξου καὶ ἀπῳκισμένης ἐσχατιᾶς , ἐπειδὴ Μάρδυς κατεστρατήγησεν , ἀνέδειξε
δὲ κατόπιν ἡμέρᾳ τὰ μὲν ἐπιτιμῶντος αὐτοῖς τοῦ ὑπάτου τῆς ἀδόξου φυγῆς , τὰ δὲ παρακαλοῦντος αἴσχιστον ἔργον ἀναλύσασθαι καλῷ
5212550 ἀπολειται
ὄνειδος τῷ Κρέοντι , εἰ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὑπὸ γυναικὸς ἀπολεῖται : γινωσκέτω τὸ ξίφος . ὅρκος γάρ μοι τὸ
ἐπεισιόντα δὲ ἰητρὸν ἕτερον εἰπεῖν ὅτι ὁ μὲν ἄνθρωπος οὐκ ἀπολεῖται , ὀφθαλμῶν δὲ τυφλὸς ἔσται : καὶ παρ '
5209398 ὑποπτος
αὐτοὺς γενέσθαι , ὥσπερ οἱ συγγενεῖς αὐτῶν ὑπακούουσιν Εὐβοεῖς . ὕποπτος γὰρ ὢν ὁ Ἀθηναῖος ἐπὶ τῷ τοὺς Λεοντίνους ἐπαγγέλλεσθαι
τέ τις ἐχθρός τοι φαίνηται , ἤν τε μή . ὕποπτος γὰρ ἀνδρὶ αἰσυμνήτῃ καὶ τῶν τις ἑτάρων . Ἀνάχαρσις
5203274 αἰσχραν
οὐκ οἴεται , ἤτοι οὐ δοξάζει , καλὸν εἶναι τὴν αἰσχρὰν ἡδονήν , φανερόν ἐστι τοῦτο . ὥστε δῆλον ὅτι
κίνδυνον δι ' ἑαυτὸν ὑπομένειν , κακὴν μὲν ἧτταν , αἰσχρὰν δὲ νίκην τοῖς πεισθεῖσι προσάψειν αὐτὸν ἀπέφαινεν : ἦν
5200859 ὑπειχε
ὡς τιμωρίαν ὑφέξων , εἰ φαίνοιτο δράσας ἄδικον φόνον , ὑπεῖχε δ ' ἂν τιμωρίαν ὡς μὴ παντὸς ὑπάρχων κύριος
τῷ τεθνάναι καταστὰς τῶν τε περὶ τοὺς πολίτας ἀδικημάτων ἀξίαν ὑπεῖχε τὴν δίκην καὶ τὸ λοιπὸν ἐλευθέραν δέους ἀπειργάζετο τὴν
5195146 ἀπολεσον
υἱοὺς τῶν ἐγρηγόρων διὰ τὸ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους . καὶ ἀπόλεσον τὴν ἀδικίαν πᾶσαν ἀπὸ τῆς γῆς , καὶ πᾶν
, μετ ' αὐτῶν ὁμοῦ δεθήσονται μέχρι τελειώσεως γενεᾶς . ἀπόλεσον πάντα τὰ πνεύματα τῶν κιβδήλων καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν
5195001 ὠδυρατο
ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν : ὅσα ὠδύρατο : ὅτι ἑαυτὴν κατεμέμψατο . ὁ μοιχός μου κρατεῖ
γνωτὴ , ὀλολυγόνος οἶτον ἔχουσα , Βυβλὶς ἀποπρὸ πυλῶν Καύνου ὠδύρατο νόστον . Οἱ δὲ πλείους τὴν Βυβλίδα φασὶν ,
5192898 ἀδικουμενος
ἡδοναῖς κωλύεται χρῆσθαι : μισεῖ καὶ Χριστιανοὺς ὁ κόσμος μηδὲν ἀδικούμενος , ὅτι ταῖς ἡδοναῖς ἀντιτάσσονται . Ἡ ψυχὴ τὴν
καὶ ἄκων τὰ ἄδικα πάσχων καὶ βλαπτόμενος ἁπλῶς ἂν εἴη ἀδικούμενος , ἀντικείμενος τῷ ἁπλῶς ἀδικοῦντι καὶ τούτων ὡς ὁ
5190403 λοιδοριαν
τοῦ κοινοῦ τόπου χρησόμεθα : ὅταν δὲ πρᾶγμα ᾖ μόνην λοιδορίαν τῷ χρωμένῳ φέρον , τότε ὡς ψόγον ἐργαζόμεθα :
τῆς κωμῳδίας ἐβούλετο καὶ σωφρονεστέρους γίνεσθαι δεδιότας τὴν ἐπὶ σκηνῆς λοιδορίαν . διὰ τοῦτο γὰρ οὐδὲ παντάπασι τὴν κωμῳδίαν ἀνεῖλεν
5184722 ὁσιαν
τὴν διοίκησιν ἀναιρεῖ , τήν θ ' ἱερὰν καὶ τὴν ὁσίαν . ὡς δέ , ἐγὼ φράσω . ἔστιν ὑμῖν
καὶ χαλεπὸν τὸ ἀλλοτρίοις τάφοις ἐπέρχεσθαι , καὶ περιεργάζεσθαι τὴν ὁσίαν καὶ ἐπιδακρύειν ξένοις μνήμασι . ΠΡΟΣ ΤΙ : εἰ
5183826 Ἀληθειαν
παντοκτίστης καὶ ἀόρατος Θεός , αὐτὸς ἀπ ' οὐρανῶν τὴν Ἀλήθειαν καὶ τὸν Λόγον τὸν ἅγιον καὶ ἀπερινόητον ἀνθρώποις ἐνίδρυσε
τρόπων , τὴν ὀξύτητα τοῦ νοῦ , τὸ τιμᾶσθαι τὴν Ἀλήθειαν , τὸ τοὺς ἀγαθοὺς ἐν οἷς ἄξιον εἶναι .
5182679 κρατηθεις
πρῶτος ἠξίωσα περὶ καταλύσεως τοῦ πολέμου διαλέγεσθαι , οὔτε μάχῃ κρατηθεὶς ὑφ ' ὑμῶν οὔτ ' ἐπισιτισμοὺς εἰσάγεσθαι κωλυόμενος οὔτε
πεφαρμακωμένον τοῦτον χιτῶνα , ὑφ ' οὗ δραστηρίῳ καὶ πυρώδει κρατηθεὶς τῷ κνησμῷ τελευτᾷ ἐν τῷ πλησίον ποταμῷ ἐξ οὗ
5175509 Μουνιτος
Αἴθρα τῷ πατρὶ Ἀκάμαντι τὸν Μούνιτον δώσει , καὶ ὁ Μούνιτος ἀποθανεῖται ἐν Θρᾴκῃ . Ἀκταίων λύκοι : * οἱ
, οἷον σῖτος , ἐπαφρόδιτος , λήϊτος , Θεοδώριτος , Μούνιτος . οὕτως οὖν καὶ τὸ λιτὸς διὰ τοῦ ι
5173349 φοβουμενος
ἐπιθυμίαν ὡς ἀρχικὰ ὑπάρχοντα καὶ ἁπλᾶ . Ὅ τε γὰρ φοβούμενος οὐ παντελῶς ἐστέρηται ἡδονῆς : οὐδὲ γὰρ τὸν τυχόντα
ὁ ἱπποτέκτων καὶ Ἐπειὸς ὁ ποδαπός ; ὁ πεφρικὼς καὶ φοβούμενος τὸ ἔγχος καὶ τὴν φάλαγγα τὴν θουρίανδιὰ τί δὲ
5164514 ἁμαρτιαν
τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ θεοῦ , διὰ τὴν κακίαν καὶ ἁμαρτίαν τὴν πληθύουσαν ἐν αὐτῷ ἤδη ἂν ἐκλελοίπει . Καὶ
εἰς τὸν αὐτὸν δαίμον ' ἦλθε : εἰς τὴν αὐτὴν ἁμαρτίαν : καὶ γὰρ παρανόμως ἐφόνευσε . πλέον δὲ τοῦτο
5163548 ἀπατησας
ὠμὰ καὶ ἄχρηστα ὄντα τῇ ἰδέᾳ πέπειρα φαίνονται . φηλώσας ἀπατήσας δολώσας . τὸ φηλῶσαι , ὃ σημαίνει τὸ δολῶσαι
τῆς Μολιόνης υἱοί . ὑπέρφρονες διὰ τὴν ἀνδρίαν . ὁ ἀπατήσας τὸν Ἡρακλῆν τῷ μισθῷ . * Αὐγείας . *
5160240 ἠδικηκως
οὐκ ἔστι χαλεπώτερον οὐδέν , ἢ ὅταν τις τὰ μέγιστα ἠδικηκὼς ἔτι καὶ φιλοτιμῆται τοῖς πραχθεῖσιν . Ἄλλο . Ἐν
δεινὰ πάσχοντ ' ἐλεήσετε ; εἰ δέ τις πένης μηδὲν ἠδικηκὼς ταῖς ἐσχάταις συμφοραῖς ἀδίκως ὑπὸ τούτου περιπέπτωκε , τούτῳ
5158189 συμφοραν
τὴν εἰς τὰ γύναια παροινίαν , τὴν γενομένην ἐντεῦθεν αὐτοῖς συμφοράν , τὴν πρὸς τὸν Ἀπόλλω καταφυγήν , τὴν ἀπόκρισιν
' ἕτερος . Ὧν οὐδένα ἐγὼ παρακαλῶ δεῦρο τὴν αὑτοῦ συμφοράν , ἣν εἵλετο σιγᾶν , εἰς πολλοὺς ἐκμαρτυρήσοντα ,
5151998 χαυνωσιν
. διερρυηκόσιν ] διακεχηνόσιν . κλῆσιν ] μαρτυρίαν . “ χαύνωσιν ἀναπειστηρίαν ” λέγει , ὅταν τοῦ ἀντιδίκου προβαλόντος λόγους
Εἰ δὲ ἐπιβλαβές ἐστι καὶ δι ' ὑπέρθεσίν τινος καὶ χαύνωσιν τοῦ ὄχλου λέγεται , τὰ ἐναντία φημίζειν , σκληρότερα
5144725 τετιμωρηται
λαβεῖν παρ ' αὐτοῦ δίκην ἐκκρούηται . εἰ μὲν οὖν τετιμώρηται παρ ' ὑμῶν , εἰπάτω τοὺς καταψηφισαμένους δικαστὰς τὴν
Παυσανίαν ἐγενόμεθα : τῶν γὰρ αὐτῶν ἕνεκα βουλευμάτων ὃ μὲν τετιμώρηται ἤδη , ὃ δὲ σεσῶσθαι προσδοκᾷ καὶ σὲ τοῦ
5144099 ἀθῳον
παραβάλλωμεν , φήσομεν , ὅτι εἰ τὸν τὰ ἴσα ἡμαρτηκότα ἀθῷον οὐκ ἐῶμεν , οὐδὲ τοῦτον ἄξιον περιορᾶν . εἶτα
ἐμοῦ καταψευσάμενος τὴν γραφὴν , καὶ δεῖ μηδαμῶς τοῦτον ἀφεῖναι ἀθῷον τοῦ βήματος , μεμαθήκατε : ἐπεὶ δὲ πολλὴν πεποίηται
5132254 δοξασα
τετίμησαι , πολλοῖς κακοῖς διασέσεισται λιμῷ τε μεμαχημένη καὶ βασιλεῖ δόξασα εἶναι κακοῦργος , καὶ διετελέσαμεν ἱκετεύοντες μέν , ἐκφυγεῖν
πάσχειν ὃ ποιεῖν δοκεῖ , καθάπερ ἀμέλει καὶ νῦν : δόξασα γὰρ ἀνελεῖν τὸ θεοφιλέστατον δόγμα ἑαυτὴν ἀνῄρηκε . μάρτυς
5127409 προσδεξεται
τί ς ' αἰδέσεται : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ προσδέξεται ὡς ἱκέτην : μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών
ὡς δὲ δούλους εἰς τὴν τῶν Περσῶν πίστιν ἑαυτοὺς παραδιδόντας προσδέξεται . Ὅτι Λακεδαιμόνιοι πυνθανόμενοι τοὺς κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἕλληνας
5126693 ἐπηρειαν
καὶ ὕστερον ἑτέρῳ στόλῳ τούς τε φεύγοντας ἐκέλευον κατ ' ἐπήρειαν δέχεσθαι αὐτούς τούς τε φρουροὺς οὓς Κορίνθιοι ἔπεμψαν καὶ
οἰκείοις ἐώμενοι χρῆσθαι , δίκας τε ἀναγκαζόμενοι διδόναι κατ ' ἐπήρειαν τῶν εὐθυνόντων ἐν ἱεραῖς ἡμέραις , καὶ τῶν εἰς
5125608 καταβληθεις
αὖ θέρμον εὐθὺς ἀπὸ τῆς ἅλω δι ' ὅτι μὴ καταβληθεὶς ἔτι θερμῆς οὔσης τῆς γῆς κακοβλαστὴς γίνεται . Τούτου
τὴν Ἰοκάστην . . ἵν ' ἐτράφη ] ὅπου σπέρμα καταβληθεὶς ηὐξήθη . . ῥίζαν ] γονήν . αἱματόεσσαν ]
5121153 θρηνουσαν
πατὴρ ἑαυτὸν ἀποσφάττων . δημιουργείτω καὶ μίαν ὁ ζωγράφος γυναῖκα θρηνοῦσαν , τοῦ δυνάστου τὴν σύνοικον , καὶ καταλόγους δορυφόρων
ἐξήρπασε τὴν γυναῖκα , καὶ πρὸς βίαν ᾔσχυνε ποτνιωμένην καὶ θρηνοῦσαν . οὐδαμῆ φορητὸν εἶναι τὸν βίον ἑαυτῇ μετὰ τὴν
5117984 ὑβριζων
ὁ σὸς οὐ πρῶτος οὐδὲ μόνος , οὐδ ' αὑτὸν ὑβρίζων οὐδ ' ὑμᾶς τοὺς υἱεῖς , ἀλλὰ μόνην ὁρῶν
ἁδρόν . ὁ μὲν οὖν ὄχλος ἐνέπαιζε , στρατιωτικὴν ὕβριν ὑβρίζων εἰδεχθῆ καὶ τῷ τρόπῳ σκαιὸν ἐχθρόν . ἆρά γε
5115190 ὑβριζῃ
ι οὐκ ἀπαρτίζεις ὃ ἐπιβάλλῃ α οὐκ ἐλευθεροῦσαι ἄρτι β ὑβρίζῃ , οὐ λίαν δέ γ σώζεται τὸ γεννηθέν δ
, οὔθ ' ὡς , ἵνα Μειδίας ἀδεῶς τὸ λοιπὸν ὑβρίζῃ , ψηφιεῖταί τις ὑμῶν ὀμωμοκὼς ἄλλο τι πλὴν ὅ
5112808 ἐδακρυσα
ἔχειν , καὶ πολλὰ ταῦτα τὰ οὐκ ἐμά , καὶ ἐδάκρυσα ὡς δὴ μετακεκινημένου μοι τοῦ βίου καὶ τῆς τέως
” ] . διὰ τὴν θερμασίαν . ἀπεδάκρυσα : ⌈ ἐδάκρυσα , φησίν , ὅτι παρὰ τὸ ἔθος ἐποίησα ,
5110432 ἀνεξεται
γὰρ μεθ ' ἡμᾶς ὑποδέξεται ξένον , τίς ἐλεεῖν δυστυχοῦντας ἀνέξεται , πρόδηλον ἔχων ἐκ τῆς εὐσεβείας τὸν κίνδυνον ;
παῖδά μου κτενεῖτε ; κἆιτα πῶς πατὴρ τέκνου θανόντος ῥαιδίως ἀνέξεται ; οὐχ ὧδ ' ἄνανδρον αὐτὸν ἡ Τροία καλεῖ
5108608 γεγαμηκοτα
αὐτῷ παῖδας μὲν μὴ καταλιπεῖν , ἠίθεον δὲ ἢ καὶ γεγαμηκότα ἄπαιδα τελευτῆσαι φόνου ὀφλόντα ἑκουσίου ἤ τινος ἁμαρτήματος ἄλλου
καὶ ἀρώματα καὶ μύρα καὶ συγγραφὴ κτημάτων . τὸν δὲ γεγαμηκότα διίστησι τῆς γυναικὸς ὁ θάνατος , καὶ κοινωνοὺς δὲ
5104633 δακρυειν
καὶ ὁ παρὰ τὴν ὁμοιοσχημοσύνην ὅτι ταὐτὸν τὸ δεικνύειν καὶ δακρύειν | καὶ οἱ ἄλλοι ὡσαύτως , οὔτ ' ἔλεγχοι
καὶ τοῦ γνωρίζειν ἕκαστον τῶν ὁρώντων τὰ δεικνύμενα τὸ καὶ δακρύειν πολλάκις τοὺς θεατάς , ὁπόταν τι οἰκτρὸν καὶ ἐλεεινὸν
5102897 δυστυχως
κύρσαντες . . . ] * ἐπιτυχόντες . * ἀλλὰ δυστυχῶς δηλονότι . * ἤγουν κακοτυχὲς . καὶ ὀλέσας .
. κακῶς πράττων : Δυστυχῶν . . κακῶς : Ἤγουν δυστυχῶς . πράττων : Ποιῶν . . εἶναι τοῦ πονηροῦ
5101789 Πλαγγονα
. ἔστι δὲ σκοπεῖν ἀπ ' ἀρχῆς πρῶτα μὲν τὴν Πλαγγόνα , ἥτις ὥσπερ ἡ Χίμαιρα πυρπολεῖ τοὺς βαρβάρους :
αὐτῆς . “ ἀσμένως ” εἶπεν ὁ Διονύσιος “ ἀμείβομαι Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς . ἄδικον δὲ ποιοῦμεν εἰ τὴν μὲν
5100682 ὠφελων
δύνασθαι λέγειν δόξαν συλλέγειν . μὴ τοίνυν ἀποκάμῃς σαυτόν τε ὠφελῶν καὶ ἐμέ : τὸ γὰρ αὐτὸ σὲ μὲν ἐν
ἐμοῦ . . μάτηνπονήσεις ] οὐ γὰρ εἰσακουσθήσῃ . οὐδὲν ὠφελῶν ] ἐμέ . . ἐκποδὼν ] μακρὰν ἐκείνου .
5095200 δυστυχη
' : “ ἐν μιᾶι γὰρ ἡμέραι τὸν εὐτυχῆ τίθησι δυστυχῆ θεός . ” εὖ πάντα ταῦτα , Σμικρίνη .
Λαΐου καταχέουσι καὶ τοῦ Τηλέφου τοῦ συνελθόντος τῇ μητρὶ τὴν δυστυχῆ σύνοδον , τοῦ μὴ πειραθέντος μὲν τῆς ὁμιλίας ,
5088891 ἀνοιαν
βίαν καταλύων , τὴν δὲ ὕβριν καθαιρῶν , τὴν δὲ ἄνοιαν σωφρονίζων , τὴν δὲ κακίαν κολάζων , ἰδίᾳ δὲ
θεοῦ γενόμενον ἔρημον ἢ μὴ ἔρημον εἶναι θεοῦ τὸν εἰς ἄνοιαν ἐκπεσόντα . τὸν γὰρ ἀνόητον ἀνάγκη καὶ ἄθεον εἶναι
5085971 οἰμμοι
σε , καὶ μέλλω εἰς γῆν καταπίπτειν ; οἴμμοι , οἴμμοι , ὅτι ὑπὸ σκωλήκων μέλλω ἀναλίσκεσθαι . κλαύσατέ με
ὠφέλησα δικαζόμενός σε , καὶ μέλλω εἰς γῆν καταπίπτειν ; οἴμμοι , οἴμμοι , ὅτι ὑπὸ σκωλήκων μέλλω ἀναλίσκεσθαι .
5085795 ἐβουλευσατο
πόρπη χρυσῆ καὶ ξιφίδιον ἐλεφαντόκωπον . Τὸ μὲν οὖν πρῶτον ἐβουλεύσατο μόνα τὰ γνωρίσματα βαστάσας ἀμελῆσαι τοῦ βρέφους : ἔπειτα
Περικλεῖ μηδὲν τῶν ἐγκλημάτων , ἀλλὰ καὶ δίκαια καὶ ἀναγκαῖα ἐβουλεύσατο ὑπὲρ τῶν πραγμάτων , πῶς οὐχ ἅμα τε αἰτίας
5084788 δυσνουν
δὲ ἐν τοῖς ἐπιλόγοις , ὅπως , ἐὰν κατηγορῶμεν , δύσνουν τὸν ἀκροατὴν ποιήσωμεν τῷ φεύγοντι , ἐὰν δὲ ἀπολογώμεθα
' ἀρέσκει , παῖ Μενοικέως , παθεῖν , τὸν τῇδε δύσνουν καὶ τὸν εὐμενῆ πόλει : νόμῳ δὲ χρῆσθαι παντί
5075725 θητευων
μοι τρίτην ταύτην ἡμέραν ἔχων ἐν ἄστει , ὁ δὲ θητεύων παρ ' ἡμῖν Παρμένων ζημία καθαρά , ῥᾴθυμος ἄνθρωπος
ὡς πάντες θεοὶ ἡγοῦνται ἐκεῖνον ἀδίκως τεθνάναι , ὃς ἂν θητεύων ἀνδροφόνος γενόμενος , συνδεθεὶς ὑπὸ τοῦ δεσπότου τοῦ ἀποθανόντος
5071266 βλασφημουμενος
ἑλεῖν οὐκ ἴσχυσαν . Ἀσδρούβας δὲ ὁ στρατηγὸς τῶν Καρχηδονίων βλασφημούμενος ὑπὸ τῶν ἰδίων διὰ τὸ μὴ πολεμεῖν , ἀναζεύξας
τὴν ἀρχὴν μηδεμίαν ἔχειν ἀξιόλογον ἀφορμὴν εἰς τὸν πόλεμον . βλασφημούμενος γὰρ ἐπὶ τῷ δοκεῖν τὸν πόλεμον αὔξειν ὑπελάμβανε τῇ
5065487 διατεθεις
γὰρ μάλιστα συμβαίνειν εἴωθενἢ καὶ ἄλλως πως ἐπὶ τὸ θερμότερον διατεθεὶς ὁ ἄνθρωπος , δίψα δ ' αὐτὸν ἔχει ,
λόγον ἐκίνησε καὶ τὰς τιμωρίας αὐτοῦ διεξῆλθεν , ὥσπερ φόβῳ διατεθεὶς πρὸς τὰ διηγήματα κατεύχεται τὸν Δία ἔχειν εὐμενῆ .
5064520 ζηλοτυπιαν
διὰ ῥυπαρὰν καὶ σμικρολόγον , Ἄρεως δὲ διὰ ἀκαταστασίαν καὶ ζηλοτυπίαν , Διὸς δὲ καὶ Ἀφροδίτης ὁμόνοια αὐτοῖς ἔσται καὶ
μόνον ἐποίησε δίχα Χαιρέου : εἰδυῖα γὰρ αὐτοῦ τὴν ἔμφυτον ζηλοτυπίαν ἐσπούδαζε λαθεῖν . λαβοῦσα δὲ γραμματίδιον ἐχάραξεν οὕτως :
5064363 ἀνους
πεπρᾶσθαι . Ἐγώνγα καὐτός φαμι . Τίς δ ' οὕτως ἄνους ὃς ὑμέ κα πρίαιτο , φανερὰν ζαμίαν ; Ἀλλ
τοιούτων πλευρῶν λέγεται , οὕτω καὶ ὁ ἄφρων καὶ ὁ ἄνους οὐ κατὰ στέρησιν φρενῶν καὶ νοῦ , ἀλλὰ τοιούτων
5062624 λυπουμενος
καὶ τοῦτ ' , ἔφη , δῆλον ὅτι ὁ μάλιστα λυπούμενος εἰ μὴ βασιλεὺς εἴη οὗτος καὶ λαβὼν τὴν ἀρχὴν
, ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ . † Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος . † Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν .
5060005 ἀχαριστον
ψηφίσασθε δικαίας ἀφορμὰς ἔχοντες καὶ προφάσεις εὐλόγους τήν τ ' ἀχάριστον τοῦ δήμου καταβοήν , ὡς ὑφ ' ἡμῶν κατασκευασθείσης
ἕκαστος καὶ λαβών . Ἀεὶ δ ' ὁ σωθείς ἐστιν ἀχάριστον φύσει . ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις
5059730 ἐπιλειπειν
καὶ τὸ μὴ λαμβάνειν . τὸν γὰρ οὕτως ἔχοντα ταχέως ἐπιλείπειν τὴν κτῆσιν , ὥστε καὶ ἡ κατὰ τὸ διδόναι
, ὅτι σιτίων αὐτῷ καὶ ποτῶν φροντίζειν τοὺς μαθητὰς μὴ ἐπιλείπειν παρακελεύεσθαι . διδάσκους ' ] λέγουσι , παιδεύουσιν ἢ

Back