γένος : τοὺς Γίγαντας καλεῖ . χάλκειον : διὰ τὸ πολεμικοὺς εἶναι . οὐκ ἀργυρῷ οὐδὲν ὅμοιον : ἀργυρῷ περισπωμένως
ἄγει . Τούτους δὲ ἔφασαν οἰκεῖν ἀνὰ τὰ ὄρη καὶ πολεμικοὺς εἶναι καὶ βασιλέως οὐκ ἀκούειν . Καὶ Σοφαίνετος ἐν
8499796 ἀνδρειους
μιμῶνται , μιμεῖσθαι τὰ τούτοις προσήκοντα εὐθὺς ἐκ παίδων , ἀνδρείους , σώφρονας , ὁσίους , ἐλευθέρους , καὶ τὰ
φῶς μόνον πολὺ ποίει . τὰ κακῶς τρέφοντα χωρί ' ἀνδρείους ποιεῖ . ᾤμην , εἰ τὸ χρυσίον λάβοι ὁ
7969012 γενναιους
' ᾧ εὗρεν ὀδυνωμένην παύσας καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας τί ἦν αἰσχρόν ; . . . ἀλλὰ
παρ ' ἐλπίδα λεχθέντι ἐκπλαγείητε . χρὴ δ ' ἄνδρας γενναίους τε καὶ σώφρονας εὔχεσθαι μὲν ὑπάρχειν τὰ βέλτιστα ,
7887992 φρονιμους
; Ναί . Οὐκοῦν φῂς παραπλησίως χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι τοὺς φρονίμους καὶ τοὺς ἄφρονας καὶ τοὺς δειλοὺς καὶ τοὺς ἀνδρείους
ἐνέχεε . συνέβη δὲ τοὺς μὲν μικροφυεῖς πληρωθέντας τοῦ μέτρου φρονίμους γενέσθαι , τοὺς δὲ μακροὺς ἅτε [ μὴ ]
7799904 κοσμιους
καὶ τοῖς ἐπὶ τὸ πράσσειν ὡρμημένοις : οὓς μὲν γὰρ κοσμίους , οὓς δὲ φοβεροὺς ποιεῖ . γυνὴ δὲ εἰ
: τάξεως . Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις . καὶ γὰρ κοσμίους λέγομεν τοὺς εὐτάκτους καὶ κοσμητὰς τοὺς τῆς ἐφήβων εὐταξίας
7786552 ἀδυνατους
θρέψαι καὶ θάψαι τοὺς αὑτῶν , ἐν δὲ τῷ γήρᾳ ἀδυνάτους μὲν εἶναι τῷ σώματι , πασῶν δ ' ἀπεστερημένους
τοὺς πατρῴους οἴκους μετὰ τῶν πανοπλιῶν : τοὺς δ ' ἀδυνάτους τῶν πολιτῶν δημοσίᾳ τρέφειν . ὥστε καὶ τὴν δύναμιν
7726222 ἐμπειρους
βραδύγαμοι μέντοι γίνονται . ὁ Κρόνος Ἑρμῆν τριγωνίζων συνετοὺς καὶ ἐμπείρους καὶ τὴν γνώμην βεβαίους , αἱ δὲ τούτων πράξεις
πληθυντικῶν , ἴεντο . ἴδριας : σοφούς : ἐπιστήμονας : ἐμπείρους : ἀπὸ τοῦ εἴδω ὁ μέλλων , εἴσω :
7649274 χαλεπους
. δεύτερον δὲ φιλοτίμου ψυχῆς ἕξις , φθόνους ἐντίκτουσα , χαλεποὺς συνοίκους μάλιστα μὲν αὐτῷ τῷ κεκτημένῳ τὸν φθόνον ,
ἀδικηθέντας τότε συγγνωστόν ἐστιν ἴσως ἄχρι τῆς εἰς ἀναίσθητον ὀργῆς χαλεποὺς γενέσθαι , τοὺς δ ' ὕστερον συγγράφοντας τὰ πεπραγμένα
7643609 κολακας
Διογένης ἔλεγε πολὺ κρεῖττον εἶναι ἐς κόρακας ἀπελθεῖν ἢ εἰς κόλακας , οἳ ζῶντας ἔτι τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ἀνδρῶν κατεσθίουσι
ἐπαίνοις θέλγοντας καὶ φρεναπατῶντάς σε ἀποδέχου : μισεῖν γὰρ τοὺς κόλακας οἱ σοφοὶ παρεγγυῶσιν ὡς μέγα βλάπτοντας . Καλὰ ἑκάστοις
7565793 δειλους
ζώοισι βεβηκὼς Φαίνων νωχελέας τε καὶ ἀδρανέας μάλα ῥέζει , δειλοὺς πανταρβεῖς τε , φρεσὶν καταπεπτηῶτας , αὐχμηρούς , ἑὸν
ἀνδρείους ἐκ τῆς καρδίας λέγουσι καλοσπλάγχνους , ὡσαύτως καὶ τοὺς δειλοὺς ἐκ ταύτης , τοὺς δὲ συμπαθεῖς λέγουσιν εὐσπλάγχνους ἐκ
7558305 δουλους
, μέχρις οὗ μηδὲ συμβολικῶς ἐθελόντων τῶν πολιτῶν σκώπτεσθαι εἰς δούλους μόνους καὶ ξένους ἔσκωπτον , ἣ δὴ τρίτη ἦν
δικαιοτάτας καὶ τῆς ἀρχῆς ἔσονται ἄξιοι . τοὺς μὲν οὖν δούλους προσήκει διὰ φόβον πράττειν τι τῶν δικαίων , τοὺς
7532412 συνετους
δείκνυσιν ἐκ τῶν μετεχόντων αὐτῆς , οὓς ἐξ αὐτῶν παρωνύμως συνετοὺς καὶ ἀσυνέτους καλοῦμεν . ποιοὶ γὰρ ὁ συνετὸς καὶ
τοῖς τετραγώνοις . ὁ Ἄρης σὺν Ἑρμῇ ψεύστας μέν , συνετοὺς δὲ καὶ πολυπείρους , ἀεὶ ἐν κρίσεσιν ὄντας ,
7519089 ὑβριστας
θυμικοὺς καὶ κριτικοὺς καὶ ἐπιτευκτικούς , ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ὑβριστάς , ἀδιαφόρους , ὠμούς , ἀνεξιλάστους , στασιαστάς ,
ῥιψοφθάλμους , λάγνους , καταφερεῖς , διασύρτας , μοιχικούς , ὑβριστάς , ψεύστας , δολοπλόκους , ὑπονοθευτὰς οἰκείων τε καὶ
7518778 ἀθεους
] ? % καὶ [ τοὺς ὁσιωτάτους ] ? ὡς ἀθέους [ λείαν ] κατατρέχουσιν [ . καὶ ] ?
μέρους , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ τῆς ψυχῆς πάντας τοὺς ἀθέους ἐκτέμνειν λογισμοὺς ἐπιβάθρᾳ χρωμένους ἅπασιν ὧν γένεσίς ἐστι :
7510360 ἀθλητας
, οἱ καὶ κυκλικοὶ καὶ διθύραμβοι , ἢ ᾔνουν κυδαίνοντες ἀθλητὰς ἀγῶσι νικῶντας , ἢ ὕμνουν Διόνυσον ἢ καὶ ἑτέρους
. Ἄλλο τε δὲ σχῆμα προῤῥήσεων τόδε λέγεται : τοὺς ἀθλητὰς γινώσκειν καὶ τοὺς τῶν νούσων εἵνεκα γυμναζομένους τε καὶ
7493719 γνωριμους
καὶ Φάρακα καὶ ἄλλους Σπαρτιατῶν ἥκιστα ἔς γε τὸ Ἑλληνικὸν γνωρίμους . μεταπεσόντων δὲ αὖθις τῶν πραγμάτων καὶ Κόνωνος κεκρατηκότος
τοῖς μὴ τοιούτοις . διὸ καὶ πρὸς πάντας ἐστὶν ὁμοίως γνωρίμους καὶ ἀγνώστους . οὐχ οἷόν τε δὲ πᾶσι προσπεπονθέναι
7493712 χειροτεχνας
ἤδη τὸ τῶν λῃστῶν ὄνομα , μισθοὺς ἐκάλουν στρατιωτικούς . χειροτέχνας τε εἶχον ἐπ ' ἔργοις δεδεμένους καὶ ὕλην ξύλου
. ταῦτα μαθόντες οἱ Ῥωμαῖοι εὐθὺς ἐπέστησαν τοῖς ἔργοις τοὺς χειροτέχνας . . Ὡς δὲ ταῦτ ' ἤκουσαν Οὐιεντανοὶ παρ
7491096 ἀσωτους
περὶ τὰ χρήματα ὑπερβολὴν καλοῦμεν ἀλλὰ ἐνίοτε καὶ τοὺς ἀκολάστους ἀσώτους καλοῦμεν , οἵτινες πολλὰ δι ' ἀκολασίαν δαπανῶσι ,
οὐχ Ὁρτήσιον τοὺς Ῥωμαίους : εἶπον δὲ ὀλίγους ἐκ πολλῶν ἀσώτους καὶ ἀκρατεστάτους τῇ τε ἄλλῃ καὶ μέντοι καὶ περὶ
7485448 ἀφρονας
μάθε νάρδῳ , ἤνυσε δὲ σφαλερούς , ὁτὲ δ ' ἄφρονας , ἐν δὲ μονήρει ῥηιδίως ἀκτῖνι βαρὺν κατεναίρεται ἄνδρα
ἐπὶ δολερῶν καὶ μικρῶν , ὅμως δὲ μεγάλα καταγωνιζομένων , ἄφρονας ⋮ Αἱ ἀλώπεκες ὅταν θεάσωνται σφηκιὰν εὐθετουμένην , αὗται
7483843 ἀγνωμονας
τοῖς Ἀθηναίοις οἱ πρώην ναύκραροι καλούμενοι οἱ ἐνεχυριάζοντες Θ τοὺς ἀγνώμονας τῶν χρεωστῶν . Θ καταδαρθεῖν Θ : Ἀττικοὶ παροξυτόνως
ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας καὶ καὶ τινὰς ὄντας καὶ πόλει καὶ χρησίμους .
7473544 σεμνους
: καὶ οὗτοι διαβάλλονται ὑπὲρ τούτου . . ? . σεμνοὺς . ὑη ! ! ! # ὀμμάτων . μὴ
, καὶ πατραλοίας καὶ ἄθεος , ὑπὲρ δικαίους , καὶ σεμνοὺς , καὶ χρηστοήθεις τετίμηται . Καὶ ταραχῶν καὶ θορύβων
7473007 τυγχανοντας
μὲν σφόδρα ἀρέσκοντας , παρ ' ἑτέροις δὲ οὐδενὸς λόγου τυγχάνοντας . ὁλόκληρον δὲ καὶ ἀληθινὸν κάλλος θαυμαστὸν εἴ τῳ
μὲν ἐπὶ Νομᾶ καὶ τοὺς ὀλίγῳ μετ ' αὐτὸν ἔτι τυγχάνοντας ἀγριωτέρους μουσικῇ παιδευομένους εἶχε , ἰδίᾳ τε ἐν εὐωχίαις
7469702 ἐπιμελουμενους
τὸν κίνδυνον . αὐτοὺς τοίνυν ὑμᾶς τούτων μάρτυρας παρέξομαι , ἐπιμελουμένους μὲν ἑκάστου μηνός , ἐπιγνώμονας δὲ πέμποντας καθ '
βουκόλον ἑξῆς λέγει : οὕτω γὰρ καλοῦσι τοὺς τῶν βοῶν ἐπιμελουμένους τὸν μυριωπὸν ] τὸν μυριόφθαλμον : τὸν διὰ παντὸς
7457036 δυναστας
δρᾶν οὕτω φασίν . ἐνίους . τοὺς ἐν τῇ ὀλιγαρχίᾳ δυναστάς . ἆρ ' οὖν ὧδε κτλ . πῶς ὁ
δρᾶν οὕτω φασίν . ἐνίους . τοὺς ἐν τῇ ὀλιγαρχίᾳ δυναστάς . ἆρ ' οὖν ὧδε κτλ . πῶς ὁ
7415758 δυνατους
γενναίως συλλαμβανομένους καὶ εἰς ἴσην αὐτὸ πίστιν ἀνάγοντας τῷ ἀληθεῖ δυνατούς τε καὶ νοεροὺς εἶναί φαμεν , τοὺς δὲ μὴ
πάμμεγα δὲ τὸ μὴ τῇ φθορᾷ τῶν πόλεων θεραπεῦσαι τοὺς δυνατούς . ἦν μὲν γὰρ δῆλον ὡς ὀργαὶ καὶ κίνδυνοι
7414962 ἐμπορους
[ ἢ ἐν τοῖς ] Διδύμοις οὔσης καπήλους δούλους καὶ ἐμπόρους ἀγόραζε . Σελήνης ἐν τοῖς ἀνθρωποειδέσιν οὔσης ζῳδίοις μετὰ
Ῥοδίους πολέμῳ . οὗτος δὲ κατὰ τὰς ἐντολὰς τοὺς μὲν ἐμπόρους ἐλῄστευε , τὰς δὲ νήσους λεηλατῶν ἀργύριον εἰσεπράττετο .
7404901 καθαρους
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν
7401897 πλουσιους
χεῖρα μηδὲ ἄλλο μηδὲν τοῦ σώματος , μηδὲ τοὺς πάνυ πλουσίους ἀναλῶσαι ἂν μηδεμίαν ὑπὲρ τούτου δραχμήν : ἓν δὲ
δύσμορον πέλει τέλος . Ἀλλὰ καὶ τρίτος δεκανὸς σώφρονας καὶ πλουσίους , εὐμεταδότους , εὐσεβεῖς , καλὴν ἔχοντας τύχην ,
7394593 ταπεινους
δίχα καὶ τῶν ἄλλων ἀγαθῶν ἁπάντων ἀπολαυέτωσαν μόνοι , τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀδόξους δημότας ἐκβαλόντες ἐκ τῆς πατρίδος : ἀπαλλαττώμεθα
ἄλλους παρεκάλουν , οὐκ ἐφ ' ἡμᾶς ἠναγκάσθητε καταφυγεῖν τοὺς ταπεινοὺς καὶ φαύλους οἱ σεμνοὶ καὶ βαρεῖς , πάντα ὑπισχνούμενοι
7387802 πονηρους
καὶ νυνὶ εἰ μέν εἰσιν ὑμῶν οἱ πλείους οἷοι τοὺς πονηροὺς φιλεῖν καὶ σῴζειν , μάτην ἐρραψῳδηκότας ἡμᾶς ἔσεσθαι ,
τιμωρία ; σκαιόν γε τἀνάλωμα τῆς γλώσσης τόδε , φόβους πονηροὺς καὶ κενοὺς δεδοικέναι . ἀλλ ' , ὦ μάταιοι
7382874 πλεονεκτας
ῥήτορας γὰρ δημαγωγοὺς Ἀθήνησι καθίστων . περισύρει δὲ τούτους ὡς πλεονέκτας καί φησιν ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς ,
στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους , κούφους , μεταμελητικούς ,
7376936 γεωργους
τοὺς ὁμοτέρμονας ἀγροὺς ὑπὸ τῶν δυνατῶν ἀποστελλόμενοι καὶ πολλὰ τοὺς γεωργοὺς τῶν Ῥωμαίων ἔβλαπτον : ὃς ἐπειδὴ τὴν κοινὴν σύνοδον
, ἀλλὰ τοῦ σίτου τὰς τιμὰς συνιστάντων . συγκαλέσας δὴ γεωργοὺς καὶ χειροτέχνας καὶ καπήλους καὶ πάντων ἁπλῶς τιμητὰς ὠνίων
7375109 δημαγωγους
; εἰς τοὺς γελωτοποιούς , ὡς Φίλιππον ; εἰς τοὺς δημαγωγούς , ὡς Κλέωνα ; ἢ ἄφιλος καὶ ἀνέστιος ἡμῖν
καὶ τοῦ τῶν Ἀθηναίων ὀνόματος ἀξίαν παρρησίαν . μισῶ τοὺς δημαγωγούς , ὅτι ταράττουσι τὸν δῆμον καὶ τὸ κτῆμα τῆς
7375037 σωφρονας
ταύτας ἀναφέρειν τὸ γένος . ὑπάρξαι δ ' αὐτὰς καὶ σώφρονας διαφερόντως , καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τυχεῖν ἀθανάτου τιμῆς
αἰδουμένους τὰ ἐν τῷ φανερῷ αἰσχρὰ φεύγοντας , τοὺς δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν
7353547 φιλοθεους
ἔτεμεν ἀπὸ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων , ἐξ ἧς ποτίζει τὰς φιλοθέους ψυχάς : ποτισθεῖσαι δὲ καὶ τοῦ μάννα ἐμπίπλανται τοῦ
φιλοτρόφους , εὐήθεις , εὐεργετικούς , ἐλεητικούς , ἀκάκους , φιλοθέους , ἀσκητάς , φιλαγωνιστάς , φρονίμους , φιλητικούς ,
7349157 ἰσχυοντας
ἑαυτοῦ προέσθαι , ὅταν ὁρᾷ τὰς μὲν συγγραφὰς ἀκύρους , ἰσχύοντας δὲ τοὺς τοιούτους λόγους , καὶ τὰς αἰτίας τῶν
τοῦ Δικταίου Διὸς ἱερόν : τοὺς δ ' ἄλλους , ἰσχύοντας πλέον , οἰκῆσαι τὰ πεδία . . , :
7341564 εὐπορους
σκοπεῖν ὅπως μηδενὸς ὄντες ἐνδεεῖς περιοφθήσονται . τοὺς μὲν τοίνυν εὐπόρους ταύτῃ χρωμένους τῇ γνώμῃ οὐ μόνον ἡγοῦμαι τὰ δίκαι
Ταρκύνιος ὁ βασιλεὺς τυραννικῶς καὶ βιαίως ἄρχων τῶν πολιτῶν τοὺς εὐπόρους τῶν Ῥωμαίων ἀνῄρει , ψευδεῖς ἐπιφέρων αἰτίας ἕνεκεν τοῦ
7336469 ἀξιουντας
, καὶ τρισὶν ἐπιφανεστάτοις κοσμηθεὶς θριάμβοις τελευτῶν ἠνάγκασε τοὺς οὐκ ἀξιοῦντας ἄρχεσθαι τὸν χαλινὸν ἑκόντας λαβεῖν . εἰκοστῷ δ '
καὶ τὸ δυνατὸν πρώτῳ τούτῳ βεβαιοῦν τῷ παραπλησίως διακειμένους ὅμως ἀξιοῦντας φέρειν φαίνεσθαι . ἡγοῦμαι δ ' ἔγωγε καὶ τὸ
7330716 πρεσβυτερους
οὕτω δέ , φησί , καὶ πατέρας μὲν διαρρήδην τοὺς πρεσβυτέρους καλοῦσι , κἂν ὦσιν ἀλλότριοι , μητέρας δὲ τὰς
τούτων φροντίσιν ἐσχολακότων καὶ τῆς ἐκείνων πρός τε τοὺς ἑαυτῶν πρεσβυτέρους καὶ τοὺς ὁμοχρόνους γενομένης διαφορᾶς , οὐχ ἥκιστα δὲ
7329070 προσποιουμενους
, τοῦτο ποιοῦσιν ἐπιδείξομεν , εἰ δύο τινὰς οἷον μαντεύεσθαι προσποιουμένους λάβοιμεν περί τινος τῶν καθ ' ἕκαστα προλέγειν πειρωμένους
ἐντεταλμένα : διασχολουμένῳ δὲ ἐκείνῳ περὶ τὴν τῶν σφραγίδων ἐπίγνωσιν προσποιουμένους ὡς δὴ ἐροῦντάς τι , οἷς εἶχον ὑποκολπιδίοις ξίφεσι
7320278 πιστους
ἐπόχους , ἤτοι λαὸν ναυτικὸν ταῖς ναυσὶν ἐποχούμενον , καὶ πιστοὺς καὶ θαρροῦντας φρονήματι τοξικῷ , ἤτοι ἐμπείρους τῆς τοξικῆς
ὅτι καὶ αὐτὸς ἦν ἀγαθὸς καὶ κρίνειν ὀρθῶς ἐδύνατο τοὺς πιστοὺς καὶ εὔνους καὶ βεβαίους . ἀποθνῄσκοντος γὰρ αὐτοῦ πάντες
7312723 καθεστωτας
ἀλλὰ παρὰ τοὺς ὑπάρχοντας νόμους διὰ πλεονεξίαν φ παρὰ τοὺς καθεστῶτας : νόμους δηλονότι . καὶ τὰς ἐς σφᾶς αὐτοὺς
, ἀλλὰ καὶ τοὺς ποσῶς αὐχοῦντας ἢ ἐν μεγάλῃ δόξῃ καθεστῶτας διὰ τὸ ἀκατάληπτον τῆς περὶ αὐτῶν γοητείας τε καὶ
7311775 ὑπαρχοντας
παντάπασιν ἀφήσομεν . φοβοῦμαι δὲ μὴ Θηβαίοις γιγνόμενοι σύμμαχοι τοὺς ὑπάρχοντας ἡμῖν αὐτοῖς ἀπολέσωμεν . σκοπῶν γὰρ τὰς παλαιὰς αἰτίας
δραχμὴν οὐ κατέθηκαν ὑμῖν , νόμῳ δ ' ἑνὶ πλείστους ὑπάρχοντας ἀκύρους ἐποίησαν , καὶ τούτῳ τῶν πώποτ ' ἐν
7309969 ἐντιμους
βασιλεὺς , ὁ τοῦ Δαρείου υἱὸς , ὡς πρεσβύτας καὶ ἐντίμους ὄντας προέκρινε τῶν ἄλλων ἐφορεύειν , ἤτοι ἄρχειν ,
τὰς ἄλλας τὰς περὶ τὸ σῶμα θεραπείας ; δοκεῖ σοι ἐντίμους ἡγεῖσθαι ὁ τοιοῦτος ; οἷον ἱματίων διαφερόντων κτήσεις καὶ
7309877 πεπαιδευμενους
μὲν οὐσίαν κεκτημένους μὴ χρήμασιν αὐτοὺς ὑπερβάλωνται , τοὺς δὲ πεπαιδευμένους μὴ συνέσει κρείττους γένωνται : τῶν δὲ ἄλλο τι
, ὦ γενναῖε , τῆς ἀπολογίας σοι δεήσει πρὸς τοὺς πεπαιδευμένους , εἰ βούλει μὴ παντάπασιν ἐκκεκρίσθαι καὶ τῆς τῶν
7303582 ὑπηκοους
τις εἴποι , διὰ τί γὰρ μὴ καὶ πρὸς τοὺς ὑπηκόους ἔπεμψε τὸν λόγον Ἰσοκράτης , λέγομεν ὅτι εἰκότως οὐ
Οὐολούσκους καὶ Μαρουγκίνους καὶ Πελίγνους καὶ Φρεντανοὺς καὶ τοὺς ἄλλους ὑπηκόους , εἰς τέτταρα διελόντες μέρη , τοῖς Ῥωμαικοῖς παρενέβαλον
7303414 δοκουντας
ἀνάγκη τέλος ἐπιτεθῆναι : τὸ δὲ ὑμᾶς φύλακας καὶ φρουροὺς δοκοῦντας εἶναι τοῦ βασιλέως καὶ τοὺς ἔξωθεν κινδύνους ἀπείργοντας αὐτοὺς
' ἀβουλίας ἐμὰς εσσφρα [ ! ! ! ! ] δοκοῦντας οὐκ εἶναι Διός . πάρεστε καὶ ζῆθ ' :
7297223 πολιτευομενους
προσήκοντας παραγενέσθαι . Οὐχ ὑφ ' ὑμῖν αὐτοῖς ἕξετε τοὺς πολιτευομένους ; οὐ ταπεινώσαντες ἀποπέμψετε τοὺς νῦν ἐπηρμένους ; οὐ
ἐπεὶ ἄλλως γε εὔηθες εἶναι τὸ τοὺς βέλτιον συνεστῶτας καὶ πολιτευομένους τῶν χειρόνων ζηλωτὰς ἀποφαίνειν : οὐκ εὖ δὲ ταῦτα
7291284 ἀτιμους
ἐλευθέρους , τοὺς δὲ ξένους Ἀθηναίους , τοὺς δ ' ἀτίμους ἐπιτίμους : ὃς πρότερον ἐπὶ τῷ αὐτόχθων εἶναι καὶ
Διός , ἆρα ἀγνοεῖτε τοῦτο τὸ ἔργον οὐκ ἐκείνους μόνον ἀτίμους ποιοῦν , ἀλλὰ καὶ τὴν πόλιν ἔρημον τῶν εὐνοησόντων
7281496 δημιουργους
ὅλου πλήθους διῃρημένου Ἀθήνησιν εἴς τε τοὺς γεωργοὺς καὶ τοὺς δημιουργούς , φυλὰς αὐτῶν εἶναι δʹ , τῶν δὲ φυλῶν
προσυφῆναί φησι τοὺς δευτέρους θεούς , τοὺς τῶν θνητῶν ζώων δημιουργούς . ἀλλ ' ὅτι γε καὶ αὐτὸς προσεδεήθη τῶν
7270372 πρεσβυτας
Ξέρξης ὁ βασιλεὺς , ὁ τοῦ Δαρείου υἱὸς , ὡς πρεσβύτας καὶ ἐντίμους ὄντας προέκρινε τῶν ἄλλων ἐφορεύειν , ἤτοι
μάλιστα καταστάντων , ὡς καὶ παῖδας ἡμῖν καὶ γυναῖκας καὶ πρεσβύτας , ἕως ἂν ὁ πόλεμος ᾖ , διὰ πάντων
7260569 φιλοτιμους
μηδεὶς τῶν δεσμωτῶν λαβὼν ἔπειτα λύσειεν ἑαυτόν . τοὺς οὖν φιλοτίμους καὶ φιλοπόνους μόλις μέν , ὅμως δὲ ἀνευρίσκειν .
. οὐ δεῖ δὲ ἀπελπίζειν , ἕως ἂν ἀγαθοὺς καὶ φιλοτίμους ἄνδρας ἡ πόλις φέρῃ ὁποίους καὶ τοὺς νῦν .
7259651 συνηγορους
τὸν Ἀνατόλιον ἐλθών , ἠξίου βεβαιοῦν τὴν χάριν , καὶ συνηγόρους οὐκ ἐκάλεσε μόνους , ἀλλὰ σχεδόν τι πάντας τοὺς
μόναις ταῖς τῶν παρανόμων , μὴ ἐξεῖναι μήτε τῷ κατηγόρῳ συνηγόρους παρασχέσθαι , μήτε τῷ τὴν γραφὴν φεύγοντι . Οὐ
7253537 τεχνιτας
χρυσοχοείοις εὑρησιλογῶν καὶ φιλοτεχνῶν πρὸς τοὺς τορευτὰς καὶ τοὺς ἄλλους τεχνίτας . ἔπειτα καὶ μετὰ δημοτῶν ἀνθρώπων συγκαταβαίνων ὡμίλει ᾧ
ἐν τῇ Βαβυλωνίᾳ , ἐπιλεξαμένη δὲ τοὺς πανταχόθεν ἀρχιτέκτονας καὶ τεχνίτας , ἔτι δὲ τὴν ἄλλην χορηγίαν παρα - σκευασαμένη
7244909 κριτικους
Ἰταλοί , Δημητριανὸς δὲ ὁ πατὴρ ἐπαίδευσεν εὖ γιγνώσκων τοὺς κριτικοὺς τῶν λόγων . πολυμαθὴς δὲ ὁ Ἀσπάσιος καὶ πολυήκοος
τοῦ πῶς δεῖ τῶν ποιημάτων ἀκούειν βʹ , Πρὸς τοὺς κριτικοὺς πρὸς Διόδωρον αʹ . Ἠθικοῦ τόπου περὶ τὸν κοινὸν
7243268 ἀδικους
μὴ μετέχοντα τῶν ἀνθρώπων τὰ πράγματα ἐκ τοῦ τοὺς μὲν ἀδίκους εὖ πράττειν , τοὺς δὲ δικαίους παρὰ τὴν ἀξίαν
ποιήσασθαι . δίκαιοι δ ' ἔστ ' ἐλεεῖν οὐ τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων , ἀλλὰ τοὺς παραλόγως δυστυχοῦντας , οὐδὲ
7240010 συκοφαντουντας
μεγάλα ἀδικήματα εἰσαγγελίαν . ἔστι δ ' ὅτε ἐμβάλλοντες τοὺς συκοφαντοῦντας εἰσήγγελλον , + + + ὡς μὲν Φιλόχορος χιλίων
τοῖς νόμοις μὴ τοὺς ἐργαζομένους ξένους νομίζειν , ἀλλὰ τοὺς συκοφαντοῦντας πονηρούς . ἐπεί , ὦ Εὐβουλίδη , ἔστι καὶ
7236138 ἐπιορκους
μὲν αὑτῆς ἑκάστη καταλέγουσα μαθητάς , ὁμολογοῦσα δὲ τούτων ἐνίους ἐπιόρκους εἶναι καὶ νοσεῖν ἀκρασίαν . τί οὖν , ὦ
ἐν ταῖς Νεφέλαις : φησὶ γὰρ “ εἴπερ βάλλει τοὺς ἐπιόρκους , πῶς δῆτα οὐχὶ Σίμων ' ἐνέπρησεν οὐδὲ Κλεώνυμον
7223101 ἀγνωτας
, καὶ αὐτόθι κατέλαβον πάνυ πολλούς , τοὺς μὲν καὶ ἀγνῶτας ἐμοί , τοὺς δὲ πλείστους γνωρίμους . καί με
ἢ μισεῖν πάθους . ὁμοίως γὰρ τῇ ἕξει χρῆται πρὸς ἀγνῶτας καὶ γνωρίμους καὶ συνήθεις καὶ ἀσυνήθεις , πλὴν τὸ
7220389 ἀγωνιστας
, ὅτι ἄτρωτος ἦν , ὥσπερ καὶ νῦν λέγουσιν τοὺς ἀγωνιστάς , ἐάν τις ἄτρωτος ᾖ . οὕτως κἀκεῖνοι ἐκλήθησαν
, θαυμαστὸν οὐδὲν ἀγαθοὺς καὶ θαυμασίους γεγενῆσθαι τοὺς προγόνους σου ἀγωνιστάς : ἐπόπται γάρ εἰσι τῶν ἀγώνων οὗτοι . διὰ
7214200 φορτικους
ἦν ἡ περὶ τὰ ἐρωτικὰ πραγματεία , καὶ οὐδεὶς ἡγεῖτο φορτικοὺς τοὺς ἐρωτικούς , ὥστε καὶ Αἰσχύλος μέγας ὢν ποιητὴς
ἐστιν ἡ τῶν καλῶν μάθησις , αἱ λοιπαὶ πέπαυνται τοὺς φορτικοὺς καὶ ψυχροὺς καὶ ἀναισθήτους ἀγαπῶσαι λόγους , τῶν μὲν
7203556 ἀργους
, ὥς φησιν Ὅμηρος οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς . ἦτρον τὸ γονάτιον ἢ τὸν ὀμφαλὸν τοῦ νάρθηκος
: Μ . . οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς : ὅτι οὐκ ὀρθῶς τινὲς οὐρῆας τοὺς φύλακας ,
7202235 ζωντας
τοῦτον λαβὼν ἀλλ ' οὐκ Εὐριπίδην , αὖθις ἐς τοὺς ζῶντας ἀνέρχεται . 〛 Ὁ Ξανθίας ἐπὶ ὄνου παράγεται καθεζόμενος
. Καὶ τοίνυν οἱ θάνατοι αὐτοῖς βελτίους ἢ τὸ οὕτω ζῶντας εἶναι , ὅπως ζῆν αὐτοὺς οὐκ ἐθέλουσιν οἱ ἐν
7188501 μικρολογους
. Ζεὺς Ἀφροδίτη Ἥλιος εὐφαντασιώτους μὲν καὶ ἐπιδόξους ποιήσουσι , μικρολόγους δὲ καὶ ἀνωμάλους ταῖς γνώμαις , ὑψαύχενας , ὅτε
〛 διαβάλλει τοὺς ἰατροὺς ὡς ἀμαθεῖς καὶ τοὺς δεομένους ὡς μικρολόγους . τίς δῆτ ' : Οὐδείς . ἐν τῇ
7186445 μοιχους
κατ ' ἐρώτησιν . τοῖς ἐμοῖς . τοὺς Καρυστίους ὡς μοιχοὺς κωμῳδοῦσιν . ἦσαν δὲ Ἀθηναίων σύμμαχοι . ἀντὶ τοῦ
τοῦ τρισαριστέως , ὃν μοιχεύοντά τις κατὰ τὸν περὶ τοὺς μοιχοὺς νόμον ἀπέκτεινεν : τοῦ κατὰ φύσιν , ὡς ἐπὶ
7185743 κἀγαθους
γίγνεσθαι , καὶ τοιοῦτος γενόμενος θηρᾶν ἐπιχείρει τοὺς καλούς τε κἀγαθούς . ἴσως δ ' ἄν τί σοι κἀγὼ συλλαβεῖν
τῆς πόλεως ἀμοιβαὶ πρὸς τοὺς ἑκάστοτ ' εἰς αὐτὴν καλοὺς κἀγαθούς . οὕτως Ἐρεχθεὺς ὁ τῆς Ἀθηνᾶς , οὕτως Ἁρμόδιος
7182317 ἰδιωτας
, κέκρικεν ῥήτορα ; οὐδ ' ἕνα : ἀλλ ' ἰδιώτας πολλούς . ἀλλὰ μὴν τοὺς γευομένους κύνας τῶν προβάτων
δὲ λατρεύοντες εἰς ἀπόνοιαν ἄγουσιν . Καὶ τὸ μὲν ἄνδρας ἰδιώτας καὶ ἀναφανδὸν τὴν ἀπαιδευσίαν ὁμολογοῦντας τὰ τοιαῦτα ποιεῖν ,
7181800 ὑπολειπομενους
ἄνδρας ἀγαθοὺς εἶναι καὶ ἐκ τῶν οἰκιῶν ἀνεκάλουν τοὺς ἔτι ὑπολειπομένους . ἐν μὲν δὴ νυκτὶ οὐδὲν ἄξιον ἐπράχθη λόγου
δώδεκα πινάκων οἱ μὲν δέκα συνετελέσθησαν , τοὺς δ ' ὑπολειπομένους δύο ἀνέγραψαν οἱ ὕπατοι . καὶ τελεσθείσης τῆς ὑποκειμένης
7177980 μαινομενους
ἡ , μέχρι τῶν συμποσίων προβαίνουσα . τῷ δὲ καὶ μαινομένους ἀεὶ τοὺς πολλοὺς νομίζοντι καὶ παντελῶς οὐκ ἔξεστι ἐπὶ
διειληφότες εἰσί , καὶ τοὺς μὲν πλεῖστον αὐτῆς μέρος ἔχοντας μαινομένους καλοῦμεν , τοὺς δ ' ὀλίγον ἔλαττον ἠλιθίους τε
7176583 καπηλους
ἐμπολεῖν , ποιοῦσιν ὀνόματα πωλητάς , πρατῆρας , μεταβολέας , καπήλους : τὰ γὰρ ἀπὸ τῶν ἄλλων σκληρά , Ἰσαῖος
τῷ ] Ζυγῷ [ ἢ ἐν τοῖς ] Διδύμοις οὔσης καπήλους δούλους καὶ ἐμπόρους ἀγόραζε . Σελήνης ἐν τοῖς ἀνθρωποειδέσιν
7175085 ἀστειους
στοχάζεται ὁ ῥήτωρ τοῦ πιθανοῦ . εἰ μὲν γὰρ πρὸς ἀστείους ἢ ἐγγυτάτω τῷ ἄστει ἀεὶ ἐγίγνοντο αὐτῷ οἱ λόγοι
πολλοὺς γὰρ καὶ τῶν Ἑλλήνων εἶναι κακοὺς καὶ τῶν βαρβάρων ἀστείους , καθάπερ Ἰνδοὺς καὶ Ἀριανούς , ἔτι δὲ Ῥωμαίους
7168052 σπουδαιους
ἀρετὰς καὶ τὰς ἐναρέτους πράξεις καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς σπουδαίους ἀνθρώπους , θεούς τε καὶ σπουδαίους δαίμονας . παρ
τὰ τοιαῦτα πόλεμος . Σωκράτης δὲ ἔλεγε μὴ αἰτεῖν τοὺς σπουδαίους , ἀλλὰ ἀπαιτεῖν : εἶναι γὰρ αὐτῶν τὰ πάντα
7160783 βελτιστους
ἀλλὰ τοῦτο νομίζειν ἡδίστην εὐωχίαν εἶναι τοὺς συμμάχεσθαι μέλλοντας ὅτι βελτίστους παρασκευάζειν : ἡνίκα δὲ [ Γωβρύας ] ὡς εἰς
κατασκευασάμενον ζῆν , φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς ὅσον δύνανται , καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
7155674 ἀγαθους
ἀρετῆς χάριν . ὧδε γὰρ οἱ πατέρες ἁμῶν ἐτίμων ἄνδρας ἀγαθούς . ἐνόμιζον γὰρ ἦμεν Λυκούργω παῖδας , ὅσοι σύμφωνον
' ἕτερον . ποῖον τοῦτο ; ἵνα πιστεύσωσιν ἑαυτοὺς εἶναι ἀγαθούς . τὸ δὲ τέλος καὶ τὸ ἀγαθὸν καθ '
7154348 μιμους
ἀκούεις ὑποκριτήν , τοὺς δὲ κωμικοὺς ὑποκριτὰς οὐκ ἂν ἁμάρτοις μίμους καλῶν Ἀττικούς . ἐπεὶ οὖν εἷλεν Ὄλυνθον Φίλιππος ,
ἄνανδρον μουσικὴν περιέποντες , ἔτι δὲ ὀρχηστὰς καὶ τοὺς ἄλλους μίμους ἀποδεχόμενοι , ὅτι σχέσεις καὶ κινήσεις ἐκτεθηλυμμένας ἴσχονται καὶ
7150888 ἀπαιδευτους
θεοφιλεστέραν . εὐλαβοῦ μέντοι μή ποτε ἐκπέσῃ ταῦτα εἰς ἀνθρώπους ἀπαιδεύτους : σχεδὸν γάρ , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , οὐκ
ἐπὶ τοῦ ψόγου ταύτην τάσσει : τοὺς γὰρ αὐθάδεις καὶ ἀπαιδεύτους ἀγερώχους λέ - γει . ὁ δὲ Ὅμηρος τοὺς
7137646 φθονερους
ὑμῶν ἀξίαν : τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς , ἀχαρίστους , ἀπίστους εἶναι δοκεῖν ” . περὶ
τῶν συσχηματιζομένων ἀστέρων ληπτέον . Κρόνος μὲν γὰρ δείξει στυγνοὺς φθονεροὺς βαθυπονήρους καχυπόπτους ῥυπαροὺς κρυπτοὺς πάθεσι περικυλιομένους , ἀπρεπεῖς ἁλισκομένους
7136994 κλεπτας
τῇ πόλει ψυχρῶν ἤκουον ῥημάτων , ὅτι ἀλλ ' αἰσχρὸν κλέπτας ποιεῖν . ὁ δὲ τὸ μὲν ῥῆμα ἐφοβεῖτο ,
: ἐπεμελοῦντο δὲ τῶν ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ , καὶ ἀπῆγον κλέπτας , ἀνδραποδιστάς , λωποδύτας , εἰ μὲν ὁμολογοῖεν θανατώσοντες
7136440 εὐεργετας
πολῖται καὶ μείζους παρέχουσι τῆς ἀτελείας δωρεὰς , καὶ τοὺς εὐεργέτας τῶν ἰδιωτῶν δεσπότας καθιστᾶσιν , ἐθῶν δὲ πρόσκειται ,
τῷδε αὐτὰ πραξάντων . εὐφημεῖν δὲ μόνον αὐτοὺς ἐδικαίουν ὡς εὐεργέτας : οἱ δὲ καὶ τὴν εὐφημίαν ὑπανῄρουν καὶ φείδεσθαι
7131537 διδασκαλους
ὀλιγοτρόφους , γραμματικοὺς καὶ νομικοὺς , μᾶλλον καὶ φιλοσόφους , διδασκάλους καὶ παιδευτὰς καὶ γραμματικωτάτους . ἀπὸ δ ' ὀγδόης
ὑπερβολήν . ἀναλοῦτο δὲ αὐτῷ πολλὰ τῶν χρημάτων εἴς τε διδασκάλους καὶ ἰατροὺς καὶ τὴν ἄλλην τῆς πατρίδος εὐθημοσύνην .
7131032 πενητας
τὰς τροφὰς χωροῦσι τὰς τῶν πλουσίων . } Ὁ πλούσιος πένητας οὐκ ἀσπάζεται : ἀλλὰ παραπέμπει μηδὲν ἠδικηκότας . }
' ἐστὶ τῶνδε θᾶσσον ἢ χρεών , πάτερ ; πολλοὺς πένητας , ὀλβίους δὲ τῶι λόγωι δοκοῦντας εἶναι συμμάχους ἄναξ
7125056 φιλοποτας
γὰρ πολυπότης καὶ πολλάκις μεθύων ἐξεβοήθει . . . : φιλοπότας δὲ καὶ μεθύσους καταλέγει Θεόπομπος Διονύσιον τὸν νεώτερον Σικελίας
πολλῇ προσκειμένους ἀκολασίᾳ , τούτους ἀγαπᾷ καὶ περὶ αὑτὸν ἔχει φιλοπότας καὶ κόλακας καὶ τοιούτους ἀνθρώπους , οἵους πανταχόθεν αὐτῷ
7121753 ἀθλιους
ὀρέγεσθαι καὶ πράγματα ἔχειν : ἄλλους δὲ ἀπλήστους τε καὶ ἀθλίους ὄντας , φοβουμένους μήποτε αὐτοῖς ἐλλίπῃ , πρὸς αὑτοὺς
καρποῦσθαι βίον . ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν , ἀθλίους : ὅσοισι δ ' εἰσίν , οὐδὲν εὐτυχεστέρους .
7120528 ῥητορας
] καὶ ἐν τῷ τρόπῳ τῆς τιμωρίας ἁμαρτάνοντας δείκνυσι τοὺς ῥήτορας : φησὶ γὰρ τότε ἐξέσται τὸν τρόπον σκοπεῖν .
εἰσιν . Ἀεὶ σὺ προσπαίζεις , ὦ Σώκρατες , τοὺς ῥήτορας . νῦν μέντοι οἶμαι ἐγὼ τὸν αἱρεθέντα οὐ πάνυ
7113959 ἀνοητους
καὶ τὴν ψυχῆς κακίαν συνεῖναι , καὶ εἶναι τὰς κύνας ἀνοήτους , ἀναισθήτους , ἀμαντεύτους τῶν ἰχνῶν , ἄρρινας ,
ἀνόητον ⌈ τοῦτον δεῖξαι βουλόμενος . τοὺς γὰρ εὐηθεῖς καὶ ἀνοήτους ἀρχαίους καὶ παλαιοὺς ἔλεγον . θηρευτὰ ] ἀνιχνευτά ,
7109653 πονουντας
, εἰ ἔτι δεήσει καρτερεῖν καὶ πεινῶντας καὶ διψῶντας καὶ πονοῦντας καὶ ἐπιμελουμένους , ἐκεῖνο δεῖ καταμαθεῖν ὅτι τοσούτῳ τἀγαθὰ
δ ' οὐδὲν προνοῶν . οἱ δὲ πολέμιοι ὡς ἑώρων πονοῦντας τοὺς σφετέρους , προυκίνησαν τὸ στῖφος , ὡς παυσομένους
7107872 Ἰταλιωτας
θεραπόντων γένος ἀνὰ τὴν χώραν ἐπλήθυε , τοὺς δ ' Ἰταλιώτας ὀλιγότης καὶ δυσανδρία κατελάμβανε , τρυχομένους πενίᾳ τε καὶ
βοῆς φερομένης ἀπὸ τῆς λαιᾶς τάξεως , προσδραμὼν , τοὺς Ἰταλιώτας ἰδὼν πονοῦντας καὶ ἡττωμένους , ἐπανελθὼν ἐπὶ τὸ δεξιὸν
7107302 πρᾳους
εἰς δελφῖνα μεταπεσεῖν . ἐνηέος : πρᾴου , πρᾳείας , πρᾳοῦς . Βρασσομένη : ταρασσομένη , ἀναβράσασα . δέμας :
εἰς δελφῖνα μεταπεσεῖν . ἐνηέος : πρᾴου , πρᾳείας , πρᾳοῦς . Βρασσομένη : ταρασσομένη , ἀναβράσασα . δέμας :
7089010 θαρραλεους
ἀκολουθοῦντος τῷ τοὺς ἐπιστήμονας καὶ ἐμπείρους θαρραλέους εἶναι καὶ τοὺς θαρραλέους ἐπιστήμονας , καὶ διὰ τοῦτο τὴν ἀνδρείαν οὖσαν γνῶσιν
τοὺς μὲν ἀνδρείους θαρραλέους εἶναι , μὴ μέντοι τούς γε θαρραλέους ἀνδρείους πάντας : θάρσος μὲν γὰρ καὶ ἀπὸ τέχνης
7084392 κουφους
τύχης | χειμὼν ἐμπέσῃ , τότε δὴ τοὺς μὲν | κούφους τε καὶ ἐπιπλάστους τῶν φίλων δοκούντων | ὥσπερ ἄνεμος
καὶ ἡμερώτατον . μιμητέα οὖν πρὸς τὴν ἄγραν αὐτοῦ τοὺς κούφους θηρευτάς : καθ - άπερ οὖν ἐκεῖνοι φάττιά τε
7073488 βασιλεας
δὲ ἐκλείποι τὸ γένος , οὕτω δὴ ἀριστίνδην καθίστασθαι Ἰνδοῖσι βασιλέας . Ἡρακλέα δέ , ὅντινα ἐς Ἰνδοὺς ἀφικέσθαι λόγος
ἀμελήσας δὲ τῆς αὑτοῦ βασιλείας , τοὺς παλαιοὺς ὑποκρινόμενος ἠγάπα βασιλέας : ὁ δὲ αὐλήσεως ἐραστὴς ἐγένετο : ὁ δὲ
7069427 ἀχαριστους
καὶ μὴ διδόντας ἰσχυρῶς εὐθύνων καὶ κολάζων . / τοὺς ἀχαρίστους οἴονται καὶ γὰρ πρὸς τὴν πατρίδα / καὶ πρὸς
καὶ τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς ἀπίστους ἀχαρίστους εἶναι δοκεῖν . [ , ] τὸ μὲν οὖν
7062161 ἐπιστημονας
φαρμακεῖς ἀνθρώπους μηνύουσιν , ὥσπερ αἱ ὠχραὶ μαγγανείας καὶ φαρμάκων ἐπιστήμονας . οἱ μὲν οὖν ὠχροὶ δολερώτεροι , οἱ δὲ
λέγεις . τοὺς ψευδεῖς φῂς εἶναι δυνατοὺς καὶ φρονίμους καὶ ἐπιστήμονας καὶ σοφοὺς εἰς ἅπερ ψευδεῖς ; Φημὶ γὰρ οὖν
7060801 ἐλευθερους
τοὺς ἐγγόνους τοῦ Τιμασιθέου τῶν τε εἰσφορῶν ἀτελεῖς ἀφῆκε καὶ ἐλευθέρους ἐποίησεν . Ἐπεὶ δ ' ὁ ἐνιαύσιος διεληλύθει χρόνος
ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ τῇ τοιᾷδε διατριβῇ τεθραμμένους ὡς οἰκέται πρὸς ἐλευθέρους τεθράφθαι . Πῇ δή ; Ἧι τοῖς μὲν τοῦτο
7055550 διαπραττομενους
τοῖς δὲ διπλῆν ἐποίησε τὴν βλάβην , ἡγούμενος τοὺς μὲν διαπραττομένους βίᾳ ὑπὸ τῶν βιασθέντων μισεῖσθαι , τοὺς δὲ πείσαντας
ἀσταθμήτως κατὰ τοὺς παρ ' ἡμῖν ὅ τι ἂν τύχωσι διαπραττομένους . ἀμφοτέρως δὲ τὰ εἴδη τῶν δημιουργημάτων ἕξει ἐν
7048352 τυραννους
χιλίους , τὰ τείχη περιεῖλε τοῦ Πορθμοῦ καὶ τρεῖς κατέστησε τυράννους , Ἵππαρχον , Αὐτομέδοντα , Κλείταρχον : καὶ μετὰ
μὴ σὺν εὖ πεπονθότος τοῦ πλήθους τοῦ Θετταλῶν τῷ τοὺς τυράννους ἐκβαλεῖν Φίλιππον αὐτοῖς καὶ τὴν Πυλαίαν ἀποδοῦναι : οὐκ
7040233 τρεφομενους
: ὁρῶ γὰρ ἐν τοῖς αὐτοῖς νόμοις τε καὶ ἔθεσι τρεφομένους πολὺ διαφέροντας ἀλλήλων τόλμῃ . νομίζω μέντοι πᾶσαν φύσιν
τῶν φιλοδίκων , ἀλλὰ καὶ δαπανῶντας ἅπερ λάβωσι , καὶ τρεφομένους ἐκ τῶν ἀλλοτρίων : οἷά τε προθύμους ὄντας καὶ
7038148 θαυμαστους
. εἶναι δέ φασι καὶ τάφους ἐνταῦθα τῶν ἀρχαίων βασιλέων θαυμαστοὺς καὶ τῶν μεταγενεστέρων τοῖς εἰς τὰ παραπλήσια φιλοτιμουμένοις ὑπερβολὴν
μετ ' ὀλίγα : διὸ δὴ δεῖ πάντως τοὺς εὐθύνους θαυμαστοὺς πᾶσαν ἀρετὴν εἶναι . „ ἡμεῖς τούτους λογιστὰς λέγομεν
7033307 χαλεπωτατους
ὑμῶν , αὕων ὥσπερ κενεβρείων . Πολὺ δὴ πολὺ δὴ χαλεπωτάτους λόγους ἤνεγκας , ἄνθρωφ ' : ὡς ἐδάκρυσά γ
ἐφιέμενοι καὶ τοῦ εὐκλεεῖς παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις εἶναι μεγίστους καὶ χαλεπωτάτους ἑκόντες πόνους ὑφίστανται : οὐδὲν γὰρ οὕτω γαῦρον ὡς
7031484 χρεωφειλετας
μάλιστα χρὴ προάγειν , ἄλλοις τε ὑπαγόμενον αὐτοὺς καὶ τοὺς χρεωφειλέτας κουφίζοντα τόκων βραχύτητι ἢ ὅλως ἀφαιροῦντα , ἐν δὲ
τοῦ αἱμύλλω τὸ ἀπατῶ εἴρηται , ὁ ἀπατῶν δηλαδὴ τοὺς χρεωφειλέτας διὰ πενίαν . καὶ τὸ Καρίων ἐξελληνιζόμενον τὸν δοῦλον
7028952 αὐτουργους
τοῦ πένητας καὶ μηδὲν ἄλλο κεκτημένους ἢ ληκύθους , ἢ αὐτουργοὺς , ἢ ἀντὶ τοῦ εἰς πληγὰς ἑτοίμους καὶ οἷον
ξένων ἔτυψε δώρῳ σπλάγχνον , ἀρνεύσας λυγρὸν πήδημα πρὸς κνώδοντος αὐτουργοὺς σφαγάς . ἐλᾷ δὲ πάτρας τῆλε Τραμβήλου κάσιν ,

Back