| ἦσαν ἐϋτρεφέες δασύμαλλοι , καλοί τε μεγάλοι τε , ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχοντες : τοὺς ἀκέων συνέεργον ἐϋστρεφέεσσι λύγοισι , τῇς | ||
| νήματος ἀσκητοῖο βεβυσμένον : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχουσα . ἔοικε δὲ καὶ αὐτὴ τὴν ἑαυτῆς καλλιτεχνίαν |
| , παρ ' Ἀττικοῖς . Ἔριον , καὶ εἶρος . ἰοδνεφὲς ὡς ἔχουσα , τὸ μέλαν . πα - ρὰ | ||
| φέρουσα νήματος ἀσκητοῖο βεβυσμένον : αὐτὰρ ἐν αὐτῷ ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχουσα . ἔοικε δὲ καὶ αὐτὴ τὴν ἑαυτῆς |
| ' αὐτῆς οὐ παρέργως τὸ φίλεργον κἀκ τοῦ ταλάρου ὃν Φυλὼ φέρει καὶ τῆς ἠλακάτης καὶ τοῦ ἐρίου . ἔοικε | ||
| ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν , Ἀλκίππη . . Φυλὼ , . . . Ἀλκάνδρη . . . σημειωτέον |
| . τῆς . . . καταπυγοσύνης ] τῆς μαλακίας . ἀντιστροφή . πρὸς τὸν δίκαιον ταῦτα . καλλίπυργον ] ὑψηλοτάτην | ||
| μοι ] ἰαμβικοὶ στίχοι τρεῖς . ἔστι θεοῖς ] ἑτέρα ἀντιστροφή . τὰ δὲ κῶλα ἀντισπαστικὰ ὅμοια τοῖς τῆς στροφῆς |
| ἐνθέῳ κατοκωχῇ τε καὶ μανίᾳ χρώμενον . τοιγαροῦν ” ἡ ῥάβδος ἡ Ἀαρὼν κατέπιε τὰς ἐκείνων ῥάβδους ” , ὡς | ||
| . Ἐν ἀέρι δὲ γίνονται σημεῖα κατὰ φάσιν ἴρις καὶ ῥάβδος καὶ ἅλως καὶ σέλας τὸ πυρφλέγον . αἱ μέν |
| οὕτως : κλίσιον ἡ βάσις ἐφ ' ἧς κεῖται ὁ θρόνος : “ περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντη , ” | ||
| τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι , καὶ παρ ' ἑκάστῃ θρόνος ἔκειτο χρυσοῦς . καθίσας οὖν ἑαυτὸν ἐπὶ τῆς πρώτης |
| γὰρ ὀννώρινε νύκτας , τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ ' ὀ πύθμην . σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων ἔχηις τὰν δόξαν οἴαν | ||
| μέσσα , Διὸς δ ' ἐκ πάντα τέτυκται : Ζεὺς πύθμην γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστεροέντος . καὶ ἀρχὴ μὲν |
| ” , αἰπεῖα κολώνη , τηλοῦ ἐπ ' Ἀλφειῷ , πυμάτη Πύλου „ ἠμαθόεντος . ” Ὁ δὲ Κυπαρισσήεις ἔστι | ||
| , τὴν δ ' αὐτῶν Αὐσονιήων . ἀλλ ' ἤτοι πυμάτη μὲν ἀγαυῶν ἐστιν Ἰβήρων , γείτων Ὠκεανοῖο πρὸς ἑσπέρου |
| ὅταν τι ναοῖς ἐγκατασκήψῃ μύσος Ἀκτῖτις πέτρα Βαρκαῖον αἶπος Φασιανὸν νάπος ὁ γὰρ θεὸς μέγιστος ἀνθρώποις νόμος θεοῦ θέλοντος † | ||
| ἡμῖν πομπὸς ἦν θεωρίας . πρῶτον μὲν οὖν ποιηρὸν ἵζομεν νάπος , τά τ ' ἐκ ποδῶν σιγηλὰ καὶ γλώσσης |
| ἐγκοπὴν ἔγκειται ἡ ῥίζα , εἶτ ' ἐκ πλαγίων κατακλείεται περόνη εἰς τετρημένην τὴν σπάθην καὶ τὴν ῥίζαν , ἥτις | ||
| διάπειρον : τουτέστιν ἕως καὶ αὐτῶν τῶν στέρνων κατελθέτω ἡ περόνη . κατὰ τῶν στέρνων δὲ , φησὶ , περόνα |
| ὄρχησις , ὥς φησιν Ἀριστοκλῆς ἐν πρώτῳ περὶ χορῶν , σίκιννις , καὶ οἱ σάτυροι σικιννισταί . τινὲς δέ φασιν | ||
| καὶ δικαιότητα . Π . , : ἦν δὲ καὶ σίκιννις κωμικωτέρα , ἣν πρῶτοι ὠρχήσαντο Φρύγες ἐπὶ Σαβαζίωι Διονύσωι |
| φησὶ καλεῖσθαι . , : Κλείτη , θυγάτηρ Μέροπος , Περκωσίου τὸ γένος , μάντεως , ἣν Κύζικος ἔγημεν , | ||
| ἦρχ ' Ἄδρηστός τε καὶ Ἄμφιος λινοθώρηξ υἷε δύω Μέροπος Περκωσίου , ὃς περὶ πάντων ᾔδεε μαντοσύνας , οὐδὲ οὓς |
| Δελφοῖς τῷ Ἀπόλλωνι τὸν δίφρον τοῦ ἅρματος . ἄμειψεν ἐν κοιλόπεδον : ὅτι ὁ ἀγὼν ἐν τῷ πεδίῳ τελεῖται . | ||
| ὁπόσα χεριαρᾶν τεκτόνων δαίδαλ ' ἄγων Κρισαῖον λόφον ἄμειψεν ἐν κοιλόπεδον νάπος θεοῦ : τό σφ ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθˈρον |
| ἀποπροταμών , ἐπὶ δὲ πλεῖον ἐλέλειπτο , ἀργιόδοντος ὑός , θαλερὴ δ ' ἦν ἀμφὶς ἀλοιφή : “ κῆρυξ , | ||
| ἀλκηέστατον ἄλλων αὐτοκασίγνητον Ἑλικάονος ἔνδοθι πάτρης † τηλίκον Ὑψίπυλον : θαλερὴ δέ μιν ἄασε Κύπρις . Ἡ γὰρ ἐπ ' |
| κυλίσκιον δ ' ἡ σμικρὰ κύλιξ : ἡ γὰρ κυλιχνὶς πυξίς ἐστιν . χρυσὶς δὲ καὶ ἀργυρὶς φιάλαι μὲν ἄμφω | ||
| καὶ βακτήριον , καὶ σάκκος , καὶ λυχνίς , καὶ πυξίς , καὶ ἕτερόν τι τοιοῦτον καλαμίσκος ὡς ὅταν φῇ |
| μάσσον ' , ἐπεὶ σκυτάλης μὲν ὅσον σμινύοιο τέτυκται στειλειῆς πάχετος , τῆς δ ' ἕλμινθος πέλει ὄγκος ἠὲ καὶ | ||
| : κατὰ τὴν μορφὴν καὶ τὸ πάχος μικρὰν οὐράν * πάχετος : τὸ δὲ πάχος * οὐτιδανήν : μικράν ἐλάττονα |
| τὸ μὲν ἔπλετ ' ἀχάτου , ἄλλο δ ' ἔχει λασίης ὕλης δέμας εἰσοράασθαι . τὸν δὲ τεοῖσι βόεσσιν ἀνασχίζουσιν | ||
| κακοῖς τις πρόθυμός ἐστιν . Μινύαισι : τοῖς Ἀργοναύταις . λασίης : πυκνῆς . ἀποφλύξωσιν : ἀντὶ τοῦ ἐκφυσήσωσιν , |
| . ἁρμός , , : ἁρμός : ἡ ἁρμογὴ καὶ συνάφεια . Σοφοκλῆς Ἀντιγόνῃ : „ ἀθρήσαθ ' ἁρμὸν χώματος | ||
| γὰρ ἔτι ἐγχωρήσει τὸ ἤτοι ζῶ ἢ ἀναπνέω . ἡ συνάφεια γὰρ ἐν τῷ ζῆν τοῦ ἀναπνεῖν ἀπαράδεκτός ἐστι τοῦ |
| τοῦ χρύσειος : ἀργύρειος : χάλκειος Ἰωνικῶς ἐγένοντο χρύσεος καὶ ἀργύρεος , καὶ τὸ οὐδέτερον ἔχουσιν χρύσεον καὶ ἀργύρεον , | ||
| σταθμὸν εἴνατον ἡμιτάλαντον καὶ ἔτι δυώδεκα μνέας , ὁ δὲ ἀργύρεος ἐπὶ τοῦ προνηΐου τῆς γωνίης , χωρέων ἀμφορέας ἑξακοσίους |
| εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ἐξορούειν τοῦ γάλακτος . . . ὀρσοθύρη χ . . . . , : ὀρσοθύρη : | ||
| μέσος Αἰολικὸς , ὄρσω : καὶ τὸ θύρα γίνεται , ὀρσοθύρη . ὀθνεῖον , μάταιον : ξένον : ἀλλότριον τὸ |
| ὑποτρομέεσκον ὁμοκλήν . Καὶ τότ ' ἀπ ' Ὠκεανοῖο κίεν χρυσήνιος Ἠώς . Ὕπνος δ ' οὐρανὸν εὐρὺν ἀνήιεν εἴκελος | ||
| ᾄσματι ἄλλαι τε ἐς τὸν Ἅιδην εἰσὶν ἐπικλήσεις καὶ ὁ χρυσήνιος , δῆλα ὡς ἐπὶ τῆς Κόρης τῇ ἁρπαγῇ . |
| καὶ Πρίαμος πυκινὰ φρεσὶ μήδε ' ἔχοντες , αὐτὰρ Ἀχιλλεὺς εὗδε μυχῷ κλισίης ἐϋπήκτου : τῷ δὲ Βρισηῒς παρελέξατο καλλιπάρῃος | ||
| κύκλον ἄγωσι , τόσσα μιν ὁρμαίνουσαν ἐπήλυθε νήδυμος ὕπνος : εὗδε δ ' ἀνακλινθεῖσα , λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα |
| . φύεται ἐν ἀνεμώδεσι τόποις . Ἔστι δὲ καὶ ἄλλη ἄγχουσα [ ἡ καὶ λύκαψις ] ἐμφερὴς ταύτῃ , καρπὸν | ||
| ἄγχουσα φυτὸν θαμνῶδές ἐστιν . βοτανῶν δὲ ὀνόματα ταῦτα , ἄγχουσα , πεν - ταπέτηλον , βάτος , ἄρκτιον , |
| ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν : Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ ἐρίοιο , Φυλὼ δ ' ἀργύρεον τάλαρον | ||
| ' ἅμ ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν , Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ ἐρίοιο , Φυλὼ δ ' ἀργύρεον τάλαρον |
| νόμον ] ἑσπέρα , φησὶν , ἐστὶν ἤδη καὶ ἡ σῦριγξ ἠχεῖ . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ δόναξ . τὸ | ||
| ἀπέθανεν ; Οἷον ᾄδουσιν αἱ ἀηδόνες , ἡ δὲ ἐμὴ σῦριγξ σιωπᾷ : οἷον σκιρτῶσιν οἱ ἔριφοι , κἀγὼ κάθημαι |
| , ὡς βασιλεύς βασιληΐς καὶ Θησηΐς καὶ Οἰνηΐς . ἢ Ἀλαλκομενηΐς , ἡ ἀλαλκοῦσα τῷ μένει , ὅ ἐστι τῇ | ||
| ἀπαλεξητικὴν προθυμίαν ἔχουσα τὸ μάχεσθαι , ὅθεν ἀλκομένη ἀλαλκομένη καὶ Ἀλαλκομενηΐς ἐν διπλασιασμῷ , ὡς ἀτηρός ἀταρτηρός , ἔτυμος ἐτήτυμος |
| ὅτι ὁ μὲν ἀετὸς ἐπὶ πέλτη ἐπεποίητο ἑστὼς , ἡ πέλτη δὲ ξυλωτῆ ἐπέκειτο . . . ἐνῆν καὶ ταῦτα | ||
| τὸ πελταστικὸν δὲ κουφότερον μὲν τυγχάνει ὂν τοῦ ὁπλιτικοῦἡ γὰρ πέλτη σμικρότερον τῆς ἀσπίδος καὶ ἐλαφρότερον , καὶ τὰ ἀκόντια |
| . τὸ β μετὰ τοῦ υ Βύβλος : πόλις Φοινίκης ἀρχαιοτάτη . εἴρηται δέ , ὅτι , διαφυλάττεται . οἱ | ||
| τοῦ βαρβάρου ψαλτηρίου , τὸ σεμνὸν ἐμφαίνουσα τοῦ μέλους , ἀρχαιοτάτη τυγχάνουσα , ὑπόδειγμα Τερπάνδρῳ μάλιστα γίνεται πρὸς ἁρμονίαν τὴν |
| ἡγήτορες ἑδριόωντο πίνοντες καὶ ἔδοντες : ἐπηετανὸν γὰρ ἔχεσκον . χρύσειοι δ ' ἄρα κοῦροι ἐϋδμήτων ἐπὶ βωμῶν ἕστασαν αἰθομένας | ||
| δ ' ἐφ ' ὑπερθύριον , χρυσέη δὲ κορώνη . χρύσειοι δ ' ἑκάτερθε καὶ ἀργύρεοι κύνες ἦσαν , οὓς |
| Ἀρετὴ Ἡδονῇ παρακάθηται , ὥς φησι Μνασάλκης ἐν ἐπιγράμμασιν : ἅδ ' ἐγὼ ἁ τλάμων Ἀρετὰ παρὰ τῇδε κάθημαι Ἡδονῇ | ||
| χοῖρος ἥδε ; Μεγαρικά . Ἢ οὐ χοῖρός ἐσθ ' ἅδ ' ; Οὐκ ἔμοιγε φαίνεται . Οὐ δεινά ; |
| , ὡς καὶ τὸ τοῦ Ἀχιλλέως σκῆπτρον χρυσείοις ἥλοις ἦν πεπαρμένον καὶ τὸ Ἀγαμέμνονος ξίφος . κατὰ δέ τινας ἐξοχὴ | ||
| σε χρεὼ νυκτός τε καὶ ἤματος ἀσχαλόωντα τρύζειν πὰρ λεχέεσσι πεπαρμένον ἄλγεϊ λυγρῷ , εἰς ὅ κέ ς ' ἰήνειεν |
| : Ἐὰν παρίδωσιν οἱ ἄνδρες . . κύνα δέρειν : Σχῆμά ἐστιν ἀκόλαστον εἰς τὸ αἰδοῖον . ἐν δὲ τοῖς | ||
| Βουθρώτιος . Λέπιδος δέ φησι διὰ τοῦ τ Βουτρώτιος . Σχῆμά ἐστι λόγου πλοκὴ τῶν τοῦ λόγου μερῶν κατά τινα |
| κεράμῳ δέδετο τρισκαίδεκα μῆνας . Κατέχει τὸν καρπὸν καὶ λίθος τετρημένος αὐτοφυῶς εὑρισκόμενος , καὶ ἐμβαλλόμενος κλάδῳ τοῦ δένδρου . | ||
| εἰσί , τὸ ἀκόλαστον αὐτοῦ καὶ οὐ στεγανόν , ὡς τετρημένος εἴη πίθος διὰ τὴν ἀπληστίαν ἀπεικάσας . τοὐναντίον δὴ |
| περιῆν προσυβρίσθαι καὶ γεγονέναι καταγελάστους : τοῖς δὲ νικήσασιν ὁ τρίπους ὑπῆρχεν , οὐκ ἀνάθημα τῆς νίκης , ὡς Δημήτριός | ||
| , διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους : καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλλω σοφὸν |
| ἐόντα . ἡ δ ' οὔτ ' ἀθρῆσαι δύνατ ' ἀντίη οὔτε νοῆσαι : τῇ γὰρ Ἀθηναίη νόον ἔτραπεν . | ||
| καλεῖ . . Κασπάπυρος : πόλις Γανδαρική , Σκυθῶν δὲ ἀντίη . Ἑκαταῖος Ἀσίαι . . : καὶ περὶ τὸν |
| , ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς | ||
| , ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς |
| : ὡς τέλος τέλειον , ἕλος ἕλειον , οὕτως ὄνειδος ὀνείδειον : διὰ τῆς ει διφθόγγου ἡ παραγωγή , καὶ | ||
| . Φ : . . . χάλκεον ἔγχος ἔχων καὶ ὀνείδειον φάτο μῦθον . . Φ : Καὶ ὀνείδειον φάτο |
| τασσομένη ἀγαθῆς τε καὶ φαύλης . χλαῖνα καὶ χλανὶς καὶ χλαμὺς καὶ χιτὼν διαφέρει . χλαῖνα μὲν γὰρ λέγεται τὸ | ||
| Φουρτουνατιανὸν ἐγγράφων . κωλύσει γὰρ ἴσως οὐδέν , οὔτε ἡ χλαμὺς οὔτε ὁ κείρων . Οὐχ ὅγ ' ἄνευθε θεοῦ |
| : ἒν δὲ τὸ θαρσαλέον τε καὶ ἐμμενές , ὅππη ὀρούσαι , φαίνετ ' Ἀναξάρχου κύνεον μένος : ὅς ῥα | ||
| ὀαριστήν . ἐν δὲ τὸ θαρσαλέον τε καὶ ἐμμενὲς ὅππῃ ὀρούσαι φαίνετ ' Ἀναξάρχου κύνεον μένος , ὅς ῥα καὶ |
| ἐξ ὠμοπλατέων πέφυκεν , ἀνομοίως τοῖσι πλείστοισιν . Ὠμοπλάτη δὲ χονδρώδης τὸ πρὸς ῥάχιν , τὸ δ ' ἄλλο χαύνη | ||
| ὑγροῦ διὰ τῶν μυκτήρων . ἔστι δὲ φύσει ἡ ἀρτηρία χονδρώδης καὶ ὀλίγαιμος . μέση οὖν κεῖται τῶν στομάτων τοῦ |
| κεφαλῆς ἔχων ἐνυφασμένα τὰ δώδεκα στοιχεῖα , ἐμβάται τραγικοί , πώγων ὑπερμεγέθης , ῥάβδος ἐν τῇ χειρὶ μειλίνη . Καὶ | ||
| τὴν εἰς ὀξὺ λήγουσαν ἀκμὴν τοῦ πυρός . καὶ ὁ πώγων γὰρ εἰς ὀξὺ λήγει , ὥσπερ καὶ ἐν ἑτέρωι |
| ἐμμένομεν ταῖς σπονδαῖς . καὶ ὁ Κύνουλκος : πολλοί τινες παρῳδιῶν ποιηταὶ γεγόνασιν , ὦ ἑταῖρε : ἐνδοξότατος δ ' | ||
| τὰς παρῳδίας γράψας Φακῆ ἐπεκαλεῖτο καὶ ἐποίησεν ἔν τινι τῶν παρῳδιῶν : ταῦτά μοι ὁρμαίνοντι παρίστατο Παλλὰς Ἀθήνη , χρυσῆν |
| καὶ διαποικίλλει τὴν χάριν . τὶν δ ' ἁδυεπής τε λύρα : τίν σοί Δωρικῶς . σοὶ οὖν , φησι | ||
| ἀλλὰ καθ ' ὁμοιότητα φωνεῖν λέγεται , οἷον αὐλοὶ καὶ λύρα καὶ ὅσα ἄλλα τῶν ἀψύχων ἀπότασιν καὶ μέλος καὶ |
| ἕτερα πλείω . Τὰ δὲ ἐν ἐλάττοσιν , ὥσπερ ὁ στρύχνος ὁμωνυμίᾳ τινὶ παντελῶς εἰλημμένος : ὁ μὲν γὰρ ἐδώδιμος | ||
| τὸ ἱπποσέλινον καὶ τὸ πευκέδανον καὶ ἡ Ἡράκλεια καὶ ὁ στρύχνος ἀμφότερος ὅ τε φοινικοῦν ἔχων τὸν καρπὸν καὶ ὁ |
| καὶ φθοίδια , ἐπίχυτος , θρυμματίδες : ἦν δὲ καὶ κρηπὶς ἐξ ἀλεύρου καὶ μέλιτος , ᾗ ἐνέκειντο ἀμπελίδες τινὲς | ||
| Μήδεια τῷ Πελίᾳ κακόν . μονοκρήπιδα , τὸν μονοσάμβαλον : κρηπὶς γὰρ τὸ βῆμα , καὶ εἴρηται παρὰ τὴν βάσιν |
| μῦθον ἀτιμήσει ' , οὐδὲ κρείων Ἀγαμέμνων . ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος . ἀλλ | ||
| ὁμοίως δὲ καὶ τὸν φρονιμώτατον τῶν ἡρώων λέγειν ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος , / ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος |
| ῥητινῶν τὸ καπνέλαιον μᾶλλον : δριμείας δ ' ἐστὶν ἡ κυπαρισσίνη δυνάμεως : σήσαμον μετρίως καὶ τὸ ἀπ ' αὐτοῦ | ||
| ἡ δὲ μέλιτι ἔοικεν ὥσπερ ἡ λάριξ . γίνεται καὶ κυπαρισσίνη ὑγρά : τῆς δὲ ξηρᾶς ἡ μέν τίς ἐστι |
| ἵνα δῆλον ἡμῖν ποιήσειεν , ὅτι ἡ τῶν ἀρρένων κίνησις ἐνόπλιος ἦν , τάδε λέγει : Καί ῥ ' αἱ | ||
| , τῶν χειρῶν περιαγωγῇ , πηδῆσαι , πυρριχίσαι : πυρρίχη ἐνόπλιος ὄρχησις . εἴποις δ ' ἂν ὀρχηστὴν κοῦφον , |
| ἐστιν ἐσθῆτα , ἐπίγραμμα δὲ ἐπ ' αὐτοῖς ἔπος τε ἑξάμετρον καὶ ὀνόματός ἐστιν ἑνὸς ἐπὶ τῷ ἑξαμέτρῳ προσθήκη : | ||
| τοῦ κώλου συνεξῆρται καὶ ὁ λόγος . διὰ τοῦτο καὶ ἑξάμετρον ἡρῷόν τε ὀνομάζεται ὑπὸ τοῦ μήκους καὶ πρέπον ἥρωσιν |
| πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες μέλος ἐπιλήνιον , ἐφειστήκει δ ' αὐτοῖς Σιληνός : καὶ δι ' ὅλης τῆς ὁδοῦ τὸ γλεῦκος | ||
| εἰπεῖν : ἐπειδὰν πίῃ ὁ γέρων καὶ κατάσχῃ αὐτὸν ὁ Σιληνός , αὐτίκα ἐπὶ πολὺ ἄφωνός ἐστι καὶ καρηβαροῦντι καὶ |
| καλεῖται , ἡ δ ' ἐπιπολῆς ὑπ ' ἐνίων ὠνόμασται γλήνη . ὑποβέβληται δὲ καὶ οἷον ὑπερήρεισται τὰ ὀστᾶ τῇ | ||
| μὲν ἐν μέσῳ μέλαν καλεῖται κόρη , ἧς ἡ αὐγὴ γλήνη , καὶ ὁ περιθέων αὐτὴν κύκλος γραμμὴ κυκλοτερὴς καὶ |
| καλλικόμῳ μαρνάμεθ ' ἀμφ ' Ἑλένῃ : καί μ ' Ἀντηνορίδης ἐφόρει κρείων Ἑλικάων : νῦν δέ με Λητοΐδου θεῖον | ||
| Ἑλένῃ λευκωλένῳ ἄγγελος ἦλθεν εἰδομένη γαλόῳ Ἀντηνορίδαο δάμαρτι , τὴν Ἀντηνορίδης εἶχε κρείων Ἑλικάων Λαοδίκην Πριάμοιο θυγατρῶν εἶδος ἀρίστην . |
| χρόνον , οὐδέ πῃ εἶχεν θαρσαλέως ὑποδέχθαι , ἐπεὶ μέγα φαίνετο ἔργον . ὀψὲ δ ' ἀμειβόμενος προσελέξατο κερδαλέοισι : | ||
| πᾶσα περαίη Θρηικίης ἐνὶ χερσὶν ἑαῖς προυφαίνετ ' ἰδέσθαι : φαίνετο δ ' ἠερόεν στόμα Βοσπόρου ἠδὲ κολῶναι Μύσιαι : |
| Καὶ τοὺς σπειρομένους τόπους εὐθαλεῖς λειμῶνας λέγει . Κέγχρος ] Εἶδος ἀρώματος ἡ κέγχρος . Ἐρυθραίου ] ἢ ὅτι ξανθὴν | ||
| συνείρων δὲ , εἰς ὁρμαθὸν συντιθείς . 〛 σπίνους : Εἶδος ὀρνέου ὁ σπίνος . τρία δὲ αὐτοὺς λυπεῖ , |
| ἡ εἰς ὕψος ἀνήκουσα καὶ ὀξεῖα γινομένη ἐστὶν ἡ λεγομένη ἠλακάτη . ὠνομάσθη δὲ καρχήσιον διὰ τὸ τραχύσματα ἔχειν κεγχροειδῆ | ||
| βρώματα . ἠιόνες : αἰγιαλοί . καὶ πόλις Ἀχαϊκή . ἠλακάτη : ἐριουργικὸν ἐργαλεῖον . καὶ τὰ βέλη . ἤλασε |
| , ὦναξ , ὥσπερ τὸ δίκαιον . Δήλιον εὐφαρέτραν [ ἑκατηβόλον ] εὔφρονι θυμῷ εὐφημεῖτε [ , φέροντες , ἰὴ | ||
| αὐτοὺς ἐκάλουν . ἔστι δὲ Τερπάνδρου ἀμφ ' ἐμοὶ ἄνακτα ἑκατηβόλον . τὸ “ ἔσο ” λάμβανε ἔξωθεν ἀπὸ τοῦ |
| Φυλεΐδεω ἕταρον , μεγαθύμων ἀρχὸν Ἐπειῶν . τῷ δὲ Μέγης ἐπόρουσεν ἰδών : ὃ δ ' ὕπαιθα λιάσθη Πουλυδάμας : | ||
| , εὖτε πάροιθεν ὄβριμος Ἡρακλέης Φολόης ἀνὰ μακρὰ κάρηνα Κενταύροις ἐπόρουσεν ἑῷ μέγα κάρτεϊ θύων , τοὺς ἅμα πάντας ἔπεφνε |
| τοῦ προπυλαίου γυνὴ καθεστηκυῖα εὐειδής τις κάθηται ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ κεκοσμημένη ἐλευθέρως καὶ ἀπεριέργως καὶ ἐστεφανωμένη στεφάνῳ εὐανθεῖ πάνυ καλῷ | ||
| εὐείμονε ] καλῶς ἐσταλμέναι καὶ ἐνδεδυμέναι . . ἠσκημένη ] κεκοσμημένη . . Δωρικοῖσιν ] Ἑλληνικοῖς . . τῶν νῦν |
| ' ἄνδρ ' οὔτε γυναῖκα : σέβας μ ' ἔχει εἰσορόωντα . Δήλῳ δή ποτε τοῖον Ἀπόλλωνος παρὰ βωμῷ φοίνικος | ||
| ' ἄρ ' ἑτοῖμα τέτυκτο : σέβας μ ' ἔχει εἰσορόωντα . ” ὣς φάτο , γήθησεν δ ' ἱερὸν |
| ” ὣς ἔφασαν κοῦραι μεγάλου Διὸς ἀρτιέπειαι , καί μοι σκῆπτρον ἔδον δάφνης ἐριθηλέος ὄζον δρέψασαι , θηητόν : ἐνέπνευσαν | ||
| καὶ Ἴωσιν εἴληπται ἀντὶ τῆς παρά : Ὅμηρος ποτὶ δὲ σκῆπτρον βάλε γαίῃ , καὶ ἡ Δωρικὴ παροιμία τὸν λίθον |
| : κρατὴρ ἐξερροίβδητ ' οἴνου : πρόποσις χωρεῖ : λέπεται κόρδαξ : ἀκολασταίνει νοῦς μειρακίων : πάντ ' ἐστ ' | ||
| ποιοῦνται . . , : ὅτι δὴ γένος ὀρχησμοῦ ὁ κόρδαξ , Ἀριστόξενος ἐν τῷ περὶ τραγικῆς ὀρχήσεως δηλοῖ οὕτως |
| τὸ πάλαι , ἐπὶ δὲ Λυδοῦ τοῦ Ἄτυος ἔσχον τὴν ἐπωνυμίην , μεταβαλόντες τὸ οὔνομα . Μυσοὶ δὲ ἐπὶ μὲν | ||
| : τίς ἂν πάντων ὄνομ ' εἴποι ; οὐ μὲν ἐπωνυμίην μίαν ἔλλαχεν , ἀλλ ' ἐν ἑκάστῃ οὔνομ ' |
| ὄρει , ἐν ᾧ ἐτράφη Χείρων ὁ Κένταυρος . * Πελεθρόνιον : κατά τινας τόπον τοῦ Πηλίου καλούμενον Πελεθρόνιον , | ||
| , ὅν ποτε Παιήων λασίῃ ἐνεθρέψατο φηγῷ Πηλίῳ ἐν νιφόεντι Πελεθρόνιον κατὰ βῆσσαν . ἤτοι ὅγ ' ἄγλαυρος μὲν ἐείδεται |
| τὸ οἰνῶδεϲ ἐκλύειν . τροφὴ μὲν ὦν ὡϲ ἔποϲ εἰπεῖν τοιήδε . τέγγειν δὲ τὴν κεφαλὴν ἐϲ ἔμψυξιν λίπαϊ ἐλαίηϲ | ||
| φέροντας τῷ βασιλέϊ αὐτῶν . Ἡ δὲ τράπεζα τοῦ Ἡλίου τοιήδε τις λέγεται εἶναι . Λειμών ἐστι ἐν τῷ προαστείῳ |
| εἴδη ὀρχήσεως , ὡς καὶ Ἡσύχιος ὁ Ἰλούστριός φησιν : ἐμμέλεια μὲν τραγική , σίκιννις σατυρική , κόρδαξ δὲ κωμική | ||
| ἀπόσκημμα : ἀπέρεισμα . Αἰσχύλος Ἀργείαις . , . : ἐμμέλεια : εἶδος ὀρχήσεως . . . τραγικὴ δὲ ἡ |
| οὐδὲ τοῖσιν εὐόργοις ἔπος . εὕδοντι δ ' αἱρεῖ κύρτος πύγαργος Δήμητρος ἁγνῆς καὶ Κόρης τὴν πανήγυριν σέβων . χρυσοέθειρ | ||
| ἐξόπιν ] ὁ ἐκ τοῦ ὄπισθεν λευκός , ἤτοι ὁ πύγαργος . ἴκταρ ] ἐγγύς . μελάθρων ] τῶν οἴκων |
| ἐστι μὴ εἶναι , τὴν δή τοι φράζω παναπευθέα ἔμμεν ἀταρπόν : οὔτε γὰρ ἂν γνοίης τό γε μὴ ἐὸν | ||
| με τοιάδ ' ἔνισπεν : Ἔγρεο , καὶ τρηχεῖαν ἐπιστείβωμεν ἀταρπόν , τὴν μερόπων οὔπω τις ἑῇς ἐπάτησεν ἀοιδαῖς . |
| . καὶ Ὅμηρος : Ἀσίῳ ἐν λειμῶνι . καὶ ἡ κιθάρα Ἀσία λέγεται , ἐπεὶ ἐν Λυδίᾳ πρῶτον εὑρέθη . | ||
| : Γεννᾶται δὲ καὶ ἐν τῷ Παγγαίῳ ὄρει βοτάνη , κιθάρα καλουμένη διὰ ταύτην τὴν αἰτίαν . Διασπαράξασαι τὸν Ὀρφέα |
| ἐς μέτρον ἁμέρας ; τίς ἔταξε κύκλῳ δρόμον ἀστέρων , παγχάλκεον εἰκόνα κόσμου , μερίσας κανόνων τύπον εὐδρόμων , ὁρίσας | ||
| , ὡς σὺ κελεύεις . δώσω οἱ τόδ ' ἄορ παγχάλκεον , ᾧ ἔπι κώπη ἀργυρέη , κολεὸν δὲ νεοπρίστου |
| ἔλεγον . θηράσατε . . 〚 εὔδαιμον φῦλον : Ἡ ἀντῳδὴ καὶ ἀντιστροφὴ ὁμοία ἐστὶ τῇ ᾠδῇ καὶ στροφῇ . | ||
| τὸ δὲ μετ ' αὐτὴν πέμπτον μέρος ἐπίρρημα , ἡ ἀντῳδὴ δὲ καὶ ἀντίστροφος , ἀντεπίρρημα δὲ τὸ ἕβδομον μέρος |
| ὀσφραντῶν αἰσθητήριον , ἀλλ ' ἡ ἐντὸς μαστοειδὴς τοῦ ἐγκεφάλου ἀπόφυσις , οὐδὲ τὸ οὖς ἀκουστικὸν πρῶτον , ἀλλ ' | ||
| κεφαλὴ διαρθροῦται . ἔστι δὲ καὶ ἄλλη τις ταύτης ἔσωθεν ἀπόφυσις ὀξεῖα καὶ σμικρά : καλοῦσι δ ' αὐτὴν οἱ |
| [ ! ! ! ] ? [ παιδὸς ] ὕπερ σφετέρης πνεῦμαπε ? [ ] ? ? ! [ ὤλεσεν | ||
| ἔαρ χειμῶνος , ὅσον μῆλον βραβίλοιο ἥδιον , ὅσσον ὄις σφετέρης λασιωτέρη ἀρνός , ὅσσον παρθενικὴ προφέρει τριγάμοιο γυναικός , |
| : Ἠλέκτρα ποτίστρα καλύπτρα ἐνέδρα . σεσημείωται τὸ Τάναγρα καὶ σκολόπενδρα . Τὰ διὰ τοῦ ΑΙΑ παρώνυμα ἐκτείνει τὸ Α | ||
| , τὴν κνίδα κικλήσκουσιν , ἐπωνυμίην ὀδυνάων . ἐχθρὴ δὲ σκολόπενδρα πανέξοχον ἀσπαλιεῦσι ἐμπελάαν : εἰ γάρ ποτ ' ἐπιψαύσειε |
| ζητεῖται , εἰ τὸν τρισαριστέα φονεύειν ἐχρῆν ἢ μή . Εἴδη δὲ τῆς ἀντιλήψεώς ἐστι τέσσαρα : ἡ μὲν γάρ | ||
| δοκεῖ , ἀλλ ' ἐφ ' ὃ βούλονται μετάγουσιν . Εἴδη δὲ ἡ ἀντίστασις οὐκ ἐπιδέχεται , διότι οὐδὲ τὰ |
| ἐσθλὰ δὲ πάντα τοῖσιν ἔην : καρπὸν δ ' ἔφερε ζείδωρος ἄρουρα αὐτομάτη πολλόν τε καὶ ἄφθονον : οἳ δ | ||
| , τὰ θηρία , καὶ πάνθ ' ἁπλῶς ὁπόσα τρέφει ζείδωρος ἄρουρα . Παντελῶς ἀπίθανα φὴς ταῦτα καὶ αὑτοῖς ὑπεναντία |
| ἀγκλίνασα μένει δέμας ἐν ψαμάθοισι : κεῖται δ ' ἀστεμφὴς οἵη νέκυς : ὃς δέ κεν ἰχθὺς ἐγχρίμψῃ λαγόνεσσιν , | ||
| τὸ κάτοπτρον , ἐπεὶ τοίη μὲν ὁρᾶσθαι οὐκ ἐθέλω , οἵη δ ' ἦν πάρος , οὐ δύναμαι . Τὸν |
| τοῦ καυλοῦ καὶ τοῦ σπέρματος τῆς αὐτῆς ἐστι δυνάμεως . Κρόκος ἔχει μέν τι καὶ στῦφον ὀλίγον , ὅπερ ἐδείχθη | ||
| γεῦσιν τὸ ἑλένιον οὔτε εὐωδίαν εὔτονον καὶ πληκτικὴν παρέχει . Κρόκος κράτιστός ἐστιν ὁ Κωρύκιος , πρόσφατος δὲ καὶ εὔχρους |
| προσδέξασθαι τριῶν ἡμερῶν σῖτον , καίτοι βορωτάτη θηρίων οὖσα , φάλαινα δὲ ἐς τοὺς χηραμοὺς τῆς φάρυγγος ἀναλαμβάνει τοὺς σκύμνους | ||
| ἐστι , καὶ οὐ μετὰ μακρὸν ἀποθνήσκει . καὶ ἡ φάλαινα δὲ τῆς θαλάττης πρόεισι καὶ ἀλεαίνεται τῇ ἀκτῖνι . |
| , μήν : ἀφ ' οὗ καὶ ἡ μήνη . Μῆτις . παρὰ τὸ μήδω , μήσω μέλλων . ῥηματικὸν | ||
| παντᾶ . Μητίεσι ] Ταῖς διανοίαις . Μητίεσι ] * Μῆτις ἡ σύνεσις , ἡ τέχνη καὶ ἡ βουλή : |
| λιμένος τανύφυλλος ἐλαίη , ἀγχόθι δ ' αὐτῆς ἄντρον ἐπήρατον ἠεροειδές , ἱρὸν Νυμφάων , αἳ Νηϊάδες καλέονται . ἐν | ||
| περιξέστῃ ἐϊκυῖα . μέσσῳ δ ' ἐν σκοπέλῳ ἐστὶ σπέος ἠεροειδές , πρὸς ζόφον εἰς Ἔρεβος τετραμμένον , ᾗ περ |
| ἔστι γὰρ θηλυκὸν καὶ ἔχει τὴν εὐθεῖαν Ἀδραστεῒς , τῶν Ἀδραστεΐδων : τὸ γὰρ ἀρσενικὸν περισπᾶται , οἱ Ἀδραστεῖδαι , | ||
| Πολυνείκους , εἰς ὃν ἀναφέρει τὸ γένος ὁ Θήρων . Ἀδραστεΐδων δὲ εἶπε κατὰ τὸ πληθυντικὸν ἀντὶ ἑνικοῦ Ἀδραστίδος : |
| λειμῶνα . πολυγνάπτῳ τε σελίνῳ : πολύγναπτον λέγεται , ὅτι οὖλόν ἐστιν , ὡς καὶ καμπάς τινας ἔχειν . μαλακῶς | ||
| λειμῶνα . πολυγνάπτῳ τε σελίνῳ : πολύγναπτον λέγεται , ὅτι οὖλόν ἐστιν , ὡς καὶ καμπάς τινας ἔχειν . μαλακῶς |
| εἶναι . τοιαῦται δὲ αἵ τε ἐπιστῆμαι καὶ ἀρεταί : ἥτε γὰρ ἐπιστήμη δοκεῖ τῶν παραμονίμων εἶναι καὶ δυσκινήτων , | ||
| ἐν . . Οὕτω δὲ μοῖρα τῶνδε καὶ τούτων , ἥτε πατρώϊον καὶ πατρικὴ ὑπάρχουσα ἔχει τὸν εὔφρονα καὶ εὐτυχῆ |
| . ἤτοι ὁ μὲν θώρηκα Ἀγαστρόφου ἰφθίμοιο αἴνυτ ' ἀπὸ στήθεσφι παναίολον ἀσπίδα τ ' ὤμων , καὶ κόρυθα βριαρήν | ||
| φᾶρος μέν οἱ πρῶτον ἐϋπλυνὲς ἠδὲ χιτῶνα θῆκ ' ἀμφὶ στήθεσφι , δέμας δ ' ὤφελλε καὶ ἥβην . ἂψ |
| ' : ἢ τὸ Λοξίου οὐκέτι βροτοῖσι διὰ ς ' ἐτήτυμον στόμα . ἀλλ ' εὐμενὴς ἔκβηθι βαρβάρου χθονὸς ἐς | ||
| ' αὐτοῦ κήδε ' ἐνίσπες καί μοι τοῦτ ' ἀγόρευσον ἐτήτυμον , ὄφρ ' ἐῢ εἰδῶ : τίς πόθεν εἰς |
| καὶ γένος οὐτιδανῶν Σατύρων καὶ ἀμηχανοεργῶν Κουρῆτές τε θεοὶ φιλοπαίγμονες ὀρχηστῆρες . . . . ἐκ τοῦ δ ' ὅρκον | ||
| καὶ ἀμηχανοέργων ⌊ Κουρῆτές ⌋ τε ⌊ θεοὶ φιλοπαίγμονες ⌋ ὀρχηστῆρες ⌊ . Ξοῦθος δὲ Κρείουσαν [ ἐπήρατον ] εἶδος |
| τοιούτου προσφερέσθω , τὸ κάλλιον ἐκ τῆς πείρας αἱρούμενος . κακίστη δὲ διάθεσις ἐπὶ μοχθηροῖς συνίσταται χυμοῖς , ἐπειδὰν ἀναποθῶσιν | ||
| τῶν σιτίων : ταῦτα δὲ γνοίη ἂν ὁ συναναπαυόμενος . κακίστη δὲ κοίτη κυνῶν μετὰ κυνῶν , πολὺ πλέον , |
| ἔδοξε λέγειν αὐτῇ τινα κεῖται Πάτροκλος , νέκυος δὲ δὴ ἀμφιμάχονται γυμνοῦ : ἀτὰρ τά γε τεύχε ' ἔχει κορυθαίολος | ||
| μὴ ὤφελλε γενέσθαι . κεῖται Πάτροκλος , νέκυος δὲ δὴ ἀμφιμάχονται γυμνοῦ : ἀτὰρ τά γε τεύχε ' ἔχει κορυθαίολος |
| τρεῖς δ ' εἰσὶ τῆς σκηνικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις , τραγικὴ κωμικὴ σατυρική . ὁμοίως δὲ καὶ τῆς λυρικῆς ποιήσεως τρεῖς | ||
| δέ γε τὸ μισεῖν κοινότερον ἐπὶ τοῦ ἐχθραίνειν τεθὲν ἡ κωμικὴ σεμνότης ἐπὶ μίξεων ἔθετο ἀσέμνων . Ἀριστοφάνης γοῦν μισητίαν |
| αὐτόθι ἐκβλαστάνουσα ἄμπελε , καὶ ὦ θεῖον ἄντρον τοῦ δράκοντος οὔρειαί τε σκοπιαὶ θεῶν σύ τε , ὦ δέσποτα Ἄπολλον | ||
| πολύκαρπον οἰνάνθας ἱεῖσα βότρυν , ζάθεά τ ' ἄντρα δράκοντος οὔρειαί τε σκοπιαὶ θεᾶν νιφόβολόν τ ' ὄρος ἱερόν , |
| τὸ μὲν οὔ ποτ ' ἐρωεῖ : πρὸς γὰρ τὸ συνώνυμον τοῦ νέφους ἀπήντησε . καὶ ἔτι ἐπὶ πλήθους ἦ | ||
| τὸ γενικόν : ὥσπερ ἀμφιβολία καὶ ἀμφίβολον , συνωνυμία καὶ συνώνυμον , διωνυμία καὶ διώνυμον , ὁμωνυμία καὶ ὁμώνυμον . |
| τούτοις : οὐδ ' ἀπὸ πασσαλόφιν κρέμασαν , ὅθι περ τετάνυστο σκινδαψὸς τετράχορδος ἀνηλακάτοιο γυναικός . μνημονεύει αὐτοῦ καὶ Θεόπομπος | ||
| δ ' ἀργύρεον νώμα βιόν , ἀμφὶ δὲ νώτοις ἰοδόκη τετάνυστο κατωμαδόν : ἡ δ ' ὑπὸ ποσσίν σείετο νῆσος |
| διάπυρος . δολία τῇ διανοίᾳ . ἢ αἴθων , παρόσον λαμπουρὶς καλεῖται . οὐδ ' ἐρίβρομοι λέοντες : καὶ τούτοις | ||
| λαμπουρίδι ἴσον εἶναι , ἐπειδὴ κύνες εἰσὶν ἀλώπηξιν ὅμοιοι : λαμπουρὶς γὰρ ἡ ἀλώπηξ . ὦ Λάμπουρε κύον : ὄνομα |
| τὸ β ἀμορβός καὶ ἀμορβής , . . . . ἀμόργινος : χιτῶνα σημαίνειν ἐκδέχονται , καθὼς καὶ Θηραῖον τὸν | ||
| δ ' οὖν καὶ ταύτας εἶναι λέγουσιν . ὁ δὲ ἀμόργινος χιτὼν καὶ ἀμοργὶς ἐκαλεῖτο . καὶ μὴν καὶ τὰ |
| χρύσειοι : δεινὴ δὲ περὶ κροτάφοισι ἄνακτος κεῖτ ' Ἄιδος κυνέη νυκτὸς ζόφον αἰνὸν ἔχουσα . αὐτὸς δὲ σπεύδοντι καὶ | ||
| τοῦ Ἅιδου περιέβαλεν αὐτοῖς ὥστε μὴ ὁρᾶσθαι . ἡ δὲ κυνέη περικεφαλαία ἐστὶ τοῦ Ἅιδου ἤτοι τοῦ Πλούτωνος . Πλάτων |
| λόγον , Οἵτινες εἰσὶ κύριοι τῆς ἡμέρας . Πρώτης κύριος δίσκος ἐστὶν Ἡλίου : Τῆς δευτέρας δ ' αὖ ἡ | ||
| Κλοπῆς τε δηλοῖ ψευδεπιπλάστους λόγους . Κρόνου δ ' ἐναντίωμα δίσκος Ἡλίου , Τῆς ἡλιακῆς λαμπάδος δ ' ἀστὴρ Κρόνου |
| οὐδὲν γὰρ ἔστιν ἄλλο συνάγειν ἐντεῦθεν ἢ τὸ καθόλου τὸ ἐννοηματικόν . λέγομεν γὰρ ὅτι ὅδε ἄνθρωπος καὶ ὅδε ἄνθρωπος | ||
| ἐξῃρημένον αἴτιον δηλῶσαι , οὐ δείκνυται δὲ τοῦτο ἀλλὰ τὸ ἐννοηματικόν , καὶ αὐτὸ ἡνίκα γένος ἐστὶ τὸ κατηγορούμενον , |
| γὰρ αὐλός ἐστιν ἢ κιθάρα ἢ διὰ φωνῆς μελῳδία ἢ τραγικὴ δραματουργία ἢ κωμικὴ γελωτοποιία : ὁ δὲ ὀρχηστὴς τὰ | ||
| ὀνόματα ἁπλᾶ ἢ σύνθετα δισύλλαβα , οὗ μορφή τις ἐμφαίνεται τραγικὴ ἢ πάλιν ταπεινή , ἢ ἄθεα ὀνόματα , οἷον |
| ὁ τόνος τὸ σχῆμα ἐναλλάττει : ἰδοὺ γὰρ τὸ μὲν τηλαυγής καὶ παγκρατής σύνθετά εἰσιν , τὸ δὲ Τηλαύγης καὶ | ||
| φέγγος Αἰακιδᾶν : τὸ φέγγος καὶ ἡ δόξα τῶν Αἰακιδῶν τηλαυγής ἐστιν αὐτόθεν , ἢ ἐξ ὧν νῦν εἶπον ἔργων |
| καὶ νῦν ὅσον εἰς ἀνάμνησιν . Ἀμίλχαρ , ᾧ Βάρκας ἐπίκλησις ἦν , Ἀννίβου τοῦδε πατήρ , ἐστρατήγει Καρχηδονίων ἐν | ||
| οἶδα μόνῳ τούτῳ καὶ ὑπερῷον ἄλλο ἐπῳκοδόμηται Μορφοῦς ἱερόν . ἐπίκλησις μὲν δὴ τῆς Ἀφροδίτης ἐστὶν ἡ Μορφώ , κάθηται |
| τοῖς πρώτοις , ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλαν τε ζαθέην , Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις . ἓν οὖν τόδε γίνωσκε , | ||
| μευ ἀργυρότοξ ' , ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις , Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντ |