τὴν ἀγγελίην ἐπὶ τὸν Ἑλλήσποντον , περαιωθεὶς δὲ διδοῖ τὸ βυβλίον τῷ Μεγαβάζῳ . Ὁ δὲ ἐπιλεξάμενος καὶ λαβὼν ἡγεμόνας
? ] τάδ ' ἀναλαβόντες αὐτοῦ [ τὸ ] [ βυβλίον ] ἠκρίβωσαν [ , περὶ ] [ οὗ ἡδέως
5779667 γραμματειον
τρίπτυχον καὶ πολύπτυχον . Ὅμηρος δὲ πίνακα πτυκτὸν εἴρηκεν . γραμματεῖον δὲ παρὰ τοῖς Ἀττικοῖς καὶ ἐν ᾧ ἀργύριον ἀπέκειτο
φαίνομαι . καὶ τί ταῦτα λέγω , λέγειν ἔχων τὸ γραμματεῖον ἐκεῖνο , ὃ διεωσάμην , ὅπως μὴ σεμνότερος γεγενῆσθαι
5385656 προσκεφαλαιον
' ἐκ τοῦ δωματίου γε νῷν φέρε κνέφαλλον ἅμα καὶ προσκεφάλαιον τῶν λινῶν . νόσῳ βιασθεὶς ἢ φίλων ἀχηνίᾳ ἐμβαλὼν
, οὐ μὴν ὑπήνεγκεν , ἀλλ ' ἀπέκλινεν ἐπὶ τὸ προσκεφάλαιον ἀφεὶς τῶν χειρῶν τὸ ποτήριον . καὶ ἐκ τούτου
5265984 προαγαγων
τοσοῦτο παρασκευῆς τε καὶ στρατιᾶς ἐκ τῶν βασιλικῶν ἀναγραφῶν φαίνεται προαγαγών τε καὶ καταλιπὼν ὁ δεύτερος Αἰγύπτου βασιλεὺς μετ '
. ʃ χρήματα συλλέξῃ ἀφεὶς τοὺς Φοίνικας ἐς τὴν Ἄσπενδον προαγαγών , ἤτοι προενεγκών ἀνοκωχῆς : ἀναπαύσεως ἐκεῖσε : ἤγουν
5206998 βιβλιον
αὐτὸς καθάπερ ὁ Δημήτριος ὁ τὸ περὶ τῆς λογογραφικῆς ἰδέας βιβλίον συγγράψας καὶ οὗτος αὐτὸ ἐπιγράψας Περὶ ἑρμηνείας ἀξιοῖ καλεῖν
τῇ πόλει γίγνοιτ ' ἂν ὄφελος . τοῦ πατριάρχου τὸ βιβλίον : βραχὺ τῇ πόλει γίγνοιτ ' ἂν ὄφελος .
5166977 ὑπερον
τὸν μοχλὸν τῆς θύρας ἢ τὸ κόρηθρον ἢ καὶ τὸ ὕπερον περιβαλὼν ἱματίοις ἐπειπών τινα ἐπῳδὴν ἐποίει βαδίζειν , τοῖς
τὴν ὑστεραίαν ἐκείνου τι κατὰ τὴν ἀγορὰν πραγματευομένου λαβὼν τὸ ὕπερον σχηματίσας ὁμοίως , ἐπειπὼν τὰς συλλαβάς , ἐκέλευσα ὑδροφορεῖν
5055319 διαλαμβανων
κατὰ ἀξίωσιν ἐροῦμεν . Ἱκανῶς ὁ τεχνικὸς περὶ τῶν λογικῶν διαλαμβάνων στάσεων εἰκότως κατὰ τὰς ἐπαγγελίας ἐπὶ τὰς νομικὰς μεταβέβηκε
καὶ προσπεπτωκὼς κατέψηχέ τε καὶ τῶν δακτύλων ἕκαστον ἐν μέρει διαλαμβάνων εἷλκέ τε καὶ ἐξέτεινεν : ὥστε τὸν πρῶτον αὐτὸν
5039255 ἀναπηδησαι
πολὺν γέλωτα παρασχεῖν . καὶ αὐτὸν δὲ τὸν Κῦρον ἐκγελάσαντα ἀναπηδῆσαι πρὸς τὸν πάππον καὶ φιλοῦντα ἅμα εἰπεῖν : Ὦ
εἰς τὸ ἱμάτιον ὁ Λυσίμαχος ἐνέβαλε ξύλινον σκορπίον , ἐκταραχθέντα ἀναπηδῆσαι , εἶτα γνόντα τὸ γεγενημένον κἀγὼ σέ , φησίν
5033400 ψηφισμ
λόγους ἐκείνους δημηγορῶν , καὶ τὸ Μιλτιάδου καὶ τὸ Θεμιστοκλέους ψήφισμ ' ἀναγιγνώσκων καὶ τὸν ἐν τῷ τῆς Ἀγλαύρου τῶν
[ παρὰ ] τοὺς γεγραμμένους νόμους καὶ τἄγραφα νόμιμα τὸ ψήφισμ ' εἴρηται . Δεύτερον δ ' ἕτερον δικαστήριον τὸ
5022860 ξιφιδιον
Παυσανίας δόξας τε κατ ' ἐπιβουλήν τινα εἰσεληλυθέναι ἐπαράμενος τὸ ξιφίδιον ἐπερόνησε τὴν κόρην καὶ ἀπέκτεινε . καὶ διὰ τοῦτο
, τὸν δὲ ταχέως ἀναστάντα ἐπικλεῖσαί τε τὴν θύραν καὶ ξιφίδιον σπασάμενον ἀναδόντα αὐτῷ τοὺς αὐλοὺς κελεύειν αὐλεῖν : εἶτα
4998836 πινακιον
: καὶ ἑξῆς δότε μοι ξίφος ὅπως τάχιστ ' ἢ πινάκιον τιμητικόν . τοῦτο δὲ ἐποίουν μετὰ τὸ ἀποβλέψαι εἰς
, ἤγαγεν αὐτὸν ἔς τινα τῆς πόλεως τόπον ἔνθα ἀνέκειτο πινάκιον ἔχον γῆς περίοδον , καὶ προσέταξε τῷ Ἀλκιβιάδῃ τὴν
4975338 ἐρωτημα
περὶ τούτων . ἀλλὰ τί οὐκ ἀπεκρίνω τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐρώτημα ; Τὸ ποῖον ; Εἰπέ , εἰσί τινες ἀνθρώπων
τὸ σοφιστικὸν συκοφάντημα τῶν ἐρωτώντων , τὸ μηδὲν συλλογισαμένους μὴ ἐρώτημα ποιεῖν τὸ τελευταῖον , ἀλλὰ συμπεραντικῶς καὶ ἀποφαντικῶς ἐπάγειν
4969564 ἱματιον
τῶν πολιτῶν ἄγεσθαι παρὰ τὸν ἀγωνοθέτην , ὅτι βαπτὸν ἔχων ἱμάτιον ἐθεώρει , τοὺς δὲ ἰδόντας ἐλεῆσαί τε καὶ παραιτεῖσθαι
οὐ γὰρ ἐπιβουλευθῆναί ποτε ἔδεισα , οὐδὲν ἔχων ἢ φαῦλον ἱμάτιον . καὶ πολλάκις μὲν δὴ καὶ ἄλλοτε ἐπειράθην ἐν
4968625 γεγραμμενον
καὶ τῶν ἄνω σατραπειῶν : ἐν ταύτῃ δ ' ἦν γεγραμμένον περί τε τῆς ἀναβάσεως τῆς Σελεύκου καὶ τῶν γεγονότων
, ἐν δὲ τῷ συλλογισμῷ ἄλλο τι πράττει παρὰ τὸ γεγραμμένον : ὁρᾷς γὰρ ὅπως τὸ ὑπὸ τοῦ νόμου προσταχθὲν
4967188 ζητησας
ἐστιν ὅ φημι , μάθοι τις ἂν τὰ περὶ τούτου ζητήσας . Γε μὰν ] Ἀλλ ' ὅμως . Τὺ
ἐστιν ὅ φημι , μάθοι τις ἂν τὰ περὶ τούτου ζητήσας : ἐκ τῶν παλαιῶν σχολίων . τὸ προοίμιον εὐκτικόν
4954803 Πασιων
οὖν ὑμῖν ἀναγνώσεται τὰς συνθήκας , καθ ' ἃς ἐμίσθωσε Πασίων τὴν τράπεζαν τούτῳ καὶ τὸ ἀσπιδοπηγεῖον . καί μοι
ὑμῶν , λαβέ μοι ταυτασὶ τὰς μαρτυρίας , ὡς ἐγένετο Πασίων Ἀρχεστράτου . Εἶτα τὸν σῴσαντα μὲν ἐξ ἀρχῆς τὰ
4939735 ἐκπεταλον
ὃ τὰς λάταγας ἐγχέουσιν οὐκ ἄλλο τι ἂν εἴη ἢ ἐκπέταλον ποτήριον . ποτήριον δέ τι καὶ ἡ οἰνιστηρία .
Λημνίαις εἴρηκε κακκάβους . καὶ πατάνη δὲ καὶ πατάνιον τὸ ἐκπέταλον λοπάδιον , ὅ τινες καλοῦσι , πατέλλιον , ἡ
4921505 εἰσελθων
ἀγωνίσηται , τοῦτον στεφανοῦν καὶ πρῶτον ἀναγορεύειν , κἂν ὕστατος εἰσελθὼν τύχῃ , τοὺς δὲ τῶν ἀστειοτέρων ἀγωνισμάτων ἀξιοῦντας ἀγωνιστὰς
δὲ ποῖος ὅρος τῶν τριῶν ἰσχύσει , οὕτως γνωστέον . εἰσελθὼν κατὰ τὴν ὡροσκοποῦσαν μοῖραν θεωρῶ , πόσα ἔτη παράκειται
4883397 κατακλιναι
δὲ πυριήσῃς , δοῦναι πιεῖν , καὶ ὡς τάχιστα λούσαντα κατακλῖναι : δοῦναι δὲ φαγεῖν κράμβην , καὶ τοῦ χυλοῦ
ἀλλ ' ἐκεῖνο κράτιστόν ἐστιν , ὅπερ πάλαι παρεσκευαζόμην , κατακλῖναι αὐτόν . 〛 μὰ Δί ' : Οὐκ ἔστιν
4879076 προσελθων
Κίμωνα καὶ προδεδομένον οὐ περιιδών , ἀλλὰ καὶ στὰς καὶ προσελθὼν καὶ δεξιὰν ἐμβαλὼν καὶ μαθεῖν ἀξιώσας , οἷα τἀκείνου
ἐπιτετριηραρχημένου χρόνου , ὅ τε στρατηγὸς προσέταττέ μοι ἀνάγεσθαι , προσελθὼν αὐτῷ ἐν Θάσῳ ἐν τῷ λιμένι ἐναντίον τοῦ στρατηγοῦ
4876049 μαγειρου
πέφυκεν , καὶ μὴ ἐπιχειρεῖν καταγνύναι μέρος μηδέν , κακοῦ μαγείρου τρόπῳ χρώμενον : ἀλλ ' ὥσπερ ἄρτι τὼ λόγω
, ἐσχάρα , ἡ δὲ κύβηλις ἐν Φιλήμονος Ἁρπαζομένῳ ὁρῶ μαγείρου καὶ κύβηλιν καὶ σκάφην . προσονομαστέον δὲ τούτοις καὶ
4873360 Ἀσπενδον
οὐδεὶς ἐδίδου τῶν ὑπὸ Τισσαφέρνους τότε [ ὅτε ἐπὶ τὴν Ἄσπενδον παρῄει ] προσταχθέντων , καὶ αἱ Φοίνισσαι νῆες οὐδὲ
Πελοποννησίων , οἱ δὲ ἵνα τοὺς Φοίνικας προαγαγὼν ἐς τὴν Ἄσπενδον ἐκχρηματίσαιτο ἀφείς , ἄλλοι δ ' ὡς καταβοῆς ἕνεκα
4860084 ἐξελοντα
τάττοντα , εἶθ ' οὕτω τῆς μνήμης διὰ τῆς διηγήσεως ἐξελόντα τὴν ἐπαγγελίαν κατασκευάζοντα ὕστερον , ὡς βούλεται : καθά
καὶ ὁ ῥυμός ] . λέγεται δὲ Ἀλέξανδρον διαλῦσαι , ἐξελόντα τὸν ἔμβολον ᾧ κατείχετο ὁ ῥυμὸς , ἢ τῷ
4852780 ὑποδημα
ἐκ τοῦ συνέχειν τὸν πόδα . οἱ δὲ κονίποδες λεπτὸν ὑπόδημα πρεσβυτικόν : καὶ τὸ κάττυμα κοῦφον , ὡς ἐγγὺς
γ , οἰκία , ἐφ ' οὗ τὸ β , ὑπόδημα , ἐφ ' οὗ τὸ δ : ἐπεὶ τοίνυν
4849102 ἐμμειναν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] ἐμμεῖναν δὲ τοῦτο πυρρὰν ? ? ? [ χολὴν ]
πρὸς τοῦ γόνατος ἕλκος ποιησάμενον ἐξολίσθῃ , ἐμβληθὲν μὲν καὶ ἐμμεῖναν , ἔτι βιαιότερον καὶ θᾶσσον τὸν θάνατον ποιήσει τῶν
4845128 πιθακνην
γίνεσθαι . Καὶ ἐάν τις σκολόπακα λαβὼν ὑποπάσας ἄργιλον εἰς πιθάκνην θῇ σημαίνει ταῖς φωναῖς αἷς ἀφίησιν ἄνεμον καὶ εὐδίαν
ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε ψήφισμα
4826104 ἀφελων
ἔγωγε δύναμαι νοῆσαι τἀγαθὸν ἀφελὼν μὲν τὴν διὰ χυλῶν , ἀφελὼν δὲ τὴν δι ' ἀφροδισίων ἡδονήν . οἴεται γὰρ
γένεσιν , τῇ ὑπεράνω . συναθροίσας δὲ τὸ κεφάλαιον καὶ ἀφελὼν τοῦ ζῳδίου τὴν ἐποχὴν ἀπόλυε ἑκάστου ζῳδίου μοίρας ρκʹ
4823795 ἐσφραγισμενον
οὐδὲ προειδέναι τινὰ , ποῖ μέλλει πλεῖν , βιβλίον ἄγραφον ἐσφραγισμένον ἔδωκεν ἑκάστῳ τριηράρχῳ προστάξας , ἐπειδὰν ἀναχθέντων ἀρθῇ τὸ
, ὠὸν υἱόν . Λόγοι καὶ φύλλα , ἢ βιβλίον ἐσφραγισμένον παλαιότητα δηλοῖ . Κλίμαξ πολιορκίαν , διὰ τὸ ἀνώμαλον
4806243 καταθεμενος
πόθεν , καὶ τὴν ἀκμήν ἐκ παιδὸς αὐτοῦ πρὸς τί καταθέμενος . αὑτοῦ προδότης κακός τε τῆς ὥρας φύλαξ μάλισθ
ἀντιτεταγμένης δυνάμεως Ἀντιγένην μὲν τὸν τῶν ἀργυρασπίδων ἡγούμενον συλλαβὼν καὶ καταθέμενος εἰς σειρὸν ζῶντα κατέκαυσεν , Εὔδημον δὲ τὸν ἐξ
4800467 ἀριστησαι
καὶ Ὅμηρος τῷ πυμάτῳ σπένδεσκον . τὸ δὲ σύμπαν ἄριστον ἀριστῆσαι , ἠρίστησα συνηρίστησα , ἀριστοποιουμένους , ἀριστῶσαι καὶ τὸ
προσελθών φησιν : „ ὁ δεσπότης σε καλεῖ σὺν αὐτῷ ἀριστῆσαι . „ καὶ ὁ ἄγροικος ἐκεῖνος μηδὲν περιεργασάμενος ,
4752028 ποτηριον
. ΙΣΘΜΙΟΝ . Πάμφιλος ἐν τοῖς περὶ Ὀνομάτων Κυπρίους τὸ ποτήριον οὕτως καλεῖν . ΚΑΔΟΣ . Σιμμίας ποτήριον , παρατιθέμενος
πιεῖν . ΟΛΛΙΞ . Πάμφιλος ἐν Ἀττικαῖς Λέξεσι τὸ ξύλινον ποτήριον ἀποδίδωσι . ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΝ . Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἐν ἕκτῃ
4741670 ἀναγνους
. Ἐπεὶ δὲ περὶ γυναικείων παθῶν μετὰ οὐ πολὺ βίβλους ἀναγνοὺς ἐπαιδευόμην ὅσον κακὸν ἐπέχεσθαι τὰ ἐπιμήνια πέφυκε , προακηκοὼς
τὸν βίον , ἐπιστολὰς καταλείψασα ψευδεῖς . Ὁ δὲ Κομμίνιος ἀναγνοὺς τὰ ἐγκλήματα , καὶ τῷ ζήλῳ πιστεύσας , ἐπεκαλέσατο
4739646 καθισας
: τὴν εὐρυθμίαν φέναξ : ἀπατεών πρόσχημα : μόνον σχήματι καθίσας , μηδὲν δὲ φθεγγόμενον θρίνακες : λικμητῆρες τριαινοῦν :
συρίσαντι χαρίσασθαι χιτῶνα καὶ χλαῖναν καὶ ὑποδήματα . Ὁ δὲ καθίσας αὐτοὺς ὥσπερ θέατρον , στὰς ὑπὸ τῇ φηγῷ καὶ
4736946 ἐγχειριδιον
τῶν φίλων Ἀθανάσιε , πρὸς τὸ εὐπαρακολουθητότερον ἐκθέσθαι τουτὶ τὸ ἐγχειρίδιον περιέχον ὑπόμνησίν τινα καὶ τὴν εἰς ἡμᾶς ἐλθοῦσαν πεῖραν
τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν . καὶ χρυσολαβὲς καλὸν πάνυ ἐγχειρίδιον . παχὺς γὰρ ὗς ἔκειτ ' ἐπὶ στόμα .
4721762 ἀπαγαγων
ὑποβλεπόμενος , ἄσθματος μεστός , καὶ μικρὸν ἀπὸ τῶν ἄλλων ἀπαγαγών πλησίον γὰρ ἦσάν τινεςἠκούσατε ” ” ἔφη „ τὰ
Μὴ δῆτ ' ἔμοιγ ' . Οὕτω δὲ βασάνιζ ' ἀπαγαγών . Αὐτοῦ μὲν οὖν , ἵνα σοι κατ '
4717550 Φαβωρινῳ
§ , . . σύμπτωμα - πολλάκις εὗρον κείμενον παρὰ Φαβωρίνῳ ἐν τῷ Περὶ ἰδεῶν λόγῳ , πόθεν δὲ λαβὼν
δὲ ἀρχαῖος παλαιστικὸν λέγει . Κορυφαιότατον : ἐνεκαλυψάμην εὑρὼν παρὰ Φαβωρίνῳ . λέγε οὖν κορυφαῖον . Ἐπαοιδὴ ἰδιώτης λέγων οὐκ
4699653 διειρειν
, ἤτοι γε ἀπὸ τῶν ἀριστερῶν μερῶν ἐπὶ τὰ δεξιὰ διείρειν τὴν βελόνην ἢ ἀνάπαλιν , ἑκατέρως δὲ πειρᾶσθαι τὴν
ὑπεροχή . βελόνην χρὴ λίνον διπλοῦν ἔχουϲαν πρὸϲ τῇ βάϲει διείρειν , εἶτα ἀποϲφίγγειν τὸ λίνον καὶ διαϲτήϲαντα βραχύ ,
4697197 τηνδι
οὑτοσί με νῦν ἀποπνῖξαι βούλεται ; ἔχ ' , ἀναβαλοῦ τηνδὶ λαβών , καὶ μὴ λάλει . τουτὶ τὸ κακὸν
' ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε
4688503 ἐγγραψας
δὲ ἕκαστα καὶ τῶν πραχθέντων καὶ τῶν λεχθέντων ἐς ἐπιστολὴν ἐγγράψας ἀπέπεμψε πρὸς τὴν μητέρα σὺν τῷ ὅρμῳ . καὶ
, τυφθεὶς καὶ πληγεὶς τὸ πρόσωπον , λαβὼν χαρτίον καὶ ἐγγράψας εἰς τὸ χαρτίον τὸν τύψαντα , ἐκόλλησεν εἰς τὸ
4671907 ἀπῃειν
' αὐτῆς διὰ τίν ' αἰτίαν . . . . ἀπῄειν τῶν τόκων ἔχων τόκους . Ἀράβιον ἐξεύρηκα σύμβουλον .
* . ? Ἀπῄειν : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ ἀπῄειν καὶ τὸ ᾔομεν , οἷον : ᾔομεν , ὡς
4638806 κερμα
τῷ Αἰσώπῳ . ὁ Ξάνθος ἀνοίξας τὸ γλωσσόκομον ἐδίδου τὸ κέρμα τῶν λαχάνων . ὁ κηπουρὸς λέγει ” πρὸς τί
. ὡς δὲ ἥκομεν ἔς τινα πόλιν , ἵνα ἠδυνάμεθα κέρμα γενέσθαι αὐτοῖς , προήγαγον ἡμᾶς ἐς ἀγοράν , εἶτα
4638280 περικαθαιρων
καλουμένας πύλας : εἶτ ' ἔξω τοῦ τείχους περίεισι κύκλῳ περικαθαίρων αὐτῷ τὴν πόλιν , καὶ τότε ὑπὸ τοῦ βασιλέως
ἔθος ἦν τοιοῦτον . Εἰσήρχετό τις ὁ λεγόμενος περιστίαρχος ὁ περικαθαίρων τὴν ἐκκλησίαν διὰ χοίρου ἐσφαγμένου καὶ ἄλλων τινῶν ,
4633626 τετορας
τετράπους . ἐστὶ δ ' ὄνομ ' αὐτῷ τρίπους , τέτοράς γε μὰν ἔχει πόδας . Οἰδίπους τοίνυν ποτ '
οἶμαι τετράπους . } ἔστιν ὄνομ ' αὐτῶι τρίπους , τέτοράς γα μὰν ἔχει πόδας . } Οἰδίπους τοίνυν ποτ
4621987 διαλελυμενως
χειρῶν οἷον φέρων τὸ δίκαιον . οὕτω καὶ θερμὸν ἔργον διαλελυμένως μὲν τὸ ἀναιδὲς καὶ θρασὺ , θερμουργὸς δὲ ἀνὴρ
: . Ν . . . ἄκρης πόλιος : ὅτι διαλελυμένως ἄκραν πόλιν εἶπε τὴν ἀκρόπολιν . . . .
4620231 διαγραφειν
καὶ σὲ ἐν κομψῷ στολίῳ ἢ τριβωναρίῳ ἀναβάντα ἐπὶ πούλβινον διαγράφειν , πῶς Ἀχιλλεὺς ἀπέθανεν ; παύσασθε , τοὺς θεοὺς
αὑτὰ μὲν ὑπάρχοντα καὶ τὰ κατ ' οὐσίαν κατηγορούμενα πειρῶνται διαγράφειν οἱ τὴν ἀντίφασιν λέγοντες συναληθεύειν , μόνας δὲ τὰς
4618562 Ἀριστοτελικου
ὑπεστρωμένης αὐτῷ λεοντῆς καὶ Ἡρακλῆς καλεῖσθαι ἤθελεν , Ἀλεξάνδρου τοῦ Ἀριστοτελικοῦ τοσούτοις αὑτὸν ἀφομοιοῦντος θεοῖς , ἀτὰρ καὶ τῇ Ἀρτέμιδι
τὸ ζητῆσαι πόσα καὶ τίνα κεφάλαια δεῖ προλαμβάνειν ἐπὶ παντὸς Ἀριστοτελικοῦ συγγράμματος . ἓξ τοίνυν κεφάλαια δεῖ προλαμβάνειν , τὸν
4617419 δωροδοκηματα
: κατέλαβον Ἐπικράτης τε καὶ Φορμίσιος παρὰ τοῦ βασιλέως πλεῖστα δωροδοκήματα , ὀξύβαφα χρυσᾶ καὶ πινακίσκους ἀργυροῦς . Σώφρων δ
πεπόρισαι τῇ σαυτοῦ ἀνανδρίᾳ τὸ βασιλικὸν χρυσίον καὶ τὰ δημόσια δωροδοκήματα . Ὅλως δὲ τί τὰ δάκρυα ; τίς ἡ
4611676 γραμμα
ἥ τε λήγουσα τοῦ στεφάνων μορίου δυσὶ περιλαμβάνουσα ἡμιφώνοις φωνῆεν γράμμα φύσει μακρὸν καὶ ἡ συναπτομένη ταύτῃ τρισὶ μηκυνομένη γράμμασιν
. καὶ Καλλίμαχος δέ , ποτὲ μὲν τὸ ποίημα καλῶν γράμμα ποτὲ δὲ τὸ καταλογάδην σύγγραμμα , φησί : Κρεοφύλου
4607166 σκευασαι
Ὑπερείδης ἐν τῷ πρὸς Δημέαν καὶ σκευασίαν δὲ Ὑπερείδης καὶ σκευάσαι , καὶ συσκευασάμενοι τὰ πλείστου ἄξια , καὶ ἀσυσκεύαστον
τίνα τρόπον παραθεῖναι δ ' ἢ πότ ' ἢ πῶς σκευάσαι δεῖ , μὴ προΐδηται τοῦτο μηδὲ φροντίσῃ , οὐκέτι
4601087 ἀναφορον
παρεικάζων ἔφη κεράτινον εἶχε σκευοφόριον καμπύλον . ἀλλὰ μὴν καὶ ἀνάφορον κατὰ τὴν τῶν πολλῶν χρῆσιν εἴη ἂν ταὐτὸ τοῦτο
εἶναι . : ἀπόστρεπτος ἄπιθι : ἀντὶ τοῦ ἀποστραφείς . ἀνάφορον : τὸ ξύλον , ᾧ χρῶνται πρὸς τὴν κομιδὴν
4597090 ἐπιγραψας
δὲ καὶ χωρογραφίαν ἐξέδωκεν ἐν κωμικῷ μέτρῳ , Γῆς Περίοδον ἐπιγράψας . , , : Οἷον Ἰβήρων μὲν τῶν ἑσπερίων
ὁ Πλάτων ποιήσας δύο διαλόγους καὶ ἐν τινὶ μὲν αὐτῶν ἐπιγράψας “ Περὶ δικαίου ἢ περὶ πολιτείας ” , ἐν
4592063 τἀνδραποδα
Ξυπεταιόνα , καὶ δεηθεὶς τοῦ κηδεστοῦ πρίασθαι παρ ' αὑτοῦ τἀνδράποδα καὶ τὴν οἰκίαν , ἀποδόσθαι ταλάντου , κἀπὸ τούτου
ἡ οἰκία ἐν ᾗ ᾤκει αὐτὸς ὁ Κόμων , καὶ τἀνδράποδα οἱ σακχυφάνται , ἡ δ ' ἑτέρα ἦν μερὶς
4578131 κορημα
θέρμαυστριν , ἓξ θρόνους , χύτραν , κάννας ἑκατόν , κόρημα , κιβωτόν , λύχνον . ἔχω γὰρ ἐπιτήδειον ἄνδρ
δὲ ῥῆμα κορεῖν ἂν λέγοις . καὶ τὸ μὲν σκεῦος κόρημα ὑπὸ Εὐπόλιδος εἴρηται ἐν τοῖς Κόλαξι τουτὶ λαβὼν τὸ
4574018 θεις
αὐτὸν τοῦτον λέγων , ἀντὶ τοῦ νοήσαντος τὸν εὖ εἰπόντα θεὶς , ὡς αὐτὸν τοῦτον ὄντα τὸν βέλτιστον ῥήτορα .
: ἀπὸ δὲ διαστήματος συμμέτρου τοῦ κατόπτρου μικρὰ τοιαῦτα κάτοπτρα θεὶς τετραπλᾶ γωνίαις κινούμενα λεπίσι τε καί τισι γιγγλυμίοις ,
4572294 ἐκτεισαι
. Καί σφι ὑπ ' Ἀργείων ἐπεβλήθη ζημίη χίλια τάλαντα ἐκτεῖσαι , πεντακόσια ἑκατέρους . Σικυώνιοι μέν νυν συγγνόντες ἀδικῆσαι
δῆμος κατέγνω , ἐὰν μὲν αὐτὸς ὁ ὀφλὼν ἱκετεύῃ πρὶν ἐκτεῖσαι , ἔνδειξιν εἶναι αὐτοῦ , καθάπερ ἐάν τις ὀφείλων
4564691 ψευσαμενος
Πάντα ἄρα ἀφελὼν καὶ οὐδὲν περὶ αὐτοῦ εἰπὼν οὐδέ τι ψευσάμενος , ὡς ἔστι παρ ' αὐτῷ , εἴασε τὸ
ψεύσομαι . οὐ ψεύδεϊ τέγξω : οὐκ εἰς ὑπερβολὴν τραπήσομαι ψευσάμενος . ἤτοι οὐ κρύψω τὸν λόγον τῷ ψεύδει :
4552418 ἀσφαλισαμενος
κόσμον , καὶ καθάπερ ἡνίοχος ἀγαθὸς τὸ τοῦ κόσμου ἅρμα ἀσφαλισάμενος καὶ ἀναδήσας εἰς ἑαυτόν , μήπως ἀτάκτως φέροιτο .
Καὶ ξηράνας τοῦτο , βάλε ἐν βικίῳ ὑελίνῳ , καὶ ἀσφαλισάμενος , κατάχωσον ἡμέρας τινὰς , τουτέστι ἄχρις οὗ τέφρα
4545793 διεξῃει
ὡς γὰρ δὴ ἐλάβετο ξίφους , ἐτίτρωσκεν αὐτὸς αὑτὸν καὶ διεξῄει τὸ σῶμα ἅπαν κόπτων τε καὶ λυμαινόμενος . Ἀργεῖοι
ἀπολαβεῖν εἴξαντες [ ἔδωκαν ] . τούς θ ' ὅρκους διεξῄει καὶ τὰς συνθήκας τὰς ἐπὶ τῇ καθόδῳ γενομένας ἀνεκαλεῖτο
4538399 κωμικην
μὲν γὰρ αὐτῶν λυρικὴν κλῆσιν φέρει , ἄλλο τραγικήν , κωμικήν , μονῳδίαν καὶ σατυρικήν , καὶ διθύραμβον πάλιν :
Γ τὴν Πάρον φασίν , οἱ δὲ κατὰ παιδιὰν εἰρηκέναι κωμικήν . ἀπ ' ἰκρίων θεωροῦντες τοὺς δύο ὀβολοὺς παρεῖχον
4529876 παρακαθημενον
, οἷος λογισάμενος ταῖς ψήφοις καὶ κεφάλαιον ποιήσας ἐρωτᾶν τὸν παρακαθήμενον : Τί γίνεται ; καὶ δίκην φεύγων καὶ ταύτην
τί αὐτῷ δοκεῖ τὰ τοῦ θεοῦ , καὶ πρὸς τὸν παρακαθήμενον λέγειν , ὅτι φοβεῖται ἀπὸ ἐνυπνίου τινός : καὶ
4527422 Τυλλος
σοφὸς ἐν ὀλίγοις , ὑπὲρ ὧν ὕστερον ἐρῶ , καὶ Τύλλος Ὁστίλιος ὁ τρίτος ἀπὸ Ῥωμύλου βασιλεύσας καὶ πάντες οἱ
αἱρεθεὶς ὑπὸ τοῦ δήμου τρία καὶ τετταράκοντα ἔτη βασιλεῦσαι : Τύλλος δὲ Ὀστίλιος μετὰ Νόμαν δύο καὶ τριάκοντα : ὁ
4526389 μονωτον
αὐτὸ οἷον λικνοφορήσας τούτων γεύεται : ἱστορεῖ Ἀμμώνιος . κισσύβιον μόνωτον ποτήριον . Νεοπτόλεμος δὲ ὁ Παριανός φησι τὸ κίσσινον
δ ' αὐτοῦ σάτυρος φαλακρὸς , ἐν τῇ δεξιᾷ κώθωνα μόνωτον ῥαβδωτὸν κρατῶν . : Καὶ Πολέμων δ ' ἐν
4516498 συμποσιον
ἐπιστρόφως , πίνειν τε πολλὰς κύλικας εὐζωρεστέρας . Καὶ συναγώγιμον συμπόσιον ἐπιπληροῦσιν . Ἔπειτά γ ' εἰσιόντ ' , ἐὰν
πηνίκα τε εἰσακτέον τοὺς ὡραίους καὶ τὰς ὡραίας εἰς τὸ συμπόσιον καὶ πότε αὐτοὺς προσδεκτέον ὡραιζομένους καὶ πότε παραπεμπτέον ὡς
4513585 φασκωλιον
μισθὸν κυνοκέφαλος ἐπράττετο ὑπὲρ τούτων , καὶ τὸ διδόμενον ἐς φασκώλιον ἐμβαλὼν ἐξηρτημένον ἔφερεν , ὡς οἱ τῶν ἀγειρόντων δεινοί
ξύλων , σφάκελος σπασμὸς μετὰ φλεγμονῆς . φάσκωλος ἱματιοφορίς , φασκώλιον δερμάτιον . φράσον τὸ εἰπέ , φράσαι ἀντὶ τοῦ
4513221 ἐξυμενισας
ἐλαίου , εἶτα τὰς λεκίθους συλλέαινε , τὸ δὲ στέαρ ἐξυμενίσας τῆκε σὺν τῷ κηρῷ , λειουμένῃ τῇ λιθαργύρῳ προσεπιβαλὼν
μεταβεβληκὸς εἰς δριμύτητα . πρόσφατον δὲ λαβὼν τούτων τι καὶ ἐξυμενίσας ἔμβαλε εἰς λοπάδα κεραμέαν καινήν , δὶς τοσοῦτον χωροῦσαν
4513152 συμβουλευσασθαι
γλῶτταν : ἦν δὲ ὁ ἀνὴρ ῥητορικός φησί , καὶ συμβουλεύσασθαι δυνάμενος . . . . , . : ὡς
. καὶ τὸ πυρρὸν χρῶμα . φράσασθαι : ἰδεῖν . συμβουλεύσασθαι . φυτεύειν : καὶ ἐπὶ τοῦ συνήθους . καὶ
4511067 σχηματισας
ἐὰν περιτειχίσητε . κεκλήσεται πόλις : Ἔπαιξε παρὰ τὸ πόλος σχηματίσας τὴν πόλιν . ὥσπερ παρνόπων : [ Εὐχείρωτοι γὰρ
ἐνδοξότερον , τὸ καὶ τὸ πεποίηκεν , ὁ δέ , σχηματίσας τὸν λόγον , προτίθησι τὸ παράδειγμα τὸ περὶ τῶν
4508636 ἱππασιᾳ
κελεύων μὴ κατά τι τείνεσθαι , μὴ γυμνάζεσθαι , χρώμενον ἱππασίᾳ καὶ ὀχήματι μηδὲ ἐπὶ πολὺ ἵστασθαι . δεῖ δὲ
αὐτὸς σὺν ὀλίγοις ἱππεῦσιν εἰς τὴν Ῥώμην ἐλαύνει συντόνῳ χρησάμενος ἱππασίᾳ : εἰσελθὼν δ ' εἰς τὴν πόλιν ἔτι πολλῆς
4506571 Σοφων
ἀγών . Αὐδάσομεν ] Λέξομεν . Ἀμφιβάλλεται ] Κοσμεῖται . Σοφῶν μητίεσι ] * Σοφοὺς ἐνταῦθα τοὺς ποιητάς φησιν ,
ἀγών . Αὐδάσομεν ] Λέξομεν . Ἀμφιβάλλεται ] Κοσμεῖται . Σοφῶν μητίεσι ] * Σοφοὺς ἐνταῦθα τοὺς ποιητάς φησιν ,
4505410 προλαβων
. Ἡ δὲ ὕλη ἄποιος ἦν καὶ ἀσχημάτιστος ; οὕτω προλαβὼν ἐξεῖπον τῷ λόγῳ . Οὐκοῦν εἰ τὰ κακὰ ποιότητες
μέτριος καὶ ποιῶν τὰ ὡμολογημένα , ὁ δὲ τὴν ἡλικίαν προλαβὼν καὶ μισθωσάμενος ἐψεύσθω : καὶ δικαστὰς ὑμᾶς αὐτοὺς ὑπολάβετε
4499961 πλινθῳ
περίβολον τῶν τειχῶν εἰπεῖν . τὰ δὲ οὐκ ἀσφάλτῳ οὐδὲ πλίνθῳ ὀπτῇ δέδμηται , οὐδὲ κόνει στιλπνὰ ἕστηκεν , ἀλλ
τῆς Χαλκιοίκου συνεδίωξεν Ἀθηνᾶς , καὶ τὰς θύρας τοῦ τεμένους πλίνθῳ φράξας , λιμῷ ἀπέκτεινεν : ἡ δὲ μήτηρ καὶ
4495919 Πανθεια
οὐδείς μου τὴν παρθενίαν κατῄσχυνε . ” καταπεσοῦσα οὖν ἡ Πάνθεια πάλιν ἔστενεν . ἡμεῖς δὲ ἐσκοποῦμεν , καθ '
ἡ δὲ τροφὸς ἀνωλοφύρατό τε καὶ περιεκάλυπτεν ἄμφω ὥσπερ ἡ Πάνθεια ἐπέστειλεν . ὁ δὲ Κῦρος ὡς ᾔσθετο τὸ ἔργον
4493180 ἀλειπτης
ἐπικρυψάμενος : ἡ λύγη γὰρ ἡ σκιά . παιδοτρίβης . ἀλείπτης , γυμναστής . αἰεὶ γηράσκω πολλὰ διδασκόμενος . γέρρα
ἀλείσιον : τόπος ἡ κολώνη παράκειται . . . . ἀλείπτης : ἀπὸ τοῦ ἀλείφω ἤλειπται ὁ μὴ ἀλειφθείς ,
4492113 διατεμειν
ἑαυτοὺς ἑλκυσάντων γίνεται . εἰ γοῦν μῦν ὅλον ἐγκάρσιον ἐθέλοις διατεμεῖν , εἴτε ἐπὶ τεθνεῶτος εἴτε καὶ ζῶντος ἔτι τοῦ
τὸ ἱμάτιον παραδείγματος , ὃ ἐφ ' ἡμῖν ἐστιν ἢ διατεμεῖν ἢ σῶον ἐᾶσαι καὶ ἀδιάτμητον , ἄχρις ἂν ἢ
4489211 οὐϲ
ἀκουϲτικὸν πόρον , ϲυνεχῶϲ ἔλαιον ἐγχεῖν προϲήκει , ἐκκλύζονταϲ τὸ οὖϲ καὶ δι ' ἐρίου μαλακοῦ ἀπομάττονταϲ , εἶτ '
ἐπὶ δὲ τῆϲ χρείαϲ λαβὼν ἐξ αὐτοῦ ἐντίθει εἰϲ τὸ οὖϲ . πρὸϲ δὲ τὰ ἐν τοῖϲ ὠϲὶν ἕλκη χρῶ
4486476 καταποντισθηναι
: ” καὶ πολὺ καθίζεσθαι ” . καταποντωθῆναι ἀντὶ τοῦ καταποντισθῆναι : τῶν Ἀττικῶν δέ ἐστιν . κέκτημαι καὶ ἔκτημαι
Διομήδους ῥίπτεσθαι εἰς τὸν βύθον αὐτὰς παρὰ τοῦ Δαύνου ὥστε καταποντισθῆναι καὶ πάλιν ἐξέρχεσθαι καὶ εὑρίσκεσθαι ἐν τῷ τόπῳ ,
4483906 θοἰματιον
ἐν τῷ προκολπίῳ . καὶ ἔνδον μένειν , ὅταν ἐκδῷ θοἰμάτιον ἐκπλῦναι . καὶ φίλου ἔρανον συλλέγοντος καὶ διειλεγμένου αὐτῷ
τὴν πλατεῖαν σοὶ μόνῳ ταύτην πεποίηκεν ὁ βασιλεύς ; Αἰγύπτιος θοἰμάτιον ἠρδάλωκέ μου . τοὺς ἐν τῇ πόλει μάρτυρας ἔχω
4474399 ἀπηνεγκε
! ! ! ! ! ! ! ! ! καὶ ἀπήνεγκέ - ] ? [ με εἰς κλίμα τὸ ἀρκτῷον
μου τὸ ἅγιον πνεῦμα ἐν μιᾷ τῶν τριχῶν μου καὶ ἀπήνεγκέ με εἰς τὸ ὄρος τὸ μέγα Θαβώρ , ἐπαπορήσει
4467998 ὑφελομενος
τῶν οἰκείων ἔργων ἀσχολουμένου ἅτερος τούτων μέρος τι τῶν κρεῶν ὑφελόμενος εἰς τὸν θατέρου καθῆκε κόλπον . ἐπιστραφέντος δὲ τοῦ
τὸν σιμόν , τὸν βραχύν , ὃς τὸ κεραμεοῦν τρύβλιον ὑφελόμενος ᾤχετο ὑπὸ μάλης ἔχων μετὰ τὸ δεῖπνον , ὃ
4467225 ὑπομακρον
πελεκίνου σπέρμα πρὸ τῆς συνουσίας ἐγκλυζέσθω . Κοχλίον θαλάσσιον τὸν ὑπόμακρον καύσας καὶ λειώσας πρόσβαλλε ὠοῦ τὸ λευκὸν ἢ ὄνειον
εἰς τουτὶ τὸ κοῖλον ἐγχέας ἔπειτ ' ἄνωθεν ῥάβδον ἐνθεὶς ὑπόμακρον , γενήσεταί σοι τῶν κατακτῶν κοττάβων . Οἴμοι καταγελᾷς
4464927 ἀπαντατω
αἰδῶ σκέπων , τῇ δεξιᾷ δὲ αὐτὸς ἑαυτὸν ἄγχων . ἀπαντάτω δ ' ἐξιόντι ἡ Μετάνοια δακρύουσα εἰς οὐδὲν ὄφελος
θέλῃ μαρτυρεῖν , προκαλεῖσθαι τὸν δεόμενον , ὁ δὲ κληθεὶς ἀπαντάτω πρὸς τὴν δίκην , καὶ ἐὰν μὲν εἰδῇ καὶ
4464422 Ποπιλλιος
. ἐν Ῥώμῃ κατεστάθησαν ὕπατοι Λεύκιος Κορνήλιος Λέντλος καὶ Κόιντος Ποπίλλιος . ἐπὶ δὲ τούτων ] Ἀλέξανδρος καταπεπολεμηκὼς τὸ τῶν
τοῖς Πάρθοις . , . . ) Ὅτι ὁ ὕπατος Ποπίλλιος Ὑριάτθου περὶ διαλέξεως ἀξιοῦντος ἔκρινε προστάττειν καθ ' ἕκαστα
4462313 Εἰπας
σέο μεταγινώσκω μετίημί τέ σε ἰέναι ἐπὶ τὴν ἄγρην . Εἴπας δὲ ταῦτα ὁ Κροῖσος μεταπέμπεται τὸν Φρύγα Ἄδρηστον ,
ἐστί , ἄφετε λούσασθαι , λουσαμένας δὲ ὀπίσω προσδέκεσθε . Εἴπας ταῦτα , συνέπαινοι γὰρ ἦσαν οἱ Πέρσαι , γυναῖκας
4460173 περιοψει
ὡς , εἴ τι ῥᾳθυμηθείη , κἂν μικρόν , οὐ περιόψει . Οὐδὲν θαυμαστὸν ἄτιμον ὄντα σιωπᾶν : ἡμεῖς δὲ
οὐδὲν ἐκ τῶν νῦν καιρῶν ἔσται τὸ ἆθλον , ἀλλὰ περιόψει ποιοῦντα τοῦθ ' ὃ ποιεῖν ἔγνωκεν , εἰ μὴ
4440308 ἀνενευε
δὴ ἐτάνυσσε βίῃ τὸ τέταρτον ἀνέλκων , ἀλλ ' Ὀδυσεὺς ἀνένευε καὶ ἔσχεθεν ἱέμενόν περ . τοῖς δ ' αὖτις
χρυσοῦ ᾔτει τὸν Μιχαῆλον : ὁ δὲ τὸ μὲν πρῶτον ἀνένευε χώραν τε αἰτῶν καὶ φρούρια ἐς ἀπόδοσιν ἢ καὶ
4439854 Ἀργυριον
καὶ σοὶ τοῦτο ἀγαθὸν ἔσεσθαι . ἐντεῦθεν λέγει Σεύθης : Ἀργύριον μὲν οὐκ ἔχω ἀλλ ' ἢ μικρόν τι ,
τῆς ἐν ὑμῖν εὐνοίας τεκμήριον καὶ πρὸς ὑπόνοιαν ταραχθῆναι . Ἀργύριον δέ μοι ἐρχομένῳ οὔτ ' ἂν φύσις οὔτ '
4436649 χοα
παρετίθεσαν , οἱ δὲ καλούμενοι ἔφερον ἑψήματα καὶ κίστην καὶ χοᾶ . “ κίστην ” δὲ τὴν ὀψοθήκην . Ὅμηρος
εὐτυχοῦσι . Γ ] μεθύοντες ταῦτα ἐπαγγέλλονται . Γ οἴνου χοᾶ : χοῦς μέτρον Ἀττικὸν χωροῦν κοτύλας ὀκτώ . ΓΘ
4436332 θοιματιον
μεσούσης ἡμέρας , καὶ καταλαβὼν αὐτὴν καθεύδουσαν , ὑποδὺς ὑπὸ θοιμάτιον καὶ παρακλιθεὶς ἠρέμα , ἀψοφητὶ ἔμενεν αὐτὸς μὲν ἀτρεμῶν
αὐτῶν καταγῆναι δεῖν , κατεαγὼς ἔσται αὐτίκα μάλα , κἂν θοιμάτιον διεσχίσθαι , διεσχισμένον ἔσταιοὕτω μέγα ἐγὼ δύναμαι ἐν τῇδε
4436065 Διονυσοδωρος
. Αὐτίκα δέ γε , ἦ δ ' ὃς ὁ Διονυσόδωρος , ἄν μοι ἀποκρίνῃ , ὦ Κτήσιππε , ὁμολογήσεις
ἐρέσθαι [ τὸν Εὐθύδημον ] εἰ καὶ ὀρχεῖσθαι ἐπίσταιτο ὁ Διονυσόδωρος : ὁ δέ , Πάνυ , ἔφη . Οὐ
4435485 περιελιξας
, ἀναφυρήσας τοῦτο , ἐς εἴριον μαλθακὸν καθαρὸν περὶ πτερὸν περιελίξας ῥάκεα , καὶ καταλαβὼν προστιθέναι , ἐς λευκὸν ἄλειφα
, μῆκος δὲ ἓξ δακτύλων , χρίσας τῷ φαρμάκῳ , περιελίξας τῷ εἰρίῳ , τὸ φάρμακον ἀνασπογγίσας , τὸ ἔσχατον
4431744 Ὀλυμπιοδωρῳ
γνώσεσθε καὶ τὰ συμφέροντα ἡμῖν ἅπασιν , οὐχ ἥκιστα δὲ Ὀλυμπιοδώρῳ αὐτῷ τουτῳί . Μηδενὶ ὑμῶν ἄπιστον γενέσθω , ὦ
εἰληφέναι ὑφελόμενος Κόμωνος , καὶ ἀποδίδωσιν ἅπαν τὸ ἀργύριον τοῦτο Ὀλυμπιοδώρῳ τουτῳί . ἐγὼ δ ' , ὦ ἄνδρες δικασταί
4431334 ἀπεκομισεν
τις παριὼν καὶ τὸ βρέφος ἀνειληφὼς , τῇ ἰδίᾳ γυναικὶ ἀπεκόμισεν . Ἡ δὲ τὰ σφυρὰ τοῦ παιδὸς θεραπεύσασα ,
τήν τε νίκην ἀπήγγειλε καὶ δισχίλια τάλαντα πρὸς τὸν πόλεμον ἀπεκόμισεν : Εὐαγόρας δὲ πρὸ μὲν τῆς ναυμαχίας παρὰ θάλατταν
4428143 Σευθης
Παιρισάδης . . . . . . . . α Σεύθης . . . . . . . . .
οὐκοῦν δῆλον τοῦτό γέ ἐστιν , εἴπερ ἐμοὶ ἐτέλει τι Σεύθης , οὐχ οὕτως ἐτέλει δήπου ὡς ὧν τε ἐμοὶ
4427853 ϲτηθοϲ
τιτθούϲ , εἶτα ἔξωθεν ἐπιθεὶϲ ϲπόγγον ἀπὸ ὀξυκράτου ϲφίγγε τὸ ϲτῆθοϲ δεϲμίδι , μετὰ δὲ τρεῖϲ ἡμέραϲ τὸ κύμινον ἄραϲ
καὶ δαψιλέϲτερον διαιτᾶν καὶ οἶνον διδόναι πίνειν γλυκὺν καὶ ἀνατρίβειν ϲτῆθοϲ καὶ τιτθούϲ , ταῖϲ δ ' ἂν καὶ ϲικύα
4425355 προθεις
, καὶ τίς ἡ ὕλη τοῦ πολιτικοῦ ζητήματος καὶ ἔτι προθεὶς τὴν διαφορὰν τῆς ὕλης , τουτέστι προσώπων τε καὶ
. τί δὴ χρησόμεθα , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ] ἐρώτησιν προθεὶς οὐκ ἐπήνεγκε τὴν ἀπόκρισιν βοηθήσωμεν , εἶθ ' οὕτω
4420631 Αἰσωπος
γεννηθέντες τῶν Ἑλλήνων δοῦλοι καθεστήκατε . ” ταῦτα εἰπὼν ὁ Αἴσωπος περὶ ἐκδημίαν ἐγένετο . οἱ δὲ Δελφοί , λογισάμενοι
. ὁ δὲ Ξάνθος λέγει “ λύσατε αὐτόν . ” Αἴσωπος λέγει “ οὐ βούλομαι λυθῆναι . ” Ξάνθος :
4420518 προχειρισαμενος
ἐπιδειξάμενος : ὧν ἐγὼ μίαν , ἣν μάλιστα τεθαύμακα , προχειρισάμενος ἐρῶ προειπὼν ἐξ οἵας ὁρμηθεὶς συντυχίας καὶ τίνας ἀφορμὰς
ὅπου καθίζῃς ἔχων ὀρθὸς ὑπ ' ἀπορίας ἀναγιγνώσκεις τὸ βιβλίον προχειρισάμενος . Ἐπειδὰν δὲ ἄσιτόν τε καὶ ἄποτον ἡ νὺξ
4418476 σωον
Θεὸς βουληθεὶς δημοσιεῦσαι αὐτοῦ τὴν κενοδοξίαν τὸ σάνδαλον αὐτοῦ ἀποπτυσθῆναι σῶον ἐκ τοῦ πυρὸς ἐποίησεν . καὶ οὕτως ἐγνώσθη ὅτι
Φαίαξι “ βόμβησε δὲ λίθος . ” σόον ἐμφανῆ καὶ σῶον καὶ ὁλόκληρον . Σούνιον ἀκρωτήριον τῆς Ἀττικῆς . σοῖο
4406428 Τουτι
βοτρύχοισι κομῶν . Μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην . Τουτὶ τί ἐστιν ; ὡς ἀνεκὰς τὸ κρίβανον . Ἀδώνι
δή , μή πώς σε δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας ἰκτῖνος μάρψῃ Τουτὶ μέντοι σὺ φυλάττου , ὡς οὗτος φοβερὸς τοῖς σπλάγχνοις
4402254 ᾀσαντος
Ἀθηναῖος Ἐξηκεστίδου παρὰ πότον τοῦ ἀδελφιδοῦ αὐτοῦ μέλος τι Σαπφοῦς ᾄσαντος , ἥσθη τῷ μέλει καὶ προσέταξε τῷ μειρακίῳ διδάξει
. πλὴν ἀλλ ' ὁ μὲν ἕωθεν ἀπεληλύθει τοῦ ἀλεκτρυόνος ᾄσαντος εὐθὺς ἀνεγρόμενος , ἐγὼ δὲ ἐμεμνήμην ὅτι κατὰ τοίχου
4395125 διδασκαλειον
ἐπιστημόνων . φροντιστήριον ] ἀσκητήριον , παιδευτήριον , σχολεῖον , διδασκαλεῖον . , ἐπιμελητήριον , φροντίζειν τὸ τὰ θεῖα μελετᾶν
λοιποῖς δὲ προσπέρδου . τί φής ; ἐγώ . τὸ διδασκαλεῖον ἡμεῖς σώζομεν τὸ Σίκωνος . οὗτος τῆς τέχνης ἀρχηγὸς

Back