οἱ μὲν ἄλλοι ἄρτιοι ἦσαν τῶν ταξιάρχων πείθεσθαι Παυσανίῃ , Ἀμομφάρετος δὲ ὁ Πολιάδεω λοχηγέων τοῦ Πιτανήτεω λόχου οὐκ ἔφη
ἔνθα μὲν τοὺς ἱρέας ἔθαψαν , τῶν καὶ Ποσειδώνιος καὶ Ἀμομφάρετος ἦσαν καὶ Φιλοκύων τε καὶ Καλλικράτης : ] ἐν
5366577 κινητηριον
τῶν ϲεμνῶν [ ἀλλ ' ἔδει νεύϲαντα χωρεῖν εἰϲ τὸ κινητήριον [ : τῆϲ ἑταιρίαϲ δὲ τούτων τοὺϲ φίλουϲ ἐϲκ
ἐπὶ τῶν ἄγαν μικρῶν . τορύνη δὲ τὸ τῆς χύτρας κινητήριον . δοῖδυξ ] τριβεύς . Γ τορύνη ] κουτάλη
5076024 ξενοιν
' ἀπώλεσεν . τί δῆτα δρῶμεν , φράζε , τοῖν ξένοιν πέρι ; τὸν νόμον ἀνάγκη τὸν προκείμενον σέβειν .
καὶ τὸν Κόννον καλοῦσι γεροντοδιδάσκαλον . μὴ οὖν καὶ τοῖν ξένοιν τις ταὐτὸν τοῦτο ὀνειδίσῃ : οἱ δ ' αὐτὸ
5057148 ὑφερπει
δὲ τούτων τοὺϲ φίλουϲ ἐϲκ [ ταῖϲ ϲτρατηγίαιϲ δ ' ὑφέρπει καὶ τρυγωιδο ? [ εἰϲ δὲ Μαντίνειαν ὑμᾶϲ οὗτοϲ
Ἀχαιῶν οὖσαν : ἦ τορῶς λέγω ; χαρά μ ' ὑφέρπει δάκρυον ἐκκαλουμένη . εὖ γὰρ φρονοῦντος ὄμμα σοῦ κατηγορεῖ
4934853 φιλουϲ
τοῦ λοιποῦ διετέλεϲε χρώμενοϲ , καὶ ἄλλουϲ τῶν ὁμοίωϲ παϲχόντων φίλουϲ ἐδίδαξε . Περὶ ἐνεργείαϲ τοῦ νέου τυροῦ , ἔξωθεν
! ιϲεν ? οὐδὲ εἷϲ ποτε : τοὺϲ ] ? φίλουϲ : κλάειν : γελᾶν ] ! ἐπιοῦϲαν ? ?
4672578 ἐπαταξεν
δὲ Ξανθίας γνοὺς ἅτε καὶ αὐτὸς πρότερος τὰ αὐτὰ ποιῶν ἐπάταξεν ἄν με . τοῦ ' ρεβίνθου : Τοῦ αἰδοίου
ὑφείλετο , ἢ μητέρ ' ἠλόησεν , ἢ πατρὸς γνάθον ἐπάταξεν , ἢ ' πίορκον ὅρκον ὤμοσεν . Νὴ τοὺς
4519031 μαχεσασθαι
αἱ γαστρὸς ἡδοναὶ συνεστᾶσιν ; ἀγαπητὸν οὖν ἐστιν ἀντιβῆναι καὶ μαχέσασθαι τῷ γένει τῆς ἐπιθυμίας . διὸ καὶ κατέναντι Ἀσσυρίων
ὑπάλυξεν ἐν ἀργαλέῃ ὑσμίνῃ , ἀλλά μοι ὅσσοι ἔναντα λιλαιόμενοι μαχέσασθαι δεῦρο κίον , πάντεσσι φόνον στονόεντ ' ἐφέηκα ἀργαλέως
4475204 πολυκληισι
. ψεῦδος δὲ καὶ τὸ φεύγοντες δ ' ἐν νηυσὶ πολυκλήισι πέσωσι Πηλείδεω Ἀχιλῆος : οὔτε γὰρ παραγεγόνασιν ἕως τῶν
πειρήσομαι , ἣ θέμις ἐστί , καὶ φεύγειν σὺν νηυσὶ πολυκλήισι κελεύσω . καὶ ἐάν τις προτείνῃ ἡμῖν , ὅτι
4422488 Σθενελοιο
: ἤδη ἀνὴρ γέγον ' ἐσθλὸς ὃς Ἀργείοισιν ἀνάξει Εὐρυσθεὺς Σθενέλοιο πάϊς Περσηϊάδαο σὸν γένος : οὔ οἱ ἀεικὲς ἀνασσέμεν
κεν ἐσσυμένως ἐξ Ἄργεος αἰόλος ἵππος νίκησεν μάλα πολλὸν ἐφεζομένου Σθενέλοιο , εἰ μὴ ἄρ ' ἐξήρπαξε δρόμου , πεδίον
4376226 ϲαυτου
περιπεπλιγμένα . ἀλλ ' εἰ μέλλειϲ ἀνδρείωϲ φῴζειν ὥϲπερ μύϲτακα ϲαυτοῦ . . . δὸϲ νῦν τὸν ἄμυλον πρῶτον αὐτῷ
' ϲτὶ μηδὲ τόνδ ' ἐ ! [ πόει τὸ ϲαυτοῦ πρῶτον [ καλῶϲ ἐγὼ δὲ ϲυνβρα [ πῶϲ οὖν
4281108 κτειναντα
φορᾶς ἠπόρουν κατ ' ἐμαυτόν , διὰ τί τὸν ἑκουσίως κτείναντα οὐκ εἶπε θανατοῦσθαι μόνον , ἀλλὰ θανάτῳ θανατοῦσθαι :
ἐφορίας καὶ ἄθλων καὶ ἱερῶν Ἀμφικτυονικῶν , ὥσπερ τὸν Ἀθηναῖον κτείναντα , ἐν τοῖς αὐτοῖς ἐνέχεσθαι , διαγιγνώσκειν δὲ τοὺς
4250984 Ἀχαιων
πλῆθος τῶν τότε πεσόντων ἀνδρῶν . μετὰ δὲ τὴν Σάγραν Ἀχαιῶν κτίσμα Καυλωνία , πρότερον δ ' Αὐλωνία λεγομένη διὰ
δὴ νῦν ἐκτελέουσιν ἀθάνατοι , νίκη δὲ πέλει παρὰ ποσσὶν Ἀχαιῶν . Ἀλλ ' ἄγε , Τυδέος υἷα μενεπτόλεμόν τ
4217210 δικασῃς
τῆς ἐμῆς . ἢν γάρ με , ὦ Πάρι , δικάσῃς εἶναι καλήν , ἁπάσης ἔσῃ τῆς Ἀσίας δεσπότης .
ιαʹ . πρὶν ἂν ἀμφοῖν : κατὰ τὸ μηδὲ δίκην δικάσῃς Γ , πρὶν ἂν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς . ὑγιῶς
4214045 βαλειν
. Τεῦκρος δ ' Ἱππομέδοντος ἀμύμονος υἷα Μενοίτην ἐσσυμένως ὥρμαινε βαλεῖν ἐπιόντα βελέμνῳ : καί ῥα νόῳ καὶ χερσὶ καὶ
Ἀπολλώνιος ἑκουσίως φησὶ τὸν Εὔφημον ἐπὶ τὴν θάλασσαν τὴν βῶλον βαλεῖν συμβουλίᾳ Ἰάσονος . Καλλίστη : ἡ καὶ Θήρα κληθεῖσα
4211609 λοχον
δέον εἰπεῖν ” ⌈ τοὺς πολεμίους ἐχειρωσάμεθα “ ἢ ” λόχον τινὰ ἐποιήσαμεν “ , ” ἐκλέψαμεν “ εἴρηκε παρ
διλοχία , τέταρτον δὲ ὁ λόχος . Τὸν μέντοι γε λόχον οὐ κατὰ ταὐτὰ διατάξομεν , ἀλλὰ τοὺς μὲν πρόσω
4208230 μαχεσθαι
πάθοις βλάβην . ζῆλος γυναικὸς πάντα πυρπολεῖ δόμον . θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ . θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς
Ἥραν αὐτῷ καρκίνον ἐφορμῆσαι , πρὸς δύο δὲ οὐ δυνάμενον μάχεσθαι σύμμαχον ἐπικαλέσασθαι τὸν Ἰόλαον , καὶ ἐντεῦθεν ῥηθῆναι τὴν
4193292 ἀπετρεπε
' ὄζω : τοῦτο πρὸς τὸ σὸν σπεύδων ἀγαθὸν Ἀγαμέμνων ἀπέτρεπε . καὶ ἔστιν οὕτως : ἦν μὲν ὁ Ἀγαμέμνων
χρῆσθαι , καθάπερ οἱ πρὸς τἀφροδίσια τῶν σωμάτων ἀπολαύοντες , ἀπέτρεπε φάσκων ἀνελεύθερόν τε εἶναι καὶ οὐ πρέπον ἀνδρὶ καλῶι
4190242 προστεταγμενων
τὰ μέρη δὲ ἄλλος ἄλλο κυβερνᾷ τῶν ὑπ ' ἐκείνου προστεταγμένων : ἧς τάξεως ἀπολαύειν οἴει δεῖν καὶ τοῦτον τὸν
ἐς τὴν ἤπειρον τὴν καταντικρύ . καὶ διωκόμενος ὑπὸ τῶν προστεταγμένων κατὰ πύστιν ᾗ χωροίη , ἀναγκάζεται κατά τι ἄπορον
4170682 ἀταφον
καὶ πάντων ἐγεγένηντο ὠμότατοι , τί πλέον εἶχον ἢ ῥίψαντες ἄταφον ἀπαλλάττεσθαι ; τῶν δ ' ἐν ὁδῷ παριόντων ἴσως
ἀνθρώπων ἀγριότητι , εἴγε καὶ Ἀθηναῖοι Φωκίωνα τὸν χρηστὸν ἔρριψαν ἄταφον . καὶ Ὀλυμπιὰς δὲ ἔκειτο γυμνὴ ἡ τεκοῦσα τὸν
4160286 σειε
Πελασγῶν ἀνδραποδισθῆναι καὶ πάλιν ὑπὸ Ἐρυθραίων ἐλευθερωθῆναι . Πάντα κάλων σεῖε : παροιμία ἐπὶ τῶν πάσῃ προθυμίᾳ χρωμένων : παρῆκται
ὦ θεῖε Λακωνικόν , πλὴν ὅτι τὸ θ ἐνήλλακται : σεῖε γὰρ τὸ θεῖε παρ ' αὐτοῖς . πότερ '
4147165 ἀπειροτερον
ἡ δὲ δευτέρα πάντα μὲν ὁμοίως , ἀλλὰ κατὰ τὸ ἀπειρότερον . Ἔτι δέ , ὡς τὸ αὐτὸ καὶ κάτωθεν
πολλοὺς δὲ τοξότας τε καὶ ἀκοντιστάς , τῷ παλαιῷ τρόπῳ ἀπειρότερον ἔτι παρεσκευασμένοι . ἦν τε ἡ ναυμαχία καρτερά ,
4145044 ἐτλη
κάρτος λώβης οὐκ ἀλέγιζεν ἀεικέος , ἀλλ ' ἐνὶ θυμῷ ἔτλη καὶ πληγῇσι καὶ ἐν πυρὶ τειρόμενός περ ἀργαλέως :
ἐν Αἰθιοπίᾳ . καὶ ἆθλος τοῦ ἀνδρός , ὃν ἑκὼν ἔτλη κατὰ ἔρωτα , οἶμαί σε , ὦ παῖ ,
4139239 δολῳ
: ” ἐὰν δέ τις ἐπιθῆται τῷ πλησίον ἀποκτεῖναι αὐτὸν δόλῳ καὶ καταφύγῃ ” ἐπὶ τὸν θεόν , τὸν προειρημένον
λέγεται : ἤγουν χρήσιμον χρεῖ ' ἦ ] ἤγουν χρήσιμον δόλῳ ] ἤγουν μετὰ μηχανῆς καὶ ἐπιτηδειότητος ὑπερέχοντας ] τοὺς
4131160 μνησασθαι
: ὥρη μὲν πολέων μύθων παύσασθαι , ὥρη δὲ ὕπνου μνήσασθαι . . : οἱ ἠὲ ἀθετοῦνται ὑπὸ Ἀριστοφάνους ὡς
γαστέρι κύντερον ἄλλο ἔπλετο , ἥ τ ' ἐκέλευσεν ἕο μνήσασθαι ἀνάγκῃ καὶ πάλιν ἡ δὲ μάλ ' αἰεὶ ἐσθέμεναι
4100603 ἀεικελιῃσι
' ἐκόλαζεν καὶ παρεῖχεν ἑαυτῷ πράγματα , αὑτὸν μὲν πληγῇσιν ἀεικελίῃσι δαμάσσας , σπεῖρα κάκ ' ἀμφ ' ὤμοισι βαλών
, ὅπου τρυφὴ καὶ ἀπάτη δυναστεύουσιν , αὐτόν μιν πληγῇσιν ἀεικελίῃσι δαμάσσας , σπεῖρα κάκ ' ἀμφ ' ὤμοισι βαλών
4100077 ἀπολεσθαι
ζῶ ; τί δ ' ἐμαυτὴν λυπῶ ; κάλλιον οὖν ἀπολέσθαι καὶ ἀπαλλαγῆναι τοῦ πονήρου τούτου βίου , ἀπαλλαγῆναι δὲ
οἱ δ ' ἄμεινον εἶναι νομίζοντες ὑπὸ τῶν τῆς φύσεως ἀπολέσθαι μερῶν ἢ γέλως ἐχθροῖς γενέσθαι ῥίπτειν ἑαυτοὺς εἰς θάλασσαν
4086240 ὁμολογησαντας
ἐπιβουλῆς ἀνῄρηται , καὶ ἕνα κατέσχε τοὺς ἄλλους ἐάσας ἀπαίρειν ὁμολογήσαντας ἀγαγεῖν τὸν νεώτατον , ὃν ἰδεῖν μάλιστ ' ἐπόθει
Ὁ μὲν γὰρ εἶπεν εἴργεσθαι τῶν ἱερῶν τοὺς ἀσεβήσαντας καὶ ὁμολογήσαντας , ἐμοὶ δὲ τούτων οὐδέτερα πεποίηται : οὔτε ἠσέβηται
4084060 ἀνασσοι
, οἱ μὲν θέλοντες ἐκβαλεῖν ἕδρας Κρόνον , ὡς Ζεὺς ἀνάσσοι δῆθεν , οἱ δὲ τοὔμπαλιν σπεύδοντες , ὡς Ζεὺς
. τὸ οἷσιν Ἀρίσταρχος διὰ τοῦ τ , καὶ τοῖσιν ἀνάσσοι , ἀντὶ τοῦ τίνων . . . . .
4082050 ἀοπλος
συνήγαγεν ἡ πόλις πρώτη , καὶ πάσας συναγαγεῖν ἐπέταξεν . ἄοπλος ἦν ὁ βίος : ὅπλα τῶν κινδυνευόντων προὐβάλετο .
πολλὰ καὶ παντοδαπὰ μόλις ἀνύει ταῖς πόλεσιν , εἷς ἀνὴρ ἄοπλος ἴσχυσεν . ὅθεν , ἐπειδὴ τῶν δυσμενῶν ἀπιόντων εἴσω
4062037 τετρωμενον
. Οὕτως οὖν τὸν ἕτερον τῶν σκύμνων ἀποδιώξασα , τὸν τετρωμένον οὐκ ἀπολείπει , οὐδὲ εἰ φοβεῖν τις αὐτὴν ἢ
βασιλέα τεθνηκέναι κατήγγελλον , οἱ δὲ ἑαλωκέναι , οἱ δὲ τετρωμένον τοῦτον ἰδεῖν καὶ κατὰ γῆς ἐρριμμένον , οἱ δὲ
4053111 Ἑκτορα
μοι τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον , ποσσῆμαρ μέμονας κτερεϊζέμεν Ἕκτορα δῖον , ὄφρα τέως αὐτός τε μένω καὶ λαὸν
ἄνακτι παυσάμενον πολέμοιο τὰ ἃ πρὸς δώμαθ ' ἱκέσθαι , Ἕκτορα δ ' ὀτρύνῃσι μάχην ἐς Φοῖβος Ἀπόλλων , αὖτις
4051595 ἀπραγμονων
πυροῦ γεωργίαν , ὅθεν καὶ ἐσιταγώγουν Ἀθηναῖοι . ὡς οὖν ἀπραγμόνων ὄντων καὶ ἰδιωτῶν καὶ ὑπὸ Κλέωνος ἐπηρεαζομένων τούτων ἐμνήσθη
: καὶ μάλιστα ὅσοι πένητες καὶ ἰδιῶται πατέρων ἰδιωτῶν , ἀπραγμόνων , μικρὰ ἐν ταῖς πόλεσι δυναμένων . ἤκουον γὰρ
4050901 Ἀχαρνεα
καὶ τοὺς οἰκείους τοὺς ἡμετέρους αὐτῶν , ἔπειτ ' Ἀνδροκλείδην Ἀχαρνέα , παρ ' ᾧ κατεθέμεθα τὰς συνθήκας . βούλομαι
Στεφάνου τουτουὶ Σαυρίας Λαμπτρεύς : κοινὸν δὲ αὑτοῖς προσαιροῦνται Διογείτονα Ἀχαρνέα . συνελθόντες δ ' οὗτοι ἐν τῷ ἱερῷ ,
4042845 ἀποκτειναι
, πλὴν αὐτοῦ , καὶ ὡς ἡλίσκετο , αὑτὸν ἐπιχειρεῖν ἀποκτεῖναι , Νικίᾳ δὲ τὴν παράδοσιν ἐθελοντῇ γενέσθαι . Τούτων
. κεκριμένον δὲ ἦν τοῖς θεοῖς ὥστε καὶ αὐτοὺς ἀλλήλους ἀποκτεῖναι : ἀπέτυχον : ἀπαιδεύτως : οὔτ ' ἔξοδον διδόντες
4038162 εἰα
ἐπὶ τῷ προπετεῖ καὶ περιέργῳ τῆς γλώσσης αὐτοῦ . [ εἶα λέγ ' , εἴ τι λέγεις ] τὸν ξένον
πὰρ Εὐρώταν ψιάδδοντι . Εἶα μάλ ' ἔμβη , ὢ εἶα κοῦφα πᾶλον , ὡς Σπάρταν ὑμνίωμες , τᾷ σιῶν
4035045 παραφθας
κάλπιν ἀείρας ὥρμηνεν πονέεσθαι ἐφ ' ὕδατι : τὸν δὲ παραφθὰς Ἀργείων τις ἔτυψεν ὑπ ' ἔγχεϊ καί οἱ ὄλεσσε
Ἐξαῦτις δ ' ὅ γε τόξα τιτύσκετο : τὸν δὲ παραφθὰς ἰῷ ἐυγλώχινι βάλεν βουβῶνος ὕπερθε Ποίαντος φίλος υἱός .
4009110 ταρβειν
, ὡς πλησθῇ φόνου , ἄνδρας δ ' ὁπλίτας πολέμιον ταρβεῖν δόρυ . ὅταν γὰρ ὀργὴ δαιμόνων βλάπτῃ τινά ,
εἶμεν ? ? ἄξιοι γεννητόρων . ἄλλων [ τὸ ] ταρβεῖν , οὐκ ἐμόν : ῥώμηι τε γάρ ? [
4002306 δορυ
καὶ ἐπιτηδείως ἦγε τὸ δόρυ : τὴν γὰρ ναῦν λέγει δόρυ . . Ἑλληνικὴ ] ἡ τοῦ Θεμιστοκλέους . .
] ἤτοι τῆς δεξιᾶς , δι ' ἧς πάλλουσι τὸ δόρυ . παμπρέπτεσιν ] εὐπρεπέσιν . ἡ εὐθεῖα ἡ παμπρέπτις
3989774 δορατι
. φθόρον πότμον ἀντὶ τοῦ φθαρτικὸν θάνατον τῷ φοινικῷ κατασκευάσει δόρατι τῷ ἀπὸ ξύλου τμηθέντι φονευθεὶς ὁ Αἰτωλὸς ἤγουν ὁ
δι ' ἧς κτυπῶν φόβον αὐτῷ ἐμποιῶν . Ἐγχείῃ : δόρατι , ἔγχει . ταναηκέϊ : μακρῷ , μακρᾷ .
3978947 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
3978315 θελον
σφᾶς αὐτοὺς νημερτὲς ἐπέφραδον ἀντιάσαντες : οὐδ ' ἔτι μιμνάζειν θέλον ἔμπεδον , ἀλλ ' ἐνὶ νηί , ἀργέσταο παρᾶσσον
μέχρι πλείονος εἴωθε κυρτοῦσθαι , προπετέστερον δὲ ἀνιστάμενον καὶ περιπατεῖν θέλον διαστρέφεσθαι κατὰ τοὺς μηροὺς τὰ σκέλη . | τοῦτο
3975166 κτειναι
ἀνύποπτον καὶ † τοῦ ὀμνύειν . Ἁρμόδιος γὰρ καὶ Ἀριστογείτων κτεῖναι θέλοντες Ἵππαρχον τὸν τύραννον , ἐν μύρτοις τὸ ξίφος
ἀληθὲς ὅτι οὐδεὶς ἄλλος ] σε ἀνθρώπων ἠδύνατο / [ κτεῖναι ἀλκῆι διαφέροντα πάντων ] ? , ἀλλ ' ἡ
3961748 νεκρον
Πάμφυλον τὸν Αἰγιμίου λέγουσιν ὕστερον γῆμαιτότε : δὲ ἀναλαβόντες τὸν νεκρὸν τῆς Ὑρνηθοῦς κομίζουσιν ἐς τοῦτο τὸ χωρίον τὸ ἀνὰ
, ἀλλὰ τῇ γιγνομένῃ ἀπὸ τῶν ὀμμάτων φύσεως φορᾷ καὶ νεκρὸν ποιεῖ . ἐγνώσθη δὲ οὕτως . τῶν μετὰ Μαρίου
3959042 χειρε
, ἀλλ ' ἐκεῖνός γε συλλαβὼν τὸ παιδίον καὶ τὼ χεῖρε ὀπίσω περιαγαγὼν αὐτοῦ , πρὸς τοὺς δικαστὰς ἤγαγε καὶ
μία ἑκατέρωθεν ἐπιβᾶσα τοῦ ὤμου , κατιοῦσαι δὲ ἐπὶ τὼ χεῖρε βραχίοσι τε καὶ ὠλέναις ἐμπρέπουσαι . οἷς μὲν δὴ
3950956 ἐκκριτον
καὶ ἀπέθανεν . εἰ δὲ πολλάκις λέγεις ὅτι χρή τινα ἔκκριτον ἀπὸ τῶν αἰχμαλώτων γυναικῶν θανεῖν , ἢ εὐπρεπεστάτην τῷ
' ἄγει . εἰ δ ' αἰχμαλώτων χρή τιν ' ἔκκριτον θανεῖν κάλλει θ ' ὑπερφέρουσαν , οὐχ ἡμῶν τόδε
3947599 τω
σου διασπαράξει , πλευμόνων τ ' ἀνθάψεται Ταρτησσία μύραινα : τὼ νεφρὼ δέ σου αὐτοῖσιν ἐντέροισιν ᾑματωμένω διασπάσονται Γοργόνες Τειθράσιαι
εἰσὶ προσφερῆ καὶ ὅμοια τῆς βροντῆς καὶ τῆς πορδῆς . τὼ ' νόματ ' : δυικῶς ἔκλινεν . βροντὴ καὶ
3941336 ἀποκτεινειν
. διὰ ταῦτα , τοῦ νόμου μὴ κελεύοντος ἑαυτόν τινα ἀποκτείνειν , παράνομόν ἐστι τὸ ἑαυτόν τινα ἀποκτείνειν : ὃ
ἀρχὴ τὸν φύλακα τῆς ἐλευθερίας αὐτοῦ νόμον , ὃς οὔτε ἀποκτείνειν πολίτην ἄκριτον οὐδένα συνεχώρει τοῖς ὑπάτοις , οὐδέ γε
3932982 γνωρισθεις
φησιν ὅτι κατελθὼν ὁ Ἰάσων ἀπὸ τοῦ Χείρονος ἄντρου καὶ γνωρισθεὶς τῷ πατρὶ * καὶ * τοῖς συγγενέσιν ἀριστοποιεῖται καὶ
ἀποταμεῖν αὐτοῦ τὴν κεφαλήν , ὅκως μὴ αὐτὸς ὀφθεὶς καὶ γνωρισθεὶς ὃς εἴη προσαπολέσῃ κἀκεῖνον . Τῷ δὲ δόξαι εὖ
3931269 κεκαλυπτο
ἄμβροτον ἀθανάτοιο θεοῦ δέμας οὐδὲ μὲν ἵππους : ἠέρι γὰρ κεκάλυπτο . Νόησε δὲ θέσκελον αὐδὴν ἔκποθεν ἀίσσουσαν ἄδην εἰς
ὑποδρηστῆρας Ἀχαιοὺς λῦσαι λάινον ἕρκος ἐυγνάμπτοισι μακέλλαις , ἵππος ὅπερ κεκάλυπτο : θέλεν δέ ἑ γυμνὸν ἐᾶσαι , τηλεφανὴς ἵνα
3929637 περιοψεσθαι
πολιορκεῖν τὸ χωρίον , ἀλλ ' ἐπειδὴ ἡγήσαντο ἡμᾶς οὐ περιόψεσθαι , τότε καὶ τὸ εὐπρεπὲς τῆς δίκης παρέσχοντο .
δ ' οὐ μέχρι τοῦ παντὸς καθειργμένην αὐτὴν ὁ γεννήσας περιόψεσθαι πατήρ , ἀλλ ' οἶκτον λαβὼν λύσειν τὰ δεσμὰ
3926501 ἁλωναι
τῶν πόλεων , οὕτω τοῖς Μεσσηνίοις περιειστήκει πολιορκία . καὶ ἁλῶναι μὲν κατὰ κράτος τὸ τεῖχος ἢ ὑπερβάντων τῶν Ἀκαρνάνων
ἀπείργοντος : οὕτως που δυνατὸν ἑνὶ καὶ ἀνόπλῳ σαλπιγκτῇ πόλιν ἁλῶναι . Εἰ δὲ δή τινα ἀκμάζουσαν ἔτι πλήθει τε
3918773 χεροιν
τὰς πόλεις ἐπὶ τὸ τέλος . ἔχων δὲ ταῦτα ἐν χεροῖν λαμβάνει γράμματα . ἃ ἠπίστησα παρ ' ὑμῶν ἥκειν
συμβαλεῖν ; τύμβον παρ ' αὐτόν , ἐκ λόχου μάρψας χεροῖν . τί γάρ ποθ ' ἥδ ' ἄναυδος ἕστηκεν
3917976 πειρηθηναι
αὐτὴν ἴδμων ἠερίην μάλα σημήνασθαι ἀϋτμήν . Καί τις ἐπακτήρων πειρηθῆναι σκυλακήων ἱμείρων , προπάροιθε πυλάων αἰπεινάων ἢ νέκυν ἢ
ἐέλδωρ ἐκτελέσωσιν . Ἀλλ ' ἤτοι τάδε μὲν καὶ ἐπαυτίκα πειρηθῆναι πάντα μάλ ' ὅσς ' ἀγόρευσα , παρέσσεται ,
3912272 ἑταιρον
πολλαῖς ἡμέραις μικρὸν ἀνύσῃ μέτρον . πέρασον οὖν ἡμῖν τὸν ἑταῖρον οὐ τὸν Δαιδάλου τρόπον , ἀλλ ' οἶσθα ὃ
καὶ γὰρ καὶ ταῦτα αὐτῷ ὑπάρχει . Ἑρέννιον τὸν ἐμὸν ἑταῖρον φθάνεις μὲν ἐπιστάμενος , οὔπω δὲ ἱκανῶς , ὅσον
3907682 ἐπειτ
, κακῆι δέ σφ ' ἔμβαλε φήμηι . Τιμάνδρη μὲν ἔπειτ ' Ἔχεμον προλιποῦς ' ἐβεβήκει , ἵκετο δ '
γέγονα , καὶ συνήρεσκε ταῦτά μοι καὶ συνέπραττον αὐτῷ , ἔπειτ ' ἐξαίφνης μεταβέβλημαι καὶ κατηγορῶ . ἔστι δ '
3906694 ἱππηας
στρατείαν μετὰ πολλοῦ κόσμου καὶ τάξεως τοῖς πεδίοις προσιοῦσαν , ἱππῆας μὲν πρῶτα σὺν ἵπποισιν καὶ ὄχεσφιν , πεζοὺς δ
: ὣς Ἕκτωρ λαιψηρὰ πόδας καὶ γούνατ ' ἐνώμα ὀτρύνων ἱππῆας , ἐπεὶ θεοῦ ἔκλυεν αὐδήν . οἳ δ '
3905395 ἱρεας
καὶ τὰ Κύπρια ἔπεα χαιρέτω . Εἰρομένου δέ μεο τοὺς ἱρέας εἰ μάταιον λόγον λέγουσι οἱ Ἕλληνες τὰ περὶ Ἴλιον
ψευδομένους θανάτῳ ἐζημίου . Ἀποκτείνας δὲ τούτους , δεύτερα τοὺς ἱρέας ἐκάλεε ἐς ὄψιν . Λεγόντων δὲ κατὰ ταὐτὰ τῶν
3897864 ξιφει
ἐλθοῦσαν καὶ τὸν ἑαυτῆς τε κἀκείνου ἔρωτα μεγάλων ἀξιῶσαι προσπεσοῦσαν ξίφει ὀρθῷ . τρίτον ἠρόμην : ἡ Ἑλένη , ὦ
τοῖς ἄμοτον κοτέων Ἀφαρήιος Ἴδας κόψε παρ ' οὐρίαχον μεγάλῳ ξίφει : ἆλτο δ ' ἀκωκή ῥαιστὴρ ἄκμονος ὥστε παλιντυπές
3895847 ἐχοντε
εὐκαίρως γινομένην μόνην ὀνομάζειν αἰδῶ . τὸ δὲ ταὔτ ' ἔχοντε γράμματα , οἷον : ἑνὶ ὀνόματι τόνῳ καὶ φθόγγῳ
: [ τῶν γὰρ σθένος οὐκ ἀλαπαδνόν : ἥβης μέτρον ἔχοντε : ] τὼ ἐργάζεσθαι ἀρίστω . οὐκ ἂν τώ
3884744 σχεδην
Δήλιος ἐν τῷ Περὶ παιάνων Οἱ αὐτοκάβδαλοι καλούμενοι ἐστεφανωμένοι κιττῷ σχέδην ἐπέραινον ῥήσεις . Ὕστερον δὲ ἴαμβοι ὠνομάσθησαν αὐτοί τε
ἔξω τῆς τάφρου καὶ τῆς περὶ τὸ στρατόπεδον στενοχωρίας , σχέδην δὲ καὶ ἐφιστάμενον , ὥσπερ αὐτός φησιν Ὅμηρος .
3882529 ἐπειθε
: καὶ πέμπει δὴ τοὺς ἐροῦντας . ὡς δὲ οὐκ ἔπειθε , πρῶτον μὲν ἔκειρε πᾶσαν τὴν ἔξω χώραν αὐτῶν
πρὸς ταὐτὸν αὖθις ἄγων , καινὰ δὲ παλαιοῖς προστιθείς . ἔπειθε δὲ ταῦτα θαρρεῖν τὸ σωφρονεῖν . καὶ σύνεγγυς ἔχειν
3876659 οὐτοι
φίλους , καὶ νῦν ὑπὲρ τῶν κοινῶν δικαίων ἀγωνίζεσθαι . οὔτοι φιλαθηναίου γέ ἐστι τὴν Ἀκαδημίαν μόνην ἀσπάζεσθαι τῆς Ἀττικῆς
γ ' ἔλεξας , χρήστ ' ἔπη κρύπτειν φίλους . οὔτοι σιωπῶς ' εἶτα μέμψομαί ποτε τὴν νῦν σιωπὴν ὡς
3869145 ἀποταμειν
ποτθέμειν λῇ τις ἕτερον μᾶκος ἢ τοῦ πρόσθ ' ἐόντος ἀποταμεῖν , ἔτι χ ' ὑπάρχοι κῆνο τὸ μέτρον ;
στεφάνῃ τὸν κυβερνήτην , ὅτι δὲ Περσέων πολλοὺς ἀπώλεσε , ἀποταμεῖν τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ . Οὗτος δὲ ἄλλος λόγος λέγεται
3868469 ἀγος
δὲ μόνος ἐπὶ τὴν ἀρχὴν τὸ δεύτερον καταστὰς τό τε ἄγος ἀφοσιοῦται τὸ περὶ τοὺς πρέσβεις γενόμενον προειπὼν τοῖς ἐργασαμένοις
ᾖ κριθιάσας , ἢ ὑψαυχενήσας καὶ ἀτιμαγέλης γεγονὼς παρὰ τὸ ἄγος ἀγοστής καὶ ἀκοστής κατὰ τροπὴν προηγεῖσθαι . . .
3864096 ὁπλιτην
ὄντα καὶ σπεύδοντα τιμωρήσασθαι τὸν ἐχθρόν . οὐκ ἄνδρ ' ὁπλίτην ] οὐ χρή , φησί , ζητεῖν περὶ ἀγαθῆς
γεγόνασιν Ἀρκάσιν ὑπερῆρκε τῇ δόξῃ Δαμάρετος Ἡραιεύς , ὃς τὸν ὁπλίτην δρόμον ἐνίκησεν ἐν Ὀλυμπίᾳ πρῶτος . ἐς δὲ τὴν
3863836 κελευων
Μαζάρης δὲ μετὰ τοῦτο ἔπεμπε ἐς τὴν Κύμην ἀγγέλους ἐκδιδόναι κελεύων Πακτύην . Οἱ δὲ Κυμαῖοι ἔγνωσαν συμβουλῆς πέρι ἐς
μή με ταχέως ἐπιλίπῃ τὸ δῶρον , πράττω διαταμιευόμενος καὶ κελεύων φείδεσθαι τοὺς οἰκέτας . οὕτω δὲ ὂν ἡδὺ φαγεῖν
3863687 ὑμειων
χρέος οἷον ὑπεὶρ ἅλα νεῖσθαι ἀνώγει , αὐτῶν θ ' ὑμείων ὄνομα κλυτὸν ἠδὲ γενέθλην . ” Τὸν δ '
ἀτὰρ ὔμμες , Ἀχαιίδος οἷά τε πάσης αὐτῶν θ ' ὑμείων ἐσθλὴν ἐπαρωγὸν ἐοῦσαν , σώετε : δὴ γάρ που
3857795 Ἀργειων
δ ' ἵκετ ' αἰθέρα δῖον Τρώων Αἰθιόπων τε καὶ Ἀργείων ἐριθύμων μαρναμένων ἑκάτερθε : κόνις δ ' ὑπὸ ποσσὶν
κυδοίμεον ἄλλοθεν ἄλλον σεύοντες . Πολλοὶ δὲ καὶ ἐγχείῃσι δάμησαν Ἀργείων : Τρῶες γὰρ ὅσοι φθάσαν ἐν μεγάροισιν ἢ ξίφος
3855181 δειδοικα
καὶ λιγνύι : τείρετο δὲ χθών . Τοὔνεκ ' ἐγὼ δείδοικα Διὸς μένος ἤματι τῷδε . Ἀλλ ' ἴομεν ποτὶ
δ ' ἀκοντίζω ὅσον οὐκ ἄλλος τις ὀϊστῷ . οἴοισιν δείδοικα ποσὶν μή τίς με παρέλθῃ Φαιήκων : λίην γὰρ
3854073 ἀναγκα
ἀνάγκα καὶ ἥμισυ ἦμεν , εἰ δὲ καὶ ἡμίσεον , ἀνάγκα καὶ διπλάσιον , καὶ ἔστιν καὶ τὸ διπλάσιον αἴτιον
κινέεται τὸ κινεόμενόν ἐστι τὸ πράτως κινέον . ὥτ ' ἀνάγκα τρεῖς εἶμεν τὰς ἀρχάς , τάν τε ἐστὼ τῶν
3853826 ἀποκηρυττειν
τοῦ πατρὸς προβαλλό - μενος , ὅτι ἔξεστι τοῖς πατράσιν ἀποκηρύττειν τοὺς παῖδας : ἐμπεσόντος οὖν τοῦ νόμου τούτου ,
μετριώτερον ἐπάγει , ὅτι σωφρονίζειν , τύπτειν , ὑβρίζειν , ἀποκηρύττειν : ἐπὶ δὲ μεταστάσεως , διαμαρτύρεσθαι , ἐλέγχειν :
3845821 ὀδυρωνται
δ ' οὐκ εἶχον πότερ ' αὑτοὺς ἢ τοὺς ἑαυτῶν ὀδύρωνται : οἱ δὲ ἀπῴμωζον τὴν πόλιν , οἱ δὲ
γὰρ οὕτως ἄνδρα οὐ πάνυ χρηστόν , ἢν οὖν ἐλθόντες ὀδύρωνται λέγοντες ἃ ἠδίκηνται , ὁ ποιμὴν οὗτος τοὺς μὲν
3839202 πυθηται
ἀμύσσεται ] σπαράσσεται . . μὴ πόλις πύθηται ] μὴ πύθηται , φησὶ , καὶ μάθῃ τις τῶν ἑτέρων πόλεων
ἦε καὶ αὐτοῦ θυμὸς ἐφωρμήθη ἴμεν ἐς Πύλον , ὄφρα πύθηται πατρὸς ἑοῦ ἢ νόστον ἢ ὅν τινα πότμον ἐπέσπεν
3835689 στας
ς ' ἐς Ἑλλάδα πέμπει : ἐλεφαντοδέτων πάροιθεν θρόνων ὃς στὰς Ἑλένας ἐν ἀντωποῖς βλεφάροις ἔρωτά τ ' ἔδωκας ἔρωτί
οὔ : ἀλλ ' ἄν τίς σε δέρῃ , κραύγαζε στὰς ἐν τῷ μέσῳ ὦ Καῖσαρ , ἐν τῇ σῇ
3834867 ἐκκλεψαι
' , ὡς ἐλπίζομεν , εἰ τήνδε πως δυναίμεθ ' ἐκκλέψαι χθονός , φρουρεῖν θ ' ὅπως ἂν εἰς ἓν
ὁ μὲν φεύγει λαθών ] , ὁ δ ' ἐκεῖνον ἐκκλέψαι δοκῶν δεῖται διὰ ] τοῦτο , καὶ γέγονεν ἑκκαίδεκα
3832388 βιασεσθαι
, οὐδ ' ἤλπιζε Φάβιον ἢ τοὺς ἐπὶ τῶν στενῶν βιάσεσθαι διὰ τὴν τῶν χωρίων ὀχυρότητα . ὧδε δὲ ἔχων
θεοὺς δὲ ἅμα πάντας , εἰ βούλοιντο , ἐκκρεμαμένους κατασπᾶν βιάσεσθαι , οὐ μὴν κατασπάσειν γε , σὺ δέ ,
3830522 Καδμειων
ὦ πτεροῦσσα , Γᾶς λόχευμα νερτέρου τ ' Ἐχίδνας , Καδμείων ἁρπαγά , πολύφθορος πολύστονος μειξοπάρθενος , δάιον τέρας ,
ἔνθεν οὐχ ἥκει πάλιν . γέρων δὲ δή τις ἔστι Καδμείων λόγος ὡς ἦν πάρος Δίρκης τις εὐνήτωρ Λύκος τὴν
3830364 σωιζειν
χρηστόν , μῆτερ , οὐχὶ βούλομαι ἄλλωι παρεῖναι μᾶλλον ἢ σώιζειν ἐμοί : ἀνανδρία γάρ , τὸ πλέον ὅστις ἀπολέσας
τὴν ἐμὴν δάμαρτά σε , ἣν Ζεὺς ἔπεμψε δεῦρό σοι σώιζειν ἐμοί . οἶδ ' οὕνεχ ' ἡμῖν οὔποτ '
3825158 ἀσπιδα
ὅτι οὐκ ἀντανῆγεν , ἀποπλέοντας τοὔμπαλιν παρ ' αὐτὸν ἆραι ἀσπίδα κατὰ μέσον τὸν πλοῦν . οἱ δὲ ταῦτα ἐποίησαν
εἰσελθὼν εἰς τὸ τοῦ Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐπέδειξεν ἣν Μενέλαος ἀνέθηκεν ἀσπίδα , διασεσηπυῖαν ἤδη , μόνον δὲ διαμένειν τὸ ἐλεφάντινον
3820335 πεπτωκοτας
, ἔκειντο ἡμιθανεῖς . ἀλώπηξ δὲ παριοῦσα ὡς ἐθεάσατο αὐτοὺς πεπτωκότας , τὸ δὲ βούνευρον ἐν μέσῳ κείμενον , εἰσελθοῦσα
τοὺς ἐν τοῖς ὄρεσι λίθους , ὡς Δημήτριός φησι τοὺς πεπτωκότας οὖκ οἶδ ' ὅπη † φιλότης † . ὤρεσι
3819234 τειχοιν
διαϲτρέφειν ? οὖν πρῶτα μὲν χρὴ Καλλίαν τοὺϲ ἐν μακροῖν τειχοῖν δ ' ἅμ ' , ἀριϲτητικώτεροι ] γάρ εἰϲιν
ἔστησαν αὐτῶν τρία . καὶ τὸ μὲν ἕτερον τοῖν δυοῖν τειχοῖν τοῖν ὕστερον ληφθέντοιν κατέβαλον , τὰ δὲ δύο ἐπισκευάσαντες
3816033 καταληφθεντας
, ὅτι βίᾳ καὶ ταύτην ἐξεῖλεν καὶ ὅτι πάντας τοὺς καταληφθέντας ἐν αὐτῇ ἀπέκτεινε . Πτολεμαῖος δὲ κατανεῖμαι λέγει αὐτὸν
Ἰόππην καὶ Γάζαν ἀπειθούσας κατὰ κράτος εἷλε καὶ τοὺς μὲν καταληφθέντας Πτολεμαίου στρατιώτας ἐπιδιεῖλεν εἰς τὰς ἰδίας τάξεις , εἰς
3814120 ψεγοντας
ψέγουσι , πότερον τοὺς ἐπαινοῦντας τὸ φίλαυτον ἀποδεκτέον ἢ τοὺς ψέγοντας ; δοκοῦσι γὰρ καὶ οἱ ἐπαινοῦντες καὶ οἱ ψέγοντες
ὢν τυγχάνοι , οὐκ ὀρθῶς ἡμᾶς λέγειν , οὕτως εἰκῇ ψέγοντας ἄγνοιαν , εἴ γε μὴ προσθείημεν τὴν ἔστιν ὧν
3812685 ὠμω
δ ' ὄπιθεν , πλῆξεν δὲ μετάφρενον εὐρέε τ ' ὤμω χειρὶ καταπρηνεῖ , στρεφεδίνηθεν δέ οἱ ὄσσε . τοῦ
, χωλὸς δ ' ἕτερον πόδα , τὼ δέ οἱ ὤμω κυρτὼ ἐπὶ στῆθος : καὶ τὰ ἑξῆς , καὶ
3810832 ἡγειτ
δὲ τίμημ ' ἐποίησεν ὅλον δημόσιον : τὴν γὰρ πόλιν ἡγεῖτ ' ἀδικεῖν , οὐ τὸν παθόντα μόνον , τὸν
ὡς εἴρηται καὶ αὐτὸς δ ' ἐννοσίγαιος ἔχων χείρεσσι τρίαιναν ἡγεῖτ ' : ἐκ δ ' ἄρα πάντα θεμείλια χεῦε
3794897 τανυσσατο
τῷ πελέκει τύπτων ἔθυεν , οἷον : βουτύπος οἷα πόδεσσι τανύσσατο , κὰδ δὲ βαρεῖαν χεῖρ ' ἐπί οἱ πελέμιξεν
ὁ δ ' αὐτόθεν ἔνθα περ ἧστο δεξιτερὴν ἀνὰ χεῖρα τανύσσατο , φώνησέν τε : “ Μή τις ἐμοὶ τόδε
3788733 περισπωντας
Ἑρμοῦ καλεῖν οἰκίαν τοὺς Πυθοπολίτας οὐκ ὀρθῶς τὴν δευτέραν συλλαβὴν περισπῶντας καὶ τὴν δόξαν ἐπὶ θεὸν ἀπὸ ἥρωος μετατιθέντας .
κατ ' ἀρχὴν τὸ ὡς , ἐν δὲ μέσῃ φράσει περισπῶντας , ἀλλ ' οὐδ ' ὧς ἑτάρους ἐρρύσατο .
3787485 Ἀστεροπαιον
ἁπάσης ὅσης ἐπῄεσαν γῆς , ὑπὸ δὲ τὸ Ἰλιακὸν ἔργον Ἀστεροπαῖον βασιλέα τῶν ἐπ ' Ἀξίῳ ποταμῷ Παιόνων . Χηλαὶ
' ἐκ Παιονίης ἐριβώλακος εἰληλούθει , καὶ δὲ μετ ' Ἀστεροπαῖον ἀριστεύεσκε μάχεσθαι . Τὸν δὲ πεσόντ ' ἐλέησεν ἀρήϊος
3780674 δεισας
κακῶς , οὐδ ' ὡς ἀχρεῖον τὰς γυναῖκας εὖ λέγειν δείσας ' ἀφήσω τῶι φόβωι τοὐμὸν καλόν . ἐγὼ δέ
καὶ χρήματα καὶ ἐσθῆτας ἐς τὸν στρατὸν ἅπαντα , εἴτε δείσας μέγεθος ἀρχῆς ἔτι εὐτυχούσης , εἴτε φυλαξάμενος ἐχθρῶν φθόνον
3778446 ἐσιδειν
αἰσχρὸν παρεόντα καὶ ὠκυπόδων ἐπιβάντα ἵππων μὴ πόλεμον δακρυόεντ ' ἐσιδεῖν . Οἴ μοι ἀναλκίης : ἀπὸ μὲν Κήρινθος ὄλωλεν
κακόν . Πάντων μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον μηδ ' ἐσιδεῖν αὐγὰς ὀξέος ἠελίου , φύντα δ ' ὅπως ὤκιστα
3776442 τεθωρακισμενος
ἄσιτος γὰρ τὸ παράπαν διέμεινε . Καὶ ὁ μὲν ἔτι τεθωρακισμένος ὢν ἐδείπνει , οἱ δὲ λάθρα τοῦ χάρακος ἐξιόντες
ποιεῖται . οὕτως καὶ στρατηγὸς ἄριστος τὴν εὐμένειαν τοῦ Θεοῦ τεθωρακισμένος καὶ τῇ τάξει καὶ στρατηγίᾳ σὺν ἀγρυπνίᾳ κεχρημένος ,
3775087 ὑπασπιστην
πεντήκοντα δραχμὰς ἐφόδιον ἐς Πελοπόννησον ἐνέβαλε . πυθόμενος δὲ τὸν ὑπασπιστὴν αὐτοῦ χρήματα εἰληφέναι παρά τινος τῶν αἰχμαλώτων ἐμοὶ μὲν
τὴν τοῦ βίου καταστροφὴν ἐποιήσατο . πρῶτον μὲν γὰρ τὸν ὑπασπιστὴν προσκαλεσάμενος ἐπηρώτησεν , εἰ διασέσωκε τὴν ἀσπίδα . τοῦ
3763782 δορι
φυγεῖν ἐφθόνουν . οὐδ ' αὐτοί πω πόλιν οὐδεμίαν ὧν δορὶ ἐλάβομεν , τοιαῦτα διεθήκαμεν οὐδὲ ἑτέρους ἐπυθόμεθα διαθεῖναι ,
πατρός . Ὁ μὲν γὰρ αὐτὸν ἐννέπει : Τέκνον , δορὶ βούλου κρατεῖν μέν , σὺν θεῷ δ ' ἀεὶ
3758114 ἀποσεισαμενος
χάζω τὸ ὑποχωρῶ , ἤτοι ἀφείς , καταλείψας ) , ἀποσεισάμενος . τὸ σχάζειν κυρίως ἐπὶ τῶν κωπηλατούντων λέγεται ,
ὦ Κρόνου καὶ Ῥέας υἱέ , τὸν βαθὺν τοῦτον ὕπνον ἀποσεισάμενος καὶ νήδυμονὑπὲρ τὸν Ἐπιμενίδην γὰρ κεκοίμησαικαὶ ἀναρριπίσας τὸν κεραυνὸν
3753026 δουρικλειτος
: κῆρες γὰρ ἄγον μέλανος θανάτοιο . τοὺς μὲν Τυδεΐδης δουρικλειτὸς Διομήδης θυμοῦ καὶ ψυχῆς κεκαδὼν κλυτὰ τεύχε ' ἀπηύρα
εἰς ὅ κε δῶρα φέρων ἐπιδίφρια θήῃ ἥρως Ἀτρεΐδης , δουρικλειτὸς Μενέλαος , καὶ μύθοις ' ἀγανοῖσι παραυδήσας ἀποπέμψῃ .
3750600 ἐχθαιρους
πυλῶν καὶ μακράν που . ἀνδρὸς ] τοῦ Ἱππομέδοντος . ἐχθαίρους ' ] μισοῦσα . Ξ ὕβριν ] τὴν εἰς
μοι , ἠὲ ἑκὼν ὑποδάμνασαι , ἦ σέ γε λαοὶ ἐχθαίρους ' ἀνὰ δῆμον , ἐπισπόμενοι θεοῦ ὀμφῇ . τίς
3745601 ὁμοζυγα
χεῖρας ἢ πόδας οὐκ εἶχεν , ἀλλ ' ὅτι τὰ ὁμόζυγα τούτου οὐκ εἶχεν οἷον ἀσπίδα καὶ κνημῖδας , καὶ
γενναῖον καὶ μεγαλόψυχον τὸ πολὺ τῇ τύχῃ λειπόμενον προσελέσθαι τὸν ὁμόζυγα καὶ μήτε τὸ σχῆμα διαφυγεῖν οὐκ ὄντος ὁμοτίμου μήτ
3741666 ὀχεσφι
: οὐδὲ τὸ αὐτὸ ἐμφαίνει τὸ οἱ μὲν παρ ' ὄχεσφι τῷ οἱ μὲν δὴ παρ ' ὄχεσφι : παραγραφῆς
ἵππος ἀφίσταται , ὅς ῥα ἄνακτα ἕλκῃσιν πεδίοιο τιταινόμενος σὺν ὄχεσφι : τοῦ μέν τε ψαύουσιν ἐπισσώτρου τρίχες ἄκραι οὐραῖαι
3737474 Φιλοι
δὲ παρεκτετάνυστο φαρέτρη : τόξον δ ' ἔκφυγε χεῖρε . Φίλοι δέ μιν ἁρπάξαντες ἵπποις Ἑκτορέοισι φέρον ποτὶ Τρώιον ἄστυ
Ἅλας καὶ τράπεζαν μὴ παραβαίνειν : δήλη ἡ παροιμία . Φίλοι γὰρ ἐκ τούτων γινόμεθα . Ἅλμη οὐκ ἔνεστιν αὐτῷ
3736702 Ἀτρειδην
κατὰ νῆας : ὁ δὲ τὸ ἴδιον δηλοῖ , γνώσεαι Ἀτρείδην . Ὡς μὲν οὖν καὶ ἐπὶ τρίτων πολλάκις παραλαμβάνονται
πατρωνυμικῶς αὐτὸν ἠθέλησεν ὀνομάζειν , εἶπεν ἂν Ὑπεριονίδην , ὡς Ἀτρείδην εἰ τύχοι τὸν Ἀγαμέμνονα καὶ Πηλείδην τὸν Ἀχιλλέα .
3735277 τοιν
, ἀδὴν ὧδε καὶ τρίχες : ἀδένες δὲ καὶ κατὰ τοῖν οὐάτοιν ἔνθα καὶ ἔνθα ἑκατέρωθεν κατὰ τὰς σφαγὰς τοῦ
ὦς . Δυϊκά . Τὼ φῶτε , τὼ ὦτε . τοῖν φώτοιν , τοῖν ὤτοιν . ὦ φῶτε , ὦ

Back