καὶ σοὶ τοῦτο ἀγαθὸν ἔσεσθαι . ἐντεῦθεν λέγει Σεύθης : Ἀργύριον μὲν οὐκ ἔχω ἀλλ ' ἢ μικρόν τι ,
τῆς ἐν ὑμῖν εὐνοίας τεκμήριον καὶ πρὸς ὑπόνοιαν ταραχθῆναι . Ἀργύριον δέ μοι ἐρχομένῳ οὔτ ' ἂν φύσις οὔτ '
5093777 Γλαυκα
Λουκιανὸς Νιγρίνῳ εὖ πράττειν . Ἡ μὲν παροιμία φησίν , Γλαῦκα εἰς Ἀθήνας , ὡς γελοῖον ὂν εἴ τις ἐκεῖ
: ἐπειδὴ οὗτος εὗρε σιδήρου κόλλησιν , Χῖος ὤν . Γλαῦκα Ἀθήναζε : καί : Γλαῦκα Ἀθηναίοις : ἐπὶ τῶν
4863309 Θησειον
παρὰ ταύτην : Τοὺς θῆτας , τοὺς μισθωτοὺς εἰς τὸ Θησεῖον : ἐπεὶ πάλιν ἀπὸ τοῦ θῆτα ἄρχεται . τὸ
πεποίηκας ἀντ ' Ἀθηνῶν . Ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς τὸ Θησεῖον δραμεῖν , ἐκεῖ δ ' ἕως ἂν πρᾶσιν εὕρωμεν
4855990 ἐγγραψας
δὲ ἕκαστα καὶ τῶν πραχθέντων καὶ τῶν λεχθέντων ἐς ἐπιστολὴν ἐγγράψας ἀπέπεμψε πρὸς τὴν μητέρα σὺν τῷ ὅρμῳ . καὶ
, τυφθεὶς καὶ πληγεὶς τὸ πρόσωπον , λαβὼν χαρτίον καὶ ἐγγράψας εἰς τὸ χαρτίον τὸν τύψαντα , ἐκόλλησεν εἰς τὸ
4739873 στατηρας
μέντοι νιγλαρεύων κρούματα ἐνταῦθα τοίνυν ἦν ἐκείνοισιν πιθών . ἔχων στατῆρας χρυσίου τρισχιλίους . ἐγὼ δὲ συμψήσασα τἀργυρίδιον λέγ '
διδάξει γράμματα . ἐν τούτοις τοίνυν ἕνδεκα μὲν καὶ διακοσίους στατῆρας ἐγκέκληται λαβεῖν οὐχ ἁρπάσας οὐδὲ βιασάμενος , ἀλλά τινος
4527999 Πλαταιευς
. Πλατηίς , νῆσος παρὰ τῇ Λυκίᾳ . τὸ ἐθνικὸν Πλαταιεύς διὰ τὸ χαίρειν τοὺς Κᾶρας τῷ εἰς ευς τύπῳ
Θήβησι μετῴκει . καίτοι οἶμαι εἰδέναι ὑμᾶς ὅτι εἴπερ ἦν Πλαταιεύς , πανταχοῦ μᾶλλον ἢ Θήβησιν εἰκὸς ἦν αὐτὸν μετοικῆσαι
4493827 κολοσσους
καταλύσαντεςὁρμηθεῖσι γάρ σφισιν ἐκ Θηβῶν ἐγένετο ἡ κάθοδοςἈθηνᾶν καὶ Ἡρακλέα κολοσσοὺς ἐπὶ λίθου τύπου τοῦ Πεντελῆσιν , ἔργα δὲ Ἀλκαμένους
: ἐσαγαγόντες ἐς τὸ μέγαρον ἔσω ἐὸν μέγα ἐξηρίθμεον δεικνύντες κολοσσοὺς ξυλίνους τοσούτους ὅσους περ εἶπεν : ἀρχιερεὺς γὰρ ἕκαστος
4470725 μαχητεον
ἢ κατὰ τὸ πρᾶγμα . ὅλως γὰρ πρὸς τοὺς ἐριστικοὺς μαχητέον | οὐχ ὡς ἐλέγχοντας ἀλλ ' ὡς φαινομένους :
. ἆρ ' οἶσθα , ὁτιὴ πρὸς ἄνδρας ἐστί σοι μαχητέον , οἳ τὰ ξίφη δειπνοῦμεν ἠκονημένα , ὄψον δὲ
4439854 βυβλιον
τὴν ἀγγελίην ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον , περαιωθεὶς δὲ διδοῖ τὸ βυβλίον τῷ Μεγαβάζῳ . Ὁ δὲ ἐπιλεξάμενος καὶ λαβὼν ἡγεμόνας
? ] τάδ ' ἀναλαβόντες αὐτοῦ [ τὸ ] [ βυβλίον ] ἠκρίβωσαν [ , περὶ ] [ οὗ ἡδέως
4393497 Ἀττικους
. λέξ . . , : Στρουθός . Χαῖρίς φησιν Ἀττικοὺς βαρύνειν τὸ ὄνομα , ὡς καὶ Τρύφων μέμνηται ἐν
; ἐκ τοῦ ἀνύω καὶ ἀρύω . καὶ κατ ' Ἀττικοὺς καὶ Κυπρίους πλεονάζει τὸ τ καὶ γίνεται ἀνύτω καὶ
4387561 Κηφισοφων
σταθμὸν αὐτός , τὰ παιδί ' , ἡ γυνή , Κηφισοφῶν , ἐμβὰς καθήσθω , ξυλλαβὼν τὰ βιβλία : ἐγὼ
τοῦτον δὲ ἄξιον νόμιζε δηλοῦν αὐτῷ ἅπερ οἶσθα , ὦ Κηφισοφῶν , καὶ οὕτω πεπαύσεται ἀγνοῶν τὰς αἰτίας καὶ ἅμα
4377372 Σευθης
Παιρισάδης . . . . . . . . α Σεύθης . . . . . . . . .
οὐκοῦν δῆλον τοῦτό γέ ἐστιν , εἴπερ ἐμοὶ ἐτέλει τι Σεύθης , οὐχ οὕτως ἐτέλει δήπου ὡς ὧν τε ἐμοὶ
4365413 Κοκκειανος
τὴν τῆς Ἰλίου πόρθησιν , καθὰ Διονύσιος καὶ Δίων ὁ Κοκκειανὸς καὶ πάντες οἱ τὰ τῶν Ῥωμαίων γράψαντες ἱστοροῦσι .
μὲν οὖν οὗτοι περὶ Γυμνησίων νήσων . Δίων δὲ ὁ Κοκκειανὸς ταύτας πλη - σίον φησὶν Ἴβηρος εἶναι ποταμοῦ πλησίον
4364439 γραμματειον
τρίπτυχον καὶ πολύπτυχον . Ὅμηρος δὲ πίνακα πτυκτὸν εἴρηκεν . γραμματεῖον δὲ παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς καὶ ἐν ᾧ ἀργύριον ἀπέκειτο
φαίνομαι . καὶ τί ταῦτα λέγω , λέγειν ἔχων τὸ γραμματεῖον ἐκεῖνο , ὃ διεωσάμην , ὅπως μὴ σεμνότερος γεγενῆσθαι
4299084 νομισμα
συχνῷ τινι . θαυμάζω δ ' εἰ τοῖς μὲν τὸ νόμισμα διαφθείρουσιν , ἔφη Δημοσθένης , θάνατος ἡ ζημία κεῖται
ἀπογινομένων καὶ τῶν εἰς ἄνδρας ἐγγραφομένων , ἔταξεν ὅσον ἔδει νόμισμα καταφέρειν ὑπὲρ ἑκάστου τοὺς προσήκοντας , εἰς μὲν τὸν
4298491 ἐγγυθηκη
Ἐν τούτοις ὁ Λυσίας εἰπὼν ὅτι καὶ χαλκῆ ἦν ἡ ἐγγυθήκη , σαφῶς παρίστησιν , ὡς καὶ ὁ Καλλίξενος εἴρηκε
ἐστιν ἀξία τριάκοντα δραχμῶν . ὅτι δὲ χαλκῆ ἦν ἡ ἐγγυθήκη ἑξῆς φησι : πέρυσιν δὲ ἐπισκευάσαι αὐτὴν βουλόμενος ἐξέδωκα
4248972 εἰποντων
τῆς τροφῆς ἀγανακτησάντων καὶ ” μέχρι τίνος γλώττας ; ” εἰπόντων , καὶ ὡς „ ἡμεῖς δι ' ἡμέρας γλώττας
μήτε τι τῶν κατὰ τὸν πατέρα εἰδώς , τῶν ἀγγέλων εἰπόντων ταῦτα καὶ τὸν πατέρα ἐντετάλθαι ῥήμασι , μηδὲν δὲ
4243172 χρυσιον
δὴ πάλιν ἀπ ' αὐτοῦ δεήσεις καὶ λιτανείας καὶ πολὺ χρυσίον . μὴ δὴ καταδιαιτήσῃς ἡμῶν , ὦ φιλτάτη ,
ὁμώνυμον τῇ μητροπόλει τῆς Ἀφρικῆς , αἴρει δὲ καὶ τὸ χρυσίον ἅπαν καὶ τὸν ἄργυρον καὶ τὴν λοιπὴν τοῦ πολέμου
4235957 ἐπιγραμμα
τὰς χεῖρας ἀλλήλαις ὡς μάλιστα ἐς κρότον συμβάλλονται , καὶ ἐπίγραμμα ἐπεγέγραπτο αὐτῷ Ἀσσύρια γράμματα : οἱ μὲν Ἀσσύριοι καὶ
πολέμῳ φθίμενον θάψ ' ἀρετῆς ἕνεκεν . τὸ μὲν δὴ ἐπίγραμμα ἐπὶ τοσοῦτο ἐδήλωσεν : εἰ δὲ Λυσίππου τοῦ ποιήσαντος
4218576 ἀποβλεψας
ἄρτοι εἰσεκομίζοντο καὶ πλῆθος ἐπ ' αὐτοῖς παντοδαπῶν βρωμάτων , ἀποβλέψας εἰς αὐτὰ ἔφη : τοῖς ἄρτοις ὅσας ἱστᾶσι παγίδας
ὑπέθετο οὔτε πεπερασμένον : ἀλλ ' εἰς τὸν ὅλον οὐρανὸν ἀποβλέψας τὸ ἓν εἶναί φησι τὸν θεόν . φησὶ δὲ
4205028 συνεδριον
πόλεως . ἱερομνήμονας ] οἱ πεμπόμενοι εἰς τὸ τῶν Ἀμφικτυόνων συνέδριον , ὡς κύριοι τῶν ψήφων . Κόττυφος ] ἱερομνήμων
καὶ ἡ τρίτη , πρότερον μὲν εἰς τὸ Ῥωμαίων ἐτέλει συνέδριον , χθὲς δὲ ὡς εἰπεῖν γέγονεν ὑμέτερος . ἔπειθ
4192361 πρυτανειον
ἐς τὴν νῦν πόλιν οὖσαν , ἓν βουλευτήριον ἀποδείξας καὶ πρυτανεῖον , ξυνῴκισε πάντας , καὶ νεμομένους τὰ αὑτῶν ἑκάστους
αὖθις δ ' ἵνα πᾶσιν ἐξῇ ἐντυγχάνειν , εἰς τὸ πρυτανεῖον καὶ τὴν ἀγορὰν μετεκομίσθησαν : διὰ τοῦτο ἔλεγον τὸν
4188518 Πελαργικον
. ὡς γυναικώδης οὗτος κωμῳδεῖται . . τῆς πόλεως τὸ Πελαργικόν : Ὅτι Ἀθήνησι τὸ Πελαργικὸν τεῖχος , οὗ μέμνηται
! καὶ φυλασσόμενον [ ʃ πανταχόθεν κλείεσθαι ἠδύνατο τό τε Πελαργικόν : οἱ γὰρ Πελασγοὶ αὐτὸ οἰκήσαντες ἐπεβού - λευσαν
4187244 Παραλον
κέρας , παλαιᾶς Κεκροπίας οἰκήτορας , † αὐτὸν † δὲ Πάραλον ἐστολισμένον δορὶ κρήνην παρ ' αὐτὴν Ἄρεος : ἱππότην
δὲ Πελοποννήσιοι ἐπειδὴ ἔτεμον τὸ πεδίον , παρῆλθον ἐς τὴν Πάραλον γῆν καλουμένην μέχρι Λαυρείου , οὗ τὰ ἀργύρεια μέταλλά
4185688 Ὀλυμπιαν
συλλαβῇ . τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος : Ἀρχίλοχος ἐλθὼν εἰς Ὀλυμπίαν μέλος ἐποίησεν εἰς Ἡρακλέα ἔχον οὕτως : τήνελλα καλλίνικε
ὡς γένος τε εἴη Μιλήσιος καὶ Ἰώνων ἀναθείη πρῶτος ἐς Ὀλυμπίαν εἰκόνα . τούτου μὲν δὴ Πολύκλειτος τὸν ἀνδριάντα εἰργάσατο
4185598 τοὐνομα
ἐφορεύοντι πατρικὸς ἐς τὰ μάλιστα ξένος ὤν , ὅθεν καὶ τοὔνομα Λακωνικὸν ἡ οἰκία αὐτῶν κατὰ τὴν ξενίαν ἔσχεν :
. πρὸς ἣν Ἴκαρος παρέβαλεν , ἀφ ' οὗ καὶ τοὔνομα ἔσχεν . ὁ δὲ μῦθος πτεροῖς αὐτὸν ἀπὸ Κρήτης
4180777 ἀμφωτον
' ἔργον ποδῶν . δηλοῖ δὲ κατ ' Ἐπιμένην τὸ ἄμφωτον ποτήριον εἰς ὃ οἷόν τε τοὺς δακτύλους διείρειν ἑκατέρωθεν
ὁ ποιητής : ἦτοι ὃ καλὸν ἄλεισον ἀναιρήσεσθαι ἔμελλεν χρύσεον ἄμφωτον . Ἀντίμαχος δ ' ἐν εʹ Θηβαίδος : πᾶσιν
4174147 κορακας
Δαιδάλειος ἦν ; ἤ τις ἔκλεψεν αὐτόν ; Ὅτι τοὺς κόρακας τἀξ Αἰγύπτου χρυσία κλέπτοντας ἔπαυσεν . Ἐς τὸν καλιόν
Λαβὲ τὸ βιβλίον . Οὐκ εἶ θύραζ ' ; Ἐς κόρακας . Οἴμοι δείλαιος . Οὔκουν ἑτέρωσε χρησμολογήσεις ἐκτρέχων ;
4168732 Φαριος
, Ἀπολλώνιε , τουτὶ γὰρ ἀπήγγειλεν ἐνταῦθα καὶ Στρατοκλῆς ὁ Φάριος ἐντετυχηκέναι σοι φάσκων ἐκεῖ , καὶ τὴν μὲν Πυθὼ
. Φάρος δὲ καὶ ἡ Ἀλεξάνδρεια ἐκαλεῖτο . τὸ ἐθνικὸν Φάριος καὶ Φαρία καὶ Φάριον . ἔστι καὶ πόλις Περραιβική
4152429 ὡμολογημενους
Ἀκουσιλάωι . . . . . : Δικαίαρχος δὲ τέσσαρας ὡμολογημένους ἡμῖν παραδίδωσιν : Θαλῆν Βίαντα Πιττακόν Σόλωνα . ἄλλους
μοιχικοὺς καὶ ἐν ὑπονοίᾳ τοιαύτῃ ἐξεδέξαντο , μὴ μέντοι καὶ ὡμολογημένους : περὶ ὧν καὶ ζήτησις ἔσται , καὶ ἀμφισβήτησις
4135565 Ὑλλις
θηλυκὸν Ὑλληίς , ὡς αὐτός φησι , καὶ παρὰ Καλλιμάχῳ Ὑλλίς Ὑλλίδος , ἀπὸ Ἀργείας μιᾶς τῶν νυμφῶν . ἢ
. . . πεντεκαίδεκα πόλεις ἔχουσα παμμεγέθεις οἰκουμένας . ἔστιν Ὑλλίς καὶ φυλὴ Ἄργους καὶ Δωριέων καὶ Τροιζηνίων . ὁ
4126238 προθεις
, καὶ τίς ἡ ὕλη τοῦ πολιτικοῦ ζητήματος καὶ ἔτι προθεὶς τὴν διαφορὰν τῆς ὕλης , τουτέστι προσώπων τε καὶ
. τί δὴ χρησόμεθα , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ] ἐρώτησιν προθεὶς οὐκ ἐπήνεγκε τὴν ἀπόκρισιν βοηθήσωμεν , εἶθ ' οὕτω
4108034 ἀμφιχυτον
* . . . Υ : ἡγήσατο Κυανοχαίτης τεῖχος ἐς ἀμφίχυτον Ἡρακλῆος θείοιο ὑψηλόν , τό ῥά οἱ Τρῶες καὶ
ἀναγκαίηφι δαμέντας . Ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο κυανοχαίτης τεῖχος ἐς ἀμφίχυτον Ἡρακλῆος θείοιο ὑψηλόν , τό ῥά οἱ Τρῶες καὶ
4093537 Ἡραιον
βαρβάρων πόλεμον καταλῦσαι . ταῦτα δὲ ἱκέται καθεζόμενοι ἐς τὸ Ἥραιον ἐδέοντο . οἱ δὲ Κερκυραῖοι τὴν ἱκετείαν οὐκ ἐδέξαντο
Σαμίης πρὸς Καλάμοισι , οἱ μὲν αὐτοῦ ὁρμισάμενοι κατὰ τὸ Ἥραιον τὸ ταύτῃ παρεσκευάζοντο ἐς ναυμαχίην , οἱ δὲ Πέρσαι
4078288 Κορακας
ζημιουμένους [ ] ἐπὶ πολὺν χρόνον ? ? εἰς τοὺς Κόρακας λεγομένους ἐκείνους ἀπέστελλον , ὅθεν [ ] τοῖς [
κατώικησαν , ὅθεν φασὶν ἀπ ' ἐκείνου κληθῆναι τοὺς ἐκεῖ Κόρακας . οἱ δ ' Αἰολεῖς τεταραγμένοις τοῖς [ ]
4074605 ποτηριον
. ΙΣΘΜΙΟΝ . Πάμφιλος ἐν τοῖς περὶ Ὀνομάτων Κυπρίους τὸ ποτήριον οὕτως καλεῖν . ΚΑΔΟΣ . Σιμμίας ποτήριον , παρατιθέμενος
πιεῖν . ΟΛΛΙΞ . Πάμφιλος ἐν Ἀττικαῖς Λέξεσι τὸ ξύλινον ποτήριον ἀποδίδωσι . ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΝ . Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἐν ἕκτῃ
4066246 κυβους
Διὸς Τύχης ἐστὶν ἐκ παλαιοτάτου ναός , εἰ δὴ Παλαμήδης κύβους εὑρὼν ἀνέθηκεν ἐς τοῦτον τὸν ναόν . τὸ δὲ
δ ' αὐτῇ οἱ κυβεύοντες καὶ πρὸς τὸ βάλλειν τοὺς κύβους , καὶ πρὸς τὸ συμβάλλειν τοὺς ὄρτυγας καὶ τοὺς
4056472 Ἀττικον
τὴν κομψότητα τῆς λέξεως Γοργίου τοῦ ῥήτορος . ἧ . Ἀττικὸν τοῦτο , ἀπὸ τοῦ ἔα συνῃρημένον : σημαίνει δὲ
ὥσπερ [ τι μέλος προνόμιον πρὸ τῆς ἀγωνίας αὐτῆς | Ἀττικὸν ὑμῖν ἀποτείνω διήγημα . ἦν χρόνος , ὅτε Ἀθηναῖοι
4054911 πινακας
κάταντα κατὰ στίχας ἦλθ ' ὁ μάγειρος , σείων ὀψοφόρους πίνακας κατὰ δεξιὸν ὦμον . τῷ δ ' ἅμα τεσσαράκοντα
δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα . δαιτρὸς δὲ κρειῶν πίνακας παρέθηκεν ἀείρας , καὶ τούτων ὀπτῶν καὶ ὡς ἐπὶ
4049868 πηλους
, τῇ φύσει τραχύς , δυσίππαστος , ἔχων ἐν ἑαυτῷ πηλούς , τενάγη , λίμνας . τῇ ὑστεραίᾳ . νόμος
, τῇ φύσει τραχύς , δυσίππαστος , ἔχων ἐν ἑαυτῷ πηλούς , τενάγη , λίμνας . τῇ ὑστεραίᾳ . νόμος
4048983 χωριον
θηλυκῶς . τὸ ἐθνικὸν Πραίσιος καὶ Πραισιεύς . Πραιτετία , χωρίον ἐπὶ τοῦ Ἀδρία , ἧς ὁ οἰκήτωρ Πραιτετιανός καὶ
, τὸ τὴν πατρίδα μοι ταῦτα καὶ δεδέχθαι καὶ δεῖξαι χωρίον φίλτατον ποθεινοτάτην ὄψιν . ἀλλ ' οὐδὲ ὃ τρίτον
4046502 ἐτεηι
δόξις . καὶ ἔτι : καίτοι δῆλον ἔσται , ὅτι ἐτεῆι οἷον ἕκαστον γιγνώσκειν ἐν ἀπόρωι ἐστί . . .
ἐκβάλλων , ἵνα φησί νόμωι θερμόν , νόμωι ψυχρόν , ἐτεῆι δὲ ἄτομα καὶ κενόν [ ] καὶ πάλιν :
4038427 Στροφαδας
δὲ φρικτή . εἴξαντες : πεισθέντες . Στροφάδας δέ : Στροφάδας φησὶ κεκλῆσθαι διὰ τὸ τοὺς Βορεάδας αὐτόθεν ὑποστρέψαι στραφέντας
ἐπιόρκους . ῥιγίστη δὲ φρικτή . εἴξαντες : πεισθέντες . Στροφάδας δέ : Στροφάδας φησὶ κεκλῆσθαι διὰ τὸ τοὺς Βορεάδας
4034091 λῳον
ὅτι τὰ μὲν κατὰ τὴν τούτων βούλησιν πραττόμενα ἐπὶ τὸ λῷον ἐκβαίνει , τὰ δὲ παρὰ θεὸν ἀλυσιτελῆ ὑπάρχει τοῖς
Δελφῶν μαντειῶν , αἵτινες θυσίαι καὶ θεοῖς οἷστισιν ἄμεινον καὶ λῷον θυούσῃ τῇ πόλει γίγνοιντ ' ἄν : πότε δὲ
4028421 χαλκηιον
ὧδε δηλώσω : ἑξακοσίους ἀμφορέας εὐπετέως χωρέει τὸ ἐν Σκύθῃσι χαλκήιον , πάχος δὲ τὸ Σκυθικὸν τοῦτο χαλκήιόν ἐστι δακτύλων
ἐκεῖ γὰρ ὡμίλουν . ὡς : οὐδ ' ἤθελες παίζειν χαλκήιον ἐς δόμον ἐλθών . Λεχεποίην : εἰ μὲν τὸ
4003273 Βαβυλωνιον
ἴδεν ἄστεα καὶ νόον ἔγνω , εἶδέ τε ἅμα τὸ Βαβυλώνιον ἱερὸν καὶ ἰδὼν ὑφηγεῖται τοῖς ἄλλοις μέγα τε καὶ
καὶ ἵππου μάχε - σθαι . Οὗτος ὁρῶν Νάναρον τὸν Βαβυλώνιον διαπρεπεῖ κόσμῳ χρώμενον ἀμφὶ τὸ σῶμα , καὶ ἐλλόβια
3993282 Ἀμφιπολιτων
δηλονότι . πρὸς τοὺς ἐμπολιτεύοντας : μετέχοντας τῆς πολιτείας τῶν Ἀμφιπολιτῶν . δεξάμενοι : οἱ Ἀργίλιοι . τῇ πόλει :
προσπεσών , διέβη τὴν γέφυραν , καὶ τὰ ἔξω τῶν Ἀμφιπολιτῶν οἰκούντων κατὰ πᾶν τὸ χωρίον εὐθὺς εἶχεν . τῆς
3988558 ταλαντον
σκοπεῖτε δὲ μὴ τοῦτο , εἰ μνᾶς ἑκατὸν καὶ πάλιν τάλαντον ἔδωκεν , ἀλλὰ τὴν προθυμίαν καὶ τὸ αὐτὸν ἐπαγγειλάμενον
λαμβανόμενα εἰς σύγκρισιν , οἷον ὅταν σκεπτώμεθα τίνα λόγον ἔχει τάλαντον πρὸς μνᾶν , ὁμογενεῖς ὅρους φαμὲν τὸ τάλαντον καὶ
3987893 πωλητηριον
, ἄξια πιπράσκουσιν . ὁ δὲ τόπος πρατὴρ λίθος καὶ πωλητήριον καὶ ὡς Ἡρόδοτος πρατήριον . παρὰ δὲ τοῦ πιπράσκοντος
συγκάλει . Ἀγαθῇ τύχῃ τοὺς ὠνητὰς ἤδη παρεῖναι πρὸς τὸ πωλητήριον . ἀποκηρύξομεν δὲ βίους φιλοσόφους παντὸς εἴδους καὶ προαιρέσεων
3982733 ἀρχαιον
ἡμιθέου φορᾶς ἤνθει , τρόπις δὲ ὑφήρμοσται τῇ νηὶ δένδρον ἀρχαῖον , ᾧ κατὰ Δωδώνην ὁ Ζεὺς ἐς τὰ μαντεῖα
μέγαν ἔχων ηὔλει , καὶ ἐν Ἀθήναις διατηροῦσιν οὐ σφόδρα ἀρχαῖον τὸν πρῶτον περικειράμενον παρωνύμιον ἔχειν Κόρσην . διὸ καὶ
3979448 Καμπανους
ταύτας συνήθροισεν . ἔπεισε δὲ καὶ τοὺς τὴν Κατάνην οἰκοῦντας Καμπανοὺς εἰς τὴν νῦν καλουμένην Αἴτνην μεταστῆναι διὰ τὸ λίαν
ταῦθ ' ἡ βουλὴ μαθοῦσα πρέσβεις διεπέμπετο πρὸς Τυρρηνοὺς καὶ Καμπανοὺς καὶ τὸ καλούμενον Πωμεντῖνον πεδίον σῖτον ὅσον ἂν δύναιντο
3971821 πιθακνην
γίνεσθαι . Καὶ ἐάν τις σκολόπακα λαβὼν ὑποπάσας ἄργιλον εἰς πιθάκνην θῇ σημαίνει ταῖς φωναῖς αἷς ἀφίησιν ἄνεμον καὶ εὐδίαν
ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε ψήφισμα
3960622 ἀνηλωκεναι
ὁ Ἀρχίδαμος κρίνηται ἀφ ' ὧν Περικλῆς ἔφη εἰς δέον ἀνηλωκέναι πεντήκοντα τάλαντα . Εἰ μὲν γὰρ τὴν ὑποψίαν ταύτην
διάκοσμον καὶ τὰ περὶ τῶν ἐν Ἅιδου εἶπεν εἰς ταῦτα ἀνηλωκέναι , ἀφείθη . οἱ δὲ μὴ οὕτως ἄσωτοι πίνους
3957204 γους
γίνεται κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον γοῦς καὶ θοῦς . Καὶ περὶ μὲν τοῦ γόος ἔστιν
⌊ . [ νεκρῶν ] ? ! [ [ ] γοῦς ὑπ [ [ ] αφρόνω [ [ ] !
3949751 γραφεν
τε καὶ Εὐκλείδου καὶ Κράτητος σκολιῶς καὶ πεφυρμένως καὶ ἀπαρατηρήτως γραφὲν εἰς τὸ περὶ μερῶν κωμῳδίας καὶ παραβάσεως εὐθυτάτως τε
εὐθείας , τότε ὑπερβάλλειν , ὅτε δὲ ἔλασσόν ἐστι τὸ γραφὲν χωρίον αὐτῆς τῆς εὐθείας , ὡς εἶναι τὸ μὲν
3947298 διακοσιους
κήρυκα ἀπὸ τῶν ἐν Ἰδομεναῖς . ὁ δ ' ἔφη διακοσίους μάλιστα . ὑπολαβὼν δ ' ὁ ἐρωτῶν εἶπεν οὔκουν
τὸ μὲν πρῶτον ἀπροσδοκήτως τοῖς πολιορκοῦσιν ἐπιθέμενος ἀνεῖλεν αὐτῶν περὶ διακοσίους , ὕστερον δὲ μεγάλης μάχης γενομένης τόν τε Μνάσιππον
3945932 Ὀλυμπιχου
ἀλλ ' ἐπεύξασθαι μὲν ἐγὼν ἐθέλω ματρί : Ἀριστόδημός φησιν Ὀλυμπίχου αὐλητοῦ διδασκομένου ὑπὸ Πινδάρου γενέσθαι κατὰ τὸ ὄρος ,
ἐκ τῶν τοιούτων αἴσχεα ποτηρίων εἴωθα πίνειν . παρ ' Ὀλυμπίχου δὲ Θηρικλείους ἔλαβεν ἐξιτάτους δύο ψυκτῆρας . Οἵων δ
3944753 Πυλον
κατέδραμεν Λυδίαν καὶ λείαν πολλὴν κατέσχεν . Ὅτι Δημοσθένης ἐπὶ Πύλον ἐκπλεύσας ταύτην εἷλε τρόπῳ τοιούτῳ : προσεποιήσατο γὰρ ,
. Ἐς δὲ τὴν Σπάρτην ὡς ἠγγέλθη τὰ γεγενημένα περὶ Πύλον , ἔδοξεν αὐτοῖς ὡς ἐπὶ ξυμφορᾷ μεγάλῃ τὰ τέλη
3933090 βακχειακον
καταληκτικόν . τὸ ιαʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιβʹ βακχειακόν . τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . ἡ ἐπῳδὸς
καταληκτικόν . τὸ ιαʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ἀκατάληκτον . τὸ ιβʹ βακχειακόν . τὸ ιγʹ ἰαμβικὸν δίμετρον ὑπερκατάληκτον . ἡ ἐπῳδὸς
3921803 ἐχθες
ἐπιστραφέντος αὐτῶν , ὡς εἰ μηδὲ ἐγένοντο τὸ παράπαν , ἐχθὲς καὶ πρώην ἐν Ἀλεξανδρείᾳ τῇ κατ ' Αἴγυπτον Αἰνησίδημός
' ἐν τῷ κρατεῖν ταῖς δυνάμεσιν , ὃ καὶ τὰ ἐχθὲς ἀφαιρεθέντα , ἔτι ὄντα παρὰ τοῖς πολεμίοις σῶα ,
3917874 Ἀνδροτιων
Γλωσσῶν καὶ Ὀνομάτων ἐπιμηλίς , φησίν , ἀπίου γένος . Ἀνδροτίων δ ' ἐν τῷ περὶ Γεωργικῶν φωκίδας φησὶν εἶδος
ἴηι [ πόλεις . ἀφηγοῦνται ] ταῦτα [ ] ? Ἀνδροτίων / ὃς καὶ τοτ ? [ ' εἶπε καὶ
3916092 οἰκιδιον
σακχυφάντας καὶ τὴν οἰκίαν , ὡς εἶναι τὴν οἰκίσκην μικρὸν οἰκίδιον . ἐν δὲ τῷ Λυσίου πρὸς Φίλωνα ὑπὲρ Θεοκλείδου
αὐτόν , καὶ δῆθεν διωκομένην ὑπό τινων καταφυγεῖν εἰς τὸ οἰκίδιον . τὸν δὲ ἕνεκα τοῦ ἀνθρωπίνου εἰσδέξασθαι , καὶ
3915379 ἀχανας
ἐπισιτισμὸν χρήσιμον . Ἀριστοφάνης : „ οὔκ , ἀλλ ' ἀχάνας ὅδε γε χρυσίου λέγει „ . εἴρηται παρὰ τὸ
εἰς ἐπισιτισμὸν χρήσιμον : Ἀριστοφάνης : οὐκ , ἀλλ ' ἀχάνας οὐδ ' ἄν γε χρυσίου λέγῃ . εἴρηται παρὰ
3914531 Τειχος
: Θεσσύριος ποταμοῦ ἐκβολαί . . ο Ϛʹ μζ Καρτερὸν Τεῖχος . . . . . . . . .
ἐρχομένου δὲ πρὸς τὴν Ἀττικὴν Ἀθηναίοις ἐδόθη χρησμὸς οὗτος : Τεῖχος Τριτογενεῖ ξύλινον διδοῖ εὐρύοπα Ζεὺς μοῦνον ἀπόρθητον τελέθειν ,
3913010 βαρβαρικον
καὶ ἀσαφεῖς ὁδοὺς καὶ τραχείας , οἵας ὁδοὺς καὶ τὸ βαρβαρικὸν ἔρχεται , ὅσον αὐτοῦ μὴ μετέσχεν λόγου , τὸ
καὶ τοῦ Ἀσκληπιοῦ τὸ ἕδος ἐν Ἐκβατάνοις κατασκάψαι ἐκέλευσε , βαρβαρικὸν τοῦτό γε καὶ οὐδαμῇ Ἀλεξάνδρῳ πρόσφορον , ἀλλὰ τῇ
3912083 ἀναλωμα
ὑπερβαλεῖς πλούτῳ τοὺς μάλιστα δοκοῦντας Ῥωμαίων εὐπορεῖν : καλὸν νομίσας ἀνάλωμα καὶ πρέπον ἡγεμόνι τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας ἀναξίως τῆς ἀρετῆς
αἱ μυστηριώδεις θυσίαι . Τέλος . τάξις , βλάβη , ἀνάλωμα . Τέμπη . μεταξὺ ὀρῶν στενότητες . Τένθης .
3909734 ἀργυρουν
' Ἀθηναίοις . εἰς τὸν καλαμίσκον : τὸν χαλκοῦν ἢ ἀργυροῦν , οἵους ἔχουσιν οἱ ἰατροί . Γ οὐδ '
. Ὅτι Βρέννος ὁ τῶν Γαλατῶν βασιλεὺς εἰς ναὸν ἐλθὼν ἀργυροῦν μὲν ἢ χρυσοῦν οὐδὲν εὗρεν ἀνάθημα , ἀγάλματα δὲ
3902110 ληξιαρχικον
ἐπικλήρου : ὥσπερ καὶ ἡμῶν ἕκαστος . . . . ληξιαρχικὸν γραμματεῖον : Αἰσχίνης ἐν τῷ Κατὰ Τιμάρχου , εἰς
. ἤγουν ἐπειδὰν γένηται ἐννόμου ἡλικίας . ὁ εἰς τὸ ληξιαρχικὸν γραμματεῖον ἐγγραφεὶς ἤδη τὰ πατρῷα παρελάμβανεν . ἡ δὲ
3901016 ἀμφιθετον
. . Ψ , : Ἀπολλόδωρος δὲ , φασὶν , ἀμφίθετον λέγει , τὴν μὴ κατὰ πυθμένα , κατὰ μόνον
χρείᾳ καθέστηκε . : Παρθένιος δ ' ὁ τοῦ Διονυσίου ἀμφίθετον ἀκούει τὴν ἀπύθμενον φιάλην : Ἀπολλόδωρος δ ' ὁ
3900759 Λασος
: ἔστησε δὲ αὐτὸν πρῶτος Ἀρίων ὁ Μηθυμναῖος , εἶτα Λάσος ὁ Ἑρμιονεύς . ἄλλως . ὁ λόγος ἐρωτηματικὸς ,
' ἐστίν . ἀναγκαῖον δὲ τὸν βουλόμενον μὴ πάσχειν ὅπερ Λάσος τε καὶ τῶν Ἐπιγονείων τινὲς ἔπαθον , πλάτος αὐτὸν
3899926 Χοιριλον
, οὐδὲν ἔχοντες ὑπὲρ οὗ δουλεύσουσι . καλεῖ δὲ καὶ Χοιρίλον εἰπόντα ἐν τῇ διαβάσει τῆς σχεδίας ἣν ἔζευξε Δαρεῖος
οὗ καὶ ἐπιγεγράφθαι ἐν στήλῃ λιθίνῃ Χαλδαικοῖς γράμμασιν ὃ μετενεγκεῖν Χοιρίλον ἔμμετρον ποιήσαντα . εἶναι δὲ τοῦτο : ἐγὼ δὲ
3884925 τιθεντας
ἅπερ κἀκεῖ ἐθέμεθα , ἢ πλείω ἐνταῦθα πρὸς ἐκείνοις ἄλλα τιθέντας ἢ ὅλως ἕτερα , ἢ τὰ μὲν ὡς ἐκεῖ
θʹ : Ἀριστόδημος δ ' ὁ Ἠλεῖός φησι τοὺς τελευταίους τιθέντας τὸν ἀγῶνα Ἑλλανοδίκας εἶναι ιʹ , ἀφ ' ἑκάστης
3881916 μαντειον
δὲ τὴν Καρικὴν ἀπὸ Βράγχου τοῦ κτίσαντος τὸ ἐν Μιλήτῳ μαντεῖον . ὁ δὲ Νηλεὺς χρησμὸν εἰλήφει ἐκεῖ οἰκεῖν ,
Ἰαμιδῶν . ἵνα μάντιες ἄνδρες : διὰ τὸ τῶν Ἰαμιδῶν μαντεῖον . τὸ ἑξῆς : ὅπου μάντιες ἄνδρες τοῖς διὰ
3871786 ὀβελισκους
Ἡλιουπόλει θεῶι τὰς χάριτας ἀπονέμων τῆς εὐεργεσίας κατὰ τὸν χρησμὸν ὀβελίσκους ἀνέθηκε δύο μονολίθους , τὸ μὲν πλάτος ὀκτώ ,
Ἡλιουπόλει θεῷ τὰς χάριτας ἀπονέμων τῆς εὐεργεσίας κατὰ τὸν χρησμὸν ὀβελίσκους ἀνέθηκε δύο μονολίθους , τὸ μὲν πλάτος ὀκτώ ,
3868099 Ἀνδροτιωνα
Τῶν δέκα στρατηγῶν τῶν ἐν Σάμῳ τὰ ὀνόματα κατ ' Ἀνδροτίωνα : Σωκράτης Ἀναγοράσιος , Σοφοκλῆς ἐκ Κολωνοῦ ὁ ποιητὴς
γὰρ Κολωνὸς ἱππεὺς ὠνομάσθη παρ ' ἃς ἐξεθέμην αἰτίας κατὰ Ἀνδροτίωνα . . , : Καταστήσασθαι δὲ συνέδριον ἐνταῦθα Ἑλλήνων
3860198 θητας
πᾶν πλῆθος Ἀθηναίων , πεντακοσιομεδίμνους καὶ ἱππέας καὶ ζευγίτας καὶ θῆτας . τῶν οὖν ἱππέων αἱ ἱππάδες . Ἱππία Ἀθηνᾶ
εἰς πεντακοσιομεδίμνους , εἰς ἱππέας , εἰς ζευγίτας καὶ εἰς θῆτας . Ἐδιδάχθη τὸ δρᾶμα ἐπὶ Στρατοκλέους ἄρχοντος δημοσίᾳ εἰς
3859007 προτερωι
ἔς τε τἀρχαῖον νόμισμα καὶ τὸ καινὸν χρυσίον ] τῶι προτέρωι ἔτει ἐπὶ Ἀντιγένους Ἑλλάνικός φησιν χρυσοῦν νόμισμα κοπῆναι .
ὑγιαίνειν τῆι γνώμηι . . . . καὶ ἐν Ὁμιλιῶν προτέρωι : εἰ δ ' αὐτὸς ἀσκήσειας , ὅπως γνώμηι
3857914 Αἰγιναιον
πόλεως εἰς τοὺς ἑκάστων οἴκους . Τῶν δὲ δούλων ἕκαστος Αἰγιναῖον φέρει στατῆρα κατὰ κεφαλήν . Διῄρηνται δ ' οἱ
ἐν ὕδατι χλιερῷ καθεζέσθω . Ἕτερον : ἀδιάντου ὅσον στατῆρα Αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ λευκῷ ἴσον ἴσῳ κεράσας δίδου πίνειν .
3856631 ποιημα
πρῶτον μὲν γὰρ Δίφιλος εἰς Βοΐδαν τὸν φιλόσοφον ὁλόκληρον συνέταξε ποίημα , δι ' οὗ καὶ εἰς δουλείαν ἐρυπαίνετο ὁ
ἱερὸν θάλος ” . τὸ μὲν οὖν ἀπροοιμίαστον φέρεσθαι τὸ ποίημα παντελῶς ἐστιν ἀπρεπὲς καὶ ἀνάξιον τῆς τοῦ ποιητοῦ ἀρετῆς
3846797 ἐπιμνησθηναι
δὲ ἄτοπον ἡμᾶς , εἰ καὶ ὁ τεχνικὸς παρῆκεν , ἐπιμνησθῆναι περὶ τούτων , ἅ φησι Μινουκιανός : ὑποτίθεται γὰρ
οὖν ἄλλας ὑπερθετέον , μιᾶς δ ' οὐκ ἄτοπον ἴσως ἐπιμνησθῆναι δείγματος ἕνεκα . τὰς γὰρ ἐν τῇ φύσει λεγομένας
3845719 ἐνεγραφοντο
ἐγγραφῇγραμματεῖον ] τὴν ἐφημερίδα λέγει τὴν δημοσίαν , εἰς ἣν ἐνεγράφοντο οἱ τελειωθέντες τῶν παίδων , οἷς ἐξῆν ἤδη τὰ
; . . . . ὅτι δὲ καὶ οἱ δημοποίητοι ἐνεγράφοντο εἰς τὰς συμμορίας , δεδήλωκεν ὁ Ὑπ . ἐν
3840367 ἐκπεταλον
ὃ τὰς λάταγας ἐγχέουσιν οὐκ ἄλλο τι ἂν εἴη ἢ ἐκπέταλον ποτήριον . ποτήριον δέ τι καὶ ἡ οἰνιστηρία .
Λημνίαις εἴρηκε κακκάβους . καὶ πατάνη δὲ καὶ πατάνιον τὸ ἐκπέταλον λοπάδιον , ὅ τινες καλοῦσι , πατέλλιον , ἡ
3835379 ἀπεγραψατο
αὐτὸν τῶν φερόντων [ αὐτὸν ] οἴκαδε ἀφῖχθαι ἐδόκει . ἀπεγράψατο εἰς μονομάχους καὶ πολλοῖς ἔτεσιν ἐπύκτευεν ἀπότομον πυγμήν :
, μαρτύρων ἐναντίον ἡ μήτηρ αὐτοῦ , τοῦ παιδός , ἀπεγράψατο . Καὶ οὔπω λέγω περὶ τῶν ἄλλων , ἃ
3834091 Ἰον
σκηπτῶν καὶ κεραυνῶν καὶ ὧν ἥλιος καὶ σελήνη βλάπτουσι . Ἴον τὸ ἄνθος , ἐξ ἧς ὀνομάζεται γέγονεν : ἤρα
τῶν παίδων ἐν τῇ Σάμῳ . ἀπήρχετο δ ' εἰς Ἴον , καὶ κατὰ τὴν ὁδὸν ἤρξατο μαλακῶς ἔχειν .
3828093 μετελαβομεν
ὑποθέσεως ἐλάβομεν ὡς συναγόμενον , εἰς τὴν ἀνάγκη οὐ τινί μετελάβομεν ὡς ἰσοδυναμοῦσαν , εἰ καὶ μὴ αὐτόθεν τοῦτο ποιοῦντες
σοι περὶ ὧν ἐνόμιζον ἀξιομνημονεύτων εἶναι τὴν ἀναγραφήν , ἣν μετελάβομεν παρὰ τῶν κατὰ τὴν λογιωτάτην Αἴγυπτον λογιωτάτων ἀρχιερέων περὶ
3826756 ποτερους
δοκεῖ οὕτως . Ὀρθῶς γε , ἔφην ἐγώ . ἀλλὰ ποτέρους φῂς εἰς τὸν πόλεμον οὐκ ἐθέλειν ἰέναι , καλὸν
πότεροι ταῖς ναυσὶ κρατοῦσιν , εἶτα δὲ τοῦτον τὸν ποιητὴν ποτέρους εἴποι κακὰ πολλά : τούτους γὰρ ἔφη τοὺς ἀνθρώπους
3816600 ἀμφοδον
χειροπληθεῖς καθ ' ἑκάστην οἰκίαν : δημοσίᾳ τε εἰς ἕκαστον ἄμφοδον δοτέον ἐστὶν λιθοβόλον δέκα μνῶν καὶ καταπάλτας δύο τρισπιθάμους
: τὴν οἰκίαν τὴν μεγάλην τὴν Χαβρίου καλουμένην καὶ τὸ ἄμφοδον . καλοῖτο δ ' ἂν καὶ κῶμαι ταῦτα ,
3812821 εἰσελθοντι
καὶ ταῖς ἄλλαις χειρουργίαις ὑπερβολὴν οὐκ ἀπέλιπον τοῖς ἐπιγινομένοις . εἰσελθόντι μὲν γὰρ τὸν περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης
δέ : δηλαδὴ μόσχειος . Μενάνδρῳ δὲ τῷ ποιητῇ δυσημερήσαντι εἰσελθόντι εἰς τὴν οἰκίαν Γλυκέρα προσενέγκασα γάλα παρεκάλει ῥοφῆσαι .
3807371 δανεισαμενον
ἔχει δύναμιν καὶ πᾶσι δίκαιον δοκεῖ , οἷον τὸ τὸν δανεισάμενον τὸ δάνειον ἀποδοῦναι , νομικὸν δέ , ὅπερ πρὶν
ζητεῖν δὲ τῶν εὐνούχων τοὺς ὅ τι δόξειε πράττοντας καὶ δανεισάμενον ὡς πλεῖστον χρυσίον ὠνεῖσθαι παρ ' αὐτῶν τὰ μέγιστα
3806775 χαλκωματα
στρώματα αὐτὴν κέλευε , φησί , καὶ παρ ' Ὤκιμον χαλκώματα . ὁ κάπηλος γὰρ οὑκ τῶν γειτόνων , ἄν
ὑπὸ χεῖρα δαπανωμένους : ἡμεῖς δὲ σχιστὰς καὶ στρώματα καὶ χαλκώματα βαστάζομεν , τὰ μὴ δυνάμενα δαπανηθῆναι . “ ἄλλος
3804904 κυμβια
τῆς Εὐβοίας , χλανίδας δ ' ἐπ ' ὄχου καὶ κυμβία καὶ κάδους ἔχων , ὧν ἐπελαμβάνοντο οἱ πεντηκοστολόγοι .
καὶ ὀξύνεται . Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Μειδίου ῥυτὰ καὶ κυμβία , φησί , καὶ φιάλας . Δίφιλος δ '
3804511 περιττευειν
σημαίνει μὲν καὶ τὸ νικᾷν , σημαίνει δὲ καὶ τὸ περιττεύειν , ὡς ἐνταῦθα . . , . περιγίγνεσθαι :
αὐτὰς ἔχει . διὰ τοῦτο καὶ ἀνωτέρω ἐλέγομεν τὴν διαφορὰν περιττεύειν τῷ εἴδει τοῦ γένους . καταφατικὴ δὲ εἴρηται διὰ
3801079 ἐρωτημα
περὶ τούτων . ἀλλὰ τί οὐκ ἀπεκρίνω τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐρώτημα ; Τὸ ποῖον ; Εἰπέ , εἰσί τινες ἀνθρώπων
τὸ σοφιστικὸν συκοφάντημα τῶν ἐρωτώντων , τὸ μηδὲν συλλογισαμένους μὴ ἐρώτημα ποιεῖν τὸ τελευταῖον , ἀλλὰ συμπεραντικῶς καὶ ἀποφαντικῶς ἐπάγειν
3798922 ἡμιεκτον
Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . . . . ἡμίεκτον καὶ ἡμιμέδιμνον : Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ
βώλους ἀργίλου ξηρᾶς , μέχρι διάβροχοι γένωνται , μέτρον ὡς ἡμίεκτον εἰς ἀμφορέα : ἐπειδὰν δ ' ἀφεψήσῃς , πιεῖν
3798072 Δελφους
Ὀνόμαρχον : καὶ ἐκ τῶν τοῦ θεοῦ χαρίσασθαι τοῦτον εἰς Δελφοὺς παραγενομένῳ . . . τῷ Πυθοδώρου τοῦ Σικυωνίου υἱῷ
εὖ μάλα συχνῶν . ἕως μὲν οὖν τὴν δεκάτην ἐς Δελφοὺς ἀπέστελλον εὐτάκτως , καὶ ἐπείθοντο τῷ χρησμῷ τῷ τοῦτο
3798056 ἐντραγε
καὶ μαινίδια καὶ σηπίδια . Θεόπομπος Ἀφροδίτῃ : ἀλλ ' ἔντραγε τὴν σηπίαν τηνδὶ λαβοῦσα καὶ τοδὶ τὸ πουλυπόδειον .
δέ , ὥς φησιν ⌈ καὶ Γ Ἡρωδιανός . Γ ἔντραγε ] ἐντρύφησον . Γ ὁπότ ' ἄριστον παραθήσει ]
3795555 Μυσος
τῶν κακουμένων ἀθρόως . Εἴ σοι Μυσὸν ἥδιον καλεῖν : Μῦσός τις μυσὸς ἐβούλετο καλεῖσθαι : ἀπὸ τούτου ἡ παροιμία
τῶν κακουμένων ἀθρόως . Εἴ σοι Μυσὸν ἥδιον καλεῖν : Μῦσός τις μυσὸς ἐβούλετο καλεῖσθαι : ἀπὸ τούτου ἡ παροιμία
3791466 ἀργυρασπιδας
δὲ πεζῶν πρώτους μὲν ἔταξε τοὺς ὑπασπιστάς , εἶτα τοὺς ἀργυράσπιδας , ἐπὶ πᾶσι δὲ τοὺς ξένους καὶ τῶν ἄλλων
τῶν Μακεδόνων ἐσαγαγῶν Πίθωνα ἑλὼν τιμωρησάμενος ἀπέκτεινεν . Ἀντίγονος τοὺς ἀργυράσπιδας , οἳ τὸν Εὐμένη δεσμώτην αὐτῷ παρέδωκαν , ἐτίμησε
3789524 χοα
παρετίθεσαν , οἱ δὲ καλούμενοι ἔφερον ἑψήματα καὶ κίστην καὶ χοᾶ . “ κίστην ” δὲ τὴν ὀψοθήκην . Ὅμηρος
εὐτυχοῦσι . Γ ] μεθύοντες ταῦτα ἐπαγγέλλονται . Γ οἴνου χοᾶ : χοῦς μέτρον Ἀττικὸν χωροῦν κοτύλας ὀκτώ . ΓΘ
3787261 εἰρος
ἦσαν ἐϋτρεφέες δασύμαλλοι , καλοί τε μεγάλοι τε , ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχοντες : τοὺς ἀκέων συνέεργον ἐϋστρεφέεσσι λύγοισι , τῇς
νήματος ἀσκητοῖο βεβυσμένον : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχουσα . ἔοικε δὲ καὶ αὐτὴ τὴν ἑαυτῆς καλλιτεχνίαν
3783395 Μαγνησιαν
αὐτοῦ μῦθον οὐ δεῖ τίθεσθαι : καὶ γὰρ νῦν τὴν Μαγνησίαν τὴν ὑπ ' αὐτῷ κατέβαλον σεισμοί , ἡνίκα καὶ
, τά τ ' ἐν τῇ Τρωικῇ Λαρίσσῃ καὶ περὶ Μαγνησίαν καὶ ἐν Μήλῳ καὶ ἐν Λιπάρᾳ . Ἐν δὲ

Back