| φλεβοτομεῖν ἐπίσταται , ἰατρός ἐστιν . Ὡμολόγηται οὖν , ὅτι ἔῤῥωται ὁ λόγος ὁ Πορφυρίου : εἴπωμεν δὲ καὶ ἑτέραν | ||
| κατήγορον τήν τε βούλησιν καὶ τὴν δύναμιν : καὶ τοσούτοις ἔῤῥωται κεφαλαίοις ἡ τέχνη καὶ τῷ κατηγόρῳ βοηθοῦσα , τὰ |
| ἐκείνην τὴν ἀλήθειαν ἔργον ἔχει , ἥτις σύμφωνός ἐστι τῇ σπουδαίᾳ πράξει καὶ τῇ ὀρθῶς ἐχούσῃ καὶ σπουδαίως ὀρέξει . | ||
| ἐξ ἀρχῆς ἐν ἐκείνῳ καὶ τὰ ἀστεῖς τῶν παθῶν τῇ σπουδαίᾳ , καθόσον τῇ ἑτέρᾳ τι ἐκοινώνησε . Πρέπει δὲ |
| ὁ τῆς Ἀφροδίτης . ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ | ||
| τὴν ἐκκλησίαν τὴν Ἀττικὴν αὐτοῦ μὲν ἀπόντος σύγχυσις εἶχε καὶ ῥᾳθυμία καὶ ταραχή , καὶ κόσμος ἦν οὐδεὶς τῶν ποιουμένων |
| καθίζῃ , ἀποθνήσκει . Ἐπὴν ὑπὸ θερμωλῆς ἐχομένῳ ἑλκύδρια ἐκθύωσιν ἀσθενεῖ ἐόντι πέριξ πελιδνὰ , ἀποθνήσκει . Ἐπὴν ὑπό τινος | ||
| ἔχειν δάμαρτα , πατέρων μὲν Μυκηναίων ἄπο γεγῶσιν , ὡς ἀσθενεῖ δοὺς ἀσθενῆ λάβοι φόβον . εἰ γάρ νιν ἔσχεν |
| συναγωγὴν ἀνδρῶν δικαίων τῶν ἐχόντων πίστιν θείου πνεύματος , καὶ ἔντευξις γένηται πρὸς τὸν θεὸν τῆς συναγωγῆς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων | ||
| , ἐξεγγύησις ὀφείλοντος , ἀμφισβήτησις ἐπικλήρου , μίσθωσις οἴκου , ἔντευξις ἀνδρός , ἔκτισις δίκης , ἀπόδρασις στρατιᾶς , ἀπόβασις |
| φῂς τὸν Ἀχιλλέα ψεύδεσθαι , ὃς ἦν οὕτω γόης καὶ ἐπίβουλος πρὸς τῇ ἀλαζονείᾳ , ὡς πεποίηκεν Ὅμηρος , ὥστε | ||
| , πρόσοδον τὴν πολιτείαν πεποιημένος : ὕπουλος , δολερός , ἐπίβουλος , κακοήθης , ἀπατεών , ἐπιβουλεύων , ἐπηρεάζων , |
| Κορωνίδος εἰς ἀφανισμόν . τότε εἶπεν Ἀπόλλων : ἐπεὶ δὲ ἐξήφθη ἡ πυρὰ , εἶπεν Ἀπόλλων : οὐκέτι ὑπομενῶ τὸ | ||
| Λάβρον Ἁφαίστου ] * Τουτέστιν ἡ τοῦ πυρὸς φλὸξ ἀθρόως ἐξήφθη : σέλας γὰρ κυρίως τὴν ἐν τῷ ἀέρι ἀθρόως |
| μὴ ἐν τῇ ὄψει ἡ κρίσις , ἀλλά τις καὶ λογισμὸς ἐπακολουθεῖ τοῖς βλεπομένοις . Τὸ γὰρ τῆς τε ἡμέρας | ||
| : πολλὰ δ ' ἐστίν , ὧν οὐ δύναται στοχάσασθαι λογισμὸς ἀνθρώπινος : οὐ τὴν τύχην , ὥσπερ ἐχρῆν , |
| οἷσιν ἀρήγων : τουτέστιν οἷστισι θρόνοις καὶ φαρμάκοις βοηθῶν τὴν κατεπείγουσάν σε καὶ καταπονοῦσαν τῆς νόσου ἀνίαν θεραπεύσειας . ἀλθήσῃ | ||
| καὶ κῆρα : ὅπως τὴν ὀδύνην καὶ τὴν βλάβην τὴν κατεπείγουσάν σε ἐκφύγῃς . ναὶ μὴν σικύην : ἤτοι τὴν |
| τοῖς παισὶ δεδωκότας , νουθετήσει δὲ μᾶλλον λύπην ἐχούσῃ καὶ μεταμέλειαν ἀποτρέπειν τῶν τοιούτων ἐγχειρημάτων : κατὰ δὲ τῶν τέκνων | ||
| ὀλίγον δελεασθείη τῷ ἥδοντι , διὰ γοῦν τὸ αἰσχρὸν εἰς μεταμέλειαν ἐπώδυνον ἔρχεται : ὁ δὲ τὸ καλὸν μετὰ πόνων |
| οὐ μετρίως καὶ δεινὸν ἀνδρὸς ἤθη παλεῦσαι καὶ συνεχέσι γοητείαις ὑπάγεσθαι . . μελετήσασα γὰρ θῶπας λόγους καὶ τὴν ἄλλην | ||
| δὲ τῷ πείθεσθαι τῷ φρονοῦντι καὶ τῷ οἰκεῖον ἔχοντι λόγον ὑπάγεσθαι , καὶ πῇ μὲν ἄλογον δοκεῖν , πῇ δὲ |
| καὶ ἀπόλλυνται οἱ ἐκφοβούμενοι . εἰ δὲ ὑφειμένος ἐστὶν ὁ φόβος , σπασμὸν ποιεῖται . Καὶ τὸ χρῶμα μεταβάλλουσι χλωρὸν | ||
| ἐν τοῖς ὅπλοις . ἤδη δέ τις εἶπεν ὡς οὐδεὶς φόβος οὐδενὸς κινδύνου τῆς ψυχῆς ἥψατό σου . μέγιστον δέ |
| ἴσον ἴσῳ μίξῃς καὶ τὸν καυλὸν τοῦ μορίου περιχρίσῃς , ἑτοιμότερος ἔσῃ πρὸς συνουσίαν καὶ τῇ πλησιαζομένῃ ἡδονὴν ἀπεργάσῃ . | ||
| . τούτου γὰρ γενομένου τῶν ἀλλοτρίων ἐσθήτων ἕκαστος οὐ φειδόμενος ἑτοιμότερος ἦν πράττειν τὰ κελευόμενα . Χάρης ἀπῆγε στρατόπεδον ἐκ |
| χάριν κερδῶν καταλλάττοντες ζωήν , οἱ δὲ ἀνδρεῖοι οὐ δρῶσιν ῥιψοκινδύνως οὐδὲ μικροκινδύνως ἀλλὰ μεγαλοκινδύνως : τοῦ καλοῦ γὰρ χάριν | ||
| : ἀντὶ τοῦ , οὐ προσηκόντως τοσόνδε κίνδυνον ἀναδεχόμεθα ʃ ῥιψοκινδύνως λαμβάνομεν . ἐν γὰρ τῇ τούτων : γῇ δηλονότι |
| , οὐδ ' οὕτω παρεσκεύασται , ἀλλὰ τὴν ὑμετέραν ὀργὴν ἐκκαλέσασθαι βεβούληται . Καὶ κατηγόρηκε δωροδοκίας , ἀπίθανος ὢν πρὸς | ||
| . ἄκουε δή . τοῦτο παροιμιῶδές ἐστιν ἐφ ' ὧν ἐκκαλέσασθαι βουλόμεθα τὸν ἀκούοντα , ἴσον ὂν τῷ δέχου δὴ |
| μή που καὶ αὐτὸς ἐπιλάθωμαι ἐμαυτοῦ . Ὁ ἁμαρτάνων ἑαυτῷ ἁμαρτάνει : ὁ ἀδικῶν ἑαυτὸν ἀδικεῖ , ἑαυτὸν κακὸν ποιῶν | ||
| εἰ μὴ τοῦτο , οὐδὲ ἡμέρα ἔσται οὐδὲ νύξ : ἁμαρτάνει οὖν συνάγων καὶ συνελαύνων τὴν τοῦ Ζήνωνος ὑπόθεσιν εἰς |
| περὶ ἀδοξίαν ἢ πενίαν ἢ νόσον ἢ ἀφιλίαν ἀδεὴς ὁ ἀνδρεῖος : ἔνια γὰρ δεῖ φοβεῖσθαι τούτων , καὶ αἰσχρὸν | ||
| ὁ δὲ τὰς δυνάμεις ἀναλαβὼν ὑπεχώρει , καίτοι ἀνὴρ ὢν ἀνδρεῖος , ὡς ἐν πολλοῖς δέδειχεν . Οἱ βάρβαροι δὲ |
| ἦν ἀδικοῦντος . οὕτως ἔξεστί σοι τῆς οἰκίας ἀφανίσαι τὴν ἀδοξίαν ποιήσαντι τὰ τρίτα τοῖς πρώτοις παραπλήσια . τούτων γὰρ | ||
| ; δῆλον ὅτι οὐ περὶ πάντα : οὔτε γὰρ περὶ ἀδοξίαν ἢ πενίαν ἢ νόσον ἢ ἀφιλίαν ἀδεὴς ὁ ἀνδρεῖος |
| ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν , | ||
| καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν |
| ἐκνοσηλεῦσαι , νοσοκομῆσαι , νοσοτροφία . ἀρρωστεῖν , ἀρρώστημα , ἀρρωστία : ὑγίεια , ὑγιαίνειν , ὑγιής . δίαιτα , | ||
| ἀπομιμούμενος κίνησιν . οὗτος ἕπεται μὲν ἀρτηριῶν μαλακότησι καὶ ἱκανῶς ἀρρωστία δυνάμεως . συμβαίνει δὲ ἐπὶ λαύραις κενώσεσιν , αἱμορραγίαις |
| ἧκεν ἐπὶ τὴν ναῦν , τοῦ τριηράρχου δορυφοροῦντος αὐτήν , κατάπληξις εὐθὺς ἦν πάντων καὶ ταραχὴ διαθεόντων . εἶτά τις | ||
| Ὄκνος : αἰσχύνη : δεῖμα : δέος : ἔκπληξις : κατάπληξις : [ δειλία : ] ψοφοδέεια : ἀγωνία : |
| τὴν συμφορὰν , παραμυθίαν τε οὐκ ἐζήτησεν , οὐδ ' ἀνέμεινε καλλίω τῆς παρὰ τῶν βασιλέων ἅμα ἔργῳ καὶ λόγῳ | ||
| : ἡ δὲ τῶν ψευδῶν λεγομένη διάνοια φαντασία οὖσα οὐκ ἀνέμεινε τὴν τοῦ διανοητικοῦ κρίσιν , ἀλλ ' ἐπράξαμεν τοῖς |
| δυνηθεῖσα , καὶ αὐτὴ συνεσθίει τοῦ θανάτου τὸ φάρμακον . ὀργὴ διὰ ταῦτα τοῦ βασιλέως πρὸς τὴν μητέρα , καὶ | ||
| πόνου . ἀλλὰ τοῦτό γε πάντες ἴσμεν , ὅτι ἡ ὀργὴ καὶ ἡ τῆς τιμωρίας κατὰ τῆς ὕλης ὄρεξις πάθη |
| ” μέτριος , ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ καὶ ἐπιεικής , εἰ , ἃ δύνανται καὶ ἄκοντος ἔχειν ἐν | ||
| : δακτύλου τι ἀπέπεσεν . Μετὰ τὰς ἑπτὰ ἐξῄει ἰχὼρ ἐπιεικής . Μετὰ ταῦτα , γλώσσης , οὐ πάντα ἔφη |
| ' ὅσα μὲν ἐμπλαστικὰ ταῖς οὐσίαις ἐστί , μετρίως θερμαίνοντα προτρέπει τε καὶ συναύξει τοὺς πώρους , ὅσα δὲ διαφορητικὰ | ||
| δὲ παντάπαϲιν οὐδὲ τῆϲ ϲτρυφνῆϲ , ὅθεν οὖρά τε χολώδη προτρέπει πολλὰ καὶ τὰϲ καθ ' ἧπαρ ἐμφράξειϲ τε καὶ |
| τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία , | ||
| ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης . |
| τὸ γεννηθὲν μετὰ τὸ γεννῆσαν : κατὰ μέντοι τὴν ἐπιστροφὴν ὀρέγεται τὸ γεννηθὲν τοῦ γεννήσαντος , μένον αὐτὸ καὶ μένοντος | ||
| τοῦ κακοῦ , ἀλλὰ πᾶς τοῦ ἀγαθοῦ ἐπιθυμεῖ καὶ τούτου ὀρέγεται καὶ τοῦτο διώκει . καὶ γὰρ καὶ οἱ τὸ |
| βροτολοιγὸς ἴδησι ἢ Φαίνων κρυόεις ὀλοὸν τόδε σῆμα δάμαρτι ἔσσεται αἰσχύνη τε καὶ οὐκ ἐπὶ δηθὰ μένουσιν , ἢν δ | ||
| : κηλὶς ἄφραστος : κακὸν ἀπροσδόκητον : ῥυπαρία μολύνουσα , αἰσχύνη . ἄφραστος δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπροόρατος , ἀπροσδόκητος . |
| : παρακολουθεῖ γάρ τις τῇ τῶν ἀνδρείων ἐνεργείᾳ δυσχέρεια καὶ ἀλγηδών , ἀλλ ' ὅμως ἡττᾶται ἡ ἀλγηδὼν διὰ τὴν | ||
| δὲ ὡς ἀλγηδόνος . ὡς γὰρ ἀπὸ τοῦ ἀλγήσω μέλλοντος ἀλγηδών , ἀλγηδόνος , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ χαιρήσω χαιρηδών |
| κωλύει σε νόμος , εἰς δικαστήριον δὲ γυμνὸν ἐλέγχων εἰσιόντα κολάζει . οἴει γὰρ οὕτω μικροψύχως ἔχειν ἡμᾶς , ὡς | ||
| ὄντας . μοιχοὺς δὲ καὶ μοιχευομένας καταφανεῖς μὲν τίθησι , κολάζει δὲ οὐδαμῶς , ἐπειδὴ τὰ πραττόμενα ἐν ταῖς παννυχίσι |
| ἀγομένων εἰς τελείωσιν φύσεως ἢ τῶν ἀναπληρούντων φύσιν τινὰ ἐν ἐνδείᾳ οὖσαν , ἤτοι τῶν τελειοποιουσῶν φύσιν τινά , ἐκείνων | ||
| . οὐ γὰρ ἄν ποτε αὐτὸ συνεχώρησας σὺ οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ ' αἰσχύνης περιουσίᾳ , οὐδ ' αὖ ἀπατῶν |
| ἐστὶ τὸ τῆς ψυχῆς παράστημα μετὰ λογισμοῦ , θράσος δὲ ἀλόγιστος τόλμα . ὅθεν Εὐριπίδης ἁμαρτάνει λέγων : οὔτι θράσος | ||
| ἡμέραι αἱ πρότεραι ἄλογοι „ : κατὰ τὸ εἰκός : ἀλόγιστος γὰρ ὁ μὴ ἅγιος τρόπος , ὥστε ὁ εὐλόγιστος |
| τὴν αἵρεσιν αὑτῶν οὐ δι ' ἄλλο τι κινεῖ ἢ προτρέπεται : τοιαῦτα δ ' ἐστὶν οἷον εὐδαιμονία , καὶ | ||
| παντὸς τὰ καλοκἀγαθίας σπέρματα καὶ φυτὰ ἀφανισθέντα οἴχηται . καὶ προτρέπεται μάλα ἐρρωμένως ἀπολιπεῖν τὴν παντὸς ἀτόπου χρηματίζουσαν μητέρα , |
| τὴν ὑγείαν ἐφ ' ἑκατέρου σκόπει . Ἡ μὲν πάντων ἀδεής , ἡ δὲ πάντων ἐνδεής : ἡ μὲν εὐδαιμονίαν | ||
| τὸ τῆς παρδάλεως πάθος : ὁ δὲ κάτεισιν οὐ παντελῶς ἀδεής , ἀλλὰ ὀλίγον καταδραμὼν εἶτα ὑπέστρεψε τοῦ φόβου ἀναστείλαντος |
| ἐπιλιπεῖν τἀδικεῖν , καὶ εἴπερ ζῆν ἀνάνδρως , ἐπιλιπεῖν τὸ ἀκολασταίνειν , καὶ εἰ θρασέως μέντοι καὶ πανούργως , ἔνδειαν | ||
| τὰ τῶν νεκρῶν . Χαῖρε φίλον φῶς : γραῦς ἐθέλουσα ἀκολασταίνειν γυμνὴ , ἵνα μὴ τὴν ῥακίωσιν τοῦ σώματος ἐλέγχῃ |
| μετὰ φόβου . ταρβοσύνῳ ] φοβουμένῳ . ταρβοσύνῳ ] + δειλίαν ποιοῦντι . ταρβοσύνῳ ] ταραχώδει . ἀκρόπτολιν ] διὰ | ||
| συκοφαντεῖν ἐπιχειροῦντες , ἀλλὰ κωμῳδεῖν Περικλέα , καὶ ταῦτα εἰς δειλίαν , ἔπειτ ' αὐτοὶ δόξωμεν ἀνδρειότεροι τοῦ δέοντος εἶναι |
| Μαραθῶνι τρόπαιον ἐγείρας , καὶ Ἀριστείδης ὁ δίκαιος ἐξωστρακίζετο . λυπεῖ δέ με οὐχ ἥκιστα πρὸς τοῖς ἄλλοις καὶ ἡ | ||
| ἐπὶ τὸ βέλτιον [ ἢ ] μεταφέρηται , διὰ ξενοπάθειαν λυπεῖ τὸν ὄγκον : οὐκ ἐπιγινώσκεται γὰρ τὸ μὴ προμελετηθέν |
| , μεγαλοπρεπές . καὶ δημεραστία , φιλοδημία , πραότης , ἐπιείκεια , εὔνοια , προθυμία , φιλοτιμία , μεγαλοπρέπεια . | ||
| ' ἐλπίδας . τοιγαροῦν Νέρωνος μὲν ἀοίδιμος ἡ πρὸς Μουσώνιον ἐπιείκεια , πρὸς Ἀλέξανδρον δὲ ὑπὲρ Καλλισθένους ἔτι καὶ νῦν |
| ] ἡ νύξ . ἡ ἀνοία παροξυτόνως Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ ἄνοια διὰ δὲ τὸ μέτρον ἐξέτεινεν . ὁ δὲ νοῦς | ||
| φαύλους τε καὶ μοχθηροὺς καὶ ἀναιδεῖς γενέσθαι , πᾶσά τε ἄνοια καὶ ψυχῆς ἀμαθία διὰ λήθην ἐμπίπτει . ὁ δὲ |
| Μεσσηνίοις δὲ † ἐς ἅπαντα ἐς τὸ ἴσον ἥ τε ἀπόνοια καὶ τὸ ἐς τὸν θάνατον εὔθυμον : καὶ ὁπόσα | ||
| τόξα καὶ ἵπποι καὶ αὐθάδεια Σκυθικὴ καὶ τόλμα Ἀλανῶν καὶ ἀπόνοια Μασσαγετῶν , καὶ ταύτην πάλαι καλῶς ποιοῦντας τοὺς ποιητὰς |
| τοῦτο καὶ ἤθελες : γίνεται δὲ ταῦτα , ἥ τε βούλησις καὶ ἡ δύναμις , ἐκ τῶν παρακολουθούντων τῷ προσώπῳ | ||
| καὶ τὴν ἀλήθειαν , ἢ προστάσσειν βούλεται καὶ λέγεται ἡ βούλησις αὕτη προστακτική , ἢ εὔχεσθαι θέλει καὶ λέγεται ἡ |
| δυσέφικτος ἐξώλης κακόνους ἀσύμμετρος ἀκαιρολόγος μακρήγορος ἀδολέσχης ἀερόμυθος κόλαξ νωθὴς ἀπερίσκεπτος ἀπροόρατος ἀπρονόητος ὀλίγωρος ἀπαράσκευος ἀπειρόκαλος | πλημμελὴς σφαλλόμενος διαπίπτων | ||
| ὑπνώδης , μέθυσος , ἀκρατής , τοὺς καιροὺς παριείς , ἀπερίσκεπτος , ἀπροόρατος , ἀπρονόητος , ἄβουλος , κακόβουλος , |
| καὶ τὸ μὴ λαμβάνειν . τὸν γὰρ οὕτως ἔχοντα ταχέως ἐπιλείπειν τὴν κτῆσιν , ὥστε καὶ ἡ κατὰ τὸ διδόναι | ||
| , ὅτι σιτίων αὐτῷ καὶ ποτῶν φροντίζειν τοὺς μαθητὰς μὴ ἐπιλείπειν παρακελεύεσθαι . διδάσκους ' ] λέγουσι , παιδεύουσιν ἢ |
| ' ἐ [ ἴσως ἰταμὸς εἶ : τότε λογισμόν [ εὔψυχος αρως [ ! ! ] ζῆς [ ὄνειδος αὕτη | ||
| θαρραλέος , εὐθαρσής , ἄφοβος , ἀδεής , ἀνέκπληκτος , εὔψυχος : τὸ δ ' ἴτης κοινὸν ἐφ ' ἑκατέρου |
| τοῦτό ἐστι μὲν ἐν τῇ ὀσφύϊ καὶ τῷ σκέλεϊ , βιάζεται δὲ οὐχ οὕτως ὥστε κατακέεσθαι , ξυστρέμματα σκέπτεσθαι μὲν | ||
| εὐκολώτερον δύναται πείθειν . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν αὐτῷ βιάζεται τὴν ἀθεΐαν . φησὶ γὰρ ἐοικέναι τοὺς μὲν χρησαμένους |
| ἀπὸ τοῦ μετεώρου κατακούσατέ μου μηδ ' ἐπιτωθάζοντες τὴν ὑμετέραν ἀλογιστίαν ἐπὶ τὸν κήρυκα τῆς ἀληθείας μετάγετε . πάθος οὐκ | ||
| Ἀπολλόδωρος . Καὶ γὰρ ἀσαλέαν ὁ Σώφρων τὴν ἀμεριμνίαν καὶ ἀλογιστίαν καλεῖ . : Δατητής . . . . Ἀπολλόδωρος |
| , ἐνδεικνυμένου τοῦ ποιητοῦ ὡς οὔτε γονέων ἐπιφάνεια οὔτε σώματος ῥώμη οὔτε ποδῶν ὠκύτης οὔτε κάλλους ὑπερβολὴ ὄφελος μέγα τῷ | ||
| , μέγεθος νοσήματος , ἤτοι παρὸν ἢ προσδοκώμενον , δυνάμεως ῥώμη , ἡλικία πλὴν τῶν παίδων καὶ γερόντων ἡ ἄλλη |
| φιλίαν , χάριν , νέμεσιν , αἰδῶ , θάρσος , ἔλεον : φαῦλα δέ , φθόνον , ἐπιχαιρεκακίαν , ὕβριν | ||
| ἠπόρητο , τὴν μὲν ἀμνηστίαν ἡγούμενος εὐπρέπειαν ἐσχηκέναι φιλανθρωπίας καὶ ἔλεον συγγενῶν ἀνδρῶν καὶ ὁμοτίμων , καὶ τὰς βραχυτέρας ἡγεμονίας |
| στρατευμάτων : ἐφάνη δὲ καὶ ἄλλοτε , ὅτε Νέρων ἐκεῖνος ἀβέβαιος καὶ δόλιος ἤρχετο τῆς μανίας . Πρὸς τούτου ἀνατέλλουσιν | ||
| ἀδελφιδοῦς αὐτῷ , τῆς πατρίδος ὅτε μετανίστατο , συνεξεληλυθώς , ἀβέβαιος , ὑπαμφίβολος , ἀντιρρέπων ὧδε κἀκεῖσε , τοτὲ μὲν |
| , ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ . Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία . Κόλαζε τὸν πονηρόν , ἄνπερ δυνατὸς ᾖ . | ||
| ' οὖν καὶ ὃ δημοκρατία ὁρίζεται ἀγαθόν , ἡ τούτου ἀπληστία καὶ ταύτην καταλύει ; Λέγεις δ ' αὐτὴν τί |
| , . . α . . Ἀνιαρός : παρὰ τὴν ἀνίαν ἀνιαρός : ἐξ οὗ καὶ ἀνιῶ ῥῆμα . οὕτως | ||
| ἀνίαζον ἐυκνήμιδας Ἀχαιούς : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ εἰς ἀνίαν ἦγον καὶ ἐχρόνιζον . τοῦτο δὲ μὴ νοήσαντες μετέγραψαν |
| βίαν καταλύων , τὴν δὲ ὕβριν καθαιρῶν , τὴν δὲ ἄνοιαν σωφρονίζων , τὴν δὲ κακίαν κολάζων , ἰδίᾳ δὲ | ||
| θεοῦ γενόμενον ἔρημον ἢ μὴ ἔρημον εἶναι θεοῦ τὸν εἰς ἄνοιαν ἐκπεσόντα . τὸν γὰρ ἀνόητον ἀνάγκη καὶ ἄθεον εἶναι |
| οἵ γε μὴν θαλάττιοι μικρὸν μὲν τὸ σῶμα ἔχουσι , τόλμαν δὲ ἄμαχον . θαρροῦσι δὲ δύο ὅπλοις , δορᾷ | ||
| διήγησιν χωρήσομεν ἀλλ ' ἐπειδὴ ἡ τύχη παρέσχε τοῖς πολίταις τόλμαν ῥῆξαι τὰ δεσμὰ δυνηθῆναι καὶ λαθεῖν καὶ τὰ ἑξῆς |
| θεόσδοτος , ἀσκὸς , ἀστὴρ , ἀσπὶς , ἀσθενὴς , ἀσχημοσύνη , ἑωσφόρος : ἰδοὺ ἐπὶ τούτων τὸ σ μετὰ | ||
| ἄκοντος ; ἢ πῶς σοι δοκεῖ ; Οὕτως . Καὶ ἀσχημοσύνη ἄρα ἡ μὲν ἑκούσιος πρὸς ἀρετῆς ἐστιν , ἡ |
| ὑστερικῆς δὲ πνίξεως ἁπάσης λειποθυμία προηγεῖται . Φησὶ προηγεῖσθαι τὴν λειποθυμίαν , καίτοι ἡ πνὶξ πρῶτον γίνεται , καὶ οὕτως | ||
| διὰ τὸ εἰς λειποθυμίαν πεσεῖν : ἄγει γὰρ αὐτὸν εἰς λειποθυμίαν ῥάβδῳ τύψας παχείᾳ : μεταφατικὴ ἡ λέξις , ὡς |
| : νέμεσις καὶ μέμψις διαφέρει : νέμεσις ) ἡ δικαία αἰτίασις , μέμψις δέ ποτε καὶ ἡ ἄδικος διὰ τοῦτο | ||
| τοὺς δικαστὰς μὴ ὀρθῶς γνῶναι . Ἡ μὲν γὰρ τούτου αἰτίασις οὐκ ἔχει [ νῦν ] τέλος , ἀλλ ' |
| γίνονται , ὥστε σφόδρα ἀκόλαστοι εἶναι . ὁ μὲν οὖν ἄσωτος ἀπαιδαγώγητος γινόμενος εἰς τοσοῦτον ἔρχεται πονηρίας , παιδαγωγηθεὶς δὲ | ||
| δέ τις εἰς ἃ μὴ προσήκει ποιοῖτο τὰς δωρεάς , ἄσωτος ἐνομίσθη . οὕτως ἐν πᾶσι τοῖς πράγμασιν ἔστι τις |
| σὸν ἔργον , ὦ ἄριστε , γενέσθω τῇ περὶ τοῦτο ὀργῇ χάριν καταθέσθαι τῷ τῶν Ἑλλήνων γένει . τοιοῦτος γὰρ | ||
| τι νομίζωσι τἀδίκημα , τοιαύτῃ περὶ τοῦ ἠδικηκότος χρῆσθαι τῇ ὀργῇ , μέγα μεγάλῃ , μικρὸν μικρᾷ . ὅταν γὰρ |
| ἐν μεγάλῃ μεταβολῇ ὄν , ἐπιπαριὼν ὡς ἐκ τῶν ὑπαρχόντων ἐθάρσυνέ τε καὶ παρεμυθεῖτο , βοῇ τε χρώμενος ἔτι μᾶλλον | ||
| τὸν πόλεμον ἐμπειρίᾳ τε ἱκανὸς γενόμενος καὶ ἀνδρείᾳ ἐπιφανής , ἐθάρσυνέ τε καὶ οὐκ εἴα τῷ γεγενημένῳ ἐνδιδόναι : τὴν |
| κολάκων εὔνοια καθάπερ ἐκ τροπῆς φεύγει τὰς ἀτυχίας . Ἡ δεισιδαιμονία καθάπερ πατρὶ τῷ τύφῳ πείθεται . Ἱδρὼς μὲν ὁ | ||
| ψοφοδέεια : ἀγωνία : μέλλησις : ὀῤῥωδία : θόρυβος : δεισιδαιμονία . αʹ Ὄκνος μὲν οὖν ἐστι φόβος μελλούσης ἐνεργείας |
| ἄλλων γυμνασίων , ἀλλ ' οὐδ ' ὅπως ἔχει τι πλήσμιον τὸ πρᾶγμα , ῥᾳδίως πρὸς αὐτὸ πάντες ἀπαυδῶμεν , | ||
| δι ' ὅλης τῆς νυκτὸς προσθεμένην θηλάζειν : καὶ γὰρ πλήσμιον , καὶ οὔπω πέψασα ὠμὸν δίδωσιν . ἀρκεῖ δ |
| δὲ ἀνὴρ ἐν συνθέσει , κατὰ λόγον ἐπαινετὸν , ὁ θαρραλέος καὶ μὴ ψυχρὸς εἰς ἔργον . . θερμοῖς ] | ||
| Ὅμηρος αὔρας ἢ ἀνέμου παῖδα . ἀνύποπτος , ἄφοβος , θαρραλέος . μεμελετηκὼς καὶ πρὸς ἄναντες ἀναθεῖν καὶ πρὸς κάταντες |
| πάλιν ὕδωρ θερμὸν καθαρὸν διδόναι , πρὸς τὸ τὴν δῆξιν ἀμβλῦναι : εἰ δὲ μηδὲν τῶν σιτίων ἄπεπτον ἐν τῇ | ||
| παροξύνουσα ; Δεινὴ μὲν γὰρ ἐπελαφρῦναι οἶκτον , δεινὴ δὲ ἀμβλῦναι ὀργήν , δεινὴ δὲ ἐπισχεῖν θυμόν , ἀγαθὴ ἐπιθυμίαν |
| καὶ συνθύειν καὶ συνουσίας κοινὰς ποιεῖσθαι . ἡ γὰρ ἀηδὴς ἀπέχθεια καὶ αἱ κοιναὶ συνουσίαι τεχνικώτερον σύγκεινται μᾶλλον ἢ ἀφελέστερον | ||
| καθ ' ὃ ἡ πρὸς [ Μιθριδάτην ] ἤρξατο Ῥωμαίοις ἀπέχθεια [ ] . ἐπισημῆναι δὲ τὴν τῶν μελλόντων κακῶν |
| ἤγουν τῶν ἀγώνων ἢ τῶν βραβείων , ἐν τόλμῃ καὶ θρασύτητι καὶ σθένει καὶ ἰσχύϊ . ἀμφότερα δὲ τέθεικεν , | ||
| ταραχώδης , σπασμὸν ἐνίοισι σημαίνει . Αἱ ταραχώ - δεες θρασύτητι ἐγέρσιες παράφοροι , πονηρὸν , καὶ σπασμώδεες , ἄλλως |
| τοῦ μὴ προσέχειν ἐγγίνεται , εἶτα ἔθος τοῦ ἀναβάλλεσθαι τὴν προσοχήν : ἀιεὶ [ ] δ ' εἰς ἄλλον καὶ | ||
| . Τὸ πυσματικὸν δὲ σχῆμα ἔργα μὲν ἔχει δʹ : προσοχήν , σαφήνειαν , ἐνάργειαν , ἔλεγχον . Προσοχὴ μὲν |
| δυτικῶν ἐπὶ τὴν ἀνατολὴν φερομένης . Καὶ οὕτως περιπίπτουσα αὐτῇ στέρεται τῶν ἀπὸ τοῦ ἡλίου αὐγῶν , ὥσπερ καὶ ἡμεῖς | ||
| : καὶ αἱμυλία ἀσινότης ἐπίχαρις . χήτει . ἀπορεῖ , στέρεται . ἔνδεια , σπάνη . ἥλικα γὰρ κτλ . |
| , ἔτι δὲ πρὸς τοὺς βασκαίνοντάς τι τῶν καλῶν τοῦτον κολαστὴν παρεισάγοντες . ἔν τε ταῖς τελεταῖς οὐ μόνον ταῖς | ||
| ' , εἴ τι πράξας μὴ καλῶς εὑρίσκομαι , τούτων κολαστὴν κἀπιτιμητήν , ἄναξ , ἀλλ ' ὡς ὀναίμην . |
| δὲ αὖ παλαίοντας , τοὺς δὲ ἄλλο τι περὶ τὴν ἀγωνίαν ἀσκοῦντας οὐκ ὄντας ἀθλητάς . ἁπλῶς δὲ εἰπεῖν , | ||
| αὐτὰ καί τι τῶν τοῖς σώμασιν δοκούντων προσήκειν κατὰ τὴν ἀγωνίαν ἀθλοῦντα : ταὐτὸν καὶ ἐγὼ πέπονθα πρὸς τὴν πόλιν |
| ἄν . καὶ ὁ λόγος δὲ ὡσαύτως : οὐδὲν γὰρ ὑπομένει τῶν μορίων αὐτοῦ , ἀλλ ' εἴρηταί γε καὶ | ||
| : ὁ μὲν γὰρ ἄνθρωπος μουσικὸς γενόμενος ἄνθρωπός ἐστι καὶ ὑπομένει , τὸ δὲ ἄμουσον οὐχ ὑπομένει : οὔτ ' |
| καὶ ὁμιλήσει βασιλεῦσι καὶ ἄρχουσι καὶ ἐν εὐεξίᾳ ἔσται καὶ οἴησιν ἕξει περὶ αὐτοῦ καὶ τῷ οἰκείῳ λογισμῷ ἀρκεσθήσεται μὴ | ||
| ἐστίν . Τί πρῶτόν ἐστιν ἔργον τοῦ φιλοσοφοῦντος ; ἀποβαλεῖν οἴησιν : ἀμήχανον γάρ , ἅ τις εἰδέναι οἴεται , |
| τοῦ βίου , βουλεύειν δὲ ἀντὶ τοῦ παι - δεύειν ἀναγκάζεται παρά τε τὰ τῇ βουλῇ δόξαντα καὶ τὰ τῷ | ||
| ἀτυχέστερον , ὃς καὶ πρὸς τὸν τῶν ὄνων καιρὸν ζῆν ἀναγκάζεται . ὁ δὲ καθ ' ἡμᾶς χρόνος ἐκινδύνευσεν ὄντως |
| : καὶ ἐν συνκοπῇ αἰσχρός : ἀνία ἡ λύπη , ἀνίατος τὶς οὖσα , ἡ δυσχέρως ἰωμένη : ἀκριβὴς παρὰ | ||
| τις ἀποδέξαιτο , ὅτι τὸ γῆρας , ἡ μακρὰ καὶ ἀνίατος νόσος , τοὺς τῶν ὀρέξεων ἐχάλασέ τε καὶ ἔλυσε |
| τὴν ῥίζαν ἔχειν στερεωτάτην αὐτόν τ ' ἠνεκέεσσι : περιπάτοις ἀναγκάζει αὐτὸν χρῆσθαι μακροῖς , μήτε βρωτὸν μήτε ποτὸν προσφέροντα | ||
| δεῖ αὐτὴν παντὶ τρόπῳ ἰδεῖν . οὐκοῦν εἰ μὲν οὐσίαν ἀναγκάζει θεάσασθαι , προσήκει : εἰ δὲ γένεσιν , οὐ |
| δυσπενθοῦς ὑπανεῖλε καὶ κρυφίως ὑφείλετο ἤγουν ἔκλεψεν , ὅτε ἡ ἀνηλεὴς γυνή , ἤγουν ἡ κλυταιμνήστρα , πόρευσε καὶ ἔπεμψε | ||
| πάθους τινὸς ἢ συμφορᾶς . Αἰσχύλος . ἀνοικτίρμων : ὁ ἀνηλεὴς καὶ ἀπαραίτητος . ἀτενὴς καὶ ἀτεράμων ἄνθρωπος : ταὐτὸν |
| τὴν ἐντολὴν ταύτην . Λέγει μοι : Ἁπλότητα ἔχε καὶ ἄκακος γίνου καὶ ἔσῃ ὡς τὰ νήπια τὰ μὴ γινώσκοντα | ||
| ὀξυτόνων προπαροξύνονται : δμητός ἄδμητος , κτητός δορίκτητος , κακός ἄκακος . τὰ δὲ παρασύνθετα καὶ φυλάττει καὶ ἀναβιβάζει : |
| παρασκευάζεσθαι ταῖς πόλεσι τά τε ἐπιτήδεια οἷα εἰκὸς ἐπὶ ἔξοδον ἔκδημον ἔχειν , ὡς ἐσβαλοῦντες ἐς τὴν Ἀττικήν . ἐπειδὴ | ||
| , Χάλκη καὶ αἱ ἄλλαι ἔξω : τῆς Πελοποννήσου . ἔκδημον : μακρὸν πόλεμον ʃ ὑπερόριον . κατὰ τὸν χρόνον |
| πάθη πνευματώδη ὄντα πολλὴν ποιεῖται τὴν κίνησιν καὶ ταραχήν . καθισταμένου δὲ καὶ διακρινομένου τοῦ αἵματος ἐν τοῖς ἐναίμοις σῳζομένη | ||
| Μίνωος , ᾗ , ἐκ τομῆς πιεσάντων , ἐσφακελίσθη , καθισταμένου ἐς πλεύμονα , ἐπεσήμαινε βραχέως , ὅσῃσι περιῆν , |
| καὶ τὴν ἄλλην δίαιταν ἐς τὴν τῶν πολεμίων οὐκ ἀφανῶς ἐπετηδεύετο . τελευτήσαντος δὲ Ἀλεξάνδρου καὶ ζῆλον ἐποιεῖτο , εἰκάζων | ||
| καὶ τῷ νοεῖν . Αὕτη μὲν οὖν ἡ διὰ μουσικῆς ἐπετηδεύετο αὐτῷ κατάρτυσις τῶν ψυχῶν : ἄλλη δὲ κάθαρσις τῆς |
| ἔνεστι . πανουργεῖν δὲ καὶ κακουργεῖν ὁ μὲν ἔχων τὸν λογισμὸν δύναται , ὁ δὲ μὴ ἔχων ἀδυνατεῖ . ὅμοιον | ||
| καὶ ψέγοντες καὶ μεγαλαυχοῦντες παλίνδρομον τὴν διάνοιαν κτησάμενοι καὶ ἀμετανόητον λογισμὸν τοῖς αὐτοῖς πάθεσι περιπεσόντες ἐν ἱδρῶσι διάγουσι μὴ δυνάμενοι |
| λόγοις μέθοδος , τὸ ἑτέρας αἰτίας ὑποβαλέσθαι εὐσχήμονας πρὸ τῶν λυπούντων λόγων . Οἱ δὲ ἕτερα μὲν λέγοντες , ἕτερα | ||
| ἴασιν ἐχούσῃ δυναμένῃ τὸ πεπαυμένον τῇ λύπῃ πάλιν ἐλεύθερον τῶν λυπούντων ποιῆσαι καὶ μὴ ἁμιλλάσθων ἵπποι , μηδ ' εἰς |
| τοῦ Σωφρονίσκου : οὐ γὰρ αὐτὰ ἦσαν βλάβαι , ἀλλὰ μοχθηρία . τί δέ ἔφην , ἀλλὰ ταῦτα ἔδρα ἡ | ||
| ἄκοντας ἔπειτα κεχειρωμένους ἀπολύοις . συμφεύξεται γὰρ τοῖς φυγοῦσιν ἡ μοχθηρία ἅμα καὶ ἡ δουλεία , συναπολειφθήσεται δὲ τοῖς συμμένουσί |
| ' ἀλλοτρίοις ἀγαθοῖς : ἢ λύπη ἐπὶ τῇ τῶν ἐπιεικῶν εὐπραγίᾳ . γʹ Ζῆλος δὲ λύπη ἐπὶ τῷ ἕτερον τυγχάνειν | ||
| κοσμῆται καθ ' ἑκάτερον , διανοίᾳ τε χρώμενος ἀνεπιλήπτῳ καὶ εὐπραγίᾳ βίου , ᾧ μηδὲν ὄνειδος πρόσεστι . τῷ δὴ |
| παμπόλλου πρόσεισι τὸ θηρίον ἐκεῖνο , καὶ τῶν μὲν ἄλλων ἀπέχεται , συλλαμβάνει δὲ τὸν τρώσαντα πρὸ ἐνιαυτοῦ , καὶ | ||
| τιμωρία . Πείθεται Ψάμμις καὶ τὴν θεὸν προσεκύνει καὶ Ἀνθίας ἀπέχεται . Ἡ δὲ ἔτι παρὰ Ψάμμιδι ἦν φρουρουμένη , |
| πολλάκις ἐκκρούει ἔκπληξις , φαντασίαν δὲ οὐδέν , χωρεῖ γὰρ ἀνέκπληκτος πρὸς ὃ αὐτὴ ὑπέθετο . δεῖ δέ που Διὸς | ||
| δὲ ἧττον : ἀλλ ' ὅμως ὁ ἀνδρεῖος ἀνέκπληκτος , ἀνέκπληκτος δ ' ὡς ἄνθρωπος . φοβηθήσεται μὲν γὰρ ἐπὶ |
| τύπτετον : δύο ζητοῦμεν ἐν τοῖς δυϊκοῖς ζητήματα . Δύο προβάλλεται , καὶ τοῦ μὲν ἐσχάτου λέγει τὴν λύσιν , | ||
| συμμέτρου δείκνυται παχυτέρα , καὶ ταῖς μὲν ἀρχαῖς οὐδέν τι προβάλλεται παρυφιστάμενον , τοῦ χρόνου δὲ προϊόντος τά τε παρυφιστάμενα |
| ὁ ἐγκρατὴς καὶ ἀκρατής , ἤτοι περὶ πᾶσαν ἡδονὴν καὶ λύπην καταγίνεται ὁ ἐγκρατὴς καὶ ὁ ἀκρατὴς ἢ περί τινας | ||
| ἐγράφομεν ἔπραττες , παρεμυθεῖτ ' ἂν τὴν ἀπ ' ἐκείνου λύπην ἡ ἐπὶ τῶν ἄλλων χάρις : νῦν δὲ καὶ |
| ἐπακολουθεῖ , τοῦ μὲν κατηγόρου λέγοντος , ὅτι δεῖ τὴν εὐψυχίαν ἑτέρῳ δείκνυσθαι τρόπῳ καὶ μὴ δι ' ὃν παραβήσῃ | ||
| , οὕτω καὶ λόγος εὔκαιρος εἰς τὰ σπλάγχνα κολληθεὶς φίλων εὐψυχίαν παρέσχε τῷ λυπουμένῳ . Θεὸν νόμιζε καὶ σέβου , |
| δὲ ἡ διὰ τῶν ὤτων καὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων , πείθουσα δὲ ἐκ τούτων μὲν ἀναχωρεῖν ὅσον μὴ ἀνάγκη αὐτοῖς | ||
| τὸ ἐξ ἀρχῆς τὸν ἀκροατὴν ἐπανάγουσα καὶ εἰς συγκατάθεσιν ἰέναι πείθουσα τοῦ προκειμένου ζητήματος . ἐπίλογος δέ ἐστι λόγος ἐπὶ |
| τό τε γνήσιον καὶ τὸ μή . καὶ ἵνα γε πρόχειρος ἡμῖν ἡ παραβολὴ ᾖ τῶν τε καθ ' ἡμᾶς | ||
| πρὸς τὰς κατὰ μέρος τοῦ πλάτους παρόδους , αὐτόθεν ἡμῖν πρόχειρος γέγονεν ἐν τοῖς ἐκκειμένοις δʹ σελιδίοις τῶν κανονίων τοῦ |
| ἀποδύων , ἁρπάζων , ἀφαιρούμενος , παρεισπράττων , ἰταμός , ἀναίσχυντος , ἀπηρυθριακώς , δυσχερής , ἀνήμερος , ἄγριος , | ||
| ἐρᾶν . καὶ ἐγὼ ἔσομαι τοίνυν ὁμοία τις αὐτῷ [ ἀναίσχυντος ] καὶ οὐκ ἀφήσω τὸν ἐμὸν Τίμαρχον . ἔρρωσο |
| Πρόκρις , δοῦσα τὴν Κιρκαίαν πιεῖν ῥίζαν πρὸς τὸ μηδὲν βλάψαι , συνευνάζεται . δείσασα δὲ αὖθις τὴν Μίνωος γυναῖκα | ||
| τοὺς πολεμίους , ἤν τι δύνηται , ἀπ ' αὐτῶν βλάψαι . ὁ δὲ ἔς τε τὴν Τάναγραν ἀπεβίβασεν αὐτοὺς |
| : ἁπαλὸν κακοπάθειαν ' . . . . ἀτάρβητος : ἄφοβος : παρὰ τὸ τάρβος . ἢ ἀθάρβητός τίς ἐστιν | ||
| τῶν ἀληθῶν , χρωμένους ὑποκινδύνοις βέλεσιν , ὅπως μὴ παντάπασιν ἄφοβος ἡ πρὸς ἀλλήλους γίγνηται παιδιά , δείματα δὲ παρέχῃ |
| , τῷ Ὑπερβίῳ δὲ ἐγκεκόλαπται ἐπὶ τῆς ἀσπίδος σταδαῖος καὶ στάσιμος ἐνιδρυμένος ἢ κατὰ συστάδην μαχόμενος ὁ Ζεὺς ἀπὸ τῆς | ||
| ἔχει τὸν Τυφῶνα , τῷ Ὑπερβίῳ δὲ ἐγκεκόλαπται σταδαῖος καὶ στάσιμος , ὡς κατὰ σύστασιν μαχόμενος , ὁ Ζεὺς ἀπὸ |
| οἰκειότατον ἐλευθέρῳ , οἰκέτῃ δ ' ἀλλότριον , ἐπεπαίδευσο ἂν αὐθάδειαν μεθέμενος εἰς ἐμὲ βλέπειν τὴν ἐκείνου γυναῖκα , ἐπιθυμίαν | ||
| ἤγουν ἀρίστου γενομένου . Ἱππίου : θυγατέρα . ἀτασθαλίην : αὐθάδειαν , ἀλαζονείαν . ἔτι : ἤγουν μετὰ τὸν φόνον |
| τὸ ταπεινὸν σχῆμα καὶ ἄλλα πολλὰ [ φέρων ] εἰς οἶκτον ἐφελκόμενα τὸ πλῆθος . ταῦτα δὴ πάντα κατηγορήματα τῶν | ||
| * ἀχθομένους : προσγενήσεσθαι δὲ καὶ τὸν ἀπὸ τοῦ παιδὸς οἶκτον ὀφθέντος τῷ στρατῷ . Ἀλλὰ ταῦτα δυσχερῆ ὑπεφαίνετο ἀνδρὶ |
| ἀπειροκάλως ἡμᾶς καὶ μειρακιωδῶς ὅπλοις ἐπιχειρεῖν . εἰ γὰρ λογισμὸς ὄκνον εἴωθε φέρειν , ἀνδρῶν ἐστιν ἀπείρων θρασύνεσθαι καὶ πολέμοις | ||
| κορήσεις τὰ ἀγγεῖα . τῆς τε γὰρ κόπρου τὸ δυσῶδες ὄκνον αὐταῖς προσφέρει , καὶ τὰ ἀράχνια ἐμποδίζει . εἰ |
| εὑρεθέντων σιτίων ἀνεχώρησαν τῷ στρατῷ : σὺν παντὶ δηλονότι . μανιώδης . . . : σημείωσαι μανιώδης ὑπόσχεσις ʃ ἀντὶ | ||
| αὐτούς . καὶ ἀπὸ τοῦδε ἦν οἶστρος ἄλογός τε καὶ μανιώδης , οἷον ἐν τοῖς βακχείοις πάθεσί φασι τὰς μαινάδας |
| ὄντως θαῦμα καὶ ἔκπληξις : ἔκπληξις δὲ καὶ φόβος ἐξ ἀσυνήθους φαντασίας . § ἢ ἐκπληκτικά τινα ὑπερβαίνοντα τὴν ἀλήθειαν | ||
| τε καὶ ψάλλειν καὶ αὐλεῖν ἄκρως εἰδότες ὅταν κρούσεως ἀκούσωσιν ἀσυνήθους , οὐ πολλὰ πραγματευθέντες ἀπαριθμοῦσιν αὐτὴν εὐθὺς ἐπὶ τῶν |
| . Εὐλαβοῦντο γὰρ μὴ γύνις εἴη , ἐπεὶ οὐκ εὖ διέκειτο πρὸς τὰ ἀφροδίσια , ὡς ἱστορεῖ Θ . Ἀλλὰ | ||
| μάλιστα δ ' αὐτῶν [ ἀποδεξάμενος ] Ἀριστοτέλην οἰκειότατα [ διέκειτο πρὸς ] τοῦτον . ἀλλὰ γὰρ καὶ Καλλισθένης [ |
| : καὶ πρὸς τοὺς λοιποὺς δὲ παρασκευαστικὴν εὐνοίας ἴσθι τὴν χρηστότητα : ἀπειλὴ μὲν γὰρ ἔχθραν ποιεῖ καὶ πρὸς τὰ | ||
| ἀδελφῷ τῆς ἀρχῆς καταστάντες διάδοχοι , πρὸς μὲν ἡμερότητα καὶ χρηστότητα πολὺ τοῦ πατρὸς ἐλάττους τοῖς ὑπηκόοις ἀπέβησαν , εἰς |