μῆκος τοῦ πελάγους εἰς τοὐπίσω ποιήσονται τὸν πλοῦν , ὡς ἀσεβεῖς καὶ λυμεῶνας ὅλου τοῦ ἔθνους τιμωρίαις περιπεσεῖσθαι ταῖς μεγίσταις
] καὶ [ τὴν μανίαν - ] ἐπινοεῖν οὐκ [ ἀσεβεῖς - ] ἐδόκουν μόνον ἀλλὰ καὶ φενακισταί , [
8335493 πονηρους
καὶ νυνὶ εἰ μέν εἰσιν ὑμῶν οἱ πλείους οἷοι τοὺς πονηροὺς φιλεῖν καὶ σῴζειν , μάτην ἐρραψῳδηκότας ἡμᾶς ἔσεσθαι ,
τιμωρία ; σκαιόν γε τἀνάλωμα τῆς γλώσσης τόδε , φόβους πονηροὺς καὶ κενοὺς δεδοικέναι . ἀλλ ' , ὦ μάταιοι
8198387 χρηστους
ὁ Σωκράτης , οἷόν τ ' εἶναι καὶ πονηρὸν ὄντα χρηστοὺς φίλους κτήσασθαι ; Ἑώρων γάρ , ἔφη ὁ Κριτόβουλος
δὲ συντόμως εἰπεῖν , πονηροῦ μὲν δεσπότου οἰκέτας οὐ δοκῶ χρηστοὺς καταμεμαθηκέναι : χρηστοῦ μέντοι πονηροὺς ἤδη εἶδον , οὐ
8128813 κολακας
Διογένης ἔλεγε πολὺ κρεῖττον εἶναι ἐς κόρακας ἀπελθεῖν ἢ εἰς κόλακας , οἳ ζῶντας ἔτι τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ἀνδρῶν κατεσθίουσι
ἐπαίνοις θέλγοντας καὶ φρεναπατῶντάς σε ἀποδέχου : μισεῖν γὰρ τοὺς κόλακας οἱ σοφοὶ παρεγγυῶσιν ὡς μέγα βλάπτοντας . Καλὰ ἑκάστοις
8052217 εὐσεβεις
τῆς τύχης ἀκολουθεῖν . ἀφορμὰς ] αἰτίας : ὅτι ἐσμὲν εὐσεβεῖς καὶ δείκνυσι παρὰ θεῶν . τῶν θεῶν : εὔνοιαν
χρηστοήθεις , ἀπολαυστικούς , τρυφεροδιαίτους , εὐφροσύνους , φιλοφίλους , εὐσεβεῖς , συνετούς , πολυμηχάνους , διανοητικούς , εὐεπιβούλους ,
7994727 ἀθεους
] ? % καὶ [ τοὺς ὁσιωτάτους ] ? ὡς ἀθέους [ λείαν ] κατατρέχουσιν [ . καὶ ] ?
μέρους , ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ τῆς ψυχῆς πάντας τοὺς ἀθέους ἐκτέμνειν λογισμοὺς ἐπιβάθρᾳ χρωμένους ἅπασιν ὧν γένεσίς ἐστι :
7955652 ἀθλιους
ὀρέγεσθαι καὶ πράγματα ἔχειν : ἄλλους δὲ ἀπλήστους τε καὶ ἀθλίους ὄντας , φοβουμένους μήποτε αὐτοῖς ἐλλίπῃ , πρὸς αὑτοὺς
καρποῦσθαι βίον . ὁρῶ γὰρ οἷς μὲν οὐκ ἔφυσαν , ἀθλίους : ὅσοισι δ ' εἰσίν , οὐδὲν εὐτυχεστέρους .
7937603 δικαιους
τοὺς δὲ σοφούς , μή τι μηχανήσωνται , τοὺς δὲ δικαίους , μὴ ἐπιθυμήσῃ τὸ πλῆθος ὑπ ' αὐτῶν προστατεῖσθαι
. νυνὶ γὰρ τοῖς ἄρχουσι τοῖς ὑμετέροις ἐπιδείξετε πότερον χρὴ δικαίους εἶναι , ἢ ὡς πλεῖστα τῶν ὑμετέρων ὑφελομένους τῷ
7922418 ἀνοητους
καὶ τὴν ψυχῆς κακίαν συνεῖναι , καὶ εἶναι τὰς κύνας ἀνοήτους , ἀναισθήτους , ἀμαντεύτους τῶν ἰχνῶν , ἄρρινας ,
ἀνόητον ⌈ τοῦτον δεῖξαι βουλόμενος . τοὺς γὰρ εὐηθεῖς καὶ ἀνοήτους ἀρχαίους καὶ παλαιοὺς ἔλεγον . θηρευτὰ ] ἀνιχνευτά ,
7918762 ἀδικουντας
σφαλλέσθω , γνοὺς ὅτι πλείους ἤδη καὶ τιμωρίαις μετιόντες τοὺς ἀδικοῦντας καὶ ἐλπίσαντες ἕτεροι δυνάμει τινὶ πλεονεκτήσειν , οἱ μὲν
κυρείας ] ὄνομα ἐκκλησίας , ὅτε ἀπεψήφιζον τῆς ἀρχῆς τοὺς ἀδικοῦντας . τοὺς μὲν οὖν ἄλλους ] δεύτερον προοίμιον ,
7893746 φαυλους
, οὐκ ἐφ ' ἡμᾶς ἠναγκάσθητε καταφυγεῖν τοὺς ταπεινοὺς καὶ φαύλους οἱ σεμνοὶ καὶ βαρεῖς , πάντα ὑπισχνούμενοι ὑπὲρ τῆς
μᾶλλον ἢ κακόθεοι λεχθέντες ἂν ἐν δίκῃ , διὰ τὸ φαύλους καὶ μηθὲν ἡμῶν βελτίους ἡγεῖσθαι τὴν φύσιν εἶναι τοὺς
7815739 σωφρονας
ταύτας ἀναφέρειν τὸ γένος . ὑπάρξαι δ ' αὐτὰς καὶ σώφρονας διαφερόντως , καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τυχεῖν ἀθανάτου τιμῆς
αἰδουμένους τὰ ἐν τῷ φανερῷ αἰσχρὰ φεύγοντας , τοὺς δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν
7802535 ὑβριστας
θυμικοὺς καὶ κριτικοὺς καὶ ἐπιτευκτικούς , ἐπὶ δὲ τῶν ἐναντίων ὑβριστάς , ἀδιαφόρους , ὠμούς , ἀνεξιλάστους , στασιαστάς ,
ῥιψοφθάλμους , λάγνους , καταφερεῖς , διασύρτας , μοιχικούς , ὑβριστάς , ψεύστας , δολοπλόκους , ὑπονοθευτὰς οἰκείων τε καὶ
7776561 εὐεργετας
πολῖται καὶ μείζους παρέχουσι τῆς ἀτελείας δωρεὰς , καὶ τοὺς εὐεργέτας τῶν ἰδιωτῶν δεσπότας καθιστᾶσιν , ἐθῶν δὲ πρόσκειται ,
τῷδε αὐτὰ πραξάντων . εὐφημεῖν δὲ μόνον αὐτοὺς ἐδικαίουν ὡς εὐεργέτας : οἱ δὲ καὶ τὴν εὐφημίαν ὑπανῄρουν καὶ φείδεσθαι
7773917 πλεονεκτας
ῥήτορας γὰρ δημαγωγοὺς Ἀθήνησι καθίστων . περισύρει δὲ τούτους ὡς πλεονέκτας καί φησιν ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς ,
στασιαστάς , ἐριστικούς , μονοπόνους , διαβόλους , οἰηματίας , πλεονέκτας , ἅρπαγας , ταχυμεταβόλους , κούφους , μεταμελητικούς ,
7742146 μαινομενους
ἡ , μέχρι τῶν συμποσίων προβαίνουσα . τῷ δὲ καὶ μαινομένους ἀεὶ τοὺς πολλοὺς νομίζοντι καὶ παντελῶς οὐκ ἔξεστι ἐπὶ
διειληφότες εἰσί , καὶ τοὺς μὲν πλεῖστον αὐτῆς μέρος ἔχοντας μαινομένους καλοῦμεν , τοὺς δ ' ὀλίγον ἔλαττον ἠλιθίους τε
7713197 ἐπιορκους
μὲν αὑτῆς ἑκάστη καταλέγουσα μαθητάς , ὁμολογοῦσα δὲ τούτων ἐνίους ἐπιόρκους εἶναι καὶ νοσεῖν ἀκρασίαν . τί οὖν , ὦ
ἐν ταῖς Νεφέλαις : φησὶ γὰρ “ εἴπερ βάλλει τοὺς ἐπιόρκους , πῶς δῆτα οὐχὶ Σίμων ' ἐνέπρησεν οὐδὲ Κλεώνυμον
7682694 ἀδικους
μὴ μετέχοντα τῶν ἀνθρώπων τὰ πράγματα ἐκ τοῦ τοὺς μὲν ἀδίκους εὖ πράττειν , τοὺς δὲ δικαίους παρὰ τὴν ἀξίαν
ποιήσασθαι . δίκαιοι δ ' ἔστ ' ἐλεεῖν οὐ τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων , ἀλλὰ τοὺς παραλόγως δυστυχοῦντας , οὐδὲ
7679084 δυστυχουντας
καὶ σώσειν εἰς δύναμιν . δεινὸν οὖν ψεύσασθαι καὶ προέσθαι δυστυχοῦντας ἀνθρώπους πολίτας : ἰδίᾳ δ ' , ἐξομοσάμενον ,
ἐκεῖνοι ἔφασαν προσταχθέν μοι ὑφ ' ἑαυτῶν οὐκ ἀνελέσθαι τοὺς δυστυχοῦντας ἐν τῇ περὶ Λέσβον ναυμαχίᾳ . ἐγὼ δὲ ἀπολογούμενος
7677437 ἀδικουμενους
οὗ ξύμμαχοι ἐγενόμεθα , Ἀθηναῖοί φασιν ἐν οὐδενὶ ὑμᾶς προέσθαι ἀδικουμένους οὔτε νῦν περιόψεσθαι , βοηθήσειν δὲ κατὰ δύναμιν .
' ὑπ ' ἀλλήλων , ὅμως ὑπὲρ ὧν τοὺς ἄλλους ἀδικουμένους ἑωρῶμεν , πολεμεῖν ᾠόμεθα δεῖν . καίτοι πάνθ '
7671205 σπουδαιους
ἀρετὰς καὶ τὰς ἐναρέτους πράξεις καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς σπουδαίους ἀνθρώπους , θεούς τε καὶ σπουδαίους δαίμονας . παρ
τὰ τοιαῦτα πόλεμος . Σωκράτης δὲ ἔλεγε μὴ αἰτεῖν τοὺς σπουδαίους , ἀλλὰ ἀπαιτεῖν : εἶναι γὰρ αὐτῶν τὰ πάντα
7657549 ἀνδρειους
μιμῶνται , μιμεῖσθαι τὰ τούτοις προσήκοντα εὐθὺς ἐκ παίδων , ἀνδρείους , σώφρονας , ὁσίους , ἐλευθέρους , καὶ τὰ
φῶς μόνον πολὺ ποίει . τὰ κακῶς τρέφοντα χωρί ' ἀνδρείους ποιεῖ . ᾤμην , εἰ τὸ χρυσίον λάβοι ὁ
7650623 διδασκαλους
ὀλιγοτρόφους , γραμματικοὺς καὶ νομικοὺς , μᾶλλον καὶ φιλοσόφους , διδασκάλους καὶ παιδευτὰς καὶ γραμματικωτάτους . ἀπὸ δ ' ὀγδόης
ὑπερβολήν . ἀναλοῦτο δὲ αὐτῷ πολλὰ τῶν χρημάτων εἴς τε διδασκάλους καὶ ἰατροὺς καὶ τὴν ἄλλην τῆς πατρίδος εὐθημοσύνην .
7643317 δυστυχεις
αἰῶνος πάτρας ἔσται πυρὸς ῥιπαῖσιν ᾐθαλωμένης . μόνη δὲ πύργων δυστυχεῖς κατασκαφὰς νήπαυστον αἰάζουσα καὶ γοωμένη δαρὸν στενάξεις . πᾶς
παῖ , πότνι ' Ἠλέκτρα , λόγους ἄκουσον οὕς σοι δυστυχεῖς ἥκω φέρων . αἰαῖ , διοιχόμεσθα : δῆλος εἶ
7643166 φρονιμους
; Ναί . Οὐκοῦν φῂς παραπλησίως χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι τοὺς φρονίμους καὶ τοὺς ἄφρονας καὶ τοὺς δειλοὺς καὶ τοὺς ἀνδρείους
ἐνέχεε . συνέβη δὲ τοὺς μὲν μικροφυεῖς πληρωθέντας τοῦ μέτρου φρονίμους γενέσθαι , τοὺς δὲ μακροὺς ἅτε [ μὴ ]
7557361 δεινους
〚 διὰ δὲ τοῦ δοκοῦντος ἐπαίνου διαβάλλει τὸν Εὐριπίδην ὅτι δεινοὺς ἐπιδείκνυσι τοὺς δούλους καὶ ἐν ταῖς τραγῳδίαις . 〛
φαύλως ἔπραττον οἱ τῆς στρατείας μετασχόντες . τοὐναντίον δὲ ἐχρῆν δεινοὺς ἅπασι φαίνεσθαι τοὺς νενικηκότας καὶ μηδένα αὐτοῖς ἐπιχειρεῖν .
7551460 συνετους
δείκνυσιν ἐκ τῶν μετεχόντων αὐτῆς , οὓς ἐξ αὐτῶν παρωνύμως συνετοὺς καὶ ἀσυνέτους καλοῦμεν . ποιοὶ γὰρ ὁ συνετὸς καὶ
τοῖς τετραγώνοις . ὁ Ἄρης σὺν Ἑρμῇ ψεύστας μέν , συνετοὺς δὲ καὶ πολυπείρους , ἀεὶ ἐν κρίσεσιν ὄντας ,
7539366 κλεπτας
τῇ πόλει ψυχρῶν ἤκουον ῥημάτων , ὅτι ἀλλ ' αἰσχρὸν κλέπτας ποιεῖν . ὁ δὲ τὸ μὲν ῥῆμα ἐφοβεῖτο ,
: ἐπεμελοῦντο δὲ τῶν ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ , καὶ ἀπῆγον κλέπτας , ἀνδραποδιστάς , λωποδύτας , εἰ μὲν ὁμολογοῖεν θανατώσοντες
7538862 κἀγαθους
γίγνεσθαι , καὶ τοιοῦτος γενόμενος θηρᾶν ἐπιχείρει τοὺς καλούς τε κἀγαθούς . ἴσως δ ' ἄν τί σοι κἀγὼ συλλαβεῖν
τῆς πόλεως ἀμοιβαὶ πρὸς τοὺς ἑκάστοτ ' εἰς αὐτὴν καλοὺς κἀγαθούς . οὕτως Ἐρεχθεὺς ὁ τῆς Ἀθηνᾶς , οὕτως Ἁρμόδιος
7534624 ἀποθανοντας
μέθοδον τοῦ παραμυθητικοῦ : οὐ γὰρ θρηνεῖν οὐδὲ ἀπολοφύρεσθαι τοὺς ἀποθανόντας : οὐ γὰρ ἂν παραμυθοίμεθα τοὺς ὑπολειπομένους , ἀλλὰ
ἀποσβεσθεὶς ὄψεις ] , ἐγρηγορὼς ἅπτεται εὕδοντος . ἀνθρώπους μένει ἀποθανόντας ἅσσα οὐκ ἔλπονται οὐδὲ δοκέουσιν . δοκέοντα γὰρ ὁ
7509229 ἀφρονας
μάθε νάρδῳ , ἤνυσε δὲ σφαλερούς , ὁτὲ δ ' ἄφρονας , ἐν δὲ μονήρει ῥηιδίως ἀκτῖνι βαρὺν κατεναίρεται ἄνδρα
ἐπὶ δολερῶν καὶ μικρῶν , ὅμως δὲ μεγάλα καταγωνιζομένων , ἄφρονας ⋮ Αἱ ἀλώπεκες ὅταν θεάσωνται σφηκιὰν εὐθετουμένην , αὗται
7500502 καθαρους
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των
: τὸν δὲ σῖτον , ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν
7480262 γεγηρακοτας
γάρ ? ? [ ἐστι ] ? πολλοὺς [ δὴ γεγηρακότας ] ? [ παρ ' ἡμεῖν ] αὐτοῖς καὶ
. Ἀντιπελαργεῖν : ἀντιδιδόναι χάριτας . λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν
7479518 θρασεις
Τύρταιος τῶν μισθοφόρων εἰσὶν πάμπολλοι , ὧν οἱ πλεῖστοι γίγνονται θρασεῖς καὶ ἄδικοι καὶ ὑβρισταὶ καὶ ἀφρονέστατοι σχεδὸν ἁπάντων ,
: τοὺς μὲν γὰρ δειλοὺς ἀνδρείους ποιεῖ , τοὺς δὲ θρασεῖς προ - μηθεῖς . ἀμφότερα δὲ συμβαίνει στρατοπέδοις ,
7476899 ἀπαιδευτους
θεοφιλεστέραν . εὐλαβοῦ μέντοι μή ποτε ἐκπέσῃ ταῦτα εἰς ἀνθρώπους ἀπαιδεύτους : σχεδὸν γάρ , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , οὐκ
ἐπὶ τοῦ ψόγου ταύτην τάσσει : τοὺς γὰρ αὐθάδεις καὶ ἀπαιδεύτους ἀγερώχους λέ - γει . ὁ δὲ Ὅμηρος τοὺς
7457953 ἰδιωτας
, κέκρικεν ῥήτορα ; οὐδ ' ἕνα : ἀλλ ' ἰδιώτας πολλούς . ἀλλὰ μὴν τοὺς γευομένους κύνας τῶν προβάτων
δὲ λατρεύοντες εἰς ἀπόνοιαν ἄγουσιν . Καὶ τὸ μὲν ἄνδρας ἰδιώτας καὶ ἀναφανδὸν τὴν ἀπαιδευσίαν ὁμολογοῦντας τὰ τοιαῦτα ποιεῖν ,
7427122 ἀδικησαντας
εἰ τοῖς ὅπλοις κρείττων ἐφάνης . οὐ γὰρ ἀνῄρηκας τοὺς ἀδικήσαντας , ἀλλ ' ἐκτήσω , οὐδ ' ἐζημίωσας γῆν
μίμησαι δὴ πόλιν , ἣν τὸ οἰκτείρειν τοὺς εἰς αὐτὴν ἀδικήσαντας ἐποίησεν ἔνδοξον : μᾶλλον δὲ ἀκολούθησον σαυτοῦ φιλανθρωπίαις ,
7420753 σεμνους
: καὶ οὗτοι διαβάλλονται ὑπὲρ τούτου . . ? . σεμνοὺς . ὑη ! ! ! # ὀμμάτων . μὴ
, καὶ πατραλοίας καὶ ἄθεος , ὑπὲρ δικαίους , καὶ σεμνοὺς , καὶ χρηστοήθεις τετίμηται . Καὶ ταραχῶν καὶ θορύβων
7415740 ἐπαινουντας
αὐτῶν ποτὲ μὲν μαχομένους , ποτὲ δὲ συμβουλευομένους καὶ ἄλλοτε ἐπαινοῦντάς τι ἢ ψέγοντας . Οἱ δὲ ἀληθῶς λέγοντες οὐ
αὐτῶν ποτὲ μὲν μαχομένους , ποτὲ δὲ συμβουλευομένους καὶ ἄλλοτε ἐπαινοῦντάς τι ἢ ψέγοντας . Οἱ δὲ ἀληθῶς λέγοντες οὐ
7414591 ἁμαρτανοντας
: λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰν μὴ ποιοῦ : μὴ μόνον τοὺς ἁμαρτάνοντας , ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κόλαζε . Οὗτος πρῶτος
, ὥσπερ καὶ ἔστι καλόν , τὸ μὴ περιμένειν ποτὲ ἁμαρτάνοντας ἀμύνεσθαι , πολλῷ μᾶλλον οἰήθητι δεῖν μὴ προεξανίστασθαι τῶν
7408885 αὐθαδεις
ὥσπερ ἂν εἰ καὶ τὸν Ἡρακλέα φαίης τοὺς ἀνθρώπους ἐθίζειν αὐθάδεις εἶναι καὶ θρασεῖς , ὅτι τοῖς τόξοις καὶ τῷ
οὐδὲ τὸν βρυγμὸν ἤνεγκας ; ” ὁ μῦθος πρὸς ἄνδρας αὐθάδεις , οἵτινες πρὸς δυνάστας συκοφαντεῖν ἐπιχειροῦντες , ὅταν ἐκεῖνοι
7399418 πενητας
τὰς τροφὰς χωροῦσι τὰς τῶν πλουσίων . } Ὁ πλούσιος πένητας οὐκ ἀσπάζεται : ἀλλὰ παραπέμπει μηδὲν ἠδικηκότας . }
' ἐστὶ τῶνδε θᾶσσον ἢ χρεών , πάτερ ; πολλοὺς πένητας , ὀλβίους δὲ τῶι λόγωι δοκοῦντας εἶναι συμμάχους ἄναξ
7390416 ἀτιμους
ἐλευθέρους , τοὺς δὲ ξένους Ἀθηναίους , τοὺς δ ' ἀτίμους ἐπιτίμους : ὃς πρότερον ἐπὶ τῷ αὐτόχθων εἶναι καὶ
Διός , ἆρα ἀγνοεῖτε τοῦτο τὸ ἔργον οὐκ ἐκείνους μόνον ἀτίμους ποιοῦν , ἀλλὰ καὶ τὴν πόλιν ἔρημον τῶν εὐνοησόντων
7389139 ἐμπειρους
βραδύγαμοι μέντοι γίνονται . ὁ Κρόνος Ἑρμῆν τριγωνίζων συνετοὺς καὶ ἐμπείρους καὶ τὴν γνώμην βεβαίους , αἱ δὲ τούτων πράξεις
πληθυντικῶν , ἴεντο . ἴδριας : σοφούς : ἐπιστήμονας : ἐμπείρους : ἀπὸ τοῦ εἴδω ὁ μέλλων , εἴσω :
7380288 ἱεροσυλους
τῆς πόλεως ἀγόμενος , ἀφ ' ἧς νόμιμον ἦν τοὺς ἱεροσύλους ῥιπτεῖσθαι , ὡς ὁ κάνθαρός ποτε ] ὡς κάνθαρος
ἀπόκριναι : ἀνέμνησας γάρ με ἀπειλήσας . τί δήποτε τοὺς ἱεροσύλους καὶ λῃστὰς ἀφέντες καὶ τοσούτους ὑβριστὰς καὶ βιαίους καὶ
7374847 πρεσβυτερους
οὕτω δέ , φησί , καὶ πατέρας μὲν διαρρήδην τοὺς πρεσβυτέρους καλοῦσι , κἂν ὦσιν ἀλλότριοι , μητέρας δὲ τὰς
τούτων φροντίσιν ἐσχολακότων καὶ τῆς ἐκείνων πρός τε τοὺς ἑαυτῶν πρεσβυτέρους καὶ τοὺς ὁμοχρόνους γενομένης διαφορᾶς , οὐχ ἥκιστα δὲ
7364153 ἰατρους
' ἀναμνῆσαι μόνων ἐκείνων ὧν ὀλίγον ἔμπροσθεν ἔφην τοὺς πρεσβύτας ἰατροὺς μνημονεῦσαι . γέγραπται δ ' αὐτῶν ὁ μὲν ἐν
καὶ πῶς ἀπαλλαγῶμεν ; ἆρ ' οὖν , εἰ πρὸς ἰατροὺς οὕτως ἔχοντες ἔλθοιμεν , ἕξομέν τινα τοῖς παροῦσι βοήθειαν
7349585 ἐνοχους
ποιήσεσθε , τούτους παρέντες ἀτιμωρήτους τοὺς ἐναγεῖς καὶ ταῖς ἀραῖς ἐνόχους . Οὐ γὰρ δι ' αἰνιγμῶν , ἀλλ '
τι τῶν τῆς Φέρσεως χρημάτων , ἐὰν μὴ καταθῶσιν , ἐνόχους εἶναι θανάτου . , . . ) Ὅτι μετὰ
7346224 δρωντας
Πελεκᾶνες ἄνδρας ἀγνώμονας σημαίνουσιν , ἀσκέπτως δὲ καὶ ἀλόγως πάντα δρῶντας , καὶ τὸν κλέπτην καὶ τὸν δραπέτην ἐγγὺς ποταμοῦ
: καὶ γὰρ ἰδίᾳ ἕκαστος καὶ οἱ νομοθέται κολάζουσι τοὺς δρῶντας μοχθηρά . ὥστ ' εἶναι τὸν λόγον τοιοῦτον σχεδόν
7330339 ὑπαρχοντας
παντάπασιν ἀφήσομεν . φοβοῦμαι δὲ μὴ Θηβαίοις γιγνόμενοι σύμμαχοι τοὺς ὑπάρχοντας ἡμῖν αὐτοῖς ἀπολέσωμεν . σκοπῶν γὰρ τὰς παλαιὰς αἰτίας
δραχμὴν οὐ κατέθηκαν ὑμῖν , νόμῳ δ ' ἑνὶ πλείστους ὑπάρχοντας ἀκύρους ἐποίησαν , καὶ τούτῳ τῶν πώποτ ' ἐν
7327532 σοφους
καὶ αὕτη . οὐ μόνον δ ' ἐλευθέρους εἶναι τοὺς σοφούς , ἀλλὰ καὶ βασιλέας , τῆς βασιλείας οὔσης ἀρχῆς
Εἰ δὲ καὶ μὴ πάντας ἐκίνει ταῦτα , ὡς τοὺς σοφούς , ἢ καὶ μὴ πάντα πρὸς ᾠδὴν ἐξάγει ,
7320477 κατηγορους
τοίνυν , ὦ ἄνδρες , κατὰ τοὺς νόμους καὶ τοὺς κατηγόρους , τί αὐτοῖς ὑπάρχον ἑτέρων κατηγοροῦσι . Κηφίσιος μὲν
σαφῆ τὸν ἔλεγχον παρέξειν ἐπηγγείλατο : τοὺς μὲν γὰρ αὐτοῦ κατηγόρους οὐδὲ τὸν ἀριθμὸν κατέχειν τῶν ᾀσμάτων , αὐτὸς δ
7315399 ζωντας
τοῦτον λαβὼν ἀλλ ' οὐκ Εὐριπίδην , αὖθις ἐς τοὺς ζῶντας ἀνέρχεται . 〛 Ὁ Ξανθίας ἐπὶ ὄνου παράγεται καθεζόμενος
. Καὶ τοίνυν οἱ θάνατοι αὐτοῖς βελτίους ἢ τὸ οὕτω ζῶντας εἶναι , ὅπως ζῆν αὐτοὺς οὐκ ἐθέλουσιν οἱ ἐν
7308175 ἀδυνατους
θρέψαι καὶ θάψαι τοὺς αὑτῶν , ἐν δὲ τῷ γήρᾳ ἀδυνάτους μὲν εἶναι τῷ σώματι , πασῶν δ ' ἀπεστερημένους
τοὺς πατρῴους οἴκους μετὰ τῶν πανοπλιῶν : τοὺς δ ' ἀδυνάτους τῶν πολιτῶν δημοσίᾳ τρέφειν . ὥστε καὶ τὴν δύναμιν
7301842 κριτας
οὐ μέλλοντα διαφέροντα αὐτοῦ φαίνεται . ὁρῶμεν γὰρ αὐτούς τε κριτὰς ἥκοντας ὑμᾶς τῶν λεχθησομένων καὶ τὴν τελευτὴν ἐξ αὐτοῦ
τὴν βασιλείαν ἢ κριτὰς ἢ μάρτυρας παραστήσασθαι πάντας ἀνθρώπους , κριτὰς μὲν τοὺς φίλους , μάρτυρας δὲ τοὺς πολεμίους .
7301490 φιλοδωρους
ἀσεβεῖς τοιαύτης ἐπάξιοι δίκης τυγχάνειν , ἵλεως καὶ εὐεργέτιδας καὶ φιλοδώρους αὐτοῦ δυνάμεις οἰκειοῦσθαι τιμωρίαις . εἰδὼς μέντοι τῷ γένει
καλοσυμβούλους , πολιτικούς , εὐεργετικούς , ἐπιτροπικούς , χρηστοήθεις , φιλοδώρους , φιλόχλους , εὐεπιβούλους , ἐπιτευκτικούς , ἡγεμονικούς ,
7294084 πατερας
ἔδοξε βαδίζειν εἰς τὴν πόλιν καὶ τούς τε τῆς Χλόης πατέρας ἀναζητεῖν καὶ περὶ τὸν γάμον αὐτῶν μηκέτι βραδύνειν .
ἐν μὲν τῇ πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους εὐκοσμίᾳ τὴν πρὸς τοὺς πατέρας εὔνοιαν , ἐν δὲ τῇ πρὸς ἄλλους φιλανθρωπίᾳ τὴν
7293118 παιδαγωγους
τὸ σῶμα γυμνάζειν : ἀναγκαῖον δὲ νουνεχεῖς εἶναι τούς τε παιδαγωγοὺς αὐτῶν καὶ τοὺς ἐπιστάτας καὶ μὴ τελείως ἀπείρους ,
παῖδες τὰ λεγόμενα ξυνιῶσιν , εὐθὺς μὲν ἐπ ' αὐτοῖς παιδαγωγοὺς θεράποντας ἐφιστᾶσιν , εὐθὺς δὲ πέμπουσιν εἰς διδασκάλων μαθησομένους
7284313 ἀθῳους
τὴν φυλακὴν , τὸ τοὺς πονηροὺς ἁλισκομένους παρ ' ὑμῶν ἀθῴους μὴ παραπέμπεσθαι . Νόμος τὸν βιασάμενον κόρην διδόναι χιλίας
, ἀλλὰ τούς γε ὀρεῖς καὶ τοὺς κύνας τί τοὺς ἀθῴους ὁ ὀϊστὸς ἐν τοῖς πρώτοις ἐπεπορεύετο ; ἀλλὰ διδάσκει
7283040 δεσποτας
κακά . χείμαρροι δὲ ποταμοὶ καὶ δικαστὰς σημαίνουσιν ἀγνώμονας καὶ δεσπότας ἀηδεῖς καὶ ὄχλον διὰ τὸ βίαιον καὶ μεγαλόφωνον .
ἡγουμένου καὶ ἄλλον ἄλλου ἀφελέσθαι τὰ κτήματα , τοὺς δὲ δεσπότας αὐτῶν δι ' ἔνδειαν ἐπαιτῆσαι τροφήν , ἐν δὲ
7277126 φιλοστοργους
κουφίσῃ . Ἀφροδίτη δὲ τοῖς φωσὶ μαρτυροῦσα ἱλαροὺς φιλομούσους φιλευφροσύνους φιλοστόργους θρησκώδεις τοὺς γονεῖς δείκνυσιν . Ἑρμῆς δὲ κοινωνικούς τε
τοὺς δὲ ἐπιμελεῖς τὸ πράγματα διοικεῖν : τούς γε μὴν φιλοστόργους ἡ συνήθεια . τίς οὖν δύναται μᾶλλον ἄρχοντας ἀποδεικνύειν
7274514 ἠσεβηκοτας
- στηρίῳ τὰ διὰ τῶν κεραμίδων τραύματα , τοὺς δὲ ἠσεβηκότας πολλαὶ πρὸς τὴν θήραν ὁδοί , κατήγοροι δὲ ἀλλήλων
μὲν καταφρονοῦντας τῶν νόμων τῶν ὑμετέρων , ἀναιδῶς δ ' ἠσεβηκότας εἰς τοὺς θεοὺς ἄξιον τιμωρήσασθαι δυοῖν ἕνεκα , ἵνα
7272778 ὑβριζοντας
ἂν δὲ μή , πολλοὺς τοὺς ἀσελγεῖς εὑρήσετε καὶ τοὺς ὑβρίζοντας ὑμᾶς ἐπὶ τῇ τοῦ φιλοτιμεῖσθαι προφάσει . Ἵνα δὲ
τῷ φρονίμῳ τῆς γνώμης παύοντες τὸ ἄφρον ὑβρισταὶ εἰς τοὺς ὑβρίζοντας κόσμιοι εἰς τοὺς κοσμίους ἄφοβοι εἰς τοὺς ἀφόβους δεινοὶ
7251796 κακους
ἐφ ' ἡμῖν ἐστι . ταῦτα δὲ ἡμᾶς ἀγαθοὺς ἢ κακοὺς ποιεῖ : ὥστε ἐφ ' ἡμῖν ἐστι τὸ ἐπιεικέσιν
κακίᾳ διαιρεῖν ταῦτα . πολλοὺς γὰρ καὶ τῶν Ἑλλήνων εἶναι κακοὺς καὶ τῶν βαρβάρων ἀστείους , καθάπερ Ἰνδοὺς καὶ Ἀριανούς
7236453 σοφιστας
ἄνδρα δεξιὸν περὶ λόγους καὶ μαθήματα , παρὰ μὲν τοὺς σοφιστὰς βαδίζειν | οὐκέτι ἐδοκίμαζον , συνόντες δὲ αὐτῷ Σωκράτει
' αὐτοκαβδάλους , οἳ δὲ φλύακας , ὡς Ἰταλοί , σοφιστὰς δὲ οἱ πολλοί : Θηβαῖοι δὲ καὶ τὰ πολλὰ
7231606 ἀργους
, ὥς φησιν Ὅμηρος οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς . ἦτρον τὸ γονάτιον ἢ τὸν ὀμφαλὸν τοῦ νάρθηκος
: Μ . . οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς : ὅτι οὐκ ὀρθῶς τινὲς οὐρῆας τοὺς φύλακας ,
7226305 ἀποκτειναντας
' ἂν καὶ τοὺς ἐκείνου φίλους καὶ αὐτὸν τὸν Φίλιππον ἀποκτείναντας , φίλους πεποίηνται , φασὶ δὲ καὶ συμμάχους ποιήσεσθαι
Λακεδαιμονίοις καὶ ὧν Θρασύβουλον ἐδέξαντο ἀποδεδωκέναι χάριν αὐτάρκη , Λύσανδρον ἀποκτείναντας καὶ τἄλλα ὅσα σύνιστε συμπράξαντας : Λακεδαιμονίοις δ '
7225645 δειλους
ζώοισι βεβηκὼς Φαίνων νωχελέας τε καὶ ἀδρανέας μάλα ῥέζει , δειλοὺς πανταρβεῖς τε , φρεσὶν καταπεπτηῶτας , αὐχμηρούς , ἑὸν
ἀνδρείους ἐκ τῆς καρδίας λέγουσι καλοσπλάγχνους , ὡσαύτως καὶ τοὺς δειλοὺς ἐκ ταύτης , τοὺς δὲ συμπαθεῖς λέγουσιν εὐσπλάγχνους ἐκ
7223737 ἀγαθους
ἀρετῆς χάριν . ὧδε γὰρ οἱ πατέρες ἁμῶν ἐτίμων ἄνδρας ἀγαθούς . ἐνόμιζον γὰρ ἦμεν Λυκούργω παῖδας , ὅσοι σύμφωνον
' ἕτερον . ποῖον τοῦτο ; ἵνα πιστεύσωσιν ἑαυτοὺς εἶναι ἀγαθούς . τὸ δὲ τέλος καὶ τὸ ἀγαθὸν καθ '
7222568 προσηκοντας
ταῖς εἰς τὰ κοινὰ δαπάναις τῶν ἀναλωμάτων ὡς τοὺς γένει προσήκοντας μετέχειν . κοινῇ δ ' ἀμφοτέροις οὔτε ὅσιον οὔτε
ὠνήν , πολλῶν κατὰ τὴν Ῥωμαίων δεηθέντων αὐτοῦ τοὺς σφίσι προσήκοντας λύσασθαι . καὶ ὁ Ἀττήλας : ἀλλ ' οὔτι
7220870 δυνατους
γενναίως συλλαμβανομένους καὶ εἰς ἴσην αὐτὸ πίστιν ἀνάγοντας τῷ ἀληθεῖ δυνατούς τε καὶ νοεροὺς εἶναί φαμεν , τοὺς δὲ μὴ
πάμμεγα δὲ τὸ μὴ τῇ φθορᾷ τῶν πόλεων θεραπεῦσαι τοὺς δυνατούς . ἦν μὲν γὰρ δῆλον ὡς ὀργαὶ καὶ κίνδυνοι
7218621 μιαρους
ὅτι σε ἐξηπάτων λέγουσιν , ἀλλ ' οὐκ αὐτοὺς ἡγήσῃ μιαρούς τε καὶ σοὺς ἐχθροὺς καὶ δίκης ἀξίους ἔχων μὲν
δεῖ πληρώσαντας ἀναγκάσαι τὰ δίκαια ποιεῖν , ὑμᾶς δὲ τοὺς μιαρούς , οἷς αὐτοῦ δεῖ καθημένους τουτουσὶ κατὰ τοὺς νόμους
7214927 ἐσομενους
, ἀλλ ' ὡς τοὺς πεπεισμένους ὑφ ' ἑκάστου δήλους ἐσομένους οἷς ἂν πράττωσιν οὕτω παρασκευάζεσθε . καὶ ὑμεῖς μέν
σὺν ἑαυτῷ τεταγμένους εἶχεν ἐπισκόπους τε καὶ ἐπανορθωτὰς τοῦ κάμνοντος ἐσομένους : καὶ ἐγένοντο τῆς τότε νίκης λαμπρᾶς σφόδρα γενομένης
7212362 λογικους
, ὅτι τὸ ἐγγώνιον σχῆμα κατὰ φύσιν ἐστίν . πρὸς λογικοὺς πάλιν φαμὲν οὕτως , ὅτι τὸ κατὰ φύσιν ἐστὶν
τοῦτο δ ' ἐροῦσιν ἴσως , ὅτι καὶ κατὰ τοὺς λογικοὺς τὸ αὐτὸ τὰ διαφέροντα ἐνδείκνυται . ἡ γὰρ χολὴ
7207860 ἀλαζονας
, καὶ τὴν σωφροσύνην , αὐτῆς ἐπιστατοῦσαν , τοὺς μὲν ἀλαζόνας ἀποτρέπειν , τοὺς δὲ ὡς ἀληθῶς μάντεις καθιστάναι ἡμῖν
τοῦ σοφωτάτου Χείρωνος πεπαιδευμένον , ὥστε ὀλίγον πρότερον λοιδοροῦντα τοὺς ἀλαζόνας τῇ ἐσχάτῃ λοιδορίᾳ αὐτὸν παραχρῆμα πρὸς μὲν τὸν Ὀδυσσέα
7206872 ἀταφους
θέσιν γὰρ περανεῖ , ἐρεῖ γὰρ ὅτι καλὸν τὸ τοὺς ἀτάφους θάπτειν . Ἐὰν δὲ ἐν πάθεσι , συγγνωμονικῶς ἡ
ἐν πενθίμοις , δεόμενοι δὲ τοῦ δήμου τιμωρήσασθαι τοὺς περιεωρακότας ἀτάφους τοὺς ὑπὲρ τῆς πατρίδος προθύμως τετελευτηκότας . τέλος δ
7205961 ἐλεουντες
ἔφαγεν ἀπὸ τοῦ ὤμου . οἱ δὲ θεοὶ οἱ ἄλλοι ἐλεοῦντες τὸν Τάνταλον , καὶ θαυμάσαντες ὅτι τοῦ παιδὸς αὐτοῦ
πονηρίας μισήσαντες ταυτησὶ τούς τε τεθνεῶτας ἅμα καὶ τὴν κόρην ἐλεοῦντες , τοὺς μὲν ὅτι κτήματος ἀπεστέρηνται τοιούτου , τὴν
7204326 ἀγνωτας
, καὶ αὐτόθι κατέλαβον πάνυ πολλούς , τοὺς μὲν καὶ ἀγνῶτας ἐμοί , τοὺς δὲ πλείστους γνωρίμους . καί με
ἢ μισεῖν πάθους . ὁμοίως γὰρ τῇ ἕξει χρῆται πρὸς ἀγνῶτας καὶ γνωρίμους καὶ συνήθεις καὶ ἀσυνήθεις , πλὴν τὸ
7202287 γενναιους
' ᾧ εὗρεν ὀδυνωμένην παύσας καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας τί ἦν αἰσχρόν ; . . . ἀλλὰ
παρ ' ἐλπίδα λεχθέντι ἐκπλαγείητε . χρὴ δ ' ἄνδρας γενναίους τε καὶ σώφρονας εὔχεσθαι μὲν ὑπάρχειν τὰ βέλτιστα ,
7199588 τοιουτους
τοιαύτην τιν ' ἰστέον , ἥτις ὡσανεὶ κόσκινον τοὺς μὲν τοιούτους ἐντὸς τοῦ λόγου καθέξει , τοὺς δὲ λοιποὺς ,
πράττειν καὶ ὑπομένειν . πῶς δὲ λέγει ἀνδρειοτέρους εἶναι τοὺς τοιούτους ; ἆρά γε ὡς οὔσης ἀνέσεως καὶ ἐπιτάσεως ἐν
7197360 μισουσι
Λακωνική κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . Ὦ πάτερ μισοῦσι μὲν Θράσων ' , ἀπεκτάγκασι δ ' οὔ .
σμερδαλέ ' εὐρώεντα τά τε στυγέουσι θεοί περ . στυγέουσι μισοῦσι : Ο . . ἤτοι ὁ μὲν γὰρ ἔναντα
7189365 τοκεας
καιρῷ ἀνάγκης καιρῷ δυσκαίρῳ ληφθείς , Καὶ τοὺς τυχόντας ἄνδρας τοκέας λέγε . Ἐλεύθερον ἀδύνατον εἶναι τὸν πάθεσι δουλεύοντα .
ταύτην τοῖς ἐνθάδε κειμένοις ἀποδοῦναι χάριν , εἰ τοὺς μὲν τοκέας αὐτῶν ὁμοίως ὥσπερ ἐκεῖνοι περὶ πολλοῦ ποιοίμεθα , τοὺς
7188825 ἐπιτιθεμενους
, τοῦτο δέ , ἂν συμβῇ τι πταῖσμα χαίροντας καὶ ἐπιτιθεμένους . οὐ γάρ ἐστιν οὐδεὶς ἀσθενὴς οὕτως οὐδὲ ἀδύνατος
ὑπὸ δὲ τῶν Σιμῶν ὀνομαζομένων Αἰθιόπων πολεμούμενοι διακινδυνεύουσι πρὸς τοὺς ἐπιτιθεμένους , ὅπλοις ἀμυντηρίοις χρώμενοι τοῖς τῶν ὀρύγων κέρασι :
7184613 συκοφαντας
ὑφ ' ὑμῶν ἀδικουμένους ἑαυτοῖς ἔσεσθαι συμμάχους , τοὺς δὲ συκοφάντας εὐδοκιμεῖν δέξαιντ ' ἂν παρ ' ὑμῖν καὶ μέγα
μὴ ἔχεσθαι ὑπ ' αὐτῆς . Ὁ αὐτὸς ἔφη τοὺς συκοφάντας πολιτικοὺς λύκους εἶναι . Ἀλκιδάμας ὁ ῥήτωρ Ὀδύσσειαν εἶπεν
7183213 ἐριστικους
τοὺς δὲ ὑπὸ φιλονεικίας τὰς τῶν σημαινομένων τάξεις ἐναλλάττοντας ὡς ἐριστικοὺς φευκτέον , τοὺς δὲ μετὰ τῆς τῶν ἐμφερομένων ἀκριβοῦς
: ἡμεῖς δὲ ἀμφοτέρους εἰς ἓν κεφαλαιούμενοι κατὰ κοινόν τι ἐριστικοὺς καὶ φαινομένους συλλογισμοὺς ὀνομάζομεν καὶ τοὺς βεβλαμμένους τῷ σχήματι
7180697 εὐηθεις
οἱ ἰδιῶται Τζάννους καλοῦσι , βαρβαρικοὺς ὄντας καὶ ὡς εἰκὸς εὐήθεις δι ' ἀπαιδευσίαν ] . ὁ δὲ τὸν σάνναν
τάφοις , ἔνιοι δὲ καὶ στέφειν τὰς στήλας ἄνθεσιν , εὐήθεις ἔτι καὶ παρὰ τὴν τελευτὴν διαμένοντες . εἰκάζειν οὖν
7179437 γεγενημενους
ζηλωτής , νικῶν ἀριθμῷ τοσούτῳ τοὺς ἐπὶ τῆς αὐτῆς τιμῆς γεγενημένους ; Καὶ ταῦτα ἅπαντα εἰκότως συμβαίνει . μόνῳ γὰρ
οὐκ ἂν ἀρνηθείην ἔγωγε κοινοὺς σω - τῆρας τῆς πόλεως γεγενημένους . ἢ ἂν ὑπὲρ συγγενῶν ποιώμεθα τοὺς λόγους :
7176155 γεροντας
ἰδίας καὶ ἐφύλαττε μή τις αὐτὰς μοιχεύσῃ λαθών . Καὶ γέροντας ὁρῶντας ἐξώρμησεν εἰς ἀφροδίτην τὰ τοιαῦτα θεάματα : οἱ
αἰτιωμένοις ] ὡς ἐξ ἀνάνκης [ | ] [ τοὺς γέροντας ] [ οὐχ ] ? οὗτος ? ? [
7170134 ἐπιεικεις
ἀλλήλοις οἱ φαῦλοι . δι ' ἀρετὴν γὰρ οἱ μὲν ἐπιεικεῖς φιλοῦσιν ἀλλήλους , τοῖς δὲ φαύλοις οὔτε ἀρετῆς μέτεστιν
τοὺς πόρους καὶ λεπτύνει τὰ ἐμπεφραγμένα . τὰς δ ' ἐπιεικεῖς καὶ μὴ σφυγματώδεις φλεγμονὰς ἱκανὸν ἰᾶσθαι καὶ ὀξυρόδινον χλιανθὲν
7166582 πλουσιους
χεῖρα μηδὲ ἄλλο μηδὲν τοῦ σώματος , μηδὲ τοὺς πάνυ πλουσίους ἀναλῶσαι ἂν μηδεμίαν ὑπὲρ τούτου δραχμήν : ἓν δὲ
δύσμορον πέλει τέλος . Ἀλλὰ καὶ τρίτος δεκανὸς σώφρονας καὶ πλουσίους , εὐμεταδότους , εὐσεβεῖς , καλὴν ἔχοντας τύχην ,
7165045 βελτιστους
ἀλλὰ τοῦτο νομίζειν ἡδίστην εὐωχίαν εἶναι τοὺς συμμάχεσθαι μέλλοντας ὅτι βελτίστους παρασκευάζειν : ἡνίκα δὲ [ Γωβρύας ] ὡς εἰς
κατασκευασάμενον ζῆν , φιλεῖν μὲν χρὴ καὶ ἀσπάζεσθαι ὡς ὄντας βελτίστους εἰς ὅσον δύνανται , καὶ συγχωρεῖν Ὅμηρον ποιητικώτατον εἶναι
7154630 πολιτευομενους
προσήκοντας παραγενέσθαι . Οὐχ ὑφ ' ὑμῖν αὐτοῖς ἕξετε τοὺς πολιτευομένους ; οὐ ταπεινώσαντες ἀποπέμψετε τοὺς νῦν ἐπηρμένους ; οὐ
ἐπεὶ ἄλλως γε εὔηθες εἶναι τὸ τοὺς βέλτιον συνεστῶτας καὶ πολιτευομένους τῶν χειρόνων ζηλωτὰς ἀποφαίνειν : οὐκ εὖ δὲ ταῦτα
7154015 τελευτησαντας
, ἀφορμὰς ἑαυτοῖς ἐπινοοῦντες δακρύων ἐκ παντὸς βιάζονται τρόπου τοὺς τελευτήσαντας ἐννοεῖσθαι καὶ σφίσιν αὐτοῖς ὑπογράφειν . ταῦτα δάκνει τὸν
διαθέσθαι , ἀλλὰ ζῶντας ἐγκαταλιπόντας υἱὸν γνήσιον ἐπανιέναι , ἢ τελευτήσαντας ἀποδιδόναι τὴν κληρονομίαν τοῖς ἐξ ἀρχῆς οἰκείοις οὖσι τοῦ
7153700 διακονους
τὰς πόλεις , ἀλλ ' ἐμπόρους τε καὶ ναυκλήρους καὶ διακόνους πάντως τοὺς φύσει κοσμίους τῶν ἀνθρώπων ἀπεργαζομένη , τοὺς
οὔτε τοῖς πεισθεῖσι τῆς σωτηρίας , ἀλλ ' ὡς ἀληθῶς διακόνους ἂν ἐκείνους εἶχον καλεῖν , καὶ τοῦ πρὸς ἡμέραν
7151556 καθεστωτας
ἀλλὰ παρὰ τοὺς ὑπάρχοντας νόμους διὰ πλεονεξίαν φ παρὰ τοὺς καθεστῶτας : νόμους δηλονότι . καὶ τὰς ἐς σφᾶς αὐτοὺς
, ἀλλὰ καὶ τοὺς ποσῶς αὐχοῦντας ἢ ἐν μεγάλῃ δόξῃ καθεστῶτας διὰ τὸ ἀκατάληπτον τῆς περὶ αὐτῶν γοητείας τε καὶ
7145888 μοιχους
κατ ' ἐρώτησιν . τοῖς ἐμοῖς . τοὺς Καρυστίους ὡς μοιχοὺς κωμῳδοῦσιν . ἦσαν δὲ Ἀθηναίων σύμμαχοι . ἀντὶ τοῦ
τοῦ τρισαριστέως , ὃν μοιχεύοντά τις κατὰ τὸν περὶ τοὺς μοιχοὺς νόμον ἀπέκτεινεν : τοῦ κατὰ φύσιν , ὡς ἐπὶ
7139371 γνησιους
δ ' ὑμῖν ἐπιδείξω καὶ ὅθεν εἰσὶ καὶ οἵτινες οὓς γνησίους διεμαρτύρησαν εἶναι καὶ κληρονόμους ζητοῦσι καταστῆσαι τῶν Εὐκτήμονος .
μείζω ποιήσητε τὴν οὐσίαν . πρὸς τοῦτο τοίνυν ὁρῶντες παιδοποιοῦμεν γνησίους βουλόμενοι κληρονόμους καταλιπεῖν μὴ καρτεροῦντες εἶναι χρημάτων ἐκτός .
7139161 συμβουλους
ἁπλῶς δὲ πάντων ἐστὶν ἀδικώτατον τῶν μὲν εὐεργεσιῶν μὴ τοὺς συμβούλους , ἀλλὰ τὸν δῆμον ἀπολαμβάνειν τὰς χάριτας παρὰ τῶν
λέγεις , ὦ Λυσίμαχε : ὅτι δ ' ἡμᾶς μὲν συμβούλους παρακαλεῖς ἐπὶ τὴν τῶν νεανίσκων παιδείαν , Σωκράτη δὲ
7132609 εὐπορους
σκοπεῖν ὅπως μηδενὸς ὄντες ἐνδεεῖς περιοφθήσονται . τοὺς μὲν τοίνυν εὐπόρους ταύτῃ χρωμένους τῇ γνώμῃ οὐ μόνον ἡγοῦμαι τὰ δίκαι
Ταρκύνιος ὁ βασιλεὺς τυραννικῶς καὶ βιαίως ἄρχων τῶν πολιτῶν τοὺς εὐπόρους τῶν Ῥωμαίων ἀνῄρει , ψευδεῖς ἐπιφέρων αἰτίας ἕνεκεν τοῦ
7132348 ἀλιτηριους
ἥρπαζον ἀλούμενα τὰ ἄλευρα : ἀπὸ γοῦν ἐκείνων τοὺς πονηροὺς ἀλιτηρίους λέγουσι . παρέτεινε δὲ τὸ ὄνομα καὶ ἐπὶ τῶν
, ὦ βασιλεῦ , ” ἔφη „ διὰ δὲ τοὺς ἀλιτηρίους τούτους ἀπολώλασι μὲν αἱ πόλεις , πλήρεις δ '
7121109 ὑμετερους
τὴν μὲν πόλιν ἐχθρὰν ἐνόμιζεν εἶναι , τοὺς δ ' ὑμετέρους ἐχθροὺς φίλους , ὡς ἀμφότερα ταῦτα ἐγὼ πολλοῖς τεκμηρίοις
Λέγει δὴ καὶ ὁ Σώστρατος : “ Ἐπεὶ τοίνυν τοὺς ὑμετέρους μύθους , ὦ παιδία , κατελέξατε , φέρε ἀκούσατε

Back