, εἰ ἔτι δεήσει καρτερεῖν καὶ πεινῶντας καὶ διψῶντας καὶ πονοῦντας καὶ ἐπιμελουμένους , ἐκεῖνο δεῖ καταμαθεῖν ὅτι τοσούτῳ τἀγαθὰ
δ ' οὐδὲν προνοῶν . οἱ δὲ πολέμιοι ὡς ἑώρων πονοῦντας τοὺς σφετέρους , προυκίνησαν τὸ στῖφος , ὡς παυσομένους
7788399 συκοφαντουντας
μεγάλα ἀδικήματα εἰσαγγελίαν . ἔστι δ ' ὅτε ἐμβάλλοντες τοὺς συκοφαντοῦντας εἰσήγγελλον , + + + ὡς μὲν Φιλόχορος χιλίων
τοῖς νόμοις μὴ τοὺς ἐργαζομένους ξένους νομίζειν , ἀλλὰ τοὺς συκοφαντοῦντας πονηρούς . ἐπεί , ὦ Εὐβουλίδη , ἔστι καὶ
7762808 ἐπιμελουμενους
τὸν κίνδυνον . αὐτοὺς τοίνυν ὑμᾶς τούτων μάρτυρας παρέξομαι , ἐπιμελουμένους μὲν ἑκάστου μηνός , ἐπιγνώμονας δὲ πέμποντας καθ '
βουκόλον ἑξῆς λέγει : οὕτω γὰρ καλοῦσι τοὺς τῶν βοῶν ἐπιμελουμένους τὸν μυριωπὸν ] τὸν μυριόφθαλμον : τὸν διὰ παντὸς
7652942 ἀγνωμονας
τοῖς Ἀθηναίοις οἱ πρώην ναύκραροι καλούμενοι οἱ ἐνεχυριάζοντες Θ τοὺς ἀγνώμονας τῶν χρεωστῶν . Θ καταδαρθεῖν Θ : Ἀττικοὶ παροξυτόνως
ἐνδεχόμενον ἀγνωμόνως χρῆσθαι τούτοις , οὓς ἐπηνόρθωσαν , οὐδ ' ἀγνώμονας καὶ καὶ τινὰς ὄντας καὶ πόλει καὶ χρησίμους .
7649445 μικρολογους
. Ζεὺς Ἀφροδίτη Ἥλιος εὐφαντασιώτους μὲν καὶ ἐπιδόξους ποιήσουσι , μικρολόγους δὲ καὶ ἀνωμάλους ταῖς γνώμαις , ὑψαύχενας , ὅτε
〛 διαβάλλει τοὺς ἰατροὺς ὡς ἀμαθεῖς καὶ τοὺς δεομένους ὡς μικρολόγους . τίς δῆτ ' : Οὐδείς . ἐν τῇ
7627606 ὑγιαινοντας
οὐ προσῄειν ὑπὲρ χρημάτων , ἀλλὰ κἀκείνους ἐώθουν ὡς οὐχ ὑγιαίνοντας , διεβεβλήμην δὲ πρὸς χρήματα μειράκιον ὢν ἔτι :
[ Ἕρμαρχος ] καὶ Κτήσιππος | καὶ ἐκεῖ κατειλήφαμεν | ὑγιαίνοντας Θεμίςταν | καὶ τοὺς λοιποὺς φίλους [ ] .
7615979 εὐπορους
σκοπεῖν ὅπως μηδενὸς ὄντες ἐνδεεῖς περιοφθήσονται . τοὺς μὲν τοίνυν εὐπόρους ταύτῃ χρωμένους τῇ γνώμῃ οὐ μόνον ἡγοῦμαι τὰ δίκαι
Ταρκύνιος ὁ βασιλεὺς τυραννικῶς καὶ βιαίως ἄρχων τῶν πολιτῶν τοὺς εὐπόρους τῶν Ῥωμαίων ἀνῄρει , ψευδεῖς ἐπιφέρων αἰτίας ἕνεκεν τοῦ
7568048 συνηγορους
τὸν Ἀνατόλιον ἐλθών , ἠξίου βεβαιοῦν τὴν χάριν , καὶ συνηγόρους οὐκ ἐκάλεσε μόνους , ἀλλὰ σχεδόν τι πάντας τοὺς
μόναις ταῖς τῶν παρανόμων , μὴ ἐξεῖναι μήτε τῷ κατηγόρῳ συνηγόρους παρασχέσθαι , μήτε τῷ τὴν γραφὴν φεύγοντι . Οὐ
7566496 μοχθηρους
πάντα ἐπὶ μαλακοῦ καὶ ὁμαλοῦ πυρός , καὶ τὰ μὲν μοχθηροὺς ἔχοντα χυλοὺς ἐξικμάζειν μᾶλλον , τὰ δὲ χρηστοὺς ἐγχυλότερα
καὶ ἀπειθεῖς τοῖς ἄρχουσι γίγνοιντο . Ἐκ δὲ τούτων εἰκὸς μοχθηροὺς αὐτῶν τοὺς ἀγῶνας καὶ τὴν ἀποχώρησιν συμβαίνειν , ἐάνπερ
7536131 καθεστωτας
ἀλλὰ παρὰ τοὺς ὑπάρχοντας νόμους διὰ πλεονεξίαν φ παρὰ τοὺς καθεστῶτας : νόμους δηλονότι . καὶ τὰς ἐς σφᾶς αὐτοὺς
, ἀλλὰ καὶ τοὺς ποσῶς αὐχοῦντας ἢ ἐν μεγάλῃ δόξῃ καθεστῶτας διὰ τὸ ἀκατάληπτον τῆς περὶ αὐτῶν γοητείας τε καὶ
7510769 Ἀβυδηνους
ὄντας πάντων ἠξίωσαν ὅσων ἐβουλήθησαν , ἀλλὰ καὶ δύ ' Ἀβυδηνούς , μισαθηναιοτάτους καὶ πονηροτάτους ἀνθρώπους , [ προσέθηκαν αὐτῷ
ἐπὶ συκοφάντου τάττεται , διὰ τὸ δοκεῖν συκοφάντας εἶναι τοὺς Ἀβυδηνούς . Ἀβασάνιστος ἄνθρωπος εἶ : ἀγύμναστος ἢ ἀνεξέταστος ,
7509944 γενναιους
' ᾧ εὗρεν ὀδυνωμένην παύσας καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας τί ἦν αἰσχρόν ; . . . ἀλλὰ
παρ ' ἐλπίδα λεχθέντι ἐκπλαγείητε . χρὴ δ ' ἄνδρας γενναίους τε καὶ σώφρονας εὔχεσθαι μὲν ὑπάρχειν τὰ βέλτιστα ,
7454806 ἀθλιους
ὀρέγεσθαι καὶ πράγματα ἔχειν : ἄλλους δὲ ἀπλήστους τε καὶ ἀθλίους ὄντας , φοβουμένους μήποτε αὐτοῖς ἐλλίπῃ , πρὸς αὑτοὺς
καρποῦσθαι βίον . ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν , ἀθλίους : ὅσοισι δ ' εἰσίν , οὐδὲν εὐτυχεστέρους .
7449309 πενητας
τὰς τροφὰς χωροῦσι τὰς τῶν πλουσίων . } Ὁ πλούσιος πένητας οὐκ ἀσπάζεται : ἀλλὰ παραπέμπει μηδὲν ἠδικηκότας . }
' ἐστὶ τῶνδε θᾶσσον ἢ χρεών , πάτερ ; πολλοὺς πένητας , ὀλβίους δὲ τῶι λόγωι δοκοῦντας εἶναι συμμάχους ἄναξ
7423115 ἐντιμους
βασιλεὺς , ὁ τοῦ Δαρείου υἱὸς , ὡς πρεσβύτας καὶ ἐντίμους ὄντας προέκρινε τῶν ἄλλων ἐφορεύειν , ἤτοι ἄρχειν ,
τὰς ἄλλας τὰς περὶ τὸ σῶμα θεραπείας ; δοκεῖ σοι ἐντίμους ἡγεῖσθαι ὁ τοιοῦτος ; οἷον ἱματίων διαφερόντων κτήσεις καὶ
7399642 ἰσχυροτερους
: τὰ δ ' ὕστερον χαλεπώτερον μέν , ἀλλ ' ἰσχυροτέρους καὶ πυκνούς . λέγουσι δέ τινες πλήθει τε ὀδόντων
λέξον μοι , ὦ Πιστία , διὰ τί οὔτ ' ἰσχυροτέρους οὔτε πολυτελεστέρους τῶν ἄλλων ποιῶν τοὺς θώρακας πλείονος πωλεῖς
7387754 ἱπποκομους
διακόνους παρέχουσι , τυμπανιστάς , κωδωνοφόρους , ἔτι δὲ καὶ ἱπποκόμους καὶ μηχανοποιοὺς καὶ τοὺς τούτων ὑπηρέτας : ἐκπέμπουσί τε
μή , κολάζει τούς τε τῶν ἐλεφάντων μελεδωνοὺς καὶ τοὺς ἱπποκόμους πικρότατα . οὐκ ἀτιμάζει δὲ οὐδὲ τὰ ἄλλα ζῷα
7387015 προθυμους
οἱ σὺν σοὶ ἐόντες οἵδε , ἦ μὲν Σαμίους ἡμῖν προθύμους ἔσεσθαι συμμάχους . Ταῦτά τε ἅμα ἠγόρευε καὶ τὸ
πλείσταις πόλεσι γνωσθέντα πολλοὺς ἔχειν ἐπιθυμητὰς τῆς φιλίας , οὓς προθύμους εἶναι μετασχεῖν παντὸς κινδύνου . ταχὺ δ ' ἐπ
7375367 δημαγωγους
; εἰς τοὺς γελωτοποιούς , ὡς Φίλιππον ; εἰς τοὺς δημαγωγούς , ὡς Κλέωνα ; ἢ ἄφιλος καὶ ἀνέστιος ἡμῖν
καὶ τοῦ τῶν Ἀθηναίων ὀνόματος ἀξίαν παρρησίαν . μισῶ τοὺς δημαγωγούς , ὅτι ταράττουσι τὸν δῆμον καὶ τὸ κτῆμα τῆς
7357315 Ἀλβανους
ἐξῆγε τὴν δύναμιν ἐπὶ τὸν πόλεμον , ἠξίου τε τοὺς Ἀλβανούς , οἷς ἀνακτήσασθαι τὴν ἡγεμονίαν ἐπεχείρει , βοηθεῖν αὐτῷ
κατὰ Ῥωμαίων ἐγχειρήματος . Ἐκεῖθεν ὁ Πομπήιος ἔδραμεν ἐπὶ τοὺς Ἀλβανούς : καὶ τὸν βασιλεύοντα τοῦ ἔθνους Ὀρόδην μάχῃ νικήσας
7349408 μετριους
τὸ κακῶς πράττειν ἀφίκωνται , σώφρονας πρὸς τὰ λοιπὰ καὶ μετρίους ὑπάρχειν . σπουδαίων τοίνυν ἐστὶν ἀνθρώπων , ὅταν βελτίστῃ
ἐμβόλου τάξιν ἔχον , τὰ δὲ ἐπωτίδων , ὑφόρμους ἔχοντα μετρίους . Ἡρακλέους δ ' οὔθ ' ἱερὸν ἐνταῦθα δείκνυσθαιψεύσασθαι
7342577 ἀδυνατους
θρέψαι καὶ θάψαι τοὺς αὑτῶν , ἐν δὲ τῷ γήρᾳ ἀδυνάτους μὲν εἶναι τῷ σώματι , πασῶν δ ' ἀπεστερημένους
τοὺς πατρῴους οἴκους μετὰ τῶν πανοπλιῶν : τοὺς δ ' ἀδυνάτους τῶν πολιτῶν δημοσίᾳ τρέφειν . ὥστε καὶ τὴν δύναμιν
7341843 ἀσωτους
περὶ τὰ χρήματα ὑπερβολὴν καλοῦμεν ἀλλὰ ἐνίοτε καὶ τοὺς ἀκολάστους ἀσώτους καλοῦμεν , οἵτινες πολλὰ δι ' ἀκολασίαν δαπανῶσι ,
οὐχ Ὁρτήσιον τοὺς Ῥωμαίους : εἶπον δὲ ὀλίγους ἐκ πολλῶν ἀσώτους καὶ ἀκρατεστάτους τῇ τε ἄλλῃ καὶ μέντοι καὶ περὶ
7305609 ἰσχνους
Ὑπὸ κύνα καὶ πρὸ κυνὸς ἐργώδεες αἱ φαρμακεῖαι . Τοὺς ἰσχνοὺς τοὺς εὐημέας ἄνω φαρμακεύειν , ὑποστελλομένους χειμῶνα . Τοὺς
ὑπόχολον , τὸ ὑπέρυθρον : οὕτω τὸ κατεσπάσθαι μαζοὺς , ἰσχνοὺς δὲ ἀνεσπάσθαι καὶ περιτετάσθαι : καίτοι οὐκ ἄν τις
7297107 πλεονεκτας
ῥήτορας γὰρ δημαγωγοὺς Ἀθήνησι καθίστων . περισύρει δὲ τούτους ὡς πλεονέκτας καί φησιν ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς ,
στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους , κούφους , μεταμελητικούς ,
7291432 κουφους
τύχης | χειμὼν ἐμπέσῃ , τότε δὴ τοὺς μὲν | κούφους τε καὶ ἐπιπλάστους τῶν φίλων δοκούντων | ὥσπερ ἄνεμος
καὶ ἡμερώτατον . μιμητέα οὖν πρὸς τὴν ἄγραν αὐτοῦ τοὺς κούφους θηρευτάς : καθ - άπερ οὖν ἐκεῖνοι φάττιά τε
7287417 λοιδορουντας
, κυλλόποδας , κλέπτειν εἰθισμένους , ἀνθρώπων ἀσθενεστέρους , προχείρως λοιδοροῦντας , ἀδικοῦντας , μεμψιμοιροῦντας , πέρας οὐθενὸς πάθους ἐκτὸς
, κατάγεσθαι δὲ παρὰ τοῖς βαρυνομένοις , ὑποδέχεσθαι δὲ τοὺς λοιδοροῦντας , συνεστιᾶσθαι δὲ ἐνίοτε τοῖς ἀλλοτριωτάτοις : ἐὰν δὲ
7284778 καθαρους
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν
7274329 εὐνουστατους
καὶ εἴ τινων ἄλλων ἡγεμόνων προσδεῖν αὐτῷ δόξαι , τοὺς εὐνουστάτους τῇ πατρίδι , πιστοτάτους , εὐρωστοτάτους , ἔνθεν δ
τοὺς τὸν αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον κρινεῖν ὀμωμοκότας νομίζετ ' εὐνουστάτους , τῶν δὲ πολιτευομένων οὓς ἴστε σαφῶς τοὺς τῆς
7254907 κολακας
Διογένης ἔλεγε πολὺ κρεῖττον εἶναι ἐς κόρακας ἀπελθεῖν ἢ εἰς κόλακας , οἳ ζῶντας ἔτι τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ἀνδρῶν κατεσθίουσι
ἐπαίνοις θέλγοντας καὶ φρεναπατῶντάς σε ἀποδέχου : μισεῖν γὰρ τοὺς κόλακας οἱ σοφοὶ παρεγγυῶσιν ὡς μέγα βλάπτοντας . Καλὰ ἑκάστοις
7239399 ἐμπορους
[ ἢ ἐν τοῖς ] Διδύμοις οὔσης καπήλους δούλους καὶ ἐμπόρους ἀγόραζε . Σελήνης ἐν τοῖς ἀνθρωποειδέσιν οὔσης ζῳδίοις μετὰ
Ῥοδίους πολέμῳ . οὗτος δὲ κατὰ τὰς ἐντολὰς τοὺς μὲν ἐμπόρους ἐλῄστευε , τὰς δὲ νήσους λεηλατῶν ἀργύριον εἰσεπράττετο .
7238020 πονηροτατους
τότε δὲ τοὺς ἀπόρους ἀναλαμβάνων καὶ πανοπλίαις κατασκευαζόμενος καὶ τοὺς πονηροτάτους ἔχων μεθ ' ἑαυτοῦ κατὰ τὴν ἀγορὰν περιῄει ,
προστάττει πάντας περιδυθέντας αἰκισθῆναι μάστιξιν , αἷς ἔθος τοὺς κακούργων πονηροτάτους προπηλακίζεσθαι , ὡς ἐκ τῶν πληγῶν τοὺς μὲν φοράδην
7227654 ἐπαγομενους
. . : τοῖς συμμάχοις δουλείαν ἐπάγοντας . ʃ τὸ ἐπαγομένους ἀντίκειται μὲν τῷ ἀνιέντας , μετῆκται δὲ ἀμφότερα ἀπὸ
μέλλοντάς τι πράσσειν ἀεὶ χρὴ ὑπερέχειν πλήθει καὶ δυνάμει τοὺς ἐπαγομένους πολίτας τῶν ξένων : εἰ δὲ μή , ἐπ
7219049 ὠφελουμενους
γινομένους . Κρόνος Ἄρης Ἑρμῆς Ἀφροδίτη Ζεὺς Σελήνη ὑπὸ νεκρικῶν ὠφελουμένους καὶ ἐκ ναυκληριῶν καὶ ξενιτειῶν ἢ καθύγρων πραγμάτων περικτωμένους
κενοδόξους , δούλους , θεοσεβεῖς , φιλοφίλους , ἀνελλιπεῖς , ὠφελουμένους , ὥστε μηδενὸς δεῖσθαι , εὐστόμους , ῥιψοκινδύνους .
7216111 ἐγρηγοροτας
ἐκεῖνοί εἰσιν οὓς ἡμεῖς καὶ συμμάχους πρὸς ἑαυτοῖς ἔχοντας καὶ ἐγρηγορότας ἅπαντας καὶ νήφοντας καὶ ἐξωπλισμένους καὶ συντεταγμένους ἐνικῶμεν :
εἰς οἰκονομίας αὖ , καὶ πάντως χρησιμωτέρους αὐτοὺς αὑτοῖς καὶ ἐγρηγορότας μᾶλλον τοὺς ἀνθρώπους ἀπεργάζονται : μετὰ δὲ ταῦτα ἐν
7215488 ἁλμυρους
κρίνειν χυμοὺς ὀξεῖς , δριμεῖς , ὀδαξητικούς , πικρούς , ἁλμυρούς , ἁλυκούς Πλάτων γὰρ καὶ τῷ ἁλυκῷ ὀνόματι ἐν
συντήκειν πικρούς , τοὺς δὲ ἠρέμα καθαίροντάς τε καὶ ῥύπτοντας ἁλμυρούς , τῶν δὲ συναγόντων τοὺς πόρους καὶ συγκρινόντων τοὺς
7215462 ἀσθενεστερους
, βιάζουσι , μάχονται , ἤως ῥῶσιν . Χειροτέρους : ἀσθενεστέρους , μικροτέρους . ἰόν : φάρμακον . Τύμμασι :
καὶ ὁ πυρὸς ἀμφοτέρως καὶ ὅσα μήτρην ἁπλῆν ἐλάττους καὶ ἀσθενεστέρους φέρει τοὺς στάχυς . Τοῦτο μὲν οὖν ὡς καθόλου
7213785 ἐπαινουντας
αὐτῶν ποτὲ μὲν μαχομένους , ποτὲ δὲ συμβουλευομένους καὶ ἄλλοτε ἐπαινοῦντάς τι ἢ ψέγοντας . Οἱ δὲ ἀληθῶς λέγοντες οὐ
αὐτῶν ποτὲ μὲν μαχομένους , ποτὲ δὲ συμβουλευομένους καὶ ἄλλοτε ἐπαινοῦντάς τι ἢ ψέγοντας . Οἱ δὲ ἀληθῶς λέγοντες οὐ
7213429 δημιουργους
ὅλου πλήθους διῃρημένου Ἀθήνησιν εἴς τε τοὺς γεωργοὺς καὶ τοὺς δημιουργούς , φυλὰς αὐτῶν εἶναι δʹ , τῶν δὲ φυλῶν
προσυφῆναί φησι τοὺς δευτέρους θεούς , τοὺς τῶν θνητῶν ζώων δημιουργούς . ἀλλ ' ὅτι γε καὶ αὐτὸς προσεδεήθη τῶν
7211301 ἐνοχους
ποιήσεσθε , τούτους παρέντες ἀτιμωρήτους τοὺς ἐναγεῖς καὶ ταῖς ἀραῖς ἐνόχους . Οὐ γὰρ δι ' αἰνιγμῶν , ἀλλ '
τι τῶν τῆς Φέρσεως χρημάτων , ἐὰν μὴ καταθῶσιν , ἐνόχους εἶναι θανάτου . , . . ) Ὅτι μετὰ
7203329 δειλους
ζώοισι βεβηκὼς Φαίνων νωχελέας τε καὶ ἀδρανέας μάλα ῥέζει , δειλοὺς πανταρβεῖς τε , φρεσὶν καταπεπτηῶτας , αὐχμηρούς , ἑὸν
ἀνδρείους ἐκ τῆς καρδίας λέγουσι καλοσπλάγχνους , ὡσαύτως καὶ τοὺς δειλοὺς ἐκ ταύτης , τοὺς δὲ συμπαθεῖς λέγουσιν εὐσπλάγχνους ἐκ
7202545 Παντας
δὲ ἀφῃρέθη καὶ προειστήκει τῶν ξένων καὶ τῶν μετοίκων . Πάντας δὲ τοὺς περιχώρους ἔχοντες συμμάχους . Περίχωροι : οἱ
κἂν φίλος ἢ συνήθης ἢ πρὸς αἵματος εἶναι δοκῇ ; Πάντας , ὡς ὁ λόγος οὗτός φησιν . Οὐκοῦν ὀρθῶς
7200956 ἀχαριστους
καὶ μὴ διδόντας ἰσχυρῶς εὐθύνων καὶ κολάζων . / τοὺς ἀχαρίστους οἴονται καὶ γὰρ πρὸς τὴν πατρίδα / καὶ πρὸς
καὶ τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς ἀπίστους ἀχαρίστους εἶναι δοκεῖν . [ , ] τὸ μὲν οὖν
7199746 ὁρμωμενους
Μηδικὴν ἐσβάλλειν , σφέας δὲ τοὺς Σπαρτιήτας κελεύειν ἐξ Ἐφέσου ὁρμωμένους ἀναβαίνειν καὶ ἔπειτα ἐς τὠυτὸ ἀπαντᾶν . Κλεομένεα δὲ
τοὺς πεπαιδευμένους . καθόλου δὲ τοὺς ἀπό τινος ἐπαινουμένης μούσης ὁρμωμένους εὐεργέτει , συλλαμβάνων ἐκ τῆς ἰδίας οὐσίας ἀφειδῶς .
7199672 ἀπορους
τῶν πολλῶν νομιζόντων , καὶ βλεπόντων εἰς αἰσχρὰς μηχανὰς καὶ ἀπόρους καταφυγὰς , τοσοῦτον μετέστησε τὰ πράγματα ὥστε εἴ τις
ἔφη δεῖν ἐξετάζειν , τί ποτε τὸ πεποιηκὸς ἦν αὐτοὺς ἀπόρους κλήρους τε παραλαβόντας , οὓς οἱ πατέρες αὐτῶν κατέλιπον
7190810 πειθηνιους
πίνειν διδόασι . τάχα δ ' ἂν καὶ ὑμεῖς ἑαυτοὺς πειθηνίους μᾶλλον παράσχοιτε μεθ ' ἡδονῆς θεραπεύοντι τῷ λόγῳ ,
τούτοις , ὅτι διὰ τὸ ἀλλόκοτον καὶ τὸ ξενοπρεπές καὶ πειθηνίους ἴσχουσιν τοὺς ἀρρώστους . ἵνα οὖν μὴ ὦσιν αὐτοῖς
7189910 ἐμμενοντας
ὡς μηδαμοῦ παραβαίνειν τὸ ἀκόλουθον . ταύταις οὖν ταῖς ἀρχαῖς ἐμμένοντας δεῖ τὴν Πυθαγορικὴν μαθηματικὴν ἀνιχνεύειν . ἐξαίρετα δὲ αὐτῆς
Σύλλας ἐπετείχιζε φρούρια , τοῦ μὴ διαδιδράσκειν , ἀλλ ' ἐμμένοντας ὑπὸ τοῦ πλήθους μᾶλλον ἐνοχλεῖσθαι , τῷ δὲ Πειραιεῖ
7188805 βιουντας
ἀφίξῃ ] μέλλεις ἐλθεῖν . νομάδας ] τὸν νομαδικὸν βίον βιοῦντας . πλεκτὰς στέγας ] πεπλεγμένας οἰκίας . . πεδάρσιοι
' αὐτοῖς ὅσον χρὴ ἄνδρας πρὸς ἔπαινον καὶ δόξαν ἀγαθὴν βιοῦντας καὶ τῆς ἀρετῆς ὄντας ἀσκητάς . τὸν δὲ ἀποιχόμενον
7188674 τοιχωρυχους
οἶκος ἐστὶ τοῦ Κρόνου , δηλοῖ πάλιν Λωποδυτοῦντας εἴτε καὶ τοιχωρύχους : Εἰ δ ' οἶκος Ἑρμοῦ , ψευδεπιπλάστους λόγους
δεῖ καὶ ὅτε δεῖ : οὐ γὰρ προσδιοριστέον , τοὺς τοιχωρύχους πῶς δεῖ κλέπτειν καὶ πότε καὶ τίνα καὶ παρὰ
7180027 ὀψοποιους
τῇ μνήμῃ πατρίδα καὶ βασιλικὴν ἑστίαν , κατάλογον ἐρωμένων , ὀψοποιούς τε καὶ οἰνοχόους καὶ ἄλλην ἀκόλαστον δίαιταν , ᾗ
δημιουργοὺς ἀγαλμάτων , ἐπὶ εὐφροσύνῃ ὀφθαλμῶν : μυροπώλας δὲ καὶ ὀψοποιούς , χυμῶν καὶ ὀδμῶν δημιουργοὺς γενναίους : καὶ ὅσαι
7179111 ἀξιωματικους
πολλαχῇ καὶ ἀντιτύποις ταῖς συμβολαῖς : ῥυθμοὺς δὲ ἐπιτηδεύει τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ μεγαλοπρεπεῖς , καὶ οὔτε πάρισα βούλεται τὰ κῶλα
τοῖς κώλοις ταῦτά τε ὁμοίως ἐπιτηδεύει καὶ τοὺς ῥυθμοὺς τοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ μεγαλοπρεπεῖς , καὶ οὔτε πάρισα βούλεται τὰ κῶλα
7178194 λυσσοδηκτους
ὁμοία παραληφθήσεται τοῖς ἄλλοις ἕλκεσιν . ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς λυσσοδήκτους : Ὄξους # α , πίσσης λιπαρᾶς # α
σκόροδα καταπλαττόμενα καὶ ὀπτὰ ἐσθιόμενα καὶ πινόμενα . [ Πρὸς λυσσοδήκτους . ] Λυσσοδήκτων τοῖς τραύμασι κράμβης φύλλα λεῖα μετὰ
7176297 φιλοχρηματους
οὐ μὲν δή κτλ . . ὅτι οὔτε δωροδόκους οὔτε φιλοχρημάτους αὐτοὺς εἶναι χρή . ὀκνῶ . ἀντὶ τοῦ εὐλαβῶς
οὐκ οἶδ ' εἴ τις τῶν πώποτε , πῶς ἐποίει φιλοχρημάτους , ἢ πῶς ἑτέρους διέφθειρεν , ἐν οἷς αὐτὸς
7171871 ἐπιχειρουντας
τὰς διόδους καὶ τὰ εὐρύχωρα τοῦ πολίσματος ἐκώλυσαν τοὺς εἰσβάλλειν ἐπιχειροῦντας εἰς αὐτὸ τὸ πόλισμα . Πλαταιεῖς δὲ ἐπεὶ ᾔσθοντο
φόνον . χρὴ δὲ τοὺς μετὰ τέχνης ἐργάζεσθαι τοὺς λόγους ἐπιχειροῦντας ταῖς ἀποδείξεσι συμπλέκειν τὰς ἐπιφοράς : οὕτω γὰρ οὐκ
7166204 δυνατους
γενναίως συλλαμβανομένους καὶ εἰς ἴσην αὐτὸ πίστιν ἀνάγοντας τῷ ἀληθεῖ δυνατούς τε καὶ νοεροὺς εἶναί φαμεν , τοὺς δὲ μὴ
πάμμεγα δὲ τὸ μὴ τῇ φθορᾷ τῶν πόλεων θεραπεῦσαι τοὺς δυνατούς . ἦν μὲν γὰρ δῆλον ὡς ὀργαὶ καὶ κίνδυνοι
7160287 βελτιστους
ἀλλὰ τοῦτο νομίζειν ἡδίστην εὐωχίαν εἶναι τοὺς συμμάχεσθαι μέλλοντας ὅτι βελτίστους παρασκευάζειν : ἡνίκα δὲ [ Γωβρύας ] ὡς εἰς
κατασκευασάμενον ζῆν , φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς ὅσον δύνανται , καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
7157925 γλισχρους
καὶ λεπτύνει τοὺς ἐν αὐτοῖς παχεῖς χυμοὺς καὶ τέμνει τοὺς γλίσχρους . ἑψηθέντα μέντοι δὶς ἢ τρὶς ἀποτίθεται μὲν τὴν
τὸν χολώδη χυμὸν κενοῦν πέφυκεν : ὅσαι δὲ γίνονται διὰ γλίσχρους καὶ παχυτέρους χυμοὺς ἀποσκήψαντας , ὡς ἐπὶ ληθάργων καὶ
7155016 ἐμπειρους
βραδύγαμοι μέντοι γίνονται . ὁ Κρόνος Ἑρμῆν τριγωνίζων συνετοὺς καὶ ἐμπείρους καὶ τὴν γνώμην βεβαίους , αἱ δὲ τούτων πράξεις
πληθυντικῶν , ἴεντο . ἴδριας : σοφούς : ἐπιστήμονας : ἐμπείρους : ἀπὸ τοῦ εἴδω ὁ μέλλων , εἴσω :
7131725 γεγενημενους
ζηλωτής , νικῶν ἀριθμῷ τοσούτῳ τοὺς ἐπὶ τῆς αὐτῆς τιμῆς γεγενημένους ; Καὶ ταῦτα ἅπαντα εἰκότως συμβαίνει . μόνῳ γὰρ
οὐκ ἂν ἀρνηθείην ἔγωγε κοινοὺς σω - τῆρας τῆς πόλεως γεγενημένους . ἢ ἂν ὑπὲρ συγγενῶν ποιώμεθα τοὺς λόγους :
7128239 φιλοτιμους
μηδεὶς τῶν δεσμωτῶν λαβὼν ἔπειτα λύσειεν ἑαυτόν . τοὺς οὖν φιλοτίμους καὶ φιλοπόνους μόλις μέν , ὅμως δὲ ἀνευρίσκειν .
. οὐ δεῖ δὲ ἀπελπίζειν , ἕως ἂν ἀγαθοὺς καὶ φιλοτίμους ἄνδρας ἡ πόλις φέρῃ ὁποίους καὶ τοὺς νῦν .
7126844 θαρραλεους
ἀκολουθοῦντος τῷ τοὺς ἐπιστήμονας καὶ ἐμπείρους θαρραλέους εἶναι καὶ τοὺς θαρραλέους ἐπιστήμονας , καὶ διὰ τοῦτο τὴν ἀνδρείαν οὖσαν γνῶσιν
τοὺς μὲν ἀνδρείους θαρραλέους εἶναι , μὴ μέντοι τούς γε θαρραλέους ἀνδρείους πάντας : θάρσος μὲν γὰρ καὶ ἀπὸ τέχνης
7125650 μαλακους
χρεία δὲ ἄλλων ἄλλη : πρὸς ἔνια γὰρ ζητοῦσι τοὺς μαλακούς , οἷον ἐν τοῖς σιδηρείοις τοὺς τῆς καρύας τῆς
: τῶν δὲ ὀκνούντων καὶ ἀποστρεφομένων , λοιδορεῖν αὐτοὺς ὡς μαλακούς τε καὶ ἀναξίους αὑτοῦ καὶ τῇ μητρὶ μᾶλλον ἐοικότας
7121051 ὑπαρχοντας
παντάπασιν ἀφήσομεν . φοβοῦμαι δὲ μὴ Θηβαίοις γιγνόμενοι σύμμαχοι τοὺς ὑπάρχοντας ἡμῖν αὐτοῖς ἀπολέσωμεν . σκοπῶν γὰρ τὰς παλαιὰς αἰτίας
δραχμὴν οὐ κατέθηκαν ὑμῖν , νόμῳ δ ' ἑνὶ πλείστους ὑπάρχοντας ἀκύρους ἐποίησαν , καὶ τούτῳ τῶν πώποτ ' ἐν
7109653 πολεμικους
γένος : τοὺς Γίγαντας καλεῖ . χάλκειον : διὰ τὸ πολεμικοὺς εἶναι . οὐκ ἀργυρῷ οὐδὲν ὅμοιον : ἀργυρῷ περισπωμένως
ἄγει . Τούτους δὲ ἔφασαν οἰκεῖν ἀνὰ τὰ ὄρη καὶ πολεμικοὺς εἶναι καὶ βασιλέως οὐκ ἀκούειν . Καὶ Σοφαίνετος ἐν
7107416 παγεντας
ἐπικρατούσης καὶ διὰ βεβαιότητα τῶν ἅπαξ γνωσθέντων τοὺς ἐξ ἀρχῆς παγέντας ὅρους ἀκινήτους διαφυλαττούσης . εἴπερ οὖν ἁρμόττον ἐνόμιζεν ἀποτίκτεσθαι
οὕτω συνεστῶτας λίθους οὐ καθ ' ἑαυτοὺς ἢ ἐξ ὑγροῦ παγέντας μεταβαλεῖν , [ ἢ ] ἐκ πετρῶν μεγάλων ῥήγματα
7092627 κοσμιους
καὶ τοῖς ἐπὶ τὸ πράσσειν ὡρμημένοις : οὓς μὲν γὰρ κοσμίους , οὓς δὲ φοβεροὺς ποιεῖ . γυνὴ δὲ εἰ
: τάξεως . Ἀττικὴ δὲ ἡ λέξις . καὶ γὰρ κοσμίους λέγομεν τοὺς εὐτάκτους καὶ κοσμητὰς τοὺς τῆς ἐφήβων εὐταξίας
7092133 ἀπυρετους
. [ Πρὸς ἔμφραξιν νεφρῶν . ] Σελίνου ἀφέψημα πότιζε ἀπυρέτους κονδίτῳ , πυρέσσοντας ὕδατι . ἄλλο . ἐρεβίνθων τῶν
ἐρυθροδάνου , ἢ καθ ' ἑαυτὰ , ἢ ὀξυμέλιτος τοὺς ἀπυρέτους . ἄλλο . κισσοῦ λευκοῦ τῶν κορύμβων δίδου κόκκους
7089988 κεκμηκοτας
Κἀκεῖνοι διακριθέντες καὶ ἀλλήλους διαδεχόμενοι , πλῆθος ὄντες , τοὺς κεκμηκότας ἀκμῆτες ἕτεροι διεδέχοντο καὶ παρεῖχον ἀλλήλοις ἐκεχειρίαν . Καὶ
φανείσης ἡμέρας οἱ Ῥωμαῖοι , καταλαβόντες αὐτοὺς διερριμμένους τε καὶ κεκμηκότας ὑπὸ ἀγρυπνίας καὶ κόπου , πλείστους μὲν αὐτῶν ἅμα
7085051 μεθυσους
φιλοθορύβους , δαπάνους , κραυγαστάς , πλήκτας , προπετεῖς , μεθύσους , ἅρπαγας , ἀνελεήμονας , κακούργους , τεταραγμένους ,
οὐ γὰρ ἀπέδειξαν αὐτοὺς θεοὺς ἀλλὰ ἀνθρώπους , οὓς μὲν μεθύσους , ἑτέρους δὲ πόρνους καὶ φονεῖς . Ἀλλὰ καὶ
7085008 νηφοντας
ἡμεῖς καὶ συμμάχους πρὸς ἑαυτοῖς ἔχοντας καὶ ἐγρηγορότας ἅπαντας καὶ νήφοντας καὶ ἐξωπλισμένους καὶ συντεταγμένους ἐνικῶμεν : νῦν δ '
ἢ κριθὰς μέλλωσιν εἰς τὰς ἀρού - ρας καταβαλέσθαι , νήφοντας ἐπὶ τὸν σπόρον χωρεῖν προεξητακότας καιρῶν ἰδιότητας , χώρας
7065536 κεκτημενους
ἀνακυκλεῖται . ποιεῖται μὲν γάρ που καὶ τἆλλα ἀγαθὰ τοὺς κεκτημένους ἐπιφθόνους τε καὶ ἐπιβούλους καὶ βαρεῖς τοῖς τῶν αὐτῶν
καὶ ἐνδείας ἀπολύειν . Καὶ πῶς ; οὐχ ὁρᾷς ἐνίους κεκτημένους μὲν πολλὰ ὡς δοκοῦσιν , οὐ χρωμένους δὲ τούτοις
7064147 ἀδυνατουντας
τοὺς ἐν τοῖς βαρέσιν ὅπλοις κινδυνεύειν ἅμα καὶ πονεῖν , ἀδυνατοῦντας ἑαυτοῖς βοηθῆσαι . εἰς τοιαύτην δ ' ἀμηχανίαν συγκλεισθεὶς
πρότερον ἐκπληρῶσαι : πολλὴ γὰρ εὐήθεια τῶν μειζόνων ὑπολαμβάνειν ἐφίξεσθαι ἀδυνατοῦντας τῶν ἐλαττόνων περιγίνεσθαι . γνωρίσθητε οὖν πρότερον τῇ κατ
7057285 ἐπιληπτικους
τῶν καθ ' ἧπαρ συνισταμένους . ὀνίνησι δὲ καὶ τοὺς ἐπιληπτικοὺς καὶ τὰ ῥίγη τὰ κατὰ περίοδον , ὅσα παχέων
πᾶσι . Ταύτης ὁ ἐγκέφαλος ξηρὸς μετ ' ὄξους πινόμενος ἐπιληπτικοὺς ἰᾶται . ἡ δὲ χολὴ τῆς καμήλου παγεῖσα ἐν
7048818 ἰσχυοντας
ἑαυτοῦ προέσθαι , ὅταν ὁρᾷ τὰς μὲν συγγραφὰς ἀκύρους , ἰσχύοντας δὲ τοὺς τοιούτους λόγους , καὶ τὰς αἰτίας τῶν
τοῦ Δικταίου Διὸς ἱερόν : τοὺς δ ' ἄλλους , ἰσχύοντας πλέον , οἰκῆσαι τὰ πεδία . . , :
7041559 ἀνδρειους
μιμῶνται , μιμεῖσθαι τὰ τούτοις προσήκοντα εὐθὺς ἐκ παίδων , ἀνδρείους , σώφρονας , ὁσίους , ἐλευθέρους , καὶ τὰ
φῶς μόνον πολὺ ποίει . τὰ κακῶς τρέφοντα χωρί ' ἀνδρείους ποιεῖ . ᾤμην , εἰ τὸ χρυσίον λάβοι ὁ
7035169 γλυκυτερους
ἐναντίον ὀπωδεστέρους τούτους ἀλλ ' ἕως ἂν ὦσιν ἁπαλοὶ φαίνεσθαι γλυκυτέρους . ἀλλ ' ἐπὶ τῆς ῥαφάνου τοῦτο ὁμολογούμενον ,
γε καὶ τὰ τῶν σικύων σπέρματα γάλακτι βρεχόμενα καὶ μελικράτῳ γλυκυτέρους ποιεῖ . Νομίσειε δ ' ἄν τις ταῦτα καὶ
7028704 ἀπεπτους
λεπτύνειν καὶ διαφορεῖν δυναμένοις καὶ συμπέπτειν τοὺς ὠμοὺς χυμοὺς καὶ ἀπέπτους . τοιοῦτον δ ' ἐστὶ τὸ χαμαίμηλον : καὶ
πικρῶν θέρμων τὸ ἄλευρον . πίττα συμπέττει τοὺς σκληροὺς καὶ ἀπέπτους ὄγκους ἅπαντας ἐμβαλλομένη τοῖς καταπλάσμασι , καὶ μᾶλλον ἡ
7028240 ὑπαρξαντας
ἀφ ' ὧν ἔχει τις , ἀμείβεσθαι τοὺς τῆς φιλοφροσύνης ὑπάρξαντας . ὁ γηπόνος τιμᾷ τοῖς δράγμασιν , ὁ ληνοβάτης
δοκοῦσί μοι χειρίστην κρίνειν αἰσχύνην οὐ τὸ μὴ ἀντευποιεῖν τοὺς ὑπάρξαντας , ἀλλὰ τὸ εὖ πεπονθέναι δοκεῖν . ἵνα δὲ
7027569 ὀφειλοντας
ἣν ὠργίζοντό μοί τινες , ἐν ᾗ διάφορος ἐγενόμην εἰσπράττων ὀφείλοντας πολλοὺς αὐτῶν μισθώσεις τεμενῶν καὶ ἕτερ ' ἃ τῶν
τοὺς λοιποὺς πρὸς τὴν διατύπωσιν . Δεῖ τινας προβληθῆναι τοὺς ὀφείλοντας τὰ εὑρισκόμενα ἐκ τῶν ἀπολλυμένων συνάγειν καὶ ἀποδιδόναι τοῖς
7012924 κακιστους
πονητέον . Φιλίας μέγιστος δεσμὸς αἱ τέκνων γοναί . Φασὶν κακίστους οἱ πονηροὶ τοὺς κακούς . Φθείρουσιν ἤθη χρήσθ '
κάκιστοί εἰσιν οἱ ἄνδρες οὗτοι . οἱ δὲ ξηροὶ ὀφθαλμοὶ κακίστους καὶ ἀνόμους ἄνδρας κατηγοροῦσιν . εἰ δὲ μικρό -
7009583 προσταντας
λογισμῷ χρῆσθαι φήσομεν , τοὺς δ ' ἁπάσης τῆς Ἑλλάδος προστάντας , ἡνίχ ' ὑπὲρ παίδων ὁμοῦ καὶ γυναικῶν καὶ
ἐπιτήδευσιν σοφίας . Ἔνιοι τοίνυν ἔφασαν τοὺς πρώτους τῶν ἀνθρώπων προστάντας καὶ τὸ συμφέρον τῷ βίῳ σκεψαμένους , πάνυ συνετοὺς
7009455 πρεσβυτερους
οὕτω δέ , φησί , καὶ πατέρας μὲν διαρρήδην τοὺς πρεσβυτέρους καλοῦσι , κἂν ὦσιν ἀλλότριοι , μητέρας δὲ τὰς
τούτων φροντίσιν ἐσχολακότων καὶ τῆς ἐκείνων πρός τε τοὺς ἑαυτῶν πρεσβυτέρους καὶ τοὺς ὁμοχρόνους γενομένης διαφορᾶς , οὐχ ἥκιστα δὲ
7008682 ἀνοπλους
, ὅτι χρὴ τῶν κακῶν ἐπιλέγεσθαι τὰ μετριώτερα , ὄντας ἀνόπλους : οὕτω σαφῶς εἰπόντα τὴν γνώμην . . .
ὁδοῖς ἀναιρῶν ὥρμησεν εἰς τὴν ἀγορὰν καὶ πολλοὺς τῶν πολιτῶν ἀνόπλους καταλβὼν ἀπέκτεινε . τῶν δὲ Καρχηδονίων καταλαβομένων τὰς περὶ
7008560 δυστυχουντας
καὶ σώσειν εἰς δύναμιν . δεινὸν οὖν ψεύσασθαι καὶ προέσθαι δυστυχοῦντας ἀνθρώπους πολίτας : ἰδίᾳ δ ' , ἐξομοσάμενον ,
ἐκεῖνοι ἔφασαν προσταχθέν μοι ὑφ ' ἑαυτῶν οὐκ ἀνελέσθαι τοὺς δυστυχοῦντας ἐν τῇ περὶ Λέσβον ναυμαχίᾳ . ἐγὼ δὲ ἀπολογούμενος
7007163 καπηλους
ἐμπολεῖν , ποιοῦσιν ὀνόματα πωλητάς , πρατῆρας , μεταβολέας , καπήλους : τὰ γὰρ ἀπὸ τῶν ἄλλων σκληρά , Ἰσαῖος
τῷ ] Ζυγῷ [ ἢ ἐν τοῖς ] Διδύμοις οὔσης καπήλους δούλους καὶ ἐμπόρους ἀγόραζε . Σελήνης ἐν τοῖς ἀνθρωποειδέσιν
7000411 ἐσομενους
, ἀλλ ' ὡς τοὺς πεπεισμένους ὑφ ' ἑκάστου δήλους ἐσομένους οἷς ἂν πράττωσιν οὕτω παρασκευάζεσθε . καὶ ὑμεῖς μέν
σὺν ἑαυτῷ τεταγμένους εἶχεν ἐπισκόπους τε καὶ ἐπανορθωτὰς τοῦ κάμνοντος ἐσομένους : καὶ ἐγένοντο τῆς τότε νίκης λαμπρᾶς σφόδρα γενομένης
6995081 εὐρωστοτατους
ἐς τειχομαχίαν ἐπιτηδείων . ἐνεβίβαζε δὲ καὶ ἄνδρας ὅτι πλείστους εὐρωστοτάτους τε καὶ εὐοπλοτάτους καὶ τὰ πρὸς πόλεμον ἱκανῶς παρεσκευασμένους
στρατιὰν τῶν νέων τοὺς ἀκμάζοντας ταῖς ἡλικίαις καὶ τοῖς σώμασιν εὐρωστοτάτους : ὁ δὲ Τολμίδης σπεύδων μὴ μόνον τοὺς τεταγμένους
6994329 κωφους
σύνολον μὴ πνεῖν , τοὺς δὲ παντελῶς εἶναι βληχροὺς καὶ κωφούς : ὑπάρχειν δὲ καὶ περὶ τὸν ἀέρα πολλάκις ἠρεμίαν
τοιούτων ποριστικούς , μόνος δὲ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ νωδοὺς καὶ κωφούς , εὐφυεῖς μέντοι καὶ πανούργους ἄλλως ἀπεργάζεται . Λοιποῦ
6993960 τριτους
εἰλημμένων . τοὺς γὰρ ἡγουμένους τῶν τετραχόρδων πρὸς μὲν τοὺς τρίτους ἀπ ' αὐτῶν κατὰ τὸν ἐπὶ δʹ τίθησι λόγον
δέ , ὦ ξένε , τίνας τούτους τοὺς χοροὺς τοὺς τρίτους ; οὐ γὰρ πάνυ συνίεμεν σαφῶς ὅτι ποτὲ βούλει
6990718 κολαζοντας
ἀρετῆς σημεῖα καὶ κακίας . διὸ χρὴ συνεθίζειν ἐκ παίδων κολάζοντας μὲν τοὺς φιλοψευδεῖς , φιλοῦντας δὲ τοὺς φιλαλήθεις ,
μᾶλλον δὲ ὑπηρέτας , τῶν σοὶ δοκούντων , ὁτὲ μὲν κολάζοντας ὁτὲ δὲ διαλλάττοντας , ὁπόταν σοι δοκῇ . ἅπαξ
6988979 σπουδαιους
ἀρετὰς καὶ τὰς ἐναρέτους πράξεις καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς σπουδαίους ἀνθρώπους , θεούς τε καὶ σπουδαίους δαίμονας . παρ
τὰ τοιαῦτα πόλεμος . Σωκράτης δὲ ἔλεγε μὴ αἰτεῖν τοὺς σπουδαίους , ἀλλὰ ἀπαιτεῖν : εἶναι γὰρ αὐτῶν τὰ πάντα
6985895 ὑπολειπομενους
ἄνδρας ἀγαθοὺς εἶναι καὶ ἐκ τῶν οἰκιῶν ἀνεκάλουν τοὺς ἔτι ὑπολειπομένους . ἐν μὲν δὴ νυκτὶ οὐδὲν ἄξιον ἐπράχθη λόγου
δώδεκα πινάκων οἱ μὲν δέκα συνετελέσθησαν , τοὺς δ ' ὑπολειπομένους δύο ἀνέγραψαν οἱ ὕπατοι . καὶ τελεσθείσης τῆς ὑποκειμένης
6978528 Ἑρνικας
τοῖς πολέμοις , καὶ τοὺς νεωστὶ προσελθόντας πρὸς τὴν φιλίαν Ἕρνικας , οἷς ἀγαπητὸν ἦν πολέμῳ προσαχθεῖσι τὸ μὴ τὴν
ἀξιόχρεως ἡ δύναμις αὐτοῖς εἶναι δοκῇ , Λατίνους τε καὶ Ἕρνικας παρακαλεῖν , ἐὰν δ ' ἀνάγκη , καὶ δούλοις
6978008 ἀλγουντας
αἵματος ἀναγωγὰς ἐπέχει καὶ τὰ οἰδήματα καταπλαττομένη προσστέλλει καὶ ὀδόντας ἀλγοῦντας ὀνίνησιν , εἴ τις διακλύζοιτο τῷ ἀφεψήματι . τὸ
θυγατρὶ τρέμειν τε ἡμᾶς ἠνάγκασε καὶ οὐδὲν ἧττον τῆς καμνούσης ἀλγοῦντας ἔδειξεν . ἀλλ ' ἡ μὲν εὖ ποιοῦσα νοσημάτων
6970014 ἀθεους
] ? % καὶ [ τοὺς ὁσιωτάτους ] ? ὡς ἀθέους [ λείαν ] κατατρέχουσιν [ . καὶ ] ?
μέρους , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ τῆς ψυχῆς πάντας τοὺς ἀθέους ἐκτέμνειν λογισμοὺς ἐπιβάθρᾳ χρωμένους ἅπασιν ὧν γένεσίς ἐστι :
6966171 οἰκοσιτους
τὸ μή συνάγειν γυναῖκας μηδὲ δειπνίζειν ὄχλον , ἀλλ ' οἰκοσίτους τοὺς γάμους πεποιηκέναι . Ἂν ἔτι πιεῖν μοι δῷ
ὦ Λάχης , ἀστεῖον ἐπιτήδευμα κρίνω τῷ βίῳ . Οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις . Φιλόμουσον εἶν ' αὐτὸν πάνυ
6955084 παιδοτριβας
γραμματιστῶν οἰκέτας φήσεις τοὺς παρ ' αὐτοῖς μανθάνοντας καὶ τοὺς παιδοτρίβας δεσπότας εἶναι τῶν μαθητῶν ἢ τοὺς ἄλλο τι διδάσκοντας
ῥήτορας καὶ πρὸς σοφιστὰς καὶ πρὸς γεωμέτρας καὶ μουσικοὺς καὶ παιδοτρίβας καὶ τοὺς ἄλλους δημιουργούς , καὶ ἐν παλαίστραις καὶ
6948460 τεκτονας
ἐν τῇ στρατιωτικῇ ἡλικίᾳ σὺν τοῖς ὀργάνοις χαλκέας τε καὶ τέκτονας καὶ σκυτοτόμους , ὅπως ἄν τι δέῃ καὶ τοιούτων
τάχος ὑπὸ τῶν προγεγενημένων ὠφεληθῆναι δυνηθείς . Ἔπεμψα δὲ καὶ τέκτονας ἐγχωρίους καὶ τοὺς ἄλλως ἐργάσασθαι καὶ ποιῆσαι δυναμένους .
6944720 καματους
' ἔσφηλαν κτεάνων τ ' ἄπο πάμπαν ἄμερσαν , καὶ καμάτους βιότοιο χάριν μόχθους τ ' ἐπάγουσιν . ταῦτα δέ
ὡς μὴ μόνον αὐτοὺς φόβῳ καὶ νόμῳ ἀντέχειν πρὸς τοὺς καμάτους , ἀλλὰ καὶ μιμήσει καὶ ζήλῳ τοῦ βασιλέως .
6941093 τριβωνας
ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς γινομένους οὕτως ῥυπᾶν ἑκόντας , ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδέν , ὡς ἐμοὶ
οἰόμεθα τοὺς πάλαι ποτὲ τοὺς Πυθαγοριστὰς ῥυπᾶν ἕκοντας ἢ φορεῖν τρίβωνας ἡδέως ; οὐκ ἔστι τούτων οὐδὲ ἕν , τῆς
6927256 σκληρους
πιεζομένη , καὶ ὑπὸ τοῦ ἡλίου κεκαυμένη , ἐνταῦθα δὲ σκληρούς τε καὶ ἰσχνοὺς καὶ διηρθρωμένους καὶ ἐντόνους καὶ δασέας
Σκαμβὸν ξύλον οὐδέποτ ' ὀρθόν : πρὸς τοὺς ἀκάμπτους καὶ σκληρούς . Σκύτη βλέπει : ἐπὶ τῶν ὑφορωμένων πείσεσθαί τι

Back