μάθε νάρδῳ , ἤνυσε δὲ σφαλερούς , ὁτὲ δ ' ἄφρονας , ἐν δὲ μονήρει ῥηιδίως ἀκτῖνι βαρὺν κατεναίρεται ἄνδρα
ἐπὶ δολερῶν καὶ μικρῶν , ὅμως δὲ μεγάλα καταγωνιζομένων , ἄφρονας ⋮ Αἱ ἀλώπεκες ὅταν θεάσωνται σφηκιὰν εὐθετουμένην , αὗται
8422363 κολακας
Διογένης ἔλεγε πολὺ κρεῖττον εἶναι ἐς κόρακας ἀπελθεῖν ἢ εἰς κόλακας , οἳ ζῶντας ἔτι τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ἀνδρῶν κατεσθίουσι
ἐπαίνοις θέλγοντας καὶ φρεναπατῶντάς σε ἀποδέχου : μισεῖν γὰρ τοὺς κόλακας οἱ σοφοὶ παρεγγυῶσιν ὡς μέγα βλάπτοντας . Καλὰ ἑκάστοις
8391180 φορτικους
ἦν ἡ περὶ τὰ ἐρωτικὰ πραγματεία , καὶ οὐδεὶς ἡγεῖτο φορτικοὺς τοὺς ἐρωτικούς , ὥστε καὶ Αἰσχύλος μέγας ὢν ποιητὴς
ἐστιν ἡ τῶν καλῶν μάθησις , αἱ λοιπαὶ πέπαυνται τοὺς φορτικοὺς καὶ ψυχροὺς καὶ ἀναισθήτους ἀγαπῶσαι λόγους , τῶν μὲν
8341473 δειλους
ζώοισι βεβηκὼς Φαίνων νωχελέας τε καὶ ἀδρανέας μάλα ῥέζει , δειλοὺς πανταρβεῖς τε , φρεσὶν καταπεπτηῶτας , αὐχμηρούς , ἑὸν
ἀνδρείους ἐκ τῆς καρδίας λέγουσι καλοσπλάγχνους , ὡσαύτως καὶ τοὺς δειλοὺς ἐκ ταύτης , τοὺς δὲ συμπαθεῖς λέγουσιν εὐσπλάγχνους ἐκ
8296071 φρονιμους
; Ναί . Οὐκοῦν φῂς παραπλησίως χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι τοὺς φρονίμους καὶ τοὺς ἄφρονας καὶ τοὺς δειλοὺς καὶ τοὺς ἀνδρείους
ἐνέχεε . συνέβη δὲ τοὺς μὲν μικροφυεῖς πληρωθέντας τοῦ μέτρου φρονίμους γενέσθαι , τοὺς δὲ μακροὺς ἅτε [ μὴ ]
8207714 ἀλαζονας
, καὶ τὴν σωφροσύνην , αὐτῆς ἐπιστατοῦσαν , τοὺς μὲν ἀλαζόνας ἀποτρέπειν , τοὺς δὲ ὡς ἀληθῶς μάντεις καθιστάναι ἡμῖν
τοῦ σοφωτάτου Χείρωνος πεπαιδευμένον , ὥστε ὀλίγον πρότερον λοιδοροῦντα τοὺς ἀλαζόνας τῇ ἐσχάτῃ λοιδορίᾳ αὐτὸν παραχρῆμα πρὸς μὲν τὸν Ὀδυσσέα
8174358 ἀθλιους
ὀρέγεσθαι καὶ πράγματα ἔχειν : ἄλλους δὲ ἀπλήστους τε καὶ ἀθλίους ὄντας , φοβουμένους μήποτε αὐτοῖς ἐλλίπῃ , πρὸς αὑτοὺς
καρποῦσθαι βίον . ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν , ἀθλίους : ὅσοισι δ ' εἰσίν , οὐδὲν εὐτυχεστέρους .
8162023 ἀπαιδευτους
θεοφιλεστέραν . εὐλαβοῦ μέντοι μή ποτε ἐκπέσῃ ταῦτα εἰς ἀνθρώπους ἀπαιδεύτους : σχεδὸν γάρ , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , οὐκ
ἐπὶ τοῦ ψόγου ταύτην τάσσει : τοὺς γὰρ αὐθάδεις καὶ ἀπαιδεύτους ἀγερώχους λέ - γει . ὁ δὲ Ὅμηρος τοὺς
8151374 σπουδαιους
ἀρετὰς καὶ τὰς ἐναρέτους πράξεις καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς σπουδαίους ἀνθρώπους , θεούς τε καὶ σπουδαίους δαίμονας . παρ
τὰ τοιαῦτα πόλεμος . Σωκράτης δὲ ἔλεγε μὴ αἰτεῖν τοὺς σπουδαίους , ἀλλὰ ἀπαιτεῖν : εἶναι γὰρ αὐτῶν τὰ πάντα
8100613 ἀνοητους
καὶ τὴν ψυχῆς κακίαν συνεῖναι , καὶ εἶναι τὰς κύνας ἀνοήτους , ἀναισθήτους , ἀμαντεύτους τῶν ἰχνῶν , ἄρρινας ,
ἀνόητον ⌈ τοῦτον δεῖξαι βουλόμενος . τοὺς γὰρ εὐηθεῖς καὶ ἀνοήτους ἀρχαίους καὶ παλαιοὺς ἔλεγον . θηρευτὰ ] ἀνιχνευτά ,
8093329 ἐπιορκους
μὲν αὑτῆς ἑκάστη καταλέγουσα μαθητάς , ὁμολογοῦσα δὲ τούτων ἐνίους ἐπιόρκους εἶναι καὶ νοσεῖν ἀκρασίαν . τί οὖν , ὦ
ἐν ταῖς Νεφέλαις : φησὶ γὰρ “ εἴπερ βάλλει τοὺς ἐπιόρκους , πῶς δῆτα οὐχὶ Σίμων ' ἐνέπρησεν οὐδὲ Κλεώνυμον
8010300 ἀνδρειους
μιμῶνται , μιμεῖσθαι τὰ τούτοις προσήκοντα εὐθὺς ἐκ παίδων , ἀνδρείους , σώφρονας , ὁσίους , ἐλευθέρους , καὶ τὰ
φῶς μόνον πολὺ ποίει . τὰ κακῶς τρέφοντα χωρί ' ἀνδρείους ποιεῖ . ᾤμην , εἰ τὸ χρυσίον λάβοι ὁ
8006104 ἀθεους
] ? % καὶ [ τοὺς ὁσιωτάτους ] ? ὡς ἀθέους [ λείαν ] κατατρέχουσιν [ . καὶ ] ?
μέρους , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ τῆς ψυχῆς πάντας τοὺς ἀθέους ἐκτέμνειν λογισμοὺς ἐπιβάθρᾳ χρωμένους ἅπασιν ὧν γένεσίς ἐστι :
8004416 πλεονεκτας
ῥήτορας γὰρ δημαγωγοὺς Ἀθήνησι καθίστων . περισύρει δὲ τούτους ὡς πλεονέκτας καί φησιν ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς ,
στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους , κούφους , μεταμελητικούς ,
7996774 φιλοπαιδας
, προσηνεῖς , διαβαλλομένους πρὸς παιδία καὶ τὰ πλεῖστα ὡς φιλόπαιδας . ἐπὶ μὲν τοῦ αʹ δεκανοῦ μακροβίους , ἐπιμόχθους
τοῦ πάθους ῥέποντα ὁρῶ , ποτέρους ἀμείνονας ἡγῇ , τοὺς φιλόπαιδας ἢ τοὺς γυναίοις ἀσμενίζοντας ; ἐγὼ μὲν γὰρ ὁ
7970591 ἀχαριστους
καὶ μὴ διδόντας ἰσχυρῶς εὐθύνων καὶ κολάζων . / τοὺς ἀχαρίστους οἴονται καὶ γὰρ πρὸς τὴν πατρίδα / καὶ πρὸς
καὶ τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς ἀπίστους ἀχαρίστους εἶναι δοκεῖν . [ , ] τὸ μὲν οὖν
7943932 κακους
ἐφ ' ἡμῖν ἐστι . ταῦτα δὲ ἡμᾶς ἀγαθοὺς ἢ κακοὺς ποιεῖ : ὥστε ἐφ ' ἡμῖν ἐστι τὸ ἐπιεικέσιν
κακίᾳ διαιρεῖν ταῦτα . πολλοὺς γὰρ καὶ τῶν Ἑλλήνων εἶναι κακοὺς καὶ τῶν βαρβάρων ἀστείους , καθάπερ Ἰνδοὺς καὶ Ἀριανούς
7925985 συνετους
δείκνυσιν ἐκ τῶν μετεχόντων αὐτῆς , οὓς ἐξ αὐτῶν παρωνύμως συνετοὺς καὶ ἀσυνέτους καλοῦμεν . ποιοὶ γὰρ ὁ συνετὸς καὶ
τοῖς τετραγώνοις . ὁ Ἄρης σὺν Ἑρμῇ ψεύστας μέν , συνετοὺς δὲ καὶ πολυπείρους , ἀεὶ ἐν κρίσεσιν ὄντας ,
7894546 χρηστους
ὁ Σωκράτης , οἷόν τ ' εἶναι καὶ πονηρὸν ὄντα χρηστοὺς φίλους κτήσασθαι ; Ἑώρων γάρ , ἔφη ὁ Κριτόβουλος
δὲ συντόμως εἰπεῖν , πονηροῦ μὲν δεσπότου οἰκέτας οὐ δοκῶ χρηστοὺς καταμεμαθηκέναι : χρηστοῦ μέντοι πονηροὺς ἤδη εἶδον , οὐ
7882727 μαινομενους
ἡ , μέχρι τῶν συμποσίων προβαίνουσα . τῷ δὲ καὶ μαινομένους ἀεὶ τοὺς πολλοὺς νομίζοντι καὶ παντελῶς οὐκ ἔξεστι ἐπὶ
διειληφότες εἰσί , καὶ τοὺς μὲν πλεῖστον αὐτῆς μέρος ἔχοντας μαινομένους καλοῦμεν , τοὺς δ ' ὀλίγον ἔλαττον ἠλιθίους τε
7843552 φιλοθεους
ἔτεμεν ἀπὸ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων , ἐξ ἧς ποτίζει τὰς φιλοθέους ψυχάς : ποτισθεῖσαι δὲ καὶ τοῦ μάννα ἐμπίπλανται τοῦ
φιλοτρόφους , εὐήθεις , εὐεργετικούς , ἐλεητικούς , ἀκάκους , φιλοθέους , ἀσκητάς , φιλαγωνιστάς , φρονίμους , φιλητικούς ,
7813389 πονηρους
καὶ νυνὶ εἰ μέν εἰσιν ὑμῶν οἱ πλείους οἷοι τοὺς πονηροὺς φιλεῖν καὶ σῴζειν , μάτην ἐρραψῳδηκότας ἡμᾶς ἔσεσθαι ,
τιμωρία ; σκαιόν γε τἀνάλωμα τῆς γλώσσης τόδε , φόβους πονηροὺς καὶ κενοὺς δεδοικέναι . ἀλλ ' , ὦ μάταιοι
7811078 σωφρονας
ταύτας ἀναφέρειν τὸ γένος . ὑπάρξαι δ ' αὐτὰς καὶ σώφρονας διαφερόντως , καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τυχεῖν ἀθανάτου τιμῆς
αἰδουμένους τὰ ἐν τῷ φανερῷ αἰσχρὰ φεύγοντας , τοὺς δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν
7810553 θαρραλεους
ἀκολουθοῦντος τῷ τοὺς ἐπιστήμονας καὶ ἐμπείρους θαρραλέους εἶναι καὶ τοὺς θαρραλέους ἐπιστήμονας , καὶ διὰ τοῦτο τὴν ἀνδρείαν οὖσαν γνῶσιν
τοὺς μὲν ἀνδρείους θαρραλέους εἶναι , μὴ μέντοι τούς γε θαρραλέους ἀνδρείους πάντας : θάρσος μὲν γὰρ καὶ ἀπὸ τέχνης
7782356 πονηροτατους
τότε δὲ τοὺς ἀπόρους ἀναλαμβάνων καὶ πανοπλίαις κατασκευαζόμενος καὶ τοὺς πονηροτάτους ἔχων μεθ ' ἑαυτοῦ κατὰ τὴν ἀγορὰν περιῄει ,
προστάττει πάντας περιδυθέντας αἰκισθῆναι μάστιξιν , αἷς ἔθος τοὺς κακούργων πονηροτάτους προπηλακίζεσθαι , ὡς ἐκ τῶν πληγῶν τοὺς μὲν φοράδην
7753333 διαβολους
ἀλλοπροσάλλους , κακογνώμονας , ἐξαπατητάς , κυκητάς , ψεύστας , διαβόλους , ἐπιόρκους , βαθυπονήρους , ἐπιβουλευτικούς , ἀσυνθέτους ,
ὠμούς , ἀνεξιλάστους , στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους ,
7735842 κωφους
σύνολον μὴ πνεῖν , τοὺς δὲ παντελῶς εἶναι βληχροὺς καὶ κωφούς : ὑπάρχειν δὲ καὶ περὶ τὸν ἀέρα πολλάκις ἠρεμίαν
τοιούτων ποριστικούς , μόνος δὲ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ νωδοὺς καὶ κωφούς , εὐφυεῖς μέντοι καὶ πανούργους ἄλλως ἀπεργάζεται . Λοιποῦ
7731821 φθονερους
ὑμῶν ἀξίαν : τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς , ἀχαρίστους , ἀπίστους εἶναι δοκεῖν ” . περὶ
τῶν συσχηματιζομένων ἀστέρων ληπτέον . Κρόνος μὲν γὰρ δείξει στυγνοὺς φθονεροὺς βαθυπονήρους καχυπόπτους ῥυπαροὺς κρυπτοὺς πάθεσι περικυλιομένους , ἀπρεπεῖς ἁλισκομένους
7730519 φαυλους
, οὐκ ἐφ ' ἡμᾶς ἠναγκάσθητε καταφυγεῖν τοὺς ταπεινοὺς καὶ φαύλους οἱ σεμνοὶ καὶ βαρεῖς , πάντα ὑπισχνούμενοι ὑπὲρ τῆς
μᾶλλον ἢ κακόθεοι λεχθέντες ἂν ἐν δίκῃ , διὰ τὸ φαύλους καὶ μηθὲν ἡμῶν βελτίους ἡγεῖσθαι τὴν φύσιν εἶναι τοὺς
7722972 ὑβριστας
θυμικοὺς καὶ κριτικοὺς καὶ ἐπιτευκτικούς , ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ὑβριστάς , ἀδιαφόρους , ὠμούς , ἀνεξιλάστους , στασιαστάς ,
ῥιψοφθάλμους , λάγνους , καταφερεῖς , διασύρτας , μοιχικούς , ὑβριστάς , ψεύστας , δολοπλόκους , ὑπονοθευτὰς οἰκείων τε καὶ
7719220 νεους
θαυμάζει σφόδρα ὁ τεχνογράφος καὶ συμβουλεύει ἐπιμελέστατα αὐτὸ ἐκμαθεῖν τοὺς νέους , ἵνα μιμήσωνται ʃ γρ . ἄριστον τὠφήγημά σου
ἀρετῆς ἐφίεσθαι , εὐαγώγους εἰς ἀκολασίαν καὶ λαγνείαν παρασκευάζουσα τοὺς νέους , ἐπείπερ ὁ μουσικευσάμενος μολπαῖσιν ἡσθεὶς τοῦτ ' ἀεὶ
7711610 μοιχους
κατ ' ἐρώτησιν . τοῖς ἐμοῖς . τοὺς Καρυστίους ὡς μοιχοὺς κωμῳδοῦσιν . ἦσαν δὲ Ἀθηναίων σύμμαχοι . ἀντὶ τοῦ
τοῦ τρισαριστέως , ὃν μοιχεύοντά τις κατὰ τὸν περὶ τοὺς μοιχοὺς νόμον ἀπέκτεινεν : τοῦ κατὰ φύσιν , ὡς ἐπὶ
7701759 ἐραστας
εὖγε , ” εἶπεν , “ ὅτι τοὺς τοῦ σώματος ἐραστὰς ἐπὶ τὸ τῆς ψυχῆς κάλλος μετάγεις . ” Θαυμάζοντός
εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἄμισθον , ἀξύμβολον εἰσεδεξάμην , οἶσθα ὅσους ἐραστὰς παραπεμψαμένη , Θεοκλέα τὸν πρυτανεύοντα νῦν καὶ Πασίωνα τὸν
7701580 συμπραττοντας
αὐτῇ διακομίσει τὸ φάρμακον : ἡ μητρυιὰ δὲ πάντας εἶχε συμπράττοντας , συγγενεῖς , φίλους , οἰκέτας , γνωρίμους :
Συρακουσίων δῆμον , ἄνδρας φίλους Ἀγαθοκλεῖ πρός τε τὴν τυραννίδα συμπράττοντας φεύγειν μετὰ τῶν οἰκετῶν ψηφίσασθαι . ἐπεὶ δὲ ἔξω
7696605 πτωχους
βασιλικώτατον τῶν θηρίων μεταβαλόντα οὐκ ἀξιῶ ἀγείρειν , καθάπερ τοὺς πτωχοὺς τῶν ἀνθρώπων . ἐντεῦθεν οἱ ἱερεῖς ξυνελθόντες ἔθυσαν τῷ
, ὧι βούλεται πολλοῦ ἄξιος φαίνεσθαι , προσαιτεῖν ὥσπερ τοὺς πτωχοὺς ἱκετεύοντα καὶ δεόμενον προσδοῦναι , καὶ ταῦτα μηδενὸς ἀγαθοῦ
7683229 πανουργους
ζῳδίων τὰ ἑξῆς ἀπαρτίσας οἷον ζῷα , οἷς καὶ τὰς πανούργους ἐχαρίσατο δυνάμεις καὶ πάντεχνον πνεῦμα γεννητικὸν τῶν εἰς ἀεὶ
Ἄρην ὁ Ἑρμῆς ἐπιδεκατεύει , δεινοὺς ἐξετέλε - σεν , πανούργους , ἀλλοτρίων ἅρπαγας : οἱ τοιοῦτοι γὰρ ἀπὸ ἄλλου
7683007 κἀγαθους
γίγνεσθαι , καὶ τοιοῦτος γενόμενος θηρᾶν ἐπιχείρει τοὺς καλούς τε κἀγαθούς . ἴσως δ ' ἄν τί σοι κἀγὼ συλλαβεῖν
τῆς πόλεως ἀμοιβαὶ πρὸς τοὺς ἑκάστοτ ' εἰς αὐτὴν καλοὺς κἀγαθούς . οὕτως Ἐρεχθεὺς ὁ τῆς Ἀθηνᾶς , οὕτως Ἁρμόδιος
7675086 συκοφαντας
ὑφ ' ὑμῶν ἀδικουμένους ἑαυτοῖς ἔσεσθαι συμμάχους , τοὺς δὲ συκοφάντας εὐδοκιμεῖν δέξαιντ ' ἂν παρ ' ὑμῖν καὶ μέγα
μὴ ἔχεσθαι ὑπ ' αὐτῆς . Ὁ αὐτὸς ἔφη τοὺς συκοφάντας πολιτικοὺς λύκους εἶναι . Ἀλκιδάμας ὁ ῥήτωρ Ὀδύσσειαν εἶπεν
7673601 καταγελαστους
αὖθις ἐπῃνέσαμεν Καρτέριόν τε καὶ τοὺς ἐπ ' αὐτὸν καταφυγόντας καταγελάστους ποιήσασαν . ὁ μὲν γὰρ ὡς ἐγκαταστήσων ἐνταυθοῖ διδάσκαλον
ἀνελευθερία δὲ φυλάττει , χρηστότης δὲ ἀφαιρεῖται . , Βίων καταγελάστους ἔλεγεν τοὺς σπουδάζοντας περὶ τὸν πλοῦτον , ὃν τύχη
7673052 μοιχικους
δὲ ἑκατέρωθεν ἀνασπῶσι καὶ ἅμα ἰλλώπτουσιν : οὓς καὶ αὐτοὺς μοιχικοὺς λέγων οὐκ ἂν ἁμάρτοις : ὁμοίως καὶ τοὺς τὰ
ζήτημα ἐκ τούτου συστήσεται : διὰ ταῦτα ἔνιοι μὲν τοὺς μοιχικοὺς καὶ ἐν ὑπονοίᾳ τοιαύτῃ ἐξεδέξαντο , μὴ μέντοι καὶ
7670857 ἀργους
, ὥς φησιν Ὅμηρος οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς . ἦτρον τὸ γονάτιον ἢ τὸν ὀμφαλὸν τοῦ νάρθηκος
: Μ . . οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς : ὅτι οὐκ ὀρθῶς τινὲς οὐρῆας τοὺς φύλακας ,
7669815 αὐστηρους
ἡδέως ἔχουσι χυμούς , οἷον πρὸς τοὺς γλυκεῖς οἴνους ἢ αὐστηρούς . τοῦτο μὲν οὖν ἴσως φυσικόν , τὸ δ
τὰ κέντρα , ποιεῖ φιλοσωμάτους , ἰσχυρογνώμονας , βαθύφρονας , αὐστηρούς , μονογνώμονας , ἐπιμόχθους , ἐπιτακτικούς , κολαστικούς ,
7661355 χαλεπωτατους
ὑμῶν , αὕων ὥσπερ κενεβρείων . Πολὺ δὴ πολὺ δὴ χαλεπωτάτους λόγους ἤνεγκας , ἄνθρωφ ' : ὡς ἐδάκρυσά γ
ἐφιέμενοι καὶ τοῦ εὐκλεεῖς παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις εἶναι μεγίστους καὶ χαλεπωτάτους ἑκόντες πόνους ὑφίστανται : οὐδὲν γὰρ οὕτω γαῦρον ὡς
7655867 ἀξιωματικους
πολλαχῇ καὶ ἀντιτύποις ταῖς συμβολαῖς : ῥυθμοὺς δὲ ἐπιτηδεύει τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ μεγαλοπρεπεῖς , καὶ οὔτε πάρισα βούλεται τὰ κῶλα
τοῖς κώλοις ταῦτά τε ὁμοίως ἐπιτηδεύει καὶ τοὺς ῥυθμοὺς τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ μεγαλοπρεπεῖς , καὶ οὔτε πάρισα βούλεται τὰ κῶλα
7649975 μικρολογους
. Ζεὺς Ἀφροδίτη Ἥλιος εὐφαντασιώτους μὲν καὶ ἐπιδόξους ποιήσουσι , μικρολόγους δὲ καὶ ἀνωμάλους ταῖς γνώμαις , ὑψαύχενας , ὅτε
〛 διαβάλλει τοὺς ἰατροὺς ὡς ἀμαθεῖς καὶ τοὺς δεομένους ὡς μικρολόγους . τίς δῆτ ' : Οὐδείς . ἐν τῇ
7625967 γεροντας
ἰδίας καὶ ἐφύλαττε μή τις αὐτὰς μοιχεύσῃ λαθών . Καὶ γέροντας ὁρῶντας ἐξώρμησεν εἰς ἀφροδίτην τὰ τοιαῦτα θεάματα : οἱ
αἰτιωμένοις ] ὡς ἐξ ἀνάνκης [ | ] [ τοὺς γέροντας ] [ οὐχ ] ? οὗτος ? ? [
7620928 ὑβριζοντας
ἂν δὲ μή , πολλοὺς τοὺς ἀσελγεῖς εὑρήσετε καὶ τοὺς ὑβρίζοντας ὑμᾶς ἐπὶ τῇ τοῦ φιλοτιμεῖσθαι προφάσει . Ἵνα δὲ
τῷ φρονίμῳ τῆς γνώμης παύοντες τὸ ἄφρον ὑβρισταὶ εἰς τοὺς ὑβρίζοντας κόσμιοι εἰς τοὺς κοσμίους ἄφοβοι εἰς τοὺς ἀφόβους δεινοὶ
7613044 τοκεας
καιρῷ ἀνάγκης καιρῷ δυσκαίρῳ ληφθείς , Καὶ τοὺς τυχόντας ἄνδρας τοκέας λέγε . Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα .
ταύτην τοῖς ἐνθάδε κειμένοις ἀποδοῦναι χάριν , εἰ τοὺς μὲν τοκέας αὐτῶν ὁμοίως ὥσπερ ἐκεῖνοι περὶ πολλοῦ ποιοίμεθα , τοὺς
7604878 ἐπιστημονας
φαρμακεῖς ἀνθρώπους μηνύουσιν , ὥσπερ αἱ ὠχραὶ μαγγανείας καὶ φαρμάκων ἐπιστήμονας . οἱ μὲν οὖν ὠχροὶ δολερώτεροι , οἱ δὲ
λέγεις . τοὺς ψευδεῖς φῂς εἶναι δυνατοὺς καὶ φρονίμους καὶ ἐπιστήμονας καὶ σοφοὺς εἰς ἅπερ ψευδεῖς ; Φημὶ γὰρ οὖν
7601289 φιλοστοργους
κουφίσῃ . Ἀφροδίτη δὲ τοῖς φωσὶ μαρτυροῦσα ἱλαροὺς φιλομούσους φιλευφροσύνους φιλοστόργους θρησκώδεις τοὺς γονεῖς δείκνυσιν . Ἑρμῆς δὲ κοινωνικούς τε
τοὺς δὲ ἐπιμελεῖς τὸ πράγματα διοικεῖν : τούς γε μὴν φιλοστόργους ἡ συνήθεια . τίς οὖν δύναται μᾶλλον ἄρχοντας ἀποδεικνύειν
7598963 ἐπαινουμενους
ἀπότομον καὶ τὴν τῆς ἀληθείας ἀκρίβειαν : θεωρεῖσθαι γοῦν τοὺς ἐπαινουμένους ἐν τῷ κρίνειν πολλάκις ἢ δι ' ἀπάτην ἢ
ἐν νόμῳ τοῖς ἐπαίνοις ὂν ἐκ τῶν πατρίδων ἐπικοσμεῖν τοὺς ἐπαινουμένους . Ἰσοκράτης δὲ παρεμπόρευμα τῆς Ἑλένης φέρων ἐνέθηκε τὸν
7569744 γνωριμους
καὶ Φάρακα καὶ ἄλλους Σπαρτιατῶν ἥκιστα ἔς γε τὸ Ἑλληνικὸν γνωρίμους . μεταπεσόντων δὲ αὖθις τῶν πραγμάτων καὶ Κόνωνος κεκρατηκότος
τοῖς μὴ τοιούτοις . διὸ καὶ πρὸς πάντας ἐστὶν ὁμοίως γνωρίμους καὶ ἀγνώστους . οὐχ οἷόν τε δὲ πᾶσι προσπεπονθέναι
7558049 βλαπτομενους
πλείω τὰ ὄντα ποιῆσαι δυνήσονται , καὶ τοῖς ἀρχαίοις ἑκόντας βλαπτομένους , ἀλλ ' ἐπιχειροῦντας μὲν ἐάν τι περιῇ ,
ὅτι βλαβήσονται ὑπ ' αὐτῶν ; Ἀνάγκη . Ἀλλὰ τοὺς βλαπτομένους οὗτοι οὐκ οἴονται ἀθλίους εἶναι καθ ' ὅσον βλάπτονται
7556195 καθεστωτας
ἀλλὰ παρὰ τοὺς ὑπάρχοντας νόμους διὰ πλεονεξίαν φ παρὰ τοὺς καθεστῶτας : νόμους δηλονότι . καὶ τὰς ἐς σφᾶς αὐτοὺς
, ἀλλὰ καὶ τοὺς ποσῶς αὐχοῦντας ἢ ἐν μεγάλῃ δόξῃ καθεστῶτας διὰ τὸ ἀκατάληπτον τῆς περὶ αὐτῶν γοητείας τε καὶ
7550662 κατηγορους
τοίνυν , ὦ ἄνδρες , κατὰ τοὺς νόμους καὶ τοὺς κατηγόρους , τί αὐτοῖς ὑπάρχον ἑτέρων κατηγοροῦσι . Κηφίσιος μὲν
σαφῆ τὸν ἔλεγχον παρέξειν ἐπηγγείλατο : τοὺς μὲν γὰρ αὐτοῦ κατηγόρους οὐδὲ τὸν ἀριθμὸν κατέχειν τῶν ᾀσμάτων , αὐτὸς δ
7543872 νοσουντας
νοσοῦντας μὲν οὐκ ἐξῆγεν οὐ συγγνωσόμεθα , ὅτι δὲ καὶ νοσοῦντας ἐξῆγεν οὐ θαυμασόμεθα ; ὅστις οὕτω καμνόντων ἡγεῖτο ,
γὰρ εἰς γῆν καὶ παρεῖται τὸ σῶμα καὶ ἐμιμεῖτο τοὺς νοσοῦντας τὴν ἐκ θεῶν καλουμένην νόσον : ἦν δὲ τῶν
7537230 νεωτερους
; Οὐκοῦν ὅτι μὲν πρεσβυτέρους τοὺς ἄρχοντας δεῖ εἶναι , νεωτέρους δὲ τοὺς ἀρχομένους , δῆλον ; Δῆλον . Καὶ
: εἰ δὲ μή , τοῖς πρεσβυτέροις ὑμῶν εἴκειν τοὺς νεωτέρους καὶ μὴ φιλονεικεῖν ἐνθυμουμένους , ὅτι κἀκείνοις εἰς ταύτην
7535491 συνηγορους
τὸν Ἀνατόλιον ἐλθών , ἠξίου βεβαιοῦν τὴν χάριν , καὶ συνηγόρους οὐκ ἐκάλεσε μόνους , ἀλλὰ σχεδόν τι πάντας τοὺς
μόναις ταῖς τῶν παρανόμων , μὴ ἐξεῖναι μήτε τῷ κατηγόρῳ συνηγόρους παρασχέσθαι , μήτε τῷ τὴν γραφὴν φεύγοντι . Οὐ
7525399 ἐντιμους
βασιλεὺς , ὁ τοῦ Δαρείου υἱὸς , ὡς πρεσβύτας καὶ ἐντίμους ὄντας προέκρινε τῶν ἄλλων ἐφορεύειν , ἤτοι ἄρχειν ,
τὰς ἄλλας τὰς περὶ τὸ σῶμα θεραπείας ; δοκεῖ σοι ἐντίμους ἡγεῖσθαι ὁ τοιοῦτος ; οἷον ἱματίων διαφερόντων κτήσεις καὶ
7518223 ὑγιαινοντας
οὐ προσῄειν ὑπὲρ χρημάτων , ἀλλὰ κἀκείνους ἐώθουν ὡς οὐχ ὑγιαίνοντας , διεβεβλήμην δὲ πρὸς χρήματα μειράκιον ὢν ἔτι :
[ Ἕρμαρχος ] καὶ Κτήσιππος | καὶ ἐκεῖ κατειλήφαμεν | ὑγιαίνοντας Θεμίςταν | καὶ τοὺς λοιποὺς φίλους [ ] .
7517084 καλους
ἔχω : τὸ γὰρ πρᾶγμ ' αὐτό μοι καλῶς ἔχον καλοὺς παρασχεῖν τοὺς λόγους δυνήσεται αἰδὼς ἀπώλες ' αὐτόν ,
ὑπομένειν πληγὰς ἄκμων : κονδύλους πλάττειν δὲ Τελαμών : τοὺς καλοὺς πειρᾶν καπνός . κἀν Πυθαγοριστῇ δέ φησι : πρὸς
7516692 ἀγνωτας
, καὶ αὐτόθι κατέλαβον πάνυ πολλούς , τοὺς μὲν καὶ ἀγνῶτας ἐμοί , τοὺς δὲ πλείστους γνωρίμους . καί με
ἢ μισεῖν πάθους . ὁμοίως γὰρ τῇ ἕξει χρῆται πρὸς ἀγνῶτας καὶ γνωρίμους καὶ συνήθεις καὶ ἀσυνήθεις , πλὴν τὸ
7511213 κρινομενους
ὑπερόριον τῆς ψυχῆς πεφυγαδευκώς : ἔπειτα δὲ μυρία βλάψει τοὺς κρινομένους , τυφλὴν γνῶσιν ἀποφαινόμενος τῷ μὴ βλέπειν τὰ δίκαια
σις δίδωσι , καὶ τοῦτο πιστοῦνται ἐκ τοῦ καὶ ἰδιώτας κρινομένους ἐπί τισιν ἐγκλήμασι τούτοις χρῆσθαι τοῖς κεφαλαίοις . Λέγεται
7509229 ἀσεβεις
μῆκος τοῦ πελάγους εἰς τοὐπίσω ποιήσονται τὸν πλοῦν , ὡς ἀσεβεῖς καὶ λυμεῶνας ὅλου τοῦ ἔθνους τιμωρίαις περιπεσεῖσθαι ταῖς μεγίσταις
] καὶ [ τὴν μανίαν - ] ἐπινοεῖν οὐκ [ ἀσεβεῖς - ] ἐδόκουν μόνον ἀλλὰ καὶ φενακισταί , [
7505262 δεξιους
μάλιστα ἔγωγέ φημι δεῖν ἐπαινεῖν , ὁπόσοι μὴ λόγους μόνον δεξιοὺς παρέσχοντο ὑπὲρ τῶν πραγμάτων ἑκάστων , ἀλλὰ καὶ ἔργοις
, ἀριστεροὺς δὲ τὰς θηλείας . Φερεκύδης δὲ τοὺς μὲν δεξιοὺς κʹ λέγει , τοὺς δὲ εὐωνύμους λβʹ . γόητες
7499990 τεθνηκοτας
οὐδ ' οἱ χρόνῳ μολόντες : εἰπὼν τοὺς ἐπὶ ξένης τεθνηκότας καὶ ἐπιλογισάμενος καὶ ἀποθεὶς τὴν περὶ τούτων ὑπόθεσιν μεταβαίνει
ἐκ τῶν δεξιῶν πρὸς σωτηρίαν , καὶ διὰ τοῦτο τοὺς τεθνηκότας ἀνήγειρεν . [ εὗρον δέ τινας λεγομένους ἀναστῆναι ὑπ
7489887 χωλους
: δῆμος τῆς Αἰγηΐδος φυλῆς . ἢ παίζει διὰ τὸ χώλους εἰσάγειν . Γ ἀλλ ' οὐ σχολή : ἐν
: δῆμος τῆς Αἰγηΐδος φυλῆς . ἢ παίζει διὰ τὸ χώλους εἰσάγειν . Γ ἀλλ ' οὐ σχολή : ἐν
7485448 πολεμικους
γένος : τοὺς Γίγαντας καλεῖ . χάλκειον : διὰ τὸ πολεμικοὺς εἶναι . οὐκ ἀργυρῷ οὐδὲν ὅμοιον : ἀργυρῷ περισπωμένως
ἄγει . Τούτους δὲ ἔφασαν οἰκεῖν ἀνὰ τὰ ὄρη καὶ πολεμικοὺς εἶναι καὶ βασιλέως οὐκ ἀκούειν . Καὶ Σοφαίνετος ἐν
7476690 χαλεπους
. δεύτερον δὲ φιλοτίμου ψυχῆς ἕξις , φθόνους ἐντίκτουσα , χαλεποὺς συνοίκους μάλιστα μὲν αὐτῷ τῷ κεκτημένῳ τὸν φθόνον ,
ἀδικηθέντας τότε συγγνωστόν ἐστιν ἴσως ἄχρι τῆς εἰς ἀναίσθητον ὀργῆς χαλεποὺς γενέσθαι , τοὺς δ ' ὕστερον συγγράφοντας τὰ πεπραγμένα
7472235 ἀγνωμονας
τοῖς Ἀθηναίοις οἱ πρώην ναύκραροι καλούμενοι οἱ ἐνεχυριάζοντες Θ τοὺς ἀγνώμονας τῶν χρεωστῶν . Θ καταδαρθεῖν Θ : Ἀττικοὶ παροξυτόνως
ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας καὶ καὶ τινὰς ὄντας καὶ πόλει καὶ χρησίμους .
7469367 γεγηρακοτας
γάρ ? ? [ ἐστι ] ? πολλοὺς [ δὴ γεγηρακότας ] ? [ παρ ' ἡμεῖν ] αὐτοῖς καὶ
. Ἀντιπελαργεῖν : ἀντιδιδόναι χάριτας . λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν
7469323 κλεπτας
τῇ πόλει ψυχρῶν ἤκουον ῥημάτων , ὅτι ἀλλ ' αἰσχρὸν κλέπτας ποιεῖν . ὁ δὲ τὸ μὲν ῥῆμα ἐφοβεῖτο ,
: ἐπεμελοῦντο δὲ τῶν ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ , καὶ ἀπῆγον κλέπτας , ἀνδραποδιστάς , λωποδύτας , εἰ μὲν ὁμολογοῖεν θανατώσοντες
7465564 λοιδορουντας
, κυλλόποδας , κλέπτειν εἰθισμένους , ἀνθρώπων ἀσθενεστέρους , προχείρως λοιδοροῦντας , ἀδικοῦντας , μεμψιμοιροῦντας , πέρας οὐθενὸς πάθους ἐκτὸς
, κατάγεσθαι δὲ παρὰ τοῖς βαρυνομένοις , ὑποδέχεσθαι δὲ τοὺς λοιδοροῦντας , συνεστιᾶσθαι δὲ ἐνίοτε τοῖς ἀλλοτριωτάτοις : ἐὰν δὲ
7465230 ποθους
ἐστίν ; Ἆρ ' ἀγγέλλεται χρηστόν τι ; Τοῦτο γὰρ ποθοῦς ' ἐγὼ πάλαι ἔνδον κάθημαι περιμένουσα τουτονί . Ταχέως
μολπαῖς , ἐγώ σοι παραβάλλομαι θρήνους , ἄπτερος ὄρνις , ποθοῦς ' Ἑλλάνων ἀγόρους , ποθοῦς ' Ἄρτεμιν λοχίαν ,
7432423 εὐηθεις
οἱ ἰδιῶται Τζάννους καλοῦσι , βαρβαρικοὺς ὄντας καὶ ὡς εἰκὸς εὐήθεις δι ' ἀπαιδευσίαν ] . ὁ δὲ τὸν σάνναν
τάφοις , ἔνιοι δὲ καὶ στέφειν τὰς στήλας ἄνθεσιν , εὐήθεις ἔτι καὶ παρὰ τὴν τελευτὴν διαμένοντες . εἰκάζειν οὖν
7426982 ἐπαινουντας
αὐτῶν ποτὲ μὲν μαχομένους , ποτὲ δὲ συμβουλευομένους καὶ ἄλλοτε ἐπαινοῦντάς τι ἢ ψέγοντας . Οἱ δὲ ἀληθῶς λέγοντες οὐ
αὐτῶν ποτὲ μὲν μαχομένους , ποτὲ δὲ συμβουλευομένους καὶ ἄλλοτε ἐπαινοῦντάς τι ἢ ψέγοντας . Οἱ δὲ ἀληθῶς λέγοντες οὐ
7424951 ὀνειρους
ἡ ψυχή μου περὶ τοῦ μὴ εἰς ἅπαν ἀσαφείᾳ τοὺς ὀνείρους ἐπισκιασθήσεσθαι : δεῖγμα γὰρ σοφίας ὁ νεανίας οὗτος ὑποφαίνει
. ὁ μὲν γὰρ θεὸς πρὸς τὸ ἀποβησόμενον δίδωσι τοὺς ὀνείρους τῇ ψυχῇ τοῦ ὁρῶντος φύσει μαντικῇ οὔσῃ ἢ εἴ
7408612 φιλοχρηματους
οὐ μὲν δή κτλ . . ὅτι οὔτε δωροδόκους οὔτε φιλοχρημάτους αὐτοὺς εἶναι χρή . ὀκνῶ . ἀντὶ τοῦ εὐλαβῶς
οὐκ οἶδ ' εἴ τις τῶν πώποτε , πῶς ἐποίει φιλοχρημάτους , ἢ πῶς ἑτέρους διέφθειρεν , ἐν οἷς αὐτὸς
7391955 τυγχανοντας
μὲν σφόδρα ἀρέσκοντας , παρ ' ἑτέροις δὲ οὐδενὸς λόγου τυγχάνοντας . ὁλόκληρον δὲ καὶ ἀληθινὸν κάλλος θαυμαστὸν εἴ τῳ
μὲν ἐπὶ Νομᾶ καὶ τοὺς ὀλίγῳ μετ ' αὐτὸν ἔτι τυγχάνοντας ἀγριωτέρους μουσικῇ παιδευομένους εἶχε , ἰδίᾳ τε ἐν εὐωχίαις
7383039 ἐπιμελουμενους
τὸν κίνδυνον . αὐτοὺς τοίνυν ὑμᾶς τούτων μάρτυρας παρέξομαι , ἐπιμελουμένους μὲν ἑκάστου μηνός , ἐπιγνώμονας δὲ πέμποντας καθ '
βουκόλον ἑξῆς λέγει : οὕτω γὰρ καλοῦσι τοὺς τῶν βοῶν ἐπιμελουμένους τὸν μυριωπὸν ] τὸν μυριόφθαλμον : τὸν διὰ παντὸς
7373754 ἐρωντας
χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς . Εἴ τίς φησι τοὺς ἐρῶντας οὐχὶ νοῦν ἔχειν , ἦ πού τίς ἐστι τοὺς
. εἰ μὴ ἄρα διὰ τὸ κατεστέφθαι τῷ ἔρωτι τοὺς ἐρῶντας οὐκ ἐπίμονος αὐτῶν ὁ στέφανος γίνεται . χαλεπὸν γὰρ
7370983 ἀκολαστους
κατὰ τὸ μέσον πλήρεις εἰσὶν ὡς κύουσαι , βδελυροὺς καὶ ἀκολάστους καὶ ἀναιδεῖς δηλοῦσιν : ὡς τὸ πολὺ δὲ κνημῶν
μὲν μήλων ὀσμῆς ἐρῶντας ἢ ῥόδων ἢ θυμιαμάτων οὐ λέγομεν ἀκολάστους , ἀλλὰ τοὺς μύρων καὶ ὄψων ἀκολάστους καλοῦμεν :
7370637 ἐπαινετας
τῶν χρόνων , ἐν οἷς τὸ πρῶτον τοὺς πολλοὺς ἐδεξάμην ἐπαινέτας , οἳ τόν τε τρόπον σου καὶ τὴν τέχνην
. ἢν μόνον : Ἤγουν , εἴπερ ἅπαξ τοὺς περιεστῶτας ἐπαινέτας σχοῖεν τῶν δραμάτων . 〛 〚 προσουρήσαντα : Εὐθυδρομήσαντα
7364075 τριβωνας
ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς γινομένους οὕτως ῥυπᾶν ἑκόντας , ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδέν , ὡς ἐμοὶ
οἰόμεθα τοὺς πάλαι ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς ῥυπᾶν ἕκοντας ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδὲ ἕν , τῆς
7355855 σοφιστας
ἄνδρα δεξιὸν περὶ λόγους καὶ μαθήματα , παρὰ μὲν τοὺς σοφιστὰς βαδίζειν | οὐκέτι ἐδοκίμαζον , συνόντες δὲ αὐτῷ Σωκράτει
' αὐτοκαβδάλους , οἳ δὲ φλύακας , ὡς Ἰταλοί , σοφιστὰς δὲ οἱ πολλοί : Θηβαῖοι δὲ καὶ τὰ πολλὰ
7353837 διακονους
τὰς πόλεις , ἀλλ ' ἐμπόρους τε καὶ ναυκλήρους καὶ διακόνους πάντως τοὺς φύσει κοσμίους τῶν ἀνθρώπων ἀπεργαζομένη , τοὺς
οὔτε τοῖς πεισθεῖσι τῆς σωτηρίας , ἀλλ ' ὡς ἀληθῶς διακόνους ἂν ἐκείνους εἶχον καλεῖν , καὶ τοῦ πρὸς ἡμέραν
7347878 αἰσχρους
. εἶτ ' ἀπὸ τοιούτων πόσεων γλώσσας τε λύουσιν εἰς αἰσχροὺς μύθους σῶμά τ ' ἀμαυρότερον τεύχουσιν : πρὸς δ
, ἔφη , ὁμολογεῖν . Οὐκοῦν ὅλως οἱ ἀνδρεῖοι οὐκ αἰσχροὺς φόβους φοβοῦνται , ὅταν φοβῶνται , οὐδὲ αἰσχρὰ θάρρη
7340796 δυνατους
γενναίως συλλαμβανομένους καὶ εἰς ἴσην αὐτὸ πίστιν ἀνάγοντας τῷ ἀληθεῖ δυνατούς τε καὶ νοεροὺς εἶναί φαμεν , τοὺς δὲ μὴ
πάμμεγα δὲ τὸ μὴ τῇ φθορᾷ τῶν πόλεων θεραπεῦσαι τοὺς δυνατούς . ἦν μὲν γὰρ δῆλον ὡς ὀργαὶ καὶ κίνδυνοι
7339793 δειλως
εὔκλειαν . Ἡμεῖς μέντοι , ὡς ἐγᾦμαι , οἷά τε δειλῶς περὶ λόγοις ἔχοντες , πρῶτον ὀρθῇ δόξῃ , δεύτερον
ἐπιφόβως , ἐπιδεῶς καταδεῶς , εὐλαβῶς : εὐτελὲς γὰρ τὸ δειλῶς , τὸ δ ' ἀποδεδειλιακότως δύσφθεγκτον , τοῦ δὲ
7331188 ἰδιωτας
, κέκρικεν ῥήτορα ; οὐδ ' ἕνα : ἀλλ ' ἰδιώτας πολλούς . ἀλλὰ μὴν τοὺς γευομένους κύνας τῶν προβάτων
δὲ λατρεύοντες εἰς ἀπόνοιαν ἄγουσιν . Καὶ τὸ μὲν ἄνδρας ἰδιώτας καὶ ἀναφανδὸν τὴν ἀπαιδευσίαν ὁμολογοῦντας τὰ τοιαῦτα ποιεῖν ,
7316751 εὐτυχουντας
τίς οὐκ ἂν αὑτῷ κτῷτο φάσκων νοῦν ἔχειν ; Τοὺς εὐτυχοῦντας ἐπιφανῶς δεῖ ζῆν φανεράν τε τὴν δόσιν τὴν τοῦ
, εἰ μή τι ταύταις ἀντιπράττεσθ ' ὑπονοεῖς ; τοὺς εὐτυχοῦντας ἐπιφανῶς δεῖ ζῆν φανεράν τε τὴν δόσιν τὴν τοῦ
7316376 γενναιους
' ᾧ εὗρεν ὀδυνωμένην παύσας καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας τί ἦν αἰσχρόν ; . . . ἀλλὰ
παρ ' ἐλπίδα λεχθέντι ἐκπλαγείητε . χρὴ δ ' ἄνδρας γενναίους τε καὶ σώφρονας εὔχεσθαι μὲν ὑπάρχειν τὰ βέλτιστα ,
7315933 ὁμοφυλους
ἣν ἂν τιμήσηται τὸ δικαστήριον , κατὰ δὲ τῶν τοὺς ὁμοφύλους πρὸς τῷ ἀνδραποδίσασθαι καὶ πεπρακότων θάνατος ἀπαραίτητος : ἤδη
ὁ δὲ οὐκ ἀγνοῶν ἐπὶ τοῖς λεγομένοις ἀπιστήσοντας τούς τε ὁμοφύλους καὶ τοὺς ἄλλους ἅπαντας ” ἐὰν οὖν ” φησί
7315110 οἰκειοτατους
πατρὸς δεδιέναι τοὺς ἐκείνῳ πολεμιωτάτους , ἀποθανόντος δὲ τοὺς ἑαυτῷ οἰκειοτάτους . ” ἀποθανοῦμαι δὲ „ εἶπε „ τίνα τρόπον
κτεινέτω μὴ μόνον ἀλλοτρίους ἀλλὰ καὶ φίλων καὶ συγγενῶν τοὺς οἰκειοτάτους ἐπιστροφάδην , εὐαγέστατον κρίνων τὸ ἔργον ὑπὲρ ἀληθείας καὶ
7313513 γοητας
πρὸς τὸ στῆθος ἀνασχεῖν . ἦν δὲ τὸ ὄρυγμα , γόητας ἡγεῖτο τοὺς ἐν τοῖς τρίβωσιν ἐκεῖνος ὃς καὶ τοὺς
δ ' ἐστὶ τέχνη , οὔπω οἶδα , ἀλλὰ τοὺς γόητας ψευδοσόφους φημί : τὰ γὰρ οὐκ ὄντα εἶναι καὶ
7310314 τραγῳδους
τἀρχαῖ ' ἐκεῖν ' οἷς Θέσπις ἠγωνίζετο : καὶ τοὺς τραγῳδούς φησιν ἀποδείξειν κρόνους τοὺς νῦν διορχησάμενος ὀλίγον ὕστερον .
μνημονικώτατον γὰρ τὸ ζῷον ἡ κάμηλος ⋮ Δότε μοι τοὺς τραγῳδούς , πρὸς τοῦ πατρῴου Διός , καὶ πρό γε
7306447 κρειττονας
. ὁ γὰρ φθόνος γίνεται διὰ τὸ ὁρᾶν τοὺς πέλας κρείττονας ὄντας ἡμῶν : πῶς οὖν εἶναι δυνατὸν τὸν θεὸν
πρὸς τοὺς ἴσους ὁμιλία εὐκτή , ἡ δὲ πρὸς τοὺς κρείττονας χαλεπή : οἱ γοῦν Ἀφαρητιάδαι ἐρίσαντες κρείττοσι τοῖς Διοσκούροις
7302382 Παντας
δὲ ἀφῃρέθη καὶ προειστήκει τῶν ξένων καὶ τῶν μετοίκων . Πάντας δὲ τοὺς περιχώρους ἔχοντες συμμάχους . Περίχωροι : οἱ
κἂν φίλος ἢ συνήθης ἢ πρὸς αἵματος εἶναι δοκῇ ; Πάντας , ὡς ὁ λόγος οὗτός φησιν . Οὐκοῦν ὀρθῶς
7299911 τυφλους
; Φιλέας [ ] ? εἶπεν : Λεπροὺς ἐκαθάρισεν , τυφλοὺς [ ] ἐποίησεν βλέπειν , κωφοὺς ἀκούειν , χωλοὺς
ἁλῶν „ . ἢ οὐχ ὁρᾷς τοὺς ἐστειρωμένους σοφίαν καὶ τυφλοὺς διάνοιαν , ἣν ὀξυδερκεῖν εἰκὸς ἦν , Σοδομίτας κατὰ
7298011 κοσμιους
καὶ τοῖς ἐπὶ τὸ πράσσειν ὡρμημένοις : οὓς μὲν γὰρ κοσμίους , οὓς δὲ φοβεροὺς ποιεῖ . γυνὴ δὲ εἰ
: τάξεως . Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις . καὶ γὰρ κοσμίους λέγομεν τοὺς εὐτάκτους καὶ κοσμητὰς τοὺς τῆς ἐφήβων εὐταξίας
7295253 ἀδυνατους
θρέψαι καὶ θάψαι τοὺς αὑτῶν , ἐν δὲ τῷ γήρᾳ ἀδυνάτους μὲν εἶναι τῷ σώματι , πασῶν δ ' ἀπεστερημένους
τοὺς πατρῴους οἴκους μετὰ τῶν πανοπλιῶν : τοὺς δ ' ἀδυνάτους τῶν πολιτῶν δημοσίᾳ τρέφειν . ὥστε καὶ τὴν δύναμιν

Back